Η ιδιοτελής όψιμη ανακάλυψη της νεοφιλελ/ρης Αμερικής

Η ιδιοτελής όψιμη ανακάλυψη της νεοφιλελεύθερης Αμερικής*

 

Του Γιάννη Στρούμπα

 

Φίλος του «Αντιφωνητή» από την Αθήνα, αυτοκινητιστής (τα στοιχεία του στη διάθεση κάθε αρμοδίου), σε ηλεκτρονική του επιστολή τής 4/9/2012 σημειώνει μεταξύ άλλων:



* α΄ δημοσίευση: εφημ. «Αντιφωνητής», αρ. φύλλου 352, 1/10/2012.

«Με το ταξί περίμενα δύο χρόνια να φτιάξουν οι καταστάσεις. Το αποτέλεσμα: δούλευα πολλές ώρες, χωρίς να απολαμβάνω στοιχειωδώς μια καλή ποιότητα ζωής, που είναι απαραίτητη για την κατάσταση της υγείας μου, και μετά από τόσον αγώνα κατέληξα από προχθές να είμαι ανασφάλιστος, γιατί δεν μπορώ να πληρώσω το ταμείο μου. Πήρα χαρτί και μολύβι τον Αύγουστο και διαπίστωσα ότι τους κόπους μου τους τρώνε οι ασφαλιστικές εταιρείες, τα συνεργεία και τα βενζινάδικα! 1000 ευρώ το εξάμηνο κοστίζει το φθηνότερο ασφάλιστρο για το ταξί, και σε ασφαλίζουν μόνο για κάνα δυο περιπτώσεις – ένα άθλιο συμβόλαιο, που στην ουσία αφήνει ανασφάλιστο το ταξί για σωρεία περιπτώσεων! Ο Κώστας Σάκουλης, εκλεγμένος στην ομοσπονδία μας, ζήτησε με επιστολή από τις δύο εταιρείες που ασφαλίζουν πλέον τα ταξί να μας δώσουν τα στατιστικά στοιχεία (όπως το ότι τα ταξί εμπλέκονται σε πολλά ατυχήματα στα οποία φταίνε), βάσει των οποίων υπερκοστολογούν κατά αυτόν τον ληστρικό τρόπο τα ασφάλιστρά μας, και φυσικά δεν του απάντησαν. Από την άλλη μερικοί συνδικαλιστές του Σωματείου της Αθήνας πρακτορεύουν ασφάλειες για τα ταξί, οπότε καταλαβαίνετε ότι δεν τους συμφέρει να πέσει το ασφάλιστρο, γιατί θα μειωθεί το μπόνους που παίρνουν. Κατά αυτόν τον τρόπο δεν πάνε στην επιτροπή ανταγωνισμού, όπως έχω (μόνον εγώ) προτείνει, και δυστυχώς δεν εισακούομαι, γιατί έχουν καταφέρει κάποια "καλόπαιδα" να με απομονώσουν από τους άλλους συναδέλφους χαρακτηρίζοντάς με "αριστερό"!

Σε μια δεκατριάωρη βάρδια, στην οποία έχεις είσπραξη (πλέον) 80 ευρώ, απαιτούνται 40 ευρώ πετρέλαιο, μείον 9 ευρώ Φ.Π.Α., μείον 15 ευρώ την ημέρα που είναι η ασφάλιση (Οργανισμός Ασφάλισης Ελεύθερων Επαγγελματιών), μείον 15 ευρώ που είναι σέρβις, ζημιές (αν δεν ήταν κάτι υπερβολικά σοβαρό) – είμαστε ήδη στα -5 ευρώ, οπότε δεν χρειάζεται να συνεχίσω. Θα μπορούσα να γράψω και για την εφορία που επινοεί κάτι απίστευτα ποσά, ενώ στα έσοδα-έξοδα είμαι ελλειμματικός! Κάποιος θεατής της όλης υπόθεσης μπορεί να πει: "Κράτα το, φίλε, σε 20 χρόνια θα κάνει 300.000 ευρώ το ταξί." Αυτά τα 20 χρόνια εγώ τι θα τρώω; Πώς θα αγοράζω τα φάρμακά μου; Τι περίθαλψη θα έχω; Ήδη έχω πάει σε "μάντρα" και προσπαθώ να δρομολογήσω την υπόθεση, γιατί, πιστέψτε με, αν τόσα χρόνια δεν δούλευα ταξί, η υγεία μου δεν θα ήταν σε αυτήν την κατάσταση! Αυτές τις 8 μέρες που είμαι άρρωστος επιβαρύνομαι με 70 ευρώ πάγια έξοδα την ημέρα, δηλαδή έχω μπει μέσα ήδη 560 ευρώ! Δεν δικαιούμαι αναρρωτικές κι όταν αρρωσταίνω επιβαρύνω τον οικογενειακό προϋπολογισμό με 500 έως 1000 ευρώ  (αν σταθώ στα πόδια μου πριν κλείσει ένα δεκαπενθήμερο).»

Στο παράδειγμα ενός ανθηρού στην προ μνημονίου εποχή επαγγέλματος, εκείνου του αυτοκινητιστή, συνοψίζεται η κατρακύλα μιας ολόκληρης χώρας. Επιχειρήσεις χρεοκοπημένες, σε εμπορικούς δρόμους όπου σχεδόν το 50% των χώρων που προορίζονται για στέγαση των ελεύθερων επαγγελματιών παραμένει εγκαταλειμμένο. Εργασιακά δικαιώματα στραπατσαρισμένα, σε δημόσιο και ιδιωτικό τομέα. Νοσοκομεία και σχολεία στα όριά τους, χωρίς τα απαιτούμενα κονδύλια για την κάλυψη των βασικότερων αναγκών τους. Φαρμακεία αντιμέτωπα με τη στάση πληρωμών εδώ και μήνες, αν όχι χρόνια, από τον ενιαίο πλέον φορέα υγειονομικής περίθαλψης και ασφάλισης. Χαράτσια μετατρέπουν την ιδιωτική στέγη σε κρατική, η κίνηση με βενζίνη καθίσταται απαγορευτική, η θέρμανση με πετρέλαιο αντιμετωπίζεται σαν επιλογή πολυτελείας. Η μετανάστευση των νέων αποκτά εκρηκτικές διαστάσεις αποψιλώνοντας τη χώρα από τις δημιουργικότερες μονάδες της, ενώ οι αυτοκτονίες δεν εκπλήσσουν πλέον κανέναν, ούτε καν συγκινούν!

Ποιος αμφιβάλλει πια πως η οικονομική καταστροφή της χώρας υπήρξε επιδίωξη των εγχώριων και ξένων κέντρων που επέβαλαν το μνημόνιο; Ποιος δικαιολογείται, πολύ περισσότερο, να υποστηρίζει ότι «δεν γνώριζε»; «Τα προγράμματα του Δ.Ν.Τ. στην Ανατολική Ασία, τη Λατινική Αμερική και τη Ρωσία επιδείνωσαν την κατάσταση των χωρών, προξενώντας άγριες ταραχές (π.χ. Ινδονησία). Όπου τελικά σημειώθηκε ανάκαμψη, όπως στις χώρες της Ανατολικής Ασίας, αυτή δεν οφειλόταν στις δυτικές οικονομικές κατευθύνσεις αλλά επιτεύχθηκε σε πείσμα αυτών!», σημειώναμε στην ηλεκτρονική «Αποικία Ορεινών Μανιταριών» προεκλογικά (12/6/2012), προδημοσιεύοντας από το φύλλο του «Αντιφωνητή» τής 18/6/2012 την παρουσίαση για το βιβλίο του Αμερικανού οικονομολόγου Τζόζεφ Στίγκλιτζ «Ο θρίαμβος της απληστίας». Το «Έθνος της Κυριακής», μια από τις εφημερίδες που άσκησαν ιδεολογική τρομοκρατία πριν από τις εκλογές της 17/6/2012, προκειμένου να υπερψηφιστούν και πάλι τα φιλομνημονιακά κόμματα, ανασκαλεύει στο φύλλο τής 23/9/2012 τον σκοτεινό ρόλο του Δ.Ν.Τ. και του «σταθμάρχη» του κ. Πολ Τόμσεν: «Γιουγκοσλαβία, Ρωσία, Ρουμανία, Ελλάδα τον γνωρίζουν πλέον καλά. Ο Δανός […] είναι ένας κατά συρροήν οικονομικός δολοφόνος», που «αφήνει πίσω του καμένη γη». Και συνεχίζει: «Απ' τα παραπάνω κράτη μόνο δύο [σ.σ.: Ρωσία και Ισλανδία] αντιμετωπίζουν με αισιοδοξία το μέλλον, και είναι εκείνα που κατόρθωσαν να απαλλαγούν γρήγορα απ' την παρουσία και την επιρροή του Τόμσεν και των άλλων οικονομικών δολοφόνων.»

Ποιος πείθεται από την «πατριωτική μεταστροφή» των υπέρμαχων της διάλυσης; Είναι τόσο προβλέψιμη η προδιαγραμμένη φιλομνημονιακή στάση που θα τηρήσουν οι ίδιοι δημοσιογραφικοί κι επιχειρηματικοί κύκλοι και στην επόμενη εκλογική αναμέτρηση, ώστε όποιος επιδίδεται στο χρηματοπιστωτικό σπορ της κερδοσκοπίας, θα αποκόμιζε μυθικά ποσά ποντάροντας με βεβαιότητα στην προεκλογική φιλομνημονιακή τους ρητορική. Το θλιβερό παιχνίδι εξελίσσεται στην εντελώς τετριμμένη του εκδοχή: περιλαμβάνει την υπόδειξη, σε μορφή δημοσιογραφικής «αποκάλυψης» – η ιδιοτελής όψιμη ανακάλυψη της νεοφιλελεύθερης Αμερικής -, των ισοπεδωτικών πολιτικών που εκπορεύονται από τα δυτικά κέντρα των κυβερνωσών οικονομικών ελίτ, προσποιείται την κατανόηση απέναντι στις θυσίες της καθημαγμένης κοινωνικής πλειοψηφίας, και την κρίσιμη ώρα παρουσιάζει όλες τις εξοντωτικές πολιτικές σαν «μονόδρομο», εφόσον υποτίθεται πως οποιαδήποτε άλλη πολιτική θα οδηγούσε σε άμεση συντριβή. Η επικείμενη φιλομνημονιακή μεταστροφή προετοιμάζεται σταδιακά μέσω της «διαρροής» απόρρητων εγγράφων, συζητήσεων ή μηνυμάτων ηλεκτρονικού ταχυδρομείου, τα οποία εξοικειώνουν την κοινή γνώμη με όσα πρόκειται να ακολουθήσουν, ώστε να γίνουν αποδεκτά χωρίς διαμαρτυρίες.

Η ιδεολογική αδερφή του «Έθνους», η εφημερίδα «Το Βήμα», «αποκαλύπτει» στον ιστότοπό της (http://www.tovima.gr/finance/article/?aid=473300) το «non paper» της τρόικας για τα εργασιακά, ένα ιμέιλ μέσω του οποίου η τρόικα προτείνει μεταξύ άλλων στην κυβέρνηση την αύξηση του μέγιστου αριθμού ημερών εργασίας σε έξι ημέρες ανά εβδομάδα για όλους τους τομείς, καθώς και την αποσύνδεση των ωρών εργασίας από τις ώρες λειτουργίας της επιχείρησης. Το σχέδιο δημιουργίας σύγχρονων δουλοπαροίκων ήδη αναλυόταν σε προηγούμενο φύλλο: «Η υποτιθέμενη "διευκόλυνση" του καταναλωτικού κοινού μέσω της διεύρυνσης των ωραρίων εργασίας αναβιώνει εντέλει έναν εργασιακό μεσαίωνα, ο οποίος καταδικάζει τους εργαζόμενους σε ατελεύτητα κάτεργα. Μπορεί οι λογής απόπειρες ήδη από τις απαρχές του μεσαίωνα για τη δημιουργία του αεικίνητου, δηλαδή της μηχανής που θα λειτουργεί συνεχώς χωρίς ποτέ να σταματά, να μην καρποφόρησαν, όμως ο σύγχρονος εργασιακός μεσαίωνας επιφύλαξε επιτέλους στις κοινωνίες τον εντοπισμό του πραγματικού αεικίνητου, που δεν είναι άλλο από τον σύγχρονο εργαζόμενο.» («Το αεικίνητο ενός σύγχρονου μεσαίωνα»  εφημ. «Αντιφωνητής», αρ. φύλλου 313, 16/2/2011.)

Οι προσχηματικές πρακτικές προκρίνονται από τους κύκλους που ενεργοποιούνται εντός της Ελλάδας. Εκτός Ελλάδας δεν προκύπτει καν η ανάγκη της τήρησης των προσχημάτων. Ο πρόεδρος των Γερμανών βιομηχάνων κ. Χανς Πέτερ Κάιτελ ήδη πρότεινε, όπως πληροφορεί το ρεπορτάζ του ειδησεογραφικού σάιτ «News247», να γίνει η Ελλάδα Ειδική Οικονομική Ζώνη (Ε.Ο.Ζ.) (10/9/2012, http://news247.gr/eidiseis/oikonomia/proedros_germanikwn_viomhxaniwn_na_swthei_h_ellada_pash_thysia.1923343.html). Η πρόταση, δηλαδή, «οραματίζεται» μία χώρα εντός της Ευρώπης που θα αποποιηθεί κάθε δικαίωμά της πάνω σε κέρδη από τη δραστηριοποίηση επιχειρήσεων στα εδάφη της και που θα επιτρέπει την απασχόληση εργατικού δυναμικού υπό άθλιες συνθήκες, χωρίς να του αναγνωρίζεται κανένα εργασιακό δικαίωμα. Για να διασφαλιστεί μάλιστα η αίσια έκβαση για τα συμφέροντα των οικονομικών ολιγαρχιών, η τρόικα έσπευσε από κοντά να επιβάλει «ρήτρα απόκλισης», ώστε αν μέσα στο 2013 δεν καταστεί δυνατή η επίτευξη των οικονομικών στόχων, να μειωθούν περαιτέρω οι μισθοί και οι συντάξεις αυτομάτως (22/9/2012, http://www.naftemporiki.gr/news/cstory.asp?id=2238057#bg). Το σχέδιο της εξάχνωσης των μισθών προωθείται με συνέπεια.

Πόσες φορές λοιπόν πρέπει να γίνει η επίκληση στοιχείων ατράνταχτων προκειμένου να πειστεί η ελληνική κοινωνική πλειοψηφία για την ύπαρξη σχεδιασμένου εγκλήματος; Η κ. Ζωή Γεωργαντά, καθηγήτρια Οικονομικών και Κοινωνικών Επιστημών του Πανεπιστημίου Μακεδονίας και πρώην μέλος της ΕΛ.ΣΤΑΤ., όχι μόνο επιμένει στις αρχικές της αποκαλύψεις για τη διαστρέβλωση των ελληνικών οικονομικών στοιχείων, η οποία εκτίναξε το έλλειμμα, μα και επανέρχεται με νέο της μελέτημα, στο οποίο εξηγεί πως το πραγματικό έλλειμμα της Ελλάδας το 2009 ήταν μόλις στο 3,9% του Α.Ε.Π., ένα από τα χαμηλότερα στην Ευρωπαϊκή Ένωση (20/9/2012, http://attikanea.blogspot.gr/2012/09/2009.html)!

Είναι βολικό να επικαλείται κανείς και πάλι πως «δεν γνώριζε». Μόνο που, όπως φαίνεται, δεν ήθελε ούτε να μάθει. Η προσωποποίηση των οδυνηρών εξελίξεων στον πρόλογο του παρόντος κειμένου μέσα από τη συγκεκριμενοποίηση της επαγγελματικής παρακμής ενός αυτοκινητιστή προσδοκούσε κάτι περισσότερο από μια εφήμερη συγκίνηση, επιδιώκοντας να τονίσει πως το αδιέξοδο δεν είναι μια απρόσωπη υπόθεση των «άλλων», παρά η κατάσταση του ανθρώπου της διπλανής πόρτας σήμερα, κι αύριο του καθενός. Προσδοκία μάλλον υπερβολική και άστοχη, εφόσον ούτε η ίδια η συγκλονιστική πραγματικότητα των αλλεπάλληλων αυτοκτονιών και της μεταναστευτικής νεοπροσφυγιάς δεν πετυχαίνει να εμπνεύσει συλλογικό αγωνιστικό όραμα. Στον απόηχο της κοινωνικής αποστασιοποίησης από κάθε συναίσθημα απέναντι στο συλλογικό δράμα, το σκυμμένο κεφάλι μπροστά στην ψευδαίσθηση της ατομικής επίπλευσης προσημαίνει την επόμενη, ισχυρότερη κατραπακιά· μέχρι τον βορβορώδη πάτο, μέχρι τη σύγχρονη δυτικοευρωπαϊκή απόλυτη αναβίωση της δουλοπαροικίας.

Ανεπανόρθωτη πολιτική ζημιά από τη λίστα

Ανεπανόρθωτη πολιτική ζημιά από τη λίστα

 

Του Γιώργου Δελαστίκ

 

Στην πλήρη καταρράκωση του όποιου εναπομείναντος κύρους τους πολιτικού συστήματος συνεισέφερε τα μέγιστα ο τρόπος χειρισμού της διαβόητης πλέον «λίστας Λαγκάρντ» από τον αρχηγό του ΠΑΣΟΚ Ευ. Βενιζέλο και τον προκάτοχό του στο υπ. Οικονομικών Γ. Παπακωνσταντίνου, τον επιφανέστερο εκ των αποκληθέντων «κηπουρών» του Γ. Παπανδρέου.

Ο Γ. Παπακωνσταντίνου κράτησε επί σχεδόν 7 μήνες κρυφή την ύπαρξη της επίμαχης λίστας και την έδωσε στον επικεφαλής του ΣΔΟΕ μόνο όταν έφευγε από τη θέση του υπουργού Οικονομικών. Μετά από δύο μήνες, ο υπεύθυνος του ΣΔΟΕ την παραδίδει στον νέο υπουργό Ευ. Βενιζέλο, ο οποίος με τη σειρά του την κρατάει στο συρτάρι του επί έναν ολόκληρο χρόνο, με αποτέλεσμα η «λίστα Λαγκάρντ» να… «εξαφανιστεί»!

Αυτή η «εξαφάνιση» της λίστας με τα ονόματα 1.991 Ελλήνων που εί­χαν καταθέσεις σε μία και μόνη τράπεζα (την HSBC) στην Ελβετία επιτρέπει κάθε είδους βάσιμες ή αβάσιμες εικασίες. Αναλόγως του βαθμού καχυποψίας του κάθε Έλ­ληνα προς το πολιτικό σύστημα, ο καθένας πιστεύει ό,τι θέλει. Οι αφελέστεροι θεωρούν ότι έγινε «κουκούλωμα» των φοροφυγά­δων, συγκάλυψη δηλαδή των ενό­χων. Οι πιο «πονηρεμένοι» έχουν την άποψη – χωρίς στοιχεία, βεβαίως – ότι οι λίστες αξιοποιήθηκαν για τον εκβιασμό πολιτικών αντιπάλων και οικονομικών παραγόντων.

Το βέβαιο πάντως είναι ότι μόνο θυμηδία και σκωπτικά σχόλια προκά­λεσε ο ισχυρισμός Βενιζέλου ότι δήθεν «γίνεται απόπειρα διάλυσης του θεσμικού ιστού της χώρας και της παράταξης» μέσω της κριτικής που ασκείται στους χειρισμούς του, που οδήγησαν στην «εξαφάνιση» της λίστας. Ούτε καν οι βουλευτές του ΠΑΣΟΚ δεν συμμερίζονται την άποψη του αρχηγού τους στην ολό­τητα τους. Είναι αδιαμφισβήτητο γεγονός ότι ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ προσωπικά και το κόμμα του βγαί­νουν εξαιρετικά αποδυναμωμένοι από την υπόθεση αυτή.

Η αιτία της αποδυνάμωσης τους όμως δεν εί­ναι η συνωμοτική δράση κάποιων κέντρων, αλλά τα πεπραγμένα του Ευ. Βενιζέλου και των κορυφαίων στελεχών του ΠΑΣΟΚ. Το πάλαι πο­τέ κραταιό ΠΑΣΟΚ απειλείται όντως με αποσύνθεση, αλλά εξαιτίας της πολιτικής που άσκησε τόσο κατά την ολέθρια τελευταία τριετία όσο και κατά ορισμένα διαστήματα της 30ετούς κυριαρχίας του.

Το ΠΑΣΟΚ του Γ. Παπανδρέου οδήγησε τη χώρα στο καθεστώς υποτέλειας του Μνημο­νίου και στην εξαθλίωση των Ελλή­νων. Αυτό δεν πρόκειται να του το συγχωρήσει ποτέ ο λαός – και το πο­λιτικό αντίτιμο που θα καταβάλει το ΠΑΣΟΚ είναι ήδη βαρύτατο και θα γίνει ακόμη πιο εξοντωτικό στο άμε­σο μέλλον, μη αποκλειόμενης μέχρι και της απόσυρσής του από το πολι­τικό σκηνικό. Αυτή ενδέχεται να είναι η ποινή που θα του επιβάλει ο σοβα­ρότατα πληγείς από την πολιτική του ελληνικός λαός, όχι αποτέλεσμα των βυσσοδομιών κάποιων σκοτεινών κέντρων.

Αυτονόητο είναι φυσικά πως, καθώς το ΠΑΣΟΚ δίνει την ει­κόνα ότι πνέει τα λοίσθια και κορυφαία στελέχη του αποστασιοποιούνται από τον Ευ. Βενιζέλο (Λοβέρδος, Δια­μαντοπούλου, Χρυσοχοϊδης, Ραγκούσης και πολλοί άλλοι), ακόμη και ξένες δυνάμεις που διατηρούν στενές πολιτικές σχέσεις με ορισμένα στε­λέχη του θα επιδιώξουν όσο μπορούν να τα προωθήσουν στην ηγεσία είτε του εναπομείναντος και διαρκώς συρρικνούμενου ΠΑΣΟΚ είτε της νέας κεντροαριστερής παράταξης που θα το αντικαταστήσει.

Αυτό που δεν έχουν πάντως αντιληφθεί όλα ανεξαιρέτως τα παρελθούσης χρήσεως στε­λέχη του ΠΑΣΟΚ είναι πως οι όποιες ρεαλιστικές ή υπερφίαλες φιλοδοξίες τους αποκλείεται να υλοποιηθούν όσο παραμένουν προσδεδεμένοι με την πολιτική του Μνημονίου. Απο­κλείεται να αποκτήσουν λαϊκή βάση στήριξης όσο ισχυρές πλάτες κι αν τους στηρίζουν παρασκηνιακά, θα αντικατασταθούν από άλλους πολιτικούς, παρά το γεγονός ότι οι ίδιοι βαυκαλίζονται με αυταπάτες περί επικείμενης πρωτοκαθεδρίας τους στη νομή των προνομίων της εξουσίας. Το παιχνίδι το έχουν ήδη χάσει, έστω και αν δεν το έχουν συνειδητο­ποιήσει.

 

 

ΠΗΓΗ: Παρασκευή 5 Οκτωβρίου 2012, http://iskra.gr/index.php?option=com_content&view=article&id=9602:lista-delastik&catid=72:dr-ekdilosis&Itemid=279

Μεταναστευτικό: «Διάλογος» IC XC & Χρυσής Αυγής

«Διάλογος» IC XC & Χρυσής Αυγής για το μεταναστευτικό

 

Του Θεόδωρου Ι. Ρηγινιώτη*

 

 

Ποια πρέπει να είναι η στάση μας απέναντι στους αλλοδαπούς και γενικά στους ανθρώπους που θεωρούμε εχθρούς μας, το απαντάει μια κι έξω ο Χριστός, λέγοντας την παραβολή του Καλού Σαμαρείτη (κατά Λουκάν Ευαγγέλιο, κεφ. 10, στίχοι 25-37).

Οι Σαμαρείτες ήταν μια ανακατεμένη φυλή, που οι πρόγονοί της είχαν νοθεύσει το εβραϊκό τους αίμα κάνοντας πολλούς γάμους με γυναίκες άλλων λαών. Επίσης είχαν νοθεύσει και τη θρησκεία και τη γλώσσα τους – δηλαδή τα τρία στοιχεία που θεμελιώνουν τον πολιτισμό και την εθνική ταυτότητα, όχι μόνο για τους Εβραίους αλλά για κάθε λαό. Οι Εβραίοι, λοιπόν, τους Σαμαρείτες τους θεωρούσαν προδότες και τους μισούσαν.

