ΟΟΣΑ/PISA στην ελληνική εκπαίδευση: Κατασκευή «ουραγών» σε καθεστώς εθελοδουλίας (1997-2017) (Μέρος Β΄)

ΟΟΣΑ/PISA στην ελληνική εκπαίδευση: Κατασκευή «ουραγών» σε καθεστώς εθελοδουλίας (1997-2017) (Μέρος Β΄) [1]

Tου Γιώργου Μαυρογιώργου

«Η συμμετοχή της χώρας μας στο Πρόγραμμα PISA του ΟΟΣΑ υπήρξε ανελλιπής από την πρώτη χρονιά διεξαγωγής του, γεγονός που αποδεικνύει το ενδιαφέρον της Ελλάδας για τη συμμετοχή της σε θεσμούς Διεθνών Οργανισμών»

(Αριστείδης-Νικόλαος-Δημήτριος Μπαλτάς, Υπουργός Παιδείας, Μάρτιος 2015)

Σε προηγούμενες αναλύσεις μας έχουμε προσπαθήσει να τεκμηριώσουμε τον ισχυρισμό ότι το πρόγραμμα PISA αποτελεί ένα «ευφυές παιδαγωγικό εργαλείο» που έχει επινοηθεί υπό την αιγίδα του διακρατικού υπερεθνικού ΟΟΣΑ, είκοσι χρόνια πριν, μετά τον πρώτο σχεδιασμό του 1997, με σκοπό τη διείσδυση και την κυριαρχία νεοφιλελεύθερων πολιτικών της καπιταλιστικής αγοράς στα εκπαιδευτικά συστήματα, σε παγκόσμια κλίμακα [2]. Ο ΟΟΣΑ είναι υπερεθνικός διακρατικός Οργανισμός με ειδική Διεύθυνση Εκπαίδευσης (μετά το 1991), η οποία σχεδιάζει και εφαρμόζει το πρόγραμμα PISA σε 72 χώρες!

Με την ευκαιρία της επερχόμενης «εισβολής» σε σχολεία της χώρας, θα συμπληρώσουμε, με επιμέρους διαδοχικές συνέχειες, την εκτενή ανάλυση που δημοσιεύσαμε στο 2ο τεύχος του «Σελιδοδείκτη» [3], με βασική επιδίωξη να αποδομήσουμε ορισμένους περίτεχνους μύθους που υποβαστάζουν τα «θαύματα» που φέρεται να επιτελεί η αποθεωτική μανία της ολοκληρωτικής και μονοπωλιακής συγκριτικής διεθνούς αξιολόγησης PISA. Σύμφωνα με τις ενδείξεις που διαθέτουμε, παρά τις διαμαρτυρίες, τις κριτικές και τις «Παρεμβάσεις» που ασκούνται, κατά καιρούς, από προοδευτικές συνδικαλιστικές παρατάξεις εκπαιδευτικών, το θέμα PISA δεν έχει θέση προτεραιότητας στις κοινωνικές και εκπαιδευτικές διεργασίες, είκοσι χρόνια, τώρα! Κι αυτό, κατά τη γνώμη μας, συνιστά ένδειξη πλημμελούς ενημέρωσης και συνειδητοποίησης αναφορικά με τα επίδικα ζητήματα που διακυβεύονται σε μια διεργασία εικοσαετούς διάρκειας, μέσα από την οποία -κάθε τρία χρόνια- μας επιφυλάσσεται ανελλιπώς θέση στην ομάδα των «ουραγών» στις σχολικές επιδόσεις.

Μετά από είκοσι χρόνια συμμετοχής στο PISA, η Ελλάδα, ιδρυτικό μέλος του ΟΟΣΑ, «ουραγός» στην παγκόσμια κατάταξη PISA, μοιάζει να δέχεται μοιρολατρικά τη θέση που της επιφυλάσσεται, χωρίς οι κυβερνώντες να διανοούνται την πολιτική επιλογή ενός Grexit, από μια διαδικασία που δεν είναι υποχρεωτική! Ακόμα και η «κυβερνώσα Αριστερά», μετά από την πρώτη φορά συμμετοχής στο PISA 2015, ετοιμάζεται να υποδεχτεί το PISA 2018, για δεύτερη φορά. Η τότε ηγεσία του Υπουργείου, με την ανακοίνωση των αποτελεσμάτων του PISA 2015, φρόντισε να εξαγγείλει τη συγκρότηση Επιτροπής, με σκοπό τη μελέτη των αποτελεσμάτων της συμμετοχής εκείνης. Τα πορίσματα της Επιτροπής δεν μας είναι γνωστά, όπως και η Επιτροπή.

Έτσι, για δεύτερη φορά, με την Αριστερά στην εξουσία, από 268 δημόσια και ιδιωτικά Γυμνάσια, Γενικά Λύκεια και Επαγγελματικά Λύκεια έχουν επιλεγεί περίπου 7.000 μαθητές/τριεςπου από τις αρχές Μαρτίου του 2018, θα πάρουν μέρος σε μια συγκριτική αξιολόγηση που για την Ελλάδα, όλα τα προηγούμενα χρόνια, έχει αποκτήσει τα χαρακτηριστικά μιας ιδιότυπης «νεκροψίας» που γινόταν στο σώμα της παιδείας, μια και σύμφωνα με τα μέχρι τώρα αποτελέσματα, προβαλλόταν στα ρεπορτάζ ως «ένας άταφος νεκρός».

