Για το συνδικαλιστικό κίνημα
Του Βασίλη Κακαρούμπα *
Η αστική τάξη επιχειρεί να αντιμετωπίσει την κρίση εξαπολύοντας την πιο άγρια επίθεση ενάντια στην εργασία με την προσφυγή σε μορφές εκμετάλλευσης που επιχειρούν να επαναφέρουν την κοινωνία στις αρχές του προηγούμενου αιώνα, με τη μαζική καταστροφή παραγωγικών δυνάμεων, τη συντριβή των μεσαίων στρωμάτων.
Η οργή των εργαζόμενων και της κοινωνίας, που παίρνει τεράστιες διαστάσεις και έχει θέσει σε συναγερμό τα κέντρα και τα παράκεντρα της εξουσίας, δεν βρίσκει πολιτική διέξοδο, τρόπο έκφρασης. Το ξέσπασμα του Δεκέμβρη αλλά και η απεργία της 5 του Μάη είναι δύο βασικά χαρακτηριστικά της.
Η ιστορικότητα της κρίσης, ο τρόπος που εξελίσσεται, οι ακόμα πιο απαισιόδοξες προοπτικές που διαφαίνονται θέτουν επιτακτικά το ζήτημα της κατάστασης και του ρόλου που καλείται να παίξει το εργατικό κίνημα.
Όσοι αναφέρονται στο συνδικαλιστικό κίνημα μιλούν για «βαθιά κρίση» που χαρακτηριστικά στοιχεία της είναι η μείωση της συμμετοχής στα συνδικάτα παρά το ότι η μισθωτή απασχόληση αυξήθηκε. Στο δημόσιο τομέα «συμμετέχουν» το 55% των εργαζόμενων και στον ιδιωτικό το 15% με τους πιο ανασφαλείς, απασχολούμενους στην «ευέλικτη εργασία»,σε νέους κλάδους, τους μετανάστες και τους άνεργους να βρίσκονται εκτός.
Ο κατακερματισμός που μετρά 3.500 πρωτοβάθμια σωματεία και 200(!!!) δευτεροβάθμια. Παρ΄ όλα αυτά το 98 % της εργασίας στον ιδιωτικό τομέα δεν εκπροσωπείται από κάποιο συνδικαλιστικό όργανο. Νέοι εργαζόμενοι νέοι κλάδοι νέες θέσεις εργασίας γίνονται έρμαια της ατομικής διαπραγμάτευσης. Η νέα φύση της παραγωγής, η ευέλικτη εργασία δεν ενοποιούν την εργατική τάξη αντίθετα ενισχύουν την πολυδιάσπαση και τον ανταγωνισμό.
Η άμεση και απόλυτη εξάρτηση από το κράτος και το νομικό καθεστώς με χαρακτηριστικότερη την αναγνώριση της ιδιότητας του εργαζόμενου μόνο στους «απασχολούμενους με σχέση εξαρτημένης εργασίας ιδιωτικού δικαίου» με πρόβλεψη για τους Δ.Υ. ότι «δύνανται να έχουν τις δικές τους συνδικαλιστικές οργανώσεις». Το τελευταίο διάστημα έχουμε καθημερινά σχεδόν την άμεση νομική – δικαστική παρέμβαση με την κήρυξη παράνομης της δράσης των συνδικάτων.
Πώς κατάληξε σήμερα η συνδικαλιστική δράση να θεωρείται από τους ίδιους τους εργαζόμενους απαξιωτική και ο τίτλος και μόνο του συνδικαλιστή να προξενεί απέχθεια;
Πέρα από τη φιλότιμη και ακούραστη συνεισφορά των μηχανισμών της αστικής προπαγάνδας που καθημερινά εξαπολύουν μύδρους ενάντια στο εργατικό κίνημα για την «ταλαιπωρία των πολιτών», πρέπει να αναζητηθούν οι πραγματικές αιτίες.
Ο συνδικαλισμός ουδέποτε αναπτύχθηκε μόνο με βάση την ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων δηλ. τις εξελίξεις στην παραγωγική βάση αλλά κυρίως με την ανάπτυξη, εξέλιξη των πολιτικών δομών που αφορούν το εποικοδόμημα. Απλουστευτικά οι λόγοι μπορούν να αναζητηθούν στην ανάγκη πολιτικής παρέμβασης της αριστεράς αλλά και στην λυσσαλέα αντεργατική πολιτική και παρέμβαση της αστικής τάξης από τη «νομιμοποίηση» του συνδικαλιστικού κινήματος μέχρι σήμερα.
Η αντίφαση
Όσο το συνδικαλιστικό κίνημα αφομοιωνόταν από την πολιτική τόσο περιοριζόταν στις οικονομικές διεκδικήσεις, στην πάλη για τη βελτίωση των όρων διαμόρφωσης της αξίας της εργατικής δύναμης και την ανάπτυξη του επιπέδου διαβίωσης.
