Η Νέα Δραχμή

Η Νέα Δραχμή

 

Του Βασίλη Βιλιάρδου*


«Κάθε κράτος, στην προσπάθεια του να βελτιώσει την οικονομική του θέση, παίρνει μέτρα επιβλαβή για την ευημερία των γειτόνων του. Αφού αυτή η τακτική δεν περιορίζεται μόνο σε ένα κράτος, ο καθένας υφίσταται πολύ περισσότερες συνέπειες παρόμοιων λογικών που εφαρμόζουν οι γείτονες του, από τα οφέλη που έχει ο ίδιος, λόγω των επιλογών του.

Πρακτικά όλα τα «λαοφιλή φάρμακα» που κυκλοφορούν σήμερα, είναι «αλληλοεξοντωτικού» χαρακτήρα. Ανταγωνιστικές μειώσεις μισθών, ανταγωνιστικοί δασμοί, ανταγωνιστική ρευστοποίηση περιουσιακών στοιχείων στο εξωτερικό, ανταγωνιστικές υποτιμήσεις, ανταγωνιστικά οικονομικά προγράμματα – η κατάσταση του «θα κάνω τον γείτονα ζητιάνο».

Η αιτία είναι το ότι, τα έξοδα του ενός είναι κανονικά τα έσοδα κάποιου άλλου. Έτσι, καθώς προσπαθούμε να βελτιώσουμε το δικό μας περιθώριο, μειώνουμε το περιθώριο κάποιου άλλου. Εάν λοιπόν η ίδια πρακτική ακολουθηθεί παντού, θα χειροτερεύσει η κατάσταση όλων.

Οιοσδήποτε ιδιώτης, οδηγούμενος από την προσωπική κατάσταση, στην οποία ευρίσκεται, μπορεί να μειώσει τις συνηθισμένες του δαπάνες – κανείς δεν μπορεί να τον κατηγορήσει γι' αυτό. Όμως, ας μη νομίζει κανείς ότι, με αυτόν τον τρόπο υπηρετεί κάποιο συλλογικό συμφέρον.

O μοντέρνος καπιταλισμός είναι «πλεύση καλού καιρού». Όταν ξεσπάσει η καταιγίδα, ο καπιταλιστής εγκαταλείπει τα καθήκοντα του καπετάνιου, ενώ μπορεί να βουλιάξει ακόμα και τις βάρκες που θα τον γλύτωναν – από τη μανία του να σπρώξει τον κοντινό του έξω από την βάρκα για να μπει ο ίδιος ….. Δεν υπάρχει τίποτα χειρότερο για ένα κράτος, από την κατάρρευση της αγοραστικής αξίας του νομίσματος του» (Keynes, σε ελεύθερη απόδοση).

Άποψη

Οι συζητήσεις που αφορούν τη δραχμή είναι μάλλον περιττές, κρίνοντας τόσο από αυτά που συμβαίνουν στην Ευρώπη, όπου η εμπιστοσύνη στο νόμισμα καταρρέει, όσο και από τις δυσοίωνες εξελίξεις στην Ελλάδα – όπου δεν είναι καθόλου απίθανο, να οδηγηθεί ξαφνικά στην «εκούσια» έξοδο της από την Ευρωζώνη.

Εν τούτοις, είναι ίσως σωστό να μην αφήνει κανείς ασχολίαστα κάποια πράγματα, έτσι ώστε να μην δημιουργούνται παρανοήσεις – ενώ η ιδανικότερη λύση για όλους θα ήταν η επιστροφή στην αφετηρία (άρθρο μας).

Στα πλαίσια αυτά, είναι ανοησία η απάντηση που ακούσαμε στην ερώτηση, σχετικά με την πλέον κατάλληλη ισοτιμία μίας νέας δραχμής (η παλαιά έχει πεθάνει πια οριστικά, ενώ δεν μπορεί να αναστηθεί με κανέναν τρόπο), σύμφωνα με την οποία η ισοτιμία οφείλει να καθοριστεί στο ένα ευρώ προς 2 δραχμές (1:2) – αφού κάτι τέτοιο δεν έχει καμία απολύτως σημασία, είναι εντελώς αδιάφορο από οικονομικής πλευράς.

Δεν υπάρχει τίποτα χειρότερο για ένα κράτος, από την κατάρρευση της αγοραστικής αξίας του νομίσματος του ενώ, στην περίπτωση της Ελλάδας, η υιοθέτηση του εθνικού νομίσματος είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με τη χρεοκοπία – με τη στάση πληρωμών δηλαδή ή με τη διαγραφή μεγάλου μέρους του χρέους

Αυτό που έχει αποκλειστικά και μόνο σημασία είναι το τι θα αγοράζει κανείς με τις δύο δραχμές – η αγοραστική αξία του νομίσματος δηλαδή και όχι η ισοτιμία που θα επιλεχθεί, είτε αυτή είναι ένα ευρώ προς δύο δραχμές, είτε προς είκοσι δύο ή 322 δραχμές.

Για παράδειγμα, η νέα τουρκική λίρα, η οποία αντικατέστησε την παλαιότερη (ανάλυση μας) το 2006, είχε έξι μηδενικά λιγότερα, επειδή η ισοτιμία της ορίσθηκε στο 1:1 με το δολάριο (ουσιαστικά 1 νέα λίρα για κάθε 1.000.000 παλαιές). Σήμερα, η ισοτιμία της λίρας ευρίσκεται ήδη στο 1:2 σε σχέση με το δολάριο – γεγονός που σημαίνει ότι έχει υποτιμηθεί κατά 100% ως προς το δολάριο, συγκριτικά με την ημερομηνία εισαγωγής της.

Επειδή τώρα οι μισθοί δεν έχουν διπλασιασθεί σε σχέση με το 2005, η αγοραστική δύναμη του πληθυσμού της Τουρκίας έχει μειωθεί – αν και οι πολίτες πιστεύουν ότι έχει αυξηθεί, επειδή βλέπουν την ονομαστική άνοδο των μισθών τους και όχι την πραγματική (αφαιρουμένου του πληθωρισμού). Εν τούτοις, τα ακίνητα ενοικιάζονται με «ρήτρα ευρώ» ή δολαρίου – ακριβώς επειδή οι ιδιοκτήτες τους γνωρίζουν τι συμβαίνει και δεν θέλουν να εκτίθενται στις «διακυμάνσεις» της λίρας.

Επομένως, η ισοτιμία της ενδεχόμενης υιοθέτησης της νέας δραχμής θα ήταν η οποιαδήποτε επιλεγόταν – ενώ, από πολλές πλευρές, προτιμότερη θα ήταν 1:1 με το ευρώ. Η ισοτιμία αυτή θα διευκόλυνε τη χώρα πρακτικά, αλλά και τους πολίτες της – αφενός μεν επειδή έχουν μάθει να συναλλάσσονται με το ευρώ, αφετέρου για να διαπιστώνουν εύκολα, ως οφείλουν, την υποτίμηση της.

Όσον αφορά το δημόσιο εξωτερικό χρέος, το οποίο είναι της τάξης των 300 δις € (περί τα 330 δις € το δημόσιο χρέος στα τέλη του 2013, όπου όμως ένα μέρος του είναι στο εσωτερικό) και δεν μπορεί να μετατραπεί σε δραχμές, μετά την υπογραφή του PSI, θα γινόταν 300 δις δραχμές (ή όσο θα ήταν μέχρι τότε) – αλλά με την υποχρέωση πληρωμής του σε ευρώ.

Στη συνέχεια, εάν υποθέσουμε εύλογα ότι η δραχμή θα υποτιμούταν κατά 50%, τότε το δημόσιο εξωτερικό χρέος θα γινόταν αυτόματα 450 δις δραχμές – παραμένοντας βέβαια στα 300 δις €. Απλούστερα, θα χρειαζόμαστε 450 δις δραχμές για να εξοφλήσουμε 300 δις €.

Επειδή δε υπολογίζουμε πως ούτε το ονομαστικό ΑΕΠ θα αυξανόταν σημαντικά, τουλάχιστον στην αρχή, για λόγους που εξηγούνται παρακάτω (χρεοκοπία), παραμένοντας στα επίπεδα των 190 δις δραχμών, το δημόσιο χρέος (450 δις δραχμές εξωτερικό συν 30 δις δραχμές εσωτερικό, 480 δις δραχμές συνολικά – υποθέτοντας ότι το εσωτερικό θα μετατρεπόταν σε δραχμές), θα διαμορφωνόταν στο 250% του ΑΕΠ.

Εάν η υποτίμηση έφθανε στο 1:2 (100%), τότε το εξωτερικό δημόσιο χρέος θα γινόταν 600 δις δραχμές θα διπλασιαζόταν δηλαδή σε δραχμές, συνεχίζοντας να παραμένει στα 300 δις ευρώ (ή όσο θα ήταν τότε, αν υποθέσουμε ότι θα δάνειζαν το δημόσιο ακόμη, ελπίζοντας με κάποιο βιώσιμο επιτόκιο ή πως θα μηδενιζόταν τα ελλείμματα του τακτικού προϋπολογισμού).

Το χρέος ως προς το ΑΕΠ θα ήταν τότε της τάξης του 330% του ΑΕΠ – προφανώς εκτός κάθε ορίου, αφού με ένα ελάχιστο επιτόκιο της τάξης του 5%, οι τόκοι θα απορροφούσαν πάνω από το 50% των εσόδων, χωρίς να πληρώνονται καν δόσεις.

Όσον αφορά το συνολικό (δημόσιο και ιδιωτικό) εξωτερικό χρέος, στο οποίο δεν δίνεται δυστυχώς η απαιτούμενη σημασία, είναι σήμερα περίπου 420 δις € (διάγραμμα που ακολουθεί) – οπότε θα γινόταν αυτόματα 420 δις δραχμές. Στη συνέχεια, με υποτίμηση 50% της δραχμής, θα γινόταν 630 δις δραχμές – με 100% υποτίμηση 840 δις δραχμές κοκ.

Εξωτερικό χρέος της Ελλάδας. Στο τέλος του δεύτερου τριμήνου του 2013 ήταν 421,247 δις €, σύμφωνα με την ΤτΕ.

Η υποτίμηση θα οφειλόταν (εύλογη ερώτηση), αφενός μεν στην έλλειψη εμπιστοσύνης στο νέο νόμισμα (συμβαίνει παντού, ενώ η έλλειψη εμπιστοσύνης στη χώρα μας είναι πλέον δεδομένη), αφετέρου στην προβλεπόμενη ραγδαία μείωση του πραγματικού ΑΕΠ, τουλάχιστον στην αρχή – αφού το νόμισμα (ποσότητα) αντιπροσωπεύει συνήθως το ΑΕΠ μίας χώρας.

Στη  συνέχεια, στα ελλείμματα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών (διάγραμμα), επειδή η πατρίδα μας έχει σχεδόν εντελώς αποβιομηχανοποιηθεί – οπότε είναι σε πολύ μεγάλο βαθμό εξαρτημένη από τις εισαγωγές, διαθέτοντας ελάχιστα ανταγωνιστικά προϊόντα για να εξάγει (θεωρούμε αδύνατον να αναπληρωθεί το κενό από τον τουρισμό, ο οποίος ναι μεν θα αυξανόταν αριθμητικά, λόγω του φθηνού νομίσματος, αλλά με μικρότερο τζίρο, για τον ίδιο λόγο).

Ισοζύγιο τρεχουσών-συναλλαγών της Ελλάδας.

Περαιτέρω, είναι σημαντικό σε κάθε περίπτωση το ιδιωτικό εξωτερικό χρέος (νοικοκυριά, επιχειρήσεις, τράπεζες), το οποίο υπολογίζεται πάνω από τα 120 δις € – ειδικά αυτό των τραπεζών απέναντι στην ΕΚΤ και στο μηχανισμό διακανονισμού πληρωμών (ELA).

Αν και έχει μειωθεί σε σχέση με το παρελθόν, στα 70,36 δις € (τέλη Οκτωβρίου), εάν οι τράπεζες αναγκάζονταν από το κράτος να μετατρέψουν τα δάνεια τους στο εσωτερικό σε δραχμές, έχοντας την υποχρέωση να εξοφλούν τα δικά τους σε ευρώ, μάλλον θα χρεοκοπούσαν – οπότε θα έπρεπε να εθνικοποιηθούν, με το κράτος είτε να αθετεί τις υποχρεώσεις τους, είτε να τις αναλαμβάνουν οι πολίτες του (φορολογία).

Οφείλουμε να σημειώσουμε εδώ ότι, τυχόν αθετήσεις πληρωμών απέναντι στους δανειστές, οι οποίοι είναι σήμερα κυρίως οι χώρες της Ευρωζώνης, καθώς επίσης απέναντι στην ΕΚΤ, μέτοχοι της οποίας είναι οι εταίροι μας, δεν θα ήταν θετικές ούτε για τον τουρισμό, ούτε για τις εξαγωγές μας – οπότε το ΑΕΠ, καθώς επίσης τα έσοδα του δημοσίου, θα παρουσίαζαν σημαντικότατη πτώση, η ανεργία θα αυξανόταν, η ύφεση θα «βάθαινε» κοκ.

