Αρχείο κατηγορίας Βιβλία που αγγίζουν

Βιβλία και Περιοδικά που αγγίζουν

Ρήξη με την κοινωνία, λήξη μιας εποχής

Ρήξη με την κοινωνία, λήξη μιας εποχής*

Του Γιάννη Στρούμπα

 
 
 
Κάθε κρίση συνδέεται μ’ ένα «τέλος», με την εξάντληση μιας τάξης πραγμάτων που λήγει. Η σύγχρονη διεθνής οικονομική τάξη πραγμάτων σημαδεύτηκε από την αφάνταστη δυσαναλογία μεταξύ εικονικού χρήματος και πραγματικής οικονομίας, η οποία δημιούργησε φούσκες πλασματικής ευημερίας. Η νομοθετική και ιδεολογική κατοχύρωση του επισφαλούς χρήματος, αντί για την απόσυρσή του, προκάλεσε την απομύζηση της οικονομίας. Οι θιασώτες του επισφαλούς χρήματος, διογκώνοντας το ατομικό τους συμφέρον σε βάρος του συλλογικού, προκάλεσαν ρήξη με την κοινωνία. Η ρήξη αυτή ορίζει τη λήξη μιας εποχής, όπως τη διαβλέπει ο Κώστας Βεργόπουλος στο βιβλίο του «Μετά το τέλος».
——————————————————————————————–
 α΄ δημοσίευση: εφημ. «Αντιφωνητής», αρ. φύλλου 335, 16/1/2012

 

Ο παρασιτικός χαρακτήρας του σύγχρονου καπιταλισμού παρέδωσε τις κοινωνίες στο χρηματοπιστωτικό φαινόμενο, σκυλεύοντας κάθε συνθήκη αναπαραγωγής, δυσφημίζοντας τις έννοιες της εθνικής και της λαϊκής κυριαρχίας, αχρηστεύοντας για τις χώρες της ευρωζώνης το εκδοτικό προνόμιο της δημιουργίας νέου χρήματος, και οδηγώντας τις εθνικές οικονομίες στον δανεισμό και τη γενικότερη υποταγή τους στις χρηματαγορές και τους ιδιωτικούς αξιολογικούς οίκους. Η εθνική υπερχρέωση οδήγησε με τη σειρά της στην υπερχρέωση των ιδιωτικών τομέων της κάθε οικονομίας. Όμως την κρίση δεν την προκάλεσαν οι δημόσιες δαπάνες· η κρίση ήταν, αντιθέτως, συνέπεια αυτών: τα κράτη δανείστηκαν ώστε να διασώσουν τον χρηματοπιστωτικό τομέα από τη δική του απληστία. Η αυτιστική και κοντόθωρη αρπακτικότητα των θυτών, οι οποίοι ακόμη και τώρα επιχειρούν να επωφεληθούν ακόμη περισσότερο από την κρίση που οι ίδιοι προκάλεσαν, επιμένει να δυναμιτίζει κάθε απόπειρα επίλυσης του προβλήματος. Κάθε επιχειρούμενη διάσωση καταλήγει σε μεγαλύτερη αποσταθεροποίηση, και κάθε άρνηση διάσωσης έχει επίσης το ίδιο αποτέλεσμα: όταν τα θύματα υποχρεώνονται να διασώσουν τους θύτες, το μακελειό βαθαίνει· όταν οι θύτες αφήνονται να καταρρεύσουν, μεταθέτουν το κόστος της κατάρρευσης στα θύματά τους.

Η καταφυγή στη χρηματιστική σφαίρα επέφερε παρασιτισμό κι αποσύνθεση, που υπονόμευσαν την πραγματική οικονομία απειλώντας κάθε μορφή παραγωγής, ενώ και η παράλληλη τάση αποταμίευσης περιέστειλε τις διεθνείς συναλλαγές. Η επιδιωκόμενη αύξηση των αποθεματικών συνιστά μια μορφή συγκαλυμμένου προστατευτισμού, ωστόσο αρρωστημένου, επειδή οδηγεί στον αποπληθωρισμό, δημιουργεί χρηματιστικές εξουσίες και καταδικαστική για την ανάκαμψη άνοδο των επιτοκίων. Οι αναδυόμενες ανατολικές οικονομίες, κάτι που ισχύει σε μικρότερη κλίμακα και για τις αναδυόμενες λατινοαμερικάνικες, ακολουθούν τη συγκεκριμένη πολιτική, καθώς δεν ανακυκλώνουν τα συναλλαγματικά τους αποθεματικά αλλά τα αποταμιεύουν, γεγονός που επισπεύδει την παγκόσμια ύφεση, εφόσον συρρικνώνεται η διεθνής ρευστότητα. Όσο οι πλεονασματικές και πιστώτριες τής Δύσης χώρες δεν προσανατολίζονται προς την εσωτερική αύξηση των εισοδημάτων, με στόχο την εσωτερική ζήτηση και κατανάλωση, ώστε η τελευταία να περικοπεί χωρίς διεθνείς απώλειες στις ελλειμματικές και υπερχρεωμένες χώρες, η κρίση θα οξύνεται. Συνάγεται λοιπόν πως η κρίση επισπεύδεται όχι από την υπερκατανάλωση, μα από την υπεραποταμίευση, άρα από τη χρηματοπιστωτική λογική των πλεονασματικών χωρών, παρά από την ευθύνη των ελλειμματικών! Παρ’ όλ’ αυτά η Δύση δεν δικαιούται να κατηγορεί την Ανατολή, γιατί η ίδια προκάλεσε τη μετεγκατάσταση μητροπολιτικών κεφαλαίων ανατολικά, αποσκοπώντας στο «ανταγωνιστικότερο» κόστος εργασίας, με τους μισθούς πείνας και τη σύμπραξη τοπικών ολιγαρχιών.

Η παραπάνω πραγματικότητα αναδεικνύεται σε ευρωπαϊκό επίπεδο στη χρηματοπιστωτική πολιτική της φερόμενης ως πλεονασματικής Γερμανίας, η οποία ουσιαστικά είναι υπόλογη για την κρίση της ευρωζώνης, μέσα από τη βαθιά αντινομική της λειτουργία: ενώ επιβάλλει στους εταίρους-πελάτες της τις εισαγωγές γερμανικών προϊόντων, αρνείται τις γερμανικές πιστώσεις προς τη χρηματοδότηση των εισαγωγών. Έτσι οι ευρωπαϊκοί εταίροι της Γερμανίας χρεώνονται μονομερώς το κόστος προσαρμογής, με αποτέλεσμα την αύξουσα απόκλιση μεταξύ αυτών και της Γερμανίας, κι όχι την –υποτίθεται– επιδιωκόμενη σύγκλιση. Την απόκλιση την αποκαλύπτουν τα διαφορετικά επιτόκια δανεισμού (spreads), τα οποία ακυρώνουν πρακτικά την ενιαία αξία του ευρώ στις χώρες της ευρωζώνης. Η «χρηματοπιστωτική καταστολή» της Γερμανίας στο όνομα του «ανταγωνισμού», ώστε να σβήσουν οι μη βιώσιμες επιχειρήσεις και να επιβιώσουν οι «υγιείς», οδηγεί στην κατάρρευση της οικονομίας.

Ο σύγχρονος κόσμος όχι μόνο δεν συγκλίνει, μα κατατέμνεται κι αποδομείται. Η προστασία του πλούτου καταστρέφει κάθε κοινωνική κι ανθρώπινη συνοχή. Το μοντέλο της παγκοσμιοποίησης, της αρπακτικής συγκέντρωσης του πλούτου, επέβαλε σήμερα τον χείριστο δυνατό κόσμο, με τον αστικό πληθυσμό να ’χει υπερβεί πλέον τον αγροτικό, μ’ ένα δισεκατομμύριο ανθρώπους να ζουν σε παραγκουπόλεις, με την έλλειψη εργασίας και στέγης να μην αποζημιώνεται πια, μα να επισύρει κυρώσεις σαν να συνιστά ποινικό αδίκημα, και με την ανώτερη τάξη να διακατέχεται από άγχος, ανασφάλεια και υστερία περισσότερο από κάθε άλλον, προκειμένου να μην απολέσει τα κεκτημένα της. Το ισχύον σύστημα ισχυρών προνομίων για ελάχιστους θυμίζει την κοινωνική πόλωση στη Γαλλία πριν από την επανάσταση του 1789. Κι ενώ το κοινωνικό πρόβλημα οξύνεται, αντιμετωπίζεται σαν πρόβλημα τήρησης της «τάξης», εγκυμονώντας τον κίνδυνο ανεξέλεγκτων καταστάσεων.

Το δημοκρατικό έλλειμμα είναι εμφανές. Διαβάλλονται οι έννοιες του κράτους-έθνους, του κοινωνικού κράτους, της συλλογικής δράσης, των εργατικών ενώσεων, των εθνικών διαπραγματεύσεων, της δικαιοσύνης. Όσες ευρωπαϊκές πολιτικές τέθηκαν σε δημοψήφισμα και καταψηφίστηκαν (για παράδειγμα στη Γαλλία, την Ολλανδία, την Ιρλανδία, τη Σουηδία), επανήλθαν κι επικυρώθηκαν διά πλαγίων οδών (όπως με τη Συνθήκη της Λισσαβόνας). Έτσι νομιμοποιήθηκαν συνταγματικά νεοφιλελεύθερες επιλογές, που όμως ευθύνονται για τη σημερινή καταβύθιση της ευρωπαϊκής οικονομίας. Μπροστά στην κρίση, η Ευρωπαϊκή Ένωση αδρανεί επιδεικτικά, με βασικό υπαίτιο της καθήλωσης τη Γερμανία. Την ίδια ώρα ο αμερικανικός προστατευτισμός έχει προ πολλού ξεκινήσει, ενώ κι όλες οι χώρες στον κόσμο καταφεύγουν σε πολιτικές που μέχρι πρότινος αποδοκίμαζαν.

Η επάνοδος του κόσμου στην «ευθεία οδό» προϋποθέτει την απεμπλοκή από τον ασφυκτικό χρηματοπιστωτικό εναγκαλισμό και οικονομίες ικανές να παράγουν μόνες τους αυξανόμενα καθαρά εισοδήματα. Το νέο «Νιου Ντιλ», υποστηρίζει ο Βεργόπουλος, πρέπει να αποκολληθεί από τις χρηματοπιστωτικές μεταρρυθμίσεις και να ενισχύει τη μεσαία τάξη, ώστε να αποκατασταθεί η κοινωνική συνοχή. Κρίνεται αναγκαία η αύξηση της απασχόλησης, ώστε και η οικονομία να ανακάμψει. Η ουσιαστική ομοσπονδιοποίηση του ευρωπαϊκού οικοδομήματος και του ενιαίου του νομίσματος θα μπορούσε επίσης να αποβεί λυτρωτική. Η απεμπλοκή της Ευρώπης από τον νεοφιλελευθερισμό αποτελεί ζήτημα ζωτικής σημασίας γι’ αυτήν. Είναι αδιανόητο να καθορίζεται η κοινωνία και η πολιτική από την οικονομία, ενώ ο αντίστροφος καθορισμός της οικονομίας από την κοινωνία και την πολιτική θα διευκόλυνε τον έλεγχο όλων των νεοφιλελεύθερων ιδεολογημάτων, που προώθησαν μια «κοινωνία πολιτών» χωρίς την πολιτεία, τη συκοφαντημένη σαν περιττό και παρασιτικό μόρφωμα. Η παραπλάνηση του «λιγότερου κράτους» αποσκοπούσε αποκλειστικά στην άνευ όρων παράδοση των αδύναμων τάξεων στην αρπακτική άρχουσα. Όμως από τον Αριστοτέλη μέχρι τον Μακιαβέλι και τον Χομπς η κοινωνία συγκροτείται πάντα μέσω της πολιτείας, η οποία εξασφαλίζει την κοινωνική συνοχή.

Προς το παρόν ωστόσο, το σκοτεινό μέλλον, το ανύπαρκτο παρόν, η περιθωριοποίηση προκαλούν ρήγμα μεταξύ των γενεών. Η νέα εποχή, σύμφωνα με τον Βεργόπουλο, επισπεύδεται λόγω του αυτοκαταστροφισμού της παλιάς. Οι «απόκληροι» νέοι εύλογα αντιστέκονται, σε μια εξέγερση αυθόρμητη, πέρα από προκατασκευασμένα σχήματα. Η επέκταση της πείνας, σε συνδυασμό με το υψηλό μορφωτικό επίπεδο και το δραματικό έλλειμμα ελευθερίας, αποτελεί ξανά το εκρηκτικό μείγμα που πυροδοτεί τις εξελίξεις, ρίχνοντας την αυλαία στην ιστορία της τελευταίας τριακονταετίας. Αν το σύστημα κλείσει τις πόρτες στους νέους, μοιραία θα αποξενωθεί από το ίδιο το μέλλον του. Η επιμονή των νέων είναι ίσως το πιο ισχυρό στοιχείο αισιοδοξίας για τη «μετά το τέλος» εποχή, στην οποία εκείνοι μοιραία θα πρωταγωνιστήσουν.

Ο Βεργόπουλος, με το «Μετά το τέλος», συμπυκνώνει τη γνώση του σχετικά με τη διεθνή οικονομική κρίση, την οποία τοποθετεί στο σωστό της πλαίσιο: υποδεικνύει τις ένοχες πρακτικές, κατανέμει ευθύνες στους φορείς που οδήγησαν στο αδιέξοδο χωρίς να συγκαλύπτει κανέναν, και υποβάλλει προτάσεις για την αντιμετώπιση του προβλήματος. Με λόγο πυκνό κι αποκαλυπτικό, που αφυπνίζει και συγκλονίζει, συγκρούεται απροσχημάτιστα με τις αντικοινωνικές πρακτικές των αρχουσών τάξεων των ευθυνόμενων για την κρίση, κι αποδεικνύει εμπράκτως με τη στάση του πως ο δρόμος της κοινωνικής ευαισθησίας, του σεβασμού των ανθρώπων και της ανιδιοτέλειας είναι ο μόνος ικανός να αποκαταστήσει την κοινωνική ισορροπία, αίροντας και καταδικάζοντας τον εγωισμό και τη συμφεροντολογία, που εκτρέφουν ανισότητες.