Ο Χριστός, αν και Εβραίος, θεράπευε Σαμαρείτες χωρίς να δίνει σημασία στο θέμα αυτό. Επίσης, μια από τις πιο σημαντικές μαθήτριές Του ήταν Σαμαρείτισσα (κατά Ιωάννην, κεφ. 4): η αγία Φωτεινή, που κήρυξε το χριστιανισμό μέχρι τη Ρώμη και θανατώθηκε από τους Ρωμαίους, μαζί με όλη της την οικογένεια, με φρικτά βασανιστήρια! Αλλά και οι Απόστολοι έκαναν πολλά θαύματα και μετέδωσαν τη χάρη του Αγίου Πνεύματος στους Σαμαρείτες (Πράξεις των Αποστόλων, κεφ. 8).

Γράφει λοιπόν το κατά Λουκάν (10, 25-37) ότι ένας δάσκαλος της εβραϊκής θρησκείας, νομίζοντας πως θα πιάσει αδιάβαστο το Χριστό, τον ρώτησε ποια είναι η σπουδαιότερη εντολή. Ο Χριστός του λέει: «Στο Νόμο (της θρησκείας) τι διαβάζεις;». Ο άλλος, που ήταν δάσκαλος αυτού του Νόμου, απαντά: «θα αγαπήσεις τον Κύριο και Θεό σου με όλη την καρδιά σου, την ψυχή σου, τη δύναμη και το νου σου, και θα αγαπήσεις και τον πλησίον σου όπως τον εαυτό σου». «Σωστά απάντησες» είπε ο Χριστός.

Επειδή όμως ο άλλος ντράπηκε, έχοντας ρωτήσει κάτι που το ήξερε, ρωτάει πάλι: «Και ποιος είναι ο πλησίον μου;». Τότε ο Χριστός είπε την παραβολή του Καλού Σαμαρείτη:

Ένας άνθρωπος κατέβαινε από την Ιερουσαλήμ στην Ιεριχώ. Στο δρόμο τον χτύπησαν ληστές και τον άφησαν μισοπεθαμένο. Πέρασε ένας ιερέας, τον είδε, αλλά δε σταμάτησε. Το ίδιο κι ένας λευίτης (ιερέας κατώτερου βαθμού, όπως θα λέγαμε εμείς διάκος). Μετά όμως πέρασε κι ένας Σαμαρείτης. Τον είδε και συγκινήθηκε. Έπλυνε τις πληγές του με λάδι και κρασί, τον φόρτωσε στο ζώο του και τον πήγε σ' ένα πανδοχείο. Έδωσε εντολή στον πανδοχέα να τον φροντίσει, τον πλήρωσε και του είπε: Όταν ξανάρθω, πες μου, αν τα λεφτά που σου άφησα δε σε φτάσουν, να σου δώσω κι άλλα.

Και μετά ρώτησε ο Χριστός: «Κατά τη γνώμη σου, ποιος φέρθηκε σαν πλησίον στον τραυματία;». Ο δάσκαλος είπε: «Αυτός που τον βοήθησε». «Έτσι να φέρεσαι κι εσύ, λοιπόν» κατέληξε ο Χριστός.

Είναι σημαντικό, ότι ο Ιησούς, στην ιστορία που είπε, δεν έβαλε Εβραίο να βοηθάει Σαμαρείτη, προφανώς για να μη νιώσουν οι Εβραίοι ανώτεροι και καλύτεροι. Έβαλε Σαμαρείτη να βοηθάει Εβραίο – δηλαδή τον άνθρωπο από την «προδοτική» φυλή, που είχε νοθεύσει αίμα, θρησκεία και γλώσσα, να βοηθάει εκείνον από την καθαρή φυλή, με το αγνό αίμα και την αγνή θρησκεία και γλώσσα. Αν έλεγε την ιστορία εδώ και τώρα, ασφαλώς θα έβαζε έναν Πακιστανό ή Αλβανό ή Σύριο κ.τ.λ. να βοηθάει έναν περήφανο (αλλά τραυματισμένο κι ανήμπορο) έλληνα εθνικιστή!

Ή μήπως νομίζεις, αδελφέ αναγνώστη (εσύ που αγανακτείς κατά των λαθρομεταναστών και λες πως καλά κάνουν και τους δέρνουν οι ακροδεξιοί), πως δεν υπάρχουν λαθρομετανάστες με μεγαλύτερη ανθρωπιά από τη δική μας, που θα βοηθούσαν ακόμη και με μεγάλες θυσίες έναν Έλληνα, που μπορεί να τον είχαν τραυματίσει και κουρελιάσει άλλοι Έλληνες;

Τα παραπάνω λόγια του Χριστού, ας τα συλλογιστεί όποιος αισθάνεται ορθόδοξος χριστιανός, είτε είναι εθνικιστής (ιδίως Χρυσαυγίτης), είτε απλός πολίτης, που βλέπει με καλό μάτι και ικανοποίηση τις βίαιες πράξεις των εθνικιστών και των νεοναζί.

Ας τα συλλογιστούν όμως και οι αδελφοί μας οι Αριστεροί και οι αναρχικοί, που νομίζουν πως η θρησκευτική μας κληρονομιά δεν έχει να προσφέρει τίποτα στους ανθρώπους, αλλά είναι ένα κουβάρι δεισιδαιμονιών για γιαγιάδες! Όχι. Όση αγάπη υπάρχει στον αριστερό και τον αναρχικό χώρο (ακόμα και στην καρδιά των άθεων) είναι επίδραση από τις ορθόδοξες ρίζες τους και, μακριά το Χριστό, αυτή η αγάπη εύκολα μπορεί να καταρρεύσει και να αντικατασταθεί από μίσος και πόλεμο (ταξικό ή φυλετικό).

Το μεταναστευτικό είναι τρομερό πρόβλημα, που οι συνέπειές του πάνε πολύ πιο πέρα από το χάσιμο του μεροκάματου των Ελλήνων εργατών, που κι αυτό είναι πολύ σοβαρό. Όμως δεν θα λυθεί με βία εναντίον απλών ανθρώπων – πιστεύω μάλιστα πως δε θα λυθεί καθόλου με βία. Αν όμως κάποιοι νομίζουν πως είναι περήφανοι Έλληνες, αρσενικοί, με καρδιά παρόμοια με του Καραϊσκάκη, του Μακρυγιάννη ή του Δασκαλογιάννη και του Χατζή Μιχάλη Γιάνναρη, ας πάνε να τα βάλουν με τη νιγηριανή μαφία, τη ρωσική ή την αλβανική μαφία ή τις διάφορες άλλες «εθνικές» μαφίες, που έχουν όπλα και διαπράττουν αληθινά οργανωμένα εγκλήματα. Ας καθαρίσουν την Αθήνα (ίσως κι άλλες μεγαλουπόλεις) από τις μαύρες Νιγηριανές σκλάβες, που κάποιοι ομοεθνείς τους τις κρατάνε αιχμάλωτες με βουντού και τις στέλνουν κάθε βράδυ, τρομοκρατημένες, να κάνουν πιάτσα στην Πατησίων και σε άλλους δρόμους. Εννοώ φυσικά να τις ελευθερώσουν από τους εκμεταλλευτές τους, όχι να τις εξολοθρεύσουν! Μπορούν;

Ας κάνουν κάτι για τη Θράκη, όπου η Τουρκική προπαγάνδα οργιάζει ακόμα και στους Πομάκους και κανείς δεν υπερασπίζεται την ελληνικότητά της (συγγνώμη, διεθνιστές αδελφοί, αλλά όντως έχουμε και μια πατρίδα). Όχι να ψαρεύουν απ' το σωρό άοπλους εργάτες και να τους σακατεύουν. Πολύ περισσότερο, όχι να δέρνουν μαθητές!

Κάτι ακόμα: το μεταναστευτικό θα ήταν πολύ μικρότερο πρόβλημα, αν ήμασταν αληθινοί χριστιανοί και, αντί να μισούμε «αυτούς που μας παίρνουν τις δουλειές μας» (στην πραγματικότητα, οι Έλληνες εργοδότες το κάνουν αυτό, που προτιμούν ξένους παρά Έλληνες), τους αγαπούσαμε, τους βοηθούσαμε να επιβιώσουν και – το κυριότερο – τους μιλούσαμε για το Χριστό, την Παναγία και τους αγίους. Έτσι κι εκείνοι θα ημέρευαν, θα μας καταλάβαιναν και πολλοί θα γίνονταν και χριστιανοί, δηλ. ένα με εμάς. Και θα σώζαμε μερικές ψυχές, με πρώτη και καλύτερη τη δική μας, που είναι μαύρη.

Θύμωσες; Δεν πειράζει.

Ας πω ότι ξεκίνησε μια χριστιανική αντι-ναζιστική και αντι-φασιστική κίνηση στο Facebook, με πρωτοβουλία της γνωστής θεολόγου και συγγραφέως Εύης Βουλγαράκη.

Είμαι Έλληνας, απόγονος Ελλήνων. Η οικογένειά μου έχει τουλάχιστον δέκα μέλη που αγωνίστηκαν κατά των Τούρκων και κατά των Ναζί κατακτητών. Κάποιοι έδωσαν και τη ζωή τους ή βασανίστηκαν από τους Ναζί. Όμως, μ' αυτά που γράφω, πιθανόν κάποια «λεβεντόπαιδα» να μου τη στήσουν και να μου σπάσουν το κεφάλι (χαλάλι, για την πατρίδα). Γιατί, ξέρεις, όποιος νομίζει πως έχει το δικαίωμα να δέρνει, σήμερα δέρνει τον ξένο, αλλά αύριο θα δείρει τον πατριώτη που διαφωνεί μαζί του…

* O κ. Θεόδωρος Ι. Ρηγινιώτης είναι Θεολόγος – συγγραφέας

ΠΗΓΗ: Πέμπτη 4 Οκτωβρίου 2012, http://www.tovima.gr/opinions/article/?aid=477767

Το φρικαλέο πρόσωπο του γερμανικού εθνικισμού

Το φρικαλέο πρόσωπο του γερμανικού εθνικισμού

 

Του Augustine Zenakos*


«Όποιος έχει οράματα, χρειάζεται γιατρό». Το ευφυές λογοπαίγνιο, μολονότι τόσο αντίθετο με την επίμονη άποψη που θέλει τους πολιτικούς να έχουν «όραμα», είναι κατανοητό, αν υπολογίσει κανείς ότι το εκστόμισε ο Χέλμουτ Σμιτ, καγκελάριος της Γερμανίας τη δεκαετία του 1970, ένας Γερμανός που είχε ζήσει όλη τη φρίκη του «οράματος» του Γ' Ράιχ.

Η Άνγκελα Μέρκελ θα είχε λόγους να μην συμμερίζεται την άποψη του Σμιτ. Είναι η πρώτη μεταπολεμική καγκελάριος της Γερμανίας που έχει γεννηθεί μετά το τέλος του Β' Παγκοσμίου Πολέμου. Κι όμως μοιάζει να την ενστερνίζεται ως την πιο άτεγκτη κυριολεξία – τουλάχιστον ως προς την πολιτική της στην Ευρώπη: το κύριο χαρακτηριστικό του ευρωπαϊκού οράματος της Άνγκελα Μέρκελ είναι ότι δεν υπάρχει. Δεν είναι λίγοι αυτοί, όχι μόνο έξω αλλά και μέσα στη Γερμανία, που κατακρίνουν τη νέα «Σιδηρά Κυρία» – σε κάποιους κύκλους, αυτός είναι τίτλος τιμής – ως τακτικίστρια δίχως στρατηγική.

Το ότι δεν έχει όραμα, βέβαια, δεν σημαίνει πως δεν έχει ιδέες γενικώς. Μία από αυτές είναι η αφοσίωση σε μια «χριστιανική αντίληψη για την ανθρωπότητα». Μία άλλη είναι ότι η πολυπολιτισμικότητα «δεν λειτουργεί». Οι Γερμανοί τη λατρεύουν. Αν όχι όλοι, πάρα πολλοί. Μολονότι οι τύχες του κόμματός της έχουν διακυμάνσεις – κάποιοι στη Γερμανία άρχισαν να ξυπνάνε ως προς την πανάκεια της λιτότητας, όπως φάνηκε στα αποτελέσματα στις εκλογές της Βόρειας Ρηνανίας-Βεστφαλίας, τον περασμένο Μάιο – πρόσφατη δημοσκόπηση έδειξε ότι σχεδόν το 50% των Γερμανών θα την ψήφιζαν προσωπικά, αν είχαν τη δυνατότητα, ενώ το 70% τη θεωρεί το πιο κατάλληλο πρόσωπο για να «σώσει το ευρώ».

Είναι οι μόνοι. Σχεδόν όλος ο υπόλοιπος εχέφρων κόσμος θεωρεί ότι στο πρόσωπό της εκφράζεται μια πολιτική που διχοτομεί ταξικά την Ευρώπη και που θυσιάζει απολύτως συνειδητά και κυνικά τους αδύναμους για το όφελος των ισχυρών. Κι αυτό – ας είναι σαφές – με απολύτως εθνικούς όρους, όχι με ευρωπαϊκούς. Έχει επισημανθεί ξανά και ξανά, αν και μάταια, πως τα ελλείμματα του νότου είναι τα πλεονάσματα του βορρά. Επίσης επανειλημμένα κι επίσης μάταια έχει επισημανθεί και πως η λιτότητα ποτέ δεν θα ανατρέψει την ύφεση – ακόμη και το ίδιο το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο έχει εκπονήσει μελέτη, σύμφωνα με την οποία από το 1980 ως το 2009 μόνο σε δύο περιπτώσεις, ανάμεσα σε 170 παραδείγματα από 15 προηγμένες οικονομίες, οι περικοπές στις δημόσιες δαπάνες έχουν οδηγήσει την οικονομία σε ανάπτυξη. Μακράν λοιπόν του να είναι το πιο κατάλληλο πρόσωπο για να «σώσει το ευρώ», κάποιοι σχολιαστές διεθνώς έχουν φτάσει να αποκαλέσουν την Άνγκελα Μέρκελ το πιο επικίνδυνο πρόσωπο της γερμανικής πολιτικής μετά τον Χίτλερ.

Το χαρακτικό είναι του Τάσσου 

Aπο το περιοδικό Νεοελληνικά γράμματα-16.11.1940 

 Το στιλέτο. (1940)  

Ένας τέτοιος χαρακτηρισμός δεν είναι όσο υπερβολικός ακούγεται στην αρχή. Το να μιλήσει κανείς για «ευρωπαϊκές αξίες» την περίοδο που διανύουμε, όπως κάνουν αφελείς και ύποπτοι σε αγαστή σύμπραξη, επιστρατεύει όλη τη διαύγεια ενός χρυσόψαρου. Η καθοριστική ευρωπαϊκή αξία αυτή τη στιγμή είναι ο γερμανικός εθνικισμός, που για μια ακόμη φορά στην Ιστορία δείχνει το φρικαλέο του πρόσωπο, και με τη βοήθεια της δικής του «μάρκας» νεοφιλελευθερισμού επιμένει να αντιλαμβάνεται την ευρωζώνη ως «ζωτικό χώρο» της Γερμανίας, την εξαθλίωση των άλλων ευρωπαϊκών λαών ως προϋπόθεση για τη γερμανική ευημερία.

Εδώ σε μας, οι μόνες προτάσεις που διαθέτουν την παραμικρή αξιοπιστία αντιμάχονται η μία την άλλη κυρίως ως προς το αν πρέπει να αμυνθούμε απέναντι σε μια Ευρώπη που ηγεμονεύεται από τον γερμανικό εθνικισμό με κύριο πλαίσιο αναφοράς τη δική μας κρατική οντότητα ή την πανευρωπαϊκή ταξική διχοτόμηση. Και οι δύο έχουν τα επιχειρήματά τους και καμία δεν υπόσχεται συνταγή επιτυχίας, υπόσχονται ωστόσο αγωνιστικότητα σε αντίθεση με την υποτέλεια. Όμως το σημαντικότερο, ίσως, είναι ότι  εκτός από αξιοπιστία, διαθέτουν και αρκετή ευφυΐα ώστε να φοβούνται συγκεκριμένα κι όχι αόριστα…

Το να φοβάται κανείς τη Γερμανία, πολλοί που μεταμφιέζουν την υποτέλεια σε «ορθολογισμό» το θεωρούν παρανοϊκό. Ο 20ός αιώνας διαφωνεί μαζί τους.

Σημείωση: Το κείμενο δημοσιεύεται στη στήλη «Τεχνηέντως», στο UNFOLLOW 09, που κυκλοφορεί στα περίπτερα ως και το Σάββατο 29/9.

 

ΠΗΓΗ: Τρίτη, 02 Οκτώβριος 2012, http://tometopo.gr/home/ideas/943-2012-10-02-07-52-07.html

* http://www.quora.com/Augustine-Zenakos

Τοπική Σύνοδος Ορθοδόξων 1872: Η ΥΠΕΡΒΑΣΗ του ΕΘΝΙΚΙΣΜΟΥ

Η ΥΠΕΡΒΑΣΗ ΤΟΥ ΕΘΝΙΚΙΣΜΟΥ ΚΑΙ Η ΤΟΠΙΚΗ ΣΥΝΟΔΟΣ ΤΟΥ 1872 ΓΙΑ ΤΟΝ ΦΥΛΕΤΙΣΜΟ

Του  Μητροπ. Ναυπάκτου  και Αγ. Βλασίου  Ιεροθέου (Βλάχου)*

Ο εθνικισμός  συνιστά μια διαίρεση, που καταστρατηγεί την ενότητα των ανθρώπων, ακριβώς γιατί προτάσσεται ο φυλετισμός σε βάρος της ενότητος του ανθρωπίνου γένους.

Όμως πρέπει να παρατηρηθή κάτι που δυστυχώς ξεφεύγει από την προ­σοχή εκείνων που αναφέρονται στον κίνδυνο του εθνικισμού. Και αυτό είναι ότι ο εθνικισμός, το να κλείνεται κανείς στον χώρο και τον χρόνο, να περικλείε­ται ατά φυλετικά όρια είναι στην πραγ­ματικότητα μια φυσική κατάσταση στην αφύσικη μεταπτωτική ζωή.

Συνέχεια

Το δηλητηριασμένο "παστίτσιο"…

Το δηλητηριασμένο "παστίτσιο"…

 

Του παπα Ηλία Υφαντή

 

Κατά πάσα πιθανότητα, θα έχετε ακούσει για τον περίφημο κ. «Παστίτσιο».Τον 27χρονο, δηλαδή, νέο, ο οποίος, όπως φαίνεται, ανέλαβε εργολαβικά – με την παρέα του – να σπιλώσουν και εξευτελίσουν τη μνήμη του Γέροντα Παΐσιου.

Παραλλάσσοντάς το όνομά του από Παΐσιο σε «Παστίσιο»! Και γράφοντας, με το πρόσχημα της κριτικής, πολλά και διάφορα κακοήθη και διεστραμμένα.

Για να φθάσουν ακόμη και στο αναίσχυντο κατάντημα να δίνουν ρεσιτάλ αλητείας σε βάρος της μνήμης του. Με αθλιότατες παρωδίες λιτανείας ομοϊδεατών τους στα Εξάρχεια:

-Τι έχεις να πεις, μου είπε κάποιος, σχετικά με το φαινόμενο του «Παστίτσιου»;

-Τα ίδια νομίζω με αυτά, που θα είχα να πω και σχετικά με τη «γυναίκα του Διάκου» ή με τον «ερμαφροδιτισμό του Κολοκοτρώνη»….

-Ναι, αλλά ο «ερμαφροδιτισμός του Κολοκοτρώνη» ή ο «συνωστισμός της Σμύρνης» ανέδειξαν και βουλευτές…

-Μην ανησυχείς και η «γυναίκα του Διάκου» και ο «Παστίτσιος» κυοφορούν και άλλους παρόμοιους βουλιαχτές. Γιατί οι διεθνείς μαφιόζοι δεν αφήνουν ανεξόφλητα τα χρέη τους.

-Φοβούμαι ότι το πηγαίνεις πολύ μακριά…

-Δεν το πάω εγώ, από μόνο του πηγαίνει.

-Δεν σε πολυκαταλαβαίνω.

-Εσύ δεν έχεις δυο χέρια;

-Όπως κι εσύ…

-Ακριβώς το ίδιο συμβαίνει και με τη διεθνή μαφία. Έχει κι αυτή το "δεξιό' και το "αριστερό" της χέρι. Και, όπως λέει η παροιμία, «το 'να χέρι νίβει τ' άλλο και τα δυο το πρόσωπο»! Της μαφίας, δηλαδή, το πρόσωπο…

-Και πάλι δεν καταλαβαίνω.

-Η μαφία με το «δεξιό» της χέρι δίνει τα χτυπήματα στο οικονομικό επίπεδο, ενώ με το «αριστερό» στο πολιτισμικό.

-Και στη δική μας περίπτωση;

-Είναι αυτό, ακριβώς, που κάνουν τη στιγμή οι ναζιστές και οι σιωνιστές τοκογλύφοι. Οι οποίοι φροντίζουν να μας δολοφονήσουν σε όλα τα επίπεδα: Με τη χούντα του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ μας εξαθλιώνουν οικονομικά, ενώ με τη, λεγόμενη, αριστερά μας υπονομεύουν πολιτισμικά.

 Οι μεν «το παίζουν» θρήσκοι και γδέρνουν το λαό και οι δε «το παίζουν» φωτισμένοι και τον τυφλώνουν και τον παραπλανούν: Και αγωνίζονται να γκρεμίσουν πετραδάκι-πετραδάκι τα πνευματικά και ηθικά μας ερείσματα.

-Και πιστεύεις ότι μπορούν να γκρεμίσουν το Διάκο, τον Πατροκοσμά, τον Κολοκοτρώνη, το Γέροντα Παΐσιο; Και τόσους άλλους!…

-Ασφαλώς οι ήρωες και οι άγιοι βρίσκονται πολύ ψηλά, για να τους φτάσει το σάλιο των δωσίλογων του ναζισμού και του σιωνισμού. Δεν ισχύει όμως το ίδιο και για όσους δεν μπορούν να καταλάβουν τον εθνοκτόνο και λαοκτόνο ρόλο των πουλημένων ΜΜΕ (=μέσων μαζικής εξαχρείωσης και εξαπάτησης). Τα οποία, όχι μόνο παρακολουθούν, αλλά και ακολουθούν πολλοί, «ως πρόβατα επί σφαγήν».

-Καλά και οι, λεγόμενοι, χριστιανοί τι κάνουν;

-Και τι να κάνουν; Να τους πάρουν με τα ξύλα και τις πέτρες; Ή να κάψουν τους απίστους;

-Τίποτε απ' όλα αυτά! Και μόνο το γεγονός ότι συνελήφθη και ασκήθηκε εναντίον του αξιότιμου «Παστίτσιου» ποινική δίωξη είναι αντιδεοντολογικό με βάση το Ευαγγέλιο.

Άλλωστε είναι μεγάλο λάθος να ηρωοποιείται η κακοήθεια και η αλητεία. Γιατί δίνει το δικαίωμα να παρουσιάζονται ως υπερασπιστές της κακοήθειας και της αλητείας κάποιοι εκπρόσωποι του πολιτικού υπόκοσμου.

Πάντα στο όνομα της ελευθερίας των πανανθρώπινων κακουργημάτων. Τα οποία όμως αυτοί τα εννοούν ως δικαιώματα… Το ελάχιστο, που θα μπορούσαν να κάμουν οι χριστιανοί, θα ήταν να σταματήσουν να αιωρούνται ανάμεσα στο «δεξιό» και τον «αριστερό» σιωνισμό και σατανισμό.

Γιατί είναι το λιγότερο ντροπή να διατείνονται ότι πιστεύουν στο Χριστό και με το βίο και την πολιτεία τους να ψάλλουν το ωσαννά στους εφιάλτες και τοκογλύφους του Σατανά.


παπα-Ηλίας, Οκτωβρίου 3, 2012,  http://papailiasyfantis.wordpress.com/2012/10/03/…BF/

Aλληλέγγυοι κοιν. καταναλωτικοί συνεταιρισμοί

Ακρίβεια, κρίση και αλληλέγγυοι κοινωνικοί καταναλωτικοί συνεταιρισμοί

 

Του Κώστα Νικολάου


Πάμε σαν άλλοτε …..

