ΤΡΑΠΕΖΙΚΗ ΒΟΜΒΑ ΜΕΓΑΤΟΝΩΝ – IΙ

ΤΡΑΠΕΖΙΚΗ ΒΟΜΒΑ ΜΕΓΑΤΟΝΩΝ:

Η Ελλάδα συνεχίζει να χρησιμοποιείται για την κάλυψη των τεράστιων τραπεζικών προβλημάτων της Ευρωζώνης, των ισχυρών κρατών της, του ευρώ, του δολαρίου, καθώς επίσης των Η.Π.Α. – από όπου αναμένεται να ξεσπάσει στο μέλλον η μητέρα των κρίσεων – Μέρος ΙΙ

 

Του Βασίλη Βιλιάρδου*

 

Συνέχεια από το Μέρος Ι

ΑΥΣΤΡΙΑ

Με τις τράπεζες να αντιστοιχούν στο 300% του ΑΕΠ της χώρας, σε συνδυασμό με το ότι είναι επικίνδυνα εκτεθειμένες στην Ανατολική Ευρώπη, η οποία μαστίζεται σε μεγάλο βαθμό από την κρίση, η Αυστρία δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να θεωρηθεί ασφαλής.  

Εν τούτοις, η αυξημένη εισροή καταθέσεων, κυρίως από την Ιταλία, καλύπτει εν πρώτοις τα αναμφίβολα μεγάλα προβλήματα της – όπως συμβαίνει στο Βέλγιο, στη Δανία, στην Ολλανδία και αλλού, κυρίως λόγω του ότι έχουν καταφέρει να διατηρηθούν στο περιθώριο της δημοσιότητας (σε πλήρη αντίθεση με την Ελλάδα, η οποία συνεχίζει να βρίσκεται στο μάτι του κυκλώνα).

Η ΚΥΠΡΟΣ

Η πιστοληπτική ικανότητα της χώρας μειώθηκε (στο BB+ με αρνητικές προοπτικές από τη Fitch), λόγω των μεγάλων προβλημάτων των τραπεζών της. Μόνο και μόνο η διαγραφή χρέους εκ μέρους της Ελλάδας, επιβάρυνε τις κυπριακές τράπεζες με σχεδόν 7 δις € – με την Fitch να υπολογίζει τις ανάγκες αναφαλαιοποίησης τους στα 4 δις €.

Για τους περισσότερους όμως το ποσόν θα αναμορφωθεί σημαντικά, αφού η Κύπρος θα οδηγηθεί επίσης στην παγίδα της λιτότητας, ενώ θα αυξηθούν αρκετά οι εκροές καταθέσεων – όπως συνέβη στην Ελλάδα, στην Ιρλανδία, στην Πορτογαλία, στην Ισπανία κοκ., θύματα της απίστευτα εγκληματικής πολιτικής που επιβάλλει η Γερμανία (πιθανότατα κατ' εντολή των Η.Π.Α.) σε όλους τους εταίρους της.

Αν και θα μπορούσε λοιπόν να χρηματοδοτηθεί από άλλες χώρες, έτσι ώστε να αποφύγει την λεηλασία της από το ΔΝΤ, είμαστε σχεδόν βέβαιοι ότι δεν θα της επιτραπεί – πόσο μάλλον μετά την εύρεση μεγάλων ενεργειακών κοιτασμάτων στην υποθαλάσσια περιοχή της, καθώς επίσης την εξαιρετικά σημαντική σήμερα γεωπολιτική της θέση  

Η ΓΕΡΜΑΝΙΑ

Παρά το ότι η Γερμανία ήταν το κεντρικό θύμα της μεγαλύτερης και μάλιστα νόμιμης ληστείας όλων των εποχών, εκ μέρους των Η.Π.Α., με τη βοήθεια της χρεοκοπίας της Lehman Brothers, η κατάσταση των τραπεζών της έχει ομαλοποιηθεί σε μεγάλο βαθμό.

Εκείνη την εποχή (Φθινόπωρο του 2008), ο μέσος δείκτης κεφαλαιακής επάρκειας των τραπεζών της ήταν μόλις 8,3% – από τους χαμηλότερους στην Ευρώπη. Σήμερα όμως έχει αυξηθεί στο 13,1% – στο μέσον όρο περίπου της ΕΕ. 

Η αιτία ήταν ο αυξημένος ρυθμός ανάπτυξης και η κρίση του νότου, η οποία είχε ευεργετικά αποτελέσματα στα επιτόκια δανεισμού της χώρας, στα φορολογικά της έσοδα, στη χρηματοδότηση (αυξημένες εισροές καταθέσεων) και στις εξαγωγές (διατήρηση της ισοτιμίας του € σε χαμηλά επίπεδα κοκ.).

Εν τούτοις, εμείς έχουμε την άποψη ότι, οι τράπεζες της κινδυνεύουν σε μεγάλο βαθμό από τη σύνδεση της γερμανικής οικονομίας με τις υπόλοιπες – κάτι που επισήμανε και το ΔΝΤ σε πρόσφατη ανάλυση του. Σύμφωνα δε με την BIS, οι γερμανικές τράπεζες είχαν στα τέλη του 2011 εγγεγραμμένες απαιτήσεις στα βιβλία τους, απέναντι στην Ιταλία και στην Ισπανία, ύψους 280 δις €.

Η ισχυρότερη τώρα γερμανική τράπεζα, η Deutsche Bank, η οποία με βάση το σύνολο του ισολογισμού της είναι το μεγαλύτερο τραπεζικό ίδρυμα της Ευρώπης, παρά τις αντίθετες δηλώσεις της διοίκησης της, έχει εξαιρετικά χαμηλή κεφαλαιακή επάρκεια. Ο Πίνακας ΙΙ που ακολουθεί εμφανίζει τα βασικά μεγέθη της:

ΠΙΝΑΚΑΣ ΙΙ: Βασικά μεγέθη της Deutsche Bank

Μεγέθη

Ποσά

 

 

Σύνολο Ισολογισμού

2.103 δις €

Κεφαλαιακή επάρκεια

10%

Κόστος ασφάλισης (CDS πενταετών απαιτήσεων)

176

Επενδύσεις σε υπερχρεωμένες χώρες (2011)

7,3 δις €

Αξιολόγηση Moodys

A2

Ίδια Κεφάλαια*

53,39 δις €

Προσωπικό

100.996

Σημείωση: Με βάση τη σχέση ιδίων κεφαλαίων και συνολικού ισολογισμού, επενδύει πάνω από 39 φορές τα κεφάλαια της (μόχλευση).  Πηγή: dpa. Πίνακας: Β. Βιλιάρδος

Περαιτέρω, σύμφωνα με πρόσφατη μελέτη του υπουργείου οικονομικών της Γερμανίας προς την επιτροπή προϋπολογισμού, η χώρα έχει αναλάβει εγγυήσεις ύψους 310,3 δις € στα πλαίσια των πακέτων στήριξης της Ευρωζώνης (στα EFSF και ESM 285,3 δις €, στον προϋπολογισμό της Ευρωζώνης 9,8 δις € και στο πρώτο Ελληνικό πακέτο 15,2 δις €).

Εάν στα παραπάνω προσθέσει κανείς τις απαιτήσεις της κεντρικής τράπεζας της Γερμανίας απέναντι στην ΕΚΤ, από το σύστημα διακανονισμού πληρωμών Target II, ύψους 700 δις € στα τέλη Μαΐου (αυξάνονται κατά 50-100 δις € μηνιαία), θα ξεπεράσει το 1 τρις € – ποσόν που διακινδυνεύει σαν κράτος, σε περίπτωση διάλυσης της Ευρωζώνης (επί πλέον αυτού που διακινδυνεύουν οι εμπορικές τράπεζες της, οι επιχειρήσεις, οι ασφαλιστικές εταιρείες, οι επενδυτικές κλπ.).

Με κριτήριο το ΑΕΠ της Γερμανίας του 2011 (περί τα 2,5 τρις €), καθώς επίσης το δημόσιο χρέος της ως προς το ΑΕΠ (81,5%), τυχόν απώλεια του παραπάνω ποσού θα εκτόξευε το χρέος της στο 117% του ΑΕΠ της – σε ένα επίπεδο δηλαδή, με το οποίο είναι πολύ δύσκολο να ανταπεξέλθει μία οικονομία, ειδικά λόγω των αυξημένων επιτοκίων που συνήθως απαιτούν οι αγορές από υπερχρεωμένα κράτη (εάν δε η Γερμανία εγκατέλειπε μόνη της την Ευρωζώνη, δεν θα μπορούσε να απαιτήσει ουσιαστικά αυτά τα χρήματα, με βάση τη σύμβαση).

Επομένως, οι τράπεζες της δεν μπορούν σε καμία περίπτωση να θεωρηθούν ασφαλείς – τόσο λόγω των δικών τους προβλημάτων, όσο και της εξαιρετικά δυσχερούς θέσης της χώρας τους, έτσι όπως αυτή θα φανεί πολύ σύντομα. 

Η ΕΛΛΑΔΑ

Όπως έχουμε αναλύσει στο παρελθόν (άρθρο μας), η Ελλάδα δεν αντιμετώπισε προβλήματα με τις τράπεζες της – ενώ το σύνολο των ισολογισμών των χρηματοπιστωτικών της ιδρυμάτων το 2009 αντιστοιχούσε στο 165,3% του ΑΕΠ της (όπως διαπιστώνεται από τον Πίνακα ΙΙΙ που ακολουθεί, ένα από τα χαμηλότερα ποσοστά παγκοσμίως). Η μόχλευση δε των ιδίων κεφαλαίων των τραπεζών μας ήταν μόλις 14,86%, συμπεριλαμβανομένων όλων των επενδύσεων τους (άρθρο μας, Πίνακας V).

Δυστυχώς όμως, οι τεράστιες εκροές καταθέσεων (πάνω από 100 δις €), σαν αποτέλεσμα της καταστροφικής (εάν όχι προδοτικής) πολιτικής που ακολουθήθηκε, σε συνδυασμό με την εγκληματική διαγραφή χρέους, όπου στην κυριολεξία πυροβολήσαμε τα πόδια μας, οδήγησαν τις ελληνικές (και τις κυπριακές) τράπεζες στο χείλος του γκρεμού – με αποτέλεσμα να απαιτηθούν πολλαπλές εγγυήσεις και η ανακεφαλαιοποίηση τους.

Είναι λοιπόν αδιανόητο να κατηγορούμε τις τράπεζες ή/και να υποστηρίζουμε την κλοπή εκείνων των μικρομετόχων, οι οποίοι συνεχίζουν να τις στηρίζουν – μέσω της «αποκρατικοποίησης» τους από τους ευρωπαϊκούς (γερμανικούς) μηχανισμούς, κατά το παράδειγμα της Ισπανίας.

Σε κάθε περίπτωση, από όποια πλευρά και αν το εξετάσουμε, η πατρίδα μας οδηγήθηκε σκόπιμα και αδικαιολόγητα στο ικρίωμα – ενώ ελπίζουμε να μην ενσαρκώσει τελικά το ρόλο της Ιφιγένειας, για τη σωτηρία της υπερχρεωμένης Δύσης, καθώς επίσης να τιμωρηθούν όλοι όσοι την οδήγησαν, χωρίς κανένα λόγο, στην καταστροφή.

Κλείνοντας η Ελλάδα έχει τον καλύτερο κρατικό ισολογισμό από όλες σχεδόν τις χώρες (περιουσιακά στοιχεία πολύ υψηλότερα των χρεών της) – ενώ το μοναδικό της πρόβλημα ήταν και είναι η ανεπαρκής ή/και διεφθαρμένη πολιτική της, η οποία ήταν κατά πολύ κατώτερη των περιστάσεων. Κανένας άλλωστε δεν μπορεί να αποδεχθεί ως λογικό το γεγονός ότι, οδηγήθηκε από ένα δημόσιο χρέος της τάξης του 110% του ΑΕΠ της, σε συνδυασμό με ένα ελάχιστο ιδιωτικό, σε δημόσιο χρέος άνω του 160%, στα νύχια του ΔΝΤ, στα διάφορα υφεσιακά μνημόνια και στη χρεοκοπία.        

Η ΜΕΓΑΛΗ ΕΙΚΟΝΑ

Στον Πίνακα ΙΙΙ που ακολουθεί αναγράφονται οι υποχρεώσεις των τραπεζών ορισμένων χωρών, ως ποσοστό επί του ΑΕΠ των χωρών τους (μεγέθη κατά προσέγγιση, επειδή προέρχονται από διάγραμμα):

ΠΙΝΑΚΑΣ ΙΙΙ: Τραπεζικές υποχρεώσεις (συνολικές = καταθέσεις συν λοιπές υποχρεώσεις) ως ποσοστό επί του ΑΕΠ

Χώρα

Συνολικά

Καταθέσεις

Λοιπές Υποχρεώσεις

 

 

 

 

Ιρλανδία

710%

120%

590%

Μ. Βρετανία

510%

160%

350%

Ελβετία

490%

260%

230%

Δανία

410%

60%

350%

Γαλλία

400%

90%

310%

Ολλανδία

390%

130%

260%

ΕΕ συνολικά

350%

110%

240%

Γερμανία

310%

120%

190%

Ισπανία

300%

150%

150%

Αυστρία

300%

100%

200%

Βέλγιο

295%

110%

185%

Σουηδία

260%

50%

210%

Ιταλία

230%

90%

140%

Αυστραλία

190%

110%

80%

Νορβηγία

120%

50%

70%

Καναδάς

120%

60%

60%

Ν. Αφρική

90%

80%

10%

Η.Π.Α.

80%

70%

10%

Σημίωση: Η Ελλάδα θα ήταν κάτω από την Αυστραλία και πάνω από τη Νορβηγία! Πηγή: Barclays Research. Πίνακας: Β. Βιλιάρδος

Όπως φαίνεται από τον Πίνακα ΙΙΙ, το τραπεζικό πρόβλημα της ΕΕ είναι κατά πολύ μεγαλύτερο από αυτό του υπολοίπου πλανήτη – πόσο μάλλον από το αντίστοιχο στις Η.Π.Α., το οποίο συγκριτικά είναι σχεδόν μηδαμινό. Σε πολλές χώρες δε (Ιρλανδία, Μ. Βρετανία κλπ.), είναι κάτι παραπάνω από εκρηκτικό.

Κάτω από αυτές τις προϋποθέσεις η εγγύηση των καταθέσεων των πολιτών της Ευρωζώνης από έναν κεντρικό οργανισμό είναι σχεδόν αδύνατη – αφού είναι πολλαπλάσιες των ΑΕΠ των χωρών τους.

ΕΝΔΙΑΜΕΣΑ ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ

Οι τράπεζες της Ευρώπης, ειδικά μετά τα εγκληματικά λάθη της Γερμανίας και τη διαγραφή χρέους της Ελλάδας, είναι εξαιρετικά ασταθείς και ευάλωτες. Η κρίση έχει πρακτικά αποκόψει τα τραπεζικά ινστιτούτα του Νότου από τις αγορές, ενώ η συνεχώς αυξανόμενη ανεργία, οι χρεοκοπίες των επιχειρήσεων, η πτώση των τιμών των ακινήτων και τα υπερδανεισμένα σε πολλές χώρες νοικοκυριά, αυξάνουν σε μεγάλο βαθμό τα μη εξυπηρετούμενα, κόκκινα δάνεια, επιδεινώνοντας σχεδόν δραματικά τους τραπεζικούς ισολογισμούς.

Η Κομισιόν, μεταξύ του Οκτωβρίου του 2008 και του Οκτωβρίου του 2011, ενέκρινε συνολικά 4,5 τρις € σε κρατικές βοήθειες, για την ενίσχυση των προβληματικών τραπεζών – ποσόν που αντιστοιχεί στο 35% του ευρωπαϊκού ΑΕΠ. Εν τούτοις, το τέλος του καθοδικού σπειροειδή κύκλου δεν φαίνεται στον ορίζοντα – ενώ μάταια προσπαθεί η ΕΚΤ να σταθεροποιήσει το σύστημα και να ανακόψει την πορεία προς το χάος.

Με δύο διαδοχικές αποφάσεις της (Δεκέμβριος του 2011 και Φεβρουάριος του 2012), έθεσε στη διάθεση των εμπορικών τραπεζών 1 τρις €, με μηδαμινά επιτόκια, για τρία ολόκληρα έτη, ενώ πρόσφατα μείωσε το βασικό επιτόκιο στο 0,75%. Τα αποτελέσματα όμως των ενεργειών της είναι σχεδόν αμελητέα αφού, «όταν κλείνει μία τρύπα σε ένα σημείο, ανοίγει αμέσως η επόμενη».

Πολλοί αναρωτιούνται λοιπόν εάν είναι τελικά δυνατόν να διασωθούν οι τράπεζες της Ευρώπης, ή μήπως θα αντιμετωπίσουμε σκηνές πανικού, πολύ μεγαλύτερες από αυτές μετά την κατάρρευση της Lehman Brothers – όπου οι μικροκαταθέτες άδειαζαν τους λογαριασμούς τους τρομοκρατημένοι, οι τράπεζες σταμάτησαν να δανείζονται μεταξύ τους, η πραγματική οικονομία έχασε την πρόσβαση της στη χρηματοδότηση και η παγκόσμια οικονομία βυθίστηκε στην ύφεση.

"Η εντεινόμενη ύφεση στις υπερχρεωμένες χώρες του Νότου οδηγεί σε συνεχώς αυξανόμενες απώλειες των τραπεζών, οι οποίες καθιστούν απαραίτητη την ενίσχυση τους από τα κράτη – με αποτέλεσμα να αυξάνονται τα δημόσια χρέη και τανάπαλιν. Είμαστε στο κέντρο ενός διαβολικού κύκλου, από το οποίο δεν μπορούμε δυστυχώς να ξεφύγουμε", αναφέρεται χαρακτηριστικά.

Ολοκληρώνοντας, η Ευρώπη υποφέρει σε μεγάλο βαθμό από το υπερδιογκωμένο τραπεζικό της σύστημα, όπου τα χρέη των 20 μεγαλύτερων τραπεζών της είναι υψηλότερα από το 50% του ΑΕΠ της χώρας, όπου έχει την έδρα της η κάθε μία – με αποτέλεσμα να μην μπορούν να πείσουν οι κυβερνήσεις ότι έχουν τη δυνατότητα να διασώσουν τις τράπεζες και να εγγυηθούν τις καταθέσεις των πολιτών τους, οι οποίες υπολογίζονται στα 11 τρις €.

Εάν λοιπόν τυχόν καταρρεύσει μία μεγάλη ευρωπαϊκή τράπεζα, η κατάσταση θα ξεφύγει εντελώς από τον έλεγχο – με οδυνηρά αποτελέσματα για ολόκληρο τον πλανήτη. Οι κίνδυνοι αυτοί φαίνεται να είναι γνωστοί στα αμερικανικά επενδυτικά κεφάλαια, τα οποία έχουν μειώσει δραστικά τις τοποθετήσεις τους στις τράπεζες της ΕΕ – από 40% το 2009, στο 12% με πρόσφατες μετρήσεις.  

ΕΠΙΛΟΓΟΣ

Οι Η.Π.Α., ένας χάρτινος πύργος στην κυριολεξία, αντιμετωπίζουν τεράστια προβλήματα, όσον αφορά το δημόσιο χρέος, καθώς επίσης τα ιλιγγιώδη ελλείμματα του προϋπολογισμού και του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών (τα προβλήματα των τραπεζών τους τα έλυσαν, «εξάγοντας» τα το 2008 στην ΕΕ και στον υπόλοιπο πλανήτη). Η Ιαπωνία έχει δημόσιο χρέος πάνω από το 230% του ΑΕΠ της, ενώ είναι βυθισμένη στην ύφεση από το 1990.

Η Ευρώπη, ο μεγαλύτερος δανειστής του πλανήτη (πάνω από το 50% των παγκοσμίων δανείων προέρχονται από τις ευρωπαϊκές τράπεζες), είναι εγκλωβισμένη στον κύκλο του διαβόλου – με τις τράπεζες της να είναι μάλλον αδύνατον να διασωθούν (το μέσο δημόσιο χρέος της ΕΕ δεν ξεπερνάει ευτυχώς το 85% του ΑΕΠ, ενώ το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών της είναι θετικό).  

Ειδικότερα, εάν τυχόν αποφασιζόταν να αποκτήσουν οι ευρωπαϊκές τράπεζες τους ίδιους συντελεστές με τις αμερικανικές, θα έπρεπε να «καούν» χρήματα («απομόχλευση», μείωση δανείων κλπ.), της τάξης του 250% του ΑΕΠ της Ευρώπης – ένα απίστευτα μεγάλο ποσόν, αφού ξεπερνάει τα 30 τρις € .

Επομένως, η κατάσταση σε όλη τη Δύση είναι κάτι παραπάνω από κρίσιμη – με το βιοτικό επίπεδο όλου του υπόλοιπου πλανήτη να είναι άρρηκτα συνδεδεμένο μαζί της. Δυστυχώς, τέτοιου είδους παγκόσμια αδιέξοδα αντιμετωπίζονται συνήθως με δύο τρόπους: είτε με μία ευρεία διαγραφή χρεών τύπου «σεισάχθειας», είτε με πόλεμο – όπου φυσικά εμείς ελπίζουμε να μην επιλεχθεί τελικά ο πόλεμος.  

