Η αλαζονεία των πολιτικών, η άνοδος της ασημαντότ…

Η αλαζονεία των πολιτικών, η άνοδος της ασημαντότητας και η περίπτωση της Παιδείας

 

Του Νικήτα Χιωτίνη*

 

 

Το κατ' εξοχήν πρόβλημα που αντιμετωπίζει η Ελλάδα σήμερα δεν είναι  οικονομικό,  είναι πολιτικό. Όταν λέμε βέβαια οικονομικό αναφερόμαστε σε αυτό   που  οι υποστηρικτές που υφιστάμενου αντιπαραγωγικού και αντικοινωνικού χρηματοπιστωτικού συστήματος – το οποίο κατά τη γνώμη μας δεν μπορεί να διατηρηθεί για πολύ ακόμα –  ανιδιοτελώς και ανοήτως θεωρούν σαν τέτοιο.

 

Στην Ελλάδα υπάρχει μια διαρκής αντιπαράθεση κράτους και πολιτών του, αντιπαράθεση με ιστορικές ρίζες, αντιπαράθεση που ολοένα και περισσότερο εντείνεται εξ' αιτίας της ολοένα και μεγαλύτερης απαξίωσης αυτού του κράτους, κράτους το οποίο έχει ολοκληρωτικώς παραχωρηθεί τους πολιτικούς. Μια  σέκτα εξουσίας που απλώνεται παντού και αυτοαναπαράγεται, ερήμην της λαϊκής βούλησης και μακράν κάθε προσχήματος επιλογής των αρίστων, θεωρεί αυτό το κράτος ιδιοκτησία της και βέβαια έτσι συμπεριφέρεται. Μέσα σε αυτές τις στρεβλώσεις   δεν λείπουν και αυτοί που βλέπουν το «κράτος» αυτό σαν ευκαιρία πλουτισμού, αν  κατορθώσουν να διαπλακούν με αυτό με όρους διαφθοράς. Πέραν βεβαίως του ότι από αυτές τις στρεβλώσεις δημιουργείται ένας νέος ανθρωπολογικός τύπος που δείχνουν να αγνοούν παντελώς οι σημερινοί δήθεν πολιτικοί φιλόσοφοι, σε αντίθεση με τους   μεγάλους πολιτικούς στοχαστές του παρελθόντος – όπως μας είπε ο Κ. Καστοριάδης στο βιβλίο του «Η άνοδος της ασημαντότητας», απ' όπου αντέγραψα τον τίτλο αυτού του σημειώματος.
Η παιδεία δεν θα μπορούσε να ξεφύγει από αυτά, από όλα αυτά – και μια που αναφέρθηκα στην «άνοδο της ασημαντότητας» σημειώνω ότι είναι θλιβερό η δημόσια συζήτηση για την Παιδεία να εξαντλείται σήμερα  στα λεγόμενα της Κας Ρεπούση.  Έτσι λοιπόν παρατηρούμε:

1. a priori αντιπαλότητα της κοινωνίας με το κράτος, δηλαδή ακόμα και αν κάνει  κάτι σωστό. Αν έχετε παρατηρήσει, όταν κάποιος θέλει να πεί πως το κράτος έκανε κάτι σωστά, αρχίζει,  δικαιολογώντας τον εαυτό του, λέγοντας «για να πώ την αλήθεια..», «εδώ που τα λέμε..» και λοιπά συναφή, λές και διαπράττει κάποιο αμάρτημα διαπιστώνοντας σωστή πράξη από πλευράς Πολιτείας.
2. Η πολιτική  ομάδα – δηλαδή η σέκτα, καθόσον είναι κλειστή και συστημικώς προστατευμένη από τους  εξωτερικούς κινδύνους – που βρίσκεται κάθε φορά στην εξουσία, αυτο-αναπαράγεται χωρίς να κρατάει μήτε προσχήματα αξιοκρατίας,  δρώντας αλαζονικά και ανεξέλεγκτα.

3. Μέρος της κοινωνίας διαπλέκεται με  το κράτος, αυτό το κράτος/ιδιοκτησία των πολιτικών σεκτών,  με όρους διαφθοράς, γιατί δεν γίνεται διαφορετικά, έτσι λειτουργεί και αυτή η σέκτα – και μη μου πείτε πως για όλα φταίει μόνο ο Τσοχατζόπουλος. Μη ξεχνάμε και ότι σταδιακά οι άνθρωποι μεταλλασσόμαστε στον ανθρωπολογικό τύπο που προτάσσει το ατομικό όφελος – δες πάλι την «άνοδο της ασημαντότητας» του Κ. Καστοριάδη.

4. Επικρατεί ολοένα και περισσότερο το σύστημα ΣΟΦ (Σύστημα Ολικής Φαυλότητας). Το σύστημα μάλιστα αυτό λειτουργεί με όρους συστημικής και έτσι αποτελεσματικώς αυτοπροστατεύεται, ξεβράζοντας αναδραστικώς τους εχθρούς του.

