Αρχείο κατηγορίας Oι 5 άρτοι, οι 2 ιχθείς

Oι 5 άρτοι, οι 2 ιχθείς (και ουκ επ’ άρτω μόνω ζήσεται άνθρωπος)

ΑΠΟΚΡΑΤΙΚΟΠΟΙΗΣΕΙΣ I

ΑΠΟΚΡΑΤΙΚΟΠΟΙΗΣΕΙΣ:

Οι κοινωφελείς, οι στρατηγικές και οι μονοπωλιακές κερδοφόρες επιχειρήσεις πρέπει να είναι στην ιδιοκτησία του δημοσίου, ενώ όλες οι υπόλοιπες στους ιδιώτες – στα πλαίσια μίας μικτής, ελεύθερης οικονομίας, με κοινωνικό πρόσωπο.

 

Του Βασίλη Βιλιάρδου*

 

"Δεν πρέπει ποτέ να αφήνει κανείς να συνεχίζεται μία ανωμαλία για να αποφύγει τον πόλεμο, επειδή δεν τον αποφεύγει τελικά, αλλά μόνο αλλάζουν οι συνθήκες προς όφελος των αντιπάλων του" (N. Machiavelli).

Άρθρο

Επειδή τον τελευταίο καιρό γίνονται πολλές συζητήσεις σε σχέση με τις αποκρατικοποιήσεις, ενώ παρουσιάζονται στα προεκλογικά προγράμματα κάποιων κομμάτων, θεωρήσαμε σκόπιμο να επαναφέρουμε μέρος ενός παλαιότερου άρθρου μας (από τις 12. Ιουνίου του 2011), στο οποίο αναλύαμε τότε διεξοδικά το θέμα, με τον τίτλο "Η παγίδα των ιδιωτικοποιήσεων".

Με την ευρωπαϊκή τραγωδία να εκτυλίσσεται, με το κίνημα της δραχμής να παίρνει συνεχώς μεγαλύτερες διαστάσεις, με την πατρίδα μας να είναι ενώπια ενωπίω, με τον αρμαγεδδώνα προ των πυλών και με όλους μας σε εμπόλεμη ζώνη, το θέμα των ιδιωτικοποιήσεων είναι περισσότερο επίκαιρο από ποτέ – πόσο μάλλον όταν το πρόβλημα της πάμπλουτης, πολλαπλά προικισμένης Ελλάδας, τόσο στον ιδιωτικό, όσο και στο δημόσιο τομέα της, δεν είναι άλλο από την έλλειψη ρευστότητας.  

Η έλλειψη (παγίδα) ρευστότητας, η οποία χαρακτηρίζει το δημόσιο (τα ακίνητα αξίας άνω των 300 δις €, οι επιχειρήσεις του δημοσίου και ο υπόγειος πλούτος είναι αδύνατον να χρησιμοποιηθούν παραγωγικά σήμερα – πόσο μάλλον να ρευστοποιηθούν), καθώς επίσης τον ιδιωτικό τομέα (απαξιωμένες, ζημιογόνες επιχειρήσεις λόγω ύφεσης, επιβαρυμένα με συνεχείς φόρους ακίνητα κλπ.), σκόπιμη ενδεχομένως, με στόχο τη λεηλασία, απειλεί κράτος και ιδιώτες με την απόλυτη καταστροφή – γεγονός που οφείλει να λυθεί άμεσα, εάν δεν θέλουμε να οδηγηθούμε χωρίς ουσιαστικό λόγο στο ικρίωμα.

Ειδικά όσον αφορά τώρα το θέμα των αποκρατικοποιήσεων, το οποίο απασχολεί όσο ίσως κανένα άλλο τη μερκαντιλίστρια καγκελάριο και  τα παιδιά του Σικάγου, τα άρθρο μας από τον Ιούνιο του 2011 έλεγε τα εξής:   

Η ΕΘΝΙΚΗ ΠΛΕΥΡΑ ΤΩΝ ΙΔΙΩΤΙΚΟΠΟΙΗΣΕΩΝ

"Στόχος οφείλει να είναι η απόλυτα ισορροπημένη σχέση μεταξύ του δημοσίου και του ιδιωτικού τομέα μίας χώρας, έτσι ώστε να προστατεύεται η αυτονομία του κράτους για την ασφάλεια των Πολιτών του – οι οποίοι το εμπιστεύθηκαν, αναθέτοντας τη δημόσια διοίκηση στους Θεσμούς του. Η εθνική κυριαρχία ενός κράτους, όπως συνήθως αποκαλείται η πλήρης αυτονομία του, είναι δυνατόν να καταλυθεί από αρνητικές εξελίξεις στο εσωτερικό του, ιδίως δε στην οικονομία του – χωρίς να είναι απαραίτητη η στρατιωτική εισβολή στην «επικράτεια» του".

Το παραπάνω κείμενο, ελαφρά διαμορφωμένο, προέρχεται από έναν πολύ γνωστό Γερμανό νομικό, ο οποίος είναι ταυτόχρονα μέλος του συνταγματικού δικαστηρίου της χώρας του. Ο καθηγητής συμπληρώνει έμμεσα ότι, η Γερμανία είναι πλέον αντιμέτωπη με ένα τεράστιο πρόβλημα, έχοντας εκποιήσει το μεγαλύτερο μέρος της δημόσιας περιουσίας της – γεγονός που ήδη πληρώνουν ακριβά οι Πολίτες της, μέσω της αυξημένης φορολόγησης τους, καθώς επίσης της συνεχούς μείωσης της κοινωνικής πρόνοιας, σε συνδυασμό με τη σταδιακή υποβάθμιση των υπηρεσιών στην Παιδεία, στην Υγεία και αλλού.

Από τις διαπιστώσεις αυτές συμπεραίνουμε ότι, η λειτουργία των επιχειρήσεων με αποκλειστικό στόχο το κέρδος, η οποία είναι χωρίς καμία αμφιβολία «θεμιτή» για τον ιδιωτικό τομέα, δεν μπορεί να θεωρηθεί κατάλληλη για εκείνους τους τομείς, οι οποίοι αφορούν το σύνολο μίας κοινωνίας – για τους κοινωφελείς. Οι «περιοχές» αυτές οφείλουν να λειτουργούν από το Δημόσιο μίας χώρας, με στόχο τη φροντίδα των Πολιτών της και όχι το κέρδος.

Η σημερινή εξέλιξη λοιπόν, η απαίτηση δηλαδή της ιδιωτικοποίησης όλων των κλάδων της οικονομίας μίας χώρας, στην οποία συνηγορούν τόσο η ΕΕ, όσο και οι τρεις βασικοί διεθνείς οργανισμοί (ΔΝΤ, Παγκόσμια Τράπεζα, Παγκόσμιος Οργανισμός Εμπορίου), είναι σε πλήρη αντίθεση με τα συμφέροντα της πλειοψηφίας των Πολιτών.

Ειδικότερα, εάν το κράτος «αποσυρθεί» τόσο από την ιδιοκτησία, όσο και από τη διαχείριση των κοινωφελών επιχειρήσεων, χάνει μεταξύ άλλων τη δυνατότητα του να ασκεί Πολιτική. Δηλαδή, δεν είναι πλέον η δημοκρατικά εκλεγμένη κυβέρνηση αυτή η οποία δίνει τις κατευθύνσεις, διαμορφώνει και αναπτύσσει την κοινωνία, αλλά οι ιδιώτες – οι οποίοι ουσιαστικά διοικούν απολυταρχικά, χωρίς να λογοδοτούν στους Πολίτες, με αποκλειστικό στόχο το κέρδος.

Σαν έμμεσο επακόλουθο των ιδιωτικοποιήσεων, το κράτος αδυνατεί πλέον να επιβάλλει μία δίκαιη αναδιανομή των εισοδημάτων και να κατευθύνει την Οικονομία επειδή, μεταξύ άλλων, δεν μπορεί να τοποθετήσει τις εταιρείες του ή τη Ζήτηση των απασχολουμένων του «στη ζυγαριά» – εκτός του ότι γίνεται ταυτόχρονα «εκβιάσιμο», εκ μέρους του Καρτέλ.

Για παράδειγμα, θα μπορούσαν οι ιδιώτες στον τομέα της ενέργειας, να διατηρήσουν χαμηλή τεχνητά την προσφορά (όπως συνέβη στην Καλιφόρνια), έτσι ώστε να αυξήσουν τις τιμές – με δυσμενέστατα αποτελέσματα τόσο για το δημόσιο, όσο και για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις ή τα νοικοκυριά. Το ίδιο θα μπορούσε να συμβεί με την ύδρευση, με τα λιμάνια, με τις δημόσιες συγκοινωνίες και με τις επικοινωνίες. Στην περίπτωση αυτή, είναι προφανώς αδύνατον να μιλάει κανείς για «αυτονομία» του κράτους – πόσο μάλλον για εθνική κυριαρχία, ειδικά όταν οι ιδιώτες-επιχειρηματίες είναι ξένες πολυεθνικές.

Ένα δεύτερο, γνωστό σε όλους μας παράδειγμα, είναι οι ιδιωτικές αμερικανικές εταιρείες αξιολόγησης – οι τρεις πανίσχυρες «αδελφές». Εάν οποιοδήποτε κράτος, συμπεριλαμβανομένων των Η.Π.Α., της Γαλλίας και της Γερμανίας, αρνηθεί να ακολουθήσει τις εντολές τους, έρχεται αντιμέτωπο με την υποτίμηση της πιστοληπτικής του ικανότητας – η οποία επιβαρύνει με  δισεκατομμύρια επί πλέον τόκους τον προϋπολογισμό του.  

Συμπερασματικά λοιπόν, από την πλευρά του εκάστοτε Συντάγματος θα έπρεπε να μην επιτρέπεται οτιδήποτε μπορεί να αμφισβητήσει την αυτοδυναμία, την εθνική κυριαρχία καλύτερα ενός κράτους, από όπου και αν αυτό προέρχεται. Επομένως, οφείλει να απαγορεύεται συνταγματικά η ιδιωτικοποίηση των κοινωφελών επιχειρήσεων, η οποία ουσιαστικά ισοδυναμεί με την εκχώρηση της αυτονομίας του κράτους στους ιδιώτες – με την αποκρατικοποίηση της εξουσίας και με την κατάλυση της Δημοκρατίας. 

Η ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΠΛΕΥΡΑ ΤΩΝ ΙΔΙΩΤΙΚΟΠΟΙΗΣΕΩΝ

Ο ορισμός «ιδιωτικοποίηση» υιοθετήθηκε ουσιαστικά μετά τις βρετανικές εκλογές του 1979 και την εκλογή της M.Thatcher – η οποία έθεσε σε λειτουργία ένα ευρύτατο πρόγραμμα «εκποίησης» των δημοσίων επιχειρήσεων της χώρας της, «κατατροπώνοντας» τα εργατικά συνδικάτα.

Παρά το ότι όμως τα αποτελέσματα των ενεργειών της Βρετανίδας πρωθυπουργού οδήγησαν αρχικά την οικονομία της χώρας της σε μεγάλη ανάπτυξη, η μετέπειτα υπερχρέωση της (το συνολικό χρέος της Μ. Βρετανίας σήμερα, δημόσιο και ιδιωτικό, υπερβαίνει το 500% του ΑΕΠ της) απέδειξε ότι, οι ιδιωτικοποιήσεις δεν είναι συνώνυμες με τη μακροπρόθεσμη ευημερία. Οι αποκρατικοποιήσεις τώρα, με την ευρύτερη έννοια τους, διαχωρίζονται στους εξής υποτομείς:    

(α)  Υλική ιδιωτικοποίηση: Αφορά την εκχώρηση των συμμετοχών του κράτους σε επιχειρήσεις, οι οποίες είναι ουσιαστικά δημόσιες (ΔΕΗ, ΕΥΔΑΠ κλπ.). Εάν το κράτος πουλήσει το σύνολο των εταιρικών μεριδίων του, το 100% δηλαδή, τότε αναφερόμαστε σε μία πραγματική ιδιωτικοποίηση ή σε μία ιδιωτικοποίηση με τη στενή έννοια του όρου. Στην περίπτωση αυτή είναι εμφανές ότι δεν αναφερόμαστε στην αξιοποίηση της δημόσιας περιουσίας, αλλά στην εκποίηση της.

(β) Φιλελευθεροποίηση: Εδώ εννοούμε «αναδιαρθρώσεις» και ευρύτερες αλλαγές στους τομείς των έργων υποδομής. Η αποκλειστική χρήση εκ μέρους του δημοσίου των μονοπωλιακών υποδομών, των δικτύων καλύτερα (τραίνα, ύδρευση, τηλεπικοινωνίες, ηλεκτρισμός), εκχωρείται και στους ιδιώτες – οι οποίοι ανταγωνίζονται τις, επίσης από το δημόσιο παρεχόμενες, υπηρεσίες, χωρίς να τους ανήκουν τα δίκτυα. Πρόκειται λοιπόν για την αξιοποίηση της δημόσιας περιουσίας από τους ιδιώτες, χωρίς να απαιτείται η εκποίηση της.

(γ) Οργανωτική ιδιωτικοποίηση: Έτσι ορίζονται όλες εκείνες οι στρατηγικές, οι οποίες υιοθετούνται για την αύξηση της παραγωγικότητας, καθώς επίσης για τη μείωση του κόστους των δημοσίων επιχειρήσεων – οι οποίες διευθύνονται από το δημόσιο, αλλά με ιδιωτικοοικονομικά πλέον κριτήρια. Η οργανωτική αυτή αλλαγή, η οποία θεωρείται ως ο ιδανικός τρόπος «ιδιωτικοποίησης», μπορεί να επιτευχθεί, χωρίς να απαιτηθεί η ενοικίαση των δικτύων, η χρήση τους από ιδιώτες ή η πώληση των κρατικών επιχειρήσεων. Εδώ αναφερόμαστε προφανώς στην αξιοποίηση της δημόσιας περιουσίας, από το ίδιο το Δημόσιο.  

Οι υπερασπιστές των ιδιωτικοποιήσεων

Συνεχίζοντας, η «ορθότητα» της πολιτικής των ιδιωτικοποιήσεων τεκμηριώνεται εκ μέρους των υπερασπιστών της από την πεποίθηση τους ότι, το μερίδιο του δημοσίου οφείλει να περιορίζεται, προς όφελος του ιδιωτικού τομέα, επειδή ο τελευταίος (ιδιώτες) είναι πιο αποτελεσματικός. Σύμφωνα με πολλούς από αυτούς, η ιδιωτικοποίηση μπορεί τότε μόνο να είναι επιτυχημένη, όταν το κράτος ορίζει τους κανόνες, επιβλέπει την πιστή εφαρμογή τους και εγγυάται τον ανταγωνισμό.

Από την πλευρά αυτή, θεωρείται μάλλον αδιανόητη η αντικατάσταση των κρατικών μονοπωλίων από ιδιωτικά μονοπώλια τα οποία, μεταξύ άλλων, έχουν μοναδικό σκοπό το κέρδος. Επομένως, το κράτος πρέπει να φροντίζει για τη διατήρηση ενός λειτουργικού ανταγωνισμού μεταξύ των επιχειρήσεων, τις οποίες «εκχωρεί» σε ιδιώτες.

Εάν όμως το κράτος ιδιωτικοποιεί τις επιχειρήσεις επειδή δεν έχει την ικανότητα να τις διαχειριστεί σωστά, τότε πως είναι δυνατόν να δεχθούμε ότι μπορεί να τις ελέγχει; Από την άλλη πλευρά, ιδίως όσον αφορά τις μεγάλες επιχειρήσεις (ΔΕΗ, ΟΤΕ κλπ.), δεν είναι αυτονόητο το ότι μπορούν να εξαγοραστούν, λόγω κόστους, κεφαλαιακών και λοιπών αναγκών, μόνο από τις υπερμεγέθεις πολυεθνικές, οι οποίες συνήθως δημιουργούν ολιγοπώλια; Αυτό δεν έχει αποδειχθεί στη Γερμανία, στη Μ. Βρετανία, στις Η.Π.Α. και αλλού;

Οι αντίπαλοι των ιδιωτικοποιήσεων

Οι αντίπαλοι τώρα των ιδιωτικοποιήσεων (Attac κλπ.), έχουν την πάγια άποψη ότι, δεν πρέπει να εμπιστευόμαστε τους τομείς της «δημόσιας φροντίδας» (Παιδεία, Υγεία, Συγκοινωνίες, Λιμάνια, Ενέργεια και Ύδρευση) στον ιδιωτικό τομέα, επειδή εξυπηρετούν ανάγκες, οι οποίες ευρίσκονται σε αντίθεση με τους κανόνες λειτουργίας της ελεύθερης αγοράς – οπότε δεν μπορούν να διαχειρίζονται με κριτήρια απόδοσης, αλλά ούτε και να αξιολογούνται με γνώμονα το κέρδος.

Για παράδειγμα, εάν οι ζημιογόνες συγκοινωνίες της Ελλάδας πωλούνταν σε ιδιώτες, η πρώτη ενέργεια των νέων ιδιοκτητών τους θα ήταν η αύξηση των εισιτηρίων, αδιαφορώντας για το «κοινωνικό κόστος», έτσι ώστε να εξασφαλισθεί η κερδοφορία τους – ενώ ενδεχομένως θα απαιτούσαν ταυτόχρονα την κρατική επιδότηση τους (οπότε θα συνέχιζαν να επιβαρύνουν τον προϋπολογισμό, αλλά με διαφορετικό τρόπο, μη αντιληπτό από τους Πολίτες).     

Οι εμπειρίες των ιδιωτικοποιήσεων

Περαιτέρω, οι μέχρι σήμερα εμπειρίες από την ιδιωτικοποίηση των κοινωφελών επιχειρήσεων, έχουν αποδείξει ότι, αφενός μεν το Δημόσιο συνεχίζει να υπερχρεώνεται (Η.Π.Α., Μ. Βρετανία, Γερμανία κλπ.), αφετέρου οι υπηρεσίες των ιδιωτών γίνονται πολύ πιο ακριβές, ενώ καταλύεται σταδιακά το κοινωνικό κράτος – μέχρι εκείνη τη στιγμή που ολοκληρώνεται η αποκρατικοποίηση της εξουσίας, εκ μέρους των πολυεθνικών και των διεθνών τοκογλύφων.

Εκτός αυτού τόσο στη Γερμανία (η οποία προσπαθεί πια να επανακρατικοποιήσει επιχειρήσεις ηλεκτρικής ενέργειας), όσο στην Αυστρία ή στη Μ. Βρετανία, η οποία ιδιωτικοποίησε τα πάντα, οι εμπειρίες δεν είναι οι καλύτερες (στην υπερχρεωμένη Ιαπωνία επίσης, ειδικά μετά την καταστροφή της Fukushima, την  οποία προκάλεσε η ιδιωτική Tepco). 

Ειδικότερα, η ιδιωτικοποίηση των βρετανικών σιδηροδρόμων αφενός μεν είχε σαν αποτέλεσμα να πληρώνει πολύ περισσότερα ο Βρετανός φορολογούμενος, αφετέρου οδήγησε σε βαριά ατυχήματα και εκτροχιασμούς τραίνων, επειδή οι ενέργειες συντήρησης του δικτύου ήταν ελλιπείς, για λόγους κόστους και απόδοσης (το ίδιο ουσιαστικά έγινε και στην Ιαπωνία). Έτσι λοιπόν, η Μ. Βρετανία αναγκάσθηκε να αγοράσει ξανά το δίκτυο από τους ιδιώτες – γεγονός που σε τελική ανάλυση της κόστισε πολλαπλάσια.

Κλείνοντας, η άμεση Δημοκρατία της Ελβετίας έχει αποφύγει εντελώς αυτές τις παγίδες, επειδή αφενός μεν δεν έχει ιδιωτικοποιήσει καμία δημόσια επιχείρηση της, αφετέρου έχει επιλέξει την αναδιοργάνωση τους με ιδιωτικοοικονομικά κριτήρια («οργανωτική ιδιωτικοποίηση») – εμπιστευόμενη τη διαχείριση και την ιδιοκτησία τους στα καντόνια και στις κοινότητες της, στους Πολίτες της. 

Το γεγονός αυτό τεκμηριώνει πως δεν είναι «αξιωματικά» ανίκανος, δεν είναι εκ φύσεως δηλαδή ανεπαρκής ο εκάστοτε κρατικός μηχανισμός. Ανίκανες και ανεπαρκείς μπορεί να είναι κάποιες κυβερνήσεις, οι οποίες στελεχώνονται με διεφθαρμένους πολιτικούς – οι οποίοι δεν διαθέτουν τις απαιτούμενες δεξιότητες. Σε καμία περίπτωση λοιπόν η Πολιτική εν γένει, η οποία είναι η μοναδική προστασία μας απέναντι στην οικονομική εξουσία. Τέλος, με κριτήριο την Ελβετία συμπεραίνεται ότι, η Άμεση Δημοκρατία δεν ταιριάζει με τις αποκρατικοποιήσεις, οι οποίες ουσιαστικά εμποδίζουν την επικράτηση της.          

ΤΟ ΜΕΣΟΠΡΟΘΕΣΜΟ ΕΓΚΛΗΜΑ

Η εκλεγμένη κυβέρνηση μας (ουσιαστικά μη παρεξηγήσιμη αφού θέλει αλλά δεν μπορεί, επιλέγοντας από ανάγκη την πιστή υποταγή της στις εντολές της σκιώδους), στα πλαίσια των ενεργειών εκφοβισμού των Ελλήνων, έδωσε στη δημοσιότητα έναν πενταετή προϋπολογισμό, τον οποίο «βάφτισε» κατά τα marketing-πρότυπα των Η.Π.Α., «μεσοπρόθεσμο σχέδιο».

Ο προϋπολογισμός αυτός έχει, για πρώτη φορά σε παγκόσμια κλίμακα, τρεις διαφορετικές «εκδοχές»: (α) χωρίς παρεμβάσεις, (β) με παρεμβάσεις, (γ) με παρεμβάσεις και αποκρατικοποιήσεις (όπου με την ειδική λέξη «παρεμβάσεις» υπονοούνται τα νέα φοροεισπρακτικά και λοιπά μέτρα)  

Χωρίς να αναλωθούμε σε λεπτομέρειες, αφού ο προϋπολογισμός είναι στο σύνολο του φανερά «εκφοβιστικής κατεύθυνσης», με στόχο το ξεπούλημα της δημόσιας περιουσίας σε εξευτελιστικές τιμές, καθώς επίσης τη λεηλασία της ιδιωτικής περιουσίας των Ελλήνων, θα αναφερθούμε στα μεγέθη του «χωρίς παρεμβάσεις» – στο «σενάριο βάσης» δηλαδή, όπως ορίζεται χαριτωμένα από τους συνδίκους του διαβόλου (Πίνακας Ι). 

