Ο ΠΑΡΑΓΩΓΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΑΡΙΣΤΕΡΑΣ

Υπάρχουν δύο ορθολογικοί δρόμοι, και οι δύο λανθασμένοι, για να αναλύσει κανείς τους    λόγους που απέτυχε η πρώτη πληβειακή επανάσταση, η Οκτωβριανή. Παραμένει, βέβαια,  ανοιχτό το ερώτημα του Κοροβέση: μήπως η αυθεντική επανάσταση έγινε τον Φλεβάρη κι ο  Οκτώβρης ήταν η απαρχή μιας αντεπανάστασης;

Ο πρώτος δρόμος που ακολούθησα κι εγώ στα νιάτα μου, αλλά που γρήγορα εγκατέλειψα, είναι το σκεπτικό ότι για όλα φταίει η σταλινική γραφειοκρατία, η σταλινική                           αντεπανάσταση, η προσωπολατρία κ.λπ. Οι τροτσκιστές κυρίως, και δευτερευόντως οι           μαοϊκοί, υπέδειξαν αυτόν τον δρόμο. Η βίαιη, βέβαια, κολεκτιβοποίηση του 1929-1932 επί Στάλιν ήταν η πολιτική του Τρότσκι που υλοποίησε ο Στάλιν, και αποτέλεσε μια από τις μεγαλύτερες καταστροφές των κοινών αγαθών που έγινε στην ιστορία της ανθρωπότητας  στο όνομα των κοινών και της κοινοκτημοσύνης. Η τεκμηρίωση του σταλινικού                       ολοκληρωτισμού είναι εύκολη και απλοϊκή: αρκούν τα στοιχεία που παραθέτει ο                  Παπαϊωάννου στο βιβλίο του η Γέννηση του Ολοκληρωτισμού. Από τους ογδόντα δύο ηγέτες που πέρασαν από την Κεντρική Επιτροπή και τη Γραμματεία από το 1917 έως το       1922, οι δεκατέσσερις καταδικάστηκαν σε θάνατο ή σε μακροχρόνια φυλάκιση, τρεις           αυτοκτόνησαν, τρεις δολοφονήθηκαν και σαράντα ένας εξαφανίστηκαν χωρίς να αφήσουν  ίχνη την περίοδο των εκκαθαρίσεων του 1935-1938. Όσον αφορά στα μεσαία στελέχη, το 70% των μελών της κεντρικής επιτροπής και το 60% των αντιπροσώπων του κόμματος στο 

17ο Συνέδριο εξαφανίστηκαν στα στρατόπεδα συγκέντρωσης. Βέβαια, υπήρχαν και αυτοί   που σώπασαν για τα στρατόπεδα συγκέντρωσης, όπως ο Σαρτρ, ο Γκόρκι, ο Ελιάρ και ο         δικός μας ο Ρίτσος. Θαυμάστε ένα υψηλού επιπέδου ποίημα του τελευταίου:

«’Όχι. Δεν είναι αλήθεια.

[…]

Ο Ιωσήφ Στάλιν δεν πέθανε.

[…]

Σώπα, γιαγιά,

και σκούπισε με το τσεμπέρι σου τα μάτια σου.

Όταν σβύνει η φωτιά σου κάτου απ’ το τσουκάλι σου

είναι ο Στάλιν που σκύβει και φυσάει τη φωτιά σου

ν’ ανάψει.»1

Οι παραπάνω, αλλά και πολλοί άλλοι, θα μπορούσαν να απαλλαγούν με τη δικαιολογία ότι  έπεσαν θύματα της ετερογονίας των σκοπών. Η αρχαιοελληνική σκέψη όρισε ως                    ετερογονία των σκοπών την κατάσταση εκείνη κατά την οποία τα αποτελέσματα που            παράγουν οι πράξεις ενός ατόμου είναι αντίθετα από τις αρχικές επιθυμίες και επιδιώξεις   του. Είναι δυνατόν η πρόθεσή σου να είναι να δημιουργήσεις ένα κόσμο δίκαιο, αλλά           τελικά να πράττεις ανήθικα και άδικα; Να θες να απαλλάξεις την κοινωνία από τυράννους,  αλλά να γίνεις ο ίδιος τύραννος; Η ιστορία βρίθει από παραδείγματα όπου η πράξη δεν       υλοποιεί την πρόθεση ή, διαφορετικά, η πρόθεση αποτυγχάνει στην πράξη. Πόσα                  εκατομμύρια ανθρώπων πίστεψαν στο απελευθερωτικό μήνυμα του σταλινισμού και του    κομμουνισμού, αλλά στη συνέχεια ματαιώθηκαν οι προσδοκίες τους ή εξευτελίστηκαν οι      ίδιοι δικαιολογώντας τις σταλινικές δίκες και τα προνόμια της νομενκλατούρας;  όσες            φορές στην ανθρώπινη ιστορία η ηθική πρόθεση εκατομμυρίων αγωνιστών ήταν η πάλη για τη χειραφέτηση της ανθρωπότητας, αλλά στην πράξη εργάστηκαν για την υποδούλωσή       της; Πόσες φορές δεν έχει συμβεί στα ανθρώπινα να φθείρονται υψηλοί σκοποί και ιδανικά  από ευτελή και ιδιοτελή μέσα που τίθενται στην υπηρεσία τους; Η χρήση μη έντιμων μέσων  σχεδόν πάντα διαφθείρει τον ηθικό σκοπό. Η ρήση «ο δρόμος για την κόλαση είναι            στρωμένος με καλές προθέσεις» μας δείχνει ότι οι ηθικές προθέσεις δεν αρκούν, διότι οι     πράξεις ενός ηθικά σκεπτόμενου όντος μπορεί να είναι ανήθικες. Στο δίπολο σκοποί-μέσα, πολύ συχνά τα μέσα εργάζονται για την υποδούλωση του σκοπού. Το ερώτημα,          βέβαια, στην περίπτωση της Οκτωβριανής Επανάστασης είναι αν τα μέσα ήταν όντως            ανήθικα ή μήπως ήταν και οι σκοποί προβληματικοί;

