Αρχείο κατηγορίας Παιδεία και προπαίδεια

Παιδεία και προπαίδεια

Δια βίου εκπαίδευση ή στενή … κατάρτιση;

"Δια βίου εκπαίδευση" ή στενή ειδίκευση και κατάρτιση;

 

Του Γιώργου Κ. Καββαδία*

           

Ένα μήλο λαχταριστό απ' έξω μα σάπιο στην καρδιά:

                          Ω πόσο όμορφη στην όψη φαντάζει η απάτη!

                                           Σαίξπηρ, Ο έμπορος της Βενετίας.


Ξύνοντας το λούστρο των πρώτων ημερών της νέας κυβέρνησης, δεν πρέπει να περάσει απαρατήρητη η αλλαγή της ονομασίας του Υπουργείου Παιδείας που παραμένει Θρησκευμάτων, αλλά προστέθηκε ο όρος «Δια βίου εκπαίδευση». Ο όρος είναι ελκυστικός, γι' αυτό και η προσθήκη δεν είναι τυχαία. Τι είδους εκπαίδευση επιφυλάσσουν για τους νέους οι νέοι κυβερνώντες; 

«Υψηλής ποιότητας γνώση που εξασφαλίζει την ανταπόκριση στον διεθνή ανταγωνισμό και δημιουργεί ευνοϊκές προοπτικές.» ανέφερε η νέα υπουργός Παιδείας Α. Διαμαντοπούλου σε προεκλογική της συνέντευξη, ενώ πιο καθαρά η νέα υφυπουργός Ε. Χριστοφιλοπούλου δήλωνε: «Θέλουμε παιδιά τα οποία θα μπορέσουν να στελεχώσουν ή να κάνουν τα ίδια επιχειρηματικές δραστηριότητες του μέλλοντος».

Αυτές οι τοποθετήσεις εναρμονίζονται πλήρως με νεοφιλελεύθερες πολιτικές όπως αποτυπώνονται στα κείμενα των διεθνών οργανισμών, εκφράζοντας και εξειδικεύοντας τη στρατηγική των αναδιαρθρώσεων της εκπαίδευσης: Tα συστήματα εκπαίδευσης χάνουν τη σχετική αυτονομία τους και συνδέονται όλο και περισσότερο με αυτό που η αγορά επιβάλλει. H ανταγωνιστικότητα, η ευελιξία και η απασχολησιμότητα, λέξεις-κλειδιά για τους γλωσσικούς κώδικες της αγοράς, μεταφέρονται στο επίπεδο των εργασιακών σχέσεων των εκπαιδευτικών και των σχολικών μονάδων.

Eίναι φανερό ότι επιλέγεται μια νέα μορφή  εκπαίδευσης που να συνδέεται όλο και πιο στενά με τις άμεσες ανάγκες της αγοράς. Έτσι η περιβόητη «δια βίου εκπαίδευση» ξεπέφτει σε μια εργαλειακή ειδίκευση και κατάρτιση. Το σχολείο και οι σχολές  προορίζονται να τροφοδοτούν την αγορά με εξειδικευμένο προσωπικό το οποίο, κατά τη διάρκεια της επαγγελματικής του ζωής, θα μπορεί να επανακαταρίζεται διαδοχικά σε δεξιότητες που, κατά περίπτωση, θα επιζητούν οι επιχειρήσεις. Οι δεξιότητες που προσφέρει μια κατάρτιση δίχως ενιαία και ολόπλευρη μόρφωση, απαξιώνονται γρήγορα, από την εξέλιξη και μόνο της τεχνολογίας. Η εύηχη προοπτική της «δια βίου εκπαίδευσης» είναι συμπληρωματική της απορρύθμισης των εργασιακών σχέσεων και της κυρίαρχης τάσης να καταργηθεί κάθε έννοια εργασιακού δικαιώματος.

Oι αναδιαρθρώσεις στην εκπαίδευση σκοπεύουν στη δημιουργία ενός  σχολείου ελάχιστου κόστους και υψηλού κέρδους. Tο φτηνό σχολείο είναι αποτέλεσμα της υποχρηματοδότησης της εκπαίδευσης και συνδέεται με την αγοραία λογική της συρρίκνωσης του δημόσιου και δωρεάν χαρακτήρα της εκπαίδευσης. Πρόσφατο δήγμα (δάγκωμα) και όχι δείγμα γραφής, η απόφαση της νέας ηγεσίας του υπουργείου Παιδείας με την οποία «αναστέλλεται προσωρινά, γιατί μέχρι σήμερα δεν έχουν εξασφαλιστεί οι αναγκαίοι οικονομικοί πόροι»  το Πρόγραμμα Διδακτικής Στήριξης (ΠΔΣ).
Οι παρενέργειες είναι σοβαρές, αφού οι μαθητές οδηγούνται στα φροντιστήρια, ενώ οι οικονομικές και εκπαιδευτικές ανισότητες οξύνονται. Κι όμως, τα ποσά που απαιτούνται για τη λειτουργία των προγραμμάτων της ΠΔΣ είναι 45 εκατομμύρια ευρώ περίπου ανά έτος και αποτελούν μόλις το 4,5% του 1 δις. ευρώ που έχει υποσχεθεί η νέα κυβέρνηση ότι θα επιχορηγήσει την εκπαίδευση την πρώτη χρονιά.

Σήμερα περισσότερο από ποτέ άλλοτε είναι αναγκαία η ορθολογική οργάνωση της εκπαίδευσης με βάση τις σύγχρονες κοινωνικές ανάγκες, μα και τις ανάγκες των νέων. Γι' αυτό και το σχολείο οφείλει να γνωρίσει σε όλους τους μαθητές τα βασικά στοιχεία όλων των εφαρμοσμένων και ανθρωπιστικών επιστημών, αλλά και τα βασικά στοιχεία της βιομηχανικής, αγροτικής παραγωγής και της αναπτυσσόμενης τεχνολογίας. Μόνο αυτή η ενιαία και ολόπλευρη μόρφωση μπορεί να ικανοποιήσει τις ανάγκες μιας ανάπτυξης σε όφελος των ανθρώπων και όχι των κερδών.

 

*  Ο Γιώργος Κ. Καββαδίας είναι εκπαιδευτικός – ερευνητής.

Εκτενή σχόλια για το 14ο συνέδριο της ΟΛΜΕ

Εκτενή σχόλια για το 14ο συνέδριο της ΟΛΜΕ*

 

Του Αντώνη Ναξάκη**

 

 

Στις 28 Ιουνίου 2009 ολοκλήρωσε τις εργασίες του το 14ο Συνέδριο της ΟΛΜΕ με την εκλογή νέου Δ.Σ., ενώ οι συσχετισμοί δεν άλλαξαν (4 ΔΑΚΕ, 3 ΠΑΣΚ, 2 ΣΥΝ, 2 ΔΕΕ, 1 ΠΑΡΕΜΒΑΣΕΙΣ).

Το συνέδριο πραγματοποιήθηκε υπό το βάρος προαναγγελιών σειράς αντιδραστικών μέτρων για την νεολαία και τους εργαζομένους ιδιαίτερα του δημοσίου τομέα. Μέτρα που απορρέουν από την γενική κατεύθυνση της Ε.Ε. για διάλυση των εργασιακών σχέσεων και των ασφαλιστικών δικαιωμάτων στο στενό δημόσιο τομέα (κατά τα πρότυπα του ΟΤΕ), αφού για τους υπόλοιπους εργαζομένους έχει γίνει.

Έτσι βρίσκονται προ των πυλών:

    –  Η εκπαιδευτική μεταρρύθμιση στην Β/βάθμια εκπαίδευση των Μπαμπινιώτη – Δασκαλόπουλου – Καρατζαφέρη με κύρια σημεία τις περιφερειακές εξετάσεις σε όλα τα μαθήματα από την πρώτη Λυκείου και του τρόπου εξέτασης όπου αυτός θα πραγματοποιείται μόνο με ερωτήσεις κλειστού τύπου (δηλαδή πειράματα τύχης) και τα διαγνωστικά τεστ θα διορθώνονται από τα κομπιούτερ.

Είναι φανερό πως στην κοινωνία μας που βρίθει μορφωτικών, οικονομικών (ταξικών), γλωσσικών, χωροταξικών, κ.α. διαφορών, ενιαία θέματα σε κάθε τάξη ανά περιφέρεια, θα οδηγήσουν στο κλείσιμο τις μισές σχολικές μονάδες της χώρας.

Ο νέος τρόπος εξέτασης αφανίζει την αναλυτική και συνθετική σκέψη, άρα την κριτική ικανότητα που μπορεί να προσεγγίζει το «όλον», υπέρ της ανάπτυξης δεξιοτήτων για γρήγορη συλλογή και αποβολή πληροφοριών και μάλιστα όσων μπορούν να μετατραπούν σε εμπορεύματα. Με άλλα λόγια μέσω της δομής του περιεχομένου της και της διδακτικής, της επερχόμενης εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης, επιχειρείται η πιο ακραία μορφή αποδόμησης της συλλογικής υπόστασης του ανθρώπου.

– Η απόφαση του Ευρωδικαστηρίου που χαρακτήρισε τα ασφαλιστικά ταμεία του Δημοσίου (κύρια και επικουρικά) σε επαγγελματικά, συνιστά την μεγαλύτερη και τελική αντεργατική επίθεση, ουσιαστικό της πλήρης κατάργησης του ασφαλιστικού συστήματος στην χώρα μας.

Γιατί επαγγελματικά ταμεία δεν σημαίνει μόνο εξίσωση ορίων συνταξιοδότησης ανδρών – γυναικών (άρα 10 χρόνια παραπάνω δουλειά στις γυναίκες), ούτε ότι σε αυτά απαγορεύεται η κρατική (κοινωνική) χρηματοδότηση. Σημαίνει κυρίως την μεταφορά των ευθυνών της ασφάλισης – περίθαλψης αποκλειστικά στις πλάτες των εργαζομένων. Σημαίνει με άλλα λόγια στρατηγικού χαρακτήρα αλλαγές.

Πολλοί τρόποι για κάτι τέτοιο υπάρχουν π.χ. η μετατροπή των επιστημονικών ενώσεων σε επαγγελματικές (Ε.Μ.Ε., Εν.Φυσ., Ε.Π.Ι, …) οι οποίες θα λειτουργήσουν κατά τα πρότυπα του ΤΕΕ – ΤΣΜΕΔΕ, με άλλα λόγια ο απόφοιτος οποιασδήποτε γ/βάθμιας σχολής, δημόσιας ή ιδιωτικής θα πληρώνει ασφάλιστρα με την αποφοίτησή του,  ανεξάρτητα από το αν εργάζεται.   

Η υπόθεση των επαγγελματικών ταμείων μαζί με τις περικοπές στις συντάξεις, την αύξηση του χρόνου εργασίας, την κατάργηση του ενός από τα δυο επικουρικά ταμεία των δημοσίων υπαλλήλων, τις περικοπές στα βαρέα και ανθυγιεινά και στις συντάξεις αναπηρίας, συνιστούν το πλαίσιο επίθεσης στα ασφαλιστικά – συνταξιοδοτικά δικαιώματα της επόμενης περιόδου.

– Η κυβέρνηση καιρό τώρα και σε όλους τους τόνους προαναγγέλλει διπλό μισθολόγιο για το δημόσιο. Το υπάρχον για τους παλιούς και το άλλο για τους νεοδιόριστους από το οποίο θα παραληφθούν σοβαρά τμήματα του σημερινού μισθού. Π.χ. εάν στον νεοδιόριστο της εκπαίδευσης δεν δοθεί το εξωδιδακτικό επίδομα, τότε όσοι διοριστούν το 2010 θα έχουν κατά 400+ € μικρότερο μισθό απ' αυτούς που διορίστηκαν το 2009. Κάτι τέτοιο δεν θα φέρει μόνο σε πλήρη απόγνωση τους νέους εργαζόμενους, αλλά θα δημιουργήσει μια διάσπαση βάθους εντός των εργαζομένων, θα βάλει τις προϋποθέσεις άρσης της μονιμότητας, αφού πρώτα διαλύσει τις προσφερόμενες υπηρεσίες των δημοσίων υπαλλήλων, ιδιαίτερα της εκπαίδευσης.

– Η διάλυση κάθε έννοιας μόνιμης και σταθερής εργασίας αποτελεί τα τελευταία 20 χρόνια διαρκή προσπάθεια όλων των κυβερνήσεων. Βρισκόμαστε σήμερα μπροστά σε νέα αποφασιστική κυβερνητική προσπάθεια.

Η κατάργηση των κλειστών επαγγελμάτων, η γενίκευση των συμβάσεων έργου, η ανεξέλεγκτη χωρίς στοιχειώδης προϋποθέσεις προσφορά εκπαιδευτικών τίτλων από ιδιώτες (πρόσφατες κυβερνητικές εξαγγελίες), η γενίκευση και υπερμεγέθυνση του ωρομίσθιου σε όλες τις εκπαιδευτικές βαθμίδες είναι μερικές από τις κυβερνητικές πρωτοβουλίες.

  

Μέσα σε αυτές τις συνθήκες το συνέδριο της ΟΛΜΕ κατάφερε να οδηγηθεί σε ένα πλαίσιο απόφασης που περιέχει σοβαρά στοιχεία συγκρότησης, τουλάχιστον ενός αμυντικού μετώπου δράσης.

Καταφέραμε να τραβήξουμε ορισμένες σαφής διαχωριστικές γραμμές, παρά την σφοδρή αντίδραση και αποχώρηση της ΔΑΚΕ και την αντίδραση της ΔΕΕ (ΠΑΜΕ) που δεν ήθελε καμία συλλογική απόφαση.    

Με πρωτοβουλία των παρεμβάσεων που πρότειναν τα βασικά σημεία της τελικής συμφωνίας σε όλες τις παρατάξεις πλην την ΔΑΚΕ (συμφώνησαν ΣΥΝ, ΠΑΡΕΜΒΑΣΕΙΣ, ΠΑΣΚ), η απόφαση επικαιροποίησε της αποφάσεις του προηγούμενου συνεδρίου και όρισε τους παρακάτω επιπλέων άξονες πάλης. 

– Πλήρη αντίθεση στην επικείμενη μεταρρύθμιση Μπαμπινιώτη – Δασκαλόπουλου – Διαμαντοπούλου – Καρατζαφέρη και ιδιαίτερα στις περιφερειακές εξετάσεις που θα οδηγήσουν σε κλείσιμο τα μισά σχολεία της χώρας κυρίως αυτά των υποβαθμισμένων περιοχών των πόλεων και της επαρχίας.

– Την πλήρη αντίθεση στο νέο τρόπο εξέτασης των περιφερειακών και πανελλαδικών εξετάσεων που οδηγεί σε αποσάθρωση και όχι ανάπτυξη της κριτικής ικανότητας της νεολαίας υπέρ μιας αγοραίας γνώσης μιας χρήσης από εργάτες μιας χρήσης.

– Βασικός άξονας αναδείχτηκε η πάλη ενάντια στην μετατροπή των ασφαλιστικών ταμείων του δημοσίου σε επαγγελματικά, που σημαίνει ελαστικές σχέσεις εργασίας. Δηλαδή διάλυση του ασφαλιστικού συστήματος στο δημόσιο υπέρ ενός συστήματος πλήρους εξατομίκευσης της ασφάλισης με ταυτόχρονη εμπορευματοποίηση – ιδιωτικοποίηση της.

– Σταθερός άξονας πάλης αναδείχθηκε η αντίθεση μας στα επικείμενα διπλά μισθολόγια στο δημόσιο (άλλο για τους νεοδιόριστους και άλλο για τους παλιούς) και η διεκδίκηση κλαδικών συλλογικών συμβάσεων εφ' όλης της ύλης.

– Στα ζητήματα των εργασιακών σχέσεων το συνέδριο αναγνώρισε ένα στρατηγικό μέτωπο πάλης. Έτσι με γνώμονα την μόνιμη και σταθερή εργασία απαιτούμε:

– Κατάργηση του ωρομισθίου. Διορισμούς σε όλα τα κενά. Κανείς καθηγητής χωρίς οργανική θέση, (να καταργηθεί το σύστημα της διάθεσης συναδέλφων στα ΠΥΣΔΕ). Όχι στην κατάργηση εργασιακών δικαιωμάτων για την πραγματοποίηση κοινωνικής πολιτικής. Η κοινωνική πολιτική σε κατηγορίες, που την έχουν ανάγκη, να πραγματοποιηθεί με άλλους τρόπους (κυρίως οικονομικούς).

– Πλήρη εργασιακά, ασφαλιστικά (να καταργηθεί η απαίτηση των 100 ενσήμων για περίθαλψη) και συνδικαλιστικά δικαιώματα σε όλους τους ωρομίσθιους μέχρι την κατάργηση του θεσμού.

Τα παραπάνω αποτελούν ένα αρκετά σαφές αμυντικό πλαίσιο.

 

Το συνέδριο όμως δεν μπόρεσε να διαμορφώσει άξονες αντεπίθεσης και ανατροπής, με στρατηγικότερα χαρακτηριστικά, της επερχόμενης κυβερνητικής επίθεσης.

Σε τρία ζητήματα εκφράστηκε η αδυναμία απάντησης.

1.      Στο αντιδραστικό σχολείο που κάθε μέρα κατασκευάζετε ποιο είναι το σχολείο των σημερινών κοινωνικών αναγκών και απαιτήσεων.

2.      Ποια είναι η σχέση της κλαδικής συλλογικής σύμβασης με την γενική συλλογική σύμβαση της ΑΔΕΔΥ.

3.      Η ανάγκη για ένα εκπαιδευτικό συνδικάτο όλων των βαθμίδων εκπαίδευση.

 

Σε όλα αυτά θα επανέλθουμε.

 

* Σημείωση admin: Το άρθρο γράφτηκε πριν αλλάξει η κυβέρνηση της Ν.Δ.

 

**Χανιά,  Σεπτέμβρης  2009, Ναξάκης Αντώνης, σύνεδρος στο 14ο συνέδριο της ΟΛΜΕ  αντιπρόσωπος της ΕΛΜΕ Χανίων, εκ μέρους της Παρέμβασης -Πρωτοβουλίας.

Νέα πολιτική παιδείας; Οι πρώτες ενδείξεις

Νέα πολιτική παιδείας; Οι πρώτες ενδείξεις

 

Του Στέργιου Ζυγούρα*

Ενώ αναμένεται ο καθορισμός αρμοδιοτήτων μεταξύ των δύο Υφυπουργών Παιδείας (κας Ε. Χριστοφιλοπούλου και κ. Γ. Πανάρετου), ας δούμε τα τρία σημεία που έκαναν αίσθηση με το νέο «κυβερνητικό καλημέρα» στον χώρο της παιδείας.

1.  Η μετονομασία του ΥπΕΠΘ σε ΥπΠδΒΜΘ δηλαδή Υπουργείο Παιδείας, δια βίου Μάθησης και Θρησκευμάτων. Η προσθήκη της «δια βίου μάθησης» στον τίτλο, προφανώς σηματοδοτεί την έμφαση που θέλει να δώσει η νέα διακυβέρνηση στις ήδη υπάρχουσες στρατηγικές και δράσεις του Υπουργείου, όπως  τα ΣΔΕ, η λαϊκή επιμόρφωση και το τρέχον επιχειρησιακό κοινοτικό πρόγραμμα «εκπαίδευση και δια βίου μάθηση». Αναμένουμε με ενδιαφέρον τον τρόπο με τον οποίο θα εκφραστεί αυτή η αλλαγή του τίτλου του Υπουργείου, με δεδομένο ότι η προηγούμενη κυβέρνηση προώθησε ιδιαίτερα (τουλάχιστον στα λόγια) την σύνδεση της παιδείας με την αγορά εργασίας, με την κατάρτιση, με την επιχειρηματικότητα, παραμελώντας και υποβαθμίζοντας τον προβλεπόμενο, γενικό, μορφωτικό χαρακτήρα της παιδείας. Αναμένουμε επίσης τις νέες πολιτικές σχετικά με τους ωρομίσθιους και τα προγράμματα «STAGE» που καθοριστικά επιδρούν στον χαρακτήρα αυτόν.

 

 2.  Η έμφαση στη συνέχεια που θα έχει ο «εθνικός διάλογος για την παιδεία». Αναμενόμενη και θετική η δήλωση της κας Διαμαντοπούλου κατά την παραλαβή του Υπουργείου, καθώς το κόμμα της πήρε ενεργό μέρος στο διάλογο, καθώς ζητούμενο στην κοινωνία είναι, όχι μόνο η αποδέσμευση του Λυκείου από τις Πανελλαδικές εξετάσεις προς τα ΑΕΙ-ΑΤΕΙ, αλλά και η αναμόρφωση της πρώτης και δεύτερης βαθμίδας παιδείας στην κατεύθυνση ανάπτυξης του κριτικού πνεύματος, της διαμόρφωσης ελεύθερου και υπεύθυνου πολίτη. Ωστόσο, εδώ εντοπίζεται και μια αντίφαση, ή έστω, ένα ερωτηματικό: Πώς εντάσσεται ένας «εθνικός διάλογος» σε μια παιδεία που δεν προσδιορίζεται πλέον ως «εθνική» στον τίτλο του Υπουργείου;

3.  Η επισήμανση που έκανε η υπουργός, αλλά και οι δύο υφυπουργοί για το πομπώδες ύφος του κτιρίου στο Μαρούσι, για το μεγαλοπρεπές γραφείο του υπουργού. Ίσως, η επισήμανση αυτή δεν χρήζει άλλου σχολιασμού πλην αυτού: στο βαθμό που η «κατάχρηση» χώρων και πολυτέλειας ήταν ενδεικτικό στοιχείο μιας κατάχρησης εξουσίας που χαρακτήρισε την προηγούμενη κυβέρνηση και στον χώρο της παιδείας, η επισήμανση της κας Διαμαντοπούλου, της κας Χριστοφιλοπούλου και του κου Πανάρετου ελπίζουμε να στοχεύει στην υλοποίηση μιας πολιτικής προς την αντίθετη κατεύθυνση.

 

8.10.2009

* Στέργιος Ζυγούρας, Καθηγητής ΠΕ 16

Να αλλάξει σελίδα η Παιδεία

Να αλλάξει σελίδα η Παιδεία

 

Του Χρήστου Κάτσικα

Χαμένες ελπίδες- νεκρά όνειρα! Μέσα σε αυτές τις δύο φράσεις μπορεί να συμπυκνώσει κανείς την κατάσταση στη ρημαγμένη, εδώ και πολλά πολλά χρόνια, εκπαιδευτική γη. Και βέβαια δεν είναι καθόλου τυχαίο που το πλέον «προκεχωρημένο απόσπασμα» της λαϊκής δυσαρέσκειας αποτελούν οι μαθητές μας, αυτοί που αναγκάζονται να ζουν σε μια σχολική εκπαίδευση- πύργο της Βαβέλ, που ξεχειλίζει αμάθεια, ατομικισμό και αφόρητη πλήξη.

Μια κυβερνητική αλλαγή που στοχεύει σε αλλαγή πολιτικής στον χώρο της σχολικής εκπαίδευσης, έτσι ώστε να μη συνεχίσουν να μένουν ανοιχτά στον χρόνο, τις εκπαιδευτικές πολιτικές και τις εξαγγελίες τα «ρήγματα» στο ταλαιπωρημένο σώμα του ελληνικού σχολείου, πρώτον, οφείλει να λειτουργήσει αντίθετα αφενός στην πολιτική μάρκετινγκ για τις σχολικές μονάδες και στις πολιτικές κρυφής και φανερής ιδιωτικοποίησης και αφετέρου στη νεοφιλελεύθερη αντίληψη που χρόνια τώρα «ξύνει» τη γνώση ως συλλογικό εργαλείο ερμηνείας και αλλαγής του κόσμου και τη μεταλλάσσει σε γνώση ως στενή εφαρμογή για την επίτευξη του ατομικού στόχου που στοιχίζεται με τις έννοιες κόστος – κέρδος.

Δεύτερον, οφείλει να απονευρώσει την τεμαχισμένη, αποσπασματική και τυποποιημένη γνώση, που αποτελεί ευθεία βολή κατά της συγκροτημένης σκέψης και δημιουργεί στρατιές ημιαναλφάβητων ή προσοντούχων άσχετων, οι οποίοι μπορούν να «διαβάσουν τη λέξη», αλλά είναι αξιοθρήνητα ανίκανοι να «διαβάσουν τον κόσμο».

Τρίτον, υποχρεούται να βρει τρόπους εκπαιδευτικούς – και όχι μόνο – για να κρατήσει το σχολείο μέχρι τα 18 τις χιλιάδες των μαθητών που δεν ολοκληρώνουν ούτε καν την υποχρεωτική – εδώ και αρκετές δεκαετίες- 9χρονη εκπαίδευση.

Τέταρτον, δεν μπορεί παρά να ανατρέψει το διπλά ανισότιμο, κοινωνικά και εκπαιδευτικά, σχολικό δίκτυο.

Τέλος απαιτείται να ακυρώσει τη στενά ωφελιμιστική (εργαλειακή = εξετάσεις), συνεπώς μονοδιάστατη και θνησιγενή παιδεία (υπερτονισμένη από την πρόωρη πρακτική των λεγόμενων «φροντιστηρίων») των μαθητών του Λυκείου.

Στα πλαίσια αυτά μια εκπαιδευτική πολιτική που δεν έχει πάρει διαζύγιο από τις ανάγκες των εκπαιδευομένων και της κοινωνίας οφείλει να είναι δεμένη άρρηκτα με την αλλαγή του περιεχομένου της εκπαίδευσης, την εξάλειψη της σχολικής διαρροής, την κατάργηση του διπλού δικτύου, της βάσης του 10 και του κλειστού αριθμού εισακτέων, μαζί με την κατοχύρωση επαγγελματικής διεξόδου. Οφείλει να είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με τη γενναία χρηματοδότηση της εκπαίδευσης, την ελαχιστοποίηση των σκληρών ταξικών φραγμών, την αντισταθμιστική αγωγή, την ένταξη στα σχολικά δίκτυα των χιλιάδων παιδιών που βρίσκονται «εκτός των τειχών», την αναπροσαρμογή των αναλυτικών προγραμμάτων. Οφείλει να μιλάει και να πράττει για όλες τις παραμέτρους της εκπαίδευσης (χρηματοδότηση, αναλυτικά προγράμματα, αντισταθμιστική διδασκαλία), να συνδέει την εκπαίδευση με την εργασία και τα πτυχία με το επάγγελμα, απαιτώντας το δικαίωμα για σταθερή και μόνιμη εργασία με αξιοπρεπή μισθό και αρνούμενη τις νεοφιλελεύθερες ιδεολογικές εμμονές, όπου η αγορά κανοναρχεί και η εκπαίδευση υποτάσσεται.
Οφείλει να μιλάει για το ενιαίο 12χρονο δωρεάν δημόσιο σχολείο για όλα τα παιδιά (έπειτα από δίχρονη υποχρεωτική Προσχολική Αγωγή με ενιαίο διαπαιδαγωγητικό πρόγραμμα), μέχρι τα 18 τους χρόνια.

Ένα τέτοιο σχολείο, με μόνιμο εκπαιδευτικό προσωπικό με ενιαία εργασιακά δικαιώματα, απαλλαγμένο από επικαλύψεις και ανακύκλωση της ύλης σε κάθε βαθμίδα, θα έχει βελτιωμένο επίπεδο γενικών γνώσεων, θα συνδέει τη θεωρία με την πράξη, θα αναπτύσσει την κριτική σκέψη, ώστε τα παιδιά να κατανοούν τους νόμους κίνησης της φύσης και της κοινωνίας. Στο σχολείο αυτό θα παρέχονται και εισαγωγικές επαγγελματικές γνώσεις, χωρίς κατευθύνσεις και ειδικότητες.

Oφείλει να μιλάει για τη λήψη αντισταθμιστικών εκπαιδευτικών μέτρων, όπως ειδική οικονομική υποστήριξη και επιδόματα στη φτωχή οικογένεια, στους ανέργους και τους μετανάστες, ώστε τα παιδιά τους να τελειώνουν το ενιαίο 12χρονο σχολείο, καθώς και για πρόσθετη εκπαιδευτική υποστήριξη στους μαθητές που το έχουν ανάγκη.

Οφείλει να μιλάει για έναν δεύτερο, προαιρετικό (για τους μαθητές) κύκλο σε όλη τη διάρκεια του Ενιαίου Δημόσιου Σχολείου (μεσημεριανό ή απογευματινό), με μόνιμο εκπαιδευτικό προσωπικό, στον οποίο, σε αντίθεση με το ασυνάρτητο και εξουθενωτικό πρόγραμμα του ολοήμερου, ο μαθητής θα έχει τη δυνατότητα, δωρεάν και συγκροτημένα, να καλύψει διάφορες ανάγκες του για τις οποίες τα νοικοκυριά έχουν σήμερα αυξημένες και ανελαστικές ιδιωτικές δαπάνες (ολοκλήρωση του διαβάσματος για την επόμενη μέρα, ξένη γλώσσα, υπολογιστές, μουσική, χορός, αθλητικές δραστηριότητες κ.λπ.) και να πιστοποιεί τις γνώσεις του (πτυχίο ξένης γλώσσας και πληροφορικής).

Οφείλει να μιλάει παράλληλα για ένα δημόσιο δωρεάν και ανοιχτό σύστημα επαγγελματικής εκπαίδευσης μετά το 12χρονο σχολείο για όσα επαγγέλματα δεν απαιτούν πανεπιστημιακή μόρφωση.

