Αρχείο κατηγορίας Επαχθή χρέη και το Χρέος μας

Με αφορμή την παγκόσμια καπιταλιστική κρίση (ΗΠΑ 2007), την ελληνική δημοσιονομική κρίση στη χώρα μας (2009) και την υποταγή μας σε ΕΕ-ΕΚΤ-ΔΝΤ άνοιξε ένας διάλογος. Εμείς αναρτούμε κείμενα που είτε ανοίγουν το δρόμο της Απελευθέρωσης, είτε συμμετέχουν κριτικά απέναντι σ΄αυτά.

Ελλάδα: Μια χώρα που πεθαίνει

Μια χώρα που πεθαίνει

 

Του Δημήτρη Καζάκη


 

Το φάντασμα μιας επίσημης πτώχευσης τύπου Αργεντινής του 2001 φαίνεται να στοιχει­ώνει την Ελλάδα και την ευρωζώνη. Αυτό υποδηλώνει και η τελευ­ταία υποβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας της χώρας από τη Moody’s. Νωρίς το πρωί της Δευτέρας ο οίκος Moody’s υποβάθμισε εκ νέου την ελ­ληνική οικονομία σε «B1» από «Βa1» (τρεις βαθμίδες) και επισήμανε τις αρ­νητικές προοπτικές των ratings, ολο­κληρώνοντας τη νέα διαδικασία αξιο­λόγησης, η οποία είχε ξεκινήσει στις 16 Δεκεμβρίου 2010.

Οι λόγοι που επικαλείται ο διεθνής οίκος είναι οι εξής: Τα δημοσιονομικά μέτρα και οι διαρθρωτικές αλλαγές που απαιτούνται για να σταθεροποιηθεί το χρέος είναι φιλόδοξα και εμπεριέχουν σημαντικό κίνδυνο εφαρμογής, παρά την πρόοδο που έχει σημειωθεί έως τώρα. Αυτό σημαίνει ότι το πρόγραμμα προσαρμογής είναι εξωπραγματικό και επομένως η επίσημη πτώχευση της χώ­ρας αναπόφευκτη.

Σύμφωνα με τη Moody’s, η υποβάθ­μιση σχετίζεται με την εκτίμηση ότι η Ελλάδα δεν θα μπορεί να ικανοποιήσει τις συνθήκες που απαιτούνται για την έξοδό της στις αγορές μετά το 2013, πράγμα που θα οδηγήσει σε αναδιάρ­θρωση του υπάρχοντος χρέους. «Επι­πλέον, ο κίνδυνος μιας αναδιάρθρω­σης μετά το 2013 μπορεί να οδηγήσει τις ελληνικές αρχές και τους επενδυ­τές να συμμετάσχουν σε μια εθελοντι­κή ανταλλαγή ομολόγων πριν από αυτή την ημερομηνία» σημειώνει ο διεθνής οίκος. Την επομένη, ο Αντόνιο Μπόργκες, επικεφαλής του Ευρωπαϊκού Τμήματος του ΔΝΤ, δήλωσε: «Είμαστε πεισμένοι ότι η Ελλάδα θα τα καταφέρει, ότι το ελληνικό χρέος είναι βιώσιμο και ότι το πρόγραμμά μας θα στεφθεί με επιτυχία».

Για την υποβάθμιση της Ελλάδας από τη Moody’s δήλωσε ότι «αυτή δεν είναι η πρώτη και πιθανόν να μην είναι η τε­λευταία», αφήνοντας να εννοηθεί ότι η κατάσταση δεν έχει πιάσει πάτο ακόμη. Σύμφωνα με τον Μπόργκες, το ελληνικό πρόγραμμα είναι ακόμη στα αρχικά του στάδια, δεν πρέπει να περιμένει κανείς «θαύματα». «Πιθανότατα βρισκόμαστε σε μια στιγμή που οι οικονομικές συνέ­πειες είναι περισσότερο δύσκολο να γί­νουν αποδεκτές και ο λαός γίνεται όλο και πιο σκεπτικός» πρόσθεσε. «Όμως αυτό είναι ένα μακροπρόθεσμο πρό­γραμμα, πρέπει να είμαστε περισσότερο υπομονετικοί και να περιμένουμε» («Wall Street Journal», 8.3).

 

Η αποσύνθεση της ελληνικής οικονομίας

 

Εν τω μεταξύ η Ελλάδα συνεχίζει να πεθαίνει και να αποσυντίθεται. Τα οικο­νομικά δεδομένα ξεπερνούν κάθε δυ­σοίωνη πρόβλεψη. Το ΑΕΠ της χώρας, αν υπολογιστεί σε σταθερές τιμές του 2000, μειώθηκε το 2010 κατά 6,8%! Κι αυτό αποτελεί προσωρινή εκτίμηση. Πρόκειται για τη μεγαλύτερη πτώση από την αρχή της μεταπολίτευσης και οφείλεται πρωτίστως στην τρομακτι­κή συρρίκνωση της κατανάλωσης και στην πτώση των επενδύσεων, που αι­σίως βρίσκονται στο επίπεδο του 1998.

Η δεκαετία του ευρώ είναι σαν να μην υπήρξε ποτέ για τις επενδύσεις.

Ο δείκτης όγκου λιανικών πωλή­σεων, δηλαδή ο τζίρος της αγοράς σε πραγματικές τιμές, σημείωσε μείωση κατά 6,2% και κατρακύλησε αισίως στο επίπεδο του 2004, ενώ ο δείκτης κύ­κλου εργασιών μειώθηκε το 2010 κα­τά 1,1%. Αυτό όμως δεν εμπόδισε τον δείκτη τιμών καταναλωτή να τρέχει με ρυθμό 5,2% σε δωδεκάμηνη βάση και να υπερβαίνει τον μέσο τιμάριθμο της ευρωζώνης σχεδόν κατά 4%. Ούτε επί­σης τον δείκτη τιμών παραγωγού στη βιομηχανία να τρέχει με ρυθμό 7,3% σε δωδεκάμηνη βάση! Κάτι που οφείλεται κατά κύριο λόγο στην αύξηση των τι­μών των εισαγωγών κατά 9,4%. Με τον τρόπο αυτό η χώρα κυριολεκτικά λεη­λατείται από τις μονοπωλιακά υψηλές τιμές των εισαγόμενων προϊόντων που υπερβαίνουν τον αντίστοιχο μέσο όρο της ευρωζώνης κατά 5%.

Την ίδια ώρα η εξωτερική εικόνα της ελληνικής οικονομίας επιδεινώνεται ραγδαία.

Ο πίνακας παρουσιάζει τα βα­σικά δεδομένα του Ισοζυγίου Τρεχουσών Συναλλαγών. Σύμφωνα με αυτόν παρατηρούμε τα εξής:

1 Η μείωση των εισαγωγών συνεχί­ζεται και το 2010 ως αποτέλεσμα της συνολικής συρρίκνωσης της οικο­νομίας, τόσο στο επίπεδο της εγχώριας κατανάλωσης και του ΑΕΠ όσο και στο επίπεδο των επενδύσεων. Γι’ αυτό και η μείωση του εμπορικού ελλείμματος παρακολουθεί την αποδυνάμωση των βιορυθμών της ελληνικής οικονομίας.

