Αρχείο κατηγορίας Σχολείο και Πανεπιστήμιο των ΕΕ- ΔΝΤ- Καλλικράτη

Που έρχονται από τη … Λισαβώνα και φτάνουν στην Αθήνα των τοκογλύφων,χορηγών και πατρώνων τους

Τα πανεπιστήμια στα μέτρα της αγοράς

Τα πανεπιστήμια στα μέτρα της αγοράς

 

Του Χρίστου Τσολάκη*


 

Οι μεγάλες χώρες του κόσμου (Αμερική, Ευρώπη, Ιαπωνία) έχουν περιέλθει σε έναν ξέφρενο οικονομικό και τεχνολογικό ανταγωνισμό, ώστε να προσανατολίζουν σ’ αυτόν τον νέο άνθρωπο από τη σχολική του ηλικία ακόμη. Τα μεγάλα κέντρα των χωρών αυτών χρησιμοποιούν το σχολείο στον οικονομικό και τεχνολογικό τους ανταγωνισμό. Πλήττεται, έτσι, το σχολείο ως κέντρο πνευματικής ανάπτυξης και ψυχικής καλλιέργειας και παιδείας.

Μας το είπαν καθαρά στη διακήρυξη της Μπολόνιας το 1999 ότι τα πανεπιστήμια όλων των χωρών της Ευρώπης είναι ανάγκη ως το 2010 να αναδομηθούν έτσι ώστε να ανταποκριθούν στις ανάγκες της αγοράς. Τα πανεπιστήμια στα μέτρα της αγοράς! Αυτό ενδιαφέρει. “Με μείωση του χρόνου σπουδών και ενδιάμεσα πτυχία θα δημιουργηθεί πολυπληθές εξειδικευμένο επιστημονικό δυναμικό που θα ανταποκρίνεται στις ανάγκες της αγοράς εργασίας”, όπως είχαν πει οι δύο βασικοί σύμβουλοι της Οργάνωσης Ευρωπαϊκών Πανεπιστημίων (CRF), Guy Hang και Klaus Landfried. Αυτό σημαίνει ότι σκοπός της εκπαίδευσης είναι η “παραγωγή” και αναπαραγωγή ανθρώπων που θα υπηρετούν τα “αγοραία” βιομηχανικά και τα τεχνολογικά δρώμενα.

Αλλά αυτός ο εξαρτημένος άνθρωπος, ο άνθρωπος-“υπηρέτης” του λεγόμενου “κατεστημένου”, είναι ξένος προς κάθε έννοια παιδείας και αγωγής. Από αυτόν τον άνθρωπο που θεραπεύει κρατούσες καταστάσεις, χωρίς να θέλει ή να μπορεί να τις μεταβάλλει, όταν κακοφορμίζουν, δεν έχει να περιμένει τίποτε η ανθρωπότητα. Δεν έχει δικό του μέλλον αυτός και μαζί του δεν έχει μέλλον και η ζωή. Δεν είναι θεμιτό να εμπιστεύεται η κοινωνία το μέλλον της στον βιομηχανικό και τεχνολογικό εξοπλισμό, στην πολιτική προπαγάνδα, στον οικονομικό ιμπεριαλισμό, στις απροσχεδίαστες συστηματικές κοινωνικοποιήσεις, που υποκρύπτουν συνήθως πολιτικές ή και άλλες σκοπιμότητες.

Η “Φιλοσοφία της Παιδείας” το λέει με σαφήνεια: “Αν, λέει, εγκαταλείψουμε την παιδεία και περιοριστούμε αποκλειστικά στην επαγγελματική τεχνολογική εκπαίδευση, τότε σε λίγα χρόνια δεν θα έχουμε καινούρια τεχνολογία, διότι η τεχνολογική πρόοδος προϋποθέτει βασική επιστημονική έρευνα που επιδιώκεται χωρίς βραχυπρόθεσμους χρησιμοθηρικούς σκοπούς. Η επαγγελματική εκπαίδευση στενεύει τους ορίζοντές μας και μας κατευθύνει προς την εκτέλεση ενός συγκεκριμένου έργου, ενώ η παιδεία διανοίγει τους ορίζοντές μας και μας δίνει μια πλατειά, μακροπρόθεσμη προοπτική για τον κόσμο και τη ζωή μας. Δεν είναι τυχαία σύμπτωση ότι στις κλειστές, ασφυκτικές και καταπιεστικές κοινωνίες οι νέοι και οι νέες προετοιμάζονται για περιορισμένους και προκαθορισμένους ρόλους μέσα στην κοινωνία τους. Ο χαρακτήρας της κοινωνικής ζωής προδιαγράφεται από την επικρατούσα δογματική ιδεολογία και από τα συμφέροντα του κατεστημένου, οι επιλογές είναι περιορισμένες, η αμφισβήτηση και η κριτική αποθαρρύνονται. Οι κρατούντες έχουν καθορίσει και καθηλώσει τον πολιτισμό της κοινωνίας μας. Στις σημερινές καπιταλιστικές κοινωνίες ο φόβος να υποκατασταθεί η παιδεία από την επαγγελματική εκπαίδευση είναι ολοφάνερος”. (Τ. Καζεπίδης).

Σκοπός της εκπαίδευσης οφείλει να είναι η προσφορά παιδείας, δηλαδή καλλιέργειας, δηλαδή μόρφωσης. Και μορφωμένος δεν είναι ο άνθρωπος των γνώσεων, αλλά ο άνθρωπος του οποίου η σκέψη, ο χαρακτήρας, η ευαισθησία έχουν εκλεπτυνθεί, έχουν εμπλουτιστεί, έχουν διαμορφωθεί από τις γνώσεις, από τη γνώση, από την αισθητική, από την ηθική και από τα άλλα επιτεύγματα του πολιτισμού.

Προπάντων δεν πρέπει να μας διαφεύγει εμάς τους δασκάλους ότι το κεφάλι του παιδιού δεν είναι δοχείο, για να το γεμίζουμε με γνώσεις και ύστερα να το μετρούμε με τα περίφημα αξιολογικά test, παρά είναι, το κεφάλι του παιδιού, σπίρτο, εστία και φωτιά που περιμένει τον σπινθήρα, για να πυρακτωθεί.

Αυτό είναι το σχολείο που θέλουμε σήμερα περισσότερο από κάθε άλλη φορά εμείς οι δάσκαλοι, και δεν το θέλουν, βέβαια, οι βιομήχανοι και οι πολιτικοί, και όχι μόνον… αυτοί. Θέλουμε το σχολείο που διδάσκει στον νέο άνθρωπο τη γνώση, τη σκέψη, τον λόγο, την τέχνη, όχι για να γίνει πανεπιστήμων με τη γνώση, φιλόσοφος με τη σκέψη, λογοτέχνης με τον λόγο, καλλιτέχνης με την τέχνη, αλλά για να ολοκληρωθεί και να ελευθερωθεί, διότι η γνώση, η σκέψη, ο λόγος, η τέχνη ελευθερώνουν / ολοκληρώνουν. Γιατί αυτός είναι ο σκοπός της εκπαίδευσης: ο ελεύθερος άνθρωπος. Αλλά τον ελεύθερο άνθρωπο μόνον ένας ελεύθερος δάσκαλος μπορεί να τον ετοιμάσει. Και βέβαια ο ελεύθερος δάσκαλος, δηλαδή ο υπεύθυνος δάσκαλος, ετοιμάζει τους ελεύθερους, δηλαδή τους υπεύθυνους ανθρώπους, που δεν θα υπηρετούν σκοπιμότητες, αλλά θα ανατρέφονται σύμφωνα με την ιδέα της ανθρωπότητας και τον καθολικό της προορισμό, ανθρώπους που θα παρεμβαίνουν διορθωτικά στην πορεία του κόσμου. Ένα τέτοιο σχολείο θα μπορούσε να έχει έμβλημά του έναν ελεύθερο άνθρωπο: τον Προμηθέα του Αισχύλου ή την Αντιγόνη του Σοφοκλή. Έναν Έλληνα, έναν Τούρκο, έναν Ινδιάνο, έναν Κινέζο και έναν Αφρικανό που χτίζουν μαζί το μέλλον του κόσμου.

Το σημερινό, όμως, σχολείο είναι διαφορετικό. Το ξέρουμε όλοι μας. Είναι σχολειό, θα μας πει ο Gianni Rodari, καταναλωτικό. Αντιγράφει την καταναλωτική κοινωνία που το γέννησε και το συντηρεί. Γι’ αυτό και έχει αποτύχει. “Είναι νεκρό σχολειό. Θα μπορούσε έξοχα να έχει έμβλημά του έναν κερδοσκόπο επιχειρηματία που αξιολογεί μικρόψυχα κάθε μέρα τις επιδόσεις των υπαλλήλων του, για να αυξήσει τα κέρδη του, ή έναν από αυτούς που με τη δύναμη των όπλων ή της πληροφόρησης και τον νόμο της ζούγκλας οδηγούν τον άνθρωπο στον νεοβαρβαρισμό”.

Είναι σαφές ότι οι σχεδιαστές αυτών των κόσμων χρησιμοποιούν την εκπαίδευση, για να υπηρετήσουν αλλότριες, δικές τους, αν θέλετε, σκοπιμότητες.


Έχουμε να κάνουμε, λοιπόν, με μια θύελλα η οποία ξεριζώνει το δέντρο της παιδείας από την εκπαίδευση, από τα σχολεία του κόσμου. Μας χρειάζεται μια άλλη θύελλα που θα εξουδετερώσει την πρώτη. Μας χρειάζεται η συστράτευση των δασκάλων όλου του κόσμου, των δασκάλων που πιστεύουν ακόμη στον άνθρωπο, που πιστεύουν ότι ο κύριος σκοπός του σχολείου είναι η μόρφωση / καλλιέργεια του νέου και ότι όλα τα άλλα, χωρίς να αγνοούνται (βέβαια), έρχονται (όμως) δεύτερα. Μας χρειάζεται η συστράτευση αυτών των δασκάλων (και των μαθητών, φυσικά, και των γονέων) που θα υπερβούν τους φραγμούς του επαγγελματισμού και θα επαναφέρουν τη διωγμένη / κατατρεγμένη παιδεία στην προτέρα της θέση. Μας χρειάζονται οι “Δάσκαλοι Χωρίς Σύνορα”, οι σεμνοί και οι οραματιστές, που θα θρυμματίσουν τα κάθε είδους στεγανά που τους χωρίζουν και θα δώσουν τα χέρια στους άλλους δασκάλους στο όνομα της νεότητας και της παιδείας που τους ενώνουν. Μας χρειάζονται για το μέλλον της οικουμένης οι ελεύθεροι δάσκαλοι, δηλαδή οι υπεύθυνοι δάσκαλοι.

Είναι ανάγκη και ώρα είναι να ορθρίσουν, και ένας να είναι ο όρθρος τους: η παιδεία στους δασκάλους και όχι στους εργοδότες. Αυτός είναι ο όρθρος της παιδείας. Μας το είπε, άλλωστε, ένας μεγάλος φιλόλογος και Δάσκαλος του αιώνα που πέρασε, ο Γιάννης Κακριδής, μας είπε ότι η παιδεία είναι όρθρος πνευμάτων και μέσα στο φως.

 

Αναδημοσίευση από την  εφημερίδα Μακεδονία.

 

* Ο Χρίστος Τσολάκης είναι ομότιμος καθηγητής Νεοελληνικής Γλώσσας ΑΠΘ

 

ΠΗΓΗ: 31/01/2011 – 09:23, http://www.alfavita.gr/artro.php?id=21607

Τα πολυδύναμα σχολεία: Επιπτώσεις … και ….

Τα πολυδύναμα σχολεία: Επιπτώσεις στη μάθηση και στη συμπεριφορά των μαθητών

 

Της Μαρίας Παπαχρήστου*

 

 

Ο σχολικός χώρος δεν είναι ο οποιοσδήποτε χώρος, αλλά ένας χώρος που έχει παιδευτική σημασία. Σύμφωνα με τα συμπεράσματα της περιβαλλοντικής ψυχολογίας, στοιχεία του περιβάλλοντος, όπως είναι το γεωφυσικό περιβάλλον, ο δομημένος χώρος, ο αύλειος χώρος κ.ά, επηρεάζουν τον ψυχισμό και τη συμπεριφορά του ατόμου.

Στη περίπτωση μάλιστα του παιδιού, οι επιδράσεις αυτές είναι εντονότερες και μονιμότερες, όχι μόνο λόγω της αυξημένης ευαισθησίας αυτού αλλά και λόγω του ότι το παιδί αναπτύσσεται νοητικά και κοινωνικά μέσα από τις κοινωνικές εμπειρίες του, τις οποίες όμως καθορίζουν και μορφοποιούν σε μεγάλο βαθμό στοιχεία του φυσικού και κυρίως του δομημένου περιβάλλοντος.

Επειδή η σχολική πραγματικότητα υπόκειται σε μία διαρκή και δυναμική διαδικασία αλλαγών, θα πρέπει και τα σχολικά κτίρια, ως εξωτερικά πλαίσια του παιδαγωγικού χώρου, να ανταποκρίνονται και σε μελλοντικές παιδαγωγικές αξιώσεις. Αυτό κρίνεται αναγκαίο διότι η επάρκεια, η ποιότητα και η καταλληλότητα των σχολικών χώρων και του εξοπλισμού και η σωστή διάταξή τους με βάση τις ανάγκες του  προγράμματος, είναι σημαντικές υλικές συνθήκες για τη διαμόρφωση ενός ευχάριστου, δημιουργικού και λειτουργικού περιβάλλοντος μάθησης..

Ο Ο.Σ.Κ., αναγνωρίζοντας τη σημασία των σχολικών κτιρίων στην εκπαίδευση των νέων, θεωρεί ότι χρειάζεται να υπάρχει: ένας ανθρώπινος κτιριακός εναγκαλισμός ο οποίος συμμετέχει στην καθημερινή «σχολική συμβίωση» κάνοντας το παιδί να νιώθει όχι ότι βρίσκεται απλώς σε ένα ευχάριστο χώρο από όπου σε λίγο θα αποχωρήσει, αλλά σε ένα δικό του προσωπικό περιβάλλον που ελάχιστα διαφοροποιείται από την κατοικία του ή καλύτερα, που συγχέει τα όριά του μαζί της και όπου θα ζήσει με χαρά το μεγάλο χρονικό διάστημα της μαθητείας του.

Σταθμός της σύγχρονης (παιδοκεντρικής) θεώρησης του διδακτηρίου αποτελούν οι θέσεις της Montessori (1977), ότι μέτρο του μεγέθους του διδακτηρίου και του εξοπλισμού του πρέπει να είναι το παιδί. Τις θέσεις αυτές υποστηρίζουν και άλλοι ψυχοπαιδαγωγοί, που επισημαίνουν ότι είναι ανάγκη το παιδί να μπορέσει να οικειοποιηθεί το σχολικό χώρο.

Στα περισσότερα ελληνικά σχολικά κτίρια της ίδιας εκπαιδευτικής βαθμίδας, ισχύει το ίδιο κτιριολογικό πρόγραμμα. Αποτέλεσμα είναι ένα άκαμπτο σχολικό κτίριο, με βασικό στοιχείο κτιριολογικής δομής την κλειστή αίθουσα διδασκαλίας. Έχουμε τάξεις παραταγμένες κατά μήκος διαδρόμων και μικρό αριθμό χώρων ειδικής χρήσης: μία αίθουσα φυσικής – χημείας, μία κλειστή αίθουσα πολλαπλών χρήσεων και τα γραφεία της διοίκησης. Το σχολείο, βέβαια, δεν είναι μόνο αίθουσες διδασκαλίας, αλλά ένας συνολικός χώρος παιδείας, που  χρειάζεται βιβλιοθήκες, εργαστήρια, ατομικά γραφεία, τεράστια προαύλια και χώρους παιχνιδιού – άθλησης.

Χαρακτηριστική είναι η απόλυτη έλλειψη έρευνας  στον τομέα του σχολικού κτιρίου. Είναι πρωταρχικό για τον αρχιτεκτονικό σχεδιασμό ενός σχολικού κτιρίου να έχουν προσδιοριστεί με ακρίβεια οι εκπαιδευτικοί στόχοι ή καλύτερα, οι κοινωνικοί στόχοι, που αυτό πρόκειται να εξυπηρετήσει και να έχουν ζητηθεί και  οι  απόψεις  της εκπαιδευτικής κοινότητας..

