Μνημόνιο 3 – προϋπολογισμός 2013: ταφόπλακα γιά…

Ταφόπλακα σε μισθούς συντάξεις  από μεσοπρόθεσμο και προϋπολογισμό [του 2013]

 

Του Λεωνίδα Βατικώτη

 

Μια νέα χρονιά ύφεσης, η έκτη στη σειρά μετά το 2008 όταν μειώθηκε για πρώτη φορά το ΑΕΠ, θα είναι το 2013 αν εφαρμοστούν τα αντιλαϊκά μέτρα που προτείνει η κυβέρνηση από κοινού με τους δανειστές συνολικού ύψους 13,5 δισ. ευρώ. Τα μέτρα που θα εφαρμοστούν την διετία 2013 – 2014, πλήττουν σχεδόν αποκλειστικά τα πιο φτωχά στρώματα κι αναμένεται να επιδεινώσουν ακόμη παραπέρα την θέση τους, από κάθε άποψη: μισθολογική, συνταξιοδοτική, κοινωνικών παροχών, κ.λπ.

Όπως αναφέρεται στο μεσοπρόθεσμο πλαίσιο δημοσιονομικής στρατηγικής που δόθηκε στη δημοσιότητα μαζί με τον προϋπολογισμό του 2013 και περιλαμβάνει μέτρα λιτότητας αξίας 14,24 δισ. ευρώ μέχρι και για το 2016 (επιδιώκοντας με αυτό τον τρόπο να παγιοποιήσει την σημερινή πολιτική λιτότητας) από αυτά το 71,9% αφορά μείωση κοινωνικών δαπανών και το υπόλοιπο 28,1% είναι μέτρα που στοχεύουν στην αύξηση των δημοσίων εσόδων.

Πιο συγκεκριμένα από τα 14,24 δισ. ευρώ των περικοπών, το μεγαλύτερο μέρος (5,47 δισ. ευρώ) θα επέλθει από μειώσεις σε συντάξεις, ενώ ακολουθούν τα έσοδα από την μεταρρύθμιση του φορολογικού συστήματος (3,89 δισ.), μειώσεις μισθών (1,50 δισ.), περικοπές στην υγεία (1,13 δισ.), την παιδεία (133 εκ.), στα προνοιακά επιδόματα (307 εκ.), κ.α.

Οι περικοπές στις συντάξεις αφορούν συγκεκριμένα: αύξηση των ορίων συνταξιοδότησης κατά δύο έτη (έσοδα 1,02 δισ. ευρώ), κατάργηση δώρων στις κύριες και επικουρικές συντάξεις (1,77 δισ.), κλιμακούμενη μείωση των συντάξεων που υπερβαίνουν τα 1.000 ευρώ (1,16 δισ.), κατάργηση δώρων στις κύριες συντάξεις ΟΓΑ (717 εκ.), και άλλα.

Οι αλλαγές στην φορολογία που δεν έχουν γίνει ακόμη επίσημα γνωστές περιλαμβάνουν κατάργηση αφορολόγητου για παιδιά, πολλών φοροαπαλλαγών που αφορούν τους φτωχότερους, όπως για παράδειγμα το όριο των 5.000 ευρώ για τους ελεύθερους επαγγελματίες, μειώσεις στα οικογενειακά επιδόματα, αύξηση του ειδικού φόρου κατανάλωσης καπνού, κ.α.

Τα έσοδα από τη μείωση του μισθολογικού κόστους ειδικότερα θα προέλθουν από την κατάργηση και των τελευταίων δώρων που είχαν απομείνει στον δημόσιο τομέα (431 εκ. ευρώ), τις απολύσεις δημοσίων υπαλλήλων μέσω της εργασιακής εφεδρείας (167 εκ.), την αναδιάρθρωση της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης για την μείωση της μισθολογικής δαπάνης αναπληρωτών καθηγητών (74 εκ.), την μείωση του έκτακτου προσωπικού σε ΑΕΙ/ΤΕΙ (13 εκ.), την μείωση προσλήψεων στα υπουργεία Παιδείας, Πολιτισμού και Αθλητισμού (12 εκ.), κ.α.

Οι προβλεπόμενες περικοπές στην υγεία και την παιδεία πιο ειδικά αφορούν: περικοπές στην φαρμακευτική δαπάνη των οργανισμών κοινωνικής ασφάλισης (800 εκ. ευρώ), αυξημένη συνεισφορά ασφαλισμένων (115 εκ.), μείωση των λειτουργικών δαπανών νοσοκομείων (85 εκ.), μείωση λειτουργικών δαπανών ΑΕΙ/ΤΕΙ με συγχωνεύσεις (71 εκ.), κ.α.

Εκεί ωστόσο που η αναλγησία τους ξεπερνάει κάθε φαντασία είναι στις περικοπές που προβλέπονται στα προνοιακά επιδόματα. Το μαχαίρι θα πέσει στα οικογενειακά επιδόματα (86 εκ.), στις συντάξεις των ανασφάλιστων (50 εκ.), στα επιδόματα ανεργίας (30 εκ.) που θα χορηγούνται με εισοδηματικά κριτήρια, στο ΕΚΑΣ που πλέον θα καταβάλλεται μόνο σε όσους υπερβαίνουν τα 65 έτη, ακόμη και στις αποζημιώσεις για μετακινήσεις ατόμων με αναπηρία (82 εκ.)!

Η επιδείνωση των όρων ζωής όλου του λαού θα επέλθει κι ως αποτέλεσμα της κάθετης μείωσης των εργαζομένων στις κοινωνικές υπηρεσίες. Με βάση τις προβλέψεις του μεσοπρόθεσμου ο αριθμός των εργαζομένων στα νοσοκομεία, για παράδειγμα, από το 2012 μέχρι το 2016 θα μειωθεί κατά 12.851 άτομα! Ο αριθμός αυτός προκύπτει αν προσθέσουμε τις κατ' έτος καθαρές αποχωρήσεις όπως διαμορφώνονται στην βάση των ετήσιων προσλήψεων και αποχωρήσεων. Μπορεί να φανταστεί κανείς την διάλυση που θα επέλθει στα νοσοκομεία, όπου θα συμβεί ό,τι ισχύει σήμερα στον ΕΟΠΠΥΥ…

Ευρύτερα αυτό που αποκαλύπτεται μέσα από τις προβλέψεις του μεσοπρόθεσμου και του κρατικού προϋπολογισμού είναι μια …νέα Ελλάδα! Οι περικοπές που δρομολογούνται θα μας κάνουν να ξεχάσουμε ό,τι ξέραμε, μιας και θα σημάνουν το τέλος της (κατά βάση) δημόσιας και (σχεδόν) δωρεάν υγείας και παιδείας, τη μόνιμη συμβίωσή μας με μια ανεργία στο ύψος του 30%, συνταξιούχους που θα ζητιανεύουν και θα καθαρίζουν τζάμια στα φανάρια κοκ. Υπ' αυτό το πρίσμα το ζητούμενο των νέων μέτρων δεν είναι οι εξοικονομήσεις που ζητούν οι πιστωτές, τουλάχιστον δεν είναι κυρίως αυτές. Πριν απ' οτιδήποτε άλλο είναι η εκ βάθρων, βαθιά συντηρητική αναθεώρηση της κοινωνικής συμφωνίας που δέσποζε λίγο – πολύ όλη την μεταπολιτευτική περίοδο με μια εργαζόμενη πλειοψηφία που στο εξής θα ζει σε συνθήκες δουλοπαροικίας έχοντας απέναντί της μια ολιγαρχία κηφήνων που θα διασφαλίζει την μακροημέρευση και την εξουσία της με την βία προς τους κάτω και την υποτέλεια στους ξένους επικυρίαρχους, που θα είναι οι μεγάλοι κερδισμένοι των κοσμογονικών αλλαγών. Γι' αυτό τα σχέδια τους πρέπει να ακυρωθούν κι η κυβέρνηση των ξεφτιλισμένων οικονομικών δολοφόνων να ανατραπεί!

ΘΕΜΑ ΧΡΟΝΟΥ ΜΙΑ ΝΕΑ ΑΝΑΔΙΑΡΘΡΩΣΗ! Στα ύψη ξανά το δημόσιο χρέος, παρά το «κούρεμα»

Είναι τέτοιο το θράσος που έχει η κυβέρνηση που δεν ντράπηκε να γράψει στο μεσοπρόθεσμο πως «οι θυσίες που καλείται να υποστεί και πάλι ο ελληνικός λαός θα είναι οι τελευταίες». Το ίδιο έλεγαν τον Μάιο του 2011, το ίδιο έλεγαν και τον Φεβρουάριο του 2012, για να σταθούμε στα πιο τελευταία, κι όμως διαψεύστηκαν, όπως διαψεύστηκαν κι οι προβλέψεις τους για την πορεία του δημόσιου χρέους, που αυξάνεται αδιάκοπα κι είναι εκτός ελέγχου, παρά το «κούρεμα» των ομολόγων που ανακοινώθηκε τον Μάρτιο. Έτσι, φέτος αναμένεται να φτάσει το 175,6% του ΑΕΠ, το 2013 το 189,1% και το 2014 το 191,6%. Ο στόχος δηλαδή που είχε τεθεί να φτάσει το 120% του ΑΕΠ το 2020 έχει κάνει φτερά, παρότι μάλιστα θα καταβάλουμε για την εξυπηρέτησή του 25,16 δισ. ευρώ, όταν για αποδοχές και συντάξεις φέτος θα καταβληθούν 19,56 δισ. και το 2013 θα δοθούν 17,51 δισ. ευρώ. Τα 25,16 δισ. ευρώ που θα δοθούν για την εξυπηρέτηση του δημόσιου χρέους αποτελούν πρόκληση (ασχέτως του γεγονότος ότι είναι σημαντικά λιγότερα από πέρυσι λόγω της αναδιάρθρωσης) αν τα αντιπαραβάλλουμε στην χρηματοδότηση των ασφαλιστικών ταμείων που φέτος ανέρχεται σε 14,72 δισ. ευρώ, και το 2013 θα είναι μειωμένη κατά 4,3% φτάνοντας τα 14,08 δισ. ευρώ.

Η αύξηση του δημόσιου χρέους, τα υπέρογκα ποσά που συνεχίζουμε να δίνουμε για την εξυπηρέτησή του αποκλείοντας την άσκηση κοινωνικής πολιτικής και μαζί η αλλαγή του προφίλ του δημόσιου χρέους που πλέον το οφείλουμε σε κράτη, υπογραμμίζουν ότι η αναδιάρθρωση έγινε αποκλειστικά και μόνο προς όφελος των δανειστών.

Τέλος, δεν πρέπει να περάσει απαρατήρητη μια επιπλέον διάσταση του δανεισμού της Ελλάδας από τον μηχανισμό του Ευρωπαϊκού Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας και της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας: το γεγονός πως το 55% του χρέους έχει συναφθεί με κυμαινόμενο επιτόκιο. Διάσταση που δημιουργεί τεράστιους κινδύνους για το μέλλον όταν θα αρχίσουν να αυξάνονται τα επιτόκια, από τα ιστορικά χαμηλά επίπεδα που βρίσκονται σήμερα. Τότε, θα δούμε το κόστος εξυπηρέτησης του δημόσιου χρέους χωρίς εμφανή αιτία να απογειώνεται απαιτώντας ολοένα και περισσότερους δημόσιους πόρους, πυροδοτώντας έτσι ένα νέο γύρο υπερχρέωσης.

Φορολογικός Καλλικράτης

Στους δήμους και κυρίως στους φορολογουμένους θα περάσει το κόστος συναλλαγής με τις φορολογικές αρχές, όταν θα υλοποιηθεί πλήρως στις αρχές του νέου χρόνου το σχέδιο της κυβέρνησης να κλείσει 127 Δημόσιες Οικονομικές Υπηρεσίες (ΔΟΥ), αφήνοντας ανοιχτές μόνο 114 σε όλη τη χώρα. Οι εφορίες που κλείνουν μπορεί να μην είχαν εκείνα τα έσοδα που καθιστούσαν επιβεβλημένη την λειτουργία τους, διευκόλυναν όμως τους φορολογουμένους ώστε να διεκπεραιώσουν μια υπόθεσή τους ή να πάρουν μια ενημερότητα. Στο εξής κάθε επαφή με την εφορία θα στοιχίζει για εκατομμύρια πολίτες που κατοικούν στην επαρχιακή κι ιδιαίτερα στην ακριτική Ελλάδα οι οποίοι θα είναι αναγκασμένοι να ταξιδεύουν επί ώρες ακόμη και να πληρώνουν ξενοδοχείο για την διανυκτέρευσή τους αν θέλουν να επισκεφθούν μια εφορία.

Είναι πολύ χαρακτηριστική η περίπτωση των Κυκλάδων όπου για 24 κατοικημένα νησιά θα παραμείνουν 2 εφορίες και των Δωδεκανήσων, όπου οι κάτοικοι 26 κατοικημένων νησιών θα εξυπηρετούνται από 2 ΔΟΥ. Η κυβέρνηση βέβαια πετάει το μπαλάκι στους δήμους, λέγοντάς τους πως αν θέλουν να παραμείνουν οι εφορίες στα νησιά τους, τότε να αναλάβουν οι ίδιοι το κόστος της συντήρησής τους. Κι έτσι να χρεοκοπήσουν μέχρι ενός. Κι όσοι ακόμη έχουν γλιτώσει…

Το φάντασμα και το μάθημα της Αργεντινής

Η καταδικαστική για την Αργεντινή απόφαση που έλαβε προ ημερών αμερικανικό εφετείο μετά από προσφυγή κερδοσκοπικού κεφαλαίου (Έλιοτ Κάπιταλ) το οποίο δεν είχε δεχθεί τους όρους της αναδιάρθρωσης του δημόσιου χρέους που είχε επιβάλει το Μπουένος Άιρες το 2005 και το 2010, χρησιμοποιήθηκε ξανά ως φόβητρο απέναντι στο αίτημα μονομερούς διαγραφής του ελληνικού δημόσιου χρέους. «Ότι και να κάνετε το χρέος θα πληρωθεί», ήταν το μήνυμα.

Οφείλουμε να αναγνωρίσουμε πως έχουν ένα δίκιο: Η Αργεντινή έκανε μισή δουλειά, καθώς ναι μεν δεν πλήρωσε, ταυτόχρονα όμως δεν φρόντισε να απονομιμοποιήσει τα επίμαχα ομόλογα μέσω λογιστικού ελέγχου τους που θα αποδείκνυε ότι δεν πρέπει να πληρωθούν, κι έτσι θα ακύρωνε εκ προοιμίου κάθε αίτημα πληρωμής τους από κερδοσκοπικά κεφάλαια που ειδικεύονται σε τέτοιες διεκδικήσεις, απασχολώντας στρατιές νομικών. Αυτά μάλιστα τα κεφάλαια που έχουν στα χαρτοφυλάκιά τους κι ελληνικά ομόλογα και δεν δέχτηκαν το «κούρεμα» του PSI επέβαλαν τον Μάιο στην κυβέρνηση Παπαδήμου να τα εξοφλήσει στο ακέραιο…

ΠΗΓΗ: εφημερίδα ΠΡΙΝ, 4/11/2012. Το είδα: 04/11/2012, http://leonidasvatikiotis.wordpress.com/2012/11/04/…b5/

Ο αυτόματος πιλότος & ο αθέατος πιλότος

Ο αυτόματος πιλότος και ο αθέατος πιλότος – Η Σύναξη θέτει τέσσερα ζητήματα για τις εκκλησιαστικές πτήσεις

 

Της Συντακτικής Επιτροπής της Σύναξης*

 

Α.

Στις 17 Μαρτίου 2009 η συντακτική επιτροπή της Σύναξης είχε αποστείλει στον Μακαριώτατο Αρχιεπίσκοπο Αθηνών την ακόλουθη επιστολή, η οποία και δημοσιεύτηκε στο τεύχος 110 (2009), σ. 100:

"Με ιδιαίτερη αγωνία – την αυτονόητη αγωνία μελών της Εκκλησίας – παρακολουθούμε τα τεκταινόμενα στον εκκλησιαστικό χώρο. Την 1η Μαρτίου 2005 […], εν μέσω μεγάλης ταραχής και οδύνης εξαιτίας των εκκλησιαστικών σκανδάλων, είχαμε δημοσιοποιήσει, ως συντακτική επιτροπή του περιοδικού Σύναξη, τις θέσεις και τις προσδοκίες μας [κείμενο "Οκτώ σημεία για την εκκλησιαστική κρίση με θλίψη και οργή", Σύναξη 93 (2005), σσ. 3-6]…

…Έκτοτε, σε διάφορες ευκαιρίες, ανανεώσαμε κατ' επανάληψη την εμμονή μας στις επισημάνσεις εκείνες. Υπό το ηθικό φορτίο των θέσεών μας, υπό το φορτίο της αγωνίας μας και υπό το βάρος της αίσθησης ότι τα σκάνδαλα του 2005 ούτε έχουν παρέλθει ούτε έχουν διαλευκανθεί, σάς υποβάλλουμε προσωπικώς και δημοσίως την θερμή παράκληση να ενεργήσετε, όσον αφορά την υπόθεση του  Μητροπολίτη πρ. Αττικής, ώστε να μην αποφευχθεί η εκδίκαση της υποθέσεως και να μη δεσπόσει στον εκκλησιαστικό χώρο για άλλη μια φορά η αδιαφάνεια, η οποία εμπράκτως ακυρώνει κάθε ουσιώδη εκκλησιαστικό λόγο"

Ότι ουδεμία απάντηση λάβαμε, είναι το έλασσον. Το μείζον είναι ότι όσες φωνές (ιεραρχών, πρεσβυτέρων, λαϊκών) είχαν τότε υποστηρίξει ότι η Ιεραρχία όφειλε να κρίνει την υπόθεση, δεν εισακούσθηκαν. Εφαρμόστηκε ο αυτόματος πιλότος, δηλαδή την υπόθεση την έκρινε η πολιτεία (πενταμελές εφετείο που καταδίκασε τον πρ. Αττικής σε κάθειρξη), το δε Συνοδικό Δικαστήριο στη συνέχεια προέβη στην καθαίρεση του Μητροπολίτη, όπως επιτάσσει ο νόμος, δηλαδή λόγω της απόφασης του πολιτικού δικαστηρίου και μόνο, δίχως το ίδιο να ασχοληθεί με την ουσία της υπόθεσης. 