Αντί της συνειδητοποίησης του εφήμερου και του σχετικού χαρακτήρα των όποιων κατακτήσεων και της ανάγκης «άρνησής» τους από τους ίδιους τους εργαζόμενους και αντικατάστασης, διεύρυνσής τους από ευρύτερους στόχους που θα κινούνται έξω από την καπιταλιστική λογική και θα θέτουν ζητήματα ανατροπής, συνήθισαν στην ιδέα ότι ένα καλύτερο κοινωνικό σύστημα δημιουργείται από τις συνεχείς κατακτήσεις με κορμό των διεκδικήσεων «τη σταθερότητά» τους. Η αναζήτηση της προοπτικής της κοινωνικής αλλαγής είναι υπόθεση που αφήνει έξω την εργατική τάξη και τα συνδικάτα.
Η εργατική τάξη διαπαιδαγωγήθηκε, καθοδηγήθηκε πολιτικά, κοινωνικά και ιδεολογικά με την αντίληψη ότι η οικοδόμηση της νέας κοινωνίας δεν είναι υπόθεση άρρηκτα δεμένη με την καθημερινή πάλη, αλλά υπόθεση κάποιων γραφειοκρατικών δομών που θα κατακτήσουν την εξουσία. Έτσι αναπτύχθηκε η γραμμική ντετερμινιστική λογική των συνεχών κατακτήσεων συμπληρωματική της λογικής των σταδίων. Έτσι επικράτησε ο διαχωρισμός ανάμεσα στις «άμεσες» και τις «τελικές» διεκδικήσεις.
Η εργατική τάξη καταδικάζεται από τη μια στο Σισύφειο μαρτύριο του οικονομισμού με τα αδιέξοδα και τις παλινωδίες προσφέροντας τις καλύτερες υπηρεσίες στην κεφαλαιοκρατική κοινωνία. Ξεχάστηκε ότι η πάλη για την αξία και την αναπλήρωση της εργατικής δύναμης είναι το μέσο και αναπόσπαστο κομμάτι της πάλης για την κοινωνική απελευθέρωση.
Ξεχάστηκε ότι η αστική τάξη δεν περίμενε την κατάληψη της Βαστίλης αλλά οικοδομούσε τις βάσεις της νέας αστικής κοινωνίας μέσα στην παλιά φεουδαρχική κοινωνία και απλά η αστική επανάσταση έλυσε την αντίθεση, την αδυναμία συνύπαρξης των δύο κοινωνιών. Οι νέες δομές επέβαλαν την κυριαρχία τους με την κατάληψη της εξουσίας.
Η άρνηση της αδιάσπαστης διαλεκτικής ενότητας του σημερινού προβλήματος με την επαναστατική του προοπτική, της μετατροπής της ταξικής οικονομικής και κοινωνικής πάλης σε επαναστατική πολιτική πάλη και αντίστροφα εμπόδισαν την εργατική τάξη να γίνει τάξη για τον εαυτό της και να αποκτήσει τα συνδικάτα της.
Έτσι ο συνδικαλισμός ανέλαβε επικουρικό ρόλο στη στρεβλή πολιτική δράση διαχείρισης του καπιταλισμού. Τα συνδικάτα ουδέποτε προσανατολίστηκαν στην αναγκαιότητα αναζήτησης, οικοδόμησης κοινωνικών δομών, μορφών και θεσμών που θα δημιουργούν τις κοινωνικές προϋποθέσεις θα αμφισβητούν τις υπάρχουσες δομές θα πείθουν, θα συσπειρώνουν θα διαπαιδαγωγούν, θα οργανώνουν τους εργάτες και θα τους ενώνουν με άλλες κοινωνικές ομάδες.
Τα συνδικάτα ως αντίτιμο για την νομιμοποίηση και τη θεσμοποίησή τους αποδέχτηκαν το ρόλο του ρυθμιστικού παράγοντα για «έναν ικανοποιημένο σκλάβο». Αμέσως μετά το Β΄ παγκόσμιο πόλεμο συναινούν με την επιβολή των απάνθρωπων μέτρων ενάντια στο κόσμο της εργασίας εν ονόματι της σωτηρίας των πατρίδων.
Από τότε σε περιόδους κρίσης, έντασης της επίθεσης ενάντια στους εργαζόμενους «διευρύνεται» ο ρόλος τους για την «επανάκτηση των απωλειών» και τη διαιώνιση του φαύλου κύκλου. Διεύρυνση πάντα ελεγχόμενη που στηρίχτηκε, εξελίχτηκε στον απόλυτο έλεγχο από το πολιτικό κομματικό σύστημα με την πολυδιάσπαση, την καλλιέργεια της παραταξιοποίησης με τη μετατροπή της όποιας συνδικαλιστικής δράσης σε κομματικά ωφέλιμη δραστηριότητα.