ΠΙΝΑΚΑΣ Ι: Βασικά μεγέθη του προϋπολογισμού, χωρίς παρεμβάσεις, σε δις €

Μεγέθη

2011

2012

2013

2014

2015

 

 

 

 

 

 

Έσοδα

55.501

54.591

54.814

54.397

54.859

Πρωτογενείς δαπ.

53.468

52.375

53.493

52.660

53.053

Τόκοι

16.002

16.900

20.500

24.400

28.000

Σύνολο δαπανών

81.389

81.277

86.483

88.423

92.956

Έλλειμμα Γ.Κ.

-23.552

-27.499

-30.909

-33.595

-36.183

Έλλειμμα / ΑΕΠ

-10,4%

-12,0%

-13,1%

-13,8%

-14,4%

ΑΕΠ*

225.400

228.400

235.500

242.900

251.900

Χρέος ΓΚ

364.105

399.253

432.378

465.614

501.078

Χρέος / ΑΕΠ

160,6%

174,8%

183,6%

191,7%

198,9%

 

 

 

 

 

 

Μισθοί, συντάξεις**

22.018

21,585

21.622

21.673

21.729

Σημείωση: Τα έσοδα καλύπτουν πλήρως τις πρωτογενείς δαπάνες, αυτές δηλαδή χωρίς τους τόκους. Επομένως τόσο οι μισθοί, όσο και οι συντάξεις, δεν πληρώνονται από το δανεισμό μας.

* ΑΕΠ 2009: 235.017  ΑΕΠ 2010: 230.173. ** Συμπεριλαμβάνονται στις πρωτογενείς δαπάνες. Πηγή: Μεσοπρόθεσμο από 10.06.2011

Όπως συμπεραίνουμε από τον Πίνακα Ι, τα έσοδα θα μειωθούν ελαφρά σε σχέση με το 2011, παρά την άνοδο του ΑΕΠ (!) – για λόγους που είναι δύσκολο να μην θεωρηθούν «γκεμπελικοί». Εάν όμως στα 225 δις € ΑΕΠ τα έσοδα είναι 55,5 δις €, ήτοι 24,66%, τότε αναρωτιέται κανείς γιατί το 2015 θα μειωθούν στο 21,8%; Εάν απλά παραμείνουν ποσοστιαία ως έχουν (χωρίς νέα υφεσιακά μέτρα κλπ.), δεν θα ανέλθουν στα 62 δις €, αντί 54,8 δις που αναφέρει ο προϋπολογισμός; Αυτό δεν θα περιόριζε αυτόματα τόσο τα ελλείμματα, όσο και το χρέος;

Περαιτέρω, εάν δεν ληφθούν νέα μέτρα, καθώς επίσης εάν δεν ξεπουληθούν οι κερδοφόρες δημόσιες επιχειρήσεις, δεν θα είναι μεγαλύτερη η αύξηση του ΑΕΠ και των εσόδων (μερίσματα κλπ.); Γιατί λοιπόν το ΑΕΠ στο «μεσοπρόθεσμο», με ή χωρίς «παρεμβάσεις», παραμένει στο ίδιο ύψος; Δεν είναι απλούστατα ντροπή να υποτιμούν οι εισβολείς σε τέτοιο βαθμό τη νοημοσύνη μας; Τέλος, είναι δυνατόν ποτέ να επιβιώσει ένα κράτος πληρώνοντας το 50% των εσόδων του για τόκους, σε τοκογλύφους που δεν θέλουν να περιορίσουν τα κέρδη τους (επιτόκια), αλλά προτιμούν να το λεηλατήσουν;

ΟΙ ΙΔΙΩΤΙΚΟΠΟΙΗΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ

Ανεξάρτητα τώρα από τις παραπάνω «εκτροπές» του προϋπολογισμού, οι οποίες είναι κάτι περισσότερο από εκνευριστικές, όσον αφορά τη βασική «σύλληψη» τους, εμείς οφείλουμε να αναλύσουμε οικονομικά, εάν πράγματι η Ελλάδα είναι υποχρεωμένη να εκποιήσει τις δημόσιες επιχειρήσεις της, για να καλύψει τα χρέη της – εάν δηλαδή κάτι τέτοιο θα ήταν πρακτικά ωφέλιμο, παρά το ότι θα ήταν απολύτως αρνητικό για την εθνική μας κυριαρχία, για τη Δημοκρατία, καθώς επίσης για το κοινωνικό κράτος.  

Καταρχάς λοιπόν, είναι δεδομένο ότι η Ελλάδα είναι εγκλωβισμένη σε μία βαθιά ύφεση – αφενός μεν λόγω της ελλειμματικής διαχείρισης της κρίσης χρέους από τις προηγούμενες κυβερνήσεις της, αφετέρου ένεκα της καταστροφικής πρόκλησης-διαχείρισης της κρίσης δανεισμού, εκ μέρους της παρούσας (άρθρο μας). Τα δραστικά μέτρα λιτότητας δε (μειώσεις δαπανών και μισθών), καθώς επίσης οι υπερβολικές αυξήσεις της φορολογίας, περιορίζουν ακόμη περισσότερο το ΑΕΠ μας – γεγονός που δυσχεραίνει επί πλέον τις προσπάθειες μείωσης των ελλειμμάτων του προϋπολογισμού και την αποτελεσματική εξυγίανση της οικονομίας μας.  

Στα πλαίσια αυτά η «Τρόικα», οι δυτικές δυνάμεις δηλαδή, οι τοκογλύφοι και το ΔΝΤ, θέλουν να μας υποχρεώσουν να εκποιήσουμε τη δημόσια περιουσία μας, υπαγορεύοντας στην κυβέρνηση μας ένα ευρύτατο πρόγραμμα ιδιωτικοποιήσεων, το οποίο συμπεριλαμβάνει όλες τις κερδοφόρες, κοινωφελείς και μη επιχειρήσεις, καθώς επίσης τεράστιες εκτάσεις γης, άδειες εκμετάλλευσης κερδοφόρων υπηρεσιών, δικαιώματα στο υπέδαφος και πολλά άλλα – έναν κυριολεκτικά τρομακτικό «πίνακα ξεπουλήματος», ο οποίος συνοδεύει το «μεσοπρόθεσμο υποτέλειας και κατοχής» που κατέθεσε η κυβέρνηση. Παράλληλα, επιθυμούν να εγκατασταθούν επίσημα στη χώρα μας, όπως ακριβώς συνέβη στην Τουρκία (1875-1927, 2001 και εντεύθεν), έτσι ώστε να εισπράττουν τα έσοδα από τους φόρους, την ανάπτυξη και τις ιδιωτικοποιήσεις.     

Θεωρητικά τώρα, με την περιουσία του Δημοσίου να υπολογίζεται στα 300-400 δις €, θα μπορούσε να καλυφθεί το δημόσιο χρέος μας, ύψους περίπου 360 δις €, στο μεγαλύτερο μέρος του. Φυσικά το χρέος μίας χώρας μπορεί να αντιπαρατεθεί με τα περιουσιακά στοιχεία της, σε έναν κρατικό Ισολογισμό, όπως έχουμε αναφέρει σε πολλά άρθρα μας – ενώ η αξία των συγκεκριμένων περιουσιακών στοιχείων εξαρτάται ουσιαστικά από την απόδοση τους, από την αξιοποίηση και την κερδοφορία τους δηλαδή (κάτι που έχει «αμεληθεί» εγκληματικά από όλες τις μέχρι σήμερα κυβερνήσεις μας, οδηγώντας στην απαξίωση ένα μεγάλο μέρος τους).

Όταν όμως πουλάει κανείς περιουσιακά στοιχεία, περιορίζει μεν τα χρέη του στο παρόν, αλλά ταυτόχρονα μειώνει τα έσοδα του στο μέλλον – όπως ακριβώς συμβαίνει και με τις επιχειρήσεις. Για παράδειγμα, εάν η Ελλάδα πουλήσει τη ΔΕΗ, θα εισπράξει σήμερα ένα ποσόν της τάξης των 1,2 δις € (συμμετοχή του δημοσίου κατά 51,5%), αλλά θα χάνει μερίσματα ύψους περί τα 260 εκ. € ετήσια – ενώ η πολυεθνική που θα την εξαγοράσει, θα πληρώνει αφενός μεν λιγότερους φόρους (δια της γνωστής μεθόδου της φοροαποφυγής), αφετέρου θα μειώσει το προσωπικό, επιβαρύνοντας τα δημόσια ταμεία τουλάχιστον με 50-100 εκ. € ετήσια (επιδόματα ανεργίας κλπ.).

Επομένως, παρά το ότι μειώνεται προς στιγμήν το δημόσιο χρέος, επιβαρύνεται στο άμεσο μέλλον ο προϋπολογισμός, τα ελλείμματα του οποίου «εκβάλλουν» ξανά στο χρέος – στην περίπτωση της ΔΕΗ τουλάχιστον με 400 εκ. ετησίως. Από το γεγονός αυτό συμπεραίνεται ότι, τα όποια οφέλη της ιδιωτικοποίησης της θα είναι βραχυπρόθεσμα – ενώ για όλους τους Έλληνες θα σημάνει επί πλέον, σημαντική αύξηση των τιμών ενέργειας (θα διπλασιάζονταν σύντομα, όπως συμβαίνει στη Μ. Βρετανία, στη Γερμανία και αλλού), οπότε μείωση των πραγματικών εισοδημάτων τους.

Ταυτόχρονα, οι Πολίτες θα αναγκάζονταν να επιβαρυνθούν στο μέλλον με υψηλότερους φόρους, έτσι ώστε να καλύψουν τα εκλιπόντα έσοδα της ΔΕΗ -παράλληλα με την αδυναμία «εθνικής» ανάπτυξης της οικονομίας, λόγω έλλειψης δικών μας εταιρειών (κάτι που θα επιδείνωνε αναμφίβολα το δείκτη χρέους προς ΑΕΠ).

Το γεγονός αυτό είναι γνωστό στους επενδυτές (αγορές), οι οποίοι βέβαια το λαμβάνουν σοβαρά υπόψη – αξιολογώντας δυσμενέστερα την πιστοληπτική ικανότητα εκείνης της χώρας, η οποία εκποιεί τις δημόσιες επιχειρήσεις της (πόσο μάλλον σε περιόδους ύφεσης και απαξίωσης του χρηματιστηρίου).

Οι αγορές λοιπόν θα μας εμπιστεύονταν και θα μας δάνειζαν μόνο εάν θα συνεχίζαμε να έχουμε περιουσία – αρκεί βέβαια να τη διαχειριζόμαστε σωστά και κερδοφόρα, έτσι ώστε να αυξάνεται η «χρηματιστηριακή» της αξία. Αντίθετα, εάν τελικά εκποιήσουμε τη δημόσια περιουσία μας, ειδικά στις σημερινές εξευτελιστικές τιμές (το 30% του ΟΤΕ πουλήθηκε περί τα 4 δις € πριν από μερικά έτη, ενώ το 10% μόλις για 400 εκ. σήμερα), δύσκολα θα δανειοδοτηθούμε από τις αγορές – παραμένοντας για μεγάλο χρονικό διάστημα στον «ορό του ΔΝΤ».      

Ολοκληρώνοντας, παρά το ότι αναμφίβολα οι ιδιωτικοποιήσεις των δημοσίων επιχειρήσεων μειώνουν την πολιτική διαφθορά και το πελατειακό κράτος, οι αρνητικές επιπτώσεις τους στην Οικονομία (μακροπρόθεσμα) είναι τεράστιες. Πρόκειται για έμμεσες φορολογικές επιβαρύνσεις, οι οποίες προκαλούν την υποτίμηση της πιστοληπτικής αξιολόγησης των κρατών, ακόμη μεγαλύτερες υφέσεις, καθώς επίσης την απόλυτη εξαθλίωση της μεγαλύτερης μερίδας των εργαζομένων.

ΕΠΙΛΟΓΟΣ

Κατά την υποκειμενική μας άποψη, η Ελλάδα δεν έχει απολύτως κανένα λόγο σήμερα να ιδιωτικοποιήσει τη δημόσια περιουσία της – ούτε εθνικό, ούτε οικονομικό, ούτε στρατηγικό, ούτε απλά «βιοποριστικό». Μία ενδεχόμενη αποκρατικοποίηση, σύμφωνα με το «μεσοπρόθεσμο πρόγραμμα» που κατατέθηκε, αφενός μεν δεν θα χρησίμευε καθόλου στη χώρα μας, αφετέρου θα προκαλούσε ακριβώς το αντίθετο – την ελεγχόμενη χρεοκοπία της, καθώς επίσης την «υποδούλωση» μίας λεηλατημένης πλέον και εξαθλιωμένης χώρας, η οποία θα προσφερόταν ως θυσία στους «Βασιλείς» των αγορών.

Χωρίς φυσικά να είμαστε απόλυτοι, εάν δεν διώξουμε άμεσα τους εισβολείς, παρά τα τεράστια προβλήματα που θα αντιμετωπίσουμε στη συνέχεια (η χρεοκοπία, σε συνδυασμό με την απομόνωση, θα ήταν εξαιρετικά οδυνηρές εμπειρίες), δεν πρόκειται να αποφύγουμε το μοιραίο – τη «λογική» δηλαδή της «στυμμένης λεμονόκουπας».  

Αντίθετα μάλιστα, εάν αναλάβουμε όλοι μαζί το ρίσκο, παραμένοντας φυσικά στη ζώνη του Ευρώ, αλλά χωρίς να εγκαταλείψουμε το μέλλον της πλούσιας, πολλαπλά προικισμένης χώρας μας στα χέρια μίας κυβέρνησης που μάλλον «θέλει, αλλά δεν μπορεί», έχουμε κάποιες αμυδρές ελπίδες ελεύθερης επιβίωσης – έστω και με χαμηλότερο βιοτικό επίπεδο, για κάποια χρόνια.

Άλλωστε, "δεν πρέπει ποτέ να αφήνει κανείς να συνεχίζεται μία ανωμαλία για να αποφύγει τον πόλεμο, επειδή δεν τον αποφεύγει τελικά, αλλά μόνο αλλάζουν οι συνθήκες προς όφελος των αντιπάλων του" (N. Machiavelli).

 

* Βασίλης Βιλιάρδος  (copyright), Αθήνα, 12. Ιουνίου 2012, viliardos@kbanalysis.com. Ο κ. Β. Βιλιάρδος είναι συγγραφέας, οικονομολόγος, πτυχιούχος της ΑΣΟΕΕ Αθηνών, με μεταπτυχιακές σπουδές στο Πανεπιστήμιο του Αμβούργου. Έχει εκδώσει πρόσφατα τρία βιβλία της σειράς «Η κρίση των κρίσεων» (διάθεση με παραγγελία στο kb@kbanalysis.com).

 

ΠΗΓΗ: http://www.casss.gr/PressCenter/Articles/2618.aspx

ΕΥΡΩ, ΔΡΑΧΜΗ ΚΑΙ ΣΥΜΒΑΣΗ ΥΠΟΤΕΛΕΙΑΣ

ΕΥΡΩ, ΔΡΑΧΜΗ ΚΑΙ ΣΥΜΒΑΣΗ ΥΠΟΤΕΛΕΙΑΣ:

Όσοι τάσσονται καλοπροαίρετα υπέρ της δραχμής δεν μπορούν να κατανοήσουν ότι, για να εισάγουμε στο μέλλον οτιδήποτε, θα έπρεπε προηγουμένως να αγοράζουμε δολάρια ή ευρώ – σε μία ισοτιμία, η οποία δεν θα καθοριζόταν από εμάς.

 

Του Βασίλη Βιλιάρδου*

 

"Η Γερμανία κάνει πάρα πολλά λάθη, τα οποία έχουμε αναλύσει αρκετές φορές στο παρελθόν – εκτός του ότι, ο κεντρικός στόχος της είναι η κυριαρχία της Ευρώπης. Εν τούτοις, η επιμονή της σε εκείνο το σημείο του συμφώνου δημοσιονομικής πειθαρχίας, το οποίο θα απαγορεύει στις κυβερνήσεις να δαπανούν περισσότερα από όσα εισπράττουν, είναι πάρα πολύ σωστή – πόσο μάλλον όταν η εθνική κυριαρχία, η ελευθερία και η ανεξαρτησία μίας χώρας κινδυνεύει και απειλείται τα μέγιστα, από τα χρέη, τους τοκογλύφους και τους μπράβους τους, όπως το ΔΝΤ".

Ακολουθούν ορισμένα μικρά, ανεξάρτητα μεταξύ τους κείμενα, τα οποία αναφέρονται σε διάφορα θέματα που απασχολούν πολλούς από εμάς.

Κείμενα

 Έχουμε την άποψη ότι, όλες οι συζητήσεις, οι οποίες δυστυχώς συνεχίζονται, περί ευρώ ή δραχμής, πρέπει να σταματήσουν αμέσως – αφού δεν είναι απλά ανόητες, αλλά εντελώς αντίθετες με τα συμφέροντα της πατρίδας μας.

Αναλυτικότερα, το ευρώ είναι το δεύτερο μεγαλύτερο αποθεματικό νόμισμα του πλανήτη – ένα τεράστιο πλεονέκτημα για τις χώρες που το έχουν στη διάθεση τους. Αρκεί κανείς να γνωρίζει ότι, οι Η.Π.Α. θα είχαν προ πολλού χρεοκοπήσει, εάν δεν είχαν το δολάριο (οι οφειλές τους είναι σε δολάρια, οπότε είναι αδύνατον να πτωχεύσουν, αφού μπορούν πάντοτε να τυπώνουν νέα χρήματα), για να καταλάβει τη σημασία του.

Επίσης ότι, για να καταφέρει το κινεζικό γουάν να αποκτήσει αυτή τη θέση, θα χρειαστούν (εάν) τουλάχιστον δέκα χρόνια. Απλούστερα, πρόκειται για συνάλλαγμα – για ένα «μέσον συναλλαγών» δηλαδή, το οποίο είναι παγκοσμίως αποδεκτό και επιθυμητό.

Περαιτέρω, συμβάλλαμε και εμείς στο να αποκτήσει το ευρώ αυτήν την ισχυρή θέση στον πλανήτη – ενώ φυσικά το πληρώσαμε ακριβά, μεταξύ άλλων επειδή η αύξηση της τιμής του μείωσε σημαντικά τις εξαγωγές μας και «αποβιομηχανοποίησε» τη χώρα μας. Ας μην ξεχνάμε ότι, η ισοτιμία του με το δολάριο, όταν εμφανίσθηκε, ήταν περί το 0,80 – για να φτάσει έως και το 1,60 αργότερα, υποχωρώντας στα σημερινά επίπεδα του 1,30 (σαν αποτέλεσμα της προκληθείσας από τις Η.Π.Α. χρηματοπιστωτικής κρίσης, η οποία οδήγησε στην κρίση χρέους και δανεισμού της Ευρώπης).

Συνεχίζοντας, όλοι όσοι τάσσονται καλοπροαίρετα υπέρ της δραχμής, μάλλον δεν μπορούν να κατανοήσουν ότι, για να εισάγουμε στο μέλλον οτιδήποτε, θα έπρεπε προηγουμένως να αγοράζουμε δολάρια ή ευρώ – σε μία ισοτιμία, η οποία σε καμία περίπτωση δεν θα καθοριζόταν από εμάς.

Ειδικά για μία χώρα, οι εισαγωγές της οποίας είναι πλέον κατά πολύ υψηλότερες από τις εξαγωγές της, κάτι τέτοιο θα ήταν το λιγότερο καταστροφικό – ενώ για να επαναβιομηχανοποιηθεί η Ελλάδα και να καταφέρει να γίνει εξαγωγικά ανταγωνιστική, απαιτείται, το ελάχιστο, μία δεκαετία (τόσο διήρκεσε η εσωτερική υποτίμηση στη Γερμανία, για να την οδηγήσει στη σημερινή της θέση).

Από την άλλη πλευρά τώρα, το εκλογικό δίλημμα «μνημόνιο ή δραχμή», είναι εντελώς ανυπόστατο. Κανένας δεν μπορεί να μας αποβάλλει από την Ευρωζώνη, κανένας δεν μπορεί να μας αναγκάσει να αποχωρήσουμε οικιοθελώς και κανένας δεν μπορεί να μας στερήσει τη ρευστότητα του τραπεζικού συστήματος. Εκτός αυτού, όλοι οι Ευρωπαίοι και κυρίως οι Γερμανοί γνωρίζουν ότι, το μνημόνιο και οι δανειακές συμβάσεις που υπεγράφησαν από τους δήθεν εκπροσώπους μας, είναι εκτός των πλαισίων της νομιμότητας.

Ειδικότερα, καμία χώρα στην ιστορία δεν έχει ποτέ αποδεχθεί την πλήρη κατάλυση της εθνικής της κυριαρχίας – όπως συνέβη με την Ελλάδα, μετά την υπογραφή της δανειακής σύμβασης και του PSI.

Για να γίνει κατανοητό το πόσο παράνομη είναι η συμφωνία με ένα παράδειγμα, είναι σαν να μας ζητάει μία τράπεζα εγγύηση, για την έγκριση ενός δανείου ύψους 10.000 €, όλα μας τα περιουσιακά στοιχεία – αξίας πολλών εκατομμυρίων. Έτσι φυσικά δεν μπορούμε (δεν επιτρέπεται) να απευθυνθούμε σε καμία άλλη «τράπεζα», εάν τυχόν μας προκύψει μία έκτακτη ανάγκη – με κίνδυνο φυσικά να κατασχεθούν όλα μας τα περιουσιακά στοιχεία (να ενοικιασθούν τα έσοδα τους για 99 χρόνια κλπ.), εάν δεν τηρηθεί επακριβώς η σύμβαση.

Η πληρωμή του ομολόγου «αγγλικού δικαίου» (όπως είναι πλέον τα καινούργια που εκδώσαμε με το PSI, σαν αντάλλαγμα για τα παλαιότερα) των 435 εκ. € στο 100% της αξίας του, τεκμηριώνει τα παραπάνω – αφού, εάν δεν πληρωνόταν, θα διαμαρτύρονταν όλα τα επόμενα (περί τα 7 δις €), παρά το ότι δεν ήταν ληξιπρόθεσμα (cross default), οπότε η Ελλάδα θα χρεοκοπούσε επίσημα (credit event). 

Δυστυχώς αυτήν την αποικιοκρατική σύμβαση υποτέλειας αποδέχθηκαν εκείνοι οι πολιτικοί μας, οι οποίοι ζητούν ξανά την ψήφο μας – όχι απλά για να κυβερνήσουν, αλλά για να μην αποκαλυφθεί τι ακριβώς υπέγραψαν και για να μην τιμωρηθούν.