Το Ινστιτούτο Εκπαιδευτικής Πολιτικής, όταν ανακοινώθηκαν τα αποτελέσματα του 2015, είχε σπεύσει να διευκρινίσει ότι η νέα τότε κυβέρνηση και η ασκούμενη εκπαιδευτική πολιτική δεν ευθύνονταν για τις χαμηλές επιδόσεις! Περιμένουμε με ενδιαφέρον να ακούσουμε τις εκτιμήσεις τους για τα αποτελέσματα του PISA 2018, όταν αυτά ανακοινωθούν το 2019. Λέτε να έχουμε κάποια έκπληξη αναρρίχησης από την ομάδα των «ουραγών» στην κατηγορία των χωρών του «μέσου όρου» και να εκτεθούμε σε πανηγυρισμούς απόδρασης της ελληνικής εκπαίδευσης από την κατηγορία «σκουπίδια»;[4] Θα είχε ενδιαφέρον κάτι τέτοιο, από την άποψη ότι οι ιθύνοντες, ίσως, πήραν στα σοβαρά μια υπόθεση που είναι, ούτως ή άλλως, προσδεμένη στο άρμα μιας «νέας μορφής νεοφιλελεύθερου ολοκληρωτισμού» της καπιταλιστικής αγοράς.

Το δαπανηρό εγχείρημα PISA σε περίοδο κρίσης (2009-2018): Πιστοποίηση «ουραγών»!

Το να κατατάσσεσαι συστηματικά στους «ουραγούς» είναι από μόνο του μια πολύ ενδιαφέρουσα πτυχή. Ισχυριζόμαστε ότι έχουμε να κάνουμε με μια πολυετή άσκηση εθελοδουλίας, σε μια διεργασία ενός εκούσιου διασυρμού στην υποτιμητική θέση του εθελοντή «ουραγού», που δεν έχει παρά να μετράει τις ενοχικές του αντοχές…

Η Ελλάδα συμμετέχει «ανελλιπώς» για είκοσι χρόνια, με πολιτική επιλογή, από τότε που φέρεται να απολαμβάνει, ως ιδρυτικό-τακτικό μέλος, το συμβολικό κύρος συμμετοχής σε ένα «μοναδικό» εγχείρημα παγκόσμιας διακυβέρνησης της εκπαίδευσης που υπόσχεται «κλέος» και καλλίτερες επιδόσεις στην παγκόσμια κούρσα των ανταγωνισμών. Η υπόθεση έχει ανατεθεί στο ΙΕΠ, ως «Εθνικός Φορέας Διαχείρισης», που στεγάζει στις εγκαταστάσεις του και «πρακτορεύει» το PISA. Διαθέτει και ψηφιακό αρχείο όλων των μέχρι τώρα εκθέσεων PISA, από το 2000 μέχρι το 2015. Διαθέτει και ειδικό σύνδεσμο ηλεκτρονικής ενημέρωσης.

Ένα τέτοιο παγκόσμιο εγχείρημα κοστίζει από την άποψη της κάλυψης των δαπανών για το συνολικό σχεδιασμό και συντονισμό σε παγκόσμια κλίμακα (Διεύθυνση ΟΟΣΑ/PISA, Γραμματεία, Προσωπικό, Κοινοπραξίες) αλλά και για την «πρακτόρευση» σε εθνικό επίπεδο στις χώρες που συμμετέχουν (ΙΕΠ, στην περίπτωση της Ελλάδας). Στην επίσημη ιστοσελίδα του ΟΟΣΑ διευκρινίζεται ότι αν και το Πρόγραμμα εφαρμόζεται κάθε τρία χρόνια, το κόστος συμμετοχής σε αυτό επιμερίζεται σε ετήσια βάση. Διαβάζουμε: «Το διεθνές κόστος PISA για χώρες-μέλη του ΟΟΣΑ ποικίλλει, ανάλογα με την αρχική συμφωνία συμμετοχής στον οργανισμό (ΟΟΣΑ), και κατά μέσο όρο είναι περί της 150.000 ευρώ ετησίως. Τα μη μέλη ΟΟΣΑ καταβάλλουν περίπου 45.000 ευρώ. Όσο για το εθνικό λειτουργικό κόστος υλοποίησης του προγράμματος σε επίπεδο χώρας, ποικίλλει, ανάλογα με το μέγεθος του πληθυσμού της χώρας, τις γλώσσες που χρησιμοποιούνται και το πολιτικό σύστημα: μια μικρή χώρα, ενδεχομένως, δαπανά 75.000 ευρώ ετησίως».

