ΑΓΟΡΕΣ, ΕΥΡΩΖΩΝΗ, ΠΟΛΙΤΙΚΗ

ΑΓΟΡΕΣ, ΕΥΡΩΖΩΝΗ, ΠΟΛΙΤΙΚΗ:

Η χώρα μας είναι υποχρεωμένη, όπως επίσης όλοι οι άλλοι «εταίροι» της, να έχει εναλλακτικά σχέδια επιστροφής στη δραχμή – χωρίς φυσικά κάτι τέτοιο να σημαίνει ότι, πρέπει να επιλέξει το συγκεκριμένο, εφιαλτικό σενάριο

 

Του Βασίλη Βιλιάρδου*


 

«Όταν η Ευρωζώνη ξεκίνησε τη λειτουργία της, το εξωτερικό χρέος των χωρών-μελών της μετατράπηκε σε Ευρώ. Εάν τυχόν μία χώρα εγκαταλείψει την Ευρωζώνη (προβλέπεται μόνο η έξοδος της από ολόκληρη την ΕΕ, η οποία όμως θα διαρκούσε πολλά χρόνια), τότε αυτό που έχει σημασία, για την ενδεχόμενη ή μη αλλαγή του χρέους της στο εθνικό νόμισμα, είναι το εάν τα δάνεια της έχουν συναφθεί με το εθνικό της Δίκαιο ή με το διεθνές. Η Γερμανία έχει συνάψει μόλις το 0,2% των δανείων της με το διεθνές Δίκαιο, η Ολλανδία το 40%, ενώ η Πορτογαλία το 60%…. Η Nomura συστήνει ήδη στους πελάτες της να ελέγξουν, εάν τα ομόλογα που κατέχουν είναι σε εθνικό ή σε διεθνές Δίκαιο…. Το τέλος των νομισματικών ενώσεων στην Ιστορία συνοδευόταν ανέκαθεν από τεράστιες κοινωνικές αναταραχές – συχνά από εμφυλίους πολέμους» (S. Deo).

Άρθρο

Οι αγορές απαιτούν άμεσα καθαρές, βιώσιμες λύσεις από τη ζώνη του Ευρώ, όπως έχουμε τονίσει αρκετές φορές στο παρελθόν. Θα μπορούσε βέβαια να αντιτείνει κανείς ότι, οι χώρες-μέλη της Ευρωζώνης δεν είναι υποχρεωμένες να ακολουθούν τις εντολές των αγορών – κάτι που θα είχε ίσως λογική, εάν δεν ήταν σε τέτοιο βαθμό χρεωμένες.

Το ύψος των δημοσίων χρεών τους όμως, σε συνδυασμό με τα μεγάλα ελλείμματα των προϋπολογισμών τους, καθώς επίσης με τις «φθίνουσες» προοπτικές ανάπτυξης, τις αναγκάζουν ουσιαστικά να υποτάσσονται στις απαιτήσεις των αγορών – όπως έχουμε πολλές φορές διαπιστώσει.   

Αυτό που απαιτούν τώρα οι αγορές από την Ευρωζώνη είναι κάτι ανάλογο, με αυτό που έχουν στο παρελθόν απαιτήσει από τις μεγάλες επιχειρήσειςδηλαδή, καθαρούς «Ισολογισμούς».

Ειδικότερα, οι όμιλοι επιχειρήσεων ήταν κάποτε χωρισμένοι σε επί μέρους εταιρείες, οι οποίες ήταν μεν συνδεδεμένες μεταξύ τους, αλλά λειτουργούσαν χωριστά – με αποτέλεσμα να χρωστάει η μία στην άλλη, να πουλάει η μία στην άλλη, να υπάρχουν σκοτεινές θέσεις στους Ισολογισμούς τους, να μην μπορεί να βρεθεί το συνολικό ύψος των χρεών του ομίλου, να είναι αδύνατη η αξιολόγηση του κοκ.

Οι αγορές λοιπόν απαίτησαν και πέτυχαν σε πολλές περιπτώσεις την επανένωση των διαφορετικών επιχειρήσεων των ομίλων ή τον «τεμαχισμό» τους – έτσι ώστε να έχουν καθαρή εικόνα, όταν αποφασίζουν τόσο για το ύψος των πιστώσεων που παρέχουν, όσο και για τα επιτόκια, τα οποία διαμορφώνουν με κριτήριο το ρίσκο που αναλαμβάνουν.