Η απειλή μίας αυτοεκπληρούμενης προφητείας

«Αντιμετωπίζουμε και απειλούμαστε από έναν και μοναδικό κίνδυνο, να βγούμε (οικιοθελώς φυσικά) από την Ευρωζώνη και την ΕΕ: από τη μαζική υστερία, η οποία θα προκαλούσε ένα bank run, το οποίο με τη σειρά του θα κατέληγε στην απορρύθμιση και στην κατάρρευση του συστήματος – ενδεχομένως σε ένα βίαιο, απολυταρχικό καθεστώς».

Τα περισσότερα ΜΜΕ αναφέρονται σε μία ενδεχόμενη έξοδο της Ελλάδας από την Ευρωζώνη, ενώ το εκβιαστικό δίλημμα «Μνημόνιο ή Ευρώ» χρησιμοποιείται ανεύθυνα από ορισμένα πολιτικά κόμματα, με στόχο την εκλογική τους νίκη – χωρίς να ενδιαφέρονται για τη χώρα τους, η οποία κινδυνεύει από αυτές ακριβώς τις «εγκληματικές» συμπεριφορές.

Τα συνεχή μηνύματα που λαμβάνουμε, έχουν κυρίως σχέση με το εάν τα ευρώ των Ελλήνων θα μετατρεπόταν υποχρεωτικά σε δραχμές, εφόσον η Ελλάδα θα επανάφερε το εθνικό της νόμισμα. Η απάντηση είναι δυστυχώς θετική, ενώ παράλληλα θα μετατρεπόταν όλες οι καταθέσεις στο νέο νόμισμα, σε μία σταθερή ισοτιμία – η οποία πιθανολογούμε πως θα κατέρρεε, αφού θα έσπευδαν όλοι να πάρουν τα χρήματα τους από τις τράπεζες, έστω σε δραχμές, υποθέτοντας ότι θα υποτιμηθούν «ακαριαία».

Επίσης, θα απαγορευόταν δια νόμου η ελεύθερη διακίνηση των κεφαλαίων, θα προστατευόταν τα σύνορα για να μην εξαχθούν, «λαθραία» πλέον, τα ευρώ των κατοίκων της χώρας ενώ τα εισαγόμενα ευρώ (τουρισμός κλπ.), θα αντιμετωπιζόταν σαν συνάλλαγμα.

Εδώ οφείλουμε να τονίσουμε ότι, ο κίνδυνος μίας ανεξέλεγκτης χρεοκοπίας της χώρας μας αυξάνεται ραγδαία, αφού όσο πιο πολλές τέτοιες αναφορές εμφανίζονται στα ΜΜΕ, τόσο πιο πολύ φοβούνται οι καταθέτες – με αποτέλεσμα να αποσύρουν καταρχήν σταδιακά τα χρήματα τους από τις τράπεζες (Bank jog) και στη συνέχεια μαζικά (Bank run), κάτω από συνθήκες πανικού.

Σε μερικές περιπτώσεις όμως αρκεί να αποσυρθεί, ξαφνικά και απότομα, το 3-5% των καταθέσεων, για να γίνει δραματική η κατάσταση των τραπεζών – αφού στη συνέχεια η είδηση μεταφέρεται στους επόμενους, οι οποίοι πηγαίνουν με τη σειρά τους στις τράπεζες για να αποσύρουν τις καταθέσεις τους κοκ.

Το φαινόμενο αυτό ονομάζεται «αυτοεκπληρούμενη προφητεία» ή «ανάδραση» – όπου η σημερινή συμπεριφορά μας επηρεάζει το μέλλον μας, ενώ, στη συνέχεια, ο «νοητικός» επηρεασμός του μέλλοντος επιδρά στο παρόν (οι μεταβολές στις τρέχουσες προσδοκίες επηρεάζουν το μέλλον, το οποίο προεξοφλούν κοκ.).

Για παράδειγμα, η Moody's υποτιμάει τις ισπανικές τράπεζες, με αποτέλεσμα να αποσύρουν όλο και περισσότεροι τις καταθέσεις τους. Η αναχρηματοδότηση των τραπεζών γίνεται συνεχώς δυσκολότερη, η ΕΚΤ είναι απρόθυμη να βοηθήσει πέρα από κάποιο σημείο και το κράτος αναλαμβάνει τη διάσωση τους (Bankia) – με αποτέλεσμα το δημόσιο χρέος να αυξάνεται ραγδαία, τα επιτόκια δανεισμού του κράτους (spreads) να ακολουθούν και η προεξοφλούμενη, θεωρητική κατάρρευση να γίνεται πραγματικότητα.

Εάν συμβεί κάτι τέτοιο στη Ισπανία, αφενός μεν η οικονομία της είναι πολύ μεγάλη για να διασωθεί από την ΕΕ, αφετέρου δε θα ακολουθήσουν σε χρόνο μηδέν η Ιρλανδία, η Πορτογαλία, η Ιταλία, η Γαλλία κλπ. – με αποτέλεσμα το Ευρώ, όπως και η ΕΚΤ, να είναι πια ιστορία και παρελθόν. Ψυχραιμία λοιπόν, υπομονή, αναμονή εντός του ευρώ και αδιαφορία απέναντι στις ανεύθυνες αναφορές των όποιων «διατεταγμένων» ΜΜΕ και πολιτικών – Ελλήνων και ξένων.

Ελλάδα ώρα μηδέν

"Το μήνυμα των εκλογών, η απόφαση καλύτερα των Ελλήνων, είναι ξεκάθαρη: Σε γενικές γραμμές λοιπόν,  (α) απελευθέρωση από τα νύχια του ΔΝΤ (65%),  (β) συνδυασμός της πολιτικής λιτότητας, χωρίς νέα μέτρα, με ανάπτυξη,  (γ) παραμονή στην Ευρωζώνη (σχεδόν 90%),  (δ) συνεργασία τουλάχιστον τριών κομμάτων στην κυβέρνηση,  (ε) άμεση λύση του τεράστιου προβλήματος της λαθρομετανάστευσης  (στ) κάθαρση και τιμωρία όλων αυτών που οδήγησαν την Ελλάδα στη χρεοκοπία. Παράλληλα, η πτώση των ποσοστών του δικομματισμού, από σχεδόν 80% κάτω από το 35% αποτελεί μία δυναμική κοινοβουλευτική επανάσταση – μοναδική στην Ιστορία, σε μία ανεπτυγμένη, δυτική χώρα".

Έχουμε την άποψη ότι, όλες οι συζητήσεις και τα δημοσιεύματα περί ευρώ, δραχμής, υπέρ και κατά, εξόδου της Ελλάδας από την Ευρωζώνη, εκβιαστικών διλημμάτων των Ελλήνων, ανόητων εκβιασμών των Ευρωπαίων κλπ. πρέπει να σταματήσουν – πριν είναι ακόμη πολύ αργά και ακολουθήσει μία εκτεταμένη επίθεση εναντίον των τραπεζών η οποία, σε συνδυασμό με την παρατηρούμενη κατάρρευση των εσόδων του Δημοσίου, θα έδινε τη χαριστική βολή στην εξουθενωμένη Οικονομία μας.

Επίσης οφείλει να σταματήσει η καταστροφική «πολιτική πόλωση», η οποία διαπιστώνεται σήμερα, ενώ εντείνεται μέρα με την ημέρα, αφού δεν ωφελεί κανέναν. Στόχος μας δεν μπορεί να είναι άλλος από τη συνεργασία όλων, με στόχο το συλλογικό, το εθνικό καλό – επειδή μόνο έτσι είναι δυνατόν να εξυπηρετηθεί το ατομικό καλό.

Παράλληλα, είναι ίσως η σωστή χρονική στιγμή να αλλάξουμε την εσφαλμένη εικόνα, την οποία έχουμε δώσει στους πιστωτές μας – ιδιώτες και κράτη. Οφείλουμε λοιπόν να τους διαβεβαιώσουμε, υπερήφανα και χωρίς να σκύβουμε συνεχώς το κεφάλι ότι, ο σκοπός μας δεν είναι να μην πληρώσουμε τα χρέη μας αλλά, αντίθετα, να τα εξοφλήσουμε έντιμα, στο σύνολο τους, αρκεί να μας προσφερθούν οι σωστές προϋποθέσεις:

"Χαμηλά επιτόκια της τάξης του 1,3% και μακροπρόθεσμες δόσεις αποπληρωμής – ενδεχομένως με μία περίοδο χάριτος ενός ή δύο ετών, εντός την οποίας θα εξασφαλίσουμε τα απαιτούμενα πρωτογενή πλεονάσματα".

Από την άλλη πλευρά, σε όσους συνεχίζουν να υποστηρίζουν το λογιστικό έλεγχο του χρέους, όπως κάναμε και εμείς μέχρι πρόσφατα (πριν το PSI), θα έπρεπε να αναφέρει κανείς ότι, όλα τα παλαιά δάνεια της χώρας μας έχουν πλέον αντικατασταθεί με καινούργια – μετά το διακρατικό δανεισμό μας και το PSI. Επομένως, τυχόν «ατασθαλίες» των προηγουμένων δανειστών μας, καλώς ή κακώς, έχουν «παραγραφεί» – οπότε είναι αδύνατον να μειωθεί το χρέος, de Jura και de Facto.

Σε κάθε περίπτωση, πρέπει να πείσουμε ότι μπορούμε και θέλουμε να τα καταφέρουμε μόνοι μας – χωρίς την παρουσία των μπράβων των τοκογλύφων και των καταστροφικών μνημονίων τους, τα οποία οδηγούν την Ελλάδα, αργά αλλά σταθερά, στην έξοδο από την Ευρωζώνη, στη λεηλασία της ιδιωτικής και της δημόσιας περιουσίας, στη φτώχεια, στην εξαθλίωση και στις κοινωνικές αναταραχές (για τις οποίες κανένας δεν μπορεί να προβλέψει που θα κατέληγαν).

Είναι άλλωστε ανόητο να υπομένουμε αυτήν την καταστροφή (ανεργία, μαζικό κλείσιμο των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, κατάρρευση του χρηματιστηρίου, ραγδαία πτώση των τιμών των ακινήτων, εγκληματικότητα, συνεχιζόμενη ύφεση κλπ.), απλά και μόνο για την εξασφάλιση νέων δανείων, τα οποία μας οδηγούν όλο και πιο κοντά στον γκρεμό.

Είναι σαν να αρνούμαστε την πληρωμή χρέους ύψους 50 χιλ. €, για ένα σπίτι αξίας πολλών εκατομμυρίων, με κίνδυνο να το χάσουμε στον πλειστηριασμό (η πατρίδα μας έχει πολλαπλά περιουσιακά στοιχεία, από όσα οφείλει – επίσης οι πολίτες της), ή να ζητάμε δάνειο 50 χιλ. €, βάζοντας υποθήκη ακίνητα αξίας δεκάδων εκατομμυρίων (!).

Τέλος, όπως έχουμε ήδη αναφέρει, η λύση είναι να σταματήσουμε αμέσως να δεχόμαστε την εκταμίευση των δόσεων εκ μέρους της Τρόικας, με τις οποίες ουσιαστικά πληρώνονται μόνο οι δανειστές μας – αφού ο μοναδικός ίσως τρόπος για να αποφύγουμε την υποθήκευση της πατρίδας μας, την οποία αποδέχθηκαν οι (δήθεν) εκπρόσωποι μας στη Βουλή, είναι να μην πάρουμε τα δάνεια που εγκρίθηκαν, με τους γνωστούς «εγκληματικούς» όρους.

Όπως έχουμε επίσης αναφέρει, αυτό θα σήμαινε την αναβολή των πληρωμών προς τους πιστωτές μας – έτσι ώστε να αναγκασθούν να διαπραγματευθούν μαζί μας, προτείνοντας μία λογική αποπληρωμή του χρέους μας (καμία διαγραφή, επιμήκυνση του χρόνου εξόφλησης, χαμηλά επιτόκια κλπ.), καθώς επίσης βιώσιμες συνθήκες για την Ελλάδα και τους Έλληνες.

Φυσικά απαραίτητη προϋπόθεση ήταν και είναι η ύπαρξη μιας εκλεγμένης κυβέρνησης συνεργασίας, έτσι όπως το απαίτησαν οι Έλληνες Πολίτες στις πρόσφατες εκλογές – γεγονός όμως που δυστυχώς δεν έλαβαν σοβαρά υπ' όψιν τα πολιτικά κόμματα τα οποία, ακόμη μία φορά, δεν μπόρεσαν να συνεννοηθούν και στάθηκαν πολύ κατώτερα των περιστάσεων.

Στα ίχνη της Αργεντινής

Πολύ φοβόμαστε ότι, η Ελλάδα οδηγείται δυστυχώς στα ίχνη της Αργεντινής – αφού οι ομοιότητες με εκείνη την εποχή είναι κάτι παραπάνω από μεγάλες.

Ειδικότερα, τον Αύγουστο του 2001 η Αργεντινή απευθύνθηκε για μία ακόμη φορά στο ΔΝΤ, ζητώντας ένα καινούργιο δάνειο – με στόχο να αποφύγει τη χρεοκοπία. Η κυβέρνηση της ήταν πρόθυμη να αποδεχθεί ακόμη πιο πολλές παραχωρήσεις, αναλαμβάνοντας νέες υποχρεώσεις – παρά το ότι γνώριζε ότι, υποσχόταν συνεχώς πολύ περισσότερα, από όσα μπορούσε να επιτύχει. Η χώρα δεν είχε καταφέρει να ξεφύγει από την έντονη ύφεση, ούτε να ανακτήσει τη χαμένη ανταγωνιστικότητα της, με αποτέλεσμα να αυξάνεται διαρκώς η σχέση του δημοσίου χρέους προς το ΑΕΠ της.

Οι πιστωτές της Αργεντινής, υπό την «αιγίδα» του ΔΝΤ, κατηγορούσαν την κυβέρνηση της για επαναλαμβανόμενες πολιτικές καθυστερήσεις στην εφαρμογή των μέτρων που είχαν συμφωνηθεί. Αντίθετα, η πολιτική ηγεσία της χώρας ισχυριζόταν ότι η λιτότητα, την οποία είχαν επιβάλλει οι δανειστές, οδηγούσε στην καταστροφή – αντί να της εξασφαλίσει εκείνη τη χρηματοδότηση, η οποία θα ήταν απαραίτητη για την αποκατάσταση της εμπιστοσύνης στην οικονομία της, έτσι ώστε να ενισχυθούν οι ιδιωτικές επενδύσεις και να επανέλθει η ανάπτυξη.

Δυστυχώς, κανένα από τα δύο μέτωπα δεν κατανοούσε το αυτονόητο: το ότι δηλαδή τα μέσα που είχε η χώρα στη διάθεση της ήταν ελάχιστα, για να μπορέσει να καταπολεμήσει με επιτυχία τη διπλή κρίση δημοσίου χρέους και ύφεσης της οικονομίας της.

Με την πάροδο του χρόνου και κάτω από το βάρος των συνεχών περικοπών στα εισοδήματα τους, οι Πολίτες της Αργεντινής αντιμετώπιζαν πλέον τόσο την κυβέρνηση τους, όσο και τους δανειστές, με τον ίδιο τρόπο. Έχασαν πλέον την εμπιστοσύνη τους και στους δύο αφού έβλεπαν ότι, παρά τις συνεχείς παραχωρήσεις εκ μέρους τους, οι οποίες είχαν οδηγήσει σε ραγδαία πτώση τα εισοδήματα τους, τόσο οι οικονομικοί δείκτες, όσο και οι μελλοντικές προοπτικές συνέχιζαν να επιδεινώνονται.

Παράλληλα οι γειτονικές χώρες, ιδίως αυτές που συμμετείχαν στην οικονομική και πολιτική ζώνη Mercosur μαζί με την Αργεντινή, άρχισαν να φοβούνται τη «μετάσταση» της κρίσης στα δικά τους κράτη. Με στόχο λοιπόν να αποφύγουν τη δική τους στοχοποίηση εκ μέρους των αγορών, πίεζαν την Αργεντινή να τα καταφέρει – λαμβάνοντας ταυτόχρονα τα μέτρα τους και απομονώνοντας την, για την περίπτωση που θα αποτύγχανε. Φυσικά η στάση τους αυτή επιδείνωνε ακόμη περισσότερο τα προβλήματα της Αργεντινής.

Αφού λοιπόν το Κοινοβούλιο της χώρας είχε ψηφίσει ένα νέο πακέτο μέτρων λιτότητας, το ΔΝΤ ενέκρινε μία ακόμη δόση. Ήταν όμως πολύ αργά πια για να ανακτηθεί η χαμένη εμπιστοσύνη – με αποτέλεσμα να μειώνονται συνεχώς οι καταθέσεις στις τράπεζες, καθώς επίσης να εντείνεται η φυγή κεφαλαίων προς το εξωτερικό. Φυσικά η κυβέρνηση δεν κατάφερε ούτε αυτή τη φορά να εκπληρώσει τις υποχρεώσεις που είχε αναλάβει – ενώ οι πολιτικές (λαϊκές) πιέσεις αυξάνονταν, έως το σημείο χωρίς επιστροφή.

Το Δεκέμβριο του 2001 η Αργεντινή ανακοίνωσε ότι αδυνατούσε να εξοφλήσει τις υποχρεώσεις της, έκλεισε για κάποιο διάστημα τις τράπεζες της και βίωσε την μητέρα όλων των κρίσεων – την ολοκληρωτική κατάρρευση του οικονομικού της συστήματος. Η χώρα υποχρεώθηκε σε μία άτακτη χρεοκοπία, καθώς επίσης σε μία χαοτική, απρογραμμάτιστη μετάβαση σε ένα νέο νόμισμα – με διασυνοριακούς ελέγχους κεφαλαίων, με καταστροφικές υποτιμήσεις κλπ. (άρθρο μας).

Ολοκληρώνοντας, εάν συγκρίνει κανείς τα παραπάνω με την Ελλάδα στη θέση της Αργεντινής και την Ευρωζώνη στη θέση της Mercosur, θα οδηγηθεί σε δυσοίωνα συμπεράσματα. Παρά το ότι η Ελλάδα είναι μία πάμπλουτη, πολλαπλά προικισμένη χώρα, ενώ η Ευρωζώνη μία πολύ ισχυρότερη ένωση, οι ομοιότητες παραμένουν αρκετά μεγάλες – πόσο μάλλον όταν πολλές χώρες μαζί της Ευρωζώνης φαίνεται να αντιμετωπίζουν αντίστοιχα μεγάλα προβλήματα, ενώ το ευρώ είναι στο στόχο τόσο των αγορών, όσο και των Η.Π.Α.

* Βασίλης Βιλιάρδος  (copyright), Αθήνα, 23. Μαΐου 2012, viliardos@kbanalysis.com. Ο κ. Β. Βιλιάρδος είναι οικονομολόγος, πτυχιούχος της ΑΣΟΕΕ Αθηνών, με μεταπτυχιακές σπουδές στο Πανεπιστήμιο του Αμβούργου.

 

ΠΗΓΗ: http://www.casss.gr/PressCenter/Articles/2606.aspx

Τι είναι η [οικονομική] κρίση; Και πως …

Τι είναι η [οικονομική] κρίση; Και πως γλυτώνουμε;

 

Του Δ. Καλιαμπάκου

 

 

«Το κεφάλαιο τρομάζει όταν έλθει αντιμέτωπο με την ανυπαρξία κερδών, όπως ακριβώς τρομάζει η Φύση μπροστά στο κενό. Με την προοπτική κάποιων κερδών ξυπνάει από το λήθαργό του, με κέρδος 20% ζωντανεύει, με 50% γίνεται θετικά παράτολμο, με 100% λειώνει κάτω από το πόδι του όλους τους ανθρώπινους νόμους και με 300% δεν υπάρχει εγκληματική ενέργεια που να μην ρισκάρει – ακόμη και με τον κίνδυνο να οδηγηθεί στην γκιλοτίνα

Κ. Μάρξ – «Κεφάλαιο»

Δεν είναι άδικα ένα από τα πλέον δημοφιλή «τσιτάτα» του Μαρξ. Περιγράφει με εξαιρετική σαφήνεια  τη συμπεριφορά του κεφαλαίου. Αυτό που είναι πράγματι θαυμαστό είναι η διαχρονική του αξία. Σχεδόν εκατόν πενήντα χρόνια μετά, ακόμα και τα ποσοστά που αναφέρονται είναι πολύ κοντά στη σημερινή πραγματικότητα. Το απόσπασμα αυτό είναι πολύ χρήσιμο για να υπενθυμίζει ότι δεν υπάρχουν όρια (θεσμικά ή ακόμη και ηθικά) που θα μπορούσαν να συγκρατήσουν τη δράση του κεφαλαίου εντός «κάποιων εύλογων πλαισίων». Αλλά στο άρθρο αυτό θα μιλήσουμε πιο αναλυτικά για την πρώτη πρόταση του αποσπάσματος.  Την κρίση, τον πανικό που προκαλεί, τις συνέπειες που έχει.

Θα προσπαθήσω να περιγράψω τις αιτίες τις κρίσεις με τρόπο απλό, χωρίς υπερβολικές πληροφορίες  που αντί να φωτίζουν μπερδεύουν τα πράγματα. Ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή.

 

Η τυφλή παραγωγή

 

Όλες οι κοινωνίες αντιμετωπίζουν ένα θεμελιώδες οικονομικό πρόβλημα. Οι ανάγκες που πρέπει να καλυφθούν είναι πολύ περισσότερες από τα μέσα που υπάρχουν για την ικανοποίησή τους. Και μη σας φαίνεται υπερβολικό, έχοντας στο μυαλό σας τις χιλιάδες άχρηστες και καλλιεργημένες ανάγκες από ένα ανούσιο και κενό περιεχομένου καταναλωτικό πρότυπο ζωής. Αρκεί να πούμε αν σήμερα ο παγκόσμιος πλούτος μοιράζονταν ισόποσα στους κατοίκους του πλανήτη, δύσκολα θα πιάναμε ένα αξιοπρεπές επίπεδο διαβίωσης. Το κατά κεφαλήν εισόδημα θα ήταν κοντά στις 9.000 $, σαν αυτό του Μεξικού, ας πούμε. Απλά σήμερα δισεκατομμύρια ζουν  κυριολεκτικά σε κτηνώδεις συνθήκες (η «κραταιά» Κίνα, η δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία στον κόσμο, έχει μέσο κατά κεφαλήν εισόδημα των κατοίκων της κάτω από 4000 $ το χρόνο)  για να ζει ένα μικρό ποσοστό καλύτερα, και το 1% σαν βασιλιάδες. «Απλά»…

Οι οικονομολόγοι λένε ότι αυτό το θεμελιώδες ερώτημα σπάει σε τρία άλλα ισοδύναμα ερωτήματα, που κάθε κοινωνικοοικονομικό σύστημα απαντάει με διαφορετικό τρόπο: «Τι θα παραχθεί», «πως θα παραχθεί» και «πως θα μοιραστεί αυτό που θα παραχθεί».