Ο δεύτερος δρόμος για την ερμηνεία της αποτυχίας της Οκτωβριανής Επανάστασης, που     σήμανε την ανάδυση μιας νέας καταπιεστικής εξουσίας –τον οποίο επίσης ακολούθησα στα νιάτα μου, αλλά κι αυτόν τον εγκατέλειψα νωρίς–είναι η άποψη ότι πριν τη σταλινική αντεπανάσταση και μέχρι τον θάνατο του Λένιν είχαμε  ένα αυθεντικό σοσιαλιστικό καθεστώς· ή η αντίληψη ότι ο λενινισμός ήταν μια μορφή ιακωβίνικης αυταρχικής εξουσίας αλλά η θεωρία, ο Μαρξ, είχε δίκιο. Φταίνε οι μαρξιστές, η εφαρμογή της θεωρίας, όχι ο Μαρξ. Ο Λένιν υποστήριζε ότι η σοσιαλιστική ιδεολογία εισάγεται από τους  διανοούμενους στην εργατική τάξη μέσω του κόμματος-μεσσία, γιατί οι πληβείοι είναι ανίκανοι να παράγουν αυθόρμητα το σοσιαλιστικό πρόταγμα.

Την ιακωβίνικη δε αντίληψη την κληρονόμησε από τον Μαρξ, ο οποίος στα Groundrisse       λέει: «Ο ρόλος μας είναι να δώσουμε στην ανθρωπότητα τη συνείδηση ότι πρέπει να απελευθερωθεί από την καταπίεση. Είτε το θέλει, είτε δεν το θέλει». Την εξουσιαστική         αυτή αντίληψη την εκσυγχρόνισε ο Γκράμσι και ο δικός μας ο Πουλαντζάς, εισάγοντας την  έννοια του οργανικού διανοούμενου, του συλλογικού διανοούμενου, που είναι ο ειδικός     που θα εκφράσει τη συλλογική συνείδηση των από κάτω. Πόσο δίκιο είχε, τελικά, ο              Μπακούνιν που θεωρούσε ότι οι απόψεις του Μαρξ «οδηγούν σε ένα νέο κρατικό σύστημα  που υποτίθεται ότι βασίζεται στην κυριαρχία της λαϊκής βούλησης, αλλά στην ουσία η          λαϊκή κυριαρχία έχει υποταχθεί στη διανοητική μειοψηφία»· δηλαδή, η αντίθεση                   διευθυνόντων και διευθυνόμενων είναι το ίδιο σημαντική με την αντίθεση εκμεταλλευτών και εκμεταλλευόμενων και αναπόφευκτα οδηγεί σε μια εκμεταλλευτική κοινωνία.

Η αποτυχία της πρώτης πληβειακής επανάστασης θέτει προς συζήτηση τεράστια ζητήματα,  όπως τον μεσσιανικό χαρακτήρα του κομμουνιστικού οράματος: η αποτυχία του ρωσικού    μεσσιανισμού σημαίνει ότι πρέπει να αναζητήσουμε μια νέα μεσσιανική προσδοκία; Θέτει  ερωτήματα γύρω από τον μύθο της ανάπτυξης και της προόδου, τον χαρακτήρα της             ανθρώπινης φύσης, την ελευθερία και την ισότητα, τη σχέση άτομου-κοινωνίας, την ανάγκη αποδέσμευσης από την τυραννία της οικονομίας· επίσης, την άμεση δημοκρατία και πώς μπορούν να εφαρμοστούν αμεσοδημοκρατικά μοντέλα σε πόλεις πέντε, δέκα και

