Εκπαιδευτική αντιμεταρρύθμιση και οι «ειδικοί»

Εκπαιδευτική αντιμεταρρύθμιση και οι «ειδικοί»

Του Γιώργου Μαυρογιώργου*

 
 
 
 
Με τo παρόν κείμενο – το δωδέκατο στη σειρά – κλείνουμε έναν κύκλο αναλύσεων που δημοσιεύσαμε στην εφημερίδα «Ο Πολίτης της Κυριακής», που τόσο φιλόξενα  μας παραχώρησε σελίδα για τη στήλη «Με τα μάτια των Μεταπτυχιακών Φοιτητών». Τα ίδια κείμενα, με ελάχιστες διαφοροποιήσεις, τα «κρεμάσαμε»  και  στο διαδίκτυο (www.alfavita.Gr). Το πλαίσιο του προβληματισμού αφορά στην Κύπρο και στην Ελλάδα, μια και είναι σαφείς οι μεταξύ τους «δάνειες» και «αντιδάνειες» ανταλλαγές.

Η δημοσιοποίηση των σεμιναρίων
 
Οι δεκαεπτά μεταπτυχιακοί/ές φοιτητές/τριες και ο διδάσκων αισθανόμαστε ιδιαίτερη ικανοποίηση με την εμπειρία να δημοσιεύουμε τις συζητήσεις  που κάναμε στις σεμιναριακές συναντήσεις, έχοντας ως θέμα τον «εκπαιδευτικό σκεπτόμενο», σε περίοδο έντονων κοινωνικών διεργασιών. Η ιδέα ήταν απλή, αλλά  αρκετά απαιτητική: οι εισηγήσεις  που γίνονταν στο πλαίσιο των σεμιναρίων προετοιμάζονταν για «εσωτερική» χρήση αλλά και για δημοσιότητα. Μας ενδιέφεραν, πρωτίστως, εκπαιδευτικοί-αναγνώστες.
Το να διδάσκεις ως επισκέπτης  σε πανεπιστήμιο, σε χρονική στιγμή  αποχώρησής σου από τη διδασκαλία, αντιμετωπίζεις την πρόκληση  να αναμετρηθείς με αυτά που δεν πρόλαβες να «δοκιμάσεις» στη διάρκεια της θητείας σου. Από αυτή την άποψη, είμαι ευγνώμων σε συναδέλφους, στο Τμήμα ΕΠΑ του Πανεπιστημίου της Κύπρου, που μου προσέφεραν τις προϋποθέσεις να συνεργαστώ με μεταπτυχιακούς  φοιτητές και φοιτήτριες και να δημοσιοποιήσουμε δείγμα αυτής της συνεργασίας. Τώρα που το σκέφτομαι, είναι σα να συνεργάστηκαν μαζί μου, στα σεμινάρια, με το συμβολισμό της «αποχώρησής» μου από  την πανεπιστημιακή διδασκαλία. Κι αυτό είναι πολύ τιμητικό.
Τα θέματά μας αναφέρονται σε ζητήματα τρέχουσας εκπαιδευτικής συγκυρίας. Στην Κύπρο, σύμφωνα με τις επίσημες δηλώσεις, βρισκόμαστε σε τροχιά  «ριζοσπαστικής προοδευτικής εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης». Υιοθετήσαμε το θεωρητικό και πολιτικοιδεολογικό πρόταγμα μιας τέτοιας μεταρρύθμισης και  συμμετείχαμε συνειδητά στο πεδίο