2 Η αύξηση των εξαγωγών, που ο πρωθυπουργός έχει αναφέρει ως ένδειξη ανάκαμψης της οικονομίας, οφείλεται κυρίως σε κερδοσκοπία με­ταπρατικού χαρακτήρα. Οι συνολικές εισπράξεις από εξαγωγές αγαθών αυ­ξήθηκαν κατά 27,2%, λόγω της πολύ μεγάλης αύξησης των εισπράξεων από εξαγωγές καυσίμων και πωλήσεις πλοί­ων. Το καρτέλ των διυλιστηρίων επιδο­τεί, μέσω των αυξημένων τιμών καυσί­μων στην εσωτερική αγορά, την κερδο­σκοπία με την επανεξαγωγή τους. Το ίδιο συμβαίνει και με τα πλοία.

3 Το πλεόνασμα του ισοζυγίου υπηρεσιών αυξήθηκε, καθώς η μείωση των καθαρών πληρωμών για ταξιδιω­τικές και για λοιπές υπηρεσίες υπεραντιστάθμισε τον περιορισμό των καθα­ρών εισπράξεων από υπηρεσίες μετα­φορών. Οι εισπράξεις από ταξιδιωτικές υπηρεσίες μειώθηκαν κατά 20,2% ένα­ντι του Δεκεμβρίου 2009, ενώ οι πληρω­μές για ταξιδιωτικές υπηρεσίες μειώθη­καν κατά 27,6%. Σημειώνεται ότι αυτές οι μεγάλες μειώσεις αντανακλούν την παρακώλυση των συγκοινωνιών στην Ευρώπη εξαιτίας των ιδιαίτερα δυσμε­νών καιρικών συνθηκών τον Δεκέμβριο. Όλα αυτά υπογραμμίζουν πόσο ευάλω­τη είναι μια οικονομία που βασίζεται στις υπηρεσίες από αστάθμητους παρά­γοντες της παγκόσμιας αγοράς.

4 Το έλλειμμα του ισοζυγίου εισοδημάτων αυξήθηκε κατά 108 εκατ. ευρώ, σχεδόν αποκλειστικά λόγω της ανόδου των καθαρών πληρωμών για τό­κους, μερίσματα και κέρδη. Η ελληνική οικονομία, ακόμη και στις συνθήκες αυ­τής της κρίσης, εξακολουθεί να πληρώ­νει στο εξωτερικό πάνω από 13 δισ. ευ­ρώ τόκους, μερίσματα και κέρδη, που υπερβαίνουν σχεδόν κατά 3 φορές τα δηλωμένα επιχειρηματικά κέρδη των μεγάλων ανωνύμων εταιρειών στην εφορία.

5 Το πλεόνασμα του ισοζυγίου των τρεχουσών μεταβιβάσεων μειώθη­κε κατά 1,1 δισ. ευρώ σε σύγκριση με το 2009. Η μείωση αυτή προέκυψε από το γεγονός ότι οι «λοιποί τομείς» (με­ταναστευτικά εμβάσματα κ.λπ.) εμφά­νισαν καθαρές μεταβιβαστικές πληρω­μές ύψους 98 εκατ. ευρώ έναντι καθα­ρών εισπράξεων ύψους 444 εκατ. ευρώ το 2009, ενώ οι καθαρές μεταβιβαστι­κές εισπράξεις του τομέα της γενικής κυβέρνησης (κυρίως από την Ε.Ε.) μειώ­θηκαν κατά 520 εκατ. ευρώ. Η εξέλιξη αυτή προκύπτει κατά τα 2/3 περίπου από τη μείωση των εισπράξεων και κατά το 1/3 από την αύξηση των πληρωμών.

6 Το 2010 το ισοζύγιο κεφα-λαιακών μεταβιβάσεων εμ­φάνισε πλεόνασμα 2,1 δισ. ευρώ, έναντι 2,0 δισ. ευρώ το 2009. Η εξέ­λιξη αυτή αντανακλά, κατά το μεγα­λύτερο μέρος της, την αύξηση των κεφαλαιακών μεταβιβάσεων από την Ε.Ε. προς τον τομέα της γενικής κυβέρ­νησης. Το συνολικό ισοζύγιο μεταβιβά­σεων (τρεχουσών και κεφαλαιακών) παρουσίασε πλεόνασμα 2,3 δισ. ευρώ, έναντι πλεονάσματος 3,3 δισ. ευρώ το 2009. Η δημοσιονομική εξάρτηση από την Ε.Ε. αυξήθηκε σημαντικά.

7 Το 2010 οι άμεσες επενδύσεις εμ­φάνισαν καθαρή εισροή ύψους 694 εκατ. ευρώ. Ειδικότερα η καθαρή εισροή κεφαλαίων ξένων για άμεσες επενδύσεις στην Ελλάδα ανήλθε σε 1,7 δισ. ευρώ (έναντι καθαρής εισροής 1,8 δισ. ευρώ το 2009) και κατά κύριο λόγο αφορούσε την αύξηση της συμμετοχής ξένων επενδυτών στο μετοχικό κεφά­λαιο της Εμπορικής και της Γενικής Τρά­πεζας, ενώ η καθαρή εκροή κεφαλαίων κατοίκων Ελλάδος για άμεσες επενδύ­σεις στο εξωτερικό έφθασε το 1,0 δισ. ευρώ (έναντι 1,5 δισ. ευρώ το 2009).

8 Το 2010 σημειώθηκε καθαρή εκροή ύψους 20,9 δισ. ευρώ στην κατηγορία των επενδύσεων χαρτοφυ­λακίου (έναντι καθαρής εισροής 27,9 δισ. ευρώ το 2009). Η εξέλιξη αυτή αντανακλά κυρίως τη φυγή κεφαλαίων λόγω μείωσης των τοποθετήσεων ξέ­νων σε ομόλογα και έντοκα γραμμάτια που εκδόθηκαν εντός της Ελλάδος (κα­τά 33,0 δισ. ευρώ), καθώς και σε μετο­χές ελληνικών επιχειρήσεων (κατά 1,1 δισ. ευρώ). Εκροή ύψους 1,1 δισ. ευρώ σημειώθηκε επίσης λόγω της αύξησης των τοποθετήσεων κατοίκων σε μετο­χές του εξωτερικού. Οι εκροές αυτές αντισταθμίστηκαν εν μέρει από την εισ­ροή κεφαλαίων λόγω μείωσης των το­ποθετήσεων των εγχώριων πιστωτικών ιδρυμάτων και θεσμικών επενδυτών σε ομόλογα και σε χρηματοοικονομικά πα­ράγωγα του εξωτερικού (κατά 14,1 και 0,3 δισ. ευρώ αντίστοιχα). Με άλλα λό­για, μέσα στο 2010 έφυγαν στο εξωτε­ρικό πάνω από 35,2 δισ. ευρώ σε επεν­δύσεις χαρτοφυλακίου.

