Ευρωζώνη: ΤΟ ΘΕΑΤΡΟ ΤΟΥ ΠΑΡΑΛΟΓΟΥ

ΤΟ ΘΕΑΤΡΟ ΤΟΥ ΠΑΡΑΛΟΓΟΥ:

Εάν η Γερμανία δεν εγκαταλείψει το ευρώ, υιοθετώντας ξανά το μάρκο, δεν πρόκειται να υπάρξει λύση ούτε για την Ελλάδα, ούτε για το Νότο, ούτε για την Ευρωζώνη – περί της ανακεφαλαιοποίησης και κρατικοποίησης των τραπεζών

 

Του Βασίλη Βιλιάρδου*

 

"Εάν η παραμονή μας στην Ευρωζώνη θα είχε ως αναπόφευκτη συνέπεια την υποταγή μας στην πρωσική Γερμανία, την ολοκληρωτική απώλεια της εθνικής μας κυριαρχίας, την κατάλυση της Δημοκρατίας, τις προσβολές στην υπερηφάνεια και στην αξιοπρέπεια μας, τη λεηλασία των δημοσίων επιχειρήσεων, την καταστροφή των μικρομεσαίων ελληνικών εταιρειών, τη συνέχιση της νόμιμης φοροδιαφυγής των ξένων πολυεθνικών, τη φορολογική «υφαρπαγή» της περιουσίας μας, το συνεχή περιορισμό του κοινωνικού κράτους και τη διαρκή μείωση των αμοιβών, μέχρι τo σημείο που η πιο κουραστική και εξοντωτική εργασία να μην μπορεί, με βεβαιότητα, να μας εξασφαλίσει καν τα απολύτως απαραίτητα – εάν οι εναλλακτικές λύσεις ήταν είτε αυτή η κατάσταση, είτε η εγκατάλειψη της Ευρωζώνης, όλες οι δυσκολίες, μεγάλες ή μικρές, της υιοθέτησης ενός εθνικού νομίσματος, θα έμοιαζαν να είναι σταγόνα στον ωκεανό" (από τον J. S. Mill, με παραλληλισμό στο σήμερα).

Άρθρο

Η Ελλάδα, ευρισκόμενη στο μάτι του κυκλώνα και κινδυνεύοντας να καταστραφεί εντελώς από δύο αντιμαχόμενες δυνάμεις (Η.Π.Α. και Γερμανία), οι οποίες έχουν επιλέξει να πολεμήσουν στα εδάφη της, υποχρεώθηκε σε μία εξαντλητική πολιτική λιτότητας και εξαθλίωσης των πολιτών της – με βάση την οποία έχει καταρρεύσει τόσο το ΑΕΠ, όσο και η οικονομία της συνολικά.

Στα πλαίσια αυτής της πολιτικής, έχει επιβληθεί στην πατρίδα μας η ιδιωτικοποίηση όλων ανεξαιρέτως των επιχειρήσεων του δημοσίου της, σε εξευτελιστικές τιμές – συμπεριλαμβανομένων δυστυχώς των κοινωφελών (ΔΕΗ, ΕΥΔΑΠ, ΕΥΑΘ κλπ.), των μονοπωλιακών κερδοφόρων (ΟΠΑΠ, λαχεία) και των στρατηγικών (λιμάνια, αεροδρόμια, τηλεπικοινωνίες κα). Ο δήθεν σκοπός δε των αποκρατικοποιήσεων είναι ο περιορισμός του δημοσίου χρέους της, το οποίο χαρακτηρίζεται, εύλογα ή μη, ως μη βιώσιμο.

Τα έσοδα από τις ιδιωτικοποιήσεις αυτές υπολογίζονται στα 9 δις € – οπότε το χρέος της πατρίδας μας θα μειωθεί ανάλογα. Την ίδια στιγμή όμως ή, μάλλον, λίγο πιο πριν, η Ελλάδα υποχρεώνεται να κρατικοποιήσει τις τράπεζες της – για τις οποίες έχει εγγραφεί ήδη το ποσόν των 49 δις €, το οποίο αυξάνει το δημόσιο χρέος της ανάλογα, χωρίς παραδόξως να αναφέρεται στο έλλειμμα του προϋπολογισμού (όπως συνέβη στην Ιρλανδία).  

Υποχρεώνεται λοιπόν να εκποιήσει τις πολυτιμότερες επιχειρήσεις της για να μειώσει κατά 9 δις € το δημόσιο χρέος της, το οποίο όμως αύξησε κατά 49 δις €, «εξαγοράζοντας» τις χρεοκοπημένες ιδιωτικές τράπεζες – εν πρώτοις, αφού η κρατικοποίηση των τραπεζών (στη συνέχεια, με κριτήριο τους όρους της ανακεφαλαιοποίησης, θα «ξεπουληθούν» στις πολυεθνικές), θα κοστίσει δυστυχώς στους Έλληνες φορολογουμένους, στους οποίους συνεχίζει να επικρατεί η σιωπή των αμνών,  πολύ περισσότερα.