Πέρασαν τριάμισυ χρόνια φαινομενικής νηνεμίας. "Φαινομενικής", διότι δικαιούται κανείς να διερωτηθεί μήπως δεν υπάρχει αυτόματος πιλότος, αλλά αθέατος πιλότος! Μήπως, δηλαδή, οι μεθοδικά νεμόμενοι την εξουσία του γραφειοκρατικού εκκλησιαστικού οργανισμού απλώς περίμεναν υπομονετικά, ώστε, σε στιγμή που θα έκριναν ως κατάλληλη, να κάνουν αυτό στο οποίο αριστεύουν: να τακτοποιούν ανθρώπους, θέσεις, θρόνους… Οι ειδήσεις λένε ότι την Τετάρτη 10 Οκτωβρίου 2012 η Διαρκής Ιερά Σύνοδος αποφάσισε ομοφώνως, ύστερα και από θετική εισήγηση της Επιτροπής Νομοκανονικών, να παραπέμψει στην προσεχή Σύνοδο της Ιεραρχίας (τον ερχόμενο Φεβρουάριο;) την κατ' οικονομίαν αποκατάσταση στην αρχιεροσύνη του πρώην Μητροπολίτη Αττικής Παντελεήμονα. Οι πιο καχύποπτοι περί τον αθέατο πιλότο θα μπορούσαν να διερωτηθούν αν είναι τυχαίο ότι το θέμα ανέκυψε αφού πρώτα έκλεισε το θέμα της Μητροπόλεως Πρεβέζης (με την κοίμηση του μακαριστού ποιμένα της Μελετίου και τη συντριβή της υποψηφιότητας του συνεργάτη του π. Θεοδοσίου Μαρτζούχου). Ο Μελέτιος -υπενθυμίζουμε- είχε σθεναρά υποστηρίξει την ανάγκη διαλεύκανσης της υπόθεσης Αττικής, ο δε Παντελεήμων είχε ζητήσει εξαίρεσή του από το Συνοδικό Δικαστήριο, λόγω εχθρικής στάσης απέναντί του[1].

Μακάρι η Σύνοδος της Ιεραρχίας να μην επαληθεύσει τις υποψίες αυτές! Τυχόν απόπειρα αποκατάστασης του πρώην Μητροπολίτη έχει τεράστιο συμβολικό βάρος και θα εξανεμίσει τα ύστατα υπολείμματα κύρους που έχουν απομείνει στην Ιεραρχία. Γι' αυτό και υπάρχουν χριστιανοί οι οποίοι, κηδόμενοι της Μητέρας τους Εκκλησίας, δεν θα επιτρέψουν, από νομικής και θεολογικής πλευράς, αυτή την καταρράκωση.

Β.

Υποβάλλουμε αίτημα προς τους επισκόπους μας, να λάβουν υπ' όψη τη δυσαρμονία τέτοιας λογής αποφάσεων, τόσο με το αίσθημα του σώματος των πιστών, όσο και με την ίδια την εκκλησιολογία, η οποία στρεβλώνεται προκειμένου ένας γραφειοκρατικός οργανισμός να κάνει αυτό που κατ' εξοχήν κάνουν οι γραφειοκρατικοί οργανισμοί: να αναπαράγει τον εαυτό του! Στην παρούσα φάση η Ιεραρχία μας (πλην όσων διαφοροποιούνται εμπράκτως, κι όχι μόνο με καλλιεπή κείμενα) είναι, συν τοις άλλοις, μηχανισμός παραγωγής ανυπόστατων επισκόπων, ήτοι βοηθών επισκόπων, όλως αντικανονικώς και παραλόγως. Αν δεν κάνουμε λάθος (και θα είμαστε ευτυχείς αν μας καταδειχθεί ότι κάνουμε), ο Καταστατικός  Χάρτης της Εκκλησίας της Ελλάδος προέβλεπε (άρθρ. 27 του Ν. 570/1977) την κατάργηση των θέσεων βοηθών επισκόπων, ώστε να εξαλειφθεί ο αντιεκκλησιαστικός θεσμός. Ω, του θαύματος, όμως, το 1991 δημιουργήθηκαν, με νομοθετική ρύθμιση (άρθ. 13 του Ν. 1951/1991), δέκα νέες θέσεις βοηθών επισκόπων (τέσσερις για την Αρχιεπισκοπή και έξι για Μητροπόλεις), οι οποίες και… αξιοποιούνται έκτοτε. Μόνο η λογική της νομής της εξουσίας (και, βέβαια, παρά την προσχηματική επανάληψη της φράσης που έρχεται από τη δεκαετία του '60, ότι η Εκκλησία είναι διακονία κι όχι εξουσία κλπ κλπ) μπορεί να εξηγήσει, γιατί όταν ένας επίσκοπος δυσκολεύεται να ασκήσει τα καθήκοντά του δεν συνεπικουρείται από τους φυσικούς συνεργάτες και αδελφούς του, τους πρεσβυτέρους, ή , εν τέλει, δεν  αντικαθίσταται. Αναμένουμε, λοιπόν…

Γ.

Ενδεικτική και χαρακτηριστική της κυρίαρχης κατάστασης, η εκλογή επισκόπου Νικοπόλεως και Πρεβέζης. Τι σημαίνει, όταν 56 από τους 74 εκλέκτορες επισκόπους αγνοούν τη φωνή μιας τοπικής εκκλησίας (κληρικών, λαϊκών, αιρετών εκπροσώπων κλπ), που ζητούσε συγκεκριμένο πρόσωπο για επίσκοπό της; Έως πότε ακόμα η Ιεραρχία θα κωφεύει, σαν να είναι οι τοπικές εκκλησίες απρόσωποι διοικητικοί οργανισμοί, στων οποίων την κεφαλή τοποθετεί η "κεντρική διοίκηση" τον εκάστοτε εκλεκτό της, δίχως ευαισθησία και συστολή; Επιχειρήστε μια αναδρομή στις προτάσεις που είχαν υποβληθεί από διαφόρους (ιεράρχες, λαϊκούς κλπ) για αλλαγή του τρόπου εκλογής των ποιμένων! Πόσες έτυχαν σοβαρής σπουδής; Πολλές είχαν διατυπωθεί κατά την εποχή των μεγάλων σκανδάλων (περί το 2005), και η αδράνεια που ακολούθησε μάς φέρνει πλέον μπροστά στο ερώτημα, μήπως πολλοί μίλησαν τότε για να αρθρώσουν ευκαιριακά μια φωνή αντιπολίτευσης, κι όχι μια ουσιαστική πεποίθησή τους. Πλην της αδιάκοπης αρθρογραφίας της, η Σύναξη είχε πραγματοποιήσει ανοιχτή εκδήλωση για το θέμα και είχε αντίστοιχα εκδώσει τεύχος (αρ. 97 / 2006) με μελετήματα -όχι συνθηματολογία- επί του συγκεκριμένου, τα οποία και ανέδειξαν ιστορικά και θεολογικά τον ρόλο των πρεσβυτέρων και των λαϊκών. Πόσοι νιώθουν, άραγε, ότι σπουδαία ζητήματα εκκρεμούν; Αλλά στο προκείμενο υπάρχει κι άλλη μία παράμετρος. Είναι η λαφυραγώγηση του ανανεωτικού θεολογικού λόγου. Ο λόγος αυτός, ο οποίος ορίζεται ως ο διαφορετικός από τον φονταμενταλιστικό, χρησιμοποιείται ανηλεώς, προσχηματικά και υποκριτικά από πλήθος αμοραλιστών του εκκλησιαστικού οργανισμού, οι οποίοι δεν έχουν μεν τις εμμονές των φονταμενταλιστών, δεν έχουν όμως ούτε και τις δεσμεύσεις της πίστης, ούτε καν την εντιμότητα που διακρίνει πολλούς συντηρητικούς! Η καμαρίλα, ο πνευματικός τραμπουκισμός, η δεσποτοκρατία που παπαγαλίζει τη θεολογία της επισκοποκεντρικότητας, φορούν στο κεφάλι τους με τα ίδια τους τα χέρια το φωτοστέφανο του μη φονταμενταλιστή, και νομίζουν ότι μ' αυτό καθαρίζουν! Η αντιδιαστολή μας, λοιπόν, και μ' αυτόν τον πόλο, είναι πλέον πρώτιστο θεολογικό καθήκον, καθήκον να μην κλίνουμε γόνυ σε οιαδήποτε ταμπέλα, "προοδευτικού" ή "συντηρητικού" ή "εκσυγχρονιστή", "παιδιού των οργανώσεων" ή "τέκνου της δεκαετίας του '60", αλλά μόνο στη σύζευξη θεολογίας και πράξης.

Δ.

Η Σύναξη εκδίδεται ανά τρίμηνο. Δεν ξέρουμε τι θα έχει μεσολαβήσει μέχρι να κυκλοφορήσει αυτό το κείμενο, που γράφεται μεσούντος Νοεμβρίου, και δεν προτιθέμεθα να προκαταλάβουμε τίποτα ούτε να αδικήσουμε κάποιον. Τι σημαίνει, όμως, ότι προσώρας 9 ή 10, όλοι κι όλοι, ιεράρχες έχουν δηλώσει τη διαφοροποίησή τους από τη "Χρυσή Αυγή", άλλοι άμεσα και άλλοι έστω έμμεσα;[2] Τι σημαίνει το ότι δεν συζητά το θέμα η Ιεραρχία, η οποία μάλιστα έχει κληθεί από πιστούς (οι οποίοι, στο φινάλε διακινδυνεύουν περισσότερα απ' όσα ένας Μητροπολίτης) να αποκηρύξει ρητά, όχι γενικά κι αφηρημένα το ναζισμό, αλλά και κάθε μασκάρεμά του και κάθε "προστασία" που αυτός προσφέρεται να παρέχει στην εθνική, κατά τη γνώμη του, θρησκεία; Τι σημαίνει το ότι αφήνεται να θεωρείται υπόθεση προσωπικής επιλογής του κάθε ιεράρχη το αν θα αποδοκιμάσει ή αν θα γλυκοχαιρετίσει τους λεβέντες με τις μαύρες μπλούζες και με την ανθρωπολογία που αποτελεί τον αντίποδα του Ευαγγελίου;

Από τα βάθη της καρδιάς μας ευχόμαστε η Ιεραρχία να διαψεύσει με λόγο και με πράξη τα αυτόματα και τα αθέατα που στοιχειώνουν τη ζωή μας σε μια πολύ δύσκολη συγκυρία.

 

* CVNAΞΗ  Τριμηνιαία έκδοση σπουδής στην Ορθοδοξία – Θερμοπυλών  39,  152 35 Βριλήσσια (Αθήνα), Τηλ. 210.8049396   e-mail: synaxi@otenet.gr

 

Θα δημοσιευτεί στο περιοδικό CVNAΞΗ, τ. 124 (Δεκ. 2012)



[1]    Βλ. http://www.amen.gr/index.php?mod=news&op=article&aid=77 και http://www.amen.gr/index.php?mod=news&op=article&aid=10701).

 

[2]    Στην επίσημη ιστοσελίδα της "Χρυσής Αυγής" διαβάζουμε: "Είναι παρήγορο για τους Έλληνες Ορθοδόξους, ότι μόνο εννέα (9) από τους ογδόντα δύο (82) Μητροπολίτες (1 στους 9) ευρέθησαν (από ποιους άραγε;) για να επιτεθούν στην Χρυσή Αυγή". Βλ. http://www.xryshaygh.com/index.php/enimerosi/view/nea-epithesh-tou-naupaktou-ierotheou-sthn-chrush-augh-apo-thn-atheistikh-au

 

Όλοι περιμένουν κυβέρνηση… του ΣΥΡΙΖΑ

Όλοι περιμένουν να έρθει κυβέρνηση της Αριστεράς, του ΣΥΡΙΖΑ

 

Συ­νέ­ντευ­ξη του Ηλία Νικολακόπουλου [στον Μά­κη Μπα­λα­ού­ρα -«Εποχή»]

 

Η κυ­βερ­νη­τι­κή κρί­ση που ε­ξε­λίσ­σε­ται ε­νό­ψει της ψή­φι­σης στη βου­λή του νέ­ου σκλη­ρού πα­κέ­του μέ­τρων, α­φή­νει α­νοι­χτά ό­λα τα εν­δε­χό­με­να στην πο­λι­τι­κή σκη­νή και στην κοι­νω­νία. 

Ποιες διερ­γα­σίες συ­ντε­λού­νται και ποιες δια­γρά­φο­νται; Ποιες εί­ναι οι προο­πτι­κές της Αρι­στε­ράς σ' αυ­τό το πε­ρι­βάλ­λο­ν; Η κυ­βέρ­νη­ση με­τρά­ει μό­λις 130 μέ­ρες και βλέ­που­με ό­τι βρί­σκε­ται σε ε­σω­τερι­κή κρί­ση. Ταυ­τό­χρο­να η πο­λι­τι­κή της δεν γί­νε­ται α­πο­δε­κτή α­πό τη με­γά­λη πλειο­ψη­φία της κοι­νω­νίας. Πώς ε­ξη­γεί­ται αυ­τό;

Η κυ­βέρ­νη­ση έ­σερ­νε ε­πί μή­νες τη λή­ψη δη­μο­σιο­νο­μι­κών μέ­τρων, ε­νώ κου­βε­ντιά­ζο­νταν σε τη­λε­ο­πτι­κά πα­ρά­θυ­ρα που τρο­μο­κρα­τού­σαν τον κό­σμο. Από την … άλ­λη, προ­φα­νώς κά­τω α­πό πιέ­σεις, παίρ­νει ό­χι μό­νο τα δη­μο­σιο­νο­μι­κά μέ­τρα τα ο­ποία εί­ναι βέ­βαιο ό­τι θα προ­κα­λέ­σουν τε­ρά­στια ύ­φε­ση, αλ­λά βά­ζει μέ­σα στο ί­διο πα­κέ­το ερ­γα­σια­κά και ο­τι­δή­πο­τε άλ­λο προ­κύ­ψει. Θεω­ρώ ό­τι το ε­πι­κοι­νω­νια­κό παι­χνί­δι το έ­χουν ή­δη χά­σει. Από την άλ­λη με­ριά, στους υ­πό­λοι­πους το­μείς, δεν βλέ­πω να έ­χει υ­πάρ­ξει το ό­ποιο κυ­βερ­νη­τι­κό έρ­γο. Ού­τε οι υ­πουρ­γοί του ΠΑ­ΣΟΚ και της ΔΗ­ΜΑΡ φαί­νε­ται να έ­χουν πε­τύ­χει ση­μα­ντι­κά πράγ­μα­τα. Πι­θα­νό­τα­τα έ­χουν α­ντι­στα­θεί λί­γο στις α­πο­λύ­σεις δη­μο­σίων υ­παλ­λή­λων και έ­χουν προ­τεί­νει κά­τι ε­ναλ­λα­κτι­κό, αλ­λά ό­λα αυ­τά εί­ναι μι­κρής εμ­βέ­λειας. Εί­ναι μια κυ­βέρ­νη­ση η ο­ποία δυ­σκο­λεύε­ται να πα­ρου­σιά­σει το ο­ποιο­δή­πο­τε έρ­γο. Αντ' αυ­τού, εμ­φα­νί­ζο­νται διά­φο­ρες πρα­κτι­κές που θυ­μί­ζουν την πιο πα­ρα­δο­σια­κή δε­ξιά, με πρό­σφα­τα τα πα­ρα­δείγ­μα­τα της στά­σης της έ­να­ντι των δη­μο­σιο­γρά­φων αλ­λά και μια σει­ρά άλ­λες ε­νέρ­γειες α­ντεκ­δί­κη­σης. Ακό­μα και το σχή­μα που εί­χε αρ­χι­κώς συμ­φω­νη­θεί στις το­πο­θε­τή­σεις στε­λε­χών, δη­λα­δή 5 η ΝΔ, 3 το ΠΑ­ΣΟ­Κ, 2 η ΔΗ­ΜΑ­Ρ, πραγ­μα­τι­κά θυ­μί­ζει το πιο πα­λαιάς κο­πής πε­λα­τεια­κό κρά­τος.

Πα­ρό­λα αυ­τά, φαί­νε­ται ό­τι α­πό τους τρεις ε­ταί­ρους η ΝΔ κρα­τά­ει περισ­σό­τε­ρο.

Εί­ναι κα­τά τη γνώ­μη μου μάλ­λον α­να­με­νό­με­νο να κρα­τά­ει α­κό­μη, του­λά­χι­στον μέ­χρι να αι­σθαν­θεί ο κό­σμος τα πραγ­μα­τι­κά α­πο­τε­λέ­σμα­τα των μέ­τρων. Όταν θα τα νοιώ­σει ο κό­σμος στην τσέ­πη του α­πό τις γιορ­τές και με­τά, δεν ξέ­ρω τι θα γί­νει. Μην ξε­χνάς ό­τι το πρώ­το μνη­μό­νιο τον Μάιο του 2010 το ΠΑ­ΣΟΚ άρ­χι­σε να το πλη­ρώ­νει α­πό την ά­νοι­ξη του 2011. Μέ­χρι τό­τε και δη­μο­σκο­πι­κά κρα­τού­σε και στις αυ­το­διοι­κη­τι­κές ε­κλο­γές ε­πι­κρά­τη­σε. Η κα­τη­φό­ρα, ε­ξαι­ρε­τι­κά α­πό­το­μη, αρ­χί­ζει 10 μή­νες με­τά το πρώ­το μνη­μό­νιο. Βέ­βαια, τώ­ρα δεν θα πε­ρι­μέ­νου­με 10 μή­νες, διό­τι ή­δη η χώ­ρα και ο κό­σμος βρί­σκε­ται σε α­πό­γνω­ση. Αλλά, πά­ντως, πρώ­τα θα ε­φαρ­μο­στούν τα μέ­τρα και με­τά θα δού­με τις πραγ­μα­τι­κές ε­πι­πτώ­σεις.