Έτσι λοιπόν:

1. θλιβόμαστε όταν βλέπουμε ποιοι ήταν και ποιοι είναι υπουργοί παιδείας ή πολιτισμού  (παρεμφερή ζητήματα) στην  Ευρώπη, αλλά και στην Ελλάδα   μέχρι τη δεκαετία της «αλλαγής». Θα μου πείτε δεν έχει σημασία αν π.χ. ο Άρης Σπηλιωτόπουλος, η Άννα Διαμαντοπούλου, ο Γιώργος Βουλγαράκης (αυτός που ταύτιζε το νόμιμο με το ηθικό) ή και ο νύν υπουργός Παιδείας, μπορούν να ονομαστούν συνάδελφοι του A. Malraux, του Τσάτσου ή του Τρυπάνη, του πρώην Γ. Γ. Ευαγγ. Παπανούτσου και άλλων πολλών, παλαιών και νέων. Οι  υπουργοί είναι  μάνατζερς και ως τέτοιοι ελέγχονται. Σύμφωνοι, στην περίπτωση όμως αυτή γιατί δεν δημοσιοποιούν τα ονόματα των ειδικών τους συμβούλων; (σύμβουλοι υπάρχουν, πολλοί και καλοπληρωμένοι, ειδικοί δεν ξέρουμε αν είναι). Αν δεν το κάνουν, μπορούμε να εικάσουμε ότι είτε σχεδιάζουν χωρίς πρόγραμμα και κατά το δοκούν – διαστρεβλώνοντας το ρόλο του υπουργού –  είτε τους επιβάλλεται τι να κάνουν από άλλες πλευρές (π.χ. να μειώσουν τις δαπάνες πάση θυσία, να καταργήσουν Τμήματα που λιμπίζονται ιδιωτικά κολλέγια –  διατηρώντας αυτά που «έχουν άκρες», κ.λ.π)

2. Ούτε όμως από την άλλη πλευρά τα πράγματα   είναι αγγελικά πλασμένα. Βεβαίως ευθύνονται και οι πολιτικοί γι' αυτό, που  φτιάχνουν πανεπιστημιακά τμήματα και ΤΕΙ   με μόνο γνώμονα την εκλογική τους πελατεία. Αλλά και οι διδάσκοντες δεν είναι άμοιροι ευθυνών, ούτε επιδεικνύουν θυσιαστική  ανιδιοτέλεια. Εύκολα αποδέχονται ή και επιζητούν κομματική υποστήριξη για να καταλάβουν την έδρα εις βάρος κάποιου με περισσότερα προσόντα, ευχαρίστως συναλλάσσονται για αναρρίχησή τους σε διοικητικές και συνδικαλιστικές θέσεις, δίκην εφαλτηρίων προς πολιτική σταδιοδρομία, αλλά και λοιπών προνομίων, π.χ. ως μέλη «επιτροπών». Τα ίδια ονόματα εναλλάσσονται στο χρόνο στα περισσότερα «ευγενή» ΑΕΙ, σαν παράδοση από πατέρα σε γιό -όπως άλλωστε και στην πολιτική. Πάμπολλα Τμήματα πανεπιστημίων και ΤΕΙ λειτουργούσαν με τρόπο ανορθολογικό έως ποινικά κολάσιμο, εξαπατώντας τους νέους και τους γονείς τους που πληρώνουν αδίκως – μερικά λειτουργούν ακόμα έτσι παρότι έγιναν κάποιες σωστές συγχωνεύσεις με το πρόγραμμα ΑΘΗΝΑ. Τα λύκεια είναι σχεδόν καταργημένα – μετά τον Μάρτιο δεν γίνονται μαθήματα για να αφεθούν τα παιδιά ελεύθερα να πάνε στο φροντιστήριό τους.  

3. Ευθύνονται πολλαπλώς οι συνδικαλιστικές παρατάξεις των εκπαιδευτικών που προτάσσουν την «κομματική γραμμή». Βέβαια το κακό ξεκινάει από αυτήν την «κομματική γραμμή», που έχει καταστρέψει και γενιές φοιτητών (αλλά για ξεκάρφωμα και συντήρηση της φαυλότητας, οι σέκτες όλο και  σπρώχνουν   κάποιον τσαμπουκά που απειλεί να βγάλει τα παντελόνια του αν τον θίξει κανείς, να γίνει μέχρι και  Πρόεδρος της Βουλής, και άλλους που συνταυτίζουν το νόμιμο με το ηθικό!). Είναι αδιανόητο να είναι κάποιος συνδικαλιστής και να έχει δεκαετίες να μπεί σε τάξη να διδάξει  – να επικαλείται μάλιστα από τηλεοράσεως και τον σχετικό νόμο που τον απαλλάσσει. Είναι επίσης απαράδεκτο εκατοντάδες διορισμένοι καθηγητές σε Δημοτικά, Γυμνάσια και Λύκεια να μην κάνουν μάθημα γιατί ζήτησαν από  τον βουλευτή «τους» να τους αποσπάσει σε καλλίτερη κατ' αυτούς εργασία,  π.χ. στο υπουργείο Παιδείας.