Ο συνδικαλισμός μετατρέπεται σε διαμεσολαβητή, σε μεταπράτη της ενσωματωμένης κομματικής λογικής της «αλλαγής των εκλογικών συσχετισμών», της «ενίσχυσης», που ούτε η ίδια δεν μπορεί πια να εξηγήσει γιατί δεν αποδίδει.
«Οι εργατικές ενώσεις αποτυχαίνουν μερικά στο σκοπό τους, όταν δεν κάνουν σωστή χρήση της δύναμης τους. Αποτυχαίνουν ολοκληρωτικά στο σκοπό τους όταν περιορίζονται σε μικροπόλεμο ενάντια στα αποτελέσματα του σημερινού συστήματος, αντί να προσπαθούν ταυτόχρονα να το αλλάξουν, αντί να χρησιμοποιούν τις οργανωμένες δυνάμεις τους σαν ένα μοχλό για την τελική απελευθέρωση της εργατικής τάξης, δηλαδή για την οριστική κατάργηση του συστήματος της μισθωτής εργασίας» Κ. Μαρξ
Ο έλεγχος, η εγκατάλειψη, η ουσιαστική αδιαφορία για τα πρωτοβάθμια σωματεία, το ενδιαφέρον μόνο για την ύπαρξη του τίτλου τους στο «δικό μας» κατάλογο ή για «τη συγκέντρωση δυνάμεων μέσω του μαζικού κινήματος» οδηγεί με τη σειρά του σε απαξίωση των συνδικάτων από τους εργάτες, στην απογοήτευση, στην επικράτηση της λογικής των αυτόνομων, «αυθόρμητων κινημάτων». Έτσι η αστική τάξη απορροφά συστηματικά τα συνδικάτα είτε μετατρέποντάς τα σε όργανα της δικής της πολιτικής είτε σε σφραγίδες. Μην έχοντας το ζωντανό μηχανισμό οργάνωσης και δράσης της η εργατική τάξη εκφράζεται περιστασιακά με ξεσπάσματα διαφόρων κομματιών της ή άλλων κοινωνικών ομάδων.
Η προοπτική
Η αδυναμία του εργατικού κινήματος να αντιμετωπίσει τις προκλήσεις, η ανατροπή του αναδιανεμητικού κοινωνικού μοντέλου του κεϋνσιανισμού, η κρίση του μεταπολιτευτικού πολιτικού συστήματος συμπαρασύρει το συνδικαλιστικό κίνημα.
Τα συνδικάτα με τη δοσμένη μορφή και δράση έχουν οριστικά, ολοκληρωτικά και ανεπιστρεπτί τελειώσει. Η ύπαρξή τους δεν αποτελεί τίποτα άλλο παρά την περιφορά του νεκρού που οργανώνει την εξόδιο ακολουθία του.
Όμως η γραφειοκρατικοποίηση και η αστικοποίηση δεν αναιρεί τον ιστορικό τους ρόλο. Η οποιαδήποτε σχηματική, συλλογική μορφή δράσης δεν μπορεί να προωθηθεί αν δεν στηρίζεται, δεν αναπτύσσεται στα συνδικάτα.
Η εμπειρία του εργατικού κινήματος είναι τεράστια αλλά ελάχιστα αξιοποιημένη. Όπως η εμπειρία του εργατικού Μάη του 68 όπου μπήκαν ξεκάθαρα τα ζητήματα των συνδικάτων και του ρόλου τους χωρίς ποτέ να γίνει έστω και προσπάθεια να απαντηθούν.
Η ίδια η ζωή η ταξική πάλη θα δημιουργήσει τις ρωγμές από τις οποίες θα ξεπεταχτούν νέες μορφές οργάνωσης και δράσης. Η απόχτηση της νέας τους μορφής και δράσης η μετατροπή τους σε ζωντανά κύτταρα συλλογικής σκέψης και κοινωνικής πράξης θα αναδείξει και το νέο συλλογικό επαναστατικό υποκείμενο για να επιτευχθεί η σύνδεση του επιμέρους με το συνολική αντικαπιταλιστική πάλη και η αναφορά του η αναγωγή του στον γενικό αγώνα της κοινωνικής απελευθέρωσης ως ενιαία επαναστατική αναπτυσσόμενη με την πιο πλατιά έννοια του όρου διαδικασία.
Χαρακτηριστικά λειτουργίας και δράσης των πρωτοβάθμιων σωματείων
● Η ενότητα
Οι παραταξιακές λογικές εξυπηρέτησαν την εποχή της μεταπολίτευσης διάφορους στόχους. Σήμερα εξυπηρετούν μόνο τον ασφυκτικό έλεγχο, τον εγκλωβισμό των εργατών μέσω των κομματικών μηχανισμών, καλλιεργώντας την αντιπαράθεση και τη διάσπαση.