Κώστας Βεργόπουλος, «Μετά το τέλος. Η οικονομία της καταστροφής και η επόμενη μέρα», εκδ. Α. Α. Λιβάνη, Αθήνα 2011, σελ. 304.

«[…] Η βραβευμένη στο Φεστιβάλ της Βενετίας ταινία Ιδιωτική Ζώνη του Ουρουγουανού σκηνοθέτη Ροντρίγκο Πλα, που εργάζεται μεταξύ Βαρκελώνης και Μεξικού, καταγράφει ανηλεώς τα δρώμενα στα πολυτελή γκέτο των πλουσίων. Το φαινόμενο των περίκλειστων και υπερπροστατευμένων οικισμών των ανθρώπων του πλούτου ξεκίνησε από την Καλιφόρνια και τη Νότιο Αμερική, αλλ’ επεκτείνεται ταχύτατα και στις άλλες ηπείρους. Θωρακισμένα τείχη με συρματοπλέγματα, βιντεοκάμερες, ασύδοτοι σεκιουριτάδες με μαντρόσκυλα, εξοβελισμός του κράτους, του νόμου, της αστυνομίας, της δικαιοσύνης. Αποσχιστικά κρατίδια μέσα στο κράτος, σε κλίμα υστερίας, με πρόσχημα την άμυνα έναντι όσων στερούνται ακόμη και των στοιχειωδών προϋποθέσεων διαβίωσης. Από τη Μανίλα, το Γιοχάνεσμπουργκ, το Σαν Πάολο, το Μαλιμπού, οι πλούσιοι γκετοποιούνται ταχύτερα και ριζοσπαστικότερα από τους φτωχούς. Οπλοφορία και αυτοδικία συμπληρώνουν την προστασία τους, ενώ το αντίστοιχο για τους φτωχούς ποινικοποιείται. Εδώ τελειώνει ο κόσμος και αρχίζει η παράνοια του μεγάλου χρήματος. […]»

«[…] Όσο η φερεγγυότητα των κρατών-μελών δεν διασφαλίζεται με κοινοτικό μηχανισμό, τα spreads θα αποκλίνουν και η κερδοσκοπία μοιραία θα θριαμβεύει, αποσταθεροποιώντας το ευρωπαϊκό σύνολο, ακόμη και τους ισχυρούς εταίρους. Η παρούσα κρίση ήταν ευκαιρία συγκρότησης μηχανισμού ευρωπαϊκής συνοχής και αλληλεγγύης, με την ίδρυση: α) Ευρωπαϊκού Νομισματικού Ταμείου που να προμηθεύει ρευστότητα όχι μόνον σε τράπεζες αλλά και σε κράτη, και β) Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας που να αναλαμβάνει ως τελικός πιστωτής τα δημόσια χρέη στην αντίστοιχη νομισματική περιοχή. Αντ’ αυτού, η Ευρώπη θεσμοποιεί, ως “χρυσό κανόνα”, τη συμμόρφωσή της στην ανευθυνότητα των χρηματαγορών και των κερδοσκόπων. Αυτό δεν αποδίδεται τόσο στη “δημοσιονομική ελαφρότητα” και “ασυνειδησία” των ελλειμματικών εταίρων όσο κυρίως σε συνειδητή αλλ’ άφρονα επιλογή των πλεονασματικών […]»

** Ο Κώστας Βεργόπουλος (1942) είναι καθηγητής Πολιτικής Οικονομίας στο Πάντειο Πανεπιστήμιο και στο Πανεπιστήμιο του Παρισιού. Επισκέπτης καθηγητής σε Πανεπιστήμια της Βόρειας και Νότιας Αμερικής. Οικονομικός εμπειρογνώμων σε διεθνείς οργανισμούς (Ηνωμένα Έθνη και Ευρωπαϊκή Ένωση).

 
 Σημείωση:Ο «Α», επιχειρώντας να φωτίσει το ζήτημα της οικονομικής κρίσης, προβαίνει σε μια σειρά βιβλιοπαρουσιάσεων, που έχουν ως στόχο τους την πολύπλευρη προσέγγιση του θέματος από ποικίλες οπτικές. Τα τελικά συμπεράσματα ας διαμορφωθούν στο τέλος αυτής της πορείας από τους αναγνώστες.

Ο γύρος του θανάτου

Ο γύρος του θανάτου

 

Του Θωμά Κοροβίνη*


 

«Μερικά δημιουργήματα βγαίνουν από μία ανάγκη βαθύτατου χρέους…» ο συγγραφέας Θωμάς Κοροβίνης, μιλά στην Κρυσταλία Πατούλη για την βιωματική – δημιουργική πορεία -από την έμπνευση έως το τυπογραφείο- της συγγραφής του βιβλίου «Ο γύρος του θανάτου», των Εκδόσεων Άγρα.

 «…Τη δεκαετία του ’50 είχε διαμορφωθεί στη χώρα μας ένα σκηνικό, όπου όποιος πολίτης δεν είχε συμπεριφορά δουλική ή προσαρμοστική τουλάχιστον στις εξουσιαστικές και κοινωνικές νόρμες της εποχής, όφειλε συχνά να λογοδοτεί.

 Μικρό παιδί σφραγίστηκα από το κλίμα απαξίωσης του αυτοπροσδιορισμού και της αυτοδιάθεσης των ανθρώπων.

Ήταν κοινή συνείδηση στην Θεσσαλονίκη ότι ο Παγκρατίδης που εκτελέστηκε το 1968 ως «δράκος του Σέιχ Σου» υπήρξε ένα βολικό θύμα του ενοχικού εκείνου καιρού που τον εξέθρεψε.

Ένα παιδί του πάθους και της μοίρας, που η ιστορία του με βασάνιζε και το μυθιστόρημα που έφτιαξα γύρω από την τραγωδία του εκείνη την εποχή, προέκυψε περίπου σαν μια φυσιολογική γέννα.

Σκύβω πάντοντε πάνω απ’ τα απολωλότα. Μαζεύω τα τσαλαπατημένα άνθη που απομένουν από το ποδοβολητό και το σάρωμα.  Η πλούσια γλωσσική ποικιλία που χρησιμοποιώ δεν είναι φτιαχτή, έτσι μιλούσαν πριν από πενήντα χρόνια οι άνθρωποι.


Ένας νεαρός διορθωτής κειμένων ή τυπογράφος μπορεί και να ξενίζεται. Οι εποχές μοιάζει να αλλάζουν αλλά κατ’ ουσίαν επαναλαμβάνονται.

Ο βρόγχος που μας έπνιγε τον καιρό των Θεσσαλονικιών δράκων και του φονικού του Λαμπράκη, τότε που η κοινή ελληνική πιεζόταν απ’ την καθαρεύουσα αλλά πλουτίζονταν από λαϊκά και αργκοτικά τσαλίμια, ξανασχεδιάστηκε σε νέο λουσάτο ντιζάιν για τον μέχρι χτες επαναπαυμένο και ξεγελασμένο μας σβέρκο.».


* O συγγραφέας ΘΩΜΑΣ ΚΟΡΟΒΙΝΗΣ, φιλόλογος στη Μέση Εκπαίδευση, έζησε για μια οχταετία στην Κωνσταντινούπολη. Εδώ και χρόνια έρευνα πτυχές του ελληνικού και του τούρκικου λαϊκού πολιτισμού καθώς και τις σχέσεις μεταξύ τους. Συνεργάζεται με διάφορα περιοδικά πολιτιστικού προσανατολισμού.

Έγραψε τα βιβλία: Τουρκικές παροιμίες, Κανάλ ντ' Αμούρ, Τα πρόσωπα της Σωτηρίας Μπέλλου, Φαχισέ Τσίκα, Σκανδαλιστικές και βωμολοχικές ελληνικές παροιμίες, Κωνσταντινούπολη – Λογοτεχνική ανθολογία, Τούρκοι ποιητές υμνούν την Κωνσταντινούπολη, Ο Μάρκος στο χαρέμι, Το χτικιό της Άνω Τούμπας, Τρία ζεϊμπέκικα και ένα ποίημα για τον Γιώργο Κούδα, Οι Ασίκηδες – Εισαγωγή και ανθολογία της τουρκικής λαϊκής ποίησης από τον 13ο αιώνα μέχρι σήμερα, Οι Ζεϊμπέκοι της Μικρός Ασίας, Αφιέρωμα στον Στέλιο Καζαντζίδη, Θεσσαλονίκη 2005 – Ρεπορτάζ- Στον αδελφό Γιώργο Ιωάννου πού λείπει 20 χρόνια στην καταπακτή, Σμύρνη, μια πόλη στην λογοτεχνία, Όμορφη Νύχτα – Χρονογραφία-μυθιστόρημα για 20 χρόνια λαϊκού τραγουδιού στη Θεσσαλονίκη [ 1985-2005], Ο Καραγκιόζης λαϊκός τραγουδιστής.

Το βιβλίο του «Ο γύρος του θανάτου» των εκδόσεων Άγρα, ;ήταν υποφήφιο για το Βραβείο Αναγνωστών 2011. Επίσης, πρόσφατα, επιμελήθηκε το βιβλίο «Ημερολόγιο του 2012: Θεσσαλονίκη», Εκδόσεις Μεταίχμιο.

Είναι συνθέτης, στιχουργός και ερμηνευτής λαϊκών τραγουδιών.
Δισκογραφία: Από έβενο κι αχάτη, Φουζουλή: Λείλά και Μετζνούν, Τακίμια, Το Κελί. Συχνά παρουσιάζει συναυλίες με το δικό του ρεπερτόριο ή με θέματα του ρεμπέτικου και του λαϊκού τραγουδιού.

 

ΠΗΓΗ: 06:12, 03 Δεκ 2011 | Κρυσταλία Πατούλη,

Η ελληνική Πομπηία του Δημ. Καζάκη

Η ελληνική Πομπηία:

Κυκλοφόρησε το βιβλίο του Δημήτρη Καζάκη από το «Ποντίκι»

 

Από τη Σεισάχθεια

 

Το βιβλίο «Η ελληνική Πομπηία – Το χρονικό μιας προαναγγελθείσας χρεοκοπίας» του οικονομολόγου – αναλυτήΔημήτρη Καζάκη, το οποίο κυκλοφορεί από τις εκδόσεις «Ποντίκι», περιλαμβάνει τα κείμενά του που δημοσιεύθηκαν στην εφημερίδα «Το Ποντίκι» από τον Μάρτιο του 2010 έως τον Νοέμβριο του 2011. 

Τα άρθρα του προειδοποιούν εγκαίρως – και, από ένα σημείο και ύστερα, αποτυπώνουν πλήρως – το οικονομικό και πολιτικό αδιέξοδο της Ελλάδας και τα μεγέθη της καταστροφής, αλλά δεν περιορίζονται εκεί: εκτός από την έγκαιρη και επιτυχή πρόβλεψη των εξελίξεων στη χώρα μας, επεκτείνονται στο περιβάλλον της ευρωζώνης και ολόκληρης της Ευρωπαϊκής Ένωσης. 

Ο Δημήτρης Καζάκης ενέταξε με επιμονή την ελληνική κρίση σε αυτό που ελάχιστοι τολμούσαν να διατυπώσουν: στη χρεοκοπία της ευρωζώνης και του ίδιου του ευρώ

Έτσι, πέραν του χρονικού της ελληνικής κρίσης, της «ελληνικής Πομπηίας», ο αναγνώστης μπορεί να διαπιστώσει ότι κάποια«κεφάλαια» διατρέχουν το σύνολο των κειμένων του: 

● Δανειακή σύμβαση και μνημόνιο: ο αυτοχειριασμός της Ελλάδας. 

● «Διάσωση» της Ελλάδας ή διάσωση των τραπεζών; 

● Το χρέος της Ελλάδας ως εργαλείο υποδούλωσης των Ελλήνων. 

● Η νομιμότητα του ελληνικού δημόσιου χρέους. 

● Η κρίση χρέους και η κρίση εθνικής κυριαρχίας. 

● Ευρωζώνη: Οι τράπεζες εναντίον των εθνών. 

● Οι αγορές επιχειρούν τον διαμελισμό των κρατών. 

● Η ευρωζώνη ως «κατασκευαστικό λάθος». 

● Η μετατροπή της Ευρώπης σε δημοσιονομική φυλακή. 

● Ευρώ: ένα νόμισμα των τραπεζών χωρίς οικονομικό και κοινωνικό αντίκρισμα. 
● Το ευρώ ως αιτία της υπερχρέωσης. 

● Εντός ή εκτός του ευρώ η Ελλάδα; 

● Πτώχευση, αναδιάρθρωση ή άρνηση του χρέους; 

 

Προφανώς τα «κεφάλαια» αυτά… δεν υπάρχουν στο βιβλίο αυτοτελώς – λόγω της κατά χρονική σειρά παράθεσης των άρθρων, ωστόσο το διατρέχουν σε όλη του την έκταση, καθώς αποτελούν τους κύριους θεματικούς άξονες των κειμένων, γύρω από τους οποίους πλέκεται η δομή τους. 
Στην πραγματικότητα πρόκειται για την πληρέστερη ανάλυση της ελληνικής και ευρωπαϊκής κρίσης που έχει γραφτεί στην Ελλάδα… 
Το βιβλίο διατίθεται στα κεντρικά βιβλιοπωλεία και στα γραφεία του «Π», Καφαντάρη 27, Δάφνη. 

 

ΠΗΓΗ: Σάββατο, 10 Δεκεμβρίου 2011, http://seisaxthia.blogspot.com/2011/12/blog-post_10.html

«Μετά το “Μνημόνιο”»… πάλι το “Μνημόνιο”…

«Μετά το “Μνημόνιο”»… πάλι το “Μνημόνιο”…*

 

Του Γιάννη Στρούμπα


 

Ο «Α», επιχειρώντας να φωτίσει το ζήτημα της οικονομικής κρίσης, προβαίνει σε μια σειρά βιβλιοπαρουσιάσεων, που έχουν ως στόχο τους την πολύπλευρη προσέγγιση του θέματος από ποικίλες οπτικές. Τα τελικά συμπεράσματα ας διαμορφωθούν στο τέλος αυτής της πορείας από τους αναγνώστες.

