Αρχείο κατηγορίας Σχολείο και Πανεπιστήμιο των ΕΕ- ΔΝΤ- Καλλικράτη

Που έρχονται από τη … Λισαβώνα και φτάνουν στην Αθήνα των τοκογλύφων,χορηγών και πατρώνων τους

Για την πολιτική ανυπακοή στα ΑΕΙ

Για την πολιτική ανυπακοή στα ΑΕΙ


Του Κώστα Σταμάτη

 


Κατά την εκτίμησή μου, η κινητοποίηση εναντίον της εκλογικής διαδικασίας για την εκλογή συμβουλίων διοίκησης στα ΑΕΙ είναι θεμιτή πράξη πολιτικής ανυπακοής. Τηρούνται οι βασικές προϋποθέσεις για την έκφραση έντονης κοινωνικής διαμαρτυρίας, ως έσχατη και επείγουσα αντίδραση απέναντι σε πολιτική επιλογή αμφισβητήσιμη για σοβαρούς και ουσιαστικούς λόγους.

Αυτό συμβαίνει, πράγματι: α) χωρίς ίχνος βίας από κανέναν, β) με δημόσια αντίδραση κι επιχειρηματολογία, καθώς και γ) με συλλογική ανάληψη της συναφούς πολιτικής ευθύνης, παρά τις απειλές για είσοδο της αστυνομικής αρχής και για εισαγγελική παρέμβαση στους πανεπιστημιακούς χώρους. Ακριβώς αυτά τα τρία στοιχεία συνθέτουν άλλωστε τις τυπικές προϋποθέσεις για έμπρακτη ανυπακοή στο πλαίσιο της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας, όπως ακόμη και η φιλελεύθερη σκέψη αναγνωρίζει.

Επιπροσθέτως, όμως, η ανυπακοή υπήρξε στην προκειμένη περίπτωση και επί της ουσίας νομιμοποιημένη ηθικοπολιτικά. Διότι ο νόμος 4009/2011 μεταφυτεύει στα Πανεπιστήμια της χώρας την πολιτική ενεργού διάλυσης της κοινωνίας, του Κράτους, της λαϊκής κυριαρχίας, την οποία απεργάζονται με ζέση οι κρατούντες και συνάμα πολιτικά υπαίτιοι της κοινωνικής ερήμωσης.

Εάν, κατόπιν αυτών, κριθεί ότι τούτο δεν παρέχει επαρκή λόγο για πολιτική ανυπακοή, τότε αυτή η έσχατη καταφυγή για τους εξουσιαζόμενους τίθεται εκποδών και το αντίστοιχο, συγκεκριμένο πολίτευμα ασεβεί προς τον δημοκρατικό χαρακτήρα του.

Όσο για το επιχείρημα περί της τεράστιας πλειοψηφίας των βουλευτών που θέσπισαν αυτό το καταστροφικό νομοθέτημα, ατυχώς ανάμεσα σε πολλά άλλα παρόμοια, αυτό θα κριθεί ασφαλώς από την Ιστορία. Εμμέσως όμως θα κριθεί και νωρίτερα, ευτυχώς, εάν η παρούσα και δημοκρατικά ανομιμοποίητη συγκυβέρνηση των δυόμιση κομμάτων εξουσίας τολμήσει, όπως οφείλει άλλωστε, να τεθεί στην πολιτική κρίση του ελληνικού λαού, προκηρύσσοντας το συντομότερο δυνατόν βουλευτικές εκλογές. Τότε θα φανεί αν η κυβερνώσα "πλειοψηφία" εν τη Βουλή είναι πραγματική ή πλασματική. Αλλά και ασχέτως αυτών, ποια πολιτική νομιμοποίηση μπορεί άραγε να διεκδικούν κόμματα που λειτουργούν βαθύτατα αντιδημοκρατικά, ως οιονεί λόχοι βουλευτών υπό τη μόνιμη δαμόκλεια σπάθη της διαγραφής τους, εάν τυχόν αποκλίνουν από τη διαταγή του Αρχηγού τους;

Ακόμη περισσότερο, το νόημα της δημοκρατίας ούτε συμπυκνώνεται ούτε εξαντλείται στη βούληση της εκάστοτε κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας. Εξ άλλου, ακόμη και η υψηλότερη δυνατή πλειοψηφία υπόκειται σε εύλογους ηθικοπολιτικούς περιορισμούς ως προς την εμβέλεια των αποφάσεών της. Ιδίως δεν της επιτρέπεται: α) να προσβάλλει θεμελιώδη ατομικά, πολιτικά και δικαιώματα των κοινωνών, β) να συρρικνώνει τη λαϊκή και εθνική κυριαρχία, γ) να κατεδαφίζει φραγμούς στην ταξική εκμετάλλευση των κοινωνικά ασθενεστέρων, στην καταστροφή του περιβάλλοντος, στη διασπάθιση δημόσιων αγαθών.

Όσοι καλόπιστα αμφιβάλλουν για τον θεμιτό χαρακτήρα της πολιτικής ανυπακοής στα ΑΕΙ, ας αναλογισθούν το ευρύτερο πλαίσιο στο οποίο αυτή εκδηλώνεται. Η χώρα μας έχει εισέλθει αναμφίβολα σε μία εφιαλτική δίνη ασταμάτητων περικοπών στις αμοιβές εργασίας και τις συντάξεις, στα θεμελιώδη δικαιώματα των πολιτών, αλλά και στην ίδια τη δημοκρατική αρχή ως αρχή της λαϊκής κυριαρχίας.

Πρόκειται για προδιαγραμμένη πορεία κατά κρημνών, έτσι όπως βαίνουν τα πράγματα. Βιώνουμε μία εξέλιξη που αφαιρεί από τους λαούς την αρμοδιότητα να αυτοπροσδιορίζονται πολιτικά. Ιδίως να επιλέγουν μια άλλη οικονομική και κοινωνική πολιτική, η οποία να μη διαλύει την κοινωνία και την κρατική οντότητά της.

Η περιφρόνηση απέναντι στον δημοκρατικό αυτοκαθορισμό των λαών δεν περιορίζεται στο ευρύτερο πολιτικό σκηνικό. Επεκτείνεται σε κάθε τομέα συλλογικής αυτοοργάνωσης του κοινωνικού βίου. Όπως επί παραδείγματι η "πλήρης αυτοδιοίκηση" των Πανεπιστημίων. Αυτό που οι κρατούντες ευνοούν, αντίθετα, είναι είτε η επ΄ αόριστον αναβολή των πολιτικών εκλογών. Είτε η υποχρεωτική διοργάνωση εκλογών για όργανα ανεπαρκώς δημοκρατικά, αν μη τι άλλο, όπως τα Συμβούλια διοίκησης των ΑΕΙ. Υπό τις συνθήκες του καθεστώτος εκβιασμένης έκτακτης ανάγκης, οι κρατούντες εμφανίζουν τη δημοκρατία ως περιττή πολυτέλεια ή ως χρήζουσα ολιγαρχικής διόρθωσης υπέρ όσων με αυτόκλητο τρόπο αυτοθεωρούνται ως "άριστοι".

Η ίδια μοίρα επιφυλάσσεται και για την ανώτατη εκπαίδευση της χώρας. Υπό το φάσμα της βέβαιης πτώχευσης, τα Συμβούλια διοίκησης των ΑΕΙ, παρότι εξοπλισμένα με υπερσυγκέντρωση αρμοδιοτήτων, είτε δεν θα έχουν καν τι να διοικήσουν, χωρίς στοιχειώδη πλέον κρατική επιχορήγηση. Είτε θα διαχειρίζονται την καθημερινή αθλιότητα των Πανεπιστημίων. Θα εξωθηθούν να επιβάλλουν δίδακτρα εις βάρος ανθρώπων ανήμπορων σε κοινωνική απόγνωση ή να δώσουν πανεπιστημιακή περιουσία ως βορά σε αρπακτικά επιχειρηματικά συμφέροντα ή στην αδηφάγο όρεξη των πιστωτών της χώρας.

Ακόμη και όσοι δυσπιστούν απέναντι στις εν εξελίξει αντιδράσεις για τις εκλογές αυτές στα ΑΕΙ, εάν αναλογισθούν ότι οι ανωτέρω εκτιμήσεις έστω και κατά μέρος ευσταθούν, δεν μπορεί να μην αναγνωρίσουν το δίκιο παρόμοιων αντιδράσεων.

Όσοι αντιθέτως καταφρονούν τους πολίτες κατ’ εξακολούθηση ως ανδράποδα, υποζύγια ή ιδιοτελείς συντεχνίες που πρέπει δήθεν να παταχθούν, οι ίδιοι είναι που υποθάλπουν συνθήκες κοινωνικής έκρηξης. Ή έστω πολιτικής ανυπακοής εκ μέρους εκείνων που εξωθούν συστηματικά στην εξαθλίωση.

 

ΠΗΓΗ: 22 February 2012, REDNotebook, http://www.rednotebook.gr/details.php?id=4915

Υπεράσπιση δημόσιων ΑΕΙ: υπεράσπιση της κοινωνίας

Η υπεράσπιση του δημόσιου πανεπιστημίου είναι υπεράσπιση της κοινωνίας

 

Του Θανάση Αλεξίου

 

Σε συνθήκες γενικευμένης απονομιμοποίησης της πολιτικής εκπροσώπησης, το να επιμένει κανείς να εφαρμόσει ένα νόμο, στην συγκεκριμένη περίπτωση τον 4009/11 για τα ΑΕΙ, ο οποίος ελέγχεται εκτός των άλλων και για τη συνταγματικότητά του, ενώ ποτέ δεν είχε τη συναίνεση της ακαδημαϊκής κοινότητας, είναι καθαρός νομικισμός. Ενδεχομένως η προσφυγή στη λαϊκή βούληση – ας έχουμε υπόψη ότι το κόμμα που πρότεινε αυτό τον νόμο απώλεσε τη «δεδηλωμένη» της Βουλής – θα αποκαθιστούσε εν μέρει τη διαρραγείσα σχέση μεταξύ κοινωνίας και πολιτικής εκπροσώπησης. Στις συνθήκες αυτές ποιο νόμο να εφαρμόσουμε και με ποιον (αξιόπιστο) συνομιλητή; Ο κίνδυνος της πλήρους διάλυσης και φεουδαλοποίησης του πανεπιστημίου είναι υπαρκτός.

Προσωπικά πιστεύω ότι πολλά πράγματα πρέπει να αλλάξουν στο πανεπιστήμιο και ας μη θεωρηθεί ότι όποιος είναι αντίθετος στον νέο νόμο είναι υπέρ της διατήρησης της υφιστάμενης μίζερης κατάστασης. Θα έλεγα μάλιστα ότι η αδυναμία της ακαδημαϊκής κοινότητας να προτείνει τις αναγκαίες αλλαγές "νομιμοποίησε" το υπουργείο Παιδείας να προχωρήσει στον "εξορθολογισμό", ενισχύοντας όμως την αγοραία τάση που υπήρχε στο πανεπιστήμιο τα τελευταία χρόνια. Πάλι όμως, η ακαδημαϊκή κοινότητα δεν είναι μια ομοιογενής κοινωνική κατηγορία για να εκφράζεται και ενιαία. Υπάρχουν οι γιατροί, οι νομικοί κ.ά., που χρησιμοποιούν το κύρος της πανεπιστημιακής ιδιότητας για να ανεβάζουν την ταρίφα όταν «συναλλάσσονται» με τους πολίτες, από τη μία, και υπάρχουν, από την άλλη, και εκείνοι – μεταξύ άλλων και πολλοί από τις προαναφερθείσες επαγγελματικές κατηγορίες – που είναι η πλειοψηφία και ζουν από τον μισθό τους. Εδώ αποκαθίστανται, κατά την άποψή μου, και οι συμμαχίες ανάμεσα στους (μισθωτούς) πανεπιστημιακούς και την κοινωνία. Φρονώ δηλαδή ότι η (εργαζόμενη) κοινωνία παραχωρεί στο πανεπιστήμιο ένα ιδιότυπο άσυλο και στους πανεπιστημιακούς ένα σχεδόν ανεξάρτητο καθεστώς εργασίας – αυτοί, σε αντίθεση με πολλούς άλλους εργαζόμενους, μπορούν να ορίζουν το περιεχόμενο της εργασίας τους -, ώστε το πανεπιστήμιο να αναστοχάζεται ακέραια, έξω από τη μερικότητα της καθημερινής ζωής, για λογαριασμό της.

Αυτό αποτυπώνεται σε τελική ανάλυση στον συνταγματικό προσδιορισμό του ακαδημαϊκού ασύλου και των πανεπιστημιακών ως δημόσιων λειτουργών. Ακριβώς αυτό το άσυλο και αυτό το καθεστώς εργασίας έρχεται να ανατρέψει ο νέος νόμος και μʼ αυτή την έννοια στρέφεται κατά της κοινωνίας. Γιατί ο έλεγχος της ακαδημαϊκής εργασίας στη βάση εξωακαδημαϊκών (αγοραίων) κριτηρίων από ένα Συμβούλιο "επιφανών αντρών" σημαίνει ουσιαστικά ότι αυτή κατακερματίζεται, αποειδικεύεται και μετατρέπεται σε εξαρτημένη εργασία (τεϊλορισμός). Αυτό σημαίνει επίσης, και από τη στιγμή που το πανεπιστήμιο θα προσφύγει σε χορηγούς, ότι οι έρευνες για την υγεία, το περιβάλλον, τον πολιτισμό κ.λπ. θα είναι "πειραγμένες", με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την αναπαραγωγή της κοινωνίας ως ολότητας.