Περαιτέρω, κανένας δεν μπορεί να ισχυρισθεί, όπως πολύ σωστά αναφέρεται στο «Τοποθέτηση στο άρθρο δραχμή» ότι, η Ελλάδα θα μείνει χωρίς πετρέλαιο, φάρμακα κλπ. Φυσικά και θα υπάρχουν όλα αυτά, σε επαρκείς πιστεύουμε ποσότητες, αφού ο εισαγωγέας τους δεν είναι το κράτος, αλλά οι ιδιώτες – οπότε, ακόμη και αν χρεοκοπούσε η «Ελλάδα της δραχμής»  (στάση πληρωμών), κάτι μάλλον βέβαιο, οι ιδιώτες θα μπορούσαν να εισάγουν, πληρώνοντας βέβαια σε συνάλλαγμα και πιθανότατα προκαταβολικά.

Το θέμα λοιπόν δεν είναι σε καμία περίπτωση η έλλειψη πετρελαίου ή φαρμάκων – αλλά το πόσο θα κοστίζουν και ποιοί θα μπορούν να τα αγοράζουν. Άλλωστε αυτή είναι η αιτία που τα αυτοκίνητα δεν κυκλοφορούν σε χρεοκοπημένες χώρες, τα καλοριφέρ παραμένουν κλειστά, οι συγκοινωνίες νεκρώνονται, τα φώτα των πόλεων δεν ανάβουν και τα νοσοκομεία υπολειτουργούν, όπως στο Ντιτρόιτ σήμερα – όχι η έλλειψη λοιπόν, αλλά το κόστος αγοράς, το οποίο συνήθως εκτοξεύεται στα ύψη.

Ολοκληρώνοντας (θα επανέλθουμε με άλλες απορίες, εάν προλάβουμε φυσικά την «εκούσια προσφυγή» στη νέα δραχμή), οι συγκρίσεις με την Αργεντινή δεν είναι αυτονόητες – αφού η χώρα

(α) ευρίσκεται σε μία εντελώς διαφορετική περιοχή του πλανήτη, από γεωπολιτικής πλευράς, με μηδαμινούς κινδύνους – γεγονός που σημαίνει, μεταξύ άλλων, περιορισμένες δαπάνες εξοπλισμού,

(β) ήταν κάποτε (τέλη του 19ου αιώνα), η έκτη μεγαλύτερη οικονομία παγκοσμίως, ενώ σήμερα συνεχίζει να υποφέρει,

(γ) είχε ανέκαθεν δικό της νόμισμα  – η «αποσύνδεση» του από το δολάριο ήταν πολύ εύκολη, συγκριτικά τουλάχιστον με την εισαγωγή ενός νέου νομίσματος από μία χώρα (πρώην) μέλος μίας νομισματικής ένωσης, ενώ

(δ) το δημόσιο χρέος της ήταν της τάξης του 60% του ΑΕΠ της, ενώ είχε συναλλαγματικά αποθέματα που δεν έχουμε εμείς σήμερα.

Τονίζοντας ακόμη μία φορά ότι δεν είμαστε εναντίον της δραχμής, αλλά υπέρ της αλήθειας, της σωστής πληροφόρησης και του ρεαλισμού, έχουμε την άποψη ότι, παρά τις όποιες αντιθέσεις μας, η Ελλάδα πρέπει να έχει έτοιμο ένα πραγματοποιήσιμο σχέδιο τυχόν επιστροφής της στο εθνικό νόμισμα – αφού η ανεξέλεγκτη υιοθέτηση του, θα ήταν κάτι παραπάνω από καταστροφική.

 

* Ο κ. Βασίλης Βιλιάρδος είναι ένας σύγχρονος οικονομολόγος, πτυχιούχος της ΑΣΟΕΕ Αθηνών, με μεταπτυχιακές σπουδές στο Πανεπιστήμιο του Αμβούργου – όπου και δραστηριοποιήθηκε επαγγελματικά για αρκετά χρόνια, με ιδιόκτητες επιχειρήσεις.

Έχει γράψει το βιβλίο "Υπέρβαση Εξουσίας", το οποίο αναφέρεται στο φορολογικό μηχανισμό της Γερμανίας, ενώ έχει  εκδώσει τρία βιβλία αναφορικά με την παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση, με τον  τίτλο "Η κρίση των κρίσεων".

Έχει ασχοληθεί με σημαντικές έρευνες και αναλύσεις επί του αντικειμένου του (μακροοικονομία), επί διεθνούς επιπέδου, οι οποίες φιλοξενούνται τακτικά σε ημερήσιες εφημερίδες, περιοδικά και ηλεκτρονικές ιστοσελίδες.

ΠΗΓΗ: Δεκεμβρίου 6, 2013, http://www.analyst.gr/2013/12/06/5043/ και http://www.analyst.gr/2013/12/06/5043/2/

Η μεγάλη Αγκαλιά, του Γιάννη Ποτ.

Η μεγάλη Αγκαλιά

Του Γιάννη Ποταμιάνου*

Μιλούσε για τα μεγάλα όνειρα

                                 για τις μεγάλες ιδέες

για το επιτακτικό καθήκον

για το βάρος του μέλλοντός μας

                            που συνθλίβει το παρόν

Συνέχεια

Τσίπρας & Ευρώπη: ΑΡΙΣΤΕΡΑ, ΕΘΝΟΣ & ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΠΟΙΗΣΗ

Τσίπρας και Ευρώπη

ΑΡΙΣΤΕΡΑ, ΕΘΝΟΣ ΚΑΙ ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΠΟΙΗΣΗ

Του Δημήτρη Κωνσταντακόπουλου*

Τιμητική, η πρόταση να είναι ο Αλέξης Τσίπρας υποψήφιος του Κόμματος Ευρωπαϊκής Αριστεράς για την Προεδρεία της Κομισιόν, συνιστά μεγάλη ευκαιρία για την Ελλάδα και τον ΣΥΡΙΖΑ, δεν στερείται όμως σοβαρών προβλημάτων και κινδύνων.

Το αποτέλεσμα της εκστρατείας θα εξαρτηθεί από ορισμένους όρους, ειδικότερα, από τη θέση που θα πάρει το «ελληνικό» στην εκστρατεία του υποψηφίου, από την πειστικότητα της παρέμβασής του στα συνολικά ευρωπαϊκά ζητήματα, από  την ικανότητά του να υπερβεί τα στενά πλαίσια της πολιτικής ομάδας της ριζοσπαστικής αριστεράς και, ενίοτε, την μετριότητα των θέσεων του ΚΕΑ, ένα κατεβατό κατά λιτότητας, ορθό μεν, απολύτως και τραγικά ανεπαρκές όμως ως πρόγραμμα, εν μέσω της σοβαρότερης κρίσης που αντιμετωπίζει η Ευρώπη μετά το 1945. Η μεγάλη δυσκολία για τον Τσίπρα θα είναι ο συνδυασμός των ιδιοτήτων εκπροσώπου μιας πολύ περιορισμένης ευρωπαϊκά πολιτικής δύναμης με αυτή  εκπροσώπου μιας καταστρεφόμενης χώρας.

Συνέχεια

«Ψυχοπάθειες»… (απ' τις πολλές συμπάθειες;…)

Ψυχοπάθειες»… (απ' τις πολλές συμπάθειες;…)*

 

Του Γιάννη Στρούμπα

 

Πλάι σε όσους εσκεμμένα δικαιολογούν τη μνημονιακή πολιτική και την προβάλλουν σαν «μονόδρομο», σε βάρος του εθνικού συμφέροντος και για χάρη ταπεινών μικροκομματικών επιδιώξεων, εμφανίζονται πρόσωπα που, παρά την επιστημονική τους κατάρτιση επί του αντικειμένου τους, αποδεικνύονται δυστυχώς πολιτικώς αφελή, συμβάλλοντας άθελά τους στη διαιώνιση της καταστροφικής πολιτικής στην οποία υποχρεώνεται η Ελλάδα.


* α΄ δημοσίευση: εφημ. «Αντιφωνητής», αρ. φύλλου 380, 1/12/2013.

Ένα από τα πρόσωπα αυτά είναι ο εισαγγελέας κ. Βασίλης Φλωρίδης, ο οποίος, με την ιδιότητα του «φυσιογνωμιστή», δήλωσε στις 19/11/2013 στον ραδιοφωνικό σταθμό «Real» και τον δημοσιογράφο κ. Νίκο Χατζηνικολάου ότι τουλάχιστον ο ένας από τους τρεις εκπροσώπους της τρόικας είναι «ψυχικά διαταραγμένος»!

Ο κ. Φλωρίδης δήλωσε τα εξής στον ραδιοσταθμό, εκφράζοντας τη «διάγνωσή» του: «Τα άτομα λοιπόν που ασκούν δημόσια εξουσία, και εν προκειμένω η τρόικα, η οποία κυβερνά κατά ένα μεγάλος μέρος μπορώ να πω, αφού οι αποφάσεις της πηγαίνουν σε κόντρα με τις αποφάσεις της κυβέρνησης, πρέπει να διαπιστώσουμε ότι είναι άτομα που είναι ψυχικά ισορροπημένα. Εγώ τουλάχιστον σε έναν από αυτούς δεν το έχω δει αυτό μακροσκοπικά. Πιστεύω ότι υπάρχει πρόβλημα. Πιστεύω ότι ο κ. πρωθυπουργός πρέπει να ζητήσει σε πρώτη φάση να αλλάξουν τα άτομα. Έστω κάποιο από αυτά.» Υπονοώντας πως ο «ψυχικά διαταραγμένος» είναι ο κ. Πολ Τόμσεν, ο κ. Φλωρίδης προέβη σε σύσταση προς τον Έλληνα πρωθυπουργό να διεκδικήσει την αντικατάσταση αυτού, φτάνοντας στην κορυφαία στιγμή της πολιτικής του τοποθέτησης με τη διαπίστωση πως οι αποφάσεις της τρόικας συγκρούονται με τις αποφάσεις της κυβέρνησης!

Απ' όποια σκοπιά κι αν κριθεί η πολιτική σκέψη του κ. Φλωρίδη φανερώνει, όπως και νωρίτερα σχολιάστηκε, το μέγεθος της ανεπάρκειάς της. Σε μια χώρα τής οποίας η εγχώρια εξουσία έχει καταλυθεί πλήρως και όλες οι αποφάσεις λαμβάνονται είτε καθ' υπόδειξιν είτε έπειτα από την έγκριση της τρόικας, ο κ. Φλωρίδης αντιλαμβάνεται «κόντρα» της τρόικας με την κυβέρνηση, παρόλο που ο ίδιος ο Έλληνας πρωθυπουργός, μάλιστα, έχει επανειλημμένως τονίσει τη συμμόρφωση της Ελλάδας στις «υποχρεώσεις» της απέναντι στους δανειστές της. Μα και πέρα απ' αυτό, ούτε η εξειδίκευσή του στην «ανάγνωση» φυσιογνωμιών δεν του επιτρέπει να διακρίνει ορθά. Η «διάγνωση» διαψεύδεται σχεδόν αμέσως από τον ψυχαναλυτή-φυσιογνωμιστή κ. Γεώργιο Κοτζαμπασάκη, στον οποίο απευθύνεται η εφημερίδα «Δημοκρατία» (21/11/2013), προκειμένου, υποτίθεται, να επιβεβαιωθεί μέσω μιας πρόσθετης μαρτυρίας το συμπέρασμα του κ. Φλωρίδη. Το πόρισμα ωστόσο του κ. Κοτζαμπασάκη κάθε άλλο παρά επιβεβαιώνει τη «διάγνωση» του κ. Φλωρίδη περί ψυχικής ανισορροπίας του κ. Τόμσεν. Αντιθέτως, ο κ. Κοτζαμπασάκης διακρίνει στον κ. Τόμσεν συγκέντρωση στους στόχους του, μια ευφυή θεατρική αυστηρότητα, συναίσθηση της υψηλής κοινωνικής του στάθμης και της συναισθηματικής του νοημοσύνης, ένα βλέμμα που καθηλώνει τους συνομιλητές του χάρη στην απόλυτη επίγνωση της θέσης του «επιτρόπου» την οποία κατέχει στην Ελλάδα, και η οποία του επιτρέπει να συμπεριφέρεται αρχηγικά, όπως φανερώνουν και τα «εξαιρετικά σαρκώδη για την ηλικία του» χείλη.

Τι καθιστά, συνεπώς, μεταξύ δύο «φυσιογνωμιστών» ευστοχότερη τη διάγνωση του ενός απέναντι σ' εκείνη του άλλου; Μα οι ίδιες οι πολιτικές εξελίξεις. Όταν με τεκμηριωμένα επιχειρήματα και παραπομπές σε διεθνείς έγκυρους οικονομολόγους και σε πρακτικές που 'χουν εφαρμόσει τα ισχυρά κράτη του νεοφιλελεύθερου κόσμου απέναντι σε ασθενείς χώρες της Αφρικής, της Ασίας και της ανατολικής Ευρώπης προκειμένου να τις λεηλατήσουν, καταδεικνύεται ολοκάθαρα πως η καταστροφική για την Ελλάδα πολιτική που εισηγείται και επιβάλλει η τρόικα δεν είναι παρά το μέσο για την αφαίμαξη και την πολιτικοοικονομική υποδούλωση της χώρας, είναι τραγικό να εκφέρεται ακόμα, από ανθρώπους επιστήμονες μάλιστα, η πεποίθηση πως η τρόικα ή το Δ.Ν.Τ. έχουν απλώς σχεδιάσει μια «λανθασμένη» πολιτική. Κι είναι ακόμη τραγικότερο, όταν την πραγματικότητα αυτή την έχει καταδείξει ο ίδιος ο συστημικός τύπος, που την υπερασπίζεται κιόλας.

