Αρχείο κατηγορίας Oι 5 άρτοι, οι 2 ιχθείς

Oι 5 άρτοι, οι 2 ιχθείς (και ουκ επ’ άρτω μόνω ζήσεται άνθρωπος)

Εργασία λάστιχο επιδιώκουν τρόικα, κυβέρνηση, ΣΕΒ

Εργασία λάστιχο επιδιώκουν τρόικα, κυβέρνηση, ΣΕΒ

 

 

Του Βασίλη Μηνακάκη

 

Ας ξεκινήσουμε από το ρεπορτάζ. Ο υπουργός Εργασίας Γιώργος Κουτρουμάνης και η τρόικα, πριν τη διακοπή των διαπραγματεύσεων που δεν πρόκειται να αλλάξει την ατζέντα και την κατεύθυνσή τους, στη συνάντηση που είχαν την περασμένη Δευτέρα συζήτησαν την απαίτηση των «δανειστών μας» για πλήρη κατάργηση των κλαδικών συμβάσεων και θεσμοθέτηση ειδικών επιχειρησιακών συμβάσεων με μισθούς κάτω και από αυτούς της Εθνικής Γενικής Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας.

Επιπλέον, συζήτησαν τη θεσμοθέτηση τοπικών συμβάσεων με μισθούς χαμηλότερους των κλαδικών σε περιοχές ειδικού ενδιαφέροντος. Όπως πάντα, πρόσχημα για τη νέα εκστρατεία κατά της συλλογικής θέσης των εργαζομένων και των μισθών τους είναι η «ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας».

Η απαίτηση αυτή έρχεται ως συνέχεια των προηγούμενων πιέσεων για γενίκευση στον ιδιωτικό τομέα των ειδικών επιχειρησιακών και των ατομικών συμβάσεων (που θεσμοθετήθηκε με το νόμο 3899/2010, ο οποίος επιτρέπει χαμηλότερους μισθούς των κλαδικών). Επίσης, αποτελεί απόρροια της εκτίμησης των τροϊκανών (και των επενδυτικών συμφερόντων που βρίσκονται πίσω τους) ότι οι επιχειρησιακές συμβάσεις δεν είχαν τα «προσδωκόμενα» αποτελέσματα: Ως τώρα έχουν υπογραφεί μόλις 10 ειδικές επιχειρησιακές συμβάσεις, ενώ ως τις 30 Μαΐου εκκρεμούσαν στο Πρωτοδικείο 112 αιτήσεις δημιουργίας επιχειρησιακών σωματείων.

Σύμφωνα πάντα με τις πληροφορίες, ο κ. Κουτρουμάνης κράτησε πολύ… σθεναρή στάση. Κατ’ αρχάς παρουσίασε – προφανώς για να δείξει πόσο καλά «παίρνει τα γράμματα» η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ – τα στοιχεία του Σώματος Επιθεώρησης Εργασίας για το πρώτο εξάμηνο του 2011, τα οποία δείχνουν ραγδαία άνοδο των ευέλικτων μορφών απασχόλησης. Επιπλέον, δεσμεύτηκε ότι θα προχωρήσει άμεσα στην εξάλειψη των γραφειοκρατικών προβλημάτων που εμποδίζουν τη σύναψη ειδικών επιχειρησιακών συμβάσεων. Πιο συγκεκριμένα, δεσμεύτηκε ότι το Σεπτέμβριο θα προωθήσει νομοθετικές ρυθμίσεις που θα καταργούν την υποβολή αιτιολογικής μελέτης στο Συμβούλιο Κοινωνικού Ελέγχου Επιθεώρησης Εργασίας (ΣΚΕΕ) για την ανάγκη υπογραφής ειδικής επιχειρησιακής σύμβασης, θα επιταχύνει την ίδρυση επιχειρησιακών σωματείων μέσω ταχύτερης έκδοσης αποφάσεων από 6 μήνες σε 1,5 μήνα και θα προωθήσει ένα σύστημα κριτηρίων που θα πιστοποιεί πιο «αντικειμενικά» την προβλεπόμενη από το νόμο υποχρεωτική εκπροσώπηση του 51% για την επέκταση μιας κλαδικής σύμβασης και θα ελέγχει με ακρίβεια την αντιπροσωπευτικότητα των συμβαλλομένων μερών. Στην κατεύθυνση αυτή, θα ζητούνται στοιχεία αρχαιρεσιών, λίστες μελών και μισθών που θα αφορούν και σε μη μέλη.

Ας πάμε, όμως, και λίγο πέρα από το ρεπορτάζ. Στην επιλογή για κατάργηση των κλαδικών συμβάσεων δεν είναι σωστό να αναζητήσουμε μόνο τις πιέσεις της τρόικας. Το χτύπημα κάθε θεσμού που κατοχυρώνει έστω στοιχειωδώς, θεσμικά και συλλογικά την – ούτως ή άλλως αδύναμη – εργατική πλευρά έναντι της εργοδοτικής, δεν είναι μόνο της τρόικας επιδίωξη.

Είναι παράλληλα πάγια και σταθερή επιδίωξη του ΣΕΒ. Μια επιδίωξη που συρρικνώνει τις εργατικές αποδοχές και αποδυναμώνει τη συλλογική εργατική θέση, ενισχύει την κερδοφορία του κεφαλαίου και του προσφέρει ανάσες από την κρίση. Γι’ αυτό και δεν είδαμε ούτε και θα δούμε κανένα τμήμα του ελληνικού κεφαλαίου να «παραπονείται» για τούτες τις πιέσεις της τρόικας.

Οφείλουμε, ταυτόχρονα, να αναρωτηθούμε: Γιατί οι τροϊκανοί δείχνουν τέτοια επιμονή στο θέμα της «αγοράς εργασίας»; Αφού αυτή δεν έχει άμεση σχέση με τα δημόσια οικονομικά και την αποπληρωμή του χρέους, τι ακριβώς επιδιώκουν;

Για να απαντήσουμε αυτό το ερώτημα, πρέπει να ενώσουμε τις ψηφίδες ενός παζλ: Τις μαζικές ιδιωτικοποιήσεις και το πακέτο των 50 δισ. («αξιοποίηση» δημόσιας περιουσίας), την καταβαράθρωση της χρηματιστηριακής αξίας μερικών από τις υπό ιδιωτικοποίηση ΔΕΚΟ (που θα επιτρέψει στους επίδοξους αγοραστές τους να τις αγοράσουν σε εξευτελιστικές τιμές), τις προ ημερών απαιτήσεις του γερμανού υφυπουργού Οικονομικών, Στέφαν Καπφέρερ για δημιουργία ειδικών οικονομικών ζωνών με μηδενική φορολογία και μισθούς εξαθλίωσης (για να επενδύσουν γερμανικά κεφάλαια), αλλά και τις πανευρωπαϊκές κατευθύνσεις του προ μηνών εγκεκριμένου «συμφώνου για το ευρώ» περί όλο και πιο μερικών κι εξατομικευμένων συμβάσεων και μισθών που θα είναι συγκρίσιμοι με τους ανταγωνιστές της ΕΕ (π.χ. την Κίνα).

Που πάει να πει ότι όσα υπερσυσσωρευμένα κεφάλαια σκοπεύουν να βρουν κερδοφόρα διέξοδο στη ρημαγμένη από τα μνημόνια, τα μεσοπρόθεσμα κ.λπ. Ελλάδα, σκοπεύουν να το κάνουν μόνο αν από πριν έχουν «ρημάξει» τα εργατικά δικαιώματα, αν έχουν συντρίψει τους μισθούς και αν – και τούτη την πολιτική πλευρά δεν πρέπει να την ξεχνάμε ποτέ – έχουν απελευθερώσει πλήρως τις εργασιακές σχέσης και διαλύσει κάθε ιστό συλλογικής συσπείρωσης και πάλης (προγενέστερο ή μελλούμενο) και κάθε σκέψη ότι τέτοιος ιστός μπορεί να δημιουργηθεί στο εκρηκτικό κοινωνικό τοπίο που θα διαμορφωθεί.

 

ΠΗΓΗ: 4-8-2011, ΠΡΙΝ. Το είδα:  Ημερομηνία καταχώρησης 07-09-2011, http://www.politikokafeneio.com/neo/modules.php?name=News&file=article&sid=10219

Η επερχόμενη κοινωνική έρημος

Η επερχόμενη κοινωνική έρημος

 

Του Κωνσταντίνου Γεώρμα*


 

Μέσα στον ορυμαγδό ει­δήσεων για το χρέος και τα ελλείμματα, οι εξελί­ξεις στο μέτωπο του κοι­νωνικού περνούν σε δεύτερη μοίρα. Η απουσία προβληματισμού πάνω στις κοινωνικές προκλήσεις που αντιμε­τωπίζουμε – και τις οποίες η υποταγή στην πασοκοτροϊκανή βαρβαρότητα θα εντείνει στο έπακρο – αποτελεί ένα βαθύτερο πρόβλημα: αντανακλά την απουσία εθνικού σχεδιασμού σε όλες τις πτυχές της ανάπτυξης της χώρας.

Όπως έχει καταδειχθεί από πληθώρα μελετητών, η διαμόρφωση της κοινωνι­κής πολιτικής αποτελούσε, μεταξύ των άλλων, στοιχείο εθνικής ολοκλήρωσης. Η κοινωνική πολιτική απαιτεί σχεδια­σμό για τις ανάγκες του συνόλου του λαού, στο πλαίσιο της παραδοχής ενός εθνικού αναπτυξιακού προτάγματος και των αρχών της κοινωνικής δικαιο­σύνης και αλληλεγγύης1.

Σήμερα, στην Ελλάδα, ζούμε το ακρι­βώς αντίστροφο. Η κεντρική πολιτική των κατοχικών ελίτ είναι να υπονομεύ­σουν πλήρως ό,τι έχει απομείνει από το – υπανάπτυκτο έτσι κι αλλιώς – κοινω­νικό κράτος. Ο στρατηγικός στόχος εί­ναι εμφανής και έχει ήδη καταδειχθεί από τις έως σήμερα κινήσεις. Ο στόχος είναι:

α. Ο πλήρης κατακερματισμός και η δημιουργία μικρών διαχειρίσιμων κοι­νωνικών ομάδων.

β. Η καλλιέργεια της ανασφάλειας, έτσι ώστε να παραλύει οποιαδήποτε κίνηση και αναφορά σε έννοιες όπως η αλληλεγγύη, η κοινωνική δικαιοσύνη, το εθνικό συμφέρον.

γ. Η επέκταση των πελατεια­κών σχέσεων στο έπακρο ανα­φορικά με την προσφορά κοι­νωνικών υπηρεσιών.

δ. Η πλήρης εμπορευματοποίηση των κοινωνικών υπηρεσιών. Αυ­τό επιτυγχάνει αφενός την έντα­ση των κοινωνικών ανισοτήτων και τον κατακερματισμό της κοινωνίας. Αφετέρου, η ιδιωτικοποίηση των υπηρεσιών του «κακού Δημοσίου» θα προσφέρει τεράστιες ευκαιρίες πλου­τισμού.

ε. Η υπονόμευση οποιασδήποτε πιθα­νότητας για αυτόνομη και βιώσιμη οι­κονομική ανάπτυξη. Μία κοινωνία που παλεύει να επιβιώσει, μία κοινωνία που ο ένας αντιστρατεύεται τον άλλο για «μία θέση στον ήλιο», ασφαλώς δεν μπορεί να είναι ούτε ανταγωνιστι­κή ούτε και παραγωγική. Όμως, και αυ­τό έχει σημασία για τις ελληνικές ελίτ, είναι εύκολα διαχειρίσιμη.

στ. Τέλος, στρατηγικός στόχος είναι η εξαθλίωση του πληθυσμού, αφού ένας τέτοιος πληθυσμός δύσκολα αντιδρά συλλογικά και μάλλον πέφτει θύμα της πελατειοκρατίας.

Αργεντίνικα διδάγματα

Βέβαια πίσω από όλους αυτούς τους στρατηγικούς στόχους υπάρχει ένα βα­σικό γεγονός: μετά την κατάληψη του κράτους από αυτούς μέσα από τα κόμ­ματα και τη διαμόρφωση του κομματι­κού κράτους, οι κυρίαρχες ελίτ, αφού πρώτα πλούτισαν μέσα από τις μίζες, τώρα πλέον, για να διατηρήσουν την εξουσία τους, στρέφονται ενάντια στα ίδια τα… παιδιά τους (ΔΕΚΟ, δημόσιοι υπάλληλοι κ.λπ.), αλλά και σε ένα τμή­μα του κράτους.

Ακόμη παραπέρα στρέφονται ενά­ντια στην ίδια την κοινωνία ή αδιαφο­ρούν για το τι συμβαίνει σε αυτή, γι­ατί η ικανοποίηση πραγματικών ανα­γκών της κοινωνίας θα περιορίσει τον πλουσιοπάροχο τρόπο ζωής τους και τα πλουσιοπάροχα οφέλη από την επι­καρπία των λειτουργιών του κράτους.

Είναι όλα αυτά εξεζητημένα; Ας δού­με κάποια παραδείγματα από την περί­πτωση της Αργεντινής:

«Η ευρεία ανεργία, η οικονομική δυ­σπραγία και ο περιορισμός του κρά­τους αύξησαν την επιρροή τοπικών με­σαζόντων κομματικών αφεντικών που μπορούσαν να παράσχουν πρόσβαση σε θέσεις εργασίας στο Δημόσιο και άλλους κρατικούς πόρους. Έτσι οι πε­λατειακές σχέσεις αυξήθηκαν αποκτώντας μεγάλη ισχύ και στις αστικές περι­οχές. Τα αιτήματα για υλικά και δημό­σια αγαθά περιορίστηκαν σε ιδιωτικά αγαθά με τη μορφή των πελατειακών σχέσεων ή επιδοτήσεις ομάδων»2.

Για όσους πιστεύουν ότι είμαστε μα­κριά από εκεί, ας κοιτάξουν τι έγινε με την προκήρυξη για την «κοινωνική ερ­γασία» – πάντα οι σοσιαλιστές είχαν έναν ευφάνταστο τρόπο να ονοματί­ζουν τις πελατειακές δράσεις. Ή ας αναρωτηθούμε πώς του ήρθε του «τολ­μηρού», όπως αυτοαποκαλείται στα ραδιόφωνα, κ. Παπαϊωάννου να νομι­μοποιήσει τη λήψη ναρκωτικών στους δρόμους της Αθήνας.

Ας δούμε τι μας λέει πάλι ένας Αργεντίνος σε συνέντευξη σε πρόσφατο ντοκιμαντέρ του Αυγερόπουλου. Όπως λοιπόν αναφέρει ο Βάλντο Φεράρι, μέλος ομάδας ενάντια στην εξάρτηση από τα ναρκωτικά, με την έλευση της κρίσης, στην αγορά πουσαρίστηκε ένα νέο ναρκωτικό, φθηνό και προσιτό οι­κονομικά από τα κατώτερα στρώματα και τη νεολαία.

Ο Φεράρι επιμένει ότι ο στόχος ήταν μία χαμένη γενιά, ο στόχος ήταν μία νε­ολαία χαμένη μέσα στο ναρκωτικό, μία νεολαία που δεν σκέπτεται, δεν κινητο­ποιείται, δεν δρα συλλογικά. Ο στόχος ήταν επίσης η αύξηση της εγκληματι­κότητας στις φτωχογειτονιές επειδή τα ναρκωτικά αυξάνουν την εγκληματικό­τητα και την ατομικοποίηση των κατώ­τερων τάξεων3.

Κρίση του κοινωνικού κράτους

Άλλος ένας παράγοντας που θα σα­ρώσει το κοινωνικό είναι η ταυτόχρο­νη κατάρρευση των τριών πυλώνων που στηρίζουν αυτό που αποκαλείται κοινωνική προστασία. Οι άνθρωποι σε μία κοινωνία αντλούν υπηρεσίες και γενικότερα πόρους για να αντιμετωπί­σουν τις κοινωνικές αντιξοότητες μέσα από τρεις, κατά κύριο λόγο, θεσμούς: την αγορά, την οικογένεια και το κρά­τος. Σήμερα και οι τρεις αυτοί θεσμοί δοκιμάζονται από τις εφαρμοζόμενες πολιτικές.

Το ιδιαίτερο χαρακτηριστικό της Ελ­λάδας ήταν ότι η διαμόρφωση του κοι­νωνικού κράτους, κατ’ εξοχήν φορέα κοινωνικής προστασίας, έγινε με βά­ση την πολιτική δύναμη των επιμέρους ομάδων και δεν είχε έναν συνολικό σχεδιασμό.

Στην Ελλάδα η καχεξία της οικονομί­ας, η καχεκτική διαμόρφωση εθνικής συνείδησης, των ταξικών συνειδήσεων και της κοινωνίας των πολιτών καθό­ρισαν και την καχεξία του κοινωνικού κράτους. Αντί για μία συνολική στρα­τηγική είχαμε την ανάπτυξη επιμέρους πελατειακών εν πολλοίς συμφερόντων με συνέπεια ένα κοινωνικό κράτος ανάλγητο απέναντι στους ευάλωτους και «φιλικό» προς τους διαθέτοντες πολιτικές διασυνδέσεις4. Έτσι, σήμε­ρα, απουσιάζει ένα δίχτυ ασφαλείας που θα μπορέσει να μετριάσει τις επι­πτώσεις της κρίσης.

Αντιθέτως, βλέπουμε ότι η κυρίαρχη συζήτηση κινείται προς την κατάργηση έστω και των ελάχιστων κοινωνικών πα­ροχών που υφίστανται. Στον τομέα της κοινωνικής ασφάλισης λίγο σχολιάστη­κε το γεγονός ότι η «ελάχιστη εγγυημέ­νη σύνταξη», που αγγίζει το «αστρονο­μικό» ποσό των 360 ευρώ, θα αποτελεί και τη μόνη που θα εγγυάται το κράτος. Μετά, εάν έχει το ταμείο σου, έχει κα­λώς. Ειδάλλως…

Αυτό που ενδιαφέρει επίσης τη νέα κατοχή είναι η περικοπή των επιδομά­των. Η όλη συζήτηση μάλιστα ενδύεται τη νέα γλώσσα του Μεγάλου Αδελφού περί «επιδομάτων που δεν πάνε σε αυ­τούς που πρέπει», ξεχνώντας ότι:

Πρώτον, οι επιδοματικές παροχές στην Ελλάδα είναι ελάχιστες.

Δεύτερον, το πρόβλημα είναι ότι λό­γω της φοροδιαφυγής και της εισφορο-διαφυγής (που τη μεγαλύτερη βέβαια κάνουν οι φίλοι των πολιτικών μας ελίτ) δεν επαρκούν οι πόροι για όσους κιν­δυνεύουν από τη φτώχεια και τον κοι­νωνικό αποκλεισμό5.

Τρίτον, οι επιδοτήσεις πάνε για να στηρίξουν ευγενή ασφαλιστικά ταμεία (όπως π.χ. το ΤΣΜΕΔΕ).

Πάντως, είναι τουλάχιστον εξοργι­στικό, τη στιγμή που η ελληνική οικογένεια υπονομεύεται από παντού, η κυβέρνηση να συζητά για περικοπές των οικογενειακών επιδομάτων, όταν μάλιστα θα έπρεπε να κάνει το ακρι­βώς αντίθετο.

Εργασιακός εφιάλτης

Παρομοίως οξυμμένα είναι τα προ­βλήματα και στον πυλώνα της αγοράς και δη στον τομέα της αγοράς εργασί­ας. Εκεί η κατάσταση θα καταστεί εφι­αλτική.

Όπως δείχνουν τα στοιχεία, η κατά­σταση αναφορικά με την ανεργία θα είναι ασφυκτική. Υπενθυμίζω ότι, στην ανάλυση κατά κλάδους, οι επιπτώσεις της κρίσης δεν έχουν φανεί με σαφή­νεια σε πολυπληθείς κλάδους, όπως για παράδειγμα στις κατασκευές και τις υπηρεσίες6. Συνεπώς τα δύσκολα είναι μπροστά μας.