9 Στην κατηγορία των «λοιπών» επεν­δύσεων η καθαρή εισροή ύψους 42,0 δισ. ευρώ (έναντι καθαρής εκρο­ής 3,6 δισ. ευρώ το 2009) οφείλεται κυ­ρίως στον καθαρό δανεισμό του τομέα της γενικής κυβέρνησης ύψους 30,0 δισ. ευρώ, καθώς και στην αύξηση των τοποθε­τήσεων ξένων σε καταθέ­σεις και repos στην Ελλάδα κατά 3,9 δισ. ευρώ (εισροή). Επίσης, μείωση κατά 7,7 δισ. ευρώ εμφάνισαν οι τοποθετήσεις των εγχώριων πιστωτικών ιδρυμάτων και θεσμικών επενδυτών σε καταθέσεις και repos στο εξωτερικό (εισροή). Τα δεδομένα δείχνουν μια γενικευμέ­νη κατάρρευση της οικονομίας. Γι’ αυτό και πρυτανεύει η φυγή των κεφαλαίων στο εξωτερικό. Το 2010 έφυγαν στο εξωτερικό πάνω από 48,2 δισ. ευρώ με τη μορφή επενδύσεων χαρτοφυλακίου, τόκων, μερισμάτων και κερδών. Αν σκε­φτεί κανείς ότι η κυβέρνηση από τις πε­ριοριστικές πολιτικές της εξοικονόμησε γύρω στα 17 δισ. ευρώ, μπορεί να κατα­λάβει γιατί η εφαρμοζόμενη πολιτική είναι τελείως ατελέσφορη και οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια στην πτώχευση με τη μια ή την άλλη μορφή.

 

Προτεραιότητα οι ελεγχόμενες πτωχεύσεις

 

Η κατάσταση έχει ξεφύγει και η ευρωζώνη δεν μπορεί πια να αντιμετωπίσει το πρό­βλημα του χρέους και των χρεοκοπιών στο εσωτερικό της. Έτσι είχαμε την εκτίναξη των επιτοκίων του 10ετούς ελληνικού ομο­λόγου στη δευτερογενή αγορά σε 12,35%, δηλαδή στο υψηλότερο επίπεδο από το 1988. Το ίδιο συνέβη και με τα ομόλογα της Ιρλανδίας και της Πορτογαλίας, που έφτα­σαν σε ύψη ρεκόρ, στο επίπεδο του 1997 και του 1999 αντίστοιχα. Οι αγορές άρχισαν να πιέζουν προκειμένου να υπάρξει ένας μόνιμος μηχανισμός ελεγχόμενης πτώχευ­σης στην ευρωζώνη που θα εξασφαλίσει ότι η χρεοκοπία της Ελλάδας, της Ιρλανδίας, της Πορτογαλίας κ.ο.κ. δεν θα πλήξει ιδιαίτερα τους επενδυτές και τις τράπεζες.

Αυτός ο μηχανισμός απαιτεί συγκεκριμένες αποφάσεις από τους ευρωκράτες έως τις 25 Μαρτίου. Απαιτεί τη μετατροπή του Ευρωπα­ϊκού Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Στήριξης σε μόνιμο μηχανισμό αναδιάρθρωσης χρέ­ους με τα αναγκαία ρευστά διαθέσιμα και τις εγγυήσεις για να αναλάβει έναν τέτοιο ρόλο. Ταυτόχρονα ένας τέτοιος μηχανισμός θα χρειαστεί απευθείας πρόσβαση στις αγορές με σκοπό τη χρηματοδότηση για την επαναγορά χρέους ή ανταλλαγής ομολόγων με χώρες υπό χρεοκοπία. Κι αυτό σημαίνει αναγκαστικά κάποιο είδος κοινού ομολόγου ή ευρωομολόγου. Μπορούν να σηκώσουν αυτό το βάρος οι μεγάλες οικονομίες της ευρωζώνης και ειδικότερα η Γερμανία; Μια τέτοια δέσμευση εκ μέρους της Γερμα­νίας θα σημάνει όχι μόνο την επιδείνωση των όρων δανεισμού της, μια και θα δανεί­ζεται μέσω ευρωομολόγου με υψηλότερα επιτόκια απ’ ό,τι με την έκδοση δικών της ομολόγων, αλλά και μια σοβαρή δημοσιο­νομική επιβάρυνση, μια και θα χρειαστεί να σηκώσει το κύριο βάρος του μηχανισμού αναδιάρθρωσης χρέους της ευρωζώνης. Κι αυτή τη δέσμευση η Γερμανία δεν φαίνεται διατεθειμένη να την αναλάβει.

Σύμφωνα με την Deutsche Welle (7.3), η Μέρκελ δέχεται ισχυρές πιέσεις από τον επιχειρηματικό κόσμο της Γερμανίας για να κρατήσει σκληρή στάση στις συνόδους της Ε.Ε. Οι υπερχρεωμένες χώρες της ευρω­ζώνης θα πρέπει να παραπέμπονται σε μια διαδικασία ελεγχόμενης πτώχευσης. Μια έγκαιρη αναδιάρθρωση του χρέους τους θα πρέπει να είναι ένα από τα εργαλεία της ευ­ρωπαϊκής πολιτικής, υποστηρίζουν σε κοινή τους ανακοίνωση εργοδοτικοί και επιχειρη­ματικοί σύνδεσμοι της Γερμανίας.

 

* Ο Δημήτρης Καζάκης είναι Οικονομολόγος – Αναλυτής.

 

ΠΗΓΗ: (ΔΗΜΟΣΙΕΥΤΗΚΕ ΣΤΟ “Π” ΣΤΙΣ 10-03-11), http://www.topontiki.gr/article/14658

Μνημόνιο 4: Ρημάζει τη χώρα ο Παπανδρέου

 Ρημάζει τη χώρα ο Παπανδρέου

 

Του Γιώργου Δελαστίκ


 

Θα επιτρέψει ο ελληνικός λαός στον Γιώργο Παπανδρέου και την κυβέρνησή του να ρημάξουν κυριολεκτικά την Ελλάδα με την πολιτική που ακολουθούν ή θα τους διώξει από την εξουσία πριν προλάβουν να ολοκληρώσουν το ολέθριο έργο τους, περιορίζοντας τις ζημιές στα όσα έχουν ήδη κάνει, τα οποία φυσικά θα χρειαστούν πολλά χρόνια για να αναστραφούν; 

Το δίλημμα αυτό κυριαρχεί πλέον στην πολιτική ζωή του τόπου, καθώς έχει γίνει σαφές ότι ο πρωθυπουργός αδιαφορεί για κάθε είδους λαϊκή διαμαρτυρία και είναι αποφασισμένος να φέρει… σε τέρμα την αποστολή που έχει αναλάβει – να «κινεζοποιήσει» την Ελλάδα.

Πάνω από εκατό χιλιάδες λαού ξεχύθηκαν την Τετάρτη στους δρόμους της Αθήνας εναντίον του. Αυτός βρισκόταν σε ταξιδάκι «πολιτικού τουρισμού» στη Φινλανδία και έκανε δηλώσεις… αυτοθαυμασμού! «Η κυβέρνησή μου ανήγαγε τις πρόσφατες αυτοδιοικητικές εκλογές σε δημοψήφισμα για τις μεταρρυθμίσεις και τις κερδίσαμε» διακήρυξε θριαμβολογώντας. 

Με προκλητικό τρόπο, την επομένη ακριβώς της γενικής απεργίας και του συλλαλητηρίου εναντίον της πολιτικής της, η κυβέρνηση Παπανδρέου με τις κατοχικές δυνάμεις της ΕΕ και του ΔΝΤ γνωστοποίησαν τι έχουν συμφωνήσει εναντίον των ελλήνων εργαζομένων γι’ αυτό το τρίμηνο με το «Μνημόνιο 4», το οποίο επιχειρεί να δεσμεύσει και την επόμενη κυβέρνηση, βάζοντας στόχους για την τετραετία 2012 – 2015! 