Η εφημερίδα «Έθνος της Κυριακής» με ρεπορτάζ της ήδη από τις 23/9/2012 (http://tablet.ethnos.gr/article.asp?catid=24133&subid=2&pubid=63715090#) καταδείκνυε τον ρόλο του κ. Τόμσεν ως «κατά συρροήν οικονομικού δολοφόνου» και «"σταθμάρχη" του Δ.Ν.Τ.». Όσο, βέβαια, κι αν φαίνεται αντιφατικό ή παράδοξο για μια συστημική εφημερίδα να φιλοξενεί τέτοιου είδους ρεπορτάζ, πρόκειται για γεγονός εξηγήσιμο. Η διοχέτευση ομοειδών αποκαλύψεων αποσκοπεί στην κατάκτηση της εμπιστοσύνης του αναγνωστικού κοινού, ώστε αργότερα, κυρίως παραμονές εκλογών, να αξιοποιηθεί αυτή για να επιτευχθεί ευκολότερα η χειραγώγησή του προς την πραγματικά επιθυμητή συνέχιση της ίδιας πολιτικής, που εξυπηρετεί διεθνείς κι εγχώριες οικονομικές ελίτ. Τούτο ακριβώς σημειώναμε άλλωστε πριν από έναν περίπου χρόνο: «Το θλιβερό παιχνίδι εξελίσσεται στην εντελώς τετριμμένη του εκδοχή: περιλαμβάνει την υπόδειξη, σε μορφή δημοσιογραφικής «αποκάλυψης» – η ιδιοτελής όψιμη ανακάλυψη της νεοφιλελεύθερης Αμερικής -, των ισοπεδωτικών πολιτικών που εκπορεύονται από τα δυτικά κέντρα των κυβερνωσών οικονομικών ελίτ, προσποιείται την κατανόηση απέναντι στις θυσίες της καθημαγμένης κοινωνικής πλειοψηφίας, και την κρίσιμη ώρα παρουσιάζει όλες τις εξοντωτικές πολιτικές σαν «μονόδρομο», εφόσον υποτίθεται πως οποιαδήποτε άλλη πολιτική θα οδηγούσε σε άμεση συντριβή.» («Η ιδιοτελής όψιμη ανακάλυψη της νεοφιλελεύθερης Αμερικής», εφημ. «Αντιφωνητής», αρ. φύλλου 352, 1/10/2012.)

Πέραν των πραγματικών στοχεύσεων, ωστόσο, τέτοιων «νησίδων» πληροφόρησης μέσα στον ωκεανό της παραπληροφόρησης, το γεγονός πως συνάδουν με τις αναλύσεις και τις αποκαλύψεις έγκυρων διεθνών οικονομολόγων και δημοσιογράφων, όπως ήδη ειπώθηκε, συμβαδίζει με την εξίσου σημαίνουσα έμμεση παραδοχή της αλήθειας τους, εφόσον ποτέ κανείς, ούτε άμεσα «θιγόμενος» ούτε κυβερνητικός συνοδοιπόρος του, δεν έχει προβεί σε διάψευσή τους! Αξίζει μια περιδιάβαση στο ρεπορτάζ του «Έθνους», καθώς φωτίζει ολόπλευρα τον πραγματικό ρόλο του κ. Τόμσεν και των λοιπών «τεχνοκρατών» της εκάστοτε «τρόικας». Ο κ. Τόμσεν λοιπόν, σύμφωνα με το «Έθνος», «εκτελεί με ψυχρό τρόπο τις χώρες που αναλαμβάνει να "βοηθήσει"» φέρνοντάς τες «στο χείλος της αβύσσου». Ήταν εκείνος που 'χε διατελέσει «επικεφαλής της μόνιμης αντιπροσωπείας του Ταμείου στο Βελιγράδι», με καθήκον «να ολοκληρώσει ένα προμελετημένο έγκλημα – την αποσταθεροποίηση της Γιουγκοσλαβίας». Μετά το πέρασμά του από το Βελιγράδι η Γιουγκοσλαβία διαλύθηκε κι «έδωσε τη θέση της σε μια σειρά από αδύναμα κράτη». Το ένα εξ αυτών είναι «επίσημο προτεκτοράτο της Ε.Ε.» (το Κόσοβο), ενώ άλλα, όπως η Βοσνία και το Μαυροβούνιο, «βρίσκονται σε ένα καθεστώς ημιαποικιακό». Και συνεχίζει το «Έθνος»: «Κάνοντας μια ανασκόπηση στην καριέρα του Τόμσεν και τους σταθμούς της σε άλλες χώρες της παλιάς γιουγκοσλαβικής επικράτειας (Σλοβενία, F.Y.R.O.M.), τη Ρουμανία, τη Ρωσία, αλλά και την Ισλανδία, μπορεί να συμπεράνει κανείς ότι πρόκειται για ένα είδος σύγχρονου Ιμπραήμ – αφήνει πίσω του καμένη γη. […] Ρουμανία, Σλοβενία, Π.Γ.Δ.Μ. και -φυσικά – Σερβία είναι ακόμα ανήμπορες να σταθούν στα πόδια τους μετά τη δηλητηριώδη μετάγγιση της τεχνογνωσίας του Τόμσεν. Η φτώχεια θεριεύει, η εργατική νομοθεσία έχει αντικατασταθεί απ' τον νόμο της ζούγκλας, η εξωτερική πολιτική τους υπαγορεύεται απ' τους δανειστές, έχουν με λίγα λόγια μεταμορφωθεί σε "ζόμπι" του Δ.Ν.Τ. και των άλλων διεθνών και υπερκρατικών οργανισμών.»

Τα μόνα κράτη που διασώθηκαν ήταν η Ρωσία και η Ισλανδία. «Η Ρωσία επί Πούτιν κατόρθωσε να ξεπληρώσει εύκολα τα δάνεια του Δ.Ν.Τ. όταν ανέκτησε τον έλεγχο επί του εθνικού πλούτου, το ξεπούλημα του οποίου είχε ενθαρρύνει το Δ.Ν.Τ. και ο ίδιος ο Τόμσεν (μεταξύ 1998-2000).» Η Ισλανδία, πάλι, επέζησε, επειδή οι κάτοικοί της «φρόντισαν – κόντρα στην ασφυκτική διεθνή πίεση – να απορρίψουν δύο φορές, μέσω δημοψηφίσματος, τις προτάσεις του Ταμείου που μετέφερε ο Τόμσεν.» Πέρα όμως από τις δύο αυτές χώρες που κατόρθωσαν με αποφασιστικότητα και γενναιότητα να απεγκλωβιστούν, οι υπόλοιπες μετατράπηκαν σε ερείπια. «Αποστολή εξετελέσθη, κ. Τόμσεν…», όπως σχολιάζει σκωπτικά η εφημερίδα.

Ποιος, συνεπώς, είναι ο «ψυχικά διαταραγμένος»; Ο κ. Τόμσεν σε καμία περίπτωση δεν χρήζει ψυχοθεραπείας. Οι ενέργειές του είναι απόλυτα μελετημένες κι εξυπηρετούν τα συμφέροντα των εργοδοτών του, τα οποία φροντίζει ο ίδιος να τα προωθεί με ένθερμο ζήλο και κυνισμό. Πώς θα 'ταν δυνατόν, άλλωστε, να ενεργεί υπερβαίνοντας ή διαστρέφοντας τις επιδιώξεις των προϊσταμένων του, κι εκείνοι να μην τον παύουν, παρά να ανανεώνουν διαρκώς την εμπιστοσύνη τους στο πρόσωπό του; Ή μήπως έχει κανείς την ψευδαίσθηση πως αν αντικαθιστούνταν οι τεχνοκράτες της παρούσας φάσης, θα μεταβαλλόταν και η υπηρετούμενη πολιτική; Ενώ όμως καταδεικνύεται εμφανώς ο πραγματικός ρόλος της τρόικας, ο κ. Φλωρίδης, με την άτοπη προσέγγισή του, νομιμοποιεί την πολιτική του Δ.Ν.Τ. και της Ε.Κ.Τ., δηλαδή των Η.Π.Α. και της Γερμανίας, εφόσον την αντιμετωπίζει σαν μια αποτελεσματική πολιτική, την οποία, ωστόσο, ο κ. Τόμσεν τη διαστρέφει, όντας «ψυχοπαθής»! Ο κ. Φλωρίδης, δηλαδή, δικαιολογεί, έστω χωρίς να το αντιλαμβάνεται, μια διαλυτική, άδικη πολιτική αποδίδοντάς την σε ψυχική διαταραχή, τη στιγμή που ήδη από την κλασική αρχαιότητα οι Αθηναίοι, όπως μας πληροφορεί ο σοφιστής Πρωταγόρας στον ομώνυμο φιλοσοφικό διάλογο του Πλάτωνα, δεν ανέχονταν κανέναν να δηλώνει «άδικος», αφού η παραδοχή της αδικίας δεν του χάριζε το ακαταλόγιστο για τις πράξεις του, παρά, αντιθέτως, τον υποχρέωνε, εφόσον αναγνώριζε το ηθικό του έλλειμμα, να καταβάλει κάθε προσπάθεια προκειμένου να υπερβεί την ανεπάρκειά του και να γίνει καλύτερος! Και τούτο γιατί το κρύψιμο ενός ανθρώπου πίσω από την ηθική του «αδυναμία» μπορούσε να γίνει το πρόσχημα για τη δικαιολόγηση κάθε αντικοινωνικής του συμπεριφοράς!

Ακόμη, συνεπώς, κι αν εμφάνιζε πραγματικά ψήγματα ψυχοπάθειας ο κ. Τόμσεν, μήτε τούτα δεν θα 'πρεπε να δικαιώνουν την επιβαλλόμενη από την τρόικα πολιτική. Επειδή όμως ο κ. Τόμσεν ουδεμία πραγματική σχέση έχει με ψυχικές διαταραχές, η όποια σχετική διάγνωση φανερώνει, στην καλύτερη περίπτωση, την προσωπική της αφέλεια. Στη χειρότερη περίπτωση, αν δηλαδή δεν πρόκειται περί αφέλειας, θα πρέπει να πρόκειται περί συμπάθειας απέναντι στην εφαρμοζόμενη μνημονιακή πολιτική, μιας συμπάθειας που επιχειρεί να επιβάλει ύπουλα στη συνείδηση των πολιτών την καταστροφική πολιτική ως αναγκαία. Η «ψυχοπάθεια», ως υπηρέτρια της συμπάθειας, προκαλεί την ανάκληση στη μνήμη ενός λαϊκού σουξέ του κ. Ζαφείρη Μελά στα τέλη της δεκαετίας του '80, σε στίχους του επίσης λαϊκού αοιδού κ. Βασίλη Καρρά: «καρδιοπάθειες, απ' τις πολλές συμπάθειες/ και εμφράγματα απ' τα πολλά σου σφάλματα». Μόνο που εν προκειμένω οι καρδιοπάθειες αντικαθίστανται από τις ψυχοπάθειες: «ψυχοπάθειες, απ' τις πολλές συμπάθειες». Τα εμφράγματα, σαν φυσικό επερχόμενο, παραμένουν ανίατα.

Η κόλαση είναι άδεια, όλοι οι δαίμονες μετακόμισαν στη Γη

Η κόλαση είναι άδεια, όλοι οι δαίμονες μετακόμισαν στην Γη

 

Του Αντώνη Ναξάκη*

 

Έχει γίνει πια κατανοητό και στους πιο δύσπιστους πως στον σημερινό καπιταλιστικό κόσμο το κύριο είναι οι αναγκαιότητες του πλάνου αναδιάρθρωσης του. Η μετατροπή δηλαδή σε εμπόρευμα οτιδήποτε μέχρι σήμερα θεωρείται δημόσιο και δωρεάν αγαθό (υλικό ή άυλο) κλειδί γι' αυτό είναι η εμπορευματοποίηση – ιδιωτικοποίηση των δημοσίων συστημάτων Παιδείας, Υγείας, Ασφάλισης, Συνταξιοδότησης, και η κατάργηση κάθε… κανόνα προστασίας της ζωντανής εργασίας (μονιμότητα, οχτάωρο, συλλογικές συμβάσεις κ.τ.λ.), με σκοπό η προσφορά της εργατικής δύναμης να γίνετε με όρους δουλοπαροικίας.

Βέβαια ο ανταγωνισμός είναι εγγενές καπιταλιστικό χαρακτηριστικό και εκδηλώνεται συνεχώς ανάμεσα στα ισχυρά καπιταλιστικά κέντρα, αλλά είναι φανερό πως τα τελευταία 30 χρόνια διεξάγεται χωρίς να θίγονται οι βασικές ανάγκες της καπιταλιστικής αναδιάρθρωσης.

