Για το θεανθρωπολογικό δοκίμι του Παναγιώτη Μπούρδαλα

Για το θεανθρωπολογικό δοκίμι του Παναγιώτη Μπούρδαλα

Του Νεκτάριου Στελλάκη*

Διάβασα πρόσφατα: «Διαβάζοντας ένα βιβλίο δεν μπορείς να κλείσεις τα μάτια, ούτε να κρυφτείς.»

Νομίζω πως αυτό δεν ισχύει για όλα τα βιβλία. Ισχύει, ωστόσο, για το βιβλίο που μας «κερνά» ο αγαπητός Παναγιώτης και οι εκδόσεις ΑΡΜΟΣ.

Εξηγούμαι: Το βιβλίο αυτό δεν μας αφήνει να «κλείσουμε τα μάτια» και με τις δύο έννοιες της φράσης: μας κρατά αφενός «ξύπνιους», δηλαδή σε εγρήγορση, αλλά και μας αποκαλύπτει αλήθειες από τον εκκλησιαστικό χώρο που πολλές φορές δεν θέλουμε να δούμε ή κάποιες άλλες φορές αισθανόμαστε ότι δεν έχουμε λόγο να δούμε – κυρίως εμείς οι λαϊκοί -, κι αυτό μάλλον είναι το χειρότερο που μπορεί να συμβεί σε όσους από εμάς έχουμε αποδεχτεί την κλήση και θέλουμε να γίνουμε Σώμα Χριστού, δηλαδή Εκκλησία, αφού «διότι το όλο νόημα της Εκκλησίας είναι η κοινωνία των προσώπων μεταξύ τους» (π. Βασίλειος Θερμός).

Ο συγγραφέας χαρακτηρίζει το βιβλίο ως «θεανθρωπολογικό δοκίμιο».

Δοκίμιν : Αρχ. δοκίμιον, μεσν. δοκίμι, κυπρ. διτζίμιν δοκιμαστικό βαρύ λιθάρι. Δες και «Το δοκίμι της Αγάπης» (τρόπος ελέγχου και μέσο δοκιμής χειροπιαστό κείνος που θα σηκώσει το λιθάρι θα γίνει άξιο ταίρι της κόρης των δημοτικών παραλογών). Σε μερικές αυλές παλαιών εκκλησιών της Κύπρου μπορεί κανείς και σήμερα να δει κάποιο διτζίμιν όποιος το έσερνε «του νώμου του» (το σήκωνε δηλαδή ώς τον ώμο του) λογαριάζονταν ανάμεσα στα πρώτα παλικάρια. Αλλά και τώρα οι νέοι, σ’ εκκλησιές οπού έχουν διτζίμιν, δοκιμάζουν τη δύναμή τους στα «παιχνιδάκια της Λαμπρής», Κυριακή και Δευτέρα του Πάσχα. (Από την παρουσίαση της έκδοσης)

Ο σκοπός του βιβλίου δηλώνεται ξεκάθαρα από τον συγγραφέα στη σελίδα 16:

Πρόκειται για σχολιασμό θεμάτων όπου και «η γνώμη μου και η στάση μου να διαφανούν, αλλά και ο προβληματισμός ν’ ανοίξει για τα καλά με την ανάγνωση». (σελ. 16)

Ο συγγραφέας φαίνεται να γνωρίζει και τη δυσκολία του εγχειρήματος. Γράφει: «Στο βιβλίο αυτό συμπλέκουμε θεανθρωπολογικά την κοινή ανθρώπινη αδελφοποιό φύση και την ελευθεροποιό ετερότητα του «προσώπου» σε κοινό υφάδι. Η δυσκολία είναι όντως μεγάλη, όχι μόνο από το περιεχόμενο αυτό καθαυτό, αλλά και την δυο χιλιάδων ετών χριστιανική πορεία, με ό,τι όμορφο και άγιο, μα και ό,τι απάνθρωπο και σκοτεινό έγινε παράδοση.» Δυνατός λόγος – επισημαίνω: κοινή ανθρώπινη αδελφοποιό φύση, ελευθεροποιός ετερότητα του προσώπου, ό,τι απάνθρωπο και σκοτεινό έγινε παράδοση.