Στο τέλος της δεκαετίας του 1970 προγραμματίζονται στην  χώρα  μας τα σχολικά  συγκροτήματα, τα «πολυδύναμα» σχολεία μέσης εκπαίδευσης που στεγάζουν περισσότερα εκπαιδευτικά ιδρύματα μαζί, κυρίως, στις μεγάλες ελληνικές  πόλεις, τα  οποία  αποτελούν κακή εφαρμογή των ευρωπαϊκών πολυκλαδικών και είναι συχνά πολύ μεγαλύτερα, με όλα τα μειονεκτήματα των πολύ μεγάλων σχολείων. Το ζήτημα του μεγέθους του σχολείου οδήγησε διεθνώς σε πολλές συζητήσεις και έρευνες. Από το 1960 μέχρι το 1980, δημοσιεύτηκαν 344 άρθρα για τις επιπτώσεις του μεγέθους της σχολικής κοινότητας στις επιδόσεις, στην  κοινωνικοποίηση και στη ψυχολογία  του μαθητή   (Τσουκαλά Κ, 1998  «Τάσεις  στην  σχολική  αρχιτεκτονική»).

Οι μελέτες των Barker και Gump, που θεωρούνται από τις πλέον σημαντικές σε αυτό τον τομέα, εξετάζουν γυμνάσια με πολλούς  μαθητές. και ανακαλύπτουν ότι τα μικρά κατ’ εξοχή σχολεία προσφέρουν στους μαθητές περισσότερες δυνατότητες για ουσιαστική συμμετοχή καθώς και για άσκηση ηγετικών ρόλων. Ειδικότερα, η συμμετοχή στις σχολικές δραστηριότητες, η ικανοποίηση του μαθητή, το ενδιαφέρον του για την κοινότητα βρέθηκαν να είναι αυξημένα στα μικρού μεγέθους σχολεία σε σύγκριση με τα μεγάλα «πολυδύναμα» σχολικά κέντρα. Άλλες έρευνες έδειξαν ότι στα μικρά σε μέγεθος σχολεία οι μαθητές συμβαίνει να γνωρίζουν τους καθηγητές και τους συμμαθητές τους πολύ καλύτερα, με αποτέλεσμα συχνά να εμπλουτίζονται σε βάθος οι σχέσεις τους, ακόμη  δε  βιώνουν την ανωνυμία, και αυτό έχει διαπιστωθεί ότι περιορίζει την αποκλίνουσα και παραβατική συμπεριφορά. (Συγκολλίτου Έφη, 1997 «Περιβαλλοντική  ψυχολογία» ).

Κατά  την  χρονική  αυτή  περίοδο πραγματοποιήθηκαν  πολλές έρευνες με σκοπό τη σύγκριση των επιπτώσεων που έχουν τα μικρά και τα μεγάλα σχολεία (πολυδύναμα) στις σχολικές επιδόσεις (μάθηση), στη συναισθηματική ανάπτυξη και στην αυτοαντίληψη των μαθητών κ.λ.π. Τα ερευνητικά  αποτελέσματα   τα οποία  προέκυψαν είναι  ότι τα μεγάλα σχολεία (με πάνω από 300 μαθητές) έχουν περισσότερες βοηθητικές εγκαταστάσεις (βιβλιοθήκες, εργαστήρια, γυμναστήρια κ.λ.π.), και δίνουν δυνατότητες στους μαθητές τους. Όμως οι νεότερες έρευνες, επισημαίνουν πως μόνον ένας μικρός αριθμός μαθητών εκμεταλλεύεται τις δυνατότητες αυτές, ενώ οι περισσότεροι από αυτούς εξελίσσονται συνήθως σε παθητικούς παρατηρητές. Αντίθετα, τα μικρά σχολεία κινητοποιούν μεγαλύτερο αριθμό μαθητών, με αποτέλεσμα να εξασφαλίζουν καλύτερες  επιδόσεις.

Ακόμα, τα πολυώροφα διδακτήρια ή τα συγκροτήματα σχολικών κτιρίων παρουσιάζουν δυσκολίες στην κίνηση και στην εποπτεία των μαθητών. Η ίδρυση σχολικών συγκροτημάτων θεωρείται  αντιπαιδαγωγική πράξη, γιατί σε ένα σχολείο – στρατώνα ο μαθητής νοιώθει πνιγμένος μέσα σε ανώνυμες μάζες και καταπιέζεται  από τον όγκο των κτισμάτων. Η ομαδική ζωή, που συνεπάγεται η φοίτηση στο σχολείο, ποτέ δεν πρέπει να αποβαίνει σε βάρος της ατομικότητάς του. (1ο Εκπαιδευτικό συνέδριο  ΟΛΜΕ 1981  «Εκπαίδευση  και  σχολικά  κτίρια»).

Εκτός από το μέγεθος του σχολικού κτιρίου, σημαντικό ζήτημα είναι και η πυκνότητά του. Η πυκνότητα είναι ο χώρος που αναλογεί στο παιδί ως απόρροια του αριθμού των ατόμων που βρίσκονται στο χώρο της τάξης.

Όταν ο πληθυσμός που βρίσκεται σε ένα δεδομένο χώρο (πχ τάξη) είναι μικρότερος ή μεγαλύτερος από κάποιο αριθμό που θεωρείται κανονικός, αυτό έχει επίπτωση στο βαθμό της συμμετοχής, στο ρυθμό και την ένταση της δράσης, στην παθητικότητα ή ενεργητικότητα των ατόμων που τον συνθέτουν.

Σύμφωνα με τις διαπιστώσεις που προέκυψαν από νεότερες έρευνες, η μεγάλη πυκνότητα στην τάξη σε συνδυασμό με την έλλειψη υποδομής συμβάλλει στην αύξηση της επιθετικότητας, των βανδαλισμών και της άσκοπης συμπεριφοράς.  Αντίθετα, ο επαρκής χώρος και ο κατάλληλος εξοπλισμός αυξάνουν τη  συνεργατικότητα, τη δημιουργική απασχόληση και τη συμμετοχή στις δραστηριότητες της ομάδας.

Εξαιτίας της συγκέντρωσης πολλών μαθητών στο ίδιο κτίριο, και στην ίδια   τάξη  παρατηρούνται  τα  φαινόμενα:       

1. Της αύξησης της περιθωριοποίησης μεγάλου αριθμού μαθητών,

2. Της αύξησης των βανδαλισμών στο χώρο και της επιθετικότητας.

Έρευνα του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου καταλήγει στα εξής: οι βανδαλισμοί στα σχολεία «κοστίζουν ακριβά» και επιπροσθέτως επιτείνονται τα φαινόμενα της βίας στα σχολεία, με αποτέλεσμα ένας στους τρεις μαθητές να μην αισθάνεται ασφαλής μέσα σε αυτά. Ακόμη, έρευνα που  πραγματοποιήθηκε στην περιφέρεια της πρωτεύουσας το  1995 έδειξε ότι επτά στους δέκα μαθητές που φοιτούν σε μεγάλα σχολεία δηλώνουν ότι χάραξαν τοίχους, θρανία, πόρτες ή έχουν σπάσει κάτι μέσα στο σχολείο.

Τα παραπάνω ερευνητικά αποτελέσματα τα οποία είναι  διαχρονικά δείχνουν  τη  συνάφεια των επιμέρους  στοιχείων του περιβάλλοντος με τη σχολική πραγματικότητα και την αποτελεσματικότητα. Το σχολείο σήμερα πρέπει να θεωρείται ως ένα δυναμικό πεδίο αλληλεπίδρασης  δυνάμεων στο οποίο δρουν ενεργά όλα τα συμμετέχοντα μέρη: ο μαθητής ο εκπαιδευτικός, η υποδομή και το περιβάλλον.

Η  πολιτεία χρειάζεται να αναλογισθεί τις ευθύνες της απέναντι σε μαθητές  και  εκπαιδευτικούς και  να  διαμορφώσει  συνθήκες  αξιοπρεπείς  για  την  διαβίωση  και  τη  μάθηση  στο  σχολείο και  στην  τάξη  ειδικότερα. Οφείλει να  σεβαστεί τη  βούληση  μαθητών, εκπαιδευτικών  γονέων και να μην τους ταλαιπωρήσει με προσπάθειες ίδρυσης «πολυδύναμων»  σχολικών κέντρων τα  οποία απορρίφθηκαν ήδη στο παρελθόν. Είναι απαραίτητο να σεβαστεί τις διεθνείς προδιαγραφές και να μην  αυξήσει τον αριθμό των μαθητών στην τάξη.

Χρειαζόμαστε ένα δημόσιο  σχολείο  που θα  είναι  δημοκρατικό, λειτουργικό,  και  ανθρώπινο.

 

H  ΜΑΡΙΑ ΠΑΠΑΧΡΗΣΤΟΥ είναι Δρ. Εκπαιδευτικής  Διοίκησης, Διευθύντρια

 

ΠΗΓΗ: 27/01/2011 – 00:20, http://www.alfavita.gr/artro.php?id=21147

ΤΕΧΝ. ΕΠ. ΕΚΠ.: ΣΚΕΨΕΙΣ ΓΙΑ ΑΝΑΒΑΘΜΙΣΗ

ΜΕΡΙΚΕΣ ΣΚΕΨΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΑΒΑΘΜΙΣΗ ΤΗΣ ΤΕΧΝΙΚΗΣ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ

 

Του Δημήτρη Καρυώτη

 

 

Οι τελευταίες δεκαετίες χαρακτηρίζονται από μεγάλες ανατροπές στο χαρακτήρα και στη δομή των περισσότερων επαγγελματικών δραστηριοτήτων.

Η τερατώδης ανάπτυξη των νέων τεχνολογιών δημιούργησε νέα δεδομένα. Πολλές επαγγελματικές δραστηριότητες, που άλλοτε απαιτούσαν εμπειρικές γνώσεις ή γνώσεις επιπέδου δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, συρρικνώθηκαν δραματικά, ενώ στις περισσότερες οι τεχνολογικές εξελίξεις ανάγκασαν τους εργαζόμενους να κάνουν αγώνα δρόμου για να μπορέσουν να παραμείνουν ενεργοί στην επαγγελματική τους δραστηριότητα. Αυτοί που δεν τα κατάφεραν άλλαξαν αντικείμενο εργασίας ή έμειναν άνεργοι.

Η νέα πραγματικότητα, για αυτή την κατηγορία των επαγγελμάτων, απαιτεί καλές θεωρητικές γνώσεις για την κατανόηση των νέων δεδομένων και την ανάπτυξη δεξιοτήτων στις εφαρμογές των νέων τεχνολογιών, που είναι διάσπαρτες πλέον σε όλα τα σύγχρονα επαγγέλματα.

Η εποχή που κάποιος μάθαινε το  επάγγελμά του εργαζόμενος δίπλα σε κάποιον έμπειρο επαγγελματία έχει περάσει χωρίς επιστροφή.

Είναι αναγκαίο πλέον ο νέος άνθρωπος να έχει όλες τις γενικές γνώσεις που απαιτούνται, όχι μόνο για να μπορεί να κατανοήσει το γνωστικό αντικείμενο ενός επαγγέλματος σήμερα, αλλά να μπορεί να κατανοήσει και να αφομοιώσει τις τεχνολογικές εξελίξεις που θα έλθουν αύριο.   

Αυτή η νέα πραγματικότητα οδηγεί στην αναγκαιότητα καθιέρωσης 12χρονης υποχρεωτικής εκπαίδευσης, με παράλληλη μετακίνηση της επαγγελματικής εξειδίκευσης για μετά την 12χρονη υποχρεωτική εκπαίδευση.

Η Δευτεροβάθμια εκπαίδευση πρέπει να μετατραπεί σε ένα Πολυτεχνικό Σχολείο, που να είναι απαλλαγμένο απ’ το σημερινό εξετασιοκενρικό του χαρακτήρα, με αυτοδύναμο εκπαιδευτικό και παιδαγωγικό ρόλο, που δεν θα λειτουργεί ως προθάλαμος για την τριτοβάθμια εκπαίδευση.

Το σχολείο αυτό πρέπει να έχει ως αντικειμενικούς στόχους:

1)    Την κατάκτηση της γενικής γνώσης που έχει ανάγκη ο νέος άνθρωπος  για να  μπορεί να κατανοήσει τον κόσμο και φυσικά τις σύγχρονες τεχνολογικές εξελίξεις.

2)   Την ανάπτυξη μιας ευρύτερης παιδείας με την κατάκτηση των πολιτισμικών αξιών της ανθρωπότητας.

3)   Την ανάπτυξη της κριτικής του ικανότητας.  

Μέσα στο πρόγραμμα αυτού του σχολείου πρέπει να διαχέονται οι βασικές γνώσεις των σύγχρονων επιστημών και τεχνολογιών, που πολλές απ’ αυτές μπορεί να διδάσκονται και μέσω εργαστηριακών μαθημάτων.

Στα πλαίσια αυτού του σχολείου πρέπει να υπάρχει ένα σύγχρονο δίκτυο που με επιστημονικούς τρόπους να αναδεικνύει τα ενδιαφέροντα και τις κλίσεις των μαθητών, για να μπορούν οι ίδιοι στη συνέχεια να επιλέξουν, ανάλογα με τις δυνατότητες και τα ενδιαφέροντά τους, τον τομέα επαγγελματικών δραστηριοτήτων που προτιμούν.

Είναι αυτονόητο ότι στο σχολείο αυτό πρέπει να εφαρμόζεται ένα δίκτυο ενίσχυσης των «αδύνατων» μαθητών, λειτουργικά και δομικά ενταγμένο μέσα στη λειτουργία του σχολείου.

Το εκπαιδευτικό προσωπικό αυτού του σχολείου, πρέπει να είναι μόνιμο, οργανικά ενταγμένο μέσα στη σχολική μονάδα. Αυτό σημαίνει την κατάργηση του θεσμού των ωρομισθίων και την ελαχιστοποίηση των αναπληρωτών εκπαιδευτικών μόνο για τις έκτακτες ανάγκες.

 

ΤΟ ΣΧΟΛΕΙΟ ΤΗΣ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ

Το σχολείο της Επαγγελματικής εκπαίδευσης θα λειτουργεί μετά απ’ το 12χρονο σχολείο της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης.

Το επαγγελματικό σχολείο θα είναι διετές, δημόσιο ενταγμένο στο Υπουργείο Παιδείας, με μόνιμο εκπαιδευτικό προσωπικό και όρους λειτουργίας του δημόσιου σχολείου της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης.

Οι τομείς και οι ειδικότητες πρέπει να καλύπτουν τους τομείς και τις ειδικότητες των σημερινών σχολείων ΕΠΑΛ-ΕΠΑΣ με την προσθήκη και άλλων που θα κριθούν αναγκαίες,

Οι απόφοιτοι του Επαγγελματικού Σχολείου πρέπει να έχουν ξεκάθαρα Επαγγελματικά δικαιώματα.

Ο στόχος αυτού του σχολείου πρέπει να είναι η εκπαίδευση των μαθητών για την απόκτηση ολοκληρωμένων γνώσεων (θεωρητικών και δεξιοτήτων) ενός ολοκληρωμένου γνωστικού αντικειμένου που ορίζεται ως επάγγελμα.

Οι απόφοιτοι του Επαγγελματικού Σχολείου, μετά την απόκτηση του πτυχίου, προσλαμβάνονται σε επιχειρήσεις του Δημόσιου και Ιδιωτικού τομέα, με ευθύνη της Πολιτείας και με εποπτεία του Υπουργείου Παιδείας, για την απόκτηση του απαραίτητου χρόνου προϋπηρεσίας που οδηγεί στην απόκτηση της άδειας άσκησης επαγγέλματος. Όλο το διάστημα αυτό έχουν πλήρη εργασιακά και ασφαλιστικά δικαιώματα.

Το σχολείο της Επαγγελματικής Εκπαίδευσης πρέπει να ενσωματώσει στη λειτουργία του και όλους τους διάσπαρτους, σήμερα, θεσμούς της κατάρτισης (ΙΕΚ, ΚΕΚ κλπ).

Οι δραστηριότητές του στον τομέα αυτό πρέπει να είναι:

Α) Εξειδικεύσεις μέσα στα πλαίσια των επαγγελματικών ειδικοτήτων των αποφοίτων της διετούς επαγγελματικής εκπαίδευσης.

Β) Επανακατάρτιση παλιών αποφοίτων για τις νέες τεχνολογικές εξελίξεις στο επάγγελμά τους

Όλοι οι υπόλοιποι θεσμοί κατάρτισης πρέπει να καταργηθούν.

