Γκρεμίζοντας το «κράτος – πρόνοιας»

Γκρεμίζοντας το «κράτος – πρόνοιας»

 

«ΕΠΙΘΕΤΙΚΕΣ ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΕΙΣ»

 

Του Γιώργου Κ. Καββαδία*

Το 2010 με βάση τις κυβερνητικές εξαγγελίες θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως χρονιά «επιθετικών μεταρρυθμίσεων». Όσοι αυτό το βλέπουν θετικά, ας κρατήσουν μικρό καλάθι, αφού η μανία όλων των κυβερνήσεων των τελευταίων δεκαετιών να βαπτίζουν την πολιτική τους ως «μεταρρυθμίσεις» με χίλια δυο επίθετα, όπως «διαρθρωτικές», «επιθετικές» και τόσα άλλα δε μας βγήκε σε καλό.

Στην ουσία πρόκειται για ανατροπές κατακτήσεων και σάρωμα δικαιωμάτων των εργαζομένων προς όφελος των κοινωνικά δυνατών. Και παρά την εντεινόμενη τρομοκρατία περί ελλειμμάτων και οικονομικής κρίσης που στοχεύει να καμφθούν οι αντιστάσεις των εργαζομένων και να υποταχθούν στην πολιτική της κυβέρνησης ή καλύτερα των Βρυξελλών και των διεθνών οργανισμών, το πρόβλημα δεν είναι τωρινό.

Μετά την μεταπολίτευση, από το 1974, η πολιτική λιτότητας κυριαρχεί, με οριακές παρενθέσεις, είναι διαρκείας και χωρίς ημερομηνία λήξης. Συνδυάζεται ουσιαστικά με την αποδόμηση, το γκρέμισμα του «κράτους πρόνοιας», όπως οικοδομήθηκε στις δεκαετίες του ΄60 και του ΄70. Τότε που το κράτος αναγκάζεται να κατοχυρώσει μια σειρά δικαιώματα των εργαζομένων και είναι αποτέλεσμα των κοινωνικών αγώνων και της επίδρασης των ιδεών του σοσιαλισμού. Από τα μέσα της δεκαετίας του ΄80 αρχίζει η κρίση του «κράτους – πρόνοιας» και βασική αιτία είναι ότι θεωρείται για τις κυρίαρχες τάξεις πολύ δαπανηρό. Από τότε η επικρατούσα νέο- ή σοσιαλ- φιλελεύθερη πολιτική επιχειρεί να μειώσει το κόστος της εργατικής δύναμης μειώνοντας μισθούς και συντάξεις και περιορίζοντας τις κοινωνικές παροχές μέσω της περικοπής των δημοσίων, ιδιαιτέρως των κοινωνικών δαπανών.

Η πολυετής πολιτική λιτότητας σε όλη την Ευρώπη οδηγεί σε μια ασταμάτητη μεταφορά εισοδήματος από τους μισθωτούς προς τις κυρίαρχες τάξεις. Επίπτωση είναι η σαφής μείωση της αγοραστικής δύναμης των εργαζομένων και το φάντασμα της φτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισμού είναι εδώ. Στην Ευρώπη η φτώχεια έχει πάρει μεγάλες διαστάσεις.

Άλλωστε το 2010 έχει ανακηρυχτεί ευρωπαϊκό έτος κατά της φτώχειας: περίπου 80 εκατομμύρια άτομα – δηλ. το 16% του πληθυσμού της ΕΕ – ζουν κάτω από το όριο της φτώχειας και συναντούν σοβαρά εμπόδια όσον αφορά την πρόσβαση στην απασχόληση, στην εκπαίδευση, στη στέγαση, καθώς και στις κοινωνικές και χρηματοδοτικές υπηρεσίες. Στην Ελλάδα το 1/3 των Ελλήνων ζουν με λιγότερα από 470 ευρώ μηνιαίως, ενώ το 20% των παιδιών ζουν επίσης κάτω από τα όρια της φτώχειας. Το 60% των Ελλήνων ζουν με το φόβο ότι μία ημέρα μπορούν να ξυπνήσουν φτωχοί.