Μία ενδιάμεση λύση θα ήταν ίσως η φορολόγηση των υψηλών εισοδηματικών στρωμάτων (10% του συνολικού πληθυσμού) όλης της Δύσης, με συντελεστή 10-15% επί των περιουσιακών τους στοιχείων – γεγονός που θα λειτουργούσε έμμεσα ως μία αναδιανομή εισοδημάτων, η οποία θα μείωνε τα δημόσια χρέη και στη συνέχεια θα ενίσχυε την κατανάλωση, τις επενδύσεις, την ανάπτυξη και το ΑΕΠ. Κάτι τέτοιο όμως θα απαιτούσε μεγάλη ωριμότητα εκ μέρους των πλούσιων αυτών πολιτών – κάτι που δυστυχώς θεωρούμε πολύ δύσκολο.       

 

* Βασίλης Βιλιάρδος  (copyright), Αθήνα, 14. Ιουλίου 2012, viliardos@kbanalysis.com. Ο κ. Β. Βιλιάρδος είναι συγγραφέας, οικονομολόγος, πτυχιούχος της ΑΣΟΕΕ Αθηνών, με μεταπτυχιακές σπουδές στο Πανεπιστήμιο του Αμβούργου. Έχει εκδώσει πρόσφατα τρία βιβλία της σειράς «Η κρίση των κρίσεων» (διάθεση με παραγγελία στο kb@kbanalysis.com).

 

ΠΗΓΗ: http://www.casss.gr/PressCenter/Articles/2649.aspx#.UAR3upGHrgl

ΤΡΑΠΕΖΙΚΗ ΒΟΜΒΑ ΜΕΓΑΤΟΝΩΝ – I

ΤΡΑΠΕΖΙΚΗ ΒΟΜΒΑ ΜΕΓΑΤΟΝΩΝ:

Η Ελλάδα συνεχίζει να χρησιμοποιείται για την κάλυψη των τεράστιων τραπεζικών προβλημάτων της Ευρωζώνης, των ισχυρών κρατών της, του ευρώ, του δολαρίου, καθώς επίσης των Η.Π.Α. – από όπου αναμένεται να ξεσπάσει στο μέλλον η μητέρα των κρίσεων – Μέρος Ι

 

Του Βασίλη Βιλιάρδου*

 

"Η φιλοσοφία του Πλάτωνα επικεντρώνεται στην ηθική, όπου όμως κύριο μέλημα του ήταν να αποδείξει τη δυνατότητα βέβαιης γνώσης. Ενώ οι ηθικές αμφισβητήσεις του Σωκράτη αφορούσαν κατά κύριο λόγο προβλήματα ατομικής ηθικής, ο Πλάτωνας έδωσε έμφαση στη γενικότερη άποψη της κοινωνικής ηθικής.

Πρόθεση του, με τη θεωρεία των ιδεών, ήταν να εγκαταστήσει ένα φιλοσοφικό υπόβαθρο, με τη βοήθεια του οποίου θα μπορούσε να αποδείξει ότι, είναι εφικτή η αντικειμενική γνώση της αλήθειας.

Η αφετηρία για τις εκτιμήσεις του ήταν το επιστημονικό αξίωμα ότι, το όμοιο αναγνωρίζεται μόνο από το όμοιο – δηλαδή, πως τα αντικείμενα της γνώσης ανταποκρίνονται στην ικανότητα για γνώση και το αντίστροφο. Αυτό σημαίνει ότι, η βεβαιότητα της γνώσης εξαρτάται από το αντικείμενο της – οπότε, τα μεταβαλλόμενα αντικείμενα του εμπειρικού κόσμου, δεν μπορούν σε καμία περίπτωση να οδηγήσουν σε μόνιμη, βέβαιη γνώση.

Κατά τον Πλάτωνα, υπάρχουν «ιδέες» (καθαρή γνώση) για όλα τα γνωστά πράγματα της φύσης – ενώ με στόχο να καταστήσει ευλογοφανή αυτή τη δυνατότητα γνώσης των ιδεών εξιστορεί κάποιο μύθο, σύμφωνα με τον οποίο οι ψυχές που θεωρούνται αθάνατες έχουν, κατά την προγεννητική τους κατάσταση, έλθει σε επαφή με όλες τις ιδέες. Η γέννηση εξαλείφει αυτή τη γνώση, η οποία όμως μπορεί να ενεργοποιηθεί ξανά με την ανάμνηση.

Επομένως, η μάθηση δεν είναι η γνώση από την αρχή, αλλά μία πορεία προς την ανάμνηση – κάτι που ανάλυσε επίσης ο Kant και μάλλον εφάρμοσε ο Einstein, όταν ανέπτυξε «από μνήμης» τη θεωρεία της σχετικότητας (χωρίς δηλαδή να κάνει χρήση της πειραματικής απόδειξης της, η οποία ακολούθησε αρκετές δεκαετίες αργότερα)".  

Ανάλυση

Ανεξάρτητα από τα παραπάνω, είναι αρκετοί αυτοί που αναρωτιούνται σήμερα, εάν είναι δυνατόν να διασωθούν οι ευρωπαϊκές τράπεζες – θύματα ουσιαστικά της καταστροφικής οικονομικής πολιτικής της Γερμανίας η οποία, πέφτοντας στην παγίδα της υπερδύναμης, κατάφερε να επιτρέψει στην κρίση ρευστότητας μίας μικρής χώρας της Ευρωζώνης, της Ελλάδας, να «μεταλλαχθεί» σε μία ευρωπαϊκή και παγκόσμια οικονομική κρίση, τεραστίων διαστάσεων.    

Είναι προφανές ότι, εάν η Ελλάδα είχε βοηθηθεί από τους «εταίρους» της, με ένα ποσόν της τάξης των 20 δις €, πριν ακόμη καταδικαστεί στην θανατική ποινή του ΔΝΤ, τα πράγματα θα είχαν εξελιχθεί εντελώς διαφορετικά: οι αγορές θα είχαν πεισθεί για την αλληλεγγύη των χωρών της Ευρωζώνης μεταξύ τους, θα είχαν σταματήσει αμέσως τις τοκογλυφικές επιθέσεις τους και δεν θα αναγκαζόταν η ευρωπαϊκή περιφέρεια να αντιμετωπίζει σχεδόν καθημερινά τους «μπράβους των τοκογλύφων» – οι οποίοι συνεχίζουν την επέλαση τους, μετά την επιτυχημένη εισβολή στην Ευρωζώνη, με τη βοήθεια των καταστροφικών όπλων τους (εταιρείες αξιολόγησης, επενδυτικές τράπεζες, hedge funds, αστέρες οικονομολόγοι κλπ.).

Το γεγονός αυτό είναι το πρώτο μεγάλο λάθος, το έγκλημα καλύτερα της Γερμανίας η οποία, αρνούμενη να δανειοδοτηθεί η Ελλάδα από την ΕΕ με ένα σχετικά ελάχιστο ποσόν, έθεσε τα θεμέλια μίας κρίσης, η οποία έχει ήδη κοστίσει εκατοντάδες δισεκατομμύρια – ενώ οδηγεί τη μία μετά την άλλη χώρα στον πανάκριβο δανεισμό, στο δόγμα της λιτότητας, στη χρεοκοπία και στα νύχια του ΔΝΤ.      

Περαιτέρω, όταν δύο χρόνια αργότερα, τον Οκτώβρη του 2011, η Ελλάδα καταδικάστηκε ακόμη μία φορά, σε μία άνευ προηγουμένου Πύρρειο χρεοκοπία, ξανά από τη Γερμανία, άνοιξε διάπλατα το κουτί της Πανδώρας: επειδή οι αγορές υποχρεώθηκαν, μέσω της γνωστής διαγραφής του ελληνικού χρέους (PSI), σε οικονομικές απώλειες από ομόλογα μίας χώρας του ευρώ – γεγονός που είχε (θα συνεχίσει να έχει) τρομακτικές συνέπειες για τους ισολογισμούς και τη βιωσιμότητα των περισσότερο «μοχλευμένων» τραπεζών του πλανήτη: των ευρωπαϊκών.

Η ΑΠΟΚΑΛΥΨΗ

Ειδικότερα, ο δείκτης κεφαλαιακής επάρκειας μίας τράπεζας καθορίζει ουσιαστικά το ρίσκο που αναλαμβάνει, με βάση τα κατατεθειμένα κεφάλαια της. Εάν ο δείκτης αυτός είναι, για παράδειγμα, 10%, σημαίνει ότι η τράπεζα επενδύει δέκα φορές τα ίδια κεφάλαια της – μία μόχλευση, η οποία θεωρείται σχετικά ασφαλής και δεν υποχρεώνει την τράπεζα σε αύξηση κεφαλαίου (ή σε περιορισμό των επενδύσεων της). 

Ο δείκτης όμως αυτός αφήνει εκτός μέτρησης (σταθμισμένο ρίσκο) εκείνες τις επενδύσεις, οι οποίες αξιολογούνται ως 100% ασφαλείς. Όταν λοιπόν η τράπεζα του παραδείγματος μας υποχρεώνεται να διατηρεί 10 € ίδια κεφάλαια (σε γενικές γραμμές), για κάθε 100 € επενδύσεις, δεν συμπεριλαμβάνει σε αυτές τις απολύτως σίγουρες – όπως ήταν μέχρι πρότινος τα ομόλογα του δημοσίου.

Επομένως, τη συνέφερε μέχρι πρόσφατα να επενδύει σε κρατικά ομόλογα της ζώνης του ευρώ, ακόμη και με χαμηλές αποδόσεις (επιτόκιο), αφού αυτό δεν την υποχρέωνε να διατηρεί ίδια κεφάλαια για τη συγκεκριμένη τοποθέτηση – ενώ η ίδια η αγορά κρατικών ομολόγων εκ μέρους των τραπεζών, μείωνε περαιτέρω τα επιτόκια τους (λόγω αυξημένης ζήτησης, όπως συνεχίζει να συμβαίνει στις Η.Π.Α., στη Μ. Βρετανία, στην Ιαπωνία κλπ.). Μετά τον Οκτώβρη όμως του 2011, τα πράγματα έχουν αλλάξει ριζικά, αφού οι τράπεζες είναι υποχρεωμένες (όχι ακόμη θεσμικά), να «σταθμίζουν» πλέον το ρίσκο των κρατικών ομολόγων, οπότε:

(α) είτε να αυξήσουν άμεσα τα ίδια κεφάλαια τους – γεγονός που δεν αντιμετωπίζεται θετικά από τους μετόχους τους, με δυσμενή επακόλουθα για την τιμή των μετοχών τους (πόσο μάλλον όταν η συνθήκη της Βασιλείας ΙΙΙ, απαιτεί υψηλότερη κεφαλαιακή επάρκεια),

(β) είτε να μειώσουν τις επενδύσεις και λοιπές τοποθετήσεις τους – κάτι που έχει αρνητικά αποτελέσματα τόσο για την πραγματική οικονομία (περιορίζεται ο δανεισμός), όσο και για τη χρηματοδότηση των κρατών (αύξηση των επιτοκίων, δυσκολία διάθεσης νέων ομολόγων κλπ.).

Επειδή δε οι περισσότερες τράπεζες είναι εκτεθειμένες σε μεγάλες, «ακάλυπτες» πια, επενδύσεις, ενώ αρκετές αντιμετωπίζουν και άλλα προβλήματα (κόκκινα δάνεια λόγω της ευρωπαϊκής κρίσης χρέους, της φούσκας ακινήτων στην Ισπανία, στη Γαλλία, στην Ιρλανδία κλπ.), η βιωσιμότητα τους δεν είναι καθόλου εξασφαλισμένη – κάτι που θεωρείται ως μία πραγματική βόμβα μεγατόνων για το σύστημα.

Η ΕΛΒΕΤΙΑ

Τα ρίσκα του χρηματοπιστωτικού τομέα αντιμετωπίζονται πολύ σοβαρά από τη συγκεκριμένη χώρα – επειδή διαθέτει, παρά το μικρό μέγεθος της, δύο μεγάλες, συστημικές τράπεζες: την UBS και την Credit Suisse. Το σύνολο του ισολογισμού και των δύο αυτών τραπεζών είναι της τάξης των 2.500 δις φράγκων – δηλαδή, πέντε φορές μεγαλύτερο από το ΑΕΠ της Ελβετίας (υπενθυμίζουμε ότι, συστημικές θεωρούνται εκείνες οι τράπεζες, το μέγεθος των οποίων είναι τόσο μεγάλο που εάν κάτι τους συμβεί, κινδυνεύει ολόκληρο το σύστημα).     

Το Φεβρουάριο του 2012 η Ελβετία ψήφισε ένα πακέτο νόμων, το οποίο υποχρεώνει τις τράπεζες της να αυξήσουν σταδιακά την κεφαλαιακή τους επάρκεια στο 19%, να έχουν πολύ πιο αυστηρές προδιαγραφές ρευστότητας συγκριτικά με τις τράπεζες άλλων χωρών, καθώς επίσης να κατανέμουν τα επενδυτικά τους ρίσκα ορθολογικότερα. 

Συνεχίζοντας, η σημερινή κεφαλαιακή επάρκεια της UBS τοποθετείται στο 18,7% και της Credit Suisse στο 15,6% – δείκτες που θεωρούνται ως οι καλύτεροι παγκοσμίως. Ο διάβολος όμως κρύβεται στις λεπτομέρειες, σύμφωνα με την κεντρική τράπεζα της Ελβετίας η οποία, με κριτήριο το «αστάθμητο ποσοστό μόχλευσης των ιδίων κεφαλαίων» των τραπεζών, τις επενδύσεις τους δηλαδή, για τις οποίες δεν διατηρούν ίδια κεφάλαια, υπολόγισε ότι καλύπτουν μόλις το 1,7% και το 2,7% αντίστοιχα του συνόλου.

Απλούστερα ότι, για κάθε 100 € επένδυση έχουν μόλις 1,7 € (2,7 €) ίδια κεφάλαια – οπότε ο συντελεστής μόχλευσης είναι 58 και 37 αντίστοιχα. Τα ίδια κεφάλαια τους είναι λοιπόν 58 και 37 φορές χαμηλότερα από τις απαιτήσεις τους – ένα πραγματικά τρομακτικό μέγεθος για μία τράπεζα. Για να γίνει περισσότερο κατανοητό δε το μέγεθος, αρκεί να τονίσει κανείς πόσο επικίνδυνη θα ήταν μία επιχείρηση της πραγματικής οικονομίας, η οποία θα είχε κατατεθειμένα κεφάλαια 100.000 € και απαιτήσεις από τους πελάτες της 5.800.000 €.

Ακριβώς για τους λόγους αυτούς (τα κρατικά ομόλογα συνεχίζουν να θεωρούνται θεσμικά ως 100% σίγουρα), οι Ελβετοί αναρωτιούνται εάν απειλούμαστε με μία μαζική τραπεζική καραμπόλα – αφού οι τράπεζες, ιδιαίτερα οι ευρωπαϊκές, είναι πολύπλοκα συνδεδεμένες μεταξύ τους, αποτελώντας επικίνδυνα συγκοινωνούντα δοχεία.

Δεν μπορούν δε να δώσουν καμία υπεύθυνη απάντηση στο κατά πόσον είναι σίγουρες οι τράπεζες, από ποιο σημείο και μετά δεν είναι κοκ. Αν και οι εισροές καταθέσεων λοιπόν στην Ελβετία είναι απίστευτα μεγάλες, λόγω της ευρωπαϊκής κρίσης χρέους, η κυβέρνηση και οι λοιποί θεσμοί της χώρας είναι πάρα πολύ ανήσυχοι για το μέλλον.    

Η ΙΣΠΑΝΙΑ

Σύμφωνα με τις αποφάσεις της συνόδου κορυφής, η Ισπανία θα υποχρεωθεί να παραδώσει τον έλεγχο των τραπεζών της, κατά το μεγαλύτερο μέρος του, σε ευρωπαϊκές οργανώσεις –  ενώ έχει ήδη εισβάλλει το ΔΝΤ, «διατηρώντας την ανωνυμία του», κατά κάποιον τρόπο (η χώρα ευρίσκεται υπό τη σκιώδη εξουσία του, για να αποφευχθούν οι αντιδράσεις των Πολιτών).

Επί πλέον, η κυβέρνηση φαίνεται ότι έχει υποχρεωθεί να επιβαρύνει με τις μελλοντικές ζημίες των τραπεζών τους Ισπανούς μετόχους τους – αφού μόνο υπό αυτήν την προϋπόθεση θα λάβει από το ESM τα 100 δις €, για τη σταθεροποίηση του χρηματοπιστωτικού της συστήματος.    

Σύμφωνα με τα διεθνή ΜΜΕ, οι ζημίες θα επιβαρύνουν κυρίως εκείνους τους Ισπανούς, οι οποίοι έχουν στην ιδιοκτησία τους είτε ομόλογα των τραπεζών χωρίς δικαιώματα πρώτης προτίμησης, είτε προνομιούχες μετοχές τους – γεγονός που σημαίνει ότι, θα ζημιωθούν σε μεγάλο βαθμό οι μικροεπενδυτές, οι οποίοι έχουν αγοράσει τέτοιους τίτλους από τις τράπεζες, για αποταμιευτικούς περισσότερο λόγους.

Οι παραπάνω «ιδιομορφίες», σε συνδυασμό με τα τεράστια προβλήματα της οικονομίας της Ισπανίας (εκτεταμένη κρίση ακινήτων, καταστροφική ανεργία, υπερχρέωση του ιδιωτικού τομέα, χρεοκοπημένοι δήμοι κλπ.), έχουν σαν αποτέλεσμα μία εκτεταμένη εκροή καταθέσεων από τις ισπανικές τράπεζες, η οποία αυξάνει ακόμη περισσότερο τους κινδύνους. Ο Πίνακας Ι που ακολουθεί είναι χαρακτηριστικός:

ΠΙΝΑΚΑΣ Ι: Διαφοροποίηση των τραπεζικών καταθέσεων, σε δις € το Μάιο του 2012

Χώρα

Καταθέσεις

Αύξηση / Μείωση*

 

 

 

Γερμανία

3.142

4,1%

Γαλλία

1.904

5,7%

Ισπανία

1.593

-7,7%

Ιταλία

1.414

2,0%

Αυστρία

322

5,1%

Ιρλανδία

201

-1,7%

* Αλλαγή σε σχέση με τον ίδιο μήνα του προηγούμενου έτους. Πηγή: EKT, υπολογισμοί wiwo. Πίνακας: Β. Βιλιάρδος

Όπως φαίνεται από τον Πίνακα Ι, οι εκροές καταθέσεων από την Ισπανία συνεχίζονται με μεγάλο ρυθμό – ενώ τους πέντε πρώτους μήνες του 2012 ξεπέρασαν τα 100 δις €. Το ίδιο συμβαίνει και στην Ιρλανδία, η κρίση της οποίας είναι αδύνατον να ξεπεραστεί χωρίς πολύ μεγάλες διαγραφές χρεών ή/και χρεοκοπίες τραπεζών, παρά το ότι ανακοινώνεται η επιστροφή της στις αγορές. 

Αν και στην αρχή της χρηματοπιστωτικής κρίσης λοιπόν οι ισπανικές τράπεζες θεωρούταν ασφαλείς, επειδή δεν είχαν εκτεθεί στην αμερικανική κρίση των ενυπόθηκων δανείων, ενώ είχαν υποχρεωθεί από την κεντρική τράπεζα τους να δημιουργήσουν ειδικά αποθεματικά για την αντιμετώπιση της τοπικής κρίσης ακινήτων, η κατάσταση τους επιδεινώθηκε.

Σύμφωνα δε με τη διεθνή ένωση τραπεζών (IIF), λόγω του ότι έχουν δώσει ενυπόθηκα δάνεια ύψους άνω του 1 τρις €, θα απαιτηθεί μία ανακεφαλαιοποίηση της τάξης των 260 δις € και όχι τα ποσά που ανακοινώνονται (62 δις €).

Η ΣΛΟΒΕΝΙΑ

Όπως έχει ανακοινωθεί, η μικρή αυτή χώρα (52,4 δις € ΑΕΠ 2011, 934.700 εργαζόμενοι, 11,8% ανεργία) είναι αντιμέτωπη με τραπεζικά προβλήματα – οπότε θεωρείται ως το επόμενο υποψήφιο θύμα του ΔΝΤ και της Τρόικας.

Έχοντας υιοθετήσει το ευρώ μόλις το 2007, δεν έχει ακόμη καταφέρει να αναπτυχθεί σωστά – με αποτέλεσμα να υποχρεωθεί να ενισχύσει με 400 εκ. € μία από τις μεγαλύτερες τράπεζες της (Nova Ljubljanska Banka).  Η υπαγωγή της λοιπόν στο μηχανισμό στήριξης είναι μάλλον δεδομένη – γεγονός που θα έχει σημαντικές συνέπειες για τους πολίτες της.

