ΛΙΤΟΤΗΤΑ, ΔΡΑΧΜΗ Ή ΑΝΑΔΙΑΡΘΡΩΣΗ; I

ΛΙΤΟΤΗΤΑ, ΔΡΑΧΜΗ Ή ΑΝΑΔΙΑΡΘΡΩΣΗ;

Δεν φαίνεται να αποφεύγουμε το μοιραίο με το καινούργιο πρόγραμμα – αντίθετα, θα εξουδετερωθεί η βόμβα της ελληνικής χρεοκοπίας, η οποία απειλεί όχι μόνο την Ευρωζώνη, αλλά ολόκληρο τον πλανήτη – Μέρος Ι

 

Του Βασίλη Βιλιάρδου*


 

Εάν η παραμονή μας στην Ευρωζώνη θα είχε ως αναπόφευκτη συνέπεια την υποταγή μας στο ΔΝΤ ή στη Γερμανία, την ολοκληρωτική απώλεια της εθνικής μας κυριαρχίας, την κατάλυση της Δημοκρατίας, τις προσβολές στην υπερηφάνεια και στην αξιοπρέπεια μας, τη λεηλασία των δημοσίων επιχειρήσεων, την καταστροφή των μικρομεσαίων ελληνικών εταιρειών, τη συνέχιση της νόμιμης φοροδιαφυγής των ξένων πολυεθνικών, τη φορολογική «υφαρπαγή» της περιουσίας μας, το συνεχή περιορισμό του κοινωνικού κράτους και τη διαρκή μείωση των αμοιβών, μέχρι τo σημείο που η πιο κουραστική και εξοντωτική εργασία να μην μπορεί, με βεβαιότητα, να μας εξασφαλίσει καν τα απολύτως απαραίτητα – εάν οι εναλλακτικές λύσεις ήταν είτε αυτή η κατάσταση, είτε η εγκατάλειψη της Ευρωζώνης, όλες οι δυσκολίες, μεγάλες ή μικρές, της υιοθέτησης ενός εθνικού νομίσματος, θα έμοιαζαν να είναι σταγόνα στον ωκεανό”.

Δανειζόμενοι, με δικές μας συμπληρώσεις και παραλληλισμούς, κάποιες σκέψεις του Βρετανού οικονομολόγου J. S. Mill, καθώς επίσης πιστεύοντας ότι, τίποτα στην Οικονομία δεν είναι άσπρο ή μαύρο, ενώ δεν πρέπει ποτέ να είναι κανείς απόλυτος ή δογματικός, έχουμε την άποψη πως ήλθε η στιγμή να επανεξετάσουμε το «ευρωπαϊκό θέμα» – τονίζοντας ότι θεωρούσαμε ανέκαθεν πως, αφενός μεν δεν ήταν τελικά ωφέλιμη η είσοδος μας στη ζώνη του ευρώ, αφετέρου ότι η ενδεχόμενη έξοδος μας θα ήταν το λιγότερο καταστροφική.

Αν και παραμένουμε ακόμη στις παραπάνω απόψεις μας για την Ευρωζώνη και την Ελλάδα, θεωρούμε πως εάν τελικά επιβληθεί στη χώρα μας το νέο, πολύ πιο «υφεσιακό» πρόγραμμα του ΔΝΤ, εάν τελικά ψηφισθεί δηλαδή από την κυβέρνηση,  χωρίς να σταματήσει ο δανεισμός από την Τρόικα (κάτι που δεν είναι σίγουρο, αν και δεν πιστεύουμε ότι διακινδυνεύει η επόμενη δόση), η χώρα μας θα δυσκολευθεί να αποφύγει τη χρεοκοπία – ενώ προηγουμένως θα έχει λεηλατηθεί τόσο η δημόσια, όσο και η ιδιωτική περιουσία της.