 

ΟΙ ΕΠΙΛΟΓΕΣ ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΠΑΙΔΕΙΑΣ ΚΑΙ Η ΠΡΟΤΑΣΗ ΤΗΣ ΟΛΜΕ

Από τα μέχρι τώρα δημοσιοποιημένα κείμενα του Υπουργείου Παιδείας προκύπτει ότι στις προθέσεις του είναι να καταργήσει τους θεσμούς των ΕΠΑΛ-ΕΠΑΣ, που λειτουργούν στα πλαίσια της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης και να ιδρύσει ένα τύπο Τεχνολογικού Λυκείου που θα ενσωματώνει τους καταργούμενους τύπους σχολείων με την δυνατότητα ενός μεταδευτεροβάθμιου έτους εξειδίκευσης.

 

Είναι γνωστό ότι και η ΟΛΜΕ, στις προτάσεις της για την Τεχνική Εκπαίδευση από το 2006, έχει μια αντίστοιχη πρόταση κατά το μέρος που αφορά την σημερινή πραγματικότητα στην προοπτική για την δημιουργία «…ενός πραγματικού Ενιαίου Λυκείου, που θα αξιοποιεί τα θετικά χαρακτηριστικά του Πολυκλαδικού Λυκείου, στο πλαίσιο της καθιέρωσης της 12χρονης υποχρεωτικής εκπαίδευσης ….». Επίσης η πρόταση της ΟΛΜΕ αναφέρει ότι «Για τη δημιουργία αυτού του Ενιαίου Λυκείου απαιτείται σαφές χρονοδιάγραμμα, ώστε να αποκτά πρακτικό αντίκρισμα και η όποια δέσμευση της Πολιτείας.».

Μέχρι την καθιέρωση ενός Ενιαίου Λυκείου ως μοναδικού τύπου σχολείου η ΟΛΜΕ προτείνει «…την ύπαρξη μεταβατικού σταδίου, που είναι αναγκαίο για την ουσιαστική αναβάθμιση και ισότιμη ένταξη της ΤΕΕ στη λυκειακή βαθμίδα.»

Στην κατεύθυνση αυτή προτείνει «Να δημιουργηθεί μια και μόνο δομή επαγγελματικής εκπαίδευσης σε λυκειακό επίπεδο μετά το γυμνάσιο, σχεδιασμένη στην κατεύθυνση της καθιέρωσης 12χρονης υποχρεωτικής εκπαίδευσης.». Και συνεχίζει «Για αυτό είναι απαραίτητη η υπαγωγή στο ΥΠΕΠΘ όλων των σχολικών μονάδων που προσφέρουν σήμερα τεχνικό-επαγγελματική εκπαίδευση και ανήκουν σε άλλα υπουργεία (ΟΑΕΔ, ΟΤΕΚ, Υγείας, Γεωργίας). Είναι απαραίτητη, επίσης, η κατάργηση των μεταγυμνασιακών ΙΕΚ και κάθε άλλης μορφής επαγγελματικής εκπαίδευσης ή κατάρτισης πριν τα 18 χρόνια του μαθητή και μέχρι την ολοκλήρωση του 12ετούς υποχρεωτικού κύκλου εκπαίδευσης.»

Για το Μεταλυκειακό έτος ειδίκευσης η πρόταση της ΟΛΜΕ αναφέρει: «Θα πρέπει το επίπεδο β (2) να χορηγείται με την αποφοίτηση από το λύκειο και το επίπεδο γ (3) να το χορηγεί μια εκπαιδευτική δομή ενταγμένη στο δημόσιο εκπαιδευτικό σύστημα και να μην αφεθεί στο θολό περιβάλλον των ΙΕΚ και ΚΕΚ και των λοιπών δομών κατάρτισης αλλά και βορά στον ιδιωτικό τομέα. Γι’ αυτό θα πρέπει να δημιουργηθεί Μεταλυκειακό Έτος Ειδίκευσης, με την ευθύνη της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, οργανικά ενταγμένο στο Λύκειο της ΤΕΕ, που θα αξιοποιεί την υποδομή και το εκπαιδευτικό προσωπικό των επαγγελματικών λυκείων, και θα περιέχει το σύνολο των ειδικοτήτων που παρέχονται σήμερα.»

 

Είναι σαφές ότι οι προθέσεις του Υπουργείου Παιδείας θα κριθούν με βάση τις παραπάνω προτάσεις της ΟΛΜΕ που ανοίγουν τον δρόμο για αναβάθμιση της Τεχνικής Επαγγελματικής Εκπαίδευσης στη κατεύθυνση για την καθιέρωση υποχρεωτικής 12χρονης εκπαίδευσης με την καθιέρωση στη λυκειακή βαθμίδα ενός τύπου σχολείου στα πλαίσια της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης.

 

ΤΟ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟ ΤΗΣ ΑΝΑΒΑΘΜΙΣΗΣ ΤΗΣ ΤΕΧΝΙΚΗΣ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ

 

Σε κάθε περίπτωση πρέπει να παρθούν πολύ συγκεκριμένα μέτρα και να διατεθούν όλοι οι απαραίτητοι οικονομικοί πόροι για να υπάρξει ως αποτέλεσμα η αναβάθμιση της Τεχνικής Επαγγελματικής Εκπαίδευσης. Άλλωστε πρέπει να συνειδητοποιηθεί απ’ όλους ότι η Τεχνική Επαγγελματική Εκπαίδευση είναι ακριβή υπόθεση.

Α. Μαθητικό δυναμικό.

Προϋπόθεση της προσπάθειας αναβάθμισης της Τεχνικής Επαγγελματικής Εκπαίδευσης αποτελεί η φοίτηση σ’ αυτήν μαθητικού δυναμικού που να έχει κατακτήσει το σύνολο των προαπαιτούμενων γνώσεων που είναι απαραίτητες για την κατανόηση και κατάκτηση των νέων γνωστικών αντικειμένων.

 

Η σημερινή πραγματικότητα.

Είναι γνωστό ότι στα σχολεία της Τεχνικής Επαγγελματικής Εκπαίδευσης συσσωρεύεται το σύνολο των μαθητών της υποχρεωτικής εκπαίδευσης που χαρακτηρίζονται ως «αδύνατοι μαθητές».

Ανέκαθεν η Τεχνική Εκπαίδευση απευθύνονταν σε μαθητές των κατώτερων οικονομικά στρωμάτων του Ελληνικού πληθυσμού, που στα τελευταία χρόνια συμπληρώθηκαν με τους παλιννοστούντες και τους οικονομικούς μετανάστες.

Έτσι κι’ αλλιώς τα κομμάτια αυτά του πληθυσμού δεν  έχουν την οικονομική δυνατότητα να αντεπεξέλθουν στο τεράστιο οικονομικό βάρος της προετοιμασίας για την είσοδο στην τριτοβάθμια εκπαίδευση.

Όσον αφορά τους παλιννοστούντες  και τους αλλοδαπούς μαθητές εκτός απ’ τη  οικονομική ανέχεια, ανασταλτικός παράγοντας αποτελεί και το πρόβλημα της γλώσσας, μιας και οι υποδομές υποστήριξης αυτών των μαθητών ήταν και εξακολουθούν να είναι ανύπαρκτες.

Οι πιο πολλοί απ’ αυτούς δεν μπορούν να καταγράψουν τις σκέψεις τους στο χαρτί και η γραφή τους είναι ασύντακτη. Επίσης πολλοί απ’ αυτούς δεν έχουν καταχτήσει τις τέσσερες πράξεις της αριθμητικής.

Εκ’ των πραγμάτων είναι αδύνατον να παρακολουθήσουν το επίπεδο των γενικών μαθημάτων που διδάσκονται στη Λυκειακή βαθμίδα και των γνωστικών αντικειμένων που απαιτούνται για τα σύγχρονα επαγγέλματα.

Για την πλειοψηφία των μαθητών της Τεχνικής Εκπαίδευσης είναι ίσως η μοναδική ευκαιρία για κοινωνική ένταξη, έστω και με την μορφή του φτηνού απασχολίσιμου εργατοτεχνικού προσωπικού

 

Πως φτάσαμε ως εδώ.

Με την θεσμοθέτηση της υποχρεωτικής εννιάχρονης εκπαίδευσης και την κατάργηση των ενδιάμεσων εξετάσεων απ’ το Δημοτικό στο Γυμνάσιο και απ’ το Γυμνάσιο στο Λύκειο το σχολείο της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης από επιλεκτικό έγινε μαζικό.

Η θεσμοθέτηση της υποχρεωτικής εννιάχρονης εκπαίδευσης, στο τέλος της 10ετίας του 1970 και το άνοιγμα της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης σε περισσότερους αποφοίτους της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, αποτέλεσαν το όχημα για τη μετάβαση σε ένα ανθρώπινο δυναμικό ικανό να στελεχώσει την οικονομική πραγματικότητα της χώρας σ’ ένα τοπίο που  το κύριο χαρακτηριστικό της ήταν η απαρχή της ραγδαίας ανάπτυξης της τεχνολογίας.

Η μετάβαση, όμως,  απ’ το επιλεκτικό στο μαζικό σχολείο  έγινε με άναρχο τρόπο, χωρίς την οικονομική και πολιτική στήριξη σε θεσμούς και υποδομές, που ήταν και είναι απαραίτητες για την κατάχτηση απ’ το σύνολο των μαθητών του ελάχιστου επιπέδου γνώσεων, στο τέλος της εννιάχρονης υποχρεωτικής εκπαίδευσης.

Είναι σαφές ότι ο στόχος αυτός δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί μόνο με τον δάσκαλο ή τον καθηγητή της τάξης, γιατί, κατά γενική ομολογία, αυτός είναι αναγκασμένος να προχωράει στην εκπαιδευτική διαδικασία με βάση τον μέσο όρο της τάξης. Έτσι οι «αδύνατοι» μαθητές, όσοι δεν απομακρύνονται απ’ το σχολείο ως μαθητική διαρροή, περνάνε απ’ τις τάξεις συσσωρεύοντας γνωστικά κενά αντί για γνώσεις.

Έτσι η συσσώρευση «αδύνατων» μαθητών απ’ το Δημοτικό έως το Γυμνάσιο, λόγω έλλειψης ουσιαστικών θεσμών και υποδομών ενίσχυσης για την κάλυψη των βασικών τους εκπαιδευτικών κενών, οδηγεί στην αναγκαστική μετακύλυση του προβλήματος στη λυκειακή βαθμίδα. Η συντριπτική πλειοψηφία των μαθητών αυτών, όσοι δεν εγκαταλείψουν το σχολείο ως μαθητική διαρροή, συσσωρεύεται αναγκαστικά στα σχολεία της Τεχνικής Επαγγελματικής Εκπαίδευσης, με τα γνωστά αποτελέσματα της ουσιαστικής αδυναμίας παρακολούθησης της εκπαιδευτικής διαδικασίας.

Η προσπάθεια ενίσχυσης των μαθητών αυτών στα πλαίσια της λυκειακής βαθμίδας αποτελεί ημίμετρο, γιατί δεν είναι δυνατόν να καλυφθούν τα εκπαιδευτικά κενά, που συσσωρεύτηκαν από καταβολής σχολείου.

 

Η αντιμετώπιση του προβλήματος

Στην ουσία το πρόβλημα της αναβάθμισης της Τεχνικής Επαγγελματικής Εκπαίδευσης αποτελεί ουσιαστικό πρόβλημα αναβάθμισης του συνόλου της Εκπαίδευσης απ’ την είσοδο του μαθητή στην εκπαιδευτική διαδικασία.

Στα πλαίσια αυτής της αναβάθμισης απαιτούνται εκπαιδευτικοί θεσμοί υποστήριξης αλλά και υποδομές που θα στηρίξουν αυτή την προσπάθεια. Οι θεσμοί αυτοί επιβάλλεται να ξεκινούν απ’ την είσοδο του μαθητή στην εκπαιδευτική διαδικασία. Η πολιτεία οφείλει να ενσωματώσει τον θεσμό της ενίσχυσης των «αδύνατων» μαθητών μέσα στον θεσμό του σχολείου. Για τον σκοπό αυτό επιβάλλεται να καλυφτούν οι σχολικές μονάδες με το κατάλληλο μόνιμο προσωπικό, αλλά και με τις υποδομές υποστήριξης που απαιτούνται.

 

Β. Εκπαιδευτική Διαδικασία

1. Μαθήματα Γενικής Παιδείας

Η διδασκαλία των μαθημάτων της Γενικής Παιδείας πρέπει να συνδυάζει την αναγκαιότητα των γνώσεων που απαιτείται να πάρουν οι μαθητές, σε συνδυασμό με τις αντικειμενικές γνωστικές ιδιαιτερότητες που αναφέρθηκαν πιο πάνω. Οι δρόμοι κατανόησης των γνώσεων είναι διαφορετικοί για τους μαθητές που επιλέγουν ή αναγκάζονται να επιλέξουν την Τεχνική Επαγγελματική Εκπαίδευση.

Πρέπει να γίνεται προσπάθεια η διδασκαλία των μαθημάτων να γίνεται με πιο παραστατικούς τρόπους, τα βιβλία να έχουν παραδείγματα και ασκήσεις μέσα απ’ την καθημερινή πραγματικότητα της ζωής, που να παραπέμπουν και να εκμαιεύονται απ’ τον τομέα και ειδικότητα που παρακολουθεί ο κάθε μαθητής. Τα μαθήματα των φυσικών επιστημών να εμπεριέχουν πολλές εργαστηριακές ασκήσεις και να γίνεται προσπάθεια το μάθημα να περνάει μέσα απ’ το εργαστήριο.

 

2. Μαθήματα Ειδικοτήτων.

Το βασικό πρόβλημα στη διδασκαλία των μαθημάτων των ειδικοτήτων είναι ο διαχωρισμός τους σε Θεωρία και Εργαστήριο.

Επί σειρά ετών ένα γνωστικό αντικείμενο που χαρακτηρίζεται ως μάθημα ειδικότητας διαχωρίζεται σε θεωρία, που διδάσκεται από κάποιον εκπαιδευτικό και σε εργαστήριο που διδάσκεται τις περισσότερες φορές από άλλον ή άλλους εκπαιδευτικούς.

Πριν το 1998 η συντριπτική πλειοψηφία των εκπαιδευτικών που δίδασκαν την θεωρία δεν συμμετείχαν καθόλου στην διδασκαλία του εργαστηριακού μαθήματος. Τα δύο κομμάτια αντιμετωπίζονταν σαν δυο ξεχωριστά γνωστικά αντικείμενα !!!!! Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα να μεταδίδεται ξεχωριστά η γνώση στους μαθητές χωρίς να συγχρονίζεται η εκπαιδευτική διαδικασία της θεωρίας με αυτή του εργαστηρίου. Έτσι επικράτησε η λάθος αντίληψη, τόσο στους μαθητές όσο και στους εκπαιδευτικούς, ότι πρόκειται για δυο ξεχωριστά γνωστικά αντικείμενα. Με τον τρόπο αυτόν συντηρήθηκε για χρόνια η λαθεμένη αντίληψη του διαχωρισμού της θεωρίας απ’ την πράξη, τόσο στην κοινωνία (που αντικειμενικά για ιστορικούς λόγους είχε την αντίληψη του πρακτικού τεχνίτη) όσο και μέσα στα σχολεία της Τεχνικής Επαγγελματικής Εκπαίδευσης στο μαθητικό και στο εκπαιδευτικό προσωπικό.

Απ’ το 1999 και μετά, έγινε μια προσπάθεια σύνθεσης στη διδασκαλία του γνωστικού αντικειμένου με την καθιέρωση μεικτού μαθήματος (Θ+Ε), που στην αρχή οι δυο κλάδοι βαθμολογούνταν ξεχωριστά για να υπολογιστεί ο Μ.Ο του μαθήματος, στη συνέχεια με την καθιέρωση ενιαίας βαθμολογίας.

Αυτό δεν έλυσε το πρόβλημα γιατί εξακολουθεί να υπάρχει διαχωρισμός στην εκπαιδευτική διαδικασία μιας και το μάθημα γίνεται στις περισσότερες των περιπτώσεων από διαφορετικούς εκπαιδευτικούς.

Το πρόβλημα επέτεινε ο κτηριακός και συνεπακόλουθα ο διοικητικός διαχωρισμός των σχολικών μονάδων της Τεχνικής Επαγγελματικής Εκπαίδευσης, σε κύρια σχολική μονάδα όπου διδάσκονται τα θεωρητικά μαθήματα και σε Σχολικό Εργαστηριακό Κέντρο (ΣΕΚ) όπου διδάσκονται τα εργαστηριακά μαθήματα. Το πρόβλημα το επιτείνει το γεγονός ότι τα ΣΕΚ εξυπηρετούν, πολλές φορές, στην ίδια βάρδια περισσότερα από ένα σχολεία της Τεχνικής Επαγγελματικής Εκπαίδευσης.