«Φρούτα και λαχανικά, που τα αγοράζουν οι μεσάζοντες από τον παραγωγό λίγα λεπτά του ευρώ, πουλιούνται στον καταναλωτή 2,3 ή και 4 ευρώ, αποφέρουν δηλαδή κέρδη της τάξεως των 500% έως 900%. Παρόμοια ασυδοσία στην κερδοφορία μονάχα με τη μαύρη αγορά της Κατοχής μπορεί να συγκριθεί ….. και η άλλη Αντίσταση μη θαρρείτε πως άρχισε με τα ντουφέκια …. Η Αντίσταση άρχισε αυθόρμητα και αθόρυβα, με πράξεις καθόλου ηρωικές, αλλά απολύτως αποτελεσματικές.

Το πρώτο μέλημά της ήταν η αντιμετώπιση του λιμού, που στοίχισε στον ελληνικό λαό χιλιάδες νεκρούς. Οργανώθηκαν παντού, σε σχολεία, σε εργοστάσια σε γειτονιές, συσσίτια, συγκροτήθηκαν ομοίως καταναλωτικοί συνεταιρισμοί, που φέρνανε τρόφιμα απ' ευθείας από τους παραγωγούς, παρακάμπτοντας τους μεσάζοντες και τους μαυραγορίτες …. Είναι χαρακτηριστικό πως η Εθνική Αλληλεγγύη ιδρύθηκε στις 28 Μαΐου 1941, τρεις μήνες πριν ιδρυθεί ο βασικός κορμός της Αντίστασης, το Εθνικό Απελευθερωτικό Μέτωπο. Και αναρωτιέμαι. Ξεχάσαμε τι κάναμε τότε; Γιατί δεν οργανώνονται καταναλωτικοί συνεταιρισμοί σε κάθε γειτονιά, σε κάθε υπηρεσία, σε κάθε εργοστάσιο; Συνεταιρισμοί που θα έρχονται σε άμεση επαφή με τους παραγωγούς και θα αγοράζουν τα προϊόντα τους σε πολύ καλύτερες τιμές για αυτούς, αλλά απείρως χαμηλότερες για τους καταναλωτές. Το ζητούμενο είναι σήμερα να αναπτυχθεί η κοινωνική αλληλεγγύη, όχι όμως φιλανθρωπικές οργανώσεις. Δεν μπαίνει θέμα φιλανθρωπίας και ελεημοσύνης, αλλά θέμα κοινωνικής αλληλεγγύης και αντίστασης. Έτσι πρέπει να το δούμε» [1].

Είναι κορυφαίας σημασίας σήμερα να υπογραμμίσουμε ότι μια από τις πρώτες δράσεις που ανέλαβε το ΕΑΜ διαμέσου της οργάνωσης «Εθνική Αλληλεγγύη», ήταν η ανακούφιση του λιμοκτονούντος πληθυσμού και με το σύνθημα «Κανείς άλλος Έλληνας να μην πεθάνει από την πείνα» δημιούργησε δίκτυα κοινωνικής αλληλεγγύης στην ύπαιθρο και στις πόλεις. Οι συνεργατικές μορφές (συνεταιρισμοί παραγωγών ή καταναλωτών κ.ά.) ιεραρχούνται σε περίοπτη θέση μέσα στις αντιστασιακές διακηρύξεις. Οι συνεταιρισμοί προβάλλονται ως οι καταλληλότεροι θεσμοί, εφόσον εφαρμόζονται οι αρχές της ελεύθερης, συλλογικής και δημοκρατικής οργάνωσης και δράσης. Στην Πράξη 60 της ΠΕΕΑ (Πολιτική Επιτροπή Εθνικής Απελευθέρωσης) με τίτλο «Προσωρινές διατάξεις για τη σύσταση και λειτουργία των Συνεταιρισμών», γίνεται λόγος για «διεύρυνση του σκοπού τους», «απεριόριστη δυνατότητα της σύνδεσης των συνεταιρισμών σε δευτεροβάθμιες και τριτοβάθμιες οικονομικές οργανώσεις», «δημοκρατική λειτουργία» κλπ και ανάγονται οι συνεταιρισμοί σε εκπαιδευτήρια δημοκρατίας [2].

Έχοντας αυτές τις παρακαταθήκες, ποια είναι η σημερινή πραγματικότητα και τι μπορούμε να κάνουμε;

Με τη μισή αγοραστική δύναμη ….

Η αγοραστική δύναμη των εργαζομένων στην Ελλάδα συγκριτικά με άλλες ευρωπαϊκές χώρες έχει φθάσει σε απελπιστικά επίπεδα (πόσο μάλλον των ανέργων). Ένα βασικό «καλάθι» 39 τροφίμων κοστίζει στην Αθήνα 298 ευρώ (όσο και στο Βερολίνο) και το μέσο μηνιαίο κόστος ενός «καλαθιού» 122 προϊόντων και υπηρεσιών είναι 1.990,69 ευρώ στην Αθήνα (στο Βερολίνο είναι 2.175,62 ευρώ). Όμως με βάση το επίπεδο μισθών, για να αγοράσει κανείς στην Αθήνα ένα σάντουιτς πρέπει να εργασθεί το διπλάσιο χρόνο απ' ότι στη Φρανκφούρτη, για ένα κιλό ψωμί πρέπει να εργασθεί το διπλάσιο χρόνο απ' ότι στο Λονδίνο, ενώ για να αγοράσει ένα κιλό ρύζι χρειάζεται να εργασθεί το διπλάσιο χρόνο απ' ότι στο Όσλο (που είναι η πιο ακριβή πόλη του κόσμου). Με άλλα λόγια, οι εργαζόμενοι στην Ελλάδα έχουν συγκριτικά τη μισή αγοραστική δύναμη [3].

Η θέση των εργαζομένων στην Ελλάδα δεν είναι δεινή μόνο σε σύγκριση με τις θεωρούμενες ισχυρές ευρωπαϊκές οικονομίες, αλλά και σε σχέση με τις άλλες ευρωπαϊκές χώρες, που βρίσκονται σε κρίση. Για παράδειγμα, το καθαρό ωρομίσθιο στην Αθήνα είναι 7,72 ευρώ ενώ στη Λισσαβόνα είναι 8,18 ευρώ, στη Μαδρίτη 11,16 ευρώ και στο Δουβλίνο 15,13 ευρώ [3].

Διαρκής άνοδος τιμών με παράλληλη κάθοδο μισθών σε περίοδο κρίσης

Σύμφωνα με έρευνα της ΠΑΣΕΓΕΣ, η "ψαλίδα" τιμών παραγωγού – καταναλωτή μεγάλωσε στα περισσότερα είδη διατροφής κατά την περίοδο 2008-2010. Ενδεικτικά αναφέρεται ότι η "ψαλίδα" στα ζυμαρικά είναι 760%, στα δημητριακά από 500 έως 1550%, στο ρύζι 660%, στο κρασί 750% και σε μία σειρά προϊόντων από 170 έως 530% [4].

Από τότε, σύμφωνα με τα στοιχεία του Παρατηρητηρίου Τιμών του Υπουργείου Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας προκύπτει ότι οι τιμές στις περισσότερες κατηγορίες βασικών προϊόντων είναι αυξημένες το 2012 σε σχέση με το 2011. Οι ανατιμήσεις (φτάνουν το 18%) διαπιστώνονται στις τιμές πολλών προϊόντων στα ράφια των σούπερ μάρκετ, παρά την πτώση της κατανάλωσης και την πρωτοφανή πτώση μισθών στη διάρκεια της σημερινής κρίσης. Ενδεικτικά, τα αναψυκτικά πωλούνται σήμερα ακριβότερα σε σχέση με το 2011 κατά 10%, οι μαρμελάδες 8%, τα κατεψυγμένα ψάρια 7,87%, οι χυμοί φρούτων 7,1%, η μαργαρίνη 7,29%, το αλάτι και τα μπαχαρικά 6,9%, τα αλλαντικά 6,3% και το γάλα 6% [5].

Κρίση: ευκαιρία για κερδοσκοπία

«Το μοντέλο της σημερινής πολιτικής, οικονομικής και κοινωνικής οργάνωσης χαρακτηρίζεται από την απληστία, τον ανταγωνισμό και τον ατομικισμό, και τη βία κατά των προσώπων ….. Αρνούμαστε (απορρίπτουμε) τις αιτίες και τις συνέπειες της τρέχουσας κρίσης. Αυτή βασίζεται στην κερδοσκοπία των ανεξέλεγκτων χρηματοοικονομικών ροών και σε ένα άγριο οικονομικό μοντέλο που φτωχαίνει και αποκλείει έναν αυξανόμενο αριθμό ανθρώπων και εδαφών, καταστρέφοντας την πολιτιστική και φυσική κληρονομιά ολόκληρου του κόσμου» διακηρύσσεται στο Μανιφέστο του Ευρωπαϊκού Δικτύου Κοινωνικής και Αλληλέγγυας Οικονομίας [6].

Βιώνουμε σήμερα τη φάση όξυνσης μιας κρίσης, που ξεκίνησε στα μέσα της δεκαετίας του '80, τότε που έσπασε το δίπολο της τριαντάχρονης μεταπολεμικής ευφορίας, δηλαδή, το «παράγουμε πολύ – καταναλώνουμε πολύ». Τότε, που το συσσωρευμένο κεφάλαιο της χρυσής τριακονταετίας του καπιταλισμού άρχισε να επενδύεται κυρίως σε χρηματοπιστωτικά προϊόντα, κατάλληλα σχεδιασμένα, έτσι ώστε να δίνουν πολύ μεγαλύτερα κέρδη και να είναι αφορολόγητα.

Όλη αυτή η οικονομική μεγέθυνση (που είναι ψευδο-ανάπτυξη και όχι ανάπτυξη, όπως διαστρεβλωμένα αποκαλείται) στηρίχθηκε στην προϋπάρχουσα κοινωνική ανισότητα, την οποία αναπαρήγαγε και ενίσχυσε περαιτέρω και έφθασε σήμερα σε τέτοια ακραία όρια, όπου το χρηματοπιστωτικό κεφάλαιο κατέχει σε «χαρτιά» (και όχι σε πραγματικά χρήματα) πάνω από 10 φορές το ΑΕΠ του πλανήτη. Ο κόσμος όλος «τους χρωστάει» πάνω από 10 φορές αυτό που παράγει! Το σύστημα λοιπόν δεν περνάει απλά κάποια κρίση, αλλά βρίσκεται σε κατάσταση αταξίας και χάους με την επιστημονική έννοια του όρου, δηλαδή, «μακράν της ισορροπίας» [7].

 Ο νεοφιλελευθερισμός, ως η σύγχρονη έκφραση του καπιταλιστικού συστήματος απέτυχε παταγωδώς παγκόσμια και προφανώς, και στην Ελλάδα. Αυτό το παραδέχονται πλέον – εμμέσως πλην σαφώς – και οι ίδιοι οι υποστηρικτές του. Όσο περισσότερο συνεχίζεται σε πλάτος και σε βάθος η εφαρμογή νεοφιλελεύθερων επιλογών, τόσο περισσότερο βαθαίνει και οξύνεται η κρίση του συστήματος. Η όξυνση όμως της κρίσης δεν ενοχλεί τους πάντες. Για μερικούς είναι ευκαιρία για κερδοσκοπία.

Συγκεκριμένα, επειδή τα προαναφερόμενα άυλα χρηματοπιστωτικά «χαρτιά» κινδυνεύουν κάποια στιγμή να οδηγηθούν στην ανακύκλωση, είτε γιατί δεν υπάρχει καμία πιθανότητα η κοινωνία να μπορεί να βρει τέτοια ποσά για να τα πληρώσει είτε γιατί μπορεί και να αρνηθεί να τα πληρώσει, ο μόνος δρόμος εξασφάλισης της αξίας τους είναι η «αντικατάστασή» τους με κάτι υλικό. Ένα πρώτο υλικό κομμάτι – μικρό όμως – επιχειρείται να καλυφθεί από τη γνωστή νεοφιλελεύθερη πολιτική λιτότητας με την επίθεση σε μισθούς, συντάξεις, κοινωνικό κράτος (υγεία, παιδεία, ασφάλιση κλπ) με τις απολύσεις κλπ. Θεωρητικά, το μεγαλύτερο κομμάτι θα μπορούσε να καλυφθεί διαμέσου ανάληψης νέων ιδιωτικών παραγωγικών επενδύσεων. Ένας «ηθικός» καπιταλισμός δηλαδή. Αυτό όμως είναι αυταπάτη, γιατί ο νεοφιλελευθερισμός είναι η σημερινή επιλογή επιβίωσης του συστήματος και γιατί το δίπολο «παράγουμε πολύ – καταναλώνουμε πολύ» έχει σπάσει προ πολλού και η ασκούμενη νεοφιλελεύθερη πολιτική λιτότητας το επιβεβαιώνει. Απομένει ένα σπουδαίο υλικό κομμάτι (το μεγαλύτερο): η μέγιστη δυνατή αποκόμιση κερδών με την ιδιωτικοποίηση (όπου αυτή δεν υπάρχει ακόμα) των βασικών αγαθών και υπηρεσιών διαβίωσης και κοινής ωφέλειας και των φυσικών πόρων.

Μεταξύ αυτών των βασικών αγαθών, υπηρεσιών και πόρων, που δέχονται την επίθεση της ιδιωτικοποίησης, κυρίαρχη θέση έχουν 4 τομείς προτεραιότητας (καθόλου τυχαία), συναρθρωμένοι σ' ένα ενιαίο σύνολο: το Νερό, η Ενέργεια, η Τροφή και τα Απόβλητα (Ν.Ε.Τ.Α.). Τα λεγόμενα καταναλωτικά αγαθά αποτελούν κεντρικό στόχο των επιθέσεων της ιδιωτικοποίησης και της κερδοσκοπίας στη σημερινή περίοδο κρίσης.

Υπάρχει εναλλακτική έξοδος και είναι καλύτερη: κοινωνική και αλληλέγγυα!

Η ιδιωτικοποίηση παρουσιάζεται ως μονόδρομος από τον νεοφιλελευθερισμό, υποστηρίζοντας ότι δεν υπάρχει εναλλακτική λύση. Κι όμως, υπάρχει εναλλακτική λύση και είναι και καλύτερη: η αυτοδιαχείριση, ο συνεργατισμός, η κοινωνική και αλληλέγγυα οικονομία με άμεση δημοκρατία [8]. Έχει βέβαια ένα τρομερό ελάττωμα: δεν αφήνει χώρο για την κερδοσκοπία, δεν προβλέπει θέσεις για αφεντικά και όλα τα οφέλη πάνε στους πολίτες! Επιπλέον είναι και επικίνδυνη: αποτελεί σχολείο εκπαίδευσης στην άμεση δημοκρατία!

«Η αλληλέγγυα οικονομία οικοδομεί μοντέλα παραγωγής και υπηρεσιών μαζί με όλους και για όλους. Αυτές οι πρωτοβουλίες δεν μπορούν να θεωρηθούν ως απλά "προγράμματα επιδιόρθωσης και καταπολέμησης της φτώχειας". Αντίθετα, εγγυώνται από τη φύση τους τη δικαιοσύνη σε όλες τις διαστάσεις της, παράλληλα με την ανάπτυξη οικονομικών δραστηριοτήτων, χωρίς τη συγκέντρωση πλούτου υλικού και οικονομικού και χωρίς δημιουργία φτώχειας» [9].

Είναι απόλυτα απαραίτητο να ξεκαθαρισθεί ότι κάθε ονομαζόμενος συνεταιρισμός δεν σημαίνει ότι αυτόματα ανήκει στην κοινωνική και αλληλέγγυα οικονομία, αν δεν στηρίζεται σε συγκεκριμένες βασικές αρχές. Η συζήτηση περί συνεταιρισμών έχει αξία εφόσον αυτοί είναι ανεξάρτητο δημιούργημα των πολιτών και δεν έχουν εξαρτήσεις από το κράτος, τις κυβερνήσεις και τα επιχειρηματικά συμφέροντα [10]. Ακόμα, οι συνεταιρισμοί, που λειτουργούν με βάση το οικονομικό μοντέλο παραγωγής και διανομής της κοινωνικής αλληλέγγυας οικονομίας, αντιστρατεύονται τον καπιταλιστικό ανταγωνισμό, διότι δεν στηρίζονται στην κερδοσκοπία, αλλά στην ικανοποίηση των πραγματικών ανθρώπινων αναγκών, υλικών και άυλων. Όταν προκύπτει πλεόνασμα, αυτό συμβαίνει γιατί το πλήρωσε το κοινωνικό σύνολο. Σε αυτό λοιπόν πρέπει να επιστρέψει. Αυτό μπορεί να γίνει με διάφορους τρόπους καλύπτοντας πραγματικές ανάγκες που υπάρχουν τη δεδομένη ιστορική συγκυρία: με δραστηριότητες για να αντιμετωπισθεί η ανεργία, με δαπάνες για υγεία, εκπαίδευση, πρόνοια κλπ. Αυτό σημαίνει κοινωνική αλληλεγγύη και όχι φιλανθρωπία ή ελεημοσύνη.

Η ιδέα της συνεργατικής αυτοδιαχείρισης των επιχειρήσεων, των συνεταιρισμών καταναλωτών ή/και των συνεταιρισμών παραγωγών-καταναλωτών, που παραμερίζουν τους μεσάζοντες, καταργούν και αντικαθιστούν τους καπιταλιστές στη θέση του καρπωτή της υπεραξίας που οι ίδιοι παράγουν, αποτελεί παράδειγμα μιας γενικότερης προσέγγισης, σύμφωνα με την οποία η απουσία της ήταν η καθοριστική αιτία, που ανέτρεψε τις κοινωνικές πολιτικές και το κράτος πρόνοιας στις καπιταλιστικές χώρες [11]. Οφείλουμε να σημειώσουμε ότι αυτή η προσέγγιση είναι η λογική συνέπεια των διαθέσιμων – εδώ και ενάμιση αιώνα – επιστημονικών αναλύσεων και θεωριών για την υπεραξία [12].

Το συνεργατικό κίνημα αποτελεί «μια ακόμα μεγαλύτερη νίκη της πολιτικής οικονομίας της εργασίας επί της πολιτικής οικονομίας της ιδιοκτησίας» [13]. Βέβαια, θα πρέπει να ομολογήσουμε ότι παρουσιάζει ένα φοβερό πρόβλημα, που εντοπίσθηκε εδώ και 150 χρόνια περίπου: «οι ενώσεις των εργατών μπορούσαν να διαχειρίζονται καταστήματα, μύλους και σχεδόν κάθε είδους δραστηριότητα με επιτυχία και αμέσως βελτίωναν τις συνθήκες ζωής των ανθρώπων. Αλλά δεν άφηναν μια διακριτή θέση για αφεντικά. Τρομερό!» [14].

Τα ιδεολογικά και αξιακά θεμέλια λειτουργίας ενός αλληλέγγυου κοινωνικού καταναλωτικού συνεταιρισμού

Τα ιδεολογικά και αξιακά θεμέλια λειτουργίας ενός αλληλέγγυου κοινωνικού καταναλωτικού συνεταιρισμού προσδιορίζονται από το ανθρώπινο δικαίωμα του καθένα στην ελευθερία του συνεταιρίζεσθαι [15], τις ιδέες της Κοινωνικής και Αλληλέγγυας Οικονομίας και της Άμεσης Δημοκρατίας, όπως αυτές αναδεικνύονται από τα σχετικά παγκόσμια κινήματα, καθώς και τις Διεθνείς Συνεταιριστικές Αξίες και Αρχές όπως αυτές υιοθετήθηκαν διεθνώς [16].

Οι βασικές ιδέες της Κοινωνικής και Αλληλέγγυας Οικονομίας περιλαμβάνουν:

1. συλλογική ιδιοκτησία του Συνεταιρισμού (ένας πολίτης – μία ψήφος)

2. ανατροπή της καπιταλιστικής σχέσης κεφαλαίου – εργασίας

3. μη αποξένωση του εργαζόμενου στο Συνεταιρισμό από το προϊόν της εργασίας του

4. δημιουργία ισότητας από τον πλούτο που παράγεται και όχι ανισότητας όπως στο κυρίαρχο οικονομικό μοντέλο

5.  κοινωνική δικαιοσύνη και αλληλεγγύη

6. προστασία του περιβάλλοντος σε όλες τις δραστηριότητες του Συνεταιρισμού με την υιοθέτηση επιλογών και πρακτικών, που έχουν τις ελάχιστες περιβαλλοντικές επιπτώσεις σε όλες τις διαδικασίες παραγωγής – διανομής – κατανάλωσης προϊόντων και παροχής υπηρεσιών

7. δημιουργία συνθηκών όπου η ελεύθερη ανάπτυξη του καθενός είναι προϋπόθεση για την ελεύθερη ανάπτυξη όλων

8. μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα στη διαχείριση της συνεργατικής επιχείρησης σε σχέση με την καπιταλιστική

9.  διαρκής απόδειξη της ικανότητας της ανθρώπινης φύσης να διαχειρίζεται περίπλοκες κοινωνικές σχέσεις με αμεσοδημοκρατικές διαδικασίες.

Η λειτουργία του συνεταιρισμού με βάση τις ιδέες της Άμεσης Δημοκρατίας σημαίνει ότι ο συνεταιρισμός διοικείται και ελέγχεται από τα μέλη του, τα οποία αποφασίζουν στις Γενικές Συνελεύσεις και με τις αποφάσεις τους δεσμεύουν το Συνεταιρισμό. Τα μέλη συμμετέχουν και αποφασίζουν με βάση τη συνεργατική και αμεσοδημοκρατική αρχή «ένα μέλος – μία ψήφος», ανεξάρτητα από τον αριθμό μερίδων, που κατέχει το κάθε μέλος. Οι αποφάσεις λαμβάνονται από τις συνελεύσεις και όχι από αντιπροσώπους στη διοίκηση. Το Διοικητικό Συμβούλιο υλοποιεί τις αποφάσεις των Γενικών Συνελεύσεων και λειτουργεί με βάση αυτές, το καταστατικό και τον κανονισμό λειτουργίας και ανακαλείται από τη Γενική Συνέλευση.

Η καταστατική εξασφάλιση της άμεσης δημοκρατίας με τη δυνατότητα λήψης αποφάσεων και ελέγχου του Συνεταιρισμού από τα μέλη του στις γενικές συνελεύσεις δεν αρκεί για την υλοποίηση της άμεσης δημοκρατίας. Αυτή εξαρτάται από την ενεργό συμμετοχή των μελών τόσο στις γενικές συνελεύσεις, όσο και στις διάφορες ομάδες εργασίας, επιτροπές και γενικά στις δραστηριότητες του Συνεταιρισμού. Η υλοποίηση της άμεσης δημοκρατίας είναι υπόθεση των ίδιων των μελών.

Οι διεθνείς συνεταιριστικές αξίες λειτουργίας του συνεταιρισμού είναι:

– της αυτοβοήθειας

– της αυτοευθύνης

– της δημοκρατίας

– της ισότητας

– της δικαιοσύνης

– της αλληλεγγύης.

και οι ηθικές αξίες της συνεταιριστικής παράδοσης, που οφείλουν να υιοθετούν τα μέλη είναι:

– της εντιμότητας

– της ειλικρίνειας

– της κοινωνικής ευθύνης

– της μέριμνας για τους άλλους.

Οι διεθνείς συνεταιριστικές αρχές λειτουργίας ενός συνεταιρισμού περιλαμβάνουν:

1. Εθελοντική και ανοικτή συμμετοχή

Ο συνεταιρισμός είναι εθελοντική οργάνωση, ανοικτή σε όλα τα πρόσωπα, τα οποία είναι ικανά να χρησιμοποιήσουν τις υπηρεσίες τους και να αποδεχτούν με προθυμία τις ευθύνες των μελών, χωρίς εθνικές, κοινωνικές, φυλετικές, πολιτικές ή θρησκευτικές διακρίσεις.