Ειδικότερα, είναι πολύ πιθανόν η Ελλάδα να παραμείνει για πολλά χρόνια σε αρνητικούς ή σε ελάχιστα θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης, «εκτός αγορών» – ενώ τα ελλείμματα του προϋπολογισμού, κυρίως λόγω των υπέρογκων τόκων, θα περιοριστούν ελάχιστα, το δημόσιο χρέος θα αυξάνεται, η σχέση του προς το ΑΕΠ θα ακολουθήσει ανοδική πορεία, η ανεργία θα κορυφωθεί και οι Έλληνες θα εξαθλιωθούν.

 Ο αισιόδοξος Πίνακας Ι, ο οποίος συνοδεύει το «μεσοπρόθεσμο» προϋπολογισμό που κατατέθηκε από την κυβέρνηση και στον οποίο συνεχίζει να μην αναφέρεται τίποτα για ανάπτυξη, είναι βοηθητικός στα συμπεράσματα μας:

ΠΙΝΑΚΑΣ Ι: Προϋπολογισμός με παρεμβάσεις και αποκρατικοποιήσεις

Δείκτες

2011

2012

2013

2014

2015

 

 

 

 

 

 

ΑΕΠ

225.400

228.400

235.500

242.900

251.900

Τόκοι*

15.800

17.900

20.900

21.300

21.700

Τόκοι / ΑΕΠ

7,0%

7,8%

8,9%

8,8%

8,6%

Έσοδα

58.900

60.959

62.454

63.192

64.924

Τόκοι / Έσοδα

26,82%

29,36%

33,46%

33,71%

33,42%

Έλλειμμα ΓΚ

-17.065

-14.916

-11.399

-6.385

-2.991

Έλλειμμα / ΑΕΠ

-7,6%

-6,5%

-4,8%

-2,6%

-1,2%

Δημοσιονομικό κενό

6.487

12.584

19.510

27.210

33.583

Δημόσιο Χρέος**

352.436

364.886

371.436

364.503

351.356

Χρέος / ΑΕΠ

155,5%

159,8%

157,7%

150,1%

139,5%

* Τόκοι σε δεδουλευμένη βάση

** Γενικής κυβέρνησης

Πηγή: Μεσοπρόθεσμος προϋπολογισμός, Πίνακας: Β. Βιλιάρδος

Ακόμη και από αυτόν τον «αισιόδοξο» πίνακα, ο οποίος συμπεριλαμβάνει τόσο τις απαιτούμενες «παρεμβάσεις» (νέα μέτρα), όσο και μία εκτεταμένη «εκποίηση» της δημόσιας περιουσίας, διαπιστώνουμε ότι η ανάπτυξη της οικονομίας μας (ΑΕΠ) θα είναι ελάχιστη. Το σημαντικότερο στοιχείο βέβαια είναι το ότι, το σύνολο των νέων εσόδων που θέλει να εξασφαλίσει η κυβέρνηση με την αύξηση των φόρων ή με τις μειώσεις των δαπανών (δημοσιονομικό κενό!), είναι ύψους 99,3 δις € για την πενταετία – όσο δηλαδή το σύνολο των υπέρογκων τόκων, τους οποίους οφείλουμε να πληρώνουμε στους δανειστές μας (100,3 δις €).

Μία επόμενη διαπίστωση είναι το ποσοστό των τόκων, στο σύνολο των εσόδων του δημοσίου, το οποίο από 25,82% το 2011, διαμορφώνεται στο 33,42% το 2015. Δηλαδή, από τις συνολικές εισπράξεις της χώρας μας (θεωρητικά βέβαια, αφού η πρόβλεψη δεν σημαίνει ότι θα επαληθευθεί), το 34% περίπου θα διατίθεται για τόκους – ένα ποσοστό που πολύ δύσκολα δεν οδηγεί στη χρεοκοπία. Παράλληλα βέβαια τα χρεολύσια, οι δόσεις των δανείων, δεν φαίνεται να καλύπτονται ούτε τα επόμενα πέντε χρόνια – οπότε θα εξοφλούνται είτε από νέο δανεισμό (η έξοδος στις αγορές μάλλον δεν θα είναι εφικτή το 2015, με δημόσιο χρέος στην καλύτερη περίπτωση 139,5% του ΑΕΠ), είτε από την εκποίηση της δημόσιας περιουσίας.