Η ΠΑΙΔΕΙΑ ΠΡΕΠΕΙ

να βρει τρόπους εκπαιδευτικούς για να κρατήσει το σχολείο μέχρι τα 18 τις χιλιάδες των μαθητών που δεν ολοκληρώνουν ούτε καν την υποχρεωτική 9χρονη εκπαίδευση

 

ΠΗΓΗ: ΤΑ ΝΕΑ, 8 Οκτωβρίου 2009, http://www.tanea.gr/default.asp?pid=10&ct=13&artID=4540122

 

ΘΕΣΜΟΙ – ΠΑΙΔΕΙΑ – ΕΥΘΥΝΗ – ΑΥΤΟΥΡΓΙΑ

ΘΕΣΜΟΙ – ΠΑΙΔΕΙΑ – ΕΥΘΥΝΗ – ΑΥΤΟΥΡΓΙΑ

Του Στέργιου Ζυγούρα *

 

Η ΝΟΘΕΙΑ ΣΤΙΣ ΠΑΝΕΛΛΑΔΙΚΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ ΤΟΥ 2007 ΚΑΙ ΤΟ ΕΥΡΥΤΕΡΟ ΠΟΛΙΤΙΚΟ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ ΤΩΝ ΔΥΟ ΤΕΛΕΥΤΑΙΩΝ ΕΤΩΝ ΣΕ ΑΜΦΙΜΟΝΟΣΗΜΑΝΤΗ ΣΧΕΣΗ ΜΕ ΤΗΝ ΠΑΙΔΕΙΑ

 

Σας θυμίζουν κάτι τα ονόματα Μαρία Γκρίζου και Φωτεινή Παπαδοπούλου; Είναι οι δύο καθηγήτριες αγγλικών της Δ.Ε. που ως βαθμολογήτριες των Πανελλαδικών Εξετάσεων του 2007 έγιναν αιτία να γνωστοποιηθεί στο ευρύ κοινό το σκάνδαλο των παράνομων αναβαθμολογήσεων. Αξίζει ν' ασχοληθούμε μ' αυτό σήμερα; Βεβαίως, για δύο λόγους: α) Μόλις τώρα ολοκληρώνεται η πρώτη τυπική φάση της υπόθεσης και β) Σχετίζεται άμεσα και πολλαπλά με την γενικότερη πολιτική κατάσταση και την τρέχουσα επικαιρότητα. Οι σχέσεις αυτές μπορούν να δώσουν χρήσιμα συμπεράσματα, τόσο για την κατάσταση και την προοπτική της παιδείας, όσο και για το ρόλο της παιδείας στις πολιτικές μας προοπτικές.

Β/Κ ΠΥΛΑΙΑΣ 2007 – ΤΟ ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΤΗΣ ΝΟΘΕΥΣΗΣ ΤΩΝ ΒΑΘΜΟΛΟΓΙΩΝ

 

Στις 29.6.07, αφού είχε ολοκληρωθεί η διαδικασία βαθμολόγησης, οι δύο καθηγήτριες κλήθηκαν -όπως και άλλοι βαθμολογητές- στο βαθμολογικό κέντρο Πυλαίας από την πρόεδρό του. Στις 4.7.07 οι δύο καθηγήτριες υπέβαλαν αναφορά-καταγγελία στον Περιφερειακό Δ/ντη Εκπ/σης Κ. Μακεδονίας όπου κατήγγειλαν ότι η πρόεδρος του β/κ, επικαλούμενη προφορική εντολή του ΥπΕΠΘ, ζήτησε από τις βαθμολογήτριες να αλλάξουν προς τα πάνω τη βαθμολογία σε γραπτά που είχαν βαθμολογήσει (είτε ως α΄ είτε ως β΄ βαθμολογητές) και είχαν ήδη αναβαθμολογηθεί, διατηρώντας τη διαφορά μεταξύ α΄ και β΄ βαθμολογητή στις 13 μονάδες. Οι καθηγήτριες ενημέρωσαν τον τοπικό συνδικαλισμό της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης. Οι 4 από τους 5 προέδρους των ΕΛΜΕ-Θ στήριξαν την καταγγελία και προέβησαν σε δημόσιες ανακοινώσεις. Το θέμα έγινε γνωστό και ο τύπος ασχολήθηκε εκτενώς για αρκετές μέρες. Ακολούθησε η ΕΔΕ που διενήργησε ο Δ/ντής Δ/θμιας Εκπ/σης Δυτ. Θεσ/νίκης (6-9.7.2007). Τα συμπεράσματα της ΕΔΕ ήταν: η νόθευση της βαθμολογίας έγινε σε 33 γραπτά Αγγλικών από 8 καθηγήτριες, οι οποίες -κακώς- θεώρησαν ότι υπάκουαν σε νόμιμη εντολή ανωτέρου, καταλογίσθηκε ηθική αυτουργία στην πρόεδρο του β/κ, διαπιστώθηκε ότι καμιά οδηγία-εντολή δεν δόθηκε από το ΥπΕΠΘ, αφού κάτι τέτοιο δεν επιβεβαιώθηκε στα υπόλοιπα ειδικά μαθήματα. Το πόρισμα διαβιβάστηκε στα ΠΥΣΔΕ Αν. και Δυτ. Θεσ/νίκης που τον Ιούλιο του 2008 επέβαλαν ποινές 90 έως 100 μέρες αργία (με αντίστοιχη στέρηση μισθού στις 8 βαθμολογήτριες), ενώ το Συμβούλιο Επιλογής Σχολικών Συμβούλων Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης επέβαλε στην πρόεδρο του β/κ την ποινή της οριστικής παύσης. Στη συνέχεια, ο Γ. Επιθεωρητής Δημόσιας Διοίκησης και ο τότε Υπουργός Παιδείας υπέβαλαν ενστάσεις κατά των διοικητικών ποινών που επιβλήθηκαν στις 8, θεωρώντας ότι ήταν υπερβολικά επιεικείς, ενώ οι καθηγήτριες προσέφυγαν στο Δευτεροβάθμιο Πειθαρχικό όργανο για να ανατρέψουν τις ποινές. Το πόρισμα της ΕΔΕ διαβιβάστηκε επίσης στην Εισαγγελία Πρωτοδικών Θεσσαλονίκης. Ασκήθηκαν διώξεις στις 8 καθηγήτριες για πλαστογραφία εγγράφων κατ' εξακολούθηση και χρήση τους, ενώ στην πρόεδρο του β/κ για ηθική αυτουργία στην πράξη αυτή. Η δίκη έγινε τελικά τον Φεβρουάριο του 2009. Το Ελληνικό Δημόσιο δήλωσε παράσταση πολιτικής αγωγής διεκδικώντας 2000 € από κάθε μια κατηγορούμενη, επειδή υπέστη ηθική βλάβη και τρώθηκε το κύρος του θεσμού των Πανελλαδικών εξετάσεων. Το δικαστήριο απέβαλε την παράσταση πολιτικής αγωγής με το αιτιολογικό ότι άμεση ζημία δεν υπέστη το Δημόσιο, αλλά οι εξεταζόμενοι. Μετά από αίτημα των συνηγόρων υπεράσπισης, κλήθηκε και εξετάστηκε ως ουσιώδης μάρτυρας ο Τμηματάρχης του ΥπΕΠΘ, υπεύθυνος για την οργάνωση και διεξαγωγή των Πανελλαδικών Εξετάσεων. Το δικαστήριο αθώωσε τις 8 καθηγήτριες και έκρινε ένοχη την πρόεδρο του β/κ, επιβάλλοντας ποινή φυλάκισης 6 μηνών με αναστολή. Στις 30.6.2009 το Δευτεροβάθμιο Πειθαρχικό Συμβούλιο του ΥπΕΣΔΔΑ έκρινε αθώες από την κατηγορία της νοθείας δημοσίων εγγράφων, ένοχες όμως για ατελή εκπλήρωση καθηκόντων τις 3 καθηγήτριες του ΠΥΣΔΕ Αν. Θεσ/νίκης, μειώνοντας την αρχική τους ποινή σε ενός μηνός στέρηση αποδοχών, ενώ η προσδιορισμένη για το Σεπτέμβριο αντίστοιχη εκδίκαση για τις υπόλοιπες 5 καθηγήτριες του ΠΥΣΔΕ Δυτ. Θεσ/νίκης αναβλήθηκε.

 

ΠΡΟΣΦΑΤΗ ΚΑΙ ΤΡΕΧΟΥΣΑ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ

 

Σε λίγο συμπληρώνεται ένας χρόνος από την κυβερνητική υιοθέτηση του συνθήματος/διλήμματος «υπευθυνότητα ή λαϊκισμός;». Την αμυντική αυτή τακτική υιοθέτησε ο Πρωθυπουργός στα τέλη του 2008, ως βασικό μέσο συγκράτησης των υπολειπόμενων ποσοστών του κυβερνώντος κόμματος. Το σύνθημα έκανε θραύση κατά την «βατοπεδινή» και την «παυλιδική» περίοδο. Η «υπευθυνότητα» εμφανιζόταν ως μόνιμος αυτοχαρακτηρισμός κάθε κυβερνητικού παράγοντα και συνόδευε κάθε απάντηση προς την αντιπολίτευση ή δήλωση προς τους πολίτες, ώστε να εμπεδώσουν όλοι ποιο κόμμα υπερασπίζεται και ποιο περιφρονεί τους θεσμούς. Στη διάρκεια του φετινού καλοκαιριού, η «υπευθυνότητα» όχι μόνο δεν πήγε διακοπές, αλλά υπερέβη χρονικά -τουλάχιστον στα τηλεοπτικά δελτία ειδήσεων- τις συνθήκες θανάτου του Μάικλ Τζάκσον και τις ερωτικές περιπέτειες του Μπερλουσκόνι. Πεδίο εφαρμογής της υπευθυνολογίας έγινε από την κυβέρνηση ο θεσμός του Προέδρου της Δημοκρατίας. Ο δρόμος προς τις πρόωρες εκλογές είχε ανοίξει.

Το πού εδράζεται το επιχείρημα της «υπευθυνότητας» είναι προφανές. Το εκλογικό σώμα έπρεπε να θυμηθεί τα αίτια του εκλογικού αποτελέσματος του 2004. Καθώς η παρούσα ανάλυση δεν ασχολείται με εκλογικά θέματα, αλλά με πολιτικά επιχειρήματα, πρέπει να σημειωθεί ότι η «ανευθυνότητα», κρινόμενη ως αιτία οδήγησης της χώρας σε πρόωρες εκλογές, είναι ένα ανίσχυρο επιχείρημα που προσπαθεί να πετύχει «μ' ένα σμπάρο δυο τρυγόνια»: α) να δείξει την περιφρόνηση της άλλης πλευράς προς τους θεσμούς και β) να ενισχύσει το προφίλ σοβαρότητας και «θεσμικότητας» της εκστομίζουσας πλευράς. Όμως, το 2007 ο Πρωθυπουργός ανήγαγε τη σύνταξη του προϋπολογισμού σε «εθνικό θέμα εξαιρετικής σημασίας» ώστε να δικαιολογείται η προσφυγή στις κάλπες. Αυτό αποτέλεσε συνέχεια των θεσμικών τερτιπιών του νεότερου ελληνικού πολιτικού βίου και επιβεβαίωσε αυτό που όλοι οι πολιτικοί ομολογούν και η πλειοψηφία της κοινωνίας αποδέχεται, ότι δηλαδή το Σύνταγμα που υπάρχει στο χαρτί, δεν λειτουργεί πάντα στην πράξη: «το θέμα των εκλογών είναι αποκλειστική απόφαση του Πρωθυπουργού, ο Πρωθυπουργός μπορεί να αιφνιδιάσει με πρόωρες εκλογές» είναι οι επικρατούσες διατυπώσεις. Ως εδώ υπάρχει ζήτημα, αλλά οι πρωθυπουργικές αντιφάσεις έχουν συνέχεια. Καθόσον η Βουλή που θα προέκυπτε το 2007 θα ήταν αναθεωρητική, μέσω του τότε διαγγέλματος ο Πρωθυπουργός αναφέρθηκε στο ίδιο το Σύνταγμα. Όμως, ιεράρχησε το Σύνταγμα  χαμηλότερα από τον προϋπολογισμό. Το πιο εντυπωσιακό είναι ότι η «αναθεώρηση του Συντάγματος» στόχευε -πάντα κατά τα λεγόμενα του Πρωθυπουργού- σε ενίσχυση της διαφάνειας του δημόσιου βίου και της ανεξαρτησίας της δικαιοσύνης. Οι μετέπειτα κυβερνητικοί χειρισμοί στις υποθέσεις τηλεφωνικών υποκλοπών, ομολόγων, Ζαχόπουλου, Συνταγματικής Αναθεώρησης, Ζορμπά, αυτοδιοίκησης δικαστηρίων, Βατοπεδίου, Παυλίδη, Ζήμενς, οικονομικής ύφεσης, έδωσαν τα πιο χαρακτηριστικά δείγματα του πώς νοείται πρωθυπουργικά η «ευθύνη» και πώς προφυλάσσονται οι «θεσμοί». Όσο για την ίδια τη διαδικασία της συνταγματικής αναθεώρησης…

Πολλά λόγια δεν χρειάζονται, τα γεγονότα βοούν. Ποιο ακριβώς είναι το σύμπτωμα που αναδεικνύει το σύνθημα της «ανευθυνότητας»; Ότι το κόμμα που ήρθε στην εξουσία μετά από 20ετή απουσία του, αλλά και μετά από βαριά κοινωνική καταδίκη της ως τότε κακοδιαχείρισης και κατάχρησης της εξουσίας, αυτό το ίδιο κόμμα, πεντέμιση χρόνια μετά, επισείει στους πολίτες τον κίνδυνο να ξαναγυρίσουν «σ' αυτά τα οποία καταδίκασαν». Κι αυτό δεν είναι νέο. Το ξαναζήσαμε στα τέλη του 2003 με τις προειδοποιητικές αναφορές του τότε πρωθυπουργού για την (επερχόμενη) κακή «δεξά». Συνεπώς: Ο κομματικός ανταγωνισμός συνεχίζεται με κατεύθυνση προς τα κάτω και όχι προς τα πάνω. Ο δεύτερος δεν ανεβαίνει, απλώς πέφτει ο πρώτος. Προφανώς έχουμε να κάνουμε, αφ' ενός με την παρακμιακή μας δημοκρατία όπου τα πρόσωπα δεν υπάρχουν, προβάλλονται κυρίως οι κομματικές επιγραφές που ευκολότερα φανατίζουν, αφ' ετέρου με μια νέα, έμμεση ομολογία αποτυχίας της κυβέρνησης που βάζει τον πήχη προς τα κάτω, ώστε να κρίνει (και πάλι) ο πολίτης ποιος είναι ο ολιγότερο κακός. Και μόνον αυτά είναι στοιχεία απολύτως αντίθετα με τη διαφύλαξη των θεσμών και βέβαια, οι κραυγάζοντες τα περί «ευθύνης», διαγράφουν πορεία κωμικοτραγική. Και μόνον αυτά είναι αρκετά ώστε να επιβεβαιώνουν δύο Προέδρους της Ελληνικής Δημοκρατίας (τον πρώην και τον νυν), οι οποίοι με διαφορά λίγων μηνών, επισήμαναν δημόσια: «κρίση εμπιστοσύνης των πολιτών απέναντι στο πολιτικό σύστημα, χρησιμοποίηση της πολιτικής από τους λαϊκούς εκπροσώπους ως εφαλτήριο για τρυφηλή ζωή, διατήρηση των διαχρονικών παθογενειών στη λειτουργία της δημόσιας διοίκησης, ηθική νομιμοποίηση των πελατειακών συμπεριφορών» δηλαδή: «διαφθορά, αναξιοκρατία, ατιμωρησία, κομματικό κράτος, πελατειακές σχέσεις, κακοποίηση της δημοκρατίας». Σημειολογικό είναι και το ότι ο νυν Πρόεδρος μίλησε έτσι τον Ιούλιο, κατά την τελετή για την αποκατάσταση της Δημοκρατίας. Αν μη τι άλλο, οι Πρόεδροι της Δημοκρατίας δεν μπορούν (εύκολα) να κατηγορηθούν για πολιτική σκοπιμότητα. Αφού μέχρι χθες το κυβερνητικό κόμμα κατήγγειλε την αντιπολίτευση για μια τεχνητή εκλογολογία, αφού μέχρι και σήμερα την καταγγέλλει για την προσβολή του πολιτειακού θεσμού, ας κάνει τον κόπο να τοποθετηθεί πάνω στη θεσμική αποδυνάμωση του ΠτΔ που επέφερε η συνταγματική αναθεώρηση του 1985.

Συνεπώς, ή όντως έχουμε πολιτεία με θεσμούς που λειτουργούν ικανοποιητικά, ή η διαφθορά, η απαξίωση των πολιτών, το πελατειακό κράτος, ο διαλυμένος δημόσιος τομέας, η έλλειψη ανταγωνιστικότητας των προϊόντων βρίσκονται αποκλειστικά και μόνον στη φαντασία μας.

 

«ΟΛΑ ΕΙΝΑΙ ΘΕΜΑ ΠΑΙΔΕΙΑΣ» (Η μέγιστη κυβερνητική προσφορά στην παιδεία;)

 

Πώς συνδέονται τα παραπάνω με τις πανελλαδικές εξετάσεις του 2007; Θεσμικά (φυσικά). Η κυβέρνηση που εξελέγη μέσω των εκλογών του 2004 και 2007 διακήρυξε με έμφαση την μάχη κατά της διαφθοράς, την προσήλωση στους θεσμούς και στους εθνικούς στόχους, μεταξύ των οποίων ήταν και η παιδεία. Το ελάχιστο που μπορεί να κάνει μια κυβέρνηση για την παιδεία (ας υποθέσουμε ότι ούτε όραμα δεν έχει γι' αυτήν), είναι να της εξασφαλίσει τους αναγκαίους πόρους. Κι όμως, από το 2007 άρχισε να «εξηγεί» τη μη χρηματοδότηση της παιδείας (με το θρυλικό 5% του ΑΕΠ) χρησιμοποιώντας το επιχείρημα «νομίζαμε ότι μπορούσαμε, επειδή οι προηγούμενοι μας εμφάνιζαν πλεονασματικούς προϋπολογισμούς». Στη διάρκεια 2004-07, η κυβέρνηση ασχολήθηκε αποκλειστικά με την τριτοβάθμια, χρησιμοποιώντας το επιχείρημα «με καλύτερους δασκάλους αλλάζουμε γρηγορότερα το αποτέλεσμα της παιδείας». Το 2005 «για να ανεβεί το επίπεδο των ΑΕΙ-ΑΤΕΙ» η κυβέρνηση θέσπισε και την περίφημη «βάση του 10».

Όταν το ΥπΕΠΘ υιοθετούσε επί υπουργίας του κ. Στυλιανίδη (Μάϊος 2008) το σύνθημα-λογότυπο «Όλα είναι θέμα παιδείας», μάλλον δεν είχε αποτιμήσει πλήρως πόσο καταλυτικό ρόλο μπορούσε να διαδραματίσει: πόσο αντιφατικό κάποιων κ[ε]νοτόμων πολιτικών παιδείας μπορούσε να φαντάζει, ποια εν δυνάμει τροχοπέδη κάθε ανερμάτιστης πολιτικής παιδείας μπορούσε να αποτελέσει.  Ενώ λοιπόν στη διάρκεια 2007-08 η κυβέρνηση έδινε τα επικοινωνιακά της ρέστα με το «έξυπνο σχολείο», ο φόνος του Αλέξη Γρηγορόπουλου το Δεκέμβριο του 2008 με τα λοιπά διατρέξαντα έγιναν αιτία για να απομακρυνθεί ο δεύτερος υπουργός παιδείας. Η κατάρρευση του δημόσιου σχολείου σε πρώτη και δεύτερη βαθμίδα ήταν το μόνο στο οποίο μπορούσε να εστιάσει η κυβέρνηση, οπότε ο νέος υπουργός κ. Σπηλιωτόπουλος έλαβε οδηγία και συμφώνησε να δώσει τη μέγιστη έμφαση στο «διάλογο για την παιδεία» που επίσημα ξεκίνησε το Μάρτιο του 2009. Η στόχευση της κυβέρνησης όμως είχε ήδη φανεί στις 2.1.2009, όταν ο Πρωθυπουργός με τη βασιλόπιτα ακόμα στο τραπέζι, ζήτησε από τον Πρόεδρο της Βουλής «προ ημερησίας διατάξεως συζήτηση για την παιδεία», οπότε στις 23.1.2009 βρεθήκαμε αντιμέτωποι με ένα ακόμα δίλημμα: «Είμαστε ανοιχτοί στα μηνύματα των καιρών, ναι ή όχι;», «Δημιουργούμε το σχολείο του μέλλοντος; Ναι ή όχι;». Για άλλη μια φορά η «στροφή» ήταν επικοινωνιακή. Η ονομασία «έξυπνο σχολείο» υποχώρησε λίγο, έδωσε τη θέση της στο (συνώνυμο) «σχολείο του μέλλοντος». Μάθαμε λοιπόν επίσημα, ότι αυτό που κυρίως λείπει από την παιδεία είναι η σύνδεσή της με την επιχειρηματικότητα. Πληροφορηθήκαμε ακόμα ότι το επιχείρημα της υποχρηματοδότησης «νομίζαμε, δεν έχουμε..» ήταν ατελές. Συμπληρώθηκε από τον πρωθυπουργό με ένα ξεκάθαρο «έχουμε, αλλά δεν δίνουμε, όσο η κοινωνία δεν δέχεται τις μεταρρυθμίσεις». Άλλωστε και να μην το έλεγε, εννοείτο. Είχε ήδη βεβαιωθεί με άλλες κυβερνητικές πράξεις. Εν μέσω θέρους του 2008 και ταυτόχρονα με την κατάργηση της Αρχής για την καταπολέμηση του ξεπλύματος μαύρου χρήματος, οι δικαστικοί έλαβαν γενναιότατες αυξήσεις, ενώ ταυτόχρονα η κυβέρνηση αφαίρεσε τη δυνατότητα αυτοδιοίκησης των δικαστηρίων.

Η θετική έκπληξη ήρθε με τη δήλωση-ομολογία του κ. Σπηλιωτόπουλου: «η παιδεία πηγαίνει από το κακό στο χειρότερο, από το σχολείο δεν βγαίνουν μορφωμένοι πολίτες, έχουμε απαξιώσει το ρόλο του εκπαιδευτικού» (9.3.2009). Ταυτόχρονα, ο κ. Μπαμπινιώτης δήλωνε: «Είναι ουτοπία, -αν όχι ηθελημένο λάθος- το να συζητάς για την εκπαίδευση και να μην έχεις στο μυαλό σου, στη συνείδησή σου ότι επίκεντρο είναι ο εκπαιδευτικός» (11.3.2009). Η απογοήτευση: στις τελευταίες δηλώσεις (5.8.2009) κυβέρνησης και προέδρου του Συμβουλίου Πρωτοβάθμιας-Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης για την κατεύθυνση των αλλαγών στο σχολείο, ουδόλως περιλαμβάνεται ο παράγων «άνθρωπος/εκπαιδευτικός». Δηλαδή, ο διοικητικός-παιδαγωγικός μηχανισμός του ΥπΕΠΘ και η αξιοκρατία του κρίθηκαν επαρκείς και μη χρήζουσες αλλαγών. Δηλαδή, η κατάπτωση της δημόσιας διοίκησης δεν αγγίζει το ΥπΕΠΘ. Δεν ισχύει για το διοικητικό μηχανισμό η tabula rasa. Άρα ο «εθνικός στόχος της παιδείας» είναι μόνο το «έξυπνο σχολείο» ή «σχολείο του μέλλοντος» με τους διαδραστικούς πίνακες ! Και η «αναβαθμολόγηση» στις πανελλαδικές του 2007 πώς προέκυψε; Πώς έγινε γνωστή; Πώς αντιμετωπίστηκε από το ΥπΕΠΘ; Ήταν τυχαίο και μεμονωμένο γεγονός; Τι συμπεράσματα βγαίνουν από την όλη ιστορία;

 

«ΓΙΑ ΤΟ ΚΑΛΟ ΤΟΥΣ» (ΕΔΕ #1)

 

Σύμφωνα με το πόρισμα της ΕΔΕ, μια πρόεδρος βαθμολογικού κέντρου με πολυετή πείρα στη θέση αυτή, που ήταν επί πλέον και σύμβουλος, δηλαδή παιδαγωγική προϊσταμένη, παρεξήγησε την οδηγία του ΥπΕΠΘ να αποφεύγονται κατά το δυνατόν οι μεγάλες αποκλίσεις βαθμολογίας που προκαλούν τις αναβαθμολογήσεις και σε περιπτώσεις τέτοιες να γίνεται επανέλεγχος για αθροιστικά λάθη. Για να υλοποιήσει αυτή την οδηγία κάλεσε βαθμολογητές να διορθώσουν τους βαθμούς που είχαν ήδη βάλει. Δύο από τους βαθμολογητές που συμμετείχαν, το κατήγγειλαν για λόγους που δεν κατάφερε να εξακριβώσει η ανακριτική διαδικασία, ενώ διαπιστώθηκε ότι το περιστατικό αυτό ήταν μεμονωμένο και ουδεμία ευθύνη του ΥπΕΠΘ υπήρχε. Η (συνοπτικά διατυπωμένη) αυτή διαπίστωση έχει μερικά εύλογα κενά:

Ο κ. Κωνσταντινίδης που διενήργησε την ΕΔΕ ρωτούσε επίμονα τους μάρτυρες «ποια πιστεύετε ότι ήταν τα κίνητρα των δύο καταγγελλουσών;». Γιατί; Ήταν ανεξήγητη από μόνη της η καταγγελία; Ή μήπως υπήρχαν στοιχεία που έδειχναν κάποια σκοτεινή πρόθεση; Αν ο ανακριτής ήθελε να διερευνήσει την πρόθεση των δύο καθηγητριών, δεν διέθετε άραγε αρκετή πείρα, ούτε την κοινή λογική για να ρωτήσει «τι κίνητρο είχαν οι δύο καθηγήτριες να καταγγείλουν μια υπόθεση που τις ενέπλεκε προσωπικά, μια που και οι ίδιες είχαν αλλάξει βαθμολογίες τους;». Κίνητρο μιας πράξης διερευνάται, όταν η πράξη αυτή είναι κολάσιμη. Η επιμονή στη διερεύνηση αυτή, φανερώνει τουλάχιστον μια πτυχή της ανακριτικής γραμμής: η καταγγελία μάλλον αμφισβητείται παρά ερευνάται, οπότε με τις κατάλληλες ερωτήσεις επιχειρείται να βρεθεί έδαφος επιβεβαίωσης της αμφισβήτησης. Βρέθηκε τελικά κάποιο δόλιο κίνητρο; Όχι, φυσικά. Και, όπως μαντεύετε, για την «αντίπερα όχθη» ακολουθήθηκε άλλη τακτική. Το κίνητρο της αναμφισβήτητης αλλοίωσης της βαθμολογίας ειπώθηκε τόσο από την πρόεδρο του β/κ όσο και από τις επόπτριες βαθμολόγησης: «για το καλό των παιδιών, για να βοηθήσουμε τα παιδιά, για να μην αδικούνται οι υποψήφιοι, για να προασπιστεί το δίκιο των υποψηφίων». Κανένας μάρτυρας δεν ρωτήθηκε «πού στηρίζεται αυτό το επιχείρημα», πολύ δε περισσότερο, καμιά διερεύνηση του ποιος και τι κρύβεται πίσω από μια τέτοια δικαιολόγηση που -όλως παραδόξως- συμπίπτει με την επίσημη εξήγηση του ΥπΕΠΘ (που δόθηκε πολύ αργότερα, στις αίθουσες των δικαστηρίων). Καμιά συσχέτιση αυτού του επιχειρήματος με την «παρεξηγημένη εντολή». Αντίθετα, υπήρξαν ερωτήσεις για τη γνώση του υπαλληλικού κώδικα «γνωρίζετε ότι προδήλως παράνομες εντολές δεν πρέπει να εκτελούνται και πρέπει να αναφέρονται;». Αυτό όντως αναφέρεται στην 3η παράγραφο του άρθρου 25 (Ν.3528/2007), όμως στην 2η παράγραφο αναφέρεται κάτι που όλοι γνωρίζουν πώς εφαρμόζεται σε σχέση με την 3η: «Ο υπάλληλος οφείλει να υπακούει στις διαταγές των προϊσταμένων του. Όταν όμως εκτελεί διαταγή, την οποία θεωρεί παράνομη, οφείλει, πριν την εκτελέσει, να αναφέρει εγγράφως την αντίθετη γνώμη του και να εκτελέσει τη διαταγή χωρίς υπαίτια καθυστέρηση». Καταφανώς παράνομη λοιπόν ήταν για τον ανακριτή η εντολή. Σωστά! Κι αφού ήταν παράνομη, γιατί την έδωσε η πρόεδρος; Ξέχασε τα καθήκοντα που επιτελούσε τις προηγούμενες χρονιές; Πήρε πρωτοβουλία; Ή μήπως κάλεσε τους βαθμολογητές για να δουν τις μεγάλες αποκλίσεις και να συζητήσουν πάνω στον τρόπο βαθμολόγησης, οπότε αυτοί μαζικά, βρήκαν ευκαιρία ν' αρπάξουν τα γραπτά τους για να ανεβάσουν τους βαθμούς;

Έντονη αναφορά υπήρξε στο Π.Δ. 60/2006 που προβλέπει τα περί βαθμολόγησης. Καμιά συσχέτιση όμως των νόμων με το «καλό των παιδιών» δεν έγινε από τον ανακριτή. Δεν κίνησε την περιέργεια της πειθαρχικής ανάκρισης η απουσία κάθε αναφοράς του «καλού των παιδιών» στο Π.Δ. 60/2006. Η διερεύνηση του κινήτρου ίσχυε μόνο για τις δυο καταγγέλλουσες. Για την πρόεδρο, το κίνητρο δεν διερευνήθηκε στην τυπική διαδικασία, αντίθετα, υπήρξαν «διαρροές» από το ΥπΕΠΘ που καταλόγιζαν ιδιοτέλεια στην πρόεδρο του β/κ και μάλιστα, το σενάριο αυτό ακούστηκε και από τα κρατικά ΜΜΕ. Η καταγγελία κατά τον κ. Κωνσταντινίδη έπρεπε να ελεγχθεί ενδελεχώς ως πράξη, αλλά κατά βούληση ως περιεχόμενο. Το κίνητρο της προέδρου του β/κ δεν ανεζητείτο, αφού εξ αρχής είχαν επιλεγεί κατάλληλα οι μάρτυρες, με πρώτο βασικό απόντα τον κ. Γαρίνη, Τμηματάρχη του ΥπΕΠΘ, μέλος της Κεντρικής Επιτροπής Ειδικών Μαθημάτων που είχε κατονομαστεί από την κα Τσοτσόλη και είχε δείξει τον Γ. Γραμματέα του ΥπΕΠΘ ως πομπό της οδηγίας. Από την μια πλευρά λοιπόν οι πιθανοί ηθικοί αυτουργοί προστατεύτηκαν με την επιλογή των μαρτύρων και των κατάλληλων ερωτημάτων. Από την άλλη πλευρά, υπήρχε ένα ακόμη δίχτυ προστασίας, που -προφανέστατα- λειτούργησε καταλυτικά και ως προς την ίδια την ηθική αυτουργία: η αδυναμία πρόσβασης των υποψηφίων στα γραπτά τους. Λέτε κι αυτό να έγινε «για το καλό των παιδιών»;

 

«ΒΑΣΗ ΤΟΥ 10» και «ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ προσωπικΩν δεδομΕνων»

 

Ας δούμε λοιπόν την πτυχή αυτή. Το Π.Δ. που προέβλεπε τα της λειτουργίας των β/κ ήταν το 60/2006. Δεν περιείχε καμιά διάταξη για επανέλεγχο, επαναβαθμολόγηση γραπτών που είχαν διαφορά μεταξύ α' και β' βαθμολογητή πάνω από 20 μονάδες. Κι όμως, αυτή την εντολή μετέφερε η πρόεδρος στο β/κ της Πυλαίας και βέβαια αυτή τη ρύθμιση δεν μπορεί να την επινόησε μόνη της. Την επικαλέστηκαν και άλλες καθηγήτριες στην ΕΔΕ, βάσει αυτής έγινε η κλήση των βαθμολογητών στις 29.6.07, πολύ περισσότερο, την ήξεραν όλα τα μέλη της επιτροπής βαθμολόγησης στην Πυλαία που «δεν είδαν, δεν άκουσαν, δεν αντιλήφθηκαν» τίποτε το επιλήψιμο στις 29.6.07.