2. Δημοκρατικός έλεγχος των μελών

Ο συνεταιρισμός είναι δημοκρατική οργάνωση, που ελέγχεται από τα μέλη της, τα οποία συμμετέχουν στη διαμόρφωση της πολιτικής και στη λήψη των αποφάσεων τους. Οι άνδρες και οι γυναίκες που προσφέρουν τις υπηρεσίες τους ως αιρετοί αντιπρόσωποι είναι υπόλογοι στα μέλη. Όλα τα μέλη έχουν ίσα εκλογικά δικαιώματα (ένα μέλος, μία ψήφος)

3. Οικονομική συμμετοχή των μελών

Τα μέλη συμμετέχουν δίκαια στο κεφάλαιο του συνεταιρισμού και στον έλεγχό του με δημοκρατικές μεθόδους. Μέρος, τουλάχιστον, αυτού του κεφαλαίου είναι η κοινή περιουσία του συνεταιρισμού. Τα μέλη λαμβάνουν περιορισμένη αποζημίωση για το κεφάλαιο το οποίο καταβάλλουν ως προϋπόθεση της συμμετοχής τους. Τα μέλη διαθέτουν τα πλεονάσματα για σκοπούς, όπως: για ανάπτυξη του συνεταιρισμού (πχ με τη δημιουργία αποθεματικών, μέρος των οποίων τουλάχιστον είναι αδιαίρετο), για την παραχώρηση ωφελημάτων στα μέλη, ανάλογα με τις συναλλαγές που είχαν με τον συνεταιρισμό, για προώθηση άλλων δραστηριοτήτων που εγκρίνονται από τα μέλη.

4. Αυτονομία και ανεξαρτησία

Ο Συνεταιρισμός είναι αυτόνομη, αυτοβοηθούμενη οργάνωση, ελεγχόμενη από τα μέλη του. Η σύναψη συμφωνιών με άλλους φορείς ή η εξασφάλιση κεφαλαίων από εξωτερικές πηγές γίνεται με όρους, οι οποίοι διασφαλίζουν το δημοκρατικό έλεγχο που ασκείται από τα μέλη και συνάδουν με τη αυτονομία και ανεξαρτησία του Συνεταιρισμού.

5. Εκπαίδευση, κατάρτιση και πληροφόρηση

Ο Συνεταιρισμός εξασφαλίζει εκπαίδευση και κατάρτιση για τα μέλη, τους αιρετούς αντιπροσώπους και τους εργαζόμενους, έτσι ώστε να μπορούν να συμβάλλουν ενεργά στην ανάπτυξή του. Ο Συνεταιρισμός ενημερώνει τους πολίτες για τη φύση του συνεργατισμού και τα ωφελήματα που προσφέρει.

6. Συνεργασία μεταξύ συνεταιρισμών

Ο Συνεταιρισμός για την αποτελεσματικότερη εξυπηρέτηση των μελών του και για την ενδυνάμωση του συνεταιριστικού κινήματος, συνεργάζεται με άλλους συνεταιρισμούς σε τοπικό, περιφερειακό, εθνικό και διεθνές επίπεδο.

7. Κοινοτικό ενδιαφέρον

Ο Συνεταιρισμός εργάζεται για την κοινωνική ανάπτυξη σε τοπικό, περιφερειακό και εθνικό επίπεδο, τη δίκαιη αναδιανομή του εισοδήματος και του πλούτου και την προώθηση προγραμμάτων κοινωνικού χαρακτήρα, εφαρμόζοντας την πολιτική που αποφασίζεται από τα μέλη του.

Το παράδειγμα του συνεταιρισμού "Βίος Coop"

Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί το εγχείρημα του Κοινωνικού Καταναλωτικού Συνεταιρισμού Θεσσαλονίκης "Βίος Coop", που ιδρύθηκε έπειτα από πρωτοβουλία της ΠΡΩ.Σ.Κ.ΑΛ.Ο. (Πρωτοβουλία Συνεργασίας για την Κοινωνική και Αλληλέγγυα Οικονομία) και συνέχισε με τη συγκρότηση μιας ευρύτερης ομάδας πρωτοβουλίας για το συνεταιρισμό με πρώτο αντικείμενο τη δημιουργία ενός συνεταιριστικού Super Market στη Θεσσαλονίκη [17].

Σκοπός του Συνεταιρισμού είναι η άσκηση δραστηριοτήτων με βάση τις αρχές της κοινωνικής και αλληλέγγυας οικονομίας και της άμεσης δημοκρατίας. Ειδικότερα είναι προσανατολισμένος στην προμήθεια τοπικών και εγχώριων, κατά προτίμηση, προϊόντων και υπηρεσιών υψηλής ποιότητας και χαμηλής τιμής, προκειμένου να συμβάλλει στην ανάπτυξη και τον εκσυγχρονισμό της αντίστοιχης παραγωγής, ταυτόχρονα με την κάλυψη των αναγκών των μελών του και όλων των πολιτών σε αγαθά και υπηρεσίες με όρους κοινωνικής δικαιοσύνης. Η συνεργασία με τοπικούς παραγωγούς συμβάλλει επίσης, στη μείωση του οικολογικού αποτυπώματος από τη μεταφορά των προϊόντων [18].

Οι χαμηλότερες τιμές των προϊόντων αυτών βασίζονται στο γεγονός ότι δεν υπάρχουν οι χονδρέμποροι μεσάζοντες ούτε τα ακριβοπληρωμένα ράφια στη συνεργασία με τις πρωτογενείς παραγωγικές μονάδες. Βασικό σύνθημα είναι η ποιότητα του προσφερόμενου προϊόντος να έρχεται σε λογική τιμή "από το χωράφι στο ράφι".

Ο συνεταιρισμός λειτουργεί μη κερδοσκοπικά και το όφελος από την κατάργηση των μεσαζόντων μοιράζεται σε τρία μέρη: στους παραγωγούς, στους καταναλωτές και στη λειτουργία και περαιτέρω ανάπτυξη του συνεταιρισμού.

Η δομή και η λειτουργία του Συνεταιρισμού εφαρμόζουν την συνεργατική-συνεταιριστική δημοκρατική αρχή «ένα πρόσωπο-μια ψήφος». Το κάθε μέλος του Συνεταιρισμού έχει δικαίωμα συμμετοχής στις Γενικές Συνελεύσεις με μία ψήφο ανεξάρτητα από τις συνεταιριστικές μερίδες που κατέχει, καθώς και να εκλέγει και εκλέγεται. Η διοίκηση και ο έλεγχος του Συνεταιρισμού είναι υπόθεση των μελών του. Το Διοικητικό Συμβούλιο και το Εποπτικό Συμβούλιο εκλέγονται και ανακαλούνται από τη Γενική Συνέλευση, η οποία είναι το ανώτατο όργανο του Συνεταιρισμού και αποφασίζει για όλα τα θέματα που τον αφορούν. Τα μέλη και οι εργαζόμενοι εκπαιδεύονται πάνω στις συνεταιριστικές αρχές και τις αξίες της κοινωνικής και αλληλέγγυας οικονομίας. [19].

Η συνεχής πτώση των εισοδημάτων σε συνδυασμό με τη συνεχή άνοδο των τιμών βασικών προϊόντων και με την αμφιβολία για την ποιότητά τους όλο και να μεγαλώνει (ένεκα ασύδοτης κερδοσκοπίας), καθιστά το εγχείρημα αυτό εξαιρετικά αναγκαίο, επίκαιρο και πρώτης προτεραιότητας.

Επίλογος

Παράλληλα με την ανάδειξη της αναγκαιότητας και σημασίας της δημιουργίας αλληλέγγυων κοινωνικών συνεταιρισμών είναι απαραίτητη και μια διευκρίνιση: «η αξία αυτών των μεγάλων κοινωνικών πειραμάτων δεν μπορεί να υπερεκτιμάται» [13]. Οι συνεταιρισμοί της κοινωνικής και αλληλέγγυας οικονομίας δεν μπορούν να αλλάξουν τον κόσμο από μόνοι τους. Αποτελούν μια βάση και ένα υπαρκτό πρότυπο, που μπορεί να προβληθεί στο μέλλον, μια «ρωγμή» και όχι ένα «σοβάτισμα» του συστήματος, αλλά χρειάζεται πολιτική για την κοινωνική αλλαγή. Οι αλληλέγγυοι συνεταιρισμοί αποτελούν από τη μια μεριά, μια μορφή άμυνας των εργαζομένων και όλων των πολιτών στα προβλήματα που αντιμετωπίζουν και από την άλλη, ένα σχολείο δημοκρατίας, αυτοδιαχείρισης και συλλογικής διακυβέρνησης, όπου συσσωρεύεται γνώση και εμπειρία στους εργαζόμενους και στους πολίτες, εξαιρετικά σημαντικές για την οικοδόμηση μιας άλλης κοινωνίας, δίκαιης και αλληλέγγυας.

Κάθε μέρα που περνάει, αποδεικνύεται ότι όχι μόνον ένας άλλος κόσμος είναι εφικτός, αλλά είναι επίσης, όλο και πιο αναγκαίος.

Βιβλιογραφία

[1] Σαραντάκος Δ., Να θυμηθούμε τι κάναμε τότε, Εφημερίδα Εμπρός της Μυτιλήνης,

30.8.2011

[2] Τυροβούζης Χ., H αντιστασιακή ιδεολογία. Μια πρώτη συστηματοποίηση, Θέσεις, τ.23  24, 1988

[3] Aisslinger M., Kutz R., Prices and earnings. A comparison of purchasing power around the globe. Edition 2012, UBS, Zurich, Switzerland, 2012

[4] ΠΑΣΕΓΕΣ, Διεύρυνση της "ψαλίδας" τιμών παραγωγού – καταναλωτή για τα βασικά  είδη διατροφής, 22.12.2010, http://www.paseges.gr

[5] Τα Νέα, Ακριβότερο κατά 18% το καλάθι της νοικοκυράς παρά την πρωτοφανή οικονομική κρίση, 16.6.2012, http://news.in.gr

[6] RIPESS EUROPE, Η παγκοσμιοποίηση της αλληλεγγύης, Μανιφέστο του Ευρωπαϊκού  Δικτύου Κοινωνικής και Αλληλέγγυας Οικονομίας – Βαρκελώνη 2011, 3.9.2012,  www.dialektika.gr

[7] Νικολάου Κ., Επιστήμη και κρίση: Προσεγγίζοντας την κοινωνικά δίκαιη έξοδο,  Διαλεκτικά, 10.12.2011, www.dialektika.gr

[8] Νικολάου Κ., Η κρίση και η κοινωνική αλληλέγγυα οικονομία, Διαλεκτικά, 27.6.2011,  www.dialektika.gr

[9] RIPESS, Η Οικονομία που χρειαζόμαστε, Διακήρυξη του κινήματος της Κοινωνικής και  Αλληλέγγυας Οικονομίας στο Rio+20, 3.9.2012, www.dialektika.gr

[10] Marx K., Κριτική του προγράμματος της Γκότα, Εκδ. Καμπίτση, Αθήνα

[11] Wolff R., Workers self directed enterprises, Lecture, Berlin, 5.11.11

[12] Marx K., Grundrisse – Fondements de la critique de l' économie politique, Ed.  Anthropos, Paris, 1968

[13] Marx K., Inaugural Address of the International Working Men's Association "The First  International", 1864, Marxists Org.

[14] Marx K., The Capital. A critique of political economy, Ed. Lawrence and Wishart,  London, 1954

[15] ΟΗΕ, Οικουμενική Διακήρυξη Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, Άρθρο 20, 1948

[16] I.C.A., Συνέδριο της Διεθνούς Συνεταιριστικής Συμμαχίας, Manchester, UK, 1995

[17] ΠΡΩ.Σ.Κ.ΑΛ.Ο., Δημιουργία Κοινωνικού Καταναλωτικού Συνεταιρισμού στη  Θεσσαλονίκη, ΠΡΩ.Σ.Κ.ΑΛ.Ο. – Πρωτοβουλία Συνεργασίας για την Κοινωνική και Αλληλέγγυα Οικονομία, 8.2.2012, www.proskalo.net

[18] Νικολάου Κ., Κοινωνικός Καταναλωτικός Συνεταιρισμός στη Θεσσαλονίκη, Τα εν Οίκω εν Δήμω, τ.91, σ.3, 2012

[19] Βιος Coop, Το Καταστατικό του Κοινωνικού Καταναλωτικού Συνεταιρισμού Θεσσαλονίκης, www.bioscoop.gr

ΠΗΓΗ: Τρίτη, 2 Οκτωβρίου 2012, http://www.dialektika.gr/2012/10/blog-post.html

Σχεδιάζει(ουν) τη διάσπαση των συνδικάτων;

Κάποιος(οι) σχεδιάζει(ουν) τη διάσπαση των συνδικάτων;

 

Του Οδυσσέα Πραξιάδη

 

 

Πρόσφατα «αλιεύσαμε» στη διαδικτυακή «θάλασσα» ένα κείμενο του Αντώνη Δραγανίγου – στελέχους του ΝΑΡ –  με τον τίτλο  «Ο Λένιν και η Διεθνής για τα συνδικάτα».  Το κείμενο αυτό είχε γραφτεί στην εφημερίδα ΠΡΙΝ στις 15/11/09, αλλά είναι αλήθεια ότι μας έκανε εντύπωση η επαναδημοσίευσή του σε ιστοσελίδα, αυτή την πολύ κρίσιμη περίοδο.

Το κείμενο υποτίθεται ότι πραγματεύεται την άποψη του Λένιν και της Κομμουνιστικής Διεθνούς (εφεξής ΚΔ) σχετικά με την ενότητα του εργατικού κινήματος. Ο Αντώνης Δραγανίγος (ΑΔ) υποστηρίζει, ανάμεσα στα άλλα, ότι:

α) το έργο του Λένιν «Ο "Αριστερισμός" παιδική αρρώστια του κομμουνισμού» κακοποιήθηκε από το ρεφορμισμό και χρησιμοποιήθηκε για να καλύψει τη συμβιβαστική του πολιτική,

β) ο «Αριστερισμός» γράφτηκε σε ιδιαίτερες συνθήκες υπονοώντας ότι σήμερα δεν έχει εφαρμογή,

γ) η ΚΔ δε θεωρούσε πολιτικό ατόπημα τη διάσπαση των συνδικάτων και ότι αυτή (η διάσπαση) δεν είναι θέση αρχής, αφήνοντας ανοικτό το ενδεχόμενο να εφαρμοστεί σήμερα στο εργατικό κίνημα.

Για να υποστηρίξει τα παραπάνω, παραθέτει αποσπάσματα από το έργο του Λένιν και από τα ντοκουμέντα της ΚΔ και χωρίς να το λέει ευθέως, αφήνει να εννοηθεί ότι σήμερα στο εργατικό κίνημα πρέπει να μας καθοδηγήσει ο «επαναστατικός» προσανατολισμός της διάσπασης που πάνω-κάτω είναι λενινιστική τακτική. Στο παρόν σημείωμα θα απαντήσουμε στις απόψεις του ΑΔ, αλλά θα θέσουμε και ορισμένα γενικότερα ζητήματα για το εργατικό κίνημα.

I. ΓΙΑ ΟΡΙΣΜΕΝΑ ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΚΑ ΖΗΤΗΜΑΤΑ

Το ελάττωμα του εκλεκτικισμού και της κατακρεούργησης των κειμένων των κλασικών δεν είναι τωρινό φαινόμενο. Πρόκειται για μια γάγγραινα της οποίας φορείς είναι αρκετοί πολιτικοί χώροι και για μερικούς φαίνεται ότι η ασθένεια αυτή είναι ανίατη.

Κατά την ταπεινή μας άποψη η χρήση των κειμένων των κλασικών πρέπει να γίνεται υπό τις εξής προϋποθέσεις:

α) να μην ακρωτηριάζονται τα κείμενα ώστε πάση θυσία να δικαιωθεί μια δογματική άποψη που νομίζουμε ότι είναι επαναστατική,

β) να εξετάζουμε το ιστορικό πλαίσιο μέσα στο οποίο γράφτηκε το κείμενο και να ερμηνεύουμε γιατί έχει το συγκεκριμένο περιεχόμενο και τη συγκεκριμένη μορφή,

γ) να βλέπουμε τυχόν αλλαγές στη σκέψη των κλασικών και να εξηγούμε το γιατί υπήρξαν,

δ) να δούμε τη σκέψη των κλασικών σε συνάρτηση με την πράξη, δηλαδή να δούμε αν ο προσανατολισμός που έδωσαν σε εκείνο ή ετούτο το ζήτημα είχε πρακτικό αντίκρισμα – θετικό ή αρνητικό –  μέσα στο επαναστατικό και εργατικό κίνημα.

Αν αυτές τις παραμέτρους δεν τις πάρουμε υπόψη τότε δεν παρουσιάζουμε τη σκέψη των κλασικών αλλά της καρικατούρας τους. Τους παραμορφώνουμε, τους κάνουμε αγνώριστους, μεταλλάσουμε το Μαρξισμό από επιστήμη σε ψευδοεπιστήμη.

II. ΟΡΙΣΜΕΝΕΣ ΒΑΣΙΚΕΣ ΘΕΣΕΙΣ

Ας ξεκινήσουμε με το τι είναι τα συνδικάτα. Η εργατική τάξη στην πορεία σύγκρουσης με το κεφάλαιο υιοθέτησε κάποιες πρώτες μορφές οργάνωσης όπως τα ταμεία αλληλοβοήθειας, τα ασφαλιστικά ταμεία, οι συνεταιρισμοί κ.ά. Επρόκειτο περισσότερο για οργανώσεις υποστήριξης και αλληλεγγύης παρά για όργανα αγώνα. Αργότερα (στην εποχή του βιομηχανικού καπιταλισμού) εμφανίστηκαν τα συνδικάτα που αποτέλεσαν και αποτελούν μια από τις σημαντικότερες κατακτήσεις του προλεταριάτου (ακόμη μεγαλύτερη είναι η δημιουργία του κόμματος της εργατικής τάξης, ενώ  «υπέρτατη» κατάκτηση είναι η επανάσταση και η εγκαθίδρυση της δικτατορίας του προλεταριάτου).

Είναι γνωστό ότι η ταξική πάλη διεξάγεται σε τρία επίπεδα: το οικονομικό, το πολιτικό και το ιδεολογικό. Τα επίπεδα αυτά διόλου δεν είναι αυτόνομα και η αυτοτέλειά τους είναι σχετική. Αυτό σημαίνει ότι υπάρχουν «περιοχές» της ταξικής πάλης όπου αλληλεπικαλύπτονται τα τρία επίπεδα. Τα συνδικάτα παίζουν ρόλο κυρίως στους οικονομικούς αγώνες, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι πρέπει να είναι αδιάφορα στις άλλες δυο μορφές ταξικής πάλης. Είναι υποχρεωμένα, αν δε θέλουν να μετατραπούν σε συντεχνίες, να διεξάγουν την πάλη τους και σε ιδεολογικό και σε πολιτικό επίπεδο.

Ποια, όμως, πρέπει να είναι η σχέση ενός επαναστατικού κόμματος με τα συνδικάτα; Για να απαντήσουμε σε αυτό το κεφαλαιώδες ερώτημα χρειάζεται να διευκρινίσουμε πως το επίπεδο συνείδησης της εργατικής τάξης δεν είναι ενιαίο, ποτέ δεν ήταν τέτοιο και ποτέ δεν πρόκειται να γίνει, ακόμη και σε σοσιαλιστικές συνθήκες. Μπορεί, για παράδειγμα, να διακρίνει κάποιος:

– ένα γραφειοκρατικό στρώμα που μπαίνει στην υπηρεσία του κεφαλαίου και των αστικών κυβερνήσεων,

– ένα στρώμα που αν και δεν είναι ενταγμένο σε κάποιο γραφειοκρατικοποιημένο μηχανισμό είναι κερδισμένο με τη λογική της υποταγής και τα ιδεολογήματα της ταξικής συναίνεσης,

– ένα στρώμα που μπορεί να μην ακολουθεί με συνέπεια τα αστικά ιδεολογήματα αλλά απέχει και δηλώνει αδιάφορο απέναντι στις διαδικασίες της ταξικής πάλης,

– ένα στρώμα με αντιφάσεις στη σκέψη και δράση του που παλινδρομεί ανάμεσα στη σύγκρουση και την υποταγή,

– ένα στρώμα με ριζοσπαστικές διαθέσεις που ωστόσο δεν μπορεί να χαρακτηριστεί ως επαναστατικό,

– ένα στρώμα επίσης με ριζοσπαστικές διαθέσεις που κατατείνει σε αναρχοσυνδικαλιστικές ή και σεχταριστικές απόψεις και

– ένα στρώμα πρωτοπόρο που κατανοεί τους κανόνες της ταξικής πάλης και έχει ολοκληρωμένα επαναστατικά χαρακτηριστικά.

Οι παράγοντες που συμβάλλουν στην ύπαρξη διαφορετικών επιπέδων συνείδησης και στη δυσκολία να διαμορφωθεί αυτόματα επαναστατική συνείδηση είναι:

α) η δυσκολία από την πλευρά της εργατικής τάξης να αποκωδικοποιήσει τους μηχανισμούς εκμετάλλευσής της (φετιχοποίηση του εμπορεύματος),

β) ο ρόλος που παίζει το γραφειοκρατικοποιημένο στρώμα της εργατικής τάξης και η εργατική αριστοκρατία που δουλεύουν ως πολιορκητικός κριός στο εσωτερικό της τάξης,

γ) οι μισθολογικές διαφορές ανάμεσα σε τμήματα της εργατικής τάξης,

δ) η δημιουργία αυταπατών και στρεβλών αντιλήψεων λόγω της υποτιθέμενης αντίθεσης μεταξύ δημόσιου και ιδιωτικού τομέα,

ε) ο εφεδρικός στρατός (άνεργοι) που χρησιμοποιούνται ως μέσο πίεσης στους υπόλοιπους,

στ) οι μηχανισμοί χειραγώγησης όπως τα αστικά ΜΜΕ, η τρομοκρατία στους εργασιακούς χώρους, η αστική δικαιοσύνη και τα σώματα καταστολής.

Όλα τα παραπάνω υπογραμμίζουν την ανάγκη να υπάρχουν διακριτά όρια ανάμεσα στα συνδικάτα και το επαναστατικό κόμμα, αφού το μεν κόμμα συσπειρώνει τη συνειδητή πρωτοπορία της εργατικής τάξης, το μεν συνδικάτο πρέπει να συσπειρώνει ευρύτατες εργατικές μάζες. Να το πούμε αλλιώς: αν αίφνης η εργατική τάξη συνειδητοποιούσε στο σύνολό της την ανάγκη επαναστατικού σχηματισμού της κοινωνίας, αν κατανοούσε στο σύνολό της τους μηχανισμούς εκμετάλλευσής της και την ανάγκη αδιάκοπης ταξικής πάλης που θα έφτανε μέχρι τέλους, τότε τα συνδικάτα θα ήταν άχρηστα αφού όλοι οι εργάτες θα συσπειρώνονταν στο κόμμα τους και τα συνδικάτα θα γίνονταν ένα με το κόμμα. Αυτό, όμως, προφανώς δε γίνεται και ούτε και πρόκειται να γίνει. Το συνδικάτο δεν μπορεί να θέτει ως προϋπόθεση ένταξης των εργατών σε αυτό, ένα πλαίσιο εφ' όλης της ύλης. Πρέπει να συμπεριλαμβάνει όλο το φάσμα των εργατικών στρωμάτων, ανεξάρτητα από το επίπεδο συνείδησης. Εντός των συνδικάτων οι κομμουνιστές οφείλουν να αποκαλύπτουν την πολιτική του κεφαλαίου, να κάνουν το συνδικάτο ένα σχολείο ταξικής πάλης και ταξικής διαπαιδαγώγησης και όταν κρίνεται ότι οι συνθήκες το επιβάλλουν, να βαθαίνουν την πολιτικοποίηση των συνθημάτων, των αιτημάτων και των εργατικών αγώνων.