Τι προβλέπει; Πρώτα πρώτα λεηλασία των αποδοχών των εργαζομένων στο δημόσιο τομέα με το κόλπο του «ενιαίου μισθολογίου στο Δημόσιο» και νέες, δραστικές περικοπές των μισθών όσων εργάζονται στις ΔΕΚΟ. Λεηλασία όλου του ελληνικού λαού μέσω αφενός της αύξησης των τιμολογίων του ηλεκτρικού, του νερού, του τηλεφώνου κ.λπ. και αφετέρου μέσω της αύξησης κατά 10% (!) του ΦΠΑ ειδών πρώτης ανάγκης, τα οποία θα μετατάξουν από το συντελεστή του 13% στο συντελεστή 23%.  Δραματική υποβάθμιση των παρεχομένων υπηρεσιών στην υγεία μέσω της μείωσης της κρατικής επιχορήγησης στους αντίστοιχους δημόσιους φορείς. Μείωση κοινωνικών επιδομάτων και άλλα πολλά…

Για τους εργαζόμενους η κυβέρνηση Παπανδρέου είναι η πιο ανελέητη και μισητή κυβέρνηση του κεφαλαίου που έχει περάσει ποτέ από αυτόν τον τόπο. Για το ξένο και το ελληνικό κεφάλαιο βεβαίως είναι το πιο τυφλό πολιτικό όργανο που είχαν ποτέ. Δικαίως διεκδικεί τον τίτλο της πιο σημαντικής κυβέρνησης για την προώθηση των συμφερόντων του κεφαλαίου, πρωτίστως του ξένου αλλά φυσικά και του εγχώριου. 

Η κυβέρνηση Παπανδρέου είναι μια εξαιρετικά επικίνδυνη κυβέρνηση και για έναν ακόμη λόγο: είναι μια… «κυβέρνηση – καμικάζι»! Ο Γ. Παπανδρέου θα φύγει από τη χώρα αμέσως μόλις ανατραπεί, προσδοκώντας στη θέση του ΓΓ του ΟΗΕ ή του ΓΓ του ΝΑΤΟ ή κάτι ανάλογο. Έχει αποφασίσει ότι δεν έχει πολιτικό μέλλον στην Ελλάδα και ούτε θέλει κάτι τέτοιο. 

Έχει προσαρμόσει επομένως τη διακυβέρνησή του στο ότι θα κάνει μόνο μία πρωθυπουργική θητεία, άρα στη διάρκεια αυτής της μοναδικής θητείας του πρέπει να πάρει όλα τα μέτρα συντριβής του εργατικού  κινήματος και του κοινωνικού κράτους στην Ελλάδα! Να φτωχύνει τόσο πολύ τους έλληνες εργαζόμενους και τη χώρα συνολικά ώστε να τους παραδώσει βορά στο ξένο και το ελληνικό κεφάλαιο με πολύ ευνοϊκότερους όρους για το κεφάλαιο από όσο τους παρέλαβε.

Από την επιτυχία αυτής της αποστολής θα κριθεί η προώθησή του ή όχι σε διεθνή αξιώματα, όπως αυτά που προαναφέρθηκαν. Έτσι το βλέπει ο Γ. Παπανδρέου. Η πρωθυπουργική του θητεία στην Ελλάδα είναι κάτι σαν το…  «αγροτικό» των γιατρών! Μια αναγκαία φάση, χωρίς συνέχεια, στην καριέρα του. 

Αυτό που εμείς θεωρούμε «συντρίμμια», την εξαθλίωση δηλαδή εκατομμυρίων Ελλήνων εξαιτίας της πολιτικής Παπανδρέου, είναι στην πραγματικότητα το εξαιρετικό έργο υπέρ του κεφαλαίου που παρουσιάζει ο Γ. Παπανδρέου στους ξένους ηγέτες και για το οποίο αποσπά τα ειλικρινή συγχαρητήριά τους!  

Αυτά είναι τα διαπιστευτήρια που παρουσιάζει για να τους πείσει να τον προωθήσουν. Προφανώς αυτή η πολιτική θα καταφέρει διαλυτικά πλήγματα στο ΠΑΣΟΚ, αλλά αυτό αφήνει τον Παπανδρέου παγερά αδιάφορο. Στο βαθμό που οι «βουλευτές – κότες» του ΠΑΣΟΚ δεν τον ανατρέπουν, ο Γ. Παπανδρέου τους σπρώχνει αδίστακτα να τους πετάξει στον πολιτικό Καιάδα για να υπηρετήσει τα προσωπικά του πολιτικά σχέδια, χρησιμοποιώντας τους βουλευτές και τα στελέχη του εκφυλισμένου ΠΑΣΟΚ ως λίπασμα για την ανέλιξη της προσωπικής πολιτικής του καριέρας σε διεθνές επίπεδο.

Όσο διατηρείται όμως αυτή η κατάσταση, ο Παπανδρέου είναι άτρωτος από ειρηνικές εκδηλώσεις διαμαρτυρίας –απεργίες, πορείες, συλλαλητήρια– για τον απλούστατο λόγο ότι δεν επιδιώκει ουσιαστικά την επανεκλογή του. Αδιαφορεί έτσι για τα πάντα, για οποιαδήποτε καταστροφική συνέπεια της πολιτικής του. 

Το μόνο που τον ενδιαφέρει είναι η διατήρησή του στην πρωθυπουργία τόσο χρόνο όσο κρίνει ότι απαιτείται για να ολοκληρώσει με επιτυχία τις «εξετάσεις» που δίνει στον Ομπάμα, στη Μέρκελ, τον Σαρκοζί και τους υπόλοιπους που θα αποφασίσουν για τη μελλοντική καριέρα του. Όσο χρόνο έχει την εξουσία, είναι πανευτυχής και ας λένε ό,τι θέλουν γι’ αυτόν οι έλληνες ιθαγενείς. Η δουλειά του να γίνει. Όλα τα υπόλοιπα είναι ασήμαντες λεπτομέρειες για τον Παπανδρέου.

Αν τον αφήσουμε να μας χρησιμοποιήσει όπως θέλει και δεν τον διώξουμε κλωτσηδόν, θα είμαστε άξιοι της μοίρας μας ως λαός.

 

ΠΗΓΗ: www.prin.gr/. Το είδα: Παρασκευή, 11 Μαρτίου 2011, http://seisaxthia.blogspot.com/2011/03/blog-post_11.html

Σεισάχθεια, Αριστερά, κοινή δράση και… ΕΛΕ

Η Σεισάχθεια, η Αριστερά, η κοινή δράση και η επιτροπή Λογιστικού Ελέγχου (Ε.Λ.Ε.) 

 

Του Δημήτρη Καζάκη


 

Η Σεισάχθεια δεν είναι κόμμα, ούτε έχει δημοκρατικό συγκεντρωτισμό για να επιβάλει κοινή ιδεολογία και προσέγγιση σε όλους όσους συμμετέχουν. Επιπλέον επειδή, οι περισσότεροι από εμάς έχουμε βιώσει το επίπεδο της δημοκρατίας, τα ήθη και έθιμα των χώρων που  «ζεσταίνουν τους δρόμους», αλλά διώχνουν μονίμως τον κόσμο, μιας και μόνιμη επιδίωξή τους είναι το πώς θα τον βάλουν στο δικό τους μαντρί, έχουμε πει ότι δεν μπορεί να υπάρξει κανενός είδους λογοκρισία.