Συμπέρασμα: Το βιβλίο μας προσκαλεί να συ-ζητήσουμε, να αναζητήσουμε μαζί. Δεν επιδιώκει παρά να προβληματιστούμε και μάλιστα «για τα καλά». Στην εποχή μας φαίνεται να κυριαρχούν δύο τάσεις:  Από τη μια αναζητούμε απαντήσεις σαφείς κι αμετακίνητες κι από την άλλη για κάποια άλλα θέματα αρκούμαστε στην ανάδειξη της πολυπλοκότητάς τους. Ο συγγραφέας του βιβλίου μας δεν συμμερίζεται καμιά από αυτές. Έχοντας γνώμη και στάση ο ίδιος μας προσκαλεί σε κοινό προβληματισμό.

Και η συζήτηση όπως ένα τραπέζι έχει τους κύκλους της:

 «Προσπάθησα- λέει ο συγγραφέας- η σειρά όλων των κεφαλαίων να έχει ένα είδος ανεβάσματος, εν είδει κλίμακας, από τα «μικρά» στα μεγάλα θέματα.»

Στο 1ο Κεφάλαιο (1ο Μέρος) – ως ορεκτικά – συναντούμε οκτώ πρόσωπα που με τον τρόπο τους το καθένα δυνάμωσε την πίστη στην καρδιά του συγγραφέα και σμίλεψε τη θεολογία του. Tο 1ο Μέρος διαβάζεται ευχάριστα, προκαλεί συγκινήσεις και προβληματισμούς και μπορεί να διαβαστεί πολλές φορές αποκαλύπτοντας κάθε φορά κι άλλο επίπεδο προβληματισμού. Ο λόγος, ζεστός, καρδιακός σε συγ-κινεί και σου στερεώνει μέσα σου την ελπίδα ότι «ναι» «οι χριστιανοί δυνητικά έχουμε το προνόμιο να περπατήσουμε τη γέφυρα που ενώνει Γη με Ουρανό κι’ απ’ αυτό εδώ τον κόσμο» να πορευτούμε από τον Άδη της μοναξιάς και της διαίρεσης στο χώρο της κοινής Ανάστασης, να γίνουμε δηλαδή Εκκλησία, Σώμα Χριστού.

Στα επόμενα κεφάλαια του 1ου μέρους ο συγγραφέας μας «κερνά» κάποιες παρεμβάσεις του, που αν δεν εντάσσονταν στο βιβλίο ίσως θα λησμονιούνταν στο διαδίκτυο. Στα κείμενα αυτά ο προβληματισμός είναι έντονος και χρειάζεται ο αναγνώστης να «ακολουθεί κατά πόδας» τον συλλογισμό του συγγραφέα.  Κοινός άξονας των κειμένων κατά τη γνώμη μου η υπερίσχυση του ατομικού ανθρώπου στην εποχή μας. Διαβάζω:  «Αυτή η προώθηση του «ατομικού ανθρώπου» πάει να αντικαταστήσει την παλιά λογική, το παλιό πρότυπο ανθρώπου, τον «μαζικό άνθρωπο». Έχουμε, λοιπόν, τον «εξατομικευμένο άνθρωπο». Κι’ έχουμε αφήσει την «θεολογία της φύσης», δηλαδή της κοινής φύσης των ανθρώπων, που τους κάνει αδέρφια.» («τον τριαδικό συλλογικό άνθρωπο»).

Παρότι ο χρόνος δεν επιτρέπει την απλή αναφορά έστω στα κείμενα αυτά θα ήθελα να σταθώ σε δύο από αυτά. Το πρώτο για «την ημέρα θεολογικού πένθους», δηλαδή την «προσκύνηση των οστών του Εθνεγέρτη Δεσπότη, Παλαιών Πατρών Γερμανού, στον Ιερό Ναό του Αγίου Ανδρέα» και το δεύτερο για τους «Τρεις σταυρούς του Βουραϊκού». Και στα δύο κείμενα αυτό που είναι σημαντικό και πρέπει να αναδείξουμε είναι ότι ο συγγραφέας εκφράζει με παρρησία τη γνώμη του, αλλά την γνώμη αυτή την οικοδομεί με συγκεκριμένα κριτήρια και την εκφράζει με τρόπο ξεκάθαρο αλλά ευγενικό. Και πάντα προσκαλεί τον αντίλογο.

