Μια ανάγνωση “Ο Ντοστογιέφσκυ και η Ηθική”

Μια ανάγνωση “Ο Ντοστογιέφσκυ και η Ηθική”

Του Σωτήρη Γουνελά

Υπάρχει, ωστόσο και ένα άλλο μελέτημα του μητρ. Ιωάννη και μάλιστα πρόσφατο, που μου δίνει την ευκαιρία να διατυπώσω μερικές ακόμη κρίσεις σχετικά με το ζήτημα της Ηθικής. Πρόκειται για το κείμενο με θέμα του ‘Ο Ντοστογιέφσκυ και η Ηθική’ (νέα Ευθύνη τ.3, Ιαν-Φεβρ. 2011, σ. 1-9). Μελετώντας λοιπόν τον Ντ. ο μητρ. Περγάμου φτάνει να πει ότι: «Για τον Ντ. το πρόβλημα δεν είναι ηθικό, αλλά βαθύτατα υπαρξιακό» και τούτο γιατί, λέει πιο κάτω «Ο άνθρωπος, ο κάθε άνθρωπος, είναι ένα μείγμα πανουργίας και απλότητας, αγνότητας και φιληδονίας, καλοσύνης και κακότητας».

Η διατύπωση αυτή ύστερα από αιώνες Ηθικής και ηθικισμού, φαντάζει τουλάχιστον απόλυτη ή μοιάζει να καταργεί τα ως τώρα στερεότυπα, τα οποία, πρέπει να το πούμε, διασχίζουν τον πλανήτη. Δεν αφορούν μονάχα το δυτικό πολιτισμό ή την περίοδο ανάπτυξης του λεγόμενου ουμανισμού, αλλά και τα ‘καθ’ ημάς’. Λίγο πολύ όλοι ζούμε μέσα από τα σχήματα καλού-κακού, όχι ίσως μέσα από φιλοσοφικές κατηγορίες και επεξεργασίες, όσο μέσα από μια καθημερινή κοινωνική ή άλλη πρακτική, μέριμνα και συμπεριφορά. Γιατί στο επίπεδο των γενικών ανθρώπινων σχέσεων δεν ξέρω πολλούς να τοποθετούνται  υ π α ρ ξ ι α κ ά , θεωρώντας, όταν λόγου χάρη συναντούν για πρώτη φορά κάποιον,  ή όταν προτιμούν να ψωνίζουν από το τάδε μαγαζί και όχι το δείνα, ή ακόμη όταν εμπιστεύονται το άλφα πρόσωπο και όχι το βήτα, ότι δεν τους ενδιαφέρει η διάκριση καλού και κακού.

Σκέφτομαι ότι τα όσα εκπέμπονται από το έργο του Ντοστογιέφσκυ αφορούν μια βαθύτερη αντίληψη για τη ζωή, τον εαυτό, τον Άλλο κλπ., που δεν υφίσταται χωρίς τη βασική πίστη του Ντ. στην Αγάπη. Η Αγάπη δεν είναι ηθική αξία, είναι Νόημα Ζωής. Από τη στιγμή που ο Ντ. είναι βαθύτατα πιστός, από τη στιγμή που καθώς λέει ο Περγάμου «κινείται στο πνεύμα του Ευαγγελίου αλλά και των νηπτικών πατέρων («δος μοι, Κύριε,το οράν τα εμού πταίσματα και μη κατακρίνειν τον αδελφόν μου»-ευχή αγίου Εφραίμ)», δεν είναι δυνατόν να στοχεύει, να επικροτεί ή να ενδιαφέρεται για «την κατάκριση των άλλων ανθρώπων» και να στηλιτεύει τις αμαρτίες τους, αντί να φροντίζει για τις δικές του. Όμως, το ερώτημα που τίθεται είναι τι γίνεται όταν δεν έχω την Πίστη του Ντ., την προσήλωση του στην Ελευθερία,  αυτή την θεία επιταγή που συνιστά «εικόνα του Θεού στον άνθρωπο», όπως βεβαιώνει ο μητρ. Ιωάννης. Τι γίνεται όταν στερούμαι όλων αυτών, όπως σταδιακά έγινε μέσα από τις δυτικοευρωπαϊκές θεολογίες, φιλοσοφίες και επιστήμες, που κατάντησαν τον άνθρωπο  ένα είδος ζώου ενεργούντος ανάμεσα στο ένστικτο της αυτοσυντήρησης και εκείνο της αναπαραγωγής, προτού φτάσουμε στη σημερινή έννοια της ‘παραγωγικής μονάδας’, ένα δηλαδή εντελώς οικονομικό μέγεθος;