Η ΓΑΛΛΙΑ

Η δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία της Ευρώπης είναι σε μεγάλο βαθμό εκτεθειμένη σε μία ενδεχόμενη κρίση των τραπεζών – επειδή διαθέτει τέσσερις πολύ μεγάλες (συστημικές, too big to fail) τράπεζες: την BNP Paribas, τη Societe Generale, την Credit Agricole και την BPSE (δημιουργήθηκε από την ένωση λαϊκών τραπεζών και ταμιευτηρίων το 2009).  

Αν και οι τράπεζες αυτές έχουν καταφέρει, στο χρονικό διάστημα μετά το ξέσπασμα της κρίσης, να μειώσουν τις τοποθετήσεις τους στα υπερχρεωμένα κράτη, δεν είναι ακόμη εκτός κινδύνου – ενώ τις μεγαλύτερες ανησυχίες προκαλεί η BNP, η οποία έχει στην κατοχή της ομόλογα του ιταλικού δημοσίου ύψους 11,6 δις € (συνολικά στις χώρες του νότου 33,9 δις €).

Σε κάθε περίπτωση η Γαλλία, με τον τραπεζικό τομέα της να είναι τετραπλάσιος του ΑΕΠ της, είναι σε πολύ δύσκολη θέση – ειδικά επειδή οι συνολικές απαιτήσεις της απέναντι στην  Ιταλία υπολογίζονται στα 309 δις € (112 δις € προς την Ισπανία).    

Η ΙΤΑΛΙΑ

Το πρόβλημα των ιταλικών τραπεζών επικεντρώνεται στο ότι, έχουν επενδύσει πάρα πολλά χρήματα σε ομόλογα του δημοσίου τους – ενώ αντιμετωπίζουν σήμερα δυσκολίες, όσον αφορά τα επιχειρηματικά δάνεια τους, λόγω της ύφεσης. Εν τούτοις, η χώρα θα μπορούσε να επιλύσει μόνη της τα προβλήματα των τραπεζών της, αφού το σύνολο των ισολογισμών τους είναι συγκριτικά χαμηλό – «μόλις» 2,3 φορές το ΑΕΠ της.

Όμως, οι επενδυτές δεν εμπιστεύονται τη βιωσιμότητα των τραπεζών της Ιταλίας, επειδή τη συνδέουν με τα οικονομικά προβλήματα που αντιμετωπίζει το δημόσιο της χώρας τους – πόσο μάλλον όταν η πιστοληπτική αξιολόγηση τους διαμορφώνεται ανάλογα με την αντίστοιχη της χώρας τους.

 

* Βασίλης Βιλιάρδος  (copyright), Αθήνα, 14. Ιουλίου 2012, viliardos@kbanalysis.com. Ο κ. Β. Βιλιάρδος είναι συγγραφέας, οικονομολόγος, πτυχιούχος της ΑΣΟΕΕ Αθηνών, με μεταπτυχιακές σπουδές στο Πανεπιστήμιο του Αμβούργου. Έχει εκδώσει πρόσφατα τρία βιβλία της σειράς «Η κρίση των κρίσεων» (διάθεση με παραγγελία στο kb@kbanalysis.com).

 

 
 

ΕΚΠΟΙΗΣΗ ΤΗΣ ΚΡΑΤΙΚΗΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΣ

ΕΚΠΟΙΗΣΗ ΤΗΣ ΚΡΑΤΙΚΗΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΣ

 

Του Απόστολου Παπαδημητρίου

 

Η κυβέρνηση υπό την πίεση των εκπροσώπων των δανειστών μας και των εταίρων μας, που κόπτονται για τη βοήθεια που μας προσφέρουν, σύρεται στην εκποίηση και του τελευταίου τμήματος της κρατικής περιουσίας. Δεν συνιστά αυτό έκπληξη και η διαμαρτυρία για μη τήρηση προεκλογικών δεσμεύσεων μάλλον αφέλεια δηλώνει.

Από εικοσαετίας και πλέον ήταν ξεκάθαρο ότι οι κυβερνήσεις υπό την πίεση του κεφαλαίου θα ενέδιδαν στην εκποίηση και θα αδιαφορούσαν για τις όποιες αντιδράσεις εκδηλώνονταν εκ μέρους των οπαδών του κρατισμού. Άλλως τε η πλειοψηφία του λαού στηρίζει σταθερά πολιτικά σχήματα, που δεν κρύβουν ότι είναι υπέρμαχα της λεγόμενης οικονομίας της αγοράς.

Έχουμε γράψει σε παλαιότερα άρθρα ότι το κράτος δέχθηκε κατά μέτωπο επίθεση από τους διεθνείς κερδοσκόπους του κεφαλαίου αμέσως μετά την κατάρρευση του κομμουνισμού. Τότε οι οπαδοί του καπιταλισμού πανηγύρισαν τον θρίαμβο της αστικής οικονομίας και διακήρυξαν ότι το κράτος είναι κάκιστος επιχειρηματίας. Ως εκ τούτου πρέπει να μειωθούν δραστικά οι οικονομικές του δραστηριότητες και να περιοριστεί αυτό σε ρόλο ελεγκτού των δραστηριοτήτων των ιδιωτών. Ελάχιστα προβλήθηκε η εκποίηση της κρατικής περιουσίας στις κομμουνιστικές χώρες από πρώην κομμουνιστές, οι οποίοι ξύπνησαν μια ωραία πρωία ως υπέρμαχοι της ως τότε μισητής του αντίπαλης ιδεολογίας. Στις χώρες με καπιταλιστικό σύστημα δεν ήταν δυνατόν να συμβεί ανατροπή. Επέλεξαν άλλη μέθοδο, προκειμένου να ελαχιστοποιηθεί ο κρατικός παρεμβατισμός στην οικονομία. Η κατηγορία κατά του κράτους ως κακού επιχειρηματία έπρεπε να συνοδευτεί από απτές αποδείξεις. Ας εξετάσουμε τη μέθοδο που εφαρμόστηκε στην πατρίδα μας. Οι δημόσιες επιχειρήσεις μετατράπηκαν σε κομματικά φέουδα, τα οποία ανέλαβαν το ρόλο ναυαγοσωστικών, καθώς η ιδιωτική οικονομία κατέρρεε αδυνατούσα να σταθεί στον άγριο ανταγωνισμό της παγκοσμιοποιημένης αγοράς μετά την ένταξη της χώρας μας στην ΕΟΚ. 

Στη δημόσια επιχείρηση καλλιεργήθηκε στο έπακρο η αντίληψη ότι ο εργαζόμενος δεν έχει χρέος να συμβάλει στην αύξηση της παραγωγής και της παραγωγικότητας ιδιαίτερα, αν έχει την προστασία του κόμματος εξουσίας. Οι συνδικαλιστές θεώρησαν πρώτιστο χρέος να δικαιώνουν τους ρέποντες προς την οκνηρία, καθώς με την πάροδο του χρόνου απέκτησαν δικαιώματα συνδιοίκησης στις ΔΕΚΟ. Οι κυβερνήσεις που ήδη από τη δεκαετία του 1990 είχαν θέσει σε εφαρμογή το σχέδιο της συρρίκνωσης των δημοσίων επιχειρήσεων, ενέτειναν την κακοδιοίκηση, την αλόγιστη αύξηση του προσωπικού, την κατασπατάληση των πόρων και τη δυσφήμηση των επιχειρήσεων, προκειμένου εν καιρώ να έχουν σύμμαχο την κοινή γνώμη. Ενθυμούμαι, ως εργαζόμενος στη ΔΕΗ, τις διαμαρτυρίες πελατών, εν πολλοίς άδικες, και το ξέσπασμά της αγανάκτησής τους στον λόγο: «Πότε να σας πουλήσουν, να έχουμε φθηνό ρεύμα»! Κατά βάση πάντως ο εχέφρων πολίτης εμπιστευόταν το Κράτος περισσότερο από τον ιδιώτη. Τρανή απόδειξη η προτίμηση προς την Cosmote παρά την καθήλωση του κρατικού φορέα τηλεπικοινωνιών στην αφετηρία με απόφαση της τότε κυβέρνησης. Επειδή όμως η συνταγή του Γκαίμπελς «συκοφαντείτε, συκοφαντείτε, στο τέλος κάτι μένει», έχει διαχρονική αξία, οι κυβερνήσεις επέτυχαν χωρίς οδυνηρές γι' αυτές συνέπειες την τμηματική μετοχοποίηση των ΔΕΚΟ. Οι συνδικαλιστές, οι ταγμένοι στην υπηρεσία των κομμάτων εξουσίας, δεν έπεισαν ότι έδωσαν μάχες για τη διατήρηση του δημόσιου χαρακτήρα αυτών. Απεναντίας σε πολλές περιπτώσεις προκάλεσαν το κοινό περί δικαίου αίσθημα.

Καθώς η αποβιομηχάνιση της χώρας εντεινόταν και αύξανε διαρκώς ο αριθμός των «σωσμένων» στις δημόσιες επιχειρήσεις, στις οποίες ο έλεγχος κατέρρεε, υπό τις επιδοκιμασίες των εργαζομένων ανεξαρτήτως ιδεολογίας, και η σπατάλη εντεινόταν, οι συντελέσαντες στο κακό προέβαλλαν στον ελληνικό λαό τα επιχειρήματα των διεθνών κερδοσκόπων, οι οποίοι επιβουλεύονται τα κράτη. Είναι τραγικό αλλά και εξοργιστικό συνάμα: Εμφανίζονται ως οπαδοί της ιδιωτικής πρωτοβουλίας, συντελούν στην κατάρρευση των ΔΕΚΟ ασκούντες την εξουσία και καταγγέλλουν το απρόσωπο Κράτος ως κακό επιχειρηματία. Στήνουν κρατικά ΚΤΕΟ σε κάθε νομό και ευθύς αμέσως επιτρέπουν σε ιδιώτες να πράξουν το ίδιο, για να αγοραστούν και άλλα μηχανήματα από τους δημίους μας. Εξαναγκάζουν τη ΔΕΗ να αγοράζει την ενέργεια από τους μικρούς παραγωγούς, που φύτεψαν στο χωράφι τους φωτοβολταϊκά, σε τιμή εξοργιστικά υψηλή. Όρισαν τη ΡΑΕ να την επιτηρεί και αποδείχθηκε αυτή αυτοάνοσο νόσημα, καθώς εστράφη με πάθος κατά της Δημόσιας επιχείρησης ηλεκτρισμού. Φυσικά η ευθύνη για τις αθλιότητες της ΡΑΕ βαρύνουν αποκλειστικά τις κυβερνήσεις, την πολιτική των οποίων αυτή εφαρμόζει. Στη συνέχεια κομμάτιασαν κυριολεκτικά τη ΔΕΗ, προσέδωσαν στις θυγατρικές πληθώρα γελοίων και δυσνόητων τίτλων, φυγάδευσαν την τεχνογνωσία, που αποκτήθηκε σε διάστημα δύο γενεών μη ανανεώνοντας το προσωπικό, καταβαράθρωσαν τη μετοχή της στο χρηματιστήριο (παληά μου τέχνη…) και τώρα είναι έτοιμοι να αποδεχθούν προσφορές από εντόπιους και ξένους κερδοσκόπους. Στις εκποιήσεις οι τιμές είναι άκρως συμφέρουσες για τους αγοραστές. Πλησιάζει η ώρα που προσδοκούσαν εκείνοι που δεν ήσαν ικανοποιημένοι από την τιμολογιακή πολιτική της ΔΕΗ. Πλησιάζει και για τους άλλους, που πίστεψαν στο εύκολο κέρδος και επένδυσαν, δανειζόμενοι μάλιστα από τις «οραματιζόμενες» την ανάπτυξη της χώρας τράπεζες, στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, προκειμένου η καταματωμένη οικονομικά χώρα μας να αντισταθμίσει τις μειώσεις πωλήσεων οχημάτων και άλλων βιομηχανικών ειδών των ακορέστων για κέρδη «εταίρων» μας.

Η ύφεση εντείνεται, η αποβιομηχάνιση καλπάζει, η ανεργία το ίδιο και οι κυβερνήσεις εντείνουν τις «φιλότιμες» προσπάθειες να ανακουφίσουν και άλλο από το βάρος εκείνους που κάτι κατέχουν ακόμη. Όταν πλέον απογυμνωθούμε, Κράτος και πολίτες, ίσως θα είναι ευκολότερο να κατανοήσουμε ότι: Κράτος, το οποίο δεν ελέγχει τους τομείς παιδείας, υγείας, τραπεζικό, ενέργειας, επικοινωνιών και μεταφορών δεν είναι κράτος, καθώς έχει εκχωρήσει την εξουσία στο παρακράτος των αδιστάκτων του χρήματος.

                                                           

«ΜΑΚΡΥΓΙΑΝΝΗΣ», 16-7-2012

Μνημόνιο ή διαγραφή χρέους, το πραγματικό επίδικο

Μνημόνιο ή διαγραφή χρέους, το πραγματικό επίδικο των «προγραμματικών δηλώσεων»

 

Του Γιάννη Τόλιου


Οι προγραμματικές δηλώσεις της κυβέρνησης ήλθαν να επιβεβαιώσουν κάτι που είχε γίνει αντιληπτό σε μεγάλο βαθμό προεκλογικά αλλά αποδείχτηκε και μετεκλογικά με το σχηματισμό της τρικομματικής συγκυβέρνησης ΝΔ, ΠΑΣΟΚ, ΔΗΜΑΡ. Ότι δηλαδή πρόκειται για κυβέρνηση που έχει στόχο την εφαρμογή των δεσμεύσεων του Μνημονίου ΙΙ, έχοντας τώρα «παρτενέρ» έναν «αριστερό» ψευδομάρτυρα, τη ΔΗΜΑΡ, στη θέση του ακροδεξιού ΛΑΟΣ της κυβέρνησης Παπαδήμου. Η ψευδομαρτυρία αφορά την υπόσχεση ότι θα επιδιωχθεί «επαναδιαπραγμάτευση» του Μνημονίου με στόχο την αποτροπή των δυσμενών ρυθμίσεων για τη μισθωτή εργασία και τα ευρύτερα λαϊκά στρώματα.

Εθελοδουλία, ενδοτισμός και ….. «πολιτική ουράς»

Ωστόσο η νέα επιστολή του κ. Σαμαρά προς τα υπερεθνικά αφεντικά της τρόϊκας, όπου δηλώνει ως καλός μαθητής «ότι η νέα κυβέρνηση είναι πλήρως δεσμευμένη στις βασικές πολιτικές του προγράμματος….και ότι θα επιταχύνει την εφαρμογή του», μαζί και οι δηλώσεις του νέου υπουργού Οικονομικών Γ. Στουρνάρα, ότι «δεν μπορούμε να ζητήσουμε τίποτα αν δεν επαναφέρουμε το (μνηνονιακό) πρόγραμμα στο σωστό δρόμο», έδωσε τέλος στις ψευδαισθήσεις όσων πίστεψαν στις υποσχέσεις ΝΔ και ΠΑΣΟΚ, ότι τάχα θα επαναδιαπραγματευθούν με βάση το συμφέρον της χώρας, εγκαταλείποντας την πολιτική «εθελοδουλίας» και «ενδοτισμού» στην τρόϊκα για διασφάλιση των στενών συμφερόντων της κυρίαρχης ελίτ. Ταυτόχρονα αποτελεί και τραγική διάψευση όσων πίστεψαν τους «λογικούς», «συνετούς», και «καθώς πρέπει», αριστερούς της ΔΗΜΑΡ, που μπήκαν στην κυβέρνηση να «σώσουν» τη χώρα (στην ουσία να σώσουν το σύστημα ακολουθώντας «πολιτική ουράς» στις επιλογές του), χωρίς καν να υπάρχει ούτε το πρόσχημα της «ακυβερνησίας», αφού ΝΔ και ΠΑΣΟΚ συγκροτούσαν από μόνοι τους αυτοδύναμη κυβέρνηση. Φαίνεται να ζήλεψαν τα αποτυχημένα πειράματα των κυβερνήσεων Ντα Λέμα που χαντάκωσαν την ιταλική αριστερά.!

Μνημόνιο ή διαγραφή χρέους;

Οι «προγραμματικές δηλώσεις» τη κυβέρνησης, έφεραν και πάλι στο προσκήνιο το κρίσιμο δίλημμα της ελληνικής κοινωνίας. Μνημόνιο ή διαγραφή του χρέους και παραγωγική ανασυγκρότηση της οικονομίας; Η πολιτική της τρικομματικής συγκυβέρνησης, στηρίζει καθαρά την πρώτη επιλογή, η οποία θέτει ως προτεραιότητα τα συμφέροντα των πιστωτών (τραπεζιτών-τοκογλύφων). Η συγκεκριμένη πολιτική θεωρεί ότι το τεράστιο χρέος των 350 δις € μπορεί και πρέπει να εξοφληθεί, με την εφαρμογή «πολιτική δήμευσης» του ελληνικού λαού (δραστικές περικοπές μισθών, συντάξεων, κοινωνικών δαπανών, «χαράτσια», φόρους, κά, καθώς ξεπούλημα όλων των δημοσίων επιχειρήσεων και καλύτερων «φιλέτων» της δημόσιας περιουσίας), με στόχο κλείσιμο των ελλειμμάτων του προϋπολογισμό και δημιουργίας πρωτογενών πλεονασμάτων για εξόφληση….. «σιγά-σιγά» του δημόσιου χρέους.!

Πρόκειται για εντελώς φανταστικό σενάριο από τη στιγμή που επίσημες εκτιμήσεις του ΔΝΤ θεωρούν ότι και στην ευνοϊκότερη εκδοχή εφαρμογής του Μνημονίου, το δημόσιο χρέος θα είναι το 2020 στο 120% του ΑΕΠ, όσο ήταν το 2009 πριν το ξέσπασμα της κρίσης. Γιαυτό άλλωστε πολλοί διεθνείς αναλυτές θεωρούν μη βιώσιμο το ελληνικό χρέος και αναγνωρίζουν την ανάγκη μεγάλου «κουρέματος» (διαγραφής) του, με πρόσφατο παράδειγμα τον απερχόμενο πρόεδρο της Deutsche Bank Γ. Ακκερμαν, ο οποίος τόνισε την ανάγκη διαγραφής 180 δις € ώστε το χρέος της Ελλάδας να πέσει στο 60% του ΑΕΠ.!!! Δεν ξέρουμε αν ο γερμανός τραπεζίτης πρόκειται να γίνει και …. ψηφοφόρος του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά επιβεβαιώνει πλήρως την πρόταση του, ότι για την έξοδο από την κρίση, χρειάζεται διαγραφή του μεγαλύτερου μέρους του ελληνικού χρέους.!!

Μεγάλη διαγραφή χρέους, αφετηρία εναλλακτικής στρατηγικής

Ασφαλώς ο γερμανός τραπεζίτης δεν έχει φιλολαϊκές «ευαισθησίες», αλλά κρίνει ψυχρά με όρους συστήματος και βιωσιμότητας της ευρωζώνης. Αναγνωρίζει δηλαδή ότι η πολιτική του Μνημονίου πέρα από τις κοινωνικές αντιδράσεις και τις ανεξέλεγκτες πιθανόν καταστάσεις, δεν πρόκειται να λύσει το πρόβλημα. Ωστόσο η χρηματιστική ελίτ της ευρωζώνης και ιδιαίτερα της Γερμανίας, ακολουθώντας μια σκληρή ταξική λογική, επιμένει στην εφαρμογή της «πολιτικής δήμευσης» του ελληνικού λαού, με προφανή στόχο αφού μας πάρουν «ότι έχουμε και δεν έχουμε», τότε πιο εύκολα θα μπορούν μας πετάξουν και εκτός ευρωζώνης…… «διότι δεν συμορφωθήκαμε με τας υποδείξεις» (Μνημόνιου) ….. του οποίου οι στόχοι εξ' αντικειμένου είναι ανεφάρμοστοι και ήδη βρίσκονται σε απόκλιση. Μάλιστα η απόκλιση θα μεγαλώνει, διότι τα αλλεπάλληλα μέτρα λιτότητας, διαιωνίζουν τον «φαύλο κύκλο» ύφεσης, ανεργίας, πτώσης ΑΕΠ, εκτροχιασμό μεγεθών προϋπολογισμού, ελλειμμάτων, δημόσιου χρέους, κοκ.