Η χώρα μας επιλέχτηκε ως εναρκτήρια αιχμή των αναδιαρθρωτικών πολιτικών για τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, επειδή με τις συνήθεις πολιτικές διαδικασίες δεν ήταν δυνατόν να επιβληθούν στους εργαζόμενους όσα τα τελευταία 4 χρόνια επιβλήθηκαν, ακολουθήθηκαν πολιτικές σοκ και δέος. Ο ξαφνικός θάνατος ολόκληρων εργασιακών δομών του δημόσιου και του ιδιωτικού τομέα έγινε η καθημερινότητα των εργαζομένων.

Μέσα σ' αυτό το πλαίσιο οι διάφορες πολιτικές και κοινωνικές δυνάμεις που αντιπαρατίθενται στην καπιταλιστική βαρβαρότητα καλούνται να οργανώσουν τις αντιστάσεις τους, να αμυνθούν και να ανατρέψουν τις επιβαλλόμενες πολιτικές.

Ο χώρος της εκπαίδευσης αποτελεί βασικό πυλώνα αυτών των αντιστάσεων, καταρχήν γιατί είναι πολυπληθής, αλλά κυρίως γιατί εδράζεται στην κοινωνικά κατανοητή αναγκαιότητα για παιδεία – εκπαίδευση, δημόσια και δωρεάν. Γι' αυτό οι κοινωνικές και πολιτικές δυνάμεις που δρουν σ' αυτόν το χώρο, αλλά και το σύνολο των εργαζομένων σ' αυτόν, φέρουν μεγάλη ευθύνη απέναντι στο κοινωνικό σύνολο, για τις ενέργειες, τις πρακτικές, τις αντιστάσεις και τους αγώνες τους.

Είμαστε λοιπόν υποχρεωμένοι να μιλήσουμε για ό,τι συμβαίνει ιδιαίτερα στον χώρο της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης από το Πάσχα του 2013 έως τον Οκτώβριο του 2013. Η σιωπή των διαφόρων πολιτικών και συνδικαλιστικών δυνάμεων δεν μας τιμά και προσβάλει τους αγωνιζόμενους εκπαιδευτικούς και τους εργαζόμενους που στενάζουν από την κατοχική μπότα των δανειστών και των ντόπιων συνεργατών τους.

Βασικό στοιχείο κριτικής των ηγεσιών των συνδικαλιστικών παρατάξεων είναι το κατά πόσο προέβλεψαν τις κυβερνητικές πολιτικές – στόχους στην συγκυρία του Φλεβάρη – Μάη 2013.

 

Είναι φανερό πως η κυβερνητική ηγεσία της ΟΛΜΕ (ΔΑΚΕ – ΠΑΣΚ) ήξερε και σιωπούσε.

 

Οι παρατάξει όμως που αναφέρονται στην αριστερά (ΣΥΝΕ – ΠΑΜΕ – ΠΑΡΕΜΒΑΣΕΙΣ) απέτυχαν κραυγαλέα στις εκτιμήσεις τους. Για απόδειξη δεν χρειάζονται ιδιαίτερες αναλύσεις, αρκεί να αναλογιστεί κανείς το μέγεθος του αιφνιδιασμού των εκπαιδευτικών, όταν παραμονές του Πάσχα ανακοινώθηκαν αυξήσεις του ωραρίου και κυρίως οι πίνακες ανά νομό του πλεονάζοντος μόνιμου προσωπικού που εκτιμούσε το υπουργείο για την δευτεροβάθμια εκπαίδευση.

Η κυβέρνηση, ενώ προετοίμαζε ξαφνικές καταργήσεις ολόκληρων τμημάτων του εκπαιδευτικού συστήματος με διαθεσιμότητες, μετατάξεις και απολύσεις, έριξε στο τραπέζι το Π.Δ. αξιολόγησης των εκπαιδευτικών για να αποπροσανατολίσει το εκπαιδευτικό κίνημα. Οι συνδικαλιστικές ηγεσίες της αριστεράς έστειλαν τα στελέχη τους στα σχολεία Μάρτιο – Απρίλιο του 2013 με αιχμή το Π.Δ. αξιολόγησης, ενώ αλλού παιζόταν το παιχνίδι με αποτέλεσμα τον πλήρη αιφνιδιασμό μας.

Οι λίγες φωνές, κυρίως από τον χώρο των Παρεμβάσεων, που προσπάθησαν να προειδοποιήσουν ότι το θέμα δεν ήταν η αξιολόγηση προσώπων, αλλά η κατάργηση δομών (αξιολόγηση δομών το ονομάζουν) και άρα απολύσεις, όπως οι απολύσεις αρρώστων και "επιόρκων", χάθηκαν χωρίς να εισακουστούν.

Υπό το βάρος του αιφνιδιασμού το Δ.Σ. της ΟΛΜΕ παλινωδούσε μέσα στο 15νθήμερο των γιορτών του Πάσχα, χωρίς να μπορεί να ξεφύγει από την μόνη ανεχτή για τους εκπαιδευτικούς πρόταση αγώνα, την απεργία διαρκείας αμέσως μετά τις γιορτές.

 

Όμως τότε ξεκινούσαν και οι πανελλαδικές εξετάσεις.

 

Η μιντιακή προπαγάνδα του συστήματος (Τρέμη, Πρετεντέρης, κ.τ.λ.) τέθηκε σε πλήρη δράση. Δεν ήταν όμως αρκετή για να κάμψει τον θυμό των εκπαιδευτικών, ούτε να στρέψει τους εργαζόμενους εναντίον τους.

Έτσι «επιστρατεύτηκε» το πολιτικό γραφείο του ΚΚΕ, που με δηλώσεις των εκπροσώπων του στράφηκε ενάντια στην αυτονόητη απεργία διαρκείας των εκπαιδευτικών, επειδή συνέπιπτε με τις εξετάσεις, χωρίς να υπολογίσουν πως ήταν το μόνο μέσο που διαθέταμε.

Ούτε και αυτό όμως ήταν αρκετό. Έτσι οι Γ.Σ. όλων των ΕΛΜΕ της χώρας με πρωτόγνωρη συμμετοχή αποφάσισαν απεργία διαρκείας μετά τις γιορτές του Πάσχα και ενώ η κυβέρνηση ανακοίνωσε προληπτική επιστράτευση των εκπαιδευτικών (πρώτη φορά μετά την πτώση της Χούντας), το Δ.Σ. της ΟΛΜΕ δεν πήρε θέση και δεν έθεσε στις γενικές συνελεύσεις ερωτήματα για την υλοποίηση της απεργίας παρά την επιστράτευση. Η σκοπιμότητα εμφανής. Το πολιτικό γραφείο του ΣΥΡΙΖΑ αποφάσισε και επέβαλε στην Γενική Συνέλευση των προέδρων των ΕΛΜΕ, ότι δεν υπήρχαν οι όροι πραγματοποίησης της απεργίας με παρούσα την επιστράτευση.

Το πραγματικό ζήτημα όμως δεν ήταν το αν υπήρχαν ή δεν υπήρχαν οι όροι διεξαγωγής του αποφασισμένου αγώνα, αλλά ποιος αποφασίζει γι' αυτό.

Με άλλα λόγια η Γενική Συνέλευση των προέδρων έπρεπε να κηρύξει τον εαυτό της σε διαρκή λειτουργία, να δώσει εντολή για γενικές συνελεύσεις την επόμενη μέρα, ούτως ώστε ο εκπαιδευτικός κόσμος να αποφασίσει για τις δυνατότητες του να νικήσει παρά την επιστράτευση.

Τι έκαναν όμως οι πρόεδροι των ΕΛΜΕ που ανήκουν στις Παρεμβάσεις; Αντί να ζητήσουν διαρκή σύνοδο προέδρων και νέες συνελεύσεις για να αποφασίσει ο κόσμος, ψήφιζαν σχεδόν, όλοι ως μη όφειλαν, αφού δεν είχαν εξουσιοδότηση από τις Γ.Σ, πραγματοποίηση της απεργίας ανεξάρτητα από την επιστράτευση.

 

Τι πρόβλημα αναδεικνύεται εδώ;

 

Προφανώς ένα βαθύτερο πρόβλημα δημοκρατίας. Τα ηγετικά στελέχη δεν αντιλαμβάνονται τις στιγμές που ο λόγος δεν τους ανήκει. Δεν αντιλαμβάνονται πότε η εξουσιοδότηση της διαχείρισης της θέλησης του μαζικού κινήματος έχει εξαντληθεί και το υποκαθιστούν. Όλοι τους έκαναν ό,τι κάνουν χρόνια τώρα οι πάσης φύσεως εξουσιαστές. Στις συνελεύσεις του Ιουνίου φάνηκε η βαθιά απογοήτευση του εκπαιδευτικού κόσμου ανεξαρτήτως συνδικαλιστικής προτίμησης. Η δυνατότητα ενός πραγματικού αγώνα χάθηκε τον Ιούνιο του 2013 λόγω της δράσης των πολιτικών γραφείων της κοινοβουλευτικής αριστεράς και της ανικανότητας μαζί με την εξουσιαστική αντίληψη της «επαναστατικής» αριστεράς.

 

Ποια ήταν όμως η συνέχεια;

 

Τέλος Ιουνίου – αρχές Ιουλίου 2013 πραγματοποιείται το συνέδριο της ΟΛΜΕ. Διαπιστώνεται αλλαγή των συσχετισμών δυνάμεων. Τρεις έδρες ΣΥΝΕΚ, δυο το ΠΑΜΕ, δυο οι Παρεμβάσεις, τρεις η ΔΑΚΕ, μια η ΠΑΣΚ.

Η κυβέρνηση καταργεί ολόκληρους τομείς από το ΕΠΑΛ-ΕΠΑΣ και θέτει σε διαθεσιμότητα 2.500 περίπου εκπαιδευτικούς. Ταυτόχρονα προετοιμάζει τις υποχρεωτικές μετατάξεις από την δευτεροβάθμια στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση.

Σύνεδροι των παρεμβάσεων προωθούν την ιδέα του διαρκούς συνεδρίου εκτιμώντας την επιθετικότητα της κυβέρνησης εντός του καλοκαιριού. Το συνέδριο υιοθετεί αυτή την άποψη.

Η νέα ηγεσία της ΟΛΜΕ (ΣΥΝΕΚ, ΠΑΡΕΜΒΑΣΕΙΣ) δεν τόλμησε όμως να την υλοποιήσει. Με δεδομένο ότι ΠΑΣΚ, ΔΑΚΕ δεν ήθελε με κανένα τρόπο κάτι τέτοιο και το ΠΑΜΕ δεν συναινούσε με διάφορα προσχήματα, η νέα ηγεσία δεν τόλμησε, ως όφειλε, να υλοποιήσει την απόφαση του συνεδρίου.

 

Από πότε όμως η αποφάσεις του συνεδρίου τίθενται υπό την έγκριση του Δ.Σ. της ΟΛΜΕ;

 

Οι συνέπειες από την μη υλοποίηση της συνεδριακής απόφασης ήταν πολύ σημαντικές. Έμειναν ασυντόνιστες και χωρίς γεγονότα αιχμής οι εκατοντάδες κινητοποιήσεις που πραγματοποιούνταν καθημερινά το καλοκαίρι στις περισσότερες ΕΛΜΕ της χώρας.

Ταυτόχρονα αντί να προετοιμάζεται και να ανεβαίνει το φρόνημα των συναδέλφων για την επερχόμενη σύγκρουση του φθινοπώρου, εμφυλοχωρούσε η απογοήτευση και ενισχυόταν η ιδέα της αναποτελεσματικότητας των αγώνων.

Μέσα σ' αυτό το κλίμα αντιφάσεων το εκπαιδευτικό κίνημα έφτασε στην απόφαση του Οκτώβρη για οριστική ρήξη με την κυβερνητική πολιτική μέσω απεργίας διαρκείας.

Οι εργαζόμενοι στην δευτεροβάθμια εκπαίδευση υπερβάλλοντας εαυτόν, ξεπερνώντας τα ξεπουλήματα και τα λάθη των συνδικαλιστικών τους ηγεσιών,  αποφάσισαν απεργιακή σύγκρουση.

Με απίστευτη συμμετοχή στις γενικές συνελεύσεις των αποφάσεων και με 95% απεργιακά ποσοστά το πρώτο πενταήμερο έδειξαν ποιο δρόμο ήθελαν να ακολουθήσουν.

Το στοίχημα για την επιτυχία αυτού του αγώνα ήταν η συμμετοχή και άλλων μεγάλων τμημάτων του δημοσίου στην απεργιακή μάχη ή τουλάχιστον ένα πανεκπαιδευτικό απεργιακό μέτωπο. Και ενώ κάτι τέτοιο ήταν ακόμα ανοικτό η μαχαιριά στον αγώνα μας δόθηκε από τα μέσα.

Στην σύνοδο των προέδρων των ΕΛΜΕ μετά το πρώτο απεργιακό πενταήμερο, και ενώ η συντριπτική πλειοψηφία των ΕΛΜΕ ψήφιζε συνέχιση με νέο πενταήμερο, έλειπαν ελάχιστοι ψήφοι για την τυπική νομιμοποίηση της απόφασης.

