Οι ζημιές μας τα κέρδη τους: «Διάσωση»-βιασμός, I

«Διάσωση»-βιασμός, I*

Του Γιάννη Στρούμπα

Γιάννης Σιάτρας, «Οι ζημιές μας κέρδη τους. Η λεηλασία της Ελλάδας. Τα αποτελέσματα μιας ανεύθυνης πολιτικής», εκδ. EuroCapital, Αθήνα 2013, σελ. 400.

Η οικονομική ιστορία της Ελλάδας είναι η ιστορία των δανείων της. Από το 1824, με τα δάνεια της Ελληνικής Επανάστασης, μέχρι σήμερα, η χώρα διαρκώς εξαρτάται από χρέη, τα οποία μάλιστα συνδέονται με όλα τα σημαντικά γεγονότα της ελληνικής ιστορίας. Τα δάνεια της περιόδου 1879-1893 είναι διαφωτιστικά για την όλη αρρωστημένη κατάσταση: το ελληνικό δημόσιο είχε χρεωθεί 640 εκατομμύρια φράγκα έναντι πραγματικού ποσού 464 εκατομμυρίων· από αυτά εισέπραξε τα 348 εκατομμύρια και, ενώ μέχρι το φθινόπωρο του 1893 είχε επιστρέψει 367,7 εκατομμύρια, δηλαδή 20 εκατομμύρια περισσότερα απ’ όσα πραγματικά είχε λάβει, εξακολουθούσε να χρωστά 556,8 εκατομμύρια! Η εξάρτηση της χώρας από χρέη συγκαλύπτεται επιμελώς, επισημαίνει ο Γιάννης Σιάτρας στο βιβλίο του «Οι ζημιές μας κέρδη τους», ώστε να μη γίνεται αντιληπτό από τους Έλληνες ότι ζουν σε ένα ανελεύθερο κράτος, με κυβερνήσεις-ανδρείκελα των ξένων δυνάμεων.

Το 1980 το δημόσιο χρέος της Ελλάδας ως ποσοστό του Α.Ε.Π. έφτανε στο 27,7%. Στο τέλος του 2011, και πριν από το «κούρεμα» του 2012, έφτανε στο 163%. Κατά το διάστημα αυτό η χώρα πλήρωσε, μόνο για τόκους, ποσά που φτάνουν στο 202% του Α.Ε.Π. της. Ο Σιάτρας επισημαίνει τον παραλογισμό να πληρώνει η Ελλάδα μόνο για τους τόκους των δανείων της περισσότερα από τα ποσά που δανείζεται. Το δημόσιο χρέος της χώρας στο τέλος του 2000 έφτανε στα 143,6 δισεκατομμύρια ευρώ. Από το 2001 ως το 2011 το κράτος πλήρωσε σε τόκους το ποσό των 119,6 δισεκατομμυρίων ευρώ. Παρ’ όλα αυτά, στο τέλος του 2011 το χρέος είχε εκτοξευτεί στα 368 δισεκατομμύρια ευρώ. Για να καλύψει η χώρα τα πρωτογενή ελλείμματα της περιόδου, που έφταναν στα 35,6 δισεκατομμύρια ευρώ, κατέβαλε τόκους 119,6 δισεκατομμύρια ευρώ, ενώ το χρέος αυξήθηκε κατά 224,4 δισεκατομμύρια και οδήγησε τελικά την Ελλάδα στη χρεοκοπία. Τα παραπάνω ποσά, ωστόσο, αποδεικνύουν παράλληλα ότι η χώρα μπορεί να ζήσει και χωρίς δανεισμό, εφόσον, βέβαια, υπάρξει μία ορθολογική κι έντιμη διαχείριση των πόρων της.