Οι εξελίξεις περιγράφονται εναργώς από τους Αργεντίνους: Καθώς όλο και πιο πολλοί άνθρωποι θα ανταγωνίζονται για λιγότερες θέσεις εργασίας και καθώς οι κάπως καλύτερα πληρω­μένες δουλειές θα χάνονται λόγω της κρίσης, θα αυξάνονται οι θέσεις εργα­σίας στην παραοικονομία και θα υπάρ­χει μία έντονη μείωση των πραγματι­κών μισθών7.

Παράλληλα, στην αγορά εργασίας, καθώς θα αυξάνεται η προσφορά ερ­γαζομένων με υψηλές δεξιότητες, αυ­τοί θα καταλαμβάνουν τις θέσεις των εργαζόμενων με χαμηλές δεξιότητες. Οι συνέπειες, καθώς όλο και περισσό­τεροι άνθρωποι θα ανταγωνίζονται για λιγότερες θέσεις και καθώς οι καλά πληρωμένες θέσεις στον μεταποιητι­κό τομέα θα χάνονται και θα αυξάνο­νται οι θέσεις στην παραοικονομία, η συνολική πίεση θα σημάνει τη μείω­ση στους μισθούς για την πλειονότητα των εργαζομένων8.

Παρόμοια είναι και τα συμπεράσμα­τα μίας μελέτης των Μητράκου – Ζωγραφάκη. Ιδού τι λένε: «Και στα δύο σενάρια, οι εργαζόμενοι με χαμηλή ειδίκευση και προσωρινές ή ευέλικτες μορφές απασχόλησης πλήττονταν πε­ρισσότερο [από την κρίση]… Είναι ση­μαντικό να επισημανθεί ότι η μείωση των πραγματικών εισοδημάτων των φτωχών ήταν υπερδιπλάσια της μεί­ωσης των εισοδημάτων των πιο εύπο-ρων νοικοκυριών»9.

Πάντως, εδώ πρέπει να επισημανθεί και ένα άλλο φαινόμενο. Οι Ζωγραφάκης και Σπαθής υπολόγιζαν ότι με μεί­ωση 2,9% του ΑΕΠ οι απώλειες των θέσεων εργασίας θα ήταν κατά 18% από μετανάστες και κατά 72% από γηγενείς (περιττό να τονίσουμε ότι οι μειώσεις του ΑΕΠ είναι πολύ μεγαλύ­τερες…)10.

Αυτό, κατά τη γνώμη μου, εξηγείται από το γεγονός ότι όλο και περισσότε­ρο οι εργοδότες θα στρέφονται προς τους μετανάστες για προσφορά εργα­σίας, αφού και πιο «ευέλικτοι» είναι και πιο εύκολα αποδέχονται την κάθε­τη μείωση των μισθών. Εάν αυτά τα σε­νάρια επαληθευθούν, τότε οι πολιτικές των ελίτ μας θα χτυπήσουν αλύπητα το εισοδηματικό επίπεδο των αρχηγών των νοικοκυριών και τα επίπεδα της απόλυτης φτώχειας θα εκτοξευθούν.

Στην αύξηση των επιπέδων φτώ­χειας θα συμβάλουν επίσης η ιδιω­τικοποίηση υπηρεσιών, όπως ο ηλε­κτρισμός, το τηλέφωνο, το νερό, η παιδεία, η υγεία και οι συγκοινωνίες. Αυτές οι αυξήσεις θα εκτοξεύσουν το κόστος ζωής των φτωχών νοικοκυριών αφού γι’ αυτά οι συγκεκριμένες κατα­ναλωτικές δαπάνες καλύπτουν μεγάλο μέρος του προϋπολογισμού τους. Επι­πλέον, στην περίπτωση που μειωθούν τα επιδόματα ανεργίας, τότε προβλέ­πεται ραγδαία επιδείνωση της φτώχει­ας στις οικογένειες των ανέργων.

Καλώς ήλθατε στην έρημο του κοι­νωνικού.

Σημειώσεις:

1. Βλέπε Chris de Neubourg, «Social protection and Nation-Building: an essay on Why and How Universalist Social Policy Contributes to Stable Nation-States», στο Peter Townsend (ed.) Building Decent Societies . Rethinking the Role of Social Security in Development , ILO/Palgrave Macm illan, 2009. Επίσης Bob Jesso p, (1999), «The Changing Governance of Welfare : Recent trends in its Primary Functions , Scale, and Modes of Coordination», Social Policy and Administration , Vol. 33, No. 4, Δεκέμ­βριος 1999. Επίσης Gosta Esping -Andersen, Οι τρεις κόσμοι του καπιταλισμού της ευημερίας, Ελληνικά Γράμματα, 2006.

2. Βλέπε το ιδιαιτέρου ενδιαφέροντος βιβλίο, γιατί εκεί περιγράφονται τόσο τα αίτια όσο και το μέλλον της κρίσης, των Steven Levitsky and Maria Victoria Murillo (ed), Argentine democracy: the politics of institutional weakness, Pennsylvania State University Press , 2005, σελ. 31.

3. Βλέπε «Εξάντας. Ντοκιμαντέρ στον κόσμο», Το πείραμα της Αργεντινής στην ιστοσελίδα http://www.exandasdocumentaries.com/gr/documentaries/ chronologically/2010-2011/184-to-peirama-tis-argentinis

4. Είναι πολλά τα κείμενα πάνω σε αυτό το ζήτημα. Ενδεικτικά: Μάνος Ματσαγγά-νης, «Η μετέωρη μεταρρύθμιση: το κοινωνικό κράτος και ο εκσυγχρονισμός της κοι­νωνίας», στο Δημήτρης Βενιέρης και Χρίστος Παπαθεοδώρου (επιμέλεια) Η κοινωνι­κή πολιτική στην Ελλάδα. Προκλήσεις και προοπτικές, Ελληνικά Γράμματα, 2003.

5. Γι’ αυτά τα ζητήματα βλέπε μεταξύ άλλων την εξαίρετη μελέτη Ορθή στόχευση και σχεδιασμός πολιτικών για την κοινωνική ένταξη των ευπαθών κοινωνικών ομάδων, Ανάδοχος: Ειδικός Λογαριασμός Κονδυλίων Έρευνας Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών, Υπουργείο Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας-ΕΚΤ-ΕΥΣΕΚΤ.

6. Βλέπε ΕΛΣΤΑΤ, Μηνιαίο Στατιστικό Δελτίο, Τόμος 56, Νο4, Απρίλιος 2011, σελ. 16.

7. Paul Cooney, Argentina at the Abyss , Eastern Economic Association , IWGVT, New York City, February 21-23, 2003.

8. Leonardo Gasparini & Guillermo Gruces, A Distribution in Motion : The Case of Argentina, Discussion Paper, UNDP Poverty Reduction , January 2010.

9. Βλέπε Μητράκος – Ζωγραφάκης, «Οι επιπτώσεις της δημοσιονομικής κατάρρευ­σης της οικονομίας στο κράτος πρόνοιας», εφημερίδα Η Εποχή, Κυριακή, 25 Απριλί­ου 2010.

10. Σταύρος Ζωγραφάκης και Παύλος Σπαθής, Οικονομική κρίση και αγορά εργασί­ας: Το τέλος των δημοσιονομικών αποκλίσεων και επιπτώσεις, Ημερίδα: «Η ελληνική αγορά εργασίας: χαρακτηριστικά, εξελίξεις και προκλήσεις», Τράπεζα της Ελλάδος, 22 Μαρτίου 2010.

 

* Ο Κωνσταντίνος Γεώρμας είναι Δρας Κοινωνιολογίας – συγγραφέας. [Ο Κωνσταντίνος Δ. Γεώρμας απόφοιτος του Τμήματος Κοινωνικής Πολιτικής της Εθνικής Σχολής Δημόσιας Διοίκησης και υπόψήφιος διδάκτωρ του Τμήματος Κοινωνιολογίας του Παντείου Πανεπιστημίου Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών. Σήμερα εργάζεται στο Υπουργείο Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας. Έχει συγγράψει πολλά άρθρα και μελέτες αναφορικά με την κοινωνική πολιτική, την κοινωνία των πολιτών, τα Βαλκάνια, την Παλαιστίνη και την οικολογία. http://www.metaixmio.gr/author/1955–.aspx].

 

ΠΗΓΗ: (ΔΗΜΟΣΙΕΥΤΗΚΕ ΣΤΟ “Π” ΣΤΙΣ 11-08-11),  Το Ποντίκι 

Τόκοι, τοκογλυφία, καπιταλισμός

Τόκοι, τοκογλυφία, καπιταλισμός

 

Του Σεβ. Μητροπολίτου Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου Ιεροθέου


 

Στήν εποχή μας επικρατεί η θεοποίηση τού χρήματος, τής ηδονής καί τής ευμάρειας. Η αξιοποίηση καί η εκμετάλλευση τού χρήματος αναπτύχθηκε μέσα σε προτεσταντικούς κύκλους, μέσα σέ μιά ηθική ότι τό χρήμα είναι ευλογία Θεού, καί ο πλούσιος είναι από τόν Θεό ευλογημένος. Αυτό τό θέμα τό αναπτύσσει διεξοδικά ο Max Weber στό γνωστό του κλασσικό βιβλίο «η προτεσταντική ηθική καί τό πνεύμα τού καπιταλισμού». Υποστηρίζει ότι ο καπιταλισμός, η ορθολογιστική αξιοποίηση τού χρήματος καί τής ζωής είναι απόρροια όλων τών αρχών πού αναπτύχθηκαν από τίς διάφορες προτεσταντικές ομάδες στήν Ευρώπη.

Ειδικά γιά τήν αξία τού χρήματος ο Max Weber αναφέρεται στίς οδηγίες πού δίνει ο Benzamin Franklin, τίς οποίες συναντούμε στά βιβλία του «Αναγκαίες νύξεις σέ κείνους πού θά ήθελαν νά γίνουν πλούσιοι» καί «Συμβουλή σέ ένα νέο έμπορο». Στά βιβλία αυτά ο Franklin συμβουλεύει:

«Νά θυμάσαι ότι ο χρόνος είναι χρήμα… Νά θυμάσαι ότι η πίστωση είναι χρήμα… Νά θυμάσαι ότι τό χρήμα έχει αναπαραγωγική καί καρποφόρα φύση. Τό χρήμα μπορεί νά παράγει χρήμα καί τά γεννήματά του μπορούν νά παράγουν περισσότερα… Νά θυμάσαι ότι – κατά τό ρητό – ο καλός πληρωτής είναι ο κύριος τού πορτοφολιού τού άλλου. Όποιος είναι γνωστός ότι πληρώνει ακριβώς στόν χρόνο πού υποσχέθηκε, μπορεί οποιαδήποτε στιγμή νά σηκώσει όλο τό χρήμα πού οι φίλοι του μπορούν νά αποταμιεύσουν».

Αυτή είναι η βασική αρχή τής χρηματοπιστωτικής αγοράς πού σήμερα διέρχεται κρίση.

Ο Max Weber σχολιάζει ότι «ο άνθρωπος κυριαρχείται από τή δίψα γιά απόκτηση χρήματος, απόκτηση πού εκφράζεται σάν τελικός σκοπός τής ζωής του». Καί ρωτώντας ο Max Weber «γιατί πρέπει νά βγαίνουν λεφτά από τούς ανθρώπους;», σχολιάζει τήν συμβουλή πού έδωσε στόν Benzamin Franklin ο αυστηρός καλβινιστής πατέρας του, χρησιμοποιώντας τό χωρίο από τίς Παροιμίες «είδες άνθρωπον επιτήδειον εις τά έργα αυτού; αυτός θέλει εμφανισθεί ενώπιον βασιλέων» (Παροιμ. κβ', 29): «Η απόκτηση χρήματος μέσα στήν σύγχρονη οικονομική τάξη είναι – εφόσον γίνεται νόμιμα – τό αποτέλεσμα καί η έκφραση τής αρετής καί προκοπής σ' ένα επάγγελμα καί η αρετή καί η προκοπή αυτή είναι, όπως είναι εύκολο νά αντιληφθούμε, τό πραγματικό άλφα καί τό ωμέγα τής ηθικής τού Franklin».

Αυτή η νοοτροπία τού συγχρόνου ανθρώπου είναι καπιταλιστική καί παρατηρείται στήν Δύση καί επηρέασε πολλούς σέ όλον τόν πλανήτη. Αυτό βλέπουν σύγχρονοι ξένοι θεολόγοι καί αναλύουν τήν διδασκαλία τών αγίων Πατέρων τής Εκκλησίας.

* * *

Η Καθηγήτρια στό Λουθηρανικό Πανεπιστήμιο τής Τακόμα Brenda Ihssen έγραψε δύο κείμενα στά οποία αναλύει αυτό τό θέμα.

Τό πρώτο έχει τίτλο: «Η τοκογλυφία, η ελληνική Πατρολογία καί η καθολική Κοινωνική διδασκαλία», στό οποίο θίγει θέματα όπως: «τί λένε οι πατερικοί συγγραφείς γιά τήν κοινωνική ηθική», «ποιοί είναι οι τοκογλύφοι», «ποιές είναι οι σημαντικές ερωτήσεις πού πρέπει νά τεθούν καί τίς οποίες πρέπει νά γνωρίζη ο ερευνητής όταν προσεγγίζει ένα πατερικό κοινωνικό-ηθικό κείμενο», «υπό ποιές προϋποθέσεις ή μέχρι ποιό όριο μπορούν οι πατερικές πηγές νά θεωρηθούν ότι συνεισφέρουν στήν δημιουργία τής Καθολικής Κοινωνικής διδασκαλίας».

Μέσα στά κεντρικά αυτά κεφάλαια ανευρίσκουμε πολλές υποδιαιρέσεις, όπως «η απαγόρευση τής τοκογλυφίας στή Γραφή», «ο τοκογλύφος ως απειλή γιά τήν κοινότητα (κακός, άγριο θηρίο, ψεύτης, ακόμη καί φονιάς)», «η πνευματική πτωχεία τού τοκογλύφου», οι τοκογλύφοι ως «μέλη τής κοινότητας», «άν υπάρχουν εξαιρέσεις στόν δανεισμό». Επίσης, απαντά σέ τρία βασικά ερωτήματα όπως: «έχουν σχέση μέ τήν πραγματικότητα τά κείμενα τών Ελλήνων Πατέρων;». «Τούς ενδιαφέρει νά έχουν σχέση μέ τήν πραγματικότητα;», «άν η παρουσία τών ελληνορωμαϊκών θεμάτων είναι αναμφισβήτητη».

Τό δεύτερο κείμενό της έχει τίτλο: «Τά κηρύγματα τού Βασιλείου καί τού Γρηγορίου (Νύσσης) γιά τήν τοκογλυφία». Σέ αυτό εξετάζει τά κίνητρά τους, νά ασχοληθούν μέ τό θέμα τής τοκογλυφίας, οι επιρροές πού δέχθηκαν από φιλοσόφους, η χρησιμοποίηση τής Αγίας Γραφής μέ αναφορά στούς τόκους, η τοκογλυφία ως κλοπή, η ταραχή πού δημιουργεί η τοκογλυφία, οι εικόνες πού χρησιμοποιούνται γιά νά περιγράψουν τόν τοκογλύφο καί τήν τοκογλυφία, καί γιά τόν ουράνιο τόκο.

Στό σημείο αυτό θά ήθελα νά παρουσιάσω τήν εισαγωγή τής Brenda Ihssen, τό συμπέρασμα τής πρώτης μελέτης της, καί ένα βασικό απόσπασμα από τό κεντρικό θέμα. Καί τό θεωρώ αυτό καλό γιατί είναι γεννημένη, μεγαλωμένη καί διδάσκει σέ Πανεπιστήμιο στήν Αμερική όπου η εκμετάλλευση τού χρήματος είναι μιά ολόκληρη επιστήμη. Θυμηθήτε όλη τήν ιστορία τών ομολόγων καί μάλιστα τών δομημένων ομολόγων.

Στήν εισαγωγή της γράφει:

«Αποτελεί αναμφισβήτητη διαπίστωση ότι η συζήτηση γιά τίς ηθικές επιπτώσεις τού τόκου ή τής τοκογλυφίας δέν προκαλεί πιά τό ενδιαφέρον τού μέσου πολίτη. Ο τόκος θεωρείται όχι πρόβλημα αλλά κανονικό στοιχείο τής ζωής. "Είμαστε ευτυχείς νά πληρώνουμε 4% αρκεί νά μπορούμε νά αγοράσουμε τά μαξιλάρια τών διακοπών τά οποία μάς λένε οι ειδικοί τού μάρκετινγκ ότι τά έχουμε ανάγκη". "Δυστυχώς, εκατομμύρια άνθρωποι στόν πλανήτη υποφέρουν στά χέρια άλλων πού ευχαρίστως τούς διατηρούν στή φτώχεια μέσω υπερβολικών καί εξοντωτικών επιτοκίων".

Στήν τάξη μου, οι φοιτητές αναρωτιούνται ποιό είναι τό πρόβλημα άν κάποιοι δανείζονται καί αποπληρώνουν μέ τόκο, εφόσον είναι ενήλικες καί γνωρίζουν τί κάνουν. Πιστεύω ότι τό πρόβλημα είναι ότι στόν 21ο αιώνα υπάρχει θλιβερή φτώχεια, πείνα, άστεγοι καί θάνατοι γιά τούς οφειλέτες καί τίς οικογένειές τους. Επίσης τό πρόβλημα είναι η σωτηρία τού τοκογλύφου, τού οποίου οι πράξεις τόν αποκόβουν από τή θέα τού Θεού.

Στήν αρχαιότητα ο τόκος σέ δάνεια καταδικαζόταν στήν εβραϊκή κοινωνία, ενώ ήταν κανονικό μέρος τών συναλλαγών στό ελληνικό καί ρωμαϊκό σύστημα (άν καί στό ελληνικό σύστημα δέν είχε γίνει καθολικά αποδεκτός). Έτσι, παρ’ ό,τι καταδικαζόταν από τόν Πλάτωνα (πού τόν θεωρούσε «χυδαίο») καί τόν Αριστοτέλη (πού τόν θεωρούσε «παρά φύση»), ο τόκος εθεωρείτο δίκαιη αποζημίωση γιά τό χρόνο καί τό ρίσκο πού αναλάμβανε ο δανειστής. Καθώς ο δανειστής δέν μπορεί νά χρησιμοποιήση τά χρήματα πού έχει δανείσει, ο τόκος αποτελεί «ευγνωμοσύνη» γιά τό χρόνο πού χρειάζεται νά επιστραφούν. Τό ρίσκο σχετίζεται μέ τό ότι ο δανειστής μπορεί νά μή λάβει ποτέ πίσω τά χρήματά του, συνεπώς όσο μεγαλύτερος ήταν αυτός ο κίνδυνος τόσο μεγαλύτερο τό επιτόκιο.

Ωστόσο γιά τήν ελληνική πατρολογία, ο χρόνος καί τό ρίσκο δέν μετρούσαν. Οποιαδήποτε εγγύηση γιά χρήματα πού δανείστηκαν ήταν ασυνείδητη, οποιοδήποτε ποσοστό πάνω από τό κεφάλαιο δανεισμού αποτελούσε τοκογλυφία. Ακόμη καί ένα τοίς εκατό επιθυμία γιά κέρδος έβαζε σέ κίνδυνο τή σωτηρία».