Η ενότητα των εργατών ο απεγκλωβισμός τους από τους ρουσφετολογικούς, ψηφοθηρικούς μηχανισμούς είναι κυρίαρχο ζήτημα. Ενότητα που θα στηρίζεται και θα οικοδομείται στους εξής στόχους:
1. Αντίσταση ανατροπή της επίθεσης που ακυρώνει ότι κατάκτησε η εργατική τάξη τον τελευταίο αιώνα με ταυτόχρονη αντεπίθεση για διεύρυνση των εργατικών και κοινωνικών δικαιωμάτων πέρα και έξω από την καπιταλιστική λογική του κέρδους, του καταναλωτισμού, του ανταγωνισμού, της εμπορευματοποίησης των πάντων.
2. Αντίσταση στην κοινοβουλευτική αυταρχική δικτατορία, την τρομοκρατία, την κατάργηση των κοινωνικών και ατομικών ελευθεριών με διεκδίκηση διεύρυνσης της δημοκρατίας υπεράσπισης των εργατικών και κοινωνικών αγώνων, επιβολής νέων μορφών ελεύθερης λαϊκής έκφρασης, αυτοδιαχείρισης και αυτοοργάνωσης.
3. Αντίσταση στην αποανθρωποποίηση της κοινωνίας του πνιξίματος του πολιτισμού με ένταση της πάλης για ανάδειξη, αναβάθμιση των λαϊκών εργατικών πολιτιστικών αξιών, ελεύθερη δημιουργία, σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων αντίσταση στο ρατσισμό και τον κοινωνικό αποκλεισμό.
● Η πιο πλατιά εργατική δημοκρατία
Η πιο πλατιά εργατική δημοκρατία είναι η προϋπόθεση στην οποία στηρίζονται τα πάντα. Δημοκρατία που δεν θα στηρίζεται, δεν θα έχει σχέση με το αστικό εκλογικό πολιτικό σύστημα και τα εκλογικά και θεσμικά τερτίπια του αλλά με την άμεση, ελεύθερη επαφή ανθρώπων με διαφορετικές αφετηρίες, ιδέες, πατρίδες για την αναζήτηση μορφών, τρόπων που θα επιτρέπουν στον εργαζόμενο να ενημερωθεί, να εκφραστεί, να συμμετάσχει, να νιώσει ενεργό μέλος συλλογικότητας με στόχο την ανάδειξη ανάγκης της συλλογικής σκέψης και δράσης.
Με ένα σκοπό. Απέναντι στην καθημερινή φρίκη του καπιταλισμού να αντιπαρατεθεί το όραμα της ζωής, των ιδεών της χειραφέτησης της ανθρωπότητας
1. Κατάκτηση ουσιαστικής αυτονομίας. Τα ίδια τα συνδικάτα να προσδιορίζουν τα μέλη, τα συμφέροντα τους και τον τρόπο διεκδίκησής τους.
2. Προτεραιότητα στην οργάνωση των συνδικάτων στο χώρο δουλειάς με την εξακτίνωση της λειτουργίας τους.
3. Εσωτερικός επιμερισμός έτσι που να βρίσκεται και να έρχεται στο προσκήνιο κάθε ιδιαιτερότητα σε χώρους δουλειάς, σε εργασιακές σχέσεις με τη δημιουργία ομάδων επιτροπών τμημάτων π.χ. νέων, ωρομισθίων, συμβασιούχων.
4. Συντονισμός, συσπείρωση και δράση με άλλα πρωτοβάθμια για την προώθηση κοινών ή παρεμφερών ή ιδιαίτερων ή τοπικών ζητημάτων.
5. Προτεραιότητα στη διακλαδική συσπείρωση και δραστικό περιορισμό των κλαδικών δευτεροβάθμιων οργανώσεων
6. Ενοποίηση του κινήματος επανίδρυση μιας Ενιαίας Εργατικής Ένωσης καθαρμένης από την συμβιβασμένη γραφειοκρατική συμμορία. Κατάργηση της ΑΔΕΔΥ.
Είναι επιτακτική ανάγκη μα συνάμα και ιστορική ευκαιρία μέσα στη σημαντική προσπάθεια του συντονισμού που εξελίσσεται με τις όποιες δυσκολίες σ' όλη τη χώρα να ανοίξει ο προβληματισμός, η συζήτηση, η αναζήτηση της νέας πορείας.
ΤΩΡΑ γιατί η ιστορία δεν επιτρέπει εκ των υστέρων κάλυψη των κενών.
* Ο Βασίλης Κακαρούμπας είναι δάσκαλος.
Πάτρα, 07-07-2010