Η οικονομική κρίση που ενέσκηψε στην Ελλάδα έχει προκαλέσει ποικίλους προβληματισμούς κι αντιδράσεις από ειδήμονες και μη, σε πολλαπλές απόπειρες να ερμηνευτεί το φαινόμενο, να εντοπιστούν οι αιτίες του και να αναζητηθούν λύσεις εξόδου από το πρόβλημα. Στο πλαίσιο της συγκεκριμένης λογικής εντάσσεται και το βιβλίο του καθηγητή Πάνου Καζάκου «Μετά το “Μνημόνιο”», με τον χαρακτηριστικό υπότιτλο «Οικονομική πολιτική στην Ελλάδα υπό διεθνή έλεγχο».


* α΄ δημοσίευση: εφημερίδα «Αντιφωνητής», αρ. φύλλου 332, 1/12/2011.

Ο Καζάκος παραδίνει με το βιβλίο του αυτό ένα έργο που τοποθετείται με σαφήνεια πάνω στις τρέχουσες οικονομικές εξελίξεις, που προσπαθεί να τις ερμηνεύσει, καθώς και να διαβλέψει τις διανοιγόμενες προοπτικές από τις ενδεχόμενες επιλογές της Ελλάδας σε σχέση με την αντιμετώπιση της κρίσης. Πρόκειται παράλληλα για έργο που παρουσιάζει με επάρκεια το χρονικό της κρίσης, γι’ αυτό θα μπορούσε να καταστεί οδηγός για μελλοντικούς αναγνώστες, που δεν θα ’χουν ζήσει τα γεγονότα και δεν θα ’χουν προσωπική τους αντίληψη.

Βασική επισήμανση του Καζάκου αποτελεί η διαπίστωση πως οι όποιες απόπειρες να αποδοθεί η κρίση σε παράγοντες εξωτερικούς σε σχέση με την Ελλάδα παραβλέπουν ότι η διολίσθηση της χώρας εδράζεται στην υπερχρέωση. Η δημοσιονομική της διαχείριση υπήρξε μονίμως ελλειμματική. Η φοροσυλλεκτική της ικανότητα μικρή. Οι θεσμοί της ασθενείς, επιδεκτικοί σε πελατειακές συμπεριφορές. Η κακοδιαχείριση κι η γραφειοκρατία συνήθεις ασθένειες. Γι’ αυτό και υπαίτιοι για την κρίση πρέπει να θεωρούνται μάλλον οι εσωτερικοί παρά οι εξωτερικοί παράγοντες, αφού καμία «κερδοσκοπία» δεν επώασε τα δημοσιονομικά ελλείμματα, τα χρέη και τη φθίνουσα ανταγωνιστικότητα.

Ένας άλλος παράγοντας, πέρα από την κερδοσκοπία, στον οποίο αποδίδεται η κρίση είναι η προβληματική δομή της ευρωζώνης. Όμως καί στην περίπτωση αυτή ισχύει, σύμφωνα με τον Καζάκο, ό,τι σχολιάστηκε και νωρίτερα: οι όποιες απαιτήσεις της ευρωζώνης δεν αρκούν ώστε να εξηγήσουν ούτε την υπερχρέωση, ούτε την κακοδιαχείριση, ούτε τη σπατάλη, τη διαφθορά ή την ανομία. Με δεδομένες συνεπώς τις δομικές ακαμψίες της Ελλάδας, ο Καζάκος θεωρεί πως δεν θα πρέπει να υποτιμάται η προσπάθεια που κατέβαλε η χώρα στο πλαίσιο του «Μνημονίου» από τον Φεβρουάριο-Μάρτιο του 2010 μέχρι σήμερα.

Από την έναρξη της εφαρμογής του «Μνημονίου» οι ελληνικές επιδόσεις στα μακροοικονομικά μέτρα ήταν καλύτερες σε σχέση με διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις (όπως οι νομοθετικές), που επηρεάζουν βαθύτερες κοινωνικές δομές. Οι καθυστερήσεις στον δεύτερο τομέα αποδίδονται στην ιδεολογική κληρονομιά του ΠΑ.ΣΟ.Κ., με την οποία οι προτεινόμενες μεταρρυθμίσεις έρχονταν σε σύγκρουση, αλλά και στην αναχρονιστική δημόσια διοίκηση, στις προσωπικές στρατηγικές υπουργών με στόχο την αποτροπή του πολιτικού κόστους, καθώς και στον χαλαρό πρωθυπουργικό συντονισμό. Είναι μάλιστα ενδεικτικό πως το «Μνημόνιο» αντιμετωπιζόταν όχι ως εργαλείο για τον ανασχεδιασμό της οικονομικής πολιτικής αλλά ως κωδικοποίηση εξωτερικών πιέσεων. Η αντιμετώπιση αυτή αντικατοπτρίζεται στο γεγονός πως κάθε φορά που η ομάδα τεχνικής βοήθειας του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου εγκατέλειπε τη χώρα, οι προσπάθειες σταματούσαν!

Ο Καζάκος αποτιμά πως, παρά τις δυσκολίες, η κυβέρνηση του κ. Γιώργου Παπανδρέου διαχειρίστηκε θετικά την κρίση προσαρμογής, τολμώντας μεταρρυθμίσεις. Θεωρεί ότι η εφαρμογή του «Μνημονίου» μπορεί να παρουσιάζει βραχυπρόθεσμα υψηλό κόστος, όμως μακροπρόθεσμα θα ωφελήσει τόσο στην ανάκαμψη της οικονομίας όσο και στην αναδιοργάνωση των θεσμών της χώρας. Η επιτυχία μάλιστα της δημοσιονομικής προσαρμογής θα σημάνει λογικά επιτόκια για την επιστροφή της Ελλάδας στον δανεισμό από τις «αγορές», θα δημιουργήσει προοπτικές επενδύσεων και ανάκαμψης.

Η προηγούμενη θετική προοπτική του «Μνημονίου» δεν ακυρώνει βέβαια τις δυσκολίες του. Ο Καζάκος αναγνωρίζει πως η εφαρμογή του οδηγεί στην αύξηση του δημόσιου χρέους, επιτείνει την ύφεση δυσχεραίνοντας τη δημοσιονομική εξυγίανση, ενώ παρασύρει και την απασχόληση. Παράλληλα το «Μνημόνιο» παραβλέπει παράγοντες που μπορεί να επηρεάσουν την επιτυχία του, παραβλέπει τις ελληνικές οικονομικές ιδιαιτερότητες, δεν βάζει όρια στην «εσωτερική υποτίμηση», με δεδομένη την αδυναμία υποτίμησης του ευρώ, έχει εσφαλμένες δημοσιονομικές προτεραιότητες και τρέφει υπερβολικές προσδοκίες για κάποιες μεταρρυθμίσεις. Τα μέτρα του χρειάζονται αναμφίβολα περισσότερο χρόνο προκειμένου να αποδώσουν στο ελληνικό περιβάλλον. Επιπλέον χρειάζεται να αναγνωριστεί η σημασία της διαμεσολάβησης του κράτους, εφόσον οι θεσμικές μεταρρυθμίσεις απαιτούν ενεργό κρατικό ρόλο, πέρα από το άνοιγμα της αγοράς, που από μόνο του δεν αρκεί.

Οι ανεπάρκειες του «Μνημονίου» είναι εμφανείς, όμως για τον Καζάκο δεν υπάρχει ρεαλιστική εναλλακτική πρόταση. Αν ζητούμενο είναι η παραμονή της Ελλάδας στην ευρωζώνη, τότε το «Μνημόνιο» αποτελεί μονόδρομο. Επιδέχεται ωστόσο βελτιώσεις. Καταρχάς, η περικοπή δαπανών είναι αποτελεσματικότερη από την αύξηση των φόρων. Έπειτα απαιτείται η ταχεία πάταξη της φοροδιαφυγής, η κατάργηση κρατικών φορέων που εξυπηρετούν απλώς την πολιτική πελατεία, η ριζική αναδιάρθρωση του κράτους, η μεταρρύθμιση του πολιτικού συστήματος, ο εξορθολογισμός στην οργάνωση του στρατού με την εξυγίανση των κυκλωμάτων προμηθειών, η ενδυνάμωση της ανάπτυξης, οι ενεργητικές πολιτικές στην εργασία.

Η έξοδος, πάλι, από το ευρώ δεν συνιστά, για τον Καζάκο, λύση. Τα πλεονεκτήματά της θα είναι πρόσκαιρα, ενώ η δημοσιονομική προσαρμογή δεν θα γινόταν να ανατραπεί. Τα «σοσιαλιστικά» (τα εισαγωγικά ανήκουν στον συγγραφέα) προγράμματα εξόδου από την ευρωζώνη περιλαμβάνουν την εθνικοποίηση των τραπεζών και την υιοθέτηση βιομηχανικής πολιτικής. Όμως το διεφθαρμένο ελληνικό παρελθόν φανερώνει πως το ελληνικό κράτος αδυνατεί να διαχειριστεί μία βιομηχανική πολιτική, ενώ και οι λύσεις «κρατισμού», ως πηγές ελλειμμάτων και χαμηλής ανταγωνιστικότητας, εισάγουν τη χώρα που τις επιλέγει σ’ έναν φαύλο κύκλο πληθωρισμού-υποτιμήσεων. Επιπλέον, μία επικείμενη αναδιάρθρωση χρεών θα ήταν προτιμότερο να συντελεστεί εντός ευρωζώνης παρά εκτός, αφού μία μονομερής παύση πληρωμών θα προκαλούσε πιθανότατα διακοπή της κοινοτικής χρηματοδότησης, δραματική αύξηση του χρέους, κρίση ρευστότητας στις τράπεζες κι ανεξέλεγκτες κοινωνικές αναταράξεις.

Ο Καζάκος δεν αφήνει ασχολίαστη ούτε την υπό συζήτηση προοπτική για τον χαρακτηρισμό του χρέους ως «επαχθούς», λόγω ενδείξεων διαφθοράς και κλοπής, που οδήγησαν στη σύναψη δανείων υπό όρους παράδοξους και ύποπτους. Μία τέτοια εξέλιξη θα προϋπέθετε από την πλευρά των κυβερνήσεων την παραδοχή των παρατυπιών τους, άρα θα τις άφηνε ηθικά υπόλογες. Επομένως δυσχεραίνεται η έκβαση αυτή, σε συνδυασμό με το γεγονός πως διεθνώς παραμένουν αδιευκρίνιστες οι διαδικασίες μέσα από τις οποίες ένα χρέος θα χαρακτηριζόταν «επαχθές». Άλλωστε οι αντίστοιχες διαδικασίες συνήθως προϋποθέτουν ισορροπημένους συμβιβασμούς μεταξύ δανειστών και οφειλετών.

Από τα παραπάνω προκύπτει πως ο καταλληλότερος δρόμος για την αντιμετώπιση της κρίσης, σύμφωνα με τη θέαση του Καζάκου, είναι εκείνος του «Μνημονίου». Το «Μνημόνιο» παρουσιάζει προοπτικές εργαλείου εκσυγχρονισμού, αρκεί να εφαρμοστεί με τον ενδεδειγμένο τρόπο, να μην κρίνεται με βάση την κακή του εφαρμογή στο ελληνικό πολιτικό τοπίο και να αποσυνδεθεί από την αιτίαση της ξενικής διείσδυσης στην Ελλάδα, εφόσον για αυτήν δεν ευθύνεται εκείνο, παρά η προηγηθείσα διολίσθηση προς την υπερχρέωση.

Στα πλεονεκτήματα του πονήματος του Καζάκου περιλαμβάνονται η επαρκής καταγραφή του ιστορικού της κρίσης, η νηφάλια συνειδητοποίηση των ελληνικών ανεπαρκειών –ιδίως της ελληνικής πολιτικής– στη γιγάντωση του προβλήματος, η σαφής τοποθέτηση επί του ζητήματος και η πρόταση συγκεκριμένης πορείας προς τη λύση. Από την άλλη πλευρά, η εμμονή στις ελληνικές ευθύνες εμποδίζει τον Καζάκο να συλλάβει ορθά τις διεθνείς διαστάσεις της οικονομικής κρίσης, όπως αποδεικνύει εξάλλου η μετάδοσή της και στις υπόλοιπες χώρες της ευρωζώνης. Τις διαστάσεις τούτες, αν και τις επισημαίνει, σαφώς τις υποτιμά καθώς τις προσπερνά με βιασύνη, ενώ υποπίπτει και στην αντίφαση να θεωρεί ικανό το «Μνημόνιο» μα ανεπαρκή την ελληνική πολιτική, τη στιγμή που απορρίπτει τις «σοσιαλιστικές» προτάσεις για την αντιμετώπιση της κρίσης, ακριβώς επειδή η ελληνική πολιτική είναι διεφθαρμένη. Αν συνεπώς ο Καζάκος αντιμετώπιζε τις δύο ιδεολογικές προσεγγίσεις της κρίσης με τα ίδια μέτρα και σταθμά, θα έπρεπε να απορρίψει καί το «Μνημόνιο», αφού η αναξιοπιστία της ελληνικής πολιτικής δεν πρόκειται να επιτρέψει την εφαρμογή του, με τον ίδιο τρόπο με τον οποίο καθιστά ανεδαφικές τις αριστερές προτάσεις. Στα μειονεκτήματα του τόμου τα πολλά του τυπογραφικά λάθη, καθώς και ορισμένες εκφραστικές αστοχίες, όπως η χρησιμοποίηση της λέξης «επίπτωση» (=αρνητική συνέπεια) με την έννοια της θετικής συνέπειας (σελ. 134) ή η αμιγώς νεοελληνική πρόσληψη της λέξης «μαλακία» (=μαλθακότητα, νόσος) στον Πλούταρχο (σελ. 49).