υποστήριξής της, ώστε αυτή να σχεδιάζεται και να προωθείται χωρίς εκπτώσεις, συγχύσεις αναστολές και αντιφάσεις. Επιθεωρητής μου έκανε την επισήμανση πως «όλα αυτά  θα μπορούσατε να τα εισηγείστε εσωτερικά  στο Επιστημονικό Συμβούλιο, αντί να τα δημοσιοποιείτε στον τύπο». Θα ήταν δυνατόν, βέβαια, να γίνει κάτι τέτοιο, εάν και εφόσον υπήρχαν οι προϋποθέσεις.
Μια και τα σεμινάρια είχαν ως αντικείμενο τον «εκπαιδευτικό σκεπτόμενο», μας ενδιέφερε να αναδείξουμε τις δοκιμασίες των εκπαιδευτικών μπροστά  στις μεταρρυθμιστικές  υποσχέσεις. Γνωρίζουμε πως οι εκπαιδευτικοί, στα αλλεπάλληλα  «επεισόδια» μεταρρυθμίσεων, όταν εκτίθενται σε ασαφείς οριοθετήσεις του «νέου», έχουν πολλούς λόγους να το «βάζουν στα πόδια». Γνωρίζουμε, επίσης, ότι οι  όποιες πρόχειρες και ανεπεξέργαστες εισηγήσεις των «ειδικών»  εγκαθιστούν στο όλο εγχείρημα το μηχανισμό της αντιμεταρρύθμισης.
Είναι αρκετά δύσκολο εγχείρημα να παίρνεις δημοσίως θέσεις, πάνω σε  τρέχοντα θέματα. Η επικαιρότητα κάνει ώστε οι όποιες παρεμβάσεις να είναι  ανοιχτές σε πολλαπλές χρήσεις, στη σκόπιμη στρέβλωση ή στην εύκολη απόρριψη. Η  εγκυρότητα των αναλύσεών μας, ωστόσο, δεν εξαρτώνται από αυτές τις μορφές χρήσης. Οι απόψεις μας δοκιμάζονται, κυρίως, στις διεργασίες που σημειώνονται στην κοινωνική δυναμική που η ίδια  η υλική έκφραση της μεταρρύθμισης αναδεικνύει καθημερινά.
Ενδεχομένως, τα ζητήματα που αναδείξαμε να μην έχουν προτεραιότητα σε μια εποχή μεγάλης κοινωνικής αναταραχής  που προκαλεί η βάρβαρη επίθεση εναντίον της εργασίας, του κοινωνικού κράτους και της εκπαίδευσης. Σημειώνουμε, πάντως, τον κυνισμό της σιωπής αυτών που εμπλέκονται, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, στη διαμόρφωση της εκπαιδευτικής πολιτικής. Μόνο σε έκτακτες και ειδικές περιπτώσεις (π.χ. απόσυρση ενός βιβλίου Θρησκευτικών, το ωρολόγιο πρόγραμμα) προκαλείται σχετική συζήτηση, αν και αυτή υποχωρεί, συνήθως,  πολύ γρήγορα! Έχουμε επίγνωση ότι με τα κείμενά μας αυτά συμμετέχουμε σε μια διαδικασία που εμπλέκει διαλεκτικά την υπόθεση της συντελούμενης εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης με εκφάνσεις αντιμεταρρύθμισης.
 