Η αντιμετώπιση του προβλήματος

Επιβάλλεται να θεσμοθετηθεί η ενοποίηση της εκπαιδευτικής διαδικασίας έτσι ώστε ένα γνωστικό αντικείμενο που αποτελεί μεικτό μάθημα (Θ+Ε) να γίνεται από έναν εκπαιδευτικό. Εξαίρεση να μπορεί να υπάρχει μόνο στην περίπτωση που υπάρχει ανυπέρβλητο εμπόδιο με την κάλυψη του υποχρεωτικού ωραρίου των εκπαιδευτικών ή άλλο αντικειμενικό πρόβλημα. Αν υπάρχει τέτοιο πρόβλημα, για κάποια περίπτωση, αυτό θα πρέπει να αιτιολογείται με έγγραφο του σχολείου προς την προϊσταμένη αρχή.

Στη περίπτωση που ο διαχωρισμός  των επιμέρους κλάδων ενός γνωστικού αντικειμένου δεν είναι δυνατόν να ξεπεραστεί, επιβάλλεται να υπάρχει πολύ καλή συνεργασία των εκπαιδευτικών που διδάσκουν τους κλάδους του γνωστικού αντικειμένου. Η εκπαιδευτική διαδικασία στην περίπτωση αυτή πρέπει να ελέγχεται και να υποβοηθείται απ’ το σχολείο και τους θεσμούς υποβοήθησης του εκπαιδευτικού έργου.

Εννοείται ότι στον σχεδιασμό της ενοποίησης της εκπαιδευτικής διαδικασίας θα ενταχθούν και οι εκπαιδευτικοί που διατίθενται εξ’ ολοκλήρου στα Σχολικά Εργαστηριακά Κέντρα (Διευθυντής, Τομεάρχες, Υπεύθυνοι Εργαστηρίων), που στην περίπτωση αυτή οι θεωρητικές ώρες του γνωστικού αντικειμένου θα πραγματοποιούνται στις εγκαταστάσεις του ΣΕΚ και κατά προτεραιότητα στην αίθουσα του εργαστηρίου αν αυτό είναι εφικτό απ’ το πρόγραμμα λειτουργίας.

Επίσης μέσα στις αίθουσες των εργαστηρίων πρέπει να διδάσκονται οι θεωρητικές ώρες όλων των αντίστοιχων Μεικτών Μαθημάτων και απ’ τους εκπαιδευτικούς που δεν είναι υπεύθυνοι εργαστηρίου, αν αυτό είναι εφικτό απ’ το πρόγραμμα τόσο του εργαστηρίου, όσο και του εκπαιδευτικού.

Στην περίπτωση που το θεωρητικό τμήμα του γνωστικού αντικειμένου δεν είναι εφικτό να διδαχθεί στην αίθουσα του εργαστηρίου, επιβάλλεται να υπάρχει οργανωμένη τάξη στο κτήριο που στεγάζεται η σχολική μονάδα ή στο ΣΕΚ,  με μέσα προβολής (βιντεοπροβολέας μέσω Η/Υ κλπ), αλλά και βασικά εποπτικά μέσα και πινακίδες προσομοίωσης.

Πρέπει να γίνει κατανοητό ότι διδασκαλία σε θεωρητικό μάθημα ειδικότητας σε αίθουσα με μόνο εφόδιο τον πίνακα διδασκαλίας δεν είναι εφικτό.   

 

Γ. Υποδομές

1. Κτηριακή Υποδομή

Η αρχιτεκτονική δομή των σχολικών μονάδων της Τεχνικής Επαγγελματικής Εκπαίδευσης πρέπει να υπηρετεί την ενοποίηση της εκπαιδευτικής διαδικασίας.

Επιβάλλεται η κατασκευή κτηρίων, όπου για κάθε αίθουσα Εργαστηρίου να υπάρχει οργανικά δεμένη με το εργαστήριο και αίθουσα διδασκαλίας. Ο αντικειμενικός στόχος είναι, για την διδασκαλία του θεωρητικού τμήματος του γνωστικού αντικειμένου να υπάρχει άμεση πρόσβαση στα εποπτικά μέσα και στους προσομοιωτές, που ούτως ή άλλως βρίσκονται στο εργαστήριο, αλλά και στον υπόλοιπο εξοπλισμό του εργαστηρίου που μπορεί να προσφερθεί για επίδειξη αν το επιβάλει η εκπαιδευτική διαδικασία.

Σήμερα άλλωστε, όπου είναι δυνατόν (θέμα χώρου), μέσα στα εργαστήρια υπάρχει οργάνωση τάξης με θρανία που εξυπηρετεί την ανάπτυξη των εργαστηριακών ασκήσεων, αλλά σε πολλά ΣΕΚ και των ωρών της θεωρίας του αντίστοιχου γνωστικού αντικειμένου.

Η πραγματικότητα

Το σχολείο της Τεχνικής Επαγγελματικής Εκπαίδευσης αποτελείται από δυο ξεχωριστά κτηριακά συγκροτήματα.

Α. Το κτήριο της σχολικής μονάδας

Το κτήριο της σχολικής μονάδας της Τεχνικής Επαγγελματικής Εκπαίδευσης, συνήθως στις μεγάλες πόλεις, το μοιράζονται δυο σχολικές μονάδες της ΤΕΕ ή και με σχολική μονάδα Γενικής κατεύθυνσης.

Ως επί το πλείστον αποτελείται από αίθουσες διδασκαλίας που ως εφόδιο για την εκπαιδευτική διαδικασία έχουν μόνο τον πίνακα. Από πολλές απουσιάζει και η ……. μπρίζα ρεύματος κοντά στον πίνακα για να υπάρχει η δυνατότητα από κάποιον εκπαιδευτικό να συνδυάσει το μάθημα με κάποια προβολή.

Στην καλλίτερη περίπτωση το σχολείο διαθέτει έναν ή δυο βιντεοπροβολείς μέσω Η/Υ και άλλα τόσα Γραφοσκόπια για προβολή Διαφανειών. Απουσιάζουν παντελώς τα εποπτικά μέσα και οι προσομοιωτές. Άλλωστε δεν μπορεί να υπάρχει τέτοιος εξοπλισμός όταν οι αίθουσες διδασκαλίας είναι γενικής χρήσης, όπου εναλλάσσονται μαθητές διαφόρων τμημάτων και ειδικοτήτων και φυσικά δεν παρέχουν καμία ασφάλεια αφού στην συντριπτική πλειοψηφία τους δεν κλειδώνουν.

Είναι προφανές ότι σ’ αυτά τα κτήρια με την συγκεκριμένη υποδομή δεν μπορούν να γίνουν μαθήματα ειδικοτήτων. Ακόμη και στα μαθήματα γενικής παιδείας είναι εξαιρετικά δύσκολο ο εκπαιδευτικός να προσπαθήσει να κάνει το μάθημά του ποιο παραστατικό με την χρήση εποπτικών μέσων. Δεν είναι δυνατόν ο εκπαιδευτικός για μια διδακτική ώρα να μεταφέρει και να στήνει τόσο τα εποπτικά μέσα προβολής όσο και τον υπόλοιπο εποπτικό εξοπλισμό, που  χρειάζεται για το μάθημα της ημέρας.

Αντιμετώπιση του προβλήματος

Είναι αναγκαίο να οργανωθούν αίθουσες διδασκαλίας για κάθε γνωστικό αντικείμενο ή για ομάδα ομοειδών γνωστικών αντικειμένων. Οι αίθουσες αυτές πρέπει να διαθέτουν προδιαγραφές προβολής με σταθερή εγκατάσταση βιντεοπροβολέα μέσω Η/Υ, με εξοπλισμό αναπαραγωγής ήχου. Παράλληλα οι αίθουσες αυτές πρέπει να διαθέτουν εποπτικό εξοπλισμό που να καλύπτουν τα γνωστικά αντικείμενα που διδάσκονται σ’ αυτές.  

 

Β. Το κτήριο του Σχολικού Εργαστηριακού Κέντρου.

Όλα τα Σχολικά Εργαστηριακά Κέντρα λειτουργούν σε αυτοτελή κτηριακά συγκροτήματα που, στις περισσότερες των περιπτώσεων, είναι απομακρυσμένα απ’ το κτήριο της σχολικής μονάδας.

Τα περισσότερα απ’ αυτά εξυπηρετούν περισσότερες από μια σχολική μονάδα και λειτουργούν καθ’ όλη τη διάρκεια της ημέρας, που μπορεί να φτάσει έως τις 10:30 μμ για τα ΣΕΚ που εξυπηρετούν νυχτερινά σχολεία.

Αυτά τα κτηριακά συγκροτήματα πρέπει να κατασκευάζονται με ειδικές τεχνικές προδιαγραφές, που να καλύπτουν την λειτουργία των εργαστηρίων των ειδικοτήτων. Στην ουσία πρόκειται για πολυβιομηχανικά κτήρια. Αυτά τα συγκροτήματα πρέπει να κατασκευάζονται πλέον, έτσι ώστε να αποτελούν το μοναδικό σχολικό συγκρότημα της Τεχνικής Επαγγελματικής Εκπαίδευσης.

Σήμερα πολλά απ’ αυτά λειτουργούν σε παντελώς ακατάλληλα κτήρια, που δεν καλύπτουν παρά ελάχιστες απ’ τις προδιαγραφές λειτουργίας των εργαστηρίων που φιλοξενούν, τόσο από άποψη χώρων όσο και από άποψη τεχνολογικής υποδομής υποστήριξης των χώρων των εργαστηρίων.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα η Δυτική Αττική (περιοχή Θριασίου Πεδίου, Μεγαρίδα, Λιόσια), όπου απ’ τα τέσσερα (4) ΣΕΚ που λειτουργούν, μόνο το ένα (Ελευσίνα) είναι σχολικό κτήριο που κατασκευάστηκε για τον συγκεκριμένο ρόλο και αυτό …… με προδιαγραφές κτηρίου που σχεδιάστηκε για τα Γρεβενά !!!! Είναι προφανές ότι και αυτό σήμερα δεν καλύπτει τις πραγματικές ανάγκες.

 

1. Εργαστηριακές Αίθουσες

Οι αίθουσες αυτές πρέπει να καλύπτουν πολύ συγκεκριμένες προδιαγραφές για να μπορούν να φιλοξενήσουν τόσο τον εργαστηριακό εξοπλισμό που είναι απαραίτητος για κάθε γνωστικό αντικείμενο, αλλά και τον μέγιστο αριθμό μαθητών, που με τα σημερινά δεδομένα δεν πρέπει να ξεπερνούν τους 20.

Για εργαστηριακούς χώρους που η επιφάνειά τους είναι κάτω απ’ την προβλεπόμενη ελάχιστη επιφάνεια, επιβάλλεται να υπάρχει αναλογική μείωση του αριθμού των μαθητών ανά τάξη, απ’ το μέγιστο προβλεπόμενο όριο.

Πρέπει να κατανοηθεί ότι η ελάχιστη αναγκαία επιφάνεια ανά μαθητή, για τα εργαστήρια, αποτελεί βασικό στοιχείο ασφάλειας, τόσο για τους εκπαιδευόμενους μαθητές, όσο και για τον έλεγχο και διασφάλιση του εργαστηριακού εξοπλισμού.

Βέβαια η ελάχιστη επιφάνεια ανά μαθητή πρέπει να προδιαγράφεται ξεχωριστά για κάθε γνωστικό αντικείμενο, άρα και για κάθε εργαστήριο, διότι δεν είναι ο ίδιος βαθμός επικινδυνότητας σε κάθε περίπτωση.

2. Εργαστηριακός Εξοπλισμός

Για κάθε γνωστικό αντικείμενο επιβάλλεται να υπάρχει αναλυτικός κατάλογος του αναγκαίου εξοπλισμού που είναι απαραίτητος, τόσο για την εκπαιδευτική διαδικασία (εργαστηριακός εξοπλισμός, εποπτικά μέσα προσομοιωτές), όσο και ο εξοπλισμός ασφαλείας.

Η καταγραφή αυτή του εξοπλισμού πρέπει να περιλαμβάνει:

1) Αναλυτικές προδιαγραφές κάθε συσκευής – οργάνου – εργαλείου, που να καλύπτει τους επιδιωκόμενους εκπαιδευτικούς στόχους.

2) Τον ελάχιστο αριθμό του εξοπλισμού που είναι απαραίτητος για την εκπαίδευση του μέγιστου αριθμού των μαθητών.

3) Κωδικοποίηση (μοναδικός αριθμός ονομαστικού) για κάθε συσκευή – όργανο – εργαλείο – υλικό, για κάθε εργαστήριο που θα αποτελεί την βάση καταγραφής του κάθε υλικού στο μητρώο υλικού του κάθε εργαστηρίου.

Το σύνολο των προδιαγραφών αυτών πρέπει να είναι στη διάθεση κάθε σχολικής μονάδας της Τεχνικής Επαγγελματικής Εκπαίδευσης.

 

Η πραγματικότητα

Υπάρχει μια αρχική εργασία απ’ το Υπουργείο Παιδείας προς την κατεύθυνση αυτή, αλλά είναι ελλιπής, αποσπασματική και με αρκετά λάθη.

 

Διαδικασία και Πόροι Εξοπλισμού Εργαστηρίων

Με την ίδρυση μιας ειδικότητας σε μια σχολική μονάδα πρέπει να προβλέπεται η άμεση χρηματοδότηση απ’ το Υπουργείο Παιδείας για τον βασικό εργαστηριακό εξοπλισμό που απαιτείται, με βάση τις προδιαγραφές, για τη λειτουργία της.

 

Η πραγματικότητα

Συνήθως ιδρύονται ειδικότητες, αλλά και σχολικές μονάδες, χωρίς καμιά επιχορήγηση. Δεν καλύπτονται  ούτε τα πιο βασικά και απαραίτητα εργαλεία και υλικά που χρειάζονται για να λειτουργήσουν τα εργαστήρια της ειδικότητας. Η επιχορήγηση για τις ανάγκες ενός νέου εργαστηρίου συνήθως, γίνεται αντικείμενο διαπραγμάτευσης του Σχολείου με τον Δήμο και την αντίστοιχη σχολική επιτροπή. Οι διαπραγματεύσεις συνεχίζονται μέσα στο σχολείο για την περικοπή των αναγκών άλλων εργαστηρίων για να ενισχυθεί το εργαστήριο της νέας ειδικότητας. Δεν είναι τυχαίο που σε κάθε ΣΕΚ μεγάλο μέρος του εργαστηριακού εξοπλισμού, των προσομοιωτών και εποπτικών μέσων, είναι κατασκευασμένα απ’ τους εκπαιδευτικούς με την βοήθεια των μαθητών. Δεν είναι λίγες οι φορές που για τις ανάγκες αυτές των εργαστηρίων οι εκπαιδευτικοί έχουν βάλει δικά τους χρήματα.

 

Επιβάλλεται να κατασκευαστεί μια βάση δεδομένων υλικού κατά εργαστήριο και σχολική μονάδα που να αποτελεί το Μητρώο Υλικού του κάθε εργαστηρίου. Με την τεχνολογία που προσφέρει το διαδίκτυο, η εικόνα αυτή μπορεί να φτάνει στην κεντρική υπηρεσία του Υπουργείου Παιδείας που πρέπει να είναι επιφορτισμένη με την οργάνωση και τον επιμερισμό των πόρων κατά σχολική μονάδα, ανάλογα με τις προδιαγραφόμενες πραγματικές ανάγκες.

 

Δ. Διοικητική Κατάσταση

Είναι γνωστό ότι υπάρχει μια δισυπόστατη διοίκηση στα σχολεία της Τεχνικής Επαγγελματικής Εκπαίδευσης, που πολλές φορές δημιουργεί προβλήματα συντονισμού, αλλά και αντιπαλότητες.

Η διπλή διοίκηση αφορά την Σχολική Μονάδα και το αντίστοιχο Σχολικό Εργαστηριακό Κέντρο που εξυπηρετεί τη Σχολική Μονάδα.