Το 2005 η Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα (κατόπιν προσφυγής γονέα) κάνει σύσταση προς την Υπουργό Παιδείας για την ικανοποίηση του δικαιώματος πρόσβασης σε γραπτά δοκίμια. Στις 13.9.2005 εκδίδεται Υπουργική Απόφαση που επιτρέπει την επίδειξη των γραπτών. Το Σεπτέμβριο του 2005 ψηφίζεται από τη Βουλή ο Ν.3404 ο οποίος προβλέπει και τη γνωστή «βάση του 10» ως απαραίτητη προϋπόθεση στο βαθμό πρόσβασης του υποψηφίου για την είσοδό του σε ΑΕΙ-ΑΤΕΙ. Πολλοί υποψήφιοι που δεν έπιασαν τη βάση, έμειναν εκτός ΑΕΙ τον Αύγουστο του 2006. Ένα μήνα νωρίτερα, στο Ν.3475 περιλήφθηκε διάταξη, σύμφωνα με την οποία «τα γραπτά δοκίμια των μαθημάτων που εξετάζονται σε πανελλαδικό επίπεδο δεν γνωστοποιούνται ούτε επιδεικνύονται με οποιονδήποτε τρόπο στους ενδιαφερόμενους». Με την απόφαση 66/2006 η Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα καλεί την Υπουργό Παιδείας να ικανοποιήσει το δικαίωμα πρόσβασης των μαθητών στα γραπτά τους δοκίμια (επίδειξη και χορήγηση αντιγράφου) έναντι παράβολου 10 €. Η απόφαση αυτή ήταν γνωστή από το καλοκαίρι, μάλιστα το ΣτΕ την είχε υιοθετήσει στην εισηγητική του έκθεση. Στη συνέχεια η Υπουργός Παιδείας κατέθεσε στην επιτροπή αναστολών του ΣτΕ αίτηση ακύρωσηςΣυνήγορος του Πολίτη, ζητώντας να εφαρμοστεί η απόφαση της Αρχής Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων 66/2006 και να μην καταστρέφονται άμεσα τα γραπτά. Στο πόρισμά του στιγματίζεται το ΥπΕΠΘ επειδή αυτό δεν ενημέρωσε τον ΣτΠ για την απόρριψη της αίτησης αναστολής που είχε υποβάλει στο ΣτΕ, ούτε απάντησε σε άλλα έγγραφα που ο ΣτΠ απέστειλε στο ΥπΕΠΘ. της απόφασης 66/2006 που επρόκειτο να εκδικαστεί τον Οκτώβριο του 2007. Η απόφαση του Φεβρουαρίου ήταν αρνητική για το ΥπΕΠΘ. Τον Αύγουστο του 2008 παρενέβη ο

Σύμφωνα με το Π.Δ. 60/2006 που ίσχυε την επίμαχη περίοδο, σε περίπτωση αναβαθμολόγησης, ο τελικός βαθμός του γραπτού προέκυπτε από το μέσο όρο των τριών βαθμολογητών (του α', του β' και του αναβαθμολογητή). Η διάταξη αυτή αντικαταστάθηκε το 2008 (Π.Δ. 36). Από τις πανελλαδικές εξετάσεις του 2008, σε περίπτωση αναβαθμολόγησης ο τελικός βαθμός του γραπτού προέκυπτε από το μέσο όρο των δύο μεγαλύτερων βαθμών μεταξύ των τριών.

Τι δείχνουν τα παραπάνω στοιχεία; ότι κατά το 2007 υπήρχε πολιτική πρόθεση στο ΥπΕΠΘ για την αλλαγή της διάταξης του Π.Δ. 60/2006 βάσει της οποίας έβγαινε ο μ.ο. σε περίπτωση αναβαθμολόγησης. Στο μεταξύ, η κυβέρνηση (φοβούμενη τις προσφυγές των γονέων, ιδιαίτερα για τις περιπτώσεις των αναβαθμολογημένων γραπτών) έπαιζε κρυφτούλι με την Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα και τον Συνήγορο του Πολίτη. Ωραία περίπτωση σεβασμού των συνταγματικά κατοχυρωμένων θεσμών.

Έναντι του ποσού 50-80 € αποφάσισε τελικά το ΥπΕΠΘ να επιτρέπει την επίδειξη μόνον των γραπτών δοκιμίων των πανελλαδικών εξετάσεων, αρνήθηκε δηλαδή να παραδίδει φωτοαντίγραφα. Πότε; Τον Ιούλιο του 2009.

 

«ΠΡΩΤΟΓΝΩΡΟ» vs «ΜΕΜΟΝΩΜΕΝΟ» (ΕΔΕ #2)

 

ΕΔΕ σημαίνει «Ένορκη Διοικητική Εξέταση», δηλαδή ανακριτική διαδικασία για τη διαπίστωση τυχόν πειθαρχικών παραπτωμάτων κατά την άσκηση των υπαλληλικών καθηκόντων και των προσώπων που ευθύνονται. Τη διενέργειά τους τη διατάσσουν οι πειθαρχικοί προϊστάμενοι, τις δε ποινές καταλογίζουν συχνά τα Υπηρεσιακά Συμβούλια. Στην περίπτωση των Πανελλαδικών του 2007, τη διενέργεια της ΕΔΕ ανέθεσε ο Περιφερειακός Διευθυντής Εκπαίδευσης Κ. Μακεδονίας κ. Καρατάσιος, στον οποίο κατατέθηκε η καταγγελία των δύο καθηγητριών. Προηγήθηκε συνεννόηση με το Γ. Γραμματέα κ. Καραμάνο, ο οποίος είναι κατά νόμο υπεύθυνος για τις πανελλαδικές εξετάσεις και ο οποίος ουσιαστικά έδωσε την εντολή (δημόσια δήλωνε ότι ζήτησε να γίνει ΕΔΕ). Όμως το Γ. Γραμματέα του ΥπΕΠΘ είχε δείξει έμμεσα, πλην δημόσια, ο κ. Γαρίνης ως υπεύθυνο της εντολής («Είμαι τμηματάρχης και δεν μπορώ να δίνω οδηγίες. Μπορώ να μεταφέρω οδηγίες, αλλά όχι να δίνω, δεν τις βγάζω από το μυαλό μου»), δηλώνοντας μάλιστα δημόσια «αν με καλέσει ο ανακριτής (της δικαστικής προανάκρισης), θα συζητήσω όσα συνέβησαν». Τελικά ο ανακριτής δεν τον κάλεσε. Όπως δεν τον κάλεσε και στην ΕΔΕ ο κ. Κωνσταντινίδης, αν και κατονομάστηκε από την κα Τσοτσόλη. Η μεθόδευση της διαδικασίας είναι οφθαλμοφανής. Βέβαια, το ζήτημα της μεθοδευμένης ΕΔΕ ξεκινάει νωρίτερα. Και μόνον το στοιχείο της εντοπιότητας του ανακριτή και μόνον η ανάθεση που έκανε ο κ. Καρατάσιος στον Δ/ντή Β/θμιας Εκπ/σης Δ. Θεσ/νίκης, προδήλωνε το πού θα περιοριστεί η αναζήτηση της ευθύνης, αφού ο υπαλληλικός κώδικας προβλέπει ότι την ΕΔΕ ενεργεί υπάλληλος ίσου τουλάχιστον βαθμού με αυτόν στον οποίο αποδίδεται η πράξη. Από το σημείο αυτό και μετά, η πορεία ήταν προδιαγεγραμμένη. Αποτέλεσμα: Στις 10.7.2007 έξω από το δικαστικό μέγαρο Θεσσαλονίκης, ο κ. Κωνσταντινίδης αφού παρέδωσε το πόρισμα στον εισαγγελέα, μίλησε όχι ως διαδικαστικός παράγοντας αλλά ως κυβερνητικός εκπρόσωπος: «Το Υπουργείο ποτέ δεν έχει δώσει εντολή. Αυτά είναι στη φαντασία αυτών που τα λένε». Την ίδια ώρα, στον κ. Καραμάνο επικρατούσε ο εκνευρισμός αντί της ανακούφισης, αφού η κοινή γνώμη για πρώτη φορά μάθαινε μέσω του πορίσματος της ΕΔΕ ορισμένες πτυχές της υπόθεσης και ορατός ήταν ο κίνδυνος η υπόθεση να ανοίξει αντί να κλείσει και μάλιστα με τον πιο οδυνηρό για το ΥπΕΠΘ τρόπο: την καταγγελία νέων, σχετικών στοιχείων. Ας δούμε ορισμένα ερωτηματικά που προκύπτουν από το πόρισμα.

Γιατί εξετάστηκαν 37 μάρτυρες, τη στιγμή που 25-30 ήταν μόνον οι βαθμολογητές που βρίσκονταν στην αίθουσα στις 29.6.2009; Ερευνήθηκε και διασταυρώθηκε πόσοι βαθμολογητές κλήθηκαν εκείνη την ημέρα; Όχι. Διευκρινίστηκε αν στην αίθουσα αυτή βρίσκονταν μόνον βαθμολογητές αγγλικών; Όχι. Διερευνήθηκε αν η πρόεδρος του β/κ κάλεσε μόνον βαθμολογητές αγγλικών; Όχι. Ήταν παράδοξο για την ΕΔΕ η επικεφαλής να εμφανίζεται ως πρόεδρος του ειδικού μαθήματος των αγγλικών και όχι ως πρόεδρος του β/κ ειδικών μαθημάτων; Όχι. Στην ΕΔΕ εξετάστηκαν 18 βαθμολογήτριες. Πόσοι βαθμολογητές άλλων ξενόγλωσσων μαθημάτων, μουσικών μαθημάτων, σχεδίου κλήθηκαν; Κανείς. Συσχετίσθηκαν με τα αναφερθέντα κίνητρα οι βαθμοί που έβαλαν οι αναβαθμολογητές στα επίμαχα γραπτά; Όχι. Έγινε καταμέτρηση πόσα από τα αναβαθμολογημένα γραπτά που υπέστησαν αλλοίωση συμπλήρωναν τη βάση μόνο με αυτή την προϋπόθεση; Όχι. Ρωτήθηκαν μάρτυρες που κατέθεσαν ότι άλλαξαν τους βαθμούς τους κάτω από ψυχολογική πίεση αν άκουσαν την πρόεδρο του β/κ να λέει ότι «είναι προαιρετική η παρέμβαση στα γραπτά»; Ναι. Ρωτήθηκαν οι βαθμολογητές αν γνώριζαν ότι σύμφωνα με το Ν.3475/2006 άρθρο 22 «Τα γραπτά δοκίμια των μαθημάτων που εξετάζονται σε πανελλαδικό επίπεδο για την εισαγωγή των υποψηφίων στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, καθώς και οι αποφάσεις ορισμού των βαθμολογικών κέντρων για τη βαθμολόγηση των ανωτέρω γραπτών, των βαθμολογητών και αναβαθμολογητών των γραπτών δοκιμίων των μαθημάτων αυτών, δεν γνωστοποιούνται ούτε επιδεικνύονται με οποιονδήποτε τρόπο στον ενδιαφερόμενο»; Όχι. Έγινε ερώτηση περί της γνώσης του άρθρου 107 του Υπαλληλικού Κώδικα για δημόσια κριτική προϊσταμένης αρχής; Ναι και μάλιστα με τρόπο παραπλανητικό: ο κώδικας αναφέρει ως πειθαρχικό παράπτωμα την «άσκηση κριτικής με σκόπιμη χρήση εν γνώσει εκδήλως ανακριβών στοιχείων ή με χαρακτηριστικά απρεπείς εκφράσεις». Σημειωτέον ότι αυτή η ερώτηση υποβλήθηκε στις δύο καταγγέλλουσες και στην πρόεδρο του β/κ. Ζητήθηκε από την επιτροπή του β/κ να ελέγξει τα γραπτά των άλλων (πλην αγγλικών) μαθημάτων για αλλοιώσεις βαθμολογίας; Όχι. Ερεύνησε / έλαβε υπόψιν του ο ανακριτής τη μαρτυρία της προέδρου πως διαπίστωσε (παρόντος του Γραμματέα και ενός μέλους της επιτροπής) ότι το β/κ ειδικών μαθημάτων στην Αθήνα είχε λάβει την ίδια εντολή; Όχι. Καταλογίστηκαν ευθύνες στους επόπτες και στον Γραμματέα του β/κ για την άκαιρη αποκόλληση γραπτών, για τη μεγάλη ακαταστασία που επικρατούσε; Όχι. Καταλογίστηκαν ευθύνες στο Γραμματέα για τη φύλαξη και την παραλαβή των αλλοιωμένων γραπτών; Όχι, παρά το ότι το ποινικό δικαστήριο δίκαζε τις καθηγήτριες όχι μόνο για τη νόθευση αλλά και για τη χρήση αυτής. Κατέθεσαν οι επόπτες και ο γραμματέας υπέρ του ΥπΕΠΘ; Ναι.

Πώς διερευνήθηκε το κίνητρο της παράνομης πράξης; Πώς διερευνήθηκε το κύριο σημείο στην ΕΔΕ που ήταν η ηθική αυτουργία; Πώς ερωτήθηκαν -έστω- αυτοί οι 37 μάρτυρες, τι απαντήσεις έδωσαν, πώς αξιολογήθηκαν αυτές οι απαντήσεις; Ο παρακάτω πίνακας βοηθά στην κατανόηση.

 

ΕΚΤΕΛΕΣΑΝ / ΥΠΗΡΞΕ ΠΑΡΑΝΟΜΗ  ΕΝΤΟΛΗ του ΥΠΕΠΘ

ΔΕΝ ΥΠΗΡΞΕ ΠΑΡΑΝΟΜΗ ΕΝΤΟΛΗ του ΥΠΕΠΘ

ΔΕΝ ΞΕΡΟΥΝ – ΔΕΝ ΡΩΤΗΘΗΚΑΝ

ΣΥΝΟΛΟ

Υπήρχε προφορική εντολή του ΥπΕΠΘ για τεχνικό επανέλεγχο (πριν την αναβαθμολόγηση) αν η απόκλιση υπερέβαινε τις 20 μονάδες

ΒΑΘΜΟΛΟΓΗΤΕΣ

11

 

3 – 4

18

[6]

ΕΠΟΠΤΕΣ

 

5

0 – 5

10

[6]

ΜΕΛΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ Β/Κ

 

3

5 – 0

8

[1]

ΠΡΟΕΔΡΟΣ Β/Κ

 

1

 

1

[1*]

ΣΥΝΟΛΟ

11

9

17

37

[14]

Ποσοστό

30%

24%

46%

100%

[38%]

Οι απαντήσεις αυτές οδήγησαν τον κ. Κωνσταντινίδη: Α) στο εξής συμπέρασμα της ΕΔΕ «Εξ όλων όμως των μαρτυρικών καταθέσεων που λήφθηκαν, ουδόλως αποδεικνύεται η ύπαρξη γραπτής ή προφορικής εντολής από το Υπουργείο. […] Το γεγονός ότι δεν υπήρχε εντολή, γραπτή ή προφορική, από το Υπουργείο για επανέλεγχο από βαθμολογητές αναβαθμολογημένων γραπτών, ως μη έδει, επιρρωνύεται και από τις μαρτυρίες των καθηγητών-βαθμολογητών άλλων ειδικών μαθημάτων (Γαλλικά, ελεύθερο και γραμμικό σχέδιο, μουσική, κλπ.). Αυτοί, απέκλεισαν κατηγορηματικά την ύπαρξη οποιασδήποτε γραπτής ή προφορικής εντολής για οποιαδήποτε διόρθωση-αλλοίωση βαθμολογιών. Συνεπώς, εάν, αληθώς υποτιθέμενα, είχε δοθεί τέτοια «εντολή», αυτή θα είχε δοθεί για όλα τα ειδικά μαθήματα και όχι μόνο για τα Αγγλικά» και Β) στη γνωστή δημόσια δήλωση για την αυξημένη φαντασία όσων ισχυρίσθηκαν το αντίθετο. Αφενός δηλαδή επικαλέστηκε ψευδώς και μαρτυρίες καθηγητών-βαθμολογητών άλλων ειδικών μαθημάτων, πράγμα που κάποιος μπορούσε να διαπιστώσει με μια απλή ανάγνωση του πορίσματος, αφετέρου κατέληξε στο συμπέρασμα ότι δεν υπήρξε παράνομη (προφορική) εντολή του ΥπΕΠΘ, όταν η διάψευση ήταν μειοψηφία, όταν ο ίδιος δεν ρώτησε 9 άτομα, όταν ακόμα και αυτοί που διέψευδαν «κατηγορηματικά» την ύπαρξη εντολής, παραδέχονταν την εκδοχή «οδηγίας-εντολής» που το ΥπΕΠΘ ομολόγησε, για να βγει από τη δύσκολη θέση, για να εξηγήσει τη στάση της προέδρου και όσα διαδραματίσθηκαν. Τι άλλο ήταν όμως αυτή η εκδοχή της εντολής από το καμουφλάρισμα της πραγματικής;

Ένα πλήθος αντιφάσεων των μαρτυρικών καταθέσεων μπορεί να διαπιστώσει όποιος διαβάσει το πόρισμα της ΕΔΕ. Όσοι αρνούνται την ύπαρξη παράνομης εντολής, αρνούνται ταυτόχρονα ότι η «νόμιμη» εντολή ήταν αυτή που ενδεχομένως καθ' υπερβολή και με λάθος τρόπο εκφράστηκε στις 29.6.2007. Αρνούνται δηλαδή κάθε πιθανότητα ευθύνης της προέδρου του β/κ, χτίζοντας ένα μέτωπο απομόνωσης στις βαθμολογήτριες που άκουσαν την πρόεδρο να επικαλείται δημοσίως προφορική εντολή του ΥπΕΠΘ το απόγευμα εκείνο και να διαχέει μια αίσθηση νομιμότητας στις αλλοιώσεις της βαθμολογίας. Δεν πιέζονται δηλαδή να εξηγήσουν πώς συσχετίζουν τη «νόμιμη» εντολή (που κάποιοι αυθόρμητα παραδέχονται) με τα πραγματικά περιστατικά. Γενικά, υπήρξε διακριτική μεταχείριση του διενεργήσαντος την ΕΔΕ, ανάλογα με το αν ο μάρτυρας καταλόγιζε ή όχι ευθύνες προς το ΥπΕΠΘ. Έτσι, αλλού διϋλίζεται ο κώνωπας, αλλού καταπίνεται η κάμηλος. Οι μισοί επόπτες βαθμολόγησης δεν ρωτήθηκαν αν άκουσαν την περίφημη παράνομη εντολή να εκστομίζεται από τα χείλη της προέδρου. Κι αυτοί όμως διέψευσαν την μισή (ευνοϊκή προς το ΥπΕΠΘ) κατάθεση της προέδρου (βλ. αστερίσκο στον πίνακα): Η πρόεδρος του β/κ κατέθεσε ότι την κλήση των βαθμολογητών σε περίπτωση απόκλισης 20 ή περισσοτέρων μονάδων την συναποφάσισαν τα μέλη της επιτροπής του β/κ πριν αρχίσει η βαθμολόγηση. Η ίδια όμως σε περαιτέρω πιεστικές ερωτήσεις, έμμεσα, αλλά με σαφήνεια, παραδέχεται ότι στα μέλη της επιτροπής μετέφερε εξ αρχής την «οδηγία-συμβουλή» που πήρε από τον κ. Γαρίνη. Η τοποθέτηση αυτή απαντά και στις «διαρροές» του ΥπΕΠΘ περί μονομερούς ιδιοτελούς κινήτρου της προέδρου του β/κ (όσο βέβαια, μια τέτοια δόλια διαρροή χρήζει απαντήσεως).

Άρα το ερώτημα που καταρρίπτει και το τελευταίο ίχνος αξιοπιστίας στην εκδοχή οδηγίας-συμβουλής του ΥπΕΠΘ είναι: Η πρόεδρος του β/κ καλούσε τους βαθμολογητές για να ελέγξουν τι; Τα ανύπαρκτα αθροίσματα; Και πού προέβλεπε το Π.Δ. 60/2006 κάτι τέτοιο; Τόση σύγχυση έπαθε ξαφνικά η πρόεδρος του β/κ; Και πώς ο έμπειρος κ. Κωνσταντινίδης προσπέρασε το στοιχείο αυτό; Συνεπώς, όλη η αρχική ενημέρωση προς τους βαθμολογητές ότι έπρεπε να προσέξουν ιδιαίτερα τις μεγάλες αποκλίσεις, αποτελούσε μια προλείανση του εδάφους για αυτό που επρόκειτο να ακολουθήσει. Μια βαθμολογήτρια κατέθεσε στην ΕΔΕ τα χαρακτηριστικά λόγια της προέδρου: «άλλαξαν τα πράγματα, θα κληθείτε να ξαναδείτε τα γραπτά σας αν υπάρχει μεγάλη ψαλίδα».

Μερικά ακόμη αξιοπρόσεκτα σημεία της ΕΔΕ: Ενώ αρκετοί αναβαθμολογητές, επόπτες, μέλη της επιτροπής του β/κ ουδέποτε άκουσαν την πρόεδρο του β/κ να λέει ότι έχει προφορική εντολή από το ΥπΕΠΘ για την αλλαγή της βαθμολογίας, ενώ ουδέποτε αντιλήφθηκαν ότι κάτι παράνομο συνέβη στις 29.6.2007, ούτε καν ακαταστασία διαπίστωσαν στο β/κ (μπερδεμένοι φάκελοι γραπτών, αποκολλημένα στοιχεία υποψηφίων σε γραπτά πριν ολοκληρωθεί η διαδικασία), κάποιοι έφτασαν να χαρακτηρίσουν «αυστηρή» στη βαθμολογία της τη μια καταγγέλλουσα, κάποιοι πιθανολόγησαν και προσωπικά κίνητρα στην καταγγελία. Κάποιοι πάλι, σχετικά με τις αντιδράσεις των γονέων είπαν ότι παλιότερες περιπτώσεις μεγάλων αποκλίσεων βαθμολογίας έφθασαν στη Βουλή και μάλιστα έφεραν ως παράδειγμα μια περίπτωση στο ειδικό μάθημα της «Αρμονίας». Από τις κουβέντες αυτές και με την παραδοχή ότι η Βουλή δεν θεωρείται αναρμόδια για να συζητήσει όσα συμβαίνουν στη δημόσια διοίκηση διαφαίνονται δύο πράγματα: α) κατά το ΥπΕΠΘ, ένα βαθμολογικό κέντρο πανελλαδικών εξετάσεων πέραν των νόμων και των Π.Δ., προκειμένου να εκτελέσει το έργο του λαμβάνει υπόψιν του και τις συζητήσεις της Βουλής, β) ότι η οδηγία του ΥπΕΠΘ αφορούσε σε όλα τα μαθήματα, είχε πολιτικό και όχι διοικητικό χαρακτήρα, συνεπώς η όποια πίεση για την υλοποίησή της δεν θα μπορούσε να έχει θεσμικό πλαίσιο.

Δύο καθηγήτριες που προέβησαν σε παράνομη πράξη με ευρύτατο κοινωνικό αντίκτυπο, κατήγγειλαν μια γενικευμένη παρανομία που προήλθε από υλοποίηση παράνομης εντολής. Ο διενεργήσας την ΕΔΕ κατέληξε στο συμπέρασμα ότι το γεγονός αποτελεί «παρέμβαση στη βαθμολογία των αγγλικών». Όμως στο συμπέρασμα αυτό κατέληξε μέσω ολοφάνερης επιλεκτικότητας: ρωτώντας τα μέλη της επιτροπής του β/κ με ειδικότητες γαλλικών, μουσικής, σχεδίου δηλαδή στελέχη που είτε βρίσκονταν ήδη σε διοικητικές θέσεις, είτε απολάμβαναν της εμπιστοσύνης όσων καταρτίζουν / εισηγούνται τις επιτροπές των εξεταστικών κέντρων. Δεν είναι τυχαίο ότι κάποιοι που ευνοϊκά κατέθεσαν για το ΥπΕΠΘ, ανταμείφθηκαν με διοικητικές θέσεις σε καταφανώς μεροληπτικές διαδικασίες κατά τις κρίσεις διευθυντών και υποδιευθυντών σχολικών μονάδων (φθινόπωρο-χειμώνας του 2007) και βέβαια, συνέχισαν να μετέχουν στις επιτροπές των β/κ τις επόμενες χρονιές. Το ζήτημα της αξιολόγησης και επιλογής των στελεχών εκπαίδευσης είναι παλιό, δημιουργήθηκε όμως μέγιστο θέμα στη διάρκεια του 2006-07. Δεν θα γίνει εδώ κάποια ανάλυση, απόψεις γι' αυτό το θέμα μπορείτε να δείτε στα συνημμένα έγγραφα και βίντεο.

Μια επισήμανση: Δεν κλήθηκαν βαθμολογητές γαλλικών, γερμανικών, μουσικής, σχεδίου στην ΕΔΕ (όπως ψευδώς αναφέρθηκε στο συμπέρασμα) και -κυρίως- δεν πιστοποιήθηκε ότι στις 29.6.2007 κλήθηκαν στο β/κ μόνον βαθμολογητές των αγγλικών. Προκύπτει άρα, ένα βασικό ερώτημα που έχει σχέση με τη θεμελίωση του «μεμονωμένου περιστατικού»: Τα νοθευμένα γραπτά ήταν 33 σύμφωνα με τις ομολογίες των βαθμολογητών ή σύμφωνα με την αυτοψία του κ. Κωνσταντινίδη;

Συμπέρασμα της ΕΔΕ: οι «απαράδεκτες και πρωτόγνωρες ενέργειες που προσβάλλουν το αδιάβλητο των Πανελληνίων Εξετάσεων» βρίσκονταν μόνο στο χαρτί της καταγγελίας και στο μυαλό των καταγγελλουσών. Η προστασία του ΥπΕΠΘ ήταν τόσο καταφανής, όσο και η προσπάθεια δημιουργίας φόβου στους ανακρινόμενους, των οποίων η μαρτυρία έμμεσα ή άμεσα μπορούσε να καταλογίσει ευθύνες και προς το υπουργείο. Τέτοιας ΕΔΕ πόρισμα παρέλαβε λοιπόν ο προϊστάμενος της Εισαγγελίας Πρωτοδικών Θεσσαλονίκης κ. Ευάγγελος Φλωρίδης. Βάσει αυτού του πορίσματος ασκήθηκαν οι ποινικές διώξεις.