Η σχετική κοστολόγηση για τις υπηρεσίες ΟΟΣΑ/PISA στην Ελλάδα, προκύπτει από εγχώριες πηγές. Έτσι, σε κείμενο απάντησης του Υπουργού Παιδείας, του Αρ. Μπαλτά(Έγγραφο 50983/Φ1/27-3-2015), σε ερώτηση (με αριθμό 553/6-3-2015) του βουλευτή Μαυρωτά (βλ., πιο κάτω), αν και δεν αναφέρεται σε ετήσια βάση, διαβάζουμε:

«Αναφορικά με το κόστος του Προγράμματος PISA σας κάνουμε γνωστό ότι αρχικά το κάλυπτε το Υπουργείο Συντονισμού. Το 2010 με έγγραφο του Υπουργείου Οικονομικών, ανακοινώθηκε η πρόθεση του Υπουργείου να διακόψει το κόστος των Προγραμμάτων του ΟΟΣΑ. Το Υπουργείο Παιδείας, κρίνοντας το πρόγραμμα PISA και κατ’ επέκταση την έρευνα του προγράμματος ως εξαιρετικά σημαντικά, ανέλαβε την κάλυψη του κόστους του προγράμματος PISA (δηλαδή την ετήσια εισφορά της χώρας μας στο Πρόγραμμα PISA που ανέρχεται στο ποσόν των 76.000€ περίπου, με ετήσια αναπροσαρμογή).

Το Υπουργείο Πολιτισμού, Παιδείας και Θρησκευμάτων καλύπτει ακόμη το κόστος συμμετοχής των εκπροσώπων της χώρας μας στο εν λόγω Πρόγραμμα που ανέρχεται σε ετήσια βάση περίπου στις 6.000€. Ως εκ τούτου το ετήσιο κόστος συμμετοχής στο Πρόγραμμα πέραν του κόστους διεξαγωγής της έρευνας ανέρχεται σε περίπου 82.000€. Το προαναφερθέν κόστος προβλέπεται κάθε χρόνο στον προϋπολογισμό της Κεντρικής Υπηρεσίας του ΥΠΟΠΑΙΘ και καλύπτεται χωρίς καθυστερήσεις. Ίδια πρόβλεψη έχει γίνει και για το έτος 2015.

Επιπροσθέτως, πέραν των ετήσιων δαπανών του εν λόγω Προγράμματος κατά το έτος διεξαγωγής της έρευνας (κάθε τρία χρόνια) προκύπτουν επιπλέον δαπάνες της τάξεως των 20.000 έως 25.000€ που μπορεί να αφορούν επιμορφώσεις εκπαιδευτικών συντονιστών ομάδων των σχολείων, αποστολή υλικού στα συμμετέχοντα σχολεία, αμοιβή διορθωτών κλπ.».

Στην περίπτωση της Ελλάδας, η εικοσαετής συμμετοχή της χώρας στο ΟΟΣΑ/PISA (1997-2017) παρουσιάζει ειδικό ενδιαφέρον. Αυτή αποκτάει τα προσδιοριστικά στοιχεία μιας τυφλής, άκριτης και άνευ όρων προσήλωσης στους σχεδιασμούς του ΟΟΣΑ/PISA, χωρίς να λαμβάνονται υπόψη: (1) η άκαρπη και «παθητική» εικοσαετής αδιάλειπτη συμμετοχή της χώρας στο εγχείρημα (1997-2017), (2) η σταθερή κατάταξη της χώρας στην ομάδα των χωρών-«ουραγών», και (3) η μεγάλη οικονομική και ανθρωπιστική κρίση που έπληξε τη χώρα, σε καθεστώς «μη βιώσιμου χρέους». Όταν οι δυσμενείς επιπτώσεις των μνημονιακών πολιτικών έχουν πλήξει ανεπανόρθωτα την ίδια την εκπαιδευτική διαδικασία, η επανειλημμένη επίσκεψη-εισβολή του ΟΟΣΑ/PISAστα σχολεία της χώρας, το 2009, 2012 και 2015, είναι προφανές ότι είχαν τα χαρακτηριστικά ιδιότυπης κοινωνικής αναλγησίας, ως εάν το PISA να μην επηρεάζεται από τις κρατούσες υλικές και κοινωνικές συνθήκες.

Με άλλα λόγια, η Ελλάδα πληρώνει, για να «αγοράσει» την πιστοποίηση της «τελευταίας» θέσης στην παγκόσμια κατάταξη των εκπαιδευτικών επιδόσεων, εν μέσω πολύ δυσμενών οικονομικών συνθηκών. Θα μπορούσαμε να υποστηρίξουμε, μάλιστα, ότι η πολιτική επιλογή για συνέχιση της συμμετοχής της χώρας στο PISA, ακόμα και σε περιόδους σοβαρής ανθρωπιστικής κρίσης (2009-2018), προσδίδει κύρος και αξιοπιστία στο εγχείρημα PISA, καθώς υπογραμμίζεται συμβολικά ότι η σχετική δραστηριότητα είναι «αλεξίσφαιρη» και ανεπηρέαστη από την κρίση! Είναι προφανές, όμως, ότι τα όποια εξεταστικά εργαλεία σχεδιάζονται με προδιαγραφές παγκόσμιας τυποποιημένης εφαρμογής δεν μπορεί να είναι αλεξίσφαιρα στις ειδικές δυσμενείς ανθρωπιστικές συνθήκες.