Το ΠΑ­ΣΟ­Κ, ό­μως ή­δη κα­ταρ­ρέει…

Οι άλ­λοι δύο ε­ταί­ροι της κυ­βέρ­νη­σης δεν πλη­ρώ­νουν τό­σο τα μέ­τρα, τα ο­ποία έ­τσι και αλ­λιώς ό­λοι τα πε­ρι­μέ­νουν. Το ΠΑ­ΣΟΚ πλη­ρώ­νει την ε­σω­τε­ρι­κή του κρί­ση. Εί­ναι έ­να κόμ­μα το ο­ποίο εί­χε μά­θει στην ήτ­τα του να συ­γκε­ντρώ­νει σχε­δόν το 40% της ψή­φου, 38% εί­ναι το μί­νι­μουμ. Πέ­φτο­ντας ξαφ­νι­κά στο 12%, ση­μαί­νει ό­τι δεν υ­πάρ­χει. Και μά­λι­στα έ­να γε­ρα­σμέ­νο 12%, το ο­ποίο α­πλώς πα­ρα­δο­σια­κά ψή­φι­σε μέ­χρι και τον Ιού­νιο ΠΑ­ΣΟΚ. Ση­μαί­νει ό­τι κομ­μα­τι­κός ορ­γα­νι­σμός δεν υ­πάρ­χει. Υπάρ­χει κά­ποιο στε­λε­χι­κό δυ­να­μι­κό, το ο­ποίο ό­μως αλ­λη­λοϋπο­νο­μεύε­ται. Εκεί­νο που μου έ­χει κά­νει ε­ντύ­πω­ση, κά­τι που δεν φαί­νε­ται, εί­ναι ό­τι υ­πάρ­χουν ο­ρι­ζό­ντιες δια­συν­δέ­σεις σε κά­ποιους συν­δι­κα­λι­στι­κούς ή άλ­λους χώ­ρους. Αλλά αυ­τό δεν εί­ναι το κομ­μα­τι­κό ΠΑ­ΣΟΚ. Εί­ναι οι χώ­ροι που δη­μιουρ­γή­θη­καν, οι σχέ­σεις που οι­κο­δο­μή­θη­καν, οι ο­ρι­ζό­ντιες δια­συν­δέ­σεις που στή­θη­καν, οι ο­ποίες αυ­τή τη στιγ­μή βρί­σκο­νται πε­ρί­που ορ­φα­νές. Δεν έ­χουν πο­λι­τι­κή εκ­προ­σώ­πη­ση, αλ­λά με­τα­ξύ τους έ­χουν αλ­λη­λεγ­γύη.

Λό­γω πε­λα­τεια­κών δε­σμών…

Ναι αλ­λά αυ­τό δεν μπο­ρεί να το κρα­τή­σει το ΠΑ­ΣΟΚ. Ού­τε ο ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ μπο­ρεί να το ε­γκολ­πω­θεί ό­λο, διό­τι πρώ­τον υ­πάρ­χει και υ­γιές κομ­μά­τι, υ­πάρ­χει και κα­θό­λου υ­γιές κομ­μά­τι. Άρα ο ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ, και α­πέ­να­ντι σε αυ­τόν τον κό­σμο των μι­κρο­με­σαίων στε­λε­χών σε κοι­νω­νι­κούς χώ­ρους, εί­ναι υ­πο­χρεω­μέ­νος να έ­χει μια πο­λύ αμ­φί­θυ­μη α­ντι­με­τώ­πι­ση. Αλλά, για να γυ­ρί­σω στο ΠΑ­ΣΟ­Κ, ως κόμ­μα σχε­δόν έ­χει κλεί­σει τον κύ­κλο του.

Υπάρ­χει και ο Λο­βέρ­δος, ο ο­ποίος λέει να συ­γκρο­τή­σου­με τον σο­σιαλ­δη­μο­κρα­τι­κό χώ­ρο και ο Χρυ­σο­χοϊδης που λέει πά­με να φτιά­ξου­με τη με­γά­λη πα­τριω­τι­κή ευ­ρω­παϊκή πα­ρά­τα­ξη.

Στο ΠΑ­ΣΟ­Κ, ε­πει­δή εί­ναι σε τε­ρά­στια κρί­ση, υ­πάρ­χουν τρεις ε­πι­λο­γές. Η μια που προω­θεί ο Βε­νι­ζέ­λος, μάλ­λον α­νε­πι­τυ­χώς, εί­ναι να α­να­συ­γκρο­τη­θεί το ΠΑ­ΣΟ­Κ, δια­τη­ρού­με­νο στο 12%, και με­τά βλέ­που­με. Η δεύ­τε­ρη που ε­ξέ­φρα­σε κά­ποια στιγ­μή ο Λο­βέρ­δος, ή­ταν έ­να και­νούρ­γιο κόμ­μα, αλ­λά δεν περ­πα­τά­ει, δεν έ­χει χώ­ρο ύ­παρ­ξης. Η τρί­τη ε­πι­λο­γή εί­ναι η με­γά­λη πα­τριω­τι­κή ευ­ρω­παϊκή πα­ρά­τα­ξη με τη ΝΔ, ό­πως έ­κα­νε ο Πα­πά­γος το 1951-52. Έχω την αί­σθη­ση ό­τι ο­δη­γού­νται σε η­γε­τι­κή σύ­γκρου­ση με­τα­ξύ Βε­νι­ζέ­λου και Λο­βέρ­δου. Ακρι­βώς ε­πει­δή ο Χρυ­σο­χοϊδης δεν φαί­νε­ται να έ­χει ελ­πί­δα σε μια τέ­τοια σύ­γκρου­ση η­γε­τών, α­ντι­προ­τεί­νει την με­γά­λη πα­τριω­τι­κή ευ­ρω­παϊκή πα­ρά­τα­ξη.

 

Η ΔΗ­ΜΑΡ σε πο­λι­τι­κή δί­νη

 

Η «υ­πεύ­θυ­νη α­ρι­στε­ρά», η ΔΗ­ΜΑ­Ρ, βρί­σκε­ται στο ε­πί­κε­ντρο της κρί­σης.

Άλλη εί­ναι η ΔΗ­ΜΑΡ του Μαΐου του 2012, άλ­λη του Ιου­νίου και άλ­λη η ση­με­ρι­νή. Εννοώ σε ε­πί­πε­δο ψη­φο­φό­ρου. Του Μαΐου ή­ταν σα­φώς έ­να κόμ­μα προ­ερ­χό­με­νο α­πό τον ευ­ρύ­τε­ρο χώ­ρο της Αρι­στε­ράς. Τον Ιού­νιο έ­χα­σε πε­ρί­που μιά­μι­ση πο­σο­στιαία μο­νά­δα α­πό α­ρι­στε­ρά, που πή­γε στον ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ, και κέρ­δι­σε πε­ρί­που 1,5% α­πό τα δε­ξιά, που ε­ξε­τί­μη­σε τη στά­ση του Κου­βέ­λη. Το κέ­ντρο βά­ρους του ε­κλο­γι­κού σώ­μα­τος εί­χε πά­ει λί­γο δε­ξιό­τε­ρα και με αυ­τή την έν­νοια η συμ­με­το­χή στη συ­γκυ­βέρ­νη­ση δεν ερ­χό­ταν σε α­ντί­θε­ση με το ε­κλο­γι­κό του σώ­μα. Σή­με­ρα, έ­να κομ­μά­τι α­πό τους ψη­φο­φό­ρους του Ιου­νίου, πιο α­ρι­στε­ρό­στρο­φο, την έ­χουν ε­γκα­τα­λεί­ψει. Όμως δη­μο­σκο­πι­κά ε­πι­βιώ­νει πε­ρί­που στο ί­διο ε­πί­πε­δο συλ­λέ­γο­ντας ναυα­γούς του ΠΑ­ΣΟΚ. Εάν το κυ­βερ­νη­τι­κό εγ­χεί­ρη­μα πε­τύ­χαι­νε, τό­τε η ΔΗ­ΜΑΡ ό­ντως θα ή­ταν αυ­τή η ο­ποία θα μπο­ρού­σε να καρ­πω­θεί τον κε­ντρο­α­ρι­στε­ρό χώ­ρο της συ­γκυ­βέρ­νη­σης με πο­λύ κα­λύ­τε­ρες προο­πτι­κές α­πό το ΠΑ­ΣΟΚ. Δεν εί­μαι βέ­βαιος ού­τε ό­τι θα πε­τύ­χει το κυ­βερ­νη­τι­κό εγ­χεί­ρη­μα ού­τε ό­τι θα πε­τύ­χει η ΔΗ­ΜΑΡ να εκ­φρά­σει αυ­τό το χώ­ρο. Ού­τε το ΠΑ­ΣΟΚ μπο­ρεί, ό­πως εί­ναι αυ­τή τη στιγ­μή, να α­να­κάμ­ψει. Η κρί­ση θα εκ­φρα­στεί στον πιο α­δύ­να­μο κρί­κο και αυ­τή τη στιγ­μή ε­νώ ή­ταν το ΠΑ­ΣΟΚ ο πιο α­δύ­να­μος κρί­κος, φαί­νε­ται ό­τι και η ΔΗ­ΜΑΡ μπαί­νει σε αυ­τή τη δί­νη.

Αυ­τά που εί­πες στην αρ­χή για κυ­βέρ­νη­ση πα­λαιάς δε­ξιάς δεν έ­χουν α­ντί­κτυ­πο στους φι­λε­λεύ­θε­ρους της ΔΗ­ΜΑ­Ρ;

Προ­φα­νώς. Η δυ­σα­νε­ξία που δεί­χνει η ΔΗ­ΜΑΡ στην κυ­βερ­νη­τι­κή της συμ­με­το­χή την τε­λευ­ταία ε­βδο­μά­δα, έ­χει να κά­νει α­κρι­βώς ό­χι μό­νο με τη συ­γκε­κρι­μέ­νη ρύθ­μι­ση, αλ­λά με το ό­τι αι­σθά­νε­ται ε­γκλω­βι­σμέ­νη σε μια δε­ξιά κυ­βέρ­νη­ση. Δεν ή­ταν μα­θη­μέ­νοι, ε­κτός ε­λα­χί­στων πε­ρι­πτώ­σεων, σε ό­λο αυ­τό το ε­ξου­σια­στι­κό α­λι­σβε­ρί­σι.

 

Η Χρυ­σή Αυ­γή διεκ­δι­κεί ρό­λο στη δε­ξιά

 

Η Χρυ­σή Αυ­γή φαί­νε­ται ό­τι ε­κτι­νάσ­σε­ται…

Έχει α­νο­δι­κή τά­ση. Το ε­πί­πε­δο του 10% δεί­χνει να το έ­χει αγ­γί­ξει ή να το έ­χει ξε­πε­ρά­σει. Δεν έ­χει βέ­βαια στα­θε­ρο­ποιη­μέ­νο α­κρο­α­τή­ριο. Τα κέρ­δη δεν εί­ναι α­κό­μη πα­γιω­μέ­να. Προέρ­χο­νται κα­τά το με­γα­λύ­τε­ρο μέ­ρος α­πό το χώ­ρο της ΝΔ. Η ΧΑ πλέ­ον έ­χει α­πό ό,τι φαί­νε­ται, τη στρα­τη­γι­κή να α­πο­κτή­σει και σα­φές ι­δε­ο­λο­γι­κό σή­μα ε­ντός του ευ­ρύ­τε­ρου χώ­ρου της δε­ξιάς. Δεν εί­ναι το α­πλώς α­ντι­συ­στη­μι­κό κόμ­μα να­ζι­στι­κής χροιάς. Εντάσ­σε­ται στο χώ­ρο της δε­ξιάς, της πιο πα­ρα­δο­σια­κής, δεν εί­ναι μό­νο στό­χος οι με­τα­νά­στες, εί­ναι και οι α­ρι­στε­ροί. Σα­φώς, το σύν­θη­μα "τι­μή στους χί­τες και τους ταγ­μα­τα­σφα­λί­τες" που φω­νά­ζα­νε στον Με­λι­γα­λά, δεί­χνει ό­τι το­πο­θε­τεί­ται στον α­ντί­πο­δα του ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ και του ΚΚΕ, αλ­λά κυ­ρίως του ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ. Εάν, ε­πο­μέ­νως, η κυ­βέρ­νη­ση αρ­χί­ζει να φυλ­λο­ρο­εί, αυ­τό θα τρο­φο­δο­τεί την ΧΑ. Η ΧΑ φαί­νε­ται ε­πι­πλέ­ον ό­τι έ­χει υιο­θε­τή­σει έ­ναν α­κτι­βι­σμό που εί­ναι στα ό­ρια της νο­μι­μό­τη­τας. Παί­ζει ε­ντυ­πω­σια­κά με την ο­ρια­κή πρό­κλη­ση. Και κερ­δί­ζει στον κό­σμο στον ο­ποίο α­πευ­θύ­νε­ται. Ένα φαι­νό­με­νο εκ­φα­σι­σμού δεν α­ντι­με­τω­πί­ζε­ται διοι­κη­τι­κά. Πο­λι­τι­κά, ε­πί­σης, εί­ναι δύ­σκο­λο να α­ντι­με­τω­πι­στεί, για­τί ο κό­σμος στον ο­ποίο α­πευ­θύ­νε­ται η ΧΑ δεν α­κούει ε­σέ­να, δεν πρό­κει­ται να α­κού­σει κα­νέ­ναν α­ρι­στε­ρό ή φι­λε­λεύ­θε­ρο. Αυ­τή εί­ναι η με­γά­λη δυ­σκο­λία.

Όμως, η ΧΑ ό­τι έ­χει ει­σχω­ρή­σει στα κοι­νω­νι­κά στρώ­μα­τα εμπράκτως. Φτιά­χνει, π.χ., κοι­νω­νι­κό πα­ντο­πω­λείο, γρα­φεία ευρέσεως ερ­γα­σίας…

Σε αυ­τή τη φά­ση, τώ­ρα που έ­χει ι­σχυ­ρο­ποιη­θεί, διεκ­δι­κεί ση­μα­ντι­κό ρό­λο στην ευ­ρύ­τε­ρη οι­κο­γέ­νεια της δε­ξιάς. Η κοι­νο­βου­λευ­τι­κή δε­ξιά, η ΝΔ α­πό το 1974 και με­τά, ό­πως εί­χε συμ­βεί και με την κοι­νο­βου­λευ­τι­κή δε­ξιά την πε­ρίο­δο α­πό το 1950 έως το 1967 που εί­χε εν­σω­μα­τώ­σει ό­λο το βα­θύ χυ­λό της α­κρο­δε­ξιάς, αυ­τό εί­χε μέ­σα της τα α­κρο­δε­ξιά ι­δε­ο­λο­γή­μα­τα και α­πλώς δεν έ­βγαι­νε στον πο­λι­τι­κό λό­γο της. Τώ­ρα η ΧΑ προ­σπα­θεί να α­πο­σπά­σει έ­να κομ­μά­τι του κό­σμου, να α­πε­νο­χο­ποιή­σει αυ­τόν τον φα­σί­ζο­ντα πο­λι­τι­κό λό­γο και να μπο­ρεί ο άλ­λος, που τα έ­λε­γε αυ­τά στο κα­φε­νείο αλ­λά δεν τα έ­λε­γε πιο έ­ξω και ψή­φι­ζε κα­νο­νι­κά ΝΔ, να ψη­φί­σει ΧΑ, για­τί τα ί­δια λέει. Συμ­φω­νώ για την α­νά­γκη πα­ρου­σίας και α­ντι­πα­ρά­θε­σης στο κοι­νω­νι­κό ε­πί­πε­δο, στο πο­λι­τι­κό τη βρί­σκω πιο δύ­σκο­λο.

 

Ο τα­ξι­κός και η­λι­κια­κός δι­χα­σμός της κοι­νω­νίας

 

Ο ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ στις δη­μο­σκο­πή­σεις ξε­περ­νά­ει τη ΝΔ, ε­νώ στην πα­ρά­στα­ση νί­κης έ­χει εμ­φα­νή κυ­ριαρ­χία. Οι κοι­νω­νι­κές συμ­μα­χίες του ποιες εί­ναι;

Με ό­ποιον και να κου­βε­ντιά­σεις, εί­τε ο­πα­δό εί­τε και α­ντί­πα­λο του ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ, ό­λοι πε­ρι­μέ­νουν ό­τι έρ­χε­ται η ώ­ρα του. Η πα­ρά­στα­ση νί­κης δεί­χνει μια ε­μπε­δω­μέ­νη ει­κό­να στην κοι­νω­νία, η ο­ποία βα­σί­ζε­ται, κα­τά τη γνώ­μη μου, και στις πο­λύ κα­λές εμ­φα­νί­σεις Τσί­πρα. Λέει ό­τι ο ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ εί­ναι η δύ­να­μη του μέλ­λο­ντος. Η δυ­να­μι­κή του ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ ό­πως εκ­φρά­στη­κε το Μάιο και α­κό­μα ε­ντο­νό­τε­ρα τον Ιού­νιο, ή­ταν έ­νας τα­ξι­κός και έ­νας η­λι­κια­κός δι­χα­σμός της κοι­νω­νίας. Οι ε­κλο­γές του Ιου­νίου ή­ταν οι πιο τα­ξι­κά πο­λω­μέ­νες ε­κλο­γές α­πό τη με­τα­πο­λί­τευ­ση και για πρώ­τη φο­ρά, τό­σο τον Μάιο ό­σο και τον Ιού­νιο, εί­χα­με έ­ναν η­λι­κια­κό δι­χα­σμό πρω­το­φα­νή για τα ελ­λη­νι­κά δε­δο­μέ­να. Εί­ναι σαν να εί­χα­με δύο Ελλά­δες, μια ά­νω των 50 και μια κά­τω των 50, οι ο­ποίες δεν ε­πι­κοι­νω­νού­σαν με­τα­ξύ τους. Αυ­τό το φαι­νό­με­νο νο­μί­ζω ό­τι ε­ξα­κο­λου­θεί να ι­σχύει. Πρό­κει­ται για έ­ναν ελ­πι­δο­φό­ρο για το ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ δι­χα­σμό, αλ­λά και ε­ξαι­ρε­τι­κά ε­πι­κίν­δυ­νο για την κοι­νω­νία. Στις ε­πό­με­νες ε­κλο­γές θα έ­χου­με α­κό­μη με­γα­λύ­τε­ρη με­γέ­θυν­ση. Αν α­κού­σει κα­νείς πώς μι­λά­νε οι πλού­σιοι, ας πού­με, για τον ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ, ό­τι αν γί­νει κυ­βέρ­νη­ση ε­μείς θα φύ­γου­με α­πό την Ελλά­δα κλπ θα κα­τα­λά­βει. Αυ­τό το πά­θος δεν το έ­χω ξα­να­δεί πριν ού­τε για τον Α. Πα­παν­δρέ­ου το 1981 που εί­χε φτια­χτεί μια μυ­θο­λο­γία. Τέ­τοιο χά­σμα δεν έ­χω ξα­να­δεί.