 

Πάνος Καζάκος**, «Μετά το “Μνημόνιο”. Οικονομική πολιτική στην Ελλάδα υπό διεθνή έλεγχο», εκδ. Παπαζήση, Αθήνα 2011, σελ. 280.

Γιάννης Στρούμπας

«[…] Γεγονός είναι επίσης ότι η συζήτηση για τα φορολογικά έσοδα είχε ως επί το πλείστον βραχύχρονους ορίζοντες. Η  άμεση άντληση εσόδων έγινε υπέρτατο κριτήριο σε βάρος άλλων που, υπό ομαλές συνθήκες, θα λαμβάνονταν υπόψη. Έτσι π.χ. ψηφίστηκε ένας νόμος για τη λεγόμενη “περαίωση” φορολογικών εκκρεμοτήτων της δεκαετίας 2000-2009, δηλαδή ουσιαστικά μια γενικευμένη αμνηστία έναντι άμεσης καταβολής (προκαταβολικά και σε δόσεις) μέρους των φορολογικών οφειλών των επιχειρήσεων και των ελεύθερων επαγγελματιών.

Η “περαίωση” είναι ένα μέτρο απελπισίας για την άντληση πόρων, που όμως επιβραβεύει τους φοροφυγάδες. Εφαρμόστηκε επανειλημμένα και στο παρελθόν από τις κυβερνήσεις, και πρέπει να θεωρηθεί σύμπτωμα της σοβαρής παθογένειας του ελεγκτικού μηχανισμού (διαφθορά), του νομικού πλαισίου που διέπει τις φορολογικές διαφορές καταλήγοντας σε χρονοβόρες διαδικασίες, και της χαλαρής φορολογικής συνείδησης. […]»


** Ο Πάνος Καζάκος (1941) σπούδασε πολιτικές και οικονομικές επιστήμες. Σήμερα διδάσκει μεθοδολογία των κοινωνικών επιστημών στο μεταπτυχιακό πρόγραμμα Ευρωπαϊκών και Διεθνών Σπουδών του Πανεπιστημίου Αθηνών.

ΣΚΑΚΙ ΜΕ ΤΟ ΔΙΑΒΟΛΟ, ΒΙΒΛΙΟ

ΣΚΑΚΙ ΜΕ ΤΟ ΔΙΑΒΟΛΟ, ΒΙΒΛΙΟ:

Η παρτίδα έχει μάλλον χαθεί ενώ, όσον αφορά τη Γερμανία, έχουμε την άποψη ότι, η επιστροφή στο εθνικό της νόμισμα (μάρκο) είναι πλέον θέμα χρόνου – παρά τις αντίθετες τοποθετήσεις της ανατολικογερμανίδας καγκελαρίου

 

Του Βασίλη Βιλιάρδου*


 

Όπως φαίνεται, ο διάβολος μάλλον κέρδισε την παρτίδα – αφού η Ευρωζώνη έχει εισέλθει σε πορεία διάλυσης, ενώ η πολιτική ηγεσία τόσο στην Ελλάδα (άρθρο μας), όσο και στην Ιταλία, έχει καταληφθεί από τις αγορές (άρθρο μας). Ειδικά όσον αφορά τη Γερμανία έχουμε την άποψη ότι, η επιστροφή στο εθνικό της νόμισμα (μάρκο) είναι πλέον θέμα χρόνου – παρά τις αντίθετες τοποθετήσεις της καγκελαρίου ή/και του υπουργού οικονομικών (προετοιμάζεται ήδη σχέδιο Β εξόδου της από το Ευρώ, όπως επίσης, σύμφωνα με γερμανικά ΜΜΕ, εναλλακτικά σχέδιο Γ – εξόδου της Ελλάδας ή άλλων ελλειμματικών χωρών).  

Ίσως λοιπόν η κυκλοφορία του τέταρτου βιβλίου μας, με τον τίτλο «Σκάκι με το Διάβολο», περί τις 300 σελίδες, από τις ONEeditions (μπορείτε να το παραγγείλετε με την αποστολή μηνύματος στο kb@kbanalysis.com, στην τιμή των 11,90 € συν τα έξοδα αποστολήςτα έσοδα του βιβλίου στηρίζουν τόσο τα άρθρα, όσο και τη σελίδα: www.casss.gr), να συμβαδίζει με το ατυχές αυτό ενδεχόμενο, το οποίο όμως δεν είναι τόσο απίστευτο, όσο φαινόταν μερικούς μήνες πριν.

Στα πλαίσια αυτά έχουμε την άποψη ότι, παρά την πίστη μας τόσο στην Ευρωπαϊκή Ιδέα, όσο και το κοινό νόμισμα, χρειαζόμαστε άμεσα ένα σχέδιο Β χωρίς αυτό να σημαίνει πως επιθυμούμε την επιστροφή στο εθνικό νόμισμα. Όπως έχει ήδη αναφερθεί,  

“Η έξοδος από την Ευρωζώνη θα ήταν εξαιρετικά δύσκολη και αρκετά οδυνηρή αλλά, εάν γίνονταν οι σωστοί χειρισμοί, η οδύνη και τα προβλήματα θα ήταν βραχυπρόθεσμα. Μία κρατικοποιημένη κεντρική τράπεζα και μία ικανή, έντιμη, φιλελεύθερη κυβέρνηση, έχοντας το δικό τους νόμισμα, θα μπορούσαν να χορηγήσουν την απόλυτα αναγκαία ρευστότητα στην εγχώρια αγορά – η οποία αυτή τη στιγμή αργοπεθαίνει, εξ αιτίας της σοβαρότατης έλλειψης πιστώσεων.

Η αυξημένη ρευστότητα, σε συνδυασμό με το φυσικό πλούτο και τις τεράστιες ικανότητες των Ελλήνων, μαζί με τα ευεργετικά αποτελέσματα της ελεγχόμενης υποτίμησης μέσω της υποκατάστασης των εισαγωγών, της μείωσης τους, καθώς επίσης της αύξησης των εξαγωγών, θα αναζωπύρωναν την οικονομία, αυξάνοντας την απασχόληση και καταπολεμώντας το στασιμοπληθωρισμό – φυσικά με την προϋπόθεση ότι, η χώρα θα παρέμενε εντός της ΕΕ, ενώ η κυβέρνηση της θα εξασφάλιζε μία λεπτή ισορροπία, ανάμεσα στην υπερβάλλουσα ρευστότητα και τη συγκράτηση του πληθωρισμού σε λογικά επίπεδα”.

ΤΑ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΤΟΥ ΕΥΡΩ

Όπως έχουμε πολλές φορές αναφέρει, είμαστε ανεπιφύλακτα υπέρ της Ευρώπης των Πολιτών της, εναντίον της Ευρώπης των Τραπεζών, υπέρ του κοινού νομίσματος (Ευρώ) και εναντίον της επιστροφής στη δραχμή – τα αποτελέσματα της οποίας θα ήταν καταστροφικά, ενώ τα έχουμε αναλύσει σε πάρα πολλά κείμενα μας. Εν τούτοις δεν θεωρούμε ότι, η παραμονή μας στο Ευρώ πρέπει να εξασφαλιστεί με αντίτιμο την υποδούλωση της χώρας μας στις αγορές – ή/και με τη μετατροπή της σε προτεκτοράτο της Γερμανίας, μέσα από αιματηρές κοινωνικές εξεγέρσεις, επικίνδυνους εμφυλίους πολέμους, φτώχεια, εξαθλίωση και αυξημένη εγκληματικότητα.   

Εκτός αυτού, δεν φθάνει να θέλουμε μόνο εμείς την παραμονή μας στην Ευρωζώνη, εάν οι υπόλοιποι «εταίροι» μας δεν το επιθυμούν – ενώ, έχοντας μάλλον αντίθετη άποψη, μας διασύρουν αναίσχυντα, μας προσβάλλουν, καταρρακώνουν την εθνική μας υπερηφάνεια και θέλουν να λεηλατήσουν τις κοινωφελείς επιχειρήσεις μας, ίσως για να αναγκαστούμε τελικά μόνοι μας να αποχωρήσουμε (αν και η συμφωνία του Μάαστριχτ δεν προβλέπει ούτε αποβολή, ούτε εθελούσια αποχώρηση των χωρών-μελών της Ευρωζώνης).

Περαιτέρω, είναι αδύνατον να προβάλουμε τις δικές μας απόψεις, σε σχέση με τις επώδυνες «ερήμην συμφωνίες» που μας επιβάλλουν, εάν δεν έχουμε καμία εναλλακτική δυνατότητα – η οποία να στηρίζεται αποκλειστικά και μόνο στις δικές μας δυνάμεις. Επί πλέον, ακόμη και αν δεχθούμε ότι, οι «εταίροι» μας είναι καλοπροαίρετοι και θέλουν μόνο το καλό μας, παρά τα καταστροφικά μέτρα που μας επιβάλλουν δικτατορικά, δεν είναι δυνατόν να υπάρξει κοινό μέλλον, εάν εμείς είμαστε μονόπλευρα εξαρτημένοι από αυτούς – όπως συμβαίνει σε έναν γάμο, ο οποίος είναι αδύνατον να αποβεί ευτυχισμένος, ενώ δεν έχει συνήθως διάρκεια, εάν οι σύζυγοι δεν είναι ώριμες και ανεξάρτητες μεταξύ τους, ισότιμες προσωπικότητες.

Τέλος, όταν όλες οι απόψεις συγκλίνουν στο ότι, πλησιάζει το τραγικό τέλος της Ευρωζώνης, αν και υπάρχουν πολλές λύσεις, εμείς πρέπει να λάβουμε τα μέτρα μας – παρά το ότι οφείλουμε παράλληλα να κάνουμε όλα όσα μπορούμε για να αποφευχθεί η ανεξέλεγκτη διάλυση, αφού θα γυρίσει πολλά χρόνια πίσω τόσο την Ευρώπη, όσο και ολόκληρο τον πλανήτη.   

Επομένως, είμαστε υποχρεωμένοι να επεξεργασθούμε σοβαρά ένα σχέδιο επιστροφής στο εθνικό μας νόμισμα, για όλες τις παραπάνω περιπτώσεις, το συντομότερο δυνατόν – ένα «σχέδιο Β» το οποίο, παρά το ότι θα είναι αναμφίβολα επώδυνο, θα είναι εφικτό, όσον αφορά την πραγματοποίηση του, ενώ παράλληλα θα αποδιώξει τους φόβους μας, οι οποίοι μας κοστίζουν την ελευθερία, την υπερηφάνεια και την εθνική μας ανεξαρτησία.

Ας μην ξεχνάμε ότι, ο νέος πρωθυπουργός, στην πρώτη ομιλία του, αναφέρθηκε τουλάχιστον τέσσερις φορές στο «εκβιαστικό δίλημμα»: μέτρα λιτότητας και υποταγή μας στην εγκληματική συμφωνία της 26ης Οκτωβρίου ή έξοδος από την Ευρωζώνη – ενώ, παρά τις αναφορές του στα πλεονεκτήματα της συμφωνίας, δεν μας εξήγησε ούτε μία φορά τα μέτρα, με τα οποία είναι συνδεδεμένη.

Δυστυχώς, κανένας πολιτικός μέχρι σήμερα δεν μας έχει αναφέρει τι ακριβώς απαιτεί από εμάς η συμφωνία της 26ης Οκτωβρίου – παρά το ότι οφείλουν να είναι τουλάχιστον ειλικρινείς απέναντι μας αφού, χωρίς τους Πολίτες, δεν είναι δυνατόν να ανακάμψει ποτέ η Ελλάδα.

Πόσο μάλλον όταν, η εφαρμογή της συμφωνίας πτώχευσης της 26ης Οκτωβρίου ή οποιασδήποτε άλλης, η οποία θα στηρίζεται στη λιτότητα και στην ύφεση, δεν πρόκειται να μας βγάλει ποτέ από την κρίση – ενώ πιθανότατα θα μας κοστίσει τη λεηλασία της χώρας μας, την απώλεια της εθνικής μας κυριαρχίας, την υποδούλωση, την εξαθλίωση και τελικά τη χρεοκοπία, στην οποία όμως θα οδηγηθούμε εξευτελισμένοι και εξαθλιωμένοι (ειδικά επειδή η εσωτερική υποτίμηση, η οποία επιχειρείται, δεν μειώνει ούτε το κόστος διαβίωσης, ούτε και τα χρέη, ενώ αυξάνει τη σχέση τους προς ένα διαρκώς μειούμενο ΑΕΠ).

Φυσικά ο χρόνος που έχουμε στη διάθεση μας μειώνεται συνεχώς – αφού τα χρέη που συνάπτονται, μετά την προσφυγή μας στο ΔΝΤ, είναι ενυπόθηκα, δεν είναι μετατρέψιμα σε δραχμές και υπάγονται στο εγκληματικό αγγλικό δίκαιο (υπολογίζονται σήμερα στα 65 δις €, από τα 370 δις € συνολικά). Παράλληλα βέβαια οφείλουμε να αναλύσουμε το θέμα του ιδιωτικού εξωτερικού χρέους, το οποίο είναι τουλάχιστον εξίσου επικίνδυνο – εάν δεν έχουν βρεθεί τρόποι διαχείρισης του, πολύ πριν εξέλθει μία χώρα από την Ευρωζώνη. 

ΕΠΙΛΟΓΟΣ

Ολοκληρώνοντας, κατά την άποψη μας η Ελλάδα είναι δυνατόν να επιβιώσει ελεύθερη, εάν υποχρεωθεί να εγκαταλείψει ελεγχόμενα την Ευρωζώνη – αρκεί να μην καθυστερήσει υπερβολικά, να μην φοβηθεί τα τεράστια προβλήματα που θα αντιμετωπίσει, να το έχει προγραμματίσει με κάθε λεπτομέρεια, να διοικείται από μία έντιμη, ικανή, φιλελεύθερη και θαρραλέα κυβέρνηση, καθώς επίσης να δημιουργήσει έγκαιρα ένα σωστό επενδυτικό πλαίσιο, το οποίο θα της εξασφαλίσει την υγιή ανάπτυξη. Ο ιδιωτικός τομέας της χώρας μας, λιγότερο χρεωμένος από όλες τις υπόλοιπες ανεπτυγμένες οικονομίες, μπορεί να συνάψει δάνεια και να επενδύσει – αυξάνοντας τόσο το ΑΕΠ, όσο και τα έσοδα του δημοσίου, καθώς επίσης δημιουργώντας πρωτογενή πλεονάσματα.

