ΔΙΛΗΜΜΑΤΑ ΚΑΙ ΕΚΒΙΑΣΜΟΙ Ι

ΔΙΛΗΜΜΑΤΑ ΚΑΙ ΕΚΒΙΑΣΜΟΙ:

Η αναγκαιότητα προσανατολισμού της Ελλάδας, η χρεοκοπία της Πολιτικής, οι μέθοδοι αντιμετώπισης της κρίσης, οι αιτίες της υπερχρέωσης, … – Μέρος Ι

 

Του Βασίλη Βιλιάρδου*


 

Το γεγονός ότι ο άνθρωπος έχει λογική και φαντασία, οδηγεί όχι μόνο στην ανάγκη να έχει αίσθηση της δικής του ταυτότητας αλλά, επίσης, στην ανάγκη να προσανατολίζεται στον κόσμο πνευματικά. Η λογική είναι η ικανότητα του ανθρώπου να συλλαμβάνει τον κόσμο νοητικά – σε «αντιδιαστολή» με τη διάνοια, η οποία είναι η ικανότητα του να χειρίζεται τον κόσμο με τη βοήθεια της νόησης. Έτσι λοιπόν, η λογική είναι το όργανο του ανθρώπου για να φτάνει στην αλήθεια, ενώ η διάνοια είναι το όργανο του ανθρώπου για να χειρίζεται τον κόσμο με περισσότερη επιτυχία”. (E. Fromm)

Σύμφωνα με τα παραπάνω η ανάγκη ανάπτυξης της λογικής, αν και απαραίτητη,  δεν είναι τόσο πολύ επιτακτική, όσο η ανάγκη διαμόρφωσης κάποιου πλαισίου προσανατολισμού – αφού αυτό που διακυβεύεται για τον άνθρωπο, στη δεύτερη περίπτωση, είναι η ευτυχία και η διαύγεια του: η διάνοια του.

Με βάση το συγκεκριμένο γεγονός θεωρούμε ότι, αυτό που λείπει σήμερα από τη χώρα μας, αυτό δηλαδή που αδυνατεί να μας προσφέρει η Πολιτική στο σύνολο της, είναι ένα λογικό πλαίσιο προσανατολισμού μας – χωρίς το οποίο είναι αδύνατον να χειρισθούμε τα προβλήματα μας με επιτυχία, αφού οι Έλληνες διακρίνονταν ανέκαθεν περισσότερο για τη διάνοια τους και πολύ λιγότερο για την αναλυτική, «συμβατική» τους λογική.

Εάν λοιπόν η Πολιτική έλεγε στους Έλληνες Πολίτες την αλήθεια, η οποία θα ήταν το προϊόν της αντικειμενικής ανάλυσης των σημερινών, εθνικών και διεθνών συνθηκών με τη βοήθεια της απλής λογικής, «χαράσσοντας» μία συγκεκριμένη πορεία, η χώρα μας θα μπορούσε πολύ εύκολα να διαχειριστεί όλα της τα προβλήματα με απόλυτη επιτυχία – αφού σε αυτήν την περίπτωση οι Έλληνες θα αποκτούσαν ένα πλαίσιο προσανατολισμού, το οποίο σήμερα δεν διαθέτουν.

Εάν όμως η Πολιτική μας συνεχίσει να υποκρίνεται, να διασπείρει ψευδείς ελπίδες ή  να κινδυνολογεί, να αναφέρεται διαρκώς σε επώδυνα μέτρα και να ενδιαφέρεται μόνο για την «επιβίωση» της, ακολουθώντας πιστά τις οδηγίες, τους εκβιασμούς καλύτερα των παιδιών του Σικάγου, η Ελλάδα θα καταστραφεί –  χωρίς να υπάρχει κανένας αντικειμενικός λόγος, αφού είναι αναμφίβολα μία πάμπλουτη, προικισμένη πολλαπλά χώρα, η οποία όμως δεν έχει κατανοήσει ότι οφείλει να προστατεύει συνεχώς τα «υπάρχοντα» της.

Στα πλαίσια αυτά επαναλαμβάνουμε ότι, η Ελλάδα οφείλει είτε να απαιτήσει έναν βιώσιμο διακανονισμό του δημοσίου χρέους της (ενδεχομένως με τον παράλληλο «συμψηφισμό» των γερμανικών αποζημιώσεων), χωρίς τον αποκλεισμό της από τις αγορές και τη λεηλασία του εθνικού πλούτου της, είτε να αποφασίσει ψύχραιμα την «άρση» κάποιων πληρωμών – παραμένοντας φυσικά εντός της Ευρωζώνης, αφού κανένας δεν μπορεί να απαιτήσει την έξοδο της.