Στη Σεισάχθεια ακούγονται όλες οι απόψεις ελεύθερα. Μακάρι να μπορούσα να πω το ίδιο και για τους χώρους που θεωρούνται ως αριστεροί και προοδευτικοί. Φυσικά έχουμε προτάξει τα συγκεκριμένα αιτήματα που συμφωνούμε και παλεύουμε. Όμως αυτό δεν μας οδήγησε να πετάξουμε, ούτε να αποπέμψουμε οιονδήποτε έχει διαφορετική λογική, ή έχει ενταχθεί στο Αριστερό Βήμα διαλόγου, στην πρωτοβουλία της ΕΛΕ, ή αλλού.  Εμείς δεν έχουμε κανένα πρόβλημα να έχουμε στις γραμμές μας αγωνιστές που συμφωνούν με τα αιτήματα της Σεισάχθειας και ταυτόχρονα θεωρούν ότι πρέπει να στηρίξουν και την ΕΛΕ. Όπως επίσης από το Βήμα διαλόγου που δημιούργησε η Σεισάχθεια στην Τοσίτσα, έχουν παρελάσει όλοι, συμπεριλαμβανομένων και των θιασωτών της ΕΛΕ. Θα ήθελα πάρα πολύ να  δω κάποιον από τους χώρους που θεωρούνται αριστεροί και προοδευτικοί, που να έχει κάνει το ίδιο. Κανένας.

Οτιδήποτε γράφω με την υπογραφή μου εκφράζει αποκλειστικά τις δικές μου απόψεις. Δεν επεδίωξα ποτέ να επιβάλω την άποψη και τη λογική μου σε κανέναν. Απόδειξη αυτού του γεγονότος είναι ότι υπάρχουν μέλη της Σεισάχθειας που υπέγραψαν την ΕΛΕ και την στηρίζουν, χωρίς να έχει τεθεί θέμα αποπομπής τους. Και ούτε κατά διάνοια θα μπορούσε να είχε τεθεί κάτι τέτοιο. Όσο για μένα θα ήθελα να ξεκαθαρίσω ευθύς εξαρχής ένα ζήτημα που το ξεκαθαρίζω πάντα απέναντι σε όλους. Ένας από τους βασικούς λόγους που έφυγα από το ΚΚΕ ήταν γιατί δεν μπορούσα να αντέξω άλλο το ασφυκτικό καθεστώς φίμωσης. Αν λοιπόν δεν δέχτηκα την φίμωση μέσα στο κόμμα μου, δεν υπάρχει περίπτωση να την δεχτώ οπουδήποτε αλλού και για κανέναν λόγο. Αν αισθανθώ ότι υπάρχει περίπτωση να επιβληθεί κάτι τέτοιο, για οποιονδήποτε καλό ή κακό λόγο, τότε πολύ απλά αποχωρώ, διότι εκεί που δεν υπάρχει ελευθερία άποψης και ζύμωσης δεν μπορεί να υπάρξει καλό αποτέλεσμα. Κι αυτό το έκανα επανειλλημένως από όλα τα σχήματα και τις πρωτοβουλίες που ορισμένοι θεώρησαν ότι μπορούν να τα μετεξελίξουν σε δικά τους φέουδα.

Η αληθινή ενότητα δεν προϋποθέτει την φίμωση, αλλά την ελευθερία ζύμωσης, ακόμη και την ανοιχτή πολεμική. Το να λες ελεύθερα αυτό που πιστεύεις και να μάχεσαι γι’ αυτό, ακόμη και με όρους ανελέητης πολεμικής, δεν υπονομεύει την ενότητα, αλλά τη δυναμώνει, την βαθαίνει, της δίνει προοπτική. Μόνο έτσι μπορεί να κατακτηθεί η εμπιστοσύνη, η ειλικρίνεια και η εντιμότητα στις σχέσεις ανάμεσα σε δυνάμεις και αγωνιστές με διαφορετικές ιδεολογικές αφετηρίες. Διαφορετικά δεν επιδιώκεις την ενότητα, αλλά την κλωνοποίηση όλων των άλλων κατ’ εικόνα και ομοίωση δική σου. Κι αυτό κάνουν όλοι αυτοί που θεωρούνται ως αριστεροί και προοδευτικοί. Μια ενότητα που βασίζεται στο πολιτικά ορθόν, στην φίμωση των διαφορετικών απόψεων, στην κολακεία των δικών μας και της παρέας μας, είναι μια ενότητα αδερφίστικη, υποκριτική και βιτρίνα για παρασκήνιο. Αυτή ήταν η λογική που πάλεψα μέσα στο ΚΚΕ και σ’ αυτήν την λογική θα μείνω πιστός, ότι κι αν λένε, όποιος κι αν το λέει. Στο κάτω-κάτω της γραφής, όποιος νιώθει τον εαυτό του ικανό δεν έχει παρά να απαντήσει στο ανοιχτό πεδίο των επιχειρημάτων και της πολεμικής, αντί να στήνει ξόβεργες για να φιμωθεί ο αντίλογος, ή να πετά λάσπη του είδους, εγώ θέλω την ενότητα, αλλά εσείς δεν την θέλετε, γι’ αυτό φεύγω. Σε όσους στεναχωριούνται γι’ αυτά που λέω και γράφω, ένα έχω να πω: Ιδού η Ρόδος, ιδού και το πήδημα. Όλα τα άλλα είναι εκ του πονηρού.

Όσο για την περίφημη ΕΛΕ, θα πρέπει να ξεκαθαρίσουμε ορισμένα πράγματα: Από τον περασμένο Δεκέμβρη εξάντλησα κάθε προσπάθεια να έρθω σε επαφή με τους ανθρώπους που κινούσαν την όλη ιστορία για να τους διατυπώσω τις ενστάσεις μου. Όχι για να τους αλλάξω γνώμη, αλλά για να μάθω πώς απαντούν σ’ αυτά που έλεγα. Δεν στάθηκε δυνατό. Ήταν φαίνεται πολύ απασχολημένοι και πολύ ειδικοί επί του θέματος για να ασχοληθούν με κάποιον σαν και μένα. Στις 15/1 έστειλα email – το οποίο αναρτήθηκε και στο διαδίκτυο – όπου εξηγούσα τη θέση μου σε μια σειρά συναγωνιστές που με ρωτούσαν, αλλά και στους πρωτεργάτες της εν λόγω πρωτοβουλίας. Το κείμενο αυτό που μπορεί εύκολα να το βρει όποιος θέλει αναρτημένο στο προσωπικό μου blog, αλλά και στο blog της Σεισάχθειας, δεν είχε τον χαρακτήρα της πολεμικής, αλλά της απλής επισήμανσης όσων θεωρούσα ότι αποτελούσαν πρόβλημα. Ούτε φωνή, ούτε ακρόαση. Δικαίωμά τους. Βεβαίως δεν θεωρώ ότι ήταν υποχρεωμένοι να απαντάνε στον καθένα, πόσο μάλλον σ’ εμένα, ούτε ήταν υποχρεωμένοι να αντικρούσουν όσα τους επεσήμανα. Παρά το γεγονός ότι προσωπικά έχω τελείως διαφορετική φιλοσοφία και γι’ αυτό δεν έχω αφήσει κανέναν αναπάντητο που έχει αμφισβητήσει την αρτιότητα των επιχειρημάτων μου, δεν θεωρώ ότι όλοι πρέπει να έχουν την ίδια ευαισθησία. Ούτε θεωρώ τον εαυτό μου κάτι το ιδιαίτερο, ώστε οι ειδικοί διεθνούς βεληνεκούς της πρωτοβουλίας να πρέπει να ασχοληθούν με τα δικά μου τετριμμένα και ασήμαντα επιχειρήματα. Όμως τα πράγματα άλλαξαν όταν αρκετοί φίλοι, συναγωνιστές και σύντροφοι με βρήκαν και μου μετέφεραν μια ανάλογη εμπειρία αντιμετώπισης και στις δικές τους ενστάσεις. Ακόμη χειρότερα ήταν όταν τα κεντρικά ελεγχόμενα μέσα μαζικής προπαγάνδας άρχισαν να παίζουν διαρκώς την εν λόγω πρωτοβουλία, όπου οι εμφανιζόμενοι εκ μέρους της επιβεβαίωναν με τα λεγόμενά τους όλες τις ανησυχίες μου. Ειρήστω εν παρόδω, οι θέσεις της Σεισάχθειας, αλλά και άλλων που κατατείνουν στη διαγραφή του χρέους, δεν έτυχαν της ίδιας ευνοϊκής μεταχείρισης από τα ΜΜΕ. Τυχαίο; Δεν νομίζω. Εκτός κι αν τα συγκροτήματα της επίσημης προπαγάνδας ενδιαφέρονται τόσο πολύ για την ενότητα που θα φέρει την ανατροπή τους.