 δεκαπέντε εκατομμυρίων κατοίκων, όταν γνωρίζουμε ότι η άμεση δημοκρατία για να          λειτουργήσει χρειάζεται μικρά πληθυσμιακά μεγέθη, τον ρόλο της μικροϊδιοκτησίας και το αν πράγματι ένα σπίτι και ένα μικρό χωράφι είναι κλοπή. Θέτει επίσης ζητήματα όπως: η     αυτοδιαχείριση και η κοινοτιστική οργάνωση, η κυριαρχία στη φύση και ο                                ανθρωποκεντρισμός, η ανάγκη του ανθρώπου για ρίζες και, τέλος, η αγορά. Γιατί δίπλα στα  κοινά αγαθά, τα συνεταιριστικά δίκτυα, την ανταλλαγή δώρων δεν μπορεί να λειτουργεί      μια αγορά με χαρακτήρα μικρής εμπορευματικής παραγωγής και ανταλλαγής;

Σήμερα θα καταπιαστώ με ένα από τα πολλά ερωτήματα που αναδεικνύονται: πώς               αναδύθηκε μέσα από μια επανάσταση η εξουσία, η ιεραρχία, η καταπίεση και η                     εκμετάλλευση; Πώς, λοιπόν, μια πληβειακή επανάσταση, όπως η Οκτωβριανή,                       μετατράπηκε σε καταπιεστική εξουσία; Για να απαντήσουμε στο ερώτημα της καταγωγής      της ιεραρχίας, της εξουσίας και της εκμετάλλευσης χρειαζόμαστε ένα ερμηνευτικό εργαλείο  και το μόνο ακατάλληλο εργαλείο είναι η μαρξιστική θεωρία. Σε αντιπαράθεση με τον        μονοδιάστατο άνθρωπο του φιλελευθερισμού, τον ορθολογικό ατομιστή που ασκεί               ελεύθερα –με ρυθμιστή την αγορά– την εγωιστική του φύση, ο μαρξισμός θεμελίωσε ένα ανθρωπολογικά εξίσου μονοδιάστατο ον, τον homo faber, τον κατασκευαστή και το δίδυμο  αδερφάκι του τον homo economicus. Πρόκειται για μια μονοφυσιτική αντίληψη για την ανθρώπινη ταυτότητα, στον βαθμό που αναγνωρίζει ως κύρια την ιδιότητα του                      κατασκευαστή, παραγωγού των μέσων της ύπαρξής της. Η ανθρώπινη ουσία ταυτίζεται με  την παραγωγική δύναμη του ανθρώπου, με την εργασία και τον αγώνα ενάντια στη φύση,  με την οντολογία των παραγωγικών δυνάμεων. Έτσι συγκροτεί, όπως παρατηρεί ο                 Παπαϊωάννου, έναν κοινωνιολογικό μονισμό, ο οποίος αναγορεύει τις παραγωγικές              δυνάμεις σε δημιουργό της πραγματικότητας.

Ο Μαρξ εξηγεί στη Γερμανική Ιδεολογία ότι «αυτό που είναι οι άνθρωποι συμπίπτει με τα    προϊόντα που παράγουν και με τον τρόπο που τα παράγουν» γι’ αυτό «η φύση που               παράγεται από τη βιομηχανία είναι γνήσια ανθρωπολογική φύση» και «κάθε αυθεντική       ανθρώπινη δραστηριότητα υπήρξε ίσαμε τώρα εργασία, άρα βιομηχανία». «Έτσι» συνεχίζει ο Μαρξ «αν η βιομηχανία νοηθεί ως εξωτερίκευση των ουσιωδών               δυνάμεων του ανθρώπου, μπορούμε να κατανοήσουμε τόσο τη φυσική ουσία του                ανθρώπου όσο και την ανθρώπινη ουσία της φύσης». Ιδού, λοιπόν ο κατά Μαρξ άνθρωπος. Η ουσία του είναι η παραγωγική του φύση, είναι ένας homo economicus, ένας προμηθεϊκός παραγωγός, κατασκευαστής εργαλείων και προϊόντων. Ο κοινωνιολογικός      μονισμός του αναγνωρίζει μόνο τον οικονομικό ντετερμινισμό, περιορίζει τις ουσιώδεις       δυνάμεις του ανθρώπου αποκλειστικά στις παραγωγικές του δυνάμεις, που συνιστούν την  πραγματική ανθρώπινη ιστορία. Οτιδήποτε άλλο εμφανίζεται ως ανθρώπινη ιστορία είναι  ψευδαίσθηση. Κάθε μορφή εξωοικονομικής ζωής δεν έχει πραγματική βάση για τον Μαρξ    και γι’ αυτό θεωρεί ότι «δεν υπάρχει ιστορία της πολιτικής, του δικαίου, της τέχνης, της        θρησκείας». Ας το κρατήσουμε αυτό, ότι κατά τον Μαρξ η ανθρώπινη ιστορία είναι η             ιστορία της παραγωγής, της τεχνικής και της οικονομίας, διότι θα μας χρειαστεί για να         απαντήσουμε στα ερωτήματα της καταγωγής της εξουσίας.