Η διπλή διοίκηση στη σημερινή πραγματικότητα είναι αναγκαία γιατί:

α) Υπάρχει χωροταξικός διαχωρισμός των κτηριακών υποδομών της σχολικής μονάδας της Τεχνικής Επαγγελματικής Εκπαίδευσης, απ’ αυτές του αντίστοιχου Σχολικού Εργαστηριακού Κέντρου που την εξυπηρετεί. Πολλές φορές η απόσταση μεταξύ τους είναι τέτοια που δημιουργείται η αναγκαιότητα τα δυο συγκροτήματα (σχολικής μονάδας και ΣΕΚ) να δημιουργούν εντελώς ξεχωριστά ωρολόγια προγράμματα που απαιτούν μαθητές και εκπαιδευτικούς να παρευρίσκονται άλλες ημέρες στη σχολική μονάδα και άλλες ημέρες στο ΣΕΚ, σαν να επρόκειτο για ξεχωριστά σχολεία που διδάσκουν διαφορετικά γνωστικά αντικείμενα.

β) Η πλειοψηφία των ΣΕΚ εξυπηρετούν περισσότερες από μια εκπαιδευτικές μονάδες της Τεχνικής Εκπαίδευσης.

Είναι εκ’ των πραγμάτων αδύνατον να καταργηθεί αυτή η διοικητική δομή. Η πιθανή κατάργηση της διοικητικής δομής του ΣΕΚ (που ακούγεται ως φήμη), θα οδηγήσει σε παράλυση της λειτουργίας των εργαστηρίων και συνακόλουθα προβλήματα στην υποδομή τους, που θα προκληθούν από την έλλειψη συντονισμού και ελέγχου, με ότι αυτό συνεπάγεται τόσο για την εκπαιδευτική διαδικασία όσο και για την μεγάλη περιουσία των ΣΕΚ.

 

Η προσπάθεια πρέπει να επικεντρωθεί στην ενοποίηση της εκπαιδευτικής διαδικασίας στα μεικτά μαθήματα (Θ+Ε) των τομέων και των ειδικοτήτων, έτσι ώστε να αποκτηθεί η αναγκαία κουλτούρα της συνεργασίας.

 

Ε. Εκπαιδευτικό Προσωπικό.

Οι ραγδαίες τεχνολογικές εξελίξεις επιβάλουν την συνεχή ενημέρωση και επιμόρφωση των εκπαιδευτικών στις νέες τεχνολογίες που προστίθενται στα γνωστικά αντικείμενα των επαγγελμάτων. Τα νέα αυτά γνωστικά αντικείμενα πρέπει να μπαίνουν έγκαιρα στην εκπαιδευτική διαδικασία της Τεχνικής Επαγγελματικής εκπαίδευσης. Οι εξελίξεις αυτές επιβάλουν συνεχή αναμόρφωση του εργαστηριακού εξοπλισμού των εργαστηρίων, καθώς και την ανάπτυξη νέων εκπαιδευτικών μεθόδων. Παράλληλα τα νέα γνωστικά δεδομένα πρέπει να ενσωματώνονται άμεσα, τόσο στα αναλυτικά προγράμματα, όσο και στη βιβλιογραφία.

Θα ήταν λογικό το Υπουργείο Παιδείας να είχε αναπτύξει ένα ευρύτατο δίκτυο επιμορφώσεων που να καλύπτει τις ανάγκες των εκπαιδευτικών.

Όμως οι επιμορφώσεις, όλα τα προηγούμενα χρόνια ήταν λιγοστές, αποσπασματικές, χωρίς σχέδιο. Σχεδόν ανύπαρκτες, αν λάβει κανείς υπόψη του τις πραγματικές ανάγκες.

Η επιμόρφωση των εκπαιδευτικών στον νέο εργαστηριακό εξοπλισμό που παραλήφθηκε τη διετία 2006 – 2008 δεν πραγματοποιήθηκε ποτέ !!! Οι εκπαιδευτικοί προσπαθούν μόνοι τους να εντάξουν τον εξοπλισμό αυτόν στην εκπαιδευτική διαδικασία.

 

Επιβάλλεται η ανάπτυξη ενός κεντρικού συστήματος επιμορφώσεων απ’ το Υπουργείο Παιδείας, με καθορισμένους εκπαιδευτικούς στόχους. Η επιμόρφωση των εκπαιδευτικών πρέπει να σχεδιάζεται απ’ το Υπουργείο Παιδείας και να διεξάγονται με την ευθύνη των ιδρυμάτων της Τριτοβάθμιας εκπαίδευσης. Οι επιμορφώσεις θα πρέπει να περιλαμβάνουν υποχρεωτικά και τις αντίστοιχες δεξιότητες.

Σε κάθε περίπτωση πρέπει να προβλέπεται εκπαιδευτική άδεια για τους εκπαιδευτικούς που συμμετέχουν σε διαδικασία πολύμηνης επιμόρφωσης ή οικονομική αποζημίωση για βραχυχρόνιες επιμορφώσεις που διεξάγονται εκτός ωραρίου λειτουργίας του σχολείου.

Επίσης πρέπει να οργανωθεί ένα δίκτυο επιμόρφωσης νέων ή άπειρων σε κάποιο γνωστικό αντικείμενο συναδέλφων. Η επιμόρφωση αυτή πρέπει να απευθύνεται σε  εκπαιδευτικούς που πρέπει να διδάξουν για πρώτη φορά κάποιο γνωστικό αντικείμενο ή πρέπει να χρησιμοποιήσουν για πρώτη φορά εργαστηριακό εξοπλισμό.

Οι επιμορφωτές, στην περίπτωση αυτή, πρέπει να είναι έμπειροι εκπαιδευτικοί απ’ την ίδια ή όμορη Σχολική μονάδα ή και από άλλη Διεύθυνση εκπαίδευσης αν παραστεί ανάγκη.

Η επιμόρφωση αυτή πρέπει να διεξάγεται στην αρχή του σχολικού έτους. Αν η επιμόρφωση διεξαχθεί εκτός ωραρίου εργασίας ή εκτός έδρας των εκπαιδευτικών, πρέπει να προβλέπεται οικονομική αποζημίωση, τόσο για τους επιμορφωτές, όσο και για τους  εκπαιδευτικούς που θα επιμορφωθούν.

Τελειώνοντας αυτό το σημείωμα πρέπει να υπογραμμίσω ότι η αναβάθμιση της Τεχνικής Επαγγελματικής Εκπαίδευσης, ως αναπόσπαστο κομμάτι συνολικά της εκπαίδευσης, δεν είναι θέμα καλών προτάσεων ή καλών προθέσεων. Αποτελεί κεντρική πολιτική επιλογή μιας και συνδέεται άμεσα με την χρηματοδότησή της και κατ’ επέκταση με τα ποσά που προβλέπονται απ’ τον προϋπολογισμό του κράτους, τόσο σε απόλυτα νούμερα, όσο και ως ποσοστό του ΑΕΠ.

Η απόλυτη μείωση της χρηματοδότησης που προβλέπει ο φετινός προϋπολογισμός για την εκπαίδευση προδικάζει την υποβάθμιση του Δημόσιου Σχολείου.

Τα μέτρα και οι πολιτικές, που αναφέρθηκαν σ’ αυτό το σημείωμα, επιβάλλουν αυξημένους πόρους σε ανθρώπινο δυναμικό, πόρους λειτουργίας και υλικοτεχνικής υποδομής.

Αντί γι’ αυτό βιώνουμε, εκτός απ’ τη μείωση των αποδοχών μας, την κατάργηση υποστηρικτικών θεσμών του σχολείου (ενισχυτική διδασκαλία – ΠΔΣ – ΤΑΔ κ.λ.π), την επερχόμενη συγχώνευση σχολικών μονάδων που θα δημιουργήσει γκετοποιημένα σχολεία, την αύξηση των μαθητών ανά τμήμα.

Η επερχόμενη νέα εκπαιδευτική μεταρρύθμιση στην Τεχνική Επαγγελματική Εκπαίδευση θα κριθεί από τους μαθητές, τους εκπαιδευτικούς και την κοινωνία,  με βάση τις πραγματικές ανάγκες αναβάθμισης του σχολείου, στο οποίο φοιτούν, αναγκαστικά ή όχι, τα παιδιά των φτωχότερων στρωμάτων της ελληνικής κοινωνίας  και ζητούν μια κοινωνική διέξοδο μέσα απ’ αυτό.

 

23-1-2011

Αποκαλυπτικά: βίαιες συγχωνεύσεις σχολείων

Αποκαλυπτική συνέντευξη για βίαιες συγχωνεύσεις σχολείων  από τις 24-12-2010

 

Του Παναγιώτη Α. Μπούρδαλα


 

Ο εν λόγω εκπαιδευτικός και συνδικαλιστής αποκάλυψε παραμονή των Χριστουγέννων μεγάλο μέρος του μυστικού σχεδίου που εξυφαίνετο στα «σκοτεινά» του ΥΠΔΜΘ:

Ι) Η συνέντευξη αυτή αναρτήθηκε χθες 23-1-2011 στην Αποικία, είναι 14 λεπτών και αξίζει να τη δείτε: Συνέντευξη με τον Π. Μπούρδαλα για βίαιες συγχωνεύσεις σχολείων από τις 24-12-2010, myattacktvgr | 24 Δεκ 2010. Η απόδειξη μέσα σε ένα μήνα με δύο δόσεις μέχρις στιγμής:


ΙΙ) Στις 14 Γενάρη μέρα κινητοποιήσεων των εκπαιδευτικών το ΥΠΔΜΘ είχε μαζέψει τους περιφερειακούς Δ/ντές Εκπ/σης στην Αθήνα και με συνοπτικό Δελτίο Τύπου επιβεβαίωνε τις προθέσεις του και φυσικά και την εν λόγω συνέντευξη!!! Δείτε σχετική ανάρτηση εδώ: Υπουργείο Παιδείας: Συγχωνεύσεις Σχολείων και δημιουργία Σχολικών

ΙΙΙ) Όπως ήδη είναι γνωστό η διαβούλευση του ΥΠΔΜΘ άρχισε την Παρασκευή 23-1-2011 και τελειώνει σήμερα… Τόση Δημοκρατία έχουμε ανάγκη. Το ΥΠΔΜΘ βγάζει την «κουκούλα» για το κλείσιμο – γιγάντωση των σχολείων.

Σχετικά με το κλείσιμο των σχολικών μονάδων

Σχετικά με το κλείσιμο των σχολικών μονάδων

 

Του Βασίλη Βασιλειάδη


 

Οι θέσεις μας για τις δραματικές επιπτώσεις του μνημονίου και του Καλλικράτη στην Παιδεία δυστυχώς δικαιώνονται. Γυρίζοντας πίσω πολλές δεκαετίες το  υπουργείο Παιδείας αναμένεται να αποφασίσει για την κατάργηση ή τη συγχώνευση σχολείων. Δεν ξέρουμε αν με το κλείσιμο των σχολείων θα ξεπηδήσουν φυλακές, σίγουρα όμως πολλά δεινά θα γεννηθούν.

Για άλλη μια φορά αποδεικνύεται παραπλανητικό το σύνθημα της Διαμαντοπούλου «πρώτα ο μαθητής».  Αφού κατάργησε την πρόσθετη διδακτική στήριξη και την ενισχυτική διδασκαλία, αφού μείωσε δραματικά τα λεφτά για τις σχολικές επιτροπές, αφού χάθηκαν δεκάδες χιλιάδες ώρες από το μη επαρκή και έγκαιρο διορισμό εκπαιδευτικών, αφού διαλύει τις εργασιακές σχέσεις των εκπαιδευτικών (ωρομίσθιοι, αναπληρωτές ΕΣΠΑ), αφού καταργεί τα αθλητικά σχολεία εν μια νυκτί με εγκύκλιο κατά παράβαση κάθε νόμου, αφού προτίθεται να καταργήσει και τη διανομή βιβλίων στους μαθητές, έφτασε η ώρα να κλείσουν σχολεία προς όφελος του μαθητή!

Ας μη γελιόμαστε. Οι καταργήσεις των σχολικών μονάδων θα έχουν σημαντικές αρνητικές συνέπειες. Πηγαίνουμε για όριο τους 30 μαθητές ανά τμήμα – κατά δήλωση του υπουργείου (αυτό κι αν είναι παιδαγωγικό κριτήριο). Θα ερημώσουν χωριά, θα μαραζώσουν οι τοπικές κοινωνίες και θα αυξηθεί η μαθητική διαρροή (ήδη ο νομός Ηλείας είναι στους πρώτους στη  μαθητική διαρροή – σύμφωνα με έρευνα του ίδιου του υπουργείου το 2007). Θα σημαίνει επιπλέον χάσιμο χρόνου από το διάβασμα και την ξεκούραση και μάλιστα για μαθητές που ήδη δαπανούν 3-4 ώρες για τη μετάβαση σχολείο – σπίτι με το ήδη υπάρχον σύστημα. Θα υπάρξει μεγαλύτερη οικονομική επιβάρυνση για τις οικογένειες των μαθητών που προέρχονται από κοινωνικά, οικονομικά και μορφωτικά επιβαρυμένα στρώματα. Και να μην λησμονούμε το άθλιο οδικό δίκτυο της χώρας και τις ιδιαίτερες κλιματολογικές συνθήκες στις ορεινές περιοχές.

Εκτός των καταργήσεων αναμένονται και προσπάθειες συγχωνεύσεων με γιγάντια σχολεία στις πόλεις βορά στο ιδιωτικό κεφάλαιο. Σχολεία στα οποία ακόμα κι αν περισσεύουν οι υποδομές, θα λείπουν οι ουσιαστικές σχέσεις μεταξύ μαθητών και εκπαιδευτικών, μεταξύ εκπαιδευτικών στο σύνολό τους, στοιχεία απαραίτητα για μια ομαλή παιδαγωγική προσέγγιση και αποτελεσματικότητα στην εκπαιδευτική διαδικασία. Καμμία άλλωστε σύγχρονη μέθοδος διδασκαλίας δεν αναφέρεται σε σχολεία μαμούθ με τάξεις των 30 παιδιών, όπως αναχρονιστικά διατυμπανίζουν η υπουργός Παιδείας και οι άσχετοι, κρατικοδίαιτοι αυλοκόλακές της.

Πρόκειται για μια ξεκάθαρα ταξική πολιτική εναρμονισμένη στα πλαίσια του μνημονίου και του Καλλικράτη. Η κυβέρνηση, όπως ακριβώς και στο νόμο «αναβάθμιση του ρόλου του εκπαιδευτικού» δείχνει ότι το μόνο που την ενδιαφέρει είναι να μειώσει το κόστος ανεξάρτητα από την υποβάθμιση της ποιότητας, πιστή στη λογική του φθηνού σχολείου που απαιτούν οι πιστωτές, αδιαφορώντας πλήρως για τις επιπτώσεις στην εκπαιδευτική διαδικασία. Χρειάζεται όλοι να κατανοήσουμε ότι αυτή η πολιτική θα φορτώσει ακόμα περισσότερα βάρη στις πλάτες της εργαζόμενης οικογένειας. Θα κριθούμε όλοι σε αυτή τη μάχη. Δεν είναι μόνο ευθύνη των εκπαιδευτικών αλλά και των τοπικών κοινωνιών να αντισταθούμε σε αυτή τη λαίλαπα

 

Δεν πρέπει να αφήσουμε να υλοποιηθεί αυτή η πολιτική.

21-1-2011

Στα… πούλμαν οι μαθητές θ' αναστενάζουν…

Φεγγαράκι μου λαμπρό:

Στα… πούλμαν οι μαθητές θ' αναστενάζουν…

 

Της Πίκιας Στεφανάκου   

 

Από τον ερχόμενο Σεπτέμβριο, χιλιάδες μαθητές θα τρώνε το χιλιόμετρο με το κουτάλι. Χθες, η υφυπουργός Παιδείας, Εύη Χριστοφιλοπούλου, έδωσε για διαβούλευση το σχέδιο του υπουργείου Παιδείας για τη συγχώνευση και κατάργηση εκατοντάδων σχολείων ανά τη χώρα. Η διαβούλευση θα διαρκέσει μόλις τέσσερις ημέρες, λήγει δηλαδή την ερχόμενη Δευτέρα, κι αν σκοπεύατε να εκφράσετε σ' αυτήν διαφορετική άποψη, δεν υπάρχει χώρος.

Συμμετέχουν μόνο όσοι αντιλαμβάνονται "την αναγκαιότητα για συνενώσεις-ιδρύσεις σχολικών μονάδων πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης" και έχουν να ενισχύσουν την επιχειρηματολογία του υπουργείου Παιδείας με επιπλέον "λόγους". Προφανώς μεταξύ αυτών δεν θα είναι και οι γονείς των μαθητών που θα κληθούν να διανύουν κάθε ημέρα μια απόσταση ισοδύναμη με Αθήνα-Κόρινθο για να φτάσουν στο σχολείο τους και, μετά τα μαθήματα, ξανά στον δρόμο για την επιστροφή στο σπίτι.