Στα πλαίσια αυτά, η στάση (αναβολή) πληρωμών θα ήταν ίσως η καλύτερη λύση, έτσι ώστε η Ελλάδα να πάψει να δανείζεται σε μη μετατρέψιμα σε δραχμές Ευρώ και με στόχο την επιμήκυνση του χρόνου αποπληρωμής όλων των δανείων της – χωρίς καμία διαγραφή, με επιτόκια που όμως δεν θα ξεπερνούν το εκάστοτε βασικό της ΕΚΤ (1,25% σήμερα).

Φυσικά, η έξοδος της χώρας μας από την Ευρωζώνη (σχέδιο Β) όφειλε να επιτευχθεί, χωρίς τη σύγκρουση με τους υπόλοιπους «εταίρους» μας – επιτρέποντας τους να προσπαθήσουν να δημιουργήσουν μία πιο συνεκτική, βιώσιμη Ευρωζώνη, έτσι όπως φαίνεται σήμερα ότι οι ίδιοι επιθυμούν και ευχόμενοι τους καλή επιτυχία.  

 

ΥΓ: Υπενθυμίζουμε ξανά ότι, κυκλοφορεί σύντομα το τέταρτο βιβλίο μας με τον τίτλο «Σκάκι με το Διάβολο», περί τις 300 σελίδες, από τις ONEeditions.

Μπορείτε να το παραγγείλετε με την αποστολή μηνύματος στο kb@kbanalysis.com στην τιμή των 11,90 € συν τα έξοδα αποστολήςτα έσοδα του βιβλίου στηρίζουν τόσο τα άρθρα, όσο και τη σελίδα: www.casss.gr

Κυκλοφορεί επίσης το βιβλίο «Υπέρβαση εξουσίας» (τιμή 25,00 € συν έξοδα αποστολής – 400 σελίδες), στο οποίο αποκαλύπτονται οι σκοτεινοί μέθοδοι της Γερμανικής Οικονομικής Αστυνομίας, οι οποίοι φαίνεται ότι δυστυχώς εφαρμόζονται σήμερα και στην Ελλάδα (συλλήψεις κάθε Τρίτη κλπ.).     

 

* Βασίλης Βιλιάρδος  (copyright), Αθήνα, 15. Νοεμβρίου 2011, viliardos@kbanalysis.com.

 

Ο κ. Β. Βιλιάρδος είναι οικονομολόγος, πτυχιούχος της ΑΣΟΕΕ Αθηνών, με μεταπτυχιακές σπουδές στο Πανεπιστήμιο του Αμβούργου. Σύντομα κυκλοφορεί το τέταρτο βιβλίο του, με τον τίτλο «Σκάκι με το Διάβολο» (προπαραγγελίες στο mail:  kb@kbanalysis.com).

Ημέρες Χρεοκρατίας και απαντήσεων

Ημέρες Χρεοκρατίας και απαντήσεων

 

Του Γιώργου Λαουτάρη*


 

 

«Δημοσιεύοντας, αλληλογραφούμε», έγραφε ο Κωστής Παλαμάς για τον κοινωνικό χαρακτήρα που έχει εγγενώς η διαδικασία της συγγραφής. Χωρίς να είναι αυτός ο λόγος που η μορφή του μεγάλου ποιητή κοσμεί το εξώφυλλο της έντυπης μορφής της Χρεοκρατίας (Debtocracy), που μόλις κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Λιβάνη, δίνει ένα καλό λόγο γιατί το διαδικτυακό ντοκιμαντέρ που «έσπασε» τους μετρητές, καταφέρνοντας 1 εκατομμύριο προβολές μέσα σε μία μόλις εβδομάδα, ακολούθησε τον παραδοσιακό δρόμο του τυπογραφείου.

Κατά μία έννοια, το βιβλίο της Κατερίνας Κιτίδη και του Άρη Χατζηστεφάνου, με επιστημονική επιμέλεια του Λεωνίδα Βατικιώτη, αποτελεί ανατροφοδότηση της μεγάλης συζήτησης που άνοιξε με το ντοκιμαντέρ, καθώς η ύλη εμπλουτίστηκε και παρουσιάζεται χωρίς τους περιορισμούς της εικόνας και της ολιγόλεπτης διάρκειας. Από μια άλλη άποψη, το βιβλίο δίνει την ευκαιρία να αγγίξει η Χρεοκρατία ένα πολύ ευρύτερο κοινό, που δεν έχει πρόσβαση στις ψηφιακές πηγές.

«Δεν υπάρχουν μονόδρομοι», υποστηρίζουν οι συγγραφείς ότι θα ήταν το καταλληλότερο μότο που θα μπορούσε να κοσμήσει το ντοκιμαντέρ, σαν συμπύκνωση του πολιτικού του μηνύματος: Οι δραματικές περικοπές, η απρόσκοπτη εξυπηρέτηση του δημόσιου χρέους, η παραμονή εντός ευρωζώνης, αποτελούν συνειδητές πολιτικές επιλογές και όχι επιβεβλημένες από κάποια νομοτέλεια κινήσεις. Αυτή η αποκάλυψη που το ντοκιμαντέρ έφερε στην επικαιρότητα με στοιχεία, με μαρτυρίες διεθνώς αναγνωρισμένων πολιτικών και ακαδημαϊκών προσωπικοτήτων, με πρόσφατα ιστορικά παραδείγματα και με επιστημονικά επιχειρήματα, εξασφάλισε και την πλατιά του διάδοση.

«Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η επιτυχία του ντοκιμαντέρ οφείλεται πρωτίστως στις θέσεις που υποστηρίζει», γράφει στον Πρόλογο ο Γιώργος Δελαστίκ. «Θέσεις που ανταποκρίνονται στο λαϊκό αίσθημα και που κανένα από τα επίσημα μέσα ενημέρωσης, ιδίως τα τηλεοπτικά, δεν προβάλλει». Kαι υπογραμμίζει: «Δεν είναι τυχαίο άλλωστε ότι παρόλο που οι δημιουργοί της Xρεοκρατίας έχουν δηλώσει επισήμως ότι η προβολή της είναι απολύτως ελεύθερη και οι ίδιοι δεν ζητούν ούτε ένα ευρώ για πνευματικά δικαιώματα, απολύτως κανένα τηλεοπτικό κανάλι πανελλαδικής εμβέλειας δεν έχει προβάλλει το ντοκιμαντέρ, παρά τον τεράστιο θόρυβο που έχει προκληθεί και την αίσθηση που έχει προκαλέσει στην ελληνική κοινωνία». H σιωπή πάντως των εγχώριων μέσων δεν απέτρεψε τα ξένα από το να επιφυλάξουν ενθουσιώδη υποδοχή. O βρετανικός Γκάρντιαν χαρακτήρισε τη Xρεοκρατία ως «το καλύτερο φιλμ μαρξιστικής οικονομικής ανάλυσης που έγινε ποτέ». H ισπανική Bανγκάρντια χαρακτήρισε την ταινία «κατεδαφιστική κριτική της τρέχουσας πολιτικής που τιμωρεί τους αθώους».

Οι βασικές θέσεις της Χρεοκρατίας ότι είναι πρώτης προτεραιότητας η συγκρότηση μιας κινηματικής Επιτροπής Λογιστικού Ελέγχου του χρέους και η παύση πληρωμής του με στόχο τη διαγραφή του, ενισχύονται με νέα επιχειρήματα στην έντυπη μορφή της.

Η τεκμηρίωση των θέσεων και της κριτικής ενισχύεται με πλούσια παραθέματα από το διεθνή και ελληνικό Τύπο και με αναφορές στη βιβλιογραφία. Πενήντα εκτεταμένες σημειώσεις συνοδεύουν το πλήρες κείμενο του σεναρίου, εξειδικεύοντας και θεμελιώνοντας κάθε κεντρικό σημείο της πρωτότυπης αφήγησης. Κατ’ αυτό τον τρόπο, «αποθησαυρίζει» κανείς την πιο πολυσυζητημένη κοινοβουλευτική ατάκα των τελευταίων δεκαετιών, το «μαζί τα φάγαμε» του Θόδωρου Πάγκαλου, παράλληλα όμως διαβάζει σε μετάφραση από επιστημονικό άρθρο και καίρια αποσπάσματα από τις αναλύσεις του καθηγητή Κώστα Λαπαβίτσα για τη «χρηματιστικοποίηση», που υποδεικνύεται ως βασικός παράγοντας που οδήγησε στην κρίση. Αντίστοιχα, στο ωραίο φινάλε του σεναρίου, παρακολουθούμε το Γιώργο Παπανδρέου να λέει «τώρα είναι η κρίσιμη στιγμή, πάμε» και καταλαβαίνουμε από απόκομμα του Βήματος ότι από τους πρώτους που έριξαν την ιδέα του ελικοπτέρου ως μέσου φυγής και για την ελληνική κυβέρνηση, ήταν ο Γιάννης Πρετεντέρης!

Σημαντική θέση στο βιβλίο κατέχουν οι συνεντεύξεις που πήραν οι συντελεστές της Χρεοκρατίας για το ντοκιμαντέρ. Στη μεν οπτική του μορφή οι συνεντεύξεις αυτές καταλαμβάνουν λίγα μόλις λεπτά και είναι περισσότερο αποσπασματικές φράσεις που σχετίζονται με τη ροή της αφήγησης, στη δε έντυπη συνιστούν ολοκληρωμένες απόψεις που αγκαλιάζουν μια σειρά θέματα που δεν θίγονται στα 74 λεπτά του βίντεο. Ο Ντέιβιντ Χάρβεϊ αρνείται τον αυτοκαταστροφικό χαρακτήρα του καπιταλισμού και αναλύει το ρόλο των κρίσεων εντός του. Ο Αλέν Μπαντιού καταθέτει την άποψή του για τον κομμουνισμό στην εποχή μας αλλά και το ρόλο που διαδραματίζει η εργατική τάξη. Ο Σαμίρ Αμίν επισημαίνει τις ευθύνες της Γερμανίας για την κρίση της Ευρώπης. Ο Κώστας Λαπαβίτσας εξηγεί τη θέση του για έξοδο της χώρας μας από την ευρωζώνη. Ο Ερίκ Τουσέν επιχειρηματολογεί γιατί το χρέος της Ολυμπιάδας του 2004 πρέπει να διαγραφεί. Περιέχονται ακόμη απομαγνητοφωνημένες οι πλήρεις συνεντεύξεις των Ζεράρ Ντιμενίλ, Άβι Λούις, Ζάρα Βάγκενκνεχτ, Πάνου Παπανικολάου, Νικήτα Κανάκη, Ούγκο Αρίας και Μανώλη Γλέζου.

Το προωθημένο περιεχόμενο δεν ήταν ο μόνος λόγος που άρεσε τόσο η Χρεοκρατία. Είχε και προχωρημένη μορφή. Η ανατρεπτική αισθητική άποψη που χαρακτήρισε το ντοκιμαντέρ, αποτυπώνεται σε πιο ολοκληρωμένη μορφή και στο βιβλίο. Με το χαρακτήρα περισσότερο ενός λευκώματος, οι καλοσχεδιασμένες σελίδες της Χρεοκρατίας διευκολύνουν την ανάγνωση αλλά επιπλέον οπτικοποιούν τα επιχειρήματα: Οι κινούμενες εικόνες του ντοκιμαντέρ, όπως η καταπληκτική «ιστορία του απεχθούς χρέους», έγιναν καρτούν και οι κινηματογραφικές λήψεις, φωτογραφίες.

Μια καλή και ολοκληρωμένη αρχή και έπεται και συνέχεια με νέα ντοκιμαντέρ…

 

* (Δημοσιεύτηκε στο Πριν, 10-7-2011)

 

ΠΗΓΗ: 14-07-2011, http://www.politikokafeneio.com/neo/modules.php?name=News&file=article&sid=9928

ΜΙΑ ΘΕΟΛΟΓΙΚΗ ΜΑΤΙΑ ΣΤΟ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ

ΜΙΑ ΘΕΟΛΟΓΙΚΗ ΜΑΤΙΑ ΣΤΟ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ

ΑΝΔΡΕΑΣ ΑΡΓΥΡΟΠΟΥΛΟΣ: Θεολογία και Οικολογία

Συμβολή στην Περιβαλλοντική Αγωγή και την Αειφόρο Ανάπτυξη*

 

Του Αθανάσιου Ι. Καλαμάτα**

 

 

Η προσέγγιση των πτυχών της κρίσης στη σχέση του ανθρώπου με το φυσικό περιβάλλον, φαίνεται ότι στις μέρες μας απασχολεί όλο και περισσότερο το σύγχρονο κόσμο. Κατά το δεύτερο μισό του περασμένου αιώνα, εκδηλώθηκαν οι αρνητικές συνέπειες από την επικίνδυνη «λογικοποίηση του πολιτισμού»[1], που μόνο, βέβαια, προβλήματα δημιούργησε:

μόλυνση των θαλασσών, εκτεταμένη ρύπανση της ατμόσφαιρας, ανάδυση του φαινομένου του θερμοκηπίου, πυρηνικά προϊόντα και κατάλοιπα, αφανισμό των φυσικών πηγών και ιδιαίτερα σήμερα, σημαντική μείωση των υδάτινων πηγών και σημαντική καταστροφή των δασών, καταδεικνύουν το μέγεθος της οξύτατης οικολογικής κρίσης, για την οποία ωστόσο, εκφράζεται έντονη ανησυχία από διεθνείς οργανισμούς και οικολογικές οργανώσεις. Αποτέλεσμα τούτων των προβλημάτων, είναι η σε παγκόσμια κλίμακα εκστρατεία ευαισθητοποιήσης της κοινής γνώμης για διάσωση του φυσικού περιβάλλοντος.