Συμπληρωματικά και σε σχέση με τα παραπάνω οφείλω να κάνω δύο παρατηρήσεις:

α) Η κοινωνική απονομιμοποίηση της πολιτικής εκπροσώπησης δεν προκύπτει μόνο κοινοβουλευτικά, αλλά και κοινωνικά. Δεν είναι δυνατόν λοιπόν να μην λαμβάνουμε υπόψη τη "δομική βία" (J. Galtung) που ασκείται στο πλαίσιο των συγκεκριμένων πολιτικών. Και κοινωνικοί δείκτες που προσμετρούν τις επιπτώσεις της δομικής βίας στην κοινωνία είναι μεταξύ άλλων η ανεργία, το χαμηλό εισόδημα, οι χαμηλές προσδοκίες των ανθρώπων, το ισχνό κοινωνικό κεφάλαιο, η μείωση του προσδόκιμου ζωής, η επιβάρυνση της υγείας κ.ά. Επομένως ποια κοινωνική νομιμοποίηση μπορούν να έχουν αυτές οι πολιτικές και οι εκπρόσωποί τους όταν η χώρα μας μετράει ενάμισι εκατομμύριο ανέργους, όταν τα παιδιά της και οι επιστήμονες μισεύουν, όταν οι μαθητές υποσιτίζονται, όταν η υγεία εμπορευματοποιείται, όταν τα πανεπιστήμια υποχρηματοδοτούνται κ.λπ. και

β) Ενώ ο ανεξάρτητος τρόπος εργασίας των πανεπιστημιακών είναι αναγκαία συνθήκη για τη λειτουργία του πανεπιστημίου, αυτός ο τρόπος εργασίας διαμορφώνει συχνά και μια ελιτίστικη και πολλές φορές αλαζονική συμπεριφορά απέναντι στους υπόλοιπους εργαζόμενους, των οποίων η εργασία έχει αποειδικευτεί και τη βιώνουν ως κάτι ξένο, ως αγγαρεία. Εδώ χρειάζεται αυτογνωσία, τόσο επειδή οι πανεπιστημιακοί διαχειρίζονται προσωρινά και στο πλαίσιο του υφιστάμενου κοινωνικού καταμερισμού εργασίας τη γνώση – απ όπου απορρέει εξάλλου και το πρόσθετο κύρος που απολαμβάνουν – όσο και επειδή όλες οι εργασίες είναι εξίσου αναγκαίες για την κοινωνία. Ωστόσο για να αποφευχθούν αυτές οι συμπεριφορές θα πρέπει να ενισχυθούν οι μηχανισμοί ελέγχου του πανεπιστημίου από την κοινωνία. Κατά τη γνώμη μου, στη μορφή του δημόσιου πανεπιστημίου, αυτός ο έλεγχος – παρ’ όλο που η έλλειψη ακαδημαϊκής κουλτούρας τον καθιστούσε συχνά ανενεργό – μπορούσε να ασκηθεί. Εδώ οι πανεπιστημιακοί οφείλουν να καταθέσουν συγκεκριμένες προτάσεις.

 

* Ο Θανάσης Αλεξίου είναι καθηγητής Κοινωνιολογίας (Πανεπιστήμιο Αιγαίου)

 

ΠΗΓΗ: 26-02-2012, http://www.alfavita.gr/artrog.php?id=58405

Η πραγματική σύγκρουση στα πανεπιστήμια

Η πραγματική σύγκρουση στα πανεπιστήμια

 

Του Παναγιώτη Σωτήρη


 

Περίσσεψε και πάλι η υποκριτική αγανάκτηση για τις κινητοποιήσεις στα Πανεπιστήμια. “Περιφερόμενοι πανεπιστημιακοί και φοιτητές διαλύουν εκλογές”, “βία στα ΑΕΙ”, “περιορισμός του δημοκρατικού δικαιώματος”, ήταν μερικές από τις φράσεις που επιμελώς ανακυκλώθηκαν τις τελευταίες μέρες, με αφορμή τις μαζικές κινητοποιήσεις διδασκόντων, φοιτητών και εργαζομένων που ματαίωσαν τις εκλογές για το Συμβούλιο Ιδρύματος στα Πανεπιστήμια Θεσσαλίας, Ιωαννίνων, Πελοποννήσου και στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης.

Και τα πράγματα δεν έμειναν μόνο εκεί: ο Τάκης Πολίτης, μέλος της εκτελεστικής γραμματείας της ΠΟΣΔΕΠ και γραμματέας του Συλλόγου ΔΕΠ του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας, παρουσιάστηκε σε διάφορα ΜΜΕ ως περίπου… αρχισυνωμότης, γιατί σε ένα μήνυμα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου αναφέρθηκε σε αυτονόητα πρακτικά βήματα για την υλοποίηση αποφάσεων συνδικαλιστικών οργάνων που είχαν κατ’ επανάληψη διατυπωθεί ανοιχτά και δημόσια. Πανεπιστημιακοί που στο βιογραφικό τους πλάι στις επιστημονικές δημοσιεύσεις αναφέρουν και τα πόσα που πήραν από ερευνητικά προγράμματα, στέλνουν μηνύματα απαιτώντας την απόλυση όσων πανεπιστημιακών διαμαρτύρονται. Εισαγγελείς ήδη μεθοδεύουν την ποινική δίωξη όσων συμμετείχαν στις κινητοποιήσεις.

Την ίδια στιγμή όλοι αυτοί που υποτίθεται ότι αγανακτούν με τις κινητοποιήσεις (που σημειωτέον υπήρξαν υποδειγματικά ειρηνικές), σιωπούν εκκωφαντικά για τον πρωτοφανή εκβιασμό του Υπουργείου να χορηγεί μισούς προϋπολογισμούς στα Πανεπιστήμια, με αποτέλεσμα ήδη να υπάρχουν μεγάλες ελλείψεις σε βασικές λειτουργικές δαπάνες, για τις καθυστερήσεις στους διορισμούς εκλεγμένων συναδέλφων, για τη νέα τεράστια περικοπή των πιστώσεων για συμβασιούχους διδάσκοντες που περιλαμβάνει ο εφαρμοστικός νόμος της αποικιακής δανειακής σύμβασης.

Ούτε είναι τυχαίο ότι αυτοί που κραυγάζουν κατά των κινητοποιήσεων, όχι μόνο δεν παίρνουν θέση σε ό,τι συμβαίνει σήμερα στην κοινωνία, όχι μόνο αδιαφορούν για το πώς ευρύτερα κοινωνικά στρώματα αντιμετωπίζουν την προοπτική της φτωχοποίησης και της κοινωνικής καταστροφής, αλλά ενίοτε αρθρογραφούν και υπέρ της ανάγκης “μεταρρυθμίσεων”. Είναι τυχαίο ότι “συνάδελφοι” από ελληνικά πανεπιστήμια, από αυτούς που κατά καιρούς καθύβρισαν τις πανεπιστημιακές κινητοποιήσεις, εξακολουθούν να είναι στελέχη μιας κυβέρνησης που όλο και περισσότερο λειτουργεί ως κατοχικός εντολοδόχος ή ότι ο κ. Παπαδήμος πανεπιστημιακούς και δη εκ των λαλίστατων κατά των κινητοποιήσεων διάλεξε για συμβούλους, όπως π.χ. τον κ. Παγουλάτο;

Έχει έρθει η ώρα να πούμε τα πράγματα με το όνομά τους. Στο πανεπιστήμιο, όπως και σε ολόκληρη την κοινωνία, δεν είμαστε όλες και όλοι ίδιοι. Αυτοί που ήδη λειτουργούσαν ως μικροεπιχειρηματίες μέσα στα Πανεπιστήμια, διαχειριζόμενοι πανεπιστημιακή εξουσία αλλά και ροές χρηματοδοτήσεων, δεν είναι ίδιοι που όσες και όσους επέμειναν να λειτουργούν ως δάσκαλοι και ερευνητές. Αυτοί που στηρίζουν την επιχειρηματική μετάλλαξη και αποδέχονται την εξοντωτική συρρίκνωση της Ανώτατης Εκπαίδευσης δεν είναι ίδιοι με όσες και όσους αντιστάθηκαν και βρέθηκαν στο πλευρό των φοιτητών. Αυτοί που τώρα δεν εξεγείρονται ενάντια στη μετατροπή της χώρας τους σε “ζώνη καταστροφής” και νομιμοποιούν την εξαθλίωση, δεν μπορούν ποτέ να είναι ίδιοι με αυτούς που θέλουν να είναι κομμάτι μιας αγωνιζόμενης κοινωνίας.

Και ακριβώς επειδή δεν είμαστε ίδιες και ίδιοι στα πανεπιστήμια είναι ενεργή η σύγκρουση. Σύγκρουση αξιών, προτεραιοτήτων, ιδανικών. Από την έκβασή της θα κριθεί η πορεία που θα πάρει η ανώτατη εκπαίδευση, όπως από την έκβαση του ευρύτερου κοινωνικού αναβρασμού θα κριθεί που θα πάει η ελληνική κοινωνία.

Ο καθένας και η καθεμιά μας καλείται να διαλέξει με ποιον θα πάει και ποιον θα αφήσει: εάν θα είναι κομμάτι μιας μάχης για τη συλλογική αξιοπρέπεια του πανεπιστημίου και της κοινωνίας ή εάν θα γίνει τμήμα ενός μηχανισμού κοινωνικής ταπείνωσης. Άλλες επιλογές, καλώς ή κακώς, δεν υπάρχουν.

 

ΠΗΓΗ: http://aristerovima.gr/blog.php?id=3163

«Nέο» λύκειο ταξικών φραγμών & αμάθειας

Το «νέο» λύκειο των ταξικών φραγμών και της αμάθειας

 

Του Γιώργου Κ. Καββαδία*


 


ΟΤΑΝ ΤΟ ΠΑΛΙΟ ΜΕΤΑΜΦΙΕΖΕΤΑΙ ΣΕ ΝΕΟ

Ποιος κυβερνά αυτό τον τόπο; Το ιστορικό ερώτημα επανέρχεται, όχι μόνο από τις γενικότερες δραματικές εξελίξεις, αλλά και από τις επίσημες διακηρύξεις του Υπουργείου Παιδείας σχετικά με το νέο εξεταστικό σύστημα. Ως… «αντιεξουσιαστές στην εξουσία»  η ηγεσία και οι πρόθυμοι και διατεταγμένοι  ειδήμονες του Υπουργείου Παιδείας ασκούν δριμύτατη κριτική στο εφαρμοζόμενο εξεταστικό σύστημα και στο σχολείο που οι ίδιοι έχουν θεσμοθετήσει!

Οι ίδιοι καταγγέλλουν ότι «ανθεί ένα τεράστιο οικονομικό κύκλωμα παραπαιδείας,… αναπαράγονται κοινωνικοί φραγμοί, καθώς τα παιδιά των ασθενέστερων οικονομικά οικογενειών έχουν σαφέστατα πολύ λιγότερες ευκαιρίες», ότι «η ελληνική οικογένεια αιμορραγεί οικονομικά», ότι το Λύκειο «προσφέρει αποσπασματικού χαρακτήρα γνώσεις», ότι «οι μαθητές αναλώνονται πολύ στην αφομοίωση πολλών κατακερματισμένων πληροφοριών» (1) και τόσα άλλα …

 Ας μην  έχουμε αυταπάτες καμιά από τις «επίσημες» προτάσεις του ΥΠΕΠΘ, όσα περιτυλίγματα κι αν χρησιμοποιούν, δεν έρχονται να αλλάξουν προς το καλύτερο το επίπεδο του σχολείου, την είσοδο στις τριτοβάθμιες σπουδές, το επίπεδο των πανεπιστημιακών σπουδών και την επαγγελματική αποκατάσταση των αποφοίτων. Αντίθετα επιδιώκουν με την άθλια μαγιά των επιλογών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, να θεμελιώσουν μια εκπαίδευση που έχει έμβλημά της την ανταγωνιστικότητα, την ευελιξία, την ιδιωτικοποίηση, την εμπορευματοποίηση, το παραπέρα βάθεμα των ταξικών φραγμών. 