Σέ ένα σημείο τού κειμένου της κάνει λόγο γιά τό κατά πόσον η διδασκαλία τών Πατέρων τής Εκκλησίας εναντίον τής τοκογλυφίας έχει σχέση μέ τήν πραγματικότητα. Γράφει:

«Τά αποσπάσματα πού δείχνουν ότι οι θεολόγοι μας απευθύνονται σέ γνωστούς ανθρώπους τής κοινότητάς τους μάς οδηγούν στό συμπέρασμα ότι αναφέρονται σέ ένα πρόβλημα τό οποίο έχει μεγάλη σχέση μέ τήν πραγματικότητα γύρω τους. Σέ ό,τι αφορά τήν εποχή μας, ομολογώ ότι πιστεύω πώς εξακολουθούν νά έχουν σχέση μέ τήν πραγματικότητα γιά τόν εξής λόγο: κάθε κοινότητα εξακολουθεί νά περιλαμβάνη ανθρώπους πού είναι διατεθειμένοι νά κερδίσουν σέ βάρος άλλων. Επομένως πιστεύω ότι μπορούμε νά μάθουμε από αυτούς τούς συγγραφείς τί είχαν νά πούν γιά τά αποτελέσματα τής απληστίας σέ μιά κοινότητα. Τά γραπτά τους επίσης αποτελούν αντανάκλαση τού ασκητικού ιδεώδους τών θεολόγων γιά τούς οποίους η κύρια σπουδαιότητα τού κειμένου ήταν η εξαγωγή ηθικού νοήματος γιά εφαρμογή στίς τρέχουσες καταστάσεις.

Τελικά όλοι αυτοί οι θεολόγοι πιστεύουν ότι τό χρήμα –είτε κάποιος τό έχει είτε δέν τό έχει, είτε τό δανείζει είτε τό χαρίζει– αποτελεί εμπόδιο γιά μιά αποτελεσματική σχέση μέ τό Θεό» (σελ. 5).

Στό συμπέρασμα γράφει:

«Η αρετή τής προσφοράς είναι μιά διαρκής πορεία πού ποτέ δέν τελειούται. Σύμφωνα μέ τούς θεολόγους μας, αυτός πού δίνει, αντί νά δανείζει, απομακρύνει εμπόδια πού δημιούργησε η αμαρτία, εμπόδια τά οποία δέν αφήνουν τούς ανθρώπους νά έχουν υγιείς καί διατηρήσιμες σχέσεις μεταξύ τους. Η αληθινή αγάπη επιθυμεί νά μοιράζεται τό δικό της, ενώ η αληθινή απληστία επιθυμεί μόνο τό συμφέρον της. Η τοκογλυφία αντιπροσωπεύει τό ακριβώς αντίθετο τής αγάπης, καί μάλιστα μέ αγαθό προσωπείο. Ο συμφεροντολόγος χριστιανός μπορεί νά ισχυρισθή ότι έχει δικαίωμα νά δανείζει μέ τόκο –ακόμη καί μέ υπερβολικό επιτόκιο– πρώτον διότι είναι νόμιμο καί δεύτερον διότι ο Χριστιανός έχει ελευθερωθή από τό νόμο. Τήν ίδια λογική συνάντησε ο Απ. Παύλος στήν Κόρινθο καί η απάντησή του ήταν ότι «όλα είναι νόμιμα γιά μένα, αλλά δέν είναι όλα ωφέλιμα».

Συνοψίζοντας, οι Έλληνες Πατέρες θεωρούσαν ότι η τοκογλυφία δέν είναι ηθική, δέν μπορεί νά δικαιολογηθή καί δέν είναι ωφέλιμη. Οι σύγχρονοι συγγραφείς υποστηρίζουν ότι τό ζήτημα τής τοκογλυφίας είναι νεκρό στήν εποχή μας, καθώς όλοι δανείζουν καί δανείζονται μέ τόκο χωρίς νά τό σκέφτονται. Ελπίζω ότι κάνουν λάθος. Η παγκόσμια φτώχεια είναι τόση πού τό θέμα τής τοκογλυφίας είναι σημαντικό γιά όσους στοχάζονται γιά τίς σύγχρονες οικονομικές καταστροφές τίς οποίες επιφέρουν άδικες πρακτικές δανεισμού. Ο καπιταλισμός έχει υποτάξει γιά πάρα πολύ καιρό τήν ανθρώπινη υγεία καί αξιοπρέπεια σέ οικονομικούς σκοπούς. Ως θέμα η τοκογλυφία δέν προκαλεί συζητήσεις, αλλά η φτώχεια προκαλεί. Θά πρέπει νά προβληματιζόμαστε βαθιά γιά τό κακό πού επιφέρει ο τόκος τών δανείων σέ άτομα, σέ οικογένειες, σέ κοινότητες, σέ χώρες καί –άν οι θεολόγοι μας έχουν δίκαιο– ακόμη καί στή σωτηρία τού καθενός μας» (σελ. 8).

* * *

Ζούμε σέ μιά εποχή στήν οποία κυριαρχεί ο δανεισμός, ο επίσημος καί νόμιμος μέ τίς Τράπεζες καί κατά κάποιον τρόπο θεωρείται καί ηθικός. Πολλοί παίρνουν δάνεια γιά νά αποκτήσουν σπίτι, νά σπουδάσουν τά παιδιά τους, νά κάνουν τίς διακοπές τους κλπ. Σέ μερικές περιπτώσεις, όπως τήν απόκτηση οικίας, μπορεί κανείς νά πή ότι είναι ωφέλιμος ο δανεισμός. Σέ αυτές τίς περιπτώσεις μιά κοινωνία δίκαιη μπορεί νά ωφελήση τούς μή έχοντας, χωρίς, βέβαια, νά χάσουν καί οι κατέχοντες. Η επιστήμη τής πολιτικής οικονομίας μπορεί νά εξισορροπήση τά πράγματα, ώστε καί οι Τράπεζες νά ωφελούνται μέ μέτρο, νόμιμα, αλλά καί οι μή έχοντες νά βοηθούνται νά αντιμετωπίζουν τά προβλήματα τής ζωής τους, χωρίς νά χάνουν τήν ελευθερία τους. Άν αυτό λειτουργή μέ νόμιμο καί δίκαιο τρόπο, τότε μπορεί νά λειτουργήση μέ τήν αρχή τής φιλαδελφίας.

Όμως, ο δανεισμός όταν συνδέεται μέ τήν ηδονή, τήν ευδαιμονία, τήν καλοπέραση, τήν ευμάρεια, τήν προσπάθεια γιά πλουτισμό κλπ, δέν μπορεί νά γίνη αποδεκτός. Πρέπει νά αντιμετωπίζουμε τό θέμα καί στά πάθη πού καλλιεργεί, καθώς επίσης καί στήν όλη νοοτροπία πού αναπτύσσει, όταν ο νούς μας είναι κολλημένος μόνον στά χρήματα καί τά κτήματα, καί δέν τόν αφήνουμε νά ασχολήται καί μέ άλλα σοβαρότερα θέματα.

Πρέπει νά στιγματίζουμε καί νά καυτηριάζουμε τούς τοκογλύφους πού εκμεταλλεύονται τόν πόνο τών συνανθρώπων τους καί μένουν ασυγκίνητοι μπροστά στήν δυστυχία τους. Οι χαρακτηρισμοί τών Πατέρων γι’ αυτούς είναι πολύ βαρείς. Στίς περιπτώσεις αυτές, όσοι έχουν χρήματα πρέπει νά ασκούν φιλανθρωπία καί νά δίνουν άτοκο δανεισμό σέ αυτούς πού χρειάζονται χρήματα γιά νά αντιμετωπίσουν τίς δυσκολίες τής ζωής.

Επίσης, στά σύγχρονα δεδομένα η αποταμίευση τών χρημάτων στίς Τράπεζες θεωρείται κάτι τό απαραίτητο καί ο τόκος δίκαιος καί νόμιμος. Δέν μπορεί κανείς νά αρνηθή μιά τέτοια λελογισμένη δυνατότητα, ιδίως γιά τούς οικογενειάρχες, αλλά τό κρίσιμο θέμα είναι ότι η αποταμίευση όταν εντάσσεται μέσα στήν προοπτική τού πάθους τής φιλοκτημοσύνης καί τής φιλαργυρίας, καί μάλιστα όταν αναστέλλεται η ελεημοσύνη καί η φιλανθρωπία, καθώς επίσης όταν στηρίζεται η ελπίδα τού ανθρώπου στά χρήματα, καί αποβάλλεται η πίστη στήν Πρόνοια τού Θεού, τότε αυτό δέν μπορεί νά δικαιωθή από τήν εκκλησιαστική ηθική.

Γενικά, δέν πρέπει νά αυξάνουμε τίς ανάγκες μας, δέν πρέπει νά επιδιώκουμε νά ζούμε πλουσιαπάροχα, ώστε νά μήν εξαναγκαζόμαστε νά δανειζόμαστε χρήματα, γιατί έτσι χάνουμε τήν ελευθερία μας. Η ολιγαρκής ζωή είναι μιά αξιοπρεπής ζωή. Άλλωστε, πτωχός δέν είναι εκείνος πού δέν έχει χρήματα, αλλά κυρίως εκείνος πού δημιουργεί τήν ανάγκη τών πολλών αναγκών καί εξαναγκάζεται νά δανείζεται από Τράπεζες καί από ανθρώπους, μέ αποτέλεσμα νά χάνη τήν ελευθερία του. Έρχονται συχνά στήν Ιερά Μητρόπολη άνθρωποι πού έχασαν τίς περιουσίες τους, τά σπίτια τους από τέτοιους δανεισμούς.

Η ασκητική ζωή, πού συνίσταται καί στήν αποφυγή τής πολυτέλειας καί τής ευδαιμονίας μπορεί νά μάς ωφελήση καί στό θέμα αυτό, γιά νά διαφυλάττουμε τήν πνευματική μας ελευθερία καί τήν ανεξαρτησία μας από καταστάσεις πού μάς υποδουλώνουν κυριολεκτικά. Σέ μιά καπιταλιστική κοινωνία πού όλοι ζούν μέ τό όνειρο τού χρήματος καί τά τηλεοπτικά παιχνίδια, καθώς επίσης εκεί αποβλέπουν καί τά ποικίλης φύσεως λαχεία, έχουμε καθήκον νά ζούμε ασκητικά καί νά εργαζόμαστε τίμια καί μέ αυτόν τόν τρόπο εφαρμόζουμε τόν ευαγγελικό λόγο. Καί πάντοτε ο νούς μας πρέπει νά είναι εστραμμένος στήν προπτωτική ζωή τών Πρωτοπλάστων καί τήν εσχατολογική ζωή, νά αποβλέπουμε, κατά τόν λόγο τού αγίου Γρηγορίου τού Θεολόγου, όχι στήν μετέπειτα διαίρεση, αλλά στήν αρχική ισονομία-ισότητα.

 

ΠΗΓΗ: Οκτώβριος 2008, http://www.parembasis.gr/2008/08_10_13.htm

Ο ΧΡΥΣΟΣ

Ο ΧΡΥΣΟΣ

 

Του Απόστολου Παπαδημητρίου


 

Στους δρόμους αρχίζουν τον τελευταίο καιρό να πετάγονται φύλλα ανακοινώσεων (φέιγ βολάν επί το ελληνικότερο), με τα οποία γνωστοποιείται ότι κάποιος κοσμηματοπώλης αγοράζει χρυσά αντικείμενα. Συνήθως αυτός αναζητά πελάτες σε γειτονικές πόλεις, καθώς είναι πολύ δύσκολο να προσελκύσει συντοπίτες του παρά τη διαβεβαίωση ότι θα τηρηθεί απόλυτη εχεμύθεια για τη συναλλαγή.

Τα χρυσά κοσμήματα είλκυσαν διαχρονικά το ενδιαφέρον των ανθρώπων και ιδίως των γυναικών και αποτελούν σημαντικά εκθέματα όλων των αρχαιολογικών μουσείων. Ακόμη και σε δύσκολες περιόδους οι άνθρωποι εύρισκαν τρόπους να εξασφαλίσουν κάποια, τα οποία επιδείκνυαν με αρκετή υπερηφάνεια. Συνήθη ήταν κατά την τουρκοκρατία τα περιδέραια από χρυσά νομίσματα. Ο άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός στα κηρύγματά του προέτρεπε τις γυναίκες να αποφεύγουν την επίδειξη πλούτου μέσω των κοσμημάτων και να ντύνονται πιό απλά. Και αναφέρεται ότι στην περιοχή του Ζαγορίου αρκετές γυναίκες ακολούθησαν τη συμβουλή του.

Τα κοσμήματα μεταβιβάζονταν από γενιά σε γενιά ως δώρα σε αγαπημένα πρόσωπα, θυγατέρες ή νύφες, και αποτελούσαν οικογενειακό κειμήλιο. Ως κειμήλια αποκτούσαν αξία μεγαλύτερη από την αντικειμενική της αγοράς. Δύο λόγοι οδηγούσαν κατά καιρούς τους κατόχους σε εκποίησή τους:

Ο πρώτος ήταν η απεμπόληση της παράδοσης, η οποία συνδυαζόταν κατά κανόνα με σπάταλη ζωή. Τότε το κόσμημα έπαυε να αποτελεί κειμήλιο και ως έργο τέχνης εθεωρείτο κακόγουστο, γι’ αυτό και ο κάτοχός του έσπευδε να το πωλήσει, προκειμένου να ικανοποιήσει με το αντίτιμο τις πολλές καταναλωτικές “ανάγκες” του.

Ο δεύτερος ήταν η πραγματική ανάγκη. Το κόσμημα έπρεπε να πωληθεί, προκειμένου να εξασφαλιστεί ο επιούσιος άρτος. Και γνωστής ούσης της ανάγκης στον αγοραστή εκείνος επωφελείτο της ευκαιρίας να το αποκτήσει αντί πινακίου φακής. Πόσοι και πόσοι αισχροκέρδισαν στα μεγάλα αστικά κέντρα κατά τη διάρκεια της κατοχής διαρκούντος του παγκοσμίου πολέμου! Δεν έφθαναν όμως οι συνεργάτες των κατακτητών που είχαν ελευθερία δράσεως με τη στήριξή τους. Ήταν και οι Γερμανοί που δεν κάλυψαν ακόμη τις υποχρεώσεις τους έναντι της χώρας μας, όπως το κατοχικό υποχρεωτικό (!) δάνειο και τις πολεμικές αποζημιώσεις, ενώ από την άλλη οι διάδοχοι και συνεπώς κληρονόμοι των οφειλετών βυσσοδομούν κατά της χώρας μας ζητώντας να αγοράσουν ό, τι απόμεινε από την κρατική περιουσία, όπως αεροδρόμια, λιμάνια, σιδηροδρομικό δίκτυο, πλούτο εδάφους, υπεδάφους και υποθαλάσσιο!

Η εκδήλωση ενδιαφέροντος αγοράς κοσμημάτων φανερώνει και εκδήλωση ενδιαφέροντος προς πώληση. Αλλά για ποιούς λόγους; Ασφαλώς, πρωτίστως, ανάγκης. Η περίοδος της ασυλλόγιστης σπατάλης έχει πλέον παρέλθει, συνεπώς δεν εκποιούνται τα κειμήλια παρά προς κάλυψη πραγματικών αναγκών. Όχι βέβαια για τον επιούσιο άρτο ακόμη, αλλά για την ελάφρυνση από το μεγάλο βάρος των οικονομικών υποχρεώσεων. Δάνεια επί δανείων και ασυλλόγιστες αναλήψεις μέσω πιστωτικών καρτών για αύξηση της αγοραστικής δύναμης έχουν καταστήσει πολλά νοικοκυριά υπερχρεωμένα, καθώς η Πολιτεία, που όφειλε να επεμβαίνει προστατευτικά υπέρ του πολίτη, υπήρξε ο κατ’ εξοχήν υποστηρικτής της εκστρατείας των πιστωτικών ιδρυμάτων προς εκμαυλισμό των συνειδήσεων μέσω της αλόγιστης κατανάλωσης.

Όπου φτώχια και γκρίνια, λέει ο λαός μας. Πόσοι θα αμφιταλαντεύονται, αν είναι ο κατάλληλος καιρός να προβούν στην πώληση ή αν πρέπει να παλέψουν για να οικονομήσουν τις υποχρεώσεις τους και να κρατήσουν τα τιμαλφή για ικανοποίηση σοβαρής ανάγκης στο μέλλον. Πόσες διενέξεις συζύγων θα εκδηλωθούν στις περιπτώσεις που δεν είναι σύμφωνοι για την πώληση των κοσμημάτων. Πόσοι θα εξαπατηθούν κατά την πώληση από τους έμπειρους αγοραστές!

Η τιμή του χρυσού ανέρχεται ραγδαία σε περιόδους οικονομικών κρίσεων. Κατά καιρούς, μάλιστα και πρόσφατα, γίνεται γνωστή η πώληση μέρους των αποθεμάτων χρυσού από την τράπεζα της Ελλάδος. Γίνονται και κάποιες συζητήσεις στη Βουλή με την εκάστοτε κυβέρνηση να υποστηρίζει ότι είναι πλέον ασύμφορη η διατήρηση μεγάλων αποθεμάτων χρυσού, καθώς η χώρα μας δεν διατρέχει κίνδυνο ως διαθέτουσα ισχυρό νόμισμα, το ευρώ. Βέβαια δεν ερωτώνται και, φυσικά, δεν απαντούν, γιατί χώρες όπως η Γερμανία και η Γαλλία, διατηρούν σημαντικά αποθέματα χρυσού, ενώ πέραν του ευρώ διαθέτουν πολύ πιό ισχυρές οικονομίες. Ήταν το Κράτος της διαφθοράς και της διαπλοκής το πρώτο που αισθάνθηκε την ανάγκη να εκποιήσει τον χρυσό προς κάλυψη εκτάκτων αναγκών του; Ήταν κίνηση υποταγής σε κελεύσματα έξωθεν προστατών μας (κερδοσκόπων), που μας οδήγησαν στο σημερινό κατάντημα; Ας τονιστεί και το ότι σημαντικά αποθέματα χρυσού της χώρας φυλάσσονται σε ξένη τράπεζα από τον καιρό που μεταφέρθηκαν στην Αίγυπτο και από εκεί στη Νότια Αφρική μετά τη γερμανική εισβολή (1941).

Το παιχνίδι της οικονομίας είναι το αθλιότερο που συνέθεσε ο δυτικός άνθρωπος. Όσοι δεν εισήλθαν στα άδυτα του συστήματος υπό οποιαδήποτε ιδιότητα, δεν είναι σε θέση να γνωρίζουν τα όσα διαδραματίζονται καθημερινά. Το βέβαιο πάντως είναι ότι εκείνος που πωλεί βρίσκεται σε ανάγκη και όχι εκείνος που αγοράζει. Ίσως οι ισχυροί εταίροι μας παίζουν ένα ακόμη παιχνίδι σε βάρος μας μέσω του χρυσού. Ίσως μας αναγκάσουν (και όχι μόνο εμάς) να πωλήσουμε και άλλες ποσότητες και στη συνέχεια θα εκτινάξουν την τιμή του στα ύψη.

Οι Αμερικανοί αναγράφουν στα χαρτονομίσματά τους τη φράση “To God we trust” (Στον Θεό εμπιστευόμαστε)! Η αγγλική λέξη God (Θεός) διαφέρει κατά ένα μόνο γράμμα από τη λέξη gold (χρυσός), τον οποίο πράγματι εμπιστεύονται αλλά και λατρεύουν οι οικονομικά ισχυροί του κόσμου. Γι’ αυτόν αιμοτοκυλούν τον πλανήτη και σκορπούν τη συμφορά στους καταφρονεμένους λαούς.

Εμείς ποιόν θεό λατρεύουμε;

                                                            “ΜΑΚΡΥΓΙΑΝΝΗΣ”, 30-5-2011     

Υπάρχουν λεφτά!

Υπάρχουν λεφτά!

 

Του Δημήτρη Καζάκη


 

Όλοι θυμόμαστε την προεκλογική διαπίστωση του κ. Γ. Παπανδρέου ότι λεφτά υπάρχουν. Το έλεγε για να πείσει ότι δεν χρειάζονται μέτρα λιτότητας και περικοπών σε βάρος των εργαζομένων και των συνταξιούχων. Μετά τις εκλογές και τα απανωτά μνημόνια, υπήρξαν πολλοί που τον κατηγόρησαν ότι έλεγε ψέματα. Όμως η αλήθεια είναι άλλη. Τα λεφτά πράγματι υπάρχουν και βρίσκονται συσσωρευμένα σε τεράστιες κινητές και ακίνητες ιδιωτικές περιουσίες.