Το εύλογο ερώτημα είναι, πώς να εξηγήσουμε την πολιτική επιλογή της κυβερνώσας Αριστεράς που συμβάλλει στη διαιώνιση μιας εκπαιδευτικής αθλιότητας. Χαρακτηριστική είναι η απάντηση του πρώτου «μαρξιστή» Υπουργού Παιδείας της Κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ/ΑΝΕΛ, του Αρ. Μπαλτά, λίγες ημέρες μετά την ανάληψη των καθηκόντων του. Στο κείμενο απάντησης που αναφερθήκαμε πιο πάνω (Έγγραφο 50983/Φ1/27-3-2015) καταλήγει εμφαντικά: «Από τα ανωτέρω προκύπτει ότι η συμμετοχή της χώρας μας στο Πρόγραμμα PISA του ΟΟΣΑ υπήρξε ανελλιπής από την πρώτη χρονιά διεξαγωγής του, γεγονός που αποδεικνύει το ενδιαφέρον της Ελλάδας για τη συμμετοχή της σε θεσμούς Διεθνών Οργανισμών»! Ακριβώς! Υπογραμμίζεται απερίφραστα ότι απολαμβάνουμε το προνόμιο του «ανήκειν», άνευ όρων, σε διεθνείς οργανισμούς! Ως τακτικοί «χρήσιμοι ουραγοί». Θεωρούμε ότι η συγκεκριμένη δημόσια δήλωση συνιστά επεξεργασμένη εκδοχή της υπόθεσης «εθελοδουλίας» που, ήδη, διατυπώσαμε πιο πάνω.

Όπως έχουμε σημειώσει και άλλοτε, αυτή η «ανελλιπής συμμετοχή» σε διεθνείς οργανισμούς είναι μέρος του δόγματος «Ανήκουμε (άνευ όρων) στη Δύση». Ανήκει στα πολιτικά «πνευματικά δικαιώματα» των συντηρητικών δυνάμεων της χώρας, τουλάχιστον από το 1958. Ήταν σημείο αναφοράς στις μακροχρόνιες ευρωπαϊκές διεργασίες, τα ευρωπαϊκά προγράμματα, τις συντονισμένες διεθνείς πρωτοβουλίες (ΟΟΣΑ, ΠΟΕ/ GATS, EE, CRE /EUA, Bologna Process, κ.ά.), τους πειθαναγκασμούς και τις δεσμεύσεις διαρκείας στην άσκηση της εκπαιδευτικής πολιτικής. Δεν υπήρχε κυβερνητική πρωτοβουλία, όλο αυτό το διάστημα, χωρίς εκβιαστικές αναφορές στο «ανήκουμε στη Δύση», στις «ανειλημμένες ευρωπαϊκές δεσμεύσεις», στην καθυστέρηση και την απόσταση που μας χωρίζει από τους άλλους εταίρους, στην «ανάγκη επιτάχυνσης των μεταρρυθμίσεων», κ. τ. ο. Έλληνες πανεπιστημιακοί-υπερασπιστές αυτών των πολιτικών θεωρούν ότι όλα αυτά αποτελούν σημαντικό σταθμό για την αναβάθμιση των ευρωπαϊκών εκπαιδευτικών συστημάτων. Επιμελώς αποφεύγουν να ασχοληθούν με το ενορχηστρωμένο project προώθησης των πολιτικών της αγοράς στην οργάνωση και τη λειτουργία τους.

Έτσι, αν και « Ανήκουμε στη Δύση», ως ιδρυτικά μέλη των υπερεθνικών διακρατικών οργανισμών ΔΝΤ και της Παγκόσμιας Τράπεζας, της ΕΕ και του ΟΟΣΑ, βρισκόμαστε αντιμέτωποι με ένα «εξαιρετικά μη βιώσιμο χρέος», σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του υπερεθνικού επιτηρητή, του ΔΝΤ, που έχει εμπλακεί, μέσα από πολλές διαβουλεύσεις, στην υπόθεση του χρέους και των πολιτικών «δέους» των τριών μνημονίων. Είναι αυτό το χρέος που νομιμοποιεί τους εταίρους μας να καταφεύγουν στις πολιτικές «δέους», με την ειδική συμβολή και του ΟΟΣΑ. Ο ΟΟΣΑ, σε συνδυασμό με τη συγκρότηση του PISA, ως ενός εργαλείου για την ενίσχυση της επιρροής του ίδιου του ΟΟΣΑ στην παγκόσμια διακυβέρνηση της εκπαίδευσης, είναι στρατηγικής σημασίας μηχανισμός. Δρα μέσω ενός ευρύτερου δικτύου οργανισμών (ΔΝΤ, Παγκόσμια Τράπεζα, ΕΕ, ΟΥΝΕΣΚΟ, κ.ά. ).