Η οντολογία, όμως, των παραγωγικών δυνάμεων μετατρέπει τον άνθρωπο σε άθυρμα του   οικονομικού ντετερμινισμού και καθιστά τον Μαρξ έναν από τους κήρυκες του                       καπιταλιστικού φαντασιακού, σύμφωνα με το οποίο τα πάντα εξαρτώνται από την                απεριόριστη ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων. Η κεντρική ιδέα της αριστεράς είναι    ότι θα έρθει σύντομα η στιγμή που η ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων δεν θα μπορεί να συγκρατηθεί μέσα στα όρια του καπιταλισμού και έτσι θα δημιουργηθεί η υλική βάση     για τον σοσιαλισμό. Πρόκειται, στην ουσία, για τη νεωτερική ιδέα της προόδου. Ο                 νεωτερικός κόσμος θεμελιώνεται στο ανθρωπολογικό υπόδειγμα. Από τη θεοκρατική            νοηματοδότηση του κόσμου (Μεσαίωνας) στην ανθρωποκεντρική νοηματοδότηση, τη         θεοποίηση του ανθρώπου διαμέσου του ιστορικού χρόνου. Η ιστορία δεν είναι πλέον           κυκλική, όπως στους προμοντέρνους πολιτισμούς, αλλά προοδευτική και αναζητά το            ιδανικό τέλος.

Για να θεμελιωθεί ένα τέτοιο νόημα της ιστορίας, ο Διαφωτισμός εφηύρε την έννοια της      προόδου και του ευθύγραμμου χρόνου, τη δημιουργία ενός παράδεισου επί της γης. Η        θρησκεία της προόδου διατρέχει όλο το έργο του Μαρξ, που είναι γόνος του Διαφωτισμού, και εκφράζεται στο σχήμα: η απεριόριστη ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων (υλική      πρόοδος) θα οδηγήσει αντικειμενικά ως σιδερένιος νόμος στην ιδανική κοινωνία, τον           κομμουνισμό.

Ο Μαρξ λέει στα Groundrisse: Η αστική τάξη μέσα στη μόλις εκατόχρονη κυριαρχία της δημιούργησε κολοσσιαίες παραγωγικές δυνάμεις, η φύση γίνεται για πρώτη φορά απλά  αντικείμενο για την ανθρωπότητα, το κεφάλαιο έχει προωθηθεί πέρα από τα εθνικά             σύνορα και τις προκαταλήψεις, τα καταστρέφει όλα αυτά και, πάντα επαναστατικό,              καταρρίπτει κάθε εμπόδιο που αποτελεί τροχοπέδη στην ανάπτυξη των παραγωγικών          δυνάμεων». Γιατί, όμως, ο Μαρξ εκθειάζει τον καπιταλισμό, που είναι αντικειμενικά             προοδευτικός, αφού αναπτύσσει στο έπακρο τις παραγωγικές δυνάμεις; Εκτός από αυτά     που ήδη ανέφερα, ότι δηλαδή η ουσία του κατά Μαρξ ανθρώπου είναι η παραγωγική του   δύναμη την οποία εκτινάσσει στα ύψη ο καπιταλισμός, υπάρχουν και άλλοι λόγοι. Ένας από  αυτούς είναι ότι στον καπιταλισμό εμφανίστηκε ο μεσσίας, το μυθικό υποκείμενο, που θα  πραγματοποιήσει την επανάσταση και θα μας οδηγήσει στην αταξική κοινωνία, το                 προλεταριάτο. Ως ανεπτυγμένη κρίσιμη μάζα, το προλεταριάτο βρίσκεται μόνο στις               ανεπτυγμένες βιομηχανικά χώρες της Δύσης, εξού και η μη επαληθευμένη πρόβλεψη ότι η  προλεταριακή επανάσταση θα γίνει στη Δύση, αλλά και η απέχθεια του Μαρξ και του           Έγκελς προς τις αγροτικές και καθυστερημένες καπιταλιστικά χώρες.

Για παράδειγμα, ο Έγκελς το 1885 χαρακτηρίζει όλους τους βαλκανικούς λαούς νανοφυλές,  άθλια συντρίμμια πρώην εθνών: Σέρβοι, Βούλγαροι, Έλληνες και λοιπός συρφετός. Ο Μαρξ,  επίσης, κατά τη διάρκεια της Κρητικής Επανάστασης του 1867, χαρακτήριζε τους Κρητικούς  επαναστάτες ως προβατοκλέφτες, ενώ εκθείαζε την αγγλική αποικιοκρατία στην Ινδία που  επιτέλους  θα συντρίψει τους ανεξέλικτους αγροτικούς πληθυσμούς των Ινδιών και θα         αναπτύξει τις παραγωγικές δυνάμεις, τη βιομηχανία, τον καπιταλισμό, το προλεταριάτο.  Εντέλει ο γενικός άνθρωπος του Μαρξ, όπως παρατηρεί ο Μορέν, στερείται  υποκειμενικότητας,  συναισθήματος, αγάπης, τρέλας, ποίησης και είναι ταυτισμένος με την οντολογία των  παραγωγικών δυνάμεων, με μια μεταφυσική της τεχνικής.