Την ίδια ώρα το χάσμα μεταξύ πλουσίων και φτωχών διευρύνθηκε. Την ίδια ώρα οι πλούσιοι πλουσιότεροι! 40% αυξήθηκαν τα προ φόρων κέρδη επιχειρήσεων και τραπεζών τη χρυσή πενταετία(2003 -2007) (Στοιχεία ICAP).

 Τα κέρδη των επιχειρήσεων αυξήθηκαν το 2006 κατά 60% περίπου, με ρυθμό τετραπλάσιο απ' αυτόν της αύξησης του τζίρου. Οι φτωχοί φτωχότεροι, γιατί σε συνθήκες κρίσης αυτοί θυσιάζονται για να φυσήξει ούρειος άνεμος προκειμένου να λειτουργήσει η αγορά με βάση τον νόμο του αλόγιστου και ανεξέλεγκτου πλουτισμού των λίγων. Παράλληλα η νεοφιλελεύθερη πολιτική οδηγεί στην διόγκωση των κοινωνικών ανισοτήτων, την αύξηση της φτώχειας, της ανεργίας και του κοινωνικού αποκλεισμού. Από τα ίδια στοιχεία προκύπτει ότι η Ελλάδα βρίσκεται στις πρώτες θέσεις όσον αφορά την ανισότητα στην κατανομή εισοδήματος. Συγκεκριμένα ο δείκτης του εισοδήματος του20% των πλουσιότερων νοικοκυριών σε σύγκριση με το εισόδημα του 20% των φτωχότερων ανέρχεται σε 6,1 έναντι 4,7 που είναι ο μέσος όρος στην Ε.Ε. των «15».

Όχι μόνο σήμερα, αλλά με ιδιαίτερη ένταση την τελευταία δεκαετία η κυριαρχία του νεοφιλελευθερισμού οδήγησε σε πολιτικές που χειροτέρεψαν τη θέση των εργαζομένων κάνοντας σκόνη και θρύψαλα δικαιώματα και κατακτήσεις. Άλλωστε από τα τέλη της δεκαετίας του '80¨κυριαρχεί η αντίληψη ότι η ευθύνη της κρατικής παροχής υπηρεσιών για την ικανοποίηση των κοινωνικών αναγκών πρέπει να μετατεθεί στο άτομο. Αυτός είναι ο πυρήνας του νέο – φιλελευθερισμού οποιασδήποτε απόχρωσης. Η αντίληψη αυτή προδιαγράφει μια προοπτική εξατομίκευσης της παροχής υπηρεσιών και όχι για την κοινωνία.

Έτσι οδηγούμαστε στη μετατροπή των κοινωνικών δικαιωμάτων και αγαθών (Παιδεία, Υγεία, Ασφάλιση, κ.α.) σε αγορά προϊόντων και υπηρεσιών. Στα πλαίσια ενός ελεγχόμενου ανταγωνισμού και στο όνομα ενός «προνοιακού πλουραλισμού» διευκολύνεται η ανάπτυξη της ιδιωτικής κερδοσκοπικής δραστηριότητας. Πρόκειται με άλλα λόγια για τη μετάβαση από το «κράτος – πρόνοιας» στην «αγορά πρόνοιας» ή από την «κοινωνική οικονομία της αγοράς» στην ασυδοσία της αγοράς.

Η αποδόμηση του «κράτους – πρόνοιας» συμβαδίζει με την κατάργηση της καθολικότητας στην παροχή υπηρεσιών που οδηγεί στην επιλεκτικότητα των παροχών σε ελάχιστη βάση. Παρά τις αντιθέσεις στους κόλπους της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των ισχυρών του κόσμου (G 20),στο μόνο που ομοφωνούν είναι πώς να μετακυλήσουν τα βάρη της κρίσης «στα μόνιμα υποζύγια», στις πλάτες των λαϊκών τάξεων και στρωμάτων, με την εβδομάδα 3 – 4 ημερών και των 65 ωρών, την επέκταση της μερικής απασχόλησης, τις μειώσεις μισθών, τη συρρίκνωση των συστημάτων κοινωνικής ασφάλισης, των δαπανών για την υγεία, παιδεία, πρόνοια, με τις ιδιωτικοποιήσεις κ.λ.π.