Η κατάσταση δεν πρόκειται να βελτιωθεί με τις ιδιωτικοποιήσεις των ΔΕΚΟ και της δημόσιας περιουσίας (τα έσοδα των οποίων θα πάνε στους πιστωτές), ούτε με τις «φλυαρίες» για ανάπτυξη που συνοδεύονται με συνεχείς περικοπές δημοσίων επενδύσεων και κονδύλια «ψίχουλα» από τα κοινωνικά ταμεία, πιστωτική ασφυξία και «λουκέτα» σε εκατοντάδες χιλιάδες μικρομεσαίες επιχειρήσεις, ενώ η νέα δανειακή σύμβαση των 130 δις € κατά 80% θα πάει για στήριξη των πιστωτών. Το ενδεχόμενο της κάλυψης του κόστους «κεφαλαιοποίησης» των τραπεζών ύψους 50 δις € από το μηχανισμό στήριξης (EFSF) και χρησιμοποίησης ορισμένων κονδυλίων για ανάπτυξη, θα ήταν στην καλύτερη περίπτωση μια ανάσα… αλλά και πάλι θα ήταν μια ανάπτυξη «δανεική» με αρκετά υψηλό επιτόκιο (μέσο όρο 3,5%). Για την ανασυγκρότηση της χώρας χρειάζεται, εκτός από τη διαγραφή του μεγαλύτερου μέρους το χρέους, χρησιμοποίηση των κονδυλίων διαγραφής του χρέους (τοκοχρεολυσίων) για την ανάπτυξη με ελάχιστο ή καθόλου νέο δανεισμό, αξιοποίησης ΔΕΚΟ ως βασικού μοχλού παραγωγικής ανασυγκρότησης, κλαδικές πολιτικές ανάπτυξης αγροτικής οικονομίας και βιομηχανίας, εθνικοποίηση και κοινωνικοποίηση τραπεζικού συστήματος, ριζική αλλαγή δημοσιονομικής διαχείρισης με πάταξη φοροδιαφυγής και κακοδιαχείρισης δημοσίων πόρων, δραστικός έλεγχος καρτέλ και ολιγοπωλιακών δομών, στήριξη αγοραστικής δύναμης μισθών-συντάξεων, δίχτυ κοινωνικής προστασίας των αδύνατων στρωμάτων, αξιοποίηση της ισότιμης διεθνούς συνεργασίας, κά.

Όλα αυτά σημαίνουν ανατροπή και όχι εφαρμογή του Μνημονίου, μαζί και της κυβέρνησης ΝΔ-ΠΑΣΟΚ-ΔΗΜΑΡ που το προωθεί. Η εναλλακτική στρατηγική του ΣΥΡΙΖΑ δικαιώνεται από τα πράγματα. Είναι μια ρεαλιστική, φερέγγυα και αποτελεσματική στρατηγική, προοδευτικής εξόδου από την κρίση, που ανοίγει νέους ορίζοντες στην ελληνική κοινωνία και ιδιαίτερα στη νέα γενιά. Δεν αποκόβεται από το ευρωπαϊκό γίγνεσθαι, αλλά σηματοδοτεί μια εναλλακτική κοινή στρατηγική, ιδιαίτερα με λαούς του ευρωπαϊκού νότου, έχοντας ως όραμα την Ευρώπη των λαών και των εργαζόμενων και όχι το μοντέλο της «ευρωζώνης» των Μνημονίων, των συμφώνων «πειθάρχησης» των αδύνατων χωρών στα συμφέροντα των ισχυρών, κατάργηση θεμελιωδών δικαιωμάτων εργαζόμενων, στραγγαλισμού της εθνικής και λαϊκής κυριαρχίας, κά. Αυτή η Ευρώπη δεν αντιστοιχεί στο «ιστορικά αναγκαίο» και κανένας λαός ούτε φυσικά ο ελληνικός λαός, πρόκειται να την αποδεχτεί. Η κοινή δράση των δυνάμεων της αριστεράς σε εθνικό και υπερεθνικό επίπεδο, μπορεί να δώσει ελπιδοφόρα προοπτική.


8.7.12

 

ΠΗΓΗ: http://aristerovima.gr/blog.php?id=3558

H μεγάλη χίμαιρα της Ευρώπης

H μεγάλη χίμαιρα της Ευρώπης

 

Του Paul Krugman

 

Τους τελευταίους μήνες έχω διαβάσει μια σειρά από αισιόδοξες εκτιμήσεις για τις προοπτικές της Ευρώπης. Παραδόξως όμως καμία από αυτές τις εκτιμήσεις που υποστηρίζουν ότι η γερμανική φόρμουλα της λύτρωσης μέσα από τον πόνο που υπαγορεύεται στην Ευρώπη, έχει καμία πιθανότητα να λειτουργήσει. Αντίθετα η αισιοδοξία βασίζεται ακριβώς στην αποτυχία – ιδίως μια διάλυση του ευρώ – η οποία θα ήταν μια καταστροφή για όλους, συμπεριλαμβανομένων και των Γερμανών και ότι στο τέλος αυτή η προοπτική θα ωθήσει τους Ευρωπαίους ηγέτες να κάνουν ό, τι χρειάζεται για να σώσουν την κατάσταση.

Ελπίζω αυτό το επιχείρημα να είναι σωστό. Αλλά κάθε φορά που διάβαζω ένα τέτοιο άρθρο, πιάνω τον εαυτό μου να σκέφτεται τον Norman Angell.

Ποιος είναι αυτός; Το 1910 ο Angell δημοσίευσε ένα διάσημο βιβλίο με τίτλο "Η Μεγάλη Χίμαιρα" (''Τhe Great Illusion''), υποστηρίζοντας ότι ο πόλεμος είχε καταστεί άνευ αντικειμένου. Το εμπορίο και η βιομηχανία, τόνιζε, και όχι η εκμετάλλευση των υποτελών λαών, ήταν τα κλειδιά για τον εθνικό πλούτο και έτσι δεν υπήρχε κανένα κέρδος από τα τεράστια έξοδα των στρατιωτικών επιχειρήσεων.

Επιπλέον, υποστήριζε ότι η ανθρωπότητα είχε άρχισει να εκτιμάει αυτή την πραγματικότητα και ότι τα ''πατριωτικά πάθη" σιγά-σιγά έφθιναν. Δεν είπε κατηγορηματικά οτι δεν θα ξεσπούσαν άλλοι πόλεμοι, αλλά το έκανε να δίνει αυτή την εντύπωση.

Όλοι γνωρίζουμε τι έγινε στη συνέχεια.

Το θέμα είναι ότι η προοπτική της καταστροφής, όσο προφανής και να είναι, δεν αποτελεί εγγύηση ότι τα έθνη θα κάνουν ό, τι χρειάζεται για να αποφύγουν αυτήν ακριβώς καταστροφή. Και αυτό ισχύει ιδιαίτερα όταν η έπαρση και η προκατάληψη κάνουν τους ηγέτες απρόθυμους να δούν αυτό που θα έπρεπε να είναι προφανές.

Πράγμα που με φέρνει πάλι στην εξαιρετικά δεινή οικονομική κατάσταση της Ευρώπης.

Είναι κάτι σαν σοκ, ακόμη και για εμάς που έχουμε παρακολουθήσει την ιστορία σε όλο της το μήκος, να συνειδητοποιούμε ότι περισσότερα από δύο χρόνια έχουν περάσει από τότε που οι Ευρωπαίοι ηγέτες δεσμεύτηκαν στην σημερινή οικονομική στρατηγική τους – μια στρατηγική που βασίζεται στην αντίληψη ότι η δημοσιονομική λιτότητα και η «εσωτερική υποτίμηση» (ουσιαστικά, οι περικοπές μισθών) θα έλυνε τα προβλήματα των δανειζόμενων εθνών. Σε όλο αυτό το διάστημα, η στρατηγική αυτή δεν σημείωσε καμία απολύτως επιτυχία. Το καλύτερο που έχουν να επιδείξουν οι υπερασπιστές της ''ορθοδοξίας'' αυτής είναι κάποια μικρά κράτη της Βαλτικής που έχουν μερικώς ανακάμψει ύστερα απο τεράστια ύφεση, αλλά εξακολουθούν να είναι πολύ φτωχότερες από ό, τι ήταν πριν από την κρίση.

Εν τω μεταξύ, η κρίση του ευρώ έχει κάνει μετάσταση, εξαπλώνεται από την Ελλάδα προς τις πολύ μεγαλύτερες οικονομίες της Ισπανίας και της Ιταλίας, και η Ευρώπη στο σύνολό της σαφώς διολίσθαίνει στην ύφεση. Ωστόσο, οι πολιτικές συνταγές που προέρχονται από το Βερολίνο και την Φρανκφούρτη δεν έχουν καθόλου αλλάξει καθόλου.

Αλλά, θα πει κανείς, η Σύνοδος κορυφής της περασμένης εβδομάδας δεν έκανε κάποιες κινήσεις; Ναι, έκανε. Η Γερμανία έκανε λίγο πίσω, συμφωνώντας τόσο για καλύτερες συνθήκες δανεισμού για την Ιταλία και την Ισπανία (αλλά όχι στις αγορές ομολόγων από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα) όσο και σε ένα σχέδιο διάσωσης για τις ιδιωτικές τράπεζες που μπορεί και να έχει κάποια λογική (αν και είναι δύσκολο να πει κανείς, επειδή δεν γνωρίζουμε λεπτομέρειες ακόμα). Αλλά ακόμα και αυτές οι παραχωρήσεις εξακολουθούν να είναι μικρές σε σχέση με το μέγεθος των προβλημάτων.

Τι θα έπρεπε πραγματικά να γίνει για να σώθει το ενιαίο ευρωπαϊκό νόμισμα; Η απάντηση, σχεδόν σίγουρα, θα πρέπει να περιλαμβάνει τόσο τις μεγάλες αγορές κρατικών ομολόγων από την κεντρική τράπεζα, όσο και την προθυμία της κεντρικής τράπεζας να δεχθεί ένα κάπως υψηλότερο ποσοστό πληθωρισμού. Ακόμη και με αυτές τις πολιτικές, μεγάλο μέρος της Ευρώπης θα αντιμετωπίσει μακροχρόνια πολύ υψηλή ανεργία. Αλλά τουλάχιστον θα υπάρξει μια ορατή πορεία προς την ανάκαμψη.

Ωστόσο, είναι πραγματικά πολύ δύσκολο να δούμε πώς μια τέτοια αλλαγή πολιτικής θα μπορούσε να προκύψει στην πραγματικότητα.

Μέρος του προβλήματος είναι και το γεγονός ότι οι Γερμανοί πολιτικοί τα τελευταία δύο χρόνια λένε στους ψηφοφόρους τους κάτι που δεν είναι αλήθεια – δηλαδή, ότι για την κρίση φταίνε οι ανεύθυνες κυβερνήσεις στη Νότια Ευρώπη. Εδώ στην Ισπανία – που είναι τώρα το επίκεντρο της κρίσης – η κυβέρνηση είχε πράγματι χαμηλό δημόσιο χρέος και πλεονάσματα του προϋπολογισμού κατά την παραμονή της κρίσης. Αν η χώρα είναι τώρα σε κρίση, αυτό είναι το αποτέλεσμα μιας τεράστιας φούσκας της αγοράς ακινήτων, την οποία όλες οι τράπεζες σε όλη την Ευρώπη, συμπεριλαμβανομένων και των γερμανικών, βοήθησαν να φουσκώσει. Αλλά τώρα, το ψεύδος των Γερμανών, εμποδίζει κάθε λειτουργική λύση.

Ωστόσο οι παραπληροφορηθέντες ψηφοφόροι δεν είναι το μόνο πρόβλημα. Ακόμα και η ελίτ της ευρωπαϊκής κοινής γνώμης δεν έχει ακόμη αντιμετωπίσει την πραγματικότητα. Αν διαβάσετε τις πιο πρόσφατες εκθέσεις Ευρωπαϊκών ιδρυμάτων, όπως αυτή που κυκλοφόρησε την περασμένη εβδομάδα από την Τράπεζα Διεθνών Διακανονισμών, θα νιώσετε ότι ζείτε σε ένα παράλληλο σύμπαν, στο οποίο ούτε τα διδάγματα της ιστορίας, ούτε οι νόμοι της αριθμητικής ισχύουν – ένα σύμπαν στο οποίο η λιτότητα θα μπορούσε ακόμα να λειτουργήσει αν απλά όλοι μας είχαμε την πίστη, και στο οποίο ο καθένας μπορεί να μειώσει τις δαπάνες, χωρίς να δημιουρήσει ύφεση.

Άρα η Ευρώπη θα σώσει τον εαυτό της; Το διακύβευμα είναι πολύ υψηλό, και οι ηγέτες της Ευρώπης δεν είναι, σε γενικές γραμμές, ούτε κακοί ούτε ηλίθιοι. Αλλά το ίδιο θα μπορούσε να πει κανείς, είτε το πιστεύετε είτε όχι, και για τους ηγέτες της Ευρώπης το 1914. Μπορούμε μόνο να ελπίζουμε ότι αυτή τη φορά θα είναι διαφορετικά.

 

ΠΗΓΗ: July 1, 2012, www.nytimes.com [Mετάφραση: Άλεξ Μπουμπουκιώτης]. Το είδα: 07 Ιουλίου 2012, http://antapocrisis.gr/index.php/2012-04-24-19-41-01/item/330

Το μεγάλο φαγοπότι

Το μεγάλο φαγοπότι

 

Του Πέτρου Παπακωνσταντίνου

 

Την πρώτη, σοβαρή τρικυμία στην εσωτερική τρόικα Σαμαρά – Βενιζέλου –  Κουβέλη προκάλεσαν οι επιδόσεις του Γ. Στουρνάρα στο πρόσφατο Eurogroup. Δεν φτάνει που μας έφερε από τις Βρυξέλλες νέα αντιλαϊκά μέτρα ύψους 3 δισ. ευρώ, ο υπερκομματικός υπουργός Οικονομικών αφαίρεσε και το τελευταίο φύλλο συκής των τριών εταίρων, παραιτούμενος και από αυτήν την τόσο ποθητή επιμήκυνση (της περιόδου δημοσιονομικής προσαρμογής).

«Το τανγκό θέλει δύο», δήλωσε αφοπλιστικά ο πρώην υπάλληλος του ΣΕΒ. Αφού λοιπόν η κ. Μέρκελ δεν εννοεί να μας χαρίσει το τανγκό της επιμηκυμένης αναδιαπραγμάτευσης, μοιραία θα περιοριστούμε σε μοναχικές ηδονές, σέρνοντας το μακρύ ζεϊμπέκικο των ιδιωτικοποιήσεων: Πάρε ό,τι θέλεις παλιατζή από μια χώρα που δεν ζεί…

Προβάλλοντας το εκβιαστικό δίλημμα "είτε θα πουλήσουμε τα ασημικά της οικογένειας είτε θα κόψουμε κι άλλο μισθούς και συντάξεις", η κυβέρνηση Σαμαρά εννοεί να επαναφέρει την Ελλάδα στα χρόνια του "αθλιέστατου προτεκτοράτου", όταν οι κάτοικοι της Αθήνας έπαιρναν ρεύμα από την ΠΑΟΥΕΡ και νερό από την ΟΥΛΕΝ. Πρέπει να ανατρέξει κανείς στη Ρωσία του Γέλτσιν για να βρει συγκρίσιμη λεηλασία του εθνικού πλούτου από τα αρπακτικά του ξένου και εγχώριου κεφαλαίου. Ο ΟΤΕ, με καθαρά κέρδη 119,7 εκ. πέρυσι, θα παραδοθεί στην Deutsche Telekom. Η ΔΕΗ, με κέρδη 558 εκ. το 2010 και 693 εκ. το 2009 προορίζεται για τις γαλλικές GFF και EdF, αλλά και για τη γερμανική Siemens, γνωστή για τις τόσο αποδοτικές επενδύσεις της στο ανθρώπινο κεφάλαιο της χώρας μας. Ο ΟΠΑΠ, ίσως η πιο κερδοφόρα εταιρεία του Δημοσίου, παίρνει σειρά να εκποιηθεί αντί τιμήματος που είναι ζήτημα αν καλύψει τα κέρδη τριών μηνών. Από την "αξιοποίηση" του Καταριανού (πρώην Ελληνικού), ολόκληρη η παράκτια ζώνη από το Φάληρο μέχρι το Σούνιο προορίζεται να γίνει μια τεράστια, αραβικών συμφερόντων τσιμεντούπολη – κατ' ευφημισμόν Αττική Ριβιέρα – κάνοντας να ωχριά ακόμη και τον Μητσοτάκη της δεκαετίας του '90, που είχε βαλθεί να δώσει το Λαγονήσι και τον Πάτροκλο στον γιο του Ισραηλινού πρωθυπουργού Αριέλ Σαρόν για να ανοίξει καζίνο.

Η μεγαλύτερη συντεχνία

Με δεδομένη την κατάρρευση των χρηματιστηριακών αξιών λόγω κρίσης (μέσα σε ένα μόνο χρόνο η μετοχή της ΔΕΗ έχασε το 75% της αξίας της), είναι φως φανάρι ότι θα πρόκειται για ιδιωτικοποιήσεις μπιρ παρά, όπως εύστοχα τόνισε από την πρώτη στιγμή ο "Ριζοσπάστης". Προς τιμήν του, ο Αλέξης Τσίπρας προειδοποίησε από το βήμα της Βουλής τους αετονύχηδες που θα βάλουν χέρι στη δημόσια περιουσία ότι "θα χάσουν τα λεφτά τους", δηλαδή ότι θα δημευτούν χωρίς αποζημίωση οι επιχειρήσεις που θα έχουν σφετεριστεί και τους πολιτικούς που θα συμπράξουν ότι "θα λογοδοτήσουν για τη λεηλασία", δηλαδή ότι θα πάνε φυλακή.

Τα μεγάλα συγκροτήματα της ενημέρωσης κατηγόρησαν την Αριστερά ότι με αυτές τις τοποθετήσεις της απομακρύνει τους "επενδυτές", στερώντας τη χώρα μας από ζωτικά αναγκαίες θέσεις εργασίας, μόνο και μόνο για να υπερασπιστεί τις συνδικαλιστικές συντεχνίες, που υποτίθεται ότι λυμαίνονται τις ΔΕΚΟ, σε βάρος των φορολογουμένων. Στην πραγματικότητα, η μεγαλύτερη συντεχνία που υπάρχει σ'αυτή τη χώρα – καναλάρχες, εφοπλιστές, τραπεζίτες και κατασκευαστικές εταιρείες που λυμαίνονται την ενημέρωση – δεν έχει κανένα πρόβλημα με τις υπαρκτές ή ανύπαρκτες συνδικαλιστικές συντεχνίες που καταγγέλλει. Το πρόβλημά της είναι ο ίδιος ο συνδικαλισμός. Αφού οι κυβερνήσεις Παπανδρέου και Παπαδήμου κατάργησαν τις συλλογικές συμβάσεις και υπονόμευσαν τα συνδικάτα στον ιδιωτικό τομέα, μέσω των μνημονίων, έρχεται τώρα η κυβέρνηση Σαμαρά – Βενιζέλου – Κουβέλη να εκθεμελιώσει, μέσω των ιδιωτικοποιήσεων, τον εργατικό συνδικαλισμό στον ευρύτερο δημόσιο τομέα, όπου συγκεντρώνονται τα πιο ισχυρά, εναπομείναντα οχυρά του. Στόχος της είναι η μετατροπή της ελληνικής εργατικής τάξης σε ασπόνδυλη, πολτοποιημένη "μάζα" χωρίς καμιά διαπραγματευτική δύναμη απέναντι στους εργοδότες και το κράτος, ριγμένη σε ένα δυστοπικό σύμπαν "βιομηχανικού φεουδαρχισμού" του 21ου αιώνα.

Άσπρος σκύλος, μαύρος σκύλος;

Ωστόσο, η Αριστερά δεν θάπρεπε να υποτιμήσει τη συστημική προπαγάνδα γύρω από τις ιδιωτικοποιήσεις, οι οποίες αναδεικνύονται σε στρατηγικό πεδίο οικοδόμησης κοινωνικών συμμαχιών, ιδιαίτερα από το κατ' εξοχήν κόμμα του κεφαλαίου, τη Νέα Δημοκρατία. Αφού οι προηγούμενες κυβερνήσεις εξόντωσαν τα μεσαία στρώματα με την απίστευτα ληστρική φορολογία, τώρα η κυβέρνηση Σαμαρά ευελπιστεί ότι, χάρη και στα έσοδα των ιδιωτικοποιήσεων, θα καταφέρει να λασκάρει λιγουλάκι το φορολογικό ζουρλομανδύα, ώστε να προσεταιριστεί τους κατά τι ανακουφισμένους μικρομεσαίους, κατά το γνωστό μύθο του Χότζα. Παράλληλα, απευθύνεται προς τους ανέργους, τα περιθωριοποιημένα και πολιτικά καθυστερημένα εργατικά στρώματα (στα θολά νερά των οποίων αλιεύει και η Χρυσή Αυγή), καλλιεργώντας τα πιο ταπεινά αντανακλαστικά τους, στο στιλ "γιατί να υποφέρω εγώ και όχι οι δημόσιοι υπάλληλοι που κάθονται". Δυστυχώς, τη συστημική προπαγάνδα αυτού του είδους διευκολύνουν, φυσικά άθελά τους, "υπερεπαναστατικές" τοποθετήσεις τμημάτων της Αριστεράς, που "δεν τρελαίνονται" κι αν οι επιχειρήσεις περάσουν από το συλλογικό καπιταλιστή, το κράτος, στον ατομικό καπιταλιστή μέσω ιδιωτικοποιήσεων – κατά το "άσπρος σκύλος, μαύρος σκύλος, όλοι οι σκύλοι μια γενιά".