Ο Σιάτρας θεωρεί ότι στο σημείο που έχουν οδηγηθεί τα πράγματα για την Ελλάδα, με την ανόητη πολιτική της υπερχρέωσης και τη δουλική στάση των πολιτικών της απέναντι στους ξένους «ισχυρούς», είναι πλέον η κατάλληλη ευκαιρία για να κλείσει ο φαύλος κύκλος. Για την απεξάρτηση της χώρας από τους «ισχυρούς» είναι απαραίτητο να καταδειχτεί ο ρόλος των τελευταίων, ιδίως κατά την τρέχουσα κρίση. Όπως επισημαίνει ο συγγραφέας, όταν ξέσπασε η θεωρούμενη «ελληνική» κρίση, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έσπευσε να προστατέψει τις τράπεζες των μεγάλων ευρωπαϊκών χωρών, σχεδιάζοντας ακραίες πολιτικές, οι οποίες μάλιστα παραβίαζαν την ευρωπαϊκή νομοθεσία. Κι αποφάσισε να θυσιάσει την Ελλάδα και τον λαό της. Η καθυστέρηση στην αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους επιδιώχτηκε από την ευρωπαϊκή πλευρά τόσο για να προλάβουν να ρευστοποιήσουν τα τοξικά τους ελληνικά ομόλογα οι ευρωπαϊκές τράπεζες, όσο και για να δημιουργηθούν οι «ειδικοί μηχανισμοί εξυγίανσης» από τα κράτη της Ε.Ε., οι οποίοι θα ελαχιστοποιούσαν τις τυχόν βλάβες από μια ελληνική χρεοκοπία. Η ανήκεστη βλάβη που προκλήθηκε στην Ελλάδα δεν ενδιέφερε κανέναν, ενώ και η τότε ελληνική κυβέρνηση, φοβισμένη και ανίκανη να κατανοήσει τις εξελίξεις, αποδέχτηκε τους ευρωπαϊκούς σχεδιασμούς, παρόλο που ήταν αντίθετοι στα ζωτικά συμφέροντα της Ελλάδας και του λαού της.

Γιατί οργανώθηκε τούτο το άθλιο και σκοτεινό σχέδιο διάσωσης των ευρωπαϊκών τραπεζών σε βάρος της Ελλάδας; Ο Σιάτρας εξηγεί πως η έκθεση των γερμανικών, των γαλλικών και των λοιπών τραπεζών ευρωπαϊκών κρατών στα ελληνικά ομόλογα δεν ήταν επένδυση για την οποία οι συγκεκριμένες τράπεζες δεν είχαν ευθύνη, ώστε να αποφύγουν το «κούρεμα» των υπό την ιδιοκτησία τους ελληνικών ομολόγων. Όταν ένας επενδυτής αξιολογεί εσφαλμένα τις επενδύσεις του, σαφώς κι έχει ευθύνη. Οφείλει να αναλάβει το κόστος από τις λανθασμένες του τοποθετήσεις. Στα τέλη του 2009 οι γερμανικές και οι γαλλικές τράπεζες είχαν στα χαρτοφυλάκιά τους ελληνικά ομόλογα αξίας πάνω από 90 δισεκατομμύρια ευρώ. Μαζί, μάλιστα, με τα δάνεια του ιδιωτικού τομέα, το ποσό που διακυβευόταν ξεπερνούσε τα 250 δισεκατομμύρια ευρώ. Οι ευρωπαϊκές τράπεζες έπρεπε να «διασωθούν», με την παράλληλη μετακύλιση του κινδύνου αλλού, δηλαδή στην Ελλάδα, για την οποία είχε αποφασιστεί ο ρόλος της Ιφιγένειας.

Το «πακέτο διάσωσης» που ετοιμάστηκε για την Ελλάδα, σύμφωνα με μελέτη του Κέντρου Οικονομικής και Πολιτικής Έρευνας των Η.Π.Α. ήδη από τον Ιούλιο του 2010, αποσκοπούσε μόνο στη μεταβολή της ιδιοκτησίας του χρέους, προκειμένου να διασωθούν οι ευρωπαϊκές τράπεζες από τα επικίνδυνα ομόλογα. Η αρχική άρνηση, μάλιστα, της Ε.Ε. να δανειοδοτήσει την Ελλάδα με επιτόκιο δανεισμού που δεν θα επιβάρυνε υπέρμετρα τον ελληνικό προϋπολογισμό, είναι μια ακόμη απόδειξη των πραγματικών στόχων της επιχείρησης «διάσωσης». Οι ετήσιοι τόκοι που επιβλήθηκαν στην Ελλάδα από τους δανειστές υπήρξαν δυσβάστακτοι τόσο το 2010 όσο και το 2011, ενώ το επιτόκιο το 2011 ξεπερνούσε το 5,3%. Η δε μείωση του επιτοκίου, που ακολούθησε, δεν μπορεί να αντισταθμίσει τις τεράστιες απώλειες της Ελλάδας από τη «μεταφορά του χρέους», ενώ παράλληλα η χώρα εισερχόταν και στον φαύλο κύκλο της ύφεσης. Αν συνδυαστούν τα παραπάνω στοιχεία και με τη συμπεριφορά της τρόικας, με τις διαρκείς της απειλές, την καθυστέρηση στην καταβολή των δόσεων, τις θρασείες παρεμβάσεις της στα εσωτερικά της χώρας και τη γενικότερη πολιτική και οικονομική αστάθεια που προκάλεσε αυτή η συμπεριφορά, γίνεται αντιληπτό ότι το κύριο μέλημα των δανειστών της Ελλάδας δεν ήταν καμία «διάσωσή» της. Γι’ αυτό κι ο Σιάτρας παρομοιάζει την εν λόγω «σωτηρία» με βιασμό.