Με την ίδια λογική, οι αγορές σήμερα απαιτούν είτε την ένωση της Ευρωζώνης (πολιτική, δημοσιονομική), είτε τη διάλυση της – έτσι ώστε να μπορούν να αποφασίζουν σωστά για τα επιτόκια δανεισμού και τις πιστώσεις (ομόλογα κλπ.), τις οποίες κάθε φορά εγκρίνουν.

Επομένως, ότι και αν αποφασίζεται κάθε φορά από τις συνεχείς συνόδους κορυφής, η κατάσταση δεν θα αλλάζει – μέχρι εκείνη τη στιγμή που θα ληφθεί η τελική απόφαση: Ηνωμένες Πολιτείες της Ευρώπης ή διάλυση της νομισματικής ένωσης και επιστροφή στα εθνικά νομίσματα.

Στα πλαίσια αυτά είναι υποχρεωμένη η χώρα μας, όπως επίσης όλοι οι άλλοι «εταίροι» της, να έχει εναλλακτικά σχέδια επιστροφής στη δραχμή – χωρίς φυσικά κάτι τέτοιο να σημαίνει πως πρέπει να επιλέξει το συγκεκριμένο, εφιαλτικό σενάριο. Οφείλει όμως να καταλάβει ότι, η τυχόν μη συντεταγμένη επιστροφή στη δραχμή, η ξαφνική υιοθέτηση της, δηλαδή χωρίς σχέδιο και χωρίς προγραμματισμό, θα ήταν ένα σενάριο κατά πολύ πιο καταστροφικό, από το οποιοδήποτε «συντεταγμένο».

Λόγω αυτού ακριβώς του γεγονότος προτείναμε κάτι εναλλακτικό (άρθρο μας), έχοντας φυσικά την άποψη ότι, πρέπει να υπάρξουν πολλά άλλα – πόσο μάλλον όταν ευρισκόμαστε σε μία εποχή αλλαγής παραδείγματος, σε ολόκληρο τον πλανήτη.

Κλείνοντας, έχουμε την άποψη ότι, οι αγορές θα τιμολογήσουν σύντομα και το σενάριο του υπερπληθωρισμού – πως θα αναγκασθεί δηλαδή η ΕΚΤ να «τυπώσει» χρήματα για τη διάσωση των υπερχρεωμένων κρατών, καθώς επίσης των τραπεζών. Ως εκ τούτου, τα μακροπρόθεσμα επιτόκια δανεισμού (ομόλογα δημοσίου) μάλλον θα αυξηθούν, όταν θα συμπεριλάβουν «το σενάριο της ΕΚΤ» – όπως σήμερα τα βραχυπρόθεσμα επιτόκια, λόγω των φόβων διάλυσης της Ευρωζώνης (είναι «παραδόξως» υψηλότερα από τα μακροπρόθεσμα).           

Η ΠΟΛΙΤΙΚΗ

Παρά το ότι οφείλουμε όλοι μας να είμαστε ρεαλιστές, να μην αρκούμαστε δηλαδή σε απλά ευχολόγια (πολιτική ένωση της Ευρώπης των Πολιτών της, σε συνθήκες ισοτιμίας κλπ.), όταν υποψιαζόμαστε πως οι πιθανότητες επίτευξης τους είναι ελάχιστες, διαπιστώνουμε ότι, η πολιτική ηγεσία της χώρας μας θεωρεί τους Έλληνες Πολίτες ανώριμους – οπότε δεν επιθυμεί το δημόσιο διάλογο, σε σχέση με τα σενάρια επιστροφής στη δραχμή, φοβούμενη πιθανότατα τη «συμπεριφορά» τους (bank run, αυτοεκπληρούμενη προφητεία κλπ.).

Από την άλλη πλευρά τώρα διαπιστώνουμε ότι, οι Πολίτες έχουν χάσει εντελώς την εμπιστοσύνη τους στην Πολιτική – στο σύνολο σχεδόν των υπερχρεωμένων κρατών της Δύσης. Για τους περισσότερους ανθρώπους οι όροι «Πολιτική» και «Κόμμα» σημαίνουν το μέσον, με το οποίο οι επί μέρους «πολιτικοί άνδρες» επιτυγχάνουν την εκπλήρωση των προσωπικών στόχων τους – ότι οι πολιτικοί δηλαδή δεν προσβλέπουν στο κοινό καλό ή στην εγκαθίδρυση/λειτουργία ενός δίκαιου κοινωνικού συστήματος, σε συνθήκες ισότητας και δημοκρατίας, αλλά στους απόλυτα ιδιοτελείς στόχους τους (πλουτισμός, δύναμη, εξουσία, δόξα κλπ.)