Σύμφωνα με την ετήσια έκθεση της Gredit Suisse, Global Wealth Databook, (Οκτώβριος 2010) οι ιδιωτικές περιουσίες των πιο πλούσιων Ελλήνων αυγαταίνουν διαρκώς και περισσότερο. Στο πίνακα 1 παρατηρούμε την εξέλιξη του συνολικού ιδιωτικού πλούτου στην Ελλάδα (κινητού και ακίνητου) από το 2000 έως και το 2010. Αισίως το 2010 ο συνολικός ιδιωτικός πλούτος στην Ελλάδα ήταν 3 φορές μεγαλύτερος από το ΑΕΠ της χώρας.

Στο σημείο αυτό θα πρέπει να διευκρινίσουμε ότι τα στοιχεία αυτά προέρχονται από τις εταιρείες διαχείρισης ιδιωτικού πλούτου και αφορούν όσους έχουν διαθέσιμο πλούτο τέτοιον που χρειάζονται επαγγελματίες διαχειριστές για να τον αξιοποιήσουν. Αυτό σημαίνει ότι στον πλούτο αυτό δεν περιλαμβάνονται όλοι εκείνοι που έχουν κάποια ομόλογα εν είδη αποταμίευσης, ούτε κάποια ακίνητα εν είδη εξασφάλισης. Τα στοιχεία που παραθέτουμε αφορούν περίπου 60 χιλιάδες Έλληνες κατοίκους και μιλάμε για εγχώρια περιουσία (κινητή και ακίνητη) που δεν εμφανίζεται, ούτε καταγράφεται πουθενά.

Ο κινητός πλούτος, που αποτελείται από μετρητά (ρευστά), χρεόγραφα (μετοχές, ομόλογα, κλπ.) και άλλα (χρυσός, κοσμήματα, κλπ.) ανήλθε για το 2010 σχεδόν σε 340 δις δολ., περίπου όσο το ΑΕΠ της χώρας. Να σημειώσουμε εδώ ότι ο ιδιωτικός κινητός πλούτος δεν φορολογείται στην Ελλάδα, ενώ η διάρθρωσή του καταγράφεται στον πίνακα 2. Να σημειώσουμε επίσης ότι πρόκειται για αποθεματικό πλούτο, δηλαδή για αποθησαυρισμό και δεν χρησιμοποιείται στην οικονομία με την μορφή επενδύσεων. Πρόκειται καθαρά για παρασιτική κερδοσκοπία.

Αν επιβαλλόταν ένας ελάχιστος φόρος της τάξης του 20% στον ιδιωτικό κινητό πλούτο, τότε θα μπορούσε να αποφέρει για το 2010 έσοδα της τάξης των 68 δις δολ., ή 49 δις ευρώ. Αν σκεφτεί κανείς ότι τα τακτικά φορολογικά έσοδα του προϋπολογισμού για το 2010 ήταν της τάξης των 50 δις ευρώ, καταλαβαίνει κανείς ότι μόνο με την φορολογία του ιδιωτικού κινητού πλούτου θα μπορούσαν να είχαν διπλασιαστεί σχεδόν τα τακτικά κρατικά έσοδα. Ή έστω θα μπορούσαν να είχαν αποτραπεί οι απανωτές αυξήσεις στο ΦΠΑ και στην άμεση φορολογία των μισθωτών, των συνταξιούχων και των ελεύθερων επαγγελματιών. Αντί γι’ αυτό η κυβέρνηση και η τρόικα προτίμησε να προσφέρει ασυλία στον παρασιτικό πλουτισμό και να βαθύνει την ύφεση της οικονομίας με τις φοροεπιδρομές.

Ανάλογη εικόνα διαμορφώνει κανείς και με τον ιδιωτικό ακίνητο πλούτο, ο οποίος αφορά σε ακίνητα και γη. Ο συνολικός ιδιωτικός ακίνητος πλούτος το 2010 ξεπέρασε το ΑΕΠ της χώρας σχεδόν 2,5 φορές και ανήλθε στα 736 δις δολ., ή 526 δις ευρώ. Πόσα από αυτά τα ακίνητα φορολογούνται; Ουσιαστικά κανένα, διότι έχουν περάσει κατά κύριο λόγο στην κυριότητα υπεράκτιων εταιρειών (offshore).

Αν υπήρχε η αναγκαία πολιτική βούληση, το καρκίνωμα των υπεράκτιων εταιρειών θα είχε εκλείψει. Οι εταιρείες offshore έχουν μόνο μια χρησιμότητα: να κρύβουν την ταυτότητα των κατόχων του κινητού και ακίνητου πλούτου που βρίσκεται στην κυριότητά τους. Δεν έχουν καμμιά άλλη χρησιμότητα στην οικονομία. Επομένως μια κυβέρνηση που σέβεται τον εαυτό της και δεν είναι αιχμάλωτη οικονομικών κυκλωμάτων, θα μπορούσε κάλλιστα να προχωρήσει στα εξής άμεσα μέτρα:

1ο Να απαγορεύσει την λειτουργία των offshore στην Ελληνική επικράτεια.

2ο Να δεσμεύσει το σύνολο των περιουσιακών στοιχείων (κινητών και ακίνητων) που βρίσκονται στην κυριότητα αυτών των εταιρειών.

3ο Να ζητήσει αποδείξεις κυριότητας και πόθεν έσχες αυτών των περιουσιακών στοιχείων από τα φυσικά πρόσωπα που θα τα διεκδικήσουν. Όποιος αποδείξει ότι είναι δικά του νόμιμα, τότε θα του αποδίδονται αφού φορολογηθούν δεόντως.

4ο Να κατασχέσει υπέρ του δημοσίου όλα τα περιουσιακά στοιχεία που δεν έχουν αποκτηθεί νόμιμα, ή οι ιδιοκτήτες τους δεν μπορούν να τα διεκδικήσουν νόμιμα.

Με βάση το ξέπλυμα χρήματος και περιουσιών στο οποίο επιδίδονται ντόπια και ξένα κυκλώματα της οικονομίας, της πολιτικής και του εγκλήματος, είναι μάλλον σίγουρο ότι μεγάλο μέρος των περιουσιακών στοιχείων που θα δεσμευτούν από τις καταργημένες offshore, θα καταλήξουν τελικά υπέρ του δημοσίου. Με τον τρόπο αυτό μπορούν άμεσα να βρεθούν τα απαραίτητα τακτικά έσοδα του προϋπολογισμού, χωρίς να χρειαστεί να προσφύγει το κράτος στον δανεισμό στις διεθνείς αγορές, ή να προχωρήσει σε μέτρα δραστικής λιτότητας και περικοπών σε αναγκαίες δαπάνες.

Πόσο δύσκολο είναι να εφαρμοστούν αυτά τα μέτρα; Καθόλου δύσκολο, απλά χρειάζεται η κατάλληλη πολιτική εξουσία. Μπορεί να προκύψει μια τέτοια εξουσία από το υπάρχων πολιτικό σύστημα; Ούτε κατά διάνοια. Ούτε καν από την αριστερή αντιπολίτευση, η οποία έχει ξεχάσει και έχει εγκαταλείψει τη σχέση της με τα λαϊκά και εργατικά στρώματα. Με εξαίρεση βέβαια το κυνήγι των ψήφων. Η πολιτική εξουσία που μπορεί να θεμελιώσει μια ριζικά διαφορετική πορεία για τη χώρα είναι μία. Κι αυτή δεν μπορεί να είναι άλλη από μια κυβέρνηση που θα εκφράζει την οργανωμένη και ενωμένη σε μέτωπο τύπου ΕΑΜ πλειοψηφία του εργαζόμενου λαού.

ΠΙΝΑΚΑΣ 1: Κινητός και ακίνητος πλούτος στην Ελλάδα, εκτιμήσεις 2000-2010

ΕΤΟΣ

ΣΥΝΟΛΙΚΟΣ ΠΛΟΥΤΟΣ

ΚΙΝΗΤΟΣ ΠΛΟΥΤΟΣ

ΑΚΙΝΗΤΟΣ ΠΛΟΥΤΟΣ

ΙΔΙΩΤΙΚΑ ΧΡΕΗ

 

(δισ. $)

% ΑΕΠ

(δισ. $)

% ΑΕΠ

(δισ. $)

% ΑΕΠ

(δισ. $)

% ΑΕΠ

2000

492,6

392,2%

218,2

173,7%

299,7

238,6%

25,3

20,1%

2001

470,3

359,0%

200,0

152,7%

301,8

230,4%

31,4

24,0%

2002

561,0

380,6%

222,0

150,6%

386,2

262,0%

47,3

32,1%

2003

759,5

392,7%

283,4

146,5%

544,7

281,6%

68,5

35,4%

2004

889,3

385,5%

343,9

149,1%

637,4

276,3%

91,9

39,8%

2005

903,8

372,1%

347,1

142,9%

654,9

269,6%

98,3

40,5%

2006

1.054,7

399,5%

419,4

158,9%

771,5

292,2%

136,2

51,6%

2007

1.224,1

395,0%

493,3

159,2%

914,4

295,1%

183,6

59,2%

2008

1.015,2

289,8%

382,8

109,3%

831,7

237,4%

199,4

56,9%

2009

988,5

299,6%

372,8

113,0%

809,9

245,5%

194,2

58,9%

2010

898,6

299,3%

338,9

112,9%

736,2

245,2%

176,5

58,8%

ΠΗΓΗ: Credit Suisse, Global Wealth Databook, October 2010.

 

ΠΙΝΑΚΑΣ 2: Κινητός Πλούτος στην Ελλάδα (%)

 

Ρευστά

Χρεόγραφα

Άλλα

2000

43,4

42,6

14,0

2001

50,6

30,6

18,7

2002

52,5

24,6

22,9

2003

49,7

29,1

21,2

2004

50,9

29,8

19,4

2005

49,3

32,5

18,2

2006

48,7

33,2

18,1

2007

51,1

33,1

15,8

2008

71,6

9,8

18,6

2009

72,1

10,6

17,3

Credit Suisse, Global Wealth Databook, October 2010.

 

ΠΗΓΗ: Τετάρτη, 25 Μαΐου 2011, http://dimitriskazakis.blogspot.com/2011/05/blog-post_25.html

Περί ιδιωτικοποίησης της πολιτικής και «αγορών»

Περί ιδιωτικοποίησης της πολιτικής και «αγορών»

 

Του Γιώργου Ρούση*


 

Η μέθοδος έχει καθιερωθεί και χρησιμοποιείται πια απροκάλυπτα. Για τους στοιχειωδώς γνωρίζοντες καταντάει γελοία και συνάμα εκνευριστική. Αναφέρομαι στη χρήση ασαφών, ουδέτερων όρων, οι οποίοι χρησιμοποιούνται για να υποδηλώσουν κάτι δίχως να προκαλούν τα αρνητικά αντανακλαστικά που θα προκαλούσε η σαφής αναφορά σε αυτό.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα, το ξεπούλημα της λαϊκής περιουσίας στο ιδιωτικό κεφάλαιο. Κάποτε γινόταν λόγος για πώληση ή έστω για ιδιωτικοποιήσεις. Τώρα πια για το ίδιο πράγμα δεν αναφέρεται ούτε καν ο όρος αποκρατικοποίηση, αλλά οι όροι «αξιοποίηση» της δημόσιας περιουσίας ή, ακόμη, ο πιο ασαφής όρος «δομικές αλλαγές».

Κάτι ανάλογο συμβαίνει με τον όρο «αγορές», ο οποίος στην πραγματικότητα υποδηλώνει το τραπεζικό, χρηματιστηριακό κεφάλαιο, του οποίου, όπως άλλωστε για το σύνολο του κεφαλαίου, ο μοναδικός στόχος είναι το πάση θυσία κέρδος. Και, ακριβώς επειδή ο όρος και μόνον κεφάλαιο μπορεί να προκαλέσει αρνητικά αντανακλαστικά, συγκαλύπτεται.

Και συγκαλύπτεται διπλά, διότι και στην παρούσα φάση δεν είναι φιλόπτωχα ταμεία αλλά «αγορές», δηλαδή κατ' εξοχήν κεφαλαιοκρατικοί οργανισμοί, τόσο το ΔΝΤ όσο και η Ευρωπαϊκή Τράπεζα, στα οποία προσφεύγει η Ελλάδα για να δανειστεί.

Ας δούμε όμως όσο πιο απλά γίνεται ποιος ο νέος αναβαθμισμένος ρόλος αυτών των περίφημων «αγορών», δηλαδή αυτού του κεφαλαίου, σε μια περίοδο κρίσης όπως η σημερινή.

Αν στον καπιταλισμό το κράτος είναι σαφώς όργανο της κυρίαρχης αστικής τάξης και ταυτόχρονα οργάνωση της κοινωνίας κάτω από την κυριαρχία αυτής της τάξης, ο κρατικός μηχανισμός και το πολιτικό προσωπικό του είναι ταυτόχρονα σχετικά αυτοτελείς από αυτήν την τάξη, παρ’ όλο που ο θεμελιακός τους σκοπός είναι η εξυπηρέτηση των συμφερόντων της.

Κατά την περίοδο της δομικής κρίσης του συστήματος που διανύουμε, το κεφάλαιο αναζητεί τρόπους για να αντιδράσει στην πτωτική τάση του ποσοστού κέρδους και στην υπερσυσσώρευσή του που προκαλούνται από τη νομοτελειακή τάση αποπομπής της ζωντανής εργασίας που το διακατέχει. Σε αυτό το πλαίσιο, από τη μια εντείνει την εκμετάλλευση και από την άλλη επιδιώκει να επεκτείνει τις κεφαλαιοκρατικές σχέσεις παραγωγής εκεί όπου δεν ήταν ακόμη κυρίαρχες, κάτι που επεκτείνεται και στο να αναλαμβάνει το ίδιο ορισμένες κερδοφόρες δραστηριότητες τις οποίες μέχρι προ τινος διεκπεραίωνε το κράτος.

Ταυτόχρονα μετατοπίζεται προς το γρήγορο, εύκολο, αλλά συχνά ουσιαστικά πλαστό κέρδος των «χαρτιών» του τραπεζοχρηματιστηριακού κεφαλαίου. Αυτός είναι άλλωστε και λόγος που η κρίση σκάει πρώτα μύτη με τη μορφή φούσκας σε αυτό το επίπεδο και στη συνέχεια σε εκείνο της παραγωγής ή της λεγόμενης «πραγματικής οικονομιάς» – λες και η άλλη δεν είναι αναπόσπαστο κομμάτι της καπιταλιστικής οικονομίας -, δίνοντας έτσι και μια εσφαλμένη εικόνα για τις βαθύτερες αιτίες της.

Ήδη με αυτούς τους τρόπους το κεφάλαιο αναβαθμίζει όχι μόνον την οικονομική αλλά και την πολιτική του θέση.

Όμως, κι εδώ κατά τη γνώμη μου έχουμε να κάνουμε με κάτι ποιοτικά διαφορετικό, αυτή η διαδικασία της ιδιωτικοποίησης αγγίζει σε μεγάλο βαθμό και το ίδιο το πολιτικό εποικοδόμημα. Με άλλα λόγια το κεφάλαιο αναλαμβάνει το ίδιο, μέσω κεφαλαιοκρατικών συγκροτημάτων ή οργανισμών που ελέγχει, όπως π.χ. το ΔΝΤ, σημαντικές πτυχές της διακυβέρνησης χωρών εκτοπίζοντας την πολιτική τάξη και μετατρέποντάς την σε απλό διεκπεραιωτή των αποφάσεων και εντολών του.

Στην πραγματικότητα συμβαίνει σε διεθνές επίπεδο κάτι ανάλογο με εκείνο που συνέβη στην Ιταλία με τον Μπερλουσκόνι, ο οποίος, μαζί με ένα τμήμα του ιταλικού κεφαλαίου, αποφάσισε κάποια στιγμή ότι δεν χρειαζόταν πια τη μεσολάβηση της καταφθαρμένης ιταλικής πολιτικής τάξης και επεδίωξε και πέτυχε να κυβερνήσει άμεσα το ίδιο.

Κάτω από αυτό το νέο πλαίσιο όχι μόνον προσωπικότητες του τύπου Ντε Γκολ ή ακόμη Βίλι Μπραντ ή Κένεντι, οι οποίες είχαν σημαντικό λόγο στην κεφαλαιοκρατική διαχείριση, εκλείπουν, όχι μόνον οι εθνικές κυβερνήσεις οι οποίες μετατρέπονται σε ενδοτικούς δεύτερης κατηγορίας λογιστές του κεφαλαίου, πόσω μάλλον τα εθνικά κοινοβούλια, υποβαθμίζονται παραπέρα, αλλά ακόμη και διεθνείς πολιτικοί θεσμοί χάνουν από την όποια ισχύ τους υπέρ του ίδιου του κεφαλαίου, το οποίο ιδιωτικοποιεί και την πολιτική αναλαμβάνοντας άμεσα τη διαχείριση των υποθέσεών του. Αυτή η διαδικασία είναι βέβαιο ότι αποδυναμώνει κι, αυτήν ακόμη την αστική δημοκρατία, απομακρύνοντας ακόμη περισσότερο τα κέντρα λήψης αποφάσεων από τους λαούς.

Από την άλλη όμως αποδυναμώνει τα όποια προσχήματα ουδετερότητας μπορούσε ακόμη να έχουν τα εθνικά κράτη, ιδιαίτερα της περιόδου του κράτους πρόνοιας, και έτσι μπορεί να αξιοποιηθεί για να διευκολύνει τον απεγκλωβισμό από την ενσωμάτωση και να προβάλει πιο άμεσα τον βασικό στόχο ενάντια στον οποίο πρέπει να στρέφονται τα βέλη του λαϊκού κινήματος. Και αυτός ο στόχος δεν είναι άλλος από το ίδιο το κεφάλαιο. Ας αξιοποιήσουμε λοιπόν αυτό το στριπτίζ των αγορών = του κεφαλαίου, για να καταδείξουμε τον πραγματικό ένοχο των δεινών της ανθρωπότητας.

Ταυτόχρονα αυτή η διαδικασία αναδείχνει την αναγκαιότητα μιας παγκόσμιας επανάστασης στον βαθμό που το ίδιο το κεφάλαιο, το οποίο έτσι κι αλλιώς δεν έχει πατρίδα, συγκροτείται και λειτουργεί όλο και περισσότερο σε παγκόσμιο επίπεδο.

 

* Ο Γιώργος Ρούσης είναι Καθηγητής του Παντείου Πανεπιστημίου grousis@ath.forthnet.gr

 

ΠΗΓΗ: Έντυπη Έκδοση, Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία, Κυριακή 15  Μαΐου 2011, http://www.enet.gr/?i=news.el.article&id=275449

Συνταγματική κατοχύρωση Δημόσιας Περιουσίας

Αξιοποίηση της Δημόσιας Περιουσίας  – Συνταγματική κατοχύρωση και προβληματισμοί

 

Του Χρήστου Λαδά*

 

Η «αξιοποίηση της δημόσιας περιουσίας» (αν πίσω από αυτή την έννοια δεν προαλείφεται η πώληση της έναντι πινακίου φακής σε πολυεθνικά consortia) αποτελεί ένα σύνθετο ζήτημα με ποικίλες ιδεολογικό πολιτικές προεκτάσεις. Άτομα ή κοινωνίες που πρόσκεινται ιδεολογικά στο φιλελευθερισμό αντιμετωπίζουν την έννοια του δημοσίου εχθρικά ως τροχοπέδη για την ανταγωνιστικότητα της οικονομίας. Στην Αμερική για παράδειγμα η διακυβέρνηση Μπους άνοιξε το δρόμο στην πλήρη ιδιωτικοποίηση της οικονομίας και στην εκχώρηση και εκμετάλλευση δημόσιων πυλώνων συμπεριλαμβανομένης της ασφάλειας στον ιδιωτικό τομέα.