Η εκστρατεία προσηλυτισμού στη εθελοδουλία κρατάει χρόνια

Το δίδυμο ΟΟΣΑ/PISA έχει αποκτήσει, είκοσι χρόνια τώρα, πολύ ισχυρές προϋποθέσεις για την άσκηση μιας εξ αποστάσεως παγκόσμιας διακυβέρνησης της εκπαίδευσης, μέσω Εκθέσεων, δεδομένων, συμβουλευτικών γνωμοδοτήσεων κ.ά. που καλύπτουν τόσο τις δομές της εκπαίδευσης (Εκθέσεις ΟΟΣΑ) όσο και το περιεχόμενο και τις εκπαιδευτικές πρακτικές (Εκθέσεις PISA). Δεν είναι μικρή υπόθεση που ο συγκεκριμένος οργανισμός έχει εξασφαλίσει τη νομιμοποίηση της «εισβολής» του στα δρώμενα μεγάλου αριθμού σχολείων ανά την υφήλιο. Από επίσημη έκθεση του ΟΟΣΑ (2018) «PISA 2015 Results In Focus» πληροφορούμαστε ότι κατά την κύρια διεξαγωγή του αμέσως προηγούμενου προγράμματος (2015) «συμπλήρωσαν/ολοκλήρωσαν τα εξεταστικά δοκίμια περίπου 540.000 μαθητές και μαθήτριες που αντιπροσωπεύουν 29 εκατομμύρια 15χρονων από τις 72 χώρες και οικονομίες που συμμετείχαν».

Όταν γίνεται ανάλυση των αποτελεσμάτων, πολύ συχνά, γίνεται λόγος για εκπλήξεις και «θαύματα» επιδόσεων. Κατά τη γνώμη μας, το «θαύμα» δεν κατοικεί στις ανακοινώσεις των αποτελεσμάτων, με τις εκπλήξεις- πρωτιές χωρών που διαγκωνίζονται στην κούρσα μιας κατασκευασμένης «αριστείας» ή με το «shock» μιας απροσδόκητης αποτυχίας χωρών που στιγματίζονται ως χώρες του «μέσου όρου» (μετριότητες) ή ως «ουραγοί» μιας διεθνούς συγκριτικής κούρσας (μη-) σχολικών επιδόσεων.

Αν μπορούμε να μιλάμε για «θαύμα», αυτό έγκειται στο αποτέλεσμα ενός πολύχρονου προσηλυτισμού στα προτάγματα ΟΟΣΑ/PISA που προωθεί μια οικουμενική και μονοπωλιακή μέθοδο συγκριτικής αξιολόγησης. Αυτό αποτυπώνεται, τόσο στην «ολική» επέκταση του εγχειρήματος ελέγχου που καλύπτει «διαβίου» όλες τις μορφές εκπαίδευσης (από την ηλικία των 5 και ύστερα), όσο και την «ολοκληρωτική» διείσδυσή του σε ένα μεγάλο αριθμό χωρών παγκοσμίως ( από τις 32 χώρες το 2000 στις 72 χώρες το 2015). Χώρες-μέλη «συνεργάτες» παίρνουν μέρος σε μια αργόσυρτη πολύχρονη διεργασία προσηλυτισμού σε «ανταγωνιστική συνεργασία» που αναφέρεται και ως «συν-ανταγωνισμός».

Με αυτά τα δεδομένα, ο ΟΟΣΑ/PISA αποκτά μια ιδιότυπη εξουσία για συνεχή και αδιάλειπτη καθοδήγηση/χειραγώγηση μέσα από «βέλτιστες πρακτικές» για υψηλές επιδόσεις και ενθαρρύνει ιεραρχικές σχέσεις διακρίσεων, με ποσοτικά δεδομένα και αριθμούς που προβάλλονται ως αδιαμφισβήτητα. Έχουμε να κάνουμε με ένα είδος εξουσίας που δεν προϋποθέτει νόμο ή εξαναγκασμό. Η συμμετοχή είναι εθελοντική, αρχικά, και εκούσια, για να αποκτήσει στη συνέχεια, με την καταβολή της σχετικής προβλεπόμενης δαπάνης, τα χαρακτηριστικά της υποχρεωτικότητας και της δέσμευσης. Η συμμετοχή στον προσηλυτισμό και στην εμπέδωση της νεοφιλελεύθερης ιδεολογίας, που υποβαστάζει το όλο εγχείρημα, εξασφαλίζεται με κίνητρα και με το δικαίωμα επιλογής παρά με άσκηση πιέσεων ή απειλής τιμωριών και αποκλεισμών.