Ταυτόχρονα οι σχεδιαζόμενες αλλαγές στο ασφαλιστικό δείχνουν το αποκρουστικό πρόσωπο της «μεταρρύθμισης». Δικαιώματα και κατακτήσεις γίνονται σκόνη και θρύψαλα. Η επιμονή των «σοφών» στα μέτρα σοκ που πρέπει να ληφθούν επιβεβαιώνουν τη διαπίστωση ότι ο ανεμοστρόβιλος της ριζικής αντιδραστικής τομής στο κοινωνικοασφαλιστικό σύστημα θα περιλαμβάνει όχι απλά κάποιες διορθωτικές παρεμβάσεις αλλά την κυριαρχία της νεοφιλελεύθερης πολιτικής που συνάγεται τη μετάβαση από το «κράτος πρόνοιας» στην «αγορά πρόνοιας».

Με βάση τις ντιρεκτίβες του ΔΝΤ θα προωθηθεί ακόμα μια «μεταρρύθμιση» του ασφαλιστικού. Αφού λεηλατήθηκαν η περιουσία και τα αποθεματικά των ταμείων με αποτέλεσμα το έλλειμμά τους να ξεπερνά τα 11δις ευρώ, έχουμε φτάσει στο σημείο το ασφαλιστικό σύστημα να μην μπορεί να δώσει αξιοπρεπείς συντάξεις και ποιοτικές υπηρεσίες. 7 στους 10 συνταξιούχους λαμβάνουν συντάξεις κάτω των 750 ευρώ, ενώ είναι χαρακτηριστικό ότι η χώρα μας έχει το υψηλότερο ποσοστό ιδιωτικών δαπανών υγείας που φτάνει το 57,1%.

Μετά από πέντε χρόνια «ήπιας προσαρμογής» επί κυβέρνησης της Ν.Δ. με το «Πρόγραμμα Σταθερότητας και Ανάκαμψης (2008 – 2011), η κυβέρνηση του ΠΑ. ΣΟ. Κ. συνεχίζει με ένα ακόμα «Πρόγραμμα Σταθερότητας και Ανάπτυξης» μέχρι το 2013. Ουσιαστικά μισθοί, συντάξεις και άλλες κοινωνικές δαπάνες παραμένουν στο .τούνελ της λιτότητας, ενώ εργασιακά δικαιώματα και κατακτήσεις θυσιάζονται στο βωμό των ελαστικών σχέσεων εργασίας και της αγοράς. Αυτές οι συνθήκες διαμορφώνουν τον «καπιταλισμό του κόκκινου αίματος», της συσσώρευσης που επιτυγχάνεται μέσα από το βάθεμα των κοινωνικών ανισοτήτων. Δίπλα στους άνεργους – φτωχούς πολλαπλασιάζονται οι εργαζόμενοι – φτωχοί με γρήγορους ρυθμούς. Ταυτόχρονα επιδιώκεται να πειθαναγκαστούν οι εργαζόμενοι να αποδεχτούν μορφές κατανομής της φτώχειας και της ανεργίας που μας γυρίζουν σ' έναν εργασιακό και κοινωνικό μεσαίωνα. Με άλλα λόγια, όσο θριαμβεύει η «οικονομία της αγοράς», τόσο περισσότερο εξαπλώνονται η αταξία, η φτώχεια και ο κοινωνικός αποκλεισμός.

Όμως πάνω στα συντρίμμια του «κράτους – πρόνοιας», η αριστερά της ανατροπής δεν μπορεί να αρχίσει το μοιρολόι. Οφείλει να υπερασπιστεί τα δικαιώματα και τις κατακτήσεις δεκαετιών. Οφείλει να παλέψει αποφασιστικά για την ικανοποίηση των αναγκών των εργαζομένων εντάσσοντας τους επιμέρους αγώνες και αιτήματα στην προοπτική της εγκαθίδρυσης μιας κοινωνίας απαλλαγμένης από την εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο, στο πλαίσιο της οποίας «η ελεύθερη ανάπτυξη του καθενός είναι προϋπόθεση για την ανάπτυξη όλων». (Κ. Μαρξ).

 

*  Ο Γιώργος Κ. Καββαδίας είναι  εκπαιδευτικός – ερευνητής.

Απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.