Εάν σε τέτοιες περιπτώσεις  δεν υπάρχει ούτε διάκριση καλού-κακού, τότε ούτε κοινωνία υπάρχει, ούτε ανθρώπινες σχέσεις, παρά ένας φανερός ή αφανέρωτος ανταγωνισμός ανάμεσα σε άτομα, έθνη, λαούς, κοινωνίες, κράτη, περίπου δηλαδή ό,τι συμβαίνει σήμερα στον κόσμο. Θέλω να πω, παραπέμποντας ταυτόχρονα στο θαυμάσιο αυτό μελέτημα του μητρ. Ιωάννη για τον Ντοστογιέφσκυ, ότι το ζήτημα που ανέφερα στην αρχή με τη φράση «για τον Ντ. το πρόβλημα δεν είναι ηθικό, είναι βαθύτατα υπαρξιακό», δεν ισχύει χωρίς αναφορά στις ΠΡΟΥΠΟΘΕΣΕΙΣ του Ντοστογιέφσκυ, ανάμεσα στις οποίες βρίσκονται όλα όσα εντοπίζει ο μητρ. Περγάμου: η σημασία της μετάνοιας και της αγάπης, ο Σταυρός, το γεγονός ότι ο Άλλος «δεν είναι απλώς μια υπόσταση, ένα ον. Είναι μια ύπαρξη που υποφέρει» (σ. 4). Από αυτό το τελευταίο απορρέει και η πίστη του σε μια ‘μεταφυσική της οδύνης», που, καθώς πολύ σωστά γράφει ο συγγραφέας του μελετήματος, δεν αποτελεί αυτοσκοπό, δεν συνιστά το τέρμα και το νόημα της ύπαρξης στον Ντ., αλλά στοχεύει στην υ π έ ρ β α σ ή  της. Να περάσουμε δηλαδή από τον πόνο στο ξεπέρασμά του, από τη οδύνη στη χαρά της Ανάστασης. Ο μητρ. Ιωάννης μάλιστα συνδέει με αυτό και τη Θ. Ευχαριστία γράφοντας: «η Θεία Ευχαριστία είναι πρόγευση της χαράς, όχι της λύπης-ούτε καν της χαρμολύπης» (ο.π. σ. 6).

Υπάρχουν ωστόσο ερωτήματα: Εάν όλο το βάρος πέφτει, όπως λέει ο μητρ. Περγάμου στην ο ν τ ο λ ο γ ί α και όχι στην η θ ι κ ή, «αν τη λέξη ζωή την αντικαταστήσουμε με εκείνη του είναι, της ύπαρξης», και θεωρήσουμε το είναι αυτό και αυτή την ύπαρξη «ως το ύψιστο και υπέρτατο αγαθό και όχι ως μέσο για κάποιον ηθικό σκοπό», δεν υπάρχει ο κίνδυνος στο όνομα ίσα-ίσα της ζωής και της ύπαρξης να αναλωθούμε σε μια υποτυπώδη ζωή, σε μια ζωή απροσδιόριστου νοήματος και σημασίας; Ειδικά εάν η σχέση μας με τον Άλλο (και άλλο) δεν λαμβάνεται υπ’ όψιν, γιατί βεβαίως, στην περίπτωση αυτή, τίποτα δεν είναι δεδομένο και εξασφαλισμένο. Εάν αφεθώ στην ορμητικότητα που δυνατόν να με συνέχει ως άνθρωπο, κάλλιστα μπορώ να αφοσιωθώ σε μια σαρωτική πορεία έναντι των άλλων, κάθε άλλο παρά γόνιμη, δημιουργική, αγαθή και υποκινούμενη από μια σταυρική διάθεση. Γιατί, αν στη βάση της οντολογίας και όχι της ηθικής και της λογικής, που ο μητρ. Περγάμου υποστηρίζει ότι και τα δύο (ηθική και λογική) τα αντιμάχεται ο Ντοστογιέφσκυ, η διελκυστίνδα βρίσκεται ανάμεσα  στο ε ί ν α ι  και στο  μ η  ε ί ν α ι, ανάμεσα στην κατάφαση στην ύπαρξη και στην  άρνησή της (αυτοκτονία ή μηδενισμός), και αν έστω μας ενδιαφέρει μαζί με τον Ντοστογιέφσκυ το αληθινό και όχι το ηθικό: ποιός μας λέει ότι αυτό πάει μαζί με τη διαβεβαίωση «Η αλήθεια είναι ότι όλη η ύπαρξη είναι διαποτισμένη από τον πόνο»; Αυτό αφορά τον Ντοστογιέφσκυ και βεβαίως τον πιστό χριστιανό, ο οποίος ακούει μέσα του το ευαγγελικό «αράτω τον σταυρόν σου». Ακόμη περισσότερο αν ισχύει η διατύπωση «Τότε και μόνον τότε, ασκεί αληθινά την ελευθερία του» ο άνθρωπος, «όταν επιλέξει το είναι ως πόνο». «Και τότε, και μόνον τότε, η ελευθερία ταυτίζεται όχι με το μηδέν, αλλά με την αγάπη» (ο.π σ. 8).