Όπως έχει υποστηριχθεί χαρακτηριστικά (Bruno, J.,2017: 59) [5], «τα τελευταία χρόνια η συγκριτική αξιολόγηση έχει διαδοθεί σε όλον τον κόσμο και σε όλους τους τομείς σε τόσο μεγάλο βαθμό, ώστε να είναι τώρα βαθιά ριζωμένη και ευρέως διαδεδομένη σε όλα τα είδη των οργανισμών». Με άλλα λόγια, έχουμε την ολοκληρωτική κυριαρχία της. Από αυτή την άποψη, δεν υπάρχει τίποτε φυσικό και αυτονόητο στη μεγάλη διείσδυση της συγκριτικής διεθνούς αξιολόγησης του ΟΟΣΑ/PISA. Ούτε, η παγκόσμια απήχησή του μπορεί να εξηγηθεί με αναφορά στην αποτελεσματικότητα και τη νομιμοποιητική του λειτουργία στην ανασυγκρότηση της εκπαιδευτικής πολιτικής των χωρών που συμμετέχουν. Ούτε είναι τα σπαρταριστά αριθμητικά δεδομένα, που προκύπτουν από τη διεθνή συστηματική διαρκή συγκριτική αξιολόγηση, αυτά που συμβάλλουν στη εξάπλωση και τη διάδοσή του. Αυτή μπορεί να αποδοθεί στο ότι υπήρχαν «ισχυροί θεσμοί, δίκτυα και ηγέτες που προσπάθησαν να την προωθήσουν ως μια πολλαπλών χρήσεων και ουδέτερη ως προς τις εφαρμοζόμενες πολιτικές, μέθοδο» (ό. π.: 61). Στη συγκεκριμένη περίπτωση, το δίκτυο ΟΟΣΑ, ΕΕ, ΔΝΤ, Παγκόσμια Τράπεζα και ΟΥΝΕΣΚΟ είναι αυταπόδεικτα υπαρκτό. Είναι γνωστό ότι οι κυβερνήτες των χωρών-μελών της ΕΕ, με τη «Στρατηγική της Λισαβόνας» (2000) είχαν διακηρύξει ως στόχο να μετατρέψουν την ΕΕ στην «πιο ανταγωνιστική οικονομία της γνώσης», σε παγκόσμιο επίπεδο. Αυτός είναι ο κοινός στρατηγικός σχεδιασμός του δικτύου. Πρόκειται για άσκηση διακυβέρνησης με όρους εθελοδουλίας, σε ένα καθεστώς που εκθέτει τις χώρες που συμμετέχουν, με συγκεκριμένο κάθε φορά δείγμα δεκαπεντάχρονων υποκειμένων –μαθητών, σε ένα διαρκές υπερεθνικό project «εκούσιας και απεριόριστης πειθαρχίας».

Σε αυτό το σημείο θα παραθέσουμε ένα εκτενές απόσπασμα από σχετικό κείμενο του Ετιέν ντε Λα Μποεσί (Étienne de la Boétie), που αν και γράφτηκε το 1560, μπορεί να διαφωτίσει την υπόθεση της εθελοδουλίας:

«Θέλω απλώς να καταλάβω πώς συμβαίνει σε τόσους πολλούς ανθρώπους, σε τόσα πολλά χωριά, σε τόσες πολλές πόλεις, σε τόσα πολλά έθνη, να υποφέρουν κάποιες φορές κάτω από έναν και μόνο τύραννο, ο οποίος δεν έχει άλλη εξουσία από την εξουσία που του έχουν δώσει. Ο οποίος είναι σε θέση να τους βλάψει μόνο στο βαθμό στον οποίον επιθυμούν να τον υπομείνουν. Ο οποίος δεν μπορεί να τους κάνει κανένα κακό, εκτός αν προτιμήσουν να τον ανεχτούν παρά να τον αντιπαλέψουν. Σίγουρα μια εντυπωσιακή περίπτωση!» [6]

Κι αλλού:

«Όλη αυτή η καταστροφή, αυτή η δυστυχία, αυτή η ερήμωση, πέφτει επάνω σας όχι από ξένους εχθρούς, αλλά από το μοναδικό εχθρό τον οποίο εσείς καθιστάτε τόσο δυνατό, για τον οποίο πηγαίνετε με γενναιότητα στον πόλεμο, για το μεγαλείο του οποίου δεν αρνείστε να προσφέρετε στο θάνατο τα ίδια σας τα κορμιά.

Εκείνος, που έτσι σας καταδυναστεύει, έχει μόνο δυο μάτια, μόνο δυο χέρια, μόνο ένα σώμα, τίποτα παραπάνω από όσα διαθέτει και ο τελευταίος άνθρωπος ανάμεσα στους αμέτρητους που κατοικούν στις πόλεις σας· στην πραγματικότητα δεν έχει τίποτα παραπάνω για να σας καταστρέψει από την εξουσία που εσείς του απονείματε.

Πού βρήκε αρκετά μάτια για να σας κατασκοπεύσει, εάν δεν του τα δώσατε οι ίδιοι; Πώς μπορεί να έχει τόσα πολλά χέρια για να σας χτυπά, εάν δεν τα δανείστηκε από σας; Τα πόδια με τα οποία ποδοπατά τις πόλεις σας, πού τα βρήκε, αν δεν είναι τα δικά σας; Πώς έχει οποιαδήποτε εξουσία πάνω σας, εκτός μέσα από σας; Πώς θα τολμούσε να σας επιτεθεί, εάν δεν είχε τη συνεργασία σας; Τι θα μπορούσε να σας κάνει, εάν εσείς οι ίδιοι δεν συνεργούσατε με τον κλέφτη που σας ρημάζει, εάν δεν ήσασταν συνένοχοι με τον εγκληματία που σας σκοτώνει, εάν εσείς οι ίδιοι δεν προδίδατε τους εαυτούς σας;» [7]

Μην ανησυχούμε: Το PISA ξανάρχεται!