Ένας από τους φορείς της στρεβλής, περί συνδικάτων, αντίληψης υπήρξε ο Τρότσκι. Συγκεκριμένα στην μπροσούρα του «Για το ρόλο και τα καθήκοντα των συνδικάτων» που αφορούσε στη σοβιετική περίοδο εξέφρασε μια γραφειοκρατική άποψη (κρατικοποίηση των συνδικάτων), την οποία δεν άφησε αναπάντητη ο Λένιν. Η απάντηση του Λένιν μπορεί να αφορά στο ρόλο των συνδικάτων στην περίοδο της δικτατορίας του προλεταριάτου, αλλά μας προσφέρει τρόπο σκέψης και για το ρόλο τους στον καπιταλισμό: «Από το ένα μέρος, τα συνδικάτα αγκαλιάζουν όλους ανεξαιρέτως, περιλαμβάνοντας στις γραμμές της οργάνωσης τους βιομηχανικούς εργάτες, τα συνδικάτα είναι η οργάνωση της τάξης που διοικεί, κυριαρχεί και κυβερνά, της τάξης που πραγματοποιεί τη δικτατορία, της τάξης που πραγματοποιεί τον κρατικό καταναγκασμό. Όμως η οργάνωση αυτή δεν είναι οργάνωση κρατική, δεν είναι οργάνωση καταναγκασμού, είναι οργάνωση διαπαιδαγωγική, οργάνωση προσέλκυσης, εκπαίδευσης, είναι σχολείο, σχολείο διεύθυνσης, σχολείο οικονομικής διαχείρισης, σχολείο του κομμουνισμού. Είναι σχολείο εντελώς ασυνήθιστου τύπου, γιατί έχουμε να κάνουμε όχι με δασκάλους και μαθητές, αλλά έχουμε να κάνουμε με κάποιο εξαιρετικά ιδιόμορφο συνδυασμό αυτού που έμεινε από τον καπιταλισμό και που δεν μπορούσε να μη μείνει, και αυτού που προβάλλουν από μέσα τους τα επαναστατικά πρωτοπόρα τμήματα, ή επαναστατική -μπορούμε να πούμε- πρωτοπορία του προλεταριάτου. Γι' αυτό, το να μη μιλάει κανείς για το ρόλο των συνδικάτων, χωρίς να παίρνει υπόψη του αυτές τις αλήθειες, σημαίνει να καταλήγει αναπόφευκτα σε μια σειρά λάθη.

»Τα συνδικάτα, από την άποψη της θέσης του στο σύστημα της δικτατορίας του προλεταριάτου, βρίσκονται – αν μπορεί να εκφραστεί κανείς έτσι – ανάμεσα στο Κόμμα και στην κρατική εξουσία […]», οι υπογραμμίσεις δικές μας (Λένιν, Για τα συνδικάτα, Άπαντα, τ. 42, σελ. 203, εκδ. Σύγχρονη Εποχή).

Ο Λένιν δεν υποκύπτει στη γοητεία της εξουσίας. Στην εύκολη αλλά απολύτως καταστροφική άποψη για κρατικοποίηση των συνδικάτων. Η κατάκτηση της εξουσίας δεν τον οδηγεί σε βολουνταρισμούς γιατί αντιλαμβάνεται την ποικιλομορφία των συνειδήσεων και ότι ο καταναγκασμός, ο διοικητισμός, η γραφειοκρατικοποίηση, θα απομακρύνει την εργατική τάξη από το κόμμα. Όπως λέει χαρακτηριστικά σε άλλο σημείο, η διαφωνία του με τον Τρότσκι βρίσκεται «πάνω στο ζήτημα των μεθόδων για το πλησίασμα της μάζας, της κατάκτησης της μάζας, της σύνδεσης με τη μάζα», οι υπογραμμίσεις στο πρωτότυπο (ο.π., σελ. 206).

Εν ολίγοις, ενώ η εργατική τάξη είχε στα χέρια της την εξουσία, παρόλα αυτά ο Λένιν θέτει ζήτημα της καλύτερης δυνατής προσέγγισης της εργατικής τάξης. Αν, λοιπόν, αυτό το κρίσιμο ζήτημα έμπαινε εμφατικά ακόμη και σε συνθήκες που η εξουσία ήταν επαναστατική, δε θα πρέπει να μπαίνει εμφατικότερα σε συνθήκες καπιταλισμού;

III. Ο «ΑΡΙΣΤΕΡΙΣΜΟΣ» ΤΟΥ ΛΕΝΙΝ

Ο «Αριστερισμός» του Λένιν γράφτηκε το 1920, μια περίοδο κατά την οποία είχαν κάνει την εμφάνισή τους «υπεραριστερά» κόμματα με σοβαρότατες αποκλίσεις από το Μαρξισμό-Λενινισμό. Οι αριστερίστικες απόψεις εμφανίστηκαν μετά από την προδοσία της Β' Διεθνούς κατά τον Α' παγκόσμιο πόλεμο (στήριξε τον ιμπεριαλιστικό πόλεμο), σε συνθήκες όπου τα συνδικάτα παρουσίαζαν σοβαρές τάσεις μαζικοποίησης, κι ενώ το πρώτο εργατικό κράτος ήταν γεγονός και έπνεε επαναστατικός άνεμος σε διάφορες περιοχές της Ευρώπης. Αυτό το μίγμα – τουλάχιστον κάποια συστατικά του – ευνοούσαν την άνθιση απόψεων όπως αυτών που υποστήριζαν ότι:

α) στα επαναστατικά κόμματα δεν αρμόζουν οι συμβιβασμοί και οι πολιτικές συμμαχίες,

β) οι επαναστάτες δεν πρέπει να δουλεύουν μέσα στα αντιδραστικά συνδικάτα,

γ) τα κομμουνιστικά κόμματα δεν πρέπει να παίρνουν μέρος στις αστικές εκλογές και τα αστικά κοινοβούλια.

Οι απόψεις αυτές εκφράστηκαν από κόμματα που υπήρχαν στη Γερμανία, στην Ιταλία, στην Αυστρία, στη Γαλλία, στις ΗΠΑ, στην Ολλανδία και άλλες χώρες. Ένας επιφανής εκπρόσωπος αυτών των απόψεων ήταν ο Αμαντέο Μπορντίγκα (ΑΜ). Ο ΑΜ ήταν Ιταλός και αντιπρόσωπος στο συνέδριο της ΚΔ. (Αργότερα μάλιστα διαφώνησε με την τακτική του αντιφασιστικού μετώπου της ΚΔ, αφού πίστευε πως ο φασισμός είναι άλλη μια πλευρά της αστικής δημοκρατίας και ως εκ τούτου δε χρήζει ιδιαίτερης αντιμετώπισης από τα επαναστατικά κόμματα). Ένα άλλο επιφανές στέλεχος του αριστερισμού ήταν ο Άντονι Πάννεκοκ (ΑΠ). Ο ΑΠ ήταν Ολλανδός κι έπαιρνε μέρος στη δουλειά της ΚΔ. Μάλιστα, ο ΑΠ υπερτόνιζε τη «συντηρητική» φύση των συνδικάτων, αν και αργότερα από το 1920.

Έγραφε χαρακτηριστικά: « […] Η ουσία του συνδικαλισμού δεν είναι επαναστατική, αλλά συντηρητική», (Άντον Πάννεκοκ, Ο συνδικαλισμός, σελ. 17, εκδ. Επαναστατική Αυτοοργάνωση, χ.χ.) Ο «Αριστερισμός» γράφτηκε για να απαντήσει στις απόψεις αυτών των κομμάτων και για να διανεμηθεί στους αντιπροσώπους του 2ου συνεδρίου της ΚΔ τυπωμένο σε τρεις γλώσσες, κάτι που δείχνει τη μεγάλη σημασία που έδιναν στην πολεμική απέναντι στο μέτωπο των αριστερίστικων απόψεων, τόσο ο Λένιν όσο και η ΚΔ.

Ο Λένιν έγραψε ένα από τα σπουδαιότερα πονήματα της μαρξιστικής φιλολογίας σε ζητήματα τακτικής και στρατηγικής, με συμπεράσματα που δεν αφορούν, στενά, στη συγκεκριμένη ιστορική περίοδο αλλά είναι διαχρονικά. Συνέτριψε με δομημένη και διαλεκτική επιχειρηματολογία όλες τις αιτιάσεις των νεαρών αριστερίστικων κομμάτων, δίνοντας ξεκάθαρο προσανατολισμό στο επαναστατικό κίνημα.

IV. Ο ΛΕΝΙΝ ΕΙΔΙΚΑ ΓΙΑ ΤΑ ΣΥΝΔΙΚΑΤΑ

Ο Λένιν απαντά κυρίως στις απόψεις των Γερμανών «αριστερών» για μη συμμετοχή στα αντιδραστικά συνδικάτα. Χαρακτηρίζει τις απόψεις αυτές ως παιδιάστικες και γελοίες ανοησίες και ειρωνεύεται την απόφασή τους να βγουν από τα υπάρχοντα συνδικάτα και να δημιουργήσουν την «εντελώς καινουργιούτσικη, την εντελώς καθαρούτσικη εργατική ένωση κτλ. κτλ. που τη σοφίστηκαν οι καλοί μας (και ασφαλώς στο μεγαλύτερο μέρος τους πολύ νεαροί) κομμουνιστές κτλ.», (Λένιν, Ο «Αριστερισμός», παιδική αρρώστια του κομμουνισμού, Άπαντα, τ. 42, σελ. 32, εκδ. Σύγχρονη Εποχή). Και συνεχίζει: «Τον αγώνα όμως ενάντια στην "εργατική αριστοκρατία" τον διεξάγουμε εξ' ονόματος της εργατικής μάζας και για να την τραβήξουμε με το μέρος μας. Τον αγώνα ενάντια στους οπορτουνιστές και σοσιαλσωβινιστές αρχηγούς τον διεξάγουμε για να τραβήξουμε την εργατική τάξη με το μέρος μας. θα ήταν ανοησία να ξεχνά κανείς αυτή τη στοιχειώδη και εξόφθαλμη αλήθεια. Και ακριβώς τέτοια ανοησία κάνουν οι "αριστεροί" γερμανοί κομμουνιστές, που από τον αντιδραστικό και αντεπαναστατικό χαρακτήρα των ηγετικών κύκλων των συνδικάτων βγάζουν το συμπέρασμα ότι. Οι κομμουνιστές πρέπει να βγουν από τα συνδικάτα!!να δημιουργήσουν νέες επινοημένες μορφές εργατικής οργάνωσης!! Αυτό είναι ασυγχώρητη βλακεία, που ισοδυναμεί με την πιο μεγάλη υπηρεσία που μπορούν να προσφέρουν οι κομμουνιστές στην αστική τάξη […] Να μη δουλεύεις μέσα στα αντιδραστικά συνδικάτα σημαίνει να εγκαταλείπεις τις λειψά αναπτυγμένες ή καθυστερημένες εργατικές μάζες στην επιρροή των αντιδραστικών ηγετών, των πρακτόρων της αστικής τάξης, των αριστοκρατών ηγετών ή των "αστοποιημένων εργατών" […]

» Η ανόητη ακριβώς "θεωρία" για τη μη συμμετοχή των κομμουνιστών στα αντιδραστικά συνδικάτα δείχνει με τον πιο ανάγλυφο τρόπο πόσο επιπόλαια οι "αριστεροί" κομμουνιστές αντικρίζουν το ζήτημα της επιρροής πάνω στις "μάζες" και πόση κατάχρηση κάνουν με τις κραυγές τους της λέξης "μάζα". Για να μπορέσεις να βοηθήσεις τις "μάζες" και να κατακτήσεις τη συμπάθειά τους, την αγάπη τους και την υποστήριξή τους δεν πρέπει να φοβάσαι τις δυσκολίες, δεν πρέπει να φοβάσαι τις στρεψοδικίες, τις τρικλοποδιές, τις προσβολές και τις καταδιώξεις από μέρους των "αρχηγών" [..] αλλά να δουλεύεις υποχρεωτικά εκεί που είναι οι μάζες. Πρέπει να είσαι σε θέση να κάνεις κάθε θυσία, να υπερνικάς τα πιο μεγάλα εμπόδια για να διεξάγεις μια συστηματική, επίμονη, σταθερή και υπομονετική προπαγάνδα και ζύμωση μέσα σε εκείνα ακριβώς τα ιδρύματα, τους συλλόγους και τις ενώσεις, ακόμη και στις πιο αντιδραστικές, όπου υπάρχουν προλεταριακές και μισοπρολεταριακές μάζες. Και τα συνδικάτα και οι εργατικοί συνεταιρισμοί (οι τελευταίοι τουλάχιστον ορισμένες φορές) είναι ακριβώς οργανώσεις όπου υπάρχει μάζα […]», οι υπογραμμίσεις στο πρωτότυπο, (Λένιν, Ο «Αριστερισμός», παιδική αρρώστια του κομμουνισμού, Άπαντα, τ. 42, σελ. 36-37, εκδ. Σύγχρονη Εποχή).

Ο Λένιν απαντά με κατηγορηματικό τρόπο και στο ζήτημα της πολιτικοποίησης των συνδικάτων: «Δεν θα μπορούσε να φανταστεί κανείς μεγαλύτερο παραλογισμό, μεγαλύτερη ζημιά για την επανάσταση απ' αυτή που φέρνουν οι "αριστεροί" επαναστάτες! Ακόμη και τώρα στη Ρωσία, αν ύστερα από 21/2 χρόνια πρωτοφανέρωτες νίκες ενάντια στην  αστική τάξη της Ρωσίας και της Αντάντ βάζαμε σαν όρο εγγραφής στα συνδικάτα την "αναγνώριση της δικτατορίας", θα κάναμε ανοησία (!), θα καταστρέφαμε την επιρροή μας στις μάζες, θα βοηθούσαμε τους μενσεβίκους. Γιατί όλο το καθήκον των κομμουνιστών είναι ακριβώς να ξέρουν να πείθουν τους καθυστερημένους, να ξέρουν να δουλεύουν ανάμεσά τους και όχι να απομονώνονται απ' αυτούς με επινοημένα, παιδιάστικα-"αριστερά" συνθήματα», οι υπογραμμίσεις στο πρωτότυπο, (Λένιν, Ο «Αριστερισμός», παιδική αρρώστια του κομμουνισμού, Άπαντα, τ. 42, σελ.37-38, εκδ. Σύγχρονη Εποχή).

Για το Λένιν η τακτική διάσπασης των συνδικάτων είναι τακτική που ευνοεί τον ταξικό αντίπαλο: «Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι οι κύριοι Γκόμπερς, Χέντερσον, Ζουώ και Λεγκίν θα χρωστούν μεγάλη ευγνωμοσύνη στους "αριστερούς" αυτούς επαναστάτες [..]», (Λένιν, Ο «Αριστερισμός», παιδική αρρώστια του κομμουνισμού, Άπαντα, τ. 42, σελ.38, εκδ. Σύγχρονη Εποχή).

Ο Λένιν τοποθετείται και για τον προσανατολισμό που πρέπει να υπάρξει στην ΚΔ: «Η Εκτελεστική Επιτροπή της ΙΙΙ Διεθνούς πρέπει, κατά την προσωπική μου γνώμη, να καταδικάσει ανοικτά και να προτείνει στο επόμενο συνέδριο της Κομμουνιστικής Διεθνούς να καταδικαστεί τόσο γενικά η πολιτική της μη συμμετοχής στα αντιδραστικά συνδικάτα [..] Η ΙΙΙ Διεθνής πρέπει να ξεκόψει από την τακτική της ΙΙ και να μην προσπερνά τα φλέγοντα ζητήματα, να μην τα σκεπάζει, αλλά να τα βάζει ανοικτά. Είπαμε καταπρόσωπα όλη την αλήθεια στους "ανεξάρτητους" […], καταπρόσωπα πρέπει να πούμε όλη την αλήθεια και στους "αριστερούς" κομμουνιστές», η υπογράμμιση δική μας (Λένιν, Ο «Αριστερισμός», παιδική αρρώστια του κομμουνισμού, Άπαντα, τ. 42, σελ.38-39, εκδ. Σύγχρονη Εποχή).

V. Η ΚΔ ΓΙΑ ΤΑ ΣΥΝΔΙΚΑΤΑ

Ο Λένιν, όπως ήδη είδαμε δεν αφήνει κανένα περιθώριο παρερμηνειών για το ζήτημα της συμμετοχής. Θα λέγαμε ότι η θέση του για συμμετοχή στα αντιδραστικά σωματεία αποκτά την ισχύ θέσης αρχής.

Το επόμενο συνέδριο της ΚΔ ακολούθησε, άραγε, τις διδαχές του Λένιν; Ας δούμε τη σχετική απόφαση: «Οι κομμουνιστές θεωρούν ότι οι στόχοι και η ζωή των συνδικαλιστικών οργανώσεων έχουν μεγαλύτερη σημασία από την εξωτερική μορφή που παίρνουν κι έτσι δεν πρέπει να διστάζουν να προκαλούν τη διάσπαση των συνδικαλιστικών οργανώσεων, εάν η άρνηση να το κάνουν θα ισοδυναμούσε με άρνηση να εμπλακούν στην επαναστατική δράση, μέσα στα συνδικάτα, στην προσπάθειά τους να τα μετατρέψουν σε όπλα του επαναστατικού αγώνα και με άρνηση να οργανώσουν τα τμήματα του προλεταριάτου που υφίστανται τη μεγαλύτερη εκμετάλλευση. Αλλά και όταν μια τέτοια διάσπαση αποδεικνύεται αναγκαία, πρέπει να συντελείται μόνο όταν οι κομμουνιστές κατορθώσουν -μέσα από την ενεργή συμμετοχή τους στον οικονομικό αγώνα και από το συνεπή αγώνα ενάντια στους οπορτουνιστές ηγέτες και τις τακτικές τους- να πείσουν τις πλατιές μάζες ότι η διάσπαση επιχειρείται όχι για χάρη κάποιων μακρινών επαναστατικών σκοπών που οι μάζες δεν καταλαβαίνουν ακόμη, αλλά για χάρη των πιο άμεσων και συγκεκριμένων συμφερόντων της εργατικής τάξης και της ανάπτυξης του οικονομικού της αγώνα. Σε περίπτωση που η διάσπαση είναι αναγκαία, οι κομμουνιστές πρέπει συνεχώς και προσεκτικά να εξετάζουν τις τακτικές τους για να διασφαλίσουν ότι η διάσπαση δε θα οδηγήσει στην απομόνωση των κομμουνιστών από τις μάζες» (3η Διεθνής, Τα τέσσερα πρώτα συνέδρια, Το συνδικαλιστικό κίνημα και οι εργοστασιακές επιτροπές και η 3η Διεθνής, σελ. 143-144, εκδ. Εργατική Πάλη, χ.χ.).

Στο παραπάνω απόσπασμα έχουμε να παρατηρήσουμε τα εξής:

1) Το κείμενο της ΚΔ δεν είναι πλήρως εναρμονισμένο με τον προσανατολισμό που χάραξε ο Λένιν. Να σημειωθεί πως η χρονική διάρκεια που παρεμβλήθηκε ανάμεσα στον «Αριστερισμό» του Λένιν και στο ντοκουμέντο της ΚΔ ήταν μόλις δυο μήνες, πολύ μικρό χρονικό διάστημα για να προέκυψε κάτι δραματικό για να αλλάξει ο προσανατολισμός του Λένιν (Ιούνιο του 1920 εκδόθηκε ο «Αριστερισμός», Αύγουστο του 1920 βγήκε το ντοκουμέντο της ΚΔ). Το κείμενο της ΚΔ εκφράζει την ιδεολογική αντιπαράθεση που υπήρχε στους κόλπους της ΚΔ. Άλλωστε, το τελευταίο απόσπασμα του Λένιν που παραθέσαμε δείχνει και την αγωνία του για να υπάρχει απόφαση σε σωστή βάση.

2) Η προσπάθεια συγκερασμού διαφορετικών απόψεων φαίνεται από τις αντιφάσεις και τις ασάφειες στο ντοκουμέντο της ΚΔ. Το ντοκουμέντο κάνει λόγο για την ανάγκη οργάνωσης και δράσης εκείνου του τμήματος της εργατικής τάξης που υφίσταται τη μεγαλύτερη εκμετάλλευση, παραβλέποντας τα υπόλοιπα τμήματα και πέφτοντας σε έναν απαράδεκτο εργατισμό. Στον «Αριστερισμό» του Λένιν δεν υπάρχει κανένας τέτοιος διαχωρισμός. Κι ακόμη: τι νόημα έχει να διασπαστούν τα συνδικάτα όταν πειστούν για αυτό πλατιές μάζες εργατών; Μα αν πειστούν οι πλατιές μάζες τότε θα έχεις και τη δυνατότητα αλλαγής συσχετισμών, εντός των ήδη υπαρχόντων συνδικάτων. Κι αφού εξασφαλίσεις τη στήριξη των πλατιών μαζών προκειμένου να πας σε διάσπαση γιατί θα πρέπει να είσαι προσεκτικός για να μην απομονωθείς;

3) Συχνά θεωρείται ότι την εισήγηση στην ΚΔ την έκανε ο Λένιν. Δυστυχώς για όσους το υποστηρίζουν ή το υπονοούν, θα πρέπει να ξέρουν ότι την εισήγηση την έκανε ο Ράντεκ, κάτι που αναφέρεται στην αγγλόφωνη έκδοση των ντοκουμέντων της ΚΔ (The Communist International in Lenin's Time, Proccedings and Documents of the Second Congress, 1920, Volume 1, p. 1005, Pathfinder, New York, London, Montreal, Sydney). Να θυμίσουμε ότι ο Ράντεκ ανήκε στο μπολσεβίκικο κόμμα από το 1917, το 1918 ήταν «αριστερός» κομμουνιστής και από το 1923 μέλος της τροτσκιστικής αντιπολίτευσης. Επομένως, ο Λένιν ουδέποτε εισηγήθηκε το σχετικό κείμενο, κάτι που αν έκανε θα αναιρούσε τον ίδιο του τον εαυτό.

Σε κάθε περίπτωση, παρά τις αδυναμίες και τις αντιφάσεις του ντοκουμέντου της ΚΔ, κανείς δεν μπορεί να ισχυριστεί ότι μέσω αυτού του ντοκουμέντου καλείται η εργατική τάξη να πάει σε μαζική διάσπαση των συνδικάτων. Οι προϋποθέσεις που τίθενται είναι αυστηρές και αυτό δε χωρά πολλές παρερμηνείες.

Η ΚΔ συνέχισε στην ίδια ρότα στα μετέπειτα συνέδριά της; Η απάντηση είναι αρνητική. Στο 3ο συνέδριο που πραγματοποιήθηκε τον επόμενο χρόνο, δηλαδή το 1921, το πνεύμα είναι διαφοροποιημένο:« […]Το καθήκον των κομμουνιστών είναι να εξηγήσουν στο προλεταριάτο ότι τα προβλήματά του δε θα λυθούν αν εγκαταλείψουν τα παλιά συνδικάτα για να δημιουργήσουν καινούρια ή αν μείνουν έξω από αυτά, αλλά αν τα επαναστατικοποιήσουν, απαλλάσοντάς τα από τη ρεφορμιστική επιρροή και τους προδότες ρεφορμιστές ηγέτες, και αν τα μετατρέψουν σε πραγματικά προπύργια του επαναστατικού προλεταριάτου.

»Στην περίοδο που μας έρχεται, το κύριο καθήκον όλων των κομμουνιστών είναι να διεξάγουν ένα σταθερό και ρωμαλέο αγώνα για να κατακτήσουν την πλειοψηφία των συνδικαλισμένων. Οι κομμουνιστές δεν πρέπει να αποθαρρύνονται  από τις αντιδραστικές τάσεις που εκδηλώνουν σήμερα τα εργατικά συνδικάτα αλλά πρέπει να προσπαθούν να υπερνικήσουν όλη την αντίσταση και, με την ενεργητική συμμετοχή τους στους καθημερινούς αγώνες, να κερδίσουν τα συνδικάτα με το μέρος του κομμουνισμού. Το πραγματικό μέτρο για την εκτίμηση της δύναμης ενός κομμουνιστικού κόμματος είναι η επιρροή που ασκεί πάνω στη μάζα των συνδικαλισμένων εργατών. Το κόμμα πρέπει να μάθει πώς να ασκεί επιρροή στα συνδικάτα χωρίς να μπαίνει στον πειρασμό να τα κηδεμονεύσει […]», (3η Διεθνής, Τα τέσσερα πρώτα συνέδρια, Η Κομμουνιστική Διεθνής και η Κόκκινη Συνδικαλιστική Διεθνής. Ο αγώνας εναντίον της συνδικαλιστικής (αντεργατικής) Διεθνούς του Άμστερνταμ, σελ. 334, εκδ. Εργατική Πάλη, χ.χ.).