Ο καπιταλισμός παράγει με ανεξέλεγκτο τρόπο ότι ζητιέται, ότι «μυρίζει» κέρδος.  Έτσι, για παράδειγμα, αν μια αγορά (ας πούμε μια χώρα)  έχει ζήτηση για 100.000 σπίτια, εν ριπή οφθαλμού θα πέσουν πάνω στη ζήτηση αυτή διάφορες μερίδες του κεφαλαίου προσπαθώντας να αποσπάσουν όσο το δυνατόν μεγαλύτερο κομμάτι. Ξέρουν το όριο των 100.000, αλλά είναι αδύνατον να συνεννοηθούν να το μοιράσουν, θα προσπαθήσουν να αποσπάσουν όσο το δυνατόν μεγαλύτερο κομμάτι, ο καθένας για τον εαυτό του. Αποτέλεσμα αυτού είναι να κατασκευαστούν πολύ περισσότερα σπίτια από αυτά που μπορούν να πουληθούν. Ε, και τι έγινε. Μικρό το κακό.  Σταματάνε να ασχολούνται με τις κατασκευές, απολύουν κόσμο (γι αυτούς είναι αναλώσιμοι εξάλλου) και πέφτουν με τα μούτρα σε άλλο κλάδο, που  μοιάζει να υπόσχεται κέρδη. Αλλά αργά ή γρήγορα συμβαίνει πάλι το ίδιο. Και σιγά σιγά συμβαίνει κάτι χειρότερο. Επειδή το συνολικό ποσό των χρημάτων που έχουν στη διάθεσή τους οι εργαζόμενοι (ή καταναλωτές, αν προτιμάτε, εν προκειμένω), αρχίζει να εξαντλείται,  ολοένα και γρηγορότερα στερεύει η δυνατότητα επέκτασης σε άλλους τομείς που να συντηρεί και να επαυξάνει τα κέρδη. Και αρχίζουν να υπάρχουν πολλά εμπορεύματα απούλητα και τα ποσοστά κέρδους αρχίζουν να βυθίζονται. Και τότε η λέξη κρίση αρχίζει να σκιάζει τα πάντα. Αλλά  το κεφάλαιο είναι σαν το ποδήλατο. Αν δεν κινείται πέφτει.

 

Τα τρία άλματα

 

Το κεφάλαιο έχει τρεις, βασικά, δυνατότητες αντίδρασης. Η πρώτη αφορά στην επέκτασή του σε όλο τον κόσμο. Παγκοσμιοποίηση. Σκεφτείτε τη λαιμαργία που θα ένοιωσαν, για παράδειγμα, οι βασικοί μέτοχοι της Coca Cola ή της Pepsi Cola, όταν άνοιξε γι αυτούς η αγορά της Κίνας. Πάνω από 1 δις πιθανοί νέοι καταναλωτές! Είναι μετά, να μην ακουμπήσεις χρυσάφι στα πόδια του Γιάο Μιν, του κινέζου μπασκετμπολίστα του NBA, προκειμένου να εκμαυλίσεις την απέραντη κινεζική πιτσιρικαρία; Τι κι αν στη διατροφή τους δεν υπήρχε καν αναψυκτικό με ζάχαρη και τώρα θερίζονται από τη βίαιη αυτή αλλαγή στις διατροφικές τους συνήθειες;

Η δεύτερη έχει να κάνει με την επέκταση προς το μέλλον. Αφού εξαντλήθηκε η αγοραστική δύναμη του παρόντος, «ας φάμε» από το μέλλον. Δανεισμός, λοιπόν. Έτσι, για παράδειγμα, για να μπορέσει η Γερμανική αυτοβιομηχανία να συντηρεί και να αυξάνει τα κέρδη της, έπρεπε η Ελλάδα δανειζόμενη να περάσει από την εποχή του Yugo και του Ibiza, στην εποχή του AUDI και στην BMV.  Για να συντηρούνται και να μεγεθύνονται οι κατασκευαστικές  εταιρείες έπρεπε ο κόσμος να «αγοράζει» σπίτια με δάνειο, έχοντας την  ψευδαίσθηση ότι έχει δικό του σπίτι, ενώ στην πράξη ζούσε μια ζωή με προπληρωμένο νοίκι στην τράπεζα.

Υπάρχει και μια τρίτη μορφή ανακούφισης της καπιταλιστικής κερδοφορίας. Πιο βαθειάς, πιο έντονης. Αλλά όπως και με τα «σκληρά», με βαθύτερες συνέπειες. Είναι οι τεχνολογικές επαναστάσεις. Αυτές κάνουν την ανθρώπινη εργασία εξαιρετικά πιο παραγωγική και επομένως φτιάχνονται προϊόντα με χαμηλότερο κόστος και υψηλότερα περιθώρια κέρδους. Για παράδειγμα, για μας που ζήσαμε την προ- ηλεκτρονική εποχή (όχι βαθειά στο παρελθόν αλλά ας πούμε στη δεκαετία του 80) ένα ρολόι που «πάει καλά», που βεβαίως έχανε ένα λεπτό την ημέρα, ήταν είδος πολυτελείας (παρεμπιπτόντως, οι μεγαλύτεροι θυμάστε τα περίφημα SFIKO, τις «μαϊμούδες» των SEIKO;). Σήμερα, ένα quartz ρολόι που δεν χάνει δευτερόλεπτο σε μια χρονιά το βρίσκεις στα γαριδάκια. Ήταν αποτέλεσμα μιας τεχνολογικής επανάστασης.  Ή, συγκρίνετε τι προσφέρει ένα αυτοκίνητο που μπορεί να αγοραστεί, ας πούμε με τους μισθούς ενός χρόνου, σήμερα (160 km/h τελική, κλιματισμό, αερόσακους κλπ.) . Περισσότερα από όσα ένα αυτοκίνητο που κόστιζε όσο ένα σπίτι στη δεκαετία του 70. Αλλά και αυτή η «ανακούφιση» είχε ως αποτέλεσμα να πέσουν στην αγορά εκατομμύρια προϊόντα που αδυνατούν να βρουν αγοραστές. Όλα αυτά μαζί τα λέμε «κρίση υπερσυσσώρευσης». Το σχήμα που παρουσιάζεται είναι απλουστευτικό. Στην πραγματικότητα οι διαδικασίες δεν είναι διαδοχικές στο χρόνο, συμπλέκονται, η παγκοσμιοποίηση εξυπηρετεί και τη μείωση του κόστους εκτός της επέκτασης των αγορών, η ταξική πάλη παίζει σημαντικό ρόλο στην εξέλιξη του φαινομένου κλπ. Αλλά η φύση του φαινομένου είναι αυτή που περιγράφτηκε.

 

Το μεγάλο σεισμικό γεγονός

 

Τέτοιες κρίσεις ο καπιταλισμός είναι αδύνατον να αποφύγει. Είναι εγγεγραμμένες στο DNA του. Και είναι σαν του σεισμούς, σε μια περιοχή που ξέρουμε ότι είναι σεισμογενής. Όσο περισσότερο καθυστερεί, τόσο περισσότερο σεισμική ενέργεια συσσωρεύεται, τόσο πιο δυνατός είναι ο επερχόμενος σεισμός. Καμιά φορά  μικρότεροι σεισμοί (μικρότερες κρίσεις) δίνουν παράταση χρόνου, εκτονώνουν ένα κομμάτι της ενέργειας που συσσωρεύεται αλλά δεν μπορούν να αντικαταστήσουν το «μεγάλο σεισμικό γεγονός».

Εκεί βρισκόμαστε σήμερα. Η μεγάλη κρίση του 2008- 9 στην καρδιά του καπιταλισμού, στην Αμερική, έδειξε σε όλους ότι αυτό το «μεγάλο σεισμικό γεγονός» είναι εξαιρετικά κοντά, και κατά πάσα πιθανότητα, είναι αναπόφευκτο. Και όλοι προετοιμάζονται γι αυτό. Τα τρία μεγάλα άλματα: στο χώρο, στο χρόνο και στην ποιότητα (αυτό το λέμε και στην οργανική σύνθεση του κεφαλαίου) έχουν εξαντλήσει τη δυναμική τους, η παγκόσμια καπιταλιστική μηχανή αρχίζει να «μπουκώνει» ξανά, όλοι αρχίζουν να σκέφτονται να πάνε στο ταμείο για να κατοχυρώσουν τα κέρδη από το «πάρτυ», αλλά ξέρουν ότι αυτό είναι ήδη η αρχή του τέλους. Το «ταμείο» δεν επαρκεί για να ξεπληρώσει τις απίθανα μεγάλες «αξίες» που έχουν δημιουργηθεί. Έρχεται η ώρα η φούσκα να σκάσει.

Πως ξεπερνάει ο καπιταλισμός αυτές τις κρίσεις του; Δυστυχώς, με μια τεράστια καταστροφή παραγωγικών δυνάμεων. Πρέπει τα περιττά να «καούν», έτσι ώστε να γίνει επανεκκίνηση με ότι περισσεύει. Αλλά,  πρώτα απ΄ όλα, καίγεται η βασική παραγωγική δύναμη, η ανθρώπινη εργασία. Άνθρωποι πετιούνται στα αζήτητα της ανεργίας, όπως τα πορτοκάλια στις χωματερές αν είναι να συντηρηθούν τα επίπεδα κερδοφορίας. Είναι πραγματικά τραγικό, αν σκεφτεί κανείς πως  το πλεόνασμα αγαθών που θα μπορούσε να καλύψει κοινωνικές ανάγκες και να κάνει τον κόσμο κατά τι καλύτερο είναι η αιτία που τον σπρώχνει βαθειά στην καταστροφή. Η οποία μπορεί να πάρει ακόμη και την απεχθέστερη μορφή, τον πόλεμο. Σήμερα, πολλοί συμφωνούν ότι η κρίση του 29-30 δεν ξεπεράστηκε οριστικά, παρά μέσω του Β' Παγκόσμιου Πολέμου. Αλλά, με ρίγος κανείς συλλογίζεται τι σύστημα είναι αυτό που το «γιατρικό» μιας οικονομικής του κρίση απαιτεί τη «ανθρωποθυσία» δεκάδων εκατομμυρίων ανθρώπων; Ακούγεται εφιαλτικό, αλλά ο στρουθοκαμηλισμός ποτέ δεν είναι λύση. Στο σημείο αυτό θα πρέπει να κάνουμε τρεις σημαντικές επισημάνσεις για την κρίση.

 

Η τρίτη έχει και τις σημαντικότερες συνέπειες.

 

Η κρίση δεν καταστρέφει ισόποσα μεγάλους και μικρούς. Δεν χάνουν όλοι και δεν χάνουν αναλογικά με το τι έχουν. Αντίθετα, ο μεγάλος πόλεμος γίνεται για το πώς θα κατανεμηθούν τα αποτελέσματά της. Και πρόκειται κυριολεκτικά για αμείλικτο πόλεμο. Αυτοί που έχουν βγάλει τα εκατομμύριά τους έξω, αυτοί που έχουν εξασφαλίσει του δικούς τους κάμποσων γενεών, είναι αυτοί που παίρνουν αποφάσεις  που μειώνουν τον μισθό από 600 Ευρώ στα 500. Και από κει, με κρύο αίμα, ακόμα πιο χαμηλά.

Δεύτερον, η κρίση είναι μια μεγάλη ευκαιρία ανακατανομής του πλούτου. Στην κατοχή, για δυο τενεκέδες λάδι ο κόσμος έχανε το σπίτι του ή το χωράφι του. Αυτοί που βρέθηκαν στην κρίση με λεφτά είχαν  μια  χρυσή ευκαιρία να τα πολλαπλασιάσουν εξαφανίζοντας τους αδύναμους ή ακόμη και τους λιγότερο δυνατούς.

 

Η ΕΕ θεμελιώδης αιτία της κρίσης

 

Αλλά, φυσιολογικά κανείς θα αναρωτηθεί. Που είναι αυτή τεράστια κρίση σε όλο τον κόσμο; Δεν τη βλέπουμε. Αυτό που βλέπουμε να καταρρέει είναι η Ελλάδα. Εδώ είναι ο ειδικός ρόλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Η κρίση οξύνει τον ανταγωνισμό μεταξύ των  τριών μεγάλων καπιταλιστικών πόλων (ΗΠΑ, ΕΕ, Κίνα). Η άρχουσα τάξη στην Ευρωπαϊκή Ένωση βλέποντας το τσουνάμι της κρίσης να πλησιάζει έχει αποφασίσει ότι δεν μπορεί να αντέξει τον ανταγωνισμό αν διατηρηθεί το επίπεδο ζωής που έχουν κατακτήσει οι εργαζόμενοί της. Και επιχειρεί μια ιστορική ανατροπή: την «κινεζοποίηση» της Ευρώπης. Και εκτελεί στην Ελλάδα ένα πείραμα: πόσο χαμηλά μπορεί να συμπιεσθεί το επίπεδο ζωής εντός της Ευρώπης. Το αποτέλεσμα ήδη έχει ανακοινωθεί ότι θα αποτελέσει τον οδηγό για ολόκληρη την Ευρώπη.

Έτσι, λοιπόν, δυο είναι οι βασικοί παράγοντες που χτύπησαν την Ελλάδα. Η παγκόσμια καπιταλιστική κρίση που κάθε άλλο παρά απομακρύνθηκε. Απεναντίας, τα βλέμματα όλων είναι στραμμένα στην Ελλάδα ακριβώς γιατί παίζει το ρόλο του «καναρινιού στο μεταλλείο» (αν πεθάνει σημαίνει ότι το περιβάλλον είναι τοξικό για όλους, ανεξάρτητα αν το νοιώθουν). Και, δεύτερον, η Ευρωπαϊκή Ένωση που ξεκίνησε ένα ξεκλήρισμα δικαιωμάτων και κατακτήσεων ενός αιώνα. Αυτός, μάλιστα, ο παράγοντας είναι πιο ορατός και άμεσος.

 

Και τώρα τι κάνουμε; (Τι είναι αυτό που λείπει…)

 

Είναι θέμα πολιτικού ρεαλισμού να αναγνωρίσουμε ότι έχουμε να κάνουμε με μια καπιταλιστική κρίση που το ξεπέρασμά της προς όφελος των πολλών απαιτεί αντικαπιταλιστική κατεύθυνση. Ο στρουθοκαμηλισμός, όπως είπαμε, δε βοηθά. Έγκαιρα πρέπει να καταλάβουμε ποια είναι η ουσία του προβλήματος και να προετοιμαστούμε κατάλληλα. Δεν είναι θέμα πως θα το ονομάσουμε εμείς, το θέμα είναι τι πραγματικά είναι. Αν, για παράδειγμα, ταρακουνιέται συθέμελα το σύστημα και απειλεί να μας παρασύρει στα τάρταρα της κοινωνικής αδικίας ή ακόμα, χειρότερα, του πολέμου, μόνο η έγκαιρη αναγνώριση των κινδύνων αλλά και των ευκαιριών που γεννώνται και, κυρίως, ο έγκαιρος εντοπισμός των ευάλωτων σημείων της απέναντι πλευράς μας σώζει. 

Αυτό δε σημαίνει πληθωρισμός αντικαπιταλιστικής φρασεολογίας ή ακόμη χειρότερα συνθηματολογική πλειοδοσία. Ούτε τοποθέτηση «προαπαιτούμενων». Απεναντίας, όποιος είναι βαθειά πεισμένος ότι η τρέχουσα σύγκρουση οδηγεί προς τα όρια του συστήματος, κάνει ότι μπορεί για να πείσει και τους υπόλοιπους έγκαιρα γι αυτό  αλλά ξέρει και να εμπιστεύεται την ταχύτατη πολιτική εμπειρία που κατακτά ο αγωνιζόμενος κόσμος στις στιγμές της οξύτατης πολιτικής πάλης.

Πάμε τώρα στο θέμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Προσωπικά, πιστεύω πως για να έχει πιθανότητες επιτυχίας ένα πείραμα μιας άλλου τύπου συγκρότησης  της κοινωνίας θα πρέπει να γίνει σε περιφερειακό επίπεδο. Τουλάχιστον. Και με συναρπάζει η ιδέα μιας κοινής απόπειρας με άλλους ευρωπαϊκούς λαούς, ειδικά της Νότιας Ευρώπης. Η  πολιτική τους εμπειρία, οι εγγεγραμμένες στη συλλογική τους συνείδηση απόπειρες στο παρελθόν, η κάποια πολιτική και ιδεολογική κινητικότητα και φρεσκάδα που τους διακρίνει (αν και κάποιοι θα επιμείνουν στη μακρά και βαθειά διαδικασία αφομοίωσης και ενσωμάτωσής τους στο σύστημα) τους κάνει ελκυστικούς συνοδοιπόρους σε μια πορεία προς τα μπρος.

Αλλά είναι δυνατόν μια τέτοια πρόθεση να μπερδεύεται με τη σημερινή Ευρωπαϊκή Ένωση; Η Ευρωπαϊκή Ένωση φτιάχτηκε για να εξασφαλίσει βασικά στην γερμανική άρχουσα τάξη (ως επικεφαλής μιας μεγάλης συμμαχίας των ευρωπαϊκών αστικών τάξεων) το μέγεθος που χρειάζονταν για να αναδειχθεί σε παγκόσμιο πόλο, θα διαρκέσει όσο εξυπηρετεί ακριβώς αυτόν τον στόχο και θα διαλυθεί πολύ πριν εξυπηρετήσει οποιαδήποτε κίνηση αμφισβήτησης της ηγεμονίας της, οποιαδήποτε κίνηση εξυπηρετεί την αντίθετη κατεύθυνση. Εδώ κινδυνεύει να διαλυθεί για ήσσονος σημασίας λόγους και να δώσει τη θέση της σε εθνικισμούς παλιού τύπου, στη βάση της λογικής «ο σώζων  εαυτόν σωθήτω», και περιμένουμε εμείς να διαβρωθεί ακίνητη μέχρι να εξυπηρετήσει ακριβώς το αντίθετο για το οποίο φτιάχτηκε; Αλλά και πάλι, ας υποθέσουμε ότι ορισμένοι ποντάρουν ακόμη σε αυτή την πιθανότητα: Εδώ η ίδια η ΕΕ έχει σχεδιάσει δεκάδες σενάρια για την αποπομπή μας, εμείς θα συνεχίζουμε να εξετάζουμε σενάρια μόνο στο εσωτερικό της;

Αλλά δεν πιστεύω, και το λέω για μια ακόμη φορά, ότι οι μεγάλες διαφορές στις αντιλήψεις μας, που και βέβαια υπάρχουν, ευθύνονται για την εξοργιστική αφασία και την πολιτική ακινησία που μας διακρίνει. Η αριστερά μοιάζει με «τον άνθρωπο που έβλεπε τα τρένα να περνούν». Φοβάμαι, ότι η αιτία είναι πιο βαθιά.  Η κατανόηση ιδιαίτερα στην αριστερά, ακόμη και ενστικτωδώς, ότι η υπόθεση μοιάζει με «πάρτα όλα» ή «χάστα όλα», κάνει τα πόδια όλων να λυγίζουν.

Ας ελπίσουμε μια ορμητική είσοδος φρέσκων κοινωνικών δυνάμεων αποφασισμένων  να υπερασπιστούν με κάθε τρόπο τη ζωή που μας κλέβουν να δώσει και στην αριστερά (της οποίας ο ρόλος είναι ζωτικός)  την αυτοπεποίθηση που της λείπει.

 

ΠΗΓΗ: Submitted by aristeroblog on Sun, 2012-04-15, http://aristeroblog.gr/node/679

Το θάρρος του Μπουένος Άιρες

Το θάρρος του Μπουένος Άιρες

 

Του Κώστα Λαπαβίτσα*

 

Από την αρχή της ελληνικής κρίσης, η Αργεντινή λειτούργησε ως σημείο αναφοράς και φόβητρο. Οι υπερασπιστές των Μνημονίων ισχυρίζονται συχνά ότι προστατεύουν την Ελλάδα από την κατάντια της Αργεντινής. Ατυχέστατες αναφορές έγιναν ακόμη και από επίσημα χείλη προκαλώντας ενόχληση στο Μπουένος Άιρες. Για τους εκεί ιθύνοντες είναι εμφανές ότι η Ελλάδα ακολουθεί την πορεία της χώρας τους προς το χάος κατά το 1998-2001 εφαρμόζοντας την ‘ορθόδοξη' συνταγή του ΔΝΤ και της ΕΕ.

Υιοθετεί τρομακτική λιτότητα, επιδιώκει να δημιουργήσει δημοσιονομικά πλεονάσματα, αποδίδει προτεραιότητα στην εξυπηρέτηση του χρέους και προσβλέπει στην ανάπτυξη μέσω χαμηλών μισθών και ξένων επενδύσεων.

Ακόμη και το PSI έχει το αργεντίνικο προηγούμενό του.  Τον Ιούνιο του 2001 η Αργεντινή έκανε το περιβόητο μεγκακάνχε, δηλαδή εθελοντική ανταλλαγή ομολόγων με πρωτοβουλία των δανειστών της. Μαζί με το εξίσου περιβόητο μπλιντάχε, δηλαδή θωράκιση με νέα δάνεια από το ΔΝΤ, το μεγκακάνχε υποτίθεται ότι θα έλυνε την κρίση, χωρίς ακρότητες όπως η επιθετική αθέτηση πληρωμών. Η ‘λύση' δεν κράτησε ούτε έξι μήνες, καθώς η ύφεση έγινε βαθύτερη και η χώρα έφτασε στην κοινωνική κατάρρευση. Ο εμπνευστής της, ο Ντομίνγκο Καβάλο, ο άνθρωπος που ουσιαστικά κατέστρεψε την Αργεντινή κατά τη δεκαετία του 1990, έχει σήμερα μηδαμινή αξιοπιστία στη χώρα του.