Στην πραγματικότητα, οι εργαζόμενοι του ιδιωτικού τομέα και οι μικρομεσαίοι επαγγελματίες όχι μόνο δεν έχουν να κερδίσουν τίποτα από τις ιδιωτικοποιήσεις, αλλά θα πληρώσουν και αυτοί, έστω και έμμεσα, το τίμημα από τις εκατοντάδες χιλιάδες απολύσεις στον ευρύτερο δημόσιο τομέα που θα επακολουθήσουν. Τα παιδιά τους θα έχουν λιγότερες θέσεις εργασίας να διεκδικήσουν, τα μαγαζιά τους λιγότερους πελάτες να εξυπηρετήσουν κι οι ίδιοι θα κληθούν να πληρώσουν ακριβότερα αύριο το ρεύμα, το νερό, τα εισιτήρια και πάει λέγοντας.

Πολλά μπορεί να καταλογίσει κανείς στις ΔΕΚΟ που φορτώθηκαν τα ρουσφέτια και τη διαφθορά του πελατειακού κράτους ΠΑΣΟΚ και ΝΔ (γιατί βέβαια δεν κυβερνούσαν την Ελλάδα από το 1974 ο Τσίπρας και η Παπαρήγα). Γεγονός παραμένει όμως ότι αυτές οι ΔΕΚΟ, χάρη στην επινοητικότητα των τεχνικών του ΟΤΕ και τον μόχθο των εναεριτών της ΔΕΗ, έφτιαξαν τις υποδομές που υπάρχουν σήμερα σ' αυτή τη χώρα και τις οποίες λυμαίνονται τα λαμόγια των ιδιωτικών εταιρειών κινητής τηλεφωνίας, που δεν πόντισαν ούτε μια καινούργια οπτική ίνα, απλά παρασιτούν πάνω στο δίκτυο του ΟΤΕ. Κάτι ανάλογο συμβαίνει με τους λομπίστες των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας (ΑΠΕ) που αρμέγουν τη ΔΕΗ και φορτώνουν στους φορολογόμενους χρέη χάρη στη μονοπωλιακή σχέση επιδοτούμενης χρηματοδότησης που τους χάρισαν οι προηγούμενες κυβερνήσεις: Παράγουν ενέργεια όσο φυσάει αέρας και στη συνέχεια την πουλάνε στη ΔΕΗ… 2,5 φορές πιο ακριβά από όσο κοστίζει στη ΔΕΗ η παραγωγή ενέργειας στις θερμοηλεκτρικές της μονάδες! Κι ύστερα έρχεται ο λογαριασμός της ΔΕΗ που περιέχει το μυστηριώδες "τέλος ΑΠΕ", κι ο καταναλωτής πληρώνει πανάκριβα την κιλοβατώρα όχι εξ αιτίας του Φωτόπουλου, αλλά γιατί επιδοτεί εν αγνοία του τα ιδιωτικά λαμόγια – αλλά καταριέται τη ΔΕΗ και γενικώς τους δημοσίους υπαλλήλους για την κακή του τύχη!

Ιδιωτικά βίτσια, δημόσιες αρετές

Το κυριότερο που οφείλει να εξηγήσει στον κόσμο η Αριστερά εν όψει της μάχης που έρχεται είναι ότι αυτό που θα κριθεί δεν είναι αν μας αρέσει η σημερινή κατάσταση των ΔΕΚΟ (και ασφαλώς έχουμε πάμπολλους λόγους να μην μας αρέσει), αλλά αν θα υπάρχει σ' αυτή τη χώρα η έννοια και η ουσία του δημόσιου αγαθού. Πρέπει να είναι το νερό, ο ηλεκτρισμός, το τηλέφωνο, το Ίντερνετ, οι συγκοινωνίες κ.α. δημόσια αγαθά, εγγυημένα από το κράτος για όλους τους πολίτες, ή μπορούμε να τα αφήσουμε στο έλεος των ιδιωτικών εταιρειών – όπως έκανε η Θάτσερ με τους σιδηρόδρομους, που ξεχαρβαλώθηκαν μέσα σε λίγα χρόνια και επανακρατικοποιήθηκαν στη συνέχεια, ή όπως έκανε ο Ρίγκαν με την ηλεκτρική ενέργεια, για να βυθιστούν σε αλλεπάλληλα μπλακ άουτ το Λος Άντζελες και η Νέα Υόρκη; Πρέπει να είμαστε όλοι ίσοι όταν πρόκειται για τη μόρφωση των παιδιών μας ή όταν βρισκόμαστε απέναντι στο θάνατο – κάτι που σημαίνει κατάργηση κάθε μορφής ιδιωτικής εκπαίδευσης και υγείας – ή πρέπει να μορφώνονται και να ζουν μόνο όσοι έχουν χρήματα;

Επομένως, η μάχη κατά των ιδιωτικοποιήσεων, η πρώτη μεγάλη μετεκλογική δοκιμασία της Αριστεράς, πέρα από την προφανή οικονομική και κοινωνική σημασία της, φορτίζεται από έντονο ιδεολογικό-αξιακό περιεχόμενο με πυρήνα το δημόσιο αγαθό (res publica), που αποτελεί την ουσία της Δημοκρατίας (Republic), σε αντιδιαστολή με την ολιγαρχική επιβολή των ιδιωτικών συμφερόντων. Αν ο μοναχικός ιδιώτης-καταναλωτής είναι το πρότυπο του καπιταλισμού, ο συλλογικός παραγωγός-πολίτης είναι ο ήρωας της σοσιαλιστικής δημοκρατίας του αύριο. Η ανάγκη ενός ισχυρού, ενιαίου μετώπου της Αριστεράς και του κόσμου της εργασίας για να κερδηθεί η μάχη κατά των ιδιωτικοποιήσεων είναι αυτονόητη και η δυνατότητα για ένα τέτοιο μέτωπο προφανής. Ιδού η Ρόδος, ιδού και το πήδημα!

 

Υ.Γ. Προς οίον αφορά: "Επτά φορές κλείνεις τα μάτια. Την όγδοη, καταδικάζεις μονομιάς" (Μπ. Μπρεχτ).

 

ΠΗΓΗ: 12 Ιουλίου 2012 |©ThePressProject.gr| http://www.thepressproject.gr/article/25084/To-megalo-fagopoti

Τo δικαίωμα της αντίστασης του Έλληνα πολίτη…

Τo δικαίωμα της αντίστασης του Έλληνα πολίτη…

 

Του Δημήτρη Καζάκη

 

Μετά τις προγραμματικές δηλώσεις της νέας συγκυβέρνησης ένα είναι βέβαιο, το βασικό μέλημα της ληστοσυμμορίας που ανέλαβε τα ηνία της διακυβέρνησης είναι να ξεπουλήσει, αφενός, ότι έχει και δεν έχει το δημόσιο και, αφετέρου, να βάλει χέρι στην μικρή και μεσαία ιδιοκτησία των ελλήνων πολιτών.

Είναι σίγουρο ότι πολύ σύντομα η μεγάλη πλειοψηφία του ελληνικού λαού θα κληθεί να υπερασπιστεί ότι της έχει απομείνει. Όχι μόνο τη δουλειά και το πενιχρό μεροκάματο με το οποίο παλεύει να επιβιώσει, αλλά και την ιδιοκτησία που έτυχε να διαθέτει. Εκτός από την απόλυση και την ανεργία, ήδη ο εφιάλτης της αναγκαστικής κατάσχεσης ακόμη και του πιο πενιχρού περιουσιακού στοιχείου έχει ήδη στοιχειώσει τη μέση ελληνική οικογένεια.

Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία (eurostat) σχεδόν το 70% των νοικοκυριών στην Ελλάδα έφτασε να δαπανά περί το 40% των μηνιαίων οικογενειακών του εξόδων σε τραπεζικές υποθήκες και δάνεια, ενώ ένα ακόμη 35% πηγαίνει στην εφορία. Με το υπόλοιπο καλείται να τα φέρει βόλτα, όταν οι ανάγκες διατροφής της μέσης οικογένειας στην Ελλάδα απορροφούν πάνω από 30% των μηνιαίων οικογενειακών εξόδων.

Μπορεί να τα βγάλει πέρα κανείς υπό αυτές τις συνθήκες; Όχι. Όμως αυτό δεν πειράζει γιατί η κυβέρνηση έχει ήδη εξαγγείλει μια νέα ευρύτερης κλίμακας φοροεπιδρομή με στόχο, όπως πάντα, την «πάταξη της φοροδιαφυγής». Ο λόγος είναι απλός. Θέλουν να βάλουν χέρι στην μικρή και μεσαία ιδιωτική περιουσία. «Πρέπει να πάψει να υπάρχει αυτή η αναρχία με την σκόρπια ακίνητη ιδιοκτησία», έλεγε τις προάλλες ένας μεγαλοκαρχαρίας, από αυτούς που για χρόνια λυμαίνονται τις κρατικές εργολαβίες και συντηρούν τα χρεοκοπημένα κόμματα του ελληνικού κοινοβουλίου. Καταλαβαίνετε τι θα πει αυτό; Θα φροντίσουν με την φορολογία και τις τράπεζες να ξεκληρίσουν την μικρή και μεσαία ιδιοκτησία στο όνομα της φοροδιαφυγής και της καταπολέμησης της αυθαιρεσίας. Η μικρή και μεσαία ιδιοκτησία ισοδυναμεί με «αναρχία», αλλά οι πολύ μεγάλες ιδιοκτησίες, οι αναπλάσεις ολόκληρων περιοχών με όρους σύγχρονων λατιφούντιων και φέουδων ιδιωτών επενδυτών και «εταιρειών ανάπτυξης», ισοδυναμεί με «εξορθολογισμό».

Με την τρόικα να ζητά άμεσα την ανάκληση της αναστολής κατασχέσεων, ή έστω την μη περαιτέρω ανανέωσή της πέραν του τέλους του τρέχοντος έτους, αλλά και με τις τράπεζες να δηλώνουν έτοιμες να διαχειριστούν τις χιλιάδες κατασχέσεις ακινήτων ανά μήνα, τα πράγματα είναι πια ξεκάθαρα. Άλλωστε η άναρχη και εκτεταμένη ιδιωτική μικρή και μεσαία ιδιοκτησία αποτελεί σοβαρό εμπόδιο στην μετατροπή της Ελλάδας σε Ελ Ντοράντο Βιομηχανικών ΑΠΕ με αυθαίρετα αιολικά πάρκα και εκτάσεις επί εκτάσεων φωτοβολταϊκών. Μπορεί ο μέσος Έλληνας να έχει αποδεχτεί ως αναπόφευκτη την ανεργία του ίδιου και των παιδιών του, να θεωρεί ότι μπορεί να ζήσει με τα μεροκάματα εξαθλίωσης για δουλειές χωρίς μέλλον, να μην τον νοιάζει και πολύ ο αναγκαστικός ξενιτεμός των παιδιών του στα σκλαβοπάζαρα του εξωτερικού, αλλά τώρα καλείται πια να υπερασπιστεί το ίδιο το σπίτι του, το χωράφι και το πατρικό του στο χωριό, τις ίδιες τις ρίζες του σ' αυτόν τον τόπο όπου κάθε προσφερόμενος κάμπος, οροπέδιο, βουνοκορφή και ακτογραμμή πρόκειται να παραδοθεί σε αετονύχηδες για εκμετάλλευση με πρόσχημα την «ανάπτυξη». Υπάρχει ζωή, αν τα χάσουμε όλα αυτά;  

Βέβαια, το πότε θα αρχίσει η μαζική σφαγή είναι θέμα πολιτικής απόφασης. Όχι τόσο του αυγουλομάτη πρωθυπουργού, αλλά των αφεντικών του από το εξωτερικό. Περιμένουν πότε και το τελευταίο κομπόδεμα των ελληνικών νοικοκυριών θα εξαντληθεί, πότε ο μέσος Έλληνας θα αναφωνήσει «τετέλεσται» σαν Χριστό πάνω στον σταυρό και τότε θα αρχίσει το μεγάλο πλιάτσικο. Μέχρι τότε ετοιμάζουν τον μηχανισμό, σφίγγουν τις βίδες της μέγγενης που ονομάζεται εφορία, λιτότητα, ανεργία οδηγώντας εκατοντάδες χιλιάδες στην εξαθλίωση μήνα το μήνα, εθίζουν το θύμα τους στην μόνιμη παρουσία αποικιακών «συμβούλων» σαν τον Ράιχενμπαχ, ή σαν τον Φούχτεν, ώστε να συνηθίζει στην ιδέα ότι η χώρα είναι ευρωπαϊκό προτεκτοράτο και επομένως δεν μπορεί να γίνει τίποτε χωρίς να το θελήσουν οι επικυρίαρχοι και παρατηρούν αντιδράσεις.

Να το δούμε πιο πρακτικά το όλο θέμα. Πόσοι από εμάς έχουμε την δυνατότητα να πληρώσουμε την εφορία φέτος; Με τα επίσημα στοιχεία πάνω από το 40% των φορολογουμένων δεν έχει την δυνατότητα να τακτοποιήσει τις οφειλές του στην εφορία. Η πραγματικότητα είναι ότι το ποσοστό αυτό είναι πολύ ψηλότερο, γιατί με την ανεργία, τις τραγικές μειώσεις του εισοδήματος στην πλειοψηφία των νοικοκυριών και την κατάρρευση της ελληνικής οικονομίας έχει παρουσιαστεί κι ένα νέο είδος νεόπτωχου, αυτού που μπορεί να διαθέτει ακίνητη περιουσία και μάλιστα σχετικά σημαντική, αλλά αδυνατεί να εξασφαλίσει την καθημερινή του επιβίωση. Δεν σας απασχόλησε ποτέ το ερώτημα γιατί συνεχίζουν να επιβάλλουν φορολογικά μέτρα όταν ξέρουν ότι ένα όλο και μεγαλύτερο ποσοστό αδυνατεί να ανταποκριθεί; Θα μου πείτε ότι υπάρχει και η διευκόλυνση. ‘Έως πότε; Τι θα γίνει όταν τον επόμενο χρόνο πολλαπλασιαστεί η οφειλή χάρις στις νέες φορολογικές απαιτήσεις; Κι όπως νομίζει ότι θα γλυτώσει, ή ότι κάπου εδώ θα σταματήσει αυτό το βιολί, είναι γιατί δεν έχει αντιληφθεί τι σημαίνει «πρωτογενές πλεόνασμα» στον κρατικό προϋπολογισμό σε συνθήκες τέτοιας ύφεσης και τέτοιας δημόσιας υπερχρέωσης. Όσο κυνηγάνε οι κυβερνώντες το «πρωτογενές πλεόνασμα» σ' αυτές τις συνθήκες, οι φόροι και οι εκποιήσεις ποτέ δεν θα είναι αρκετοί.

Τι μπορεί να κάνει ο μέσος Έλληνας μπροστά στο άμεσο ενδεχόμενο να τα χάσει όλα; Μπορεί κάλλιστα να το αποδεχτεί ως αναπόφευκτο και να ετοιμάζει τα μπογαλάκια του για άλλη γη. Υπάρχει, όμως, και μια άλλη λύση: Να ασκήσει το δικαίωμά του στην αντίσταση, που αποτελεί μια από τις πιο θεμελιώδεις αρχές της δημοκρατίας στην πράξη.

Τι σημαίνει αυτό; Φανταστείτε ότι κάποιος απειλεί την ζωή τη δική σας και των δικών σας, έχετε το δικαίωμα να αντισταθείτε σε μια τέτοια απειλή; Και βέβαια το έχετε, λέγεται δικαίωμα αυτοάμυνας. Τι γίνεται όμως όταν αυτός που απειλεί τη ζωή σας είναι η ίδια η κυβέρνηση και οι μηχανισμοί της; Έχετε δικαίωμα αντίστασης και αυτοάμυνας; Οι οπαδοί του ολοκληρωτισμού και της απολυταρχίας με κοινοβουλευτικό μανδύα ή χωρίς, ισχυρίζονται ότι το κράτος έχει το μονοπώλιο της ασκούμενης βίας. Κι επομένως όταν απειλείται η ζωή του πολίτη από τις αυθαιρεσίες της κυβέρνησης δεν έχει παρά να υποταχτεί, ή έστω να κινηθεί με βάση τη δικαιοσύνη. Η θεωρία αυτή δικαιολόγησε όλες τις χούντες και τα φασιστικά καθεστώτα στη νεότερη πολιτική ιστορία της Ευρώπης. Παρόλα αυτά εξακολουθεί να κυριαρχεί στις νομικές σπουδές και στις πρακτικές της διακυβέρνησης.

Τι γίνεται όμως όταν η δικαιοσύνη ελέγχεται και μάλιστα στον βαθμό που ελέγχεται η δικαιοσύνη στα ανώτερα κλιμάκιά της στην Ελλάδα; Από πού ξεκινά και που τελειώνει το δικαίωμα στην αντίσταση ενός πολίτη, ιδίως όταν απειλείται η ίδια η ζωή του από την αυθαιρεσία της κυβέρνησης και του κράτους; Τις εποχές που το συνταγματικό δίκαιο αποτελούσε έναν από τους πιο σημαντικούς προμαχώνες της δημοκρατίας, η απάντηση στο ερώτημα αυτό ήταν απλή και διαυγής. Να τι έγραφε στα 1879 ένας από τους επιφανέστερους συνταγματολόγους της Ελλάδας, ο Θεόδωρος Φλογαίτης:

«Αυτή η φύσις, αυτό το αίσθημα της εαυτού σωτηρίας υπαγορεύει εις τον άνθρωπον την προστασίαν της ζωής και της ελευθερίας αυτού (του συνόλου των ατομικών ελευθεριών) κατά της παρανόμου επιθέσεως των άλλων. Αλλά το φυσικόν τούτο δικαίωμα καθιέρωσαν ως νόμιμον του πολίτου δικαίωμα και πάσαι αι ποινικαί νομοθεσίαι υπό το όνομα της αμύνης (ημέτερος ποινικός νόμος δια του αριθμού 99). Αλλ' αν κατά παντός επιτρέπηται η άμυνα ως μέσον υπερασπίσεως των δικαίων ημών, επιτρέπεται και κατ' εξουσίας ανόμως επιτιθεμένης. Η εξουσία, ως αντιπροσωπική της κοινωνίας αρχή, αντλούσα την ύπαρξιν και την δύναμιν αυτής εκ του μόνου του πολιτεύματος και των νόμων, είναι ώσπερ εικός σεβαστή, εν όσω εκπληροί τον εφ' ω ετάχθη σκοπόν, εν όσω δηλονότι εν τω μέτρω της δυνάμεως αυτής προασπίζει τας ατομικάς του πολίτου ελευθερίας εμμένουσα εν τοις διαγραφομένοις αυτή ορίοις υπό του πολιτεύματος και των νόμων. Αλλ' άμα εξερχομένη των ορίων τούτων, άμα αντιστρατευομένη εις τα υπαγορεύσεις του πολιτεύματος και των νόμων, αποβάλλει και το εξ αυτών αντλούμενον δικαίωμα της υπάρξεως αυτής ως εξουσίας και την δύναμιν αυτής, παρίσταται δε εις τους οφθαλμούς του πολίτου ως επιδρομεύς ληιζόμενος τα νόμιμα αυτού δικαιώματα. Εκ τούτου η ελευθερία της αντιστάσεως, άμυνα δηλαδή κατά παρανόμου επιθέσεως της αρχής

Και συνέχιζε:

«Αλλ' η ατομική αύτη ελευθερία είναι και πλείστου αξία συμπληρωματική πολιτική ελευθερία, διότι συντελεί τα μάλιστα εις την εδραίωσιν των πολιτικών ελευθεριών, του νομίμου δηλονότι χειρισμού των συνταγματικών εξουσιών. Όταν εις την εξουσίαν διατελή εκ των προτέρων γνωστόν, ότι οι πολίται δεν θέλουσι καταβάλει φόρους μη νομίμως εψηφισμένους υπό της νομοθετικής εξουσίας, ότι δεν θέλουσι συγκατατεθη εις την άθεσμον αυτών σύλληψιν και φυλάκησιν, ότι θέλουσιν αποκρούσει την βίαν του χωροφύλακος προς παρμπόδισιν της ασκήσεως του εκλογικού αυτών δικαιώματος, δεν αποτολμά να προβή εις την επιζητουμένην απορρόφησην, ή, αν αποτολμήση, συνετίζεται εγκαίρως και υποστρέφει εις το σημείον της νομιμότητος… Δια της ενασκήσεως της ελευθερίας της αντιστάσεως δεν επιζητείται η ανατροπή των καθεστώτων ή η πτώσις της παρανόμου εξουσίας, αλλ' η αποτυχία της κατά τινος του πολίτου ή ομάδος πολιτών δικαιώματος, ανήκοντος αυτοίς εκ του νόμου, επιθέσεως της εξουσίας, αθεσμίως ενεργούσης.» [1]

Με άλλα λόγια, το δικαίωμα της αντίστασης, ή αλλιώς – όπως το αναφέρει ο Φλογαίτης – η «ελευθερία της αντιστάσεως», είναι αναφαίρετο από κάθε μεμονωμένο πολίτη, ή ομάδα πολιτών. Πότε ασκείται; Όταν ο πολίτης νιώθει απειλή για την ζωή του από μια κυβέρνηση που αυθαίρετα νομοθετεί και εισπράττει φόρους, ασκεί καταστολή και ποινικοποιεί την διαμαρτυρία, ή την αδυναμία συμμόρφωσης με την αυθαιρεσία των κυβερνώντων. Όταν νιώθει ότι απειλείται όταν μια κυβέρνηση δεν αναγνωρίζει όρια δικαίου και συνταγματικής τάξης. Όποιος απαρνηθεί το δικαίωμα αυτό, χάνει την ιδιότητα του πολίτη και μετατρέπεται σε υπεξούσιο, σε δούλο.