Από πού αν­τλεί δυ­νά­μεις ο ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ και πώς μπο­ρεί να αν­τλή­σει περισ­σό­τε­ρες;

Με αυ­τό το σχή­μα και αν­τλεί δυ­νά­μεις α­πό ό­σους πλήτ­το­νται α­πό την οι­κο­νο­μι­κή πο­λι­τι­κή. Όσοι δεν πά­νε στη ΧΑ στρέ­φο­νται προς τον ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ. Και προ­φα­νώς δεν υ­πάρ­χει σύ­γκρι­ση ποιος εί­ναι ελ­κυ­στι­κό­τε­ρος. Η ΧΑ εί­ναι ελ­κυ­στι­κή μό­νο για τα συ­γκε­κρι­μέ­να στρώ­μα­τα που εί­πα­με προ­η­γου­μέ­νως. Αυ­τό που πε­ρι­μέ­νει κα­νείς α­πό τον ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ εί­ναι μια πε­ρισ­σό­τε­ρο ε­νιαία εμ­φά­νι­ση, χω­ρίς τις κα­κο­φω­νίες τις ο­ποίες α­κό­μα έ­χει. Εί­ναι ση­μα­ντι­κό για τον κό­σμο. Άλλο πράγ­μα εί­ναι έ­να δη­μο­κρα­τι­κά ορ­γα­νω­μέ­νο κόμ­μα που έ­χει τις τά­σεις του αλ­λά έ­χει ε­νιαία γραμ­μή, και άλ­λο πράγ­μα εί­ναι να βγαί­νει ο κα­θέ­νας και να λέει άλ­λα πράγ­μα­τα α­πό αυ­τά που εί­πε ο προ­η­γού­με­νος. Ο ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ πέ­τυ­χε τη με­γά­λη νί­κη τον Μάιο, διό­τι πή­ρε την α­πό­φα­ση να μι­λή­σει για κυ­βέρ­νη­ση της α­ρι­στε­ράς και ε­πι­βρα­βεύ­τη­κε με 27%. Δεν θα έ­λε­γα ό­τι τον Ιού­νιο εί­χε κυ­βερ­νη­τι­κό πρό­γραμ­μα, αλ­λά για πρώ­τη φο­ρά εί­χε αρ­χί­σει να δια­τυ­πώ­νει κυ­βερ­νη­τι­κό πρό­γραμ­μα. Αυ­τό φαί­νε­ται να προ­χω­ρά­ει και να γί­νε­ται πιο σα­φές, πιο συ­γκε­κρι­μέ­νο. Εί­ναι ό­μως το α­πα­ραί­τη­το στοι­χείο για να πεί­σεις αυ­τόν που σή­με­ρα δεν εί­ναι α­κό­μη ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ, ό­τι μπο­ρεί να σε ε­μπι­στευ­τεί. Και πα­ρά την πρόο­δο που έ­χει γί­νει, δεν μπο­ρώ να πω ό­τι αυ­τό υ­πάρ­χει.

 

Η α­ντί­δρα­ση του συ­στή­μα­τος

 

Τι γί­νε­ται με το σύ­στη­μα; Πώς θα α­ντι­με­τω­πί­σει την εν­δε­χό­με­νη κυ­βέρ­νη­ση του ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ; Φο­βι­κά, αυ­ταρ­χι­κά; Θα προ­σπα­θή­σει να τον εν­σω­μα­τώ­σει;

Για να τον εν­σω­μα­τώ­σει εί­ναι α­κό­μα πο­λύ νω­ρίς. Και δεν νο­μί­ζω ό­τι θα το προ­σπα­θή­σει. Πι­θα­νόν να προ­σπα­θή­σει λί­γο να α­πα­λύ­νει την α­ντι­πα­ρά­θε­ση. Μια εκ­δο­χή α­ντί­δρα­σης εί­ναι η με­γά­λη ευ­ρω­παϊκή πα­τριω­τι­κή πα­ρά­τα­ξη, την ο­ποία ευαγ­γε­λί­ζε­ται ο Χρυ­σο­χοί­δης, εν­δε­χο­μέ­νως και ο Σα­μα­ράς. Με την ελ­πί­δα ό­τι φο­βί­ζο­ντας θα κερ­δί­σεις. Αυ­τή η εκ­δο­χή έ­χει δύο μειο­νε­κτή­μα­τα. Το έ­να εί­ναι ό­τι δεν εί­ναι σί­γου­ρο πως εί­ναι νι­κη­φό­ρα συμ­μα­χία. Μπο­ρεί και να χά­σει. Κι αν χά­σει έ­τσι, κα­ταρ­ρέει. Και το ό­τι μπο­ρεί να χά­σει, έ­χει να κά­νει και με την αυ­το­νό­μη­ση της λαι­κής δε­ξιάς και την ά­νο­δο της ΧΑ. Εάν τους εί­χε και αυ­τούς εν­σω­μα­τώ­σει, θα εί­χε πο­λύ με­γα­λύ­τε­ρες πι­θα­νό­τη­τες. Επει­δή ό­μως αυ­τοί εύ­χο­νται την κα­τάρ­ρευ­ση της ΝΔ ή αυ­τής της «φι­λο­ευ­ρω­παϊκής» πα­ρά­τα­ξης για να την υ­πο­κα­τα­στή­σουν και να γί­νουν το με­γά­λο κόμ­μα, προ­φα­νώς δεν θα τους κά­νουν το χα­τή­ρι.

Ένα δεύ­τε­ρο μειο­νέ­κτη­μα εί­ναι ό­τι έ­χουν μπλο­κα­ρι­στεί α­πό τον ε­κλο­γι­κό νό­μο. Εκεί­νη η η­λί­θια διά­τα­ξη που α­πα­γο­ρεύει να δο­θεί το πριμ στους συ­να­σπι­σμούς κομ­μά­των, αυ­τή τη στιγ­μή λει­τουρ­γεί ε­να­ντίον μιας πο­λι­τι­κής σύ­μπρα­ξης ΝΔ και ΠΑ­ΣΟ­Κ, στην ο­ποία θα μπο­ρού­σε να μπει α­κό­μη και η ΔΗ­ΜΑΡ μέ­σα, αν ή­ταν έ­να μέ­τω­πο ό­που ο κα­θέ­νας εί­ναι αυ­τό­νο­μος και α­νε­ξάρ­τη­τος. Για να αλ­λά­ξει αυ­τή η ρύθ­μι­ση, θέ­λει 200 βου­λευ­τές. Δεν νο­μί­ζω ό­τι θα κά­τσει κα­νείς να τους κά­νει τη χά­ρη. Το να ε­νω­θούν σε έ­να κόμ­μα α­πο­κλείει τη ΔΗ­ΜΑ­Ρ, ά­ρα πε­ριο­ρι­ζό­μα­στε στη ΝΔ και στο ΠΑ­ΣΟΚ. Έχει πρό­βλη­μα η ε­νο­ποίη­ση, ό­σο υ­πο­βαθ­μι­σμέ­να και να εί­ναι τα brand name ΠΑ­ΣΟΚ και ΝΔ. Έτσι και αλ­λιώς υ­πάρ­χει θέ­μα ε­κλο­γι­κού νό­μου. Με το κα­τα­κερ­μα­τι­σμέ­νο κομ­μα­τι­κό σύ­στη­μα που υ­πάρ­χει, το μό­νο ε­κλο­γι­κό σύ­στη­μα που θα μπο­ρού­σε να α­πο­φορ­τί­σει την κα­τά­στα­ση, εί­ναι μια α­να­λο­γι­κή.

Η Ευ­ρώ­πη πώς θα α­ντι­δρά­σει;

Η Ευ­ρω­πη έ­χει α­πο­δεί­ξει μέ­χρι στιγ­μής ό­τι εί­ναι α­νί­κα­νη να α­ντι­με­τω­πί­σει τις κρί­σεις με ο­ρα­μα­τι­κό τρό­πο. Μό­νο δια­χεί­ρι­ση μέ­ρα με τη μέ­ρα κά­νει. Και αυ­τό το ο­ρα­μα­τι­κά μη­δέν ση­μαί­νει διά­χυ­ση του ευ­ρω­σκε­πτι­κι­σμού στην Ευ­ρώ­πη συ­νο­λι­κά. Με αυ­τή την έν­νοια θεω­ρώ ό­τι εί­ναι υ­πο­χρεω­μέ­νη η η­γε­σία της Ευ­ρώ­πης να κά­νει κά­τι του­λά­χι­στον μέ­χρι το τέ­λος του 2013.Πι­στεύω ό­τι έ­χουν πά­ρει την α­πό­φα­ση ό­τι θα κρα­τή­σουν την Ελλά­δα ε­ντός του ευ­ρώ, ά­ρα ε­φαρ­μό­ζουν τις ι­δε­ο­λη­ψίες τους μέ­χρι ε­κεί που τους παίρ­νει. Το βα­σι­κό πρό­βλη­μα δεν εί­ναι η Ελλά­δα πλέ­ον. Το βα­σι­κό πρό­βλη­μα εί­ναι η Ευ­ρώ­πη. Η Ελλά­δα εί­ναι το μο­ντέ­λο του τι πε­ρι­μέ­νει τους υ­πό­λοι­πους σε μια Ευ­ρώ­πη ό­πως την ο­ρα­μα­τί­ζο­νται. Σί­γου­ρα ό­μως και σε αυ­τό το μο­ντέ­λο κά­ποιες εκ­πτώ­σεις θα κά­νουν. Νο­μί­ζω ό­τι το ο­ρό­ση­μο θα εί­ναι οι γερ­μα­νι­κές ε­κλο­γές.

 

Κυβέρνηση της αριστεράς και ΣΥΡΙΖΑ

 

Θα πρέπει να επιμείνει στη γραμμή του ο ΣΥΡΙΖΑ για κυβέρνηση της Αριστεράς;

Δεν μπορείς να φτιάξεις τίποτε άλλο παρά μια κυβέρνηση της Αριστεράς. Το θέμα είναι ότι για αυτή τη κυβέρνηση της αριστεράς δεν αρκεί ΚΚΕ και ΑΝΤΑΡΣΥΑ. Άρα, θα πρέπει σε αυτή την κυβέρνηση της Αριστεράς να υπάρχει χώρος και για τη σοσιαλδημοκρατία.

 

Με πολιτική ηγεμονία της Αριστεράς.

 

Εκλογικά η ηγεμονία βρίσκεται. Ακόμα και αν αθροίζαμε ΠΑΣΟΚ και ΔΗΜΑΡ, πήραν 18,5%. Από εκεί και πέρα, αφού έχεις την αριθμητική ηγεμονία, έχεις και την πολιτική. Είναι δεδομένο ότι μια κυβέρνηση της αριστεράς θα είναι υπό την ηγεμονία του ΣΥΡΙΖΑ. Δεν γίνεται αλλιώς.

Υπάρχουν φωνές που λένε, να ανοιχτούμε να βάλουμε νερό στο κρασί μας, μη φοβηθεί ο κόσμος…

Αισθάνομαι ότι υπάρχουν δύο αντιρρήσεις. Η μια να μη νοθεύσουμε το κρασί μας, να είμαστε πρώτα κινηματικοί αριστεροί και μετά κυβερνητικοί. Η άλλη, αφού θα έχουμε κυβέρνηση της Αριστεράς, ας νοθεύσουμε αρκετά το κρασί για να μπορέσουν να συμπράξουν και άλλες δυνάμεις. Θεωρώ εξαιρετικά πρόωρη αυτή τη κουβέντα. Πριν φτάσουμε στο σημείο που να μπορεί να υλοποιηθεί μια κυβέρνηση της αριστεράς, το να θέλουμε να κατοχυρώσουμε την αριστερή ορθοδοξία είναι μια μάχη οπισθοφυλακής. Η βιασύνη να είμαστε όσο πιο κυβερνητικοί γίνεται σε μια φάση που δεν υπάρχουν άλλοι σύμμαχοι, είναι και αυτό άνευ σημασίας. Όταν θα υπάρξει ενδεχόμενο αριστερής κυβέρνησης, τότε προφανώς θα δεις τι συμμαχίες θα κάνεις. Αν υποθέσουμε ότι ο ΣΥΡΙΖΑ ερχόταν πρώτος τον Ιούνιο, δεν θα έπρεπε να συμμαχήσει με κάποιους για να κάνει κυβέρνηση; Άρα δεν θα έπρεπε να νερώσει το κρασί του τότε; Θα έπρεπε. Θα ήταν υποχρεωμένος. Κατά τη γνώμη μου τον Ιούνιο δεν ήταν ώριμος. Ο κόσμος ήταν ώριμος. Ο κόσμος το ήθελε αυτό το πράγμα και για αυτό και ανέβασε τον ΣΥΡΙΖΑ τόσο ψηλά. Οι συσχετισμοί δύναμης τον Ιούνιο δεν ήταν αυτοί που θα επέτρεπαν μια λειτουργική κυβέρνηση της αριστεράς. Ας περιμένουμε.

Οι πολίτες τώρα δεν βγαίνουν, τουλάχιστον στο βαθμό που απαιτείται, στους δρόμους…

Βγαίνω στους δρόμους επειδή κάτι περιμένω. Εγώ περιμένω να βγούνε στους δρόμους, όταν τα μέτρα θα υλοποιούνται. Τότε περιμένω την κοινωνική δυναμική. Προς το παρόν, νομίζω ότι όλοι είναι σε αναμονή. Το ίδιο έγινε και στην προηγούμενη φάση. Ένας χρόνος πέρασε πολιτικά από τα μέτρα Παπανδρέου και μετά άρχισε ο κόσμος να κινείται.

* Ο Η. Νι­κο­λα­κό­που­λος εί­ναι πο­λι­τι­κός ε­πι­στή­μο­νας, κα­θη­γη­τής στο Πα­νε­πι­στή­μιο της Αθή­νας.

ΠΗΓΗ: Δευτέρα, 05 Νοεμβρίου 2012, http://www.epohi.gr/portal/politiki/12874  Το είδα: 09/11/2012,   http://www.left.gr/article.php?id=12658

Οι κακοί σαμαρίτες…

Οι κακοί σαμαρίτες…

 

Του παπα Ηλία Υφαντή

 

Κάποιος δοκησίσοφος νομικός θέλησε να παγιδεύσει το Χριστό. Και τον ανάγκασε να πει την παραβολή του «Καλού Σαμαρείτη», που αποτελεί την ευστοχότερη ανατομία της πανανθρώπινης κοινωνίας:

«Κάποιος άνθρωπος, είπε ο Χριστός, κατέβαινε από τα Ιεροσόλυμα στην Ιεριχώ και έπεσε σε ενέδρα ληστών Οι οποίοι αφού τον χτύπησαν και τον λήστεψαν, τον εγκατέλειψαν μισoπεθαμένο. Πέρασε, από κει ένας ιερέας. Κι, ενώ τον είδε, τον εγκατέλειψε αβοήθητο. Το ίδιο κι ένας λευίτης. Όμως κάποιος Σαμαρείτης, που περνούσε από κει, τον σπλαχνίστηκε και τον περιέθαλψε….».

Τι μας λέει η παραβολή αυτή, στην κοινωνική της διάσταση; Από το ένα μέρος μας μιλάει για το λαό κι από το άλλο για τους ληστές. Και δεν έχει καμιά σημασία, αν οι ληστές αυτοί εμπίπτουν στην αρμοδιότητα του κοινού ποινικού κώδικα, ή πρόκειται για νόμιμους κακούργους: Βασιλιάδες, δηλαδή, πρωθυπουργούς, βουλευτές και πάσης φύσεως εκπροσώπους της άρχουσας αναρχίας, που καταδυναστεύουν και καταληστεύουν τους λαούς.

Κι ανάμεσα στους θύτες και τα θύματα, ανάμεσα στους ληστές και το λαό, είναι οι εκπρόσωποι της θρησκείας και του νόμου: Οι ιερείς και οι λευίτες, σύμφωνα με την παραβολή. Που ενσαρκώνουν – υποτίθεται – την αγάπη και τη δικαιοσύνη. Και έχουν ως έργο τους να προστατεύουν το λαό απ' τους ληστές.

Κι όμως, όταν έρχεται η ώρα του καθήκοντος, λιποτακτούν. Και πολύ συχνά, όχι μόνο δεν συμπαραστέκονται στους κατατρεγμένους, αλλά και συμπράττουν και διαπλέκονται κιόλας με τους διώκτες τους.

Και φτάνουν στο άθλιο κατάντημα ακόμη και να παρασημοφορούν τους διώκτες του λαού. Ευλογώντας την τυραννία και τη ληστεία. Και διδάσκοντας στους λαούς την τυφλή υποταγή, στο έγκλημα και την κακουργία. Των «εντιμότατων», πάντα, και «εξοχότατων» λήσταρχων και απατεώνων…. Αν δεν γίνονται και οι ίδιοι, τύραννοι και εκμεταλλευτές χειρότεροι κι απ' τους διώκτες και υπονομευτές του κοινωνικού συνόλου… Και γιατί λιποτακτούν οι άνθρωποι της θρησκείας και του νόμου; Γιατί δεν έχουν, λέει η παραβολή, σπλάχνα.

Αν θυμάμαι καλά, όταν ταριχεύουν τα πτώματα, τους αφαιρούν τα σπλάχνα.Κατά παρόμοιο τρόπο, και οι λυκάνθρωποι της εξουσίας αφαιρούν τα σπλάχνα των ανθρώπων της θρησκείας και του νόμου. Δίνοντάς τους, ως αντιπαροχές, ηγεμονικές αποδοχές και σκανδαλώδη προνόμια.

Γι' αυτό και συμπεριφέρονται, συχνά, σαν ταριχευμένα πτώματα. Γι' αυτό οι θρησκείες τους είναι νεκρές και τα νομικά τους κατασκευάσματα αποπνέουν πτωμαΐνη. Γι' αυτό οι θρησκείες τους κάνουν «σταυροφορίες» και «ιερούς» πολέμους και «ιεραποστολικές» εκκαθαρίσεις.