Η Αργεντινή έκανε παύση πληρωμών τον Δεκέμβριο του 2001, ενώ κατόπιν ήρε την πρόσδεση του πέσο με το δολάριο και εγκατέλειψε το πρόγραμμα του ΔΝΤ. Ακολούθησαν μήνες βαθιάς κρίσης, καθώς η οικονομία ήταν εξουθενωμένη μετά από τρία χρόνια ‘σωτηρίας'. Αλλά η ανάκαμψη ήρθε και η χώρα μπήκε σε ταχύτατους ρυθμούς ανάπτυξης. Δέκα χρόνια μετά, το ΑΕΠ είναι σχεδόν διπλάσιο, το Μπουένος Άιρες σφύζει από ζωή, η χώρα παραμένει ανοιχτή και με έντονη διεθνή παρουσία. Παράλληλα, η κατανομή του εισοδήματος έχει βελτιωθεί σημαντικά καθώς το μερίδιο της εργασίας στο ΑΕΠ ανέβηκε από περίπου 30% το 2001 στο 50% το 2011.

Η Αργεντινή αντιμετωπίζει τώρα νέα προβλήματα, παρότι η ανάπτυξη για το 2011 ήταν και πάλι ταχύτατη, με ρυθμό 8,9%. Τα εξωτερικά πλεονάσματα περιορίζονται, εμφανίστηκε δημοσιονομική στενότητα, ο πληθωρισμός κινείται στο 15-20% και υπάρχει μεγάλη διαρροή κεφαλαίων. Ο δευτερογενής τομέας χρειάζεται άμεσα παραγωγική ανασυγκρότηση. Το εντυπωσιακό όμως είναι ότι η χώρα ψάχνει για ριζοσπαστικές λύσεις, μακριά από τις αποτυχημένες πολιτικές του ΔΝΤ. 

Η Κριστίνα Φερνάντες ντε Κίρχνερ κυριαρχεί στην πολιτική σκηνή και οι Περονιστές έχουν κάνει στροφή προς τα αριστερά. Αντιλαμβάνονται ότι ο πληθωρισμός πρέπει να ελεγχθεί μέσω της ανάπτυξης και χωρίς να χαθούν τα κέρδη στην κατανομή του εισοδήματος. Η κεντρική τράπεζα, υπό την διοίκηση της ξεχωριστής Μερσέντες ντελ Ποντ, στοχεύει πλέον στην υψηλή απασχόληση και όχι μόνο στη σταθερότητα των τιμών. Η χώρα σκέφτεται σοβαρά να υιοθετήσει βιομηχανική πολιτική για ανάπτυξη στηριγμένη στις εγχώριες πηγές, με έλεγχο του πιστωτικού συστήματος. Θα υπάρξει οπωσδήποτε σύγκρουση με τον τραπεζικό τομέα, τους γαιοκτήμονες και άλλους συντηρητικούς κύκλους, αλλά οι προοπτικές είναι θετικές για τα λαϊκά στρώματα. 

Η Ελλάδα δεν είναι πράγματι Αργεντινή. Έχει πολύ υψηλότερο κατά κεφαλήν εισόδημα και μετέχει στην ΟΝΕ, ένα νομισματικό πλαίσιο πολύ πιο δεσμευτικό από την πρόσδεση του πέσο με το δολάριο, γεγονός που κάνει την ύφεση βαθύτερη. Η συρρίκνωση του ελληνικού ΑΕΠ από το 2008 μέχρι το τέλος του 2012 πιθανόν να αγγίξει το ποσοστό της συνολικής μείωσης του ΑΕΠ της Αργεντινής σε όλη τη διάρκεια της κρίσης της. Για την Ελλάδα φυσικά έπεται συνέχεια, χωρίς να έχει εκλείψει το φάσμα της εξόδου από το ευρώ. Η ΟΝΕ επέτρεψε επίσης στις ελληνικές τράπεζες να έχουν συνεχή πρόσβαση σε ρευστότητα από την ΕΚΤ, ενώ οι τράπεζες της Αργεντινής δεν είχαν αντίστοιχη δυνατότητα.

Η ουσιαστικότερη όμως διαφορά είναι ότι η ΕΕ λειτουργεί καταναγκαστικά επί του ελληνικού πολιτικού συστήματος, το οποίο τρέμει και στην ιδέα της εξόδου από την ΟΝΕ. Η πειθάρχηση στην πολιτική του Βερολίνου είναι πλήρης, χωρίς ίχνος ανεξαρτησίας. Το πολιτικό σύστημα θα προτιμήσει να μεταβάλει την Ελλάδα σε χώρα φτωχών, παρά να έρθει σε ρήξη με την ΕΕ.

Ακριβώς γι' αυτό το λόγο, οι πολιτικές εξελίξεις στη χώρα μας πιθανώς θα είναι πιo ραγδαίες και ριζοσπαστικές απ' ότι στην Αργεντινή. Η συνταγή της τρόικας εντείνει την οικονομική διάλυση και ωθεί προς την κοινωνική έκρηξη. Όταν θα φτάσει η ώρα της κρίσεως, οι δυνάμεις που θα βάλουν την Ελλάδα σε τροχιά ανάπτυξης και κοινωνικής δικαιοσύνης θα χρειαστεί να πάνε πιό πέρα από το Νέστορ Κίρχνερ και την Κριστίνα Φερνάντες.

 

* Ο κ. Κώστας Λαπαβίτσας είναι καθηγητής Οικονομικών στη Σχολή Ανατολικών και Αφρικανικών Μελετών (SOAS) του Πανεπιστημίου του Λονδίνου.

 

ΠΗΓΗ: Hμερομηνία δημοσίευσης: 01-04-12, http://news.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_columns_2_01/04/2012_477661

 

Περί ανταγωνιστικότητας & πράσιν' άλογα

Περί ανταγωνιστικότητας και άλλων συναφών πράσινων αλόγων

 

Του Κώστα Γεώρμα*


 

Ο Γκρέι στο βιβλίο Η Αλ Κάιντα και η νεωτερικότητα σημειώνει για τις επιδόσεις του ΔΝΤ: «Σίγουρα ο υποβιβασμός ενός σύγχρονου κράτους στο επίπεδο ενός τριτοκοσμικού καθεστώτος σε λιγότερο από μία δεκαετία είναι ένα αξιοσημείωτο επίτευγμα. Ωστόσο οι πολιτικές του ΔΝΤ στην Αργεντινή δεν διαφέρουν από αυτές που έχει επιβάλει σε άλλες χώρες. Καθώς διαμορφώνει την πορεία του προχωρώντας από γκάφα σε γκάφα και από τη μία τσαπατσουλιά στην άλλη, οι στόχοι του ΔΝΤ δεν αλλάζουν σε όποια χώρα και αν εφαρμόζονται»[1]! Επίσης, ο υποφαινόμενος είχε σημειώσει παλιότερα:

«Γιατί αυτή η μονομανία… [στις συγκεκριμένες καταστροφικές πολιτικές] πέρα από τον προφανή λόγο ότι αυτού του είδους οι αναποτελεσματικές αντιλήψεις εξυπηρετούν κατά καιρούς συμφέροντα των ΗΠΑ και των συμμάχων τους; Μα γιατί αυτό είναι το εύκολο! Αντί να προχωρήσει στη μελέτη της ιδιαίτερης κατάστασης της κάθε χώρας και να συν-διαμορφώσει με τους δημόσιους θεσμούς της πολιτικές, μέτρα και ειδικά μοντέλα, η Τράπεζα [σ.σ.: στην περίπτωσή μας το ΔΝΤ] δρα κινούμενη από ιδεολογικό φανατισμό και με την ιεραποστολική διάθεση της εφαρμογής παντού ενός ορθού και μοναδικού νεοφιλελεύθερου μοντέλου» [2].

Αυτά για όσους εξακολουθούν να ρωτούν «μα γιατί, αφού η οικονομία καταστρέφεται, αυτοί επιμένουν στην ίδια πολιτική;». Στα παραπάνω προστίθεται φυσικά μία απάντηση που έχει αναλυθεί επαρκώς στην εφημερίδα «Το Ποντίκι»: αυτό που βασικά τους ενδιαφέρει είναι τα λεφτά τους και η νομισματική τους σταθερότητα. Με τους όρους που επιβάλλουν και με την υφιστάμενη υφή των πολιτικών μας ελίτ, είναι σίγουρο ότι τα λεφτά τους θα τα πάρουν και με το παραπάνω και με οποιονδήποτε δυνατό τρόπο, ακόμα και με τη σύληση του τάφου εντός του οποίου θα κείτεται η ελληνική κοινωνία και οικονομία.

Τέλος, την απάντηση στο ερώτημα συμπληρώνει μία διάσταση που δεν απασχολεί ιδιαίτερα τον δημόσιο διάλογο. Και αυτή δεν είναι άλλη από την απλή αλήθεια ότι δεν γνωρίζουν να κάνουν κάτι άλλο. Ούτε την εκπαίδευση διαθέτουν γι’ αυτό ούτε τις γνώσεις. Και σε τελική ανάλυση οι παχυλοί μισθοί τους και οι τρομακτικού ύψους ασφαλιστικές παροχές που απολαμβάνουν δεν τους επιτρέπουν να «δουν» την υφιστάμενη πραγματικότητα.

Όλοι οι υπαλληλίσκοι που έχουν διατελέσει κατά καιρούς στα ευαγή ιδρύματα του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου και του «αδελφού» οργανισμού της Παγκόσμιας Τράπεζας έχουν εμποτιστεί με τις οικονομικές αρχές της συναίνεσης της Ουάσινγκτον. Και σε αυτές τις αρχές κεντρικό ρόλο παίζει ο περιορισμός του κράτους, ώστε – μας λένε τόσο οι εκπρόσωποι του ΔΝΤ όσοι και διάφορα άλλα εγχώρια παπαγαλάκια – να «απελευθερωθούν» κεφάλαια για την «πραγματική οικονομία», αλλά και η μείωση του εργατικού κόστους (άλλη αγαπημένη επωδός των νεοφιλελεύθερων και σοσιαλφιλελεύθερων ελίτ), ώστε να αυξηθεί η ανταγωνιστικότητα.

Η αναισχυντία αποτελεί το ανώτατο στάδιο των ξένων και ελληνικών ελητειών. Την ίδια ώρα που τα δισ. πετάνε προς διάφορες νήσους με εξωτικά ονόματα και προς Ελβετία μεριά (υπολογίζονται για το 2011 σε πάνω από 69 δισ.!), οι «φάροι της οικονομικής σκέψης» μάς μιλάνε για ανάγκες απελευθέρωσης κεφαλαίων! Την ίδια ώρα που μας μιλάνε για εργατικό κόστος, δεν μας λένε ότι το 20% πλέον του εργατικού δυναμικού της χώρας αποτελείται από μετανάστες, στη συντριπτική πλειονότητά τους παράνομους. Αν σε αυτούς συνυπολογίσουμε τη μαύρη εργασία των Ελλήνων, καταλαβαίνουμε πόσο σοβαρές είναι οι συνέπειες για τα ταμεία από διαφυγόντα έσοδα (εισφορές και φόροι) και τι περιορισμό του εργασιακού κόστους συνεπάγονται όλα αυτά. Και όχι τυχαία το γεγονός αποσιωπούν τόσο η ΓΣΕΕ όσο και ο ΣΕΒ και οι λοιποί κοινωνικοί εταίροι.

Επίσης, την ίδια ώρα που μιλάμε για ευελιξία στην αγορά εργασίας, δεν λαμβάνεται υπ’ όψιν το γεγονός ότι μεγάλο μέρος των εργοδοτών έχει επιβάλει εξοντωτικά ωράρια στους εργαζόμενους, ότι η μερική και εκ περιτροπής απασχόληση στις πλείστες των περιπτώσεων υποκρύπτει πλήρη απασχόληση, ότι οι διάφορες ρυθμίσεις στα εργασιακά καταστρατηγούνται σε καθημερινή βάση. (Ως γνωστόν, το ΣΕΠΕ, που υποτίθεται ότι θα καθίστατο «πυλώνας» στην καταπολέμηση της μαύρης εργασίας, έχει μετατραπεί από την κυβέρνηση σε κέντρο συλλογής στατιστικών δεδομένων και τηλεφωνικό κέντρο καταγγελιών!).

Οι ιστορίες από τους εργασιακούς χώρους είναι ανατριχιαστικές. Αναφέρεται χαρακτηριστικά ιστορία εξαγωγικής εταιρείας, στην οποία ο επιχειρηματίας εξαναγκάζει τους εργαζόμενους να μένουν χωρίς λόγο μέχρι αργά για να του κάνουν παρέα και να πίνουν ουζάκι! Θα αναφέρω άλλο ένα στοιχείο, προς επίρρωση του επιχειρήματος που θα αναπτύξω παρακάτω: Καθημερινά, είμαστε αποδέκτες καταλόγων επιχειρηματιών που δεν εκπληρώνουν τις υποχρεώσεις τους αναφορικά με την απόδοση είτε του ΦΠΑ είτε των φόρων είτε των εργοδοτικών εισφορών. Μας κάνει εντύπωση ότι το γεγονός παραμένει ασχολίαστο. Από τις αρμόδιες υπηρεσίες όλους αυτούς τους κυρίους δεν μπήκε κανείς στον κόπο ποτέ να τους καλέσει; Ή να υποθέσουμε ότι το ζήτημα διευθετήθηκε, πολιτικά ή και με άλλους τρόπους, «αρμοδίως»;

Το κράτος ως φορέας ανταγωνιστικότητας

Τα παραπάνω αποτελούν, θεωρώ, την πεμπτουσία του προβλήματος της ανταγωνιστικότητας της χώρας. Το πρόβλημα της χώρας είναι ότι η τριαντακονταετής διακυβέρνηση της πασοκικής νοοτροπίας – που βέβαια εξέφραζε τη νοοτροπία ποικίλων πολιτικών σχηματισμών – έχει αφήσει πίσω της ένα διαλυμένο κράτος και μία παρακμιακή και λαμογιακή επιχειρηματικότητα.

Το πρόβλημα της ανταγωνιστικότητας της χώρας δεν είναι οι μισθοί, είναι οι θεσμοί! Οι άρχουσες ελητείες και οι ανίκανοι τροϊκανοί γραφειοκράτες το γνωρίζουν αυτό, αλλά το παραβλέπουν γιατί αυτό απαιτεί εθνικό μακροχρόνιο σχεδιασμό: ελίτ που έχουν την αίσθηση του εθνικού συμφέροντος, ελίτ που, αντί να χαριεντίζονται στις τηλεοράσεις, ιδρώνει ο κώλος τους για να παραγάγουν προτάσεις και προγράμματα! Χρειάζεται ελίτ με ήθος και συνέπεια. Και πάνω απ’ όλα χρειάζεται ισχυρό κράτος!

Να τι αναφέρει ο Περουβιανός Ριβέρο: «Στην πράξη οι μόνες χώρες που έχουν κατορθώσει να ξεφύγουν από την υπανάπτυξη είναι εκείνες στις οποίες το κράτος, με το να καταστεί επιχειρηματίας, έχει προσφέρει την υποστήριξή του στους ικανούς καπιταλιστές με δυνητικά ανταγωνιστικά προτερήματα στις εξαγωγές» [3].

Το ότι το κύριο ζήτημα στην κατάκτηση της ανταγωνιστικότητας είναι η ύπαρξη στιβαρών θεσμών αποδέχονται και οι ίδιοι οι συντάκτες της Παγκόσμιας Έκθεσης Ανταγωνιστικότητας 2011-2012, οι οποίοι βέβαια μόνο για… φιλεργατισμό δεν μπορούν να κατηγορηθούν, αφού η Έκθεση αποτελεί μία από τις δραστηριότητες του Παγκόσμιου Οικονομικού Φόρουμ[4].

Δεν θα περίμενε βέβαια κανείς από τους μεγαλόσχημους φάρους της ελληνικής γνώσης και της πολιτικής σκέψης, αυτά τα ανθρωπάκια που οδηγούν ένα ολόκληρο έθνος στην εξαθλίωση και παρελαύνουν στα αγαπημένα τους μέσα ενημέρωσης ενημερώνοντάς μας ότι δεν μπήκαν καν στον κόπο να διαβάσουν το μνημόνιο, να έχουν ενσκήψει σε τέτοια κείμενα, των οποίων η ανάγνωση θα τους βοηθούσε άλλωστε και να διαπραγματευτούν.

Ας δούμε κάποια στοιχεία από την Έκθεση. Κατ’ αρχάς στις πρώτες θέσεις βρίσκονται χώρες με υψηλά επίπεδα μισθών και φορολογίας!

 ● Η Σουηδία κατέχει την τρίτη θέση.

 ● Η Φινλανδία την τέταρτη.

 ● Η Γερμανία την έκτη.

 ● Την όγδοη θέση κατέχει η Ολλανδία.

 ● Και την ένατη η Δανία.

Ακόμη πιο ενδιαφέρον είναι το γεγονός ότι αυτές οι χώρες καταλαμβάνουν τις πρώτες θέσεις παρότι τα προηγούμενα χρόνια αυξανόταν το εργασιακό τους κόστος[5]!

Όσον αφορά την Ελλάδα, σύμφωνα με τις απαντήσεις των Ελλήνων επιχειρηματιών, οι πέντε περισσότερο προβληματικοί παράγοντες για την επιχειρηματικότητα ήταν, κατά σειρά, η αναποτελεσματική κυβερνητική γραφειοκρατία, η πρόσβαση στη χρηματοδότηση, η διαφθορά, οι φορολογικές ρυθμίσεις και η αστάθεια στις πολιτικές[6]. Ως έβδομος παράγοντας κατατάσσονται οι αυστηρές εργασιακές ρυθμίσεις, ενώ οι μισθοί ούτε καν αναφέρονται στην πρώτη δεκαπεντάδα. Ας δούμε και κάποιους προβληματικούς τομείς για την Ελλάδα, όπως αναφέρονται στην Έκθεση[7]:

ΔΕΙΚΤΗΣ

ΚΑΤΑΤΑΞΗ

(στις 142 χώρες)

1.03 Διοχέτευση δημοσίων κονδυλίων

102

1.04 Εμπιστοσύνη στους πολιτικούς

123

1.08 Κατασπατάληση κυβερνητικών δαπανών

131

1.09 Βάρος κυβερνητικών ρυθμίσεων

133

1.12 Διαφάνεια στη διαμόρφωση κυβερνητικών πολιτικών

109

3.02 Καταθέσεις ως ποσοστό του ΑΕΠ

137

3.05 Γενικό δημόσιο χρέος

141

5.03 Ποιότητα εκπαιδευτικού συστήματος

120

5.08 Έκταση κατάρτισης προσωπικού

114

6.04 Έκταση και αποτέλεσμα φορολογίας

128

6.06 Αριθμός διαδικασιών για την έναρξη επιχείρησης

134

6.14 Εισαγωγές ως ποσοστό του ΑΕΠ

131

7.01 Συνεργασία στις σχέσεις εργοδοτών – εργαζομένων

130

7.05 Ευελιξία στον καθορισμό των μισθών

135

7.06 Μισθοί και παραγωγικότητα

122

7.08 Διαρροή εγκεφάλων (Brain drain)

119

8.04 Ευκολία πρόσβασης σε δάνεια

111

11.03 Κατάσταση ανάπτυξης συστάδων επιχειρήσεων

115

12.03 Εταιρικές δαπάνες σε Έρευνα & Ανάπτυξη

129

12.04 Συνεργασία πανεπιστημίων – βιομηχανίας σε Ε&Α

120

Πραγματικά δεν θα θέλαμε να ταράξουμε τη ναρκισσιστική αυταρέσκεια των πολιτικών μας ταγών, τη σωρεία πανεπιστημιακών καθηγητών που αγωνιούν για να μας σώσουν αναλαμβάνοντας κυβερνητικούς θώκους, τους κατοικούντες σε… ουράνιες συχνότητες δημοσιογράφους, τους εκπροσώπους των κοινωνικών εταίρων που αγωνιούν εάν θα τους καταγγείλει το ΠΑΜΕ ότι τρώνε αστακούς ή εάν έχει κυκλοφορήσει κανένας νέος καλλιτεχνικός ουρητήρας στην αγορά της Νέας Υόρκης, τα μετριοπαθή μέτωπα λαμόγιων και ανικάνων που διοργανώνουν ημερίδες για να διαγνώσουν ότι το μέγιστο πρόβλημά μας είναι ο… λαϊκισμός, αλλά η ανταγωνιστικότητα δεν είναι ζήτημα της οικονομίας.

● Είναι ζήτημα κουλτούρας μίας ολόκληρης κοινωνίας.

● Είναι ζήτημα τρόπου ζωής και κατανάλωσης.

● Είναι ζήτημα σεβασμού προς το εγχώριο εργατικό δυναμικό, το οποίο μάλιστα η Έκθεση περί ανταγωνιστικότητας θεωρεί πως είναι ό,τι πιο πολύτιμο διαθέτουμε αυτή τη στιγμή!

● Είναι ζήτημα «μίας κοινωνίας με συνοχή, ενότητα και αλληλεγγύη, με αίσθημα δικαιοσύνης και κατανόησης στους αδυνάμους» [8].

● Είναι ζήτημα, όπως μας λέει ο Λας, της βαθιάς αίσθησης του ιστορικού χρόνου και της μέριμνας για τις επόμενες γενεές[9].

Και όπως αναφέρει ο – επίσης Λατινοαμερικάνος – μελετητής Μπρεσέρ – Περέιρα:

«Μία χώρα που είναι ανεπτυγμένη στον οικονομικό, κοινωνικό και πολιτικό τομέα είναι ένα έθνος που υπηρετείται επαξίως από ένα ισχυρό κράτος, ικανό να ρυθμίζει μία ελεύθερη και αποδοτική αγορά. Συνεπώς το κράτος και η αγορά είναι θεσμοί της κοινωνίας – τα όργανά της για συλλογική δράση και τα κύρια εργαλεία για την επίτευξη των στόχων κάθε κοινωνίας. Το πρωτεύον όργανο είναι το κράτος. Η αγορά, κοινωνικά δομημένη και πολιτικά ρυθμιζόμενη, είναι το συμπλήρωμά του. Όσο πιο ισχυρός είναι ο ένας θεσμός, τόσο ισχυρότερος θα είναι ο άλλος» [10].

* Ο Κώστας Γεώρμας είναι Δρ. Κοινωνιολογίας – Συγγραφέας, Εισηγητής στην Εθνική Σχολή Δημόσιας Διοίκησης

Παραπομπές

[1] Τζον Γκρέι, Η Αλ Κάιντα και η νεωτερικότητα, Εκδόσεις Μεταίχμιο, Αθήνα, 2004, σελ. 84.

[2] Βλέπε και την, προφητική επιτρέψτε μου να πω, ανάλυσή μου στο βιβλίο Κωνσταντίνος Δ. Γεώρμας, Παγκοσμιοποίηση και φτώχεια. Τα ιδεολογικά πλαίσια και οι πολιτικές των διεθνών οργανισμών για την καταπολέμηση της φτώχειας, Εκδόσεις Μεταίχμιο, Αθήνα, 2006, σελ. 75-84 και 293-295.