 

ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ

 

Η βασική διαφοροποίηση αυτής της θεσμικής διαδικασίας από την ΕΔΕ, που έκρινε σε μεγάλο βαθμό την εξέλιξη των πραγμάτων, ήταν η παρουσία του κ. Γαρίνη. Ο Τμηματάρχης του ΥπΕΠΘ παραδέχθηκε το πολιτικό αιτούμενο-κίνητρο του ΥπΕΠΘ στην οδηγία του Γ. Γραμματέα. Ο κ. Γαρίνης δήλωσε στο δικαστήριο ότι το ΥπΕΠΘ έδωσε οδηγία, σε περίπτωση μεγάλης απόκλισης μεταξύ των 2 βαθμολογητών να ελέγχονται τυχόν αθροιστικά λάθη. Συσχέτισε την οδηγία αυτή με τη «βάση του 10» και βεβαίωσε ότι η οδηγία (του ελέγχου τυχόν αθροιστικών λαθών) αφορούσε όχι μόνο στα 2 β/κ των ειδικών μαθημάτων, αλλά και στα υπόλοιπα 28 βαθμολογικά κέντρα. Μάλιστα οι πρόεδροι των τελευταίων, ήξεραν την οδηγία αυτή από τον Απρίλιο, ενώ οι δύο «ειδικοί» Πρόεδροι, που δεν είχαν τότε εκλεγεί, την πληροφορήθηκαν αργότερα. Το ανίσχυρο επιχείρημα «όταν διαπιστώνεται μεγάλη απόκλιση, να καλούνται οι βαθμολογητές για έλεγχο αθροιστικών λαθών» δεν δέχθηκε και το δικαστήριο. Άλλωστε, θα ήταν αφελές για οποιονδήποτε να πιστέψει ότι τεχνικά λάθη πρέπει να ελέγχονται «για το καλό των παιδιών», όταν με το «καλό» αυτό η εκτελεστική εξουσία δεν βρήκε χρόνο να ασχοληθεί θεσμικά. Ο Τμηματάρχης του ΥπΕΠΘ τόνισε ιδιαίτερα την ενόχληση του ΥπΕΠΘ από τις διαμαρτυρίες των γονέων στις περιπτώσεις αναβαθμολογημένων γραπτών με μεγάλες αποκλίσεις, χαρακτήρισε «κακό» το μικρότερο από τους 3 βαθμούς και προσέθεσε ότι την ημέρα της εκδίκασης η διάταξη αυτή δεν ίσχυε (είχε καταργηθεί).

Το δικαστήριο σημείωσε την πρόθεση του ΥπΕΠΘ να αποκλεισθεί η προσμέτρηση του χαμηλότερου από τους 3 βαθμούς στις περιπτώσεις αναβαθμολόγησης. Η αντικατάσταση του Π.Δ. 60/2006 από το Π.Δ. 36/2008 επιβεβαίωσε ότι η προφορική οδηγία-εντολή που έδωσε το ΥπΕΠΘ το 2007 στόχευε στην πρόωρη εφαρμογή αυτής της διάταξης. Το αιτιολογικό επιχείρημα της οδηγίας κατά τον Τμηματάρχη του ΥπΕΠΘ «αποφυγή βλάβης των υποψηφίων / αποκατάσταση της αδικίας» συμπίπτει με αυτό που είχαν αναφέρει στην ΕΔΕ η πρόεδρος και οι προϊστάμενοι βαθμολόγησης «για να βοηθήσουμε τα παιδιά». Το «καλό των υποψηφίων» ήταν στην πραγματικότητα το «καλό της κυβέρνησης, ή -τουλάχιστον- της ηγεσίας του ΥπΕΠΘ».

Ακολούθησε η κατάθεση του κ. Κωνσταντινίδη που σηματοδοτήθηκε από όσα αναγκάστηκε να πει, κάτω από το βάρος της παρουσίας του κ. Γαρίνη. Ο κ. Κωνσταντινίδης επανέλαβε ότι η νοθεία αφορούσε στα αγγλικά, μοίραζε ευθύνες δεξιά και αριστερά, ευθύνες που δεν καταλόγισε στην ΕΔΕ και έπεσε σε αντιφάσεις

Α) «οι βαθμολογήτριες κλήθηκαν στις 29.6.2007 ενώ είχαν γίνει ήδη οι αναβαθμολογήσεις». Μόνο των αγγλικών;

Β) «η κα Τσοτσόλη από τους 80 βαθμολογητές κάλεσε 19 εκ των οποίων οι 11 αρνήθηκαν να κάνουν παρέμβαση. Δεν είχα κατάθεση ότι έκαναν τον έλεγχο και δεν βρήκαν λάθη γι' αυτό και δεν έκαναν διορθώσεις». Προφανώς εννοεί ότι οι «80» ήταν βαθμολογητές αγγλικών, δεν εξηγεί όμως τον τρόπο με τον οποίο επιβεβαίωσε τον αριθμό 19, ενώ είναι αναληθές τα περί άρνησης των 11 αφού στο πόρισμα της ΕΔΕ που ο ίδιος υπογράφει, κάποιες από τις βαθμολογήτριες κατέθεσαν ότι αφού εξέτασαν τα γραπτά τους έκριναν ότι δεν έπρεπε να κάνουν καμιά διόρθωση.

Γ) «Πιστεύω ότι εν μέρει γνώριζαν ότι παρανομούσαν, αλλά δεν είχαν δόλο για προσπόριση ιδίου οφέλους». Στη συνέχεια απέδωσε τις νοθευμένες βαθμολογίες σε «επιπολαιότητα» και «συγγνωστή πλάνη», άρα ο διενεργήσας την ΕΔΕ αντιφάσκει με τον εαυτό του.

Δ) «Δεν έκρινα αναγκαίο να καλέσω τον κο Γαρίνη, δεν έδινε αυτός τις εντολές. Εγώ τόσα χρόνια δεν έμαθα ποτέ για τέτοια εντολή, σίγουρα δεν υπήρχε γραπτώς, προφορικά δεν διαπιστώθηκε αν δόθηκε. […] Ερεύνησα αν υπήρχε εντολή από το Υπουργείο Παιδείας, επικοινώνησα με τον προηγούμενο Γενικό Γραμματέα, δε θυμάμαι το όνομά του τη στιγμή αυτή, και μου είπε ότι δεν υπάρχει καμία εντολή, Καραμάνος λεγόταν ο Γραμματέας. […] Το τηλεφώνημα στον Καραμάνο έγινε προτού μου δοθεί εντολή διενέργειας της ΕΔΕ και μου είπε να κάνω το έργο μου όπως λένε οι νόμοι, να λειτουργήσω με αντικειμενικότητα και κατά τη συνείδησή και αξιοπρέπεια μου και ότι δεν υπάρχει καμία εντολή.» Φαίνεται ότι ο ίδιος τηλεφώνησε στον Γ. Γραμματέα, αλλά όπως και να έγινε, υπάρχει ζήτημα που δείχνει ποιος τελικά διέταξε την ΕΔΕ: Υπό ποια ιδιότητα ζητούσε από τον κ. Καραμάνο πληροφορίες ο κ. Κωνσταντινίδης πριν του ανατεθεί η ΕΔΕ; Υπό ποια ιδιότητα έδινε πληροφορίες για την περίφημη εντολή ο Γ. Γραμματέας σε κάποιον που ήταν ενδεχόμενο να του αναθέσει την ΕΔΕ ο κ. Καρατάσιος; Έχει μήπως μεγαλύτερη αξιοπιστία η τηλεφωνική παρέμβαση ενός Γ. Γραμματέα Υπουργείου από τις ένορκες καταθέσεις της πλειοψηφίας; Νέοι θεσμοί είναι αυτοί;

Ε) «Στο χώρο υπήρχε ο Αναγνωστόπουλος και διάφορα άλλα άτομα που δεν διευκρινίστηκαν. […] Επόπτριες των εξετάσεων υπήρχαν επίσης και κατέθεσαν και αυτές. Όποιος συμμετέχει σε μη σύννομη ενέργεια έχει ευθύνες. Οι συντονίστριες επόπτευαν. Όλους τους κάλεσα, 38 άτομα. Ας γίνει άλλη ΕΔΕ για να διαπιστώσει αν ήταν σύννομες οι ενέργειες επόπτευσης. […] Εγώ πήρα καταγγελία για να ελέγξω τη συγκεκριμένη ενέργεια. Οι επόπτες που μετέφεραν τα γραπτά, τα οποία βρέθηκαν από λάθος εκεί, επίσης κατέθεσαν. Εγώ είχα εντολή να ερευνήσω αν συνέβη το γεγονός της μη σύννομης βαθμολόγησης των γραπτών, όχι τι συνέβαινε γενικά στο εξεταστικό κέντρο.» Ουδέν σχόλιον.

ΣΤ) «Ζήτησα από την Τσοτσόλη και το γραμματέα του κέντρου τον Αναγνωστόπουλο, να μου στείλουν γραπτή κατάσταση με τα ονόματα των βαθμολογητών που εκλήθησαν. […] Στα 33 γραπτά έγιναν μη σύννομες παρεμβάσεις . Ζήτησα όλα τα γραπτά όπου έγιναν παρεμβάσεις, έκανα αυτοψία 150 ήταν τα γραπτά αυτά. Οι συγκεκριμένες κατηγορούμενες ομολόγησαν ότι δέχθηκαν να κάνουν παρέμβαση στα γραπτά, οι άλλες δεν ομολόγησαν κάτι τέτοιο. Εγγράφως μου τα έστειλαν, δεν θέλω να πιστεύω ότι μου έκρυψαν κάποια.» Και πάλι δείχνει αλλού για ευθύνες ο κ. Κωνσταντινίδης. Ταυτόχρονα, παραδέχεται ότι η έρευνά του ήταν πλημμελής και κατευθυνόμενη στην εκδοχή του «μεμονωμένου» περιστατικού περί του οποίου μιλούσαν τον Ιούλιο του 2007 ο Κωνσταντίνος Ράμμας, ο Ανδρέας Καραμάνος, ο Σπύρος Ταλιαδούρος, η Μαριέττα Γιαννάκου, ο Ευάγγελος Αντώναρος, αφού τα 33 γραπτά ήταν αυτά που οι βαθμολογήτριες ομολόγησαν ότι νόθευσαν.

Ζ) Από τη «νομική πλάνη» που καταλόγιζε ο κ. Κωνσταντινίδης στο πόρισμα της ΕΔΕ και την «αφέλεια» που επικαλέστηκε στις δηλώσεις του (10-7-2007), από την «ασύγγνωστη επιπολαιότητα» που καταλόγισε ο κ Καραμάνος (11-7-2007) καταλήξαμε στην τελική εξήγηση του κινήτρου της νόθευσης όπως την έδωσε στο δικαστήριο ο κ. Κωνσταντινίδης: «συγγνωστή νομική πλάνη» είχαν οι 8 καθηγήτριες.

Το δικαστήριο δεν πείστηκε για την ύπαρξη εντολής αλλοίωσης των βαθμολογιών από το ΥπΕΠΘ, ωστόσο έκανε λόγο για «αποσπασματική ΕΔΕ αφού εξ αρχής απέρριψε το ενδεχόμενο της ύπαρξης εντολής από το Υπουργείο προς την κατηγορουμένη, έστω και παρερμηνευμένης από αυτήν, και δεν το ερεύνησε».

Πέρα από τον διενεργήσαντα την ΕΔΕ, κι άλλοι μάρτυρες κατέθεσαν στο πλημμελειοδικείο διαφορετικά πράγματα απ' ό,τι είχαν πει 19 μήνες πριν στην ΕΔΕ. Ο Γραμματέας κ. Αναγνωστόπουλος έδωσε μια θολή εικόνα για την ηθική αυτουργία και διέψευσε τον κ. Κωνσταντινίδη ως προς τις ευθύνες που του απέδωσε: «Στη διαδικασία επανεξέτασης δεν ήμουν μέσα στο χώρο. Ακούσαμε ότι δόθηκε μία εντολή από το Υπουργείο. Από ότι μας είχε πει η κα Τσοτσόλη, πήρε εντολή από το Υπουργείο. Αφού η κα Τσοτσόλη μετέφερε εντολή του Υπουργείου έπρεπε αυτή να εκτελεστεί. Δεν είναι εύκολο να πάρει κάποιος τέτοια πρωτοβουλία. […] Τα τετράδια που μου ζητήθηκαν τα δώσαμε ψάχνοντας με τους κωδικούς των καθηγητριών.»

Την ύπαρξη εντολής από το ΥπΕΠΘ που η πρόεδρος του β/κ είχε εξ αρχής συζητήσει με τα μέλη της επιτροπής του β/κ επιβεβαίωσε και η επόπτρια κα Σακελλάρη: «Στην αίθουσα υπήρχαν 20-25-30 άτομα που εξέταζαν γραπτά. Εγώ είχα βοηθητική αρμοδιότητα, είμαστε καθηγητές λίγο πιο έμπειροι, η κα Τσοτσόλη την 1η ημέρα είχε πει ότι είχε εντολή από  το Υπουργείο σε περιπτώσεις μεγάλων αποκλίσεων να κληθούμε να επανεξετάσουμε τα γραπτά, γιατί γίνονταν διαμαρτυρίες μέχρι και επερωτήσεις στην Βουλή είχαν κατατεθεί για το θέμα αλλά το Υπουργείο δεν μπορούσε εγκαίρως να αλλάξει τη διαδικασία.» Η ίδια φάνηκε να αναιρεί και τα περί αυστηρότητας των δύο καταγγελλουσών που είχε πει στην ΕΔΕ: «τις συναδέλφισσες τις γνωρίζω χρόνια, είναι εξαιρετικές βαθμολογήτριες. Πιστεύω ότι ενήργησαν μόνο για το συμφέρον των μαθητών.» Τέλος, η κα Μαυροειδή που είχε καταθέσει στην ΕΔΕ υπέρ του ΥπΕΠΘ και ενάντια στις καταγγέλλουσες, στο δικαστήριο δήλωσε: «Ήμουν μέλος της επιτροπής, εκπρόσωπος του μαθήματος σχεδίου. Το απόγευμα εκείνο δεν ήμουν στο κέντρο και δεν γνωρίζω τίποτα για την υπόθεση».

Η κα Ρογδάκη, πρόεδρος της Ε΄ ΕΛΜΕ-Θ κατέθεσε ότι της γνωστοποιήθηκε το περιστατικό από τις καταγγέλλουσες, πριν αυτές προβούν στην καταγγελία. Επικοινώνησε τηλεφωνικά με την κα Τσοτσόλη, η οποία της επιβεβαίωσε τα περί εντολής του ΥπΕΠΘ και τα περί άρσης αδικιών έναντι των μαθητών. Σημειώνεται ότι ενώ όσα είπε, είχαν γίνει δημοσίως γνωστά ήδη με την έναρξη της ΕΔΕ, η κα Ρογδάκη δεν εκλήθη να καταθέσει σ' αυτήν.

Η κα Τσοτσόλη έδωσε κάποιες σημαντικές πληροφορίες, αλλά επέμεινε στη μη αποκάλυψη όλης της αλήθειας: «..συνάντησα τον κο Γαρίνη, ο οποίος μου είπε ότι ειδικά φέτος πρέπει να αποφευχθούν οι μεγάλες αποκλίσεις. Εγώ τον ρώτησα πώς θα μπορούσε να γίνει αυτό και εκείνος μου απάντησε «να ανοίγονται οι βαθμοί των δύο βαθμολογητών και να γίνεται έλεγχος για τυχόν λάθη». Ζήτησα την οδηγία γραπτώς από τον κ. Γαρίνη και μου είπε «δεν προλαβαίνουμε να τροποποιήσουμε την Υπουργική απόφαση».

 

ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΙ ΚΑΙ ΣΥΝΔΙΚΑΛΙΣΜΟΣ

 

Ο συνδικαλισμός έπαιξε έναν εξαιρετικά σημαντικό ρόλο στην αποκάλυψη του θέματος. Στήριξε ηθικά και τυπικά τις δύο καθηγήτριες την κρίσιμη στιγμή που εκδήλωσαν την πρόθεση να καταγγείλουν το συμβάν, παρέχοντας συμβουλές και προσυπογράφοντας την καταγγελία. Απέδειξε, σε περίοδο υψηλής παρακμής, το ρόλο που μπορεί να παίξει στην προάσπιση των θεσμών, και -ιδιαίτερα- των νόμων. Η διοίκηση του ΥπΕΠΘ θορυβήθηκε έντονα από την ασυνήθιστη πλειοψηφική παρουσία του τοπικού συνδικαλισμού. 80% σύμπτωση απόψεων σε περιόδους συνδικαλιστικής ασάφειας/ατονίας αποτελεί άθλο και στο βαθμό που η παρουσία των 4 από τους 5 προέδρους είχε μια κατ' αρχήν κομματική υπέρβαση, έθετε τους όρους μιας ασυγκράτητης δυναμικής. Ωστόσο, οι αδυναμίες εμφανίστηκαν γρήγορα. Η κομματική σκοπιμότητα είχε οδηγήσει τον πρόεδρο της Β΄ ΕΛΜΕ-Θ να διαφοροποιηθεί κάτω από δικαιολογίες κωλυσιεργίας ή το αστείο επιχείρημα «δεν αφορά την περιοχή ευθύνης μου». Δεν ήταν όμως μόνον αυτό το πρόβλημα, άλλωστε αν ήταν έτσι, θα είχαμε έναν μόνον προβληματικό κομματικό χώρο. Τα όρια του γνωστού μας κομματικού συνδικαλισμού φάνηκαν στη συνέχεια, τόσο στην αδυναμία έγκαιρης-συνολικής αντίδρασης της ΟΛΜΕ, όσο και στην αδυναμία κατάδειξης των ορίων του προβλήματος. Στο διάστημα 9-16.7.2007 που το ζήτημα βρισκόταν στο προσκήνιο με τη δημοσιογραφική έρευνα σε εξέλιξη, ο συνδικαλισμός δεν μπόρεσε να εκμεταλλευτεί με ανακοινώσεις, συνεντεύξεις τύπου, ούτε καν το πλεονέκτημα της κατ' αρχήν θετικής εικόνας που προσέδιδε στον κλάδο η καταγγελία. Δεν ήταν μόνον το αιωρούμενο ερώτημα «γιατί μόνον δύο κατήγγειλαν;» που θα έπρεπε να αναλυθεί (όσα ειπώθηκαν γι' αυτό, ήταν ατομικές πρωτοβουλίες συνδικαλιστών). Ήταν κυρίως η έλλειψη ενημέρωσης για το νομικό πλαίσιο της βαθμολόγησης, για την αδυναμία πρόσβασης στα γραπτά, για την ύπαρξη οδηγίας του ΥπΕΠΘ που αφορούσε στα 30 β/κ της χώρας, για το αδύναμο θεσμικό πλαίσιο μιας Ένορκης Διοικητικής Εξέτασης. Ήταν η ίδια η σαφής καταγγελία του πορίσματος. Ήταν η έλλειψη αντίκρουσης του ψευδούς κυβερνητικού κομπασμού «εμείς οδηγήσαμε την υπόθεση στη δικαιοσύνη» και της κυβερνητικής τηλεοπτικής αντεπίθεσης. Ήταν η επίκληση ενός «κακού» υπαλληλικού κώδικα ως ελαφρυντικό στοιχείο της μικρής αντίδρασης σε μια εκτελεστική εξουσία ενίοτε παράνομη και αυταρχική. Προφανώς, όταν δεν έχεις κάνει σημαία σου τη βελτίωση αυτού του κώδικα, δεν μπορείς να πείσεις την κοινωνία. Πολύ δε περισσότερο, όταν ο υπάρχων κώδικας για το συγκεκριμένο ζήτημα της πειθαρχίας, καλύπτει τον υπάλληλο (άρθρο 106 §3). Όταν ο συνδικαλισμός προκαλείται από μια καταχρηστική εξουσία και δεν μπορεί να συγκεκριμενοποιήσει τις κατηγορίες του, δεν μπορεί να αρθρώσει πειστικό λόγο για το κομματικό κράτος και την αναξιοκρατική επιλογή των στελεχών εκπαίδευσης, τότε οι εκπαιδευτικοί βρίσκονται αντιμέτωποι με τη δική τους αδυναμία.

Εδώ φάνηκαν οι χρόνιες αρρυθμίες του συνδικαλισμού και η κεντρική (όχι ολική) συμμετοχή του στο «σύστημα». Η εξωθεσμική σχέση εξάρτησης που χτίζει σε μεγάλο βαθμό τις βαθμίδες της διοικητικής ιεραρχίας όλου του δημόσιου τομέα ήταν αδύνατον να καταγγελθεί, συνεπώς δεν ήταν εύκολο να καταγγελθεί και η εγγενής αδυναμία μιας ΕΔΕ να αποκαλύψει με αμεσότητα την αλήθεια. Φανερώθηκε λοιπόν η δυσλειτουργία: όταν συμμετέχεις στη δημιουργία του προβλήματος, η δυνατότητα συμμετοχής στην επίλυσή του είναι περιορισμένη, είναι ευθέως ανάλογη με το πόσο επιλέγεις να αποστασιοποιηθείς από τη γενεσιουργό αιτία του προβλήματος. Και εδώ θα πρέπει να αναλογιστούμε τον αδύναμο συνδικαλιστή που εκλέγεται από το 95% μιας ΕΛΜΕ, εκπροσωπεί όμως κατ' ουσίαν το ενεργό 3% που σταθερά μετέχει στις διαδικασίες, θέτει θέματα, ελέγχει, ενεργεί.

Ισορροπιστικός ήταν ο ρόλος των αιρετών στην πειθαρχική εκδίκαση. Αν και ψήφισαν αθωωτικά, δεν κατήγγειλαν με συγκεκριμένα στοιχεία τη διαδικασία της ΕΔΕ.

 

ΤΙΣ ΕΥΘΥΝΕΤΑΙ;

«Θα σας απαντήσω ευθέως..» Με αυτά τα λόγια ακούμε συχνά πολιτικούς να ξεκινούν μια απάντηση. Προς τι η ανάγκη του συχνού αυτού αυτοχαρακτηρισμού; Πώς επικράτησε; Υπονοεί μήπως ότι θα ακολουθήσει εξαίρεση από τον κοινό, ελληνικό τόπο; Και ποιος είναι αυτός; Πως ό,τι έχει σχέση με «ευθύνη, υπεύθυνους, υπευθυνότητα, υπαιτιότητα, αρμοδιότητα, λογοδοσία, καθήκον» είναι καταχωρημένο στις συνειδήσεις μας κυρίως ως ανάμνηση ή τραγικό ανέκδοτο. Πως η ευθύνη (ατομική, συλλογική, πειθαρχική, ποινική, πολιτική) μόνο με την ευθεία δεν σχετίζεται πλέον ως πορεία.

Αν στο κράτος μας κάθε καμπύλη, κάθε τεθλασμένη, γενικότερα κάθε παρέκκλιση υπερισχύει συνήθως της ευθείας (νομίμου οδού), τότε δεν έχουμε να κάνουμε με κάποιες στρεβλώσεις, αλλά με ένα διαδίκτυο στρεβλώσεων. Καθένας που επιλέγει να παρεκκλίνει αντί να «ευ-θέει» (να βαδίζει ίσια, να πορεύεται σωστά) συμμετέχει κατ' ουσίαν στην ισχυροποίηση κάθε τοπικού δικτύου στρεβλώσεων των θεσμών (κοινώς «διαπλοκής»), συμμετέχει δηλαδή στη γνωστή -κατά τη λαϊκή μετάφραση- κατάσταση «εδώ είναι Ελλάδα».

Αν σήμερα βρισκόμαστε σε προεκλογική περίοδο, αυτό έχει να κάνει με την ταχύτατη κυβερνητική φθορά, που έχει ως κύριο αίτιο την μεγαλειώδη απόκλιση λόγων και έργων στο επίπεδο της ανάληψης των ευθυνών, στο επίπεδο της τήρησης των θεσμών. Οι επιπτώσεις αυτής της κατάστασης αποτελούν τα γνωστά σε όλους «προβλήματα της καθημερινότητας». Μάλιστα ο πολίτης τα τελευταία χρόνια έγινε μάρτυρας μιας κατά συρροή θεσμικής καταπάτησης, -συχνά με την μόνη δικαιολογία «το καναν και οι προηγούμενοι»- που συνοδευόταν από προκλητική παραποίηση των γεγονότων, ακόμα και αυτών που διαδραματίζονταν μπροστά στα μάτια του. Κι όλα αυτά, ενώ αίτημα των εκλογών του 2004 ήταν η κάθαρση και η διαφάνεια, ενώ διακήρυξη της νέας διακυβέρνησης ήταν η διαφύλαξη και ενίσχυση των θεσμών. Φταίει η κυβέρνηση; Είναι να το συζητάμε; Φταίει μόνον η κυβέρνηση; Εδώ η απάντηση έχει να κάνει με το ότι ο καθένας αντιλαμβάνεται διαφορετικά τη δημοκρατία. Ο δήμος κρατεί με την ανά τετραετία παρουσία του στις κάλπες ή με την τακτική του παρέμβαση στο δήμο που κατοικεί, στο χώρο εργασίας, στα πολιτικά δρώμενα; Μήπως η διάλυση κάθε συλλογικότητας και ο ακραίος ατομισμός που διατρέχει την κοινωνία μας είναι οι βασικές αιτίες ανακύκλωσης των θεσμικών στρεβλώσεων; Κι αν ναι, από πού θα σπάσει αυτός ο φαύλος κύκλος της φαυλότητας;

Προφανώς, στην υπόθεση των πανελλαδικών εξετάσεων, πρόβλημα δεν είναι μόνον ένας προϊστάμενος που ισχυρίζεται ότι διενεργεί μια αμερόληπτη ΕΔΕ με στόχο την απόδοση δικαιοσύνης, είναι ο κάθε υπάλληλος που θα βαδίσει το δρόμο «δεν ξέρω, δεν είδα, δεν άκουσα» ή -ακόμα χειρότερα- θα ψευδομαρτυρήσει, είναι η συνδικαλιστική κατάπτωση, είναι ακόμα η δημοσιογραφική τακτική που υπηρετεί το οικονομικό όφελος (αποσιώπηση, υποβάθμιση, αποφυγή σχολιασμού), είναι τελικά η έλλειψη κοινωνικής αλληλεγγύης, είναι ο ατομισμός του καθενός μας και η υποκρισία μέσω της οποίας προσπαθεί να τον κρύψει.

 

κυβερνητικη υπευθυνοτητα (ΤΟ ΚΟΜΜΑ Über Alles)

 

Ποιος και πώς μετέτρεψε μια υπόθεση ενός β/κ ειδικών μαθημάτων σε υπόθεση ενός β/κ αγγλικών; Πώς έμεινε δημοσιογραφικά η υπόθεση εκκρεμής; Αξίζει να δούμε αναλυτικά κάποια στοιχεία της κυβερνητικής δράσης στην κατεύθυνση της θεμελίωσης του «μεμονωμένου περιστατικού»:

Την πρώτη αμηχανία μετά την καταγγελία διαδέχθηκε η επίδειξη νομιμότητας: «διατάξαμε ΕΔΕ !». Στη διάρκειά της επιχειρήθηκε επηρεασμός μαρτύρων και κοινής γνώμης με την διαρροή του απολογητικού εγγράφου της κας Τσοτσόλη προς την Περιφερειακή Δ/νση Εκπ/σης Κ. Μακεδονίας. Η πρόεδρος του β/κ φέρει πολλαπλές ευθύνες, όχι μόνο επειδή εφάρμοσε την παράνομη εντολή του ΥπΕΠΘ, αλλά και επειδή δεν είπε όλη την αλήθεια. Είναι προφανές ότι πείστηκε να αποκρύψει στοιχεία, με αντάλλαγμα την πτώση της «στα μαλακά». Εγκλωβισμένη στη συνέχεια από τους χειρισμούς της, επιχείρησε να συμβιβάσει τα ασυμβίβαστα. Όταν κατάλαβε ότι με το στεγανό ευθύνης προς την κυβέρνηση που η ίδια κυρίως έχτισε, επωμιζόταν αποκλειστικά την ευθύνη της ηθικής αυτουργίας, πάλι δεν αποφάσισε να πει όλη την αλήθεια. Η σχέση εξάρτησης με τους μηχανισμούς του ΥπΕΠΘ που δημιουργούσε η υπό εξέλιξη κρίση της εκείνη την εποχή για τη θέση της συμβούλου έγινε αντικείμενο εκμετάλλευσης από την άλλη πλευρά. Στις 12.7.2007, η δημόσια τηλεόραση μετέδιδε την άποψη του ΥπΕΠΘ: η νυν Σύμβουλος ενήργησε έτσι, ώστε να ξαναγίνει Σύμβουλος. Οποία υποτίμηση της νοημοσύνης! Η επιχορηγούμενη από τους φορολογούμενους ΕΡΤ ήθελε να πιστέψουμε ότι μεταξύ διοίκησης και δημοσίων υπαλλήλων υπάρχει μόνο «λαβείν» χωρίς «δούναι». Δυο μέρες νωρίτερα όμως, με την ολοκλήρωση της ΕΔΕ υπήρξε άλλη διαρροή από το ΥπΕΠΘ, προκειμένου να στηριχθεί το «μεμονωμένο περιστατικό»: «Η τοπική υπόθεση των αγγλικών» είχε ως ηθικούς αυτουργούς «τοπικά κυκλώματα βαθμολογητών / φροντιστών που ήταν υπεύθυνα για τις αποκλίσεις στις βαθμολογίες». Γιατί άραγε ένα τέτοιο κύκλωμα, που στη συνέχεια δεν διερευνήθηκε, έφτασε στ' αυτιά των δημοσιογράφων ως πασίγνωστο για τους παροικούντες στην Ιερουσαλήμ, τη στιγμή που στους ίδιους δημοσιογράφους ήταν παντελώς άγνωστο το κλίμα εκφοβισμού και αυθαιρεσίας της διοίκησης, το κλίμα εθελοδουλείας των χαμηλόβαθμων υπαλλήλων που υπάρχει σε μεγάλο ποσοστό σε όλο το δημόσιο τομέα; Γιατί οι δημοσιογράφοι που δέχθηκαν ως εκδοχή το «τοπικό κύκλωμα» δεν μίλησαν για τις ευθύνες του ΥπΕΠΘ στην γεωγραφική κατανομή των γραπτών ανά βαθμολογικό κέντρο; Η δημοσιογραφία γενικά, έπαιξε θετικό ρόλο στην ενημέρωση και πέρα από τους κυβερνητικούς παπαγάλους και τους άνευρους υπαλλήλους της ΕΡΤ ανέδειξε πτυχές και έφτασε σε σημεία, από τα οποία τη σκυτάλη έπρεπε να πάρουν πλέον οι συνδικαλιστές εκπαιδευτικοί. Εξαίρεση αποτέλεσαν η διαδικασία της ΕΔΕ, της οποίας η μεθόδευση ήταν ευδιάκριτη αλλά δεν σχολιάστηκε και η σταθερή, επίπλαστη κυβερνητική δικαιολογία: «εμείς το καταγγείλαμε, εμείς το στείλαμε στον εισαγγελέα, δεν κουκουλώνουμε καμιά υπόθεση». Σ' αυτά τα στοιχεία ελάχιστοι δημοσιογράφοι έδωσαν τη σημασία που έπρεπε.