Ομοίως στο 4ο συνέδριο που πραγματοποιήθηκε το 1922, διαπιστώνεται ότι: «15. Η θεωρία της αυτονομίας, όπως τη διατυπώνουν οι γάλλοι, οι ιταλοί και οι ισπανοί αναρχοσυνδικαλιστές, αποτελεί με λίγα λόγια πολεμική κραυγή του αναρχισμού εναντίον του κομμουνισμού. Οι κομμουνιστές μέσα στα συνδικάτα πρέπει να καταπολεμήσουν αποφασιστικά αυτή την προσπάθεια των αναρχοσυνδικαλιστών να εισάγουν λαθραία, κάτω από τη σημαία της αυτονομίας, αυτό το αναρχικό βρομοεμπόρευμά τους ώστε να μη διαιρεθεί το εργατικό κίνημα σε εχθρικά μεταξύ τους τμήματα και να μην επιβραδυνθεί ή παρεμποδιστεί ο θρίαμβος της εργατικής τάξης […]

»21. Το σύνθημα της Κομμουνιστικής Διεθνούς ("ενάντια στη διάσπαση των συνδικάτων")πρέπει να εφαρμοστεί εξίσου δραστήρια όπως και στο παρελθόν, παρά τις λυσσασμένες διώξεις στις οποίες υποβάλλουν τους κομμουνιστές οι ρεφορμιστές σε όλες τις χώρες. Οι ρεφορμιστές επιδιώκουν να παρατείνουν το σχίσμα με τους αποκλεισμούς και τις διαγραφές. Διώχνοντας συστηματικά τα καλύτερα στοιχεία των συνδικάτων ελπίζουν να κάνουν τους κομμουνιστές να χάσουν την ψυχραιμία τους, να φύγουν από τα συνδικάτα, εγκαταλείποντας το καλομελετημένο σχέδιό τους δηλαδή της κατάκτησης των οργανώσεων αυτών από το εσωτερικό τους, και να ταχθούν υπέρ του σχίσματος. Αλλά δε θα μπορέσουν οι ρεφορμιστές να καταφέρουν αυτό που θέλουν.

»22. Το σχίσμα του συνδικαλιστικού κινήματος, ιδιαίτερα στις σημερινές συνθήκες, αποτελεί το μεγαλύτερο κίνδυνο για το εργατικό κίνημα στο σύνολό του. Το σχίσμα στα εργατικά συνδικάτα θα έριχνε την εργατική τάξη πολλά χρόνια πίσω, γιατί η μπουρζουαζία θα μπορούσε τότε να ξαναπάρει εύκολα πίσω τις πιο στοιχειώδεις εργατικές κατακτήσεις. Οι κομμουνιστές πρέπει με κάθε μέσο να εμποδίσουν το συνδικαλιστικό σχίσμα. Με όλα τα μέσα, με όλες τις δυνάμεις των οργανώσεών τους, πρέπει να εμποδίσουν την εγκληματική ελαφρότητα με την οποία οι ρεφορμιστές σπάζουν τη συνδικαλιστική ενότητα.

»23. Στις χώρες όπου υπάρχουν παράλληλα δύο εθνικές συνδικαλιστικές συνομοσπονδίες (Ισπανία, Γαλλία, Τσεχοσλοβακία, κ.λπ.) οι κομμουνιστές πρέπει να αγωνιστούν συστηματικά για την ενοποίηση αυτών των παράλληλων οργανώσεων. Εφόσον υπάρχει αυτός ο σκοπός της συγχώνευσης των συνδικάτων, που σήμερα είναι διασπασμένα, δεν είναι καθόλου λογικό να αποσπούμε τους μεμονωμένους κομμουνιστές και τους επαναστάτες εργάτες από ρεφορμιστικά συνδικάτα μεταφέροντάς τους στα επαναστατικά συνδικάτα. Κανένα ρεφορμιστικό συνδικάτο δεν πρέπει να μείνει χωρίς επαναστατική ζύμη. Η ενεργητική εργασία των κομμουνιστών και στα δυο συνδικάτα που υπάρχουν παράλληλα, αποτελεί προϋπόθεση για την αποκατάσταση της ενότητας που υπάρχει σήμερα», οι υπογραμμίσεις δικές μας (3η Διεθνής, Τα τέσσερα πρώτα συνέδρια, Θέσεις για την κομμουνιστική δράση μέσα στο συνδικαλιστικό κίνημα, σελ. 424-425, εκδ. Εργατική Πάλη, χ.χ.).

Το 1921 ιδρύεται η Κόκκινη Διεθνής των Εργατικών Συνδικάτων (ΚΔΕΣ) που αποτελούσε τη Διεθνή μιας σειράς συνδικάτων με προσανατολισμό στην ταξική πάλη και όχι στην ταξική συνεργασία. Στο ιδρυτικό συνέδριο υπήρξαν έντονες αντιπαραθέσεις και διαφωνίες. Ένα από τα ζητήματα που προκάλεσε αυτές τις αντιπαραθέσεις ήταν αυτό των διπλών συνδικαλιστικών οργανώσεων. Πρέσβεις της άποψης για την ανάγκη ύπαρξης διπλών συνδικαλιστικών οργανώσεων ήταν οι αριστεριστές και τα αναρχοσυνδικαλιστικά στοιχεία. Ωστόσο μετά από τη σχετική διαπάλη η απόφαση του συνεδρίου ήταν ξεκάθαρη: «τα πιο συνειδητά, επαναστατικά, δραστήρια στοιχεία θα πρέπει να ανήκουν οργανικά και να δουλεύουν εκεί που βρίσκονται η μάζα της εργατικής τάξης: στα εργοστάσια, στους τόπους δουλειάς, στους μικρότερους πυρήνες των συνδικάτων, προσπαθώντας παντού να εξασφαλίσουν υπεύθυνες ηγετικές θέσεις μέσα στο εργατικό κίνημα, από τη βάση ως την κορυφή», (Βλέπε αναλυτικότερα Ουίλιαμ Φόστερ, Η ιστορία του παγκόσμιου συνδικαλιστικού κινήματος, τ. Β', σελ. 56, εκδ. Εταιρεία Ελληνικού Βιβλίου, 1978).

Ωστόσο, υπήρξε και ένα λάθος που αφορούσε στη σχέση της ΚΔΕΣ με την ΚΔ. Το συνέδριο αποφάσισε τη στενότερη δυνατή σύνδεση της ΚΔΕΣ με την ΚΔ. Όμως «Η αποκατάσταση οργανικών δεσμών ανάμεσα στις δυο Διεθνείς, υπήρξε πάντως ένα λάθος τακτικής. Γιατί έτεινε να στενέψει την ΚΔΕΣ, μια και πλατιές μάζες εργατών σε όλο τον κόσμο δεν ήταν έτοιμες να δουλέψουν σε τόσο στενή συνεργασία με τα κομμουνιστικά κόμματα πολύ περισσότερο γιατί η διεθνής κατάσταση δεν ήταν τόσο επαναστατική ώστε να σπρώξει τις μάζες να υπερπηδήσουν τους δισταγμούς τους και να αποδεχθούν χωρίς επιφυλάξεις την πολιτική ηγεσία των κομμουνιστικών κομμάτων. Κατά συνέπεια, στο δεύτερο συνέδριο της ΚΔΕΣ, το 1922, η αμοιβαία αντιπροσώπευση καταργήθηκε ύστερα από πρόταση της Γενικής Συνομοσπονδίας Εργατών Γαλλίας και η συνεργασία των δυο Διεθνών συνεχίστηκε χωρίς πια να υπάρχει οργανικός δεσμός», (Ουίλιαμ Φόστερ, Η ιστορία του παγκόσμιου συνδικαλιστικού κινήματος, τ. Β', σελ. 57-58, εκδ. Εταιρεία Ελληνικού Βιβλίου, 1978).

Μετά από όλα αυτά, εκείνο που έχει αξία είναι να δούμε ποια από τις δυο γραμμές «περπάτησε»: αυτή των αριστεριστών ή η λενινιστική; Ας πάρουμε για παράδειγμα την περίπτωση των Γερμανών κομμουνιστών που ήταν φορείς της αντίληψης περί αναγκαιότητας ύπαρξης παράλληλων συνδικάτων. Το αριστερίστικο KAPD (το δημιούργησαν οι «υπεραριστεροί» που διασπάστηκαν από το Κομμουνιστικό Κόμμα Γερμανίας το KPD δηλ. το Κομμουνιστικό Κόμμα Γερμανίας) δεν κατάφερε απολύτως τίποτα, παρά μόνο να αποσπάσει κάποιους εργάτες από το Κομμουνιστικό Κόμμα Γερμανίας και στη συνέχεια να εξαφανιστεί. Κανένα εργατικό κίνημα δεν αναπτύχθηκε στη βάση των «κόκκινων» συνδικάτων. Αντίστοιχη ήταν και η πορεία του αναρχοσυνδικαλισμού που παρήκμασε μετά το 1921. Αντίθετα όπου το εργατικό κίνημα πορεύτηκε με τον προσανατολισμό της ΚΔ και του Λένιν, «πάτησε στα πόδια του», είχε ανάπτυξη και κατακτήσεις. Η πράξη ήταν ανέκαθεν ο καλύτερος δάσκαλος.

VI. Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΜΠΕΙΡΙΑ

Το 1920 συνέρχεται το 2ο συνέδριο της ΓΣΕΕ στην Αθήνα. Τρεις ήταν οι τάσεις που εμφανίστηκαν κατά τη διεξαγωγή του συνεδρίου: μία που υποστήριζε τη συνεργασία της ΓΣΕΕ με το ΣΕΚΕ (Κ), μία που υποστήριζε τη συγχώνευση της ΓΣΕΕ με το κόμμα και μία που διατύπωσε την ανάγκη να μείνει η ΓΣΕΕ έξω από κάθε κόμμα. Επικράτησε η πρώτη κι έγινε γνωστή ως η άποψη της «οργανικής σύνδεσης» του ΣΕΚΕ με τη ΓΣΕΕ. Όμως «Η θέση αυτή δεν ήταν σωστή, γιατί παραβίαζε και κατέλυε την οργανωτική αυτοτέλεια της ΓΣΕΕ, περιόριζε τη μαζικοποίησή της και αντικειμενικά αλλοίωνε το ρόλο και το χαρακτήρα της. Μια πρώτη αρνητική συνέπεια ήταν αν παραμείνουν έξω από τη ΓΣΕΕ οι ομοσπονδίες των σιδηροδρομικών και των (Ιστορικό τμήμα της ΚΕ του ΚΚΕ, Δοκίμιο ιστορίας του ΚΚΕ, Α' τόμος, 1918-1949, σελ. 110, εκδ. Σύγχρονη Εποχή, 1995).

Στο 3ο συνέδριο (1926) διορθώνεται η εσφαλμένη γραμμή. Η ΚΕ του ΚΚΕ με γράμμα της προς το σώμα σημείωνε ότι «χάριν της ενότητος της εργατικής τάξεως, διακόπτει την οργανικήν σύνδεσίν του με τη Γενική Συνομοσπονδίαν Εργατών και κηρύσσεται υπέρ της πλήρους οργανικής ανεξαρτησίας της…» (Το ΚΚΕ Επίσημα κείμενα, τόμος δεύτερος, σελ. 124, εκδ. Σύγχρονη Εποχή).

Για να ανατραπεί ο συσχετισμός δυνάμεων μέσα στο 3ο συνέδριο, η παγκαλική δικτατορία προέβη στη σύλληψη 110 αριστερών συνέδρων. Έτσι, έγινε κατορθωτό να αρπάξουν τη διοίκηση της ΓΣΕΕ οι ρεφορμιστές. Η πραξικοπηματική αυτή ενέργεια δεν ήταν η μόνη. Ακολούθησε η προσπάθεια να μετατραπούν τα συνδικάτα σε όργανα της δικτατορίας, οι αθρόες διαγραφές σωματείων και συνδικαλιστών που συνοδεύονταν και από συλλήψεις. Αυτή ήταν μια ιδιότυπη διάσπαση του εργατικού κινήματος μέσα από ωμές παρεμβάσεις και την άσκηση τρομοκρατίας.

Μπροστά σε αυτή την κατάσταση τέθηκαν σοβαρά ερωτήματα για τη δράση, την παρέμβαση και την οργάνωση των ταξικών δυνάμεων. Έτσι, στο 4ο συνέδριο του ΚΚΕ (Δεκέμβριος του 1928) αποφασίζει ότι: « […] Άμεσο κεντρικό καθήκον του κόμματος είναι η εργασία για τη σύγκληση του ενωτικού πανελλαδικού συνεδρίου, η συγκέντρωση των ταξικών δυνάμεων του συνδικαλιστικού κινήματος, η επανίδρυση του ταξικού κέντρου των συνδικάτων για τη οργάνωση και τη διεξαγωγή των οικονομικών αγώνων της εργατικής τάξης […]», (Γιώργη Κατσούλη, Ιστορία του Κομμουνιστικού Κόμματος Ελλάδας, τ. Γ', 1927-1933, σελ. 96, εκδ. Νέα Σύνορα, χ.χ.). Με άλλα λόγια αποφασίζεται η ίδρυση ενός νέου τριτοβάθμιου εργατικού σωματείου. Η απόφαση αυτή υλοποιείται το Φεβρουάριο του 1929 και ιδρύεται η Ενωτική ΓΣΕΕ. Έτσι, μέσα στο εργατικό κίνημα υπάρχουν πλέον δύο τριτοβάθμιες εργατικές ενώσεις.

Ήταν σωστή η απόφαση αυτή; Να πώς αντιμετωπίζει – και θεωρούμε σωστά –  αυτό το ερώτημα το 1ο δοκίμιο της ιστορίας του ΚΚΕ: «Η απόφαση για την ίδρυση της Ενωτικής ΓΣΕΕ, παρά τις αντίξοες συνθήκες που είχαν δημιουργήσει η παγκαλική δικτατορία και οι κατοπινές κυβερνήσεις, παρά τους αντιδημοκρατικούς και αντεργατικούς νόμους, τις συλλήψεις, τις διώξεις, τις διαγραφές σωματείων και συνδικαλιστών, παρά το γενικότερο κλίμα που επικρατούσε εκείνη την εποχή στο παγκόσμιο εργατικό κίνημα, με την ύπαρξη κόκκινων και κίτρινων συνδικάτων, είχε επιβληθεί από τα πράγματα, αλλά ήταν κάπως βιαστική, γιατί δεν είχαν εξαντληθεί ακόμη όλα τα περιθώρια και οι μορφές του αγώνα. Η συγκρότηση, αρχικά, 15μελούς επιτροπής αγώνα ήταν σωστή. Η Επιτροπή αυτή θα μπορούσε και να καθοδηγήσει, αλλά και να συσπειρώσει καλύτερα την εργατική τάξη, χωρίς να προχωρήσει στην ίδρυση και της δεύτερης ΓΣΕΕ», οι υπογραμμίσεις δικές μας (Ιστορικό τμήμα της ΚΕ του ΚΚΕ, Δοκίμιο ιστορίας του ΚΚΕ, Α' τόμος, 1918-1949, σελ. 211, εκδ. Σύγχρονη Εποχή, 1995).

Ορόσημο στη μετέπειτα εξέλιξη του εργατικού κινήματος μπορεί να θεωρηθεί το 1934, οπότε και πραγματοποιείται η 6η ολομέλεια, ένα κομματικό όργανο που θεωρείται ότι έχει ξεχωριστή θέση στην ιστορία του ΚΚΕ (Ιστορικό τμήμα της ΚΕ του ΚΚΕ, Δοκίμιο ιστορίας του ΚΚΕ, Α' τόμος, 1918-1949, σελ. 254, εκδ. Σύγχρονη Εποχή, 1995). Θεωρούμε ότι η αλλαγή που επήλθε και που σχετιζόταν με τη διόρθωση της στρατηγικής του κόμματος (πριν θεωρούνταν πως η επικείμενη επανάσταση θα ήταν σοσιαλιστική, η 6η ολομέλεια εκτίμησε ότι η επανάσταση εργατών και αγροτών θα είχε αστικοδημοκρατικό χαρακτήρα με τάσεις γρήγορης μετεξέλιξης σε προλεταριακή σοσιαλιστική επανάσταση), σταδιακά έφερε σημαντικές αλλαγές και στην τακτική του κόμματος που χαρακτηριζόταν μέχρι τότε, συχνά, από αριστερίστικη λογική. Έτσι, εγκαταλείφθηκε σταδιακά η θεωρία του σοσιαλφασισμού που εξίσωνε το φασισμό με τη σοσιαλδημοκρατία και υπήρξαν διαδοχικά ανοίγματα μέσα στο εργατικό κίνημα.

Αναφέρουμε ορισμένα ενδεικτικά παραδείγματα που υπογραμμίζουν την αλλαγή στην τακτική του ΚΚΕ:

1) Το Σεπτέμβριο του 1934, το ΚΚΕ και η Ενωτική ΓΣΕΕ απηύθυναν ανοικτό γράμμα προς όλους τους εργαζόμενους της χώρας, τη ΓΣΕΕ, τα Ανεξάρτητα Συνδικάτα, το Αγροτικό Κόμμα, το Σοσιαλιστικό Κόμμα και τη ΓΣΕΒΕ με το οποίο επιζητούσαν την αντιφασιστική ενότητα δράσης. Τον Οκτώβριο υπογράφηκε σύμφωνο κοινής δράσης για την αποσόβηση του κινδύνου επιβολής στρατιωτικοφασιστικής δικτατορίας και ανάμεσα στους υπόλοιπους υπέγραφαν και η Ενωτική ΓΣΕΕ και η ΓΣΕΕ.

2) Κατά την απεργία στις 9 Μάη του 1934 που πραγματοποιήθηκε στην Καλαμάτα δολοφονήθηκαν απεργοί εργάτες με διαταγή των κυβερνητικών αρχών. Αυτό αποτέλεσε αφορμή προκειμένου να γίνει σύσκεψη της Ενωτικής ΓΣΕΕ, της ΓΣΕΕ και των Ανεξάρτητων Συνδικάτων και να βγει κοινή διακήρυξη που δημοσιεύτηκε στον Τύπο, με βάση την οποία καλούνταν οι εργάτες σε συμμετοχή πανελλαδικής απεργίας.

3) Στις 2 Ιουλίου του 1935 με πρωτοβουλία του ΚΚΕ καλούνται φορείς και κόμματα, ανάμεσά τους και η ΓΣΕΕ, προκειμένου να δημιουργηθεί Πανελλαδικός Αντιφασιστικός Συνασπισμός.

4) Τον Απρίλιο του 1936 κατεβαίνουν σε απεργία διαρκείας οι καπνεργάτες του Βόλου, της Θεσσαλονίκης, της Ξάνθης, της Δράμας και της Καβάλας, ζητώντας την εφαρμογή της συλλογικής σύμβασης εργασίας. Στις 9 Μαΐου η Ενωτική ΓΣΕΕ και η ΓΣΕΕ δημοσίευσαν κοινή ανακοίνωση με την οποία καλούσαν τους απεργούς να συνεχίσουν τον αγώνα τους μέχρι τη νίκη. Στην ίδια ανακοίνωση οι δυο συνομοσπονδίες δήλωσαν ότι θα εκπροσωπούν από κοινού τους καπνεργάτες στις διαπραγματεύσεις τους με την κυβέρνηση και τους καπνέμπορούς και αυτό αποτέλεσε μια έμπρακτη εκδήλωση ενός Ενιαίου Μετώπου Πάλης.

5) Στις 27 Ιουλίου του 1936 η Ενωτική ΓΣΕΕ και η ΓΣΕΕ, δημοσίευσαν κοινή ανακοίνωση με την οποία καλούσαν τους εργαζόμενους Αθήνας και Πειραιά να κατέβουν στις 5 Αυγούστου σε 24ωρη πανεργατική απεργία διαμαρτυρίας για το νομοσχέδιο Μεταξά, με το οποίο δημεύονταν κεφάλαια ασφαλιστικών ταμείων.

6) Στις 16 Ιουλίου του 1941 ιδρύεται το Εργατικό Εθνικό Απελευθερωτικό Μέτωπο (ΕΕΑΜ) από τις τρεις παρατάξεις του συνδικαλιστικού κινήματος: την Ενωτική ΓΣΕΕ (υπό την επιρροή του ΚΚΕ), τη ΓΣΕΕ (υπό την επιρροή των ρεφορμιστών) και τα Ανεξάρτητα Συνδικάτα (υπό την επιρροή του Σοσιαλιστικού Κόμματος). Βασικοί σκοποί του ΕΕΑΜ ήταν: η οργάνωση της πάλης των εργατών για τις καθημερινές οικονομικές διεκδικήσεις, η υπεράσπιση των συνδικαλιστικών δικαιωμάτων των εργατών, η πάλη κατά της αισχροκέρδειας και της μαύρης αγοράς. Επίσης, στόχος ήταν να εργαστεί για τη συγκρότηση Πανελλαδικού Εθνικού Απελευθερωτικού Μετώπου, από όλα τα κόμματα και τις κάθε είδους οργανώσεις που θέλουν να παλέψουν για το διώξιμο του ξένου κατακτητή και την απελευθέρωση της Ελλάδας από τον ξένο ζυγό.

7) Μετά την κατοχή ιδρύεται ο ΕΡΓΑΣ στις 30 Μαρτίου του 1945 που αποτελείται από παρατάξεις προσκείμενες στην αριστερά, αλλά βάση του ΕΡΓΑΣ αποτέλεσε το ΕΕΑΜ. Σκοπός του ΕΡΓΑΣ δεν ήταν η δημιουργία νέας ΓΣΕΕ. Ο ΕΡΓΑΣ δρούσε εντός της ΓΣΕΕ και εργαζόταν για να απομονώσει και να εκδιώξει όλους τους φασίστες από τα εργατικά σωματεία.

Έπειτα ακολουθεί μια σκληρή μάχη για την κηδεμονία του εργατικού κινήματος από την πλευρά του αστικού κράτους. Στις 27 Ιουλίου του 1946 το Συμβούλιο της Επικρατείας ακυρώνει το 8ο συνέδριο της ΓΣΕΕ στο οποίο στο μεταξύ έχει επικρατήσει με συντριπτικό τρόπο το ψηφοδέλτιο του ΕΡΓΑΣ, συγκεντρώνοντας ποσοστό πάνω από 80%. Ο υπουργός εργασίας διορίζει νέα προσωρινή διοίκηση στη ΓΣΕΕ. Αντίστοιχη πρακτική ακολουθήθηκε στα σωματεία όλων των βαθμίδων. Κατόπιν αυτού του πραξικοπήματος στους κόλπους του εργατικού κινήματος, ακολουθεί μια περίοδο κρατικών παρεμβάσεων, διώξεων και φυλακίσεων συνδικαλιστικών στελεχών.

Το Δεκέμβριο του 1954 ξεσπά κρίση στο εσωτερικό της ΓΣΕΕ η οποία και διασπάται. Καρπός της διάσπασης είναι η νέα ΓΣΕΕ της οποίας ηγέτης ήταν ο Γονής που διετέλεσε αργότερα υπουργός Εργασίας της κυβέρνησης Παπάγου. Η Νέα ΓΣΕΕ σύμφωνα με κείμενα του δημοσιογραφικού οργάνου της (Εργατική Σημαία) δεν είναι κόμμα αλλά «[…] ΕΘΝΙΚΟΝ συνδικαλιστικόν όργανον της ΕΞΥΓΙΑΝΣΕΩΣ πιστεύον εις την αρχήν της τριμερούς συνεργασίας Κράτους-Εργοδοτών-Εργατών». Επίσης διευκρίνιζε ότι « Θα ΔΙΑΧΩΡΙΣΗ απολύτως τους εθνικόφρονας εργάτας από τους κομμουνιστάς και θα τους απομονώση», (Αναφέρεται στο: Δημήτρης Κατσορίδας, Βασικοί σταθμοί του εργατικού-συνδικαλιστικού κινήματος στην Ελλάδα 1870-2001, σελ. 115, εκδ. ΑΡΙΣΤΟΣ/ΓΣΕΕ, Αθήνα 2008). Η δημιουργία της Νέας ΓΣΕΕ αποτέλεσε μια προσπάθεια της αστικής τάξης να διασπάσει το εργατικό κίνημα και να του δώσει συντηρητικό προσανατολισμό.