4.  Είναι επίσης απαράδεκτο οι συνδικαλιστικοί σύλλογοι των εκπαιδευτικών  να μην δέχονται κανενός είδους αξιολόγηση, μήτε για τους εκπαιδευτικούς μήτε για το εκπαιδευτικό τους ίδρυμα. Απαράδεκτο και τα αντιπολιτευόμενα κόμματα να  υποστηρίζουν, από την άνετη και ανεύθυνη θέση του «αριστερού κονφορμισμού» τους, αυτή τη νοοτροπία. Δεν καταλαβαίνουν πως έτσι απαξιώνουν την δημόσια εκπαίδευση, αυτή δηλαδή που υποτίθεται πως υποστηρίζουν (για τα παιδιά των άλλων βεβαίως); Μάχονται και οι φοιτητικές παρατάξεις γι' αυτό –  είπαμε, η «κομματική γραμμή». Οι καθηγητές όμως είναι κατ' ουσίαν υπάλληλοι των φοιτητών τους, οι γονείς τους, μέσω της εφορίας, τους πληρώνουν για να τους διδάξουν. Αν ο πατέρας τους είχε κάποια επιχείρηση θα άφηνε ανεξέλεγκτους τους υπαλλήλους του;

5. Είναι αδιανόητο όμως και να υπάρχει υπουργός Παιδείας που να μην παραιτείται αμέσως διαμαρτυρόμενος για τους μισθούς των δασκάλων και των καθηγητών. Δεν ντρέπεται ο υπουργός να μιλάει για «αυτοθυσία των καθηγητών»; Είναι δυνατόν να βρίσκεται κάποιος ξεσπιτωμένος με γυναίκα και παιδιά, με 600 ευρώ το μήνα; Πώς αυτός θα ζήσει; μήπως τελικώς δικαίως – δηλαδή από ανάγκη αυτοσυντήρησης – ζητάει μετάθεση στο υπουργείο ή στο γραφείο του βουλευτή του ή το ρίχνει στα ιδιαίτερα μαθήματα, παραμελώντας μοιραίως το σχολείο του;

Μέσα σε αυτό λοιπόν το ΣΟΦ (Σύστημα Ολικής Φαυλότητας),  είναι μάλλον ουτοπικό να διαμαρτυρηθούμε για την έλλειψη σοβαρού  σχεδίου, για την εκ των πραγμάτων ανάγκη εκσυγχρονισμού της Παιδείας στη χώρας μας. Π.χ. δεν υπάρχει κανείς να τους πεί πως η επαγγελματική και καταρτισιακή εκπαίδευση πρέπει να περάσει στην αρμοδιότητα της τοπικής αυτοδιοίκησης, ως αναπτυξιακός μοχλός των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών των περιφερειών της χώρας. Ούτε κανείς νοιάζεται να συμβαδίσουμε με τα διεθνώς τεκταινόμενα, αν τα γνωρίζει βεβαίως. Εν ολίγοις πρέπει να αλλάξει άρδην το σύστημα, δεν αναφέρομαι βεβαίως στις ιστορικώς αποτυχημένες ρητορίες του παρελθόντος. Αναφέρομαι στην ανάγκη επανασχεδιασμού του τρόπου λειτουργίας των κοινωνιών με σύγχρονους όρους και με την σοφία των περασμένων μας εμπειριών,  με επαναπροσδιορισμό των σχέσεων ιδιωτικού και δημοσίου, με ένα Νέο Κοινωνικό Συμβόλαιο, που θα επαναπροσδιορίσει θεσμικώς τον τρόπο λειτουργίας και ύπαρξης των κοινωνιών και του κράτους.
Τα παραπάνω βέβαια δεν αφορούν μόνο στην Παιδεία. Ίσως η τρέχουσα κρίση, δηλαδή τα σημερινά αδιέξοδα στα οποία έχουμε οδηγηθεί εξ αιτίας του μέχρι τώρα τρόπου θεώρησης της οικονομίας πρωτίστως και κατ' επέκταση της πολιτικής – με πρώτο διακύβευμα τη  σχέση μεταξύ δημοσίου και ιδιωτικού – να μας οδηγήσει σε ωριμότερη θεώρηση των πραγμάτων. Στην Ελλάδα βεβαίως ούτε με τους ισχύοντες οικονομικοπολιτικούς όρους δεν μπορούμε να λειτουργήσουμε, η ανεπάρκεια των πολιτικών που εναλλάσσονται στην εξουσία είναι κατάδηλη. Αυτή η ανεπάρκειά τους  άλλωστε είναι που οδήγησε στην έλευση των Νεάτερνταλ, αλλά θέλουμε να ελπίζουμε πως η σημερινή κατάσταση θα μας αφυπνίσει. Ο καιρός θα δείξει…..

* Ο Νικήτας Χιωτίνης είναι καθηγητής ΤΕΙ Αθήνας, πρώην Διευθυντής ΣΓΤΚΣ

ΠΗΓΗ: 15 Σεπ. 2013, http://www.esos.gr/article/apopseis/alazoneia-politikon-anodos-ashmantothtas-periprosi

Απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.