Με τη θεωρία του «τοπικού κυκλώματος», η κυβέρνηση υπηρέτησε έναν στόχο: την έγχυση υποψίας ιδιοτελούς κινήτρου στην καταγγελία, δηλαδή κάτι σαν «οι ληστές τα χάλασαν στη μοιρασιά». Ο κ. Κωνσταντινίδης άμεσα αποστασιοποιήθηκε, βλέποντας και το αδιέξοδο του ισχυρισμού. Όμως το ΥπΕΠΘ επέμεινε. Θέλοντας να ισχυροποιήσει το σενάριο του «κυκλώματος φροντιστηρίων» διέρρευσε στις 10.7.2007 και το ψευδές στοιχείο ότι τα γραπτά αυτά προέρχονταν από ένα (και μάλιστα) ιδιωτικό σχολείο, πράγμα που έμεινε αιωρούμενο ως τις 15.7.2007, οπότε ο κ. Καραμάνος εδέησε να το διαψεύσει. Προηγήθηκε η συνέντευξή του στις 11.7.2007, όπου σε επανειλημμένες πιεστικές ερωτήσεις απέφυγε να πει από πόσα και τι κατηγορίας σχολεία προέρχονταν τα νοθευμένα γραπτά, δεν είχε δηλαδή το θάρρος της ολοκληρωτικής επανόρθωσης. Η υπουργός κα Γιαννάκου μίλησε κατ' επανάληψη με τον Εισαγγελέα στη Θεσσαλονίκη, κάτι που υπερτονίστηκε από την κυβέρνηση. Έγινε δε γνωστό, ότι από τις πρώτες έρευνες του Εισαγγελέα ήταν και το υψηλό ποσοστό αναβαθμολόγησης που υπήρξε στα γραπτά των αγγλικών στο συγκεκριμένο β/κ. Να επισημάνουμε ότι οι καταθέσεις και το πόρισμα της ΕΔΕ βρίσκονταν πλέον σε πολλά χέρια και είχαν γίνει γνωστά από πολλές πλευρές. Τα αλλοιωμένα όμως 33 γραπτά βρίσκονταν μόνον στο γραφείο του Εισαγγελέα Θεσσαλονίκης και σε γνώση της ηγεσίας του ΥπΕΠΘ.

Επικουρικά, η προσπάθεια σπίλωσης, η προσπάθεια  δημιουργίας αμφιβολιών ως προς το κίνητρο των καταγγελλουσών εστίασε στην καθυστερημένη κατάθεση της καταγγελίας (έγινε 5 μέρες αργότερα από το συμβάν). Η καταγγελία, πράγματι δεν έγινε άμεσα, όμως οι εξηγήσεις που δόθηκαν και τα όσα συνολικά μάθαμε εκ των υστέρων δικαιολογούν σε μεγάλο βαθμό την καθυστέρηση, καθώς η απόφαση και οι ενέργειες απαιτούσαν από τις καθηγήτριες διοικητική πείρα. Τα κυβερνητικά στελέχη όμως, όπως και τα στελέχη της εκπαίδευσης δεν έχουν αυτό το ελαφρυντικό. Να σημειωθεί ότι η παράνομη επαναβαθμολόγηση έγινε το απόγευμα της Παρασκευής, η καταγγελία έγινε την Τετάρτη το πρωί και η ΕΔΕ διετάχθη την Πέμπτη. Δύο ερωτήματα προκύπτουν: α) Τυχαία προτρέπονται υπάλληλοι σε παράνομες πράξεις πριν το Σαββατοκύριακο; β) Τι έγινε στις υπηρεσίες του ΥπΕΠΘ κατά το 24ωρο που μεσολάβησε από την παραλαβή της καταγγελίας μέχρι την εντολή διεξαγωγής ΕΔΕ; Πάντως, οι κάθε λογής κυβερνητικοί και κομματικώς προσκείμενοι παράγοντες υπονοούσαν με τις δηλώσεις τους ότι πίσω από την καθυστερημένη καταγγελία κρυβόταν αντίπαλη κομματική σκοπιμότητα και προσπάθεια εκμετάλλευσης.

Η αξιωματική αντιπολίτευση φάνηκε λίγη στην υπόθεση, εκ των πραγμάτων όμως δεν θα μπορούσε να διεισδύσει σ' αυτήν, από τη στιγμή που πήρε το δρόμο της δικαιοσύνης. Ωστόσο, στην πρώτη της φάση, όφειλε να είναι περισσότερο συγκεκριμένη. Ο γενικόλογος καταγγελτικός λόγος και η μανιχαϊστική προσέγγιση, προφανώς και δεν ενέπνεε τη δυναμική της κάθαρσης που υπονοούσε.

Μετά την ΕΔΕ άρχισαν οι δηλώσεις από πλευράς υπευθύνων του ΥπΕΠΘ με ατεκμηρίωτη διατύπωση, τη γνωστή ξύλινη γλώσσα και το απολυταρχικό ύφος. Η σταδιακή μετάβαση από τις διαρροές και τις δηλώσεις σε συνεντεύξεις και τηλεοπτικές παρουσίες, αλλά και η ιεραρχική εμφάνιση των παραγόντων και της ηγεσίας του ΥπΕΠΘ υποδηλώνουν την πίεση που υπέστησαν από τις διαστάσεις ενός θέματος που γίνονταν μέρα με τη μέρα μεγαλύτερες: 6/7 Ράμμας, 10/7 Καραμάνος, 11/7 Αντώναρος, 12/7 Ταλιαδούρος, 13/7 Γιαννάκου. Η σύμπτωση ορολογίας «ανέρειστη κριτική, ασύγγνωστη επιπολαιότητα, συγγνωστή πλάνη» μεταξύ Α. Καραμάνου και Γ. Κωνσταντινίδη καταγράφεται ως ένα ακόμα στοιχείο της συνεννόησης που εξ αρχής υπήρχε μεταξύ τους και της μεθοδευμένης ΕΔΕ που ακολούθησε. Άραγε, το να κρύβεται επί μέρες η υπουργός ήταν στοιχείο υπευθυνότητας; Ή μήπως ήταν στοιχεία υπευθυνότητας οι δηλώσεις που έκανε η υπουργός όταν τελικά εμφανίστηκε:

«Υπήρξε μία καταγγελία. Το υπουργείο επελήφθη αυθημερόν και διέταξε ΕΔΕ. Ο εισαγγελέας Θεσσαλονίκης κ. Φλωρίδης πήρε το πόρισμα και έπραξε αναλόγως. Επομένως εμείς δώσαμε την εντολή για το πόρισμα…»

«Λέει ο υπεύθυνος για το πόρισμα ότι κάλεσε 37 άτομα και όχι μόνο των αγγλικών αλλά και άλλων των βαθμολογικών κέντρων … Αυτός που έκανε το πόρισμα εξήτασε 37 άτομα και από τα γαλλικά και τα γερμανικά απ΄ όλα, τα ειδικά μαθήματα. Είναι προφανές ότι αυτά έγιναν από επιπολαιότητα. Ήταν ένα ανθρώπινο λάθος»

«Ο άνθρωπος είναι σοβαρός, εξέτασε 37 άτομα, εξέτασε όλους όσους ήταν στο κέντρο την ώρα που έγινε αυτό. … Από εκεί και πέρα δεν θα βάλουμε τη φαντασία μας να ψάχνει. Εάν υπάρχουν κάποιοι που έχουν στοιχεία, σας παρακαλώ να απευθυνθούν σε μένα.»

«Δεν μπορώ να φανταστώ ότι επί 100.000 ανθρώπων που δίνουν εξετάσεις, τάχα το υπουργείο να παρενέβη»

«Πιθανώς υπήρξε παρερμηνεία των πάγιων οδηγιών»

«Επικαλούμαι τον γραμματέα γιατί έχει την αρμοδιότητα γιατί πάντοτε, σε όλες τις κυβερνήσεις έχει την αρμοδιότητα και δεν είναι κάτι που θέλω εγώ να σπεύσω. Εκείνος έχει την εποπτεία και τη δουλειά την κάνει η κεντρική επιτροπή εξετάσεων»

«Οι ελληνικές οικογένειες ξέρουν ότι η κυβέρνηση αυτή δεν κουκουλώνει τα πράγματα και λειτουργεί σωστά»

«και πρέπει να σας πω ότι επί ΠαΣοΚ η απόκλιση 2001-2002 ήταν 38% μεταξύ των δύο βαθμολογητών»

 «Όμως η κυρία που είναι επικεφαλής του Κέντρου πουθενά δεν λέει ότι της δόθηκαν τέτοιες οδηγίες»

«Όχι [δεν υπήρχε εντολή από το υπουργείο] και η επικεφαλής λέει στο πόρισμα- γιατί εγώ διάβασα το πόρισμα- ότι σε ανύποπτο χρόνο συζητώντας με υπάλληλο του υπουργείου αυτό ακριβώς της είπε, ότι πρέπει να είναι προσεκτικοί στη βαθμολόγηση διότι πολλές φορές παρατηρούνται αποκλίσεις που δεν δικαιολογούνται. Μπορεί να δικαιολογηθούν οι αποκλίσεις στην έκθεση ή στη λογοτεχνία»

« Έλεος σας παρακαλώ…ποια άνωθεν εντολή; Όλα αυτά τα περί άνωθεν εντολής, περί της βάσης του 10 ότι τάχα είναι προεκλογική περίοδος να μπουν περισσότερα παιδιά, είναι επιεικώς κωμικά. Και όσοι κάνουν σχόλια και κουτσομπολιά στα τηλεοπτικά κανάλια και στα ραδιόφωνα να μου στείλουν εμένα καταγγελία με τ' όνομά τους κι αυτά να τα αφήσουν…εγώ προσωπικά εγώ πήρα το κόστος της βάσης του 10»

Μαριέττα Γιαννάκου, Υπουργός Παιδείας, 13.07.2007, ΝΕΤ 105.8 "Πρώτη Σελίδα"

Και μια δήλωση που πολλαπλώς σχετίζεται με την υπόθεση:

 «Εμείς βάλαμε το πλαφόν του «10» που δίνει και ένα μήνυμα. Π.χ. πέρυσι, ενώ παλαιά μπαίναμε στις γερμανικές γαλλική 2,5 με τρία τα πράγματα άλλαξαν και μπήκε αρκετά μεγάλος αριθμός. Θέλω να πω ότι όταν δίνει και μήνυμα η πολιτεία, το σύστημα, ότι πρέπει να προσπαθήσεις, ότι δεν μπορείς χωρίς να προσπαθήσεις, αν δεν προσπαθήσεις να μπεις κάπου, πως θα προσπαθήσεις για να τελειώσεις; … Δεν αποκλείεται στο μέλλον αλλαγή της βάσης του «10» προς τα πάνω για ορισμένα Α.Ε.Ι.»  Μαριέττα Γιαννάκου, Υπουργός Παιδείας, 13.04.2007, ΝΕΤ "Η άλλη όψη"

Στις 12 και 13 Ιουλίου, ημέρες κρίσιμες για την διαμόρφωση μιας άποψης στην κοινή γνώμη, έγινε και η κυβερνητική αντεπίθεση. Σε ρόλο προστασίας της κυβέρνησης και προσωπικά της Μ. Γιαννάκου οι βουλευτές Θεσ/νίκης Κ. Γκιουλέκας και Αν. Σπηλιόπουλος είχαν προκλητική τηλεοπτική παρουσία που άγγιξε τα όρια της πολιτικής χυδαιότητας. Αξίζει μάλιστα να θυμηθούμε ότι ο κ. Σπηλιόπουλος (που χρησιμοποιώντας ιατρικά επιχειρήματα πιθανολόγησε φοβικό σύνδρομο στην πρόεδρο και τις βαθμολογήτριες) κατείχε σημαντικό θεσμικό ρόλο τότε: ήταν πρόεδρος της Επιτροπής Μορφωτικών Υποθέσεων της Βουλής.

Ανεύθυνοι και ιδιοτελείς λοιπόν ήταν όλοι; Όλοι πλην των κυβερνητικών-κομματικών παραγόντων, που από φόβο μήπως υπάρξει μια -έστω- καταγγελία ότι κάτι τέτοιο έγινε και σε άλλο β/κ, απλώς λειτουργούσαν με διαρροές, με εκφοβισμούς, με ψεύδη, μη δίνοντας το πόρισμα της ΕΔΕ στις καταγγέλλουσες καθηγήτριες. Να σημειώσουμε όμως ότι όλα αυτά είχαν κάποια επίδραση. Στα μάτια ενός τμήματος της κοινής γνώμης η υπόθεση φαινόταν νεφελώδης.

Το ΥπΕΠΘ βιαζόταν να κλείσει το θέμα. Ενδιαφερόταν κυρίως να καθησυχάσει γονείς και μαθητές. Στις 17.7.07 έγινε η ανακοίνωση των αποτελεσμάτων στα ειδικά μαθήματα. Στην βαθμολογία των 33 γραπτών ο μέσος όρος είχε καταχωρηθεί σωστά, δίπλα όμως καταχωρήθηκε η αλλοιωμένη βαθμολογία των δύο βαθμολογητών. Το πώς αποδόθηκαν οι ευθύνες από το ΥπΕΠΘ, έχει καταγραφεί στο σχετικό βίντεο.

Την ίδια μέρα συζητήθηκαν στη Βουλή δύο επίκαιρες ερωτήσεις βουλευτών του ΠΑΣΟΚ και του ΣΥΡΙΖΑ. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον δεν υπήρξε, ξεχωρίζουμε μια δήλωση:

«Θα ήθελα να πω ότι στο χρονικό διάστημα της διεξαγωγής της Ε.Δ.Ε. τόσο η Υπουργός Παιδείας κ. Γιαννάκου όσο και ο Γενικός Γραμματέας του Υπουργείου Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων κ. Καραμάνος βρίσκονταν σε διαρκή επικοινωνία και ενημέρωναν τον προϊστάμενο της Εισαγγελίας Πρωτοδικών Θεσσαλονίκης κ. Φλωρίδη … την Ε.Δ.Ε. την έκανε το άτομο εκείνο που ήταν αρμόδιο, με βάση τις διαδικασίες που προβλέπονται από τη διοικητική διαδικασία σε ό,τι αφορά τα εκπαιδευτικά θέματα. Δεν συνέτρεχε κανένας λόγος να ανατεθεί η διενέργεια της Ε.Δ.Ε. σε άλλο πρόσωπο άλλης περιοχής … στο ερώτημα, γιατί δεν εκλήθησαν οι Πρόεδροι των Ε.Λ.Μ.Ε., θα ήθελα να πω ότι οι Πρόεδροι των ΕΛΜΕ δεν γνώριζαν το θέμα..»

Σπύρος Ταλιαδούρος, 17.07.2007, Βουλή – Απάντηση σε επίκαιρες ερωτήσεις

Τον Ιούλιο του 2008 συνεδρίασαν τα ΠΥΣΔΕ Αν και Δυτ Θεσσαλονίκης (γιατί άραγε πριν την ποινική εκδίκαση και μέσα στο καλοκαίρι;) και επέβαλαν τις παρακάτω πειθαρχικές ποινές: 90-100 ημέρες παύσης και αντίστοιχης στέρησης μισθού στις 8 βαθμολογήτριες. Α) Σχετικά με το αίτημα αναστολής της εκδίκασης που υπέβαλαν οι κατηγορούμενοι και οι συνδικαλιστές, οι Πρόεδροι των ΠΥΣΔΕ Θεσ/νίκης εισηγήθηκαν αρνητικά επειδή σύμφωνα με το άρθρο 114 § 2 εδ. 2 του Ν. 3528/2007 αναστολή της εκδίκασης δεν επιτρέπεται σε περίπτωση που το πειθαρχικό παράπτωμα προκάλεσε δημόσιο σκάνδαλο ή θίγει σοβαρά το κύρος της υπηρεσίας. Β) Στην ψηφοφορία περί της ενοχής οι αιρετοί μειοψήφησαν, χωρίς όμως να καταγγείλουν τη διάτρητη διαδικασία της ΕΔΕ. Γ) Τα υπόλοιπα μέλη βεβαίωσαν την κομματική τους λειτουργία, ταυτιζόμενα με την κυβέρνηση. Οι Πρόεδροι θεώρησαν σωστό να αποδώσουν ευθύνες σε βαθμολογητές που επενέβησαν στα γραπτά, επειδή είχαν «ξεχρεωθεί» από το βιβλίο χρέωσης, ξεχνώντας όμως ότι τις νόθες βαθμολογήσεις επικύρωσαν κάποιοι προϊστάμενοι βαθμολόγησης, ενώ τα γραπτά παραδόθηκαν και παραλήφθηκαν με ευθύνη του γραμματέα του β/κ. Δ) Προφανώς αξιολογήθηκε θετικά (;) η καταγγελία με αποτέλεσμα οι καταγγέλλουσες να υποστούν ποινή 5% ελαφρύτερη! Ε) Έμφαση δόθηκε από τους προέδρους των ΠΥΣΔΕ στο ότι οι ποινές που επιβλήθηκαν ήταν οι χαμηλότερες σε σχέση με τα παραπτώματα. Το κυβερνητικό μήνυμα δόθηκε. Απευθύνθηκε και πάλι προς τους έχοντες διάθεση να βάλουν οποιοδήποτε νόμο πάνω από μια αυθαιρεσία της εκτελεστικής εξουσίας.

Οι κυβερνητικές δηλώσεις, σχετικά με τις πειθαρχικές ποινές που επιβλήθηκαν:

«Η κυβέρνηση ανταποκρίθηκε και προστάτευσε την εγκυρότητα και την αυστηρότητα, τον αντικειμενικό χαρακτήρα των Πανελληνίων Εξετάσεων αποδίδοντας -αν θέλετε- μέσω των πειθαρχικών συμβουλίων τις ευθύνες σ' αυτούς που τις έχουν»

Ευρ. Στυλιανίδης, 11.7.2008

Ικανοποιημένη ήταν λοιπόν η κυβέρνηση; Όχι. Στις 21.8.2008 ο Υπουργός κ. Στυλιανίδης αναφέρεται προς τα ΠΥΣΔΕ Θεσσαλονίκης: «Προσβάλλουμε ενώπιόν σας την ανωτέρω απόφαση του ΠΥΣΔΕ Θεσσαλονίκης κατά των υπαλλήλων και υπέρ της Διοίκηση, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 141 του Ν.3528/2007, επειδή η επιβληθείσα ποινή δεν είναι ανάλογη της βαρύτητας του παραπτώματος στο οποίο υπέπεσαν οι εγκαλούμενες. … Επισημαίνεται ότι σύμφωνα με τα αναγραφόμενα στην αριθ. ……… πράξη του ΠΥΣΔΕ, στις εγκαλούμενες εκπαιδευτικούς ασκήθηκε ποινική δίωξη. Επειδή με τις πράξεις τους οι εγκαλούμενες εκπαιδευτικοί έθιξαν το κύρος της υπηρεσίας και το αδιάβλητο των Πανελλαδικών Εξετάσεων, η δε πειθαρχική ποινή που τους επιβλήθηκε είναι υπερβολικά επιεικής, παρακαλούμε για την εκδίκαση της ένστασης αυτής.»

Οι αντίστοιχες κυβερνητικές δηλώσεις ένα χρόνο νωρίτερα:

«Όλοι οι διαγωνιζόμενοι πρέπει να είναι σίγουροι ότι το σύστημα είναι αδιάβλητο» Ευ. Αντώναρος, 11.7.2007

«Το κύρος των εξετάσεων δεν επλήγη» Σ. Ταλιαδούρος, 12.7.2007

«Δεν κινδυνεύει σε τίποτε η εγκυρότητα των εξετάσεων» Α. Καραμάνος, 15.7.2007

Το κυβερνητικό καταστάλαγμα (Πλημμελειοδικείο Θεσσαλονίκης):

«Το Ελληνικό Δημόσιο δηλώνει παράσταση πολιτικής αγωγής για χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης ποσού 2.000 € εις βάρος μίας εκάστης των κατηγορουμένων, για την προσβολή που υπέστη το κύρος και η αξιοπιστία των οργάνων του με τις αποδιδόμενες στις κατηγορούμενες πράξεις και συγκεκριμένα γιατί τρώθηκε το κύρος των θεσμών όπως αυτός των Πανελληνίων Εξετάσεων, δημιουργήθηκαν αμφιβολίες ως προς τις συνθήκες αντικειμενικότητας και αμεροληψίας των διενεργούντων τον διαγωνισμό τόσο στα μάτια της μαθητικής κοινότητας και ενώπιον του κοινωνικού συνόλου εν γένει, με όλες τις δυσμενείς για το θεσμό συνέπειες» Δικαστική Αντιπρόσωπος του Ελληνικού Δημοσίου, 13.2.2009

Μέσα από την απήχηση αυτής της ιστορίας, ο εκπαιδευτικός επιβεβαίωσε για άλλη μια φορά ότι γενικά δεν απολαμβάνει της εμπιστοσύνης των πολιτών. Τα σημαντικότατα στοιχεία υγείας που εμφανίστηκαν (καταγγελία, συνδικαλιστική στήριξη) δεν φάνηκαν ικανά να μεταστρέψουν την κοινή γνώμη που έμμεσα καταλογίζει ευθύνες στους διδάσκοντες για την κατάπτωση του δημόσιου σχολείου. Όμως τα ίδια στοιχεία δεν αξιοποιήθηκαν ούτε από τους διδάσκοντες, ως πηγή προβληματισμού και δράσης προς την κατεύθυνση αποτίναξης του -εν πολλοίς- εθελόδουλου ζυγού τους, πυρήνα της μιζέριας, της έλλειψης χαράς και ενθουσιασμού που αποπέμπουν μέσα στο σχολείο. Είναι στη διακριτική διάθεση των εκπαιδευτικών, είναι δική τους ευθύνη αν θα απαντούν σε προκλήσεις σαν κι αυτή του κυβερνητικού εκπροσώπου: «Όποιος έχει καταγγελία, να την κάνει. Καμία άλλη καταγγελία. Λοιπόν, είναι ένα μεμονωμένο συμβάν…». Αν θα δέχονται γνωματεύσεις ανώτερων παραγόντων σαν κι αυτήν του Γ. Γραμματέα του ΥπΕΠΘ «το συμβάν οφείλεται σε ασύγγνωστη επιπολαιότητα». Αν θα πολεμήσουν θεσμικά και πρακτικά τη συχνά αναξιόπιστη διαδικασία της ΕΔΕ. Αν θα αφήνουν αναπάντητο το γενικό χλευασμό περί «ιδιοτέλειάς» τους. Αν θα αφήνουν αιωρούμενο το ερώτημα των δημοσιογράφων: «γιατί μόνο δύο κατήγγειλαν, γιατί τώρα δεν βγαίνει κάποιος να επιβεβαιώσει την ύπαρξη της εντολής;». Το κομματικό κράτος και η αναξιοκρατική επιλογή των στελεχών εκπαίδευσης είναι η πηγή των προβλημάτων και το κλειδί των λύσεων (και) σ' αυτή την υπόθεση. Γιατί φάνηκε και εδώ, ότι για να διατηρήσει ή για να βελτιώσει κάποιος τη θέση του στην ιεραρχία, δεν διστάζει να πατήσει επί «συναδελφικών» πτωμάτων. Φάνηκε κι εδώ η εξωθεσμική υποταγή του διοικητικού στελέχους στην εκτελεστική εξουσία.

Σύμφωνα με τα ΠΥΣΔΕ, «δημόσιο σκάνδαλο» αποτέλεσαν οι ενέργειες των βαθμολογητών και της προέδρου του β/κ, όχι τα κίνητρα της προέδρου και ο τρόπος που έγινε η ΕΔΕ. Η όλη ιστορία κατέδειξε το καταστροφικό αποτέλεσμα που φέρει ο κομματισμός στο δημόσιο. Ζητούμενα επί 200 χρόνια παραμένουν ο απεγκλωβισμός του κρατικού μηχανισμού από την εκτελεστική εξουσία, η δραστική μείωση του πελατειακού κράτους, της ρουσφετοκρατίας, της ημετεροκρατίας.

Τι επισήμανε μόλις πρόσφατα -και προεκλογικά- ο Πρωθυπουργός (6.9.2009 και 22.9.2009): ανάγκη ενίσχυσης της εκτελεστικής εξουσίας, τόσο σε επίπεδο ελέγχου των δημοσίων υπαλλήλων, όσο και έναντι της συνταγματικότητας των νόμων, των οποίων η κρίση καθυστερεί στο ΣτΕ. Δηλαδή ο Πρωθυπουργός, που κατηγορεί για ανευθυνότητα όποιον αποχώρησε από την διαδικασία αναθεώρησης του Συντάγματος, δηλώνει, εν μέσω εκνευρισμού, ότι πρόθεσή του είναι να αλλάξει και το άρθρο 103. Ταυτόχρονα, δηλώνει ικανοποιημένος από τους ρυθμούς απόδοσης της λοιπής δικαιοσύνης και ενοχλημένος από τη δυνατότητα ψήφου των 2 αιρετών μελών ενός Υπηρεσιακού Συμβουλίου. Προτείνει δηλαδή την τυπική μετατροπή του δημοσίου υπαλλήλου σε κυβερνητικό υπάλληλο, συνεπώς και την ενίσχυση της Πρωθυπουργικής Κοινοβουλοφανούς Δημοκρατίας που ισχύει, έναντι της Προεδρευομένης Κοινοβουλευτικής Δημοκρατίας που στο Σύνταγμα αναγράφεται.