Το Φεβρουάριο του 1962 συγκροτείται η κίνηση των 115 Συνεργαζόμενων Εργατοϋπαλληλικών Οργανώσεων. Ο αριθμός 115 δήλωνε τον αριθμό των σωματείων που αρχικά συγκρότησαν την κίνηση, όμως η δυναμική της κίνησης ήταν τέτοια που τα σωματεία ξεπέρασαν τα 800! Την κίνηση αυτή δημιούργησαν συνδικάτα που είχαν διαγραφεί από τη ΓΣΕΕ και συμμετείχαν στην ηγεσία του συνδικαλιστές με όχι ενιαίες πολιτικές αντιλήψεις. Βασικά αιτήματα ήταν: οι αυξήσεις μισθών, ημερομισθίων και συντάξεων, η εφαρμογή της εργατικής νομοθεσίας και των μέτρων για την πρόληψη ατυχημάτων στους χώρους εργασίας, η καταβολή του δώρου δηλαδή του 13ου μισθού, επί των πραγματικών αποδοχών και όχι των προβλεπόμενων από τις συμβάσεις. Παρά τη μεγάλη δυναμική της κίνησης (τα πάνω από 800 σωματεία) και την ικανότητα να συσπειρώνει πλατιές μάζες εργαζομένων (διαδηλώσεις με 100.000 εργαζόμενους) δεν τέθηκε στόχος δημιουργίας άλλης ΓΣΕΕ, αλλά παρέμβασης στο εργατικό κίνημα ώστε να κερδηθεί η ήδη υπάρχουσα ΓΣΕΕ.

Το 1985 είναι μια χρονιά κατά την οποία ανατρέπεται η εκλεγμένη διοίκηση της ΓΣΕΕ με δικαστική απόφαση και διορίζεται νέα διοίκηση. Πλην της ΠΑΣΚΕ οι υπόλοιπες παρατάξεις αρνούνται να συμμετάσχουν στη διορισμένη διοίκηση κι έτσι η νέα διορισμένη διοίκηση είναι μονοπαραταξιακή (ΠΑΣΚΕ). Αφορμή για το διορισμό νέας διοίκησης αποτέλεσε η παραίτηση 17 μελών της ΠΑΣΚΕ από την 45μελή διοίκηση της ΓΣΕΕ κι έτσι το δικαστήριο απεφάνθη ότι υπάρχει έλλειμμα διοίκησης. Τα γεγονότα που προηγήθηκαν έχουν ως εξής: στην ολομέλεια της ΓΣΕΕ στις 16 Οκτωβρίου του 1985 ξεσπά κρίση όταν δεν περνά η πρόταση για διεξαγωγή απεργίας (απάντηση στην εισοδηματική πολιτική της κυβέρνησης), αφού υπήρξε ισοψηφία (18-18). Στο μεταξύ είχαν διαφοροποιηθεί 7 μέλη της ΠΑΣΚΕ. Στη συνέχεια συγκροτήθηκε ένα συμμαχικό μέτωπο αποτελούμενο από τους 17 της ΕΣΑΚ-Σ, 2 του ΑΕΜ και τους 7 διαγραμμένους, πλέον, της ΠΑΣΚΕ. Τα δικαστήρια χρησιμοποιώντας νομικίστικα τερτίπια πήρε την απόφαση που, ήδη, έχουμε περιγράψει. Παρά το πραξικόπημα της κυβέρνησης ΠΑΣΟΚ και πάλι οι ταξικές δυνάμεις δεν μπήκαν στον πειρασμό για διάσπαση της ΓΣΕΕ και τη δημιουργία νέας εργατικής συλλογικότητας. Αν είχε χρησιμοποιηθεί η λογική της διάσπασης σε εκείνη τη φάση, τότε θα είχαν ικανοποιηθεί όλοι εκείνοι που απεργάζονταν τη διάλυση του συνδικαλιστικού κινήματος και θα είχε σημειωθεί ένα μεγάλο πισωγύρισμα στο εργατικό κίνημα (Για τα γεγονότα βλέπε αναλυτικότερα ΕΣΑΚ-Σ, ΓΣΕΕ 1985, Το πραξικόπημα, Αθήνα 1986 & Γιώργος Κουκουλές, Βασίλης Τζαννετάκος, Συνδικαλιστικό κίνημα 1981-1986 Η μεγάλη ευκαιρία που χάθηκε, εκδ. Οδυσσέας, 1986).

VII. Η ΠΡΟΣΦΑΤΗ ΕΜΠΕΙΡΙΑ

Τον Απρίλιο του 1999 ιδρύεται το Πανεργατικό Αγωνιστικό Μέτωπο (ΠΑΜΕ). Στο εγχείρημα συμμετέχουν το ΚΚΕ, το ΔΗΚΚΙ, τμήματα του παλιού ΚΚΕ «Εσωτερικού» και ανεξάρτητοι συνδικαλιστές. Το ΠΑΜΕ προσανατολίστηκε εξ' αρχής στη δημιουργία ενός ταξικού πόλου μέσα στο εργατικό κίνημα που θα πάλευε ενάντια στα ιδεολογήματα της ταξικής συναίνεσης και θα αποτελούσε ένα συσσωμάτωμα δυνάμεων με ριζοσπαστικό προσανατολισμό. Η παρουσία του ήταν διακριτή, η προσφορά του στο εργατικό κίνημα σημαντική, πρωτοστάτησε σε αγώνες, συνέβαλε στην ανάπτυξη αγώνων, έδωσε ελπίδα στην εργατική τάξη, πίεσε τη ΓΣΕΕ για αποφάσεις, αποκάλυψε την απάτη των κοινωνικών διαλόγων.

Ωστόσο, τα τελευταία χρόνια η στροφή της ηγεσίας του ΚΚΕ συνοδεύτηκε και από ανάλογη στροφή του ΠΑΜΕ. Οι ξεχωριστές πορείες έγιναν θέση αρχής και μάλιστα σε κρισιμότατες για το εργατικό κίνημα στιγμές. Τα αιτήματα που έθετε το ΠΑΜΕ ήταν μαξιμαλιστικά και κατέληγαν στο αίτημα της λαϊκής εξουσίας και λαϊκής οικονομίας (δικτατορία του προλεταριάτου). Τα συνδικαλιστικά συνθήματα άρχισαν σταδιακά να απογειώνονται. Για παράδειγμα ένα σύνηθες σύνθημα είναι το «ταξικά τα μέτρα, ταξική κι η πάλη, πάμε για ανατροπή και κοινωνία άλλη». Δηλαδή ακουγόταν και ακούγεται ένα σύνθημα που καλεί σε κατάληψη της εξουσίας, την ώρα που το εργατικό κίνημα δυσκολεύεται σοβαρά να απαντήσει στη σημερινή επίθεση του κεφαλαίου. Την ώρα που το ποσοστό των συνδικαλισμένων εργατών δεν υπερβαίνει το 20% και η επιρροή του ΠΑΜΕ είναι το 20% του 20%, δηλαδή επηρεάζει συνδικαλιστικά μόλις το 4% της εργατικής τάξης.

Οι δυνάμεις που συγκρότησαν αρχικά το ΠΑΜΕ άρχισαν να φυλλορροούν με αποτέλεσμα η ηγεσία του ΠΑΜΕ να απαρτίζεται, πλέον, μόνο από μέλη και φίλους του ΚΚΕ. Οι αγώνες άρχισαν να δίνονται όχι με όρους μαζικού λαϊκού κινήματος, αλλά ακτιβισμού. Αυτές οι επιλογές είχαν σοβαρά αρνητικά αποτελέσματα: σε μια σειρά εργατικών χώρων (που μάλιστα σε κάποιες περιπτώσεις μερικοί εξ' αυτών ανήκουν στην  καρδιά της εργατικής τάξης) η δύναμη του ΠΑΜΕ υποχώρησε μέσα σε συνθήκες καπιταλιστικής κρίσης και οξύτατης και άνευ προηγουμένου αντεργατικής αντεπίθεσης (Μέταλλο, Ναυπηγεία, ΟΣΝΙΕ, ιδιωτική εκπαίδευση, Σωματείο Ελλήνων Ηθοποιών κ.ά.). Ενώ μετά το 30ο συνέδριο της ΓΣΕΕ το 2001, το ΠΑΜΕ εξέλεξε 10 μέλη στα 45 της Εκτελεστικής Επιτροπής, στο 33ο συνέδριο του 2007 εξέλεξε 9 μέλη στα 45. Δηλαδή, ενώ το 2001 μετά από δυο διασπάσεις και σε αρνητικότατο για το ΚΚΕ κλίμα, η δύναμη του ΠΑΜΕ ήταν πολλαπλάσια της κομματικής επιρροής (σχεδόν πέντε φορές πάνω), στο επόμενο χρονικό διάστημα και με το ΚΚΕ να έχει ανασυγκροτηθεί η επιρροή του ΠΑΜΕ μειώθηκε.  Επιπλέον, με την τακτική που έχει επιλέξει η ηγεσία του ΚΚΕ και του ΠΑΜΕ κατάφεραν το ακατόρθωτο: να υπάρξουν γενικές απεργίες κατά τις οποίες τα μπλοκ της ΓΣΕΕ ήταν μαζικότερα από αυτά του ΠΑΜΕ.

Παράλληλα, υπήρξαν στιγμές που από στελέχη του ΚΚΕ υπονοούνταν η ανάγκη διάσπασης του εργατικού κινήματος. Για παράδειγμα ο Γιώργος Πέρρος, μέλος της διοίκησης της ΓΣΕΕ στο γενικό συμβούλιο του τριτοβάθμιου οργάνου κάλεσε την εργατική τάξη «να κόψει τον ομφάλιο λώρο από τη ΓΣΕΕ». Η έκκληση αυτή δεν είχε να κάνει με την ανάγκη η εργατική τάξη να πάρει αποστάσεις από την πλειοψηφία της ΓΣΕΕ, αλλά έθετε εμμέσως το θέμα της διάσπασης (Ριζοσπάστης, 19/12/2009). Εντύπωση προκαλεί και το γεγονός ότι αυτή η δήλωση του Γ.  Πέρρου αναπαράχθηκε από την εφημερίδα ΠΡΙΝ (Γιάννης Ελαφρός, «Κι όμως έγινε απεργία χωρίς τη ΓΣΕΕ», 20/12/2009). Στο ίδιο μήκος κύματος κινήθηκε και η ομιλία του Γιώργου Σκιαδιώτη στην απεργία της 23ης Φεβρουαρίου του 2011. Πιο προσεκτικός από το Γ. Πέρρο, κάλεσε την εργατική τάξη «σε κάθε τόπο δουλειάς, σε κάθε γραφείο, σε κάθε γειτονιά να χτίσουμε μαζικά ταξικά συνδικάτα, λαϊκές επιτροπές», (Ριζοσπάστης, 25/2/2011). Πού είναι το κακό, θα μπορούσε να αναρωτηθεί κάποιος, σε αυτή την πρόταση; Ο Γιώργος Σκιαδιώτης όφειλε να κάνει έκκληση για την ενδυνάμωση, τη μαζικοποίηση και τον αναπροσανατολισμό των ήδη υπαρχόντων σωματείων και τη δημιουργία νέων όπου αυτά δεν υπάρχουν. Το πρώτο, όμως, σκέλος της πρότασης απουσιάζει, όχι τυχαία, κι έτσι οδηγούμαστε μοιραία στο συμπέρασμα για την ανάγκη δημιουργίας «κόκκινων» συνδικάτων. Όντως, η ηγεσία του ΚΚΕ και του ΠΑΜΕ επιδιώκει τη δημιουργία «κόκκινων» συνδικάτων που η ιστορία, όπως είδαμε, τα καταδίκασε; Ας αφήσουμε την πράξη να μιλήσει: η ηγεσία προσανατόλισε το κόμμα να συγκροτήσει νέα σωματεία σε χώρους που ήδη υπήρχαν άλλα. Χαρακτηριστικές περιπτώσεις αποτελούν οι τράπεζες, οι ΟΤΑ, η ιδιωτική εκπαίδευση. Σε αυτούς τους χώρους δημιουργήθηκαν -ή πιο σωστά σύμφωνα με την έκφραση του Λένιν επινοήθηκαν- νέα σωματεία, τα οποία όχι μόνο δεν κατάφεραν να συσπειρώσουν εργαζόμενους παρά μόνο ελάχιστους, αλλά άφησαν στον κυβερνητικό κι εργοδοτικό συνδικαλισμό ελεύθερο το πεδίο δράσης.

«Κορυφαία» στιγμή της υποτίμησης των συνδικάτων και του εργατικού κινήματος αποτέλεσε η απόφαση της ηγεσίας του ΚΚΕ να αναγκάσει τα κομματικά του μέλη να πάρουν μέρος στην απεργία της 17ης Δεκεμβρίου του 2009 που κήρυξε το ΠΑΜΕ, χωρίς να υπάρχει απόφαση του σωματείου τους. Η απόφαση αυτή ήταν πρωτοφανής για τα ελληνικά και παγκόσμια δεδομένα του εργατικού κινήματος. Μετά την απεργία η ηγεσία του κόμματος πανηγύριζε πως επρόκειτο για απεργία σταθμό. Υπάρχει, όμως, ένα βασικότατο και αναπάντητο ερώτημα: αφού ήταν η απεργία τόσο πετυχημένη και αφού η επίθεση στις κατακτήσεις της εργατικής τάξης είναι αδιάκοπη και δεν έχει προηγούμενο, γιατί αυτού του είδους η απεργία δεν επαναλήφθηκε;

Βέβαια πρέπει να πούμε ότι το ΠΑΜΕ το τελευταίο χρονικό διάστημα δείχνει να κάνει μια στροφή. Συγκεκριμένα, ενώ στη απεργία που αναφέραμε ο Γ. Σκιαδιώτης καλούσε σε αγώνα «για άλλη πολιτική, για εργατική λαϊκή εξουσία» (Ριζοσπάστης, 25/2/2011), ενώ τα πλαίσια πάλης του ΠΑΜΕ τελείωναν με την ίδια επωδό της λαϊκής εξουσίας (βλέπε χαρακτηριστικά το πλαίσιο πάλης του 2008-2009), ενώ οι ξεχωριστές συγκεντρώσεις ήταν «ζήτημα ζωής και θανάτου», σημειώθηκαν ορισμένες αλλαγές: πλαίσια πάλης που απουσίαζε η οποιαδήποτε αναφορά στη λαϊκή εξουσία (βλέπε χαρακτηριστικά τα αιτήματα του ΠΑΜΕ, Ριζοσπάστης, 9/9/12) και προσπάθειες κοινών πορειών (απεργίες ΓΕΝΟΠ ΔΕΗ, απεργία ΔΟΕ, ΟΛΜΕ, ΟΙΕΛΕ, ΕΙΝΑΠ, ΟΤΑ στις 12/9/12).

Κατά τη γνώμη μας αυτή η στροφή δεν είναι ειλικρινής αφού δε συνοδεύεται από αυτοκριτική. Απλώς η ηγεσία του ΠΑΜΕ κάνει την ανάγκη φιλότιμο. Αν, επίσης, δει κάποιος την ανακοίνωση του ΠΓ της ΚΕ (ένθετο Ριζοσπάστη, 2/9/12), την αρθρογραφία του τελευταίου τεύχους της ΚΟΜΕΠ (τεύχος 4-5, 2012), το γεγονός ότι δεν ανακαλείται η απόφαση για τη δημιουργία «κόκκινων»  συνδικάτων και κυρίως το γεγονός ότι η ηγεσία επιμένει πεισματικά να μην παίρνει καμία αγωνιστική πρωτοβουλία προκειμένου να δημιουργηθεί ένα λαϊκό μέτωπο αντίστασης απέναντι στη σύγχρονη βαρβαρότητα, δεν μπορεί να έχει αυταπάτες για την παρούσα «στροφή». Οι «στροφές» του ΠΑΜΕ είναι προϊόν του εκλογικού στραπάτσου και της απομαζικοποίησης του και ως εκ τούτου είναι κινήσεις απολύτως καιροσκοπικές.

Δυστυχώς, η σημερινή ηγεσία του ΚΚΕ έχει πάρει διαζύγιο με το παρελθόν του κόμματος που, άλλωστε, το έχει χαρακτηρίσει κατ΄επανάληψη οπορτουνιστικό. Το «οπορτουνιστικό», λοιπόν, ΚΚΕ ακολουθώντας τη λογική του Λένιν και της ΚΔ έλεγε σε προηγούμενες εποχές πως «Η ενότητα της εργατικής τάξης, αποτελεί γι αυτήν άμεση ζωτική ανάγκη» (Τμήμα διαφώτισης της ΚΟΑ του ΚΚΕ, Συνδικαλιστικά μαθήματα, σελ. 69, Αθήνα 1976). Επίσης υπογράμμιζε την αξία της πάλης για «Ένα Συνδικάτο-Μια ομοσπονδία-Ένα Εργατικό Κέντρο-Μια ΓΣΕΕ», (Ό.π., σελ. 79).

Οι απόψεις της σημερινής ηγεσίας του ΚΚΕ δεν είναι καινούριες. Στην Ελλάδα εκφράστηκαν στο παρελθόν με ακραίο τρόπο από το ρεύμα του Μαοϊσμού. Το 1975 οι Μαοϊκοί υποστήριζαν ότι «Δεν υπάρχουν […] επιχειρήματα υπέρ της γραμμής για "ένα σωματείο, μια Ομοσπονδία, ένα Κέντρο, μια Συνομοσπονδία". Το επιβεβαιώνουν αυτό και τα αποτελέσματα από την ως τα σήμερα εφαρμογή της […]

»Πρέπει […] να δημιουργηθούν ξεχωριστές, πραγματικά ανεξάρτητες ταξικές συνδικαλιστικές οργανώσεις του προλεταριάτου, να συγκροτηθεί νέα ΓΣΕΕ, στηριγμένη στέρεα πάνω στη γραμμή της ταξικής πάλης», οι υπογραμμίσεις στο πρωτότυπο, (Προβλήματα του εργατικού συνδικαλιστικού κινήματος 1964-1967, σελ. 56-58, Ιστορικές εκδόσεις, Αθήνα 1975).

Εκφράστηκαν, επίσης, από ακραίες σεχταριστικές φωνές που υποστήριζαν την ανάγκη η εργατική τάξη «να καταστρέψει (σ.σ. ας προσεχτεί το ρήμα που χρησιμοποιείται) βαθμιαία όλους τους αντιπρολεταριακούς οργανισμούς» και «τα παραδοσιακά συνδικαλιστικά σχήματα», (Φίλιπ Κότα, Συνδικαλιστικό κίνημα, Δυο αντίθετες γραμμές στο παγκόσμιο συνδικαλιστικό κίνημα, σελ. 155, εκδ. Να υπηρετούμε το λαό, χ.χ.).

Τέλος, θα πρέπει να σημειώσουμε ότι όλοι οι επαναστατικοί βερμπαλισμοί της ηγεσίας του ΚΚΕ και η στενή συγγένειά τους με τον παλαιότερο αριστερισμό, συνοδεύονται από μια απαισιόδοξη και ηττοπαθή λογική με βάση την οποία δεν μπορούμε να έχουμε κατακτήσεις: «[…] Η λύση στα προβλήματα, η αισθητή ανακούφιση, η βελτίωση, η αλλαγή υπέρ των εργαζομένων, για όλα αυτά δεν μπορεί να υπάρξει πρόταση θεωρώντας όλα τα άλλα πράγματα στατικά, εντός των ορίων της σημερινής πολιτικής. Όχι γιατί δε θα θέλαμε να υπάρχει βελτίωση. Γιατί να μη θέλουμε; Κι αν θέλετε να φανεί ακόμη περισσότερο ο ρόλος του ΚΚΕ σε μια άμεση βελτίωση και να καταγραφεί έτσι. Θα έπρεπε να είμαστε πολιτικά ηλίθιοι για να μην το θέλουμε αυτό. Όμως, αντικειμενικά δε γίνεται(!)», η υπογράμμιση δική μας, (Συνέντευξη Α. Παπαρήγα στο Mega, Ριζοσπάστης, 16/4/10). Η παραπάνω δήλωση της Α. Παπαρήγα δεν ήταν μια άτυχη στιγμή, αφού παρόμοιες απόψεις έχουν λεχθεί κατ' επανάληψη.

VIII. ΟΡΙΣΜΕΝΑ ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ

Τα ντοκουμέντα που παραθέσαμε από το Λένιν και την ΚΔ δεν επιδέχονται αμφισβήτηση. Αυτό που μας κάνει εντύπωση είναι ότι ο Α. Δραγανίγος χειρίζεται τα κείμενα του παγκόσμιου επαναστατικού κινήματος με έλλειψη σεβασμού και βεβαίως δεν εννοούμε σεβασμό θρησκευτικού τύπου. Αλήθεια ο ΑΔ δεν έχει υπόψη του τις αποφάσεις των επόμενων συνεδρίων της ΚΔ, παρά μόνο αυτή που παραθέτει; Γιατί είναι λογικό να υποστηρίζει πως ο «Αριστερισμός» γράφτηκε μέσα σε ειδικές συνθήκες ενώ κάτι ανάλογο δεν ισχύει για το ντοκουμέντο της ΚΔ που επικαλείται; Αν ο ρεφορμισμός κακοποίησε τον «Αριστερισμό», αυτός είναι λόγος σήμερα να τον πετάξουμε στον κάλαθο των αχρήστων; Αν η ενότητα του εργατικού κινήματος δεν είναι θέση αρχής, η διάσπαση είναι; Δεν παίρνει υπόψη του ότι τη διάσπαση του εργατικού κινήματος την επιχείρησαν στο παρελθόν  και κατ' επανάληψη η αστική τάξη και η σοσιαλδημοκρατία; Αν σήμερα τίθεται θέμα δημιουργίας «κόκκινων» συνδικάτων, γιατί να μην πάμε και στη δημιουργία «κόκκινων» φοιτητικών συλλόγων, «κόκκινων» οργανώσεων στους αγρότες και τα μεσαία στρώματα της πόλης και του χωριού, «κόκκινων» επιστημονικών σωματείων κ.λπ.;

Οι αντιλήψεις που εκπορεύονται από τον ΑΔ συγγενεύουν, για να μην πούμε ταυτίζονται, με αυτές τις απόψεις της ηγεσίας του ΚΚΕ. Αυτό μας κάνει ανήσυχους, αφού μπορεί να δούμε στο άμεσο μέλλον απρόσμενες (;) συγκλήσεις, με κατασκευασμένα μέτωπα που θα επιδιώκουν τη διάσπαση του εργατικού κινήματος στο όνομα της επίθεσης που δέχεται η εργατική τάξη. Πρωτοβουλίες με «καθαρότητα» αλλά που θα αφήνουν απ' έξω το συντριπτικά μεγάλο κομμάτι της εργατικής τάξης.

Όσοι νομίζουν ότι κάτι τέτοιο θα δώσει πνοή στο εργατικό κίνημα δεν κατανοούν τους μηχανισμούς που αλλοτριώνουν τη συνείδηση της εργατικής τάξης και τους οποίους αναφέραμε σε άλλο σημείο του κειμένου. Δεν κατανοούν ότι η εργατική συνείδηση δεν επαναστατικοποιείται με βερμπαλισμούς, αλλά με επίμονη δουλειά. Δεν κατανοούν ότι για να είναι νικηφόροι οι εργατικοί αγώνες χρειάζεται να μπουν στη μάχη πλατιές μάζες εργαζομένων και όχι μειοψηφίες. Δεν παίρνουν υπόψη τους την ιστορική εμπειρία που μας διδάσκει ότι όπου επιχειρήθηκαν τεχνητές συλλογικότητες που ήταν εγκεφαλικές συλλήψεις χωρίς γείωση με τη ζωή, απέτυχαν παταγωδώς.  Δεν κατανοούν ότι η εργατική τάξη κατέβηκε μαζικά στις γενικές απεργίες όταν τις κήρυσσε η ΓΣΕΕ και πολύ λιγότερο όταν τις κήρυσσε το ΠΑΜΕ, παρά το γεγονός ότι υπήρξαν φάσεις που το ΠΑΜΕ καλά έκανε και τις κήρυσσε μόνο του. Δε θέλουν να καταλάβουν πως άλλο η αποκάλυψη του εργοδοτικού και κυβερνητικού συνδικαλισμού που είναι όρος ζωής για το εργατικό κίνημα και άλλο η διάσπασή του.