Ας συνδέσουμε, όμως, τα παραπάνω με την ανάδυση μιας νέας καταπιεστικής εξουσίας στη  Σοβιετική Ένωση μετά την Οκτωβριανή Επανάσταση. Πώς ερμηνεύεται αυτό με βάση το      μαρξιστικό σχήμα, αφού στην εξουσία βρέθηκε ένα εργατικό κόμμα –και διαμέσου αυτού  οι καταπιεσμένοι– και ταυτόχρονα δεν υπάρχει ατομική ιδιοκτησία στα μέσα παραγωγής;  Είναι απλώς ανεξήγητο. Σχετικά μ’ αυτό, ο Τρότσκι έλεγε ότι έχουμε εργατική εξουσία           ολίγον γραφειοκρατικοποιημένη, για το ΚΚΕ έχουμε μια αυθεντική εξουσία και για την          εξωκοινοβουλευτική αριστερά όλα ήταν τέλεια μέχρι τον Λένιν. Γιατί, όμως, δεν μπορούμε να  ερμηνεύσουμε αυτό το φαινόμενο;

Για την μαρξιστική αφήγηση η εξουσία, η ατομική ιδιοκτησία, οι τάξεις και το κράτος, όπως  λέει ο Έγκελς στο Αντί-Ντύρινγκ, «δημιουργήθηκαν αναγκαστικά και ανεξάρτητα από την ανθρώπινη θέληση ως αποτέλεσμα του νόμου του καταμερισμού της εργασίας σε                 διευθυντική και εκτελεστική», γεγονός που οδήγησε στη μονοπώληση της εξουσίας από μία ομάδα που είχε τη διεύθυνση της εργασίας. Κάθε εξουσία, λοιπόν, για τον μαρξισμό            απορρέει από τον καταμερισμό της εργασίας, από τις αντικειμενικές αναγκαιότητες της       οργάνωσης της παραγωγής, που οδήγησε στην αντιπαράθεση ανάμεσα στα διευθυντικά και  εκτελεστικά καθήκοντα. Γι’ αυτό κάθε εξουσία, η δημιουργία της ιεραρχίας και των              διευθυντικών τάξεων, απορρέει από τη σφαίρα της παραγωγής, από την οικονομική              εξουσία. Στη Γερμανική Ιδεολογία, ο Μαρξ γίνεται σαφέστερος: «με τον καταμερισμό  της εργασίας είναι ταυτόχρονα δεδομένη η ποσοτική και η ποιοτική άνιση διανομή της        εργασίας και των προϊόντων της, άρα και της ιδιοκτησίας».

Είναι, όμως, έτσι τα πράγματα; Άραγε οι ταξικές κοινωνίες αναδύθηκαν επειδή στη               νεολιθική περίοδο η εμφάνιση του καταμερισμού της εργασίας και των εξελιγμένων             εργαλείων επέτρεψε να κυριαρχήσει ο άνθρωπος πάνω στη φύση, παράγοντας                      πλεονάσματα αγαθών κι έτσι εμφανίστηκε η εκμετάλλευση ως σφετερισμός των                    πλεονασμάτων αυτών από τις κοινωνικές ομάδες που διαδραμάτιζαν διευθυντικό ρόλο        στην παραγωγή των αγαθών; Αν, όμως, ο καταμερισμός της εργασίας και η παραγωγή των  πλεονασμάτων, ανεξάρτητα από την ανθρώπινη θέληση και ως σιδερένιος οικονομικός        νόμος, οδηγεί αναγκαστικά στην εκμετάλλευση και την ανισοκατανομή του πλούτου, τότε  πώς ξέφυγαν από τον ιστορικό αυτό νόμο οι φυλές των τροφοσυλλεκτών-κυνηγών της βορειοδυτικής ακτής της Αμερικής, που για αιώνες διοργάνωναν τις τελετές ποτλατς κατά    τις οποίες κατέστρεφαν τα πλεονάσματα και αποσυσσώρευαν τοιουτοτρόπως τον πλούτο;

Και πώς θα ερμηνεύσουμε το γεγονός ότι σχεδόν όλες οι τροφοσυλλεκτικές κοινωνίες          εφάρμοζαν το εξισωτικό μοίρασμα της τροφής σε όλα τα μέλη της φυλής, με βάση την αρχή του αμείωτου ελάχιστου, που σημαίνει ότι σε όλα τα μέλη της κοινότητας προσφέρεται ένα  ελάχιστο επίπεδο διαβίωσης ανεξάρτητα από την προσφορά του καθενός στην παραγωγή;  Υπάρχει, όμως, άλλος δρόμος για την εξήγηση της καταγωγής των ταξικών κοινωνιών πέρα  από το  φιλελεύθερο αφήγημα του φύσει ιδιοτελούς όντος ή την μαρξιστική εξήγηση,            δηλαδή μέσω της ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων και της τεχνικής;