Σύμφωνα με τους σχεδιασμούς του υπουργείου Παιδείας, η χιλιομετρική απόσταση που θα αναγκάζονται να διανύουν κάθε ημέρα οι μαθητές από δύσκολες και δυσπρόσιτες περιοχές "δεν μπορεί να υπερβαίνει τη μισή ώρα για τα σχολεία της πρωτοβάθμιας και τα τρία τέταρτα της ώρας για τα σχολεία της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης"! Μικρά παιδιά και έφηβοι θα ξημερώνονται και θα βραδιάζονται σε δρόμους επικίνδυνους, με αντίξοες καιρικές συνθήκες, για να μειώσουν το κόστος της εκπαίδευσης! Για πρώτη φορά, η κυβέρνηση παραδέχεται ότι η δημιουργία ενός νέου Σχολικού Χάρτη αποσκοπεί "στον περιορισμό της σπατάλης". Διότι σπατάλη θεωρεί η κυβέρνηση του Μνημονίου τη συντήρηση και λειτουργία μικρών και μικρομεσαίων σχολείων ώστε όλα τα παιδιά να έχουν πρόσβαση στην εκπαίδευση χωρίς να χρειάζεται να τρώνε το χιλιόμετρο με το κουτάλι!

Προσοχή! Η μία ώρα για τα παιδιά του δημοτικού και το δίωρο aller-retour για τα παιδιά του γυμνασίου είναι μόνο για τις δυσπρόσιτες περιοχές. Οι υπόλοιποι μαθητές, που δεν θα θεωρηθεί ότι έρχονται από δύσβατα κι απόκρημνα μέρη, μπορεί να τρώνε στα πούλμαν της μεταφοράς πολύ περισσότερο χρόνο από τους άλλους.

Εκτός αυτού, μαθητές και εκπαιδευτικοί πρέπει να ξεχάσουν τις παλιές καλές εποχές με τα μικρά τμήματα. Στα δημοτικά, ο αριθμός των μαθητών θα είναι 25 και στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση ακατέβατα 30! Θυμηθείτε ότι πριν από λίγους μήνες έσκιζαν τα ιμάτιά τους στο υπουργείο Παιδείας ότι η ΟΛΜΕ λέει ψέματα και δεν υπάρχει ούτε ένα τριαντάρι τμήμα. Τώρα το καθιερώνουν ως κανόνα, χωρίς άλλες εξηγήσεις.

Το σχέδιο εκπαιδευτικής αποψίλωσης είναι ιδιαίτερα εμφανές σε ό,τι αφορά τα λύκεια. Σύμφωνα με το κείμενο διαβούλευσης, "σχολικές μονάδες που συνενώνονται αποτελούν ενιαία σχολική μονάδα χωρίς παραρτήματα ή λυκειακές τάξεις". Αυτό σημαίνει ότι πολλές περιοχές της χώρας θα βρεθούν χωρίς λύκεια. Για παράδειγμα, η Αμοργός, όπου στο γυμνάσιο του νησιού λειτουργούν λυκειακές τάξεις. Η Αμοργός τις χάνει. Τα παιδιά της Αμοργού πού θα πάνε για να βγάλουν το λύκειο; Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι οδεύουμε σε μια εκτεταμένη μαθητική μετανάστευση, αλλά και αποψίλωση των θρανίων από μαθητές που δυσκολεύονται να βρουν το σχολείο τους στον χάρτη της κ. Χριστοφιλοπούλου.

Κι όλα αυτά τα αποφασίζουν μόνοι τους. Με πλήρη μυστικότητα, όπου οι καταργήσεις σχολείων δεν είναι τίποτα άλλο από έγγραφα εσωτερικής αλληλογραφίας, όπως δήλωσε προκλητικά ο περιφερειάρχης Αττικής, Κ. Κουμέντος. "Η γνώμη των εκπροσώπων των νέων δήμων", απλώς "θα συντελέσει στη διαμόρφωση της τελικής πρότασης". Από 'κει και πέρα θα χρεωθούν τον λογαριασμό της μεταφοράς ανεξάρτητα αν μπορούν (που δεν μπορούν) να τον πληρώσουν. Εντύπωση προκαλεί ότι το υπουργείο Παιδείας δεν αναλαμβάνει καμία δέσμευση για το αν θα καλύψει το κόστος της μεταφοράς.

Η αντίσταση στις συγχωνεύσεις φαίνεται ότι θα αποτελέσει σημείο συνάντησης εκπαιδευτικών και τοπικών κοινωνιών. Η ΔΟΕ, εξαγγέλλει νέα κινητοποίηση (δίωρη στάση εργασίας) για την ερχόμενη Τετάρτη, διαμαρτυρόμενη για τις σχεδιαζόμενες συγχωνεύσεις, αλλά και τα εκατοντάδες κενά που υπάρχουν ακόμη και σήμερα στα δημοτικά. Επίσης διαμαρτύρεται για τη συνεχιζόμενη υποχρηματοδότηση των σχολικών επιτροπών, που αδυνατούν να ανταποκριθούν ακόμη και στις στοιχειώδεις ανάγκες των σχολείων.

Στο μεταξύ, η κ. Χριστοφιλοπούλου παρουσίασε χθες, στο Υπουργικό Συμβούλιο, το πιλοτικό πρόγραμμα των 800 ολοήμερων σχολείων της δουλείας 5.800 εκπαιδευτικών που έχουν να πληρωθούν από την έναρξη της σχολικής χρονιάς. Τι θράσος, αλήθεια…

 

ΠΗΓΗ:   Ημερομηνία δημοσίευσης: 21/01/2011, http://www.avgi.gr/ArticleActionshow.action?articleID=594106

Δημόσιο Πανεπιστήμιο: εκπομπές Κώστα Βαξεβάνη

Για τις εκπομπές του Κώστα Βαξεβάνη για το δημόσιο πανεπιστήμιο

 Του Σταύρου Παναγιωτίδη

Τον Κώστα Βαξεβάνη τον ξέραμε ως δημοσιογράφο με σημαντικό ερευνητικό έργο. Η εμβριθής ανάλυση «δύσκολων» θεμάτων, με τα οποία απέφευγαν συστηματικά να ασχοληθούν άλλες εκπομπές της ιδιωτικής τηλεόρασης, τον είχαν καταστήσει δημοφιλή και εντός της αριστεράς. Όσοι από εμάς μάλιστα είχαμε την τύχη να διαβάσουμε το βιβλίο του Το χαμένο γονίδιο είχαμε εδραιώσει ακόμη περισσότερο τη θετική μας άποψη.

Συνέχεια

Η πειθαρχική δίωξη του Δημ. Πατέλη ως όπλο…

Η πειθαρχική δίωξη ως όπλο μετάλλαξης της Ανώτατης Εκπαίδευσης

 

Του Δημήτρη Πατέλη


 

Η γενικευμένη κρίση του συστήματος και το καθεστώς κατοχής που έχει επιβληθεί στη χώρα με την πολιτική του Μνημονίου επιτάσσουν ραγδαίες αλλαγές και στην Ανώτατη Εκπαίδευση. Στα πλαίσια αυτού του καθεστώτος, επιχειρείται μια βίαιη, δικτατορικού τύπου μετάλλαξη, ώστε μέσω αλλαγών στη διοικητική δομή, στις λειτουργίες, στο περιεχόμενο και στον προσανατολισμό της έρευνας και της διδασκαλίας, να οδηγηθεί η επιστήμη και το πανεπιστήμιο σε πλήρη υπαγωγή στο κεφάλαιο και στους εκάστοτε πολιτικούς εκφραστές του.

Είμαι εντεταλμένος να διδάσκω φιλοσοφία, και η φιλοσοφία απαιτεί συνειδητή αξιοπρεπή στάση ζωής, απαιτεί κριτική επιστημονική διάγνωση των τεκταινόμενων και των προοπτικών, αποκάλυψη της αλήθειας (χωρίς συμβιβασμούς έναντι των εκάστοτε πολιτικά και οικονομικά ισχυρών) και αγώνα για τη χειραφέτηση της ανθρωπότητας. Όσα χρόνια υπηρετώ ως πανεπιστημιακός δάσκαλος, προσπαθώ αυτές οι αρχές να διέπουν τη ζωή μου, με πλήρη συνείδηση του καθήκοντος και της ευθύνης για το λειτούργημά μου, απέναντι στους νέους και στις οικογένειές τους.

Για τους παραπάνω λόγους, με τις έρευνες, τη διδασκαλία και τις δημόσιες τοποθετήσεις μου, αναδεικνύω τις νομοτέλειες που διέπουν την επιστημονική έρευνα και την τεχνολογική πρόοδο, το τι σημαίνει επιστήμη και παιδεία στην υπηρεσία των πραγματικών αναγκών της κοινωνίας και όχι ως λεία ιδιοτελών συμφερόντων. Έτσι, μαζί με συναδέλφους εκπαιδευτικούς όλων των βαθμίδων, έχω ταχθεί εναντίον της μεθοδευόμενης ολικής αγοραίας μετάλλαξης επιστήμης και πανεπιστημίου, εναντίον των θεσμικών και εξωθεσμικών μεθοδεύσεων και χειρισμών που κινούνται σε αυτή την κατεύθυνση σε διεθνές, εθνικό και τοπικό επίπεδο. Οι φορείς αυτής της μετάλλαξης, δεν αποτολμούν ειλικρινή δημόσια αναμέτρηση επί των επίμαχων ζητημάτων σε επιστημονικό, παιδαγωγικό και πολιτικό επίπεδο (όπου η σαθρότητα θέσεων και προθέσεων και η φαυλότητα των κινήτρων γίνεται καταφανής), αλλά μάλλον επιλέγουν την οδό της δικτατορικής-πραξικοπηματικής επιβολής του «νέου πανεπιστημίου». Σε αυτό το πνεύμα εντάσσονται και πρακτικές στοχοποίησης αντιφρονούντων και αυταρχικού τύπου πειθαρχικής καταστολής προς παραδειγματισμό και συμμόρφωση των υπολοίπων. Ορισμένοι θεωρούν ότι με την τρομοκρατία θα κάμψουν το ηθικό όποιων δεν υποτάσσονται, όποιων διαθέτουν αξιοπρέπεια και αυτοτελή σκέψη, έναντι της «μίας σκέψης» της αγοράς και των κατά τόπους προφητών της. Για αυτούς τους λόγους, δεν θεωρώ τυχαία την μεθοδευμένη από τον μέχρι πρότινος πραξικοπηματικώς ασκούντα τη διοίκηση στο Πολυτεχνείο Κρήτης, κ. Ι.Γρυσπολάκη εναντίον μου πειθαρχική δίωξη.

Το Ανώτατο Πειθαρχικό Συμβούλιο των μελών (Διδακτικού και Ερευνητικού Προσωπικού) Δ.Ε.Π. δεν είναι ενδοϋπηρεσιακό όργανο. Είναι μια σύνθεση των Ανωτάτων Δικαστηρίων της χώρας, που την απαρτίζουν: Οι Πρόεδροι του Συμβουλίου της Επικρατείας, του Αρείου Πάγου και του Ελεγκτικού Συνεδρίου, ο Αντιπρύτανης Ακαδημαϊκών Υποθέσεων και Προσωπικού του οικείου Α.Ε.Ι. και ένας Πρύτανης άλλου Α.Ε.Ι. της χώρας, οριζόμενος με τον αναπληρωτή του με απόφαση του Υπουργού Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων. Πειθαρχικό παράπτωμα για τα μέλη Δ.Ε.Π. συνιστά η παραβίαση των κείμενων διατάξεων, ιδίως της νομοθεσίας για τα Α.Ε.Ι., και των αποφάσεων των οργάνων των Ιδρυμάτων, όσο και η παράβαση των κανόνων συμπεριφοράς που πρέπει να επιδεικνύουν τα μέλη της ακαδημαϊκής κοινότητας ώστε να μη διαταράσσεται η λειτουργία και να μη θίγεται το κύρος του Πανεπιστημίου και των λειτουργών του.

Εγείρονται λοιπόν ερωτήματα: συνέτρεξαν άραγε λόγοι που κατέστησαν ανέφικτη την ειλικρινή επιστημονική, παιδαγωγική και διοικητική διευθέτηση των επίδικων ζητημάτων με πλήρη διαφάνεια εντός της πανεπιστημιακής κοινότητας, ώστε να παραπεμφθεί το ζήτημα στο Ανώτατο Πειθαρχικό Συμβούλιο; Συνάδουν άραγε όλα αυτά με τα ακαδημαϊκά δημοκρατικά και συναδελφικά ήθη; Τι μαθήματα δημοκρατίας συνάγουν απ’ όλα αυτά οι νέοι μας;

Μέχρι στιγμής δεν γνωρίζω γιατί ακριβώς με κατηγορεί και με παραπέμπει στο Ανώτατο Πειθαρχικό Συμβούλιο ο κ. Ι. Γρυσπολάκης. Κατά παράβαση της διοικητικής πρακτικής και δεοντολογίας, τα σχετικά έγγραφα έχουν εξαφανιστεί από το απόρρητο πρωτόκολλο του Ιδρύματος, ενώ ο ίδιος ο κ. Γρυσπολάκης αρνήθηκε να μου δώσει αντίγραφο παραπεμπτηρίου-κατηγορητηρίου. Η όλη πλοκή αποκτά καφκικές διαστάσεις (για να θυμηθούμε το αριστούργημα του Φραντς Κάφκα «Η Δίκη», όπου ο ήρωας Γιόζεφ Κ. διώκεται για ένα έγκλημα που δεν διέπραξε ή τουλάχιστον που δεν γνώριζε ότι διέπραξε, από εξουσιαστικές δομές που επιχειρούν να υποβάλλουν και να επιβάλλουν στον κάθε πολίτη την αίσθηση ότι αυτές οι δομές είναι υπεράνω των δυνάμεών του και ότι κάθε αντίσταση είναι περιττή. Καταπατούν τα δικαιώματά του, του στερούν κάθε διάθεση για αντίσταση, ώστε να τον κάμψουν και να τον συνθλίψουν). Η άρνησή του κ. Ι. Γρυσπολάκη, όχι μόνο να μου κοινοποιήσει τα σχετικά έγγραφα (εμπιστευτικά προς τρίτους και όχι έναντι του έχοντος έννομο συμφέρον) αλλά και να με ενημερώσει σχετικά, κοινοποιώντας τα σε εμένα ως όφειλε, είναι ενδεικτική του όλου καφκικού σκηνικού που εξυφαίνεται…

Από τις ερωτήσεις που μου απηύθυνε η Εισηγήτρια του Ανωτάτου Πειθαρχικού Συμβουλίου κατά την κατάθεσή μου, μπορώ να εικάσω ότι παραπέμπομαι από τον κ. Ι. Γρυσπολάκη με τις εξής τουλάχιστον κατηγορίες:

1. επί δύο έτη έλεγα ότι ανεδείχθη και ασκούσε τη διοίκηση με «εκλογικό» πραξικόπημα,

2. ανέφερα σε συνέλευση ότι έφερε τα ΜΑΤ τον Ιούνιο του 2006 εναντίον των φοιτητών μας στο κτίριο Παπαδόπετρου,

3. συμμετείχα και ομίλησα δημοσίως σε κατειλημμένους χώρους του Ιδρύματος, 4. απεκάλεσα «στημένο» το εκλεκτορικό σώμα που δεν με ανέδειξε στη βαθμίδα του Αναπληρωτή Καθηγητή και

5. ότι δήθεν υπονομεύω μέχρι και το κύρος του Αρχιεπισκόπου Κρήτης!

Η αναφορά μου στο πρόσωπο και στο θεσμικό ρόλο του ως άνω κυρίου, με την έκφραση «ο πραξικοπηματικώς ασκών τη διοίκηση», αφορούσε την από 27.8.08 γνωστή στο πανελλήνιο και κατά τεκμήριο διαβλητή εκλογική διαδικασία ανάδειξης του συνδυασμού του στην πρυτανική αρχή (διαδικασία που χαρακτηρίσθηκε από κλοπή και καταστροφή 2 καλπών, περιφρούρηση των άλλων 2 από εξωπανεπιστημιακούς, κ.ο.κ.). Διαδικασία, οι όροι της οποίας έχουν συζητηθεί ευρέως (εντός και εκτός πανεπιστημιακής κοινότητας) και στον τύπο, και επί της οποίας ελήφθη σχετική απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας. Το τελευταίο αποφάσισε περί της μη σύννομης διαδικασίας, από την εν μέρει επανάληψη της οποίας, από 16.11.2010 ανεδείχθη άλλη πρυτανική αρχή στο Ίδρυμα.