Μεταρρύθμιση και αντιμεταρρύθμιση
 
Με το πρόγραμμα διακυβέρνησης (2008) ο Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας, είχε εξαγγείλει μια «ριζοσπαστική προοδευτική εκπαιδευτική μεταρρύθμιση». Είχε, δηλαδή, υποσχεθεί το μετασχηματισμό της εκπαίδευσης ώστε να αμβλυνθούν οι κοινωνικές της λειτουργίες στη διευρυμένη αναπαραγωγή των υφιστάμενων σχέσεων άνισης κατανομής πλούτου, προνομίων και  εξουσίας στην κοινωνία. Από μόνη της, η συγκεκριμένη πολιτική εξαγγελία, με δεδομένη την καταγραφή των κοινωνικών και πολιτικών δυνάμεων στην κυπριακή κοινωνία, τον παρεμβατικό  ρόλο της Εκκλησίας, τη μεσολάβηση των ΜΜΕ και τη δυναμική που αναπτύσσουν οι συνδικαλιστικές οργανώσεις των εκπαιδευτικών, έχει ανοίξει και το χορό των αντιμεταρρυθμιστικών  διεργασιών.
Μια ριζοσπαστική προοδευτική  εκπαιδευτική μεταρρύθμιση εμπεριέχει το σπέρμα της αντιμεταρρύθμισης  έτσι που  μπορούμε να υποστηρίξουμε ότι οι δύο διαδικασίες σχετίζονται διαλεκτικά. Το ίδιο το σχολείο ως κρατικός ιδεολογικός μηχανισμός δύσκολα δέχεται μεταρρυθμίσεις των κοινωνικών λειτουργιών που επιτελεί. Το αυταρχικό και συγκεντρωτικό σύστημα διοίκησης της εκπαίδευσης ενισχύει την ακαμψία του σχολείου. Η εκπαιδευτική διοίκηση στην Κύπρο βρίσκεται στη σφαίρα επιρροής συγκεκριμένων – άκρως αντιμεταρρυθμιστικών – κύκλων, όπου κυριαρχούν τα ιδεολογήματα περί εκπαιδευτικής ηγεσίας και «διαχείρισης». Έχουν συγκροτήσει άτυπα «δίκτυα» συνεδρίων, ημερίδων, επιμορφωτικών σεμιναρίων και μεταπτυχιακών και επηρεάζουν το «προφίλ» των στελεχών εκπαίδευσης, με απόψεις που δεν έχουν έγκυρη επιστημονική βάση. Πέρα από τη διοίκηση, οι εκπαιδευτικοί, συνήθως, δέχονται με σκεπτικισμό τις μεταρρυθμίσεις, καθώς καλούνται, κάθε τόσο, σε εντατικοποίηση της εργασίας τους για πιστή και άκριτη εφαρμογή τους. Η όποια επιμόρφωση, συνήθως, εκφυλίζεται σε συνταγές μιας «επίκαιρης» σκοπιμότητας, με αποτέλεσμα και η  μεταρρυθμιστική   θεωρία να υποβαθμίζεται σε οδηγίες «μιας χρήσης».
Ως εκπαιδευτική μεταρρύθμιση ορίζουμε το σύνολο των μέτρων και των διαδικασιών που αναφέρονται τόσο στις αναπροσαρμογές της εξωτερικής οργάνωσης ενός εκπαιδευτικού συστήματος (π. χ. βαθμίδες εκπαίδευσης) όσο και στους αναπροσανατολισμούς στο περιεχόμενο και τη μορφή της εκπαιδευτικής πράξης (π.χ. περιεχόμενο μαθημάτων, μέθοδος διδασκαλίας). Από αυτή την άποψη, μια ριζοσπαστική προοδευτική εκπαιδευτική μεταρρύθμιση  συγκροτεί ενιαίο σύνολο έτσι που εξωτερικές και εσωτερικές  αναδιατάξεις να συνδέονται με στόχο τους απαραίτητους  δομικούς μετασχηματισμούς που προωθούν ένα  πιο δημοκρατικό σχολείο σε μια πιο δημοκρατική κοινωνία.
Η αντιμεταρρύθμιση εξάλλου μπορεί να οριστεί ως μια σειρά αντιδράσεων – δυνατό να είναι επίσημες και φανερές ή σιωπηρές και λανθάνουσες – που εκδηλώνονται σε όλες τις φάσεις μιας εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης και που έχουν ως αποτέλεσμα την υπονόμευση, τη μερική αναίρεσή της ή και την πλήρη ματαίωσή της. Συχνά, για την εξήγηση της αποτυχίας των εκπαιδευτικών μεταρρυθμίσεων, επισημαίνεται η «κοινωνική αμβλυωπία των διανοούμενων» και η απόσυρση των φορέων της εκπαιδευτικής αλλαγής στο περιθώριο της μάχης για τη μεταρρύθμιση, σε συνδυασμό με τις αντιδράσεις που γίνονται από συντηρητικές πολιτικές δυνάμεις, εκκλησιαστικούς κύκλους ή άλλες κοινωνικές διεργασίες.
 