Η ανάδυση της ιεραρχίας και της εκμετάλλευσης είναι αποτέλεσμα της κυριαρχίας του         ανθρώπου πάνω στον άνθρωπο. Δηλαδή η συνείδηση αντί της εργασίας, η κουλτούρα αντί της τεχνικής, οι ιεραρχίες αντί των τάξεων είναι οι λόγοι που οδήγησαν στην ιδέα της            κυριαρχίας στη φύση και στην παραγωγή πλεονασμάτων. Έτσι, η μήτρα των ταξικών             κοινωνιών και της εξουσίας δεν είναι απόρροια του καταμερισμού της εργασίας και των       οικονομικών τάξεων αλλά, σε μια αρχική τους μορφή στη νεολιθική περίοδο, είναι το           αποτέλεσμα των προνομίων που απέσπασαν για τους εαυτούς τους οι άντρες (πατριαρχία), οι ηλικιωμένοι (γεροντοκρατία, συμβούλια γερόντων στις φυλές), η συντεχνία των                σαμάνων (ιερείς, μάγοι), αλλά και οι φύλαρχοι και οι πολεμιστές. Τα προνόμια αυτά ήταν   το κύρος, η κοινωνική αναγνώριση και δευτερευόντως το κέρδος. Πρόκειται, δηλαδή, για      ιεραρχίες που βασίζονταν στην ηλικία, το φύλλο, τη θρησκευτική ανάγκη, την πολεμική         τέχνη, τις φυλαρχίες. Οι ιεραρχίες αυτές δημιούργησαν σχέσεις εξουσίας, εντολής και          υποταγής και, εντέλει, εκμετάλλευσης. Σχέσεις διευθυντών και διευθυνόμενων.

Τι είναι, όμως, αυτές οι ομάδες; Δεν είναι κάτοχοι μέσων παραγωγής, όπως για παράδειγμα  μεγαλοϊδιοκτήτες γης. Πρόκειται, λοιπόν, για εξωοικονομικές ομάδες μη ιδιοκτήτριες           μέσων παραγωγής, που διευθύνουν και τελικά εκμεταλλεύονται, πράγμα αδιανόητο για τον  μαρξισμό, διότι για να εκμεταλλεύεται κάποιος πρέπει να είναι κάτοχος μέσων παραγωγής,  κάτοχος μεγάλης ατομικής ιδιοκτησίας, χαρακτηριστικό που ισχύει στον καπιταλισμό.          Προκειμένου να αποδείξει ο Μαρξ ότι η ουσία του ανθρώπου είναι η παραγωγική του          φύση, ότι η εκμετάλλευση και η εξουσία προϋποθέτει την κατοχή μέσων παραγωγής,           προβάλλει αυτό το χαρακτηριστικό του καπιταλισμού – ισχύον τους τελευταίους τρεις          αιώνες τις προκαπιταλιστικές κοινωνίες, μέχρι και στις πρωτόγονες. Γι’ αυτό η μαρξιστική  αντίληψη είναι αδιανόητο να ερμηνεύσει πώς στη Σοβιετική Ένωση μια ομάδα μη                 ιδιοκτήτρια μέσων παραγωγής κατάφερε να γίνει εκμεταλλευτική εξουσία.

Ο Μαρξ και ο Έγκελς δεν προέβησαν μόνο σεκατασκευή της ιστορίας κατά την προσπάθειά  τους να αποδείξουν ότι στις πρωτόγονες κοινωνίες η προέλευση των κυρίαρχων ομάδων     είναι από τη σφαίρα της παραγωγής. Προσπάθησαν, επίσης, να αποδείξουν ότι σε όλη την  ιστορία της ανθρωπότητας κάθε εξουσία απορρέει από την οικονομική εξουσία. Δεν είναι,  όμως, η οικονομική εξουσία το αποκλειστικό εργαλείο που προσφέρει στους ανθρώπους τη δυνατότητα να διευθύνουν τους άλλους. Αυτό είναι μύθος κι ένα μόνο παράδειγμα αρκεί   για να τον καταρρίψει: η Αίγυπτος τον φαραώ. Η εξουσία εκεί δεν ασκείται από                      ιδιοκτήτριες τάξεις, δεν υπάρχουν μεγαλογαιοκτήμονες ούτε ατομική ιδιοκτησία παρά μόνο  κρατική, την οποία διευθύνει μια τάξη που ο Μαρξ αρνείται να αναγνωρίσει, η                      γραφειοκρατία.