Και τα νομικά τους καθεστώτα σταυρώνουν αθώους και χτίζουν Βαστίλλες και εφευρίσκουν γκέτο βασανιστηρίων, όπως το Γκουαντανάμο! Για όσους διαθέτουν ελεύθερη συνείδηση, τους οποίους φροντίζουν να βαφτίζουν «τρομοκράτες». Για να πνίγουν, έτσι, κάθε φωνή και εστία αντίστασης στην αυθαιρεσία τους… Με αποτέλεσμα η σφαγή των προβάτων να γίνεται ανεμπόδιστα και ανεξέλεγκτα. Και με τέτοιο, μάλιστα, τρόπο, ώστε να θεωρείται και έργο… θεάρεστο! Όπου όμως οι εκπρόσωποι της θρησκείας και του νόμου λιποτακτούν, οι άνθρωποι, που έχουν σπλάχνα, τολμούν. 

Ο Σαμαρείτης, που είδε και σπλαχνίστηκε το μισοπεθαμένο άνθρωπο, δεν περιορίστηκε να προσφέρει μόνο τις «πρώτες βοήθειες». Τον μετέφερε στο πανδοχείο, που, όπως φαίνεται, πρόσφερε, την εποχή εκείνη, και νοσοκομειακές υπηρεσίες. Και ανέλαβε τα έξοδά του, μέχρι την τελειωτική θεραπεία… Και θα το έκανε αυτό, έστω κι αν είχε εναντίον του – όπως συχνά συμβαίνει – και τους ανθρώπους της θρησκείας και του νόμου. Ακόμη-ακόμη και αυτά τα θύματα της ληστείας…

Όπως ακριβώς και στην περίπτωση του Χριστού. Όπου ο πολύπλευρα ευεργετημένος απ' το Χριστό λαός ήταν, που φώναζε το «άρον-άρον, σταύρωσον αυτόν»!  Που σημαίνει ότι, όσο η ασπλαχνία δεν έχει όρια, τόσο και περισσότερο η ευσπλαχνία είναι απεριόριστη και ανεξάντλητη. Και δεν σταματάει ποτέ και πουθενά. Και φτάνει ακόμη και μέχρι το…Σταυρό!…

Δεν επέλεξε, τυχαία, ο Χριστός το Σαμαρείτη. Τον επέλεξε, γιατί ο Σαμαρείτης για τους ανθρώπους της θρησκείας και του νόμου εθεωρείτο απόβλητος, παράνομος, σχισματικός, αιρετικός… Το παράδειγμα του Σαμαρείτη ήταν η γροθιά του Χριστού στη βιτρίνα του κατεστημένου.

Θέλησε να συντρίψει τους τύπους, τις ετικέτες και τις πάσης φύσεως ταμπέλες των «παναγιότατων» και «μακαριότατων» και «εξοχότατων», γραμματέων και φαρισ αίων, της κάθε εποχής. Πίσω απ' τις οποίες κρύβεται και ελλοχεύει η νωθρότητα, η αδιαφορία, η λιποταξία, η συμπαιγνία, η προδοσία και το έγκλημα.

Κι από το άλλο μέρος θέλησε να αναδείξει τη μοναδική μεγαλειότητα και σεβασμιότητα και εξοχότητα, που εκπροσωπεί το Θεό της αγάπης και της δικαιοσύνης. 

Και που είναι ο άνθρωπος, που έχει σπλάχνα και υπηρετεί το συνάνθρωπό του: Τον άρρωστο, τον πεινασμένο. Και τον καθένα, που καταδυναστεύεται και καταληστεύεται. Γιατί μόνο αυτός, ο συμπαραστάτης, σύμφωνα με την παραβολή, είναι ο «πλησίον». Και κανένας άλλος!…

 Όλοι οι άλλοι είναι συνεργάτες και συνεταίροι της ληστοσυμμορίας. Κι ας έχουν βαρύγδουπους τίτλους… Κι ας φορούνε επιβλητικές τηβέννους και χρυσοποίκιλτα άμφια!…. Και πολύ περισσότερο, αν φιγουράρουν, ως «σωτήρες».

Όπως οι 153 κακοί Σαμαρείτες, που υπερψήφισαν, στη Βουλή, το ληστρικό και δολοφονικό πολυνομοσχέδιο. Και χειροκρότησαν, ενθουσιωδώς, το «θρίαμβο» του ξεπουλήματος της πατρίδας και της δολοφονίας του λαού της.

Κι ακόμη πιο πέρα οι αμετανόητοι ψηφοφόροι τους. Που, όχι μόνο δεν είναι «πλησίον» στους συνανθρώπους τους. Αλλά τους χωρίζουν άβυσσοι μίσους και κακουργίας.

Κι ακόμη μεγαλύτεροι άβυσσοι απ' το Θεό και τη δικαιοσύνη του.


παπα-Ηλίας,  Νοεμβρίου 10, 2012,  http://papailiasyfantis.wordpress.com/2012/11/10/…82/  

Πρωτοβουλία Χριστιανών antirafana

Πρωτοβουλία Χριστιανών κατά του Εθνοφυλετισμού, Νεοφασισμού, Νεοναζισμού

 


Ως χριστιανοί, μέσα στις ιδιαίτερα κρίσιμες ώρες που περνά η πατρίδα μας, μέσα στα ποικίλα δύσκολα ζητούμενα της συλλογικής μας ύπαρξης, δεν μένουμε διόλου αδιάφοροι από την επικίνδυνη άνοδο του εθνοφυλετισμού, του νεοναζισμού και του νεοφασισμού. Ο χριστιανισμός είναι η θρησκεία της αγάπης και της αδελφοσύνης μεταξύ των ανθρώπων. Η χριστιανική ταυτότητα θα έπρεπε να εξηγεί επαρκώς τις θεμελιώδεις προτεραιότητες της καθημερινότητας, του κοινού βίου και της πολιτείας μας.

 

Η διαδικτυακή ομάδα Πρωτοβουλία Χριστιανών κατά του Εθνοφυλετισμού, Νεοφασισμού, Νεοναζισμού (http://www.facebook.com/groups/christianantirafana/) ξεκίνησε μετά την πρωτοβουλία του κινήματος της Χριστιανικής Δημοκρατίας, το οποίο απέστειλε επίσημο Αίτημα προς την Ιερά Σύνοδο της Ιεραρχίας της Ελλάδος Πνευματικής Καταδίκης του Εθνοφυλετισμού, του Νεοναζισμού και του Νεοφασισμού (11 Σεπτεμβρίου 2012).

Μέσα στις γενικότερες συνθήκες κρίσης που ζει η κοινωνία μας, δεν μπορούμε να παραμείνουμε αδιάφοροι ή αδρανείς, όταν κάποιοι συστηματικά προωθούν αντιδημοκρατικές ιδέες, ανελεύθερα και αυταρχικά πρότυπα, ενώ παράλληλα επιχειρούν να διαστρεβλώνουν τη χριστιανική πίστη μας και την ορθόδοξη παράδοσή μας, παρουσιάζοντάς τες ως μια εθνοκεντρική ιδεολογία. Η συστηματική καλλιέργεια και προώθηση του φανατισμού και της μισαλλοδοξίας, η εξαπάτηση με υποσχέσεις ευτυχίας σε βάρος του άλλου, η στρέβλωση και χειραγώγηση ενός αγνού πατριωτικού αισθήματος, συνιστούν σαφή παραπλάνηση, πολιτική και ιδεολογική εκμετάλλευση του ορθόδοξου πλήρωματος και κυρίως απλών, καλόπιστων ανθρώπων. Επίσης, απόψεις που δόλια και προγραμματικά τείνουν να εξισώνουν τη φασιστική ακροδεξιά με οποιαδήποτε άλλη πολιτική κατεύθυνση, στη βάση του ακτιβισμού ή οτιδήποτε άλλο, τις θεωρούμε επικίνδυνες.

Είμαστε αποφασισμένοι να αντισταθούμε σθεναρά στη χυδαία πολιτική εκμετάλλευση της πίστης μας. Η εμπειρία αυτή και στο παρελθόν έχει αφήσει βαθιές πληγές στο σώμα της Εκκλησίας.

Η Χρυσή Αυγή είναι οργάνωση νεοναζιστική και, ως εκ τούτου, με θεωρητικό υπόβαθρο όχι μόνο βαθύτατα αντιχριστιανικό, αλλά στον αντίποδα της χριστιανικής διδασκαλίας. Το εκρηκτικό μείγμα εθνοφυλετικού, νεοναζιστικού και νεοφασιστικού ιδεολογήματος που προβάλλει συνιστά αιρετική διδασκαλία. Επιπλέον, η ΧΑ είναι εγκληματική οργάνωση με βιτρίνα πολιτικού κόμματος. Κατά συνέπεια, στελέχη της ΧΑ δεν έχουν καμία θέση σε γραφεία Μητροπόλεων και εκκλησιαστικούς φορείς, ούτε μπορούν να εκπροσωπούν την Εκκλησία ή να εμφανίζονται ως προστάτες και αρωγοί της.

Καλούμε τα μέλη της Εκκλησίας, του σώματος του Χριστού, να περιφρουρήσουμε ανόθευτο το ευαγγελικό μήνυμα. Στην κατεύθυνση αυτή, δεν θα ολιγωρήσουμε μπροστά σε τίποτα.

Όσο μιλάμε, άνθρωποι γύρω μας πετσοκόβονται. Σ' αυτή την κατάσταση δεν θα μείνουμε άλλο απαθείς, ούτε πρόκειται ποτέ να τη συνηθίσουμε. Τα αβγά του φιδιού θα μείνουν στις τρύπες τους και δεν θα απλωθούν στην κοινωνία μας.

 

Πρωτοβουλία Χριστιανών κατά του Εθνοφυλετισμού, Νεοφασισμού, Νεοναζισμού

ΤΟ ΝΟΜΟΣΧΕΔΙΟ ΤΗΣ ΝΤΡΟΠΗΣ-Μνημόνιο ΙΙΙ

ΤΟ ΝΟΜΟΣΧΕΔΙΟ ΤΗΣ ΝΤΡΟΠΗΣ:

Δεν κρίνονται τα νέα μέτρα λιτότητας ή ο εργασιακός μεσαίωνας που προγραμματίζεται, με την κατάργηση των συλλογικών συμβάσεων, αλλά η νομιμοποίηση της κυβέρνησης να τα επιβάλλει – καθώς επίσης η έγκριση ή μη της πολιτικής υποτέλειας που ακολουθεί

 

Του Βασίλη Βιλιάρδου*

 

"Δεν θα κοπούν ξανά μισθοί και συντάξεις", ανακοίνωσε μεγαλόπρεπα ο πρωθυπουργός, χωρίς προφανώς να απευθύνεται στους ανέργους, οι οποίοι πλησιάζουν επικίνδυνα το 1,5 εκ. Καμία αναφορά βέβαια στη λεηλασία της δημόσιας και ιδιωτικής περιουσίας, στην ατιμωρησία, στα σκάνδαλα διαφθοράς, στο «διαφορετικό μίγμα πολιτικής» που κάποτε επικαλούταν, στο κλείσιμο των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, στην ύφεση, στην κατάρρευση των αξιών κοκ.   

Ακούγοντας αυτή τη φράση κανείς, δεν μπορεί παρά να αναρωτηθεί τι ακριβώς εννοεί, αφού οι μισθοί έχουν πλησιάσει ήδη τα κινεζικά επίπεδα, όπως και τα αντίστοιχα της Βουλγαρίας – χώρες στις οποίες όμως το κόστος ζωής είναι πολύ πιο χαμηλό, από το δικό μας. Είναι λοιπόν λογικό να φοβούνται οι Έλληνες μία ακόμη μείωση τους;  

Είναι αλήθεια δυνατόν να μην το καταλαβαίνει ο πρωθυπουργός και, ακόμη χειρότερα, να το θεωρεί καθησυχαστικό; Είναι δυνατόν να έχει χάσει σε τέτοιο βαθμό την επαφή του με την πραγματικότητα, παρά το ότι εκλέχθηκε πριν από τέσσερις μόλις μήνες;

Δεν βλέπει ότι, αυτοί που διαμαρτύρονται πλέον για τους χαμηλούς μισθούς, δεν είναι μόνο οι εργαζόμενοι, αλλά και οι εργοδότες, καταλαβαίνοντας ότι δεν θα μπορούν να συντηρήσουν τις επιχειρήσεις τους, λόγω κατάρρευσης της ζήτησης; ενώ αντιμετωπίζουν ήδη την αδιαφορία των υπαλλήλων τους, με αποτέλεσμα την μείωση της παραγωγικότητας τους, την αύξηση των κλοπών, την κακοδιαχείριση κοκ;

Πιθανολογούμε πως όλα αυτά τα καταλαβαίνει ο πρωθυπουργός – οπότε ελπίζουμε ότι θα έχει κάτι άλλο στο μυαλό του, όταν έρχεται σε τόσο μεγάλη αντίθεση με τα γεγονότα, επιμένοντας να υπογραφεί ένα τερατώδες νομοσχέδιο 500 σελίδων (το οποίο ελάχιστοι βουλευτές θα διαβάσουν ή/και θα κατανοήσουν).  

Βέβαια, δεν έχει τηρήσει ούτε μία από τις προεκλογικές δεσμεύσεις του, αναγκάζοντας μας να αναρωτηθούμε μήπως είχε προσχεδιάσει την υπεξαίρεση της ψήφου μας, όπως αυτοί που μας οδήγησαν στο ΔΝΤ – ενώ φαίνεται να έχει εναποθέσει όλες του τις ελπίδες στη Γερμανία, παρά το ότι το κράτος αυτό μας εξευτελίζει διαρκώς, μας συμπεριφέρεται άθλια και μας χρησιμοποιεί, ως την ιδανική υποψήφια χώρα, για τον παραδειγματισμό και την υποταγή όλων των άλλων, στα σχέδια του. 

Σε κάθε περίπτωση, δεν είναι τόσο εύκολο να θεωρήσουμε ότι πράγματι καταλαβαίνει τα προβλήματα της πατρίδας του και φροντίζει για το καλό της, όταν επιμένει στην υπογραφή του τρίτου κατά σειρά μνημονίου – παρά το ότι ήταν εντελώς αντίθετος με το πρώτο, ενώ υπέγραψε το δεύτερο για να (συγ)κυβερνήσει.   

Συνεχίζοντας, ίσως οφείλουμε να υπενθυμίσουμε στον πρωθυπουργό, τα λόγια ενός Σουηδού (Hansen) στο κοινοβούλιο της χώρας του – λόγια με τα οποία έθεσε τις βάσεις της μελλοντικής του πολιτικής:

"Θεμέλιο του σπιτιού είναι η συντροφικότητα και η αλληλεγγύη. Ένα καλό σπίτι δεν ξέρει τι θα πει προνόμιο, ούτε τι θα πει εγκατάλειψη – δεν έχει ούτε ευνοημένους, ούτε αποπαίδια. Σ' αυτό το σπίτι κανένας δεν περιφρονεί το συνάνθρωπο του, κανείς δεν προωθεί το συμφέρον του εις βάρος των άλλων – οι ισχυροί δεν καταπιέζουν τους αδύναμους, ούτε τους απογυμνώνουν από τα υπάρχοντά τους.

Σε ένα καλό σπίτι υπερισχύουν η ισότητα, η περίσκεψη, η συνεργασία και η αλληλοβοήθεια. Αν εφαρμόσουμε τις ίδιες αξίες στο πιο μεγάλο σπίτι μας, στο σπίτι του λαού και του Πολίτη, θα γκρεμίσουμε όλα τα κοινωνικά και οικονομικά φράγματα που σήμερα μας χωρίζουν σε προνομιούχους και αποκλεισμένους, σε κυβερνώντες και κυβερνωμένους, σε πλούσιους και φτωχούς, σε ιδιοκτήτες και ακτήμονες, σε άρπαγες και θύματα.

Η σουηδική κοινωνία δεν είναι ακόμη ένα καλό σπίτι για τους Πολίτες της…..Για να γίνει κάτι τέτοιο, οι ταξικές διαφορές θα πρέπει να εξοστρακιστούν, η κοινωνική μέριμνα να διευρυνθεί και βαθμιαία να επικρατήσει η οικονομική ισότητα.

Οι εργαζόμενοι θα πρέπει να συμμετάσχουν στην οικονομική διαχείριση, ενώ στην κοινωνική και οικονομική ζωή πρέπει να εισχωρήσουν και να εφαρμοσθούν οι κανόνες της δημοκρατίαςαυτοί που διδάχθηκαν από τους αρχαίους Έλληνες".

Συμπέρασμα

Ένα τέτοιο «σπίτι» θα ήθελαν λοιπόν οι Έλληνες για να μεγαλουργήσουν και όχι απλά να επιβιώσουν της καταστροφής – σε καμία περίπτωση ένα φοβισμένο και περικυκλωμένο από αστυνομικούς «σπίτι της δημοκρατίας», όπως το Κοινοβούλιο.  

Ένα τέτοιο σπίτι θα επιθυμούσαν οι Ευρωπαίοι για να συμφωνήσουν να ενωθούν δημοσιονομικά και πολιτικά τα κράτη τους – χωρίς το φόβο της Γερμανίας και της επεκτατικής πολιτικής της, με την οποία σχεδιάζεται η υποδούλωση τους.

Εάν λοιπόν ο πρωθυπουργός δεν έχει την πρόθεση να λειτουργήσει προς αυτήν την κατεύθυνση, εάν η μοναδική φροντίδα του δεν είναι το μέλλον της πατρίδας του, σε συνθήκες εθνικής ανεξαρτησίας, ελευθερίας και δημοκρατίας, αλλά η δόση της ντροπής, η κορτιζόνη δηλαδή που θα μας συγκρατήσει για λίγο στη ζωή, επιδεινώνοντας τις συνθήκες του θανάτου μας, είναι καλύτερα να αποσυρθεί – παρά το ότι δεν φαίνεται δυστυχώς να υπάρχει (ακόμη) καμία αξιόπιστη εναλλακτική λύση στο σημερινό πολιτικό στερέωμα.       

Τρίτη, 6 Νοεμβρίου 2012

Η αυτοαναίρεση του μεταμοντερνισμού – Ν. Βαγενάς

Η αυτοαναίρεση του μεταμοντερνισμού*

 

Του Γιάννη Στρούμπα


Καλλιτεχνικά ρεύματα, των οποίων μονάχα τα ονόματα αποδεικνύονται οικεία σ' όσους προσεγγίζουν τις τέχνες υπό το πρίσμα μιας πρωτογενούς, ερασιτεχνικής πρόσληψης, παραμένουν συνήθως ως προς τα χαρακτηριστικά τους γρίφοι μυστηριώδεις για το ανειδίκευτο φιλότεχνο κοινό. Η αμηχανία που συνοδεύει το συγκεκριμένο κοινό απέναντι….