Από την άλλη συστήματα διακυβέρνησης που διάκεινται θετικά στο σοσιαλισμό ακόμα και στον φιλελεύθερο σοσιαλισμό διατηρούν υπό τον κρατικό έλεγχο τη δημόσια περιουσία εκχωρώντας το management της διαχείρισης του σε ιδιώτες. Αυτό το παράδειγμα ακολουθούν τα Σκανδιναβικά κράτη. Σε άλλες χώρες ωστόσο όπως για παράδειγμα στα περισσότερα κράτη της Λατινικής Αμερικής το κράτος έχει τον πλήρη έλεγχο της δημόσιας περιουσίας. Στη Βενεζουέλα ο Ούγκο Τσάβες κρατικοποίησε τις εταιρείες εξόρυξης και εκμετάλλευσης πετρελαίου ενώ στο ίδιο μήκος κύματος κατά την άσκηση της κυβερνητικής τους πολιτικής κινούνται σήμερα οι δημοκρατικά εκλεγμένες κυβερνήσεις στη Χιλής, στην Αργεντινή και στον Ισημερινό. Έτσι αναλόγως της κουλτούρας μιας κοινωνίας και της συστημικής διακυβέρνησης της το ζήτημα της αξιοποίησης ή του τρόπου εκμετάλλευσης της δημόσιας περιουσίας διαφέρει και ποικίλλει.

Η «αξιοποίηση της δημόσιας περιουσίας» όμως δεν είναι ένα ζήτημα μόνο ιδεολογικό για ένα κράτος και για μία κοινωνία. Είναι και ζήτημα νόμων και θεσμών. Εννοώ ότι υπάρχουν κανόνες και νόμοι που ρυθμίζουν την τύχη της ή την αντιμετώπιση της. Υπάρχουν περιπτώσεις μάλιστα όπου η σημερινή ελίτ ή η κυρίαρχη ιδεολογία σε μία χώρα μπορεί να έχει διαμορφωμένες τάσεις υπέρ μιας συγκεκριμένης άποψης όσον αφορά την αξιοποίηση της δημόσιας περιουσίας αλλά οι θεσμοί να μην το επιτρέπουν. Για παράδειγμα στη Χιλή σήμερα και από την εποχή του πραξικοπήματος του Πινοτσέτ και υπό την εφαρμογή των κανόνων του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου σε αυτή τη χώρα ιδιωτικοποιήθηκαν και οι δημόσιες επιχειρήσεις διάθεσης νερού στη χώρα. Με άλλα λόγια η διάθεση και η διανομή του νερού στη Χιλή ανήκει σήμερα σε ιδιωτικές εταιρείες. Η σημερινή σοσιαλιστική κυβέρνηση της Χιλής θέλει να κρατικοποιήσει τη διάθεση και τη διανομή του νερού για να το επιτύχει όμως χρειάζεται να προβεί σε συνταγματική αναθεώρηση και δεν μπορεί να επιτύχει την απαιτούμενη πλειοψηφία αφού η αντιπολίτευση εξακολουθεί να τάσσεται υπέρ της εκμετάλλευσης αυτού του δημόσιου αγαθού από ιδιώτες.

Στην Ελλάδα πάντως υπάρχει σαφής αναφορά στο άρθρο 106 του Συντάγματος. Παρ’ όλ’ αυτά αν και ακούω διάφορες δηλώσεις πολλών (ακόμα και του Προέδρου της Δημοκρατίας) δεν ακούω τίποτα για το Σύνταγμα, για τις αρχές και τους κανόνες δικαίου που επιβάλλει για την τύχη της δημόσιας περιουσίας. Στην δημόσια περιουσία δεν περιλαμβάνονται βέβαια μόνο ακίνητα και εκτάσεις που ανήκουν στο ελληνικό δημόσιο και στους Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης. Στην έννοια της δημόσιας περιουσίας και της «αποκαλούμενης» αξιοποίησης της περιλαμβάνεται και η εκμετάλλευση επιχειρήσεων κοινής ωφέλειας, η εκμετάλλευση των υποδομών της χώρας, του οδικού δικτύου, των λιμανιών, των αεροδρομίων, των δημοτικών επιχειρήσεων ύδρευσης, ηλεκτρισμού, τηλεπικοινωνιών, ακόμα και επιχειρήσεων που σχετίζονται με την παροχή υπηρεσιών στους τομείς της εθνικής ασφάλειας. Για να μην ξενίσει κανέναν το τελευταίο σημειώνω ότι η ιδιωτική εταιρεία Frontex έχει αναλάβει από κοινού και υπεργολαβικά με τον ελληνικό στρατό την ασφάλεια των συνόρων στον Έβρο. Το κτίσιμο του φράχτη και η αποτροπή των λαθρομεταναστών που θα επιχειρούν να τον προσπεράσουν θα πραγματοποιείται από κοινού με ιδιωτικές εταιρείες security και τον ελληνικό στρατό.

Η αξιοποίηση της δημόσιας περιουσίας έχει (προ) αποφασιστεί και ήδη αποτελεί συμβατική υποχρέωση της χώρας στο μνημόνιο. Υπάρχει σαφής και ευθεία αναφορά για την ιδιωτικοποίηση δημόσιων ακινήτων αλλά και επιχειρήσεων. Υπάρχουν χρονοδιαγράμματα και στόχοι που πρέπει να επιτευχθούν, χρήματα που πρέπει να προσπορίσουμε στους δανειστές μας (ΕΕ, ΔΝΤ, ευρωπαϊκά κράτη) για την ομαλή εξέλιξη των δανειοληπτικών μας υποχρεώσεων. Ούτως ή άλλως η κυβέρνηση, αλλά και η αξιωματική αντιπολίτευση, τάσσονται υπέρ της σμίκρυνσης του κράτους και υπέρ της λειτουργίας των νόμων της ελεύθερης αγοράς στην κοινωνία και στην οικονομία μας. Η προσφυγή για οικονομική βοήθεια από το εδρεύον στην Ουάσινγκτον Δ.Ν.Τ. (δύο μήνες μόλις μετά τις εκλογές κατά τον Στρος Καν από τον πρωθυπουργό της χώρας) δεν αποτελεί μόνον ανάγκη αλλά και πολιτική επιλογή για την κυβέρνηση που διαχειρίζεται τις τύχες της χώρας.

Είναι σαφές από την προϊστορία του Δ.Ν.Τ. ότι σε αντίθεση με το καταστατικό του χάρτη και τις διατυπωμένες αρχές του,  όταν προσφέρει «βοήθεια» σε μία χώρα, δεν την προσφέρει απλά αλλά παρεμβαίνει στους θεσμούς της και τη λειτουργία της.  Η παροχή της οικονομικής βοήθειας δηλαδή συσχετίζεται με την υιοθέτηση ενός πολυδαίδαλου πακέτου μέτρων που «αναδιαρθρώνουν» την οικονομία υπέρ του αχαλίνωτου καπιταλισμού. Τα χρήματα προσφέρονται σε δόσεις και υπό τον όρο της εφαρμογής νομοθετικών και εκτελεστικών μέτρων που απελευθερώνουν τελείως το εμπόριο, την προσφορά αγαθών και υπηρεσιών. Το κοινωνικό κράτος καταργείται ως πολυέξοδο και εκ διαμέτρου αντίθετο με την ανάπτυξη ενώ η φορολογία αγριεύει ώστε να εξευρεθούν οι πόροι για την κάλυψη των δανειακών αναγκών. Το κράτος θεωρείται κάτι αντίρροπο και εχθρικό προς την ανάπτυξη. Πρέπει να σμικρυνθεί έως να εξαφανιστεί ώστε ελεύθερη η αγορά να αυτορυθμιστεί και βάσει των κανόνων της προσφοράς και της ζήτησης να εξυγιάνει την οικονομία.

Η αξιοποίηση λοιπόν της δημόσιας περιουσίας έχει προαποφασιστεί και αποτελεί συνειδητή πολιτική επιλογή από τα δύο μεγάλα κόμματα σήμερα. Το κράτος υποχωρεί και εκχωρεί κυριαρχικές του δομές στην ιδιωτική επιχειρηματική πρωτοβουλία. Όσο μάλιστα οι «στόχοι» κάλυψης των δανειακών υποχρεώσεων δεν επιτυγχάνονται – και κανένα κράτος το οποίο έχει δανειστεί από το Δ.Ν.Τ. δεν έχει επιτύχει να καλύψει τους στόχους –  τότε το ούτως ή άλλως ανεπιθύμητο κράτος προσφέρεται προς πώληση ή προς εκμετάλλευση στην ιδιωτική πρωτοβουλία. Εκχωρεί δηλαδή κυριαρχικές δομές και ρόλους του στην ιδιωτική πρωτοβουλία για την κάλυψη των τοκοχρεωλυσίων και του δανεισμένου κεφαλαίου. Περαιτέρω σε καθεστώς ανάγκης αλλά και πανικού για τους στόχους που δεν επιτυγχάνονται και για την ανάγκη εκταμίευσης κάποιας επόμενης δόσης, η δημόσια γη πωλείται ή εκμισθώνεται έναντι πινακίου φακής και με αποικιοκρατικούς όρους για χρονικό διάστημα έως 100 ετών. Ταυτόχρονα οι δημόσιες υπηρεσίες και οι δομές του κράτους, τα λιμάνια, τα αεροδρόμια, η ύδρευση, οι επικοινωνίες, οι μεταφορές, το οδικό δίκτυο, ακόμα και η ασφάλεια όπως προείδαμε παραδίδονται προς εκμετάλλευση σε μεγάλους, πολυεθνικούς επιχειρηματικούς ομίλους.

Τι λέει το Σύνταγμα για όλα αυτά;

Το άρθρο 106 παρ.  2 του Συντάγματος αναφέρει: Η ιδιωτική οικονομική  πρωτοβουλία δεν επιτρέπεται να αναπτύσσεται σε βάρος της ελευθερίας και της ανθρώπινης  αξιοπρέπειας,  ή προς βλάβη της εθνικής οικονομίας.

Συγκρατώ και επαναλαμβάνω τον απαγορευτικό κανόνα συνταγματικού δικαίου στην εσωτερική έννομη τάξη: «H ιδιωτική πρωτοβουλία δεν επιτρέπεται να αναπτύσσεται σε βάρος της εθνικής οικονομίας».

Αναρωτιέμαι: Γιατί ποτέ κανείς από τους έγκριτους συνταγματολόγους μας δεν έχει μιλήσει ποτέ για αυτό; Ο κ. Βενιζέλος ας πούμε που είναι και Υπουργός Εσωτερικών! Ή ο κ. Μανιτάκης. Θα άκουγα με ενδιαφέρον τις απόψεις τους ως νομικός αλλά και ως έλληνας πολίτης. Δεν χρειάζεται άλλωστε να θεωρείσαι συνταγματολόγος για να διαβάζεις και να καταλαβαίνεις ελληνικά.

Η «αξιοποίηση της δημόσιας περιουσίας» από την ιδιωτική επιχειρηματική πολυεθνική πρωτοβουλία δεν είναι ένα θέμα όμως που αφορά μόνο την κυβέρνηση στην Ελλάδα. Αφορά και τους έλληνες πολίτες. Η δημόσια περιουσία άλλωστε είναι και εθνική. Η ύπαρξη της βασίζεται και αποτελεί κατάκτηση του κράτους και των πολιτών του ενώ και η διατήρηση της διασφαλίζεται με τα λεφτά των ελλήνων φορολογουμένων. Για να μη βιαστεί κανείς όμως να φωνάξει λαϊκίστικα περί ξεπουλήματος του έθνους υπογραμμίζω ότι η δημόσια περιουσία στην οποία περιλαμβάνεται και ο υποθαλάσσιος πλούτος δεν έχει τύχει αντικείμενο σεβασμού ούτε από τους έλληνες πολίτες. Αλλιώς πως μπορεί να εξηγήσει κανείς γιατί τα δάση μας καίγονται συστηματικά και ανηλεώς επί δεκαετίες για να γίνουν βίλες ή γιατί οι θάλασσες μας μολύνονται συστηματικά από τα απόβλητα εκατοντάδων αυθαίρετων ξενοδοχείων εδώ και δεκαετίες επίσης χωρίς να γίνεται τίποτα ή χωρίς να μιλά κανείς;; Στις μέρες μας μάλιστα η κυβέρνηση ψάχνει συνταγματικές φόρμουλες για να νομιμοποιήσει τα αυθαίρετα αφού η νομιμοποίηση τους θα προσφέρει κάποια ελάχιστα έσοδα στον πακτωλό των οφειλόμενων εκατομμύριων ευρώ που οφείλουμε.

«Η αξιοποίηση λοιπόν της δημόσιας περιουσίας» που σήμερα έχει καταστεί ανάγκη αλλά συνιστά και πολιτική του κράτους οφείλεται στην έλλειψη προστασίας της και από τις εκάστοτε κυβερνήσεις και από εμάς τους ιδίους ως πολίτες αυτής της χώρας . Όλοι είχαμε ευθύνη και προστασία να την προστατέψουμε. Όλοι πρέπει να αισθανόμαστε υπεύθυνοι για το γεγονός ότι σε λίγο θα έχει παραδοθεί προς εκμετάλλευση σε γαλλικούς, γερμανικούς, αμερικάνικους, κινέζικους ή αραβικούς πολυεθνικούς κολοσσούς για την εξυπηρέτηση του 1/5 του χρέους μας. . .

Τι αναφέρει όμως το Σύνταγμα για όλα αυτά;

Το Σύνταγμα που αποτελεί την ιδεολογική magna charta του πολιτεύματος αναφέρεται στην δημόσια περιουσία και την προστασία της κατά τρόπο σαφή. Η επόμενη παράγραφος του ιδίου άρθρου του Συντάγματος (106 παρ.3) αναφέρει: 

3. Με την επιφύλαξη   της προστασίας  που παρέχεται  από το άρθρο 107 ως προς την επανεξαγωγή  κεφαλαίων  εξωτερικού, μπορεί  να ρυθμίζονται με νόμο τα σχετικά  με την εξαγορά  επιχειρήσεων ή την αναγκαστική συμμετοχή σ` αυτές  του Κράτους ή άλλων  δημόσιων φορέων, εφόσον  οι επιχειρήσεις αυτές  έχουν χαρακτήρα μονοπωλίου  ή ζωτική σημασία  για την  αξιοποίηση των πηγών του εθνικού πλούτου, ή έχουν ως κύριο  σκοπό  την παροχή υπηρεσιών στο κοινωνικό σύνολο.

Υπογραμμίζω: Το κράτος ή άλλοι δημόσιοι φορείς έχουν δικαίωμα να συμμετέχουν αναγκαστικά και να αγοράζουν μάλιστα όταν χρειάζεται επιχειρήσεις που έχουν χαρακτήρα μονοπωλίου  ή ζωτική σημασία  για την  αξιοποίηση των πηγών του εθνικού πλούτου, ή έχουν ως κύριο  σκοπό  την παροχή υπηρεσιών στο κοινωνικό σύνολο.

Αναρωτιέμαι σε συνδυασμό και με τη συνταγματική αναφορά για τον περιορισμό της ιδιωτικής πρωτοβουλίας στην αμέσως προηγούμενη παράγραφο του Συντάγματος: Οι δημοτικές επιχειρήσεις ύδρευσης που θα ιδιωτικοποιηθούν, η κατασκευή δρόμων που γίνονται από ιδιώτες και με επιβολή διοδίων σαν το φόρο της δεκάτης, η εκμετάλλευση των αεροδρομίων, των λιμανιών, του οδικού δικτύου και τόσων άλλων ζητημάτων κοινής ωφέλειας δεν έχουν ζωτική σημασία για τον εθνικό μας πλούτο; Δεν έχουν ως κύριο σκοπό οι εταιρείες που εκμεταλλεύονται όλα τα ανωτέρω την παροχή υπηρεσιών στο κοινωνικό σύνολο; Όταν το Σύνταγμα επιβάλλει την αναγκαστική εξαγορά επιχειρήσεων «που έχουν χαρακτήρα μονοπωλίου  ή ζωτική σημασία  για την  αξιοποίηση των πηγών του εθνικού πλούτου, ή έχουν ως κύριο  σκοπό  την παροχή υπηρεσιών στο κοινωνικό σύνολο» δεν αποτελεί πλήρως συνταγματική παρέκκλιση ή παρεκτροπή η ιδιωτικοποίηση όλων αυτών των φορέων; Ποια είναι η άποψη του κ. Προέδρου της Δημοκρατίας που μίλησε για ιστορική ανάγκη ιδιωτικοποίησης του εθνικού μας πλούτου και αξιοποίησης της δημόσιας περιουσίας; Έχει τελικά καμία σημασία το Σύνταγμα σε αυτή τη χώρα;

Συνεχίζω αφού είναι σαφές ότι η ιδιωτικοποίηση όλων των επιχειρήσεων και των υποδομών «που έχουν χαρακτήρα μονοπωλίου  ή ζωτική σημασία  για την  αξιοποίηση των πηγών του εθνικού πλούτου, ή έχουν ως κύριο  σκοπό  την παροχή υπηρεσιών στο κοινωνικό σύνολο» έχει αποφασιστεί.

Πως πρέπει να λάβει χώρα; Ποιος θα καθορίσει το τίμημα; Με ποια κριτήρια;

Το άρθρο 106 παρ. 4 του Συντάγματος αναφέρει:

Το τίμημα της εξαγοράς ή το αντάλλαγμα  της αναγκαστικής συμμετοχής  του Κράτους ή άλλων  δημόσιων φορέων  καθορίζεται απαραιτήτως  δικαστικώς και πρέπει να είναι πλήρες,  ώστε  να ανταποκρίνεται στην αξία  της επιχείρησης  που εξαγοράζεται  ή της συμμετοχής σ`  αυτή.

Υπογραμμίζω: Το τίμημα καθορίζεται δικαστικώς. Πρέπει να είναι πλήρες ώστε  να ανταποκρίνεται στην αξία  της επιχείρησης  που εξαγοράζεται  ή της συμμετοχής σ’  αυτή.

Αναρωτιέμαι: Ποιος θα καθορίσει το τίμημα της εξαγοράς μιας επιχείρησης που εκμεταλλεύεται ένα λιμάνι ή ένα αεροδρόμιο ή που ως στόχο έχει την κατασκευή ενός οδικού δικτύου; Στην Ελλάδα ήδη η COSCO ή άλλες εταιρείες έχουν αγοράσει ελληνικούς οργανισμούς λιμένος. Η εκμετάλλευση του διεθνούς αερολιμένα «Ελευθέριος Βενιζέλος» ήδη επεκτάθηκε για την γερμανική εταιρεία που είχε την εκμετάλλευση του και για τα επόμενα χρόνια. Ποιος έμαθε ή καθόρισε το τίμημα; Πάντως ΌΧΙ τα Δικαστήρια. Δεν υπάρχουν δικαστικές αποφάσεις για αυτά τα θέματα στην Ελλάδα. Υπάρχουν συμβάσεις παραχώρησης που ούτε καν δίδονται στη δημοσιότητα. Γιατί; Ποιος δίδει εξουσία σε αυτή τη χώρα στον Υπουργό Οικονομικών ή σε ένα κομματικό παράγοντα ή σε ένα κομματικό διοικητικό συμβούλιο μιας εταιρείας κοινής ωφέλειας που διορίζεται από την κυβέρνηση να καθορίζει την τιμή πώλησης μιας δημόσιας ή δημοτικής εταιρείας ή μιας δημόσιας έκτασης; Πάντως όχι ο νόμος, όχι το Σύνταγμα ούτε το κοινό περί δικαίου αίσθημα. Στο Συνταγματικό και στο διοικητικό δίκαιο υπάρχουν οι αρχές της αναγκαιότητας, της νομιμότητας και της διαφάνειας.