Ανάπτυξη ή αναβολή πληρωμών λοιπόν – με την ανάπτυξη να απαιτεί αφενός μεν την εκδίωξη του ΔΝΤ, αφετέρου την έντιμη και εφικτή αποπληρωμή του συνολικού δημοσίου χρέους μας, σε 40 ισόποσες ετήσιες δόσεις, με επιτόκιο ίσο με αυτό που δανείζονται οι τράπεζες (με το βασικό της ΕΚΤ), ταυτόχρονα με το «άνοιγμα» των αγορών της ΕΕ στα ελληνικά προϊόντα (αυξήσεις των μισθών των πλεονασματικών χωρών, για την τόνωση της εσωτερικής τους κατανάλωσης, με εμπορεύματα ή με υπηρεσίες των ελλειμματικών).    

Παράλληλα, άμεση και αποτελεσματική αντιμετώπιση του τεράστιου πολιτισμικού μας προβλήματος – συμπεριλαμβανομένου του «αφελληνισμού», ο οποίος μάλλον «καλλιεργείται» σκόπιμα, μεταξύ άλλων με τη βοήθεια της λαθρομετανάστευσης. Πρόκειται αναμφίβολα για έναν «θανατηφόρο ιό», ο οποίος γιγαντώθηκε τα τελευταία τριάντα χρόνια, ενώ είναι ίσως πολύ πιο σημαντικός από τον «οικονομικό».

ΟΙ ΜΕΘΟΔΟΙ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗΣ ΤΗΣ ΚΡΙΣΗΣ

Ανεξάρτητα από την προηγούμενη αναφορά μας στην ελληνική ιδιαιτερότητα, στο επίκεντρο των οικονομικοπολιτικών συζητήσεων της εποχής μας, με αφετηρία το ξέσπασμα της χρηματοπιστωτικής κρίσης, ευρίσκονται οι δύο διαφορετικοί τρόποι αντιμετώπισης της – οι οποίοι «ανακαλύφθηκαν» στο παρελθόν από τη Δύση:

(α) Η πολιτική του «επεκτατικού προϋπολογισμού», με στόχο την καταπολέμηση της ύφεσης και της ανεργίας, η οποία στηρίζεται ουσιαστικά στη θεωρία του Keynes – αν και σήμερα έχει άλλου είδους σκοπιμότητες, αφού εφαρμόζεται από τη νεοφιλελεύθερη αμερικανική «σχολή» και το ιδιωτικοποιημένο αστυνομικό κράτος που έχει επιβάλλει. Στα πλαίσια της πολιτικής αυτής επιλέγεται η στοχευμένη αύξηση των δημοσίων δαπανών, καθώς επίσης της ποσότητας χρήματος, ταυτόχρονα με την «υιοθέτηση» χαμηλών παρεμβατικών επιτοκίων από την κεντρική τράπεζα.

Πρόκειται ουσιαστικά για την αντιμετώπιση των προβλημάτων της κρίσης με τη βοήθεια της ανάπτυξης – με απώτερο στόχο όχι τόσο τον απόλυτο περιορισμό των δημοσίων χρεών, όσο τη μείωση του δείκτη του χρέους, σε σχέση με το ΑΕΠ. Σε τελική ανάλυση, επιλέγεται πολύ λογικά ο ελεγχόμενος πληθωρισμός, αντί της ύφεσης και της ανεργίας, ενώ το κράτος που ακολουθεί τη συγκεκριμένη πολιτική σήμερα, οι Η.Π.Α. δηλαδή, είναι αφενός μεν υπερχρεωμένο και ελλειμματικό, αφετέρου πολυπολιτισμικό – όπου τυχόν αύξηση της ανεργίας θα μπορούσε να προκαλέσει τεράστιες κοινωνικές αναταραχές.    

Ίσως οφείλουμε να συμπληρώσουμε εδώ ότι, σύμφωνα ουσιαστικά με τον Keynes: “Η ευημερία ενός έθνους δεν μετριέται με τα υλικά στοιχεία του Ενεργητικού του –  αφού το χρυσάφι, τα κτίρια, οι δρόμοι, τα ορυχεία, τα εργοστάσια και τα δάση δεν εξανεμίσθηκαν το 1932, παρά το ότι το ΑΕΠ των Η.Π.Α. περιορίσθηκε στο μισό, μέσα σε τρία μόλις έτη”. Κατ’ επέκταση, η ιδιωτική και η δημόσια περιουσία της Ελλάδας, η χρηματιστηριακή αξία των επιχειρήσεων της, ο πλούτος της γενικότερα δεν έχει χαθεί, ούτε περιοριστεί, επειδή αντιμετωπίζουμε μία μεγάλη κρίση – όπως μάλλον θέλουν οι διεθνείς τοκογλύφοι να πιστεύουμε, τοποθετώντας μας ψευδή και εκβιαστικά διλήμματα.