* α΄ δημοσίευση: εφημ. «Αντιφωνητής», αρ. φύλλου 354, 1/11/2012.

…σε ρεύματα με πολυσύνθετο αυτοπροσδιορισμό κι εξίσου απαιτητική σκιαγράφηση των χαρακτηριστικών τους στα εγχειρίδια καλλιτεχνικής θεωρίας, η οποία θα μπορούσε κάλλιστα να του προσάψει την κατηγορία της επιπόλαιης προσέγγισης, απαλύνεται μπροστά στη διαπίστωση πως η αδυναμία να καταστεί κατανοητός ο χαρακτήρας συγκεκριμένων ρευμάτων κάποτε δεν είναι προϊόν αποκλειστικά της επιφανειακής προσέγγισης των φιλότεχνων, παρά και των αντιφάσεων που εντοπίζονται στα θεωρητικά εποικοδομήματα κάποιων καλλιτεχνικών ρευμάτων, οι οποίες ερμηνεύουν τη σύγχυση.

Ο μεταμοντερνισμός είναι καλλιτεχνικό ρεύμα που ταλανίζεται ακριβώς από τις εσωτερικές του αντιφάσεις. Ένα ξεκλείδωμά του αναλαμβάνει ο νεοελληνιστής καθηγητής και ποιητής Νάσος Βαγενάς στο βιβλίο του «Μεταμοντερνισμός και λογοτεχνία». Το βιβλίο, κυκλοφορώντας σε δεύτερη επαυξημένη έκδοση δέκα χρόνια μετά από την πρώτη του έκδοση (2002), περιλαμβάνει, πλάι στα τρία του αρχικά δοκίμια («Ταυτότητα και ποιητικός λόγος», «Μοντερνισμός και λογοτεχνική κριτική», «Η κρίση του ελεύθερου στίχου»), δύο ακόμη («Λογοτεχνία και οργανική μορφή» και «Λογοτεχνία και ηθική»), που επεκτείνουν τα προηγούμενα, έχοντας γραφτεί κατόπιν της πρώτης έκδοσης.

Η κυρίαρχη άποψη των τελευταίων σαράντα ετών ότι μπορεί να υπάρξει λογοτεχνία χωρίς οργανική μορφή είναι προϊόν του μεταμοντερνισμού, και μάλιστα φυσική συνέχεια της αντίληψής του για το άπειρο ερμηνευτικό άνοιγμα του λογοτεχνικού κειμένου, δηλαδή για την αποδοχή κάθε ερμηνείας επ' αυτού – μιας πανσημίας – ως νόμιμης. Η μεταμοντέρνα απόρριψη όμως της οργανικής μορφής στα λογοτεχνικά έργα και ο εκθειασμός της αποσπασματικότητας αποδεικνύονται πυροτεχνήματα, εφόσον η αποσπασματικότητα αδυνατεί από μόνη της να προσδώσει σ' ένα έργο καλλιτεχνική υπόσταση. Η αίσθηση μιας υπέρτατης ισορροπίας κι αρμονίας, μιας ψυχικής κάθαρσης, προκύπτει ακριβώς από την οργανική μορφή του λογοτεχνικού έργου, η οποία αποτυπώνει γλωσσικά την ανθρώπινη τραγικότητα συσχετίζοντας τα σημαίνοντα με τα σημαινόμενα, δηλαδή τη μορφή με το περιεχόμενο, και συμβάλλοντας στην κατανόηση της ανθρώπινης ύπαρξης και στη συμφιλίωση με την τραγικότητά της.

Οι μεταμοντέρνοι, περιφερόμενοι από τη μορφή του λογοτεχνήματος στο πρόσωπο του συγγραφέα, φτάνουν μέσω του διάσημου δοκιμίου του Ρολάν Μπαρτ «Ο θάνατος του συγγραφέα» στην άποψη πως ο συγγραφέας είναι κατασκεύασμα της σύγχρονης εποχής. Παραμένει μάλιστα αμέτοχος στη σύνθεση του λογοτεχνήματος, αφού δημιουργός αυτού είναι η γραφή, η ίδια η Γλώσσα: η Γλώσσα παίρνει στην τύχη το χέρι του ανθρώπου που θα διεκπεραιώσει τη συγγραφή, δηλαδή του γραφέα πλέον, κι όχι του συγγραφέα. Όμως ο λογοτέχνης δεν είναι πρόσωπο ανύπαρκτο. Είναι δημιουργός, γιατί ό,τι ποιεί δεν υπήρχε νωρίτερα. Ούτε υπάρχει πριν από το λογοτέχνημα λογοτεχνική γλώσσα, από την οποία θα μπορούσε να αντλήσει κανείς. Ιδίως η ποιητική γλώσσα είναι ακριβώς η ανάγκη του ανθρώπου να εξαγνιστεί από το προπατορικό αμάρτημα της γλώσσας, δηλαδή από τη διάσπαση της λέξης σε σημαίνον και σημαινόμενο. Ο βαθμός ανάκτησης, μάλιστα, της χαμένης ενότητας του σημείου ορίζει και τον βαθμό επιτυχίας της ποιητικής έκφρασης.

Οι μεταμοντέρνες παραδοξότητες προσκρούουν όχι μόνο στο γεγονός πως όσο μεγάλο κι αν είναι το μέρος της γλώσσας που ο ποιητής δεν μπορεί να ελέγξει, άρα που ευνοεί την υποστήριξη του άπειρου ερμηνευτικού ανοίγματος, το μέρος της γλώσσας που ελέγχεται από τον ποιητή είναι εκείνο που ανατάσσει το μη ελέγξιμο μέρος και το νοηματοδοτεί· προσκρούουν κυρίως στο γεγονός της μειωμένης ιστορικής αίσθησης των πραγμάτων και των αντιφάσεων στις οποίες υποπίπτουν όσοι ενστερνίζονται τις μεταμοντέρνες θέσεις. Αν ο Μπαρτ εμφανίζεται βέβαιος πως συγγραφείς παλιότερα δεν υπήρχαν, οι θεωρητικοί της αρχαιότητας, όπως ο Λογγίνος κι ο Αριστοτέλης, διαβεβαιώνουν για το αντίθετο. Συγγραφείς όπως ο Σοφοκλής κι ο Ευριπίδης ή ο Οράτιος κι ο Κάτουλλος προφανώς και δεν συνιστούν κατασκευάσματα της σύγχρονης εποχής ή απλούς αφηγηματικούς διαμεσολαβητές. Ούτε οι σύγχρονοι λογοτέχνες διατυπώνουν παρόμοια αμφισβήτηση ή δέχονται την εγκυρότητά της. Ενώ όμως οι θιασώτες της μεταμοντέρνας θεωρίας αρνούνται την ύπαρξη του συγγραφέα και τη δυνατότητα να εκφράζονται συγκεκριμένα νοήματα, θεωρούν τους εισηγητές του μεταμοντερνισμού μεγάλους συγγραφείς! Με ύφος ιδιαιτέρως εκφραστικό, κάθε άλλο παρά απρόσωπο, οι μεταμοντέρνοι κριτικοί φτάνουν στο σημείο να θεωρούν τον εαυτό τους λογοτέχνη, αντιφάσκοντας με την ίδια τους τη θεωρία. Ο μεταμοντερνιστής Ζακ Ντεριντά, υπέρμαχος της πανσημίας, οδηγήθηκε στην αντίφαση να απειλεί με μήνυση πανεπιστημιακό εκδοτικό οίκο, επειδή η μετάφραση κειμένου του δεν απέδιδε πιστά το νόημά του!

            Οι μεταμοντέρνοι κριτικοί, λοιπόν, συναισθανόμενοι τις αντιφάσεις της θεωρίας τους, επιχειρούν να μετριάσουν τα ανοίγματά τους με όρους μιας «περιορισμένης» πανσημίας, η οποία ωστόσο ακυρώνει τελικά το μεταμοντέρνο θεωρητικό εποικοδόμημα. Οι θέσεις του Μπαρτ θα πρέπει να μη νοηθούν κυριολεκτικά, αν δεν θα ήθελαν να κονιορτοποιηθούν μπροστά στον έλεγχο της κοινής λογικής. Αν όμως νοηθούν μεταφορικά, στο πλαίσιο της «περιορισμένης πανσημίας», τότε η πανσημία παύει να υφίσταται, εφόσον περιορίζεται, οπότε προκύπτει πως ο Μπαρτ θα πρέπει να υποστηρίζει μόνο την πολυσημία των λογοτεχνικών κειμένων. Τότε ασφαλώς πρόκειται για θέσεις πεπαλαιωμένες, που δεν επιτρέπουν καμία διάκριση του μεταμοντερνισμού από τον μοντερνισμό, και οδηγούν τον πρώτο στην αυτοαναίρεσή του. Γιατί η πολυσημία των έργων, ότι δηλαδή οι ερμηνείες ενός λογοτεχνικού έργου μπορεί να είναι πολλαπλές, μα όχι απεριόριστες, είναι μοντερνισμός, όχι μεταμοντερνισμός. Γι' αυτό ακόμη κι ο ίδιος ο Ντεριντά φαίνεται σταδιακά να παραδέχεται (2001) ότι η μεταμοντέρνα θεωρία δεν είναι πλέον καθεστώς.

Κι ενώ οι μεταμοντέρνες παραδοξότητες έχουν σήμερα χάσει έδαφος, ο Βαγενάς διαπιστώνει πως μόνο οι Έλληνες μεταμοντέρνοι κριτικοί νομίζουν ότι βρίσκονται ακόμη στη δεκαετία του 1970. Οι μεταμοντερνιστικές απηχήσεις οδηγούν σε περίεργες τοποθετήσεις ακόμη και στο θέμα της λογοτεχνικής ηθικής, σε σημείο να υποστηρίζεται η απόρριψη του διαχωρισμού καλού-κακού, επειδή το έγκλημα είναι ανθρώπινο και χωρίς αυτό η ανθρωπότητα δεν ολοκληρώνει την ανθρώπινη υπόστασή της. Όσα όμως απάνθρωπα στοιχεία κι αν περιέχει ένα λογοτεχνικό έργο, δεν παύει το ίδιο να λειτουργεί σαν φίλτρο που αποστάζει και αμβλύνει τα στοιχεία της απανθρωπίας. Σ' αυτό συντελεί και η ηθική ευθύνη του συγγραφέα του. Η μεταμοντέρνα αποποίηση της συγγραφικής ευθύνης σχετίζεται άμεσα με τη μεταμοντέρνα απόρριψη της ευθύνης του συγγραφέα απέναντι στα λεγόμενα των κειμένων του, πάντοτε στο πλαίσιο της αντίληψης που φέρει τη Γλώσσα να μιλά, κι όχι τον συγγραφέα – ο συγγραφέας έχει μεταπέσει σε απλό γραφέα, σε μέσο της γλώσσας προς την καταγραφή της. Παρά τις πολυσημίες, ο Βαγενάς θεωρεί πως ο συγγραφέας δεν είναι ανεύθυνος για τα νοήματα που το έργο του παράγει. Και το απάνθρωπο στην τέχνη είναι οπωσδήποτε ασύμφωνο με το αισθητικό, παρόλο που το ηθικό δεν εγγυάται αναγκαστικά ένα αισθητικότερο λογοτεχνικό έργο.

Άσχετη με τον μεταμοντερνισμό δεν είναι ούτε η κρίση του ελεύθερου στίχου, η οποία γενικότερα σηματοδοτεί μια κρίση στη σύγχρονη ποίηση. Βέβαια, η κρίση τούτη δεν είναι άσχετη ούτε και με τη μακροχρόνια κυριαρχία του ελεύθερου στίχου και τον κορεσμό που αυτή προκάλεσε, ωστόσο η σταδιακή πλήρης αποσύνδεση του ελεύθερου στίχου  από την προσωδία συνδέεται με τη μεταμοντέρνα απόρριψη της αρμονικής τάξης και της οργανικότητας. Γι' αυτό και σήμερα παρατηρείται μια τάση επιστροφής στις παλιές έμμετρες μορφές, με στόχο ακριβώς την επιστροφή στην αρμονία και την οργανικότητα. Αλλά για να πετύχει το εγχείρημα της ανανέωσης δεν αρκεί μια απλή αναβίωση της παλαιάς έμμετρης προσωδίας, ούτε η απόπειρα της εξόδου από την κρίση θα μπορούσε να 'ναι αποτελεσματική, σύμφωνα με τον Βαγενά, χωρίς την εμπειρία του ελεύθερου στίχου στη βάση της.

Τι θα κατόρθωνε να συμβάλει, λοιπόν, στην υπέρβαση της κρίσης; Ο Βαγενάς προτείνει μια «επαναμάγευση» του ποιητικού λόγου, μια εκ νέου ποιητικοποίηση της ποιητικής γλώσσας, που έχει χάσει την ποιητική της δύναμη. Για να γίνει αυτό απαιτούνται ως βάση τα ποιητικά υλικά και οι ποιητικοί τρόποι του παρόντος. Δεδομένου πως τα υλικά της σύγχρονης εποχής καταγράφουν «μικρές» εξιστορήσεις, χρειάζεται μια ποιητική γλώσσα με αναφορές στον καθημερινό λόγο, που θα εκφράζεται όμως με τρόπους οι οποίοι θα δίνουν ποιητική μορφή στο σημερινό «πεζό» ποιητικό υλικό και θα παράγουν ισχυρότερη ποιητική ενέργεια από τη σημερινή. Αυτό, με τη σειρά του, απαιτεί μια νέα «εμμετροποίηση» του ελεύθερου στίχου, μέσω μιας νέας δημιουργικής συνομιλίας με την έμμετρη προσωδία. Ο καταλληλότερος στίχος σήμερα θα ήταν, σύμφωνα με την πρόταση του Βαγενά, εκείνος που εκφράζει την επιθυμία για την υπέρβαση της διάλυσης, με ένα κράμα έμμετρων και ελεύθερων προσωδιακών στοιχείων, αναδιαταγμένο και με νέα, ανεκμετάλλευτα προς το παρόν, στοιχεία, αντλημένα από τον έμμετρο στίχο.

Συνεπής απέναντι στην προηγηθείσα αντιμετώπιση του μεταμοντερνισμού, ο Βαγενάς καλύπτει το κενό όσων απορρίπτει με τη δόμηση μιας ολοζώντανης ποιητικής αρχιτεκτονικής, που όχι μόνο δεν μουχλιάζει στο νοτισμένο σεντούκι της αδρανούς θεωρίας, παρά υλοποιείται στο προσωπικό του ποιητικό έργο. Πέρα, μάλιστα, από την άκρως ουσιώδη πραγμάτωση του θεωρητικού του μοντέλου στην ποίησή του, ο Βαγενάς δεν αποποιείται ποτέ την ταυτότητα του σχολαστικού φιλολόγου, ο οποίος κατορθώνει να συμπυκνώσει το περιεχόμενο ολόκληρων καλλιτεχνικών ρευμάτων, όπως ο μεταμοντερνισμός, να το κοινωνήσει με τρόπο εύληπτο στους αναγνώστες του, ασκώντας δριμεία κριτική όπου απαιτείται, κατονομάζοντας όσους ελέγχονται απ' τη γραφίδα του, και σε πείσμα της προσωρινής, όπως αποδείχτηκε, μα εξαιρετικά δυναμικής, κατά την ακμή της, μεταμοντερνιστικής τάσης, που επιδιώκει να επιβάλλει τους εισηγητές της σαν αυθεντίες. Με βάσιμα επιχειρήματα ο Βαγενάς αποκαθηλώνει τις «αυθεντίες» κι ενεργοποιεί ένα νέο όραμα, υπογραμμίζοντας με το έργο του τόσο την ποιητική του πρωτοπορία όσο και την ερευνητική και κριτική ή, γενικότερα, την επιστημονική του εμβρίθεια.

Νάσος Βαγενάς, «Μεταμοντερνισμός και λογοτεχνία», εκδ. Πόλις, Αθήνα 20122 (20021), σελ. 144.

«[...] Θα αναφέρω και ένα τρίτο, και τελευταίο, παράδειγμα σχετικό με το θέμα μας, μια περίπτωση – που απασχόλησε και τη δικαιοσύνη – αναφερόμενη στην έννοια της ευθύνης του συγγραφέα έναντι του περιεχομένου (των σημαινομένων) του κειμένου του. Ο Γιώργος Βέλτσος, καθηγητής του Παντείου Πανεπιστημίου, με σχετικά πρόσφατες λογοτεχνικές επιδόσεις, και λιγότερο πρόσφατες στο πεδίο της λογοτεχνικής κριτικής, κατηγορεί έτερο καθηγητή του Πανεπιστημίου του για οικονομικές ατασθαλίες στον δημόσιο Οργανισμό του οποίου προΐσταται. Ο έτερος καθηγητής τού υποβάλλει μήνυση για συκοφαντική δυσφήμιση, η οποία εκδικάζεται. Ο κατηγορούμενος ανεβαίνει στο εδώλιο, όμως αρνείται να απολογηθεί. Παραθέτω όσα είπε αιτιολογώντας στους δικαστές την άρνησή του – είναι οι φράσεις του, τις οποίες παραθέτει, εντός εισαγωγικών, η εφημερίδα Τα Νέα (9 Ιουνίου 1993):

Αρνούμαι να απολογηθώ. Αρνούμαι να αναλύσω το κείμενο [στο οποίο περιέχονται οι υβριστικοί, κατά τον μηνυτή, χαρακτηρισμοί]. Αν απολογηθώ, θα πρέπει να σταματήσω να γράφω. Το είδος της γραφής που χρησιμοποιώ, οι ρητορικοί τρόποι δηλαδή, δεν αναφέρονται σε πρόσωπα αλλά στην ίδια τη γλώσσα. Εδώ δικάζεται η αμφίβολη γλώσσα και καταδικάζεται η ανάγνωση.