Όταν μιλούν  οι «ειδικοί»
 

Η αντιμεταρρύθμιση μπορεί να ενεργοποιείται από τις δομικές αντιφάσεις του ίδιου του  σχεδιασμού, από την πλευρά των «ειδικών», και εκδηλώνεται με διάφορες μορφές, όπως τον κατακερματισμό και την αποσπασματικότητα, τον αποπροσανατολισμό, την αναβολή, την αναδίπλωση, τις παρενέργειες. Η περίπτωση αυτή είναι ιδιαίτερα χαρακτηριστική για τα εκπαιδευτικά πράγματα των τελευταίων ετών στην Κύπρο. Οι εκπαιδευτικές αλλαγές στο σύνολό τους έχουν αποτελέσει αντικείμενο πολλών συζητήσεων. Στις μέχρι τώρα αναλύσεις, δε γίνεται ιδιαίτερη αναφορά στη δυναμική της αντιμεταρρύθμισης που πυροδοτείται από τους ίδιους τους  «ειδικούς» συμβούλους.
Υποθέτουμε ότι η όποια εξέλιξη στην εκπαίδευση της Κύπρου δεν μπορεί να αποσυνδεθεί  από τις αντιλήψεις, τις αφοριστικές απόψεις και τις έντονες παρεμβάσεις που ανέπτυξε ο πρόεδρος της ΕΔΑΠ, καθηγητής Γιώργος Τσιάκαλος. Είναι εύγλωττη η διευκρίνιση που κάνει: «Συμφωνήσαμε στο τέλος ότι όταν εγώ λέω – όταν λέω «εγώ» εννοώ η Επιτροπή μας…»,  για να συμπληρώσει σε άλλο σημείο «Τ’ αναλυτικά προγράμματα που πάω να κάνω, δεν είναι για τα δικά μου παιδιά και τα δικά μου εγγόνια. Αν είχα μόνο για τα παιδιά μου, θα ήταν εντελώς διαφορετικά τ’ αναλυτικά προγράμματα. Αλλά δεν είναι για τα δικά μου. Είναι για όλου του κόσμου». Η σφραγίδα της ευθύνης του «ειδικού» είναι σαφέστατη. Η Επιτροπή απουσιάζει!
Στο Εθνικό Συμβούλιο Παιδείας (ΕΣΥΠ), το 2009, έχει αποκαλύψει ενδιαφέρουσες πτυχές. Κατ αρχήν έχει «οργώσει» την Κύπρο, αν και  καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης. Ισχυρίζεται ότι από το Σεπτέμβριο μέχρι τον Μάρτιο (2008-09) έκανε ο ίδιος 127 συναντήσεις και ομιλίες σε ολόκληρη την Κύπρο, σε περίπου 15-20 χιλιάδες  ανθρώπους. Υπολόγισε «σε καθημερινή βάση 2,65 (!) ομιλίες και συναντήσεις». Ο «κόσμος» έπρεπε να ενημερωθεί για τους τρεις «πυλώνες» των σχολικών προγραμμάτων, με σκοπό την εξασφάλιση της μέγιστης δυνατής συναίνεσης. Είναι ζήτημα εάν ο Υπουργός ήταν σε θέση να κάνει κάτι τέτοιο. Ο πρόεδρος  διαβεβαίωνε τους εκπαιδευτικούς ότι οι αλλαγές δε  θίγουν τις εργασιακές τους σχέσεις!
Δεν αποκρύπτει τη σημασία που αποδίδει στη συναίνεση: «Αυτό είναι όμως ταυτόχρονα και η ευκαιρία σε ορισμένες κοινωνίες που ενδιαφέρονται να προχωρήσουν το εκπαιδευτικό τους σύστημα, να οδηγηθούν σε συναίνεση(…) Υπήρχε μια ερώτηση, είναι δυνατόν μια αριστερή κυβέρνηση ενός κομμουνιστικού κόμματος να έχει συναίνεση με όλα τα υπόλοιπα κόμματα; Η συναίνεση είναι δυνατή, γιατί από διαφορετικές αφετηρίες ξεκινώντας οδηγούνται στον ίδιο τύπο σχολείου(…) Δεν υπήρχε από την αρχή ως δεδομένο,  στην πορεία το καταφέραμε, με τον τρόπο με τον οποίο λειτουργούμε». Συναίνεση για προοδευτικό ριζοσπαστισμό στην Κύπρο! Αυτό μένει να δοκιμαστεί στο τεστ αντοχής της πράξης. Είναι δυνατόν να μιλάμε για συναίνεση για έναν τύπο σχολείου που να έχει «διαφορετικές αφετηρίες»; Μήπως δεν πρόκειται για συναίνεση  για τον τύπο σχολείου μιας προοδευτικής ριζοσπαστικής εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης; Σε τι συνίσταται το ριζοσπαστικό και προοδευτικό, όταν το σχολικό πρόγραμμα «έχει βάλει μέσα» το PISA των αγοραίων κριτηρίων της νεοφιλελεύθερης ιδεολογίας; Όπως έχει υποστηρίξει, «Αφού το κάναμε και αυτό το πράγμα, κάναμε δηλαδή τους τρεις πυλώνες και από το περιεχόμενο φτιάξαμε αυτή τη συναίνεση και τη διαφοροποίηση με PISA, παίρνοντάς την μέσα, ορίσαμε τις Επιτροπές…». Έτσι, μια υπόθεση ανοικτή σε αντιθέσεις και σε συγκρούσεις προβάλλεται ως  μια «μεγάλη συμφωνία» που επιτρέπει ώστε τα κριτήρια που συνδέονται με τους τρεις πυλώνες να προτείνονται ως «απόλυτα».