Οφείλουμε να υπενθυμίσουμε εδώ ότι, οι τράπεζες οδηγήθηκαν στη χρεοκοπία μετά την διαγραφή του χρέους της Ελλάδας, στα πλαίσια του PSI – όπου η Ελλάδα μείωσε αυθαίρετα πάνω από 50% τις απαιτήσεις τους απέναντι της, οι οποίες είχαν προέλθει από την αγορά ομολόγων του δημοσίου, για την ενίσχυση του ίδιου του δημοσίου!  

Περαιτέρω, οι ίδιες χρεοκοπημένες ελληνικές τράπεζες, οι οποίες θα κρατικοποιηθούν στα πλαίσια της ιδιωτικοποίησης ολόκληρης της υπόλοιπης οικονομίας, θα δανείσουν σήμερα το ελληνικό δημόσιο με 5 δις €, για να μη χρεοκοπήσει – έτσι ώστε να μπορέσει να καθυστερήσει η δόση των 31,5 δις €, η οποία είχε συμφωνηθεί να εκταμιευθεί τον Ιούνιο, για τις αρχές Δεκεμβρίου (παράλληλα, ο «μύθος» συνεχίζεται, αφού θα πρέπει να αποφασίσουν ξανά τα κοινοβούλια για τη δόση, η οποία είχε προ πολλού εγκριθεί – οπότε είχε ήδη αποφασιστεί!).

Το μεγαλύτερο τώρα μέρος της δόσης της ντροπής, τα 24-26 δις € δηλαδή,  θα αποδοθούν από το κράτος στις τράπεζες – οι οποίες όμως θα δώσουν τα χρήματα με τη σειρά τους στην ΕΚΤ, έτσι ώστε να μειωθεί η ενίσχυση τους από αυτήν (στα πλαίσια του ELA). Η ΕΚΤ βέβαια δεν θα κρατήσει τα χρήματα, αλλά θα τα δώσει πίσω στη γερμανική κεντρική τράπεζα, από την οποία τα έχει ουσιαστικά δανειστεί (target II).

Από τα υπόλοιπα 5,5 περίπου δις € της δόσης, τα 3,4 δις € θα επιστραφούν επίσης στην ΕΚΤ την Παρασκευή (άρα στην Bundesbank), για την εξόφληση του αντίστοιχου ομολόγου, το οποίο η ΕΚΤ έχει αγοράσει πιθανότατα στο 70% της αξίας του – με αποτέλεσμα να κερδοσκοπήσει εις βάρος μας, αποκομίζοντας 1 δις € από τους Έλληνες φορολογουμένους.  

Όλα τα παραπάνω συμβαίνουν, δυστυχώς «ερήμην» των λαών, μέσα σε μια «καταδικασμένη» νομισματική ζώνη, τα κυριότερα προβλήματα της οποίας είναι:

(α) Η πλεονασματική, μερκαντιλιστική Γερμανία, η οποία «κλέβει» πλούτο, καταθέσεις, ανάπτυξη και θέσεις εργασίας από όλους τους «εταίρους» της και

(β) Ο υπερδιογκωμένος τραπεζικός της τομέας (άρθρο μας), ο οποίος πρέπει να εξυγιανθεί άμεσα, μειώνοντας απαραίτητα το μέγεθος του.

Ο περιορισμός όμως του επικίνδυνου μεγέθους του τραπεζικού τομέα, οφείλει να είναι το αποτέλεσμα της μείωσης της μόχλευσης (leverage) και των χορηγήσεων – όχι των καταθέσεων, όπως συμβαίνει σήμερα σε όλες τις χώρες του Νότου, στις οποίες οι εκροές καταθέσεων με προορισμό κυρίως τον ευρωπαϊκό Βορά, έχουν σπάσει όλα τα ρεκόρ (επίσης, της προσεκτικής «κατάτμησης» των συστημικών τραπεζών και όχι της «συγκέντρωσης» τους σε ακόμη μεγαλύτερες «too big to fail», όπως συμβαίνει σήμερα στην Ελλάδα). 

Η ελάττωση τώρα των χορηγήσεων οφείλει να προέλθει από την επιστροφή των δανείων των νοικοκυριών, καθώς επίσης από τη μη έγκρισή νέων καταναλωτικών – όχι από τις παραγωγικές επιχειρήσεις, όπως συμβαίνει σήμερα, με αποτέλεσμα να μην γίνονται επενδύσεις και να χρεοκοπούν η μία μετά την άλλη, μειώνοντας τα έσοδα του δημοσίου (φορολογία κερδών) και αυξάνοντας τις δαπάνες του (ανεργία κλπ.).