  Η ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΑΝΙΣΟΤΗΤΑ ΔΙΕΥΘΥΝΕΙ ΤΗΝ ΣΧΟΛΙΚΗ

 

 «Σε μια κοινωνία που στηρίζεται στην εκμετάλλευση, τα παιδιά ξεχωρίζονται, όπως και οι μεγάλοι, σε δύο κατηγορίες, σ’ εκείνα που πρόκειται να αποτελέσουν τη συνέχεια της κυρίαρχης τάξης και σ' εκείνα που πρόκειται να αποτελέσουν το μεγάλο στρατό της δουλειάς που δεν πληρώνεται όλη». Δημήτρης Γληνός

Η συνταγή τους παλιά και δοκιμασμένη. Οι εξετάσεις για μια ακόμα φορά αποτελούν την …ναυαρχίδα της «εκπαιδευτικής μεταρρύθμισής» τους. Προτείνουν λύσεις που ανασύρουν από τα… μουσεία των αποτυχημένων εξεταστικών συστημάτων του παρελθόντος: οι μαθητές θα διαγωνίζονται στο τέλος της χρονιάς σε πανελλαδικές εξετάσεις σε όλα τα μαθήματα. Όσοι περάσουν τα «φλεγόμενα στεφάνια» θα διεκδικήσουν την εισαγωγή τους στην Ανώτατη εκπαίδευση, στην τελευταία τάξη του Λυκείου, περνώντας από έναν ακόμη γύρο πανελλαδικών εξετάσεων σε 3-5 μαθήματα (τα οποία στην πραγματικότητα θα είναι τα διπλάσια καθώς το Υπουργείο παιδείας προσφέρει τρία σε… ένα τα φιλολογικά μαθήματα, τις φυσικές και μαθηματικές επιστήμες).

Αν μέχρι σήμερα τον αποκλειστικό στόχο της προετοιμασίας των μαθητών για την πρόσβαση στην τριτοβάθμια εκπαίδευση  τον είχε η Γ’ λυκείου, τώρα θα είναι στόχος όλων των τάξεων του λυκείου. Οι μαθητές θα εντάσσονται από τη Β' Λυκείου σε κατεύθυνση, θα κυνηγάνε από την Α' Λυκείου υψηλές επιδόσεις (γιατί θα μετράει η επίδοσή του στο Λύκειο στην πρόσβαση), θα κυνηγάνε εργασίες και μαθήματα με κριτήριο όχι το τι μαθαίνουν σ' αυτά τα τρία χρόνια, αλλά το σε ποια σχολή θέλουν να βρεθούν μετά από τρία χρόνια…. Έτσι  δρομολογείται η πρόωρη έξοδο ενός τμήματος του μαθητικού πληθυσμού από τις φτωχότερες τάξεις και τις πιο απομακρυσμένες περιοχές από την «κούρσα» του Λυκείου. Με αριστοτεχνικό τρόπο δημιουργούνται οι όροι που επιβάλλουν «αυτεπαγγέλτως» υψηλά ποσοστά απόρριψης και αποκλεισμού.

Η υλοποίηση των προτάσεων τους είναι δεμένη με ένα νήμα με όλα τα γνωστά παρεπόμενα των πανελλαδικών εξετάσεων (φροντιστηριοποίηση, αυξημένο ιδιωτικό κόστος, ταξικοί φραγμοί και διαχωρισμοί, αμάθεια, κλπ) ενώ παράλληλα όχι μόνο αφήνει άθικτους όλους τους φανερούς και σιωπηρούς μηχανισμούς της κοινωνικής επιλογής στο σχολείο, αλλά και τους εντείνει. H εκτόξευση στα ύψη των προσοστών της αποτυχίας των μαθητών του Λυκείου τα τελευταία χρόνια, πιστοποιεί ότι οι μη ευνοημένοι κοινωνικά μαθητές καλούνται να παίξουν το ρόλο της… Iφιγένειας για να φυσήξει ούριος άνεμος στον κυρίαρχο στόχο για φθηνό, ανταγωνιστικό και αποδοτικό σχολείο στην αυγή του νέου αιώνα.

Το προφίλ του «νέου» λυκείου είναι το εξής: φτηνό (με τριαντάρια τμήματα, τους απολύτως απαραίτητους καθηγητές και χωρίς (νέα) βιβλία), εξειδικευμένο, εξοντωτικό, ελιτίστικο και ταξικό. Εχθρικό και  αυστηρώς ακατάλληλο για οικογένειες που δεν μπορούν πλέον να θεωρήσουν ανελαστική τη δαπάνη της φροντιστηριακής εκπαίδευσης η οποία επεκτείνεται σε όλα τα χρόνια. Τελικά, τα μέτρα για το «νέο Λύκειο» θα μπορούσαν, με μια φράση να χαρακτηριστούν μέτρα «για την ενίσχυση και τη διεύρυνση των φροντιστηρίων»…

Πρόκειται για μέτρα που ενισχύουν τη μαθητική διαρροή που παρουσιάζει έξαρση. Τα στοιχεία της έρευνας σοκάρουν και αποκαλύπτουν το αποκρουστικό και ταξικό πρόσωπο της εκπαιδευτικής πολιτικής των κυβερνήσεων. 37.652 μαθητές κάθε χρόνο εγκαταλείπουν τα θρανία της πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, ενώ υπολογίζεται ότι αυξήθηκαν οι δαπάνες που καταβάλλουν οι ελληνικές οικογένειες για την εκπαίδευση των γονιών τους προσεγγίζοντας τα 5,2 δις. ευρώ το χρόνο. (Κέντρο Ανάπτυξης Εκπαιδευτικής Πολιτικής (ΚΑΝΕΠ) της ΓΣΕΕ).

Και βέβαια οι «εξόριστοι» του σχολείου προέρχονται από τις φτωχότερες τάξεις και τις πιο απομακρυσμένες περιοχές της χώρας. Γενικότερα, αποκαλύπτεται από ανάλογες έρευνες ότι οι μαθητές από αστικά κέντρα και ευνοημένο οικογενειακό περιβάλλον (οικονομικά, κοινωνικά, μορφωτικά) παρουσιάζουν πάντα, ανεξάρτητα από τον τόπο καταγωγής, υψηλότερα ποσοστά επιτυχίας συγκριτικά με τις φτωχές αγροτικές περιοχές ή περιοχές που κατοικούνται στην πλειοψηφία τους από ασθενέστερα κοινωνικά ή οικονομικά στρώματα. Όσο υπάρχει ο κλειστός αριθμός εισακτέων, «numerus clausus», τόσο οι εξετάσεις θα λειτουργούν σαν μηχανισμοί ταξικής επιλογής ευνοώντας τους μαθητές από τις προνομιούχες τάξεις και αποκλείοντας τους «άλλους». Όσοι από τις φτωχότερες τάξεις και στρώματα δεν πετύχουν, είναι «ελεύθεροι και ικανοί» να ασκήσουν διάφορα τεχνικά επαγγέλματα ή να γίνουν ανειδίκευτοι εργάτες ή να ακολουθήσουν τους δρόμους της ανεργίας και του κοινωνικού αποκλεισμού.  Αυτό δείχνει ξεκάθαρα ότι οι κοινωνικές ανισότητες διαπλέκονται με τις γεωγραφικές και μετατρέπονται σε εκπαιδευτικές. Με άλλα λόγια η κοινωνική ανισότητα διευθύνει τη σχολική.

 

ΕΞΕΤΑΣΤΙΚΟΚΕΝΤΡΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ


Στην υλοποίηση των προτάσεων του Υπουργείου Παιδείας, εμφιλοχωρεί ο κίνδυνος, η μαθησιακή διαδικασία να καταδυναστευτεί ολοκληρωτικά από το «άπλωμα» των εξεταστικών δοκιμασιών και την ανάγκη ανταπόκρισης σ’ αυτές και εκπαιδευτικοί και εκπαιδευόμενοι να μεταφέρουν στην «καρδιά» της σχολικής αίθουσας ρόλους εξεταστών – διορθωτών – βαθμολογητών, αφ’ ενός, και εξεταζομένων, αφ’ ετέρου, αφού το εκπαιδευτικό έργο καλείται να εστιάσει σε μια «τεχνολογία» των εξετάσεων, στην οργάνωση και διευθέτηση των προβλεπόμενων εξεταστικών δοκιμασιών. Η ιεραρχημένη σχέση δασκάλου/μαθητή ή γενικότερα διδάσκοντα/διδασκόμενου – αυταρχική ή συνεργατική αρχικά, αντικαταστάθηκε από τη σχέση εκπαιδευτού / εκπαιδευόμενου, ενώ όσο αφορά το νέο σχολείο έχουμε μεταπέσει στη σχέση παρόχου εκπαιδευτικών υπηρεσιών (δάσκαλος) / πελάτη (μαθητής). (2).

Όμως, ο εκπαιδευτικός ως «δρων υποκείμενο» δεν μπορεί να βολεύεται με το ρόλο του «υπαλλήλου ιδεολογίας» και διεκπεραιωτή των εξετάσεων. O «αποτελεσματικός» εκπαιδευτικός, σύμφωνα με μια χυδαία αντίληψη του πελάτη – καταναλωτή, είναι αυτός που προσανατολίζει τη μαθησιακή διαδικασία και προετοιμάζει τους μαθητές μονοσήμαντα για τις εξετάσεις. Oι εξετάσεις γίνονται εργαλεία που μετατρέπουν τη διαδικασία της μόρφωσης σε εξάσκηση για το κυνήγι «χρήσιμων γνώσεων», που αποφέρουν βαθμούς. Έτσι οι γνώσεις αποκτούν ανταλλαξιμότητα, μετατρέπονται σε εμπόρευμα.

Σε ένα απόσπασμα της «πρότασης για το Νέο Λύκειο», αναφέρεται: «Τα αποτελέσματα του Λυκείου μπορούν να αξιολογηθούν αναφορικά με δυο διαστάσεις:

α) τις ακαδημαϊκές επιδόσεις των μαθητών και

β) την απορρόφηση των αποφοίτων από την αγορά εργασίας». (5)

Με άλλα λόγια ενοχοποιούνται οι εκπαιδευτικοί τόσο για τις επιδόσεις των μαθητών τους, όσο και για το ότι δεν βρίσκουν δουλειά! Σύμφωνα με Δελτίο Τύπου του υπουργείου, η αξιολόγηση θα αφορά σχολεία και εκπαιδευτικούς και θα είναι και εξωτερική. Στόχος της είναι η καταπάτηση εργασιακών δικαιωμάτων και η εξάλειψη της όποιας παιδαγωγικής αυτονομίας, η ανατροπή των εργασιακών σχέσεων και της μονιμότητας, αλλά και η κατηγοριοποίηση των σχολικών μονάδων.

 

ΟΙ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ ΤΗΣ ΑΜΑΘΕΙΑΣ


Γενικότερα  η εξετασιομανία που διαπερνά το εκπαιδευτικό σύστημα αποτελεί τη νεκρολογία της επαφής των μαθητών με την ουσία της γνώσης. Οι εξετάσεις γίνονται εργαλεία που μετατρέπουν τη διαδικασία της μόρφωσης σε εξάσκηση για το κυνήγι «χρήσιμων γνώσεων» που αποφέρουν βαθμούς Σημασία έχει η παροχή «συνταγών επιτυχίας»  για τη συλλογή μορίων. Οι μαθητές  «μαθαίνουν» τις σχολικές γνώσεις, αρκετοί περνούν με επιτυχία τις εξετάσεις, αλλά δεν τις κατανοούν. Δεν μπορούν να συνδέσουν τις επιμέρους γνώσεις από τα διάφορα  μαθήματα προκειμένου να ερμηνεύσουν τον κόσμο στον οποίο ζουν.

Παράλληλα, να τονίσουμε ότι δεν υπάρχουν ενδείξεις ότι τα τεστ τύπου πολλαπλής επιλογής προάγουν την κριτική σκέψη και άλλες συναφείς δραστηριότητες, καθώς δέχονται σοβαρές αμφισβητήσεις. Τι αλήθεια μπορεί να προκύψει για την αξιολόγηση της επίδοσης του μαθητή, αν επιτύχει να κυκλώσει σωστά το τάδε γράμμα ή να βάλλει ένα σταυρό στη θέση του «σωστού» ή του «λάθους»; Τι σχέση έχει με κριτική επεξεργασία μια άσκηση όπου ο μαθητής καλείται να συμπληρώσει τα κενά της φράσεως με τις κατάλληλες λέξεις; Μήπως η αντιστοίχηση των ονομάτων των συγγραφέων μιας στήλης με τους τίτλους των έργων της απέναντι πιστοποιεί κριτική οξύνοια;

Τι ελέγχεται, αλήθεια, με αυτά που παρουσιάζονται σαν τη λυδία λίθο της αξιολόγησης των μαθητών; Θραύσματα γνώσεων και επιλεκτικής μνήμης που δεν είναι παρά μία από τις μορφές που παίρνει η ικανότητα συγκράτησης πληροφοριών, η οποία δρομολογείται στα ίδια ίχνη της αποστήθισης που υποτίθεται έρχεται να αναιρέσει. Δεν θα ήταν υπερβολή να σημειώσουμε ότι πολλές φορές καμιά άσκηση δεν εξηγεί τόσο πλήρως τις διανοητικές ελλείψεις των μαθητών όσο η εσωτερική συσχέτιση γνώσης και σκέψης με τη σημείωση των επιλογών πάνω σε διακεκομμένες γραμμές. (3)

Μπορεί να διακηρύσσουν ότι «το Λύκειο γίνεται βαθμίδα απόκτησης στέρεης γενικής παιδείας»(1), αλλά η αλήθεια είναι διαφορετική. Η γενική – ανθρωπιστική εκπαίδευση και ως έννοια χρησιμοποιείται όλο και λιγότερο και ανασημασιοδοτείται, ώστε μαζί με την κατάρτιση να αποτελούν εργαλεία στην υπηρεσία της οικονομίας. Οι επίσημες διακηρύξεις αναφέρονται στη «βελτίωση των ικανοτήτων για τον 21ο αιώνα», για ένα «εκπαιδευτικό σύστημα ανταγωνιστικό στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης… ». Το σχολείο και οι σχολές  προορίζονται να τροφοδοτούν την αγορά με εξειδικευμένο προσωπικό το οποίο, κατά τη διάρκεια της επαγγελματικής του ζωής, θα μπορεί να επανακαταρίζεται διαδοχικά σε δεξιότητες που, κατά περίπτωση, θα επιζητούν οι επιχειρήσεις. Οι δεξιότητες που προσφέρει μια κατάρτιση δίχως ενιαία και ολόπλευρη μόρφωση, απαξιώνονται γρήγορα, από την εξέλιξη και μόνο της τεχνολογίας. Επιδιώκεται έτσι να διαμορφωθεί ένας τύπος ανθρώπου και, κυρίως, εργαζομένου που πρέπει να είναι ευέλικτος και προσαρμόσιμος στις αλλαγές στην αγορά εργασίας και κυρίως παραγωγικός και πειθήνιος.