Το γεγονός αυτό φυσικά δεν είναι κάτι καινούργιο, αφού αρκετές δεκαετίες πριν είχαν γραφτεί τα παρακάτω, σε σχέση με τα κύρια χαρακτηριστικά των πολιτικών κομμάτων (S.Weil):

(α)  Ένα πολιτικό κόμμα είναι μία μηχανή, η οποία χρησιμοποιείται για την παραγωγή συλλογικών επιθυμιών – γεγονός που έχει σαν αποτέλεσμα τη δημιουργία πολιτικών κομμάτων, τα οποία στο εσωτερικό τους, τόσο όσον αφορά τις «αρχές», όσο και τις επιδιώξεις τους, είναι «απολυταρχικά» (επίσημη γραμμή του κόμματος, κομματική πειθαρχία στις ψηφοφορίες, «διαγραφή» των αντιφρονούντων κλπ.). Είναι δυνατόν άραγε ένα από τη φύση του απολυταρχικό κόμμα να λειτουργήσει ποτέ δημοκρατικά, όταν αναλαμβάνει τη διακυβέρνηση μίας χώρας;

(β)  Ένα πολιτικό κόμμα είναι μία οργάνωση, η οποία είναι κατασκευασμένη έτσι ώστε, να ασκεί συλλογική (κατα)πίεση στις σκέψεις εκείνων των ιδιοτελών ανθρώπων, οι οποίοι ανήκουν στο κόμμα. Ο μηχανισμός με τον οποίο ασκείται η (κατά)πίεση είναι χωρίς καμία αμφιβολία η προπαγάνδα – όπου ο στόχος της προπαγάνδας είναι η πειθώ («ξύλινα» λόγια κοκ) και όχι η καθαρή ερμηνεία των καταστάσεων. Δηλαδή, το κόμμα πείθει τα μέλη και τους οπαδούς του, με τη βοήθεια της «επί τούτου» προπαγάνδας, χωρίς να ενδιαφέρεται καν για την αναζήτηση της αλήθειας – της κοινωνικής οργάνωσης δηλαδή που επιθυμούν και μπορούν να λειτουργήσουν σωστά για να την επιτύχουν οι Πολίτες.           

(γ)  Ο πρώτος και ο μοναδικός στην πραγματικότητα στόχος ενός πολιτικού κόμματος, είναι η ανάπτυξη του – η αύξηση δηλαδή των μελών, των οπαδών και της ισχύος του, για ιδιοτελείς σκοπούς και χωρίς κανένα όριο (γεγονός που συμβαίνει παντού, όπου ο συλλογικός στόχος υπερισχύει της ατομικής σκέψης). Είναι λοιπόν κάτι εντελώς διαφορετικό το να ενδιαφέρεται κανείς για την Πολιτική, για τα κοινά καλύτερα, από το να ανήκει σε ένα συγκεκριμένο κόμμα – γεγονός που τεκμηριώνει το γεγονός ότι, αυτοί που μπορούν πραγματικά να προσφέρουν στη χώρα τους, δεν έχουν καθόλου «πολιτικές φιλοδοξίες».    

Ανεξάρτητα τώρα από το εάν τα παραπάνω είναι σωστά ή μη, καινούργια ή όχι, η δυσπιστία των Πολιτών απέναντι στην πολιτική είναι σήμερα μεγαλύτερη από ποτέ – ειδικά όταν διαπιστώνουν ότι, η αύξηση της ισχύος των κομμάτων συνοδεύεται από μεγαλύτερες κρατικές επιδοτήσεις για τη λειτουργία τους, ότι δανείζονται πολλά εκατομμύρια από τις κρατικές τράπεζες, χωρίς ουσιαστικά καμία εγγύηση εκ μέρους τους (για παράδειγμα, όταν ένα κόμμα που επιδοτείται με 20 εκ. € ετησίως χρωστάει 120 εκ. €, ποιος εγγυάται για το χρέος του και πως δεν θα διαφθείρεται;) ή ότι δεν μπορούν τα ίδια να διαχειριστούν σωστά τα οικονομικά τους. Παράλληλα βέβαια, παραμένει ως είχε η «υποτιμητική πεποίθηση» των επαγγελματιών-πολιτικών για τους Πολίτες (ανωριμότητα κλπ.).  

Στα πλαίσια αυτά θεωρούμε ότι, είναι μάλλον απίθανη η εξέλιξη των κρατών σε διακρατικές ενώσεις – όπως συνέβη κάποτε με τις πόλεις-κράτη, οι οποίες συνενώθηκαν σε εθνικά κράτη. Επομένως, η αναζήτηση εναλλακτικών λύσεων είναι απόλυτα απαραίτητη – αφού οι πιθανότητες διάλυσης της Ευρωζώνης είναι κατά πολύ υψηλότερες, από τις πιθανότητες πραγματικής ενοποίησης της.