Η αντιμεταρρύθμιση είναι εδώ!
 
Φαίνεται πως αυτές οι εκτιμήσεις επιτρέπουν  στον πρόεδρο της ΕΔΑΠ να ισχυρίζεται ότι «εκπαιδευτική μεταρρύθμιση είναι η μεταρρύθμιση των αναλυτικών προγραμμάτων». Όπως εξηγεί, «Θα σας απαντήσω πρώτα μ’ ένα πολύ βασικό πράγμα, το οποίο υπάρχει στη δική μας (sic)λογική  και που έχει σχέση και μ’ εμένα και τον τρόπο που εγώ(sic) επηρεάστηκα στα παιδαγωγικά» και αναφέρεται στο 1969, όταν ο Σαρλ Ρόμπινσον, Ισραηλίτης από Αμερική, εργάστηκε στη Γερμανία  και συνέβαλε στην εκπαιδευτική αλλαγή επί Βίλι Μπραντ. Είναι αυτός που διατύπωσε, πριν 40 χρόνια, τον ισχυρισμό «Εκπαιδευτική μεταρρύθμιση είναι η μεταρρύθμιση των αναλυτικών προγραμμάτων»!
Τα σχολικά προγράμματα, δηλαδή, δεν  είναι, απλώς, προγράμματα σπουδών. «Πρώτα τ’ αναλυτικά προγράμματα και μετά έρχονται όλα τα υπόλοιπα». Αυτός ο εξαιρετικός ισχυρισμός έχει  διατυπωθεί επανειλημμένα, τρία χρόνια τώρα, στις διεργασίες διαμόρφωσης των ΝΑΠ. Εκ πρώτης όψεως, δεν είναι εύκολο να συλλάβει κανείς τις επιπτώσεις μιας τέτοιας  επιλογής. Πάντως, εάν ισχύει, τότε πρόκειται σαφέστατα για μια αντιμεταρρυθμιστική επιλογή που εκθέτει την εκπαίδευση της Κύπρου στις πολλές εκκρεμότητες των σχολικών προγραμμάτων που θα κρατούν σε ομηρία ανάσχεσης τα άλλα σημαντικά πεδία της εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης.
 