Ήδη από την εποχή του Τζον Λοκ ήταν καθαρό ότι «ούτε ο άνθρωπος, ούτε η κοινωνία έχουν την εξουσία να παραδώσουν την αυτοσυντήρησή τους, και συνεπώς και τα μέσα αυτοσυντήρησή τους, στην απόλυτη βούληση και την αυθαίρετη κυριότητα κάποιου άλλου. Οποτεδήποτε κάποιος επιχειρήσει να τους υποδουλώσει, θα έχουν πάντοτε το δικαίωμα να διατηρήσουν ό,τι δεν έχουν την εξουσία να απεμπολήσουν και να απαλλαγούν από όσους παραβιάζουν αυτόν τον θεμελιώδη, ιερό και αμετάβλητο νόμο της αυτοσυντήρησης, για χάρη του οποίου εισήλθαν στην κοινωνία.»[2]

Και σε κάποιο άλλο σημείο τόνιζε: «Αν ένας ληστής μπει βίαια στο σπίτι μου και την απειλή του μαχαιριού στο λαιμό μου με εξαναγκάσει να θέσω τη σφραγίδα μου σε έγγραφα που του εκχωρούν την περιουσία μου, θα του έδινε αυτό οποιοδήποτε νόμιμο τίτλο; Ακριβώς τέτοιο τίτλο, που αποσπάται με το ξίφος, έχει ο άδικος κατακτητής, όταν με εξαναγκάζει να υποταχθώ. Η αδικία και το έγκλημα είναι ταυτόσημα, είτε διαπράττονται από έναν εστεμμένο είτε από έναν μικροκατεργάρη. Ο τίτλος του εγκληματία και το πλήθος των ακολούθων του δεν διαφοροποιούν το έγκλημα, το κάνουν μόνο σοβαρότερο. Η μόνη διαφορά είναι ότι οι μεγάλοι ληστές τιμωρούν τους μικρούς για να τους κρατούν υπάκουους, αλλά οι μεγάλοι ανταμείβονται με δάφνες και θριάμβους, διότι είναι πολύ μεγάλοι για τα αδύνατα χέρια της δικαιοσύνης σ' αυτόν τον κόσμο και έχουν στην κατοχή τους την εξουσία που οφείλει να τιμωρεί τους εγκληματίες.» [3]

Υπάρχει διαφορά όταν οι κυβερνώντες είναι εκλεγμένοι και αυθαιρετούν ψηφίζοντας νόμους που παραβιάζουν ακόμη και το πιο στοιχειώδες δικαίωμα της αυτοσυντήρησης; Δεν υπάρχει καμιά διαφορά. Δεν έχει σημασία πόσα τυπικά δικαιώματα αναγνωρίζονται στους πολίτες και στο λαό. Κι όπως ο Ελβετός συνταγματολόγος Ντελόμ έλεγε χαρακτηριστικά: «Όμως όλα αυτά τα προνόμια του Λαού, εκτιμώμενα αυτά καθαυτά, δεν είναι παρά αδύναμες άμυνες ενάντια στην πραγματική δύναμη αυτών που κυβερνούν. Όλες αυτές οι διατάξεις, όλα αυτά τα αμοιβαία Δικαιώματα, προϋποθέτουν αναγκαστικά ότι τα πράγματα παραμένουν εντός της νόμιμης και καθιερωμένης πορείας τους: τι θα σήμαινε για την επιβίωση του Λαού, αν κάποτε ο Πρίγκιπας, ξαφνικά απελευθερωνόταν από όλους τους περιορισμούς και εγκαταλείποντας τις διατάξεις του Συντάγματος, δεν θα σεβόταν πλέον ούτε το πρόσωπο, ούτε την περιουσία των υπηκόων του και δεν θα έπαιρνε υπόψη του τις δεσμεύσεις του έναντι του Κοινοβουλίου του, ή επιχειρούσε να του επιβάλει την θέλησή του; Θα σήμαινε αντίσταση.» [4]

Δεν έχει καμιά σημασία αν στη θέση του Πρίγκιπα υπάρχει μια κυβέρνηση που χρησιμοποιεί ως επιχείρημα νομιμοποίησης της αυθαιρεσίας και της απειλής που συνιστά για την αυτοσυντήρηση και την επιβίωση των πολιτών, την ψήφο τους ή την πλειοψηφία του κοινοβουλίου. Το δικαίωμα της αντίστασης είναι αναφαίρετο «φυσικό δικαίωμα» και ταυτίζεται με το δικαίωμα της αυτοάμυνας καθενός πολίτη. Κι αυτό δεν έχει να κάνει μόνο όταν υπάρχει τυπική κατάλυση δικαιωμάτων, αλλά ακόμη κι όταν – ιδίως όταν – ο νόμος και γενικά η δικαιοσύνη έχει αποξενωθεί από την λαϊκή θέληση. «Είναι πιθανό ότι σε καταστάσεις κρίσης και νομικής αστάθειας να έχουμε περισσότερους λόγους για να εφαρμοστεί ο νόμος αμείλικτα: θέλουμε το νόμο να αποκτήσει τη δύναμη που δεν έχει. Θέλουμε να ριζώσει στις συνήθειες του καθενός. Θέλουμε να δώσουμε στη νομική ζωή μας, μια για πάντα, κάποια προβλεψιμότητα. Ωστόσο, εξαρτάται από το είδος της κρίσης που αντιμετωπίζουμε. Στην πραγματικότητα, στο μυαλό μου, η αντίδρασή μας θα πρέπει να είναι ριζικά διαφορετική, αν η κατάσταση που αντιμετωπίζουμε είναι μια νομική αποξένωση, με άλλα λόγια, μια κατάσταση όπου ο νόμος δεν αποτελεί περισσότερο ή λιγότερο μια πιστή έκφραση της βούλησης μας ως κοινότητα. Αντ 'αυτού, εμφανίζεται ως ένα σύνολο κανόνων ξένων ως προς τα δικά μας σχέδια και προγραμματισμό, το οποίο επηρεάζει τα πιο βασικά συμφέροντα της πλειοψηφίας του πληθυσμού που συμβαίνει να βρίσκεται υπό την επιβολή του. Εάν η νομική κρίση μας έχει να κάνει περισσότερο με αυτή την τελευταία κατάσταση, τότε φαίνεται να είναι άδικο να αντιμετωπιστούν όλες τις παραβιάσεις του νόμου όπως σαν να πρόκειται για άτομα που θέλουν να επωφεληθούν από τις προσπάθειες των άλλων. Αντίθετα, πολλές από αυτές τις παραβιάσεις θα μπορούσαν να είναι κατανοητές και, ενδεχομένως, αξιοσέβαστες αντιδράσεις που πραγματοποιούνται από ορισμένες ομάδες όταν αντιμετωπίζουν έναν νόμο που άδικα τις αγνοεί και τις αποκλείει. Σε τέτοιες περιπτώσεις, η έμφαση στην απαρέγκλιτη εφαρμογή του νόμου δεν είναι τίποτα περισσότερο από μια πράξη ακραίου δογματισμού – καθαρή αδικία – η οποία καταλήγει να γυρίζει το νόμο ανάποδα. Αντί για τη διάσωση εκείνων που είναι θύματα του νόμου, επιβάλλεται κανόνας που αποσκοπεί στην κακομεταχείριση τους…» Σε τέτοιες περιπτώσεις αποξένωσης του νόμου «τελευταίο καταφύγιο» των πολιτών είναι το δικαίωμα στην αντίσταση.[5]

Όταν ακούς σήμερα τους ντόπιους στα οροπέδια των Χανίων που περικλείονται από τις Σφακιανές Μαδάρες, που ποτέ κατακτητής δεν πάτησε, να λένε ότι μόνο με τα όπλα βρήκαν το δίκιο τους, όταν με κανέναν άλλο τρόπο, ή προσφυγή, δεν μπόρεσαν να σταματήσουν τις πολυεθνικές των ΒΑΠΕ (Βιομηχανικές Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας) από το να τους κλέψουν τον αέρα, τον ήλιο, το νερό και τον τόπο τους, τότε ξέρεις πως δεν αργεί η ώρα που ο καθένας από εμάς, ο κάθε νοικοκύρης αυτού του τόπου θα κληθεί να απαντήσει. Θα επιτρέψει ο φοροεισπράχτορας, ο τραπεζίτης και ο επενδυτής να του στερήσουν τα λιγοστά του υπάρχοντα και έτσι να του στερήσουν το δικαίωμα στη ζωή, ή όχι; Οι ίδιες οι συνθήκες επιβάλουν να πούμε όχι. Είναι θέμα προσωπικής αξιοπρέπειας, είναι το τελευταίο καταφύγιο της δημοκρατίας: η άσκηση του δικαιώματος της αντίστασης. Ένα δικαίωμα που ασκείται πιο αποτελεσματικά όταν ασκείται συλλογικά.

Σε συνθήκες όπου σου στερούν το δικαίωμα στην ζωή, στην αυτοσυντήρηση, στην περιουσία και στον τόπο σου, ο καθένας από εμάς έχει το δικαίωμα της αντίστασης. Κι όσο το ξεπούλημα θα προχωρά, όσο οι κυβερνώντες και τα αφεντικά τους θα συνεχίζουν τον εξανδραποδισμό ενός ολόκληρου λαού, τόσο το δικαίωμα της αντίστασης θα γίνεται ολοένα και πιο καθολικό.

Πρώτο βήμα η οργάνωση στη γειτονιά με τρεις βασικούς στόχους:

(α) Την κοινωνική αλληλεγγύη με δεσμούς που δεν επιτρέπουν στην κοινωνία να γίνει υποχείριο της εντεταλμένης φιλανθρωπίας των κοινωνικών παντοπωλείων, των συσσιτίων και των άλλων εκδηλώσεων υπέρ των αναξιοπαθούντων. Συνεταιρισμοί, δίκτυα υποστήριξης και αλληλεγγύης σε κάθε γειτονιά είναι η απάντηση του κινήματος αντίστασης.

(β) Συγκρότηση επιτροπών και ομάδων δράσης ανά γειτονιά ενάντια στις εφορίες και τις τράπεζες. Κανένας δεν πρέπει να χάσει το σπίτι του, ή να οδηγηθεί στην απόγνωση και την απελπισία επειδή χρωστάει. Το χρέος πρέπει να μεταφερθεί στην κυβέρνηση και στους τραπεζίτες με κάθε πρόσφορο μέσο και τρόπο.

(γ) Σχηματισμός ομάδων λαϊκής περιφρούρησης ανά γειτονιά με σκοπό να μην επιτρέψουν να διαλυθούν οι συνοικίες από την έξαρση της εγκληματικότητας, αλλά και να μην γίνουν πεδία πρόσφορης δράσης φαιών ταγμάτων εφόδου με την κάλυψη του επίσημου κράτους και παρακράτους.

Για εμάς στο ΕΠΑΜ οι τρεις αυτές κατευθύνσεις που συμπυκνώνονται στο σύνθημα οργάνωση στην γειτονιά, αποτελούν την αιχμή του δόρατος για την δράση με απώτερο σκοπό την ανάδειξη ενός αυθεντικά παλλαϊκού κινήματος, που οφείλει να μετατρέψει το δικαίωμα της αντίστασης ως αφετηριακό παλμό του.

 

Παραπομπές

 

[1] Θεοδώρου Φλογαίτου, Εγχειρίδιον Συνταγματικού Δικαίου, Αθήνησι, 1879, σελ. 334-37.

[2] Τζον Λοκ, Δεύτερη Πραγματεία Περί Κυβερνήσεως (Μετάφραση, Πασχάλης Κιτρομηλίδης), Αθήνα: Γνώση, 1990, σ. 201-02.

[3] Στο ίδιο, σ. 225-26.

[4] Jean Louis de Lolme, The constitution of England; or, An account of the English government, Halifar, 1822, σ. 295.

[5] Roberto Gargerella, The Last Resort: The Right of Resistance in Situations of Legal Alienation, Yale Law School Legal Scholarship Repository, Yale Law School, 1/1/2003.


ΠΗΓΗ: Τρίτη, 10 Ιουλίου 2012, http://dimitriskazakis.blogspot.gr/2012/07/to.html?spref=fb

ΣΕ ΑΝΤΙΣΤΡΟΦΗ ΜΕΤΡΗΣΗ

ΣΕ ΑΝΤΙΣΤΡΟΦΗ ΜΕΤΡΗΣΗ:

Χωρίς να σημαίνει πως δεν κάνουμε λάθος έχουμε την εντύπωση ότι, είμαστε αντιμέτωποι με μία ακόμη μεταβατική κυβέρνηση – αφού η μη τήρηση των προεκλογικών δεσμεύσεων, η οποία αποτελεί τον προάγγελο των πολιτικών αλλαγών, είναι μάλλον δεδομένη

 

Του Βασίλη Βιλιάρδου*

 

Η κυβέρνηση, δια του διορισμένου, μη εκλεγμένου και συμπαθέστατου υπουργού οικονομικών (καλώς ή κακώς, αιτιολογημένα ή μη, ελάχιστοι είναι αυτοί που πίστευαν ότι, θα μπορούσε ποτέ να αναλάβει τέτοιες ευθύνες το συγκεκριμένο άτομο), έχει θέσει σαν απόλυτη προτεραιότητα της:

(α) τις ιδιωτικοποιήσεις των πάντων (νεοφιλελεύθερο δόγμα), χωρίς απολύτως καμία στρατηγική και στη χειρότερη εποχή διεθνώς,  καθώς επίσης

(β) την πιστή εφαρμογή του μνημονίου (δόγμα λιτότητας) – παρά το ότι, ο συνδυασμός των δύο αυτών «δεινών» οδηγεί με ασφάλεια στην εξαθλίωση, στη χρεοκοπία, στην έξοδο από την Ευρωζώνη και στη δραχμή.  

Οι νέες δουλοπρεπείς υποκλίσεις δε στη Γερμανία, έτσι όπως μεταδόθηκαν από τα ΜΜΕ, είναι κάτι παραπάνω από «αποκαλυπτικές των προθέσεων».

Όσον αφορά τώρα τις νέες μειώσεις των μισθών που προαναγγέλλονται, είναι ότι χειρότερο θα μπορούσε να συμβεί στην Ελλάδα σήμερα – μεταξύ άλλων, αφού με βάση τους μισθούς διαμορφώνονται όλες οι υπόλοιπες τιμές των περιουσιακών στοιχείων. Ειδικά αυτές των ακινήτων, με αποτέλεσμα να προκαλείται ένα διπλό, δισεπίλυτο πρόβλημα:

(α) όλοι όσοι έχουν λάβει ενυπόθηκα δάνεια από τις τράπεζες, να οφείλουν συχνά υψηλότερα ποσά από την καινούργια αξία των ακινήτων τους και να μην τα πληρώνουν (όπως συνέβη στις Η.Π.Α.), ενώ

(β) οι εγγυήσεις που έχουν οι τράπεζες στη διάθεση τους να περιορίζονται, με την ανάλογη αύξηση των «κόκκινων δανείων» – με αποτέλεσμα να αυξάνονται διαρκώς οι ανάγκες ανακεφαλαιοποίησης τους (ποσά που σε τελική ανάλυση επιβαρύνουν τον προϋπολογισμό, το δημόσιο χρέος και τους πολίτες της χώρας). 

Παράλληλα βέβαια δεν πρέπει να ξεχνάει κανείς τις «τιτλοποιήσεις» των ενυπόθηκων δανείων, τις οποίες χρησιμοποίησαν οι τράπεζες στο παρελθόν για την ενίσχυση της ρευστότητας τους – γεγονός που σημαίνει ότι, συχνά οι ιδιοκτήτες των ενυπόθηκων δανείων δεν είναι οι ελληνικές τράπεζες που επιλέξαμε, αλλά κάποιος άγνωστος επενδυτής στο εξωτερικό.   

Αυτές ήταν αλήθεια οι προεκλογικές δεσμεύσεις της συγκυβέρνησης; Με αυτές τις εξαγγελίες ψηφίστηκε από τους Έλληνες; Μήπως ακόμη μία φορά πρόκειται για "υπεξαίρεση" της ψήφου των Ελλήνων, όπως συνέβη δυστυχώς το 2009;

Θα το ανεχθούν ξανά οι Έλληνες, σιωπώντας ως συνήθως και επιτρέποντας τόσο στην ύφεση, όσο και στην ανεργία, να καταστρέψουν εντελώς την πατρίδα τους; Θα συνεχίσουν να μένουν απαθείς απέναντι στη λεηλασία τόσο της δημόσιας, όσο και της ιδιωτικής περιουσίας τους; Θα μείνουν αδιάφοροι στην επανατοποθέτηση της μίας κοινωνικής ομάδας απέναντι στην άλλη;

Θα υπομείνουν καρτερικά το συνεχιζόμενο, διεθνή εξευτελισμό και θα υποστούν ακόμη μεγαλύτερες προσβολές – «μεταλλάσσοντας» τες σε τύψεις συνείδησης και αυτομαστίγωμα, αντί σε υγιείς αντιστάσεις; Δεν θα ήταν ο απόλυτος ορισμός της ανοησίας και της αυτοκαταστροφικότητας; 

Δεν ανταποκρίνεται στην αλήθεια το ότι, η συμβίωση (γάμος, ενώσεις όπως η ευρωπαϊκή κλπ.) μπορεί να είναι δημιουργική, λειτουργική, καθώς επίσης να έχει διάρκεια και μέλλον, μόνο όταν τα «υποκείμενα» είναι ανεξάρτητα μεταξύ τους; Είναι αλήθεια ανεξάρτητοι οι Έλληνες; Ανταποκρίνεται στις επιδιώξεις και στους στόχους τους η κυβερνητική Τρόικα;

Τέλος, όσον αφορά την αξιωματική αντιπολίτευση, θεωρεί κανείς πως οι εκλογείς της σκέφθηκαν ποτέ ότι, θα είχαν σαν πρότυπο τη Βενεζουέλα; Είναι συμβατό με την Ελλάδα ένα τέτοιο πολιτικό σύστημα ή μήπως θα ήταν προτιμότερη η μικτή οικονομία, σε καθεστώς άμεσης δημοκρατίας – ειδικά σε μία χώρα της οποίας τόσο το μέγεθος, όσο και η ποιότητα-βάθος του πολιτισμού της, μπορούν να εγγυηθούν την επιτυχία του;  

Άρθρο

Όλοι γνωρίζουμε ότι, πρέπει να είμαστε προσεκτικοί με τη λήψη φαρμάκων – κυρίως επειδή ο οργανισμός τα συνηθίζει, οπότε χάνουν τη θεραπευτική ιδιότητα τους και παραμένουμε εκτεθειμένοι στην ασθένεια, χωρίς όπλα.

Ουσιαστικά το ίδιο συμβαίνει και στην οικονομία – όταν οι εκάστοτε κεντρικές τράπεζες προσπαθούν να γιατρέψουν τις παθογένειες της, με τη βοήθεια της νομισματικής πολιτικής. Δηλαδή, η αγορά συνηθίζει τα μέτρα και παύει πλέον να αντιδράει φυσιολογικά – οπότε είναι σχεδόν αδύνατο να εμποδιστεί το μοιραίο (κατάρρευση).

Στα πλαίσια αυτά, σαν αποτέλεσμα της αύξησης της ποσότητας χρήματος από τη Fed, σε συνδυασμό με τα σχεδόν μηδενικά επιτόκια δανεισμού, η ζήτηση για ακίνητα (οπότε οι τιμές πώλησης τους και η οικοδομική δραστηριότητα) θα έπρεπε να αυξηθεί στις Η.Π.Α. Εν τούτοις, οι τιμές συνεχίζουν να πέφτουν – ενώ είναι σήμερα κατά 10% χαμηλότερες, σε σχέση με δύο χρόνια πριν, παρά το ότι τα επιτόκια για στεγαστικά δάνεια ευρίσκονται σε ιστορικά χαμηλά.

Περαιτέρω, οι πραγματικές επενδύσεις στις οικοδομές είναι σχεδόν οι μισές, σε σχέση με το παρελθόν – όπως επίσης οι επενδύσεις γενικότερα των αμερικανικών επιχειρήσεων, αν και οι μεγάλοι υπερεθνικοί όμιλοι διαθέτουν άφθονα μετρητά στα ταμεία τους.

Την ίδια στιγμή, πολλές μικρομεσαίες επιχειρήσεις δεν έχουν πρόσβαση στο δανεισμό – επειδή οι τοπικές τράπεζες αποσβένουν ακόμη τα ενυπόθηκα κόκκινα δάνεια του παρελθόντος (ζημίες), ενώ τα κεφάλαια τους είναι πάρα πολύ χαμηλά (το ίδιο συμβαίνει στην Ισπανία, στην Ιρλανδία και αλλού). 