Εάν τώρα το παραπάνω πρόγραμμα «εξυγίανσης» της οικονομίας μας αποτύχει εντελώς, κάτι που μάλλον «εγγυάται» η συνέχιση της υφεσιακής πολιτικής του ΔΝΤ, είναι πολύ πιθανόν να σταματήσει η περαιτέρω χρηματοδότηση του κράτους μας. Σε μία τέτοια περίπτωση, τα χρήματα της κυβέρνησης θα τελείωναν μέσα σε λίγες εβδομάδες – αφού η Ελλάδα δεν επιτρέπεται να «εκτυπώνει», σαν χώρα-μέλος της Ευρωζώνης. Κατ’ επέκταση, δεν θα μπορούσε να πληρωθεί κανείς – γεγονός που θα οδηγούσε σε χάος τις χρηματαγορές, σε απόγνωση τους Πολίτες, αλλά και σε σοβαρές κοινωνικές αναταραχές. Μεταξύ άλλων, οι Έλληνες θα έπρεπε τότε να προμηθεύονται τα είδη άμεσης ανάγκης με τη βοήθεια της ανταλλαγής προϊόντων, όπως στο μεσαίωνα – χωρίς δηλαδή χαρτονομίσματα, αφού δεν θα υπήρχαν.          

Συμπερασματικά λοιπόν, δεν φαίνεται να αποφεύγουμε τελικά το μοιραίο με το καινούργιο πρόγραμμα – απλούστατα θα εξουδετερωθεί, αργά και μεθοδικά, η βόμβα της χρεοκοπίας, η οποία απειλεί όχι μόνο την Ευρωζώνη, αλλά ολόκληρο τον πλανήτη. Θεωρώντας επομένως ότι δεν υπάρχει λόγος να συνεχίσουμε να χάνουμε χρόνο, στηριζόμενοι απλά και μόνο σε κενές ελπίδες, οι οποίες είναι πολύ δύσκολο να πραγματοποιηθούν, έχουμε την άποψη ότι οφείλουμε να αναλύσουμε τη σημερινή μας κατάσταση, από μία άλλη «οπτική γωνία».

Η ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΣΤΗ ΔΡΑΧΜΗ

Είναι προφανές ότι η «βοήθεια» εκ μέρους της Ευρώπης, στην οποία συμμετέχει μετά από την ακατανόητη πρόσκληση της Γερμανίας το ΔΝΤ, όχι μόνο δεν έχει αποδώσει τα αναμενόμενα αλλά, αντίθετα, έχει οδηγήσει τη χώρα μας σε μία καταστροφική ύφεση, η οποία μέρα με την ημέρα επιδεινώνεται. Αν και τα λάθη της κυβέρνησης δεν είναι ασήμαντα, αφού κατά τη διάρκεια της περασμένης χρονικής περιόδου δεν έχει επιτύχει απολύτως τίποτα (όσον αφορά τουλάχιστον την καταπολέμηση της γραφειοκρατίας, τον εξορθολογισμό του δημοσίου τομέα, την αστάθεια του «επιχειρησιακού-φορολογικού» περιβάλλοντος, την εγκατάσταση ενός Κράτους Δικαίου κλπ.), το υπερτιμημένο «ελληνικό ευρώ» είναι σε μεγάλο βαθμό συνυπεύθυνο για την μειωμένη ανταγωνιστικότητα των ελληνικών επιχειρήσεων, καθώς επίσης για την αδυναμία ανάπτυξης της οικονομίας μας. 