Ομάδες κατακτητών που σχηματίστηκαν έξω από την οικονομία, π.χ. τα γερμανικά φύλα, ο  κλήρος, η γραφειοκρατία, έχουν διαμορφώσει πολλές φορές την ιστορία κι έχουν γίνει        άρχουσα τάξη όταν εγκαταστάθηκαν σε θέσεις διεύθυνσης της παραγωγής. Για να ασκήσεις  εξουσία και να αποσπάσεις υπερεργασία δεν αρκεί μόνο να κατέχεις μέσα παραγωγής:       εξουσία ασκεί το σκήπτρο του βασιλιά, τα μαγικά του μάγου, το λιβάνι του ιερέα, ο              κάλαμος του μανδαρίνου, το εγχειρίδιο του γραμματικού, το κοντάρι του πολεμιστή κ.λπ. Η  οικονομική ερμηνεία της εμφάνισης των εκμεταλλευτικών τάξεων είναι σκέτη τραγωδία.      Για παράδειγμα, στον Μεσαίωνα η μετατροπή του κλήρου σε μια νέα άρχουσα τάξη δεν      προέρχεται, φυσικά, από τον ρόλο του στην παραγωγή, αλλά από την πνευματική του          εξουσία. Η εξουσία στο Βυζάντιο προήλθε από τα πάνω, από τις εξωοικονομικές δυνάμεις   του κράτους, της γραφειοκρατίας και της εκκλησίας και όχι από τις τάξεις αυτές καθαυτές.   Εκτός, λοιπόν, από την οικονομική εξουσία είναι φανερό ότι η διαίρεση της κοινωνίας σε     ανώτερες και κατώτερες τάξεις μπορεί να προέλθει κι από άλλες εξουσίες, όπως είναι η       ιδεολογική (θρησκευτική, διανοούμενοι), η στρατιωτική, οι τεχνοελίτ, ή η πολιτική                 (γραφειοκρατία, μάνατζερ κ.λπ.), εξουσίες που έχουν αυτόνομα χαρακτηριστικά από την      οικονομική εξουσία και αναλαμβάνουν τη διεύθυνση της κοινωνίας. Αλήθεια, τι είδους        εξουσίες είναι οι αναδυόμενες σήμερα τεχνοελίτ; Η μεγαλύτερη εταιρεία ταξί, η Uber, δεν  έχει δικά της ταξί, δηλαδή μέσα παραγωγής, η Airbnb δεν έχει δικά της ακίνητα, η                 μεγαλύτερη παγκοσμίως εταιρεία πώλησης, η Alibaba, δεν έχει δικά της προϊόντα, το            Facebook δεν έχει ιδιόκτητα άυλα αγαθά, δηλαδή πληροφορίες, αλλά πουλάει ένα       κοινωνικό αγαθό, την επικοινωνία, την προσωπικότητα του χρήστη.

Διευθυντικό ή εξουσιαστικό εργαλείο, λοιπόν, δεν είναι μόνο η οικονομική εξουσία, και       αυτή η πασιφανής ιστορική πραγματικότητα ισχύει και στην περίπτωση της Σοβιετικής           Ένωσης. Ποια είναι αυτή η νέα άρχουσα τάξη που ασκεί την εξουσία; Είναι η κρατική                  γραφειοκρατία, που σταδιακά θα αναπτύξει και θα λειτουργήσει έναν κρατικό                        καπιταλισμό. Μια από τις χαρακτηριστικές αποφάσεις της νέας αυτής ελίτ, στην                    προσπάθειά της να ηγεμονεύσει στην κοινωνία, είναι η απόφαση του Κόμματος να               εξοντώσει την τάξη των ανεξάρτητων παραγωγών της υπαίθρου, που αποτελούσε τα τρία    τέταρτα του πληθυσμού, και να την εντάξει αναγκαστικά στα κολχόζ. Δημιουργήθηκε έτσι   ένα αγροτικό προλεταριάτο με διπλή εκμετάλλευση: από το κράτος και από την κολχοζική   αριστοκρατία. Από ποιους αποτελείται αυτή η νέα άρχουσα τάξη; Η κρατική γραφειοκρατία  αποτελείται από την επαναστατική πρωτοπορία,   τα ανώτερα και μεσαία στελέχη του        κόμματος, τους διανοούμενους, τα ανώτερα διευθυντικά στελέχη του κράτους, την               κολχοζική κομματική αριστοκρατία, διάφορους φορείς γνώσης  (μηχανικοί, μάνατζερ κ.λπ.).

Τέλος, κάτι ακόμα, ως υστερόγραφο.