Όπως φαίνεται λοιπόν, η νομισματική πολιτική (φάρμακο) στις Η.Π.Α. έχει εξαντλήσει τα περιθώρια της, χωρίς δυστυχώς να θεραπεύσει τον ασθενή – ο οποίος έχει πλέον ανοσία στα φάρμακα.

Επομένως, η αντίστροφη μέτρηση συνεχίζεται, τόσο στις Η.Π.Α., όσο και στην Ευρωζώνη – γεγονός που είναι πιθανότατα αδύνατον να μην επηρεάσει την Κίνα και τον υπόλοιπο πλανήτη.

Πόσο μάλλον όταν πάψει η Ελλάδα να τοποθετείται γκεμπελικά στην κορυφή των ειδήσεων, με στόχο να αποπροσανατολίζονται όλοι από τα πραγματικά μεγάλα προβλήματα: τις ευρωπαϊκές τράπεζες και την υπερχρεωμένη, ελλειμματική αμερικανική οικονομία.

Ειδικά όσον αφορά τις τράπεζες, εάν κατανοήσει κανείς ότι επενδύουν πάνω από 50 φορές τα ίδια κεφάλαια τους, θα συνειδητοποιήσει την τεράστια απειλή που καλύπτει σαν σκοτεινό σύννεφο τον ουρανό της Δύσης. Για παράδειγμα, το ποσοστό των βασικών κεφαλαίων της Credit Suisse υπολογίζεται στο 15,6% – ένας από τους καλύτερους δείκτες κεφαλαιακής επάρκειας παγκοσμίως. Εάν όμως εξετάσει κανείς τα ίδια κεφάλαια της (ο διάβολος κρύβεται στις λεπτομέρειες), θα διαπιστώσει έντρομος ότι, αποτελούν μόλις το 2,7% του ισολογισμού της – ένα εξαιρετικά επικίνδυνο μέγεθος.

Συνεχίζοντας, προφανώς η λύση δεν είναι τα βασικά επιτόκια δανεισμού, η αύξηση της ποσότητας χρήματος και γενικότερα τα φάρμακα της νομισματικής πολιτικής – ούτε η μείωση της φορολογίας, ειδικά σε χώρες όπως η Ελλάδα, αφού οι μεγάλες πολυεθνικές επιχειρήσεις δεν πληρώνουν (φοροαποφυγή), ενώ οι μικρές δεν έχουν κέρδη για να πληρώσουν.

Η λύση είναι η σωστή κατανομή των εισοδημάτων (αναδιανομή), έτσι ώστε αυτοί που πράγματι μπορούν να καταναλώσουν (μικρομεσαία εισοδηματικά στρώματα), δημιουργώντας ζήτηση και επομένως επενδύσεις, να έχουν τις δυνατότητες να το κάνουν.

Δυστυχώς όμως, αυτό που συμβαίνει είναι ακριβώς το αντίθετο, επειδή εκείνοι οι οποίοι επωμίζονται όλα τα βάρη (δημόσιο χρέος, ελλείμματα κλπ.), είναι οι πολλοί και οι ασθενέστεροι οικονομικά – με αποτέλεσμα να μειώνεται η κατανάλωση και να εκμηδενίζονται οι επενδύσεις.  

Η Ελληνική ιδιαιτερότητα

Οφείλουμε να μην ξεχνάμε ότι, η πατρίδα μας ήταν για αιώνες σκλαβωμένη σε έναν υποανάπτυκτο λαό. Δεν βίωσε ούτε αναγέννηση, ούτε διαφωτισμό – ενώ αμέσως μετά τη μερική απελευθέρωση της, ακολούθησε ο πρώτος παγκόσμιος πόλεμος, η μεγάλη ύφεση, ο δεύτερος παγκόσμιος, ο εμφύλιος, η φτώχεια, η δικτατορία κοκ. Πρόσφατα δε έγινε στόχος των διεθνών τοκογλύφων και ο δούρειος ίππος της εισβολής τους στην Ευρωζώνη.

Παράλληλα, η πατρίδα μας ήταν εύκολο μετά από τις τόσες περιπέτειες και τη φτώχεια του μεγαλύτερου μέρους του πληθυσμού της, να βυθιστεί στην παγίδα του χρέους – ενώ δεν ήταν η μοναδική, αφού ολόκληρη η δύση υπερχρεώθηκε, με αφετηρία τη δεκαετία του 80: την απαρχή της βασιλείας των αγορών και του νεοφιλελευθερισμού.  

Είναι άδικο λοιπόν να την κατηγορούμε σε τέτοιο βαθμό, όσο μεγάλα και αν είναι τα λάθη της – πόσο μάλλον όταν η προθυμία για αλλαγή υπάρχει. Απλά οι Έλληνες, έχοντας βιώσει τόσα δεινά, είναι κάτι παραπάνω από προσεκτικοί και εξαιρετικά φιλύποπτοι – τουλάχιστον όσον αφορά τις πραγματικές προθέσεις της εκάστοτε ηγεσίας τους.

Επίλογος

Υπάρχουν αρκετοί οι οποίοι ισχυρίζονται ότι, το δημόσιο χρέος της Ελλάδας δεν είναι βιώσιμο – άλλοι σκόπιμα (τοκογλύφοι, εισβολείς, τοπική ελίτ κλπ.) και άλλοι όχι. Σχετικά με αυτό οφείλει να τονίσει κανείς πως δεν έχει τόσο μεγάλη σημασία το ύψος του χρέους, όσο οι δυνατότητες εξυπηρέτησης του (επιτόκιο, ετήσιες δόσεις αποπληρωμής, μακρο- και μικροοικονομικές συνθήκες της οικονομίας κοκ). 

Στα πλαίσια αυτά και χωρίς να επεκταθούμε σε περιττές λεπτομέρειες, αφού έχουμε αναλύσει το θέμα πολλές φορές, το χρέος της Ελλάδας, με κριτήριο τα περιουσιακά της στοιχεία (δημόσιες επιχειρήσεις, υπόγειος πλούτος, ακίνητα, γερμανικές αποζημιώσεις κλπ), είναι απολύτως διαχειρίσιμο – φυσικά όχι, εάν παραμείνει στην εγκληματική αποδοχή του μνημονίου και μόνο υπό την προϋπόθεση ότι, οι πολίτες θα εμπιστευθούν ξανά την πολιτική.    

Κλείνουμε με μία πολύ σημαντική "λεπτομέρεια", η οποία ανακοινώθηκε από τον υπουργό οικονομικών, χωρίς να δοθεί ίσως η απαιτούμενη προσοχή από όλους εμάς. Όπως αναφέρθηκε, η κυβέρνηση θα εισάγει άμεσα μέτρα αποκατάστασης της εμπιστοσύνης και τόνωσης του επενδυτικού ενδιαφέροντος.

Για παράδειγμα, τη θεσμοθέτηση της δυνατότητας του οργανισμού αποκρατικοποιήσεων, να δέχεται ομόλογα του Ελληνικού Δημοσίου, ως τίμημα για τις αποκρατικοποιήσεις.

Δηλαδή, εάν καταλάβαμε σωστά, οι διεθνείς επενδυτές θα μπορούν να αγοράζουν ομόλογα του δημοσίου στη δευτερογενή αγορά, σε εξευτελιστικές τιμές και να τα χρησιμοποιούν στη συνέχεια, στο 100% της αξίας τους, για την εξαγορά (ιδιωτικοποίηση) των επιχειρήσεων του δημοσίου (!) – κάτι που, εκτός των άλλων, δεν θα δημιουργεί νέες θέσεις εργασίας, αφού απλά θα αλλάζει η ιδιοκτησία των υφισταμένων εταιρειών. Δεν είναι αλήθεια ντροπή να μας κοροϊδεύουν (εάν ισχύουν βέβαια τα παραπάνω) τόσο απροκάλυπτα;  

 

Τρίτη, 10. Ιουλίου 2012

 

ΠΗΓΗ: http://www.casss.gr/PressCenter/Articles/2647.aspx#.T_0sxpGHrgl

 

* Βασίλης Βιλιάρδος  (copyright), Αθήνα, 10. Ιουλίου 2012, viliardos@kbanalysis.com. Ο κ. Β. Βιλιάρδος είναι συγγραφέας, οικονομολόγος, πτυχιούχος της ΑΣΟΕΕ Αθηνών, με μεταπτυχιακές σπουδές στο Πανεπιστήμιο του Αμβούργου. Έχει εκδώσει πρόσφατα τρία βιβλία της σειράς «Η κρίση των κρίσεων» (διάθεση με παραγγελία στο kb@kbanalysis.com).

Η πανουργία της ιστορίας και τα όριά της

Η πανουργία της ιστορίας και τα όριά της

 

Του Γιώργου Καραμπελιά

 

Εν τέλει ο ΣΥΡΙΖΑ κατόρθωσε – έστω και πρόσκαιρα – να μεταβληθεί στον κατ' εξοχήν πόλο του αντιμνημονιακού κινήματος. Έχουμε εξηγήσει δια μακρών πως και γιατί συνέβη αυτό (αποτυχία της Σπίθας, αδιέξοδο των αγανακτισμένων κλπ). Και, όπως συμβαίνει συνήθως στην ιστορία, εκείνη η δύναμη που έχει την οργανωτική δυνατότητα να εκφράσει – όσο στρεβλά και αν το κάνει – το κύμα μιας αγανάκτησης, αυτή εν τέλει αναδεικνύεται σε εκφραστή του.

Πράγματι, η πανουργία της ιστορίας ανέθεσε – προνομιακά – σε ένα κόμμα ευρωπαϊστικό και βρυξελλόπληκτο, με τάσεις μάλλον εθνομηδενιστικές, να διαχειριστεί ένα αίτημα και ένα κίνημα εθνικής ανεξαρτησίας, έναντι της ίδιας της Ευρώπης!  Και τη δυναμική αυτού του κινήματος δεν πρέπει να την υποτιμάμε. Εξ άλλου, από την άλλη όχθη, σημαντικές διεργασίες πραγματοποιούνται στους «Ανεξαρτήτους Έλληνες», που εκφράζουν τη δυναμική της «λαϊκής δεξιάς». Ο κόσμος, μέσα από ένα καταπληκτικό κίνημα δύο χρόνων, επέβαλε τις κατευθύνσεις του στα κόμματα.

Είναι δυνατός ο μετασχηματισμός;

Δεν αρμόζουν σε μας κλαψουρίσματα του τύπου ΑΝΤΑΡΣΥΑ, ΕΠΑΜ, ή ΚΚΕ, για το πόσο «άσχημα τους φέρθηκε η ιστορία». Τα γεγονότα είναι εδώ, και θα πρέπει να αναμετρηθούμε μαζί τους. Το ερώτημα  λοιπόν είναι εάν και πόσο αυτή η συνάντηση ενός πολιτικού σχήματος – του 3%  ή 4% με συγκεκριμένα κοινωνικά και πολιτικά χαρακτηριστικά – με ευρύτερες λαϊκές μάζες θα παραγάγει ένα νέο και μόνιμο πολιτικό αποτέλεσμα.

Πολλοί φίλοι υποστηρίζουν πως κάτι τέτοιο δεν είναι δυνατόν, δεδομένου του εθνομηδενιστικού και ελιτίστικου πυρήνα του σχήματος. Πως, στον βαθμό που δεν θέτει στην προτεραιότητά του το εθνικό μέλλον της χώρας, και δεν διαθέτει ένα όραμα γι' αυτήν, δεν θα μπορέσει να εκφράσει τις ανάγκες και τις προσδοκίες του λαού.

Άλλοι, αντίθετα, διατείνονται πως, επειδή ο ΣΥΡΙΖΑ μεταβλήθηκε σε αποδέκτη ενός ευρύτερου λαϊκού κινήματος, και επειδή η συγκυρία στην Ελλάδα εξακολουθεί ακόμα να θέτει ως κεντρικό ζήτημα τη σχέση με το Μνημόνιο και την Ευρώπη, θα μπορούσε ο ΣΥΡΙΖΑ – παρά τα τραγικά κενά του, σε ζητήματα όπως το μεταναστευτικό, εθνικά κλπ. – να λειτουργήσει θετικά και, εν τέλει, να μετασχηματιστεί. Υποστηρίζουν πως κάτι ανάλογο συνέβη κατά τη γερμανική κατοχή: Ένα κόμμα που μέχρι τότε υποτιμούσε την εθνική διάσταση των προβλημάτων, προσδεμένο στη Σοβιετική Ένωση, εξαιτίας της συγκυρίας του πολέμου, που ενέπλεξε και την Σ.Ε., μεταβλήθηκε σε ηγέτη ενός εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα ο οποίος καθόλου δεν εντάσσονταν πριν στα θεωρητικά του σχήματα και τους προβληματισμούς του. Και υποστηρίζουν πως κάτι ανάλογο μπορεί να συμβεί με τον ΣΥΡΙΖΑ, δηλαδή το πλήθος να επιβάλει την γραμμή του στην ηγεσία.

Πολλές φορές μέχρι σήμερα έχουμε αναφερθεί σ' αυτό το δίλημμα. Και έχουμε αποφύγει να πάρουμε  μια a priori θέση. Πιστεύουμε πως πρέπει να μείνει ανοικτή η δυνατότητα τόσο της μιας όσο και της άλλης μετεξέλιξης, διότι όντως το παιγνίδι για την τύχη του αντιμνημονιακού κινήματος και του ΣΥΡΙΖΑ δεν έχει ακόμα ολοκληρωθεί. Γι' αυτό εξάλλου και πριν τις εκλογές της 6ης Μαΐου υποστηρίξαμε πως, παρά τα ελλείμματα των αντιμνημονιακών σχημάτων, στα οποία περιλαμβανόταν και ο ΣΥΡΙΖΑ, θα έπρεπε να υποστηρίξουμε κάποιο αντιμνημονιακό σχήμα, ο καθένας ανάλογα με την ευαισθησία και την προϊστορία του. Μόνο μετά από εκείνες τις εκλογές, και αφού πέρασαν τρεις εβδομάδες, οι οποίες μας έπεισαν για την αδυναμία του ΣΥΡΙΖΑ να έχει πειστική πρόταση εξουσίας, τοποθετήθηκα προσωπικά σε σχέση με τις εκλογές της 17ης Ιουνίου, προκρίνοντας την υπερψήφιση άλλων αντιμνημονιακών σχημάτων. Και νομίζω ότι αυτή η θέση ανταποκρινόταν στα μύχια αισθήματα και τη βούληση ενός μεγάλου μέρους της ίδιας της ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ. Κατά βάθος γνώριζαν και οι ίδιοι πως δεν μπορούσαν να κυβερνήσουν, διότι μία κυβέρνηση ρήξης απαιτούσε ένα διαφορετικό επίπεδο συνείδησης και οργάνωσης του λαού. Και είτε θα συμβιβάζονταν είτε θα προχωρούσαν, με τραγικές συνέπειες για το  κίνημα και στις δύο περιπτώσεις.

Σήμερα, βρισκόμαστε μπροστά σε μια νέα κατάσταση. Ο ΣΥΡΙΖΑ απέκτησε προτεραιότητα στον αντιμνημονιακό χώρο και υπάρχουν σημαντικές τάσεις ενίσχυσής του. Ο Τσίπρας, στη συνέντευξη τύπου που έδωσε τη Δευτέρα 9 Ιουλίου, σε σχέση με την μετεξέλιξη του ΣΥΡΙΖΑ, τόνισε πως ο ΣΥΡΙΖΑ «δεν φιλοδοξεί να εκφράσει μόνο τους αριστερούς και τις αριστερές, αλλά όλους όσοι επαναπροσδιορίζουν  την πολιτική τους συνείδηση στη βάση του κοινωνικού συμφέροντος και όχι της κομματικής τους καταγωγής», δείχνοντας έτσι ότι κατανοεί ένα τουλάχιστον σημαντικό διακύβευμα. Μόνο που αυτό δεν πρέπει να εννοείται μόνον ψηφοθηρικά, ως προσέλκυση και ένταξη ψηφοφόρων κατ' εξοχήν από το ΠΑΣΟΚ, αλλά ειλικρινώς. Και κυρίως, ότι, για να μπορεί ένα πολιτικό σχήμα να εκφράσει ευρύτερες μάζες, δεν αρκεί να τις αποδεχτεί στο εσωτερικό του, αλλά θα πρέπει να μεταλλαχθεί και το ίδιο. Και αυτό βέβαια, δεν το είπε ο Αλέξης Τσίπρας. Η κίνηση είναι υποχρεωτικά διττή, και για την ευόδωση του εγχειρήματος απαιτείται κατ' αρχήν ο πατριωτικός μετασχηματισμός του ίδιου του ΣΥΡΙΖΑ, ώστε να μπορεί να συμπεριλάβει οργανικά, και όχι μηχανικά ή πρόσκαιρα, νέες δυνάμεις.

Η ανάγκη ενός αυτόνομου πολιτικού πόλου

Τι σημαίνει αυτό πρακτικά; Ότι εμείς, μένοντας πιστοί σε μια θέση αρχών, δεν σπεύδουμε ούτε να καταδικάσουμε εκ προοιμίου, ούτε να …. «προσχωρήσουμε». [Πιστεύουμε εξάλλου, πως  δεν πρέπει να γίνονται όχι μόνον ανόσιες αλλά και άκαιρες συγκρίσεις με το ΕΑΜ και το 1942, ενώ θα πρέπει να πάψει να χρησιμοποιείται τόσο εύκολα, και σε επίπεδο καφενοκουβέντας, η σύγκριση με το ΕΑΜ, για ψύλλου πήδημα.] Εν πάση περιπτώσει, σε αντίθεση  με το 1942 (όταν δημιουργήθηκε το ΕΑΜ), βρισκόμαστε ακόμα στην αρχή μιας κρίσης, η οποία δεν έχει ακόμα ολοκληρωθεί στη μορφή και τα χαρακτηριστικά που θα προσλάβει. Κατά συνέπεια, ούτε ο ΣΥΡΙΖΑ ούτε κάποιο άλλο πολιτικό σχήμα αποτελούν σήμερα το ανάλογο ενός εαμικού τύπου κινήματος, το οποίο, αντίθετα, είναι ακόμα στην αρχή της διαμόρφωσής του.

Ένα ακόμα σφάλμα το οποίο διαπράττουν οι φίλοι που μας καλούν να «βιαστούμε», σε μια αρνητική ή θετική αποτίμηση αυτού του πολιτικού σχηματισμού, είναι όταν το συγκρίνουν είτε με την ΕΔΑ του 1958, είτε με το ΠΑΣΟΚ του 1981. Ξεχνούν πως η ΕΔΑ αποτέλεσε το μόρφωμα που συγκέντρωνε το σύνολο της αριστεράς, ενισχυμένο τόσο από τους κοινωνικούς όσο – ή ίσως κυρίως – από τους εθνικούς αγώνες (κυπριακό). Όσο για το ΠΑΣΟΚ του 1981, έφτασε στην εξουσία ως η κατάληξη μιας διαδικασίας πολιτικής ανασυγκρότησης της κεντροαριστεράς, σε συνθήκες ευνοϊκής διεθνούς και εσωτερικής συγκυρίας, μετά την κατάρρευση της Χούντας.

Σήμερα, η κρίση μόλις έχει αρχίσει να αποσυνθέτει το οικονομικό και πολιτικό σύστημα της χώρας, χωρίς ακόμα να έχει διαγραφεί πλήρως η κατεύθυνση που πρόκειται να πάρει. Γι' αυτό και είναι ανοικτή, και θα παραμένει ανοικτή για τα επόμενα χρόνια, η διαδικασία της συγκρότησης ενός νέου πολιτικού υποκειμένου με κοινωνικά, οικολογικά, πατριωτικά και δημοκρατικά χαρακτηριστικά. Θα πρέπει λοιπόν να συνεχίσουμε την προσπάθειά μας για τη διαμόρφωση ενός αυτόνομου πολιτικού πόλου που θα συμβάλει στον σχηματισμό ενός ευρύτερου πολιτικού υποκειμένου. Σ' ένα τέτοιο πολιτικό υποκείμενο, έχουν θέση δυνάμεις από τον ΣΥΡΙΖΑ, από τους Ανεξάρτητους Έλληνες, από τους αγανακτισμένους, και από μικρότερα σχήματα, και από το ΚΚΕ, χωρίς ακόμα να είναι βέβαιο εάν κάποιος από αυτούς θα αποκτήσει την προτεραιότητα για τον σχηματισμό αυτού του πολιτικού πόλου, παρότι σήμερα ο ΣΥΡΙΖΑ εμφανίζεται ισχυρότερος.