Και θα ήθελα να διαβάσω κι ένα απόσπασμα από το 4ο Κεφάλαιο όπου τίθεται        «Το κεντρικό θεολογικό ζήτημα, δηλαδή η σχέση «θείου και ανθρωπίνου». με το «φωτεινό» επίγραμμα: «Μετανάστες και μεταλαβιά»

 «Ο τρόπος που βλέπουμε τους «άλλους», τους «ξένους», τους «μπάσταρδους», τα «πιόνια» του πολέμου. Εκεί κρίνεται η προσωπική Πίστη για τον άνθρωπο. Και η δεύτερη πως βλέπουμε τη «Θεία Ευχαριστία». Εκεί κρίνεται πως πιστεύουμε το Θεό (όχι βλέπουμε, γιατί ο Θεός «βλέπεται» αλλού). Και με την μετοχή μας, όπως και με την αποχή μας, στην «Μεταλαβιά», οπότε ρισκάρουμε οι ορθόδοξοι χριστιανοί τα πάντα.»

Τι είδους είναι η πίστη μας μας ρωτά ο συγγραφέας, η πίστη μας στον άνθρωπο και η πιστη μας στον Θεό; Βιωματική, θρησκευτική ή ιδεολογική;

Το 2ο Μέρος – το κυρίως πιάτο του πνευματικού συμποσίου- ασχολείται με την Μεγάλη Σύνοδο του 2016.

Ενδεχομένως ο Παναγιώτης να είναι ο μόνος μη ιερωμένος, μη ακαδημαϊκός θεολόγος που ασχολήθηκε με τη Σύνοδο αυτή με τέτοια σοβαρότητα, επιμέλεια και προσδοκία στο «ίνα πάντες εν ώσι» της αρχιερατικής προσευχής του Κυρίου. Στην εποχή μας που φαίνεται να κυριαρχούν «η μονομερής θρησκευτικότητα, η τάση της εκκοσμίκευσης, η πίεση της επιβίωσης, ο πιετισμός των ιδεολογιών, η σκληράδα του κληρικαλισμού» η ενασχόληση με το ιστορικό αυτό ορόσημο της Μεγάλης Συνόδου είναι αξιο – σημείωτη.

Το ίδιο ισχύει και για τα επιμέρους σχόλια που εμπεριέχονται στο βιβλίο. Θα ήθελα και πάλι να σταθώ σε δύο για τα οποία θα επιθυμούσα να γίνει περισσότερο λόγος και σήμερα σε αυτή την συνάντηση, αλλά και στις ενορίες μας, στις μητροπόλεις μας….

Το πρώτο είναι το σχόλιο για την απουσία της κοινής τράπεζας στο κείμενο της Συνόδου. « Δεν μπορώ, τέλος, να μη παρατηρήσω ότι απουσιάζει μία ενότητα για τη σημασία της κοινής λήψης της τροφής (κοινή τράπεζα), την οποία η παράδοση την έχει σε ξεχωριστή θέση, όπως είναι το «οικογενειακό τραπέζι»…. το κοινό τραπέζι έχει σημαντική θέση στην μετά την Λατρεία ζωή των λαϊκών!

…..γνωστή θεωρητικά και εμπειρικά είναι και η «κοινή τράπεζα» στα μοναστήρια και στις σκήτες, ειδικά σε απομακρυσμένα μέρη (π.χ. Άγιος Όρος). Σημάδι βεβαίως σημαντικό αποτελεί και το «μοίρασμα του αντιδώρου», οι αρτοκλασίες και τα εορταστικά κόλλυβα. Επομένως το όποιο «ασκητικό ιδεώδες» της αρχικής Αποστολικής Εκκλησίας συνδέθηκε με την αναδιανομή των αγαθών μέσω της κοινής «τράπεζας». Δεν αυτονομήθηκε επομένως η άσκηση από την κοινή τροφή.

….. στ) Δεν δόθηκε χώρος για τη χαρά της κοινής τροφής (π.χ. κοινή τράπεζα), αφού η τροφή αυτή καθ’ εαυτή δεν αποτελεί από μόνη της «κακό», αλλά ο τρόπος συλλογής και κατανάλωσης. Και πιθανά αυτή η έλλειψη ν’ αποτελέσει τον «αδύναμο κρίκο» σε συντηρητικές ομά-δες πιστών που έχουν μια τάση θεολογικής εξαΰλωσης και μονοφυσιτισμού…

Και «ο νοών νοείτω».