Συνεχίζοντας στον Keynes, “Η ευημερία, όπως και οι οικονομικές κρίσεις, δεν είναι θέματα «δόξας» του παρελθόντος, όσο επιτευγμάτων του παρόντος. Ακριβώς για το λόγο αυτό μετριέται με βάση τα εισοδήματα που κερδίζουμε. Όταν λοιπόν οι περισσότεροι από εμάς σε ατομικό επίπεδο (άρα όλοι μας σε συλλογικό επίπεδο) απολαμβάνουμε υψηλά εισοδήματα, τότε το έθνος μας ευημερεί. Όταν μειώνεται το συνολικό ατομικό (ή εθνικό) εισόδημα, τότε έχουμε ύφεση και το έθνος μας υποφέρει”.

Επομένως, αυτό που οφείλουμε να κάνουμε άμεσα, εάν πραγματικά θέλουμε να βοηθήσουμε τη χώρα μας (πλαίσιο προσανατολισμού), είναι να αρχίσουμε όλοι μαζί να κερδίζουμε χρήματα – να έχουμε εισοδήματα δηλαδή και όχι απλά να περιορίζουμε τις ζημίες. Στα πλαίσια αυτά, το να «φυγαδεύονται» οι αποταμιεύσεις στο εξωτερικό ή να σταματούν οι επενδύσεις, δεν είναι μόνο εγκληματικό, αλλά και ανόητο – επειδή αφενός μεν σήμερα οι ευκαιρίες στην Ελλάδα είναι κατά πολύ μεγαλύτερες από τα ρίσκα, αφετέρου δε αποτελεί τον ασφαλέστερο τρόπο για να οδηγηθούμε στην απώλεια της εθνικής μας κυριαρχίας, στη λεηλασία της δημόσιας και ιδιωτικής περιουσίας, καθώς επίσης στην ανεξέλεγκτη χρεοκοπία.            

(β) Η πολιτική του «ισοσκελισμένου προϋπολογισμού», με στόχο τη σταθερότητα του νομίσματος, η οποία στηρίζεται ουσιαστικά στη θεωρία του Hayek (treasury view) – αν και σήμερα έχει άλλου είδους σκοπιμότητες, αφού «επιβάλλεται» από τη Γερμανία: από ένα επίσης ιδιωτικοποιημένο αστυνομικό κράτος, με απώτερο σκοπό την κυριαρχία του στον ευρύτερο ευρωπαϊκό χώρο (εννοούμε πάντοτε το τευτονικό κράτος εν κράτει, το οποίο «επιβάλλεται» αυταρχικά από το κλαμπ του Βερολίνου – σε καμία περίπτωση τους Γερμανούς Πολίτες, οι οποίοι ήδη υποφέρουν τα πάνδεινα από τον συγκεκριμένο «μηχανισμό εξουσίας»).

Για την αντιμετώπιση της κρίσης επιλέγεται η μείωση των δαπανών ή/και η αύξηση των φόρων, καθώς επίσης η ιδιωτικοποίηση των κρατικών επιχειρήσεων – με στόχο την εξοικονόμηση πόρων, καθώς επίσης τον περιορισμό των δημοσίων χρεών, σαν απόλυτο μέγεθος.

Εάν κατανοήσουμε εδώ ότι τα κράτη δεν έχουν παραδόξως Ισολογισμούς, οπότε «προβάλλεται» μόνο το Παθητικό τους (δημόσιο χρέος), ενώ δεν υπολογίζεται καθόλου το εκάστοτε Ενεργητικό (δημόσιες επιχειρήσεις, έργα υποδομής κλπ.), θα συνειδητοποιήσουμε πως τα περιουσιακά στοιχεία τους δεν αποτυπώνονται πουθενά – παρά το ότι περιορίζουν το Παθητικό, μειώνουν το χρέος δηλαδή, εάν πουληθούν. Πρόκειται ουσιαστικά για ένα εξαιρετικό τέχνασμα των υποστηρικτών των ιδιωτικοποιήσεων, με τη βοήθεια του οποίου εξαναγκάζουν τα κράτη να ακολουθούν τις εντολές τους – με απώτερο στόχο τη λεηλασία των δημοσίων επιχειρήσεων και την αποκρατικοποίηση της εξουσίας.   