Οι προαναφερθείσες δεν ήταν οι μόνες ενέργειες εκ μέρους των Ευρωπαίων που συνέτειναν στον οικονομικό διασυρμό της Ελλάδας. Η άθλια συμπεριφορά της Ε.Ε. απέναντι στην Ελλάδα αποδεικνύεται κι από τη διαδρομή που ακολούθησαν τα ελληνικά τοξικά ομόλογα κατά τη διάρκεια της κρίσης, αλλάζοντας κατόχους. Τα ερωτήματα είναι κρίσιμα: ποιοι ήταν οι κάτοχοι των ελληνικών ομολόγων κατά το ξεκίνημα της κρίσης; Πώς αυτά άλλαξαν χέρια στο διάστημα που ακολούθησε; Ποιοι πρόλαβαν να τα πουλήσουν και ποιοι πιάστηκαν στη δαγκάνα των «κουρεμάτων», με αποτέλεσμα να ζημιωθούν ή και να καταστραφούν εντελώς; Ο Σιάτρας χαρακτηρίζει την απόκρυψη των σχετικών πληροφοριών εγκληματική. Οι μόνες πληροφορίες για το ζήτημα προέρχονται από την επίμονη έρευνα τού τότε βουλευτή της Νέας Δημοκρατίας κ. Προκόπη Παυλόπουλου, ο οποίος κατέληξε στο συμπέρασμα πως κατά το κρίσιμο διάστημα από 1/1/2010 έως 31/12/2011 οι ελληνικές τράπεζες, τα ασφαλιστικά ταμεία, η Τράπεζα της Ελλάδος αλλά και ιδιώτες αποταμιευτές είχαν αυξήσει την κατοχή τους σε ελληνικά ομόλογα από 55,9 σε 86,2 δισεκατομμύρια ευρώ, δηλαδή κατά ποσοστό 51,2%! Την ίδια περίοδο οι αλλοδαπές τράπεζες περιόρισαν τα ελληνικά ομόλογα της κατοχής τους από τα 141,5 στα 45,9 δισεκατομμύρια ευρώ! Γερμανικές, γαλλικές κι αγγλικές τράπεζες, με την υποστήριξη των κυβερνήσεών τους, οι οποίες καθυστερούσαν το «κούρεμα» του ελληνικού χρέους, προέβησαν σε μαζικές πωλήσεις των ελληνικών ομολόγων.

Το ερώτημα είναι αμείλικτο: με ποια λογική ή με τίνος τις εντολές συνέχιζαν οι ελληνικές τράπεζες να αγοράζουν ελληνικά ομόλογα μετά το 2009, κι ενώ είχε πια διαφανεί η πορεία της χώρας προς τη χρεοκοπία; Κι ακόμη περισσότερο, γιατί συνέχιζαν να αυξάνουν τη θέση τους σε ελληνικά ομόλογα ακόμη και μετά από τη σύνοδο κορυφής της 21/7/2011, οπότε και αποφασίστηκε το «κούρεμα» των ελληνικών ομολόγων; Οι ελληνικές τράπεζες, όπως επισημαίνει ο Σιάτρας, όχι μόνο δεν ρευστοποίησαν τα ελληνικά τοξικά ομόλογα που κατείχαν αλλά υπερδιπλασίασαν τις θέσεις τους σε αυτά κατά την κρίσιμη περίοδο. Μάλιστα, η συγκεκριμένη επιλογή είχε παρουσιαστεί σαν «πατριωτική» και προωθήθηκε από την τότε ελληνική κυβέρνηση. Το ερώτημα είναι αν αυτό συνέβη από άγνοια, από αδιαφορία ή από δόλο. Γιατί τα ομόλογα που αγοράστηκαν από τις ελληνικές τράπεζες δεν υποστήριξαν, εντέλει, σε καμία περίπτωση τη χώρα, καθώς ήδη από τον Μάρτιο του 2010 είχε διακοπεί η έκδοση νέων ομολόγων. Άρα, κανένα από τα ομόλογα που αγοράστηκαν δεν ενίσχυσε τη ρευστότητα της Ελλάδας, αφού όλα προέρχονταν από τη διεθνή αγορά και πωλητές τους ήταν οι ευρωπαϊκές τράπεζες. Με την αγορά των ομολόγων βελτιώθηκε η θέση των Ευρωπαίων πωλητών και επιδεινώθηκε η θέση των Ελλήνων αγοραστών. Ποια «λογική» λοιπόν υπαγόρευσε μια τέτοια πολιτική; Επί του ζητήματος, σημειώνει ο Σιάτρας, επικρατεί εκκωφαντική σιωπή.