Κατόπιν αυτού η σύνοδος των προέδρων όφειλε το αυτονόητο. Να θέσει την επόμενη ημέρα ξανά το ερώτημα της συνέχισης του αγώνα στις Γ.Σ, στους καθ΄ ύλην αρμόδιους να αποφασίσουν, αυτούς που πραγματικά σηκώνουν το βάρος τέτοιων αγώνων.

Αντί αυτού, τι έκαναν οι πρόεδροι στην σύνοδο; Με αστεία επιχειρήματα δέχτηκαν τον εκβιασμό του ΠΑΜΕ που δεν ήθελε αγώνα, μετατρέποντας την απεργία σύγκρουσης που ήθελαν οι εργαζόμενοι σε 48ωρη, δηλαδή σε σταμάτημα του αγώνα.

 

Δυστυχώς η πρόταση υιοθετήθηκε από τους προέδρους των Παρεμβάσεων και του ΣΥΝΕΚ.

 

Για άλλη μια φορά τέθηκαν ζητήματα ουσιαστικής εσωτερικής δημοκρατίας στον κλάδο. Για άλλη μια φορά η συνδικαλιστική εκπροσώπηση παραβίασε τα όρια των εντολών που είχε πάρει από τους εργαζομένους. Για άλλη μια φορά οι όποιες δυνατότητες νίκης εμπεριείχε ο αγώνας μας καταστράφηκαν εκ των έσω. Οι συνδικαλιστικές ηγεσίες συνεχίζουν να πιστεύουν, όπως έκαναν και τον Μάη, πως μπορούν να διαχειρίζονται τους αγώνες και τις αγωνίες των εργαζομένων κατά το δοκούν, ενώ πρέπει να είναι μόνο εντολοδόχοι της θέλησης τους.

Παλαιοί και νέοι σύντροφοι και συναγωνιστές των Παρεμβάσεων,  όσοι από 1987-88 δώσαμε ό,τι μπορούσαμε για την επιτυχία του εγχειρήματος των "Αυτόνομων" σχημάτων. Συναγωνιστές από τα ΣΥΝΕΚ και το ΠΑΜΕ που βρεθήκαμε μαζί σε κοινά σχήματα και χώρισαν οι δρόμοι μας. Όλοι όσοι βρεθήκαμε μαζί στους αγώνες. Μήπως είναι πια ώρα για μια νέα πολιτικοσυνδικαλιστική σύνθεση;

ΧΑΝΙΑ, 06/12/2013

* Ο Αντώνης Ναξάκης είναι τακτικός  αιρετός του ΠΥΣΔΕ Χανίων

ΟΟΣΑ & PISA: Εκδοχές μονοπωλιακού υπερεθνικού…

ΟΟΣΑ και PISA: Εκδοχές μονοπωλιακού υπερεθνικού «επιθεωρητισμού» στην εκπαίδευση,

 

Των Γιώργου Μαυρογιώργου*,

 Αλεξίας Γιάγκου,  Θεοδώρας  Σιάηλου και Έλενας Χριστοφίδου**

Σημείωση: Μια και άρχισαν οι κραυγές πανικού για τη διολίσθηση της χώρας μας στις τελευταίες θέσεις με βάση τις επιδόσεις  των μαθητών στις εξετάσεις ΟΟΣΑ/ PISA, επαναφέρουμε ένα από τα δέκα περίπου κείμενα που είχαν δημοσιευθεί στην ιστοσελίδα της ALFAVITA και αφορούσαν στο PISA . Γράφαμε, λοιπόν:

Μέσα στη δίνη της κρίσης που αντιμετωπίζει ο παγκοσμιοποιημένος καπιταλισμός, η εκπαίδευση δε μένει ανεπηρέαστη. Πολλές χώρες-μέλη της Ε.Ε. εφαρμόζουν πολιτικές εναρμόνισης και συνδυάζουν εθνικές προτεραιότητες με επιλογές που δρομολογούνται στο πλαίσιο άσκησης ευρωπαϊκής εκπαιδευτικής πολιτικής, νεοφιλελεύθερης κοπής, σε καθεστώς γενικευμένης κρίσης. Σε προηγούμενη ανάλυσή μας (Πολίτης της Κυριακής, 23.10.11), είχαμε υποστηρίξει ότι έχουν καταγραφεί τάσεις μετατροπής της εκπαίδευσης σε εμπόρευμα και υπηρεσία και ότι ένα δρομολογηθεί ένα διεθνές δίκτυο σχέσεων εξουσίας, επιτήρησης, συμμόρφωσης, συστηματικής αξιολόγησης, πιστοποίησης «εκπαιδευτικών προϊόντων» και  «εκπαιδευτικών υπηρεσιών» και ανταγωνισμού. Σε αυτό πρωτοστατούν σημαντικοί υπερεθνικοί καπιταλιστικοί οργανισμοί, με σημαντικότερο τον Οργανισμό Οικονομικής Ανάπτυξης και Συνεργασίας (ΟΟΣΑ).

Ο ΟΟΣΑ: ο ασυναγώνιστος σύμβουλος

Συνέχεια

Μπουμπαλάνδη, το δυστοπικό σενάριο της Ευρώπης

Μπουμπαλάνδη, το δυστοπικό σενάριο της Ευρώπης

 

Tου Λεωνίδα Χ. Αποσκίτη*

 

Το Γερμανικό Ζήτημα είναι πάλι επίκαιρο. Για άλλη μια φορά η Ευρώπη βρίσκεται κάτω από την μπότα της γερμανικής ωμότητας που εκδηλώνεται, προς το παρόν, με οικονομικές μεθόδους.

Οι πρώτοι που προείδαν τον σημερινό κίνδυνο ήταν, φυσικά, οι Βρετανοί πριν ακόμα από την ενοποίηση των δύο Γερμανιών και την Συνθήκη του Μάαστριχτ. Τα λονδρέζικα φύλλα, όπως ο Spectator και η Daily Mail, κραύγαζαν από τότε, δικαιολογημένα, όπως αποδείχθηκε, ότι οι Γερμανοί ξανάρχονται σαν τα «τσομπανόσκυλα» της Ευρώπης και η Ε.Ε. γίνεται μια «γερμανική ληστοφωλιά».

Η τότε πρωθυπουργός τους, Μάργκαρετ Θάτσερ, σε αντίθεση με τους Μιτεράν και Γκορμπατσώφ, κατάλαβε αμέσως ξεκάθαρα ότι η Ευρώπη κινδύνευε να βρεθεί ξανά κάτω από τον γερμανικό οδοστρωτήρα.

Ο έμπιστός της υπουργός Εμπορίου, Νίκολας Ρίντλεϋ, δήλωνε το καλοκαίρι του 1990:  «Οι Γερμανοί κατακτούν την Ευρώπη κι οι Γάλλοι είναι τα σκυλάκια τους».

Δύο δεκαετίες μετά, η Γερμανία είναι στην καρδιά της τρέχουσας ευρωπαϊκής κρίσης χρέους χάρη στις ανισορροπίες που δημιούργησε η ίδια μέσα στην ευρωζώνη. Η φράου Μέρκελ συμπεριφέρεται σαν Καγκελάριος της Ε.Ε. κι όχι της Γερμανίας, επιβάλλοντας όμως στους άλλους τις «γερμανικές ιδέες» του ισχυρού ανταγωνισμού που βαθαίνουν συνέχεια την κρίση.

Η Μπούντεσμπανκ -Bundesbank- ή Μπούμπα, όπως συνηθίζουν να την λένε, μετατρέπει σταθερά την Ευρώπη σε μια Μπουμπαλάνδη.

Ακριβώς όπως προφήτευσε στα τέλη του 1993 η εξίσου μισητή, κατά τα άλλα, Μάργκαρετ Θάτσερ σε μια συνέντευξή της στο Spiegel: «Είναι ξεκάθαρο», έλεγε, «ότι εσείς οι Γερμανοί δεν θέλετε να προσδεθείτε στην Ευρώπη. Θέλετε να προσδέσετε στην Γερμανία ό,τι απομείνει από την Ευρώπη».

Σήμερα, 24 χρόνια μετά την πτώση του τείχους και την γερμανική ενοποίηση, η ιστορία του γερμανικού Ράϊχ επαναλαμβάνεται και η Ελλάδα είναι αυτή που το βιώνει χειρότερα από όλους στο πετσί της. Όταν φωνάζαμε από το 2010, από την αρχή της χρεοκρατίας, πέραν των άλλων, και για τους «ναζί», κάποιοι καλοθελητές έσπευδαν να αθωώσουν τους Γερμανούς με διάφορες δικαιολογίες του τύπου «οι Αμερικανοί κατέχουν την Γερμανία… οι Εβραίοι είναι από πίσω… η Γερμανία δεν είναι κράτος, είναι εταιρεία κ.ο.κ.».

Ναι, όλα αυτά μπορεί να συμβαίνουν συγχρόνως, αλλά αυτή που είναι το όχημα της καταστροφικής πολιτικής απέναντί μας, και απέναντι σε όλους τους Ευρωπαίους, είναι η Γερμανία. Η συμπεριφορά της πολιτικής της ηγεσίας είναι ανάλογη αυτής της χιτλερικής Γερμανίας, σε μια παγκοσμιοποιημένη εκδοχή της και με άλλα προσχήματα.

Και τότε τραπεζίτες την στήριξαν για να αλώσει την Ευρώπη και τώρα οι «αγορές» την στηρίζουν. Ο γερμανικός ρεβανσισμός, με αρχή τον αισχρό ρόλο που έπαιξε στην διάλυση της Γιουγκοσλαβίας, είναι ήδη εντός των ευρωπαϊκών πυλών. Αυτός που το κατάλαβε εγκαίρως, καλύτερα απ' όλους, είναι ο Γερμανός συγγραφέας Wolfgang Michal που σε μια δεξιοτεχνική και ευφυή εργασία του με τον τίτλο «Η Γερμανία και ο επερχόμενος Βιλχελμίνειος Ιμπεριαλισμός» προσπάθησε να μας προειδοποιήσει, από την δεκαετία του '90, για το τι μας περιμένει.

«Τα πράγματα κυλούν ακριβώς, όπως και μετά την ίδρυση του Ράϊχ, το 1871. Η ενωμένη ξανά Γερμανία θα καταστρέψει και πάλι την Ευρωπαϊκή ισορροπία. Γιατί το εθνικό σενάριο των Γερμανών δεν προβλέπει τη δημιουργία ενός εθνικού κράτους που έχει κορέσει τις επιθυμίες του, αλλά τη δημιουργία μιας Μεσευρωπαϊκής μεγάλης αυτοκρατορίας (Ράϊχ) ανάμεσα στη Γαλλία από τα δυτικά και τη Ρωσσία στα ανατολικά. Έτσι ήταν πάντα και έτσι θα είναι. Είναι το όνειρο-στόχος των Γερμανών να ιδρύσουν και πάλι έναImperium Romanum», λέει ο Michal.

«Το πρόγραμμα αυτής της κυριαρχικής πολιτικής είναι απλό και κατά σχεδόν ανόητο τρόπο, πάντα ίδιο. Είναι ένα αιώνιο τριπλό άλμα: πρώτα η Ευρώπη, μετά ο κόσμος, μετά πόλεμος. Αυτό το πρόγραμμα βασίζεται στην ακατανίκητη γερμανική αντίληψη, της παρακινδυνευμένης κεντρικής θέσης και της απ' αυτήν συνεπαγόμενης αναγκαιότητας, ότι η Γερμανία οφείλει να γίνει ο κυρίαρχος της Ευρώπης.

Αυτή η έμμονη ιδέα που οδηγεί στην επανάληψη του ίδιου σεναρίου, στον πόλεμο, ακολουθείται με στείρα επιμονή από τη γένεση της Γερμανίας τον 10ο αιώνα. Εκείνο μόνο που αλλάζει κάθε φορά, είναι ο χρόνος τον οποίο χρειάζεται ο κύκλος της μοίρας της Γερμανίας για μια στροφή, το μήκος των διαφόρων φάσεων και οι ενδιάμεσες περίοδοι.

Την εποχή του Μπίσμαρκ, την ένωση του Ράϊχ το 1871 ακολούθησε μια σύντομη περίοδος σταθεροποίησης της χώρας στην Ευρώπη. Μετά μια μακρύτερη περίοδος της ευρωπαϊκής αποσύνθεσης και παράλληλα μια σύντομη περίοδος ανάμιξης στη διεθνή πολιτική και τέλος μια μακρά προετοιμασία για πόλεμο. Την εποχή του Χίτλερ, όλα κινήθηκαν σαν να υπήρχε χρονικός επιταχυντής».

Και πάλι, μετά την επανένωση της Γερμανίας είχαμε μια φάση σταθεροποίησής της στην Ευρώπη για να μεταβούμε στην κυριαρχημένη από τους Γερμανούς Ευρώπη. «Όπως και πριν εκατό χρόνια η γερμανική απαίτηση για ισότιμη συμμετοχή θα εξαπολύσει μια συγκεχυμένη "παγκόσμια πολιτική", χωρίς κάποιο σχέδιο, βιαστική, στο τέλος καταστροφική. Ήδη, ακόμη και οι πρωταγωνιστές, εκείνοι δηλαδή που επιδιώκουν αυτόν το νέο παγκόσμια κυριαρχικό ρόλο, είναι κατά βάση αναγνωρίσιμοι: είναι οι νέοι ιμπεριαλιστές, το μελλοντικό παγγερμανικό κίνημα», προβλέπει ο Wolfgang Michal.