[3] Παράθεση από το βιβλίο Παγκοσμιοποίηση και φτώχεια, όπ. παρ. Για όποιον ενδιαφέρεται για το βιβλίο ας κοιτάξει Rivero de Oswaldo, The Myth of Development: The Non-viable Economies of the 21st Century, Zed Books, Λονδίνο, 2001.

[4] Για το πόσο φτωχός είναι ο λόγος περί ανταγωνιστικότητας στη χώρα μας αξίζει κάποιος να κοιτάξει προσεκτικά αυτή την έκθεση: World Economic Forum, The Global Competitiveness Report 2011-2012, Geneva, 2011.

[5] Βλέπε τα ενδιαφέροντα στοιχεία του ΟΟΣΑ http://stats.oecd.org/index.aspx?DatasetCode=ULC_QUA. Μειώσεις του εργασιακού κόστους έχουμε μετά την εκδήλωση της κρίσης (από το 2010) και όχι σε όλες τις χώρες. Για παράδειγμα στην Ολλανδία αυτό εξακολουθεί να αυξάνεται.

[6] The Global Competitiveness Report 2011-2012, Country/Economy Profiles, Greece.

[7] Το γεγονός ότι η Έκθεση θεωρεί ως προβληματικό έναν τομέα, δεν σημαίνει ότι αυτό υιοθετείται και από εμάς. Παραθέτουμε τα στοιχεία για να δείξουμε την απόσταση του διεθνούς, έστω και παγκοσμιοποιημένου διαλόγου, από τον εσωτερικό.

[8] Δημήτρης Ριζούλης (επιμ.), Η Δικαίωση. Οι μεγάλες αλήθειες του Αρχιεπισκόπου Χριστόδουλου, Εκδόσεις Δημοκρατία, 2012, σελ. 46.

[9] Christofer Lasch, The Culture of Narcissism. American Life in An Age of Diminishing Expectations, W.W. Norton & Company, 1979, σελ. 5.

[10] Βλέπε Carlos Bresser-Pereira, «Assault on the State and on the Market: Neoliberalism and Economic Theory», Estudos Avancados 23 (66), 2009.

 

 ΠΗΓΗ: ΤΡΙΤΗ, 28 ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ 2012, http://topontiki.gr/article/31073

Ανατίναξη πρωτογενούς τομέα & ο μύθος της αυτάρκειας

Η ανατίναξη του πρωτογενούς τομέα και ο μύθος της αυτάρκειας

 

Του Δημήτρη Κοδέλα

 

 

Η οικονομική κρίση έχει ήδη αναδείξει ως μια βασική αιτία της το μοντέλο ανάπτυξης που ακολουθήθηκε στην χώρα τις τελευταίες δεκαετίες και το οποίο οδήγησε στην παραγωγική αποδιάρθρωση, στη βύθιση του πρωτογενή τομέα, στην εκτίναξη του εμπορικού ελλείμματος, στην αύξηση της εξάρτησης από τις αυξανόμενες εισαγωγές. Για τη γεωργία το ζήτημα παίρνει ευρύτερες διαστάσεις, αφού αφορά την ικανότητα διατροφής του πληθυσμού, την αποφυγή τελικά μιας επισιτιστικής κρίσης.

Ειδικά το ζήτημα της διατροφικής αυτάρκειας αναδεικνύεται σε μείζον λόγω:

α) της διαρκούς οικονομικής αιμορραγίας της χώρας λόγω του ελλείμματος στο ισοζύγιο αγροτικών προϊόντων,

β) της αδυναμίας διαμόρφωσης οποιασδήποτε ανεξάρτητης πολιτικής, αν δεν αντιμετωπιστεί η αγροδιατροφική εξάρτηση,

γ) των έντονων διακυμάνσεων των διεθνών τιμών των τροφίμων[1] και στις οποίες αδυνατεί μια χώρα να παρέμβει όταν τα εισάγει. Το ζήτημα αυτό το κατανοεί πλέον o περισσότερος κόσμος, όταν αναρωτιέται πώς μπορεί να υπάρχει άλλη πορεία για τη χώρα, χωρίς να είμαστε παραγωγικοί;

Ελλειμματική γεωργία – «ελλειμματική» αυτάρκεια

Τα στοιχεία για τη γεωργία παρουσιάζουν εικόνα κατάρρευσης. Η παραγωγική αποδιάρθρωση οδήγησε σε ένα συνεχώς διογκούμενο έλλειμμα στο ισοζύγιο αγροτικών προϊόντων το οποίο ξεπέρασε τα 3 δισ. ευρώ το 2008 (Πίνακας 1) [2]

Ανάμεσα στο 1998 και το 2008 το έλλειμμα του ισοζυγίου αγροτικών προϊόντων αυξανόταν με ετήσιο ρυθμό 10,9%. Συνολικά τη δεκαπενταετία 1994-2008 το έλλειμμα στα αγροτικά προϊόντα αυξήθηκε κατά 529%. To αγροτικό εισόδημα μόνο την πενταετία 2006-2010 μειώθηκε κατά 13,5% και στο διάστημα 2005-2010 η συνολική αξία φυτικής και ζωικής παραγωγής υπέστη μείωση κατά 28%.[3]

Σε βασικά διατροφικά είδη η χώρα έγινε ελλειμματική και το έλλειμμα σε αγροτικά προϊόντα και τρόφιμα έφτασε τα τελευταία 10 χρόνια (2001-2010) αθροιστικά στο τρομακτικό ποσό των 23 δισ. Ευρώ! [4]

Χρόνια πληγή του αγροτικού ισοζυγίου αποτελούν το κρέας και τα γαλακτοκομικά προϊόντα, το έλλειμμα των οποίων, για το 2008, έφτασε τα 2,1 δισ. ευρώ. Το 99% των εισαγωγών αυτών των προϊόντων γίνεται από την Ε.Ε., αποκαλύπτοντας ποιος είναι ο κυρίως ωφελημένος από την αποδιάρθρωση της εγχώριας παραγωγής. Το αρνητικό ισοζύγιο όσον αφορά στην κτηνοτροφία εκτινάσσεται, μάλιστα, ακόμα παραπάνω, αν προστεθεί και το έλλειμμα στο ισοζύγιο των ζωοτροφών που έφθασε το 2008 τα 355 εκατ. ευρώ, εκ των οποίων τα 216 από χώρες της Ε.Ε.

Η πορεία αυτή είχε ως συνέπεια τον περιορισμό της αυτάρκειας σε βασικά προϊόντα και την αύξηση της διατροφικής εξάρτησης της χώρας. Στον πίνακα 2 [5]  φαίνεται πιο ειδικά η μεταβολή του βαθμού αυτάρκειας σε κρέας.

Ακόμα, όμως, και σε δυναμικούς κλάδους με αυξημένο εξαγωγικό ενδιαφέρον δεν είναι λίγα τα «παράδοξα». Έτσι, εξάγουμε λαχανικά αξίας 106 εκατ. ευρώ, ενώ εισάγουμε λαχανικά αξίας 122 εκατ. ευρώ. Το πιο εντυπωσιακό είναι ότι οι βασικές χώρες εισαγωγής λαχανικών ήταν η Ολλανδία με 29 εκατ. ευρώ, η Γερμανία με 18 εκατ. ευρώ, η Γαλλία με 16 εκατ. Ευρώ, η Ιταλία με 15,1 εκατ. ευρώ και το Βέλγιο με 15 εκατ. ευρώ! [6]

Συνολικά ο τομέας των φρούτων και λαχανικών, που θεωρείται ατμομηχανή των αγροτικών εξαγωγών καλύπτοντας περίπου το 33% των εξαγωγών, παρουσίασε την περίοδο 2000-2008 αύξηση των εισαγωγών με ετήσιο ρυθμό 24,4%, έναντι ρυθμού αύξησης των εξαγωγών της τάξης του 5,2 %. Στον τομέα του ελαιολάδου και λιπών φυτικής προέλευσης την περίοδο 2000-2008 παρουσιάζεται εντυπωσιακή αύξηση των εισαγωγών με ετήσιο ρυθμό 72,1%, ενώ οι εξαγωγές των αντίστοιχων προϊόντων παρουσίασαν μείωση κατά 5% ετησίως![7] Στα δημητριακά, από πλεόνασμα το 1994 φτάσαμε σε έλλειμμα 350 εκατ. ευρώ το 2008. Ζάχαρη και καπνός τείνουν να εξαφανιστούν… Η ανεξέλεγκτη εισαγωγή αγροτικών προϊόντων στη χώρα αποτυπώνει την πλήρη αποδιοργάνωση του αγροτικού τομέα, ως συνέπεια των συνεχών αντιαγροτικών μεταρρυθμίσεων της ΚΑΠ, της φιλελευθεροποίησης της αγροτικής οικονομίας και της κατάργησης των όποιων περιορισμών στις εισαγωγές.

Η οικονομική αιμορραγία δεν σταματά, όμως, εδώ. Στον τομέα των εισροών (αγροτικά εφόδια, μηχανήματα, λιπάσματα, ζωοτροφές, σπόροι) διαρκώς εδραιώνεται η κυριαρχία των πολυεθνικών. Για να έχουμε εικόνα για τι ακριβώς μεγέθη συζητάμε, οι επενδύσεις μόνο σε μηχανήματα και εξοπλισμό μεταφορών ξεπέρασαν το 2008 τα 20 δισ. ευρώ.[8]  Η εξάρτηση αφορά και στον τομέα της επιστήμης και τεχνολογίας. Τα εθνικά ερευνητικά ιδρύματα απαξιώνονται χρόνο με το χρόνο, ενώ προβλέπεται η περαιτέρω συρρίκνωσή ή και το κλείσιμό τους. Η όποια έρευνα χρηματοδοτείται πλέον, άρα και ελέγχεται, από εταιρίες.

Συμπερασματικά, η ελληνική γεωργία, και ειδικά οι μικρομεσαίοι αγρότες, βρίσκεται σε πορεία κατάρρευσης, εγκλωβισμένη στις αντιαγροτικές κατευθύνσεις της ΚΑΠ (που εκφράζει τους συμβιβασμούς και τα συμφέροντα των ισχυρών χωρών της Ε.Ε. στον ΠΟΕ), ανοχύρωτη απέναντι στα φθηνά τρόφιμα που παράγονται με υπερεκμετάλλευση της εργατικής δύναμης ή των εξαθλιωμένων αγροτών σε τρίτες χώρες και των υπερ-εντατικοποιημένων μορφών καλλιέργειας, πλήρως εκτεθειμένη στα διεθνή καρτέλ του αγροδιατροφικού τομέα και στη χρηματιστικοποιημένη γεωργία (πρώτες ύλες και τρόφιμα).

Από το χωράφι στο ράφι

Αν στόχος της γεωργίας είναι η κάλυψη των διατροφικών αναγκών του πληθυσμού, τότε το πρόβλημα δεν αφορά μόνο στο ζήτημα της «τυπικής» αυτάρκειας σε τρόφιμα αλλά και το κατά πόσο αυτά μπορούν να φτάσουν στο οικογενειακό τραπέζι.

Είναι γνωστή η ψαλίδα μεταξύ των τιμών παραγωγού και της τιμής που πληρώνει ο καταναλωτής με την παρεμβολή πολλών μεσαζόντων. Ο παραγωγός αμείβεται φθηνά και ο καταναλωτής πληρώνει ακριβά. Αυτή η διαφορά σε συνθήκες κρίσης μπορεί να είναι ολέθρια, τόσο για τον παραγωγό όσο και για τον καταναλωτή. Από τη μια το αυξανόμενο κόστος καλλιέργειας και η χαμηλή ζήτηση οδηγούν σε μείωση των τιμών παραγωγού, με κίνδυνο να ενταθούν οι τάσεις εγκατάλειψης και υποκαλλιέργειας και από την άλλη ο καταναλωτής, με διαλυμένο το εισόδημα, αδυνατεί να προμηθευτεί βασικά διατροφικά αγαθά.

Εδώ έχει σημασία μια ειδική αναφορά στις μεγάλες αλυσίδες λιανικής πώλησης τροφίμων (super markets, cash and carry) οι οποίες στη χώρα μας παρουσίασαν την περίοδο 1992-2009 αύξηση του μέσου ετήσιου ρυθμού πωλήσεων 13%, με το 75% των συνολικών πωλήσεων να αφορούν τρόφιμα και ποτά. Μάλιστα, οι 5 μεγαλύτερες αλυσίδες του κλάδου καταγράφουν το 45% των συνολικών πωλήσεων, ενώ είναι συνεχή τα κρούσματα αισχροκέρδειας που καλύπτονται με διάφορους τρόπους (εκ των υστέρων πιστωτικά τιμολόγια έκπτωσης κ.ά.).[9] Έτσι, η εφοδιαστική αλυσίδα τροφίμων παρουσιάζει έντονα στοιχεία υπερσυγκέντρωσης και ελέγχου της διακίνησης τροφίμων από μια χούφτα εταιρίες.

Τελικά έχουμε διατροφική αυτάρκεια;

Σε ανακοίνωσή της με τίτλο «Αυτάρκεια αγροτικών-διατροφικών προϊόντων» (Γενάρης 1012) η ΠΑΣΕΓΕΣ καταλήγει στο εξής συμπέρασμα: «Το ποσοστό αυτάρκειας της χώρας σε μία σειρά βασικών αγροτικών-διατροφικών προϊόντων φυτικής και ζωικής παραγωγής για το έτος 2010, ανέρχεται κατά μέσο όρο στο 94% περίπου». Η συγκεκριμένη είδηση αναπαράχθηκε από πλειάδα Μέσων Ενημέρωσης και μπλογκ, ακόμα και από μέσα και ανθρώπους της Αριστεράς. [10]

Δυστυχώς, το αισιόδοξο αυτό συμπέρασμα εξάγεται από τους πίνακες που παρατίθενται στην εν λόγω μελέτη, μόνο αν εγκαταλειφθεί κάθε επιστημονική μέθοδος και η κοινή λογική (δείτε το σχετικό γράφημα).

Βασικό στοιχείο αναξιοπιστίας του συμπεράσματος είναι ότι η αυτάρκεια της τάξης του 94% προκύπτει ως μέσος όρος των ποσοστών αυτάρκειας πολλών διαφορετικών (ούτε καν ομοειδών) σε διατροφική αξία και οικογενειακή κατανάλωση αγροτικών προϊόντων. Έτσι, φτάνουμε στο εξής παράλογο: το έλλειμμα σε βόειο κρέας (30% αυτάρκεια) να αντισταθμίζεται από την υπερπαραγωγή βρώσιμης ελιάς (600% αυτάρκεια)!

Ένας πιο ουσιαστικός τρόπος για να αναλύσουμε την αυτάρκεια των προϊόντων θα ήταν να εξετάσουμε την αυτάρκεια κάθε προϊόντος ή ομοειδών προϊόντων (π.χ. κρέας) σε σχέση με τη σημασία τους στη διατροφή και το πόσα χρήματα από τον οικογενειακό προϋπολογισμό δαπανώνται για αυτά.

Μελετώντας τα στοιχεία της ΕΣΥΕ από την έρευνα των οικογενειακών προϋπολογισμών για το έτος 2004/2005 θα παρατηρούσαμε ότι:

α) τα είδη διατροφής αποτελούν τη σημαντικότερη δαπάνη των νοικοκυριών, απορροφώντας το 17,4% (306 ευρώ) του μηνιαίου προϋπολογισμού.

β) Ανάμεσα στα διάφορα διατροφικά είδη μόνο το κρέας, τα γαλακτοκομικά και τα αβγά, στα οποία είμαστε με χαμηλό δείκτη αυτάρκειας, αφορούν το 40,48% (124 ευρώ) των εξόδων για διατροφή με ποσοστά 22,08% και 18,40% αντίστοιχα. Επομένως, τα είδη στα οποία δαπανάται μεγάλο μέρος του λαϊκού εισοδήματος είναι αυτά στα οποία παρουσιάζουμε χαμηλό βαθμό αυτάρκειας και υψηλή εξάρτηση από τις εισαγωγές. [11]

Η παραγωγική ανασυγκρότηση προϋπόθεση ανεξάρτητης πορείας

Η αναγνώριση των δυσκολιών και της ζημιάς που έχει επιφέρει η εδώ και τρεις δεκαετίες αναδιάρθρωση-αποδιάρθρωση της ελληνικής γεωργίας, δεν οδηγεί φυσικά στην αντίληψη της ψωροκώσταινας και του ραγιαδισμού, ούτε σημαίνει ότι είναι αδύνατη μια διαφορετική πορεία. Αντίθετα, οφείλουμε να εντοπίσουμε τον κρίσιμο ρόλο που έχει η παραγωγική ανασυγκρότηση της χώρας, για να ξεφύγουμε από την εξάρτηση και την απομύζηση.

Ειδικά εάν κάτω από την κινητοποίηση του λαϊκού παράγοντα οδηγηθούμε σε μια πορεία ρήξεων με την τρόικα και το διευθυντήριο των Βρυξελλών, τότε η παραγωγική ανασυγκρότηση με στόχο η οικονομία μας να σταθεί στα πόδια της και να καλυφθούν οι επισιτιστικές ανάγκες του πληθυσμού θα βρεθεί στην ημερήσια διάταξη και θα είναι – πιθανόν – όρος ύπαρξης της όποιας μεταβατικής νέας κατάστασης.

Αλλαγές στην αντιμετώπιση του υποσιτισμού και της πείνας

Το πρόβλημα του υποσιτισμού είναι ήδη εδώ. Τα φαινόμενα παιδιών που λιποθυμούν και των ουρών στα συσσίτια γίνονται πλέον εικόνες «συνηθισμένες». Η ραγδαία φτωχοποίηση μεγάλου τμήματος του πληθυσμού θα γιγαντώσει το πρόβλημα. Η λεηλασία στους μισθούς και η διαρκώς αυξανόμενη ανεργία μετατρέπουν σε δυσπρόσιτα βασικά είδη διατροφής. Ακόμα και προϊόντα στα οποία έχουμε αυτάρκεια δεν μπορούν να φτάσουν σε ανθρώπους που τα έχουν ανάγκη.

Επομένως, η αναγκαία ανασυγκρότηση της αγροτικής οικονομίας προϋποθέτει  ένα συνδυασμό πολιτικών με στοιχεία εθνικού σχεδιασμού, προστασίας της εγχώριας παραγωγής και ανάπτυξης (ειδικά της κτηνοτροφίας) με μοχλό τους μικρομεσαίους παραγωγούς, και κεντρικό στόχο την αυτάρκεια αγροτικών προϊόντων και την κάλυψη των διατροφικών αναγκών ολόκληρου του πληθυσμού. Παράλληλα, θα παίξουν σημαντικό ρόλο νέες αναγκαίες δομές στον αγροτικό χώρο με χαρακτηριστικά αποκέντρωσης και τοπικοποίησης, αλλά και μια νέα συλλογική-συνεταιριστική συνείδηση και οργάνωση. Θα απαιτηθεί στράτευση/αξιοποίηση του επιστημονικού δυναμικού της χώρας (που αυτή τη στιγμή βρίσκεται απαξιωμένο) στην παραπάνω κατεύθυνση με ταυτόχρονη αναβάθμιση των ερευνητικών ιδρυμάτων και αξιοποίηση της εμπειρίας και της γνώσης των ανθρώπων του χωραφιού. Θα πρέπει να οικοδομηθεί μια νέα προσέγγιση-σχέση του παραγωγού με το προϊόν που παράγει και με τον καταναλωτή για τον οποίο προορίζεται.

Ενδεικτικά [12] κάποιες πιο συγκεκριμένες ενέργειες μπορούν να είναι:

* Μείωση του κόστους καλλιέργειας για να μειωθεί το κόστος παραγωγής και οι τιμές των προϊόντων με περιορισμό στις τιμές καυσίμων και ενέργειας.

* Κατώτατες τιμές παραγωγού.

* Κοστολογικός έλεγχος σε πολυεθνικές αγροτικών εφοδίων, στις μεταποιητικές βιομηχανίες και στις αλυσίδες λιανικής πώλησης.

* Εναλλακτικοί, φθηνοί, ήπιοι και όσο το δυνατόν πιο φιλικοί στο περιβάλλον και στον άνθρωπο τρόποι καταπολέμησης ασθενειών και λίπανσης, ώστε να παράγονται ασφαλή τρόφιμα.

* Δημιουργία δημόσιας βιομηχανίας φυτοφαρμάκων και λιπασμάτων καθώς και μεταποιητικών βιομηχανιών με τη συμμετοχή και τον έλεγχο αγροτών και καταναλωτών.

* Σχεδιασμός εγχώριας κάλυψης της ζήτησης σε ζωοτροφές.

* Στήριξη της κτηνοτροφίας με κίνητρα για την απασχόληση νέων ανθρώπων σε ημιορεινές περιοχές.

* Πολιτικές και έργα ορθής διαχείρισης υδάτινων πόρων με κριτήριο τον κοινωνικό και ζωτικό χαρακτήρα του νερού.

* Περιορισμός και έλεγχος των μεσαζόντων, ενίσχυση λαϊκών αγορών, ενίσχυση δικτύων άμεσης διασύνδεσης παραγωγού-καταναλωτή.

* Δημοτικά προγράμματα αξιοποίησης ακαλλιέργητων εκτάσεων από ομάδες ανέργων.

* Άμεσο πρόγραμμα κάλυψης επισιτιστικών αναγκών ευπαθών κοινωνικών ομάδων.

* Αγορά προϊόντων από τους συνεταιρισμένους παραγωγούς και διάθεση στις ομάδες αυτές.

* Ανάπτυξη και στήριξη των κοινωνικών παντοπωλείων.

Τα παραπάνω μπορούν να εφαρμοστούν, βεβαίως, μόνο με μια πολιτική ρήξεων με την ΚΑΠ, σε συνδυασμό με αλλαγές και στην υπόλοιπη οικονομία (εθνικοποιήσεις, τράπεζες, ενέργεια κ.λπ.) και εντασσόμενες σε έναν ευρύτερο σχεδιασμό για την πολιτική, οικονομική και κοινωνική διέξοδο της χώρας.

Παραπομπές

[1] Πρώτες ύλες και τρόφιμα αποτελούν πλέον χρηματιστηριακά προϊόντα. Κερδοσκοπικά κεφάλαια ύστερα από την φούσκα των ακινήτων κινήθηκαν στον τομέα των πρώτων υλών και των τροφίμων εκτοξεύοντας τις τιμές τους. Η αύξηση των τιμών οφείλεται και στον έλεγχο της εμπορίας βασικών τροφίμων από λίγες πολυεθνικές που μπορούν “παίζοντας” με την προσφορά και την ζήτηση και καθορίζοντας την τιμή τους.