Η δεύτερη κατηγορία, περί εμπλοκής των ΜΑΤ κατόπιν δικής του πρόσκλησης στα γεγονότα του Ιουνίου του 2006 στο κέντρο των Χανίων, έχει φωτιστεί πλήρως από τον τοπικό και αθηναϊκό τύπο.

Η τρίτη κατηγορία συνιστά κατάφορη παραβίαση της ελευθερίας του λόγου: κανείς δεν ορίζει το πού, σε ποιό κοινό και με τι θέμα δικαιούται να ομιλεί ο πανεπιστημιακός δάσκαλος.

Η τέταρτη κατηγορία, αφορά τη μη αυτοεξαίρεση του εν λόγω κυρίου από το εκλεκτορικό σώμα, ως όφειλε (δεδομένης της δημοσίως και εγγράφως διαπιστωθείσης ιδιάζουσας σχέσης έχθρας προς εμένα), η οποία δεν διασφάλιζε την αμερόληπτη κρίση του οργάνου, στο οποίο δεν προήχθην για μία ψήφο.

Η πέμπτη κατηγορία αφορά νύξη μου σε κείμενο περί της βράβευσης του τ. Μητροπολίτη Χανίων από το Ίδρυμα, σε συνάρτηση με το ενδεχόμενο ανησυχίας περί της σωτηρίας της ψυχής κάποιων…

Δηλώνω για άλλη μια φορά, ότι δεν θα κάνω σε κανένα τη χάρη να καταλήξω σαν το συνάδελφο Στέλιο Αλεξανδρόπουλο, τον οποίο οδήγησαν στο θάνατο με τις γνωστές στην πανεπιστημιακή κοινότητα θεσμικές-εξωθεσμικές μεθοδεύσεις και την παράνομη παραπομπή του στο Ανώτατο Πειθαρχικό Συμβούλιο, οι αρχές του Πανεπιστημίου Κρήτης. Ο συνάδελφος Αλεξανδρόπουλος, μας άφησε μια σημαντική παρακαταθήκη: «… Κάποια στιγμή τα μέλη της πανεπιστημιακής κοινότητας – διδάσκοντες, φοιτητές, παρατάξεις – θα πρέπει να αναζητήσουμε τρόπους προστασίας του δημοκρατικού Πανεπιστημίου από τις ιδιότυπες πελατείες που διάφοροι «ισχυροί» και ταλαντούχοι πονηροί οικοδομούν στα Πανεπιστήμια και χάριν των οποίων γίνονται ανθρωποθυσίες των «μη ημετέρων»… Το πρόβλημα δεν είναι προσωπικό, είναι θεσμικό και συλλογικό. Αφορά το σύνολο της πανεπιστημιακής κοινότητας και της κοινωνίας. Αφορά το τι επιστήμη, τι παιδεία θέλουμε και σε ποια κοινωνία.

 

ΠΗΓΗ: Ημερομηνία δημοσίευσης στην ΑΥΓΗ: 02/01/2011, http://www.avgi.gr/ArticleActionshow.action?articleID=590319

 

* Ο Δημήτρης Πατέλης είναι επίκουρος καθηγητής στον τομέα κοινωνικών επιστημών του Γενικού Τμήματος του Πολυτεχνείου Κρήτης.

Ο μέντορας της ΥΠΔΜΘ Άννας Διαμαντοπούλου

Ο μέντορας της υπουργού Παιδείας (κ. Άννας Διαμαντοπούλου)

 Τριμελείς επιτροπές σε κάθε σχολείο θα εισηγούνται απολύσεις εκπαιδευτικών

 Του Χρήστου Πιλάλη

Ο Μέντορας ήταν ο αφοσιωμένος φίλος του Οδυσσέα, που σ’ αυτόν ο ήρωας εμπιστεύτηκε την ανατροφή του γιου τού Τηλέμαχου, προτού φύγει για την εκστρατεία στην Τροία. Ο Μέντορας, όλα τα χρόνια της απουσίας του Οδυσσέα, εκτέλεσε τόσο πιστά την εντολή του φίλου του, ώστε το όνομά του έγινε σύμβολο της φιλίας και της αφοσίωσης. Επικράτησε ακόμη να λέγονται μέντορες οι σοφοί και αφοσιωμένοι σύμβουλοι.

Συνέχεια

Σαρκοζύ: Η βασική εκπαίδευση στη Γαλλία;

Τι κάνει ο Σαρκοζύ στη βασική εκπαίδευση στη Γαλλία;

 

Του Βασίλη Παπακριβόπουλου

 

 

Σαράντα μήνες μετά την ανάληψη των καθηκόντων του, ο απολογισμός της θητείας του Νικολά Σαρκοζί είναι εξαιρετικά αρνητικά αρνητικός σε όλους σχεδόν τους τομείς, και ιδιαίτερα όσον αφορά την παιδεία. Πολλές από τις εξελίξεις στη Γαλλία τις βιώνουν και οι Έλληνες εκπαιδευτικοί, μερικές άλλες ενδέχεται να αποτελέσουν για μας τους μελλοντικούς μας εφιάλτες.  

Η ενέργεια του Σαρκοζί που προκάλεσε τις περισσότερες αντιδράσεις ήταν η αλλαγή του τρόπου διορισμού και επιμόρφωσης των εκπαιδευτικών. Πράγματι, έως τώρα, οι κάτοχοι τουλάχιστον του τριετούς πτυχίου ΑΕΙ (στη Γαλλία, η – δωρεάν – τριτοβάθμια εκπαίδευση απονέμει διετή, τριετή και τετραετή πτυχία, με αντίστοιχα επαγγελματικά δικαιώματα) μπορούσαν να συμμετάσχουν στον διαγωνισμό για την πρόσληψη εκπαιδευτικών. Μετά την επιτυχία τους, όφειλαν να πραγματοποιήσουν ετήσιες σπουδές σε Πανεπιστημιακό Ινστιτούτο Κατάρτισης Εκπαιδευτικών (IUFM): μάλιστα, το πλήθος των παιδαγωγικών μαθημάτων που καλούνταν να παρακολουθήσουν στο Ινστιτούτο συνδυαζόταν με 6-8 ώρες εβδομαδιαίας διδασκαλίας σε τάξη, σε συνεργασία με τους υπεύθυνους του σχολείου και τους υπεύθυνους για την κατάρτισή τους στο IUFM. Σημαντική λεπτομέρεια: από τη στιγμή της εγγραφής τους στο IUFM θεωρούνταν δημόσιοι υπάλληλοι με πλήρη δικαιώματα και αμείβονταν ανάλογα.

 Αν και αυτό το σύστημα φαίνεται για τα ελληνικά δεδομένα εξαιρετικό, στη Γαλλία θεωρούνταν εξαιρετικά ανεπαρκές, καθώς οι νεοδιόριστοι  εκπαιδευτικοί διορίζονται συνήθως σε εξαιρετικά «δύσκολα» σχολεία των πλέον υποβαθμισμένων συνοικιών (καθώς εκεί δημιουργούνται διαρκώς κενά μια και η πλειονότητα των παλαιότερων συναδέλφων τους κάνει το παν για να μετατεθεί σε «καλύτερο» σχολείο) και νοιώθουν συνήθως απροετοίμαστοι να αντιμετωπίσουν την εκρηκτική κατάσταση με την οποία βρίσκονται αντιμέτωποι. Έτσι, τα συνδικάτα και πολλοί πανεπιστημιακοί είχαν υποβάλλει πλήθος προτάσεων για την αναβάθμιση της κατάρτισης των νεοδιόριστων εκπαιδευτικών.   

Όμως, ο Σαρκοζί προτίμησε μια εντελώς διαφορετική προσέγγιση, θέλοντας να συνδυάσει «αναβάθμιση του επιπέδου των εκπαιδευτικών» και περικοπή δαπανών: στο εξής, πρόσβαση στον διαγωνισμό θα αποκτούν μονάχα οι κάτοχοι διετούς μεταπτυχιακού «Μάστερ στα επαγγέλματα της εκπαίδευσης», το οποίο κλήθηκαν να δημιουργήσουν τα πανεπιστήμια (για το οποίο όμως πληρώνουν δίδακτρα οι φοιτητές) και, μετά την επιτυχία τους θα αρχίζουν αμέσως μαθήματα σε τάξεις. Μάλιστα, καθώς επιδιώκεται η «άνοδος του επιπέδου της παιδείας», στο περιεχόμενο του μάστερ θα δοθεί ιδιαίτερη έμφαση στο γνωστικό πεδίο του κάθε επιμέρους επιστημονικού κλάδου και ελάχιστη στα παιδαγωγικά μαθήματα (τα οποία ο Σαρκοζί και πολλοί δεξιοί θεωρούν κληρονομιά του Μάη του 68, δηλαδή… κόκκινο πανί, ενώ τα IUFM αποκαλούνται από αυτούς τους κύκλους «άντρα των παιδαγωγών»).

Επιπλέον, ο διαγωνισμός για την πρόσληψη των εκπαιδευτικών θα πραγματοποιείται σε περισσότερες φάσεις, παράλληλα με το εξαιρετικά φορτωμένο πρόγραμμα των σπουδών του μάστερ και της προετοιμασίας της πτυχιακής εργασίας (η οποία θα πρέπει να περιλαμβάνει και ερευνητικό έργο). Εκτός από αυτούς τους εξοντωτικούς ρυθμούς, στους υποψήφιους εκπαιδευτικούς θα «συνιστάται» (χωρίς όμως και να επιβάλλεται) να πραγματοποιήσουν παράλληλα με όλα αυτά και μια πρακτική άσκηση σε τάξη (βέβαια, είναι μάλλον απίθανο ότι θα κατορθώσουν να την πραγματοποιήσουν).

 Όσο για τους επιτυχόντες, μετά τον μαραθώνιο στον οποίο θα έχουν υποβληθεί (οι τελευταίες εξετάσεις στις οποίες θα υποβάλλονται, οι προφορικές, θα διεξάγονται τον Ιούλιο), θα καλούνται την 1η Σεπτεμβρίου να εμφανιστούν για πρώτη φορά στη ζωή τους σε τάξη και να διδάξουν 18 ώρες εβδομαδιαίως (και όχι 21 όπως για τους Έλληνες συναδέλφους τους). Α ναι! Θα υπάρχει –αν βέβαια βρεθεί, γιατί για την ώρα αυτό έχει μείνει στο επίπεδο της εξαγγελίας- κι ένας «μέντορας», ένας παλαιότερος συνάδελφος ο οποίος θα τους καθοδηγεί…. Πόσω μάλλον που το Snes, το μεγαλύτερο συνδικάτο της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης κάλεσε τα μέλη του να μποϋκοτάρουν τον θεσμό του μέντορα τον οποίο θεωρεί κοροϊδία και να αρνηθούν το «καρότο» των 2.000 ευρώ ετησίως.      

Με λίγα λόγια, αυτή η καταστροφική πολιτική θυμίζει την τεχνική των παλιών δάσκαλων κολύμβησης: πετάς το παιδί στο νερό και παρακολουθείς τις προσπάθειές του να επιπλεύσει, δίνοντάς του και καμιά συμβουλή… Φυσικά, αυτή η «μεταρρύθμιση» προκάλεσε τη γενική κατακραυγή, έναν «ωκεανό αρνητικών σχολίων (1)», ακόμα και των πλέον συντηρητικών συνδικαλιστικών και φοιτητικών οργανώσεων. Μάλιστα, ακόμα και η εξαιρετικά μετριοπαθής συνδικαλιστική οργάνωση των διευθυντών των σχολικών μονάδων εκτιμάει «ότι μέσα στα επόμενα χρόνια θα αναγκαστούμε να επανεξετάσουμε το ζήτημα της κατάρτισης των εκπαιδευτικών».  Τονίστηκαν δε και άλλες δύο αρνητικές παράμετροι αυτού του μέτρου: αφενός, η αλλαγή της κοινωνικής σύνθεσης του σώματος των εκπαιδευτικών, καθώς η προετοιμασία των υποψήφιων εκπαιδευτικών καθίσταται ιδιαίτερα δαπανηρή και οι προβλεπόμενες υποτροφίες για το μάστερ είναι εξαιρετικά λίγες. Επιπλέον, η πιθανότητα να παρατηρηθεί έλλειψη εκπαιδευτικών σε ορισμένες ειδικότητες, καθώς σε αυτές οι κάτοχοι μάστερ μπορούν συχνά να βρουν πιο καλοπληρωμένη δουλειά στον ιδιωτικό τομέα.

 

«Κέρδη παραγωγικότητας»

 

Εξίσου πολυάριθμες αντιδράσεις προκάλεσε και η υλοποίηση στην παιδεία του στόχου της συρρίκνωσης του «υπερτροφικού δημόσιου τομέα» και των «κερδών παραγωγικότητας» στη δημόσια διοίκηση: η πολιτική της αντικατάστασης μονάχα ενός στους δύο δημόσιους υπαλλήλους που συνταξιοδοτούνται που εφαρμόζεται εδώ και τρία χρόνια έχει οδηγήσει στη μείωση του προσωπικού που εργάζεται στη δημόσια εκπαίδευση (εκπαιδευτικών, κοινωνικών λειτουργών ψυχολόγων, νοσοκόμων, βιβλιοθηκάριων, εποπτών, νυχτοφυλάκων, κλπ.) δημιουργεί τεράστια κενά. Μονάχα για τους εκπαιδευτικούς, η μείωση φτάνει τα 15-16.000 άτομα ετησίως (σε σύνολο 850.000, για συνολικό πληθυσμό 61 εκατομμυρίων). Μάλιστα, η εξοικονόμηση χρημάτων γίνεται ακόμα μεγαλύτερη εάν συνυπολογιστεί η μη καταβολή μισθών στα 18.000 περίπου άτομα που φοιτούσαν κάθε χρόνο στα IUFM.

 Και πως εξασφαλίζει η κυβέρνηση τη συνέχιση της λειτουργία της  εκπαίδευσης; Με την αύξηση του αριθμού μαθητών ανά τάξη, τη μείωση του αριθμού των μαθημάτων επιλογής που προσφέρονται, τον περιορισμό των αιτήσεων που ικανοποιούνται για ένταξη σε τμήματα προνήπιων, την αύξηση των υπερωριών, τον περιορισμό των συμβασιούχων ξένων καθηγητών οι οποίοι εργάζονται στη διδασκαλία ξένων γλωσσών (αν το ζητήσει ένας αριθμός μαθητών σε μια σχολική μονάδα, οποιαδήποτε ξένη γλώσσα εντάσσεται στο πρόγραμμα, ακόμα και η κινεζική), αλλά και τον δραστικό περιορισμό των «αντικαταστατών καθηγητών» (το 2009 καταργήθηκαν 3.000 θέσεις) και τη ριζική αναδιοργάνωση του συστήματος αντικατάστασης (2).

Πράγματι, όσο κι αν φαίνεται αδιανόητο για την ελληνική πραγματικότητα, στη Γαλλία  υπάρχουν 50.000 «αντικαταστάτες» μόνιμοι εκπαιδευτικοί, οι οποίοι είναι «σε αναμονή» και καλύπτουν μια ορισμένη «ζώνη αντικατάστασης»: έτσι, σε περίπτωση –σύντομης ή μακρόχρονης- απουσίας  ενός συναδέλφου της ίδιας ειδικότητας στη ζώνη τους, το κενό αναπληρώνεται αμέσως· ο στόχος είναι να μην χάνεται καμία διδακτική ώρα. Όσο για τις περιόδους «αναμονής», αφιερώνονται στην διαπροσωπική επαφή του αντικαταστάτη με τους συναδέλφους που θα κληθεί να αντικαταστήσει και στην εξατομικευμένη στήριξη αδύναμων μαθητών, αν και τα τελευταία χρόνια μεγάλο μέρος της «αναμονής» τους αφιερώνεται στην κάλυψη των κενών θέσεων διοικητικού προσωπικού ή ενισχυτικής διδασκαλίας. Στην περίπτωση δε που οι «αντικαταστάτες» δεν επαρκούν -κυρίως όταν πρόκειται να αναπληρωθούν ταυτόχρονα πολλές εγκυμονούσες ή ασθενούντες συνάδελφοι (συνήθως τον χειμώνα ή όταν παρατηρείται κάποια επιδημία)- γίνεται προσφυγή σε συμβασιούχους, αναπληρωτές ή ωρομίσθιους.