Αν λοιπόν αυτοί οι κύριοι και οι κυρίες κρατούν αυτή τη στάση, τότε γιατί εγώ δεν έχω το δικαίωμα να συνάγω το συμπέρασμα ότι αυτό που κυριαρχεί είναι η ιδιοτέλεια και η σκοπιμότητα; Ιδίως όταν εμφανίζονται επίλεκτα στελέχη του καθεστώτος, Γ. Κύρτσος, Λούκα Κατσέλη, Γ. Ραγκούσης, κ.ά., να αγκαλιάζουν το εν λόγω αίτημα. Κάτι για το οποίο προειδοποιούσα από την πρώτη στιγμή. Εκτός κι αν το μέτωπο για την ανατροπή του μνημονίου περιλαμβάνει και αυτούς μέσα. Μάλλον τους περιλαμβάνει όλους, εκτός ίσως από την Σεισάχθεια, την Σπίθα και κάθε άλλον ανθενωτικό ή εθνικιστή. Από την πρώτη στιγμή που ξεκίνησε η μάχη αυτή, πριν καν την πάρουν χαμπάρι όλοι αυτοί που σήμερα συνωστίζονται στο αριστερό βήμα και στην ΕΛΕ, είχε ως επίκεντρο δυο βασικά αιτήματα, την μη αναγνώριση του χρέους (ή παύση πληρωμών, όπως λανθασμένα την ονομάζουν κάποιοι) και την έξοδο από το ευρώ, ως τα πρώτα βήματα για να αλλάξει πορεία ο τόπος. Γιατί θα πρέπει να σιωπήσω όταν κάποιοι επιχειρούν να γυρίσουν τη συζήτηση πιο πίσω από εκεί που είχε τεθεί εξαρχής. Ποια διεστραμμένη έννοια της ενότητας θα πρέπει να με κάνει να χαμηλώσω στους τόνους απέναντι σε όποιους προσφέρουν καταφύγιο και επιχειρήματα σε όσους θέλουν να αποπροσανατολίσουν τη συζήτηση στην κοινωνία και μέχρι σήμερα δεν τολμούν ούτε καν να μιλήσουν έστω για παύση πληρωμών και έξοδο από το ευρώ. Γιατί θα πρέπει να συμπεριφέρομαι με το γάντι σε όλους τους αποτυχημένους κομματάρχες της αριστεράς που ακόμη και σήμερα δεν τολμούν να ψελλίσουν τα δυο αυτά βασικά αιτήματα, αλλά βρήκαν καταφύγιο σ’ αυτήν την πρωτοβουλία που χωράει αδιάκριτα τους πάντες. Τι σόι συνέπεια λόγων και έργων θα με διέκρινε αν υποχωρούσα από αυτή την κόκκινη γραμμή προκειμένου να τα βρω με Αλαβάνους, Τσίπρες, Λαφαζάνηδες, κοκ; Και γιατί να το κάνω; Επειδή είναι αριστεροί; Κι από πότε το να είναι κανείς αριστερός αποτελεί συγχωροχάρτι για τις θέσεις του;

Μπορεί να είμαι ότι είμαι, αλλά ρεντίκολο και γελοίος δεν πρόκειται να γίνω για χάρη κανενός, υποστηρίζοντας ότι μπορεί να γίνει λογιστικός έλεγχος σε ένα χρέος που αποτελείται κυρίως από ελεύθερα διαπραγματεύσιμα ομόλογα. Ούτε θα γίνω παλιάτσος ώστε να εξασφαλίσω την προσωπική μου προβολή από τα ΜΜΕ για να με βγάζουν να παπαγαλίζω αρεστές ή ανεχτές για το κυρίαρχο σύστημα απόψεις, όπως κάνουν οι πρωταγωνιστές της ΕΛΕ. Μπορεί ο καθένας μέσα στη νιρβάνα της άγνοιάς του να νιώθει ότι κάνει καλό υπογράφοντας ανοησίες, αλλά το δικό μου συνάφι και όσοι γνωρίζουν τα πράγματα έχουν μετατρέψει την ΕΛΕ σε ανέκδοτο. Μπορεί να διαφωνούν πολλοί μαζί μου, αλλά κανένας δεν τόλμησε να κάνει τις απόψεις και τα επιχειρήματά μου, ανέκδοτο. Τέτοια προσωπική γελοιοποίηση δεν πρόκειται να την ανεχθώ. Όσοι υπογράφουν την ΕΛΕ είναι σίγουρο ότι το κάνουν, στην μεγάλη πλειοψηφία τους, από καλή πρόθεση και χωρίς να γνωρίζουν επί τοις ουσίας το όλο ζήτημα. Αυτός δεν είναι λόγος για να κατεβάσω τους τόνους.  Δεν πρόκειται να συμμετάσχω σε μια επιχείρηση που πουλάει φύκια για μεταξωτές κορδέλες, ή γυαλιστερές χάντρες με σκοπό να ξεγελάσει τους αδαείς ιθαγενείς.

Μαθαίνω ότι σήμερα ο κ. Τσίπρας με τον κ. Λαφαζάνη αγκαζέ, κατέθεσαν αίτημα στη Βουλή για την δημιουργία Εξεταστικής Επιτροπής του χρέους κατά το πρότυπο της «ανεξάρτητης» ΕΛΕ. Να γιατί υπέγραψαν και στηρίζουν την εν λόγω πρωτοβουλία. Για να ζητήσουν μέσα σ’ ένα κοινοβούλιο που έχει καταλυθεί πραξικοπηματικά από τον περασμένο Μάιο, να εξετάσουν αγκαλιά με το ΠΑΣΟΚ και τη ΝΔ το δημόσιο χρέος της χώρας. Στα πλαίσια ενός κανονισμού που έτσι ή αλλιώς δεν παρέχει καμμιά ουσιαστική αρμοδιότητα για τη διενέργεια ουσιαστικής έρευνας από καμμιά Εξεταστική Επιτροπή. Κι αυτό αποκαλείται αριστερή πολιτική, ή αλλιώς κρατώ το θέμα στην επικαιρότητα. Ευχαριστώ πολύ δεν θα πάρω. Ο πολιτικαντισμός και οι πολιτικάντες πάντα μου κάθονταν στο λαιμό.