Τα νοικοκυριά όμως αδυνατούν να περιορίσουν τα δάνεια τους, αφενός μεν λόγω της πολιτικής λιτότητας (μειώσεις μισθών, κατάρρευση του κοινωνικού κράτους κλπ.), αφετέρου λόγω της ανεργίας που προκαλούν οι απολύσεις δημοσίων και ιδιωτικών υπαλλήλων, το κλείσιμο των επιχειρήσεων κλπ. – με αποτέλεσμα να συνεχίσουν να αυξάνονται οι επισφάλειες των κρατικοποιημένων πλέον τραπεζών, οι οποίες εξαγοράστηκαν με τα χρήματα των φορολογουμένων.

Επομένως, θα χρειαστούν και άλλα χρήματα για την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών (υπολογίζουμε ότι θα ξεπεράσουν σωρευτικά τα 100 δις €), τα οποία θα «πρέπει» να προέλθουν από τους ανόητους φορολογουμένους – οπότε θα χρεοκοπήσουν ακόμη περισσότερα νοικοκυριά και επιχειρήσεις, ανακυκλώνοντας αυξημένο το πρόβλημα.

Εάν λοιπόν αυτό δεν είναι το θέατρο του παραλόγου, εάν θεωρεί κανείς ότι μπορεί να υπάρξουν προοπτικές, καθώς επίσης ότι αξίζουν τον κόπο όλες οι θυσίες, η λεηλασία, η εξαθλίωση και οι αυτοκτονίες των πολιτών, τότε εμείς είμαστε αυτοί που δυστυχώς δεν καταλαβαίνουν – ενώ ευχόμαστε φυσικά να κάνουμε λάθος, όσον αφορά τα συμπεράσματα μας. 

Ολοκληρώνοντας, κατά την υποκειμενική μας άποψη, εάν η Γερμανία δεν εγκαταλείψει το ευρώ, υιοθετώντας ξανά το μάρκο, δεν πρόκειται να υπάρξει λύση ούτε για την Ελλάδα, ούτε για το Νότο, αλλά ούτε και για την Ευρωζώνη στο σύνολο της – η οποία θα μπορούσε στη συνέχεια να λειτουργήσει σωστά, απαγορεύοντας τα πλεονάσματα στα ισοζύγια εξωτερικών συναλλαγών μεταξύ των μελών της, υποτιμώντας το ευρώ, «επιτρέποντας» τη χρεοκοπία τραπεζών, ενισχύοντας τον πληθωρισμό για να καταπολεμηθεί η υπερχρέωση («εκτύπωση» νέων χρημάτων, ευρωομόλογα)  και καταργώντας τα εξαντλητικά προγράμματα λιτότητας χωρίς αναπτυξιακά μέτρα.

 

ΥΓ: Όταν οι όροι της ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών, με κριτήριο τους οποίους καταρρέουν εύλογα οι τιμές τους, ανακοινώνονται κατά τη διάρκεια των χρηματιστηριακών συναλλαγών από την κυβέρνηση και όχι μετά το τέλος τους, όπως συμβαίνει παντού, μπορεί να υποθέσει κανείς ότι ζούμε σε ένα ευνομούμενο, ορθολογικό κράτος ή/και ότι δεν πρόκειται για μία, «άπρεπο» να χαρακτηρισθεί ως οφείλει, σκοπιμότητα;  

Αξίζει αλήθεια να αγωνίζεται κανείς για έναν λαό, για έναν «όχλο» δυστυχώς, ο οποίος δεν καταλαβαίνει ότι η έννοια Πολίτης είναι το ανώτατο αξίωμα σε μία χώρα; Για ανθρώπους που, ενώ οι διαρρήκτες καταληστεύουν το σπίτι τους, κάθονται φοβισμένοι στο ερμητικά κλειστό δωμάτιο τους, παρακολουθώντας με αδιαφορία ορισμένους χειραγωγούς της τηλεόρασης, οι οποίοι τους διαβεβαιώνουν ότι πρόκειται για τη φαντασία τους;  

Για το δήθεν στρατό μας, για τα συνδικάτα δηλαδή τα οποία, ενώ βλέπουν πως «καταλύεται» η ίδια η ύπαρξή τους, έχοντας παράλληλα χάσει κάθε ίχνος αξιοπιστίας τους, αδιαφορούν ουσιαστικά, επιλέγοντας να ασχολούνται με το μικρόκοσμό τους; Για τους υπόλοιπους «Θεσμούς», οι οποίοι κοιμούνται τον ύπνο του δικαίου; 

* Βασίλης Βιλιάρδος  (copyright), Αθήνα, 13. Νοεμβρίου 2012, viliardos@kbanalysis.com.  Ο κ. Βασίλης Βιλιάρδος είναι οικονομολόγος (μακροοικονομία), πτυχιούχος της ΑΣΟΕΕ Αθηνών, με μεταπτυχιακές σπουδές στο Πανεπιστήμιο του Αμβούργου.

Απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.