Νομίζω ότι δεν χρειάζεται να σχολιάσω αυτή τη μη απολογία –  ακριβέστερα, αυτή τη μεταμοντέρνα απολογία. Μιλάει μόνη της. Και λέει ότι ο εν λόγω καθηγητής-λογοτέχνης πιστεύει ότι δεν φέρει την ευθύνη των λεγομένων του κειμένου για το οποίο μηνύθηκε, γιατί στο κείμενο αυτό – αλλά και σε όλα τα κείμενα, (γενικά (λογοτεχνικά ή μη), όπως υποστηρίζει η θεωρία την οποία πρεσβεύει- εκείνος που μιλάει δεν είναι εκείνος που το έγραψε αλλά η ίδια η γλώσσα. Για να γίνω σαφέστερος: στο κείμενο για το οποίο μηνύθηκε ο καθηγητής, εκείνος που μιλάει είναι ο Μπαρτ και ο Ντεριντά. […]»

 

Τα δημόσια και τα ιδιωτικά – του Οδ. Ελύτη

Τα δημόσια και τα ιδιωτικά

 

(+) Του Οδυσσέα Ελύτη*

 

Όπου ανθεί ο μέσος όρος παύω να υπάρχω.
Μου είναι αδύνατον να ευδοκιμήσω
μέσα στην μάζα της εκάστοτε πλειοψηφίας.

Οι ωραίες μειοψηφίες είναι το κάτι άλλο.
Ή τις κάνω σμαράγδι να φωτίζουν την νύχτα μου,
ή τις τρώω με σοκολάτα και Σαντιγύ.


Γι' αυτό και καμιά ολιγαρχία που εκτιμώ 
δεν έρχεται στα πράγματα.


Όμως γι' αυτό ακριβώς την επιλέγω.
Για να μην έρχομαι ποτέ στα πράγματα

Οδυσσέα Ελύτη (1911 -1996), "Ο Κήπος Με Τις Αυταπάτες"

Στην αυλή ενός Αγίου… (Νεκταρίου)

Στην αυλή ενός Αγίου…

 

Του παπα Ηλία Υφαντή

 

Η συγγραφέας Σοφία Ξένη μου έστειλε ένα πανέμορφο βιβλίο, που έχει τον ίδιο τίτλο με το άρθρο αυτό. Δηλαδή, «στην αυλή ενός αγίου». Και αναφέρεται στον Άγιο Νεκτάριο. Όπου η συγγραφέας αναλύει ενδοσκοπικά διάφορες περιπτώσεις προσκυνητών. Των οποίων τα ενδιαφέροντα πορτραίτα κινούνται ανάμεσα στην ετεροπαρατηρησία, αλλά και την αυτοπαρατηρησία.

Που, σε μένα, τουλάχιστο, θύμισαν τις «Εξομολογήσεις» του Αγίου Αυγουστίνου. Αλλά και παράλληλα μου θύμισαν περιστατικά, που έχω ζήσει κι ο ίδιος στο χώρο αυτό. Σε κάποια απ' αυτά θα ήθελα στη συνέχεια να αναφερθώ:

1ο περιστατικό:

Ήταν ένα πανέμορφο δειλινό. Και είχαμε πάει, μια παρέα προσκυνητές, στον Άγιο. Οι λόφοι γύρω από το μοναστήρι, καθώς φωτίζονταν απ' τις τελευταίες ακτίνες του ήλιου, έμοιαζαν με πέταλα ανεμώνης. Κάποιος απ 'την παρέα έβαλε το αυτί του στον τάφο. Και κάλεσε κι εμένα ν' ακούσω το χτύπο, που ακούγεται από μέσα. Του είπα ότι εκείνη τη στιγμή άκουγα τα πουλάκια που τιτίβιζαν πάνω στο πεύκο. Μια γυναίκα διαμαρτυρήθηκε και είπε:

Έχουν δίκιο αυτοί, που λένε ότι οι παπάδες χάλασαν τη θρησκεία!

Δεν της αποκρίθηκα. Γιατί θα ήταν δύσκολο να της δώσω να καταλάβει ότι το θαύμα βρίσκεται παντού. Κι, όπως θα 'λεγε κι ο ποιητής «σε χίλιες βρύσες χύνεται, με χίλιες γλώσσες κρένει». Και ότι, σε τελική ανάλυση, κολυμπάμε μέσα στο θαύμα, όπως τα ψάρια μέσα στο νερό…

2ο περιστατικό:

Με είχε καλέσει ο πρώην Μητροπολίτης της Αίγινας μακαριστός Ιερόθεος στο μοναστήρι του Αγίου Νεκταρίου. Τον βρήκα να συντρώγει με φίλους του. Μεταξύ των οποίων και ο συχωρεμένος συγγραφέας Σώτος Χονδρόπουλος. Μου ανέθεσε το πανηγύρι της Μεταμόρφωσης στη Σουβάλα της Αίγινας. Και, καθώς έφευγα, με ρώτησε πώς πάει η ενορία.

– Φκιάσαμε, του είπα, τον πρόναο του ενοριακού ναού…. Έγινε θηρίο!

– Πού το βρήκες γραμμένο, μου είπε, ότι έπρεπε να φκιάσετε τον πρόναο, αφού δεν τον προβλέπει το σχέδιο!

Έτσι μου είπαν οι επίτροποι, τόλμησα να ψελλίσω…

 – Και δεν ντρέπεσαι, μορφωμένος άνθρωπος, να σε κοροϊδεύουν οι χωριάτες!… Είπε και άλλα χλευαστικά και προσβλητικά σε βάρος μου…. Όλη τη μέρα δεν μπόρεσα να φάω και να πιω νερό απ' τη στενοχώρια μου. Και περασμένα μεσάνυχτα δεν μ' έπαιρνε ο ύπνος.

Διαρκώς έλεγα και ξανάλεγα: «Δεν ήταν σωστό, Άγιε Νεκτάριε, να μου συμβεί αυτή η προσβολή στο δικό σου το σπίτι. Ιδιαίτερα μάλιστα, όταν εσύ – όσο ελάχιστοι – έχεις υποστεί διωγμούς και εξευτελισμούς απ' τη δεσποτική ασυδοσία»..

Και, να, που σε κάποια στιγμή μου φάνηκε πως άκουσα: «Πάρε και γράψε»! Και πήρα κι έγραψα μια επιστολή, που δημοσιεύτηκε στη «Χριστιανική». Όπου μεταξύ άλλων – αν καλά θυμάμαι – έγραφα:

"Υπάρχουν δεσποτάδες που είναι νηστευτές και εγκρατείς. Που όμως έχουν περιορίσει την ηθική τους στην γαστέρα και το υπογάστριο. Γιατί, ενώ τις σαρακοστές νηστεύουν τα συκωτάκια, τρώνε ολοχρονίς τις καρδιές των παπάδων. Και αυτό, βέβαια, οπουδήποτε κι αν συνέβαινε, θα ήταν πολύ άσχημο. Όταν όμως συμβαίνει στο χώρο, που ο Άγιος Νεκτάριος άφθονη γεύτηκε την πίκρα απ' τους διωγμούς εκ μέρους της δεσποτοκρατίας, είναι εξωφρενικό και ακατανόητο"!…

Ο Δεσπότης πήρε το μήνυμα. Κάποιος άλλος στη θέση του μικρόνους και μικρόψυχος, με αγιάτρευτη εμπάθεια και αβυθομέτρητη βλακεία, θα εξαπέλυε αδυσώπητο διωγμό εναντίον μου. Όμως…

Ο μακαριστός Δεσπότης της Αίγινας δεν ανήκε στην κάστα των εστεμμένων-ή μη- απάνθρωπων και ανόητων. Ήταν έξυπνος άνθρωπος και κατάλαβε το λάθος του. Και, όχι μόνο ζήτησε συγνώμη για τη συμπεριφορά του, αλλά έκαμε και στροφή εκατόν ογδόντα μοιρών.

Οι παπάδες, που δεν ήξεραν το περιστατικό, συνέκριναν την προηγούμενη με τη μετέπειτα συμπεριφορά του και έτριβαν τα μάτια τους. «Τι συνέβη, έλεγαν και ξανάλεγαν, και άλλαξε τόσο πολύ ο Μητροπολίτης! Και η αλλαγή αυτή δεν ήταν μια περιστασιακή και προσωρινή παρένθεση. Αλλά τον συνόδεψε, όπως φαίνεται, σε όλη τη μετέπειτα αρχιερατική του πολιτεία. Και αυτό ήταν, κατά την ταπεινή μου γνώμη, ένα ακόμη, ανάμεσα στα πολλά, θαύματα του Αγίου…

3ο περιστατικό:

Είχα μετατεθεί απ' την Αίγινα στην Αθήνα ως καθηγητής, αλλά υπηρετούσα ακόμη την ενορία μου στην Αίγινα. Μια και οι δεσποτάδες του λεκανοπεδίου της Αττικής δεν δέχονταν με κανένα τρόπο στη μητρόπολή τους έναν «αντάρτη» παπά. Επισκέφτηκα, στο μοναστήρι του Αγίου Νεκταρίου, τον μακαριστό Μητροπολίτη της Αίγινας για κάποιο υπηρεσιακό θέμα:

– Θα σου βρω εγώ ενορία στην Αττική, μου είπε. Αρκεί να μου υποσχεθείς ότι θα κάνεις τυφλή υπακοή στο Δεσπότη.

-Εσείς, του είπα, έναντι ποίου τιμήματος θα θυσιάζατε την ελευθερία σας;

-Έναντι κανενός, μου αποκρίθηκε.

-Το ίδιο κι εγώ! Του είπα.

Και, αφού με κοίταξε καλά-καλά με τα πανέξυπνα του μάτια, μου είπε:  «Θα έλεγα πως έχεις μέσα σου το διάβολο, αν δεν φοβόμουνα πως έχεις το Θεό»!  Πάντως το βιβλίο της Σοφίας Ξένης έχει μέσα του σίγουρα το Θεό και τον Άγιο Νεκτάριο. Και το συνιστώ, με όλη μου την καρδιά, σε όσους αγαπούν το καλό βιβλίο…


παπα-Ηλίας, Νοεμβρίου 8, 2012, http://papailiasyfantis.wordpress.com

Το τέλος των Θρησκευτικών στο σχολείο – εικόνες

Το τέλος των Θρησκευτικών στο σχολείο-εικόνες από ένα ζοφερό μέλλον

 

Του Μάριου Κουκουνάρα – Λιάγκη*

 

                                                                                                                                           …Μη με διαβάζετε όταν έχετε δίκιο…  

                                                                                                                                    Ν. Καρούζος

 Παρακολουθούμε τον τελευταίο καιρό μία έντονη συζήτηση για το νέο Πρόγραμμα Σπουδών (ΠΣ) του μαθήματος των Θρησκευτικών στην υποχρεωτική εκπαίδευση, που γίνεται ανάμεσα σε άμεσα και έμμεσα ενδιαφερομένους. Διαβάζουμε απόψεις των ενώσεων των θεολόγων, θεολόγων, από αυτούς άλλοι εκπαιδευτικοί και άλλοι όχι, δασκάλων, κάποιων καθηγητών των θεολογικών σχολών και άλλων σχολών και τμημάτων Πανεπιστημίων, λίγων εκπροσώπων της Ορθόδοξης Εκκλησίας κ.ά.

Μέρος αυτών των επικριτικών, βέβαια, βρίσκουν πρόσφορο έντυπο, τηλεοπτικό και ηλεκτρονικό βήμα και εκφράζουν συχνότερα την προσωπική – συνήθως ματιά τους. Αυτή πολλάκις αναπαράγεται από άλλους που είτε τη δημοσιοποιούν άκριτα είτε τη χρησιμοποιούν ως «έγκυρη» πηγή, για να εκφράσουν τις απόψεις τους. Δυστυχώς χωρίς να έχουν ασχοληθεί βασικά με το ΠΣ, το οποίο κρίνουν. Ομολογούν στα κείμενά τους ότι «κάπου πληροφορηθήκαμε για το νέο Πρόγραμμα…» ή «σύμφωνα με τον κ. τάδε ή τον π. τάδε καταστρέφεται το μάθημα» και άλλα παρόμοια. Ενίοτε αναφέρονται σε ονόματα και προβαίνουν σε χαρακτηρισμούς που δεν τιμούν ούτε τους ίδιους ούτε όλους όσοι τους αναπαράγουν στα επί της γης blogs.

Σε αυτό το τοπίο διακρίνουμε δύο ουσιαστικά απόψεις: Υπάρχουν αυτοί που θεωρούν ότι το νέο ΠΣ πρέπει να αποσυρθεί, διότι μεταλλάσσει το μάθημα των Θρησκευτικών από Ορθόδοξο σε θρησκειολογικό. Υπάρχουν και αυτοί που θεωρούν ότι το νέο ΠΣ πρέπει να εφαρμοσθεί, αφού αξιολογηθεί κατά την πιλοτική του εφαρμογή. Για τους δεύτερους το μάθημα με το νέο ΠΣ γίνεται γνωσιακό, ανοιχτό στους άλλους, χωρίς όμως να χάνει το Χριστιανικό-Ορθόδοξο χαρακτήρα του. Είναι σαφές ότι, εφόσον το αντικείμενο κριτικής είναι κοινό, μεταξύ τους υπάρχει διαφορά στην οπτική τους για το ρόλο του μαθήματος στο σχολείο και στην κοινωνία. Οπωσδήποτε διαφορετικές είναι και οι επιστημονικές προϋποθέσεις στις αιτιάσεις τους για την απόρριψη ή μη του συγκεκριμένου ΠΣ, αλλά και των προτάσεων που διατυπώνουν για το μάθημα. Τέλος, μερίδα αυτών αντιλαμβάνονται διαφορετικά τον αγώνα για τις απόψεις τους, αφού η κριτική γίνεται στο στόμα τους επίθεση, κάποιες φορές προσωπικά στοχοποιημένη και ανήθικη.

Οφείλουμε να αναφέρουμε ότι το ευρύτερο περιβάλλον, όσοι δε σχετίζονται άμεσα με τη Θρησκευτική Εκπαίδευση (ΘΕ), παρατηρεί μόνο τον καπνό της «μάχης», αφού δεν ενδιαφέρεται για τα όπλα – και το είδος τους – της μίας ή της άλλης πλευράς. Αντίθετα, είναι σε κάποιο βαθμό εχθρικό με την παρουσία και μόνο της ΘΕ στο σχολείο και αναμένει για να επιχειρηματολογήσει, όχι προς υπεράσπιση της μίας από τις δύο πλευρές, αλλά για να διατρανώσει την αντίθεσή του και με τις δύο. Παράλληλα, στους παρατηρητές της διαμάχης για την ευρεία εφαρμογή ή μη του νέου ΠΣ βρίσκουμε τους πολιτικούς που σχετίζονται με την απόφαση της εφαρμογής ή όχι (Υπουργός και Υφυπουργοί παιδείας, βουλευτές κ.ά.) και άλλες ομάδες, θρησκευτικές ή πολιτιστικές, οι οποίες ενδιαφέρονται, άλλες πολύ και άλλες λίγο ακόμη, να εισέλθουν στο σχολείο προσφέροντας εκείνες, και όχι η επίσημη Πολιτεία, τη ΘΕ στα παιδιά μας.

Όσοι γνωρίζουν τι συμβαίνει τα τελευταία είκοσι χρόνια στον κόσμο και στην Ευρώπη, έχουν υπόψη τους την ιστορία και την εμπειρία του μαθήματος στο ελληνικό σχολείο και μελετούν τις πτυχές της σύγχρονης πραγματικότητας ίσως να συμφωνήσουν ότι μπορούμε να προβλέψουμε το μέλλον της ΘΕ στην Ελλάδα και το τέλος της διαμάχης. Πρόκειται για το τέλος του μαθήματος των Θρησκευτικών. Ή θα εξοβελιστεί από το κανονικό πρόγραμμα του σχολείου και ουσιαστικά θα καταργηθεί ως μάθημα ή θα παραδοθεί στις θρησκευτικές ομάδες και θα μετατραπεί σε κατήχηση. Φυσικά δε θεωρούμε καμία από τις δύο εξελίξεις επιστημονικά, παιδαγωγικά, θεολογικά και εκπαιδευτικά βιώσιμη και κυρίως ζητούμενη για τη ΘΕ στο ελληνικό σχολείο.

Η απόσυρση του ΠΣ ή η εκ θεμελίων αναδιαμόρφωσή του αποτελεί ήττα της ΘΕ για την Ελλάδα και την Ευρώπη. Θα προκαλέσει ποικίλες αντιδράσεις των «προοδευτικών», που θα δικαιωθούν πλήρως. Έτσι, θα οδηγηθούμε, σε επόμενο στάδιο, στην κατάργησή του ή στην παράδοσή του στις θρησκευτικές κοινότητες, στο πνεύμα δήθεν της ισοτιμίας. Στην πρώτη περίπτωση η εξέλιξη είναι ζοφερή, αν και ξέρουμε καλά ότι υπάρχουν χριστιανοί με φόβο Θεού που ομολογούν μέσα τους ότι, αν είναι να γίνουν τα Θρησκευτικά «Παν-Θρησκευτικά», σύμφωνα με την κριτική τους, καλύτερα να καταργηθούν. Στη δεύτερη περίπτωση, το μάθημα θα μετατραπεί σε προαιρετικό, διαχωρίζοντας ουσιαστικά τα παιδιά σε ομάδες άθεων ή πιστών και μη πιστών, με πιθανότητες να γίνουν βορά διαφόρων φονταμενταλιστών ή δασκάλων με πιστοποιητικά και υπογραφές υψηλής πίστης. Μάλιστα κάποιοι ανεύθυνα, ακόμη και στους κόλπους ενώσεων θεολόγων, εργάζονται με αυτό το σκοπό, ξεχνώντας ότι στο ομολογιακό μάθημα που ανήκει στις θρησκείες, εισέρχονται στο σχολείο όλες οι γνωστές θρησκείες και επιλέγει ο γονέας και, μετά την εφηβεία, ο ίδιος ο μαθητής αν θα παρακολουθήσει και ποιας θρησκευτικής κοινότητας μάθημα θα παρακολουθήσει, ανεξάρτητα από την ένταξη του παιδιού σε μία θρησκεία. Έχουμε αναρωτηθεί στο «εχθρικό» για την Ορθόδοξη Εκκλησία περιβάλλον, που ζούμε, πόσοι έφηβοι θα επιλέξουν να έρθουν στο μάθημα της Ορθοδοξίας και πόσοι απόφοιτοι του σχολείου, έλληνες πολίτες, αν επιλέξουν να μην κάνουν καθόλου Θρησκευτικά, θα γνωρίζουν στα αλήθεια τι πρεσβεύει η θρησκεία του Ισλάμ και πώς ερμηνεύονται σύγχρονα φαινόμενα που την αφορούν;

Το τέλος του μαθήματος των Θρησκευτικών δεν θα οφείλεται μόνο στους «προοδευτικούς» πολέμιους του. Αυτοί λαθεμένα το θεωρούν τόσα χρόνια, εξαιτίας κυρίως κακών προσωπικών εμπειριών, παράσιτο στη φιλελεύθερη και δημοκρατική εκπαίδευση των Ελλήνων. Εκτιμούμε το ίδιο καταστροφική τη στάση αυτών που, ενώ φαινομενικά είναι υπερασπιστές του μαθήματος, στην πραγματικότητα γοητεύονται από τις λύσεις, που σας παρουσιάσαμε, και χρησιμοποιούν τα όπλα τους προς λάθος κατεύθυνση. Οι ίδιοι από το παρελθόν προετοιμάζουν το τέλος των Θρησκευτικών στην κανονική σχολική εκπαίδευση. Πολέμησαν την εφαρμογή των προηγούμενων Αναλυτικών Προγραμμάτων (2003) και τα βιβλία που προέκυψαν, με αποτέλεσμα να μην αποδώσει όσα στόχευε η αλλαγή, και τώρα αντιπαλεύουν ό,τι καινούριο ενστερνίζεται το νέο ΠΣ, επιχειρηματολογώντας θετικά για το προηγούμενο Α.Π., που πρότινος πολεμούσαν. Καταλαβαίνουμε, λοιπόν, ότι οι ίδιοι μάχονται εναντίον των ίδιων των σκοπών που επιδιώκουν. Εξηγείται μόνο από τυφλό και υπερβάλλοντα ζήλο. Αποτελειώνουν ένα από τα πιο σημαντικά και ιστορικά μαθήματα της ελληνικής εκπαίδευσης. Ένα μάθημα που ακολούθησε το δικό του εθνικό δρόμο, αφομοιώνοντας τις τελευταίες δεκαετίες επιρροές από τις εμπειρίες των υπόλοιπων χωρών. Και το οποίο κατάφερε, τέλος, να διατηρήσει την συνολική λειτουργία του, τον καθορισμό του περιεχομένου του και αντίστοιχα τον διορισμό των εκπαιδευτικών, που το υπηρετούν, στην ευθύνη αποκλειστικά του  κράτους. Οι κατακτήσεις αυτές θα μείνουν στην ιστορία της εκπαίδευσης και τα Θρησκευτικά στο παρελθόν.