Με βάση λοιπόν τα παραπάνω θα μπορούσε να ισχυρισθεί κανείς ότι, η υιοθέτηση ενός εθνικού νομίσματος θα μπορούσε να οδηγήσει την Ελλάδα στην έξοδο από την κρίση, μέσα από την υποτίμηση που θα ακολουθούσε – όπως ακριβώς έχει συμβεί σε πολλές άλλες χώρες. Αρκετοί αναλυτές δε, συγκρίνοντας τη χώρα μας με την Αργεντινή, όπου η σύνδεση του νομίσματος της με το δολάριο είχε σαν αποτέλεσμα τη χρεοκοπία της (αν και εμείς θεωρούμε ότι η πολιτική του ΔΝΤ ήταν η κύρια αιτία), είναι σχεδόν πεπεισμένοι ότι αποτελεί τη μοναδική μας δυνατότητα. Εν τούτοις, σύσσωμη η ηγεσία της Ευρωζώνης και της ΕΚΤ δεν φαίνεται να συμμερίζεται τις απόψεις αυτές, κυρίως για δύο λόγους:       

(α) Η υιοθέτηση και η υποτίμηση της δραχμής αμέσως μετά, η οποία υπολογίζεται στο -50%, θα είχε σαν αποτέλεσμα την ανάλογη αύξηση του δημοσίου χρέους μας, αφού τα ομόλογα του δημοσίου έχουν εκδοθεί σε ευρώ (αντίστοιχη θα ήταν και η αύξηση του ιδιωτικού εξωτερικού χρέους, εφόσον είναι σε ευρώ η σε άλλο «συνάλλαγμα»). Κατ’ επέκταση, το δημόσιο χρέος μας θα ξεπερνούσε κατά πολύ το 250% του ΑΕΠ μας, δεν θα ήταν πλέον σε καμία περίπτωση διαχειρίσιμο και η Ελλάδα θα αναγκαζόταν να χρεοκοπήσει.

(β)  Η έξοδος της Ελλάδας από την Ευρωζώνη, εκτός από τα προβλήματα που έχουμε ήδη αναλύσει (άρθρο μας), θα δημιουργούσε μία αλυσιδωτή αντίδραση, παρασέρνοντας τις υπόλοιπες ελλειμματικές ή υπερχρεωμένες χώρες της ζώνης του Ευρώ (Ιταλία, Βέλγιο, Ισπανία, Πορτογαλία, Ιρλανδία κλπ.) – οι οποίες θα υποχρεώνονταν επίσης να εγκαταλείψουν το κοινό νόμισμα. Σε τελική ανάλυση λοιπόν θα διαλυόταν ολόκληρη η Ευρωζώνη – με τον πλανήτη ακόμη μία φορά στις φλόγες, ειδικά λόγω των τεράστιων αδυναμιών των Η.Π.Α.    

Αναλύοντας τώρα την πρώτη περίπτωση, κατά την οποία η επιστροφή της χώρας μας στη δραχμή θα είχε τις συνέπειες που αναφέραμε, θα διαπιστώσουμε ότι η Ελλάδα διαθέτει πολύ περισσότερα «όπλα» – χωρίς βέβαια αυτό να σημαίνει πως πρέπει να τα χρησιμοποιήσει. Η Ελλάδα λοιπόν, σε σύγκριση με προηγούμενα υπερχρεωμένα κράτη, έχει μία μεγάλη διαφορά, ένα σημαντικότατο πλεονέκτημα καλύτερα: Το 95% των ομολόγων του δημοσίου έχουν εκδοθεί σύμφωνα με το ελληνικό Δίκαιο – γεγονός που σημαίνει ότι, το ελληνικό κοινοβούλιο έχει τη δυνατότητα να αλλάξει, με την ψήφιση ενός νόμου, τη «συναλλαγματική μορφή» των ομολόγων,  εφόσον φυσικά ισχύει πράγματι κάτι τέτοιο (πηγή: zeit). Ειδικότερα, εάν η Ελλάδα εγκατέλειπε την Ευρωζώνη υιοθετώντας τη δραχμή, θα είχε την απόλυτα νόμιμη δυνατότητα, πριν ακόμη απελευθερώσει την ισοτιμία του νομίσματος της, να μετατρέψει τα ομόλογα του ελληνικού δημοσίου σε δραχμές – με την ισοτιμία των 340 δρχ. ανά €, η οποία ίσχυε την περίοδο της εισόδου της στη νομισματική ένωση (ΟΝΕ). Στη συνέχεια, θα μπορούσε να «απελευθερώσει» τη συναλλαγματική ισοτιμία της δραχμής, η οποία πιθανότατα θα υποτιμούταν αμέσως – εις βάρος όμως των δανειστών της και χωρίς να επηρεαστεί αρνητικά το δημόσιο χρέος.  