Εξάλλου, εάν δεν υπήρχαν φωνές σαν τη δική μας, που επί δεκαετίες θέτουν με επιμονή και συνέπεια αυτές τις αρχές, είναι βέβαιο πως και οι μετεξελίξεις στους μεγαλύτερους πολιτικούς σχηματισμούς θα ήταν πολύ μικρότερες. Γι' αυτό, και στο παρελθόν αντιταχθήκαμε στη λογική της προσχώρησής μας στο ένα ή το άλλο πολιτικό σχήμα. Διότι, τότε, η καθαρότητα της ιδεολογικής μας αντίληψης θα θόλωνε και θα είχαμε επιτύχει το ακριβώς αντίθετο αποτέλεσμα από το προσδοκώμενο. Πόσες φορές δεν είδαμε, μέσα από τη λογική της κομματικής πειθαρχίας, να αλλάζουν «οι θέσεις και οι γραμμές» τόσων φίλων ή πρώην φίλων μας. Δεν είδαμε τον Αλέκο Αλαβάνο να εγκαταλείπει τις πατριωτικές του θέσεις όταν έγινε πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ; Δεν είδαμε όλους τους βουλευτές της κοινοβουλευτικής ομάδας του ΣΥΡΙΖΑ να υπογράφουν προσωπικά σε ψήφισμα συμπαράστασης υπέρ της κας Ρεπούση; Δεν τους είδαμε να συντάσσονται στην υποστήριξη του σχεδίου Ανάν; Εάν δεν είχαμε έναν ανεξάρτητο ρόλο και μια ανεξάρτητη φωνή, δεν θα είχαμε καταδικαστεί στη σιωπή ή στο στρογγύλεμα των απόψεών μας;

Από αντικείμενα σε υποκείμενα της ιστορίας

Από την άλλη πλευρά, είναι αλήθεια πως οι όποιες πολιτικές διαφοροποιήσεις δεν πρέπει και δεν μπορούν να αποτελέσουν άλλοθι για να μην πάρει κανείς θέση, όταν τα πράγματα έχουν φτάσει σ' ένα κομβικό αποφασιστικό σημείο.  Δεν κρίνουμε όμως, όπως προείπαμε, ότι ακόμα τα πράγματα απαιτούν την ενσωμάτωση όλων σε ένα ενιαίο πολιτικό σχήμα.

Και είδαμε, με μεγάλη μας λύπη, πολλούς φίλους, και συντρόφους ακόμα, να έχουν μια λογική «εκλογικού πατριωτισμού» του τύπου «όποιος δεν ψηφίζει μαζί μας είναι ενάντιά μας». Λες και  το ερώτημα των εκλογών, π.χ., δηλαδή, ποιο κόμμα θα στηρίξει κανείς, ήταν ανάλογο με το εάν είσαι υπέρ ή κατά της γερμανικής κατοχής, υπέρ ή κατά του αγώνα των Κυπρίων, υπέρ ή κατά της Χούντας, ώστε να διαχωριστούν τα στρατόπεδα. Για μας, τα στρατόπεδα εξακολουθούν να χωρίζουν αυτούς που αγωνίζονται για μια αυτόνομη, κοινωνικά δίκαιη, οικολογικά ισορροπημένη, εθνικά υπερήφανη και δημοκρατική χώρα, από τη μία, και από την άλλη όσους θέλουν την Ελλάδα υποταγμένη, τον λαό της παρία, χωρίς εθνική αξιοπρέπεια και ταυτότητα και χωρίς δημοκρατικούς θεσμούς. Και το πρώτο στρατόπεδο δεν συγκροτείται σε ένα ενιαίο πολιτικό σχήμα, ούτε έχει αποκτήσει κάποια ξεκάθαρη πολιτική υποστασιοποίηση.

Εν κατακλείδι λοιπόν, όσο πιο πολύ ενισχυθεί ένας πολιτικός πόλος που θα θέτει ολοκληρωμένα το  αίτημα της εθνικής και κοινωνικής απελευθέρωσης, τόσο μεγαλύτερη επίδραση θα έχει και στις εξελίξεις στον ίδιο τον ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και στους υπόλοιπους πολιτικούς φορείς και στις πολιτικές εξελίξεις της χώρας μας συνολικά. Διότι, βέβαια, η πανουργία της ιστορίας δεν αρκεί ποτέ από μόνη της. Εξάλλου, και στο τόσο χρησιμοποιημένο παράδειγμα της Αντίστασης, δεν πρέπει  ξεχνάμε ότι, μετά το τέλος της, το γεγονός ότι το ΚΚΕ δεν είχε αναμορφώσει ριζικά την ιδεολογική του μήτρα οδήγησε σε τεράστιες καταστροφές και ήττες το λαϊκό κίνημα – για να μην αναφερθούμε σε τραγικές οπισθοχωρήσεις όπως εκείνη του μακεδονικού, το 1948-49. Και, σήμερα, τα πράγματα είναι πολύ πιο δύσκολα, διότι δεν έχουμε κάτι ανάλογο σε επίπεδο αγωνιστικότητας και συνειδητοποίησης. Χρειαζόμαστε λοιπόν ένα κίνημα που να έχει πλήρη συνείδηση των διακυβευμάτων και των στόχων του και δεν σπρώχνεται απλώς από ιστορικές αναγκαιότητες, που το ίδιο κατά βάσιν αγνοεί. Από την πανουργία της ιστορίας, όπου λειτουργούμε ως αντικείμενά της, πρέπει να περάσουμε στην κατανόησή της για να μεταβληθούμε σε ενεργούς διαμορφωτές της.

Και σε αυτή την κατεύθυνση θα πρέπει να κινηθούμε, προωθώντας όχι μόνο δικές μας αυτόνομες κινήσεις, αλλά και μορφές συνάντησης πολιτικών και κοινωνικών δυνάμεων που νιώθουν την ανάγκη να συζητήσουν και να συνδιαμορφώσουν απόψεις, καθώς και να παρέμβουν όσο γίνεται πιο μετωπικά στις νέες συγκρούσεις που έρχονται. Άμεσα, λοιπόν, πρέπει να διαμορφωθεί ένα χώρος συζήτησης από φίλους ενταγμένους σε πολιτικά σχήματα, καθώς και ανένταχτους αγωνιστές, για το μέλλον της χώρας και του κινήματός μας.

 

ΠΗΓΗ: 10 Ιουλίου 2012, Γιώργος Καραμπελιάς, www.ardin-rixi.gr

Ευρώπη: Εποχή πνευματικής & υλικής χρεοκοπίας; IΙ

Εποχή πνευματικής και υλικής χρεοκοπίας στην Ευρώπη;

Μια πολύτιμη ευκαιρία για να αναδυθεί το "Νόημα" * – Μέρος ΙΙ

 

Του  Θανάση Ν. Παπαθανασίου**

 

 

Συνέχεια από το Μέρος Ι

Σύμφυτο με την οικονομική κρίση είναι ένα πρόβλημα στο δεύτερο εκ των τριών πεδίων που ανέφερα. Ένα πρόβλημα απολύτως επίκαιρο και ζωτικής κρισιμότητας για την Ευρώπη: η έκλειψη της πολιτικής. Πολιτική είναι να δρας με όραμα και να κάνεις αυτό που, αν δεν το κάνεις, δεν θα γίνει ποτέ από μόνο του. Αντιθέτως, όμως, τώρα σαρώνει η πεποίθηση ότι η οικονομία δεν είναι θέμα οράματος και επιλογής, αλλά μια λογιστική διαδικασία, η οποία έχει έναν και μόνο μόνο τρόπο χειρισμού όπως, για παράδειγμα, η πρόσθεση γίνεται μόνο με έναν τρόπο!



* Εισήγηση στο 4ο Συνέδριο Ελληνορθόδοξης Παιδείας και Τεχνολογίας (Πολιτισμικό Σπουδαστήριο Αγίου Νικολάου Έγκωμης), με θέμα «Κύπρος και Ευρώπη σε δίσεκτους χρόνους», Λευκωσία, Κυριακή 11 Μαρτίου 2012 .

Υπό τη δεσποτεία αυτής της πεποίθησης, η πολιτική συνεχίζει μεν να υπάρχει, αλλά απλώς ως φάντασμα: ως γραφείο διεκπεραίωσης των εντολών του κερδοσκοπικού κεφαλαίου. Εδώ, λοιπόν, οφείλει να είναι αποφασιστική η συμβολή των Χριστιανών, ως συνηγορία υπέρ της πολιτικής: υπέρ της ευθύνης, δηλαδή, του ανθρώπου να  αλλάζει τον κόσμο με τις επιλογές και τις πράξεις του. Στην ιθαγένεια των Βαλκυριών πλησίον είναι εξ ορισμού ο όμαιμος, και στην ιθαγένεια του νεοφιλελευθερισμού πλησίον είναι μόνος ο εαυτός. Στον Χριστιανισμό, όμως, ο πλησίον δεν "είναι". "Γίνεται"! Αυτό μας λέει η παραβολή του καλού Σαμαρείτη. Η παραβολή ξεκίνησε με την ερώτηση του κόσμου "τις εστίν ο πλησίον;", και έκλεισε με την αντερώτηση του Χριστού "Τις εγένετο ο πλησίον;"[i]. Η εγγύτητα δεν υπάρχει, αλλά φτιάχνεται μέσα από την αληλέγγυα πράξη, από το μυστήριο του να αναγνωρίζεις τον Κύριό σου στο πρόσωπο οιουδήποτε ελαχίστου. Μιλώντας, λοιπόν, για πολιτική, δεν μιλώ για κομματική υποτέλεια και για την κομματοκρατία που αποσαθρώνει κοινωνίες. Μιλώ για τη συμμετοχή στη συνάρθρωση του κοινού βίου και για το μεδούλι της χριστιανικής ύπαρξης: να ρηγματώνεις το γκρίζο της καθημερινότητας με το φως της Ανάστασης. Αλλά αυτό τι σημαίνει στην πράξη; Δύνανται, άραγε, σήμερα οι Ορθόδοξοι να μην κομπορρημονούν για την προίκα τους, αλλά να τη δοκιμάσουν στο χτίσιμο νέων πολιτικών μορφών, κοντά στην άμεση δημοκρατία, στα κοινωνικά κινήματα και την προσωπική ευθύνη; Ή αδιάκοπα οι "υιοί του αιώνος τούτου" θα αποδεικνύονται "φρονιμότεροι υπέρ τους υιούς του φωτός";

Ο δημόσιος χώρος οφείλει να είναι το φόρουμ όπου κατατίθενται, εκτίθενται και λογοδοτούν όλες οι προτάσεις νοηματοδότησης της ανθρώπινης ζωής, άρα και οι θρησκείες. Οι θρησκείες δεν μπορούν να εγκιβωτίζονται στην ιδιωτική σφαίρα, όπως υποστηρίζουν οι θιασώτες της ακραίας  laïcité.  Ούτε όμως και να μετατρέπονται σε κρατικές υπηρεσίες. Στον δημόσιο χώρο, λοιπόν! Αλλά το ζήτημα είναι πώς ίστασαι στον δημόσιο χώρο. Η ταυτότητα κάθε θρησκείας δεν αποτελεί έναν φυσικό αριθμό, αλλά ένα πηλίκον: ένα κλάσμα, δηλαδή μια σχέση, μεταξύ του θρησκευτικού ένδον αφενός και της άποψής του για τον γύρω κόσμο αφετέρου.

Σε κάθε εποχή οι μαθητές του Χριστού πολιορκούνται από τον πειρασμό της "υπερευσέβειας". Θυμηθείτε το ευαγγελικό περιστατικό με την κωμόπολη των Σαμαρειτών. Όταν οι Σαμαρείτες αρνήθηκαν να δεχτούν τον Χριστό και τη συντροφιά του, οι μαθητές ζήτησαν από τον Χριστό να κατεβάσει φωτιά από τον ουρανό και να κάψει τους αντιρρησίες. Ο Χριστός όμως τους επετίμησε: "Ξεχάσατε ποιο πνεύμα κατευθύνει τη ζωή σας· ο υιός του ανθρώπου δεν ήρθε να καταστρέψει ανθρώπους, αλλά να τους σώσει"[ii]. Το ενδιαφέρον εδώ είναι ότι με βάση μια φονταμενταλιστική λογική, το δίκιο το είχαν οι μαθητές! Διότι προφανώς είχαν κατά νου το περιστατικό με τον προφήτη Ηλία, ο οποίος είχε κατεβάσει φωτιά από τον ουρανό και κατέσφαξε τους ιερείς του Βάαλ. Αλλά ο Χριστός δεν έφερε την ειδωλολατρία των χωρίων! Έφερε μια νέα θέαση των πραγμάτων, η οποία τη θεοκρατία δεν τη θεωρεί αρετή, αλλά βλασφημία. Αυτή η διελκυστίνδα, λοιπόν, μαθητών – Χριστού, γίνεται ιδιαίτερα επίκαιρη στις μέρες μας. Διάφοροι θρησκευτικοί κύκλοι διατυπώνουν έναν λόγο μαχητικό, κοινωνικά ριζοσπαστικό, ακόμα και επικριτικό προς το πολιτικό σύστημα. Αλλά εδώ ακριβώς χρειάζεται να στήσουμε προσεκτικό αυτί! Συχνά πρόκειται για έναν λόγο ο οποίος χαίρεται με την εξαχρείωση της δημοκρατίας, διότι ουδέποτε αγάπησε τη δημοκρατία και κρυφονοσταλγεί την άρση της. Ο λόγος αυτός εισέρχεται μεν στον δημόσιο χώρο για να ακουστεί, επικαλείται τη δημοκρατία για να ακουστεί, αλλά ονειρεύεται να βγάλουν τον σκασμό όλοι οι άλλοι. Όμως ο κοινωνικός ριζοσπαστισμός που παίρνει διαζύγιο από την ελευθερία είναι πάντα μήτρα ολοκληρωτισμού. Είτε του ολοκληρωτισμού τον οποίον λαχταρούν λαϊκιστικά μισαλλόδοξα ευρωπαϊκά πολιτικά κινήματα, είτε του ολοκληρωτισμού τον οποίον καλλιεργούν στο εσωτερικό τους οι θεοκρατικές κοινότητες. Για παράδειγμα, ένα από τα οξύτερα προβλήματα που αντιμετωπίζει σήμερα η Ευρώπη είναι η διελκυστίνδα δημοκρατικών αξιών αφενός και σαρίας αφετέρου, στην περίπτωση φανατικών μουσουλμανικών κοινοτήτων που επιθυμούν να είναι περίκλειστες, αδιάβροχες από το φως του δημοσίου χώρου, ανέγγιχτες από την κριτική σκέψη και ανέπαφες από πανανθρώπινα δικαιώματα[iii]. Αλλά το κρίσιμο για μας εδώ δεν είναι να καταδείξουμε τον εφιάλτη του φανατικού Ισλάμ. Αυτό είναι εύκολο. Το κρίσιμο είναι να απορρίψουμε κάθε φανατισμό ως βλασφημία κατά του ζώντος Θεού.

Και εδώ αναδύεται το τρίτο χρέος: Η θεολογία πρέπει να κατορθώσει να συμμετάσχει στη συγκρότηση ενός επείγοντος μετώπου: του μετώπου των σπουδών στοχασμού. Δεν είναι τυχαίο ότι η νεοφιλελεύθερη επίθεση συνοδεύτηκε από συρρίκνωση των ανθρωπιστικών σπουδών και από ενίσχυση των τεχνοκρατικών, δηλαδή των σπουδών εκείνων που αντιλαμβάνονται τον άνθρωπο απλώς ως διαχειριστή ενός μηχανισμού, η ύπαρξη του οποίου φαντάζει δεδομένη και αναντίρρητη. Αυτό που υποστηρίζω είναι ότι οι σπουδές στοχασμού δεν χρειάζεται να είναι μια ιδιαίτερη ομάδα, αντίπαλη προς τις τεχνολογικές σπουδές, αλλά ένα ζωογόνο νεύρο που θα διαπερνά όλες τις σπουδές, τεχνολογικές και ανθρωπιστικές. Αλλά για να μπορέσει να συμμετάσχει η θεολογία σε ένα τέτοιο μέτωπο, θα πρέπει να απαλλαγεί από κάθε αυτισμό, και να κατορθώσει να δείξει στους εταίρους της ότι έχει θέση ανάμεσά τους. Θα πρέπει να κατορθώσει να μιλήσει μια κοινή γλώσσα: να δείξει ότι κάθε άποψη περί νοηματοδοτήσεως του ανθρωπίνου βίου δεν βρίσκεται με "χημεία", όπως άλλωστε δεν πρόκειται να βρούμε ανάμεσα στα συστατικά ενός αυτοκινήτου την επιλογή του οδηγού για το πού θα πάει. Το νόημα δεν φυτρώνει φτιάχνεται ή επιλέγεται από το άνθρωπο, βάσει της ελευθερίας του να στοχαστεί μέσω κάθε δυνατότητας της ύπαρξής του, να ερμηνεύσει τον κόσμο και να τον οραματιστεί σε άλλη μορφή, πέρα από την τωρινή.

Πάνω από την Ευρώπη οφείλουν να ενταθούν άλλες μουσικές, οι οποίες δύνανται να διαψεύσουν την ακροτελεύτια φράση του Κονδύλη. Να ενταθούν οι μπαλάντες των Κελτών μοναχών που παρενέβαιναν στην πολιτική εξουσία για να απελευθερώσουν αιχμαλώτους, όπως ο βυζαντινός άγιος Ακάκιος είχε διαθέσει τα ιερά σκεύη των εκκλησιών για να θρέψει Πέρσες αιχμαλώτους. Να ακουστεί το ριζίτικο του φραγκισκανού Μαξιμίλιαν Κόλμπε, που περιέθαλπε Εβραίους και πήρε εκούσια τη θέση ενός αγνώστου του για να εκτελεστεί στο Άουσβιτς, όπως ο Μητροπολίτης και ο δήμαρχος της Ζακύνθου έγραψαν τα δικά τους ονόματα στη λίστα των Εβραίων του νησιού, που τους είχαν ζητήσει οι Ναζί. Πάνω από την Ευρώπη οφείλει να ακουστεί το σιγόντο των Ευρωπαϊκών Εκκλησιών, που το 1997, δέκα χρόνια πριν το ξέσπασμα της οικονομικής κρίσης ζήτησαν να αποκατασταθεί η "προτεραιότητα του ανθρωπίνου προσώπου από τα οικονομικά συμφέροντα" και "να αφεθούν τα χρέη των πτωχών κρατών"[iv]. Πάνω από την Ευρώπη οφείλει να ακουστεί το τραγούδι του αγίου Σιλουανού του Αθωνίτη, όπως μας το τραγούδησε το πολυεθνικό Ορθόδοξο μοναστήρι στην καρδιά της Βρετανίας: "Πολλοί έλαβαν τη χάρη, κι όχι μόνον απ' όσους μένουν στην Εκκλησία, αλλά κι απ' όσους βρίσκονται έξω απ' αυτήν – γιατί δεν υπάρχει προσωποληψία στον Κύριο […]. Αν αγαπάμε αλλήλους με απλότητα καρδιάς, θα μας δείξει ο Κύριος πολλά θαύματα με το Άγιο Πνεύμα και θα μας αποκαλύψη μεγάλα μυστήρια […]. Ο Θεός είναι Αγάπη αχόρταγη…"[v]. Είναι λάθος να νομίσουμε ότι απέναντι στον αχόρταγο νεοφιλελευθερισμό μπορούν να αντιπαραταχθούν χορτάτοι. Αχόρταγοι πρέπει να αντιπαρατεθούν! Οι πεινώντες και διψώντες τη δικαιοσύνη, οι διάκονοι ενός Θεού που δεν χορταίνει την αγάπη!

 

Σημείωση: Δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Manifesto 35 (2012), σσ. 32-36

 

** Ο Θανάσης Ν. Παπαθανασίου είναι Δρ. Θεολογίας, αρχισυντάκτης του περιοδικού Σύναξη, Καθηγητής στο Λύκειο Ζεφυρίου Δυτ. Αττικής, paptam@windowslive.com



[i] Αντίστοιχα: "Και τις εστί μου ο πλησίον;" και "Τις… πλησίον δοκεί σοι γεγονέναι του εμπεσόντος εις τους ληστάς;" (Λουκ. 10: 29, 36).

[ii] Λουκ. 9: 55-56. Για τη διαχρονική δυσκολία αυτού του χωρίου βλ. Θανάσης Ν. Παπαθανασίου, Η Εκκλησία γίνεται όταν ανοίγεται. Η ιεραποστολή ως ελπίδα και ως εφιάλτης, εκδ. Εν Πλω, Αθήνα 22009, σσ. 249-250.

[iii] Βλ. Νίκος Κοτζιάς, "Αντιλήψεις για τις διατλαντικές σχέσεις και ο μέλλον τους", πρόλογος στο: Χάμπερμας, ό.π., ιδίως σσ. 28-33.

[iv] Γρηγόριος Λαρεντζάκης, "Θρησκεία και πολιτική στη νέα Ευρώπη", στο: Πολιτική και θρησκείες (επιμ. Κωσταντίνος Β. Ζρμπάς), εκδ. Παπαζήση, Αθήνα 2007, σσ. 259-260.

[v] αρχιμ. Σωφρονίου, Ο άγιος Σιλουανός ο Αθωνίτης, εκδ. Ι. Μονής Τιμίου Προδρόμου, Έσσεξ Αγγλίας 41988, σσ. 192 και 78.