Η ΑΝΤΙΠΑΛΗ ΠΡΟΤΑΣΗ


Δεν υπάρχει «φαεινή ιδέα» στο εξεταστικό, πολύ περισσότερο δεν υπάρχει αντίπαλη κοινωνικοπολιτική πρόταση αν δεν τοποθετηθεί κανείς για την ουσία της σχολικής εκπαίδευσης. Οφείλουμε να μιλήσουμε για την εκπαίδευση και το σχολείο σε συνάρτηση με τις καπιταλιστικές σχέσεις παραγωγής, κοντολογίς με το σύστημα εκμετάλλευσης που προσδιορίζει και καθορίζει τη σχολική εκπαίδευση.

Η νεοφιλελεύθερη επιλογή της κυβέρνησης είναι σαφής: Η γνώση από κοινωνικό αγαθό και δικαίωμα μετατρέπεται σε εμπόρευμα και ατομική δυνατότητα, σ’ ένα σχολείο επιλεκτικό και υποταγμένο στους νόμους της αγοράς. Γι’ αυτό και το ζητούμενο σήμερα δεν είναι το «λίφτινγκ» του εξεταστικού συστήματος. Στα πλαίσια αυτά πρέπει να σταθούμε κριτικά απέναντι στο περιεχόμενο, τις μορφές και τις κατευθύνσεις των αναλυτικών προγραμμάτων και βιβλίων και στις σχολικές πρακτικές (τι, πως και γιατί μαθαίνουν οι μαθητές) που εντυπώνουν στους μαθητές μας από την πιο τρυφερή ηλικία, αντιλήψεις, πεποιθήσεις και στάσεις για τη φύση και την κοινωνία απαραίτητες για την «παραγωγή» παθητικών, συντηρητικών προσωπικοτήτων .

Να σταθούμε κριτικά απέναντι στην τεμαχισμένη, αποσπασματική και τυποποιημένη γνώση. Τα  νέα βιβλία  πέρα από την  ιδεολογική μονομέρεια, την αντιεπιστημονικότητα, και το μυθολογικό – θεολογικό τρόπο προσέγγισης της πραγματικότητας, θρυμματίζουν τις γνώσεις με  αποτέλεσμα να χάνεται η σχέση αιτίας και αποτελέσματος καθώς και κάθε νόημα σε τέτοιο βαθμό που οδηγούν σε βιασμό της πνευματικής συγκρότησης

Να μιλήσουμε για τις χιλιάδες μαθητών για τους οποίους η συζήτηση για το σύστημα πρόσβασης στην Ανώτατη εκπαίδευση είναι έξω από το οπτικό τους πεδίο καθώς δεν ολοκληρώνουν ούτε καν την υποχρεωτική – εδώ και αρκετές δεκαετίες – 9χρονη εκπαίδευση.

Γι’ αυτό είναι αναγκαία η ανάπτυξη ενός ευρύτατου μορφωτικού- πολιτιστικού κινήματος που να εναντιώνεται στην εκπαίδευση της αγοράς και των επιχειρήσεων, μιας εκπαίδευσης που προκρίνει στη θέση της μόρφωσης και της ολοκληρωμένης γνώσης την εκμάθηση δεξιοτήτων, τη συσσώρευση πληροφοριών και ασπόνδυλες γνώσεις. Ένα κίνημα που θα υπερασπίζεται τη γνώση ως κοινωνικό αγαθό και δικαίωμα όλων. Συνάμα, το αίτημα για την κατοχύρωση του δικαιώματος στη μόρφωση για όλους πρέπει να προβάλλεται μαζί με το δικαίωμα στην εργασία για όλους.

Σήμερα περισσότερο από ποτέ άλλοτε έχουμε ανάγκη από ένα σχολείο που να αγκαλιάζει όλα τα παιδιά χωρίς αποκλεισμούς και διακρίσεις, όπου πρωταρχική σημασία έχει ο πνευματικός εξοπλισμός των μαθητών, η καλλιέργεια «ελεύθερων και δημοκρατικών πολιτών», έτσι ώστε να μπορουν να αντιμετωπίσουν κριτικά την κοινωνία με την ενεργή συμμετοχή τους και παρέμβαση σ ΄ όλα τα επίπεδα της κοινωνικής δραστηριότητας.   


ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ – ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ


(2) Υπουργείο Παιδείας: Η πρόταση για τις αλλαγές στο Λύκειο και το σύστημα πρόσβασης, Δελτίο τύπου, 1 – 2 – 2012.

(2) Αγγελική Χρονοπούλου, Γιάννης Κερασαρίδης, Μάκης Μαυρέλης, Μανώλης Μορόγλου, Τα νέα μέτρα για το «νέο Λύκειο»: κριτική προσέγγιση, 21 – 5 – 2011

(3) Χρήστος  Κάτσικας, Το νέο λύκειο των ταξικών χαρακωμάτων και της ημιμάθειας, "Alfavita.gr”, 4 – 2 – 2012

(4) Γιώργος Κ. Καββαδίας – Χρήστος Κάτσικας, Η ανισότητα στην ελληνική εκπαίδευση, Εκδόσεις Gutenberg

(5) Γιώργος Κ. Καββαδίας, ΤΟ «ΝΕΟ ΣΧΟΛΕΙΟ»: ΜΥΘΟΙ ΚΑΙ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ, Ή πώς το «νέο σχολείο» του ΠΑΣΟΚ ταυτίζεται με το «αποκεντρωμένο» σχολείο της αγοράς «Αντιτετράδια»  τ.96

 

* Ο Γιώργος Κ. Καββαδίας είναι εκπαιδευτικός – ερευνητής,  http://gkavadias.blogspot.com

 

ΠΗΓΗ: 10-2-2012, http://www.alfavita.gr/artrog.php?id=57140

PSI του Λυκείου με τετραπλό εξεταστικό τείχος

PSI του Λυκείου με τετραπλό εξεταστικό τείχος

 Σε «κούρεμα» του Λυκείου από τους μαθητές του οδηγεί το εξεταστικό που παρουσίασε η Α. Διαμαντοπούλου

 

Της Π. Στεφανάκου

 

 

Μόνο ως πρόκληση στην ελληνική οικογένεια, που αγκομαχά για να βγάλει όχι τον μήνα πια, αλλά τη μέρα, μπορεί να θεωρηθεί η πρόταση Διαμαντοπούλου για τον τρόπο απόκτησης του απολυτηρίου και την εισαγωγή στην τριτοβάθμια εκπαίδευση. Αν οι εταίροι της κ. Διαμαντοπούλου στη συγκυβέρνηση δώσουν τη συγκατάθεσή τους (προς το παρόν τηρούν σιγή ιχθύος), η φιλόδοξη υπουργός θα μπορεί να «μοστράρει» στην τρόικα ως μια πολιτικός με πραγματικά «δημιουργικό έργο», αφού θα έχει καταφέρει να κάνει το Λύκειο ένα απρόσιτο, για τους πολλούς, είδος πολυτελείας, μειώνοντας δραστικά τις δαπάνες λειτουργίας του.

Ό,τι πιο ακραίο

Η πρόταση για το εξεταστικό που δημοσιοποιήθηκε (όλως τυχαίως) την επομένη της συνάντησης Βενιζέλου – Λοβέρδου, προκαλώντας έκπληξη ακόμα και σε στενούς συνεργάτες της υπουργού Παιδείας (πόσω μάλλον στους «ξένους» του υπουργείου), είναι πλήρως εναρμονισμένη με τις ακρότητες της ΔΝΤ εποχής. Είναι ένα ακραίο σύστημα πανελλαδικών εξετάσεων από την Α’ Λυκείου, που όμοιό του ούτε έζησε, ούτε άκουσε ποτέ η Ελλάδα. Ακόμη και η «μεταρρύθμιση Αρσένη» προέβλεπε δύο πανελλαδικές εξετάσεις, στη Β’ και στη Γ΄ Λυκείου, που, όμως, έδιναν το εισιτήριο εισαγωγής στην τριτοβάθμια εκπαίδευση σε όσους κατάφερναν να τις περάσουν, ακόμη και αν ήταν δεύτερης θέσης.

Το σύστημα που προτείνει η Α. Διαμαντοπούλου για να ισχύσει στο σύνολό του από το 2015 και εν μέρει από το 2014, ούτε αυτό δεν κάνει. Η πρόταση έχει ως εξής: Πανελλαδικές εξετάσεις και στις τρεις τάξεις του Λυκείου για την απόκτηση του απολυτηρίου. Οι πανελλαδικές εξετάσεις στην Γ’ Λυκείου χωρίζονται σε δύο ομάδες θεμάτων. Οι επιδόσεις των μαθητών στην πρώτη ομάδα υπολογίζονται για την απόκτηση και το βαθμό του απολυτηρίου. Σ’ αυτές τις εξετάσεις προσέρχονται υποχρεωτικά όλοι οι μαθητές. Οι εξετάσεις στη δεύτερη ομάδα θεμάτων κρίνουν την εισαγωγή στην ανώτατη εκπαίδευση. Πραγματοποιούνται την ίδια ημέρα (φανταστείτε την εικόνα) και απευθύνονται στους μαθητές που θέλουν να περάσουν στο πανεπιστήμιο.

Στα 35 και βάλε τα εξεταζόμενα μαθήματα

Οι μαθητές θα δίνουν όλα τα μαθήματα που διδάσκονται σε κάθε τάξη (εξαιρείται η Ερευνητική Εργασία και εννοείται η Φυσική Αγωγή). Δηλαδή πόσα; Το θέμα είναι ανοικτό, αλλά μην περιμένετε να είναι κάτω από 35! Το πρόγραμμα σπουδών για το νέο Λύκειο που είχε δημοσιοποιήσει η Α. Διαμαντοπούλου πριν από λίγους μήνες, μετά τις τελευταίες ανακοινώσεις της, δεν ισχύει, καθώς εκείνο το Λύκειο ήταν Λύκειο κατευθύνσεων με ελάχιστα υποχρεωτικά μαθήματα, ενώ το τωρινό ακόμα ψάχνεται για το τι θα είναι. Κατά δήλωση της υπουργού θα παρέχει «στέρεη γενική παιδεία και μαθήματα επιλογής», που όμως θα πραγματοποιούνται μόνο αν έχει μαζευτεί ικανοποιητικός αριθμός μαθητών. Πάντως, από τα ανακοινωθέντα προκύπτει ότι οι μαθητές της Α’ Λυκείου θα εξετάζονται τουλάχιστον σε 10 μαθήματα, οι μαθητές της Β’ Λυκείου σε 14, οι μαθητές της Γ’ Λυκείου σε 10, ενώ για την εισαγωγή στην τριτοβάθμια εκπαίδευση οι μαθητές θα εξετάζονται μίνιμουμ σε τρία μαθήματα και αν θέλουν να διευρύνουν το φάσμα των επιλογών τους, σε τέσσερα ή και πέντε. Το ένα απ’ αυτά θα είναι υποχρεωτικά η Γλώσσα.

Με τον Αρσένη οι μαθητές διαγωνίζονταν σε 26 μαθήματα και τότε είχε φανεί τρομακτικό, όπως απέδειξαν οι αντιδράσεις που συνόδευσαν τις ανακοινώσεις και την εφαρμογή του συστήματος. Η «μεταρρύθμιση» του κ. Αρσένη δεν άντεξε ούτε μια τριετία και άρχισε το ξήλωμά της, ο δε Γεράσιμος έμεινε εκτός… Βουλής. Ο κόσμος με παιδιά εκείνης της ηλικίας δεν ξέχασε τι τράβηξε με τις διπλές πανελλαδικές εξετάσεις σε 26 μαθήματα! Αν τότε το σύστημα είχε χαρακτηριστεί πόλεμος κατά της εφηβείας, τώρα πώς πρέπει να το πούμε; Εξόντωση;

Η ύλη και οι… στάσεις

Στη βιασύνη της η υπουργός Παιδείας να δημοσιοποιήσει το εξεταστικό ξέχασε (;) να διευκρινίσει μια βασική «λεπτομέρεια». Αν θα μετράει ο βαθμός του απολυτηρίου που θα το έχει πάρει κάποιος μετά από τριπλές πανελλαδικές εξετάσεις, στην εισαγωγή στο πανεπιστήμιο. Θα το αποφασίσει, λέει, ο ανεξάρτητος (από ποιον;) Εθνικός Οργανισμός Εξετάσεων, ο οποίος θα αναλάβει όλο το πακέτο των θεμάτων που σχετίζονται με τις εξετάσεις. Μια άλλη… λεπτομέρεια που θα αναλάβει να διευκρινίσει αυτός ο Οργανισμός είναι σε ποια ύλη θα διαγωνίζονται οι μαθητές. Στο κείμενο που δημοσιοποίησε η Α. Διαμαντοπούλου, αναφέρεται στα ελληνικά και για επεξήγηση και στα αγγλικά ότι το σημερινό σύστημα των εισαγωγικών εξετάσεων δεν είναι έγκυρο (valid), διότι «τα θέματα αφορούν σε ένα περιορισμένο μόνο τμήμα της ύλης της τελευταίας μόνο τάξης του Λυκείου». Από την εφαρμογή του συστήματος, η εξεταστέα ύλη που θα ορίζεται από τον Ανεξάρτητο Οργανισμό θα είναι «με βάση θεματικές ενότητες ή μονάδες» και θα αξιολογούνται «γνώσεις, δεξιότητες και στάσεις» (τι είναι τούτο πάλι και δεν έχει και αγγλική επεξήγηση;).