Στην πρωτοπορία τούτων των κινητοποιήσεων, βρέθηκαν από την πρώτη στιγμή όλες οι θρησκείες. Οι δραματικές εκκλήσεις πολλών αρχηγών Εκκλησιών – αναφέρω εδώ ενδεικτικά το μήνυμα του προηγούμενου Οικουμενικού Πατριάρχη Δημητρίου για την ημέρα προστασίας του περιβάλλοντος (1η Σεπτεμβρίου 1989), αλλά και το Διεθνές & Διαθρησκειακό Συμπόσιο ΙΙ: Η Μαύρη Θάλασσα σε κίνδυνο, που έγινε υπό την αιγίδα του Οικουμενικού Πατριάρχη Βαρθολομαίου στις 20-28 Σεπτεμβρίου 1997 – είδαν την καταστροφή του φυσικού περιβάλλοντος υπό τη σκοπιά της πνευματικής και υπαρξιακής αλλοτρίωσης της ανθρώπινης εικόνας.

Στη διάσταση αυτή, η ορθόδοξη απάντηση κλείνει μέσα της τη μοναδική δυνατότητα για απεμπλοκή από το αδιέξοδο του οικολογικού προβλήματος. Είναι ιδιαιτέρως παράδοξο ότι ενώ, βρισκόμαστε μπροστά σε φαινόμενα «βιασμού του ανθρώπου και της φύσης»[2], σε μέγιστο βαθμό, αρκετές οικολογικές οργανώσεις προσπερνούν επιδεικτικά τη συμβολή της Θεολογίας. Κι αυτό, βέβαια, οφείλεται σε λανθασμένες ερμηνείες κυρίως βιβλικών κειμένων[3]. Κατά καιρούς ορθά έχει υποστηριχθεί ότι στις εν λόγω οργανώσεις, τις περισσότερες φορές δεν υπάρχει η παραμικρή υποψία, ότι η κρίση δεν είναι μόνο επιστημονική, αλλά πρωτίστως και προπάντων πνευματική. Εδώ, λοιπόν, βρίσκεται η ουσία της συμβολής της Ορθοδοξίας στο οικολογικό πρόβλημα.

Κι εδώ είναι που το παρουσιαζόμενο σήμερα βιβλίο του Ανδρέα Αργυρόπουλου, Σχολικού Συμβούλου Θεολόγων της Περιφέρειας Βορείου Αιγαίου, αποκτά βαρύνουσα σημασία, διότι θέτει επί τάπητος τον προβληματισμό της επιστροφής του ανθρώπου στο «κατ’ εικόνα», την έξοδό του από την ψευδαίσθηση της ανασφάλειας και τη σωτήρια σχέση του με το περιβάλλον. Ζητήματα δηλαδή που αποτελούν για την Ορθοδοξία, κριτήρια υπέρβασης του οικολογικού αδιεξόδου. Διαρθρωμένο σε τέσσερες μικρές ενότητες, το βιβλίο παρουσιάζει επιτυχώς τη θεολογική προσέγγιση της οικολογικής κρίσης, τη σχέση του Θεού και του ανθρώπου με την κτίση – ο όρος κτίση πέραν της τεκμηρίωσής του στα πατερικά κείμενα, με γλαφυρό τρόπο αναλύεται σ’ ολόκληρη τη θεολογική βιβλιογραφία περί του οικολογικού προβλήματος[4] – τη θέση της Εκκλησίας ότι ο άνθρωπος δεν έχει σώμα και πνεύμα, αλλά είναι σώμα και πνεύμα, και τη στάση των σημερινών χριστιανών έναντι της οικολογικής κρίσης.

Υπ’ τις παραπάνω συνιστώσες, τις οποίες ο συγγραφέας έγκυρα τεκμηριώνει παραπέμποντας συχνά σε κείμενα της βιβλικής και πατερικής παράδοσης – κι όχι μόνον, αλλά και σε κείμενα της νεοελληνική λογοτεχνίας[5] – εδώ, θα ήθελα σύντομα να εστιάσω την προσοχή του αναγνώστη σε μερικά ζητήματα που έχουν σχέση με το θέμα μας. Ας τα πάρουμε λοιπόν με τη σειρά. Σ’ ότι αφορά στο περιβάλλον και το οικολογικό πρόβλημα, η Ορθοδοξία διαθέτει δύο βασικά γνωρίσματα, τα οποία απουσιάζουν απ’ όλες τις άλλες οικολογικές θεωρήσεις. Πρώτον, βλέπει το περιβάλλον ως θεϊκό δημιούργημα[6], γι’ αυτό χαίρεται το παραμικρό και ασήμαντο ζούδι του. Και δεύτερον, η αναφορά της σ’ αυτό γίνεται με θέματα δανεισμένα από την ίδια τη φύση και τις λειτουργίες της. Αυτή η υψηλή αντίληψη για έναν τρόπο «κατά φύσιν» ζωής, κατά κανόνα συνιστά την ευχαριστιακή θέαση του περιβάλλοντος, με έντονο το λειτουργικό της χαρακτήρα. Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα της κατανόησης αυτής, είναι ο υμνογραφικός και εικονογραφικός πλούτος της Ορθόδοξης Θεολογίας. Αν ανατρέξει κανείς σ’ αυτόν, θα διαπιστώσει, ότι πολλοί υμνωδοί εξυμνούν ο περιβάλλον με τέτοιο τρόπο, όπου ακόμη και η ευφορία του να συνεπάγεται τη διάσωση της κτίσης, τη διατήρηση της αρμονίας σ’ ολόκληρο τον κόσμο[7].

Ο συγγραφέας απέναντι στα ανώδυνα ευχολόγια και της οικολογικές ηθικολογίες που ουκ ολίγοι σήμερα πρεσβεύουν[8], η Ορθοδοξία μιλά για την «υπέρβαση των αδιεξόδων στα οποία έχει οδηγηθεί ο πλανήτης», προτείνει έναν «άλλο πολιτισμό», στηριγμένο στο «ασκητικό και αντικαταναλωτικό ήθος που προβάλει ο Χριστός και οι Πατέρες της Εκκλησίας» [9]. Κάμει τη ριζοσπαστική πρόταση: ο άνθρωπος είναι «ιερέας της κτίσεως» [10]. Υιοθετώντας την άποψη αυτή ο κ. Α. Αργυρόπουλος ορθότατα υποστηρίζει ότι «ο άνθρωπος πρέπει να κατανοήσει ότι είναι μεσίτης μεταξύ του Θεού και του κόσμου. Απ’ αυτόν εξαρτάται η πορεία της Δημιουργίας σε μεγάλο βαθμό». Υπ΄ αυτό το πρίσμα θα πετύχει να «μεταμορφώσει τον κόσμο» κάνοντάς τον «κοινωνία αγάπης και ομορφιάς» και οδηγώντας τον μακριά από την καταστροφή[11].

Κατά βάθος, λοιπόν, χρειάζεται πρώτα εξανθρωπισμός του ανθρώπου, και αυτός είναι αδύνατος αν δεν περνάει μέσα από την ενεργοποίηση της σχέσης του με το Θεό. Μια τέτοια προσέγγιση θα απαλύνει την αγριότητα της πεπτωκυίας φύσεως και θα μεταβάλει τον άνθρωπο από δυνάστη της δημιουργίας, σε προνοητή και συνδημιουργό του Θεού[12]. Κύριο χαρακτηριστικό της σχέσης αυτής, είναι η αγάπη του Θεού για τον άνθρωπο. Αυτή αποτελεί την πεμπτουσία της χριστιανικής ζωής και αυτή δίνει τον κανόνα για την ορθή τοποθέτηση του ανθρώπου έναντι του κτίσης. Για μια καλύτερη κατανόηση του οικολογικού προβλήματος τρανταχτό παράδειγμα αποτελεί ο ορθόδοξος μοναχισμός. Πράγματι, αν κανείς ενσκήψει με προσοχή σ’ αυτόν, θα διαπιστώσει ότι ο (ορθόδοξος μοναχισμός) δίνει βάσιμη ελπίδα για μια «καλύτερη προοπτική της οικολογίας»[13]. Στην παράδοση της Εκκλησίας η μοναστική ζωή με το ασκητικό ιδεώδες, μέσα από τη νέκρωση του εγωκεντρισμού, δίνει το πλαίσιο πάνω στο οποίο ο άνθρωπος μπορεί να αποδεχθεί ως μέτρο του βίου του τη μεσότητα, την αποδέσμευσή του από τα περιττά και τον περιορισμό της καθημερινότητάς του στα αναγκαία. Η κίνηση αυτή της μοναστική ζωής ξεκινά από την αρχική παραδείσια συμφιλίωση του ανθρώπου με την κτίση. Και δεν είναι δύσκολο να το καταλάβει κανείς τούτο. Πολλές βιογραφίες ασκητών της ερήμου του Σινά, του Αγίου Όρους και των παγωμένων στεπών της αχανούς Ρωσίας, μαρτυρούν πολύ συχνά, άγρια θηρία να υπηρετούν και να διαλέγονται με τον τρόπο τους με τους μοναχούς της προσευχής και της άσκησης.

Σ’ αυτή τη θεώρηση της πνευματική ζωής, διαφαίνεται μια από τις πιο βασικές αρχές της πατερικής παράδοσης: η συμφιλίωση του ανθρώπου με την κτίση ξεπερνά την αλογία στη σχέση τους και δημιουργεί τις προϋποθέσεις σύμμετρης κοινωνίας τους. Άλλωστε η σχέση αυτή, δεν διαφέρει καθόλου από το μυστήριο της Εκκλησίας, το μυστήριο της ευχαριστιακής κοινωνίας, όπου τα πάντα ορατά και αόρατα, λογικά και άλογα λειτουργούν σε μια υπέρλογη ενότητα. Πρόκειται εδώ, για τον εκκλησιασμό του κόσμου. Άνθρωπος και κτίση εξαγιάζονται. Πνεύμα και ύλη δένουν[14].

Το βιβλίο του κ. Ανδρέα Αργυρόπουλου, τεκμηριωμένο και από την παρατιθέμενη βιβλιογραφία (σσ. 47-50) και φροντισμένο από τις εκδόσεις manifesto, αποτελεί ευπρόσδεκτη συμβολή στη θεώρηση της οικολογικής κρίσης από θεολογική σκοπιά.

 

Παραπομπές

 

[1] Βασίλειος Γιούλτσης, «Κοινωνικές συνέπειες της κοινωνικής αναστροφής», Πρακτικά Διατµηµατικού Συµποσίου Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης: Ορθοδοξία και Φυσικό Περιβάλλον, Θεσσαλονίκη 1997, 49-63.

[2] Phillip Serrard, Ο βιασμός του ανθρώπου και της φύσεως. Διερεύνηση των αρχών και των συνεπειών της σύγχρονης επιστήμης, εκδ. Δόμος, Αθήνα 1994.

[3] Ανδρέας Αργυρόπουλος, Θεολογία και Οικολογία. Συμβολή στην Περιβαλλοντική Αγωγή και την Αειφόρο Ανάπτυξη, εκδ. Manifesto, Αθήνα 2011, 13.

[4]  Ενδεικτικά αναφέρω εδώ τη μελέτη του Σεβ. Μητροπολίτου Περγάμου Ιωάννη (Ζηζιούλα), Η κτίση ως Ευχαριστία. Θεολογική προσέγγιση στο οικολογικό πρόβλημα, εκδ. Ακρίτας, Αθήνα 1998, [Σειρά: «Ορθόδοξη Μαρτυρία», αρ. 44].

[5] Ανδρέας Αργυρόπουλος, Θεολογία και Οικολογία, 19, 35, όπου οι αναφορές του συγγραφέα στο Φώτη Κόντογλου και το Γιάννη Ρίτσο.

[6] Αυτόθι 15, 21-22.

[7]  Αυτόθι, 24-26.

[8] Αυτόθι, 36-37.

[9] Αυτόθι, 42.

[10] Ιωάννης (Ζηζιούλας) Μητροπολίτης Περγάμου, «Ο άνθρωπος, ιερέας της κτίσεως. Μια συμβολή στη συζήτηση του οικολογικού προβλήματος», στον τόμο: Ζωντανή Ορθοδοξία στον σύγχρονο κόσμο, Επιμέλεια: Andrew Walker – Κώστας Καρράς, Πρόλογος: Βαρθολομαίος, Οικουμενικός Πατριάρχης, μτφρ. Ιωσήφ Ροϊλίδης, εκδ. Εστία, Αθήνα 2001, 215-226.

[11] Ανδρέας Αργυρόπουλος, Θεολογία και Οικολογία, 23.

[12] Αυτόθι, 33.

[13]  Γεώργιος Μαντζαρίδης, Η εμπειρική θεολογία στην οικολογία και την πολιτική, εκδ. Πουρναρά, Θεσσαλονίκη 1994, 103.

[14] Ανδρέας Αργυρόπουλος, Θεολογία και Οικολογία, 27-33.

 

(βιβλιοπαρουσίαση στην εφημερίδα ΕΜΠΡΟΣ της Μυτιλήνης 28-06-2011) http://www.emprosnet.gr/ArtAndEntertainment/?EntityID=ae3b856e-29c3-4b34-b3ce-d3412e198134

 

* Εκδόσεις: Manifesto, Αθήνα 2011

 

** Ο Αθανάσιος Ι. Καλαμάτας είναι  Δρ. Θεολογίας ΑΠΘ

 

ΠΗΓΗ: Τρίτη, 28 Ιουνίου 2011, http://e-theologia.blogspot.com/2011/06/blog-post_1982.html?spref=fb

Στα ερείπια του σκέπτεσθαι

Στα ερείπια του σκέπτεσθαι*

 

Του Γιάννη Στρούμπα


 

Ενταγμένος σε συλλογικούς σχηματισμούς από την αυγή της ύπαρξής του, ο άνθρωπος καλείται να οργανώσει τον κοινωνικό του βίο επιλέγοντας τους κανόνες που θα ρυθμίσουν τις σχέσεις του με τα υπόλοιπα μέλη της ίδιας κοινότητας. Η συγκεκριμένη απόπειρα είναι διαρκής. Αφορά τη συνολική διαδρομή της ανθρώπινης πορείας στον χρόνο και στον χώρο. Ο τρόπος με τον οποίο θα συγκροτηθεί η κοινωνική οργάνωση υπόκειται σε παραμέτρους που άλλοτε ελέγχονται από τον άνθρωπο κι άλλοτε όχι. Το ζητούμενο της ανθρώπινης συμβολής στη διαμόρφωση του κοινωνικοπολιτικού βίου αναλύει ο Φίλιππος Δρακονταειδής στο δοκίμιό του «Λόγος ερειπίων», εξετάζοντας τις δυνατότητες επέμβασης του ανθρώπου στο είναι τεσσάρων βασικών στοιχείων που συνθέτουν τις κοινότητές του: του κράτους, του λαού, του πολιτεύματος, του δικαίου.