 

ΘΕΣΜΟΙ ΚΑΙ «ΥΠΕΥΘΥΝΟΤΗΤΑ»

 

Αναφέρθηκε αρχικά η θεσμική έκπτωση της πρόωρης προσφυγής στις κάλπες κάτω από την δικαιολογία της «διεθνούς οικονομικής κρίσης». Αναφέρθηκε επίσης ότι δεν είναι ο σημερινός Πρωθυπουργός ο πρώτος που προσέφυγε σε τέτοια έκπτωση. Πολλές φορές στο παρελθόν Πρωθυπουργοί, καταχρώμενοι του Συντάγματος, επέλεγαν το χρόνο των εκλογών, ώστε να εξασφαλίσουν ένα ευνοϊκότερο αποτέλεσμα για το κόμμα τους. Η διαφορά με το σήμερα είναι ότι ο Πρωθυπουργός επιλέγει μια καθαρή ήττα. Τι θέλει λοιπόν να αποφύγει; Προφανώς, μια ταπεινωτική συντριβή. Και πού θα οφείλεται αυτή; Μα, στην αποκάλυψη της έκτασης που έχει η οικονομική ύφεση στη χώρα μας, μια ύφεση που δεν οφείλεται σχεδόν αποκλειστικά, -όπως λέει ο Πρωθυπουργός- στα γεγονότα που ακολούθησαν την κατάρρευση της Lehman Brothers. Ο Πρωθυπουργός επέλεξε ως Υπουργό Οικονομίας τον κ. Αλογοσκούφη, τον προστάτεψε από κάθε έκθεσή του σε σκάνδαλα που ξέσπασαν, τον θυσίασε για να κερδίσει χρόνο έναντι της πιέζουσας Κομισιόν. Ο κ. Αλογοσκούφης, πρωταγωνιστής της ανικανότητας του ΥΟΟ, αφού είχε δηλώσει ότι «πιάσαμε πάτο στα έσοδα» δεν επωμίστηκε την παραμικρή ευθύνη, οπότε εμφανίστηκε ο κ. Καραμανλής στις 2 Σεπτεμβρίου 2009 να μας πει ότι ζητά την ψήφο του εκλογικού σώματος για 3η φορά. «Κυριολεκτώ», είπε, αναφερόμενος στην κήρυξη πολέμου κατά της φοροδιαφυγής, προσθέτοντας ότι «οποιαδήποτε ανοχή στο φαινόμενο αυτό είναι πλέον αδιανόητη». Απέδωσε δε, ένα έλλειμμα 6% (στην πραγματικότητα έως και διπλάσιο) στη «διεθνή κρίση» και ένα απροσδιόριστο «εκρηκτικό» χρέος στο κόμμα που κυβέρνησε έως το 2004 (ενώ κάτι τέτοιο δεν το ισχυρίστηκε προεκλογικά το 2007). Μίλησε δε για ανάγκη «διαρθρωτικών αλλαγών», χωρίς να εξηγήσει πώς ο -όντως- «μεγάλος ασθενής», το δημόσιο, έφτασε μετά τις δικές του διαρθρωτικές αλλαγές να είναι ετοιμοθάνατος. Στις 2.9.09 ο Πρωθυπουργός έδειξε ότι στα 5,5 χρόνια διακυβέρνησης στηριζόταν μάλλον σε αδυναμίες της αντιπολίτευσης, παρά σε δυνατότητες δικές του. Κορύφωσε την ιταμή του παρουσία, ισχυριζόμενος ότι η Ελλάδα βιώνει την «διεθνή» (πάντα) κρίση ηπιότερα από άλλες χώρες, χάρη στην οικονομική πολιτική 2004-09. Η ουσία της παρωδίας αυτής δεν πέρασε απαρατήρητη από τον κορυφαίο Πολιτειακό παράγοντα, ο οποίος επέλεξε να δείξει τη διαφωνία του δημόσια, με τα λόγια του και τις κινήσεις του σώματος, τη στιγμή που ο Πρωθυπουργός ζητούσε από τον ΠτΔ τυπικά τη διάλυση της Βουλής, στην πραγματικότητα, δήλωνε την παραίτηση της κυβέρνησής του. Και πάλι καλά, να πούμε, αν θυμηθούμε πως κατά την ανακοίνωση των εκλογών του 2007 η κυβέρνηση δεν τήρησε ούτε τα συνταγματικά προβλεπόμενα. Εφόσον η θεσμική κατάπτωση είναι ανάλογη με το μέγεθος της ευθύνης που δεν αναλαμβάνεται, αξίζει να δούμε μερικά παραδείγματα στο κυβερνητικό επίπεδο.

Η κορυφαία στιγμή κυβερνητικής ντροπής ήταν η δήλωση του Πρωθυπουργού για το σκάνδαλο του Βατοπεδίου: «Αναλαμβάνω με ευθύτητα το μερίδιο των ευθυνών που μας αναλογεί». Πρόκειται για έναν νέο προσδιορισμό της «ευθύνης» που δεν περιλαμβάνεται στα ως τώρα λεξικά και σημαίνει «αποφεύγω τη λογοδοσία, οι συνέπειες των πράξεων με καθιστούν θεωρητικώς υπόλογο». Το μερίδιο της «ευθύνης» που με «ευθύτητα» ανέλαβε ο Πρωθυπουργός ισοδυναμεί άραγε, έστω με αυτό που τελικά καταλογίστηκε στην προέδρο του β/κ Πυλαίας; Αφού απέφυγε λοιπόν την προανακριτική επιτροπή στη Βουλή, στη συνέχεια δικαιολογήθηκε ότι υποτίμησε το θέμα, επειδή αρχικά δεν είχε πλήρη εικόνα. Μήπως με τη στάση αυτή ο κ. Καραμανλής αποδεικνύεται ως ακαταλληλότερος για Πρωθυπουργός και από τους πολίτες εκείνους που, χωρίς να έχουν τη δική του ενημέρωση, είχαν έγκαιρα και σωστά εκτιμήσει το θέμα εκχώρησης της εθνικής γης προς ίδιον όφελος; Όχι, γιατί η «καταλληλότητα» δεν κρίνεται μόνο από ένα στοιχείο. Παραπλήσια όμως στοιχεία υπήρξαν πολλά και το κοινό τους σημείο δεν ήταν μόνον η αποφυγή ανάληψης ευθύνης, αλλά και η αμετανόητη συμπεριφορά. Η υπόθεση Βατοπεδίου έκανε τον πρωθυπουργό να τρέχει για καθυστερημένα άλλοθι στην ανακοίνωση αλλαγής του νόμου περί «ευθύνης» υπουργού. Πότε ανακάλυψε αυτό το θεσμικό έλλειμμα; Επίσης, με την αποχώρηση των κυβερνητικών βουλευτών από Βουλή και τις παραγραφές των σκανδάλων, το ρόλο των προανακριτικών επιτροπών και του ειδικού δικαστηρίου ανέλαβε ο Πρωθυπουργός μέσω της κατάρτισης των ψηφοδελτίων. Είναι νέος ο «θεσμός» αυτός;

Σημαντική επίκληση «θεσμικότητας» με αντίστοιχη αποφυγή ανάληψης ευθύνης είχαμε και στην υπόθεση του βιβλίου της Ιστορίας της Στ Δημοτικού. Ενώ ο χειρισμός και -κυρίως- η κατάληξη του θέματος ήταν αποκλειστικά πολιτική επιλογή, ενώ εξ αρχής θα έπρεπε να αναζητηθούν ευθύνες στην διαδικασία επίβλεψης και ελέγχου του βιβλίου από πλευράς των υπεύθυνων επιστημόνων και του Π.Ι., η τότε Υπουργός Παιδείας διατυμπάνιζε προς κάθε κατεύθυνση τη «θεσμικότητα» της γνωμοδότησης της Ακαδημίας Αθηνών. Ενώ προκλητικά αρνήθηκε την πολιτική ευθύνη της κυκλοφορίας ενός βιβλίου που μόνο προεκλογικά (2007) το κυβερνητικό κόμμα χαρακτήρισε «απαράδεκτο, ανακριβέστατο», απέδωσε ευθύνες σε όσους είχαν κάνει την ανάθεση της συγγραφής. Από κοινού ο Πρωθυπουργός και η Υπουργός Παιδείας, όχι μόνον καταπάτησαν τους θεσμούς, αλλά, προσφέροντας βιβλία-δώρα προεκλογικής σκοπιμότητας και προσβάλλοντας την κοινή νοημοσύνη με τις πράξεις και τους λόγους τους, ανέδειξαν έναν παλαιό για την Ελλάδα «θεσμό»: Ευθύνη της εκτελεστικής εξουσίας είναι η υπηρέτηση του κομματικού (αν όχι του ατομικού) συμφέροντος.

Η κορυφαία όμως θεσμική κατάπτωση ήταν η ακραία απαξίωση, η γελοιοποίηση του εκλεγμένου λαϊκού αντιπροσώπου, η μετατροπή του σε υπηρέτη της κυβέρνησης. Α) Σε μείζον θέμα, οι βουλευτές του κυβερνώντος κόμματος στερήθηκαν του δικαιώματος της ψήφου, αναγκαζόμενοι να αποχωρήσουν από τη Βουλή, ύστερα από απόφαση του Πρωθυπουργού. Β) Θυμόμαστε πως έκλεισε φέτος η Βουλή με δικαιολογία τις Ευρωεκλογές. Από τότε, δεν ξανάνοιξε, ενώ οι πιθανοί διαφωνούντες βουλευτές τοποθετήθηκαν στο 3ο θερινό τμήμα που δεν λειτούργησε ποτέ. Γ) Δύο φορές νοθεύτηκε η ψηφοφορία κατά την αναθεώρηση του Συντάγματος. Την πρώτη στην επιτροπή της Βουλής (Ιανουάριος 2007) όπου ο πρόεδρος της επιτροπής έκανε τα στραβά μάτια, προσμετρώντας την ψήφο του γραμματέα της κοινοβουλευτικής ομάδας του κυβερνώντος κόμματος, ενώ ο τελευταίος δεν ανήκε στην επιτροπή και δεν είχε δικαίωμα ψήφου. Εκτός από το ότι ψήφισε, ο γραμματέας εγκαλούσε μέσα στην αίθουσα βουλευτίνα του κόμματός του που καθόταν δίπλα σ' αυτόν, επειδή αυτή τόλμησε με την ανάταση του χεριού της να εκφράσει το κατοχυρωμένο της δικαίωμα. Τη δεύτερη φορά, στην ολομέλεια (Μάιος 2008) αλλάζονταν τα (υπογεγραμμένα) ψηφοδέλτια των κυβερνητικών βουλευτών που δεν είχαν πειθαρχήσει απόλυτα στην κομματική γραμμή. Στην επιχείρηση μετείχαν δύο βουλευτές του κυβερνώντος κόμματος που είχαν την ευθύνη της καταμέτρησης των ψήφων. Συντονίστρια ήταν μια βουλευτίνα επικρατείας που έφερνε τα «σωστά» ψηφοδέλτια στους δύο προηγούμενους, επόπτης της επιχείρησης ήταν ο γραμματέας της κοινοβουλευτικής ομάδας (πρόεδρος της επιτροπής στην πρώτη περίπτωση). Μήπως όλα αυτά δείχνουν σεβασμό των κορυφαίων θεσμών;

Πού είναι η διάκριση των εξουσιών, θεμέλιου λίθου της αστικής δημοκρατίας; Πού είναι η ανεξαρτησία της δικαιοσύνης; Πού είναι ο σεβασμός των ανεξάρτητων αρχών; Στην επίκληση της προστασίας των προσωπικών δεδομένων που καταφεύγει κάθε τόσο η κυβέρνηση για να μη δώσει τα απαιτούμενα στοιχεία; Πού είναι η προστασία θεσμών κατά της διαφθοράς; Στην υποκατάσταση του κ. Ζορμπά που μιλούσε για διακίνηση χρήματος σε πολιτικά κόμματα από τον κ. Σανιδά που μιλούσε για «παραπλανηθέντες» (δηλ. ανεύθυνους) υπουργούς; Ας περιοριστούμε όμως.

Ο κ. Γκιουλέκας στις 12.7.2007 μιλώντας για τη νοθεία στις πανελλαδικές εξετάσεις εξανίστατο, διότι καθηγητής τόλμησε να πει ότι συνάδελφοί του πιέστηκαν από διοικητικά στελέχη να νοθεύσουν έγγραφα. Στις 27.5.2008 ο ίδιος βουλευτής παρακολουθούσε τη νοθεία για την αναθεώρηση του Συντάγματος από τα έδρανα του Προεδρείου. Την πρώτη φορά μιλούσε για ευθύνες, εισαγγελέα και δικαιοσύνη. Τη δεύτερη; Η νοθεία στη Βουλή, αν και κορυφαία σε σημασία, έχει δραματικές ομοιότητες με αυτή των πανελλαδικών. Τα άρθρα 60 & 61 του Συντάγματος για το «απεριόριστο δικαίωμα της γνώμης και ψήφου κατά συνείδηση» και για την προστασία της γνώμης του βουλευτή, κατέληξαν δια της κυβερνητικής βούλησης στο ίδιο καλάθι αχρήστων με το Π.Δ. 60/2006 των πανελλαδικών εξετάσεων. Αντίστοιχο ρόλο με την πρόεδρο του β/κ στις πανελλαδικές εξετάσεις είχε ο γραμματέας της κοινοβουλευτικής ομάδας. Η νοθεία στη Βουλή έγινε μπροστά στα μάτια βουλευτών άλλων κομμάτων, που εκ των υστέρων δήλωσαν, είτε «πώς είναι δυνατόν να γίνει κάτι τέτοιο ενώπιον όλων;», είτε «δεν είδα, δεν κατάλαβα, πρέπει να ερευνηθεί το γεγονός». Οι μαθητές δεν είχαν πρόσβαση στα γραπτά τους, οι βουλευτές δεν είχαν πρόσβαση στα ψηφοδέλτιά τους. Έχουμε όμως και δύο διαφορές: α) στις πανελλαδικές υπήρξε καταγγελία, στη Βουλή κανείς δεν αμφισβήτησε το αποτέλεσμα που ανακοινώθηκε. β) δεν έχει προβλεφθεί ελεγκτικός μηχανισμός στη Βουλή (αδιανόητη θεωρείται η αντιμετώπιση τέτοιων καταστάσεων) και η όλη διερεύνηση έγκειται στη διακριτική ευχέρεια του Προέδρου της Βουλής. Όμως ο Πρόεδρος ήταν παρών στη διαδικασία και διέψευσε τη νοθεία μιλώντας για «προσπάθεια δημιουργίας εντυπώσεων». Την τραγική του παρουσία – απουσία, επιβεβαίωσε ο κ. Σιούφας στον πρόλογο της έντυπης έκδοσης του αναθεωρημένου Συντάγματος, που φέρει στο εξώφυλλο και την ημερομηνία της επίμαχης μέρας (27.5.2008). Σημειώνει λοιπόν ο Πρόεδρος της Βουλής: «Η τρίτη αναθεώρηση του Συντάγματος (2008), στην οποία οφείλεται η παρούσα έκδοση, αναγγέλθηκε επίσης εκτεταμένη. Κατέληξε, όμως, να περιορισθεί στην υιοθέτηση ολίγων, μόνο, σημείων της πρότασης, για λόγους των οποίων η αποτίμηση ανήκει στη συνταγματική και πολιτική Ιστορία, ενώ μετατέθηκε, λόγω του αυστηρού χαρακτήρα του Συντάγματος, στο απώτερο μέλλον η αντιμετώπιση μείζονος σημασίας ζητημάτων». Δηλαδή, ο τρίτος παράγοντας ιεραρχίας της Δημοκρατίας μας μπερδεύει το θεσμικό του ρόλο, μιλώντας επί του καταστατικού της χάρτη, όχι ως Πρόεδρος της Βουλής, αλλά ως κομματικό στέλεχος.

Τι να πει κάποιος μετά απ' όλα αυτά για την «Συνταγματικότητα» που τήρησε και ενέπνευσε η παρούσα κυβέρνηση; Πώς να αξιολογήσουμε το αίτημα δημιουργίας Συνταγματικού δικαστηρίου που εκφράζει σήμερα ο Πρωθυπουργός και τη δυσχέρεια που θεωρεί ότι προκαλούν οι δύο αιρετοί των Υπηρεσιακών Συμβουλίων στο έργο της δημόσιας διοίκησης, όταν, για παράδειγμα, ο Προϊστάμενος Δ/θμιας Εκπ/σης Αν. Θεσσαλονίκης ως πρόεδρος του ΠΥΣΔΕ Αν Θεσσαλονίκης που εκδίκαζε πειθαρχικά την υπόθεση νοθείας των πανελλαδικών 2007 και τα μέλη του ΠΥΣΔΕ που τελικά καταδίκασαν τις καθηγήτριες, αφού είδαν το συγκεκριμένο πόρισμα της ΕΔΕ και την επιβεβαίωση της οδηγίας του ΥπΕΠΘ που έγινε μέσω ενός β/κ της Αθήνας, εστίασαν πάνω στην «αντισυνταγματικότητα της πράξης νοθείας», επειδή αυτή «παραβίαζε την ίση μεταχείριση των υποψηφίων» !

 

ΤΙΣ ΑΥΤΟΥΡΓΕΙ;

 

Αφού επί 5,5 χρόνια ένας Πρωθυπουργός που κλήθηκε για να αποκαταστήσει τη διαφάνεια, τις θεσμικές λειτουργίες και την τρωθείσα αξιοπρέπεια του πολίτη απέτυχε, ως δικαιολογία της αποτυχίας αυτής επικαλέστηκε τις προηγούμενες κυβερνήσεις (μη πρωτότυπο) και τη θεσμική του αδυναμία (πρωτότυπο). Ζήτησε περαιτέρω ενίσχυση του πρωθυπουργικού μοντέλου διακυβέρνησης, κομψά δηλαδή, ζήτησε ενίσχυση της εκτελεστικής εξουσίας. Βέβαια το ενισχυμένο αυτό μοντέλο το εφάρμοσε -χωρίς να το δικαιούται- πολλές φορές στη διάρκεια της θητείας του.

Αν δούμε συνολικά τις παραβιάσεις και τον ευτελισμό που υπέστησαν οι θεσμοί τα τελευταία χρόνια μόνον από τον ίδιο τον πρωθυπουργό και το στενό του περιβάλλον, ίσως αναρωτηθούμε μήπως έχουμε παρακολουθήσει την θεσμική παράσταση «ο λύκος φυλάει τα πρόβατα». Κι αν ναι, ποιος τον έβαλε; Αφού μιλάμε σε πολιτικό επίπεδο, ζητούμενο δεν είναι η φυσική, αλλά η ηθική αυτουργία. Ακόμα και η πρωθυπουργική αυτουργία υπάγεται στον ελεγκτικό μηχανισμό της Βουλής, που με τη σειρά της έχει υπόβαθρο το εκλογικό σώμα. Έχει όμως και άλλο υπόβαθρο, ίσως σημαντικότερο: το ίδιο το κόμμα. Πώς λειτούργησε αυτός ο θεσμός το 1997 όταν ο σημερινός πρωθυπουργός εξελέγη ως ο αξιότερος στο κομματικό τιμόνι; Προφανώς προβληματικά. Μήπως κατά το ίδιο πρότυπο επελέγησαν -λιγότερο ή περισσότερο- και οι υπουργοί και οι διοικητές οργανισμών και τα στελέχη της παιδείας; Στην εκδίκαση της υπόθεσης των πανελλαδικών, ηθική αυτουργία αποδόθηκε στην πρόεδρο του β/κ. Ας δούμε μερικά συμπτώματα από την ίδια υπόθεσης, που καλούν σε αναζήτηση κάποιας μορφής ηθικής αυτουργίας:

«Τους προέδρους των β/κ ειδικών μαθημάτων δεν τους καλούμε ποτέ» σημείωσε στην κατάθεσή του ο κ. Γαρίνης.

Ως «βλάβη των υποψηφίων» νοεί το ΥπΕΠΘ συγκεκριμένο τμήμα της κρίσης των βαθμολογητών. Βλάβη είναι οπωσδήποτε ο χαμηλότερος από τους δύο βαθμούς. Ο ψηλότερα αξιολογών, σωστά αξιολογεί;

Η τότε υπουργός κ. Γιαννάκου είχε στα χέρια της το πόρισμα της ΕΔΕ. Αν υποθέσουμε ότι δεν ήταν παρούσα στη σύσκεψη του ΥπΕΠΘ που αποφάσισε την «οδηγία των 20 μορίων», να πιστέψουμε ότι δεν ενημερώθηκε -έστω- από τον Γ. Γραμματέα, ούτε ύστερα από την καταγγελία; Θα δήλωνε στην τηλεόραση 15 μέρες μετά την προκήρυξη των εκλογών το συνηθισμένο κυβερνητικό μότο «Λάθη μπορεί να γίνουν πάντα. Σημασία έχει ότι το υπουργείο και η ηγεσία τους μόνοι τους ανακοινώνουν, ανακαλύπτουν και διορθώνουν», αν δεν είχε και την κάλυψη του Ν.3475 περί της μη επίδειξης των γραπτών στους μαθητές; Να υποθέσουμε ότι είχε αδυναμία να καταλάβει από το πόρισμα τι συνέβη; Ή μήπως να ξεχάσουμε πώς κινήθηκε προκειμένου τα γραπτά να μη φτάνουν στα μάτια των μαθητών;

Ορισμένα μέλη της επιτροπής του β/κ Θεσσαλονίκης κοιτάχτηκαν όταν άκουσαν για πρώτη φορά την εντολή «για το καλό των παιδιών». Έλεγξαν την καθολικότητά της τηλεφωνώντας στο β/κ ειδικών μαθημάτων της Αθήνας και αποφάσισαν να την εφαρμόσουν. Κάποιοι από τους βαθμολογητές που κλήθηκαν στην παράνομη αναβαθμολόγηση δυσανασχέτησαν, κάποιοι έφτασαν να αποχωρήσουν και δύο την κατήγγειλαν. Υπήρξαν όμως και καθηγητές που δεν αναρωτήθηκαν πώς είναι δυνατόν το «καλό των παιδιών» να δημιουργεί έννομα αποτελέσματα. Ρώτησαν μάλιστα ποιος τους νομιμοποιεί να κάνουν κάτι τέτοιο. Συνεπώς, κάποιοι έβαλαν το νόμο και τα καθήκοντά τους σε συζήτηση. Ας πούμε όμως ότι κάποιοι ρώτησαν και από περιέργεια. Όταν πήραν τη γνωστή απάντηση και τη διαβεβαίωση της προέδρου ότι αυτή αναλαμβάνει την ευθύνη, συναίνεσαν και διέπραξαν την παράνομη πράξη. Γιατί; Εδώ ανοίγει μια μεγάλη συζήτηση, όμως η απάντηση δεν είναι άγνωστη. Βρισκόμαστε ενώπιον μιας πτυχής της δημοσιοϋπαλληλικής έκπτωσης, που έχει προκύψει από την απαξίωση του δασκάλου, μια απαξίωση που σήμερα μεγαλώνει με τις υιοθετούμενες πρακτικές των «ωρομισθίων». Δύο είναι οι παράγοντές της: η κατάχρηση εξουσίας από πλευράς της διοίκησης και η έναντι ανταλλαγμάτων ή μοιρολατρική αποδοχή της από πλευράς των υπαλλήλων. Επιβεβαιώνεται έτσι ότι το δίκαιο έχει μεταβληθεί στην πράξη (de facto), αφού, όσα ισχύουν στο χαρτί (de jure) ακυρώνονται με τη συνευθύνη των δύο πλευρών. Προφανώς η ευθύνη δεν ισομοιράζεται, τα αρνητικά αποτελέσματα όμως πλήττουν τους πάντες. Η παρακμή αυτή εμφανίζεται σε αμέτρητες παραλλαγές και σε διαφορετικού βάρους ζητήματα. Η μόνιμη δικαιολογία «τι να κάνουμε, έτσι κάνουν όλοι..» έχει και αντεπιχειρήματα: Γιατί όσοι είναι υπέρμαχοι της παθητικής αποδοχής της παρακμής δεν ζητούν την προσαρμογή του τύπου στα όρια της επικρατούσας πράξης; Στο ίδιο σημείο στηρίζεται και η δυναμική αντίστασης: όσο παραμένουν εν ισχύ ο θεσμός και ο τύπος, οι πρακτικές οφείλουν να συμβαδίζουν. Δύσκολη η πορεία ενάντια στο ρεύμα, ευκολότερη όμως, αν συνειδητοποιηθούν τα κέρδη που προκύπτουν απ' αυτήν.

Η «δημοκρατία» δεν είναι μια διαδικασία αυτοματισμού, όπου με 5΄ απασχόληση στο παραβάν ανά 4 χρόνια λύνει κανείς τα ζητήματα που τον απασχολούν. Είναι μια διαδικασία καθημερινή και πολυεπίπεδη που διεξάγεται (θα έπρεπε να διεξάγεται) στο χώρο εργασίας, στο δημοτικό, στο περιφερειακό, στο κομματικό επίπεδο. Στην φατριαστική λοιπόν διαχρονικότητά μας και στις κομματικές παρωπίδες μπορούμε να αντιτάξουμε τη συνθετική αναγκαιότητα, η αξιόπιστη εφαρμογή της οποίας θα αναζητηθεί όχι μόνο σε ιδεολογικά στερεότυπα, αλλά και σε πρόσωπα στα οποία κυριαρχεί η σύμπτωση λόγων και έργων.

 

Η ΠΑΙΔΕΙΑ ΣΤΗΝ ΙΕΡΑΡΧΗΣΗ ΤΩΝ ΣΚΑΝΔΑΛΩΝ

 

Οι άνθρωποι αλλάζουν τους θεσμούς ή οι θεσμοί τους ανθρώπους; Προφανώς ισχύουν και τα δύο. Το ερώτημα δεν τίθεται ως σοφιστεία, αλλά ως προβληματισμός εκφυγής από τη φαυλότητα. Ενώ ο ρόλος της παιδείας πανθομολογείται ως ζωτικός στην εθνική προοπτική της ευημερίας και στην κοινωνική ισορροπία, το πρώτο σκέλος του ερωτήματος ουδόλως ελήφθη υπόψιν από τον πρωθυπουργό επί 5,5 χρόνια. Αντίθετα, ισχυροποιήθηκαν όλοι οι εξωθεσμικοί μηχανισμοί που περιθωριοποιούν τον ανθρώπινο παράγοντα και παράγουν κλίμα υποταγής και στασιμότητας. Η παιδεία διδάσκει και ο δάσκαλος διδάσκει πρώτα με το παράδειγμά του. Αν τα λόγια του είναι διαφορετικά από τα έργα του, ο μαθητής θα επηρεαστεί καθοριστικά από τα δεύτερα, όχι από τα πρώτα.

Αν το Βατοπέδιο είχε σημειολογικά την πρωτιά στα σκάνδαλα λόγω του παράγοντα «εθνική γη», αν μια Ζήμενς είχε ως σκάνδαλο την αριθμητική πρωτιά, αν τα «ομόλογα» υπερείχαν στο ζήτημα της άμεσης κοινωνικής ευαισθησίας, καθώς είχαν να κάνουν με τα χρήματα των ασφαλιστικών ταμείων, τότε η παιδεία στο βαθμό που λειτουργεί ως χώρος καταστροφής θεσμών και συνειδήσεων είναι το μέγιστο σκάνδαλο στη χώρα μας, αφού μέσω αυτής προετοιμάζονται τα πάσης φύσεως σκάνδαλα του αύριο. Το ότι δεν τοποθετείται πρώτη η παιδεία στην ιεράρχηση των σκανδάλων έχει να κάνει με τον ετεροχρονισμένα ανταποδοτικό της χαρακτήρα.

Τελικά, οι υπάλληλοι του δημοσίου, μέσω των εξωθεσμικών ανταλλαγμάτων και των γνωστών πιέσεων που φτάνουν έως και την τρομοκράτησή τους, δεν υπηρετούν το δημόσιο βάσει των νόμων, αλλά την εκάστοτε κυβέρνηση βάσει των κομματικών της επιδιώξεων. Η φράση «για το καλό των παιδιών» σημαίνει «για το κομματικό μας συμφέρον» και αλυσιδωτά -για όσους συνειδητά συμμετέχουν- «για το ατομικό μου συμφέρον». Έχουν ελαφρυντικά οι δημόσιοι λειτουργοί, είναι όμως άμοιροι ευθυνών; Φυσικά και όχι, αφού η επιλογή είναι δική τους. Καθένας μπορεί να επιλέξει μια από τις θέσεις των προσώπων που έλαβαν μέρος στην υπόθεση της Πυλαίας του 2007. Κάθε δάσκαλος μπορεί να κάνει ό,τι έκαναν οι κυρίες Γκρίζου και Παπαδοπούλου, ή κάτι περισσότερο. Και αφού το επιλέξει, να ξέρει ότι μετά από όσα συνέβησαν, -αν κάτι κερδίσαμε- θα υποστεί ίσως κάτι λιγότερο από τους 24 μήνες ψυχικής οδύνης και άδικης μεταχείρισης. Πάντως, κανένας ταπεινωμένος δάσκαλος δεν μπορεί να εμπνεύσει περηφάνια. Κανένας εξωθεσμικά υποταγμένος δάσκαλος δεν μπορεί να ισχυριστεί ότι θα επιτελέσει το λειτούργημα που του έχει ανατεθεί: «Τη διαμόρφωση του ελεύθερου και υπεύθυνου πολίτη». Ο φόβος ακυρώνει την διδακτική ιδιότητα.