Η αποχή από το εργατικό κίνημα εκφράζει μια ιδιότυπη τεμπελιά: αυτός που διασπά δε θέλει να ασχοληθεί με την κοπιαστική δουλειά του μυρμηγκιού που απαιτείται για να παρουσιαστούν ρήγματα στις συντηρητικές και υποταγμένες συνειδήσεις. Βολεύεται αυτάρεσκα στη δήθεν επαναστατική φρασεολογία, αναλώνεται σε φαντεζί κινήσεις, νιώθει ότι πράττει στο ακέραιο το επαναστατικό του καθήκον επιδιδόμενος σε ένα διαγωνισμό «αριστεροσύνης» και στο τέλος αυτό που έχει καταφέρει είναι να  κάνει ζημιά στο εργατικό κίνημα.

Αυτό που απαιτείται σήμερα είναι η δημιουργία ενός Αντιιμπεριαλιστικού Αντιμονοπωλιακού Δημοκρατικού Μετώπου που θα μπορούσε να δώσει ώθηση και στο εργατικό κίνημα. Άλλωστε ένα τέτοιο μέτωπο πρέπει να έχει το εργατικό κίνημα στο επίκεντρό του. Οι σημερινές συνθήκες επιτάσσουν μαζικοποίηση των συνδικάτων, ταξικό και ενωτικό προσανατολισμό τους, ενωτικές πρωτοβουλίες και τη σύνταξη ενός συνδικαλιστικού προγράμματος  που θα συσπειρώσει ευρύτατες λαϊκές μάζες, δημιουργία συνδικάτων σε χώρους που δεν υπάρχει συνδικαλιστική εκπροσώπηση, κάλυψη κατηγοριών εργαζομένων που δεν έχουν σήμερα συνδικαλιστική στέγη (άνεργοι, εργαζόμενοι με δελτίο παροχής, εργαζόμενοι με ελαστικές σχέσεις εργασίας κ.ά). Σε αυτά θα δοκιμαστούν οι πολιτικές και οι συνδικαλιστικές δυνάμεις. Σε αυτά θα τους κρίνει και η ιστορία.

Οδυσσέας Πραξιάδης

ΠΗΓΗ: 25 Σεπτ., 2012, http://neosantaios313.blogspot.gr/2012/09/blog-post_4996.html

ΜΜΕ: Οι προφήτες της αγοράς

Οι προφήτες της αγοράς

 

Του Κωνσταντίνου Τσουκαλά

 

* Προσφέροντας βήματα στην αγυρτεία και καλλιεργώντας τον φετιχισμό του παραλόγουοι άρχοντες των μέσων ενημέρωσης λειτουργούν ως ενσυνείδητοι μεσίτες της ηλιθιότητας

Η ισχύς του αθάνατου αξιώματος του Λεμπέση «ενός βλακός δοθέντος, μύριοι έπονται» προϋποθέτει ότι οι βλάκες θα είναι σε θέση να προωθούν ανενόχλητοι τα συμφέροντα και δικαιώματά τους εις βάρος των νουνεχών. Και αυτό φαίνεται να αποτελεί κοινωνιολογική σταθερά.

Πράγματι όλες οι κοινωνίες οφείλουν όχι μόνον να ακούν τους ηλίθιους που εκτρέφονται στα σπλάγχνα τους, αλλά ενδεχομένως ακόμα και να ανέχονται ή να συγχωρούν τις κανονιστικές παραβιάσεις και εκκεντρικότητες που μπορούν να αποδίδονται στην «ευήθεια» των δραστών. Είναι γεγονός ότι καμία οργανωμένη κοινωνική ομάδα δεν επιχείρησε ποτέ να θεσπίσει «βλακοδικεία» με στόχο να φιμώσει τα διανοητικά ελλιποβαρή μέλη της. Ο καθένας δικαιούται λοιπόν να δρα, να ομιλεί, να επικοινωνεί και να διεκδικεί, προβάλλοντας με απόλυτη δημοκρατική ισοδυναμία το αναπαλλοτρίωτο δικαίωμά του στην ατομική βλακεία. Προφανώς ο καταναγκασμός στον ορθολογισμό θα ισοδυναμούσε με τον πιο στυγνό ολοκληρωτισμό.

* Η αξιοποίηση της ηλιθιότητας

Το ζήτημα δεν θα είχε άλλες προεκτάσεις εάν οι βλακείες που εμφανίζονται συνεχώς σε όλα τα MME πήγαζαν από την ελαττωμένη ατομική διανοητική ικανότητα εκείνων που τις εκφέρουν. Ισχύει όμως εντελώς το αντίθετο. Αν κατακλυζόμαστε από τον ανορθολογισμό, τη δεισιδαιμονία, την ανοησία, αυτό δεν συμβαίνει επειδή πολλαπλασιάζονται οι ηλίθιοι αλλά επειδή πληθύνονται οι επιτήδειοι αξιοποιητές της. Η ευήθεια προσφέρει την πολυτιμότερη πρώτη ύλη στη δυναμική της κοινωνικής προόδου. Με αυτήν την έννοια λοιπόν το αξίωμα του Λεμπέση επαληθεύεται απολύτως μέσα από την εύρυθμη λειτουργία της ελεύθερης αγοράς. Από τη στιγμή που διαπιστώνεται ότι η αμιγής ηλιθιότητα «πουλάει», θα αυξάνεται νομοτελειακά η αξιοποίησή της.

Έτσι οι καιροί του ορθολογισμού εμφανίζονται ολοένα χαλεπότεροι. Οι ταγοί της χαρτομαντείας, των ωροσκοπίων, της μαύρης μαγείας, της μετεμψύχωσης, της τηλεκίνησης, των μέντιουμ όλων των τύπων και των αυτόκλητων προφητών, μάγων και αιρεσιαρχών δεν πρωταγωνιστούν μόνον σε πολλαπλασιαζόμενες «ειδικές» εκπομπές αλλά ολοένα και πιο τακτικά εμφανίζονται στα δελτία ειδήσεων και κοσμούν τις στήλες σοβαρών εντύπων. Θα αρκούσε μια απλή σύγκριση του τρέχοντος «Χρυσού Οδηγού» με τους παλιότερους για να διαπιστωθεί ότι η προσφορά αντιορθολογικών υπηρεσιών αυξάνεται και πληθύνεται με καταπελτώδεις ρυθμούς. Παντού, μαζί με την αναζωπύρωση των παραδοσιακών θρησκευτικών μορφών, ανθούν και τα νέα θρησκευτικά κινήματα καθώς και οι κάθε λογής προσφορές υπερκόσμιων νοημάτων, εγκολπίων ευζωίας και συνταγολογίων επιμελείας εαυτού.

* Το στοίχημα του Πασκάλ

Οι λόγοι είναι προφανώς πολλαπλοί. Από τη στιγμή όμως που καθίσταται σαφές ότι η θεραπεία του ορθολογισμού δεν συνεπάγεται την άρση ή άμβλυνση των κοινωνικών αδιεξόδων, φαίνονται απόλυτα εύλογα τα απεγνωσμένα εγχειρήματα που ανάγουν τα διαταρακτικά και ακατανόητα μυστήρια της ζωής και του θανάτου σε αυτοσχέδιες ή μεταφυσικές βεβαιότητες. Κάτι αντίστοιχο με το στοίχημα του Πασκάλ φαίνεται λοιπόν να αποκτά πληθώρα αδέξιων μιμητών. Η διάχυτη δυσπιστία μετέτρεψε τους έλλογους θεολογικούς προβληματισμούς του Γάλλου φιλοσόφου σε ασκήσεις αναζήτησης νέων «άγνωστων και άχρηστων Θεών». Από τη στιγμή που οι συγκεκριμένοι όροι της εγκόσμιας σωτηρίας εμφανίζονται δυσεντόπιστοι, πολλοί είναι εκείνοι που θεωρούν πως έχουν κάθε συμφέρον να εκκολάψουν τη δική τους μαγική κοσμοθεώρηση και να στοιχηματίσουν, όπως κάνουν και στο Προ-Πο, στη δική τους ειδοποιό σωτηριολογική πιθανότητα. Υπό τις συνθήκες αυτές λοιπόν, και για πρώτη φορά από την εποχή του Διαφωτισμού, ο αφηρημένος ορθολογισμός (θεϊστικός ή αγνωστικιστικός) φαίνεται να πείθει λιγότερο, και πάντως λιγότερους, από την «παιζόμενη» χειροπιαστή δεισιδαιμονία.

* Διαφήμιση και προπαγάνδα

Όμως, προφανώς τα νέα αυτά φαινόμενα δεν αναπτύσσονται από μόνα τους. Αν το χωράφι του ανορθολογισμού είναι από τη φύση του εύφορο, πρέπει επίσης και να λιπαίνεται ανελλιπώς. Όπως λοιπόν συμβαίνει με όλα τα εμπορεύματα που εμφανίζονται «επιθετικά» στην αγορά, έτσι και η κυκλοφορία των σωτηριολογικών ιδεών, όσο ευπώλητες και εάν είναι, συναρτάται με την επικοινωνιακή τους εμβέλεια, δηλαδή με τη διαφήμιση και την προπαγάνδα. Ακόμα και αν η διάχυτη ακροαματικότητα των νέων ανορθολογισμών συναρτάται με την επαγγελία μιας εύσχημης ατομικής παραμυθίας που δεν μπορεί παρά να ράβεται στα μέτρα των επίδοξων πελατών, η προώθησή τους προϋποθέτει τη συστηματική εναργή τους παρουσία.

Σε αυτό ακριβώς το σημείο εντοπίζεται η ανεκτίμητη συμβολή των MME στη εμπορευματοποιημένη διάχυση του ανορθολογισμού και της δεισιδαιμονίας. Προσφέροντας βήματα στην αγυρτεία, και καλλιεργώντας τον φετιχισμό του παραλόγου, οι άρχοντες των μέσων λειτουργούν ως ενσυνείδητοι μεσίτες της ηλιθιότητας. Ανασκάπτοντας και ονοματίζοντας νέα πεδία «μετα-γνώσης» και προβάλλοντας νέα ανορθολογικά νοηματικά προϊόντα, γεννούν μιαν αγορά δίχως όρια και αναστολές σε όλους τους παίκτες του προσδοκώμενου επέκεινα. Για την πολιτιστική καθημερινότητα των αγελαίων μαζών το ωροσκόπιο είναι πιο ανακουφιστικό αλλά και πιο ελπιδοφόρο από το πεζό σταυρόλεξο, και η αναζήτηση του παράλογου πιο άκοπη και εν δυνάμει πολύ πιο ωφέλιμη από την καλλιέργεια του ορθού λόγου. Με αυτήν την έννοια τα MME δεν αντικατοπτρίζουν απλώς αλλά κατασκευάζουν την πολυπόθητη ακροαματικότητά τους. Με το πρόσχημα της διείσδυσης σε ένα κινούμενο μαζικό ακροατήριο, δεν αρκούνται στο να ενισχύουν και να αναπαράγουν τους παλαιούς και ανεξίτηλους παραλογισμούς, αλλά συμβάλλουν αποφασιστικά στην εκτροφή και ενδυνάμωση νέων.

* Η δημοκρατία του παραλογισμού

Τα παραπάνω θα παρέμεναν στο επίπεδο του γραφικού αν η προώθηση του ανορθολογισμού δεν είχε αυτόνομες προεκτάσεις. Άσχετα με τις προθέσεις των εμπόρων του παράλογου, είναι γεγονός ότι η δεισιδαιμονία λειτουργεί ως συνολικό ιδεολογικό πακέτο. Η διαπραγμάτευση με τον ανορθολογισμό και την αλχημεία ανοίγει τον δρόμο σε όλους τους αποκρυφισμούς, υποθάλπει όλες τις αναζητήσεις αληθειών εξ αποκαλύψεως και καλλιεργεί όλες τις πεισματικές προλήψεις. Τα αποτελέσματα είναι γνωστά. Εις πείσμα του Δαρβίνου και του Νεύτωνα, στις ΗΠΑ συζητείται πλέον σοβαρά το ενδεχόμενο η βιολογία και η δομή της ύλης να αντιμετωπίζονται – και να διδάσκονται – ως (ένα και μόνο) από τα συμπτώματα των βουλών του θείου σχεδιασμού, την ίδια στιγμή που οι παλαιοημερολογίτες διεκδικούν – και πραγματώνουν – το δικαίωμά τους να απαγορεύουν τη μετάγγιση αίματος στα ανήλικα παιδιά τους, που οι θνητοί δικαιούνται μεν να διαθέσουν μετά θάνατον ορισμένα από τα όργανα και τους ιστούς τους δίχως όμως να τους επιτρέπεται να ζητήσουν την καύση του πτώματός τους και που οι κρεατοφάγοι κόπτονται υπέρ των αναφαίρετων ατομικών ελευθεριών και δικαιωμάτων των ζώων. Έτσι, ως οριακή μορφή της ελευθερίας της συνείδησης, το δικαίωμα στον ανορθολογισμό εγκαθίσταται στο επίκεντρο των συλλογικών μελημάτων. Η δημοκρατία του ορθού λόγου μετουσιώνεται σε δημοκρατία του παραλογισμού. Anything goes. Στο μέτρο που δεν έχουν (ακόμα) οδηγήσει σε δολοφονίες βρεφών, σε συλλογικούς βιασμούς ή σε ανθρωποθυσίες, οι πρακτικές ασκήσεις στη δεισιδαιμονία και στη μαύρη μαγεία είναι αναφαίρετα δικαιώματα των ελεύθερων πολιτών.

* Η ηθική ευθύνη των MME

Εδώ ακριβώς επικεντρώνεται η ηθική και πολιτική ευθύνη των MME. Από τη στιγμή που καθίσταται σαφές ότι η άκριτη προπαγάνδιση των παραγώγων του ανορθολογισμού δεν κάνει τίποτε άλλο από το να διευρύνει τη διεισδυτικότητα της δεισιδαιμονίας και να καταλύει τις ηθικές και λογικές αντιστάσεις σε κάθε λογής ακραία, βλαπτικά και αποπροσανατολιστικά φαινόμενα, το λιγότερο που θα μπορούσε κανείς να ευχηθεί είναι η «αυτολογοκρισία» των μέσων. Όμως, εξ υποθέσεως, οι «οικονομικοί άνθρωποι» και κατ' επέκτασιν τα «οικονομικά MME» δεν έχουν κανέναν λόγο να προκρίνουν την αυτολογοκρισία από την κερδοσκοπία. Η αυτονόητη λογική του συμφέροντος επικρατεί της αμφισβητούμενης καθαρής λογικής. Ευλόγως λοιπόν η ελεύθερη αγορά δεν μπορεί να προσκρούει σε εξωαγοραίους περιορισμούς του αντικειμένου της. Η ύπατη αξία την οποία καλείται να υπηρετήσει ο ορθός λόγος είναι η οργανωτική και ιδεολογική μεγιστοποίηση της συνολικής εμπορευσιμότητας.

Στο πλαίσιο αυτό αναδεικνύεται μία από τις κεντρικότερες πολιτιστικές αντιφάσεις των κοινωνιών που διακηρύσσουν urbi et orbi την άνευ όρων και ορίων πίστη τους στην επιστήμη και στην τεχνολογία. Την ίδια στιγμή που το μέλλον του κόσμου συναρτάται με τη πάνδημη διάχυση της φωτισμένης «γνώσης», συγχωρείται και υποθάλπεται η συστηματική καλλιέργεια των σκοτεινών μαιάνδρων του ανορθολογισμού. Το γεγονός αυτό όμως είναι μόνον εκ πρώτη όψεως παράδοξο. Στις μέρες μας ο λόγος καλείται να τεκμηριώνει το κύρος και την ισχύ του μέσω της απτής εργαλειακής ωφελιμότητάς του. Η επιστημονική γνώση μπορεί να θεωρείται ως το κατ' εξοχήν πολύτιμο εμπόρευμα της εποχής μας μόνον επειδή και στο μέτρο που αποδεικνύει εμπράκτως πως είναι σε θέση να συναγωνίζεται επιτυχώς τους πολεμίους, αρνητές και «ανταγωνιστές» της στον επαληθεύσιμο δημοκρατικό στίβο της παραγωγής και της παραγωγικότητας. Υπό τους όρους αυτούς, η ενεργός ζήτηση των προϊόντων και των υπηρεσιών λειτουργεί ως οιονεί θεοδικία. Ο κυρίαρχος ελεύθερος καταναλωτής είναι πλέον ο μόνος αρμόδιος να χωρίζει ακριβοδίκαια ζώντες και νεκρούς και να επιβραβεύει αδιακρίτως καινοτόμους και τσαρλατάνους. Έτσι, ως σύγχρονη Πυθία, η αγοραία ετυμηγορία δεν διαιτητεύει μόνον τις οικονομικές ροές, αλλά αναλαμβάνει και τους ρόλους του ύπατου κριτή της αλήθειας και του Ombudsman του ορθού λόγου. Και αν η αγορά είναι ο Θεός, τα MME είναι οι προφήτες του.

* Ο κ. Κωνσταντίνος Τσουκαλάς είναι καθηγητής Κοινωνιολογίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών.

ΠΗΓΗ:  Άρθρο στο Βήμα της Κυριακής, Τμήμα Νέες Εποχές, Κυριακή 8 Ιανουαρίου 2006 – Αρ. Φύλλου 14658 [Το ΒΗΜΑ, 08/01/2006, Σελ.: B47, Κωδικός άρθρου: B14658B471, ID: 274750]. Το είδα: http://users.uoa.gr/~nektar/history/articles/tovima_prophets_of_market.htm

ΑΝΕΡΓΙΑ ΚΑΙ ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΟΤΗΤΑ

ΑΝΕΡΓΙΑ ΚΑΙ ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΟΤΗΤΑ

 

Του Βασίλη Μακρή

 

 

Ακούμε πολύ συχνά για την καθημερινή ζωή των απλών ανθρώπων, για την υπέρβαση των αδιεξόδων της, για τη βαθύτερη αιτία από την οποία εκπορεύονται. Καλό είναι να ειπωθούν κάποια πράγμα που μου έρχονται έτσι πρόχειρα στη σκέψη μου. Παραδείγματος χάριν θα ήθελα να μιλήσουμε για το πρόβλημα της ανεργίας. Μάλλον όχι για το πρόβλημα της ανεργίας, αλλά για την ανεργία. Ο κάτοχος των μέσων παραγωγής ορίζει και τους όρους αγοράς εργασίας (δυστυχώς).

 

Κριτήριό του δεν είναι η κοινωνικότητα του εργάζεσθαι, το ότι ο ίδιος ο εργαζόμενος παράγει ένα προϊόν από το οποίο αποστασιοποιείται, και για την πληθύ των οποίων αμοίβεται σαφώς λιγότερο από την πραγματική αξία της εργασίας του. Όχι. κριτήριό του είναι η ένταξη του εργαζομένου στην κερδοφόρο διαδικασία της απόσπασης υπεραξίας. Μέσα στην λογική αυτή ο εργαζόμενος είναι μέρος του λογιστικού μηχανισμού που ονομάζεται κόστος εργασίας. Έτσι πέρα από την ηθική προσέγγιση της εργασίας, ένας τρόπος αύξησης της κερδοφορίας είναι (μεταξύ των άλλων) και η συμπίεση του εργασιακού κόστους. Όπως έλεγαν παλιά οι αντίθετοι στον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο, "να μην γίνουμε κρέας για τα κανόνια τους", έτσι και τώρα ο εργαζόμενος εκλαμβάνεται ως αναλώσιμος ύλη για τα κέρδη. Με ποιά έννοια όμως αναλώσιμος ; Με την έννοια βέβαια της ανανέωσης της εργατικής του δύναμης , ώστε να προσφέρει απρόσκοπτα διαρκώς τον εαυτό του ως διαμεσολαβούμενο μέγεθος προς κερδοφορία. Εάν τα μεγέθη λογιστικώς δεν εξασφαλίζουν την διαρκώς αύξουσα ανάγκη για μεγιστοποίηση του κέρδους, τότε …καταργεί ο εργοδότης το ζημιογόνο λογιστικό μέγεθος. Άρα εκ των πραγμάτων θέτει τον εργαζόμενο εκτός εργασίας. Και από εκεί αρχίζει η τραγικότητα της ανεργίας που έχει πρωτίστως ΑΝΘΡΩΠΟΛΟΓΙΚΉ ΔΙΑΣΤΑΣΗ.

Ζώντας σε μια ιστορική περίοδο της οποίας τα προτάγματα καθορίζονται από τους κοινωνικώς κρατούντες και εξουσιαστές, η ανεργία είναι παράγωγο αυτών των προταγμάτων. Δηλ. της ωφελιμιστικής χρησιμοθηρίας δια της οποίας η εργασία υπακούει στις επιταγές κερδοφορίας του κεφαλαιούχου-εργοδότη. Έχοντας προσχωρήσει στην λογική των κυρίαρχων προταγμάτων, η ανεργία γίνεται απότοκο της μη-χρησιμότητος. Η ανεργία είναι άμεση συνέπεια του ότι το συγκεκριμένο λογιστικό μέγεθος που αντιπροσωπεύει ο εργαζόμενος είναι ζημιογόνο, άρα μέγεθος α-χρησίας, άρα ο εργαζόμενος είναι άχρηστος. Από εδώ, εκτός από την απώλεια της εργασίας του έχει να αντιμετωπίσει το ότι τίθεται εκτός της εργασιακής σχέσης που πρωτίστως είναι κοινωνική πριν να είναι οικονομική( όσο και ετεροβαρής κι αν είναι).

Ο άνεργος επομένως έχει πρώτα να απολογηθεί στον εαυτό του για την αχρησία αυτή. Εσωτερικεύει θανάσιμα το όνειδος μιας αχρησίας που περιφέρεται και ίπταται στο κοινωνικό σώμα, λόγω της κυρίαρχης επιβολής εξ αντικειμένου των προταγμάτων της σκοπιμοθηρευτικής "λογικής". Έχει να απολογηθεί στους οικείους του, στην οικογένειά του για την α-χρησία του για την καθ΄ημέραν επιτεινόμενη ανεργία του. Έχει να αντιπαλαίσει με το περιφερόμενο όνειδος που εισπράττει αόριστα, κοινοποιώντας την ανεργία του. Έχει να αντικρύσει τη δυσκολία ή μάλλον την ανυπαρξία απάντησης στην θανάσιμη ερώτηση "ΤΙ ΘΑ ΓΙΝΕΙ;". Έχει να αντιμετωπίσει την χθαμαλή και υποχθόνιια υπενθύμιση ότι έιναι ελλειματικός ως προς τις απαιτήσεις των καιρών. Χωρίς νόημα η ύπαρξή του, ασθμαίνει εναγώνια να νιώσει την κοινωνική σχέση που επιτελεί η εργασία. Περιφέρει το κενό του. Βαρύνεται με την αποτυχία του. Από εργαζόμενος που έχανε σιγά-σιγά τα στοιχειώδη εργασιακά δικαιώματά του, μεταβαλλόταν σε επισφαλώς εργαζόμενο, μέχρις σημείου μετατροπής της επισφάλειας σε καίρια ανασφάλεια. Γιατί ο άνεργος είναι ουσιαστικά βιο-αιχμάλωτος του κοινωνικού πολέμου. Χωρίς εργασία, χωρίς ασφάλιση, χωρίς προάσπιση της υγείας, είναι καθαρά βιολογικό έρμαιο, ακοινώνητο άθυρμα, ανακλητό προς βιο-εξαφάνιση. Αφού ανά πάσα στιγμή ο θάνατος δυνητικά είναι ζοφερό ενδεχόμενο, είτε από μια αστάθμητη εξέλιξη ή κακή τροπή της υγείας του.

Εάν η κοινωνία συνέκλινεν επί τω αυτώ και θεωρούσε την εργασία ως καθαρό κοινωνικό προϊόν, άρα και συλλογικό αγαθό, τότε κανείς δεν θα ήταν άχρηστος. Κανείς δεν θα έμενε άνεργος. Η εργασία θα όδευε προς θεραπεία του ελλείποντος, προς διακονία του αναγκαίου της συλλογικότητος, χωρίς ουδείς εργαζόμενος να εκλαμβάνεται ως διαμεσολαβούμενο κοστολογικό μέγεθος. Μια κοινωνία είναι κοινωνία όταν συγκλίνει επί τω αυτώ και έχει τη δυνατότητα να απλώσει στα μέλη της τον "χάρτη" των αναγκών της, που δεν αντιτιθέμενες αλλά αλληλοπληρούμενες και προσδίδουσες νόημα ζωής στην κοινότητα.

 

 

 

 

30-9-2012