Υπάρχει ένα μαρξιστικό σχήμα που δεν επιβεβαιώθηκε ποτέ και ούτε δόθηκε ποτέ,               περιέργως, η πρέπουσα προσοχή στη διάψευση της ερμηνευτικής του αξίας. Το σχήμα αυτό έχει ως εξής: η ιστορία περνάει νομοτελειακά μέσα από την εξέγερση της εκμεταλλευόμενης  τάξης, η οποία ιδιοποιείται τις παραγωγικές δυνάμεις που έχει αναπτύξει η κυρίαρχη         τάξη, το παλιό καθεστώς, για να δημιουργήσει έναν ανώτερο τρόπο παραγωγής. Η ταξική   πάλη αναγκαστικά, ως σιδερένιος νόμος της ιστορίας, οδηγεί στην ηγεμονία της τάξης που  προηγουμένως υφίσταντο την εκμετάλλευση. Πότε έγινε αυτό σε όλη τη διαδρομή των         ταξικών κοινωνιών; Ποτέ. Καμία από τις εκμεταλλευόμενες τάξεις που ο Μαρξ αναφέρει  στο μανιφέστο δεν εκπλήρωσε τον προμηθεϊκό ρόλο που ο ίδιος περιγράφει στη διαλεκτική του. Δεν ανέτρεψαν οι δούλοι τους αριστοκράτες, οι πληβείοι τους πατρικίους, οι κυνηγοί-τροφοσυλλέκτες τους φυλάρχους, οι δουλοπάροικοι τους φεουδάρχες, οι μάστορες τους     συντεχνίτες. Οι κοινωνικές αυτές τάξεις διεξήγαγαν μεταξύ τους έναν ανταγωνιστικό            πόλεμο, αλλά οι κατώτερες και πολυπληθέστερες κοινωνικές τάξεις, όπως οι δούλοι, δεν     στάθηκαν στο ύψος της κατά Μαρξ ιστορικής αποστολής τους να ανατρέψουν τους               εκμεταλλευτές, τους κυρίους, αλλά σταδιακά παρήκμασαν και άφησαν στη θέση τους τη      μικρή αγροτική ιδιοκτησία και τους ελεύθερους, που ασκούσαν πλέον τα χειροτεχνικά          επαγγέλματα. Έτσι, ήδη από τον 2ο αιώνα μ.Χ. το δουλοκτητικό σύστημα εγκαταλείπεται,    δεν ανατρέπεται από τους δούλους, οι καλλιεργήσιμες εκτάσεις περνάνε στα χέρια των       ελεύθερων εποίκων και ανεξάρτητων μικροϊδιοκτητών, τους οποίους το κράτος, οι                 μεγαλογαιοκτήμονες και οι ευγενείς θα μετατρέψουν σε δουλοπάροικους. Αλήθεια, σε τι    θα μετατραπεί στο άμεσο μέλλον η παρακμάζουσα σήμερα προλεταριακή τάξη;

Ο Μαρξ είναι ένας ριζοσπάστης διανοητής του διαφωτιστικού τόξου που μας πρόσφερε μια  κοινωνιολογική κριτική της νεωτερικότητας –του βιομηχανικού καπιταλισμού– τα γνωστικά θεμέλια της οποίας δεν επαρκούν για να ερμηνεύσουμε τη νέα φάση της               νεωτερικότητας. Ο Μαρξ είναι ένας κλασικός που η σκέψη του είναι γόνιμη, αλλά δεν μας    είναι περισσότερο ή λιγότερο χρήσιμη απ’ ό,τι μας είναι η σκέψη του Αριστοτέλη, του          Επίκουρου και του Ηράκλειτου, του Σπινόζα, του Χέγκελ, του Ρουσσώ και του Φρόυντ, της   Άρεντ, του Καστοριάδη και του Παπαϊωάννου. Ο Μαρξ, ως κλασσικός, είναι ξεπερασμένος  αξεπέραστος και δεν είναι μεσσίας, δεν χρειαζόμαστε μεσσίες. Η εσχατοόγική προσδοκία   ότι ο Μαρξ είναι προφήτης, το προλεταριάτο ο μεσσίας και ο άνθρωπος θεός σε τί διαφέρει  από την φιλελεύθερη ουτοπία ότι ο Χομπς είναι ο προφήτης, η αγορά ο μεσσίας και ο         ατομικιστής το υποκείμενο της ιστορίας;

(Το άρθρο αυτό παρουσιάστηκε στο συνέδριο για την Ρώσσικη Επανάσταση, Απρίλιος 2019,  Αθήνα και συμπεριελήφθηκε στον τόμο των πρακτικών με τον τίτλο “Η εξουσία των              διανοουμένων ή γιατί η εκμετάλλευση, η εξουσία και η ιεραρχία δεν είναι αποτέλεσμα         μόνο της κατοχής μέσων παραγωγής”. Στην αρχική του μορφή έχουν γίνει ορισμένες             προσθήκες).

* Ο Χάρης Ναξάκης είναι καθηγητής Πολιτικής Οικονομίας στο Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων, charisnax@yahoo.gr.

Παραπομπή

1 Γιάννης Ρίτσος, Ιωσήφ Βησαριόνοβιτς Στάλιν.

Απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.