Όλη αυτή η ανάλυση-καταγραφή έγινε προκειμένου να ξεφύγουμε όσο γίνεται από απλές διαπιστώσεις, να ξεφύγουμε από το «δεν γίνεται τίποτε, δεν αλλάζει τίποτε». Φυσικά και δεν αλλάζει τίποτα από μόνο του. Όταν ο δήμος κρατεί το αποτέλεσμα της δημοκρατίας είναι ευθέως ανάλογο με την ποιότητα του δήμου. Η ποιότητα πάλι διαμορφώνεται καθοριστικά μέσα από την παιδεία. Έχει αναρωτηθεί το τμήμα του δήμου που προτιμά να βολεύεται εξωθεσμικά, δηλαδή ιδιωτικά, μήπως κάνει λάθος εκτίμηση, νομίζοντας ότι λύνει τα προβλήματα; Διεκδικώντας ατομικό όφελος ο ιδιωτικώς σκεπτόμενος έχει αναλογιστεί ότι μόνο πρόσκαιρο και μερικό κέρδος αποκομίζει; Γιατί; Επειδή συμμετέχει στον ευτελισμό του θεσμού, τον οποίον κάποια στιγμή θα χρειαστεί. Εκτός κι αν καθένας συνειδητά στοχεύει σε ιδιωτικό δάσος, θάλασσα, δρόμο, πάρκο, νοσοκομείο, σχολείο, δικαστήριο…

Κάποια ερωτήματα / διλήμματα μας έχουν τεθεί από τον Πρωθυπουργό, ας θέσουμε κι εμείς μερικά, με άξονα την παιδεία:

■        Είναι θέμα παιδείας μια αδιάφθορη δημόσια διοίκηση;

■        Δημιουργούμε έναν αξιοκρατικό διοικητικό – παιδαγωγικό μηχανισμό στο ΥπΕΠΘ;

■        Βελτιώνουμε τις διατάξεις του Ν. 3528/2007 για την υποχρέωση του υπαλλήλου σε σχέση με τις εκτός νομιμότητας διαταγές των ανωτέρων;

■        Βελτιώνουμε τους όρους διεξαγωγής της ΕΔΕ;

■        Ανοίγουμε συζήτηση για τις διατάξεις που αφορούν στα μέλη των Υπηρεσιακών Συμβουλίων;

■        Αλλάζουμε τις διατάξεις του Ν. 3467/2006 για την επιλογή των Στελεχών Εκπαίδευσης; Ναι ή όχι;

■        Απαλλάσσουμε τη διοικητική δομή του ΥπΕΠΘ από την υποστήριξη του κυβερνητικού έργου, Ναι ή όχι;

■        Περιφρουρούμε το άρθρο 103 του Συντάγματος; Ναι ή όχι;

 

Συνημμένα

ΠΑΝΕΛΛΑΔΙΚΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ 2007 – ΤΥΠΟΣ – ΕΓΓΡΑΦΑ – ΒΙΝΤΕΟ

http://users.sch.gr/szygouras/themata/thesmoi-paideia2007-09/panelladikes2007tev.pdf

ΘΕΣΜΟΙ – ΠΑΙΔΕΙΑ – ΕΥΘΥΝΗ – ΑΥΤΟΥΡΓΙΑ 2007-2009 – ΒΙΝΤΕΟ

http://users.sch.gr/szygouras/themata/thesmoi-paideia2007-09/thesmoi-paideia2007-09.html

 

Σεπτέμβριος 2009

 

* Στέργιος Ζυγούρας,  Καθηγητής ΠΕ16

Οι αριστούχοι και οι «άλλοι»

Οι αριστούχοι και οι «άλλοι»

 

Του Χρήστου Κάτσικα

 

Ένα μεγάλο χάσμα έχει δημιουργηθεί στις σχολικές τάξεις τα τελευταία χρόνια όσον αφορά τις επιδόσεις των μαθητών. Χάσμα που αναδείχθηκε ιδιαίτερα στα αποτελέσματα των τελευταίων Πανελλαδικών Εξετάσεων, όπου καταγράφηκε το μεγαλύτερο ποσοστό αριστούχων την ίδια στιγμή που ένας στους τρεις υποψηφίους έγραψε κάτω από τη βάση και από αυτούς περισσότεροι από τους μισούς έδωσαν σχεδόν λευκή κόλλα! Άλογα κούρσας και ουραγοί!

Τι συμβαίνει; Σαν να αντανακλά η κίνηση των βάσεων την ίδια την κοινωνία. Μια κοινωνία όπου οι φτωχοί γίνονται φτωχότεροι και οι πλούσιοι πλουσιότεροι. Και στη μέση σμπαραλιασμένα τα μεσαία στρώματα.

Από την άλλη φαίνεται καθαρά ότι έχει συντελεστεί αθέατα αλλά σταθερά μια σημαντική αλλαγή στους υποψηφίους. Δίπλα στα «άλογα κούρσας» με τα 18άρια και τα 19άρια που τινάζουν τις βάσεις στον αέρα διαμορφώνονται οι ουραγοί, μια μεγάλη ομάδα (ίσως η μεγαλύτερη μετά τη μεταπολίτευση) παιδιών, κυρίως από τα λαϊκά στρώματα (γόνοι αγροτών, εργατών, μικροϋπαλλήλων κ.λπ.), οι οποίοι έχουν γυρίσει την πλάτη στη σχολική εκπαίδευση σαν απάντηση στο γεγονός ότι η τελευταία δεν έχει έχει πλέον να τους προσφέρει αυτό που απλόχερα, στο πεδίο των επαγγελματικών προοπτικών, πρόσφερε στο παρελθόν.

Πριν από περίπου 30 χρόνια, την ακαδημαϊκή χρονιά 1981/82, σύμφωνα με τις αντιλήψεις της συντριπτικής πλειονότητας των φοιτητών/τριών, στην ερώτηση «Νομίζετε ότι στη σημερινή ελληνική κοινωνία τα άτομα έχουν τη δυνατότητα να μεταπηδούν σε μια κοινωνική τάξη ανώτερη από αυτή στην οποία βρίσκονται οι γονείς τους;» η καταφατική απάντηση συγκέντρωσε συνολικά το 95% των φοιτητών/τριών.


Πρόκειται, βέβαια, για πεποίθηση που «χρώσταγε» τα οικοδομικά υλικά του σχηματισμού της σε εκείνη την περίοδο (και ακόμη προγενέστερα) στην οποία, πράγματι, η εκπαίδευση διαδραμάτισε αποφασιστικό ρόλο στην ένταξη εκατοντάδων χιλιάδων νέων από όλα τα κοινωνικά στρώματα στις πολλαπλές νέες θέσεις εργασίας που «αναφύονταν» κατά χιλιάδες τόσο με το «άνοιγμα» του δημόσιου τομέα όσο και με τη διόγκωση του τριτογενούς τομέα, των υπηρεσιών κ.λπ. Οι πανεπιστημιακοί τίτλοι και τα διπλώματα αποκτούν την ίδια περίοδο τη λειτουργία που είχαν παλαιότερα οι «τίτλοι ευγενείας» για την κατάληψη μιας ευνοημένης επαγγελματικής θέσης και φυσικά μαγνητίζουν ιδιαίτερα εκείνα τα τμήματα του πληθυσμού που προσπαθούν να σπρώξουν τα παιδιά τους- μέσω της εκπαίδευσης- στην άλλη πλευρά του λόφου, εκεί όπου απουσιάζει η χειρωνακτική εργασία, η ανασφάλεια και τα χαμηλά εισοδήματα.

 Η εκπαίδευση για τους φτωχούς και μεσαίους αγρότες της εποχής ήταν μια επένδυση για τα παιδιά τους προστατευμένη από τον πληθωρισμό που φλόγιζε την ελπίδα να τα δουν να περνάνε στην αντίπερα όχθη, στα μεσαία και ανώτερα στρώματα. «Να φύγει», «να σπουδάσει», «να γίνει δάσκαλος, γιατρός, καθηγητής, δημόσιος υπάλληλος», «χορτάρι να βοσκήσω, αλλά να σπουδάσει». Η ιδεολογία της κοινωνικής ανόδου αποκτά αυτήν την περίοδο μια άνευ προηγουμένου εμβέλεια. Είκοσι οκτώ χρόνια αργότερα, σήμερα, τα πράγματα έχουν αλλάξει σημαντικά. Μιλάμε για ανατροπή στις καταστάσεις, στα δεδομένα και στις πεποιθήσεις. Το «κλειδί του παραδείσου», το Πανεπιστήμιο, που την προηγούμενη περίοδο πρόβαλε σαν το σκαλοπάτι που έπρεπε ν΄ ανέβουν τα παιδιά των λαϊκών οικογενειών για να «αποκατασταθούνεξασφαλιστούν», δεν υπάρχει πια. Τα πτυχία έχουν χάσει την αποτελεσματικότητα που είχαν στο παρελθόν ως μέσα επαγγελματικής προώθησης, καθώς η ολοένα και αυξανόμενη ανεργία «σαρώνει» όλων των ειδών τους τίτλους, ιδιαίτερα όταν δεν συνοδεύονται από υψηλή καταγωγή, «δίκτυο σχέσεων- γνωριμιών» και «κληρονομικά δικαιώματα».

Ακόμη παραπέρα. Σε αντίθεση με το παρελθόν, όχι μόνο το παιδί μιας εργατικής ή αγροτικής οικογένειας με το πτυχίο της Φιλολογίας ή κάποιου Τμήματος του Παντείου ή της Νομικής δεν έχει εγγυημένη επαγγελματική προοπτική, αλλά και το παιδί μιας οικογένειας εκπαιδευτικών ή δημοσίων υπαλλήλων ή μικροεμπόρων με το πτυχίο στο χέρι είναι πιθανόν να έχει καθοδική κοινωνική κινητικότητα, να βρεθεί δηλαδή σε χειρότερη θέση επαγγελματικά, κοινωνικά, οικονομικά από τους γονείς του, οι οποίοι είχαν πετύχει ανοδική κοινωνική τροχιά στην προηγούμενη γενιά.

Είναι απαραίτητο να σημειώσουμε εδώ ότι αυτή η πραγματικότητα σημαίνει και την αναίρεση οποιασδήποτε εγγυημένης δυνατότητας ανοδικής κοινωνικής κινητικότητας μέσα από την πρόσβαση στον εκπαιδευτικό μηχανισμό, γεγονός που οδηγεί στη σταδιακή διάλυση των παραδοσιακών αντιλήψεων που συγκροτούνταν γύρω από τον εκπαιδευτικό μηχανισμό. Ακυρώνεται έτσι ένα ολόκληρο φάσμα κοινωνικών προσδοκιών, συγκροτημένο εδώ και αρκετές δεκαετίες για τη δυνατότητα εργασιακής απασχόλησης μέσα από την πρόσβαση στην εκπαίδευση και τα διαπιστευτήριά της. Οι προσδοκίες, βέβαια, αυτές την τελευταία 15ετία δέχθηκαν απανωτά χτυπήματα από την εργασιακή αβεβαιότητα, την ετεροαπασχόληση, υποαπασχόληση, μισθολογική υποβάθμιση.

 

ΧΑΘΗΚΕ ΤΟ ΚΛΕΙΔΙ

 

Το «κλειδί του παραδείσου», το Πανεπιστήμιο, που πριν από 30 χρόνια πρόβαλε σαν το σκαλοπάτι που έπρεπε ν΄ ανέβουν τα παιδιά των λαϊκών οικογενειών για να «αποκατασταθούν – εξασφαλιστούν», δεν υπάρχει πια

 

ΠΗΓΗ: ΔΗΜΟΣΙΕΥΘΗΚΕ: 22 Σεπτεμβρίου 2009,

http://www.tanea.gr/default.asp?pid=10&ct=13&artID=4537402

… Kατόρθωμα του δημοσιογράφου κ. Λακατσά

Άλλο ένα κατόρθωμα του δημοσιογράφου κ. Λακατσά

 

Του Στέλιου Μαρίνη*

 

«Ειδικότερα, μετά την ανακοίνωση των φετινών βάσεων εισαγωγής στα ΑΕΙ προκύπτει ότι 2.521 μαθητές Λυκείου είχαν κατοχυρώσει δικαίωμα εισαγωγής, αλλά δεν το αξιοποίησαν. Συγκεκριμένα, με βάση τα στοιχεία του υπουργείου Παιδείας, μετά την ανακοίνωση των βαθμών τον Ιούνιο, από τους 84.839 υποψηφίους Γενικού Λυκείου οι 56.813 πέρασαν το όριο εισαγωγής (πήραν βαθμό πρόσβασης πάνω από 10)…

…Καθώς, στους υποψηφίους Λυκείου δόθηκαν 69.586 θέσεις σε ΑΕΙ, οι 56.813 που κατοχύρωσαν δικαίωμα εισαγωγής άφηναν 12.773 κενές θέσεις. Όμως ύστερα από την ανακοίνωση των βάσεων, οι κενές θέσεις από τους υποψηφίους Γενικού Λυκείου ήταν 15.294. Οι τελικές κενές θέσεις είναι αυξημένες κατά 2.521 σε σχέση με τα δεδομένα του Ιουνίου. Το πλεόνασμα προέκυψε από υποψηφίους που δεν θέλησαν να εισαχθούν παρότι μπορούσαν». Και καταλήγει «Το μήνυμα των οικογενειών είναι σαφές, καθώς αυτοί οι 18χρονοι και οι γονείς τους αδιαφόρησαν συνειδητά για το απαξιωμένο κομμάτι της δημόσιας τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, δοκιμάζοντας αλλού την τύχη τους».

Απόστολος Λακατσάς, Καθημερινή 27/8/2009

Δεν είναι η πρώτη φορά που ο ικανότατος εκπαιδευτικός συντάκτης της Καθημερινής προσπαθεί να προωθήσει την εκπαιδευτική πολιτική της κυβέρνησης άλλοτε με ανυπόστατες κρίσεις, άλλοτε με λανθασμένη ερμηνεία στατιστικών στοιχείων. Εν προκειμένω κάνει τα εξής λάθη:

 

1. Αγνοεί ότι κάθε υποψήφιος δηλώνει μέχρι δύο Επιστημονικά Πεδία. Στο 1ο και στο 3ο Επιστημονικό Πεδίο οι βάσεις κυμάνθηκαν πάνω από τα 10.000 μόρια (10659* και 11487 αντίστοιχα). Αυτό σημαίνει ότι και οι έχοντες ΓΒΠ πάνω από 10 και προερχόμενοι από τη Θεωρητική ή τη Θετική κατεύθυνση που δήλωσαν τα Πεδία αυτά δεν είχαν όλοι βαθμό εισαγωγής!

 

2. Φαίνεται ότι αυτό που όλοι συμβουλεύουμε τους μαθητές, να μη δηλώνουν σχολές για τις οποίες δεν έχουν την παραμικρή κλίση, δεν ισχύει για τον κ. Λακατσά. Σχολή να ‘ναι κι ό,τι να ‘ναι. Το ότι κάποιος δε δήλωσε το ΤΕΙ Ιχθυοκαλλιέργειας για τον καλό δημοσιογράφο σημαίνει ότι το απαξίωσε! Το να μη θέλει να ασχοληθεί με τα ψάρια γιατί καθόλου δεν τον συγκινεί δε μετράει!

 

3. Υπάρχει εξάλλου σημαντικός αριθμός υποψηφίων από ευκατάστατες οικογένειες που λένε στο παιδί τους για παράδειγμα: «Δώσε για Πολυτεχνείο κι αν δεν μπεις θα σε στείλουμε στο εξωτερικό. Λεφτά έχουμε». Προφανώς κι αυτοί απαξιώνουν τα ΤΕΙ Λογιστικής!

 

Το ζήτημα βρίσκεται στην αδυναμία όσων θέλουν διακαώς να σπουδάσουν και, λόγω των ανισοτήτων του εκπαιδευτικού συστήματος δεν παίρνουν τη βάση του 10, κι ενώ υπάρχουν κενές θέσεις, αυτοί αποκλείονται με ένα μέτρο αντιπαιδαγωγικό, αντιλαϊκό και αντιεπιστημονικό. Όμως ο κ. Λακατσάς αυτό το έχει με άλλον τρόπο λυμένο.

 

Στις 23/07/09 δημοσίευσε άλλο κείμενο με αφορμή το οποίο απέστειλα στην Καθημερινή την επόμενη επιστολή:

 

Εις ώτα μη ακουόντων

 

«Η καθιέρωση της βάσης του 10 ως ελάχιστο όριο εισαγωγής κρίθηκε από όλους παιδαγωγικά ορθή…»  Έτσι ακριβώς γράφει σε άρθρο του με τίτλο «Καταργήστε, επιτέλους, τα ΤΕΙ» ο κ. Απόστολος Λακατσάς στην  «Καθημερινή» της 23/7/09.

 

Προφανώς αυτό το «όλοι» του συντάκτη θεωρεί όσους έχουν εκφραστεί υπέρ της κατάργησης του μέτρου ανύπαρκτους. Προσωπικά έχω δημοσιεύσει μελέτη  για το αντιεπιστημονικό της βάσης του 10, κανένα επιχείρημα της οποίας δεν απαντήθηκε από κανέναν, αν και δημοσιεύτηκε  σε εκπαιδευτική πύλη πολύ μεγάλης επισκεψιμότητας (1) και μέρος της στην εφημερίδα ΑΥΓΗ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ (2), σε δισέλιδο αφιέρωμα της 20 Αυγούστου 2006.

Αλλά δεν είμαι ο μόνος. Δεκάδες Πανεπιστημιακοί (3)  έχουν εκφραστεί κατά του μέτρου με παιδαγωγικά κριτήρια. Για την ακρίβεια, ουδείς έχει παραθέσει ούτε ένα επιχείρημα για την ορθότητα του μέτρου από παιδαγωγικής πλευράς.

Το μοναδικό επιχείρημα είναι ότι το μέτρο είναι αναγκαίο επειδή … είναι αναγκαίο. Όμως κατά της βάσης έχουν πάρει απόλυτα αρνητική θέση και τα κόμματα ΚΚΕ και ΣΥΡΙΖΑ, ενώ και το ΠΑΣΟΚ δεν έχει εκφραστεί συνολικά θετικά. Πρόσφατα μάλιστα το μέτρο κρίθηκε αρνητικά από την κ. Διαμαντοπούλου σε συνέντευξή της στα ΝΕΑ της 20/7. Απολύτως κατά του μέτρου είναι και η ΟΛΜΕ η οποία το περιλαμβάνει στα αιτήματα του κλάδου. Ούτε αυτοί υπάρχουν για τον κύριο Λακατσά;

Ποιο είναι τέλος πάντων αυτοί οι «όλοι»; Σίγουρα όλοι οι άσχετοι με την εκπαίδευση που ακούν 10 και φαντάζονται το δέκα του σχολείου που μόνο οι κουμπούρες δεν το έπαιρναν. Είναι άλλο πράγμα να λέει κάποιος ότι πρέπει να υπάρχει η διασφάλιση ενός minimum γνώσεων – δεξιοτήτων και άλλο να ισχυρίζεται ότι αυτό είναι το δέκα.   Στη μελέτη μου που προανέφερα, και την οποία έχω αποστείλει ηλεκτρονικά σε όλους τους δημοσιογράφους του εκπαιδευτικού ρεπορτάζ του κ. Λακατσά συμπεριλαμβανομένου, καταλήγω αντιπροτείνοντας ως μέτρο που παιδαγωγικά δεν είναι τελείως έωλο όπως η βάση του 10, την «κανονική» βάση η οποία θα είναι μεταβλητή ώστε να έχει στοιχειώδη αντικειμενικότητα, παρακάμπτοντας τον παράγοντα της μεταβλητής δυσκολίας των θεμάτων.  

Η άποψή μου είναι διαφορετική. Είμαι κατά κάθε φραγμού. Αυτή την άποψη μπορεί καθένας να την αντικρούσει γιατί δεν είναι επιστημονική αλλά πολιτική. Την επιστημονική όμως άποψη για το παιδαγωγικά αυθαίρετο της βάσης του δέκα μόνο με επιχειρήματα επιστημονικά θα πρέπει να την αντιμετωπίσει όποιος νομίζει ότι έχει τα κότσια για κάτι τέτοιο. Μέχρι τότε τουλάχιστον λίγη σεμνότητα δε βλάπτει τον κάθε κύριο Λακατσά ώστε να μην αφορίζει ό,τι δε γνωρίζει.

 

(1) Περί παιδείας και λαϊκισμού, www.alfavita.gr/artra/artro266.htm  καιl Βάση 10: Οικονομική πολιτική με «παιδαγωγικά» επιχειρήματα, http://www.alfavita.gr/artra/artro255.html ,

(2) http://www.avgi.gr/NavigateActiongo.action?articleID=287390 

(3) Βλέπε για παράδειγμα: Η ΒΑΣΗ ΤΟΥ 10,ΤΑ ΣΥΜΦΕΡΟΝΤΑ ΚΑΙ Η… ΠΑΙΔΕΙΑ, Γιάννη Μυλόπουλου, καθηγητή Πολυτεχνείου Θεσαλονίκης, http://www.alfavita.gr/artra/artro20060916a.php  και «Βάσεις, εξετάσεις και σχολική αποτυχία», Βένιου Αγγελόπουλου καθηγητή ΕΜΠ

http://www.alfavita.gr/artra/artro147.html 

 

Η επιστολή μου αγνοήθηκε, παρότι στο παρελθόν ο κ. Λακατσάς έχει ζητήσει την άποψή μου για το ρεπορτάζ του.  Δε θέλησα τότε να δώσω συνέχεια, αλλά μετά το τελευταίο ατόπημα έκρινα ότι είναι επιβεβλημένο να απαντήσω στον κ. Λακατσά. Λεπτομέρειες, θα μου πείτε. Ποιος ξέρει;  

Ίσως να είμαι ρομαντικός

 

Στέλιος Μαρίνης, oldmath@otenet.gr

Συνταγές ιδιωτικοποίησης

Συνταγές ιδιωτικοποίησης

Οι πρόσφατες παρεμβάσεις των διεθνών οργανισμών στην Εκπαίδευση

 

Του Χρήστου Κάτσικα

 

 

Στην τελευταία του έκθεση για την ελληνική οικονομία (Ιούλιος 2009), ο ΟΟΣΑ προετοιμάζει το έδαφος για την επιβολή μέτρων η υλοποίηση των οποίων θα δημιουργήσει ένα εφιαλτικό μέλλον για την Εκπαίδευση, τους εκπαιδευτικούς και τους σπουδαστές στη χώρα μας.

Για την παιδεία, ο ΟΟΣΑ εισηγείται τη λειτουργία ιδιωτικών πανεπιστημίων και την επιβολή διδάκτρων για τη φοίτηση στις προπτυχιακές σπουδές των κρατικών πανεπιστημίων (στις μεταπτυχιακές το θεωρεί αυτονόητο), την αξιολόγηση των πανεπιστημίων και τη σύνδεση της χρηματοδότησής τους με τα αποτελέσματα της αξιολόγησης, την «αυτονομία» των ΑΕΙ σε θέματα πρόσληψης προσωπικού και επιλογής φοιτητών, την αξιολόγηση των εκπαιδευτικών και των σχολείων με βάση τις επιδόσεις των μαθητών.

Την ίδια περίοδο η ετήσια έκδοση «Αριθμοίκλειδιά της εκπαίδευσης στην Ευρώπη- 2009», που εξέδωσε το δίκτυο Εurydice, επιχειρεί να επιβάλει τη γραμμή των Βρυξελλών για την Εκπαίδευση, έτσι ώστε η κάθε χώρα να προσαρμοστεί κάνοντας τις απαραίτητες αλλαγές. Παρ΄ όλη την υπερκατανάλωση εύηχων λέξεων και επιδέξιων λόγων για να θολώσουν τις πραγματικές τους στοχεύσεις, η κατεύθυνση των Βρυξελλών είναι φανερή. Στοχεύουν στο βάθεμα του ιδιωτικοποιημένου, πειθαρχημένου, ευέλικτου και αποδοτικού στα κυρίαρχα συμφέροντα σχολείου που θα παράγει εργατικό δυναμικό φθηνό, χωρίς δικαιώματα, αλλά καταρτισμένο με εκείνες τις χρηστικές δεξιότητες που απαιτεί το κεφάλαιο για αύξηση της κερδοφορίας του. Έτσι, στην ετήσια έκδοση «Αριθμοί-κλειδιά της εκπαίδευσης στην Ευρώπη- 2009», ουσιαστικά και τυπικά καταγράφεται ο βαθμός προσαρμογής των κρατών – μελών στα παρακάτω μέτρα-στόχους που έχει εδώ και χρόνια θέσει η Ε.Ε.: αυξημένη αυτονομία των σχολών σε συνδυασμό με αύξηση της εξωτερικής αξιολόγησης, δίδακτρα (οι σπουδαστές καλούνται να συμβάλουν στη χρηματοδότηση του κόστους των σπουδών τους όπως ήδη γίνεται σε 16 χώρες), δημιουργία μηχανισμών χρηματοδότησης από διαφοροποιημένες πηγές, αυστηρότερες διαδικασίες επιλογής για την εισαγωγή στα πανεπιστήμια και περιορισμός του αριθμού των εισακτέων, διαφοροποίηση των εκπαιδευτικών προγραμμάτων, του περιεχομένου της γνώσης που λαμβάνουν οι μαθητές και αποκέντρωση της Εκπαίδευσης, γενίκευση και αύξηση των τροφείων στην προσχολική αγωγή, σπάσιμο των σπουδών των ανώτατων σχολών.

Αν όμως οι παραπάνω συνταγές του ΟΟΣΑ και της Ε.Ε. στοχεύουν στις «δομές και τις υποδομές» του εκπαιδευτικού συστήματος, ο γνωστός διεθνής διαγωνισμός ΡΙSΑ στοχεύει στο «περιεχόμενο» της εκπαίδευσης. Χέρι χέρι ο διεθνής διαγωνισμός ΡΙSΑ επιχειρεί με όχημα τα πορίσματά του (μέσα από τον έλεγχο των αναγνωστικών, μαθηματικών και φυσικών ικανοτήτων των μαθητών) να προσανατολίσει τη σχολική εκπαίδευση σε μια συγκεκριμένη κατεύθυνση. Στην πράξη, οι στόχοι του προωθούν αντί της γνώσης τη δεξιότητα. Για να πάει καλά μια χώρα στον διαγωνισμό, πρέπει οι μαθητές της να έχουν αντιμετωπίσει τη Γλώσσα σχεδόν αποκλειστικά ως εργαλείο επικοινωνίας, να έχουν διδαχτεί από τα Μαθηματικά κυρίως μεθόδους επίλυσης πρακτικών προβλημάτων, ενώ στις Φυσικές Επιστήμες να μην έχουν εμβαθύνει στο γιατί αλλά στο πώς. Έτσι, το εκπαιδευτικό σύστημα θα πρέπει, προσαρμοζόμενο στους στόχους του προγράμματος, να «προπονεί» τους μαθητές σε τέτοιου είδους θέματα αντί να τους διδάσκει, να τους καταρτίζει αντί να τους εκπαιδεύει.


Είναι φανερό ότι ο κυρίαρχος σχεδιασμός της νεοφιλελεύθερης αναδιάρθρωσης στοχεύει ευθέως στη διατύπωση νέας πρότασης για το μοντέλο του σχολείου και του μαθητή/εκπαιδευτικού. Το σχολείο των «εκπαιδεύσιμων» στην κοινωνία των «απασχολήσιμων» είναι αδύνατο να λειτουργήσει, αν δεν μεταλλαχθούν τα «υποκείμενά» του. Από τη μια το φθηνό, ιδιωτικοποιημένο και «αποδοτικό» σχολείο χρειάζεται υποταγμένους και άβουλους εκπαιδευτικούς, χειραγωγημένους, με σχέσεις εργασίας τις οποίες καθορίζει η ανασφάλεια, οι εξετάσεις και το ρουσφέτι. Από την άλλη, η κυρίαρχη μορφωτική προτεραιότητα της νεοφιλελεύθερης αναδιάρθρωσης για τη διαμόρφωση- αξιοποίηση των εργαζομένων στηρίζεται σε ένα είδος γενικής μόρφωσης, το οποίο δεν καλλιεργεί και δεν αναπτύσσει την συνθετική- αναλυτική σκέψη, δεν δίνει τις βάσεις για την ερμηνεία της κοινωνίας και του κόσμου.

Το ζητούμενο για τη μορφωτική αντίληψη της νεοφιλελεύθερης αναδιάρθρωσης δεν είναι η σύνθεση των γνώσεων, η κατανόηση της κοινωνίας και του κόσμου, πολύ περισσότερο δεν είναι η ανάπτυξη δυνατοτήτων για την αλλαγή της κοινωνίας. Το εκπαιδευτικό σύστημα, στο πλαίσιο αυτό, ενδιαφέρεται να δώσει στον κάθε μαθητή όχι παιδεία, αλλά «θραύσματα γνώσης», ένα «κουτί πρώτων βοηθειών», «βασικές δεξιότητες» με τις οποίες θα μπορεί να πλοηγηθεί στην αγορά εργασίας. Όμως, η εκπαίδευση των δεξιοτήτων και ο κατακερματισμός της γνώσης παίζει και έναν σημαντικό ιδεολογικό ρόλο. Ο εργαζόμενος, εκτός από δεξιότητες που πρέπει να έχει, πρέπει να είναι και πειθήνιος σε ό,τι υπαγορεύει η εργοδοσία και η κυρίαρχη ιδεολογία.

 

Πηγή: http://www.tanea.gr/default.asp?pid=2&ct=1&artid=4532871

Οι Υπολογιστές στην εκπαίδευση: Μύθοι και …

Οι Υπολογιστές στην εκπαίδευση: Μύθοι και πραγματικότητες

 

του Ευτύχη Παπαδοπετράκη*

 

«Το να δει το παιδί και να πάρει πληθώρα πληροφοριών και εικόνων, αυτό δε συνιστά σοφία, παρότι ο σοφός ξέρει πολλά. Και ο ρόλος του σχολείου δεν είναι να διδάξουμε τα παιδιά μια ολόκληρη επιστήμη αλλά προέχει να τα βοηθήσουμε να μάθουν να σκέφτονται, να μάθουν να μαθαίνουν. Στο βαθμό που αυτό δεν επιτυγχάνεται, η πληθώρα των μη οργανικών εν τέλει γνώσεων είναι άχρηστη.»

 

Το όνειρο του Δρ Έβανς

Ο Δρ Έβανς, ψυχολόγος και επιστήμονας της πληροφορικής, γοητευμένος από την επιστημονικοτεχνική επανάσταση και ιδιαίτερα από τις προοπτικές που άνοιγαν για την ανθρωπότητα οι δυνατότητες των Η/Υ, πρόβλεπε, στα τέλη της δεκαετίας του ‘70, «εργάσιμη εβδομάδα είκοσι ωρών και σύνταξη στα πενήντα», πριν φτάσει το 2000.

Τη θέση αυτή, 30 χρόνια μετά, ούτε η πιο αριστερή πτέρυγα του εργατικού κινήματος έχει τολμήσει να προτείνει ως στόχο πάλης στο εργατικό κίνημα, το οποίο παλεύει για να μη χάσει τα κεκτημένα της δεκαετίας του ‘70.

Ένα χρόνο μετά το 2000, η εργάσιμη εβδομάδα δεν έχει ουσιαστικά ανώτερο όριο ωρών εργασίας -η εργοδοσία δεν δίνει ούτε το 35ωρο!- και από τον εργαζόμενο, ακόμη και σε βαριά και ανθυγιεινά και ανεξαρτήτως φύλου, ζητείται δουλειά μέχρι τα 65 (!), ενώ η σύνταξη τείνει προς εξαφάνιση.