Προσωπικά δεν υπήρξα ποτέ αριστερός. Η ίδια η έννοια του αριστερού είναι ένα είδος σημαίας ευκαιρίας ανάλογα με τις συγκυρίες. Στην Ελλάδα η στυγνή παρανομία και οι διώξεις ήταν που γέννησαν την έννοια της αριστεράς, ως μια έννοια αρκετά φλου και απροσδιόριστη ώστε να φοριέται εύκολα από τον οποιονδήποτε χωρίς να έχει προβλήματα με τον νόμο και την τάξη. Το ίδιο συμβαίνει και σήμερα. Στην αριστερά σήμερα κρύβονται οι πιο αντιδραστικές απόψεις και θέσεις για τη σημερινή συγκυρία. Ιδίως στο χώρο του ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ που έχει δώσει γη και ύδωρ στον ιμπεριαλισμό και την Ευρωπαϊκή Ένωση. Γιατί θα πρέπει να κατέβει η συζήτηση, αλλά και οι κατακτημένες θέσεις μέσα σε ένα μεγάλο μέρος της κοινωνίας, σε τόσο χαμηλά και σε τόσο θολά επίπεδα ώστε να χωράνε και οι απολογητές των κυρίαρχων επιλογών του κεφαλαίου και των αγορών; Ώστε να χωράνε ακόμη κι όσοι δεν τολμούν να πουν το στοιχειώδες: παύση πληρωμών και έξοδος από το ευρώ. Γιατί; Επειδή φιγουράρουν ως αριστεροί και φωνάζουν στον κόσμο να βγει στους δρόμους; Να βγει να κάνει τι; Να συρθεί ξωπίσω τους σαν κοπάδι; Αυτή είναι η τόσο προοδευτική αντίληψη της πολιτικής που έχουν;

Που ήταν όλοι αυτοί όταν για μήνες προσπαθούσαμε να συγκροτήσουμε ένα κοινό μέτωπο προτάσσοντας τα δυο κύρια αιτήματα της συγκυρίας; Όποιος έχει στοιχειώδη αξιοπρέπεια και διατηρεί σ’ αυτούς τους χαλεπούς καιρούς την κοινή λογική μπορεί να αντιληφθεί εύκολα τι παίζεται πίσω από πρωτοβουλίες αυτού του είδους. Μπορεί να διακρίνει εύκολα το νέο «αντιμνημονιακό» ΠΑΣΟΚ που ανατέλλει πίσω από την ΕΛΕ. Όποιος δεν μπορεί, τι να κάνουμε; Το σίγουρο είναι ότι δεν θα ζητήσουμε το κεφάλι του επί πίνακι, όπως συνηθίζουν στους χώρους που αποκαλούνται, αριστεροί και προοδευτικοί.

Ήμουν και παραμένω κομμουνιστής, έστω κι αν δεν αρέσει στους εγκάθετους των μηχανισμών της αριστεράς. Αυτό σημαίνει ότι την αφοσίωσή μου την οφείλω όχι στην αριστερά, αλλά πρώτα και κύρια στην εργατική τάξη και τον λαό. Δεν μπορεί η χώρα να χάνεται, η εργατική τάξη και ο λαός να ξεκληρίζεται και εμείς να ασχολούμαστε στα σοβαρά με ηγεσίες, παρέες και κολλητούς που περί άλλων τυρβάζουν, για να μην πω τίποτε χειρότερο. Επομένως το κύριο μέλημα για όποιον σκέφτεται όπως σκέφτομαι εγώ θα πρέπει να είναι όχι η ενότητα της αριστεράς, που ανέκαθεν υπονοούσε την ενότητα των μηχανισμών και των ηγετικών της παραγόντων σε βάρος του κινήματος, αλλά η ενότητα της εργατικής τάξης και του λαού. Όχι μιας εργατικής τάξης και ενός λαού όπως υπάρχει στη σφαίρα της λακίροφκα και της φαντασίας, αλλά όπως υπάρχει στην αληθινή ζωή. Με όλα όσα σέρνει στο κεφάλι και στην συμπεριφορά του. Για να ενωθεί η εργατική τάξη και ο λαός θα πρέπει να μάθουμε να τον ακούμε, ακόμη κι όταν λέει τις χειρότερες ανοησίες, θα πρέπει να μάθουμε να μιλάμε μαζί του τη δική του γλώσσα για να τον πείσουμε για το δίκιο του, γιατί υποτίθεται ότι όλοι εμείς έχουμε στρατευθεί για το δικό του συμφέρον και όχι για ιδεολογήματα και οπτασίες που θέλουμε να του φορέσουμε καπέλο. Θα πρέπει να βρούμε τον τρόπο να τον οργανώσουμε και να τον κινητοποιήσουμε με τον τρόπο που καταλαβαίνει ο ίδιος, που τον νιώθει φυσικό και ώριμο, που του κερδίζει την εμπιστοσύνη. Σε αντίθεση με όλους αυτούς που μπορεί να «ζεσταίνουν τους δρόμους», αλλά ζητάνε να τον μαντρώσουν στη δική τους λογική και πρακτική, να τον μετατρέψουν σε άβουλο οπαδό ηγεσιών και μηχανισμών. Τι άλλο εκτός από ακροατήριο αναζητούν πρωτοβουλίες σαν το Αριστερό Βήμα και την ΕΛΕ; Που είναι η κινηματική τους διάσταση; Τι και πότε έκαναν το οτιδήποτε για να κινητοποιήσουν μάζες; Εδώ δεν τόλμησαν ούτε καν να φιλοξενήσουν τον αντίλογο, θα μας μιλήσουν τώρα για κίνημα; Έλεος!

Όσο για τις Σπίθες, ο καθένας έχει δικαίωμα να έχει την άποψή του γι’ αυτές, για τον Θεοδωράκη και για τον οποιοδήποτε άλλον. Δικαίωμά του. Όμως το ερώτημα μου είναι το εξής: πότε όλοι αυτοί μαζί που «ζεσταίνουν τους δρόμους» μάζεψαν τον κόσμο που μάζεψε ο Θεοδωράκης με το κάλεσμά του; Κι ο κόσμος αυτός είναι εκείνος, που οι εγκάθετοι της αριστεράς ζητούν εδώ και δεκαετίες να τους ακολουθήσει, αλλά δεν το κάνει. Και πολύ σωστά, γιατί από ταξικό ένστικτο διαισθάνεται για τι κουμάσια πρόκειται. Τώρα μπορεί ο οποιοσδήποτε να θεωρεί αυτόν τον κόσμο λαουτζίκο, αμόρφωτο, εθνικιστή, ανόητο, ή ότι άλλο θέλει. Και πάλι δικαίωμά του. Αλλά αυτός ο κόσμος έχει δηλώσει τη διάθεσή του να δώσει τη μάχη, έχει ήδη πάρει θέσεις για το χρέος, την ΕΕ και την δημοκρατία που δεν τολμούν να πάρουν ακόμη και οι πιο δήθεν επαναστάτες αριστεροί ινστρούκτουρες. Όντως υπάρχουν εθνικιστές στις γραμμές της Σπίθας, έστω κι αν ο πατριωτισμός που διακρίνει τον λαό δεν είναι εθνικισμός, αλλά μια αυθόρμητη εναντίωση στον ιμπεριαλισμό, που αν δεν βρει πολιτική έκφραση αντίστοιχη με τα συμφέροντά του, θα χειραγωγηθεί από κάθε είδους ακροδεξιά λογική. Γιατί όμως είναι χειρότερο να συναναστρέφεται κανείς εθνικιστές και πατριώτες από το να συναναστρέφεται δηλωμένους απολογητές της ΕΕ και του ιμπεριαλισμού, όπως ο Αλαβάνος και οι Τσιπραίοι, δεξιού και αριστερού φυράματος, με τους οποίους δεν έχουν κανένα πρόβλημα να συχνοτίζονται οι πούροι επαναστάτες της αριστεράς; Γιατί είναι κακή η Σπίθα που συνενώνει μετωπικά διαμετρικά αντίθετες λογικές, αλλά είναι καλή η πρακτική των κομμάτων και οργανώσεων της αριστεράς που προσπαθούν να ποδηγετήσουν τα κινήματα των πολιτών, όπως το ΔΕΝ ΠΛΗΡΩΝΩ και άλλα, προκειμένου να τα κάνουν υποχείρια του ΚΚΕ, του ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ, του ΕΕΚ, της ΑΝΤΑΡΣΥΑ; Δείτε τους 500-800 που μάζεψε το ΔΕΝ ΠΛΗΡΩΝΩ στην κινητοποίηση της 1η Μάρτη για να καταλάβετε τι εννοώ. Κανένας τους δεν τόλμησε να κάνει αυτό που επιχειρούμε με όλες τις αδυναμίες μας στη Σεισάχθεια, ή στις Σπίθες. Αντίθετα κάθε φορά που τίθεται ζήτημα κοινής δράσης πάνω σε ένα κοινό πλαίσιο κεντρικών αιτημάτων, πάντα υπάρχουν οι γνωστοί των κομμάτων, οργανώσεων και γκρουπούσκουλων της αριστεράς με την επίσης γνωστή ασφαλίτικη λογική και συμπεριφορά: Αυτός δεν μου κάνει, ανεξάρτητα από το αν συμφωνεί στο κοινό πλαίσιο που εκφράζει και εμένα. Συνεχώς τα ίδια και τα ίδια. Με όλα τα κακά της, η Σπίθα δεν έχει αυτή την ασφαλίτικη λογική. Αν επικρατήσει και εκεί, το σίγουρο είναι ότι θα έχω αποχωρήσει πολύ πιο πριν.