Δηλαδή, εάν το νέο νόμισμα της Ελλάδας υποτιμούταν κατά 50% (η υποτίμηση στη χρεοκοπημένη τότε Τουρκία ξεπέρασε το 90%), οι δανειστές της χώρας θα εισέπρατταν ουσιαστικά μόλις το 50% των απαιτήσεων τους – αναγκαζόμενοι να διαγράψουν το υπόλοιπο 50% («συναλλαγματικές διαφορές»). Επομένως, θα προέκυπτε χωρίς καμία προσπάθεια και εντός των πλαισίων του νόμου, χωρίς καν να χρειαστεί να διαπραγματευθούμε με κανέναν, μία αυτόματη «πληθωριστική διαγραφή» (haircut) των οφειλών του ελληνικού δημοσίου, της τάξης του 50% – οπότε το πραγματικό δημόσιο χρέος μας θα περιοριζόταν στα 180 δις € ή στο 78% του ΑΕΠ μας, εξασφαλίζοντας την έξοδο μας στις αγορές και τον περαιτέρω δανεισμό μας, καθώς επίσης την αποφυγή της χρεοκοπίας. Φυσικά η εξόφληση των ομολόγων, των τόκων και των χρεολυσίων δηλαδή που οφείλουμε, θα ήταν εξασφαλισμένη, αφού θα ήταν σε δραχμές – ένα νόμισμα που θα μπορούσαμε να εκτυπώσουμε στις αναγκαίες ποσότητες (φυσικά πληθωριστικές), χωρίς να υποχρεωθούμε σε στάση πληρωμών (χρεοκοπία).    

Όσον αφορά το ιδιωτικό εξωτερικό χρέος της Ελλάδας, το μεγαλύτερο μέρος του οποίου είναι αυτό των εμπορικών τραπεζών η χώρα μας, εάν επέστρεφε στη δραχμή, θα «επέτρεπε» σε κάποιες, σε αυτές δηλαδή που δεν θα είχαν τη δυνατότητα να ανταπεξέλθουν, να πτωχεύσουν – αντί να χρεοκοπήσει η ίδια. Στη συνέχεια θα τις εθνικοποιούσε, έτσι ώστε να εξασφαλιστούν οι αποταμιεύσεις ή τα ομόλογα των Πολιτών της, κατά το παράδειγμα της Ισλανδίας. Φυσικά θα χρεοκοπούσαν επίσης οι εκτεθειμένες σε μεγάλο εξωτερικό δανεισμό επιχειρήσεις και κάποια νοικοκυριά, αφού δεν θα μπορούσαν να αντιμετωπίσουν τις οφειλές τους σε ευρώ. Σε τελική ανάλυση λοιπόν θα «διαγραφόταν» ένα μεγάλο μέρος του συνολικού, του δημοσίου δηλαδή και του ιδιωτικού εξωτερικού χρέους μας – κάτι εξαιρετικά επώδυνο, αλλά με μάλλον ευεργετικές συνέπειες για το μέλλον της χώρας μας.    