Συνεχίζοντας, υπό τη συγκεκριμένη πολιτική, η εσωτερική ανάπτυξη δεν αποτελεί στόχο, όπως επίσης όχι η αύξηση της ποσότητας χρήματος και η μείωση των παρεμβατικών επιτοκίων. Σε τελική ανάλυση, «προτιμώνται» η ύφεση και η ανεργία (των άλλων), αντί του πληθωρισμού, αφού το κράτος που επιβάλλει σήμερα τη συγκεκριμένη πολιτική, η Γερμανία δηλαδή, είναι πλεονασματικό – με ισχυρές εξαγωγικές επιδόσεις, με υψηλή ανταγωνιστικότητα, με ελάχιστη ανεργία, με τις αποταμιεύσεις των Πολιτών της σε μετρητά, καθώς επίσης με τεχνητά υποτιμημένο νόμισμα, λόγω της «συμμετοχής» της στην Ευρωζώνη. 

Ίσως οφείλουμε να υπενθυμίσουμε εδώ ότι, κατά τη διάρκεια της Μεγάλης Ύφεσης «προκρίθηκε» η θεωρία του Keynes (ενεργητική καθοδήγηση της Ζήτησης), αντί αυτής του Hayek – η οποία δήθεν «φοβόταν» περισσότερο τον πληθωρισμό από την ανεργία. Στα πλαίσια αυτά, ειδικά μετά τα 2ο παγκόσμιο πόλεμο, η δύση δεν επέστρεψε στον κλασσικό φιλελευθερισμό (A.Smith) – αφού σε όλα σχεδόν τα βιομηχανικά κράτη παρέμβαινε ενεργά το δημόσιο και εγκαταστάθηκε ο κοινωνικός καπιταλισμός.

Για αρκετά χρόνια (μέχρι τη δεκαετία του 70, όπου «απελευθερώθηκε» το δολάριο από τα «δεσμά» του πολυτίμου μετάλλου, άνοιξε το κουτί της Πανδώρας και ξεκίνησε η επέλαση του νεοφιλελευθερισμού), τα νομίσματα ήταν συνδεδεμένα με το χρυσό. Υπήρχαν επίσης τελωνεία και δασμοί, ενώ ελέγχονταν η κυκλοφορία των κεφαλαίων – πολύ σοσιαλιστικές και επικίνδυνες «πρακτικές» κατά τον Hayek και ειδικά κατά τον μαθητή του M. Friedmanσχολή του Σικάγου»).

Τέλος, ειδικά όσον αφορά την πολυσυζητημένη σήμερα «ανταγωνιστικότητα», πρέπει να κατανοήσουμε ότι αποτελεί ένα συγκριτικό και όχι ένα απόλυτο «μέγεθος». Για παράδειγμα, εάν οι βόρειες ευρωπαϊκές χώρες (η Κίνα για τους δικούς της λόγους) επιλέξουν να εργάζονται 24 ώρες το εικοσιτετράωρο, επειδή ζουν σε παγωμένα κλίματα και δεν ενδιαφέρονται καθόλου για την ιδιωτική τους ζωή ή για τις όποιες απολαύσεις, τότε οι χώρες του νότου θα πρέπει υποχρεωτικά να κάνουν το ίδιο – εάν επιθυμούν να διατηρήσουν την «συγκριτική» ανταγωνιστικότητα τους, τη «θελκτικότητα» τους καλύτερα για το διεθνές Κεφάλαιο.  

Κατά την ίδια λογική, εάν οι βόρειες χώρες συνεχίσουν να διατηρούν περιορισμένη την κατανάλωση τους, αυξάνοντας τις αποταμιεύσεις τους (οι οποίες «εκβάλλουν» στις επενδύσεις και από αυτές στην παραγωγικότητα), τότε οι νότιες θα χρεοκοπήσουν – εάν δεν τις μιμηθούν επακριβώς.    

Βασίλης Βιλιάρδος (copyright), Αθήνα, 28. Μαΐου 2011, viliardos@kbanalysis.com      

* Ο κ. Β. Βιλιάρδος είναι οικονομολόγος, πτυχιούχος της ΑΣΟΕΕ Αθηνών, με μεταπτυχιακές σπουδές στο Πανεπιστήμιο του Αμβούργου. Έχει εκδώσει πρόσφατα το βιβλίο «Η κρίση των κρίσεων», το οποίο περιλαμβάνει επιλεγμένα οικονομικά άρθρα του 2009.

ΠΗΓΗ: http://www.casss.gr/PressCenter/Articles/2355.aspx

 

Συνέχεια στό το Μέρος ΙΙ

Απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.