Αυτό δεν επιβεβαιώνεται μόνο από δηλώσεις ή γραπτές δεσμεύσεις των Υπουργών, όπως αυτές που αναφέραμε προηγουμένως, αλλά και από τα «έργα και τις ημέρες στην άσκηση πολιτικής. Το ΙΕΠ έχει, ήδη, σπεύσει να μας ενημερώσει ότι «Η έβδομη Έρευνα PISA, με εστίαση τον εγγραμματισμό στην Κατανόηση Κειμένου, θα διεξαχθεί την άνοιξη του 2018. Θα διερευνηθούν, επίσης το γνωστικό επίπεδο και οι δεξιότητες των μαθητών στα Μαθηματικά, στις Φυσικές Επιστήμες και, για τη φετινή διεξαγωγή, στο πεδίο Γνώσεις και Ικανότητες του Πολίτη του Κόσμου. Η έρευνα θα διεξαχθεί σε περισσότερες από 70 χώρες (οι μισές, περίπου, από τις οποίες είναι οι χώρες-μέλη του ΟΟΣΑ). Από την Ελλάδα θα πάρουν μέρος 268 δημόσια και ιδιωτικά Γυμνάσια, Γενικά Λύκεια και Επαγγελματικά Λύκεια με περίπου 7.000 μαθητές. Φορέας υλοποίησης του PISA 2018 στην Ελλάδα είναι το Ινστιτούτο Εκπαιδευτικής Πολιτικής».

Δε μπορούμε να παραβλέψουμε χαρακτηριστικές προβληματικές διατυπώσεις περί «εγγραμματισμού στην κατανόηση κειμένου» ή τους ισχυρισμούς ότι «θα διερευνηθούν το γνωστικό επίπεδο και οι δεξιότητες των μαθητών» ή «το πεδίο Γνώσεις και Ικανότητες του Πολίτη του Κόσμου» (αλλιώς: της παγκοσμιοποιούμενης καπιταλιστικής αγοράς), κ.ά. Τι, άραγε σημαίνει ότι θα «διερευνηθούν» (sic!) τη μια το «επίπεδο», την άλλη το «πεδίο» ή άλλοτε οι «δεξιότητες» κι άλλοτε οι «ικανότητες», ως εάν να πρόκειται περί ταυτόσημων αναφορών. Η ενημέρωση είναι άκρως μηχανιστική και πλημμελής. Η αλήθεια είναι ότι δεν συμμετέχουν σχολεία αλλά επιλεγμένοι 15χρονοι μαθητές και μαθήτριες, που φοιτούν στην Γ΄ τάξη Γυμνασίου ή την Α΄ τάξη Λυκείου. Ούτε πρόκειται για έρευνα. Πρόκειται για Πρόγραμμα, όπως ρητά, άλλωστε, αναφέρεται στον τίτλο: Programme for International Student Assessment. Πρόκειται για μια σειρά εξεταστικών δοκιμίων που με το σύνολο των διεργασιών, που δρομολογούνται ήδη είκοσι χρόνια (με τον σχεδιασμό, την οργάνωση, την εφαρμογή, την ανάλυση των αποτελεσμάτων, τις εκθέσεις, τις δημοσιεύσεις, κ. τ. ο.), αντικειμενικά εκθέτουν τις πολιτικές και τις διαδικασίες εκπόνησης των σχολικών προγραμμάτων στις χώρες- μέλη, σε συνθήκες και όρους επιρροής, ομοιοτροπίας και ομοιογενοποίησης. Είναι αποκαλυπτικό το γεγονός ότι οι «χαμηλές επιδόσεις» στο PISA, αλλά και οι επιδόσεις «αριστείας» και πρωτιάς δίνουν το έναυσμα για μεγάλο κύκλο συζητήσεων με άμεση ή έμμεση αναφορά στις απαιτούμενες αλλαγές στα σχολικά προγράμματα και στη διδασκαλία.

Ήδη έχει γίνει ο κυβερνητικός σχεδιασμός της επικείμενης νέας επίσκεψης-εισβολής PISA 2018. Διαβάζουμε από τις ανακοινώσεις του ΙΕΠ, σχετικά:

«Η Κύρια Έρευνα PISA 2018 θα υλοποιηθεί στη χώρα μας από τη 1 Μαρτίου 2018 έως τις 30 Μαρτίου 2018, σε 268 δημόσια και ιδιωτικά Γυμνάσια, Γ.Ε.Λ. και ΕΠΑ.Λ. όλης της Ελλάδας. Για κάθε σχολείο του δείγματος έχουν επιλεγεί και δύο αναπληρωματικά, τα οποία όμως θα κληθούν να συμμετάσχουν στην έρευνα σε εξαιρετικά σπάνιες περιπτώσεις…

Επτά  κατάλληλους υπολογιστές, θα χρειαστεί το κάθε σχολείο που  θα συμμετάσχει στην  Έρευνα PISA 2018, σύμφωνα με έγγραφο που απέστειλε το ΙΕΠ στις Διευθύνσεις Ε “Από κάθε σχολείο θα πάρουν μέρος το πολύ 35 μαθητές και θα πρέπει να ολοκληρωθεί η εξέτασή τους το πολύ σε πέντε (5) ημέρες. Άρα, τα σχολεία με 35 επιλεγμένους μαθητές θα χρειάζονται τουλάχιστον επτά (7) κατάλληλους υπολογιστές”, αναφέρει το έγγραφο του ΙΕΠ και σημειώνει:

«Σε περίπτωση που ο εξοπλισμός δεν επαρκεί, έχουν ενημερωθεί τα επιλεγμένα σχολεία να επικοινωνήσουν με τις Διευθύνσεις Εκπαίδευσης, όπου υπάγονται, ώστε να τους παραχωρηθεί εξοπλισμός από τις ίδιες ή από γειτονικά σχολεία Πρωτοβάθμιας ή Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης.