Η εθνική ομφαλοσκόπηση των Γερμανών δεν θα διαρκέσει πολύ, όπως και μετά την ίδρυση του πρώτου γερμανικού Ράϊχ. Σήμερα, η ιδέα ενός ισχυρού κεντροευρωπαϊκού «πυρήνα ευρώ» αποτελεί τον θεμέλιο λίθο για τον νέο επεκτατισμό. «Κι αυτό γιατί το ολοκληρωμένο εθνικό κράτος, δεν έχει καμμιά παράδοση στην Γερμανία. Η απαίτηση για περισσότερα, παραμένει πάντοτε ένα βασικό γερμανικό πάθος».

Όλα αυτά μπορεί να ακούγονται σαν «θεωρία συνωμοσίας» γιατί μυρίζουν μπαρούτι, γιατί οι καιροί έχουν αλλάξει, γιατί υπάρχει ένα σύστημα «δημοκρατικών» αξιών που θα το αποτρέψει και άλλοι ευσεβείς πόθοι ότι ο γερμανικός λαός δεν έχει πια απαιτήσεις κυριαρχίας. Όλες αυτές οι ενστάσεις, αργά ή γρήγορα, καταρρέουν μπροστά στην «σταθερά κυρίαρχη γερμανική εξωτερική πολιτική που συνίσταται στο να μην αναγνωρίζει σύνορα», τονίζει ο Michal. «Χαρακτηριστικό της Γερμανίας είναι, ότι το εθνικό σ' αυτή την χώρα δεν συνδυάζεται ποτέ όπως στις άλλες δυτικές χώρες "φυσιολογικά" με δημοκρατία, αλλά αποκλειστικά ως κυριαρχία».

Με λίγα λόγια, για το Βερολίνο και τους δορυφόρους του μία είναι η σκέψη: Δύναμη χωρίς περιορισμό!Αυτό είναι και το πνεύμα των «τροϊκανών» δυνάμεων κατοχής. Έχουμε να κάνουμε με μια συμμορία τσομπανόσκυλων που τρομοκρατούν τους Ευρωπαίους ώστε να κάνουν τα πάντα για να είναι αρεστοί στους Γερμανούς. Ξύπνα Ευρώπη! Ξύπνα Ελλάδα!


* Δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Hellenic Nexus, τ.79, Νοέμβριος 2013

Αποψιλώνουν & υποβαθμίζουν τη δημόσια δωρεάν παιδεία

Αποψιλώνουν και υποβαθμίζουν τη δημόσια δωρεάν παιδεία

 

ΕΡΕΥΝΑ του Χρήστου Κάτσικα

 

Αθόρυβα αλλά μελετημένα το υπουργείο Παιδείας χτίζει το σχολείο για «λίγους και εκλεκτούς» μέσα από ένα σύστημα αξιολόγησης και επιβραβεύει την ταξική διαίρεση της κοινωνίας.

Την ώρα που το υπουργείο Παιδείας επιχειρεί να διοργανώσει εν κρυπτώ σεμινάρια σχολικών συμβούλων – αξιολογητών, μοιράζει δελτία Τύπου για να πείσει για τις καλές του προθέσεις.

Ο «αξιολογητής» είναι ο υπεύθυνος για την τραγική κατάσταση του δημόσιου σχολείου και για τη φτωχοποίηση του εκπαιδευτικού.

Στο πλαίσιο της σταθερής επιδίωξής του για νέες περικοπές στην εκπαίδευση το υπουργείο Παιδείας, αθόρυβα, εκσυγχρονίζει τους μηχανισμούς αξιολόγησης σχολικών μονάδων – εκπαιδευτικών και μαθητών.

Μέσω ενός νέου ηλεκτρονικού συστήματος, που φέρει το όνομα Πληροφοριακό Σύστημα Σχολικών Μονάδων και Διοικητικών Δομών «MySchool», έχει τη δυνατότητα αφενός να καταγράφει την «ταυτότητα» της σχολικής μονάδας και αφετέρου να την κατηγοριοποιεί αυτόματα σε σχέση με συγκεκριμένους δείκτες (όπως υλικοτεχνική υποδομή, οικονομικοί πόροι και δεδομένα, εκπαιδευτικό προσωπικό, συχνότητα παρουσίας μαθητών, επίδοση μαθητών κ.ά.) που είναι μηχανισμοί αυτοαξιολόγησης της σχολικής μονάδας.


Ο απώτερος στόχος του υπουργείου Παιδείας είναι μετά την αξιολόγηση – κατηγοριοποίηση των σχολείων και του έμψυχου δυναμικού τους να νομιμοποιήσει συγχωνεύσεις και καταργήσεις σχολικών μονάδων και σχολικών δομών, παραπέρα μείωση του εκπαιδευτικού προσωπικού, ανατροπή των δοσμένων εργασιακών σχέσεων καθώς και αποψίλωση του Γενικού Λυκείου από μαθητές.

Πέρα από την κλασική ατομική αξιολόγηση, με την οποία θα νομιμοποιείται ο υποβιβασμός, η μετακίνηση η ή απόλυση των εκπαιδευτικών, σημαντικό ρόλο έρχεται να παίξει το εργαλείο «επιδόσεις μαθητών» σε σχέση με την «απόδοση» του σχολείου και των εκπαιδευτικών.

Ο μ ύθος

Είναι φανερό ότι η αξιολόγηση περιλαμβάνει στις προδιαγραφές της την κυρίαρχη δομή, τον καταμερισμό εργασίας και τις παραγωγικές σχέσεις, την ταξική διαίρεση και την ιδεολογία. Στο ερώτημα «ποιος αξιολογεί» η απάντηση είναι ότι ο αξιολογητής είναι ο υπεύθυνος για την τραγική κατάσταση του δημόσιου σχολείου και για τη φτωχοποίηση του εκπαιδευτικού.

Τα αποκαΐδια της πολιτικής του ζουν και αναπνέουν σήμερα χιλιάδες γονείς, μαθητές και εκπαιδευτικοί. Είναι δυνατόν να υπάρχει κάποιος που να πιστεύει στα αλήθεια ότι η πολιτική που έχει ρημάξει την εκπαίδευση έχει αθώες και δημιουργικές σκέψεις για τους εκπαιδευτικούς;

Δεν ισχυρίζεται κανείς ότι οι εκπαιδευτικοί είναι «άγγελοι». Ο εκπαιδευτικός δεν είναι ούτε «μοναδικός ένοχος» ούτε «ολοκληρωτικά αθώος» για όσα συμβαίνουν στη διάρκεια της εκπαιδευτικής διαδικασίας. Κανείς, όμως, σοβαρός μελετητής των εκπαιδευτικών μας πραγμάτων δεν θεωρεί αποκλειστικές παραμέτρους στην εκπαίδευση τα ζωντανά της στοιχεία (μαθητές – εκπαιδευτικοί).

Ωστόσο, στο νέο πλαίσιο οι εκπαιδευτικοί «χρεώνονται» την επιτυχία ή αποτυχία των μαθητών τους και η διοίκηση του σχολείου «χρεώνεται» με τη σειρά της την επιτυχία και την αποτυχία όλων.

Δεν είναι, βέβαια, τυχαίο ότι από την επίσημη αξιολόγηση ουσιαστικά «αγνοούνται» ή καταγράφονται τυπικά οι αμέτρητοι κοινωνικοί και εκπαιδευτικοί παράγοντες που επηρεάζουν και συνδιαμορφώνουν την εκπαιδευτική διαδικασία και το εκπαιδευτικό έργο.

Κοινωνική προέλευση, οικογενειακή κατάσταση, συνθήκες διαβίωσης και κατοικίας, υλικοτεχνική υποδομή σχολείου, τύπος εξετάσεων, σχολικά βιβλία, εκπαιδευτικό κλίμα, παιδαγωγικές μέθοδοι, τα πάντα γίνονται καπνός.

«Αγνοούνται» οι κοινωνικές και γεωγραφικές ανισότητες που διαμορφώνουν αντίξοες συνθήκες για την εκπαίδευση των μαθητών από τα ασθενέστερα οικονομικά και κοινωνικά στρώματα. Παραλείπονται όλοι εκείνοι οι παράγοντες που οδηγούν στον Καιάδα της εγκατάλειψης του σχολείου και του αναλφαβητισμού.

Η αντίληψη αυτή «επιβλέπει» τη σχολική επιτυχία/αποτυχία μέσα από την «κλειδαρότρυπα» της αίθουσας διδασκαλίας, όπου όλα εξαφανίζονται εκτός από τον δάσκαλο και τον μαθητή. Δεν είναι, ωστόσο, λίγοι αυτοί που κατανοούν ή διαισθάνονται ότι το σχολείο δεν είναι «θερμοκήπιο» όπου τα παιδιά αναπτύσσονται ομαλά και απρόσκοπτα με καλό πότισμα και συστηματική φροντίδα!

Εν κρυπτώ

Είναι χαρακτηριστικό ότι την ίδια ώρα που το υπουργείο Παιδείας επιχειρεί να διοργανώσει εν κρυπτώ (λόγω των μεγάλων αντιδράσεων των εκπαιδευτικών) σεμινάρια σχολικών συμβούλων – αξιολογητών μοιράζει δελτία Τύπου για να πείσει για τις καλές εκπαιδευτικές προθέσεις του.

Ωστόσο η εικονική πραγματικότητα που προσπαθεί να δημιουργήσει γίνεται σκόνη από την ίδια την πραγματικότητα των σχολείων:

– Mε τις καταργηθείσες ειδικότητες των ΕΠΑΛ και την υποχρεωτική διαθεσιμότητα των εκπαιδευτικών που αφήνουν τους μαθητές/τριες ακάλυπτους/ες χωρίς μάθημα και χωρίς τη δυνατότητα απόκτησης τίτλων.

– Mε τα κενά σε εκπαιδευτικούς που ακυρώνουν την ομαλή φοίτηση των μαθητών/τριών και καθιστούν άνιση τη συμμετοχή τους στις Πανελλαδικές Εξετάσεις.

– Mε την υποβάθμιση των εκπαιδευτικών σε περιοδεύοντες σχολικούς επισκέπτες που διδάσκουν απνευστί τα αντικείμενα Α και Β ανάθεσης διανύοντας εξαντλητικές και επικίνδυνες αποστάσεις έως και 50 χλμ., ακόμα και μέσα στην ίδια διδακτική μέρα.

– Mε την κατάργηση της Ειδικής Αγωγής και κάθε υποστηρικτικής δομής του εκπαιδευτικού έργου των σχολείων.

– Mε την υποχρηματοδότηση των σχολικών μονάδων που σε ορισμένες περιπτώσεις δεν διαθέτουν ούτε τα απολύτως αναγκαία μέσα για τη λειτουργία τους.

– Mε την εξάντληση των ψυχικών αποθεμάτων των εκπαιδευτικών και των διευθυντών/ντριών των σχολικών μονάδων που, αντί να οργανώνουν συλλογικά και να κατευθύνουν το παιδαγωγικό και μορφωτικό έργο του σχολείου τους, υποβιβάζονται σε επόπτες-πληροφοριοδότες του ηλεκτρονικού συστήματος παρακολούθησης MySchool που εγκαθιστά το υπουργείο Παιδείας.

– Mε τη σταδιακή προσπάθεια οι σχολικοί σύμβουλοι, όχι μόνο να μην έχουν λόγο για κανέναν από αυτούς τους σχεδιασμούς, αλλά να εκπίπτουν από αρωγοί του παιδαγωγικού και επιστημονικού έργου των σχολείων και των εκπαιδευτικών σε μεταφορείς-ελεγκτές των κεντρικών αποφάσεων της Διοίκησης.

ΠΗΓΗ: 04/12/13 ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ,  http://www.efsyn.gr/?p=156411

Σαν να μην πέρασε μια μέρα

Σαν να μην πέρασε μια μέρα

Από τον Pitsirikos

Υπάρχει κάτι το υπέροχο στο να διαπιστώνεις πως, 4 σχεδόν χρόνια μετά την χρεοκοπία της χώρας, οι Έλληνες συνεχίζουν να ενημερώνονται μαζικά από τα καθεστωτικά ΜΜΕ των νταβατζήδων της διαπλοκής που στήριξαν τα δυο κόμματα που κυβέρνησαν και διέλυσαν τη χώρα. Τέσσερα χρόνια μετά, ούτε ένα νέο εναλλακτικό μέσο.

Ούτε στα βασικά πρόσωπα των ΜΜΕ δεν υπάρχει αλλαγή. Μοίρασαν τους ρόλους – σε μνημονιακούς και αντιμνημονιακούς τηλεδημοσιογράφους – και είναι όλοι στην θέση τους.