2. Πηγή: Eurostat, ΕΣΥΕ. Η πτωτική πορεία από το 2009 και μετά έχει να κάνει αποκλειστικά με τον περιορισμό της κατανάλωσης που πλήττει τις εισαγωγές, λόγω της κρίσης και των μνημονίων λιτότητας.

3. Πηγή: Eurostat, 23.08.2011

4. Επεξεργασία στοιχείων ΕΣΥΕ

5. Πηγή: Eurostat

6. Πηγή: Κώστας Μελάς. Η αγροτική παραγωγή.

7. Πηγή: ΕΣΥΕ

8. Πηγή: Εθνικοί Λογαριασμοί – ΕΛ.ΣΤΑΤ.

9. Πηγή: ICAP, Έρευνα αγοράς των Super Markets, 15/2/2011 –ΠΑΣΕΓΕΣ

10. Ισοσελίδα iskra, Δημήτρης Καζάκης κ.ά.

11. Πηγή: ΕΛ.ΣΤΑΤ.

12. Στις προτάσεις που κωδικά διατυπώνονται ισχύει κυριολεκτικά το «ενδεικτικά». Είναι μόνο κάποιες από ένα σύνολο πολιτικών και δράσεων που απαιτούνται και οι οποίες χρήζουν περαιτέρω επεξεργασίας.

 

ΠΗΓΗ: Δευτέρα, 05 Μάρτιος 2012, http://edromos.gr/index.php?option=com_k2&view=item&id=7795:…=51

Πως και Γιατί ξέσπασε η Κρίση Χρέους

 

Του Πέτρου Παπακωνσταντίνου


 

«Αν η Ελλάδα έσκαψε μόνη τον λάκκο της δανειζόμενη πέρα από τις δυνατότητές της, όπως πολλοί υποστηρίζουν, υπάρχει επίσης η εντεινόμενη αίσθηση ότι η συνταγή λιτότητας της τρόικας, με περικοπές δαπανών και αυξήσεις φόρων, θάβει ζωντανή την Ελλάδα μέσα στον λάκκο». Μ' αυτά τα λόγια υποδέχονταν, την περασμένη Κυριακή, οι New York Times την καρχηδόνια δανειακή συνθήκη, την οποία επέβαλαν στην Ελλάδα οι πιστωτές της. Στην ίδια εφημερίδα, ο Βρετανός οικονομολόγος Σάιμον Τίλφορντ απέκρουε τη μονόπλευρη ενοχοποίηση της χώρας μας, εκτιμώντας ότι «η αιτία που η Ελλάδα βρίσκεται σε αυτή τη θέση είναι η στρατηγική που της επέβαλε η τρόικα».

Ακόμη περισσότερο προχωρημένο ήταν το σχόλιο του Φρανσουά Σερζάν στη γαλλική Liberation υπό τον τίτλο «Κίνδυνοι»: «Κι αν γινόμαστε όλοι Ελληνες; Μήπως αυτό που επιβάλλεται σήμερα σ’ αυτή τη χώρα, αντικείμενο πιέσεων και εξευτελισμού από τους Ευρωπαίους εταίρους της, προοιωνίζεται εκείνο που θα συμβεί μια μέρα στην Ιταλία, την Πορτογαλία και γιατί όχι στη Γαλλία; (…) Εγκληση του πρωθυπουργού, εγκαθίδρυση ταπεινωτικής επίβλεψης των δημοσίων οικονομικών, επιδεικτική περιφρόνηση, ιδίως από τη Γερμανία, της εθνικής κυριαρχίας (…). Σήμερα είναι οι Έλληνες πολίτες και μεταξύ αυτών οι πιο φτωχοί και ανασφαλείς, που πληρώνουν το τίμημα. Για πόσο καιρό ακόμη θα αποδέχονται το απαράδεκτο»;

Την ίδια ώρα, από το βήμα της Βουλής των Ελλήνων ο μέχρι πρότινος πρωθυπουργός και πρόεδρος της Σοσιαλιστικής Διεθνούς εξέφραζε την ευγνωμοσύνη του στην τρόικα γιατί, λέει, είναι έτοιμη να παράσχει στην Ελλάδα μεγαλύτερη βοήθεια απ’ ό, τι έχει συμβεί για χώρες της υποσαχάριας Αφρικής. Αν αυτή είναι η νοοτροπία του πολιτικού μας προσωπικού, αντιλαμβάνεται κανείς τι είδους «διαπραγματεύσεις» είναι σε θέση να διεξάγει με τους δανειστές. Ωστόσο, ο μύθος του αμαρτωλού έθνους, που οφείλει να υποστεί αγόγγυστα την πτώση από τον υπεσχημένο ευρωπαράδεισο στη μνημονιακή Κοιλάδα των Δακρύων, όσο κι αν αναπαράγεται με μαζοχιστική ευκολία στην Ελλάδα, βρίσκει ολοένα και ισχυρότερο αντίλογο εντός και εκτός συνόρων.

ΑΛΗΘΕΙΕΣ ΚΑΙ ΨΕΜΑΤΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΟΠΤΙΚΗ ΤΗΣ ΑΝΑΚΑΜΨΗΣ

1. Η κρίση της Ευρωζώνης είναι κρίση χρέους και οφείλεται στην υπερδιόγκωση του σπάταλου κράτους στις περιφερειακές χώρες.

Η κρίση δεν ξεκίνησε το 2010 από τη λιλιπούτεια Ελλάδα, αλλά το 2008 στη Γουόλ Στριτ και το Σίτι, όταν έσκασαν οι γιγάντιες φούσκες των τραπεζών. Βασική αιτία της δεν ήταν ένα κράτος πολύ «σπάταλο» σε κοινωνικές παροχές, αλλά ένα νεοφιλελεύθερο κράτος, πολύ γενναιόδωρο απέναντι στις επιχειρήσεις, ιδίως του χρηματοπιστωτικού τομέα, που αιμορραγούσε συνεχώς σε έσοδα λόγω της συρρίκνωσης της φορολογίας των πλουσίων. Στη συνέχεια, η κρίση χρέους επιδεινώθηκε λόγω των σκανδαλωδών προγραμμάτων διάσωσης όχι της Ελλάδας ή της Πορτογαλίας, αλλά των μεγάλων τραπεζών. Μόνο στις ΗΠΑ, η Ομοσπονδιακή Τράπεζα προσέφερε στις τράπεζες το αστρονομικό ποσό του 1,2 τρισ. (τρισ!) δολαρίων με εξωφρενικό επιτόκιο 0,01%. Το ίδιο συμβαίνει τώρα στην Ευρωζώνη, με την «ανακεφαλαιοποίηση»-διάσωση των τραπεζών, την οποία καλούνται να πληρώσουν οι πολίτες κατά τη γνωστή συνταγή «ιδιωτικοποίηση των κερδών – κοινωνικοποίηση των χρεών».

2. Η Ελλάδα δικαίως παθαίνει όσα παθαίνει γιατί αποτελεί μοναδική περίπτωση υπερχρέωσης, κρατισμού και διαφθοράς στην Ευρώπη.

Η Ιταλία με τη βιομηχανική παράδοση και μέλος του G-7 μας ακολουθεί κατά πόδας, ενώ η Γαλλία, πέμπτη πλουσιότερη χώρα του κόσμου, βομβαρδίζεται καθημερινά από τα ίδια ρεφρέν – «ζούμε πέραν των δυνατοτήτων μας, οι οίκοι αξιολόγησης μάς στερούν το ποθητό ΑΑΑ, η λιτότητα είναι αναπόδραστη κ.λπ.» – από τον Σαρκοζί. Η διαφθορά – όταν π.χ. αγοράζουμε Λέοπαρντ ή παραλαμβάνουμε τον «Παπανικολή» ή λαδωνόμαστε από τη Siemens – θέλει δύο, όπως τα γερμανικά πλεονάσματα προϋποθέτουν τα ελληνικά ελλείμματα. Μια από τις βασικές αιτίες υπερχρέωσης είναι το ίδιο το μνημονιακό «πρόγραμμα διάσωσης», που ανέβασε το χρέος από 120% σε 169% του ΑΕΠ – και ακόμη κι αν όλα πάνε κατ' ευχήν με το δεύτερο «πρόγραμμα διάσωσης» θα έχουμε επανέλθει στο 120% απ' όπου ξεκινήσαμε το… 2020!

3. Δεν έχουμε άλλο δρόμο παρά να δεχθούμε το Μνημόνιο ΙΙ, για να ελαφρύνουμε το τεράστιο χρέος μας, γύρω στα 30.000 ευρώ για κάθε Έλληνα.

Το χρέος δεν το πληρώνει κάθε πολίτης μέσα σε ένα χρόνο, αλλά το ελληνικό κράτος (που έχει πολλές πηγές εσόδων πέραν των εισοδημάτων των μισθωτών) μέσα σε δεκαετίες. Από τα 130 δισ. που σχεδιάζουν να μας δώσουν με την ταπεινωτική διαδικασία του κλειστού λογαριασμού, το συντριπτικά μεγαλύτερο μέρος δεν θα πάει για μισθούς και συντάξεις (αυτά πληρώνονται κυρίως από αυτά που εμείς παράγουμε), αλλά για αποπληρωμή των δανειστών. Αυτά που όντως θα χρειαστούμε αν αύριο το πρωί κάνουμε στάση πληρωμών, δεν είναι τα 130 δισ. αλλά τα μόλις 5 δισ. στα οποία, όπως είπε στη Βουλή ο κ. Παπαδήμος, έχει μειωθεί το πρωτογενές μας έλλειμμα. Πέντε δισ. για ένα έθνος 11 εκατομμυρίων σημαίνουν ότι μας αναλογεί να εξοικονομήσουμε 1,25 ευρώ τη μέρα – έναν καφέ ή μια τυρόπιτα, αν εφαρμόσουμε τη λογική του «τι χρωστάει ο καθένας μας»…

4. Οι λαοί των πλουσίων κρατών δεν μπορούν να δεχθούν να πληρώσουν τα δικά μας χρέη.

Οι λαοί των πλουσίων κρατών δεν πληρώνουν τα δικά μας χρέη, αλλά τα χρέη των δικών τους τραπεζών με απλό διάμεσο την Ελλάδα. Ο πρώην πρωθυπουργός της Γαλλίας Μισέλ Ροκάρ έγραψε πρόσφατα στη Le Monde άρθρο με τίτλο «γιατί τα κράτη να πληρώνουν 600 φορές περισσότερο από τις τράπεζες»; Γιατί άραγε να δανείζει η ΕΚΤ τις τράπεζες με επιτόκιο 1% και τα κράτη να υποχρεώνονται να δανείζονται με 6,7 και 8%; «Να σε κυβερνά το οργανωμένο χρήμα είναι εξίσου επικίνδυνο με το να σε κυβερνά το οργανωμένο έγκλημα», είχε πει ο Ρούζβελτ.

5. Η εσωτερική υποτίμηση είναι ο μόνος δρόμος για να ανακτήσουμε τη χαμένη μας ανταγωνιστικότητα απέναντι σε Ισπανία, Πορτογαλία κ.λπ.

Υποτίθεται ότι μπήκαμε στην «ευρωπαϊκή οικογένεια» της συνοχής και της αλληλεγγύης, για να ανακαλύψουμε ξαφνικά ότι βρισκόμαστε σε μια ρωμαϊκή αρένα, όπου ισχύει το «ο θάνατός σου, η ζωή μου». Εντάξει. Αλλά η μείωση του κόστους εργασίας είναι μόνο ένας, ο πιο βάρβαρος, τρόπος αύξησης της ανταγωνιστικότητας, ο άλλος είναι η αύξηση της προστιθέμενης αξίας με επενδύσεις, καινοτομία κ.λπ. Μόλις προχθές, η Ισπανία του Ραχόι μείωσε στο ελάχιστο τις αποζημιώσεις απολύσεων για να γίνει κι αυτή «πιο ανταγωνιστική». Αν όλοι οι «εταίροι»- μονομάχοι ακολουθήσουμε τη λογική της εσωτερικής υποτίμησης, αύριο θα ανταγωνιζόμαστε όχι τους Πορτογάλους, αλλά τους Βούλγαρους και μεθαύριο τους Κινέζους σε μια εφιαλτική, καθοδική σπείρα χωρίς τέλος. Αντίθετα, η εξωτερική υποτίμηση ύστερα από την ανάκτηση του εθνικού νομίσματος (αν εμείς το επιλέξουμε και όχι αν μας εκδιώξουν οι δανειστές μας), με όλα της τα αναπόφευκτα προβλήματα, θα αυξήσει αμέσως την ανταγωνιστικότητα, ιδίως της λεγόμενης «εθνικής βιομηχανίας» μας, του τουρισμού.

6. Οι θυσίες με τη νέα δανειακή σύμβαση θα είναι μεγάλες, αλλά θα μας οδηγήσουν έξω από το τούνελ, σε μια βιώσιμη ανάκαμψη.

Όπως γράφει ο οικονομολόγος Γιάννης Βαρουφάκης: «Το ότι θα αποτύχει (το Μνημόνιο ΙΙ) είναι δεδομένο. Με την ήδη αποτελματωμένη εδώ και πολλούς μήνες βιομηχανική παραγωγή να μειώνεται κατά 11,3% σε έναν μόνο μήνα, τα δημόσια έσοδα να κατρακυλούν κατά 18% τον επόμενο μήνα και την ανεργία να πετάει στο 20,9%, το πλάνο του Μνημονίου ΙΙ βρίσκεται ήδη νοκ- άουτ στο καναβάτσο της ζωής. Μόνο η ελληνική κυβέρνηση προσποιείται ότι είναι όρθιο (…). Κάθε μέρα που περνάει ακούγονται εντός της γερμανικής ελίτ όλο και πιο δυνατά οι φωνές που ζητούν να χρησιμοποιηθεί ο χρόνος που κερδίζουν με το Μνημόνιο ΙΙ ώστε να προετοιμαστεί το έδαφος για την εκπαραθύρωση της Ελλάδας από την Ευρωζώνη».

ΤΑ ΕΡΓΑΛΕΙΑ ΚΑΤΑΣΚΕΥΗΣ ΤΗΣ ΣΥΛΛΟΓΙΚΗΣ ΕΝΟΧΗΣ

Εξαιρετικά επίκαιρο, το τελευταίο βιβλίο του Μαουρίτσιο Λαζαράτο έχει τίτλο «Η κατασκευή του χρεωμένου ανθρώπου: δοκίμιο για τη νεοφιλελεύθερη συνθήκη». Κεντρική θέση του Ιταλού φιλοσόφου είναι ότι, σε αντίθεση με τον κλασικό φιλελευθερισμό που θεμελιώνει την οικονομία πάνω στις σχέσεις ελεύθερης ανταλλαγής μεταξύ νομικά ισότιμων υποκειμένων, η νεοφιλελεύθερη οικονομία οικοδομείται πάνω στην ασύμμετρη σχέση ισχύος δανειστή – χρεώστη. Στον σύγχρονο κόσμο, το χρέος, ιδιωτικό και κρατικό, γίνεται κεντρική κατηγορία όχι μόνο της οικονομίας, αλλά και της ίδιας της ύπαρξης.

Επικαλούμενος τη «Γενεαλογία της Ηθικής» του Νίτσε, ο Λαζαράτο μας θυμίζει ότι στη γερμανική γλώσσα η θεμελιώδης ηθική έννοια της ενοχής (Schuld) παραπέμπει στην πολύ υλική έννοια των χρεών (Schulden). Την ίδια γραμμή σκέψης ακολουθεί «Η γέννηση της τραγωδίας», έργο της νεότητας του Νίτσε, στην οποία διεκτραγωδείται η «υποδούλωση του γερμανικού πνεύματος» εξαιτίας του πλέγματος ενοχής που κληρονόμησε από τον ιουδαϊκό – ρομανικό πολιτισμό. Ως μόνο δρόμο αναγέννησης ο νεαρός Νίτσε έβλεπε τη δυνατότητα του γερμανικού πνεύματος να επιστρέψει στην «υπέροχη ιδέα του τελεσφόρου αμαρτήματος», το Προμηθεϊκό ιδανικό των Ελλήνων, γενικότερα δε «να προσκολληθεί ακλονήτως στα διδάγματα μόνον ενός λαού, από τον οποίον το να μαθαίνει κανείς είναι ήδη περιφανής δόξα και εξαιρετική τιμή – από τον ελληνικόν λαόν».

Η σύγχρονη Γερμανία υπέστη τις επιπτώσεις από το πλέγμα συλλογικής ενοχής που της κληροδότησε ο Ναζισμός. Σήμερα φαίνεται να το έχει ξεπεράσει για τα καλά, αλλά μόνο για να επιβάλει στους αδύνατους εταίρους της ένα άλλο πλέγμα συλλογικής ενοχής, υφασμένο γύρω από το οικονομικό τους χρέος. Κάτι που δεν θα πετύχαινε, βέβαια, χωρίς τη σύμπραξη πολιτικών όπως κορυφαίων στελεχών της προηγούμενης κυβέρνησης που διαλαλούσαν στην οικουμένη ο ένας ότι «κυβερνά μια διεφθαρμένη χώρα», ο άλλος ότι η οικονομία μας είναι «Τιτανικός» και ο τρίτος ότι «μαζί τα φάγαμε».

Στο προαναφερθέν βιβλίο του, ο Λαζαράτο καυτηριάζει την τυφλή ενοχοποίηση των «ελληνικών παρασίτων» και τάσσεται υπέρ της διαγραφής του χρέους, μηχανισμού όχι μόνο οικονομικού εκβιασμού, αλλά και ακύρωσης κάθε εναλλακτικού μέλλοντος για τους ευρωπαϊκούς λαούς. Ο Ιταλός φιλόσοφος μας θυμίζει παλιότερη συνέντευξη του Γάλλου συναδέλφου του, Φελίξ Γκουαταρί, στην ελληνική κρατική τηλεόραση, λίγους μήνες πριν από το θάνατό του, το 1992, απ' όπου το απόσπασμα: «Η Ελλάδα είναι κακός μαθητής της Ευρώπης. Αυτό είναι το μεγάλο της προσόν. Ευτυχώς που υπάρχουν κακοί μαθητές σαν την Ελλάδα, φορείς πολυπλοκότητας, άρνησης μιας ορισμένης γαλλογερμανικής κανονικοποίησης. Λοιπόν, συνεχίστε να είσθε κακοί μαθητές κι εμείς θα συνεχίσουμε να είμαστε καλοί φίλοι σας».

 

ΠΗΓΗ: Εφημ. ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ, 19.02.2012, http://news.kathimerini.gr/4Dcgi/4Dcgi/_w_articles_civ_12_19/02/2012_473115

ΜΠΡΟΣΤΑ ΣΤΗΝ ΚΡΙΣΗ

ΜΠΡΟΣΤΑ ΣΤΗΝ ΚΡΙΣΗ

 

Του Απόστολου Παπαδημητρίου


 

Η κρίση καθώς περνά ο καιρός βαθαίνει και περισσότερο. Δεν είναι όμως μόνο τα επώδυνα για τον λαό μέτρα που λαμβάνει η κυβέρνηση, κατ’ εντολή των δανειστών μας. Είναι και η σχεδόν βεβαιότητα ότι αυτά δεν πρόκειται να αποδώσουν, ώστε να ξαναμπούμε ως χώρα σε τροχιά ανάπτυξης. Συνεπώς εκείνο που διακυβεύεται είναι αν θα φτωχύνουμε αμέσως ή μεταγενέστερα.

Η απειλή της άμεσης πτώχευσης επισείεται επάνω από τον λαό πρωτίστως από την δημοσιογραφική ορχήστρα, η οποία φαίνεται να υπερακοντίζει την άποψη των πολιτικών της εξουσίας, με τους οποίους συμπορεύτηκαν κατά την τριακονταετία της ονειροφαντασίας μας. Γίνονται μερικές φορές κάποιοι δημοσιογράφοι εντυπωσιακά επικριτικοί με κατηγορίες περί βραδύτητας στη λήψη αποφάσεων, περί κομματικών σκοπιμοτήτων, περί υπολογισμού του πολιτικού κόστους των προς λήψη αποφάσεων. Είναι άκρως εντυπωσιακή η ταύτιση τους με απόψεις ακραίων επικριτών της χώρας μας και του λαού της (και όχι των εντολοδόχων προς άσκηση της εξουσίας). Αυτό αποτελεί περίτρανη μαρτυρία ότι ο δημοσιογραφικός χώρος των κατεστημένων ΜΜΕ είναι πλέον διεφθαρμένος από τον πολιτικό.

Ο λαός κάτω από το σφυροκόπημα των «επαϊόντων», οικονομικών αναλυτών και άλλων, δεν αντιλαμβάνεται ότι του προτείνουν δύο λύσεις: Να τον φτωχύνουν τώρα ή αργότερα. Εκείνοι που έχουν κάποιες καταθέσεις, εργασία ή σύνταξη τρέμουν κυριολεκτικά την άμεση πτώχευση. Οι άλλοι όμως; «Ο βρεγμένος» την βροχή δεν τη φοβάται», λέει μια λαϊκή παροιμία. Τι να φοβηθεί αυτός που δεν έχει τίποτε; «Ουκ αν λάβοις παρά του μη έχοντος» είναι η αρχαιότερη οικονομική αρχή. Προς το παρόν οι πρώτοι αποτελούν την πλειονοψηφία. Αυτοί κάνουν αναλήψεις από το κατατιθεμένο κεφάλαιο κάθε μήνα, προκειμένου να ικανοποιήσουν τον ακόρεστο, όταν πρόκειται για απλούς και όχι προνομιούχους πολίτες, φοροεισπρακτικό μηχανισμό. Κάνουν αναλήψεις και για να εξασφαλίσουν «κεφάλαιο κίνησης» των ανέργων νέων μελών της οικογένειας. Οι καταθέσεις των μικροαποταμιευτών θα εξανεμιστούν σε σύντομο χρονικό διάστημα. Είναι όμως αμφίβολο, αν θα πάψει η επίθεση κατά του «προνομίου» του Έλληνα να κατέχει οικία αποκτημένη με ιδρώτα και αίμα. Οι συνταξιούχοι θα απέρχονται με την πάροδο του χρόνου από τον βίο, τα ταμεία θα προβαίνουν διαρκώς σε περικοπές, προκειμένου να επιβιώνουν στοιχειωδώς, και οι άνεργοι θα αυξάνουν συνεχώς, ώστε να μειώνεται δραματικά η εισροή εισφορών στα ταμεία. Το κράτος θα καταγγέλεται για ανικανότητα να πατάξει τη φοροδιαφυγή και την εισφοροδιαφυγή των μεγάλων (παρηγοριά στους μικρούς). Μπορούμε να κάνουμε και οικονομία σε δημοσιογράφους επαναλαμβάνοντας τις ειδήσεις του παρελθόντος έτους. Τελικά με όλες αυτές τις θυσίες το βιοτικό επίπεδο του Έλληνα θα υποβιβάζεται διαρκώς, όπως και η πιστοληπτική ικανότητα της χώρας, ενώ το εξωτερικό χρέος θα παραμένει ολόρθο και απειλητικό.