Όλα αυτά, κατά την επιστημονική επιτροπή που επεξεργάστηκε την πρόταση Διαμαντοπούλου, και αποτελείται από τους Α. Δημαρά, Γ. Καζάζη, Γ. Μπαμπινιώτη και τη στενή συνεργάτιδα του Α. Σπηλιωτόπουλου, Ν. Γκοτσοπούλου, θα αποσυνδέσουν τις εξετάσεις για την απόκτηση του απολυτηρίου Λυκείου από τις εξετάσεις για την εισαγωγή στην ανώτατη εκπαίδευση και θα δώσουν πρόσθετο κύρος στο απολυτήριο. Το πρώτο είναι προφανές ότι δεν ισχύει (πανελλαδικές για απολυτήριο και πανελλαδικές για εισαγωγή διεξάγονται τις ίδιες ημέρες), το δεύτερο (sorry που θα το πω) θα δρομολογήσει τέτοιες δυσμενείς εξελίξεις που καλύτερα ας λείπει το βύσσινο. Άλλωστε το πρόβλημα του απολυτηρίου, ως χαρτί, δεν είναι ότι δεν προέρχεται από πανελλαδικές εξετάσεις, αλλά ότι δεν έχει κανένα αντίκρισμα στην αγορά εργασίας.

Υπό τριετή αναστολή

Η εφαρμογή ενός τέτοιου συστήματος δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι θα έχει δραματικές συνέπειες σε όλα τα επίπεδα. Οι πανελλαδικές εξετάσεις λειτουργούν ως οδοστρωτήρας του σχολείου και της ζωής γονιών και παιδιών. Το ζουν όλοι οι γονείς με παιδιά στην Γ’ Λυκείου και κυρίως το ζουν τα παιδιά. Όλα υπάρχουν και κινούνται γύρω από τις εξετάσεις και το «εξεταστικά» χρήσιμο. Σε ποια άλλη χώρα συμβαίνει αυτό; Σε ποια άλλη χώρα η ζωή ενός δεκαεπτάχρονου παιδιού τελεί για ένα χρόνο υπό αναστολή; Τώρα θα αναστέλλεται για τρία χρόνια;

Δεύτερον, πανελλαδικές εξετάσεις χωρίς φροντιστήριο δεν υπάρχουν. Είναι αξίωμα κι ας μην κρυβόμαστε πίσω από το δάκτυλό μας. Ελάχιστα είναι τα παιδιά που θα ανταποκριθούν στις αυξημένες απαιτήσεις μιας πανελλαδικής εξέτασης που τσουβαλιάζει όλους τους μαθητές και δεν παίρνει υπόψη της καμία ιδιομορφία, χωρίς να έχουν παρακολουθήσει φροντιστήριο. Άλλωστε μας το λέει και η ιστορία. Η «μεταρρύθμιση» Αρσένη εκτός από την έκρηξη οργής, προκάλεσε και έκρηξη φροντιστηρίων. Μόνο που τότε ήταν άλλες εποχές. Τώρα ο κόσμος δεν έχει να πληρώσει. Γιατί η υπουργός Παιδείας φέρνει τους γονείς σε τέτοια απόγνωση;

Θα κάνει, λέει, μαθήματα «εμβάθυνσης» και δεν θα χρειάζεται φροντιστήριο. Είναι το πιο σύντομο ανέκδοτο, μόνο που δεν βγάζει γέλιο.

Το κοφτήρι των πανελλαδικών

Οι πανελλαδικές εξετάσεις είναι κοφτήρι. Το 1999, ένας στους τρεις μαθητές που έδωσε στις πανελλήνιες της Β’ Λυκείου έμεινε μετεξεταστέος. Στο σημερινό σχολείο της φωτοτυπίας, των συγχωνεύσεων και των καταργήσεων, στο σχολείο που κρυώνει και που ήδη πολλά παιδιά προσέρχονται πεινασμένα, ποια θα ήταν η αναλογία; Και ποια η αντίδραση;

Το σύστημα Διαμαντοπούλου, μετά βεβαιότητας, θα αποψιλώσει το Λύκειο, πετώντας στο εκπαιδευτικό και κοινωνικό περιθώριο όσους δεν αντέξουν τον εξεταστικό μαραθώνιο. Το κέρδος για το δημοσιονομικό θα είναι πράγματι μεγάλο. Λιγότερα παιδιά σημαίνουν λιγότερα Λύκεια, λιγότεροι καθηγητές (ενδεχομένως και απολυμένοι καθηγητές, αφού οι επιδόσεις των μαθητών θα αποτελούν το βασικό κριτήριο για την αξιολόγηση του εκπαιδευτικού έργου).

Με τέτοιο «δημιουργικό σχέδιο», η Α. Διαμαντοπούλου πάει να μπει σφήνα στη συμμαχία Βενιζέλου – Λοβέρδου. Η Ελλάδα, είπε, μιλώντας για τα σχέδιά της, δεν είναι μόνο PSI. Ο πρωθυπουργός της συγκυβέρνησης στον οποίο πόνταρε η υπουργός ότι θα τη συγχαρεί για τις δηλώσεις της, πηγαίνοντας την Παρασκευή στο υπουργείο για να κηρύξει την έναρξη μιας ημερίδας για την αριστεία, την άφησε στα κρύα του λουτρού. Έστειλε τον Π. Καψή για να πει ότι ο πρωθυπουργός ασχολείται με το PSI. Εμείς που κινδυνεύουμε να λουστούμε τα σχέδια της υπουργού, ας συμφωνήσουμε εν μέρει μαζί της, κι ας εμποδίσουμε το PSI του Λυκείου.

 

ΠΗΓΗ: «Η Αυγή», 05/02/2012, http://avgi.gr/ArticleActionshow.action?articleID=667349

Η ΟΙΕΛΕ ΘΕΜΕΛΙΩΝΕΙ ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΑ ΤΟ ΝΕΟ ΛΥΚΕΙΟ

Η ΟΙΕΛΕ ΘΕΜΕΛΙΩΝΕΙ ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΑ ΤΟ ΝΕΟ ΛΥΚΕΙΟ ΤΗΣ ΑΓΟΡΑΣ ΠΟΥ ΠΡΟΤΕΙΝΕΙ ΤΟ  ΥΠΔΒΜΘ

 

Του Παναγιώτη Κουτσαντώνη

 

Δεν πρόλαβε καλά καλά να βγει στο φως της δημοσιότητας η «Πρόταση για το Νέο Λύκειο και το σύστημα πρόσβασης στην Tριτοβάθμια Εκπαίδευση», και οι πρώτοι που προθυμοποιήθηκαν να συνεισφέρουν “δημιουργικά” με τις απόψεις τους στο διάλογο του ΥΠΔΒΜΘ ήταν η πλειοψηφία της ΠΑΣΚΕ  της ΟΙΕΛΕ.

Με μια εσπευσμένη ανακοίνωση, την οποία ανάρτησε στις 3/02/2012 στο www.oiele.gr, χωρίς να συνεδριάσει το ΔΣ της ομοσπονδίας, η πλειοψηφία της ΟΙΕΛΕ εκφράζει ανοιχτά την πρόθεσή της να συνεισφέρει  στο διάλογο με ιδέες και προτάσεις που έχει επεξεργαστεί μέσω έρευνας.

Ίσως ο αγώνας τώρα δικαιώνεται για την πλειοψηφούσα παράταξη της ΠΑΣΚΕ της ΟΙΕΛΕ, αφού η νέα πρόταση του ΥΠΔΒΜΘ στηρίζεται στην έρευνα που διεξήγαγε το 2010 το ΚΑΝΕΠ/ΓΣΕΕ. Οι συντάκτες της πρότασης του ΥΠΔΜΘ αναφέρουν ως βασική βιβλιογραφική πηγή τεκμηρίωσης των προτάσεων τους, την  παραπάνω έρευνα του  Κέντρου Ανάπτυξης Εκπαιδευτικής Πολιτικής  της ΓΣΕΕ. Για όσους δεν γνωρίζουν, ενημερώνω, ότι  επιστημονικός υπεύθυνος της έρευνας ήταν ο  Νίκος Παϊζης, ο οποίος τυγχάνει να είναι Β’ Αντιπρόεδρος & Υπ. Εκπ. Θεμάτων της ΟΙΕΛΕ. Επίσης, ιδρυτικό μέλος και διευθύνων σύμβουλος του ΚΑΝΕΠ/ΓΣΕΕ είναι  ο Μιχάλης Κουρουτός, ο οποίος τυγχάνει και πρόεδρος της ΟΙΕΛΕ.   

Για την ιστορία, πρέπει να υπενθυμίσουμε ότι η ηγεσία της ΟΙΕΛΕ στήριζε και στηρίζει με ιδιαίτερο ζήλο το διάλογο με το Υπουργείο Παιδείας και  συμμετείχε και συμμετέχει ενεργά και θεσμικά σε όλες τις συναινετικές διαδικασίες διάλυσης του δημόσιου χαρακτήρα του σχολείου στην κατεύθυνση δημιουργίας του νεοφιλελεύθερου σχολείου της αγοράς. Αποδεικνύεται περίτρανα ότι η ΟΙΕΛΕ αποτελούσε το Δούρειο Ίππο των αντιδραστικών αλλαγών που προωθούνταν από τα πάνω στο χώρο της εκπαίδευσης. Σήμερα, σε συνθήκες κρίσης δίνει «χείρα βοηθείας» στην υπουργό Παιδείας, της κυβέρνησης του μαύρου μετώπου, ΔΝΤ και Τρόικας, για να περάσουν το «μορφωτικό οδοστρωτήρα» που προωθείται μέσω των αλλαγών που κομίζει η πρόταση του Υπουργείου για το νέο λύκειο και το σύστημα πρόσβασης στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση. 

Στην ουσία, με το σχέδιο που έδωσε στη δημοσιότητα το Υπουργείο Παιδείας για το λύκειο και την πρόσβαση στην Ανώτατη Εκπαίδευση, διαμορφώνεται το λύκειο της διαφοροποίησης, της αμάθειας και της αγοράς http://www1.rizospastis.gr/adjacent.do?publDate=3/2/2012&id=13886&direction=-1

Ο  εξεταστικοκεντρικός προσανατολισμός του νέου λυκείου θα οδηγήσει σε αύξηση της μαθητικής διαρροής και η προτεινόμενη αξιολόγηση σε απαξίωση  των εκπαιδευτικών (http://www.alfavita.gr/artrog.php?id=56552).

Το όλο σύστημα είναι προσαρμοσμένο κατά κύριο να μετακινήσει βίαια ένα σημαντικό ποσοστό μαθητών από την εκπαίδευση στην κατάρτιση με  παραπέρα αύξηση της παραπαιδείας( http://olme-attik.att.sch.gr/new/?p=2247).

 

Πάτρα, 6-2-2012

 

* Ο Παναγιώτης Κουτσαντώνης είναι μέλος Δ.Σ. ΟΙΕΛΕ. Εκλεγμένος με την Αγωνιστική Συνδικαλιστική Κίνηση (Α.Σ.Κ.), p.koutsantonis@yahoo.gr

ΝΕΟ ΛΥΚΕΙΟ ΤΑΞΙΚΩΝ ΧΑΡΑΚΩΜΑΤΩΝ & ΗΜΙΜΑΘΕΙΑΣ

ΤΟ ΝΕΟ ΛΥΚΕΙΟ ΤΩΝ ΤΑΞΙΚΩΝ ΧΑΡΑΚΩΜΑΤΩΝ ΚΑΙ ΤΗΣ ΗΜΙΜΑΘΕΙΑΣ

 

Η "παλινόρθωση" μιας εξεταστικοκεντρικής οργάνωσης του Λυκείου, όχημα για την αποψίλωση του μαθητικού πληθυσμού και την αξιολόγηση – απόρριψη των εκπαιδευτικών

 

Του Χρήστου Κάτσικα


 (Υπογράφουν και: Εκπαιδευτικός Όμιλος / Αντιτετράδια της εκπαίδευσης)

 
                Αν κανείς κοιτάξει, τα τελευταία τριάντα χρόνια, τις διακηρύξεις των υπουργών Παιδείας, και άλλων παραγόντων, κάθε φορά που μιλούσαν για αλλαγή ή άλλαζαν το σύστημα πρόσβασης στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, θα εκπλαγεί: τα αποτελέσματα των νέων τρόπων πρόσβασης στα ΑΕΙ – ΤΕΙ ήταν εντελώς αντίθετα από τις υποσχέσεις τους!