Μήπως ο Δρ Εβανς ήταν ένας έξαλλος ουτοπικός οραματιστής; Μάλλον όχι. Ως βαθύς γνώστης στον τομέα του, δεν είχε εκτιμήσει και υπολογίσει λάθος τις δυνατότητες των νέων τεχνολογιών. Τότε;

Υπάρχουν δύο κύριες ερμηνείες. Ή ο Δρ Εβανς είχε στο βάθος του μυαλού του την ανομολόγητη (!) άποψη ότι μέχρι το 2000, ο καπιταλισμός θα έχει ανατραπεί από την εργατική τάξη, η οποία απελευθερώνοντας την κοινωνία στο σύνολό της, αφού δεν είναι τάξη μόνο για τον εαυτό της όπως έλεγε και ο γέρο Μαρξ, θα θέσει στην υπηρεσία όλης της κοινωνίας την επιστήμη και την τεχνολογία στο σύνολό τους. Ή σκεφτόταν αταξικά, εξωκοινωνικά. Δεν διέκρινε δηλαδή ότι στον καπιταλισμό η κυρίαρχη τάξη, ως μοναδικός κάτοχος των μέσων παραγωγής, οικειοποιείται προς όφελός της, και με μοναδικό γνώμονα τη μεγιστοποίηση της κερδοφορίας των κεφαλαίων της, κάθε επιστημονική ανακάλυψη.

  Σε σχέση με τους υπολογιστές στο χώρο της παιδείας ο Δρ Εβανς διαπίστωνε στα τέλη του ‘70 ότι: «Μια από τις μεγαλύτερες, παρθένες ακόμη, αγορές στον κόσμο είναι ο χώρος της παιδείας»,«Οι πρώτες εταιρείες που θα ρίξουν στην αγορά διδακτικούς κομπιούτερ τσέπης θα πραγματοποιήσουν τεράστια κέρδη και, όσο κι αν ακουστούν από 'δώ κι από κει τα ανήσυχα μουρμουρητά του κράτους και των εκπαιδευτικών για τους πιθανούς κινδύνους, ο χρυσοφόρος χείμαρρος θα παραμερίσει κάθε μορφή διαμαρτυρίας». για να συμπληρώσει με νόημα ότι

Ωστόσο τέτοιοι υπολογιστές τσέπης δεν εμφανίστηκαν ακόμη μαζικά. Αντίθετα ο χώρος νεολαίας, και από τις πιο μικρές και τρυφερές ηλικίες, έχει πράγματι κατακλυστεί από υπολογιστές τσέπης για παιδικά παιγνίδια απερίγραπτης, κατά κανόνα, βαρβαρότητας και άθλιας αισθητικής. Οι κίνδυνοι για την πνευματική και σωματική υγεία των παιδιών δεν είναι «πιθανοί» αλλά πραγματικοί και ιατρικά διαπιστωμένοι: από ακραίες μορφές αντικοινωνικής συμπεριφοράς, μέχρι εξάρτηση και επιληπτικές κρίσεις. Όμως ο χρυσοφόρος χείμαρρος, με την αρωγή των κυβερνήσεων, παραμερίζει κάθε μορφή διαμαρτυρίας των ανθρώπων της παιδείας και διάφορων κοινωνικών φορέων.

Ανακύπτει λοιπόν αβίαστα το ερώτημα:

 

Είναι δυνατόν στο ευαίσθητο χώρο της νεολαίας και της παιδείας, ο καπιταλισμός να λειτουργήσει ως μη καπιταλισμός; Να ξοδέψει δηλαδή, ή και να επιτρέψει, προνομιακά ώστε οι δυνατότητες των μηχανών αυτών να τεθούν πράγματι στην υπηρεσία του κοινωνικού συνόλου και όχι του μέγιστου κέρδους; Απολύτως όχι, μια τέτοια λογική θα ήταν αντίθετη στη φύση του, ιδιαίτερα σήμερα στην ακραία νεοφιλελεύθερη εκδοχή του.

Στο χώρο της παιδείας έχουν εισβάλει, με τεράστιες κρατικές χρηματοδοτήσεις (ουσιαστικά προς τις κατασκευάστριες εταιρίες), οι προσωπικοί υπολογιστές εφοδιασμένοι με εκπαιδευτικά λογισμικά και συνδεδεμένοι με το διαδίκτυο. Τεράστια ποσά επίσης διατίθενται για την ανάπτυξη της αγοράς εκπαιδευτικού λογισμικού, στα πλαίσια ερευνητικών προγραμμάτων στα πανεπιστήμια. Στο πλαίσιο ενός τέτοιου προγράμματος που χρηματοδοτήθηκε στη χώρα μας (από το περίφημο δεύτερο «πακέτο»), η χρηματοδότηση ήταν 8 εκατομμύρια ανά λεπτό λογισμικού!

Αλλά ας πάρουμε τα πράγματα με τη σειρά.

 

Μια ιστορία με σημασία1

 

Ο κύριος Χ, καθηγητής της Πληροφορικής σήμερα σε Ελληνικό Πανεπιστήμιο, με σπουδές στη Νέα Υόρκη, επισκέφθηκε πρόσφατα την πόλη των φοιτητικών του χρόνων και θέλησε να δει από κοντά πώς είχαν εξελιχθεί τα σχολειά στις ΗΠΑ. Επισκέφθηκε πρώτα τις φτωχογειτονιές της Ν. Υ. και έμεινε έκπληκτος: Τα σχολειά είχαν αλλάξει δομή, ήταν πιο καθαρά και παντού υπήρχαν Η/Υ με τα παιδιά του κατώτερου θεού, κατά κανόνα μαύρων και ισπανόφωνων, μπροστά στις οθόνες ν' αυτομορφώνονται (;) με μανία.

 

Επισκέφτηκε μετά τα σχολεία στις συνοικίες των πλουσίων και έμεινε δύο φορές έκπληκτος: Τα σχολεία είχαν παραμείνει κλασικά, οι αίθουσες με το μαυροπίνακα, με τους χάρτες και τις εικόνες στους τοίχους, τα τμήματα ολιγάριθμα, τα εργαστήρια, οι βιβλιοθήκες, τα γυμναστήρια πλουσιοπάροχα, κλπ.

 

Ο υπολογιστής είναι φιλικός, έξυπνος, ομιλητικός…

 

Αναμφίβολα ο Η/Υ είναι μια μηχανή. Τι είδους όμως μηχανή είναι;

Όταν ο άγριος ακόμα πρόγονός μας έφτασε με ένα ραβδί το φρούτο που δεν έφτανε με το χέρι του, πραγματοποίησε μια καταπληκτική εφεύρεση: επιμήκυνε το χέρι του. Τη γνώση αυτή τη δίδαξε με το παράδειγμα (ο προφορικά αρθρωμένος λόγος άργησε να εμφανιστεί) στις επόμενες γενιές. Όταν το ραβδί χρησιμοποιήθηκε ως μοχλός, πολλαπλασίασε αφάνταστα τη μυϊκή του δύναμη. Εκατομμύρια χρόνια μετά όταν ο Αρχιμήδης ανακάλυψε το φυσικό νόμο που διέπει το φαινόμενο αυτό, αναφώνησε (σε πείσμα αντιλήψεων του Αριστοτέλη για την κινούσα δύναμη) πως θα μπορούσε να κινήσει και τη γη. Είναι η πρώτη φορά που ο άνθρωπος συνειδητοποιεί με τόση σαφήνεια τις τεράστιες δυνατότητες που του δίνει η απλή και μόνο γνώση των νόμων της φύσης. Η συντριπτική πλειοψηφία των μηχανών, που από τότε σκάρωσε ο άνθρωπος, ακολουθούν τη γραμμή αυτή της επέκτασης την μυϊκών και αισθητηριακών (μικροσκόπια, τηλεσκόπια) δυνατοτήτων του ανθρώπινου σώματος, μέχρι ολικής αντικατάστασής του.

Η άλλη κατηγορία μηχανών, αυτές που χειρίζονται γενικά πληροφορίες, άργησαν να έλθουν στο προσκήνιο της ιστορίας. Εμφανίστηκαν την κλασική αρχαιότητα ως αυτόματοι μετρητές αποστάσεων (οδόμετρα), ή και επεξεργαστές πληροφοριών με σταθερό αλγόριθμο, ενσωματωμένο σε πολύπλοκα συστήματα γραναζιών, όπως ο ημερολογιακός υπολογιστής των Αντικυθήρων. Εδώ για πρώτη φορά εμφανίζεται τμήμα εισόδου δεδομένων, τμήμα επεξεργασίας και τμήμα εξόδου. Οι αριθμομηχανές, τύπου Pascal, ή και πιο εξελιγμένες, κινούνται στην ίδια λογική. Το γενικό χαρακτηριστικό στις μηχανές αυτές είναι ότι η κίνηση πραγματοποιείται στο μακρόκοσμο, είναι ορατή, και καταναλώνουν μηχανική ενέργεια. Οι μηχανές αυτές, σ' αντίθεση με τις προηγούμενες, αναλαμβάνουν να εκτελέσουν ανθρώπινες λειτουργίες, όχι πλέον μυϊκές ή αισθητηριακές αλλά νοητικές.

Το γενικό χαρακτηριστικό στις σημερινές υπολογιστικές μηχανές είναι ότι η κίνηση πραγματοποιείται στο μικρόκοσμο, αφού κινούνται μόνο ηλεκτρόνια, είναι κατά συνέπεια αόρατη, καταναλώνουν ηλεκτρική ενέργεια, υλοποιούν απεριόριστο αριθμό από αλγόριθμους με ασύλληπτες ταχύτητες και το αποτέλεσμα στην έξοδό τους μπορεί να είναι κείμενο, εικόνα, ήχος ή και συνδυασμός όλων αυτών. Τα χαρακτηριστικά αυτά αποτελούν μια αντικειμενική βάση για την ανθρωπομορφική ορολογία που έχουν καθιερώσει οι κατασκευάστριες εταιρείες, ωστόσο η ορολογία αυτή καλύπτει, για τον πολύ κόσμο και κύρια τα παιδιά, τις μηχανές αυτές με ένα πέπλο μυστηρίου στα όρια του δέους. Και το δέος εξαφανίζει κάθε ενδιάθετο ψήγμα κριτικής θεώρησης.

Ο υπολογιστής μου είναι φιλικός! Μα η φιλία αποτελεί μια βαθιά κοινωνική αμοιβαία σχέση στη βάση της ισοτιμίας με πολύ έντονη την ψυχολογική φόρτιση, χαρακτηριστικά που δεν προσιδιάζουν σε μια μηχανή.

Ο υπολογιστής μου είναι έξυπνος! Μα η εξυπνάδα είναι δώρο της κοινωνίας στον άνθρωπο, προσιδιάζει μόνο σ' ένα κοινωνικό άτομο. «Η εξυπνάδα δεν είναι άλλο, στην πραγματικότητα, γράφει ο Ε. Ιλένκοφ, από τη διανοητική κουλτούρα της ανθρωπότητας, μετασχηματισμένη σε προσωπική «ιδιοκτησία», σε αρχή δραστηριότητας του προσώπου. Είναι ο εξατομικευμένος διανοητικός πλούτος της κοινωνίας.»

Είναι άλλο πράγμα μια έξυπνα κατασκευασμένη μηχανή – και οι Η/Υ είναι αναμφισβήτητα τέτοιοι – και άλλο μια έξυπνη μηχανή. Η ζωή είναι πάντα ασύγκριτα πιο έξυπνη από τον πιο έξυπνο προγραμματιστή, πόσο μάλλον από τη μηχανή που προγραμματίζει. Ναι, αλλά ο Η/Υ νίκησε τον πρωταθλητή του κόσμου στο σκάκι! Πράγματι, μόνο που ο πρωταθλητής δεν έπαιξε με τη συγκεκριμένη μηχανή αλλά με όλους τους μέχρι τότε πρωταθλητές κόσμου, συμπεριλαμβανομένου και του εαυτού του, αφού με αυτά τα δεδομένα είχε προγραμματιστεί.

Ο κατάλογος είναι μακρύς για να εξαντληθεί στο πλαίσιο ενός μικρού άρθρου, αλλά πρέπει να πούμε ακόμη για την εξομοίωση (ή και προσομοίωση) της πραγματικότητας και την εικονική πραγματικότητα ότι και εδώ η ορολογία εύκολα παραπλανεί. Δεν πρόκειται για την πραγματικότητα αλλά για αυτό που νομίζει (ή θέλει να νομίζει, ή ενδεχομένως να θέλει να περάσει) ότι είναι η πραγματικότητα, αυτός που έφτιαξε το αντίστοιχο πρόγραμμα. Ή, στην καλύτερη περίπτωση, αυτό που πιστεύει η επιστήμη τη στιγμή που φτιάχνεται το πρόγραμμα ότι είναι η πραγματικότητα. Και δεν μιλάμε βέβαια για το επίπεδο της έρευνας ή της εκπαίδευσης επιστημόνων, όπου οι δυνατότητες και η αξιοποίηση των Η/Υ είναι εκπληκτικές, ή για περιοχές της πραγματικότητας, όπου η μόνη δυνατότητα προσπέλασης είναι η εξομοίωση (π.χ. μικρόκοσμος ή μεγάκοσμος κλπ), αλλά για τη χρήση τέτοιων προγραμμάτων ή εικονικής πραγματικότητας για τη διδασκαλία, και μάλιστα εισαγωγική, βασικών επιστημονικών εννοιών στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση ή και το Γυμνάσιο. Για το Λύκειο και για ορισμένες έννοιες, όπως η έννοια του ορίου στα Μαθηματικά, ίσως υπάρχουν κάποιες δυνατότητες. Αλλά το να «διδάξεις» την έννοια του παραλληλεπιπέδου (το παράδειγμα δεν είναι ούτε φανταστικό ούτε υποθετικό) με χρήση εικονικής πραγματικότητας, με ηλεκτρόδια στα χέρια και κάσκα στο κεφάλι, σε παιδιά του δημοτικού, γιατί έτσι θα μάθουν λέει πιο γρήγορα τις ιδιότητες του παραλληλεπιπέδου, αυτό δεν είναι μόνο λάθος από γνωσιοθεωρητική άποψη είναι επικίνδυνο και για τη σωματική υγεία των παιδιών.

 

Ο ιμπεριαλισμός της εικόνας

 

Μια εικόνα αξίζει όσο χίλιες λέξεις, λέει μια παλιά Κινέζικη παροιμία. Την εποχή που διατυπώθηκε ήταν πράγματι σοφή, εικόνες προσέφερε μόνο η φύση και το καλλιτεχνικό χέρι του ζωγράφου. Σχεδόν αποκλειστικός φορέας της πληροφορίας ήταν ο λόγος, προφορικός ή γραπτός. Με την αφήγηση ο ακροατής αναπλάθει την εικόνα, την προσωπική του εικόνα, τη διαμεσολαβημένη δηλαδή από τη προσωπικότητά του και την ψυχολογική κατάσταση και φόρτιση της στιγμής. Και υπάρχει εδώ σημαντικό στοιχείο δημιουργικότητας, μια λειτουργία σημαντική της σκέψης, της οποίας η εκπαίδευση άρχιζε με της γιαγιάς τα παραμύθια από τη νηπιακή ηλικία. 

Η εφεύρεση της φωτογραφικής μηχανής, του κινηματογράφου και η εξέλιξη των δυνατοτήτων της τυπογραφίας έβαλαν για τα καλά την εικόνα όχι μόνο στην καθημερινή μας ζωή αλλά και στην εκπαίδευση. Τα τελευταία τριάντα χρόνια, με την τηλεόραση και τους προσωπικούς υπολογιστές, η εικόνα έχει αντικαταστήσει το λόγο ίσως κατά την αναλογία της Κινέζικης παροιμίας, ίσως και περισσότερο. Η παρουσία της εικόνας εκεί που ο λόγος πρέπει να έχει τον πρώτο λόγο, μπορεί να εξοικονομεί σχολικό χρόνο, όμως στερεί από το μαθητή τη γόνιμη διαδικασία της ανάπλασης από το λόγο της δικιάς του εικόνας. Έτσι, ατομικά ο κάθε μαθητής δεν αναπτύσσει τη δημιουργική του φαντασία, και το σύνολο φτωχαίνει σε συλλογική φαντασία, επέρχεται δηλαδή ένα είδος ομογενοποίησης, αφού όλοι την ίδια εικόνα θα έχουν στο μυαλό τους.

Σε ότι αφορά δε τις θετικές επιστήμες, μια εικόνα μπορεί να αξίζει όσο χίλιες λέξεις, αλλά χίλιες λέξεις που δεν περιέχουν κανένα στοιχείο συλλογισμού! Όμως ο συλλογισμός, ο λογικός δηλαδή συμπερασμός, αποτελεί αναπόσπαστο οργανικό στοιχείο των επιστημονικών γνώσεων, είτε πρόκειται για προεπιστημονικές εμπειρικές στο Δημοτικό και το Γυμνάσιο είτε πρόκειται για γνώσεις οργανωμένες σε αξιωματικό σύστημα, ανεξάρτητα από το βαθμό της αυστηρότητας του συστήματος αυτού, στο Λύκειο. Το να δει το παιδί και να πάρει πληθώρα πληροφοριών και εικόνων, αυτό δε συνιστά σοφία, αν και ο σοφός πρέπει να ξέρει πολλά. Και ο ρόλος του σχολείου δεν είναι να διδάξουμε τα παιδιά μια ολόκληρη επιστήμη αλλά προέχει να τα βοηθήσουμε να μάθουν να σκέφτονται, να μάθουν να μαθαίνουν. Στο βαθμό που αυτό δεν επιτυγχάνεται, η πληθώρα των μη οργανικών εν τέλει γνώσεων είναι άχρηστη. 

Η χρυσή τελικά αναλογία εικόνας-λόγου δεν είναι δεδομένη και ο μόνος που μπορεί να έχει την πιο ολοκληρωμένη εκτίμηση γι' αυτήν είναι ο ζωντανός δάσκαλος, στα χέρια του οποίου ο Η/Υ μπορεί να είναι ένα πολύ σημαντικό εργαλείο.

 

Μπορεί ο υπολογιστής να αντικαταστήσει το Δάσκαλο;

 

Ας συζητήσουμε το θέμα για τις τρυφερές ηλικίες του Δημοτικού και του Γυμνάσιου. Εδώ έχουμε να κάνουμε με παιδιά. Τί είναι όμως το παιδί;

Όπως πολύ εύστοχα παρατηρεί ο Vygotsky, το παιδί δεν μπορεί να κατανοηθεί ως μικρογραφία του ενήλικου ούτε η διάνοιά του αποτελεί σμίκρυνση της διάνοιας του ενήλικου. Το δρόμο της εξέλιξής του μπορούμε να τον κατανοήσουμε μόνο αν τον σκεφτούμε στους κοινωνικούς του όρους. Και ο δρόμος της εξέλιξης αυτής δεν είναι αυτός της σταδιακής κοινωνικοποίησης που μεταβιβάζεται στο παιδί απ' έξω, αλλά η σταδιακή εξατομίκευση, που γεννιέται στη βάση της κοινωνικής του υπόστασης. Το παιδί θα πάρει, θα οικειοποιηθεί, από το σύνολο της διανοητικής κουλτούρας της κοινωνίας των μεγάλων, ό,τι εξατομικεύσει ως οργανικό μεν μέλος της, αλλά διατηρώντας ακέραια όλα τα στοιχεία της αυτοτέλειάς του. Η εξατομίκευση δε αυτή πραγματοποιείται μέσα στα πλαίσια της ζωντανής βιωματικής αλληλεπίδρασης του παιδιού με το φυσικό και κοινωνικό περιβάλλον στην ολότητά τους. Στο πλαίσιο της σχολικής πραγματικότητας δεσπόζουσα είναι η αλληλεπίδραση δασκάλου-μαθητή, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν υπάρχουν άλλες. Και ο δάσκαλος σ' αυτό το δίπολο δεν αντικαθίσταται. Η αλληλεπίδραση μηχανής-μαθητή, που πολλοί ισχυρίζονται ότι με κατάλληλα δομημένα προγράμματα επιτυγχάνουν, είναι άλλος ένας μύθος: Ο μαθητής δεν αλληλεπιδρά φυσικά με τη μηχανή αλλά μέσω της μηχανής με τη σκέψη του προγραμματιστή, σκέψη όμως αποστεωμένη και κλεισμένη σε κουτάκια, όσες εναλλακτικές δυνατότητες κι αν έχει προβλέψει. Αλήθεια, αν το παιδί έχει φάει στυφά δαμάσκηνα, είναι άκεφο και συμπεριφέρεται αλλόκοτα, πώς θα το «καταλάβει» ο υπολογιστής, για να αναπροσαρμόσει τη «συμπεριφορά» του; Τέτοιες «αλληλεπιδράσεις» μόνο στην τυποποίηση της σκέψης και του παιδιού, στον ακρωτηριασμό δηλαδή της ευφυίας του, μπορούν να οδηγήσουν. Μόνο εκεί μπορεί να οδηγήσει η έστω και μερική αντικατάσταση του δασκάλου.

 

Τελικά όλα μύθος;

 

Φυσικά και όχι. Οι υπολογιστές και οι δυνατότητες που ανοίγουν (πολυμέσα, διαδίκτυο-επικοινωνία, πρόσβαση και χειρισμός τεράστιου όγκου πληροφοριών, κ.τ.λ.) στο δάσκαλο είναι κάτι το απόλυτα πραγματικό. Σε ό,τι αφορά δε το μαθητή υπάρχει κατά τη γνώμη μας μια προϋπόθεση, ένα κρίσιμο σημείο, μετά το οποίο ο υπολογιστής μπορεί να αποτελέσει ένα σημαντικό εργαλείο για τη εξατομίκευση της διανοητικής κουλτούρας της εποχής του. Και η προϋπόθεση αυτή δεν είναι άλλη από την κατάκτηση ενός ολοκληρωμένου και αυτόνομου τρόπου σκέψης και ότι το παιδί έχει μάθει να μαθαίνει.

 

Βασική θεωρητική βιβλιογραφία προετοιμασίας για μια κριτική θεώρηση των νέων τεχνολογιών στην εκπαίδευση:

 

1.    Schaff, A.:1973, Language and Cognition, McGraw-Hill, N, Y, (Μετάφραση Αλάτση) εκδ. Κ, I Ζαχαρόπουλος, Αθήνα .

2.    Vygotski, L.:1934, Σκέψη και Γλώσσα, (μετάφραση, Α. Ρόδη), εκδ.Γνώση, Αθήνα 1988.

3.    Εβαλντ Ιλένκοφ: Τεχνοκρατία και ανθρώπινα ιδεώδη στο σοσιαλισμό, εκδ. Οδυσσέας

4.    Christopher Evans: Η επανάσταση των κομπιούτερ, εκδ. Γαλαίος

5.    V. Pekelis: Melanges cybernetiques, editions de Moscou

 

1 Ο κύριος Χ διηγήθηκε την παραπάνω ιστορία σε σχετική ημερίδα του Συλλόγου ΔΕΠ του Παν/μίου Πατρών, την άνοιξη του 2000.

 

Σημείωση: Το άρθρο είναι δημοσιευμένο στο http://www.edupame.gr/ (ΠΑΜΕ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΩΝ)

 

* Ο Ευτύχης Παπαδοπετράκης είναι λέκτορας του Μαθηματικού Τμήματος του Πανεπιστημίου Πατρών. Έχει διδακτορικό τίτλο στην Ιστορία των Μαθηματικών και μάστερ στη Διδακτική τους. 

 

Η βόμβα για τα κολέγια…

 

Η βόμβα για τα κολέγια…

 

Του  Γιώργου Κ. Καββαδία*

 

Η σημαντική αποκάλυψη από το «Εθνος της Κυριακής» του περιεχομένου του Προεδρικού Διατάγματος που προωθεί η κυβέρνηση για την αναγνώριση των πτυχίων που χορηγούν κολέγια και Κέντρα Ελευθέρων Σπουδών που συνεργάζονται με ξένα ιδιωτικά πανεπιστήμια δεν ήταν κεραυνός εν αιθρία. Μόνο που οι ρυθμίσεις που προωθεί η κυβέρνηση είναι ακόμα πιο ευνοϊκές για τους ιδιοκτήτες από αυτές που είχαν παγώσει για έναν και πλέον χρόνο, μετά τις αντιστάσεις της εκπαιδευτικής κοινότητας.

Πρόκειται για ρυθμίσεις που αμφισβητούν το Ελληνικό Σύνταγμα και εναρμονίζονται με την απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου, στην οποία επισημαίνεται ότι «το άρθρο 16 του Ελληνικού Συντάγματος δεν μπορεί να τύχει εφαρμογής προκειμένου περί σπουδών παρεχομένων βάσει συμφωνιών δικαιοχρήσεως, εφόσον αυτές δεν εντάσσονται στο ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα». Ετσι αφαιρείται από το ελληνικό κράτος το δικαίωμα ελέγχου στο πρόγραμμα σπουδών των κολεγίων που αποτελούν παραρτήματα ευρωπαϊκών πανεπιστημίων. Αρκούν 300 τετραγωνικά ως ελάχιστος χώρος για τη στέγαση κάθε κολεγίου!

Ανοίγουν τον ασκό του Αιόλου για την εκ των πραγμάτων ακαδημαϊκή ισοτίμηση των πτυχίων και των διπλωμάτων, για διεκδίκηση των ίδιων θέσεων στην αγορά εργασίας από πτυχιούχους του δημοσίου πανεπιστημίου και διπλωματούχους κολεγίων 3ετούς φοίτησης αμφιβόλου ποιότητος. Στην πράξη υποβαθμίζονται τα εργασιακά δικαιώματα, οι απολαβές, τα κεκτημένα των πτυχιούχων των ελληνικών πανεπιστημίων. Κοντολογίς, φαινομενικά αναβαθμίζονται τα ιδιωτικά κολέγια, ουσιαστικά υποβαθμίζονται τα δημόσια πανεπιστήμια.

Η σχεδιαζόμενη αναβάθμιση των ιδιωτικών εκπαιδευτικών ιδρυμάτων έρχεται να καλύψει την αποτυχία της κυβέρνησης να αναθεωρήσει το Σύνταγμα και το άρθρο 16. Επιδιώκει να θεσμοθετήσει πραξικοπηματικά και παραβιάζοντας το Σύνταγμα τη λειτουργία ιδιωτικών πανεπιστημίων στην Ελλάδα. Αποτελεί τον «δούρειο ίππο» για την κατάργηση του άρθρου 16 του Συντάγματος και την πλήρη ιδιωτικοποίηση της εκπαίδευσης.

Η νεοφιλελεύθερη στρατηγική στο πλαίσιο της ΕΕ όπως αποτυπώθηκε στη Διακήρυξη της Μπολόνια (Ιούνιος 1999) και στο Ανακοινωθέν των Υπουργών της Ευρωπαϊκής Συνόδου Κορυφής στην Πράγα (Μάιος 2001) επιδιώκει έναν τριπλό στόχο: την υποταγή της εκπαίδευσης στους νόμους της αγοράς, την απορρύθμιση των εργασιακών σχέσεων με βάση το μοντέλο της ελαστικής εργασίας και την κατάργηση κάθε κεκτημένου εργασιακού δικαιώματος που αφορά τον χρόνο και τις συνθήκες εργασίας, την αμοιβή-μισθό, τη σύνταξη και ασφάλιση, την προστασία από την ανεργία κ.ά.

Όσον αφορά τους διαπρύσιους κήρυκες της ίδρυσης μη κρατικών και μη κερδοσκοπικών πανεπιστημίων, χρειάζεται να τονίσουμε ότι πρώτα απ' όλα τα μόνα ιδιωτικά πανεπιστήμια που μπορούν να ιδρυθούν στην Ελλάδα είναι τα γνωστά χαμηλής στάθμης παραρτήματα ξένων πανεπιστημίων. Πρόκειται για τα λεγόμενα ΚΕΣ, «κολέγια», και άλλα που κάθε χρόνο «αλιεύουν» «πελάτες» από τις στρατιές των «αποτυχημένων» στις πανελλήνιες εξετάσεις που έχει δημιουργήσει η κυβερνητική πολιτική με τη «βάση του 10». Επίσης, τα «μη κρατικά – μη κερδοσκοπικά πανεπιστήμια» είναι φθηνά σε υποδομές. Ιδιωτικά πανεπιστήμια με ακριβά δίδακτρα. Παρέχουν σπουδές ταχύρρυθμες, φθηνές και τυποποιημένες.

Γι' αυτό είναι αναγκαία η ανάπτυξη ενός ευρύτατου μορφωτικού – πολιτιστικού κινήματος που να εναντιώνεται στην εκπαίδευση της αγοράς και των επιχειρήσεων, μιας εκπαίδευσης που προκρίνει στη θέση της μόρφωσης και της ολοκληρωμένης γνώσης την εκμάθηση δεξιοτήτων, τη συσσώρευση πληροφοριών και ασπόνδυλες γνώσεις. Ένα κίνημα που θα υπερασπίζεται τη γνώση ως κοινωνικό αγαθό και δικαίωμα όλων.

 

* Ο Γιώργος Κ. Καββαδίας είναι φιλόλογος, ερευνητής εκπαιδευτικής πολιτικής και συγγραφέας.

 

Σημείωση: Οι υπογραμμίσεις έγιναν από τον admin