* α΄ δημοσίευση: εφημ. «Αντιφωνητής», αρ. φύλλου 320, 1/6/2011.

Ο άνθρωπος, σαν παίκτης σε επιτραπέζιο παιχνίδι, κρατά στο χέρι του τα ζάρια και καλείται να ορίσει την τύχη του, χωρίς ωστόσο να μπορεί να καταργήσει εντελώς το τυχαίο. Σχεδιάζοντας ένα καλύτερο μέλλον, συγκρούεται με το παλιό, που θεωρείται στον δυτικό κόσμο παρωχημένο. Όμως τ’ απομεινάρια του παλιού, τα «ερείπια», είναι εκείνα που παρέχουν τα υλικά για κάθε νέα οικοδόμηση. Ο σχεδιασμός, συνεπώς, αφορά τα ερείπια που προκρίνονται προς διατήρηση. Ανακύπτει λοιπόν το ερώτημα τι θα αποτελέσει τελικά αντικείμενο επιλογής. Το ερώτημα «τι;» προϋποθέτει τον παίκτη και οδηγεί σε εξελίξεις.

Η μορφή που θα προσλάβει το πρώτο βασικό στοιχείο συγκρότησης των ανθρώπινων κοινοτήτων, το κράτος («τι κράτος;»), απαιτεί την προηγούμενη διερεύνηση της υπάρχουσας οντότητάς του. Το κράτος, στον σύνολο βίο του, ταυτίζει την ύπαρξή του με εκείνη του λαού. Δημιουργείται και πορεύεται πλάι του, ενώ και η κατάλυσή του επισυμβαίνει στο κατόπι του λαού. Η ενηλικίωση και η αξιοπρέπειά του εδράζονται στην καθαρότητα του λαού του. Η σύνθεση του ένδοξου παρελθόντος του αποσκοπεί στην ανάγκη της αυτοεπιβεβαίωσής του πως θα υπάρχει και στο μέλλον. Κι όταν ανακύπτουν εξωτερικοί κίνδυνοι, συνάπτει συμμαχίες, αμφικτιονίες. Όμως η αμφικτιονία δεν είναι πατρίδα, και κανείς δεν θα θυσιαζόταν για χάρη της. Στον σύγχρονο κόσμο, λοιπόν, που είναι ένας, καθώς τα κράτη ανήκουν σε αμφικτιονίες, και πάσχει από αλαλία, εφόσον δεν μπορεί να απευθυνθεί σε κανέναν άλλον λόγω της μοναδικότητάς του, τι προοπτικές θα διάνοιγε το σπάσιμό του σε κομμάτια; Κι αν τα κομμάτια θα ’ταν κράτη, τι καλύτερη μορφή θα γινόταν να προσλάβουν;

Το δεύτερο συστατικό στοιχείο των ανθρώπινων κοινοτήτων, ο λαός, στεγάζει τα μέλη του και τα υποβάλλει, σαν αντάλλαγμα, σε περιορισμούς. Γι’ αυτό και η ελευθερία αποκτά νόημα μόνο εκτός του λαού, και καθίσταται περιζήτητη. Όταν ο λαός παρουσιάζεται συμπαγής, αποτελεί πλήθος· όταν εμφανίζεται τρικυμιώδης και πομπώδης, συνιστά μάζα. Οι μάζες μετατρέπονται σε εργαστήρια εφαρμογής κοινωνικοπολιτικών θεωριών, και συχνά πληρώνουν το τίμημα των πειραματισμών. Τότε υποφέρουν από ασυναρτησία και αναζητούν ηγέτη, τον οποίο επιβάλλουν στο πλήθος, κι εκείνο με τη σειρά του στον λαό. Ο λαός οριοθετεί την ύπαρξή του ορίζοντας εχθρούς και φίλους, σε μία σχέση ασταθή, που θεραπεύεται μέσω της ταξικής διαστρωμάτωσης και του πλούτου. Εξού και αίτημα κάθε επανάστασης υπήρξε η συμμετοχή στον πλούτο. Αν όμως ο πολιτισμός τον οποίο μπορεί να επιδείξει ο λαός είναι η χαύνωση της αφθονίας και η καταναλωτική υστερία, που αναιρούν τον σεβασμό του ανθρώπου και της ζωής, τότε τι είδους λαός είναι αυτός, ο απολιτικός κι αλλοτριωμένος, που κινείται στο στείρο πεδίο του τίποτα;

Για την απόσειση από τον λαό των ευθυνών του χρειάζεται ένα πλαίσιο νομιμότητας. Τούτο το παρέχει το πολίτευμα, ως θεσμός που διέπει τη σχέση κράτους και λαού. Όμως ο προβληματισμός αναφορικά με πολιτειακά ζητήματα, των οποίων γίνεται αποδεκτός ο δημόσιος χαρακτήρας, γι’ αυτό και απαιτητή η επισφράγισή τους από τη «λαϊκή ετυμηγορία», καθίσταται αυτοτροφοδοτούμενος και ανακυκλούμενος. Το οικοδόμημα στηρίζεται σε μία αυταπάτη, κι απαξιώνει τη σκέψη, η οποία καταρρέει. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αντίστοιχης σύμβασης αποδεικνύεται η δημοκρατία, που συναλλάσσεται με τα μέλη της κοινότητας, δίνοντας παροχές υπό τη μορφή δικαιωμάτων, και εισπράττοντας τη δική της σταθερότητα. Αν, ωστόσο, ό,τι θα όφειλε να αποτελεί αντικείμενο διεκδίκησης, απλώς προσφέρεται, τότε ποιο νόημα απομένει στην πολιτική ή στον πολίτη; Ο άνθρωπος καταντά το ουδετεροποιημένο «εκείνο» που καταναλώνει προϊόντα ή υπηρεσίες. Τι πολίτευμα, λοιπόν, θα κατάφερνε να εξασφαλίσει μία κοινωνία που δεν θα υποχωρούσε στην κατανάλωση, κι απ’ την οποία δεν θα απουσίαζε η ανθρώπινη συγκρότηση;

Η λειτουργία του δικαίου, ως θεσμού, αναφύεται εξίσου προβληματική. Το δίκαιο ελέγχεται από την εξουσία, η οποία το διαφεντεύει και το επικαλείται ακόμη κι όταν έχει άδικο. Ο άνθρωπος, ως λαός, υπάγεται επίσης στην εξουσία και στο δίκαιο. Όμως το κράτος, για να εξωραΐσει τη λαϊκή υποτέλεια στην εξουσία, προσποιείται πως αντλεί την εξουσία του από τον λαό. Μέσα στο συγκεκριμένο σχήμα λειτουργίας το αυτεξούσιο του ανθρώπου καταργείται και η ελευθερία υποθηκεύεται στο δίκαιο. Η συναίνεση του ανθρώπου στο δίκαιο είναι προϊόν κατασκευής από την εξουσία, και ισοδυναμεί στην ουσία με ποινή. Η παντοδυναμία της εξουσίας ευνοεί την κατάχρηση δικαίου, γεγονός άδικο. Ερώτημα παραμένει ο τρόπος εξόδου απ’ αυτό το άδικο· και ζήτημα το αν ο άνθρωπος δικαιούται όντως κάτι καλύτερο, εφόσον απαξιώνει τον εαυτό του ως «εκείνο» στον κόσμο της κατανάλωσης.

Στο διά ταύτα: εφόσον οι κρίκοι κράτος, λαός, πολίτευμα και δίκαιο πάσχουν, εφόσον οι τάξεις αποσυντίθενται απορροφημένες στο «εκείνο» που βασανίζει τον βίο, εφόσον η σκέψη παραμερίζεται, τι να πάρει τη θέση τους; Ο Δρακονταειδής αναλύοντας την κατάσταση διαπιστώνει πως ο τρόπος λειτουργίας που περιγράφτηκε είναι διαχρονικός κι αποτελεί εντέλει φαύλο κύκλο. Η επανάληψη αυτή δίνει αξία στα στοιχεία του παρελθόντος, τα «ερείπια», καθώς η επίγνωσή τους είναι πολύτιμη προς τη συνειδητοποίηση του ανθρώπου. Μπορεί λοιπόν η εντύπωση του φαύλου κύκλου, με την παράθεση ερωτημάτων επί των θεμάτων συζήτησης, στα οποία ωστόσο δεν δίνεται εμφανής απάντηση, να θυμίζει αδιέξοδο, όμως το αδιέξοδο είναι φαινομενικό. Άλλωστε η πρόταση κατατίθεται τελικά, και θεραπεύει μάλιστα μία από τις νόσους που περιγράφτηκαν: πρόκειται για την επαναφορά στον ανθρώπινο βίο του σκέπτεσθαι, θεμελιωμένου στα «ερείπια» κι αναδυόμενου από αυτά, όπως τουλάχιστον την επιχειρεί ο Δρακονταειδής μέσω του απαιτητικότατου δοκιμίου του, που αξιώνει την ύψιστη πνευματική συγκέντρωση από τον αναγνώστη του, και δεν προσφέρεται σε καμία περίπτωση για χαλαρές περιδιαβάσεις.

Το οικοδόμημα του Δρακονταειδή, συνεπές στις αξίες του, ριζώνει στα «ερείπια» διανοητών που καλλιέργησαν τη φιλοσοφική σκέψη, εκμεταλλευόμενο τα προηγηθέντα πορίσματα και χρησιμοποιώντας τα σαν εφαλτήριο προεκτάσεων. Έτσι αναδεικνύει τη διαχρονικότητα των προβλημάτων, μα και τις στέρεες βάσεις των νέων διαπιστώσεων, που αποδεικνύονται εξίσου διαχρονικές, ως επαρκώς ισχύουσες. Η ισχύς των νέων απόψεων δοκιμάζεται όχι μόνο στα παρελθόντα που τις επαληθεύουν αλλά κυρίως στα σύγχρονα, έστω κι αν η προέκταση αφήνεται στον αναγνώστη. Όταν ο Δρακονταειδής ερμηνεύει τις αμφικτιονίες ως αποδοχή από τα μέλη τους των αδυναμιών τους κι ως οργανισμούς που παραμένουν αλλότριοι απέναντι στα μέλη τους, γι’ αυτό και δεν επιβιώνουν, δεν χρειάζεται να παραθέσει σύγχρονα παραδείγματα. Οι τρέχουσες εξελίξεις στην ευρωπαϊκή σκηνή προσφέρονται προς ερμηνεία στον καθένα, τόσο αναφορικά με το τι σημαίνει, για παράδειγμα, για την Ελλάδα η επιλογή της να ενταχθεί στην Ευρωπαϊκή Ένωση, όσο και για το ποιο (δεν) θα είναι το μέλλον της τελευταίας.

Η αξιοποίηση της φιλοσοφικής παράδοσης συντελείται τόσο σε επίπεδο ιδεών, με την υιοθέτηση της πλατωνικής αριστοκρατικής αντίληψης, που προκρίνει το «σκέπτεσθαι» απέναντι στην αλαλία και προτείνει ως φορείς του τους άριστους, δηλαδή τους ικανότερους προς καθοδήγηση των κοινωνιών, όσο και σε επίπεδο λεκτικό. Χαρακτηριστική λεκτική επιρροή από τον Θουκυδίδη – ιστορικό με διαμορφωμένη φιλοσοφική σκέψη – είναι η χρήση του έναρθρου επιθέτου ουδετέρου γένους στη θέση του ομόσημου ουσιαστικού («το θορυβώδες του θεάματος και το ερεβώδες των επιχειρημάτων»). Παράλληλα επιλέγεται ένας λόγος πυκνός και πολύσημος («Κράτος και λαός κάνουν χρήση λόγου, έτσι ώστε να μην υπάρχουν άνευ λόγου, αφού έτσι κι αλλιώς υπάρχουν εξ αποχρώντος λόγου, που δεν είναι άλλος από το έχειν.»), που μεταχειρίζεται την παρομοίωση επεξηγηματικά, μεταφέροντας τη συζήτηση σ’ ένα ευληπτότερο πεδίο («η Χάρτα των Δικαιωμάτων, κάτι σαν τις Δέκα Εντολές που παρέλαβε ο Μωυσής από τον Θεό στο όρος Σινά»), και που μέσα από τολμηρούς, ευφάνταστους παραλληλισμούς προσδίδει στο κείμενο και λογοτεχνική αξία. Έτσι, τα πολιτειακά δεδομένα ερμηνεύονται με τη βοήθεια της Φυσικής: «Το πολίτευμα υπακούει στον φυσικό νόμο της βαρύτητας, δηλαδή από πάνω (από την εξουσία του κράτους) προς τα κάτω (προς τον λαό). Ο λαός υπακούει στον φυσικό νόμο της ανάδυσης από κάτω (από την εξουσία του λαού) προς τα πάνω (προς το κράτος). Συνήθης φυσικός νόμος είναι η βαρύτητα.»