Παράλληλα κάθε φορά που η όποια πολιτική ηγεσία του Υπουργείου προχωρούσε σε αλλαγές στη Λυκειακή βαθμίδα και στο σύστημα πρόσβασης στην Ανώτατη εκπαίδευση, δικαιολογούσε τις αλλαγές μέσα από μια ανελέητη κριτική του προηγούμενου συστήματος ξεχνώντας βέβαια ότι οι ίδιοι το είχαν θεσπίσει.  Για παράδειγμα οι ίδιες πολιτικές δυνάμεις που πριν λίγα χρόνια έκαναν αλλαγές στο Λύκειο και στο σύστημα πρόσβασης, οι ίδιες ακριβώς (ΠΑΣΟΚ και Ν.Δ) ανακαλύπτουν ότι «το Λύκειο, όπως λειτουργεί σήμερα, είναι κατά βάση μια βαθμίδα που προσφέρει αποσπασματικού χαρακτήρα γνώσεις»…ότι «αποθαρρύνει τη δημιουργικότητα και την πρωτοτυπία και ανταμείβει τη στείρα απομνημόνευση της ύλης» και ότι «φορτώνει με υπέρμετρο άγχος και πίεση τους μαθητές» ότι «ακυρώνεται ο παιδαγωγικός ρόλος των εκπαιδευτικών» και ότι «αποτέλεσμα όλων των προαναφερθέντων ελλειμμάτων είναι η ελληνική οικογένεια να αιμορραγεί οικονομικά».

 

Οι ίδιοι που πανηγύριζαν πριν λίγα χρόνια για τις αλλαγές που έκαναν στο σύστημα πρόσβασης, οι ίδιοι ακριβώς ανακαλύπτουν σήμερα ότι «το σημερινό σύστημα εισαγωγικών εξετάσεων δεν είναι έγκυρο» και ότι «αποτέλεσμα αυτής της κατάστασης είναι μια σειρά από παθογένειες οι κυριότερες από τις οποίες είναι: Με το σημερινό σύστημα, ανθεί ένα τεράστιο οικονομικό κύκλωμα παραπαιδείας, και δυστυχώς είναι σαφές ότι δημιουργούνται και αναπαράγονται κοινωνικοί φραγμοί, καθώς τα παιδιά των ασθενέστερων οικονομικά οικογενειών έχουν σαφέστατα πολύ λιγότερες ευκαιρίες». 

 

Τα λέμε αυτά για να δείξουμε πόση αξία έχουν οι «υποσχετικές» με τις οποίες περιβάλλουν την πρόταση για το νέο Λύκειο και το σύστημα πρόσβασης καθώς όσα λένε δεν είναι τίποτε περισσότερο από «copy paste» των διακηρύξεων που συνόδευαν τις αλλαγές μέσα στα αποκαίδια των οποίων αναπνέουν σήμερα εκπαιδευτικοί και εκπαιδευόμενοι.

 

Η ΕΜΠΕΙΡΙΑ

 

Να το ξεκαθαρίσουμε κι ας μην υπάρχει καμιά αυταπάτη: Αυτό που αντιμετώπισαν πρώτα οι μαθητές φέτος ήταν ένα φθηνό Λύκειο, με περισσότερους μαθητές στην τάξη, χωρίς Πρόσθετη Διδακτική Στήριξη (ΠΔΣ), με εκπαιδευτικούς πιεσμένους από τη μείωση των μισθών και την δραματική αλλαγή των εργασιακών τους σχέσεων,  χωρίς βιβλία, με εξαιρετικά περιορισμένες λειτουργικές δαπάνες,  και με ένα ωρολόγιο πρόγραμμα υποταγμένο πλήρως στο νέο σύστημα εισαγωγής που ψώνισε το Υπουργείο Παιδείας από τα καλάθια προσφορών των χρησιμοποιημένων και χιλιοαποτυχημένων συστημάτων πρόσβασης. Το «Νέο Λύκειο» αποτελεί μια βαθμίδα δεμένη απ’ το λαιμό με την πρώιμη εξειδίκευση, τη βαθμοθηρία, την παραπαιδεία, την εισαγωγή στην τριτοβάθμια.

 

Το  «Νέο Λύκειο» ήρθε, ως ένα νέο, κλωνοποιημένο υβρίδιο, μια νέα καλλιέργεια σε φτωχό, αλίπαστο, κακοπαθημένο, αποαζωτοποιημένο έδαφος:

 

– καλλικρατικές συγχωνεύσεις,  υποβιβασμοί και  λουκέτα στα σχολεία,

– διάλυση 50 εκπαιδευτικών οργανισμών, ανάμεσα στους οποίους ο ΟΣΚ και ο ΟΕΔΒ (με παραχώρηση του ψηφιακού βιβλίου στην ιδιωτική πρωτοβουλία μετά από κοινοτική επιδότηση),

– απόλυτη ελαστικοποίηση στις εργασιακές σχέσεις των εκπαιδευτικών (αναπληρωτές κανονικού ωραρίου, αναπληρωτές μειωμένου, ωρομίσθιοι και ΕΣΠΑτζήδες

– επιχείρηση για νέο διοικητικό μοντέλο του υπερδιευθυντή και του ισοπεδωμένου συλλόγου,

– καλλικρατική κατάτμηση του ενιαίου της εκπαίδευσης και  ‘αποκέντρωση’ του τύπου ‘βγάλτε τα πέρα μόνοι σας’,

– δρομολογούμενη,  στην πράξη πια,  «αξιολόγηση» της σχολικής μονάδας και του εκπαιδευτικού,

–  δραματική κατρακύλα του προϋπολογισμού για την παιδεία, από το 3,1 στο 2,7%.

 

ΣΤΗΝ ΟΥΣΙΑ ΤΗΣ ΠΡΟΤΑΣΗΣ ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΠΑΙΔΕΙΑΣ

 

Αν κανείς ανιχνεύσει το «σώμα» της πρότασης για το Λύκειο και την πρόσβαση στην ανώτατη εκπαίδευση, θα διαπιστώσει ότι κεντρική θέση στις αλλαγές έχει μια ρύθμιση για την οποία οι επιτελείς του Υπουργείου Παιδείας και οι συνοδοιπόροι τους (ο Πανεπιστημιακός και πρώην πρόεδρος του Συμβουλίου Α/βάθμιας και Β/βάθμιας Εκπαίδευσης Γ. Μπαμπινιώτης) έδειξαν ιδιαίτερο ενδιαφέρον να «καταθέσουν» το ρεπερτόριο της υλοποίησής της: πανελλαδικού τύπου εξετάσεις σε όλες τις τάξεις του Λυκείου. Αυτές φαίνεται να αποτελούν το «παιδαγωγικό ευαγγέλιο» και τη «γραμματική» του και καθορίζονται με τέτοιο τρόπο ώστε να πριμοδοτούν, χωρίς να το δηλώνουν, την «παλινόρθωση» μιας εξεταστικοκεντρικής οργάνωσης του Λυκείου.

 

Πράγματι! Αν κανείς ξύσει τα γνωστά παραπλανητικά σοβατίσματα, θα ανακαλύψει ότι ο το Υπουργείο Παιδείας προτείνει το παρακάτω: Σε όλα τα μήκη και τα πλάτη του Λυκείου, από την Α΄ έως την Τρίτη Λυκείου) οι μαθητές θα διαγωνίζονται στο τέλος της χρονιάς σε εξετάσεις πανελλαδικού χαρακτήρα σε όλα τα μαθήματα με κοινά θέματα που θα έρχονται τον λεγόμενο Ανεξάρτητο Εθνικό Οργανισμό Εξετάσεων και όποιος καταφέρει και «επιζήσει σχολικά» και ενδιαφέρεται να διεκδικήσει την εισαγωγή του στην Ανώτατη εκπαίδευσης, στην τελευταία τάξη του Λυκείου, περνάει από έναν ακόμη γύρο πανελλαδικών εξετάσεων σε 3-4 μαθήματα. (τα οποία στην πραγματικότητα θα είναι τα διπλάσια καθώς το Υπουργείο παιδείας, ως μέγας αλχημιστής, προσφέρει τρία σε ένα τα φιλολογικά μαθήματα, τις φυσικές και μαθηματικές επιστήμες).

Παράλληλα, το Υπουργείο Παιδείας στα πλαίσια της «σκέψης Μπαμπινιώτη» ερωτοτροπεί με την ιδέα, ανάμεσα σε άλλα, οι εξεταστικές δοκιμασίες να βασίζονται σε ερωτήσεις πολλαπλής επιλογής, ως ασπίδα στη μηχανική αποστήθιση και παπαγαλία.

 

Αντικειμενική μεταμφίεση ανισοτήτων

 

Να το πούμε καθαρά: όλο πιο έντονα και έντεχνα, προβάλλονται με διάφορες ταχυδακτυλουργίες, παραδοσιακές πρακτικές ως πρωτότυπα και μαγικά ελιξίρια για την «ανανέωση» του σχολείου. Με τα περιφερειακά τεστ ο κ. καθηγητής επιδιώκει να καλλιεργήσει την αυταπάτη ότι το σύνολο της διαδικασίας θα είναι απόλυτα αντικειμενικό και αξιοκρατικό, αποκρύπτοντας έντεχνα το γεγονός ότι όσο «αντικειμενικό» κι αν είναι το διαδικαστικό μέρος, τα υπόλοιπα στοιχεία που «συναρμολογούν» τη λογική του, και διαμορφώνουν την κρίση για την επιλογή / πρόκριση – απόρριψη του μαθητικού πληθυσμού δεν μπορούν να «απογαλακτιστούν» από τις ανισωτικές λειτουργίες της εκπαιδευτικής διαδικασίας.

Όσοι έχουν ασχοληθεί με αυτήν και τις λειτουργίες της, γνωρίζουν καλά ότι αν οι εκπαιδευτικές ανισότητες μεταξύ των μαθητών αποτελούσαν στο σύστημα των πανελλαδικών εξετάσεων την εκπαιδευτική τους ιστορία, τώρα θα είναι το ζωντανό τους παρόν. Παράλληλα, η κρυφή ενσωμάτωση του συστήματος επιλογής στην καρδιά της λυκειακής βαθμίδας, με τις ετήσιες πανελλαδικές εξετάσεις  από την Α΄ τάξη – που όλοι γνωρίζουν πόσο εύκολα μπορεί να απλώσουν τη «σκιά τους» στην ημερήσια διάταξη της εκπαιδευτικής διαδικασίας – μεταμφιέζεται από το Υπουργείο Παιδείας σε «απελευθέρωση του λυκείου ως αυτόνομης μορφωτικής βαθμίδας». Ωστόσο, τα αποτελέσματα στις ετήσιες εξετάσεις πανελλαδικού τύπου δεν θα φωτογραφίζουν, δεν θα αποτιμούν απλώς την απόδοση και την πρόοδο του μαθητή από τάξη σε τάξη, αλλά θα καθορίζουν (νωρίς – νωρίς) ποιες σχολές θα «ανοίξουν» γι’ αυτόν στο μέλλον και αν θα «ανοίξουν».

 

Εξετάσεις «παρακυβέρνησης»

 

Να το πούμε καθαρά: Δεν υπάρχει καλύτερο έδαφος για να βαθύνει ακόμη περισσότερο τις ρίζες της η εκπαίδευση της ακριβοπληρωμένης αμάθειας, καλύτερη λωρίδα ταχείας κυκλοφορίας για να τρέξουν ακόμη πιο γρήγορα οι εργολάβοι των εξετάσεων, τα φροντιστήρια και τα ιδιαίτερα! Χέρι – χέρι, ο πάλαι ποτέ «μέγας εξισωτής», όχι μόνο δεν θα ελαφρώνει αλλά θα επικυρώνει και θα νομιμοποιεί με τον πιο «αντικειμενικό» τρόπο το στένεμα των διόδων! Στην υλοποίηση των προτάσεων του Υπουργείου Παιδείας, εμφιλοχωρεί ο κίνδυνος, η μαθησιακή διαδικασία να καταδυναστευτεί ολοκληρωτικά από το «άπλωμα» των εξεταστικών δοκιμασιών και την ανάγκη ανταπόκρισης σ’ αυτές και εκπαιδευτικοί και εκπαιδευόμενοι να μεταφέρουν στην «καρδιά» της σχολικής αίθουσας ρόλους εξεταστών – διορθωτών – βαθμολογητών, αφ’ ενός, και εξεταζομένων, αφ’ ετέρου, αφού το εκπαιδευτικό έργο καλείται να εστιάσει σε μια «τεχνολογία» των εξετάσεων, στην οργάνωση και διευθέτηση των προβλεπόμενων εξεταστικών δοκιμασιών. Στο πλαίσιο αυτό, η λυκειακή βαθμίδα θα «ξεχάσει» πολύ γρήγορα, περισσότερο από κάθε άλλη φορά, ότι οι μαθητές που φοιτούν στις τάξεις της έχουν διαφορετικές, άνισες μορφωτικές «αποσκευές», καθώς θα είναι επιφορτισμένη όχι στο να προετοιμάσει το σύνολο του μαθητικού πληθυσμού αλλά κυρίως να διαπιστώσει – νομιμοποιήσει την ικανότητα εκείνων που προορίζονται να φοιτήσουν στις «καλές» σχολές, μέσα από διαδικασία επιλογής που θα επεκτείνεται χρονικά σε όλο το εύρος του Λυκείου και θα προσφέρει στη διαχειριστική αρμοδιότητα των καθηγητών – κριτών, ως στοιχεία για την κρίση των υποψηφίων, «αυτούσια» την ποιότητα των μορφωτικών «αποσκευών» που ο κάθε ένας θα μεταφέρει ανάλογα με το κοινωνικό – οικονομικό του «βάρος».