Υπό το πρίσμα των ανωτέρω η «αναγκαιότητα» όπως προβάλλεται σήμερα της ιδιωτικοποίησης ή της αξιοποίησης της δημόσιας περιουσίας από τον ιδιωτικό τομέα αντιβαίνει ευθέως στη συνταγματική αρχή της απαγόρευσης της επέκτασης της ιδιωτικής πρωτοβουλίας σε επιχειρήσεις  που αφορούν ευρέως το κοινωνικό σύνολο. Σύμφωνα με το Σύνταγμα το κράτος και ο δημόσιος τομέας έπρεπε να τις αγοράζει και να συμμετέχει αναγκαστικά σε αυτές. Όχι να τις εκπλειστηριάζει. Ακόμα όμως και στην πολιτική επιλογή του εκπλειστηριασμού τους όπως και της πώλησης ή της εκμετάλλευσης των δημοσίων εκτάσεων το τίμημα πρέπει να καθορίζεται σύμφωνα με το Σύνταγμα δικαστικώς. Τούτο ισχύει βέβαια για όλες τις μορφές «αξιοποίησης της δημόσιας περιουσίας» είτε αυτή λαμβάνει χώρα δια της πώλησης μετοχών του δημοσίου σε υπηρεσίες κοινής ωφέλειας σε ιδιώτες (π.χ. ΔΕΗ, ΟΣΕ), είτε λαμβάνει χώρα με μίσθωση, είτε και με απευθείας πώληση. Σημειώνω ότι στη δημόσια περιουσία περιλαμβάνονται και τα υποθαλάσσια κοιτάσματά μας σε πετρέλαιο.

Οι παρεκτροπές και οι παρεκκλίσεις από το Σύνταγμα είναι δεδομένο ότι θα συνεχιστούν με πολιτική ευθύνη. Αναρωτιέμαι όμως αν θα θιγούν τα ανωτέρω ζητήματα πολιτικά ή θεσμικά από τους αρμόδιους.

Από εμάς τους ίδιους λίγη αυτοκριτική δεν θα έβλαπτε. Πως αντιμετωπίσαμε εμείς τη δημόσια γη, τα δάση μας, τις θάλασσες μας όλα αυτά τα χρόνια; Πόσο θεμιτό είναι  να φωνάζουμε τώρα; Έστω και τούτη την ύστατη ώρα όμως οι δημοκρατικές δυνάμεις αυτής της χώρας, η νομοθετική και ιδίως η δικαστική εξουσία αφού αυτήν βαραίνει ευθέως σύμφωνα με το Σύνταγμα η ευθύνη προστασίας και εφαρμογής των νόμων για τη δημόσια περιουσία ας αναλάβουν τις ευθύνες τους. Σε διαφορετική περίπτωση ο Ροβεσμπιέρος είχε διατυπώσει την αρχή ότι όταν το κοινωνικό συμβόλαιο μεταξύ κράτους και πολιτών διαρραγεί τότε ο λαός πρέπει να επαναστατήσει. Τούτο βέβαια προϋποθέτει έναν λαό και πολίτες τίμιους και θαρραλέους…

Όσον αφορά το έρημο το Σύνταγμα και τις αρχές του σε αυτή τη χώρα μάλλον αποδεικνύεται ότι αποτελεί ένα κείμενο που δεν παράγει κανόνες δικαίου αλλά ευχές. Γι’ αυτό ίσως κάπως διεισδυτικά ο συνταγματικός νομοθέτης είχε διατυπώσει το 1952 ως ακροτελεύτια διάταξη του Συντάγματος την αρχή ότι «Η τήρηση του Συντάγματος επαφίεται στον πατριωτισμό των Ελλήνων». Σήμερα πλέον η ευχή αυτή πρέπει να διαβάζεται ως ομολογία αποτυχίας από όλους μας.

 

* Ο Χρήστος Λαδάς είναι δικηγόρος, ladaslaw@gmail.com

 

ΠΗΓΗ: 1 Μαΐου 2011, http://filologos10.wordpress.com/2011/05/01/….83/

Η ΜΑΧΗ ΤΗΣ ΔΕΗ

Η ΜΑΧΗ ΤΗΣ ΔΕΗ:

 Η διάχυτη ατμόσφαιρα μίας κρίσης χρέους προσφέρει τα αναγκαία προσχήματα, έτσι ώστε να ακολουθήσει μία ολοκληρωτική εκποίηση επιχειρήσεων και να παραδοθεί η χώρα-στόχος στον έλεγχο των πολυεθνικών εισβολέων

 

Του Βασίλη Βιλιάρδου*


 

Προβλέποντας ότι, η μεγάλη «μάχη» των αποκρατικοποιήσεων στη χώρα μας θα δοθεί σύντομα στο «πεδίο» της ΔΕΗ, θεωρούμε σκόπιμο να αναφέρουμε πως, “Τα τραυματικά γεγονότα, τα οποία προκαλούν την εξασθένηση των αντιστάσεων μίας κοινωνίας, με αποτέλεσμα να μην λαμβάνονται υπ’ όψιν από τους κυβερνώντες οι επιθυμίες των ψηφοφόρων τους, δεν βασίζονται πλέον στη βία – όπως κάποτε συνέβαινε με τη βοήθεια των δικτατορικών καθεστώτων.

Οι κρίσεις του χρέους υποχρεώνουν πια τις χώρες «να προβαίνουν σε ιδιωτικοποιήσεις ή να πεθαίνουν», σύμφωνα με αξιωματούχο του ΔΝΤ, ο οποίος αναφερόταν στη μεγαλύτερη εκποίηση επιχειρήσεων, σε εξευτελιστικές τιμές, η οποία έγινε ποτέ στον κόσμο – σε αυτήν δηλαδή που ακολούθησε την ασιατική κρίση”.

Κατά τον M. Gandhi τώρα, “Μία ένοπλη σύρραξη ανάμεσα σε έθνη μας προκαλεί φρίκη. Όμως ο οικονομικός πόλεμος δεν είναι καλύτερος από μία ένοπλη σύρραξη – είναι σαν μία χειρουργική επέμβαση. Ένας οικονομικός πόλεμος αποτελεί ένα παρατεταμένο μαρτύριο, ενώ οι καταστροφές του δεν είναι λιγότερο τρομακτικές από εκείνες του καθαυτού, του συμβατικού δηλαδή πολέμου”. Ας μην ξεχνάμε δε ότι, “Όταν μία αντιπροσωπεία του ΔΝΤ «επισκέπτεται» μία χώρα, θέτοντας σαν προϋπόθεση για την εκχώρηση δανείων τον περιορισμό των κοινωνικών και λοιπών δαπανών, η διαφορά δεν είναι ιδιαίτερα μεγάλη, σε σχέση με τη φυσική καταστροφή που θα προκαλούσε ένας βομβαρδισμός εκ μέρους του ΝΑΤΟ. Το ΔΝΤ απαιτεί το κλείσιμο νοσοκομείων, σχολείων και βιομηχανιών, με ένα πολύ χαμηλότερο κόστος «εισβολής» για τη Δύναμη που εκπροσωπεί, από αυτό που θα είχε ο ανελέητος βομβαρδισμός των νοσοκομείων, των σχολείων και των βιομηχανιών – όπως στο παράδειγμα της Γιουγκοσλαβίας. Το αποτέλεσμα όμως, για τη χώρα «υποδοχής» του, είναι σχετικά το ίδιο: Η απόλυτη καταστροφή της” (M. Chossudovsky).

Περαιτέρω, σύμφωνα με την Simone de Beauvoir, σε συνδυασμό με τη σημερινή θέση της Ελλάδας και τη σκιώδη διακυβέρνηση της, “Η κατοχή δεν μπορεί να είναι ανθρώπινη. Υπάρχουν επομένως δύο επιλογές: ή αποδέχεσαι την κατοχή και όλες τις μεθόδους που είναι αναγκαίες για την επιβολή της ή, διαφορετικά, την απορρίπτεις εξ ολοκλήρου και όχι μόνο κάποια συγκεκριμένα μέρη της”. Επομένως, στην περίπτωση της Ελλάδας, είτε αποδεχόμαστε την ξένη κατοχή με όλες τις «μεθόδους» της (μνημόνια, εκποίηση ιδιωτικών και δημοσίων περιουσιακών στοιχείων, περιορισμός των αμοιβών, στασιμοπληθωρισμός, ανεργία, εξαθλίωση κλπ), είτε την απορρίπτουμε εξ ολοκλήρου – «εκδιώκοντας» τους εισβολείς (ανάπτυξη ή χρεοκοπία). Δεν υπάρχει μεσαίος δρόμος λοιπόν, όπως αυτός που θέλουν να μας πείσουν κάποια πολιτικά κόμματα μας.  Ολοκληρώνοντας, “Όπως δεν υπάρχει ήπιος τρόπος για να θέσεις μία χώρα υπό κατοχή εναντίον της θέλησης των πολιτών της, δεν υπάρχει ειρηνικός τρόπος για να στερήσεις από τους ανθρώπους όσα χρειάζονται για να ζουν με αξιοπρέπεια – εκτός ίσως από μία μεθοδική, σκόπιμα «ενορχηστρωμένη» κρίση δημοσίου χρέους, η οποία έχει δρομολογηθεί, σιωπηλά και μυστικά, αρκετά χρόνια πριν, με την ενδοτική βοήθεια ορισμένων ιθυνόντων της”.        

Ο ΝΕΟΦΙΛΕΛΕΥΘΕΡΟΣ ΕΠΕΚΤΑΤΙΣΜΟΣ

Σύμφωνα με τη νεοφιλελεύθερη ιδεολογία (M. Friedman), στην οποία στηρίχθηκε η επέλαση του μονοπωλιακού καπιταλισμού (Wall Street), “Μόνο μία κρίση – είτε είναι πραγματική, είτε απλώς εκλαμβάνεται ως τέτοια – οδηγεί σε ουσιαστικές αλλαγές. Όταν ξεσπάει μία κρίση, οι δράσεις που αναπτύσσονται εξαρτώνται από τις περιρρέουσες ιδέες. Πιστεύουμε ότι αυτή πρέπει να είναι η βασική λειτουργία μας: να αναπτύσσουμε εναλλακτικές πολιτικές, οι οποίες να μπορούν να αντικαταστήσουν τις υπάρχουσες – να τις διατηρούμε ζωντανές και διαθέσιμες, έως εκείνη τη στιγμή που το πολιτικά αδύνατον (όπως η λεηλασία μίας χώρας με τη θέληση της), θα καταστεί πολιτικά αναπόφευκτο”.   Η κρίση, στην οποία αναφέρεται η νεοφιλελεύθερη ιδεολογία, αυτή δηλαδή που υπηρετεί αποκλειστικά και μόνο τα συμφέροντα του μονοπωλιακού καπιταλισμού (πολυεθνικές, τράπεζες), δεν είναι προφανώς στρατιωτική, αλλά οικονομική. Αυτό που εννοεί είναι ότι, οι οικονομικές αποφάσεις λαμβάνονται συνήθως από μία εκλεγμένη κυβέρνηση, η οποία ευρίσκεται μεταξύ των τριών παρακάτω αντικρουόμενων ομάδων και συμφερόντων:

(α)  Η πρώτη ομάδα είναι οι εργαζόμενοι στη χώρα της, οι οποίοι επιθυμούν θέσεις εργασίας, αυξήσεις στους μισθούς τους, κοινωνικές παροχές, περισσότερο ελεύθερο χρόνο κλπ. (β)  Η δεύτερη ομάδα είναι οι «ιθαγενείς» επιχειρηματίες, οι ιδιοκτήτες δηλαδή των μέσων παραγωγής, οι οποίοι επιθυμούν χαμηλούς φόρους, χαλαρές ρυθμίσεις (διευκόλυνση των απολύσεων κλπ), περιορισμένες αυξήσεις μισθών κα. (γ)  Η τρίτη ομάδα είναι οι ξένοι επενδυτές, πολυεθνικές και χρηματοπιστωτικός κλάδος, οι οποίοι επιθυμούν πλήρη ελευθερία κινήσεων – έτσι ώστε να μπορούν να λεηλατούν ανενόχλητοι τον εθνικό πλούτο, χωρίς να πληρώνουν φόρους και με το χαμηλότερο δυνατό κόστος λειτουργίας.   

Η Πολιτική λοιπόν προσπαθεί να ισορροπήσει ανάμεσα σε αυτές τις αντικρουόμενες δυνάμεις, εκ των οποίων η πολυπληθέστερη (εργαζόμενοι) αποτελεί τους ψηφοφόρους της, ενώ η μειοψηφία (επιχειρηματίες, πολυεθνικές) τους χρηματοδότες της (σε αντίθεση με άλλες διαδικασίες, όπως αυτές που καθορίζουν τις αποφάσεις στο ΔΝΤ, στη Δημοκρατία οι ψήφοι δεν είναι ανάλογοι με τον πλούτο των εκλογέων – μία ψήφο δηλαδή έχει ο πάμπλουτος και μία ο πάμπτωχος).   Εάν όμως ξεσπάσει μία σοβαρή οικονομική κρίση, όπως αυτή σήμερα στη χώρα μας, η οποία προκλήθηκε (αφορμή) από την απίστευτα καταστροφική διαχείριση του δανειακού μας προβλήματος, αμέσως μετά την εκλογή της νέας κυβέρνησης μας, ενώ επιδεινώθηκε από την οικονομικά παράλογη υφεσιακή πολιτική του ΔΝΤ (το οποίο όμως είναι εκπαιδευμένο να αντιμετωπίζει τις κρίσεις όχι ως προβλήματα προς επίλυση, αλλά ως ευκαιρίες επέκτασης και εισβολής), επισκιάζονται όλα τα άλλα – οπότε οι ηγέτες είναι ελεύθεροι να κάνουν ότι είναι αναγκαίο, ή ισχυρίζονται αυθαίρετα ότι είναι αναγκαίο, «στο όνομα» της αντιμετώπισης μίας κατάστασης εκτάκτου ανάγκης.

Συμπερασματικά λοιπόν, κατά μία έννοια οι κρίσεις είναι περίοδοι αναστολής της Δημοκρατίας – αποτελούν δηλαδή «κενά» στο συνηθισμένο πολιτικό βίο, κατά τη διάρκεια των οποίων δεν φαίνεται να υφίσταται η ανάγκη για συγκατάθεση των πολιτών και για συναίνεση.  Τέλος, σύμφωνα με τη «θεωρία της κρίσης», την οποία φαίνεται να αντέγραψε ο νεοφιλελευθερισμός από τον κομμουνισμό (όπως συνέβη με τις κεντρικά κατευθυνόμενες τράπεζες – άρθρο μας), «Όπως τα κραχ στις αγορές μπορούν να επιφέρουν μία κομμουνιστική επανάσταση, μπορούν επίσης να χρησιμοποιηθούν ως φασιστικές αντεπαναστάσεις» – οδηγώντας προφανώς στην βασιλεία των αγορών, μέσα από την αποκρατικοποίηση της πολιτικής εξουσίας, συχνά με τη βοήθεια κάποιων διατεταγμένων ΜΜΕ.     

Η ΕΠΙΘΕΣΗ ΣΤΑ ΣΥΝΔΙΚΑΤΑ

Η Μ. Βρετανία υπό την M.Thatcher, όπως οι Η.Π.Α. υπό τον R.Reagan, ήταν οι πρώτες χώρες, στις οποίες κυριάρχησε το νεοφιλελεύθερο «δόγμα» – με την πλήρη αποκρατικοποίηση του δημοσίου τους, η οποία οδήγησε σήμερα τις δύο αυτές μεγάλες δυνάμεις αφενός μεν στην υποταγή τους στο Καρτέλ, αφετέρου στα πρόθυρα της χρεοκοπίας (το συνολικό χρέος της Μ. Βρετανίας υπερβαίνει το 500% του ΑΕΠ της, με το δημόσιο να έχει μηδενικά περιουσιακά στοιχεία, ενώ στις Η.Π.Α., τη «βασίλισσα» των ιδιωτικοποιήσεων και της απελευθέρωσης των αγορών, τόσο το δημόσιο χρέος, όσο και τα ελλείμματα έχουν εκτοξευθεί στα ύψη). Περαιτέρω, επειδή ο δρόμος προς την ολοκληρωτική ιδιωτικοποίηση του δημοσίου «διέρχεται» υποχρεωτικά μέσα από τον «πόλεμο» με τα εργατικά συνδικάτα, στις Η.Π.Α. απολύθηκαν 14 χιλιάδες περίπου ελεγκτές της εναέριας κυκλοφορίας, ενώ στη Μ. Βρετανία διεξήχθη ο «πόλεμος» εναντίον του συνδικάτου των ανθρακωρύχων – από τους οποίους εξαρτιόταν ολόκληρη η χώρα για το φωτισμό και τη θέρμανση της (όπως συμβαίνει με τη ΔΕΗ στην Ελλάδα).    

Η ευκαιρία για την πρωθυπουργό της Μ. Βρετανίας παρουσιάστηκε με την επιτυχή έκβαση του πολέμου των νησιών Φόκλαντ. Όταν λοιπόν το 1984 απέργησαν οι ανθρακωρύχοι, η αντιπαράθεση της κυβέρνησης μαζί τους παρουσιάστηκε ως συνέχεια του πολέμου με την Αργεντινή – ενώ απαιτήθηκε μία εξ ίσου βίαιη λύση. «Έπρεπε να πολεμήσουμε τον εξωτερικό εχθρό στα Φόκλαντ και τώρα πρέπει να πολεμήσουμε τον εσωτερικό εχθρό, ο οποίος είναι ένας πολύ πιο δύσκολος αντίπαλος, αλλά εξίσου επικίνδυνος για την ελευθερία», είχε ανακοινώσει τότε με θράσος η βρετανίδα πρωθυπουργός – «καταγράφοντας» τους βρετανούς εργάτες ως «εσωτερικό εχθρό» και εξαπολύοντας όλη την ισχύ του κράτους εναντίον των απεργών. Φυσικά είχε φροντίσει προηγουμένως, με τη βοήθεια των αμερικανών συμβούλων της, να «αποδομήσει» μεθοδικά τους ανθρακωρύχους-συνδικαλιστές, διοχετεύοντας έντεχνα σκάνδαλα στα ΜΜΕ σχετικά με ατασθαλίες, καθώς επίσης με διάφορες άλλες ενέργειες ορισμένων ιδιοτελών συνδικαλιστών, οι οποίοι ήταν διεφθαρμένοι (παραλληλισμός με τη ΔΕΗ – ξαφνικό «πόρισμα» του επιθεωρητή δημόσιας διοίκησης κλπ). Προφανώς, η πληροφόρηση προερχόταν από τις μυστικές υπηρεσίες, αφού μέσα στα συνδικάτα διείσδυσαν πολλοί πράκτορες και πληροφοριοδότες, οι οποίοι παρακολουθούσαν τα τηλέφωνα και τις κατοικίες όλων των συνδικαλιστών – ακόμη και το λαϊκό εστιατόριο, στο οποίο σύχναζαν οι ηγέτες του συνδικάτου.

Ο απώτερος στόχος της μεθοδικής, της ύπουλης καλύτερα «επίθεσης», ήταν ο διασυρμός των συνδικαλιστών, στα μάτια της κοινής γνώμης. Όπως έχει πει άλλωστε ο J.Schumpeter, «Ο διασυρμός αντικαθιστά την αντίκρουση, καθώς το μέσο ακροατήριο αγνοεί κατά κανόνα πλήρως το γεγονός ότι, ένας διασυρμός καλύπτει συχνά την αδυναμία διάψευσης».   Για παράδειγμα, όταν ο λαός ακούει ότι κάποιοι συνδικαλιστές είναι διεφθαρμένοι, έχοντας αποκομίσει μεγάλες αμοιβές, ότι χρηματίζονται κλπ, σχηματίζει τη γνώμη ότι, όλοι οι συνδικαλιστές είναι διεφθαρμένοι – οπότε δεν αντιτίθεται στο ξεπούλημα της επιχείρησης, το οποίο θα έχει ως αποτέλεσμα αφενός μεν την αύξηση της ανεργίας, αφετέρου τον τριπλασιασμό των τιμών του ρεύματος (όπως συμβαίνει σήμερα με τη ΔΕΗ στην Ελλάδα, προφανώς στα πλαίσια των σχεδίων εκποίησης της – η οποία είναι ένα πολύ δύσκολο εγχείρημα όσο αμύνονται οι συνδικαλιστές, ενώ είναι μια κερδοφόρα κοινωφελής επιχείρηση).