«Λόγος ερειπίων», λοιπόν: λόγος περί των ερειπίων, που όσο κι αν φαντάζουν υπολείμματα καταστροφής κι απομεινάρια παρωχημένα, είναι οι άσειστες βάσεις πάνω στις οποίες θα εδραστούν τα νέα οικοδομήματα· λόγος από ερείπια, εφόσον δεν υπάρχει παρθενογένεση, κάτι που ισχύει φυσικά και για τον τομέα της σκέψης· και, λόγος ως λογική, η λογική των ερειπίων, που αντιλαμβάνεται τη σύνδεση του παρόντος με το παρελθόν, κι επιτρέπει σε όσους κατανοούν τη σχέση των δύο χρονικών βαθμίδων να προβούν στη σύνθεση της εικόνας του μέλλοντος. Η πυκνή σκέψη του Δρακονταειδή αντικατοπτρίζεται στον ίδιο τον τίτλο του δοκιμίου του, ο οποίος τη συμπυκνώνει εξίσου εύστοχα κι αποτελεσματικά με τον τρόπο με τον οποίο κι εκείνη λειτουργεί στο σύνολο του παρόντος φιλοσοφικού έργου.

 

Φίλιππος Δ. Δρακονταειδής, «Λόγος Ερειπίων», εκδ. Γαβριηλίδης, Αθήνα 2010, σελ. 168.

 

«Κράτος δίχως λαό δεν υπάρχει. Το γεγονός ότι υπάρχουν λαοί δίχως κράτος, δεν αναιρεί τον κανόνα πως δεν νοείται κράτος δίχως λαό. Ούτε αναιρεί την πιθανότητα προσεχούς δημιουργίας κράτους από λαούς δίχως κράτος. Η μη ύπαρξη κράτους δεν σημαίνει μη ύπαρξη λαού. Σημαίνει την μέχρι τέλους παρουσία μιας εκκρεμότητας λαού προς απόκτηση του κράτους του. Η εμπειρία λέει πως τέτοια εκκρεμότητα λύεται μέχρι τέλους διά του τέλους: ή κράτος φτιάχνεται ή λαός χάνεται. Ένα κράτος φτιάχνεται όχι επειδή το θέλει ο λαός του, αλλά επειδή το θέλουν άλλοι, ώστε να φτιαχτεί από τον λαό του. Αυτή η τακτοποίηση είναι συνήθης και βαφτίζεται εποποιία και ηρωισμός. Προς απόκρυψη του κόστους οικοδόμησης του κράτους· κόστος που δεν καταβάλλουν οι άλλοι, αλλά εξ ολοκλήρου ο λαός.»

«Ας δούμε μερικά στοιχεία: να λοιπόν το εκείνο που καταναλώνει το προϊόν Άλφα. Τα συστατικά του προϊόντος Άλφα αναγράφονται στη συσκευασία. Αυτή η αναγραφή αρκεί για την αφαίρεση οποιασδήποτε ευθύνης εκ μέρους του παραγωγού ή κατασκευαστή του προϊόντος Άλφα, αφού, σύμφωνα με το δίκαιο, αυτός έχει ενημερώσει τον καταναλωτή ότι η σύνθεση (και η ημερομηνία παραγωγής, καθώς και η ημερομηνία λήξης του προϊόντος Άλφα) είναι η αναγραφόμενη, όπως το επιβάλλει το δίκαιο της “προστασίας” του καταναλωτή. Έτσι, το δίκιο είναι στην πλευρά του παραγωγού ή του κατασκευαστή. Το εκείνο κρίνεται συνεπώς ως ενημερωμένο (προς εξασφάλιση των δικαιωμάτων του), επιβαρημένο ωστόσο από τη γνωστοποίηση των δεδομένων του προϊόντος Άλφα, η οποία καταλήγει σε συσσώρευση δεδομένων για το πλήθος των προϊόντων Άλφα ως Ωμέγα, που το εκείνο προμηθεύεται και καταναλώνει. Τι γνωρίζει εντέλει το εκείνο από τη χιονοστιβάδα των γνωστοποιήσεων; Πού είναι το δίκιο του; Και αν είναι, έχει σημασία;»

Χρειαζόμαστε ένα νέο Σόλωνα – Σεισάχθεια

Χρειαζόμαστε ένα νέο Σόλωνα – Σεισάχθεια

 

Συγγραφέας Σπ. Λαβδιώτης

 

 

 

Η Ελλάδα περιέρχεται σε δεινή κατάσταση και γι' αυτό το σύστημα της χρεοκρατίας ετοιμάζει "συγκυβέρνηση" με άγρια καταστολή. Τα προμηνύματα τα είδαμε στις 11 του μηνός με την ανελέητη επίθεση των ΜΑΤ κατά των διαδηλωτών.

Η αξιοθρήνητη συμπεριφορά των πολιτικών μας, των τιμητών του ψεύδους, της μηχανορραφίας, της ιδιοτέλειας και της ανομίας, υπήρξε η βασική αιτία της εξευτελιστικής de facto χρεωκοπίας της σύγχρονης Ελλάδας που με περισσό θράσος συνεχίζεται.

Το "επικυρωμένο" πρόγραμμα Ζάππειο ΙΙ, του αρχηγού της Νέας Δημοκρατίας, Αντώνη Σαμαρά, αποτελεί ένα άλλο πρόγραμμα, μια άλλη συνταγή παρόμοια των ολέθριων οικονομικών πολιτικών του παρελθόντος, που μας οδήγησαν στη σημερινή οικονομική άβυσσο, την μεγαλύτερη μετά από τον Β' Παγκόσμιο πόλεμο.

Το πρόγραμμα της Νέας Δημοκρατίας για την έξοδο της χώρας από την κρίση, που χωρίς ντροπή ονομάσθηκε "επανεκκίνηση με δημιουργικό σοκ" και προκάλεσε την ικανοποίηση και τα χαμόγελα των βιομηχάνων και της ολιγαρχικής τάξης, αποτελεί μια κακή συνταγή επίλυσης των προβλημάτων που μαστίζουν την Ελληνική οικονομία.

Αυτή την πολιτική της κοινωνικής απορρύθμισης και της αδικίας επιθυμεί το πρόγραμμα της Νέας Δημοκρατίας να συνεχίζει, αλλάζοντας απλώς σκυτάλη και τον ρόλο της "μαριονέτας" σε αυτό το άθλιο δόγμα της παγκόσμιας διακυβέρνησης, που δεν είναι τίποτε διαφορετικό από την επανίδρυση της Μεσαιωνικής φεουδαρχίας. Γι' αυτό δεν έγινε καμία αναφορά στο πρόγραμμα, ότι υπάρχει και άλλη μια λύση που ονομάζεται "εξωτερική υποτίμηση" (external devaluation), γιατί αυτή συνεπάγεται την επιστροφή στο εθνικό μας νόμισμα, την δραχμή, το ευρώ της εποχής της ξακουστής αθηναϊκής δημοκρατίας.

Εμείς πρέπει να είμαστε προετοιμασμένοι για να αντιμετωπίσουμε μια κατά μέτωπον σύγκρουση με τους χρηματοδανειστές της χώρας, που αρχικώς θα προσπαθήσουν να μας αποκλείσουν από τις χρηματοπιστωτικές αγορές, αλλά είμαστε αποφασισμένοι να προχωρήσουμε, διότι έχουμε τα επιχειρήματα και την τεκμηρίωση ενός αποτυχημένου προγράμματος αυστηρής λιτότητας, που ενώ καταδυναστεύει την κοινωνία, έχει αυξήσει το δημόσιο χρέος κατά 42 δις ευρώ μόνο το 2010!

Αυτή η κίνηση ίσως είναι επώδυνη για την Ελλάδα βραχυπρόθεσμα, αλλά είναι απίθανο ότι τα κόστη αυτά θα είναι μεγαλύτερα σε σύγκριση με τα πολλά χρόνια βαθιάς ύφεσης, στασιμότητας και μεγάλης ανεργίας, που προσφέρουν οι Ευρωπαϊκές αρχές. Κανένας ηγέτης με αίσθημα ευθύνης, ούτε ο δημοκρατικός λαός, πρέπει να αποδεχθεί αυτού του είδους την κατοχή και την τιμωρία για ολόκληρη την χώρα.

 

Σπύρος Λαβδιώτης, οικονομολόγος, μέλος της Πρωτοβουλίας Πολιτών ΣΕΙΣΑΧΘΕΙΑ

 

16 Μαΐου 2011

Το σχολείο είναι γυρισμένο ανάποδα

Το σχολείο είναι γυρισμένο ανάποδα

 

Συγγραφέας: Τάσος Χατζηαναστασίου


 

Πρόλογος

Το παρόν βιβλίο περιλαμβάνει κείμενα γραμμένα από τους μαθητές και τις μαθήτριες της Α΄ τάξης του 1ου ΕΠΑΛ Ναυπλίου, το σχολικό έτος 2009-2010. Τα κείμενα δεν γράφτηκαν φυσικά για να δημοσιευτούν, αλλά ως ασκήσεις παραγωγής λόγου (εκθέσεις, περιγραφές, αφηγήσεις, σύντομες απαντήσεις σε ερωτήσεις κρίσης) και στο πλαίσιο της γραπτής αξιολόγησης του μαθήματος «Νεοελληνική Γλώσσα» της Α΄ Λυκείου. Θεώρησα, ωστόσο, ότι άξιζε τον κόπο να εκδοθούν, προκειμένου να επιτευχθούν δύο στόχοι: να αναδειχθεί και να συζητηθεί το ζήτημα της γλωσσικής διδασκαλίας στη μέση τεχνική και επαγγελματική εκπαίδευση (ΤΕΕ) αλλά και να προβληθούν οι ιδέες και οι προβληματισμοί των μαθητών και μαθητριών της.

Με αυτήν την έννοια, πρόκειται για ένα «διπλό» βιβλίο με δύο φαινομενικά ανεξάρτητα μεταξύ τους μέρη: ένα «θεωρητικό», που αφορά τη γλωσσική διδασκαλία στην ΤΕΕ και ένα «πρακτικό» με τα ζωντανά παραδείγματα της γλώσσας και της σκέψης των μαθητών και μαθητριών. Θα μπορούσε, δηλαδή, κάποιος να αγνοήσει το θεωρητικό μέρος και να περιοριστεί στην ανάγνωση των μαθητικών εργασιών, για να δει πώς σκέφτεται και γράφει ένα κομμάτι των σημερινών εφήβων με τα συγκεκριμένα χαρακτηριστικά. Παρ’ όλα αυτά, υποστηρίζω ότι η συζήτηση γύρω από τη γλωσσική διδασκαλία δεν αφορά μόνο τους ειδικούς επαγγελματίες, αλλά το σύνολο της ελληνικής κοινωνίας, καθώς η γλώσσα αποτελεί ένα από τα σημαντικότερα στοιχεία της εθνικής παιδείας, του συνολικού πολιτισμού ενός λαού. Για το λόγο αυτό, τις συνέπειες της υποβάθμισης της παιδείας τις υφίσταται ολόκληρο το έθνος, ιδιαίτερα, όμως, τα λαϊκά στρώματα, για λόγους που, αν δεν είναι προφανείς, ελπίζω ότι θα αποσαφηνιστούν στη συνέχεια.

Εξυπακούεται ότι δεν δημοσιεύονται όλες οι εργασίες που γράφτηκαν στη διάρκεια της χρονιάς. Οι λόγοι είναι πολλοί και κυρίως πρακτικοί. Πρώτα πρώτα δεν είχε νόημα να δημοσιευτούν οι περιλήψεις κειμένων που έκαναν τα παιδιά. Σε ό,τι αφορά τις υπόλοιπες ασκήσεις παραγωγής λόγου, η ανάγνωση κειμένων που επαναλαμβάνουν τα ίδια πράγματα ή περιέχουν ανούσιες κοινοτοπίες (ή ακόμη και ανοησίες!) γραμμένες ανόρεχτα με πολλά εκφραστικά και συντακτικά λάθη, απλώς «για να βγει η υποχρέωση» στο πλαίσιο μιας καταναγκαστικής εργασίας –όπως είναι συχνά στο σχολείο η «αγγαρεία» της έκθεσης– θα ήταν κουραστική και βαρετή. Επιλέχτηκαν επομένως εργασίες που –κατά τη γνώμη μου φυσικά– παρουσιάζουν ενδιαφέρον, τόσο από γλωσσική άποψη όσο, κυρίως, από πλευράς περιεχομένου, επειδή είναι πρωτότυπες, περιέχουν αυθεντικές και όχι προκατασκευασμένες «φροντιστηριακές» κρίσεις, απόψεις και επισημάνσεις, έχουν χιούμορ, αποπνέουν εν τέλει τη φρεσκάδα των δεκαεξάρηδων συντακτών τους. Εννοείται πως η υποκειμενικότητα των κριτηρίων επιλογής αποτελεί μια ευθύνη που αναλαμβάνω στο ακέραιο!

Τελευταία διευκρίνιση: Οι σχολικές εργασίες δε δημοσιεύονται ως «μαργαριτάρια», για την ικανοποίηση όσων διασκεδάζουν επιπόλαια με το χαμηλό επίπεδο και τα λάθη των παιδιών (των άλλων). Κάτι τέτοιο θα ισοδυναμούσε είτε με υποτίμηση της δικής μου δουλειάς, είτε με ένδειξη υπεροψίας και περιφρόνησης εκ μέρους μου απέναντι σ’ αυτούς/αυτές που με εμπιστεύθηκαν. Αντίθετα, παίρνω πολύ σοβαρά υπόψη κάθε τι που γράφουν οι μαθητές και οι μαθήτριές μου. Γιατί ακόμη και αν κάτι φαίνεται, ή πράγματι είναι, αφελές ή έχει γραφτεί επιπόλαια, διατηρεί την αυθεντικότητα μιας εφηβικής κατάθεσης και άρα αξίζει να το διαβάσουμε. Άλλωστε, μιλάμε πάντοτε για τα δικά μας παιδιά, δηλαδή για ένα σημαντικό κομμάτι της νεολαίας της χώρας μας, οπότε ακόμη και οι αδυναμίες, τα λάθη, οι αστοχίες, οι ασυνταξίες και το φτωχό περιεχόμενο προσφέρονται μάλλον για προβληματισμό παρά για διασκέδαση. Αυτό είναι και το νόημα αυτής της πρωτοβουλίας.

 

Τάσος Χατζηαναστασίου

 ΠΗΓΗ: http://www.ardin.gr/node/4231