Ο συγγραφέας, στην προσπάθειά του να ερμηνεύσει την περιγραφείσα δυσερμήνευτη πολιτική, που χωρίς υπερβολές θα χαρακτηριζόταν προδοτική, θέτει συγκεκριμένα ερωτήματα. Γιατί οι ελληνικές και οι κυπριακές τράπεζες δεν ρευστοποίησαν τα τοξικά τους ομόλογα; Υπήρξε συμφωνία κυβέρνησης-τρόικας, που απαγόρευε τις πωλήσεις ομολόγων από τις ελληνικές τράπεζες; Υπήρξε κυβερνητική απαγόρευση προς τις τράπεζες να προβούν σε ρευστοποιήσεις; Ήταν τα ομόλογα των ελληνικών τραπεζών «μπλοκαρισμένα» ως εγγυήσεις στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα για την παροχή πιστώσεων από εκείνη; Κάτι τέτοιο, βέβαια, δεν ευσταθεί, αφού οι τράπεζες θα αντλούσαν σημαντικά κεφάλαια απ’ τις πωλήσεις, αν ρευστοποιούσαν τα ομόλογά τους στις ικανοποιητικές τιμές στις οποίες αυτά είχαν στο μεταξύ ανεβεί. Μήπως, λοιπόν, επρόκειτο απλώς για απρονοησία των ελληνικών τραπεζών; Το τι συνέβη επί του θέματος είναι, όπως σχολιάζει ο Σιάτρας, ένα από τα σημαντικότερα και καλύτερα προστατευόμενα μυστικά της κρίσης, στο οποίο ίσως να κρύβονται όλα τα στοιχεία της προδοσίας της Ελλάδας από τους πολιτικούς της που διαχειρίστηκαν την κρίση κι από τους «εταίρους» της.

Εξίσου προβληματική, αν όχι ύποπτη, υπήρξε και η θέσπιση του Προγράμματος Αγορών Τίτλων που ανακοίνωσε η Ε.Κ.Τ. στις 10/5/2010. Η επίσημη αιτιολόγηση της συγκεκριμένης κίνησης ήταν ότι έτσι η Ε.Κ.Τ. θα μπορούσε να παρεμβαίνει στις διεθνείς αγορές αγοράζοντας ομόλογα των χωρών-μελών της, ώστε να επηρεάζει τις τιμές τους, σε περίπτωση που εκείνες θα δέχονταν πιέσεις. Στην Ελλάδα η κίνηση τούτη έγινε αποδεκτή σαν ευρωπαϊκή στήριξη προς τη χώρα. Όμως η πραγματική της στόχευση ήταν να βοηθηθούν οι ευρωπαϊκές τράπεζες, που έδιωξαν από τα χαρτοφυλάκιά τους τα ελληνικά τοξικά ομόλογα, και μάλιστα σε υψηλές τιμές, αφού αυτές διατηρήθηκαν υψηλές ακριβώς χάρη στην επιθετική πολιτική εξαγοράς ελληνικών ομολόγων από την Ε.Κ.Τ.· κι έτσι περιορίστηκαν σημαντικότατα οι ζημιές που θα κατέγραφαν οι ευρωπαϊκές τράπεζες!

(Η συνέχεια στο επόμενο φύλλο τής 16/3/2015).

Δείτε:  Οι ζημιές μας τα κέρδη τους: «Διάσωση»-βιασμός, II


* α΄ δημοσίευση: εφημ. «Αντιφωνητής», αρ. φύλλου 410, 1/3/2015

Απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.