Υπάρχουν κάποιοι που τολμούν ακόμη να ομιλούν για επενδύσεις και ανάπτυξη, όταν πλέον είναι πασιφανές ότι η κρίση μαστίζει όλη την Ευρώπη υπό τα πλήγματα της οικονομίας της αγοράς, δηλαδή της ασυδοσίας του διεθνούς κεφαλαίου. Δεν αποτελεί προφητεία αλλά απλή πρόβλεψη το ότι κάποτε θα πληγεί και η αλαζονική Γερμανία.

Υπό τις συνθήκες αυτές η κινητικότητα των βουλευτών των κομμάτων εξουσίας, που στηρίζουν την κυβέρνηση, προκειμένου να αποκτήσουν, επί τέλους, το δικαίωμα της κατά συνείδησης ψήφου, μπορεί να χαιρετιστεί ως κάποια πρόοδος. Πρέπει όμως να είμαστε επιφυλακτικοί, καθώς δεν γνωρίζουμε πού στοχεύουν αυτοί που έστησαν και «παίζουν» αυτό το άθλιο παιχνίδι κατά των λαών, των λαών που στήριξαν τις ελπίδες τους σε «σωτήρες», οι οποίοι τους απογοήτευσαν τραγικά. Μήπως θέλουν να περισώσουν κάτι από το καταρρέον πολιτικό σκηνικό; Βέβαια στην Ιταλία, όπου είχε συμβεί κάτι ανάλογο, από το κενό έσπευσε να επωφεληθεί ο ολίγιστος Μπερλουσκόνι. Το σύστημα δεν είναι διατιθεμένο να παραδώσει εύκολα την εξουσία σε πρόσωπα αμφιβόλου διάθεσης προς υπακοή σ’ αυτό.

Εκείνο που μας διαφεύγει είναι ότι τα τύμπανα πολέμου άρχισαν να ηχούν στη Μέση Ανατολή, δηλαδή στη γειτονιά μας. Και εμείς στην απόγνωση από την διαρκή πτώση της αγοραστικής μας δύναμης δεν τα ακούμε. Μας άφησαν αδιάφορους οι ανατροπές στη Βόρεια Αφρική, από τις οποίες η τελευταία άκρως αιματηρή. Μας αφήνει αδιάφορους η αιματοχυσία στη Συρία και η από καιρού αναγγελθείσα από τις ΗΠΑ (και το υποκινούν αυτές Ισραήλ) επίθεση κατά του Ιράν. Στο διάστημα που μεσολάβησε επήλθε σύσφιξη σχέσεων της χώρας μας με το Ισραήλ και αρκετοί στην Ελλάδα χαιρέτισαν την προσέγγιση αυτή ως εγγύηση αναστολής της τουρκικής επιθετικότητας. Πίσω από όλες τις επιχειρήσεις κρύβεται ένα απλό σχέδιο: Πάταξη των ηγετών που δεν είναι πρόθυμοι να αποδεχθούν ρόλο υπηρέτη του συστήματος και πρόσκτηση των πλουτοπαραγωγικών πηγών των φτωχών χωρών προς όφελος των πλουτοκρατών της γης. Και είναι πλέον αναμφισβήτητο, παρά τις κατά το παρελθόν διαψεύσεις κυβερνητικών παραγόντων, ότι τα κοιτάσματα υδρογονανθράκων στη λεκάνη της ανατολικής Μεσογείου είναι τεράστια. Θα μας αφήσουν λοιπόν να τα αξιοποιήσουμε με συμβάσεις που διασφαλίζουν στοιχειωδώς την αξιοπρέπειά μας και επαρκή εισοδήματα ως κατεχόντων τον ενεργειακό αυτό πλούτο; Πολύ αμφιβάλλω. Εύχομαι μάλιστα να μην κλάψουμε για μία ακόμη φορά για την αφροσύνη μας να σερνόμαστε πίσω από τους ισχυρούς της ημέρας, οι οποίοι μας έχουν δέσει χειροπόδαρα, ώστε να μην έχουμε το δικαίωμα να δανειστούμε παρά μόνο από αυτούς, να μην έχουμε το δικαίωμα να ανταλλάσουμε προϊόντα και, πρόσφατα, να μη προμηθευόμαστε πετρέλαιο από το «κακό» Ιράν.

Είμαστε οικονομικά υπόδουλοι πλέον! Το αντιλαμβανόμαστε αυτό; Τι σημασία έχει, αν θα μας φτωχύνουν σήμερα ή αύριο;

                                                                       

«ΜΑΚΡΥΓΙΑΝΝΗΣ», 13-02-2012 

Εφιάλτης το τέλος των συμβάσεων

Εφιάλτης το τέλος των συμβάσεων

 

Του Γιώργου Δελαστίκ


 

Πώς θα ένιωθε αλήθεια ο κάθε εργαζόμενος, αν μετά από πολύχρονη προϋπηρεσία αμείβεται π.χ. με 1.200 ή 1.500 ή 2.000 ευρώ και ένα πρωί έρχεται ο εργοδότης του και του λέει: «Από αύριο, ο μισθός σου θα είναι ο… κατώτατος μισθός των 750 ευρώ μεικτά!»; Ε, λοιπόν, αυτή τη σκηνή της απόλυτης φρίκης για εκατομμύρια Έλληνες εργαζόμενους επιδιώκουν να νομιμοποιήσουν η ΕΕ και το ΔΝΤ! Όσο απίστευτο και αν ακούγεται, ακριβώς αυτό επιδιώκει η τρόικα!

«Μα πώς θα γίνει αυτό;» είναι εύλογο να αναρωτηθεί κανείς. Μέσω της κατάργησης των κλαδικών συμβάσεων εργασίας, είναι η απάντηση. Αγωνιώντας μήπως χάσουν τον 13ο και τον 14ο μισθό και επικεντρώνοντας σωστά εκεί την προσοχή τους οι εργαζόμενοι, αφού η απώλεια αυτή θα συνιστούσε άμεση μείωση κατά 15% του εισοδήματός τους, δεν έχουν προλάβει να συνειδητοποιήσουν πόσο τρομερός κίνδυνος για το βιοτικό τους επίπεδο είναι η κατάργηση των κλαδικών συμβάσεων.

Αν καταργηθούν οι κλαδικές συμβάσεις, οι οποίες ορίζουν κατώτατες αμοιβές σε κάθε κλάδο συναρτώμενες με την προϋπηρεσία, τα προσόντα, τις ιδιομορφίες της συγκεκριμένης απασχόλησης κ.λπ., τότε το μόνο νόμιμο όριο – φραγμός προς τα κάτω που δεν επιτρέπεται να διαπεραστεί είναι ο… κατώτατος μισθός της Εθνικής Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας, τα 751 ευρώ μεικτά, δηλαδή γύρω στα 600 ευρώ καθαρά!!! Από τα 1.500 ή 2.000 ευρώ μπορεί ο εργοδότης να πετάξει τον εργαζόμενο κατευθείαν στα 600, αν θέλει! Νομικό ανάχωμα προς τα κάτω δεν υπάρχει αν δεν υφίσταται κλαδική σύμβαση, ο κάθε εργοδότης μπορεί να κάνει ό,τι θέλει, αρκεί να μη δώσει λιγότερα από τα 600 ευρώ καθαρά!

Γι' αυτό λοιπόν οι τροϊκανοί έχουν λυσσάξει απαιτώντας την κατάργηση των κλαδικών συμβάσεων για να μπορούν οι εργοδότες με μία και μόνη κίνηση, αν θέλουν, να κόβουν τον μισθό των εργαζομένων στο μισό ή στο ένα τρίτο!

Γι' αυτό οι εκπρόσωποι της ΕΕ επιδιώκουν και πιέζουν τους πολιτικούς αρχηγούς με πρωτοφανές πάθος να καταργηθεί αμέσως ακόμη και η κατά τον νόμο αυτόματη παράταση της ισχύος των κλαδικών συμβάσεων που έχουν λήξει για διάστημα ενός εξαμήνου. Η διάταξη αυτή αποσκοπεί στο να διευκολύνει εργοδότες και εργαζόμενους να συμφωνήσουν από κοινού στην κατάρτιση νέας κλαδικής σύμβασης, παρέχοντας ταυτόχρονα εργασιακή ασφάλεια στους εργαζόμενους.

Η ΕΕ και το ΔΝΤ δεν θέλουν όμως αυτό. Αυτοί θέλουν το εντελώς αντίθετο. Με το που λήγει μια κλαδική σύμβαση, την επόμενη κιόλας ημέρα να μπορεί ο εργοδότης να μειώνει όσο θέλει τους μισθούς και να είναι απολύτως νόμιμος! Να δημιουργεί έτσι μια ντε φάκτο κατάσταση, την οποία πολύ δύσκολα θα μπορούν να ανατρέψουν οι εργαζόμενοι. Εξόφθαλμο είναι ότι αυτό που απαιτεί η τρόικα αποδυναμώνει πλήρως τους εργαζόμενους και ενισχύει υπέρμετρα τους εργοδότες, οι οποίοι πλέον κανένα κίνητρο ή λόγο δεν έχουν για να συναινέσουν στην κατάρτιση νέων κλαδικών συμβάσεων. Μπορούν να εξαθλιώσουν τους εργαζομένους τους όσο θέλουν, καθώς αυτοί περιέρχονται πλέον και βάσει του νόμου στο απόλυτο έλεός τους.

Έχοντας αυτά κατά νου, αντιλαμβάνεται κανείς πολύ καλύτερα γιατί οι τροϊκανοί έχουν επίσης λυσσάξει να μειώσουν τον κατώτατο μισθό που ισχύει στην Ελλάδα. Επιδεικνύουν τέτοια επιμονή στη μείωσή του, όχι επειδή τους ενδιαφέρει το μικρό ποσοστό που σήμερα αμείβεται με τον κατώτατο μισθό, αλλά επειδή βλέπουν τον κατώτατο μισθό που θα καθορίσουν να είναι σε μερικούς μήνες ο μισθός…  εκατομμυρίων Ελλήνων εργαζομένων!

Αυτό είναι το «μυστικό» της στάσης τους. Επιδιώκουν η ΕΕ και το ΔΝΤ εκατομμύρια Έλληνες να αμείβονται με τον κατώτατο μισθό και γι' αυτό εκβιάζουν ώστε τα 750 ευρώ μεικτά να γίνουν 600 ευρώ μεικτά και έτσι αυτά που θα παίρνει στο χέρι ο Έλληνας εργαζόμενος να είναι περίπου 500 ευρώ!

Αυτό το μέλλον μάς επιφυλάσσουν οι Ευρωπαίοι εταίροι της κυβέρνησης και δυστυχώς και οι τρεις αρχηγοί των κομμάτων της συγκυβέρνησης, Παπανδρέου, Σαμαράς και Καρατζαφέρης, δεν προβάλλουν καμιά αντίσταση για να το αποτρέψουν. Το εντελώς αντίθετο αποκαλύπτει η στάση τους.

 

Το μέλλον μας: «Η Ελλάδα του πεντακοσάρικου»

 

Βαρύτατο είναι το τίμημα που καλείται να πληρώσει η χώρα μας για να παραμείνει στην Ευρωζώνη. Οι όροι των Γερμανών είναι βαρύτατοι: οικονομικός, κοινωνικός και πολιτικός εξανδραποδισμός της Ελλάδας και των Ελλήνων. Όλα αυτά μαζί με την επιστροφή του λαού μας – τηρουμένων φυσικά των αναλογιών – στη φτώχεια των δεκαετιών του 1960 και του 1970, όταν εκατομμύρια νέοι Έλληνες έπαιρναν τον δρόμο της μετανάστευσης για να επιβιώσουν. «Η Ελλάδα του πεντακοσάρικου», η πτώση δηλαδή των μισθών στη χώρα μας γύρω στα 500 μέχρι 1.000 το πολύ ευρώ τον μήνα, είναι το νέο «ευρωπαϊκό όραμα» που επιβάλλει η ΕΕ στην πατρίδα μας. Άλλο παραμύθι μάς είχαν πει για την ευρωπαϊκή ενοποίηση…

 

ΠΗΓΗ: ΕΘΝΟΣ «E» 7/2/2012, http://origin2.ethnos.gr/article.asp?catid=22792

ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΣΥΝΟΧΗ

ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΣΥΝΟΧΗ

 

Του Απόστολου Παπαδημητρίου


 

Η κοινωνική συνοχή είναι το αποτελεσματικότερο μέσο για την επιβίωση ενός έθνους σε καιρό κρίσεως. Κύριο διασπαστικό μηχανισμό συνιστούν οι κομματικοί μηχανισμοί, εκ των ουκ άνευ βέβαια στοιχείων της αστικού τύπου δημοκρατίας, και η κοινωνική αδικία. Τα κόμματα κυριολεκτικά κομματιάζουν τον λαό και στρέφουν τμήματα αυτού εναντίον άλλων τμημάτων. Πρωταγωνιστικό ρόλο στην κατάτμηση διαδραματίζουν τα κόμματα εξουσίας, τα οποία έχουν ως οπαδούς τη συντριπτική πλειονοψηφία.

Αν παλαιότερα φαίνονταν, γιατί στην πραγματικότητα δεν υπήρχαν, κάποιες διαφορές στις προγραμματικές αρχές αυτών, οι οποίες είλκυαν τους πολίτες στο ένα ή στο άλλο κόμμα εξουσίας, σήμερα, που οι ιδεολογίες έχουν καταρρεύσει, δεν είναι δύσκολο να επισημάνουμε δύο κυρίως λόγους, για τους οποίους παραμένουν ακόμη ελκυστικά: Ο πρώτος είναι ότι ο πολίτης προσδοκά από το κόμμα πρωτίστως την ικανοποίηση προσωπικών του αιτημάτων. Ο δεύτερος είναι ότι ο πολίτης αισθάνεται ικανοποίηση με το να αποτελεί οπαδό ισχυρής πολιτικής ομάδας, όπως ακριβώς ο οπαδός ισχυρής ποδοσφαιρικής ομάδας (ψυχολογία του όχλου). Ασφαλώς το κόμμα ευρισκόμενο στην εξουσία δεν είναι δυνατόν να ικανοποιήσει όλα τα αιτήματα των οπαδών του και των διαπλεκομένων μέσω του αντιπάλου κόμματος. Πολλοί περισσότεροι είναι οι μένοντες απογοητευμένοι. Μία μερίδα απογοητευμένων μετακινούμενη είναι εκείνη που συντελεί κάθε φορά στην εναλλαγή των κομμάτων στην εξουσία. Τα κόμματα έχουν όμως και σταθερή, δηλαδή αμετακίνητη, βάση. Είναι οι οπαδοί που θεωρούν ότι διαπράττουν κάτι φοβερότερο από εθνική προδοσία με την καταψήφιση του λατρευτού τους κόμματος. Δεν έχουμε κατά νουν αυτούς, οι οποίοι συμμετέχουν κατά τρόπο ικανοποιητικό στη διανομή της «πίτας», αλλά τους άλλους που δεν γεύονται ούτε ψίχουλο! Και όμως αυτοί αυθυποβάλλονται ακόμη και τώρα με την τραγικά εσφαλμένη αντίληψη ότι για όλα, όσα μας συμβαίνουν, η ευθύνη είναι ακέραια του αντιπάλου σχηματισμού!

Οι χρόνοι των ικανοποίησης αιτημάτων σε ευρεία βάση της κομματικής πελατείας παρήλθαν. Σήμερα οι πλείστοι είναι απογοητευμένοι, ιδιαίτερα όταν αισθάνονται ανήμποροι να δώσουν εξηγήσεις για το κατάντημα στη νέα γενιά, που πληρώνει τις δικές μας αθλιότητες με ανεργία και αδιέξοδα. Μήπως είναι καιρός να δούμε την κρίση και ως ευκαιρία για κάτι καλό; Πρώτο και καλύτερο η επίτευξη κοινωνικής συνοχής. Σε καταστάσεις αναξιοκρατίας, ευνοιοκρατίας και κατασπατάλησης των δημοσίων προσόδων είναι κατανοητό να υπάρχουν αντιπαραθέσεις. Τι χωρίζει όμως πλέον τους άνεργους νέους (40% περίπου του συνόλου) και τους απασχολούμενους με γλίσχρους μισθούς σε αβέβαιο εργασιακό περιβάλλον; Χρέος πρώτο των μεγάλων είναι τα σταθούμε σε στάση απολογίας ενώπιον των νέων και να ζητήσουμε συγγνώμη, γιατί επί τριάντα χρόνια, που διήρκεσε το μεγάλο φαγοπότι, φάγαμε και μεις ποσότητα από το δικό τους ψωμί. Χρέος δεύτερο είναι να πάψουμε να βλέπουμε τον αδελφό μας, τον συνάδελφό μας, τον γείτονα ως εχθρό λόγω κομματικών διαφορών. Πρέπει όλοι μαζί να παλέψουμε για την υπέρβαση της κρίσης που θα βαθύνει πολύ ακόμη, ώσπου να μη μας απομείνει τίποτε.

Η κρατική εξουσία είναι πλέον παντελώς αναξιόπιστη. Ενώ οφείλει πλείστα όσα σε πολίτες της χώρας, μόνη έγνοια της έχει την δια «ευφυών» εισπρακτικών μηχανισμών εξασφάλιση των ποσών που οφείλουμε στους τοκογλύφους δανειστές μας. Έτσι κατακρημνίζει την ανάπτυξη και γιγαντώνει την ύφεση. Η ΔΕΗ από δεκαετιών είχε επιλεγεί από τις κυβερνήσεις ως εισπρακτικός μηχανισμός. Τελευταία φαεινή ιδέα αποτελεί η συνείσπραξη και του εκτάκτου τέλους κατοικίας, που μάλλον θα καταστεί τακτικότατο. Η ενέργεια αυτή σε συνδυασμό με την ανακοινωθείσα αύξηση της τιμής της ηλεκτρικής ενέργειας κατά 9 % κατέστησαν την ΔΕΗ άκρως αντιπαθή. Βέβαια από καιρό η προπαγάνδα που είχε στηθεί κατά της Επιχείρησης από την ίδια την Πολιτεία – μητέρα της, στα πλαίσια της «απελευθέρωσης» της αγοράς ενέργειας, είχε πείσει αρκετούς να δεχθούν ότι υπό ιδιώτη αυτή θα λειτουργούσε πιο εύρυθμα προς όφελος του λαού, ο οποίος θα απολάμβανε φθηνότερη ενέργεια. Σ’ αυτό το κλίμα κάποιοι τάχθηκαν πρόθυμοι, και με το αζημίωτο, στην υπηρεσία εναλλακτικών παρόχων και άλλοι έσπευσαν να υπογράψουν μ’ αυτούς συμβόλαιο. Τελικά αυτοί εξαπάτησαν το κράτος και κηρύχθηκαν έκπτωτοι. Κάποια όμως εκατομμύρια €, από αυτά που τόσο μας λείπουν, φυγαδεύτηκαν εκτός της χώρας. Αμφιβάλλουμε, αν θα αναζητηθούν και, πολύ περισσότερο, αν θα αποδοθούν ευθύνες για τον νέο εθνικό ευτελισμό! Γιατί όμως κάποιοι πείσθηκαν τόσο εύκολα σε διεθνείς και εγχώριους κερδοσκόπους;

Κάποιοι άλλοι θεωρούν ότι μόνη λύση είναι να παραχωρήσουμε την εξουσία της χώρας στους «εταίρους» μας, πολιτικούς, οικονομολόγους και τραπεζίτες, αφού είναι πασιφανές ότι δεν μπορούμε να διαχειριστούμε κατά τρόπο ικανοποιητικό την κρίση που μας μαστίζει, και το κράτος να εκποιήσει όλη του την περιουσία. Είναι μεταξύ αυτών πολλοί που εμπορεύονταν στο παρελθόν προεκλογικά και, κάποιες φορές, μετεκλογικά, φιλοπατρία και εθνική υπερηφάνεια, αν και γνώριζαν ότι η χώρα μας δεν ήταν παρά ένα προτεκτοράτο, στη διαχειριστική αρχή του οποίου βρίσκονταν οι εκλεκτοί των Άγγλων, αρχικά, των Αμερικανών, στη συνέχεια. Είναι καίριο το ερώτημα που ακολουθεί: Τι διαφέρουν αυτοί από τους συνεργάτες των Γερμανών κατά την κατοχή;

Το κράτος τελεί υπό κατάρρευση και μαζί του όλος ο δημόσιος τομέας. Όμως στο βαθμό που δεν έχουν τεθεί ακόμη υπογραφές παραχώρησης στους ξένους, τίποτε δεν έχει ακόμη χαθεί. Οι Τούρκοι υπήρξαν επί πεντακόσια έτη κατακτητές μας. Όταν επί τέλους τους απωθήσαμε, όλα ξανάγιναν δικά μας. Πώς θα ανατραπεί όμως ένας οικονομικός κατακτητής; Με σκληρή εργασία, ώστε να αποκτήσουμε κεφάλαια προς εξαγορά των πωληθέντων; Και μην λησμονούμε ότι στο παιχνίδι δεν γίνονται διαπραγματεύσεις μόνο για το χρέος που συσσώρευσαν στις πλάτες του λαού οι αχαρακτήριστοι πολιτικοί μας. Ασφαλώς και συζητείται ο πλούτος της χώρας, φυσικός, μεταλλευτικός και ενεργειακός.

Συνέλληνες μας τρομοκρατούν με την απειλούμενη πτώχευσή μας. Αλλά η Ελλάδα μπορεί να μας θρέψει όλους. Ας βροντοφωνάξουμε ένα νέο ΟΧΙ. Δεν ξεπουλάμε την ελευθερία μας με αντάλλαγμα να μας θρέφουν, όπως η Κίρκη τους χοιρόμορφους συντρόφους του Οδυσσέα. Δεν το αξίζουν αυτό οι πρόγονοί μας;

                                                                                                                                                                                                «ΜΑΚΡΥΓΙΑΝΝΗΣ», 06-02-2012