Παράλληλα, να τονίσουμε ότι δεν υπάρχουν ενδείξεις ότι τα τεστ τύπου πολλαπλής επιλογής προάγουν την κριτική σκέψη και άλλες συναφείς δραστηριότητες, καθώς δέχονται σοβαρές αμφισβητήσεις. Τι ελέγχεται, αλήθεια, με αυτά που παρουσιάζονται σαν τη λυδία λίθο της αξιολόγησης των μαθητών; Θραύσματα γνώσεων και επιλεκτικής μνήμης που δεν είναι παρά μία από τις μορφές που παίρνει η ικανότητα συγκράτησης πληροφοριών, η οποία δρομολογείται στα ίδια ίχνη της αποστήθισης που υποτίθεται έρχεται να αναιρέσει. Δεν θα ήταν υπερβολή να σημειώσουμε ότι πολλές φορές καμιά άσκηση δεν εξηγεί τόσο πλήρως τις διανοητικές ελλείψεις των μαθητών όσο η εσωτερική συσχέτιση γνώσης και σκέψης με τη σημείωση των επιλογών πάνω σε διακεκομμένες γραμμές.

 

ΤΑ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΚΑ ΠΥΡΟΤΕΧΝΗΜΑΤΑ

 

 

Λιγότερα μαθήματα, ερευνητικές εργασίες, ελεύθερος χρόνος!  Αυτά είναι, μαζί με τις χιλιοπαιγμένες υποσχετικές, τα νέα συνθήματα του Υπουργείου Παιδείας για το «νέο Λύκειο». Να επισημάνουμε βεβαίως ότι το Υπουργείο Παιδείας είναι άσσος στις ταχυδακτυλουργίες. Η μείωση των μαθημάτων έγινε, τουλάχιστον σε ένα μέρος, με την παλιά διαφήμιση των σαμπουάν (2 σε 1, 3 σε 1 κλπ). Πήρε τρία φιλολογικά μαθήματα (Αρχαία, Νεοελληνική Γλώσσα και Λογοτεχνία) που διδάσκονται στο σημερινό Λύκειο 9 ώρες και τα «βάφτισε» ένα με τις ίδιες ώρες. Πήρε άλλα τρία μαθήματα (Φυσική, Χημεία και Βιολογία) και τα «βάφτισε» πάλι ένα.

 

Να πούμε, βέβαια, ότι τα τελευταία πολλά χρόνια, υπήρχαν πλήθος μαθήματα στο Λύκειο και αυτό δεν ήταν ότι καλύτερο καθώς δεν πατούσε σε κάποια πραγματική ανάγκη των μαθητών αλλά σε άλλες «ανάγκες». Ωστόσο το κύριο ζήτημα δεν είναι τόσο τα λιγότερα ή τα περισσότερα μαθήματα που διδάσκεται ένας μαθητής, αλλά η κατεύθυνση, τα περιεχόμενα μάθησης, η ποιότητα των διδακτικών εγχειριδίων, οι τρόποι διδασκαλίας και προπάντων οι επιδιώξεις της.

 

Όσον αφορά στην υποσχετική για περισσότερο ελεύθερο χρόνο των μαθητών αυτό μόνο πικρό γέλιο μπορεί να προκαλέσει. Η διάρθρωση του «νέου λυκείου» και οι νέοι όροι πρόσβασης στα Πανεπιστήμια και τα ΤΕΙ μετατρέπουν το «νέο λύκειο» σε μαραθώνιο πολλών εμποδίων και εύκολα μπορεί να καταλάβει κανείς ότι αυτή η κατάσταση είναι το έδαφος που λιπαίνει την εξαφάνιση του ελεύθερου χρόνου.

 

Επανασύνδεση του Λυκείου με την εργασία

 

Στη συζήτηση για το σύστημα πρόσβασης, οφείλουμε να επισημάνουμε τους οικονομικούς, κοινωνικούς και εκπαιδευτικούς όρους που επιδρούν, στη διάρκεια της φοίτησης, πολύ πριν οι μαθητές, ως υποψήφιοι, φτάσουν στις πανελλαδικές εξετάσεις, στην έκβαση αυτής της φοίτησης και σε τελευταία ανάλυση στη διαφοροποιημένη κατάταξη των υποψηφίων. Οφείλουμε να στρέψουμε το μικροσκόπιο του ενδιαφέροντος, της πολιτικής και εκπαιδευτικής μας ανάλυσης στις λειτουργίες του υπαρκτού σχολείου από την πρώτη μικρή του δημοτικού, πολύ, δηλαδή πριν από το τέλος της λυκειακής βαθμίδας.

Δεν υπάρχει «φαεινή ιδέα» για το εξεταστικό, πολύ περισσότερο δεν υπάρχει αντίπαλη πρόταση, αν δεν τοποθετηθεί κανείς για την ουσία της σχολικής εκπαίδευσης, καθώς, είναι σαφές ότι το σύστημα πρόσβασης δεν μπορεί να βρει δίκαιη λύση στο πλαίσιο των άνισων όρων που δημιουργεί η σημερινή εκπαιδευτική και κοινωνική πραγματικότητα. Οφείλουμε να μιλήσουμε για την εκπαίδευση και το σχολείο σε συνάρτηση με τις υπαρκτές σχέσεις παραγωγής, με το σύστημα εκμετάλλευσης που προσδιορίζει και καθορίζει τη σχολική εκπαίδευση.

Η εκπαιδευτική κοινότητα πρέπει να κοιτάξει το δάσος και όχι το δέντρο και να μιλήσει για όλα τα παιδιά. Αλλιώς θα «εγκλωβιστεί» σε μια επιφανειακή συζήτηση που θα επικεντρώνεται στην τελευταία τάξη του λυκείου, θα μεγαλοποιεί το ρόλο που μπορεί να διαδραματίσει αυτό καθαυτό το «σύστημα πρόσβασης» και θα αφήνει απέξω τα μεγάλα προβλήματα του εκπαιδευτικού συστήματος.

Χρειάζεται, επίσης, να αποκαλύψουμε ότι η «αυτονομία» ή «αποδέσμευση του Λυκείου» δεν εξαρτάται, σε τελευταία ανάλυση, από τις εξετάσεις πρόσβασης. Πρώτον γιατί κάθε βαθμίδα είναι λογικό να δένεται με την επόμενη. Δεύτερον, γιατί όπου κι αν μετατεθούν οι εξετάσεις πρόσβασης χρονικά, το Λύκειο θα συνεχίσει να είναι προθάλαμός τους, καθώς η «αξία» των τίτλων του Λυκείου στον υφιστάμενο κοινωνικό καταμερισμό εργασίας δεν είναι, εδώ και χρόνια, συνδεδεμένη με κανένα επαγγελματικό δικαίωμα, είναι απαξιωμένη εργασιακά.

 

ΝΕΟ ΣΧΟΛΕΙΟ – ΣΥΓΧΩΝΕΥΣΕΙΣ – ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΩΝ

 

 

Στο σημείο αυτό οφείλουμε να ξεκαθαρίσουμε ακόμη μια πλευρά εξόχως σημαντική που είναι λάθος να ξεφεύγει από την προσοχή της εκπαιδευτικής κοινότητας. Το "Νέο Λύκειο" αποτελεί οργανικό τμήμα του "Νέου Σχολείου" της ημιμάθειας, του κατακερματισμού,  των αποσπασματικών γνώσεων, της μεγάλης διαφοροποίησης. Παράλληλα δένεται με ένα νήμα με την πολιτική των συγχωνεύσεων και της αξιολόγησης των εκπαιδευτικών με βάση τις επιδόσεις των μαθητών. Γιατί είναι φανερό ότι το Υπουργείο Παιδείας σκοπεύει να χρησιμοποιήσει τις διαφοροποιημένες επιδόσεις των Λυκείων στις πανελλαδικού τύπου εξετάσεις στα όρια των τριών τάξεων για να νομιμοποιήσει την απορριπτική αξιολόγηση των σχολείων και των εκπαιδευτικών καθώς θα τους συνδέει με τα αποτελέσματα των μαθητών. Από την άλλη με το επιχείρημα της ανάπτυξης των προγραμμάτων επιλογής μαθημάτων θα επιχειρήσει να δικαιολογήσει την πρόθεσή του για συνένωση λυκείων, δηλαδή για κατάργηση σχολικών μονάδων ιδιαίτερα στα μεγάλα αστικά κέντρα.

 

                                                                                                                                                                                                                                       3-2-2012

Επιχείρηση εκβιασμού των πανεπιστημίων

Επιχείρηση εκβιασμού των πανεπιστημίων

Του Παναγιώτη Σωτήρη


 
 
 
Σε έναν πρωτοφανή εκβιασμό ενάντια στα Πανεπιστήμια έχει προχωρήσει το τελευταίο διάστημα το Υπουργείο Παιδείας. Με πρόσχημα ότι δεν έχει ολοκληρωθεί η διαδικασία εκλογής των Συμβουλίων Ιδρύματος, αρνείται να εγκρίνει τους προϋπολογισμούς των πανεπιστημίων και αντίθετα χορηγεί απλώς κάθε μήνα το μισό του δωδεκατημορίου του περσινού προϋπολογισμού. Θυμίζουμε εδώ ότι οι προϋπολογισμοί των ιδρυμάτων, που αφορούν όλες τις λειτουργικές δαπάνες τους, έχουν ήδη μειωθεί σημαντικά και κατά μέσο όρο τα πανεπιστήμια πήραν το 2011 το 50-60% των προϋπολογισμών του 2009. Την ίδια στιγμή το Υπουργείο Παιδείας με παρεμβάσεις του απαγορεύει στα ΑΕΙ να διαχειριστούν όπως μπορούν τυχόν ταμειακά υπόλοιπα που έχουν.

Όλα έχει ήδη οδηγήσει πολλά ιδρύματα σε μια συνθήκη πραγματικής χρηματοδοτικής ασφυξίας με συνέπειες που έχουν ήδη γίνει ορατές. Το Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας πρόσφατα ανακοίνωσε ότι αδυνατεί να καλύψει μεγάλο μέρος από τις δαπάνες του καθώς αντιμετωπίζει χρέος πάνω από 3 εκατομμύρια ευρώ. Σε πολλά πανεπιστήμια περιορίζονται ακόμη και στοιχειώδεις δαπάνες όπως αυτές που αφορούν τη θέρμανση των κτιρίων. Στο Πανεπιστήμιο Αιγαίου έγινε έκκληση των τεχνικών υπηρεσιών να μην γίνεται υπερβολική χρήση ηλεκτρικών αερόθερμων γιατί αυτό απειλούσε με σοβαρά τεχνικά προβλήματα.

Αυτή είναι η εικόνα του πανεπιστημίου που οραματίζεται η κ. Διαμαντοπούλου και – φανταζόμαστε – οι απαραίτητοι τοποτηρητές της Τρόικας που βρίσκονται εγκατεστημένοι μονίμως σε κάθε υπουργείο: πανεπιστήμια χωρίς θέρμανση, χωρίς δυνατότητα να καλύψουν δαπάνες, με τεράστια λειτουργικά προβλήματα. Και βέβαια όλα αυτά χωρίς να είναι καθόλου σαφές ποιο θα είναι το μέλλον, εάν αναλογιστούμε ότι το επόμενο βήμα θα είναι η επιχείρηση συρρίκνωσης της ανώτατης εκπαίδευσης, με τις περιβόητες συγχωνεύσεις και καταργήσεις τμημάτων ή ακόμη και ολόκληρων ιδρυμάτων ανώτατης εκπαίδευσης. Καθόλου τυχαίο επομένως και το κύμα επιστημονικής μετανάστευσης προς το εξωτερικό.