Ο ΠΛΑΤΩΝΑΣ

Ολοκληρώνοντας, κρίνουμε σκόπιμη την προσθήκη μίας αναφοράς του Πλάτωνα στην Πολιτική, η οποία θεωρούμε ότι είναι αρκετά σημαντική – σε σχέση με τη διαμόρφωση άποψης σήμερα, για το πολιτικό σύστημα:   

Οι άριστοι δεν επιζητούν την τιμή της εξουσίας και φυσικά δεν την επιθυμούν για να ωφεληθούν με χρήματα από αυτήν. Η αιτία είναι ότι, δεν θέλουν ούτε φανερά να παίρνουν μισθό και να τους αποκαλούν μισθωτούς, αλλά ούτε κρυφά να σφετερίζονται τα δημόσια και να λέγονται κλέφτες – ούτε πάλι την αποζητούν για την τιμή, επειδή δεν είναι φιλόδοξοι.

Πρέπει λοιπόν να υπάρχει κάποια επιτακτική ανάγκη ή ο φόβος κάποιας τιμωρίας, για να αποφασίσουν να αναλάβουν με τη θέληση τους μία Δημόσια Αρχή. Έτσι λοιπόν θεωρείται ντροπή το να αποδέχεται κάποιος μία Αρχή, χωρίς να του το επιβάλλει κάποια ανάγκη ή κάποιος φόβος.

Η μεγαλύτερη όμως τιμωρία για κάποιον άριστο, ο οποίος δεν θέλει να κυβερνήσει ο ίδιος, είναι το να κυβερνάται από άλλους, χειρότερους του. Κάτω από αυτόν το φόβο λοιπόν αναλαμβάνουν τη Δημόσια Αρχή οι άριστοι, όταν την αναλαμβάνουν. Επομένως, όχι επειδή την επιζητούν σαν ένα πράγμα καλό για τον εαυτό τους, ούτε για να καλοπεράσουν από την εξουσία, αλλά λόγω ανάγκης – αφού δεν έχουν να την αναθέσουν σε άλλους, καλύτερους τους ή ομοίους τους. 

Εάν ήταν δυνατόν λοιπόν να υπάρξει μία Πολιτεία, αποτελούμενη από τέλειους, άριστους ανθρώπους, όλοι θα προσπαθούσαν να μην αναλάβουν καμία Αρχή – όπως σήμερα όλοι επιθυμούν την πολιτική εξουσία.

Τότε θα τεκμηριωνόταν πλήρως αυτό που πιστεύω: ότι δηλαδή η φύση του πραγματικού πολιτικού ηγέτη είναι να αποβλέπει όχι στο δικό του συμφέρον, αλλά σε αυτό των υπηκόων του. Επίσης ότι, κάθε άνθρωπος με γνώση θα προτιμούσε καλύτερα να επωφελείται ο ίδιος από έναν άλλο, παρά να μοχθεί και να βασανίζεται για το καλό των άλλων”.  

 

* Βασίλης Βιλιάρδος  (copyright), Αθήνα, 29. Νοεμβρίου 2011, viliardos@kbanalysis.com. Ο κ. Β. Βιλιάρδος είναι οικονομολόγος και συγγραφέας, πτυχιούχος της ΑΣΟΕΕ Αθηνών, με μεταπτυχιακές σπουδές στο Πανεπιστήμιο του Αμβούργου

 

ΥΓ. Κυκλοφορεί το τέταρτο βιβλίο μας, με τον τίτλο «Σκάκι με το Διάβολο», περί τις 300 σελίδες, από τις ONEeditions (μπορείτε να το παραγγείλετε με την αποστολή μηνύματος στο kb@kbanalysis.com, στην τιμή των 11,90 € συν τα έξοδα αποστολής. Κυκλοφορεί επίσης το βιβλίο «Υπέρβαση εξουσίας» (τιμή 25,00 € συν έξοδα αποστολής – 400 μεγάλες σελίδες), στο οποίο αποκαλύπτονται οι σκοτεινοί μέθοδοι της Γερμανικής Οικονομικής Αστυνομίας. Τα έσοδα των βιβλίων μας στηρίζουν τόσο τα άρθρα, όσο και τη σελίδα: www.casss.gr. 

 

ΠΗΓΗ: http://www.casss.gr/PressCenter/Articles/2488.aspx

Απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.