Συνεχίζοντας, αφού η κυβέρνηση της Μ. Βρετανίας είχε εξωθήσει έντεχνα τους ανθρακωρύχους σε απεργία, έτσι ώστε να τοποθετηθεί εναντίον τους «σύσσωμη» η κοινή γνώμη, λόγω των προβλημάτων στην ηλεκτροδότηση και στη θέρμανση, παράλληλα με την «διοχέτευση» σκανδάλων (είχε ισχυρισθεί ακόμη και ότι ο ηγέτης του συνδικάτου ήταν πράκτορας της Μ15, έχοντας ως αποστολή του να αποσταθεροποιήσει και να υπονομεύσει το συνδικάτο), εισήλθε στο δεύτερο στάδιο του σχεδίου της – την αστυνομική βία, με την οποία «κατεστάλησαν» οι απεργιακές κινητοποιήσεις.  Όπως συνέβη με τον πόλεμο των Φόκλαντ, δεν υπήρχε το παραμικρό ενδιαφέρον για διαπραγματεύσεις, αλλά μία «στοχευμένη» αποφασιστικότητα να συντριβεί το συνδικάτο, ανεξαρτήτως κόστους – το οποίο, αφού κινητοποιήθηκαν πάνω από 3.000 αστυνομικοί, ήταν τεράστιο. Τελικά τα σχέδια της κυβέρνησης πέτυχαν, αφού οι εργάτες πεινούσαν και δεν μπορούσαν να αντέξουν τη μαζική επίθεση εναντίον τους. Η συντριπτική αυτή ήττα του συνδικάτου των ανθρακωρύχων έστειλε ουσιαστικά ένα καθαρό μήνυμα στις υπόλοιπες συνδικαλιστικές οργανώσεις λέγοντας τους έμμεσα ότι: “Αφού η κυβέρνηση έφτασε στα άκρα για να λυγίσει τους ανθρακωρύχους, από τους οποίους ολόκληρη η χώρα εξαρτιόταν για το φωτισμό και τη θέρμανση της, θα ήταν αυτοκτονία για τα ασθενέστερα συνδικάτα, τα μέλη των οποίων εργαζόταν σε λιγότερο κρίσιμους τομείς της οικονομίας, να αμφισβητήσουν τις «διαρθρωτικές» αλλαγές”.

Στο παράδειγμα της Ελλάδας έχουμε την άποψη ότι, εάν τελικά «υποταχθεί» το συνδικάτο της ΔΕΗ, το οποίο θεωρούμε ως ένα από τα ισχυρότερα στη χώρα μας, «επιτρέποντας» το ξεπούλημα μίας επιχείρησης, η οποία «έχει πρόσβαση» ουσιαστικά σε όλα τα σπίτια των Ελλήνων, η εκποίηση των υπολοίπων κερδοφόρων εταιρειών του Δημοσίου (ΕΥΔΑΠ, ΟΠΑΠ, Διεθνής Αερολιμένας κλπ) δεν θα συναντήσει καμία αντίσταση εκ μέρους των εργαζομένων τους – ενώ θα έχει δυστυχώς τη σύμφωνη γνώμη των Ελλήνων Πολιτών, οι οποίοι έχουν υποφέρει πράγματι στο παρελθόν από την κάκιστη συμπεριφορά πολλών συνδικαλιστικών οργανώσεων (μη εξαιρουμένης της ΔΕΗ). Ας ελπίσουμε λοιπόν ότι η ΔΕΗ δεν θα κάνει ακόμη περισσότερα λάθη και δεν θα εξωθηθεί σε απεργιακές κινητοποιήσεις, οι οποίες θα προκαλέσουν την οργή των Πολιτών – οδηγώντας την επιχείρηση στο ξεπούλημα. Επίσης ότι θα μπορέσει να εξυγιάνει τα εργατικά συνδικάτα της, εκδιώκοντας άμεσα και τιμωρώντας παραδειγματικά όλους όσους υπέπεσαν σε σφάλματα ή είναι συνεργοί των «κατακτητών». Τέλος ότι, οι συνδικαλιστές θα λειτουργήσουν με σύνεση, κινητοποιούμενοι για θέματα που αφορούν ολόκληρο το κοινωνικό σύνολο. Για παράδειγμα, τοποθετούμενοι εναντίον της είσπραξης των δημοτικών τελών εκ μέρους της εισηγμένης επιχείρησης, τα οποία δίνουν μία εσφαλμένη εικόνα ακρίβειας στους λογαριασμούς ρεύματος – παρά το ότι η χρέωση της κιλοβατώρας είναι από τις χαμηλότερες στην Ευρώπη.

Η ΔΕΗ ΚΑΙ Η ΚΟΙΝΗ ΓΝΩΜΗ

Όπως έχουμε ήδη αναφέρει, είναι πολύ σωστή η ελληνική κοινή γνώμη, όταν τάσσεται σχεδόν εξ ολοκλήρου υπέρ της καταπολέμησης της διαφθοράς – με τη βοήθεια και των ιδιωτικοποιήσεων. Εάν όμως τα αποτελέσματα αυτής της διαδικασίας, η αύξηση των εσόδων και η μείωση των δαπανών δηλαδή, δεν παραμείνουν στη χώρα μας, αλλά «διαφύγουν», μέσω των πολυεθνικών, στο εξωτερικό (φοροαποφυγή), ταυτόχρονα με την αύξηση των τιμών, τότε όχι μόνο δεν θα υπάρξει αντικειμενικό όφελος για την Ελλάδα αλλά, αντίθετα, η ζημία θα πολλαπλασιασθεί. Όσον αφορά ειδικά την παραγωγικότητα των εργαζομένων, εάν η βελτίωση της αυξάνει μόνο τα κέρδη των πολυεθνικών και δεν συμβάλλει στη μείωση των τιμών καταναλωτή, στην παραγωγή εθνικού πλούτου ή στην αύξηση των θέσεων εργασίας, δεν έχει καμία ουσιαστική ωφέλεια για τους Πολίτες. Για παράδειγμα, όλοι είμαστε εναντίον της εικόνας κάποιων υπαλλήλων στις κρατικές επιχειρήσεις, οι οποίοι κάθε άλλο παρά εργάζονται – δεν παράγουν δηλαδή. Όμως, εάν οι επιχειρήσεις αυτές ιδιωτικοποιηθούν από το διεθνές Καρτέλ, μειώνοντας το προσωπικό τους και αυξάνοντας την παραγωγικότητα τους, αυτό που στην πραγματικότητα θα απομείνει στη χώρα μας θα είναι η ανεργία, ο περιορισμός των δημοσίων εσόδων, καθώς επίσης η πτώση των μέσων ελληνικών εισοδημάτων – με όλα όσα κάτι τέτοιο συνεπάγεται (αύξηση των φόρων, μείωση της ιδιωτικής κατανάλωσης, χρεοκοπία των μικρομεσαίων επιχειρήσεων κλπ).

Επομένως, γιατί θα έπρεπε η ΔΕΗ να προβεί σε αθρόες απολύσεις, αυξάνοντας την ανεργία στη χώρα μας, η οποία «εκβάλλει» τελικά στα ελλείμματα του προϋπολογισμού; Σε τι θα ωφελούσε την Ελλάδα η εκποίηση της – πόσο μάλλον όταν το κράτος εισπράττει μεγάλα μερίσματα (φορολογικά έσοδα, υπεραξίες) από τη συμμετοχή του; Ποιο θα ήταν το υλικό όφελος των καταναλωτών, από την κατάργηση του «μονοπωλιακού οχυρού», εάν εξαιρέσουμε την εύλογη ηθική ικανοποίηση τους από την «τιμωρία» κάποιων «διαπλεκομένων» συνδικαλιστών ή αντιπαραγωγικών εργαζομένων; Ας μην ξεχνάμε ότι, μετά την «εισβολή» του ΔΝΤ στη Βραζιλία, μόνο η Petrobras παρέμεινε στην ιδιοκτησία του δημοσίου (χάρη στους συνδικαλιστές της) – ενώ η Χιλή υποφέρει από έλλειψη ακόμη και πόσιμου νερού, μετά την άλωση της από τις πολυεθνικές. Συμπερασματικά λοιπόν, δεν είμαστε σε καμία περίπτωση αντίθετοι με την ανάγκη εξυγίανσης της ελληνικής οικονομίας, με την καταπολέμηση της διαφθοράς ή με τη ριζική αντιμετώπιση της διαπλοκής των πολιτικών, των ιδιοτελών ψηφοφόρων τους, των επιχειρηματιών και των συνδικάτων. Εν τούτοις, δεν συμφωνούμε με την κατάλυση της εθνικής μας κυριαρχίας, με την ιδιωτικοποίηση των κοινωφελών επιχειρήσεων μας, με την εγκληματική εκποίηση της δημόσιας περιουσίας, καθώς επίσης με την επέλαση του Καρτέλ στη χώρα μας. Πόσο μάλλον αφού, η ενδεχόμενη πώληση όλων των εισηγμένων επιχειρήσεων του δημοσίου σήμερα, δεν θα αποφέρει παραπάνω από 7 δις € στα ταμεία του κράτους – το έλλειμμα μας δηλαδή για περίπου τρεις μήνες (!) ή τους τοκογλυφικούς τόκους που πληρώνουμε (άρθρο μας) για περίπου 5 μήνες. Ταυτόχρονα θα επιβαρύνει τα ελλείμματα του προϋπολογισμού μας, αφού δεν θα εισπράττονται πλέον μερίσματα, θα αυξηθεί η ανεργία και θα περιορισθούν τα φορολογικά έσοδα – λόγω της διαδεδομένης «φοροαποφυγής» των πολυεθνικών.    

ΕΠΙΛΟΓΟΣ

Η επιτυχία της επέκτασης των πολυεθνικών με τη βοήθεια των κρίσεων χρέους στη Ν. Αμερική, στην Ασία κλπ, έχει αποφέρει στις ίδιες τόσο εντυπωσιακά κέρδη, ώστε να διψούν για συνεχώς νέες κατακτήσεις – πλέον, όχι μόνο στις αναπτυσσόμενες οικονομίες, αλλά στις πλούσιες χώρες της Δύσης, όπου τα κράτη ελέγχουν ακόμη πιο προσοδοφόρα περιουσιακά στοιχεία, τα οποία θα μπορούσαν να εκμεταλλευθούν επικερδώς οι ιδιωτικές εταιρείες: τηλεφωνικές επικοινωνίες, λιμάνια, μεταφορές, αεροδρόμια, εταιρείες ηλεκτρισμού, εταιρείες ύδρευσης κλπ”. Με βάση τα παραπάνω, η επέλαση του Καρτέλ στη χώρα μας, αποκτά μία εντελώς διαφορετική εικόνα – αφού πρόκειται για μία χώρα της Ευρωζώνης, η οποία αποτελεί ένα εξαιρετικά πλούσιο «λάφυρο» για τους κυρίαρχους των αγορών. Επομένως, ο πόλεμος εναντίον των πανίσχυρων δυνάμεων κατοχής, έτσι όπως αυτές «επιτίθενται» με τα καταστροφικά οικονομικά «εργαλεία» τους (Παγκόσμια Τράπεζα, ΔΝΤ, Εταιρείες Αξιολόγησης, Επενδυτικές Τράπεζες, Διεθνείς επενδυτές, Οικονομολόγοι, Οικονομικός Τύπος, εσωτερικές ολιγαρχίες κλπ), είναι πολύ δύσκολο να κερδηθεί – εκτός εάν δεν καταστραφεί η κοινωνική συνοχή και δεν μεσολαβήσουν εμφύλιοι πόλεμοι (ιδιωτικοί υπάλληλοι εναντίον δημοσίων, πολίτες εναντίον συνδικαλιστών, μισθωτοί εναντίων ελευθέρων επαγγελματιών, μεσαίες επιχειρήσεις εναντίον μικρών κλπ).

Ας μην ξεχνάμε ότι, η «ορθόδοξη» προσέγγιση του μονοπωλιακού καπιταλισμού στην επίλυση των προβλημάτων χρέους, συνίσταται στη «μετακύλιση» ολόκληρου του κοινωνικού κόστους στα ασθενή εισοδηματικά στρώματα, τα οποία αποτελούν την συντριπτική πλειοψηφία. Κλείνοντας είναι ίσως σκόπιμο να προσθέσουμε ότι, η εγκατάσταση του μονοπωλιακού καπιταλισμού στη Βολιβία δρομολογήθηκε από μία σοσιαλιστική κυβέρνηση – με τα μέλη του κόμματος της να αγνοούν εντελώς ότι, ο ηγέτης τους είχε κλείσει μία συμφωνία πολύ πριν στο «παρασκήνιο». Με εξαίρεση τον υπουργό οικονομικών, καθώς επίσης τον υπουργό σχεδιασμού, οι οποίοι ανήκαν στην ενδοτική «μυστική ομάδα», ο σοσιαλιστής πρωθυπουργός δεν είχε καν αναφέρει στο νεοεκλεγμένο υπουργικό του συμβούλιο την ύπαρξη της «ομάδας έκτακτης ανάγκης» – της «σκιώδους εξουσίας» δηλαδή στη χώρα του, ισχυριζόμενος ότι ό ίδιος λαμβάνει ελεύθερα τις τελικές αποφάσεις.

Βασίλης Βιλιάρδος (copyright), Αθήνα, 25. Απριλίου 2011, viliardos@kbanalysis.com      

* Ο κ. Β. Βιλιάρδος είναι οικονομολόγος, πτυχιούχος της ΑΣΟΕΕ Αθηνών, με μεταπτυχιακές σπουδές στο Πανεπιστήμιο του Αμβούργου. Έχει εκδώσει πρόσφατα το βιβλίο «Η κρίση των κρίσεων», το οποίο περιλαμβάνει επιλεγμένα οικονομικά άρθρα του 2009.  

ΠΗΓΗ: http://www.casss.gr/PressCenter/Articles/2335.aspx

Ποτέ δεν θα ξαναγίνουν οι μισθοί όπως ήταν!

Ποτέ δεν θα ξαναγίνουν οι μισθοί όπως ήταν!

 

Του Γιώργου Δελαστίκ


 

Παρέλυσε η χώρα εξαιτίας του νόμου της κυβέρνησης Γ. Παπανδρέου… για τη βίαιη περικοπή των μισθών στον ιδιωτικό τομέα που δίνει το δικαίωμα στον κάθε εργοδότη να μειώσει κατά τη θέλησή του τους μισθούς των υπαλλήλων τους από 1.500 ή 2.000 ή 3.000 ευρώ το μήνα όσο χαμηλά θέλει, ακόμη και μέχρι τα… 740 ευρώ μεικτά!

Ποτέ στην Ελλάδα, πουθενά στην Ευρώπη, πουθενά στον κόσμο δεν έχει υπάρξει τέτοιος αντεργατικός νόμος. Τραγική ειρωνεία συνιστά το γεγονός ότι αυτός που θα μείνει στην ιστορία ως ο πρωθυπουργός που διέπραξε τη μεγαλύτερη λεηλασία μισθών και συντάξεων στην ιστορία, ο Γιώργος Παπανδρέου, διέπραξε αυτό το ειδεχθές κοινωνικό έγκλημα όντας πρόεδρος της… Σοσιαλιστικής Διεθνούς!

Έχοντας επίσης αυξήσει σχεδόν κατά 50% την έμμεση φορολογία μέσα σε ένα μόλις χρόνο μέσω της εκτόξευσης του βασικού συντελεστή του ΦΠΑ από 9% που τον παρέλαβε στο 13% που τον έχει πάει μέχρι στιγμής, ο Γ. Παπανδρέου κερδίζει αναμφισβήτητα με τις πράξεις του τον τίτλο του πιο αντιλαϊκού ηγέτη που κυβέρνησε ποτέ την Ελλάδα.

 

Η φτώχεια είναι η λύση!

 

Ο τελευταίος νόμος της κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ αποδεικνύει πέραν πάσης αμφιβολίας ότι οι περικοπές μισθών και συντάξεων δεν αποτελούν κάποια ανεπιθύμητη για την κυβέρνηση «παρενέργεια» της υποτιθέμενης προσπάθειας «διάσωσης» δήθεν της ελληνικής οικονομίας από την υποτιθέμενη χρεοκοπία που την απειλούσε.

Αποδεικνύεται ότι για τον πρωθυπουργό και το οικονομικό επιτελείο του η λύση που θεωρούν ότι επιβάλλεται να εφαρμοστεί στην Ελλάδα είναι ακριβώς να… φτωχύνουν όλοι ανεξαιρέτως οι Έλληνες! Αυτοί οι… «Ταλιμπάν του νεοφιλελευθερισμού», με επικεφαλής τον Γ. Παπανδρέου, θα ήταν πανευτυχείς αν μπορούσαν να ρίξουν όλα τα εκατομμύρια των Ελλήνων εργαζομένων σε μισθό 740 ευρώ μεικτά! Ακόμη παρακάτω, ακόμη και καλύτερα.

Η «κινεζοποίηση» της Ελλάδας είναι το όνειρο της κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ! Μετατρέποντας τους Έλληνες εργαζόμενους σε μισθωτούς δούλους της πεντάρας σαν τους Κινέζους, όπου το μεροκάματο είναι στα εργοστάσια από… 80 λεπτά έως 2 ευρώ το πολύ (!), ο Γ. Παπανδρέου θα μπορούσε να κομπάσει τότε ότι θα είχε οικονομικούς δείκτες ραγδαίας εισροής ξένων επενδύσεων, αφού βεβαίως όντως οι Αμερικανοί, οι Γερμανοί ή άλλοι Ευρωπαίοι θα έσπευδαν να αγοράσουν έναντι πινακίου φακής τα πάντα στην Ελλάδα, συμπεριλαμβανομένων των υπηρεσιών των ιθαγενών δούλων κινεζικού τύπου.

Η καθολική εξαθλίωση και φτώχεια των Ελλήνων είναι η λύση που επιδιώ­κει συνειδητά και βάσει πολιτικού σχεδίου η κυβέρνηση Παπανδρέου.

 

Έφριξε και το… ΔΝΤ!

 

Είναι τόσο βαθιά αντιλαϊκός και αντεργατικός ο νόμος για την άνευ ορίων – πλην των 740 ευρώ μεικτά – μείωση των μισθών στον ιδιωτικό τομέα, ώστε ακόμη και το παγκοσμίως απεχθούς φήμης ΔΝΤ εκτίμησε ότι το να θεωρηθεί πως αυτό απαίτησε από την κυβέρνηση Παπανδρέου να μειώσει τους μισθούς στον ιδιωτικό τομέα συνιστά… δυσφήμηση για το ΔΝΤ!

Έτσι, όπου βρεθεί κι όπου σταθεί τις τελευταίες μέρες ο εκπρόσωπος του ΔΝΤ στην Αθήνα Πολ Τόμσεν, σε κάθε δημόσια ομιλία του, τονίζει ότι το ΔΝΤ δεν ζήτησε και δεν ζητά μείωση των μισθών στον ιδιωτικό τομέα από την ελληνική κυβέρνηση.

Δεν έχει ξαναγίνει αυτό πουθενά στον πλανήτη: Να βγαίνει το ΔΝΤ από… «αριστερά» (!) σε κυβέρνηση χώρας που έχει περιπέσει σε καθεστώς υποτέλειας προς αυτό – και μάλιστα στη θλιβερή περίπτωση της Ελλάδας να ηγείται της κυβέρνησης που ακολουθεί δεξιότερη πολιτική από αυτή που υπαγορεύει το ΔΝΤ ο… πρόεδρος της Σοσιαλιστικής Διεθνούς! Τα ύστερα του κόσμου! Ο απόλυτος εξευτελισμός της σύγχρονης σοσιαλδημοκρατίας…

 

«Εργοδοτικός σοσιαλισμός»

 

Κανένα πρόσχημα δεν έχει η κυβέρνηση Παπανδρέου στο θέμα της μείωσης μισθών στον ιδιωτικό τομέα. Ο πρωθυπουργός δρα με μοναδικό κριτήριο την προώθηση των συμφερόντων των εργοδοτών εις βάρος του κόσμου της εργασίας, εμφανιζόμενος έτσι ως ο πολιτικός πατέρας του…«εργοδοτικού σοσιαλισμού»!