Αυτή η επίθεση στην ανώτατη εκπαίδευση ως κοινωνικό δικαίωμα εξηγεί και την ιδιαίτερη επιμονή στην επιβολή των Συμβουλίων Διοίκησης. Είναι προφανές ότι ένα πανεπιστήμιο που είναι έστω και στοιχειωδώς αυτοδιοικούμενο και δημοκρατικό δεν έχει άλλο δρόμο παρά να είναι αγωνιζόμενο και αντιστεκόμενο. Αυτό ακριβώς αποτυπώνεται και τώρα με το πλήθος αποφάσεων Συλλόγων ΔΕΠ, φοιτητικών συλλόγων, συντονισμών συλλόγων, κοινών συνελεύσεων διδασκόντων – φοιτητών- εργαζομένων, αλλά και πανεπιστημιακών οργάνων (Συγκλήτων κ.λπ.) που έχουν ταχθεί κατά του νόμου και της εφαρμογής του. Αυτό δείχνει το γεγονός ότι σε αρκετά ΤΕΙ δεν έχουν πραγματοποιηθεί εκλογές με απόφαση των συλλόγων των σπουδαστών. Αυτό αποδεικνύει και οι διαρκείς αναβολές στα πανεπιστήμια. Απέναντι σε αυτό η πολιτική εξουσία προσπαθεί με κάθε τρόπο να τσακίσει την ηθική και ακαδημαϊκή ραχοκοκαλιά της πανεπιστημιακής κοινότητας επιβάλλοντας τη συνθήκη υποταγής και απεμπόλησης της δημοκρατίας και της αυτοδιοίκησης που θα συνεπάγονται τα Συμβούλια Διοίκησης με τους περιβόητους εκπροσώπους του «κόσμου της οικονομίας» και η νέα διοικητική διάρθρωση που θέλει τους διδάσκοντες, τους φοιτητές και τους εργαζομένους ομήρους μιας νέας ακαδημαϊκής ολιγαρχίας.

Ότι σε αυτή τη συνθήκη καταστροφής το Υπουργείο έχει βρει πρόθυμους συνεργάτες μέσα στο σώμα των πανεπιστημιακών καθηγητών δεν πρέπει να μας εκπλήσσει. Το φαινόμενο της συμμόρφωσης με αντιδημοκρατικές και αντιδραστικές καταστάσεις έχει υπάρξει και στο παρελθόν. Ευτυχώς, υπάρχουν και όλοι οι υπόλοιποι: πανεπιστημιακοί δάσκαλοι που θέλουν να τιμήσουν την ιδιότητά τους και να αντισταθούν στην επιχείρηση κατεδάφισης του δημόσιου πανεπιστημίου. Ο εκβιασμός δεν θα περάσει!

 
ΠΗΓΗ: 1-2-2012, http://www.alfavita.gr/artrog.php?id=56361

Το project στο Λύκειο: Η αποθέωση της αποσπασματικότητας ΙΙ

Το project στο Λύκειο: Η αποθέωση της αποσπασματικότητας και του φορμαλισμού – Μέρος ΙΙ

 Των Μιχάλη Δουλκέρη και Σπύρου Τουλιάτου*

 
 
 
Στη συνέχεια προηγούμενου άρθρου μας (28 Σεπτεμβρίου 2011 – Σημείωση admin: http://tomtb.com/modules/smartsection/item.php?itemid=2174), θέλουμε να επισημάνουμε τα παρακάτω:
1. Το project λειτούργησε το πρώτο τετράμηνο με πολλά προβλήματα σε όλα τα σχολεία της χώρας (σύμφωνα με διαπιστώσεις καθηγητών που δημοσιεύονται και στο site του ΟΕΠΕΚ) και αποκάλυψε την αποσπασματικότητα του "ερευνητικού” και διδακτικού του περιεχομένου.
Κινήθηκε αντίθετα με τις αρχές του οργανωμένου προγράμματος σπουδών που έχει ως στόχο την  ολοκληρωμένη διδασκαλία του αντικειμένου και της μεθόδου των επιστημών, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι το σημερινό αναλυτικό πρόγραμμα ανταποκρίνεται στις σύγχρονες μορφωτικές ανάγκες του μαθητή.    

2. Η εφαρμογή του project στο σχολείο βάθυνε την αναντιστοιχία προς ένα σύστημα παραγωγής και μετάδοσης της επιστημονικής γνώσης γιατί δεν συνδέεται με τις γενικές και ειδικές επιστημονικές αρχές που συναντάμε στις διακριτές επιστήμες (φυσικές, κοινωνικές, τεχνολογικές, ανθρωπιστικές). Επομένως το project αποκαλύφθηκε στην ουσία ως ένα μερικό πρόγραμμα συνταγών, πρακτικών και διδακτικών εφαρμογών. Αυτό συμβαίνει γιατί παρακάμπτονται τα ιστορικά, μεθοδολογικά και λογικά  στάδια της εξέλιξης της γνώσης που είναι απαραίτητα και για το δάσκαλο στη διδακτική πράξη και για το μαθητή στην εμβάθυνση της ουσιαστικής γνώσης. Το project σε αντίθεση με το αντικείμενο της επιστήμης διαμορφώνει μια συμβολική διάταξη γνώσεων και πληροφοριών τέτοια που οδηγεί το μαθητή στην αναπαραγωγή και απομνημόνευση έτοιμων λύσεων και εφαρμογών.  

3. Σταδιακά ενσωματώνεται η μέθοδος project στη διδασκαλία του επιστημονικού αντικειμένου του κάθε μαθήματος στο σχολείο, χωρίς το ίδιο να έχει την ανάλογη μεθοδολογική και επιστημονική εγκυρότητα, αφού έχει μόνο οργανωτική, διαχειριστική και εφαρμοστική δυνατότητα. Δεν μπορούμε να διαμορφώσουμε το επιστημονικό αντικείμενο που θα διδάξουμε με όρους project  γιατί αυτό θα έχει ως αποτέλεσμα ο μαθητής να δρα και να σκέφτεται μόνο με διαχειριστικές κωδικές διατάξεις (κατασκευή νέων γλωσσών οργάνωσης και διαχείρισης της πληροφορίας χωρίς να επεξεργάζεται την επιστημονική γνώση και να κατανοεί σε βάθος).

4. Η οργάνωση του πληροφοριακού υλικού στο project,
χωρίς να λαμβάνονται υπόψη οι  γενικές μεθοδολογικές αρχές της κάθε επιστήμης ακυρώνει τη σκέψη και την έκφρασή της με το λόγο γιατί ταυτίζεται με μία γλώσσα επικοινωνίας, την ηλεκτρονική γλώσσα, η οποία μπορεί να μετατραπεί από μέσο σε σκοπό. Το θεωρητικό μέρος της επιστήμης και η επιβεβαίωσή του με τις αποδεικτικές-πειραματικές διαδικασίες παραμερίζονται και τη θέση τους παίρνει το project, ως διαχειριστικός κώδικας ενταγμένος στην ηλεκτρονική γλώσσα.

5. Το πρόγραμμα project ταυτόχρονα στοχεύει στις νοητικές και ψυχολογικές  λειτουργίες του μαθητή. Ακυρώνει σε μεγάλο βαθμό τα στάδια σύνδεσης του ανθρώπου με τη φυσική διαδικασία της μάθησης, τα οποία αναπτύσσονται σε μια εξελικτική, ιστορική και λογική πορεία, που περιλαμβάνει τις επιστημονικές, τεχνολογικές και αισθητικές γνώσεις με αποτέλεσμα τη διατάραξη της παιδαγωγικής ισορροπίας.

6. Η οργάνωση και οι μέθοδοι αναζήτησης της επιστημονικής γνώσης μέσα από το project αυξάνουν την απόκλιση των διαφορετικών επιπέδων μαθητικής επίδοσης και διαμορφώνουν ανταγωνιστικές, προσομοιωτικές στο πεδίο του ηλεκτρονικού υπολογιστή και της πληροφορίας και ενταξιακές ως προς τους θεσμούς κοινωνικές και γνωστικές λειτουργίες. Οι μαθητές του υψηλότερου επιπέδου βαθμολογικής επίδοσης λειτουργούν τυπικά, ορθολογικά και αναπαραγωγικά σε σχέση με το αντικείμενο της εργασίας τους και επιτυγχάνουν τους στόχους τους, ενώ οι μαθητές του χαμηλότερου επιπέδου βαθμολογικής επίδοσης δεν έχουν τα απαραίτητα εργαλεία και εφόδια να ακολουθήσουν τα καθορισμένα στάδια και φάσεις της εργασίας. Το αποτέλεσμα είναι η διεύρυνση της ανισότητας ανάμεσα στους μαθητές. Αυτό προκύπτει και από διαπιστώσεις που γίνονται στα σχολεία που καταγράφονται και ανακοινώνονται μέσω του διαδικτύου σχετικά με τις οδηγίες βαθμολόγησης του project στο α΄ τετράμηνο. Το ζητούμενο όμως θα έπρεπε να είναι να ανοίξει η γνώση με άλλους όρους προσέγγισής της (αναλυτικά προγράμματα, περιεχόμενο σπουδών κ.λπ.).     
 
7. Μια άλλη διαπίστωση για το project (ερευνητική εργασία) είναι η αποσύνδεση του επιστημονικού αντικειμένου από τη μέθοδο διερεύνησης και της αξιολόγησης του συνολικού αποτελέσματος και το ότι υπάρχει εγγενής αδυναμία αντικειμενικής αξιολόγησης. Η πολυπλοκότητα της μεθόδου δεν αντιστοιχεί σε αξιολογικές κλίμακες.

8. Το project διαταράσσει τη σχέση ανάμεσα στην επιστημονική γνώση και τη διδακτική πράξη στο σχολείο. Το ερώτημα που προκύπτει είναι ποιο είναι το αντικείμενο μάθησης  και με ποια μέθοδο συνδέεται. Σε πρώτη προσέγγιση που γίνεται στις μέχρι τώρα εφαρμογές δεν οριοθετείται τέτοιο αντικείμενο ούτε θεωρητικά ούτε πρακτικά. Οι φάσεις της έρευνας που προβάλλονται ως μέθοδοι προσέγγισης του αντικειμένου είναι άκυρες αφού το αντικείμενο δεν προσδιορίζεται με ακρίβεια, κινείται στα όρια της αποσπασματικότητας. Οποιαδήποτε θεματολογία για φυσικά, κοινωνικά, τεχνικά προβλήματα, οδηγεί σε ταύτιση με μια επιλεκτική και εναλλακτική διαδικασία που μπορεί να λειτουργήσει στην εφαρμογή και όχι στη μάθηση. Αυτό είναι ένας νεοφορμαλισμός.

9. Το project, οδηγεί στην ομογενοποίηση των διαφορετικών γνωστικών αντικειμένων και πληροφοριών. Το ερώτημα που τίθεται είναι με ποια κριτήρια αποσπούμε στοιχεία από ένα σύνολο πληροφοριών ή προτάσεων ενός επιστημονικού πεδίου για να το μετατρέψουμε σε project. Θεμελιώδεις αρχές της παιδαγωγικής και διδακτικής παραποιούνται και αλλοιώνονται όταν οι ολοκληρωμένες διαδικασίες κατανόησης και μάθησης του περιεχομένου της γνώσης αντικαθίστανται με τη συγκόλληση αντιγραμμένων πληροφοριών. Η μάθηση λειτουργεί με τη διδακτική ενότητα, η οποία έχει συγκεκριμένο περιεχόμενο σε κάθε επιστήμη, σαφές και καθορισμένο που εναρμονίζεται με το γνωστικό και νοητικό επίπεδο της τάξης (γλώσσα, ιστορία φυσική, χημεία, μαθηματικά κ.λπ.). Στο βαθμό που ο μαθητής συνδέει με αναπαραγωγικές και αποσπασματικές  διαδικασίες το αντικείμενο της γνώσης, οδηγείται στην ακύρωση του μαθησιακού στόχου.

Είναι ανάγκη, λοιπόν, ακόμη και τώρα που έχει διδαχτεί το project ως μάθημα στην Α’ Λυκείου, να επανεξεταστεί από τους υπεύθυνους του Υπουργείου και να καταργηθεί, ώστε να ενταχθούν οι ώρες σε άλλα μαθήματα που μπορούν να προωθήσουν πραγματικά τη μόρφωση και τη γνώση.

* Ο Σπύρος Τουλιάτος είναι Ιστορικός, Οργανωτικός Γραμματέας της Π.Ε.Φ. και ο Μιχάλης Δουλκέρης είναι Φιλόλογος, Πτυχιούχος Μ.Ι.ΘΕ.     



ΠΗΓΗ:
21-01-2012, http://www.alfavita.gr/artro.php?id=55525

Σχολεία: Απαιτούνται νέοι “πιλότοι” για Ιστορία & Μουσική;

Απαιτούνται νέοι “πιλότοι” για την Ιστορία και τη Μουσική στα Σχολεία;

Του Στέργιου Ζυγούρα

Γιατί η παιδεία έχει ανάγκη ένα ακόμα “πιλοτικό πρόγραμμα σπουδών”; Αυτή θα μπορούσε να είναι η απάντηση στις πρωτοβουλίες του Υπουργείου (πρώην Εθνικής) Παιδείας για το “Νέο Σχολείο” που σταδιακά ξεδιπλώνονται.

Κι όταν λέμε ότι θα πρέπει να εξηγηθεί αυτό το απλό ερώτημα, εννοούμε προφανώς ότι οι εξηγήσεις που δίνονται, είναι ανεπαρκείς, κυρίως όμως, παράδοξες και αντιφατικές. Μέσα στις τελευταίες δεκαετίες ζήσαμε τόσες “μεταρρυθμίσεις”, όσες και οι πολιτικοί προϊστάμενοι του Υπουργείου Παιδείας. Κάθε μεταρρύθμιση ερχόταν να “βελτιώσει” την κατάσταση.

Συνέχεια