Συνέχεια

Τα παράσιτα της Ευρω-οικογένειας

Τα παράσιτα της Ευρω-οικογένειας

 

Του Βασίλη Βιλιάρδου*

 

«Ο πρωθυπουργός αναφέρθηκε σε σοβαρή μείωση της εθνικής μας κυριαρχίας ισχυριζόμενος ότι, ένα έθνος πού χρωστάει τόσα πολλά χρήματα, δεν μπορεί πλέον να ορίζει τον εαυτό του – χάνει επομένως την ανεξαρτησία του. Ευτυχώς για εμάς, υπάρχουν παραδείγματα άλλων πρωθυπουργών πού βρέθηκαν στην ίδια δυσκολία, αλλά δεν είχαν τις ίδιες απόψεις.

Ειδικότερα, όταν ο Καποδίστριας ανέλαβε τη διακυβέρνηση της Ελλάδας, η οικονομία δεν ήταν απλά καταστραμμένη, αλλά ανύπαρκτη, με τα ταμεία του κράτους άδεια – ενώ έπρεπε να χρηματοδοτήσει και τον πόλεμο εναντίον των Τούρκων. Αναγκάσθηκε λοιπόν να ζητήσει δάνειο από το εξωτερικό – λαμβάνοντας το από τη Γαλλία και τη Ρωσία.

Δύο χώρες, η Γερμανία και η Ελλάδα, επιμένουν να μην αποδέχονται τους κανόνες κοινής συμβίωσης, τους οποίους έχουν συνυπογράψει – με καταστροφικές συνέπειες τόσο για το μέλλον της νομισματικής ένωσης, όσο και για τη Δημοκρατία

Παρά το ότι όμως ήταν υποχρεωμένος να δανεισθεί, καθώς επίσης να διαχειρισθεί σωστά το υφιστάμενο δημόσιο χρέος, δεν υποτάχθηκε καθόλου στις επιθυμίες των ξένων δυνάμεων – διαχωρίζοντας εντελώς την εξωτερική πολιτική από τη δεινή οικονομική κατάσταση της Ελλάδας, κατορθώνοντας να ανατρέψει τις εις βάρος της Ελλάδας συνθήκες και να επεκτείνει τα σύνορα του μικρού τότε ελληνικού κράτους.

Οι επιτυχίες του οφείλουν να είναι ένα μάθημα για όλους αυτούς, οι οποίοι υποστηρίζουν πως όποιος δανείζεται, τιμώντας βέβαια το λόγο του, χάνει την εθνική του κυριαρχία. Προφανώς από εμάς εξαρτάται τι θα παραχωρήσουμε και τι όχι – σε καμία περίπτωση από τους δανειστές μας, οι οποίοι δεν έχουν κανένα απολύτως δικαίωμα να μας υποδεικνύουν την πολιτική που πρέπει να ακολουθήσουμε.

Αυτοί που μας δανείζουν, απαιτούν τόκους και περιμένουν να πάρουν τα χρήματα τους πίσω – χωρίς να θέτουν ως όρο την ανταλλαγή των εθνικών μας δικαιωμάτων με χρήματα. Οι Έλληνες πολιτικοί είναι δυστυχώς αυτοί που επιλέγουν τη συγκεκριμένη ανταλλαγή, ξεπουλώντας την πατρίδα τους με πρόσχημα το δανεισμό.

Είναι ντροπή να έχουν κυβερνήσει τη χώρα πολιτικοί όπως ο Καποδίστριας και εμείς να ψάχνουμε ακόμη να βρούμε με ποιόν τρόπο θα ζητιανέψουμε λίγα χρήματα – καθώς επίσης να είμαστε πρόθυμοι να ξεπουλήσουμε την εθνική μας ανεξαρτησία, για να μην επιστρέψουμε τα δανεικά. Ίσως να έχουμε ξεχάσει ότι, η αξιοπρέπεια είναι η μοναδική μας περιουσία – ακόμη και όταν κινδυνεύουμε να χρεοκοπήσουμε ή να καταρρεύσουμε. 

Είναι ντροπή να βλέπουμε τόσους Έλληνες να τρέχουν πίσω από διεφθαρμένα κόμματα, να ιδρύουν δικά τους, να «στοιβάζονται» στις τηλεοράσεις και να δημαγωγούν ασύστολα, με μία απίστευτη ιδιοτέλεια – με το συμφέρον τους πριν από όλα, καθώς επίσης με μία επαίσχυντη αδιαφορία και έλλειψη αλληλεγγύης για τους συμπολίτες τους, για την πατρίδα τους, καθώς επίσης για το ευρωπαϊκό οικοδόμημα.  

Είναι επίσης μεγάλη ντροπή να θέλουμε να «ρευστοποιήσουμε» ακόμη και τους προγόνους μας, να εξαργυρώσουμε δηλαδή την προσφορά τους, ισχυριζόμενοι πως επειδή αυτοί τοποθέτησαν τα θεμέλια του ευρωπαϊκού πολιτισμού, θα πρέπει η Ευρώπη να «ταΐζει» τους σημερινούς Έλληνες δωρεάν – αντί να αγωνισθούμε για να προσφέρουμε ακόμη περισσότερα στον πλανήτη, από αυτά που πρόσφερε η πατρίδα μας πολλούς αιώνες πριν».

Ανάλυση

Πρέπει να κατανοήσουμε άμεσα σαν Πολίτες ενός Έθνους ότι, ο μοναδικός τρόπος για να εξαπατηθεί κανείς, είναι να θέλει ο ίδιος να εξαπατήσει – διαφορετικά δεν συμβαίνει ποτέ κάτι τέτοιο (πάντοτε υπάρχουν εξαιρέσεις).

Στα πλαίσια αυτά, όσο δεν θέλουμε να πληρώσουμε τις υποχρεώσεις μας, ισχυριζόμενοι ανόητα πως το χρέος δεν είναι βιώσιμο, παρά το ότι γνωρίζουμε πως αυτό που απαιτείται από τους δανειστές μίας χώρας δεν είναι η εξόφληση των δανείων αλλά η εξυπηρέτηση τους (πληρωμή των τόκων ύψους περί τα 6 δις € σήμερα, καθώς επίσης «ανακύκλωση» των χρεολυσίων, όπου με νέα δάνεια αποπληρώνονται τα παλαιά), θα μας πάρουν «ακόμη και τα παντελόνια μας» – σε εξευτελιστικές τιμές.

Η μέθοδος, ο τρόπος καλύτερα που θα συμβεί αυτό, φαίνεται ολοκάθαρα στο παράδειγμα του «Αστέρα Βουλιαγμένης» – παρά το ότι ίσως τελικά αποφευχθεί η εκποίηση του συγκεκριμένου «φιλέτου», επειδή ανήκει εν μέρει στη Εθνική Τράπεζα, ενώ είναι πολύ «χτυπητό». Ειδικότερα, το συγκρότημα αξίζει περί τα 2 δις €, κινδυνεύοντας να πουληθεί μόλις 300 εκ. €, με δώρο έναν πολύ μεγαλύτερο συντελεστή δόμησης – οπότε στο 10% περίπου της πραγματικής του αξίας.

Εάν υποθέσουμε λοιπόν ότι, η συνολική ακίνητη περιουσία του δημοσίου αξίζει γύρω στα 300 δις €, με «αναγωγή» στον Αστέρα θα πουληθεί στο 10% της τιμής της – ήτοι περί τα 30 δις €, τα οποία θα οδηγηθούν εξ ολοκλήρου στην εξυπηρέτηση ενός χρέους ύψους 320 δις €, οπότε θα μειωθεί μόλις στα 290 δις €.

Επομένως, θα εκποιήσουμε ακίνητα αξίας 300 δις € έναντι ενός χρέους 320 δις € και θα μείνουμε χρεωμένοι με ακόμη 290 δις € – στα οποία θα προστεθούν έξοδα «μεταβίβασης» (μισθοί, προμήθειες κλπ.), οπότε θα παραμείνουν τα 320 δις € χρέος, χωρίς όμως να διαθέτουμε πια καθόλου ακίνητη περιουσία. Εάν αυτό δεν είναι το «άκρον άωτο» της ανοησίας ενός λαού, τότε πως θα μπορούσε να το χαρακτηρίσει κανείς;

Το ίδιο θα συμβεί και με τις κοινωφελείς, με τις στρατηγικές και με τις κερδοφόρες επιχειρήσεις του δημοσίου, όπως διαπιστώσαμε από το παράδειγμα του ΟΠΑΠ – όπου, σύμφωνα με τα ΜΜΕ, εμείς δανείσαμε την εταιρεία που τον αγόρασε.

Τα δε ακίνητα του δημοσίου που πουλήθηκαν από το ΤΑΙΠΕΔ έναντι 300 εκ. €, παρά την πολύ υψηλότερη αξία τους, με δάνειο από ελληνικές τράπεζες και την υποχρέωση (δώρο) να πληρώνει το κράτος ενοίκια 600 εκ. € για τα επόμενα χρόνια, είναι ένα ακόμη παράδειγμα της συλλογικής ανοησίας μας – οφειλόμενο προφανώς στην άρνηση μας να «τιμήσουμε» τις υποχρεώσεις μας.

Όσον αφορά την ιδιωτική περιουσία, τις επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά δηλαδή, η ληστεία θα πραγματοποιηθεί μέσω της καταστροφικής φορολογικής πολιτικής, των πλειστηριασμών, καθώς επίσης μέσω των μεθοδεύσεων που περιγράψαμε στο άρθρο μας «Η παγίδα των γενοσήμων» – ενώ οι Έλληνες αφενός μεν θα πληρώσουν πολύ περισσότερα από όσα οφείλουν, αφετέρου θα μείνουν χρεωμένοι με τα ίδια ακριβώς ποσά, παρά τη λεηλασία και την εξαθλίωση τους.

Ολοκληρώνοντας την εισαγωγή μας, υπάρχει μία και  μοναδική δυνατότητα να εκδιώξουμε τους εισβολείς, ανακτώντας την εθνική μας ανεξαρτησία, την αξιοπρέπεια και την ελευθερία μας: Να εξυπηρετούμε το χρέος μας, να πληρώνουμε δηλαδή τις συμβατικές υποχρεώσεις μας. καταρτώντας ένα δικό μας επιχειρησιακό σχέδιο εξόδου από την κρίση (business plan), το οποίο θα αναλάβουν να εφαρμόσουν οι ικανότεροι των Ελλήνων (όχι οι ανεπαρκέστεροι, οι ανικανότεροι και οι ιδιοτελέστεροι).

Γνωρίζουμε φυσικά ότι τόσο στην Ελλάδα, όσο και αλλού, δεν γίνεται ποτέ κανείς συμπαθής, όταν επιμένει στην πληρωμή των χρεών και όχι στη διαγραφή τους – επιμονή που δεν προέρχεται φυσικά από μία δήθεν ηθική ή από καλοσύνη, αλλά από μία καθαρά «ωφελιμιστική σκοπιά».

Όμως, ο σκοπός των αναλύσεων μας δεν είναι η συμπάθεια των Ελλήνων, αλλά το ορθολογικό, το σωστό και η αλήθεια – όπου, εάν δεν έχουμε μάθει ακόμη πως τα ανταλλάγματα της διαγραφής χρέους, όπως τεκμηριώθηκε από το PSI, είναι πολλαπλάσια της ωφέλειας, θα καταστραφούμε, θα εξαθλιωθούμε και θα υποδουλωθούμε στο διηνεκές.

Η ΑΦΕΤΗΡΙΑ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΥΠΕΡΧΡΕΩΣΗΣ

Η Ευρωζώνη βυθίστηκε στην κρίση χρέους λόγω του ότι υποχρεώθηκε σε μεγάλες ζημίες από τις Η.Π.Α. – οι οποίες μετέφεραν τα οικονομικά προβλήματα τους στην ήπειρο μας. Αυτό δρομολογήθηκε ως εξής:

(α) αφενός μεν μέσω της Lehman Brothers, η χρεοκοπία της οποίας κόστισε τεράστια ποσά σε πολλές χώρες της ΕΕ (κυρίως στη Γερμανία), (β) αφετέρου μέσω των ενυπόθηκων αμερικανικών δανείων χαμηλής εξασφάλισης (sub primes) – τα οποία, «διαμαρτυρόμενα» (επισφάλειες), οδήγησαν αρκετές τράπεζες της Ευρώπης στα πρόθυρα της χρεοκοπίας.

Πολλά ευρωπαϊκά κράτη (Ιρλανδία, Ισπανία, Γερμανία κοκ.), αναγκάσθηκαν στη συνέχεια να χρεωθούν για να διασώσουν τις τράπεζες τους – με αποτέλεσμα να βυθιστούν και τα ίδια στην κρίση. Μόνο η Γερμανία έχασε από τις Η.Π.Α. πάνω από 500 δις € – αδυνατώντας ακόμη να συνέλθει.

Σαν να μην έφτανε αυτό το ΔΝΤ, ο μοναδικός πελάτης του οποίου το 2007 ήταν η Τουρκία και κινδύνευε να κλείσει, κατάφερε να εισβάλλει στην Ευρωζώνη με τη βοήθεια της (ενδοτικής πιθανότατα) κυβέρνησης της Ελλάδας – μέσω του πλέον ανόητου και όχι πιο αδύναμου κρίκου της νομισματικής ένωσης.