Ο Υπουργός Παιδείας Λικ Σατέλ δήλωσε ότι σκοπεύει να επιβάλλει στους απομένοντες αντικαταστάτες «ελαστικότερα» κριτήρια όσον αφορά τα μαθήματα που μπορούν να διδάξουν πέρα από την ειδικότητά τους, αλλά και  να αναπληρώνουν συναδέλφους τους ακόμα και εκτός «ζώνης αντικατάστασης». Κι αν αυτό είναι λογικό όταν πρόκειται για μικρή απόσταση, οι εκπαιδευτικοί έγιναν έξαλλοι μαθαίνοντας ότι η ακτίνα της αναπλήρωσής τους θα μπορούσε να ξεπεράσει ακόμα… και τα 100 χιλιόμετρα!  Επιπλέον, για την κάλυψη των εξαιρετικά πολυάριθμων στο εξής κενών, θα συνταχθούν στις κατά τόπους διευθύνσεις εκπαίδευσης κατάλογοι υποψήφιων αναπληρωτών στους οποίους θα περιλαμβάνονται ακόμα και πρόσφατα συνταξιοδοτηθέντες συνάδελφοι που ενδιαφέρονται να απασχοληθούν, πτυχιούχοι χωρίς καμία παιδαγωγική κατάρτιση, μέχρι και τελειόφοιτοι φοιτητές (3)…

 

Κάμερες παντού!

 

Όμως, αν κάτι γνωρίζει καλά ο Σαρκοζί, είναι το να εκμεταλλεύεται τις φοβίες που προκαλούν στο εκλογικό σώμα η εγκληματικότητα και η βία και να αποκομίζει εκλογικά οφέλη παίζοντας τον ρόλο του «σούπερ μπάτσου». Και φυσικά, δεν υπήρχε περίπτωση να μην κερδοσκοπήσει πολιτικά πάνω στο υπαρκτό εδώ και πολλές δεκαετίες φαινόμενο της βίας στα σχολεία. Και τι δεν έχουν εξαγγείλει αυτός κι οι διαδοχικοί υπουργοί παιδείας του…! Τοποθέτηση ανιχνευτών μετάλλων (όπως εκείνες που υπάρχουν στα αεροδρόμια) στην είσοδο των «επικίνδυνων» σχολείων των υποβαθμισμένων συνοικιών και σωματική έρευνα των μαθητών,  δημιουργία «ειδικών αστυνομικών μονάδων ταχείας επέμβασης σε σχολικές μονάδες» σε αυτές τις συνοικίες, συντονισμό της δράσης των διευθυντών των σχολικών μονάδων με την αστυνομία και την εισαγγελία αλλά και δημιουργία «αστυνομικού γραφείου» μέσα σε 53 σχολικές μονάδες «εκτεθειμένες στη βία» (η πρώτη ενωμοτάρχης τοποθετήθηκε σε λύκειο στις 20-9-10), και, φυσικά, κάμερες, κάμερες παντού. Έτσι, τα τελευταία χρόνια  έχουν εγκατασταθεί κάμερες στο 60% των λυκείων της Ιλ ντε Φρανς, του ευρύτερου πολεοδομικού συγκροτήματος του Παρισιού (11 εκατομμύρια κάτοικοι)…   

Κι αυτό παρά τις επισημάνσεις των περισσότερων ειδικών ότι οι κάμερες έχουν πενιχρά αποτελέσματα στην πάταξη της βίας και της παραβατικότητας και ότι το μόνο πραγματικά αποτελεσματικό μέσο γι’ αυτό το σκοπό είναι αυτό ακριβώς που υπήρξε το μεγάλο θύμα των δημοσιονομικών περικοπών: οι «επόπτες» (ή «πιόνια» στη σχολική αργκό). Πράγματι –αντίθετα απ’ ότι συμβαίνει στην Ελλάδα- θεωρείται αδιανόητο να ανατίθεται στους εκπαιδευτικούς η τήρηση της τάξης και η αποτροπή της βίας στους διάφορους χώρους του σχολείου: αυτό το καθήκον το αναλαμβάνουν οι επόπτες. Συνήθως, πρόκειται για άντρες, κατόχους διετούς διπλώματος ΑΕΙ (συχνά φοιτητές που θέλουν να χρηματοδοτήσουν τη συνέχιση των σπουδών τους και κατά προτίμηση από τον κλάδο της Φυσικής Αγωγής).

Μάλιστα, σε ορισμένες από τις πλέον υποβαθμισμένες συνοικίες όπου η συντριπτική πλειοψηφία των κατοίκων είναι Γάλλοι πολίτες μετανάστες δεύτερης ή τρίτης γενιάς, προτιμώνται τα «αστέρια» των τοπικών αθλητικών συλλόγων τα οποία, εκτός από την επιβλητική σωματική διάπλαση, διαθέτουν και αυξημένο κύρος στον μαθητικό πληθυσμό και στις νεανικές μικροσυμμορίες, ενώ πολύ δύσκολα μπορεί να τους απευθυνθεί η κατηγορία του «ρατσιστή» η οποία με περισσή ευκολία εκτοξεύεται εναντίον κάθε εκπαιδευτικού που προσπαθεί να επιβάλλει μια στοιχειώδη τάξη. Θα πρέπει δε να σημειωθεί ότι ένα από τα θετικά σημεία του εξαιρετικά αμφιλεγόμενου απολογισμού της κυβέρνησης της «πληθυντικής αριστεράς» (σοσιαλιστές-κομμουνιστές-Πράσινοι) του Λιονέλ Ζοσπέν (1997-2002) υπήρξε η δημιουργία δεκάδων χιλιάδων θέσεων εποπτών που στελεχώθηκαν με νεαρούς από τις υποβαθμισμένες συνοικίες. Πράγματι, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι τα πρώτα θύματα της βίας και του χάους στα σχολεία είναι τα παιδιά των φτωχότερων τάξεων , τα οποία βλέπουν να ακυρώνονται οι προοπτικές τους για μόρφωση.

Βέβαια, υπάρχει μια τεράστια διαφορά: οι δαπάνες για τη μισθοδοσία των εποπτών καταλήγουν σε χαμηλόμισθους –πολύ συχνά των λαϊκών τάξεων-, ενώ τα χρήματα για κάμερες και ηλεκτρονικούς εξοπλισμούς κατευθύνονται στα ταμεία μεγάλων επιχειρήσεων οι οποίες έχουν συγκροτήσει ένα πανίσχυρο λόμπι που ασκεί έντονες πιέσεις στους πολιτικούς κι εκφράζει την αγανάκτησή του «για την ισχύ που έχουν οι συνδικαλιστικές οργανώσεις και οι σύλλογοι γονέων οι οποίοι ισχυρίζονται ότι μάχονται για την προστασία των ελευθεριών (4)». Φυσικά, οι κάμερες έχουν κι άλλα πλεονεκτήματα (για την συντηρητική κυβέρνηση, εννοείται): εξοικειώνουν τα παιδιά, από την πλέον νεαρή τους ηλικία, με την ιδέα ότι παρακολουθούνται ανά πάσα στιγμή «για το καλό τους», ενώ δημιουργούν ένα κλίμα «ησυχίας, τάξης και ασφάλειας» στους «φιλήσυχους νοικοκυραίους», ακριβώς τη στιγμή που η δημοτικότητα του Σαρκοζί καταβυθίζεται στα τάρταρα.  

Σαν να μην έφταναν όλα αυτά, ο Σαρκοζί εξήγγειλε τη δημιουργία το 2011 «ειδικών σχολικών μονάδων», κάτι ανάμεσα σε εσωτερικά σχολεία και σε αναμορφωτήρια, στα οποία θα εγκλείονται οι «πιο σκληροί» μαθητές, «για τους οποίους δοκιμάσαμε τα πάντα χωρίς επιτυχία»: εκεί, καθηγητές και επιμελητές ανηλίκων του Υπουργείου Δικαιοσύνης θα αναλάβουν να τους κάνουν να «σέβονται τους κανόνες και να αγαπούν την προσπάθεια (5)». Περιττό να επισημάνουμε ότι πρόκειται για κατάφωρη αυθαιρεσία, καθώς η διαπίστωση των -όντως σοβαρών- παραπτωμάτων αυτών των μαθητών δεν μπορεί με κανένα τρόπο να συγκριθεί με τις καταδικαστικές αποφάσεις των δικαστηρίων που διατάζουν τον εγκλεισμό στις φυλακές ανηλίκων ενός ανηλίκου που διέπραξε σοβαρά ποινικά αδικήματα.     

Βέβαια, τα -ιδιωτικά ή δημόσια- «εσωτερικά σχολεία» είναι θεσμός στη Γαλλία και απευθύνονται σε παιδιά των οποίων οι γονείς απουσιάζουν τακτικά για επαγγελματικούς λόγους, διαλυμένων οικογενειών που αδυνατούν να τα επιμεληθούν ή σε παιδιά που συνειδητοποιούν (αυτά ή οι γονείς τους) ότι οφείλουν να ξεκόψουν από ένα περιβάλλον με ολέθρια επιρροή. Σε κάθε περίπτωση όμως, οι σπουδές σε αυτά δεν επιβάλλονται ποτέ υποχρεωτικά από τις αρχές…

Μάλιστα, για να αντισταθμίσει τον αντίκτυπο που έχει αυτό το κατάπτυστο μέτρο, εξήγγειλε και τη δημιουργία 11 «εσωτερικών σχολείων αριστούχων»: σε αυτά θα φοιτούν εσωτερικοί –με τη θέλησή τους αυτή τη φορά- καλοί μαθητές των υποβαθμισμένων συνοικιών έτσι ώστε να έχουν τη δυνατότητα να μετατραπούν σε αριστούχους καθώς θα φοιτούν σε ένα ιδανικό σχολικό περιβάλλον, όχι μόνο με διαλεχτούς εκπαιδευτικούς, αλλά και μακριά από την «φθοροποιό ατμόσφαιρα και τις κακές συναναστροφές» της βυθισμένης στη μιζέρια υποβαθμισμένης συνοικίας τους.

 Όσο κι αν εκ πρώτης όψεως για κάποιους δεν φαίνεται κακή αυτή η ιδέα, στην ουσία πρόκειται απλούστατα για την προσπάθεια δημιουργίας μιας «βιτρίνας-άλλοθι»: μερικές εκατοντάδες «τυχεροί» θα εξασφαλίζουν πρόσβαση στο «ασανσέρ της κοινωνικής ανόδου» και οι ατομικές περιπτώσεις της κοινωνικής και οικονομικής επιτυχίας τους θα συγκεντρώνουν όλους τους προβολείς της δημοσιότητας, με τα ΜΜΕ να μιλάνε για «νίκη της ισότητας των ευκαιριών». Ταυτόχρονα, θα συγκροτούν μια ελίτ η οποία καμία επαφή –και αίσθημα αλληλεγγύης- δεν θα έχει με το περιβάλλον απ’ όπου ξεκίνησε, καθώς αποσπάστηκε από αυτό από πολύ τρυφερή ηλικία. Την ίδια στιγμή, εκατοντάδες  χιλιάδες συμμαθητές τους θα πρέπει να αρκεστούν στα διαρκώς υποβαθμιζόμενα από τις νεοφιλελεύθερες πολιτικές σχολεία τους, τα οποία θα υποβαθμίζονται ακόμα περισσότερο από το γεγονός ότι οι καλύτεροι μαθητές τους τα έχουν εγκαταλείψει και οι μεσαίοι μαθητές ονειρεύονται να κάνουν το ίδιο…    

Τέλος, ο Σαρκοζί αποφάσισε ότι «το κράτος οφείλει να κινητοποιηθεί ενάντια σε έναν καρκίνο που κατατρώγει την εκπαίδευση»:  σε μια επίδειξη πυγμής, ανακοίνωσε ότι στο εξής θα ενεργοποιηθεί ένας νόμος του 2004 που ουδέποτε εφαρμόστηκε, με τον οποίο περικόπτονται –μετά από μια πρώτη προειδοποίηση- τα οικογενειακά επιδόματα που λαμβάνουν οι γονείς των «συστηματικών κοπανατζήδων» (δηλαδή όσων απουσιάσουν αδικαιολόγητα περισσότερες από δύο ημέρες τον μήνα).

Στη Γαλλία, αυτά τα επιδόματα είναι εξαιρετικά υψηλά και πολύ συχνά αποτελούν έναν από τους σημαντικότερους οικονομικούς πόρους των οικογενειών των άνεργων… Μάλιστα, δεν είναι τυχαίο ότι ακόμα και ο ίδιος ο εμπνευστής του νόμου, ο τότε Υπουργός Παιδείας Λικ Φερί μετάνιωσε και δήλωσε πρόσφατα ότι «το μόνο αποτέλεσμα αυτού του νόμου θα είναι να προσθέτει ακόμα μεγαλύτερη εξαθλίωση στην ήδη υπάρχουσα».

Καθώς οι αντιδράσεις πολλαπλασιάζονταν, η Υπουργός Οικογενειακών Υποθέσεων Ναντίν Μορανό, θεωρώντας ότι ο αριθμός 400.000 θα  προκαλέσει σοκ την κοινή γνώμη, φούσκωσε τον αριθμό των «συστηματικών κοπανατζήδων» κατά 43%, εντάσσοντας σε αυτούς και την σχολική διαρροή (6)… Πάντως, ο Σαρκοζί έκανε μια –πολύ μικρή- υποχώρηση: σε περίπτωση που ο «κοπανατζής» επανέλθει σε κανονικούς ρυθμούς φοίτησης, θα ξαναρχίζει η καταβολή των οικογενειακών επιδομάτων, και μάλιστα αναδρομικά… Και προσποιείται άγνοια για το μέτρο που εμπνεύστηκε ο Μαρτίν Χιρς (ένας μάλλον έντιμος κεντροαριστερός, προερχόμενος από  τις οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών, ο οποίος είχε την αφέλεια να πιστέψει στην «αριστερή διεύρυνση» του Σαρκοζί και στη συνέχεια αναγκάστηκε να εγκαταλείψει την κυβέρνηση) και είχε παλαιότερα εξαγγείλει με τυμπανοκρουσίες το Υπουργείο Παιδείας, χωρίς ωστόσο και να το υλοποιήσει ποτέ: την πρόσληψη 5.000 «σχολικών μεσολαβητών» οι οποίοι θα αναλάμβαναν την διαρκή επαφή και τη στενή συνεργασία με τις οικογένειες των «προβληματικών» και συχνά απόντων μαθητών, έτσι ώστε να εξασφαλίζεται η καλύτερη δυνατή ένταξή τους στο σχολικό περιβάλλον (7).     

 

[1] Le Monde :  9-3-10, «La réforme de la formation des enseignants tend le climat dans l’éducation nationale» / 8-3-10, « Formation des enseignants : “Le système devient catastrophique”» /17-11-09, «Enseignants et étudiants dénoncent le projet de formation des maîtres» / 26-11-09, «La réforme de la formation des enseignants, conte de fées de M Chatel etMme Pécresse», Libération, 23-3-10, «La réforme casse le système de formation», classes.blogs.liberation.fr, 17-11-09, «La “masterisation” à nouveau dans l’œil du cyclone».

[2] www.lemonde.fr, 31-5-10, «Un document de l’éducation nationale incite les académies à réduire le nombre de professeurs»

[3] www.lemonde.fr, 10-3-10, «Le casse-tête du remplacement des professeurs absents»

[4] Ηλεκτρονική εφημερίδα www.rue89.com, 30-9-09, «Violence à l’école : juteux marché pour les sociétés de sécurité», Libération, 17-2-10, «Vidéosurveillance dans les lycées : y a-t-il quelqu’un derrière les caméras ?»

[5] Libération, 5-5-2010, «Une dizaine d’internats en 2011 pour les élèves “les plus durs”»

[6] Από το συνδεδεμένο με την εφημερίδα Le Monde μπλογκ decodeurs.blog.lemonde.fr το οποίο αναλαμβάνει να ερευνήσει για την ορθότητα των αριθμών και των ισχυρισμών που προβάλλουν πολλοί πολιτικοί, γνωρίζοντας ότι η επαλήθευσή τους είναι δύσκολη υπόθεση: 30-4-2010, «Morano : “Il y a 400.000 élèves absentéistes en France”»

[7] www.lemonde.fr, 4-5-10, «Absentéisme: Martin Hirsch et les amnésies gouvernementales».