Συνεχίζοντας, τα γεγονότα αυτά μάλλον θα οδηγούσαν πολλά χρηματοπιστωτικά ιδρύματα της Ευρώπης ή των Η.Π.Α. (της ΕΚΤ συμπεριλαμβανομένης) σε τεράστια προβλήματα – εάν όχι σε αρκετές χρεοκοπίες. Προφανώς, κάτι τέτοιο δεν θα αποτελούσε «πιστωτικό γεγονός» (credit event), όσον αφορά το κράτος, οπότε δεν θα είχε αντίκτυπο στην αγορά των CDS. Παρά το ότι λοιπόν θεωρούμε ότι δεν πρέπει να εκβιάζουμε κανέναν, ενώ είναι προτιμότερη η έντιμη αποπληρωμή των υποχρεώσεων μας (αρκεί φυσικά να μην είναι εις βάρος της βιωσιμότητας του κράτους μας, καθώς επίσης υπό την προϋπόθεση να μην εκποιηθούν οι κοινωφελείς/στρατηγικές δημόσιες επιχειρήσεις μας και να μην επιβαρυνόμαστε με τοκογλυφικά επιτόκια), έχουμε την άποψη πως οι αγορές αντιμετωπίζονται μόνο με τα δικά τους όπλα – πόσο μάλλον όταν οι ίδιες πιστεύουν ακράδαντα ότι, σημασία έχει το κέρδος ανεξαρτήτως κόστους, ηθικής και θυμάτων.

Όσον αφορά τη δεύτερη περίπτωση, την αλυσιδωτή αντίδραση δηλαδή που θα προκαλούσε η έξοδος της Ελλάδας από την Ευρωζώνη ή η άτακτη χρεοκοπία της, αρκεί ίσως να αναφέρουμε ότι, μόνο οι τράπεζες, οι ασφάλειες και τα υπόλοιπα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα της Γερμανίας έχουν απαιτήσεις (σε ομόλογα δημοσίου) απέναντι στις υπερχρεωμένες χώρες-μέλη του ευρώ, περισσότερες από 500 δις €ενώ οι απαιτήσεις αφενός μεν των γαλλικών, αφετέρου των βρετανικών ιδρυμάτων, ξεπερνούν συνολικά τα 800 δις € (πηγή: H.Schmidt). Τόσο ο χρηματοπιστωτικός κλάδος λοιπόν, όσο και η ΕΚΤ θα υποχρεώνονταν σε τεράστιες ζημίες, οι οποίες θα οδηγούσαν ενδεχομένως σε ανυπολόγιστες χρεοκοπίες, στη διάλυση της Ευρωζώνης και στην κατάρρευση του Ευρώ – στο οποίο είναι σήμερα τοποθετημένο το 30% των συναλλαγματικών αποθεμάτων του πλανήτη, με ανυπολόγιστες συνέπειες για το μέλλον.    

 Βασίλης Βιλιάρδος (copyright), Αθήνα, 19. Ιουνίου 2011, viliardos@kbanalysis.com      

* Ο κ. Β. Βιλιάρδος είναι οικονομολόγος, πτυχιούχος της ΑΣΟΕΕ Αθηνών, με μεταπτυχιακές σπουδές στο Πανεπιστήμιο του Αμβούργου. Είναι σύμβουλος επιχειρήσεων με πολλά συγγράμματα και μελέτες, ενώ έχει εκδώσει πρόσφατα το βιβλίο «Η κρίση των κρίσεων», το οποίο περιλαμβάνει επιλεγμένα οικονομικά άρθρα του 2009.

 

ΠΗΓΗ: http://www.casss.gr/PressCenter/Articles/2368.aspx

 

Συνέχεια στο Μέρος ΙΙ

Απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.