Στην περίπτωση της περικοπής των μισθών των δημοσίων υπαλλήλων και των ΔΕΚΟ που δεν είναι εισηγμένες στο Χρηματιστήριο μπορεί η κυβέρνηση να επικαλεστεί ως πρόσχημα ότι τα χρήματα που αφαιρούνται από τους μισθούς των δημοσίων υπαλλήλων παραμένουν στα κρατικά ταμεία και δίνονται στις ξένες τράπεζες για τοκοχρεολύσια.

Τα χρήματα όμως που περικόπτουν οι ιδιώτες εργοδότες από τους μισθούς των υπαλλήλων τους παραμένουν αποκλειστικά στις τσέπες των εργοδοτών. Η κυβέρνηση Παπανδρέου, δηλαδή, παίρνει λεφτά από τους εργαζόμενους και τα δίνει στους εργοδότες! Ωραίος «σοσιαλισμός»!

Η ζημιά είναι ακόμη μεγαλύτερη από αυτή την αναδιανομή του κοινωνικού πλούτου υπέρ των πλουσίων. Τα ασφαλιστικά ταμεία χάνουν τεράστια ποσά εισφορών που αντιστοιχούν στα ποσά των μισθών που περικόπτονται, οπότε σύντομα θα οδηγηθούν να μειώσουν κι άλλο τις συντάξεις και φυσικά να ρίξουν περισσότερο το επίπεδο της παρεχόμενης ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης, υποχρεώνοντας παράλληλα τους ήδη φτωχότερους ασφαλισμένους να καλύπτουν ολοένα και μεγαλύτερο μέρος των δαπανών για την υγεία τους.

Επιπροσθέτως, το ίδιο το δημόσιο υφίσταται σοβαρή απώλεια φορολογικών εσόδων από τους μισθούς των εργαζομένων που περικόπτονται. Να σημειώσουμε, δε, ότι τα έσοδα από τη φορολόγηση των μισθών είναι τα μόνα που εισπράττει σίγουρα το δημόσιο γιατί αφαιρούνται πριν καν πάρουν οι εργαζόμενοι το μισθό στα χέρια τους!

 

Συναίνεση ίσον συνενοχή

 

Η ακολουθούμενη κυβερνητική πολιτική καθιστά σαφές ότι για τον πρωθυπουργό προηγούνται τα συμφέροντα των εργοδοτών έναντι τόσο της ενίσχυσης των φορολογικών εσόδων του κράτους όσο και της ενίσχυσης των εσόδων των ασφαλιστικών ταμείων που εν γένει βρίσκονται σε δύσκολη οικονομική κατάσταση. Αυτή είναι η θεμελιώδης αλήθεια για την πολιτική της κυβέρνησης Παπανδρέου.

Ο πρωθυπουργός έχει πλήρη επίγνωση του γεγονότος ότι οποιοδήποτε κόμμα της αντιπολίτευσης συμφωνούσε να συμπαραταχθεί με την κυβέρνηση πάνω στη βάση της πολιτικής που ασκεί το ΠΑΣΟΚ θα ήταν πολιτικά ηλίθιο ή θα προσδοκεί να συμμετάσχει σε μελλοντική κυβέρνηση συνεργασίας με το ΠΑΣΟΚ.

Γι’ αυτό και οι μελοδραματικές εκκλήσεις του Γ. Παπανδρέου για «συναίνεση» των κομμάτων της αντιπολίτευσης στην πολιτική του γίνονται μόνο για προπαγανδιστικούς λόγους.

Το ΚΚΕ και ο ΣΥΡΙΖΑ δεν υπάρχει περίπτωση να καταστούν συνένοχοι σε μια τόσο αντεργατική πολιτική. Η ΝΔ έχει μια χρυσή ευκαιρία να διώξει το ΠΑΣΟΚ από την εξουσία για τουλάχιστον δέκα χρόνια λόγω αυτής της πολιτικής του και ίσως να το διαλύσει. Όσες πιέσεις κι αν δέχεται ο Αντώνης Σαμαράς, θα ήταν πολιτικά αυτοκτονικό γι’ αυτόν να γίνει υποτελής στον Γ. Παπανδρέου, καταστρέφοντας την προοπτική μιας εποχής παντοδυναμίας της Δεξιάς με μόνο αντίπαλο την Αριστερά.

 

Ταραχή «προθύμων»

 

Η αντεργατική βαρβαρότητα της κυβέρνησης Παπανδρέου έχει προκαλέσει αμηχανία, σύγχυση και ταραχή μέχρι και στους κόλπους του ΛΑΟΣ και των κομμάτων της Ντόρας Μπακογιάννη και του Φώτη Κουβέλη που συγκροτήθηκαν ακριβώς με την προοπτική συμμετοχής σε κυβέρνηση υπό το ΠΑΣΟΚ.

Ο Γ. Καρατζαφέρης προσπαθεί απεγνωσμένα να δείξει ότι δήθεν αποστασιοποιείται κάπως από το Μνημόνιο, το οποίο μετατράπηκε σε μεταλλικό χαλκά στο λαιμό του ΛΑΟΣ που το προσδένει πολιτικά στην κυβέρνηση. Η Ντόρα έχει πάθει… πολιτική αφωνία και ο Φ. Κουβέλης δηλώνει ότι δεν συμφωνεί με αυτή την πολιτική, προσπαθώντας να διαδώσει ανεπιτυχώς κάποιο ίχνος αριστερού φύλλου συκής.

Δύσκολοι καιροί για «προθύμους» συνεργάτες του Γ. Παπανδρέου.

 

ΠΗΓΗ: Δημοσιεύτηκε στο περιοδικό "Επίκαιρα" στις 15/12/10, http://www.epikaira.gr/epikairo.php?id=6647&category_id=100

Το αεικίνητο ενός σύγχρονου μεσαίωνα…

Το αεικίνητο ενός σύγχρονου μεσαίωνα…*

 

Του Γιάννη Στρούμπα


 

Η δρομολογημένη εδώ και καιρό συζήτηση για την αύξηση των ωρών εργασίας σε κάθε επαγγελματικό κλάδο γίνεται σταδιακά πραγματικότητα. Οι πλέον πρόσφατες διεργασίες έθεσαν στο στόχαστρό τους πρώτα τους επαγγελματίες, που καλούνται να λειτουργούν και την Κυριακή, έπειτα τους φαρμακοποιούς, που χρειάζεται να επιστρατεύουν το Σάββατο για τις ανάγκες των ασθενών, κατόπιν τους δημόσιους υπαλλήλους, που θα επιμηκύνουν το ωράριό τους για την αποδοτικότερη εξυπηρέτηση των πολιτών. Έπονται όσοι δεν θίχτηκαν ακόμη.


* α΄ δημοσίευση: εφημ. «Αντιφωνητής», αρ. φύλλου 313, 16/2/2011.

Και, φυσικά, πάντοτε μεμονωμένα ο κάθε κλάδος, όπως ορίζει η επιτυχημένη και γνωστή πια τακτική του «διαίρει και “δημοκράτευε”». Η αποτελεσματικότητα της συγκεκριμένης πρακτικής, άλλωστε, αντικατοπτρίζεται εύγλωττα στα γεμάτα χολή κι άκρως ανυποψίαστα σχόλια που δημοσιεύουν σε ειδησεογραφικά σάιτ στο διαδίκτυο όσοι χρήστες του θεωρούν πως η παραγωγική εργασία είναι αποκλειστικό τους προσόν, τη στιγμή που όλοι οι υπόλοιποι κλάδοι απλώς παρασιτούν εις βάρος τους. Τοποθέτηση θλιβερή, από μία διχαστική τύφλωση που αρνείται να αντιληφθεί ότι αυτή η αντεργατική μεθόδευση δεν αποσκοπεί στην εξυπηρέτηση κανενός κοινωνικού συμφέροντος, ούτε αποκαθιστά κάποια «τάξη». Μονάχα στήνει εμπρός σ’ ένα εκτελεστικό απόσπασμα όλους τους εργασιακούς κλάδους για να τους ποδοπατήσει, αφού προηγουμένως τους σπιλώσει ως ιδιοτελείς, παρασιτικούς κι αντιπαραγωγικούς.

Η επέκταση του ωραρίου των επαγγελματικών κλάδων ως μέσο για την αποτελεσματικότερη εξυπηρέτηση των κοινωνικών ομάδων στερείται κάθε σοβαρότητα. Οποιοδήποτε σύστημα λειτουργίας με καθορισμένο ωράριο, έστω κι αν δεν εκτείνεται σε εύρος, προσφέρεται για την εξυπηρέτηση των ενδιαφερομένων, εφόσον αυτοί, γνωρίζοντας τις ώρες λειτουργίας όσων κλάδων τους αφορούν, φροντίζουν για την οργάνωση και την τακτοποίηση των υποχρεώσεών τους. Ποιος απέτυχε να μεριμνήσει για την τροφή και την ένδυσή του, επειδή τα αντίστοιχα εμπορικά καταστήματα δεν λειτουργούν την Κυριακή; Ποιος στερήθηκε τα φάρμακά του επειδή το Σάββατο λειτουργούν μόνο τα εφημερεύοντα φαρμακεία; Ποιος νιώθει τόσο επιτακτική την ανάγκη να προσέρχεται στις δημόσιες υπηρεσίες κατά το διάστημα από τις 14:30΄ ως τις 15:00΄, οπότε και παρατείνεται η λειτουργία τους; Οι υπάλληλοι άλλων δημόσιων υπηρεσιών προφανώς όχι, εφόσον τις ίδιες ώρες θα εργάζονται επίσης. Οι επαγγελματίες, καθώς ανοίγουν στις 9:00΄ χάρη στη μέριμνα του κλιμακωτού ωραρίου, διαθέτουν ένα γενναιόδωρο δίωρο από τις 7:00΄ ως τις 9:00΄ για την όποια εξυπηρέτησή τους. Θα ’ταν δε αστείο να υποστηριχτεί πως η «μέριμνα» αφορά τους συνταξιούχους, εφόσον οι συνταξιούχοι έχουν στη διάθεσή τους όλο τον χρόνο για τις συναλλαγές τους με το δημόσιο. Είναι ανειλικρινές να υποστηρίζεται πως η αποτελμάτωση της παραγωγικότητας στον δημόσιο τομέα οφείλεται στον «λιγοστό» χρόνο εργασίας των υπαλλήλων του, οι οποίοι δεν προλαβαίνουν να διευθετήσουν εγκαίρως τις υποθέσεις των υπηρεσιών τους. Ποιος θα ισχυριζόταν υπεύθυνα πως οι όποιες χρονοτριβές στην υλοποίηση των προγραμμάτων οφείλονται σε έλλειψη χρόνου, κι όχι σε γραφειοκρατικούς, οικονομικούς ή παράγοντες πολιτικής βούλησης; Η υποτιθέμενη εξασφάλιση χρημάτων, πάλι, για τα ταμεία του κράτους από την αύξηση των ωρών εργασίας των υπαλλήλων του αποτελεί προϊόν φαντασίας. Το πιθανότερο είναι να προκληθούν μεγαλύτερες σπατάλες για τις υπηρεσίες του δημοσίου από τις πρόσθετες ώρες εργασίας, λόγω της επιμήκυνσης στον χρόνο λειτουργίας των καλοριφέρ, των κλιματιστικών και των μηχανημάτων που καταναλώνουν ηλεκτρική ενέργεια. Κι αν ο πραγματικός στόχος είναι η μείωση του αριθμού των υπαλλήλων, τότε η υποκριτική επιχειρηματολογία περί «εξυπηρέτησης» των πολιτών προφανώς απογυμνώνεται.

Ο παραλογισμός στον οποίο καλούνται να υποδουλωθούν όλο και περισσότεροι εργασιακοί κλάδοι αποτυπώνεται σε δύο χαρακτηριστικά παραδείγματα εργαζομένων. Πρόκειται για υπαλλήλους που ήδη υπόκεινται σε εξωφρενικά ωράρια. Το ωράριο των τραπεζικών υπαλλήλων έχει επιμηκυνθεί ατύπως κατά δύο έως και τέσσερις ώρες την ημέρα (!), χωρίς να τους αποδίδεται καμία υπερωρία, με αποτέλεσμα να προσέρχονται στην εργασία τους στις 7:45΄ και να αποχωρούν στην καλύτερη περίπτωση στις 17:30΄, ενώ αν κατέχουν θέση ευθύνης σχολούν «αισίως» στις 19:00΄ ή και αργότερα! Οι υπάλληλοι των σουπερμάρκετ, πάλι, στο πλαίσιο της «καλύτερης εξυπηρέτησης» των καταναλωτών, καλούνται να εργαστούν, για παράδειγμα, την παραμονή της πρωτοχρονιάς ως τις 20:00΄, κι από εκεί και πέρα να σχολάσουν γύρω στις 22:00΄, αφού διευθετήσουν τις όποιες εκκρεμότητες. Υπό τις συνθήκες αυτές, ποια οικογενειακή ή ιδιωτική ζωή των εργαζομένων υφίσταται, εφόσον κάθε τους ικμάδα την απομυζά η σχεδόν ολοήμερη εργασία τους; Η «αναγκαιότητα» της παραπάνω απομύζησης φωτίζεται μέσω μίας αναγωγής στο πρόσφατο παρελθόν: όταν πριν από δύο ή τρεις δεκαετίες τα μάρκετ τερμάτιζαν τη λειτουργία τους στις 15:00΄, δεν υπήρχε καταναλωτής να διαμαρτυρηθεί πως δεν πρόλαβε να προμηθευτεί τα απαραίτητα αγαθά για τις πρωτοχρονιάτικες ετοιμασίες του, κι επομένως να παραπονεθεί ότι υποχρεώθηκε σε ένα πρόχειρο και φτωχικό εορταστικό τραπέζι!

Προς τι λοιπόν όλη τούτη η μεθοδευμένη σύνθλιψη των εργαζομένων; Η υποτιθέμενη «εξυπηρέτηση» των καταναλωτών δεν απαιτεί, όπως σημειώθηκε, καμία επιμήκυνση. Άλλωστε, οι καταναλωτές είναι επίσης εργαζόμενοι και δεν διαφαίνεται πρόθεση να μείνει κάποιος εργασιακός κλάδος έξω από την ανωτέρω παράνοια. Οπότε, πώς θα καταστεί δυνατή η «εξυπηρέτηση», τη στιγμή που η διεύρυνση του ωραρίου θα αφορά τους πάντες; Μήπως οι μεθοδεύσεις αποσκοπούν στην αύξηση των θέσεων εργασίας; Μα, ούτε αυτό ισχύει, δεδομένου πως οι μεγάλες σε οικονομικά μεγέθη επιχειρήσεις μπορεί να αύξησαν τις ώρες λειτουργίας τους και, συνακόλουθα, τον αριθμό των υπαλλήλων τους, όμως οδήγησαν σε κατάρρευση τις μικρές οικογενειακές επιχειρήσεις, που δεν άντεξαν να ακολουθήσουν τους ίδιους εξοντωτικούς ρυθμούς. Μήπως, άραγε, ο στόχος είναι η μείωση των τιμών μέσω του ανταγωνισμού; Η απόδειξη της σύστασης καρτέλ που έλεγχαν την αγορά και διατηρούσαν υψηλές τις τιμές αποδεικνύει πως ούτε η συγκεκριμένη λειτουργία ευοδώθηκε. Το πρεσάρισμα των εργαζομένων έχει ωφελήσει μόνο το μεγάλο ιδιωτικό κεφάλαιο, που επιζητεί την περαιτέρω γιγάντωσή του μέσω της εξαθλίωσης των εργαζομένων. Για να συνεχιστεί αυτό, προφανώς χρειάζεται να δυσχερανθούν οι εργασιακές συνθήκες και για τους δημόσιους υπαλλήλους, ώστε να αποτελέσουν μοχλό πίεσης για τους ιδιωτικούς, προς ακόμη μεγαλύτερες εργασιακές υποχωρήσεις και στερήσεις τους. Δεν αποκλείεται, μάλιστα, οι συνθήκες εργασίας των δημόσιων υπαλλήλων να δυσχεραίνονται προκειμένου να επέλθει η μεταβίβαση των υπηρεσιών τους από το κράτος σε ιδιωτικούς φορείς, γεγονός που θα συντελεστεί αποτελεσματικότερα εάν οι υπηρεσίες έχουν να επιδείξουν στους υποψήφιους αγοραστές τους «ελκυστικές» συνθήκες εκμετάλλευσης των εργαζομένων.

Φαίνεται, ωστόσο, πως η σύνθλιψη των εργαζομένων μέσα από την ακύρωση κάθε εργασιακού δικαιώματος εξυπηρετεί πλέον και πολιτικές σκοπιμότητες. Η πρόσδεση των κυβερνήσεων στις ορέξεις του μεγαλοεπιχειρηματικού κύκλου και η ρήξη τους με τα κοινωνικά στρώματα δεν τις αφήνει παρά μόνο ένα ισχυρό εφόδιο επιβίωσης: τη σωματική και ψυχική καταρράκωση των εργαζομένων μέσω ενός εξοντωτικού ωραρίου εργασίας. Ο καταπτοημένος εργαζόμενος χάνει κάθε κουράγιο για να επεξεργαστεί τις εξελίξεις και να τις αμφισβητήσει δυναμικά. Υποταγμένος, αδυνατεί να ελέγξει τις πολιτικές ατασθαλίες, λόγω των προσωπικών του αγωνιών.

Η συγκεκριμένη εργασιακή πραγματικότητα καθιστά το σχόλιο του πρωθυπουργού κ. Γιώργου Παπανδρέου πως οι Έλληνες εργαζόμενοι δεν είναι δυνατόν να λειτουργήσουν με τους όρους της Κίνας ή της Ινδίας (4/2/2011, http://www.primeminister.gov.gr/2011/02/04/4257) τουλάχιστον ατυχές, αν όχι ειρωνικό ή υποκριτικό. Η μείωση των μισθών, η επέκταση του ωραρίου, η υποστολή των εργασιακών δικαιωμάτων προϊδεάζει για την επιθυμία από την πλευρά της κυβέρνησης να μετατραπούν οι εργαζόμενοι σε εργαλεία στοιβαγμένα σε χώρους εργασίας, καθημαγμένα από τις αλλεπάλληλες υποβιβάσεις και φιμωμένα απ’ την ανασφάλεια. Όταν λοιπόν οι ακολουθούμενες πολιτικές επιβραβεύουν τις αντίστοιχες συνθήκες εργασίας, ποιος αντίθετος λόγος θα αρκούσε για να ξορκίσει τα δεινά, χωρίς να φαντάζει εμπαικτικός;

Η υποτιθέμενη «διευκόλυνση» του καταναλωτικού κοινού μέσω της διεύρυνσης των ωραρίων εργασίας αναβιώνει εντέλει έναν εργασιακό μεσαίωνα, ο οποίος καταδικάζει τους εργαζόμενους σε ατελεύτητα κάτεργα. Μπορεί οι λογής απόπειρες ήδη από τις απαρχές του μεσαίωνα για τη δημιουργία του αεικίνητου, δηλαδή της μηχανής που θα λειτουργεί συνεχώς χωρίς ποτέ να σταματά, να μην καρποφόρησαν, όμως ο σύγχρονος εργασιακός μεσαίωνας επιφύλαξε επιτέλους στις κοινωνίες τον εντοπισμό του πραγματικού αεικίνητου, που δεν είναι άλλο από τον σύγχρονο εργαζόμενο. Ένα αεικίνητο που δεν σταματάει ποτέ μέχρι θανάτου, ιδίως αν συνυπολογιστεί πως η διεύρυνση του χρόνου εργασίας του δεν αφορά μόνο την επέκταση του ωραρίου του, μα και την αναβολή της συνταξιοδότησής του. Ένα αεικίνητο που μηχανικά διατηρείται διαρκώς ενεργοποιημένο, και μάλιστα χωρίς μπαταρίες «ντούρασελ»…

 

Γιάννης Στρούμπας