Ήταν η μοναδική δυνατότητα άλλωστε που είχε στη διάθεση του για να επιβιώσει και να κερδοσκοπήσει, αφού καμία χώρα της Ασίας ή της Νοτίου Αμερικής δεν θέλει πλέον ούτε να το δει στα μάτια της – μετά τα απίστευτα εγκλήματα που διέπραξε όπου εισέβαλλε, καταληστεύοντας, λεηλατώντας και εγκληματώντας, στην υπηρεσία των τοκογλύφων-εντολέων του.

Συμπερασματικά λοιπόν, η ευρωπαϊκή οικογένεια βυθίστηκε στην κρίση χρέους με υπαιτιότητα των Η.Π.Α. – έχοντας κάνει παράλληλα (Γερμανία) το τεράστιο, θανάσιμο ίσως λάθος, να επιτρέψει στους οικονομικούς δολοφόνους (ΔΝΤ) να εγκατασταθούν εντός της.

Όσον αφορά την Ελλάδα, η αιτία της κρίσης ήταν η απίστευτη πολιτική διαφθορά, καθώς επίσης η ενδοτικότητα των πολιτικών κομμάτων των τελευταίων δεκαετιών, τα οποία διέφθειραν δυστυχώς μεγάλο μέρος του πληθυσμού – με αποτέλεσμα να οδηγηθεί η πατρίδα μας στα νύχια του ΔΝΤ και να χαθούν τεράστια ποσά, πολλαπλάσια του σημερινού δημοσίου χρέους μας.

Για παράδειγμα, μόνο από την κατάρρευση των τιμών των ακινήτων κατά 40%, χάθηκαν περί τα 400 δις €, από το χρηματιστήριο 200 δις €, ενώ από την πτώση των μισθών και λοιπών εισοδημάτων χάνονται πάνω από 40 δις € ετήσια.

Εάν δε συμπεριλάβουμε το κόστος της ανεργίας, της χρεοκοπίας των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, τους υπερβολικούς φόρους ή τις απώλειες των τραπεζών, των δημοσίων οργανισμών, των ομολογιούχων του δημοσίου και άλλων, σαν αποτέλεσμα του PSI, θα διαπιστώσουμε ότι οι ζημίες της Ελλάδας είναι στην κυριολεξία ανυπολόγιστες.

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ

Όπως γνωρίζουμε ο μεγαλύτερος κίνδυνος, η σημαντικότερη απειλή καλύτερα για τη συνοχή μίας οικογένειας εμφανίζεται συνήθως, όταν προκύπτουν οικονομικά προβλήματα – όπου, αντί να γίνει μία από κοινού προσπάθεια για την ορθολογική τους επίλυση, επιλέγεται συχνά το διαζύγιο.

Στις περισσότερες των περιπτώσεων, προηγείται η «εκτόξευση» κατηγοριών εκατέρωθεν και η ενοχοποίηση του ενός από τον άλλο, όσον αφορά τις αιτίες που οδήγησαν στην «οικονομική στενότητα» και στην κρίση.

Έπεται συνήθως η αμοιβαία αποφυγή των ευθυνών και η εκτός ορίων εχθρότητα, η οποία οδηγεί τελικά στη διάλυση της οικογένειας – με αποτέλεσμα να ολοκληρώνεται το δράμα χωρίς κανέναν κερδισμένο, εάν όχι με πολύ μεγάλες ζημίες για όλους σχεδόν τους συμμετέχοντες (συμπεριλαμβανομένου του συγγενικού «περίγυρου»).

Στην περίπτωση της «νομισματικής μας οικογένειας» το ισχυρότερο μέλος της, η Γερμανία, επιμένει αφενός μεν να γευματίζει από το φαγητό των άλλων, επειδή δεν μπορεί ή δεν θέλει να χορτάσει αρκούμενη στο δικό της, αφετέρου να «χαριεντίζεται» με τρίτους – αγοράζοντας τα προϊόντα που έχει ανάγκη από άλλους και όχι από τους εταίρους της, στους οποίους όμως θέλει να πουλάει τα δικά της.

Άλλες φορές πάλι «κάνει δίαιτα» (περιορισμός της εσωτερικής κατανάλωσης μέσω της μείωσης των πραγματικών μισθών των εργαζομένων της), για να μην αναγκασθεί να αγοράσει πιο πολλά εμπορεύματα – προτιμώντας να «απορροφάει» τη ρευστότητα και να αποταμιεύει τα χρήματα της, αδιαφορώντας εντελώς για τους άλλους.

Η Ελλάδα τώρα επιμένει να μην θέλει να πληρώσει το φαγητό της ξανά και ξανά – παρά το ότι της χαρίσθηκε ένα μεγάλο μέρος του προηγούμενου κόστους του, αν και με πολύ αυστηρές προϋποθέσεις. Ισχυρίζεται δε πονηρά ότι αδυνατεί να το κάνει, κατηγορώντας τους άλλους πως την καταδικάζουν στην πείνα (χρεοκοπία), επειδή δεν της παρέχουν δωρεάν φαγητό.

Η κυβέρνηση της όμως ψεύδεται ασύστολα, όσον αφορά την αδυναμία πληρωμής, εφαρμόζοντας συνειδητά την ακριβώς αντίθετη οικονομική πολιτική, από αυτήν που θα έπρεπε, εις βάρος των πολιτών της – απλά και μόνο για να διατηρήσει το πελατειακό της υπόβαθρο και να παραμείνει στην εξουσία, κυρίως για να αποφύγει την τιμωρία (επειδή τα δύο κόμματα που κυβερνούν είναι αυτά που οδήγησαν τη χώρα στη χρεοκοπία, λόγω της τεράστιας διαφθοράς στο εσωτερικό τους).

Αυτό γίνεται δε με την ανοχή, εάν όχι με την ενεργό συμμετοχή του ΔΝΤ, σκοπός του οποίου δεν είναι η εξυγίανση των οικονομικών της Ελλάδας – αλλά η είσπραξη των απαιτήσεων των εντολέων του, η «κλοπή» του δημόσιου και ιδιωτικού πλούτου της πατρίδας μας, καθώς επίσης η παραμονή του στην Ευρώπη, με απώτερο στόχο τη λεηλασία των υπολοίπων χωρών της.

ΕΠΙΛΟΓΟΣ

Η ευρωπαϊκή οικογένεια έχει αποδεχθεί ορισμένους κανόνες συμβίωσης – χωρίς τους οποίους καμία κοινότητα δεν μπορεί να επιβιώσει. Μέχρι στιγμής όμως, η μοναδική χώρα που τηρεί επακριβώς τους κανόνες, αν και όχι αδιάλειπτα,  είναι η Γαλλία – παρά τα προβλήματα που της προκαλεί η αχόρταγη Γερμανία από τη μία πλευρά, αλλά και πολλές άλλες χώρες από την άλλη (Ισπανία, Ιταλία, Ελλάδα κλπ.).

Το γεγονός αυτό αποδεικνύεται από το διάγραμμα που ακολουθεί, στο οποίο φαίνεται καθαρά ότι «το γαλλικό ευρώ», άρα η οικονομική πολιτική που ακολουθεί η Γαλλία, δεν είναι ούτε υπερτιμημένο, όπως το ισπανικό (το ελληνικό, το ιταλικό κλπ.), ούτε υποτιμημένο (όπως το γερμανικό) – αφού διατηρεί τον πληθωρισμό στο 1,9%, όπως προβλέπει η σύμβαση της Ευρωζώνης, ενώ δεν υιοθετεί «κουτοπόνηρα» το μισθολογικό «dumping» της Γερμανίας και δεν γκρεμίζει το κοινωνικό κράτος.

Εξέλιξη τιμών ανά χώρα σε σύγκριση με τον στόχο της ΕΚΤ (μαύρη διακεκομμένη γραμμή), όπου η Γαλλία κινείται βάση στόχου.

Εάν τώρα η κατάσταση συνεχίσει ως έχει, με τα δύο «παράσιτα» να μην θέλουν να σεβαστούν κανέναν απολύτως κανόνα, με τη Γερμανία και την Ελλάδα δηλαδή, η οικογένεια, εάν θέλει να διατηρήσει τη συνοχή των υπολοίπων μελών της, έχει μία και μοναδική επιλογή: να τα πετάξει αμέσως έξω. Να διώξει δηλαδή τόσο τη Γερμανία, όσο και την Ελλάδα, μέχρι να αποφασίσουν (εάν) να συμμορφωθούν και να επιστρέψουν.

Αυτό θα έκανε άλλωστε η οποιαδήποτε άλλη λογική και συνετή οικογένεια, η οποία θα ήθελε προφανώς να αποφύγει την ολοκληρωτική της διάλυση – γεγονός που θα προκαλούσε πολύ μεγαλύτερα δεινά στην ίδια, στον περίγυρο της, αλλά και στα παράσιτα.

Φυσικά η Ευρώπη οφείλει να πετάξει έξω και το ΔΝΤ, το τρίτο και μεγαλύτερο παράσιτο δηλαδή, όσο το δυνατόν γρηγορότερα γίνεται, πριν είναι πολύ αργά για όλα της τα κράτη – προτού καταλήξουν «τροφή στο πιάτο» των Η.Π.Α.

 

Υστερόγραφο: Είμαστε ανέκαθεν εναντίον της επιστροφής στη δραχμή, όχι λόγω του νομίσματος, αλλά επειδή θεωρούμε ακόμη εφικτή και απαραίτητη την ένωση της ηπείρου μας. Γνωρίζουμε βέβαια πως η υιοθέτηση του εθνικού νομίσματος δεν θα σήμαινε σε καμία περίπτωση τη συντέλεια του κόσμου – πως θα μπορούσαμε δηλαδή να επιβιώσουμε, αν και με μεγάλες δυσκολίες.

Το πρόβλημα της Ελλάδας όμως δεν είναι το ευρώ, αλλά το κομματοκεντρικό, διεφθαρμένο και ανίκανο κράτος  – το οποίο έχει στερήσει την εμπιστοσύνη των Πολιτών προς την Πολιτεία, χωρίς την οποία δεν υπάρχει καμία ελπίδα εξόδου από την κρίση είτε με ευρώ, είτε με δραχμή, είτε με οποιοδήποτε άλλο νόμισμα.

Σε κάθε περίπτωση βέβαια έχουμε την άποψη πως η Ελλάδα είναι υποχρεωμένη να έχει έτοιμο ένα εναλλακτικό σχέδιο επιστροφής στη δραχμή, για ώρα ανάγκης – πόσο μάλλον όταν τόσο η ελευθερία, όσο και η εθνική κυριαρχία, «βαραίνουν» πολύ περισσότερο στη ζυγαριά, από το νόμισμα μίας χώρας.

Ολοκληρώνοντας, οφείλουμε να αναφερθούμε στη σημασία των τόκων, όπου σήμερα μας προσφέρεται ένα επιτόκιο της τάξης του 2,3% (ενδεχομένως θα μπορούσαμε να διαπραγματευθούμε ακόμη και το βασικό της ΕΚΤ, ήτοι 0,25%), από τις χώρες της Ευρωζώνης – ορισμένες εκ των οποίων δανείζονται με άνω του 4%. Ο μαθηματικός τύπος του διπλασιασμού του χρέους είναι  «72 : Επιτόκιο = Χρόνια».

Στα πλαίσια αυτά, εάν το επιτόκιο είναι 6%, τότε το χρέος διπλασιάζεται (εάν δεν εξοφλούνται τα τοκοχρεολύσια) σε δώδεκα χρόνια – τετραπλασιάζεται σε 24 και οχταπλασιάζεται σε 36. Εάν το επιτόκιο είναι 2%, τότε διπλασιάζεται σε 36 χρόνια αντί σε 12, οπότε η διαφορά είναι πολύ σημαντική.

Το γεγονός αυτό σημαίνει ότι το δημόσιο χρέος, εάν δεν εξυπηρετείται, σε μικρομεσαία κράτη εκτός Ευρωζώνης, αυξάνεται με πολύ ταχύτερο ρυθμό – αφού το επιτόκιο δανεισμού τους είναι πολύ υψηλότερο. Αποτελεί λοιπόν έναν από τους λόγους, για τους οποίους οι μικρές χώρες εκτός νομισματικής ένωσης, δεν επιβιώνουν με δημόσιο χρέος πάνω από το 50% του ΑΕΠ τους.

 

* Ο κ. Βασίλης Βιλιάρδος είναι ένας σύγχρονος οικονομολόγος, πτυχιούχος της ΑΣΟΕΕ Αθηνών, με μεταπτυχιακές σπουδές στο Πανεπιστήμιο του Αμβούργου – όπου και δραστηριοποιήθηκε επαγγελματικά για αρκετά χρόνια, με ιδιόκτητες επιχειρήσεις.

Έχει γράψει το βιβλίο "Υπέρβαση Εξουσίας", το οποίο αναφέρεται στο φορολογικό μηχανισμό της Γερμανίας, ενώ έχει  εκδώσει τρία βιβλία αναφορικά με την παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση, με τον  τίτλο "Η κρίση των κρίσεων".

Έχει ασχοληθεί με σημαντικές έρευνες και αναλύσεις επί του αντικειμένου του (μακροοικονομία), επί διεθνούς επιπέδου, οι οποίες φιλοξενούνται τακτικά σε ημερήσιες εφημερίδες, περιοδικά και ηλεκτρονικές ιστοσελίδες.