Εναλλακτικά, θα μπορούσε να τους παραχωρηθεί κατάλληλο εργαστήριο από συστεγαζόμενο ή γειτονικό σχολείο ή οποιοσδήποτε άλλος χώρος κριθεί ενδεδειγμένος.

Για τον σκοπό αυτό, θα πρέπει να έχουν οριστεί αρμόδιοι υπάλληλοι στις Διευθύνσεις Εκπαίδευσης και στη Διεύθυνσή σας, οι οποίοι θα διαχειρίζονται τα αιτήματα των σχολείων της δικαιοδοσίας σας.

Οι υπολογιστές, που πρόκειται να χρησιμοποιηθούν στην Έρευνα PISA, θα πρέπει να πληρούν τις παρακάτω ελάχιστες απαιτήσεις και να πιστοποιηθεί η καταλληλότητά τους με χρήση ειδικού λογισμικού. Άλλη σχετική ανακοίνωση μας ενημερώνει ότι «Το Ινστιτούτο Εκπαιδευτικής Πολιτικής που έχει την ευθύνη για την υλοποίηση της έρευνας PISA στην Ελλάδα και στο πλαίσιο των υποχρεώσεων  θα πραγματοποιήσει  ενημερωτικό σεμινάριο στους Συντονιστές οι οποίοι θα είναι υπεύθυνοι για τη διεξαγωγή του PISA στο σχολείο τους. Το σεμινάριο θα διεξαχθεί στη Θεσσαλονίκη στις 8 Φεβρουαρίου 2018».

Είναι προφανές ότι έχουμε να κάνουμε με ένα σχετικό κρατικό συναγερμό για την καλύτερη δυνατή προετοιμασία της επόμενης εφαρμογής PISA, παρά τις επαναλαμβανόμενες εκκλήσεις ή και καταγγελίες συνδικαλιστικών οργάνων των εκπαιδευτικών, της ΟΛΜΕ ή πολλών επιμέρους πρωτοβάθμιων οργάνων που ζητούν την αποχή της χώρας από το PISA. Με βάση τα παραπάνω, παρουσιάζει ειδικό ενδιαφέρον το ερώτημα των επιρροών του PISA στην εκπαίδευση των χωρών που συμμετέχουν στις διεθνείς συγκριτικές αξιολογήσεις που διενεργεί, χρόνια τώρα. Ένα άλλο, εξίσου σημαντικό, ερώτημα είναι να δούμε ποιοι είναι οι εγχώριοι «δρώντες-κλειδιά» στην Ελλάδα, τα «μαντρόσκυλα» του ΟΟΣΑ/PISA, που διαιωνίζουν αυτή την πολυετή διεργασία εθελοδουλίας. Αυτά, σε επόμενες αναλύσεις μας.

ΠΗΓΕΣ – ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

[1] Συνέχεια από το Μέρος Α΄. Βλ. Σημείωση 3.

[2]  Μαυρογιώργος, Γ(2015), Οίκοι Αξιολόγησης και στην Εκπαίδευση και το «αόρατο χέρι» της αγοράς: Η περίπτωση PISA, Εκδόσεις Οσελότος, Ιωάννινα.

[3] Ο ΟΟΣΑ/PISA και Παγκόσμια διακυβέρνηση στην εκπαίδευση: Ένα αφήγημα από την πλευρά της «ουραγού Ελλάδας», Σελιδοδείκτης, τ.2, 2017, σελ.57-69 (Μέρος Α΄).

[4] Η κατηγορία «σκουπίδια» χρησιμοποιείται από τους οίκους αξιολόγησης της πιστοληπτικής ικανότητας χωρών, τραπεζών, εταιρειών, κ.α.

[5] Bruno, Isabelle(2017). «Συγκριτική Αξιολόγηση» στο βιβλίο Περτσά, Γ., Ρέγκα, Σ. (επιμ.) Τέσσερις Έννοιες του Παρόντος, TwoplyBooks, Αθήνα, σελ. 55-72.

[6] http://popaganda.gr/diavasame-etien-nte-la-boesi-pragmatia-peri-ethelodoulias/

[7] https://antikleidi.com/2012/03/05/etienne-de-la-boetie/

[8] Étienne de la Boétie (2012) «Πραγματεία περί εθελοδουλίας»Μτφρ. Παναγιώτης Καλαμαράς, Εκδόσεις Πανοπτικόν.

ΠΗΓΗ: 2 Μαρτίου 2018, https://selidodeiktis.edu.gr/2018/03/02/%CE%BF%CE%BF%CF%83%CE%B1-pisa-%CF%83%CF%84%CE%B7%CE%BD-%CE%B5%CE%BB%CE%BB%CE%B7%CE%BD%CE%B9%CE%BA%CE%AE-%CE%B5%CE%BA%CF%80%CE%B1%CE%AF%CE%B4%CE%B5%CF%85%CF%83%CE%B7-%CE%BA%CE%B1%CF%84%CE%B1%CF%83/

Απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.