Δεν είναι, άραγε, άκρως αντιμεταρρυθμιστική η συμβουλή προς τον Υπουργό Παιδείας «περιμένετε λιγάκι με τ’ άλλα που θέλετε να κάνετε, μη μου λέτε ότι θα κάνετε πρόγραμμα επιμόρφωσης επειδή έχουμε χρήματα από την Ευρωπαϊκή Ένωση»!΄Η το να ζητείται από τον Υπουργό  «να μην καταθέσει το σχέδιο αξιολόγησης των εκπαιδευτικών, ακόμη, μέχρι που να ολοκληρωθεί» η υπόθεση των ΝΑΠ; Είναι δυνατόν να συναρτάται κάθε φορά, όπως πρότεινε,  η μεταρρύθμιση της πρόσληψης, της επιμόρφωσης και της αξιολόγησης των εκπαιδευτικών από τα σχολικά  προγράμματα; Δεν είναι αντιμεταρρυθμιστική επιλογή η επιστράτευση  της επιμόρφωσης ως μοχλού προώθησης, κυρίως, των ΝΑΠ;
Τα ευρωπαϊκά κονδύλια για τη μεταρρύθμιση του θεσμού της επιμόρφωσης δεν «πιάνουν τόπο»; Έχουν προτεραιότητα τα  σχολικά προγράμματα, κάθε φορά  με τις ad hoc επιτροπές  ειδικών ή οι θεσμοθετημένες συμβουλευτικές και ερευνητικές δομές που να τα αναλαμβάνουν; Αλήθεια, από όλη αυτή την εμπειρία των ΝΑΠ στην Κύπρο, τι θα μείνει ως μεταρρυθμιστική παράδοση και ιστορία στο Παιδαγωγικό Ινστιτούτο που περιμένει την αναβάθμισή του; Θα τη διηγούνται οι «μάχιμοι» εθελοντές εκπαιδευτικοί που είχαν την όποια εμπλοκή;

Θεωρούμε ότι οι επιλογές και οι πρακτικές που εκφράζουν τις παραπάνω απόψεις  για τα  σχολικά προγράμματα βρίσκονται στην καρδιά συγκεκριμένων αντιμεταρρυθμιστικών διεργασιών που αναφαίνονται στην Κύπρο. Θα επανέλθουμε πιο αναλυτικά σε αυτό το θέμα. Για την ώρα, θα κλείσουμε με ορισμένα ερωτήματα: Αλήθεια! Τι συμβαίνει, όταν ο σχεδιασμός και οι εφαρμογές των σχολικών προγραμμάτων παρουσιάζουν ανοικτές εκκρεμότητες και ελλείψεις;΄Η, πώς, τέλος πάντων, συμβιβάζεται η προεδρική διακήρυξη περί «ριζοσπαστικής προοδευτικής εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης» με την επιλογή «μπολιάσματος»; Ο Καθηγητής Γιώργος Τσιάκαλος, στο ΕΣΥΠ έχει ομολογήσει: «Έχω γίνει τον τελευταίο χρόνο ένας δεξιοτέχνης του ν’ αποφεύγω ν’ απαντώ σε ερωτήματα. Όχι όμως επειδή δεν έχω απόψεις, αλλά γιατί έχω την εντύπωση, ότι για να μπορέσει κανείς να καταφέρει κάτι, ιδιαίτερα σε θέματα εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης, είναι να μην επιτρέπει σε άλλους να του βάζουν την ατζέντα των ερωτημάτων».

* Ο Γιώργος Μαυρογιώργος είναι διδάσκων στο σεμινάριο. Άμισθος Αντιπρόεδρος του Επιστημονικού  Συμβουλίου του ΥΠΠΟ

Αφιερωμένο στους μεταπτυχιακούς φοιτητές/τριες του ΕΠΑ  (Σεμινάρια: Αξιολόγηση  και ο εκπαιδευτικός ως διανοούμενος / O Εκπαιδευτικός ως Διανοούμενος).

ΠΗΓΗ: 11-1-2012, http://www.alfavita.gr/artrog.php?id=54712

Απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.