Αυτό είναι το ζοφερό μέλλον. Τελικά, όταν θα κοπάσει ο καπνός της μάχης δε θα υπάρχουν σίγουρα θριαμβευτές ανάμεσα στις δύο πλευρές, αφού το θύμα θα είναι η ΘΕ και οι νέοι της Ελλάδας. Δάφνες θα δρέψουν οι παρατηρητές, που κατονομάστηκαν παραπάνω.

Είναι όμως δυνατόν οι θεολόγοι να επιθυμούν το τέλος του μαθήματος των Θρησκευτικών στο σχολείο;

Δεν μπορούμε να ισχυρισθούμε ότι πολλοί θεολόγοι επιδιώκουν να καταργηθεί το μάθημα ή να παραδοθεί στις θρησκευτικές κοινότητες και να αποσπασθεί από το κανονικό πρόγραμμα του σχολείου. Μπορούμε όμως να πούμε με βεβαιότητα ότι πολλοί θεολόγοι, παρόλο που οι προθέσεις τους είναι αγαθές είτε από ζήλο είτε από ελλιπή  πληροφόρηση είτε από περιορισμένη ή παλαιωμένη επιστημονικότητα είτε από έλλειψη εκπαιδευτικής εμπειρίας, υποσκάπτουν ουσιαστικά την ύπαρξη του σχολικού μαθήματος των Θρησκευτικών.

Ακτινογραφώντας αυτήν την ομάδα διακρίνουμε αρχικά αυτούς που απορρίπτουν την αλλαγή του μαθήματος, γιατί υποθάλπουν ιδέες και οράματα, που βρίσκονται πολύ μακριά από την πραγματικότητα. Αυτά συνήθως έχουν την αναφορά τους στο παρελθόν, το βυζαντινό ή του κρυφού σχολειού -στην χειρότερη περίπτωση. Η λέξη «παράδοση» γι' αυτούς περιλαμβάνει τα πάντα και, αντίθετα, η λέξη «νεωτερικότητα» αποτελεί εχθρό ολκής. Δεν αντιλαμβάνονται ότι αυτή είναι η ιστορική πραγματικότητα και μέσα στον ρου της οφείλουμε όλοι να βρούμε την πορεία μας. Αντίθετα, βρίσκουν βράχους και κρατιούνται με όνειρο να πάνε αντίθετα στο ρεύμα. Το μόνο που καταφέρνουν, βέβαια, είναι να καθυστερούν. Μάλιστα, αγρεύουν και άλλους, για τους παραπάνω λόγους και ονειρεύονται όλοι μαζί κάτι που δεν υπάρχει. Αυτοί οι θεολόγοι προτείνουν αλλαγές, περιεχόμενα και στόχους, για το μάθημα που απλά δεν υπάρχουν πουθενά στον κόσμο, δεν έχουν εφαρμοσθεί ποτέ και δε στηρίζονται συνήθως σε καμία σοβαρή επιστημονική θεωρία. Δεν υπάρχει όμως τόπος στις επιστήμες της αγωγής για θεωρίες που δεν δοκιμάζονται και υφίστανται μόνο σε ένα φανταστικό χωροχρόνο. Έτσι, αυτό που πετυχαίνουν είναι σύγχυση, προσωπική και ομαδική, καθολική αντίθεση και τελικά περιθωριοποίηση και μαρασμό της θρησκευτικής αγωγής.

Υπάρχουν, ακόμη, θεολόγοι που στον αγώνα τους κατά της αλλαγής βρίσκουν δυνατούς συμπαραστάτες και αδελφούς, ιεράρχες συνήθως, που αντιστέκονται σθεναρά στο ρεύμα. Σε αυτούς είναι έτοιμοι να χαρίσουν τα πάντα και, γιατί όχι, να τους αφήσουν να εισέλθουν οι ίδιοι στο σχολείο. Κι αν ακόμη αυτοί δεν μπορούν να διδάξουν, τους παραχωρούν το δικαίωμα να επιλέγουν εκείνοι τους θεολόγους του σχολείου, που θα είναι «τα δικά μας πιστά παιδιά». Βέβαια, αγνοούν ότι υπάρχουν επίσημα κι άλλοι δυνατοί. Άλλοι με ξυρισμένο κεφάλι ή άλλοι με φέσι, που έχουν κι αυτοί έτοιμους πιστούς φίλους να λάβουν υπογραφή, για να μπουν στο σχολείο να κατηχήσουν τα δικά τους παιδιά. Πρόκειται γι' αυτούς που ομολογήσαμε από την αρχή ότι ενδιαφέρονται άμεσα να αναλάβουν την κατήχηση των πιστών τους μέσα στους τέσσερις τοίχους του σχολείου. Δηλαδή, άλλες γνωστές θρησκείες, αιρέσεις και ομάδες. Αυτοί οι θεολόγοι που είναι έτοιμοι να εκχωρήσουν το μάθημα των Θρησκευτικών στις θρησκευτικές ομάδες δεν αντιλαμβάνονται τι σημαίνει η είσοδος των θρησκευτικών κοινοτήτων στο ελληνικό σχολείο. Πρώτον, οι μαθητές θα διαχωρίζονται στις τάξεις ανάλογα με τη θρησκεία, που θα διαλέγουν. Δεύτερον το μάθημα θα μετατραπεί σε κατήχηση της κάθε θρησκείας, συνήθως στο παρα-πρόγραμμα του σχολείου. Και τέλος, οι θεολόγοι θα πάψουν να είναι επαγγελματίες διορισμένοι εκπαιδευτικοί του ελληνικού κράτους.

Υπάρχουν, σήμερα, κι αυτοί οι θεολόγοι που δεν τους ενδιαφέρει τίποτα σχετικό με το μάθημά τους. Βασικό θέμα τους είναι η συνταξιοδότηση ή η διεκδίκηση κάποιας θέσης διευθυντή. Είναι συνήθως οι κατά λάθος θεολόγοι, οι οποίοι αντιδρούν σε ο,τιδήποτε τους προκαλεί να σκεφτούν ή να εργαστούν. Υπάρχουν, τέλος, κι αυτοί που κραυγάζουν άκριτα, οι «επαναστάτες» θεολόγοι, που σηκώνουν το λάβαρο σε οποιαδήποτε αλλαγή γενικά και κυρίως σε αυτές που δεν τους θυμίζουν κάτι από το παρελθόν, το πρόσφατο βέβαια της δεκαετίας του 1970 ή προηγούμενων νοσταλγικών ετών. Αυτοί, βέβαια, δεν προτείνουν τίποτε, απλά αντιδρούν.

Δεν υπάρχουν, όμως, θεολόγοι που αντιλαμβάνονται το ρόλο του μαθήματος των Θρησκευτικών και επιθυμούν τη διατήρηση του μαθήματος στο σχολείο;

Όλα αυτά τα χρόνια το μάθημα διατηρείται ζωντανό και πετυχαίνει παιδαγωγικά πολλά και σημαντικά ακριβώς γιατί υπάρχουν και θεολόγοι που βλέπουν μπροστά στον ορίζοντα. Αυτοί σκέφτονται και εργάζονται περισσότερο επιστημονικά και σαφώς κατά βάσει παιδαγωγικά. Και οι μεν και οι δε τα ίδια Πανεπιστήμια τέλειωσαν, αλλά φαίνεται ότι κάποιοι φωτισμένοι δάσκαλοι τους προκάλεσαν περισσότερο και τους έμαθαν να μελετούν, να αναζητούν την ποικιλία απόψεων, να μην πείθονται εύκολα και να σκέφτονται πρώτα από όλα τους μαθητές τους, τι θα μάθουν αυτοί και πώς θα ανοίξει το μυαλό τους. Έμαθαν ότι τα κριτικά πνεύματα γίνονται καλοί πολίτες, ηθικοί άνθρωποι και ίσως πραγματικά καλοί πιστοί. Ευτυχώς τρεις δεκαετίες τώρα στο, διαλυμένο πια, Παιδαγωγικό Ινστιτούτο επικράτησε -όχι εύκολα- αυτή η θεολογία.

Η άλλη πλευρά, βέβαια, έκανε και κάνει περισσότερη φασαρία. Βρίσκει ισχυρούς συμμάχους και μπαίνει με ερωτήσεις στη βουλή ή με κηρύγματα στους ναούς. Παρόμοια βρίσκει συμμάχους στην δημοσιογραφία, στον Τύπο ή στο διαδίκτυο και δημοσιοποιεί επανειλημμένα την αντίθεσή της. Δημιουργεί ομάδες με διάθεση αντίδρασης και καλλιεργεί παρασκηνιακά, με ραντεβού και επισκέψεις σε επίσημα γραφεία, φήμες και κατηγορίες, πολλές φορές επί προσωπικού.

Όμως, στην εποχή που ζούμε, ευτυχώς ακόμη, επικρατεί – όχι χωρίς κριτική οπωσδήποτε – η λογική. Αυτή η κυρίαρχη, σήμερα, τάση στους θεολόγους είναι φανερή και στην κρατική μηχανή και στα περισσότερα πανεπιστημιακά τμήματα και στους εκπαιδευτικούς κύκλους. Από αυτούς, προφανώς, προήλθε και η ομάδα εμπειρογνωμόνων που σχεδίασε το νέο ΠΣ της υποχρεωτικής εκπαίδευσης. Γι' αυτό και το νέο ΠΣ δεν είναι κατηχητικό, αλλά παραμένει Χριστιανικό και Ορθόδοξο, ενώ εμπνέεται από σύγχρονες παιδαγωγικές προσεγγίσεις της ΘΕ, δοκιμασμένες σε άλλες χώρες και προσαρμοσμένες σε κάποιο βαθμό στην εμπειρία του ελληνικού σχολείου και στην παράδοση του τόπου. Δεν είναι θρησκειολογικό-ενώ κατηγορείται άκριτα ότι είναι, αλλά περιέχει σε κάποιο περιορισμένο ποσοστό μόνο γνώσεις για τις μεγάλες θρησκείες του κόσμου. Είναι πρωτοποριακό, γιατί είναι ένα πρόγραμμα διαδικασίας, αφήνει, δηλαδή, στους θεολόγους την ευθύνη να διαμορφώσουν, ανάλογα με τους μαθητές τους, το περιεχόμενο του μαθήματος, κάνοντας προτάσεις για θέματα και δραστηριότητες, που δεν είναι δεσμευτικές

Η άλλη πλευρά, όμως, που ζητά με πάθος την απόσυρση ή την εκ θεμελίων αναδιαμόρφωση εμμένει μόνο σε επιμέρους στοιχεία του ΠΣ και δεν κατανοεί ότι η παιδαγωγική γενικά του Νέου Σχολείου ξεπερνά το περιεχόμενο όλων των μαθημάτων και επιδιώκει όλα τα μαθήματα-και τα Θρησκευτικά- να προσφέρουν αγωγή κριτικής, διαλόγου και κατανόησης. Αυτή η πλευρά κρίνει το Πρόγραμμα όχι από την φιλοσοφία και το περιεχόμενό του, αλλά απομονώνοντας φράσεις, λέξεις, δραστηριότητες ή θέματα και βλέποντας σε αυτά τα επιμέρους, που δεν τα εγκρίνουν, γιατί είναι «βλάσφημα» ή «αντιχριστιανοπαιδαγωγικά» ή «ετερόθρησκα και αλλόδοξα», βράχους για να κρατηθούν να μην παρασυρθούν από το ρεύμα. Να σώσουν τι; Κάτι αποτελεσματικό και επιτυχημένο; Όχι βέβαια. Ακολουθούν απλά και παραδοσιακά τις τακτικές που αναφέραμε παραπάνω που οδηγούν αναπόδραστα στο τέλος.

Στο Νέο Σχολείο, ευτυχώς, με το νέο ΠΣ το μάθημα των Θρησκευτικών εντάσσεται στο γενικό πλαίσιο της εκπαίδευσης. Αν ισχύσει αυτό υπάρχει πολύ σοβαρός λόγος να γίνονται τα Θρησκευτικά μέσα στο κανονικό πρόγραμμα του σχολείου και να αποτελεί κανονικό μάθημα, όπως όλα τα άλλα. Μπορεί μάλιστα να προσφέρει πολλά στη θρησκευτική, κοινωνική και ηθική μόρφωση όλων ανεξαιρέτως των πολιτών της Ελλάδας, ανεξάρτητα αν πιστεύουν, ακολουθούν μία θρησκεία ή καμία θρησκεία. Βέβαια, το νέο ΠΣ παρόλες τις μεγαλόστομες εξαγγελίες των σχεδιαστών και συγγραφέων του Οδηγού του εκπαιδευτικού-αυτές φόβισαν πιο πολύ τους επικριτές-παραμένει χριστιανικό και δεν αφήνει πολλά περιθώρια, αν εμμείνει ο θεολόγος στο περιεχόμενό του και μόνο, να γίνει ένα μάθημα για όλους ανεξαιρέτως. Επιπλέον, πιστεύουμε πως το ΠΣ επιδέχεται βελτιώσεων (περιεχομένου, παιδαγωγικών επιλογών, υλικού), αλλά αυτές θεωρούμε ότι θα γίνουν, αφού εφαρμόζεται πιλοτικά, θα αξιολογηθεί και θα μελετηθεί ξανά από τους εμπειρογνώμονες, οι οποίοι διαβεβαιώνουν ότι θα λάβουν σοβαρά υπόψη τους όλες τις εμπεριστατωμένες κριτικές.

Έφτασε το τέλος;

Διατυπώσαμε δραματικά τις απόψεις μας ακριβώς γιατί ως χριστιανοί με φόβο Θεού διατηρούμε την ελπίδα ακόμα ζωντανή. Παρόλο που οι δύο πλευρές διαφωνούν δε φαίνονται ότι είναι και οι δύο στα άκρα. Τουλάχιστον οι θιασώτες της αλλαγής, όπως εξηγήσαμε, δεν έφτασαν στα άκρα με αυτό το ΠΣ και στη ριζική αλλαγή του μαθήματος των Θρησκευτικών, αν και κατηγορούνται  – άδικα – για αυτό. Αν αυτό γίνει κατανοητό από τους επικριτές τους θα βρεθούν πολλά περιθώρια προόδου που μπορούν να σημειώσουν και οι δύο.

Αν και δεν φαίνεται φως στον ορίζοντα, ελπίζουμε ότι είναι δυνατόν οι θεολόγοι να αποφασίσουν να αφήσουν τους βράχους και να κάνουν ένα βήμα μπροστά. Με κριτική, με άποψη, αλλά και με διαλλακτικότητα, χωρίς φανατισμό και μεγαλοστομίες. Η πόλωση οδηγεί σε ήττα όλων και κυρίως σε ήττα του ίδιου του μαθήματος στο σχολείο. Άμεσα πρέπει να σταματήσουν οι παρασκηνιακές ενέργειες που σχετίζονται με πολιτικούς και πνευματικούς ανθρώπους. Να προχωρήσουμε σε εποικοδομητική κριτική και συνεννόηση. Να αποδεχτούμε, τελικά, όλοι ότι το νέο ΠΣ είναι ένα βήμα αναβάθμισης του μαθήματος και ότι θα ενσκήψουμε στα προβλήματά του, με σκοπό την αξιολόγηση και την διόρθωσή του.

Θεολόγοι το νέο ΠΣ είναι η ευκαιρία μας και πρέπει να εφαρμοσθεί, αφού αξιολογηθεί. Η μάχη για την απόσυρσή του μας οδηγεί στο τέλμα και στο τέλος από την κανονική σχολική εκπαίδευση. Θα βρεθούμε στο μέλλον σε ένα σημείο που ποτέ άλλοτε δεν ήμασταν οι θεολόγοι και το μάθημα μας στην ιστορία της ελληνικής εκπαίδευσης.

                                                                                                                                  

… Ώρα να πηγαίνω δεν έχω άλλο στήθος. 

                                                                                                                                        Ν. Καρούζος

 

7-11-2012

 

* Ο Μάριος Κουκουνάρας-Λιάγκης είναι υ.δ. Λέκτορας Διδακτικής Θρησκευτικών Τμ. Θεολογίας ΕΚΠΑ.

 

Σημείωση: Ευχαριστώ τον συγγραφέα για την αποστολή του άρθρου για δημοσίευση στην Αποικία μας.