Το δεύτερο ένα απόσπασμα από το σχόλιο στο κείμενο «Οι χριστιανοί στον σύγχρονο κόσμο»:

 «Η συνείδηση της ζώσας Εκκλησίας δεν διαχωρίζει την ειρήνη από την δικαιοσύνη. Όταν αυτό το κάνει υπέρ της «ειρήνης», χωρίς δικαιο-σύνη και χωρίς στήριξη των αγωνιστών της δικαιοσύνης, τότε γέρνει υπέρ των εξουσιαστών, που επιδιώκουν μια ολοκληρωτική ειρήνη, την «ειρήνη νεκροταφείου», την ώρα που η κοινωνία είναι ακόμα άδικη, ταξική, ιεραρχική, ανδροκρατική και πατριαρχική….      

….Η ειρήνη και η δικαιοσύνη δεν είναι ένα δίδυμο που αφορά μόνο την κοινωνική και οικονομική αδικία ή και την εξουσιαστική καταπί-εση με διάφορες μορφές στην ιστορία της ανθρωπότητας. Αφορά το σύνολο της ζωής των ανθρώπων, τόσο σε «οριζόντιο» κοινωνικό επίπεδο, όσο και σε προσωπικό «κατακόρυφο». Αφορά όλες της πλευρές της επιβίωσης και της ζωής, δηλαδή επί πλέον την σχέση με την υπό-λοιπη φύση – κτίση – δημιουργία, την σχέση με την φιλοσοφία και επιστήμη, την σχέση με την τεχνική και την τεχνολογία. Αφορά ακόμη την εσωτερική ανάπτυξη της προσωπικής και κοινωνικής συνείδησης, αλλά και κάθε μορφή αξιών, ιδανικών, ουτοπιών και πίστης.»

Αξίζει κανείς να μελετήσει προσεκτικά και να συζητήσει τα σχόλια του συγγραφέα για τον γάμο, τη νεολαία, την επιστημονική πρόοδο, την «Τρίτη Ρώμη» κτλ.

Το επιδόρπιο είναι επίσης «πλουσιότατο». Επιλέγω και σας προτείνω να μελετήσετε το κείμενο: «Μια πρόταση συνοδικής και ιεραρχικής ενότητας», όπου ο Παναγιώτης καταθέτει μια ρεαλιστική και τεκμηριωμένη άποψη, που όμως φοβάμαι θα παραμείνει μια ουτοπική σύλληψη.

Δεν μπορώ να μην αναφερθώ στην ευστοχία του Προλόγου– Ελάχιστα βιβλία έχουν την τύχη να ξεκινούν με έναν. τόσο εύστοχο πρόλογο. Θα ήθελα να κάνω και μια πρόταση: Κάποιοι όροι δεν είναι άμεσα κατανοητοί από τους μη θεολόγους και καλό είναι να επεξηγούνται: Παραδείγματος χάριν: «μεταπατερικός οικουμενισμός», «απολλιναρίζοντες», «κυρίαρχος ανθρωπολογικός αρειανισμός», ανθρωπολογικός «νεστοριανισμός».

Παναγιώτη, εύχομαι το βιβλίο να πετύχει το στόχο του. Να δώσει αφορμή για ζύμωση και συζήτηση, μέσα από τις οποίες θα μπορέσουμε να πραγματώσουμε και την «κατακόρυφη» μεταμορφωτική μας προσπάθεια αλλά και την «οριζόντια» με τη συμμετοχή μας στα κοινωνικά δρώμενα και τη πάλη για δικαιοσύνη και ελευθερία.

Το βιβλίο σου μπορεί να σταθεί «δοκίμι» ή «διτζίμι» για την πίστη μας και την ελπίδα μας για έναν κόσμο που να επικρατεί η Ειρήνη και το θέλημα του Θεού.

* Ο Νεκτάριος Στελλάκης είναι αναπλ. Καθηγητής στο ΤΕΕΑΠΗ του Πανεπιστημίου Πατρών. Παρουσίασε το βιβλίο του Παν. Μπούρδαλα «ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΧΑΪΚΗ ΓΗ ΕΩΣ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ ΤΑ ΠΕΡΑΤΑ» στην Πάτρα, σε συνεργασία με το βιβλιοπωλείο ΤΟ ΔΟΝΤΙ, στις 13.10.2022 στην αίθουσα MOSAIC.

Απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.