Θέτω αυτά τα ζητήματα γιατί ο Ντοστογιέφσκυ αλλά και ο μητρ. Ιωάννης στο κείμενό του αυτό, μας ωθούν να ταυτιστούμε με το Χριστό. Αυτό υπονοεί η φράση «Η αποδοχή του Σταυρού σημαίνει ταύτιση με όλους τους πάσχοντες, ανάληψη ευθύνης για όλο τον πόνο της κτίσεως, ταύτιση μέχρι θανάτου». Αμέσως μπορεί να ρωτήσει κανείς: σε ποιά χριστιανικά περιβάλλοντα συμβαίνουν αυτά; Πού βλέπουμε μια τέτοια συνείδηση σταυρωμένου ανθρώπου που προσανατολίζεται στην Ανάσταση και που βεβαίως έχει αίσθηση νίκης καταπάνω στο θάνατο;  Και το γεγονός ότι απουσιάζουν αυτά ή σπανίζουν, οφείλεται μονάχα στην επικράτηση της ηθικής και λογικής νοοτροπίας ή έστω του ηθικισμού και της λογικοκρατίας;

Αυτό που με απασχολεί τελικά είναι η αποκλειστικότητα της θέσης Αλήθεια, Ελευθερία, Ύπαρξη, Σταυρός, ‘ταύτιση με όλους τους πάσχοντες’, ταύτιση τελικά με το θεανθρώπινο Πρόσωπο, έτσι ώστε Ηθική, Λογική και  τα επακόλουθά τους να πετιούνται έξω, να θεωρούνται υπεύθυνα για την σημερινή εξέλιξη του κόσμου, ειδικά των δυτικοευρωπαϊκών κοινωνιών, που όμως σήμερα ‘μετακενώνουν’ την κατάστασή τους παγκοσμίως. Στο επίπεδο του  λ ό γ ο υ  αυτές οι διακρίσεις και οι διευκρινήσεις είναι άκρως απαραίτητες, για να δούμε από που ξεκινήσαμε και που φτάνουμε ύστερα από είκοσι αιώνες χριστιανικής Πρότασης. Αλλά σε επίπεδο  π ρ ά ξ η ς  και μάλιστα από τη στιγμή που έχουμε θέσει το ζήτημα της Ζωής και της Υπαρξης με κέντρο την Αγάπη, καλούμαστε να  π ρ ο σ λ ά β ο υ μ ε  ΚΑΙ την Ηθική ΚΑΙ την Λογική ΚΑΙ δεν ξέρω τι άλλο και να πορευτούμε μεταμορφώνοντάς τες. Ειδικά στους καιρούς μας τους μηδενιστικούς, ασύδοτους  και αποκαλυπτικούς αυτούς καιρούς.

Η τελευταία φράση του μελετήματος του μητρ. Ιωάννη θα πρέπει να μας προβληματίσει σφόδρα: «Αλλά, ας το ομολογήσουμε με λύπη, η σύγχρονη Ορθόδοξη Εκκλησία μας και η θεολογία της δείχνουν να προτιμούν συχνά τη λογική και ηθική του Μεγάλου Ιεροεξεταστή» (σ. 9).

Φρονώ ότι τη φράση αυτή θα την προσυπέγραφε και ο Χρήστος Γιανναράς.

Σημείωση:  Ο ζωγραφικός πίνακας που πλαισιώνει τη σελίδα είναι έργο του Νικήτα Φλέσσα.

ΠΗΓΗ: Δημοσιεύθηκε 23-06-2017, Aντίφωνο.

Απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.