Η διαχωριστική γραμμή στην ελληνική κοινωνία σήμερα δεν είναι ανάμεσα στους εθνικιστές και στους αντιεθνικιστές, αλλά ανάμεσα στους απολογητές του ιμπεριαλισμού, της ΕΕ και των αγορών, από την μια και από την άλλη, σε όλους εκείνους που είναι διατεθειμένοι να δώσουν τη μάχη ενάντια στην υποδούλωση και την δουλοπαροικία του χρέους που έχει επιβληθεί στη χώρα και τον λαό της. Στην πρώτη κατηγορία εντάσσεται και ένα πολύ μεγάλο κομμάτι της επίσημης αριστεράς, ενώ όποιος δέχεται να στρατευτεί στην υπόθεση της αντίπερα όχθης δεν έχει καμμιά σημασία αν είναι εθνικιστής, αστός δημοκράτης, πατριώτης, ή αριστερός, αρκεί να προτάσσει τους άμεσους στόχους πάλης. Κι αυτοί δεν μπορούν να περιοριστούν στην καταγγελία του μνημονίου, όπως κάνουν όλα τα κόμματα και γκρουπούσκουλα της αριστεράς. Άλλωστε η ιστορική εμπειρία δείχνει ότι στην κατοχή οι εθνικιστές ήταν εκείνοι που στρατεύθηκαν με τους κομμουνιστές και έχυσαν το αίμα τους για μια λαοκρατική Ελλάδα, όταν κάποιοι πούροι επαναστάτες είχαν διαλέξει την ασφάλεια του σπιτιού τους, ή την υπηρεσία της κομαντατούρ. Κανείς δεν γνωρίζει τι θα απογίνει με τη Σπίθα, αλλά δεν δέχομαι κανενός είδους ασφαλίτικη λογική που ζητά πιστοποιητικά κοινωνικών φρονημάτων προκειμένου να υπάρξει συμπαράταξη στον κοινό αγώνα. Δεν απαλλάχθηκε η ελληνική κοινωνία και πολιτική από τα πιστοποιητικά κοινωνικών φρονημάτων, για να τα επαναφέρει η αριστερά και μάλιστα εκείνοι που ξέρουν μόνο από δημόσιες σχέσεις, εσωκομματικές ισορροπίες και συναλλαγές κορυφών.

Το τι εννοούμε όταν μιλάμε για κοινή δράση, το αποδεικνύει η προσπάθεια να συνβρεθούν όλες, αν είναι δυνατόν, οι πρωτοβουλίες, τα κινήματα, οι φορείς και τα συνδικάτα σε κοινή εκδήλωση διαμαρτυρίας, χωρίς ο ένας να καπελώνει τον άλλο, προτάσσοντας ένα κοινό πλαίσιο δράσης

Το σίγουρο είναι ότι δεν μπορεί να συμβιώσει η ήρα με το στάρι. Το ποιος είναι ποιος ας αφήσουμε τη ζωή να το δείξει.

 

ΠΗΓΗ: Πέμπτη, 10 Μαρτίου 2011, http://seisaxthia.blogspot.com/2011/03/blog-post_192.html

ΕΛΕ: Ένα βήμα μπρος ή κατρακύλα στον γκρεμό;

ΕΛΕ: Ένα βήμα μπρος  ή κατρακύλα στον γκρεμό;

 

Του Θέμη

 

Στην αρχή, όταν πρωτοδιατυπώθηκε η πρόταση για την δημιουργία της επιτροπής λογιστικού ελέγχου του δημόσιου χρέους, φάνηκε εκ πρώτης όψεως ότι μπορούσε να αφορά και ζητήματα τακτικής. Αφορά δηλαδή την ανάγκη κατανόησης από την μεριά της εργατικής τάξης, αλλά και ευρύτερων στρωμάτων που πλήττονται από την  λαίλαπα της επίθεσης της ελληνικής κυβέρνησης, της κατανόησης του προβλήματος του χρέους και πώς αυτό θα μπορούσε να αντιμετωπιστεί καλύτερα.

Και όσο η άποψη  αυτή εκπορεύονταν από κύκλους αστών οικονομολόγων, ή μικροαστικά καθηγητικά μαυσωλεία, δεν έχει και τόση μεγάλη σημασία.  Όταν όμως αυτό αρχίζει να γίνεται έμμονη ιδέα σε μαρξιστικούς κύκλους και οργανώσεις το ζήτημα παίρνει άλλο χαρακτήρα.

Πραγματικά είναι απορίας άξιον, πώς μια σειρά οργανώσεις που μέχρι χθες υπεράσπιζαν με πάθος την άρνηση πληρωμής του χρέους, υποχώρησαν σήμερα στην προώθηση μιας αμφισβητούμενης υπόθεσης όπως είναι η ΕΛΕ. Τι συμβαίνει; Γιατί όλα αυτά τα ζικ-ζακ και  οι απότομες στροφές στις πολιτικές θέσεις, οι οποίες αντί να ξεκαθαρίζουν προκαλούν μεγαλύτερη σύγχυση στους οπαδούς τους;

Τίποτε  όμως  δεν είναι παράξενο. Φαίνεται πως όπως στην αρχή μπήκαν χωρίς κατανόηση στο ζήτημα της υπεράσπισης της άρνησης πληρωμής χρέους, έτσι και σήμερα προσπαθούν να μας πείσουν να προπαγανδίσουμε μια θέση χωρίς καν να μπαίνουν στο κόπο να εξηγήσουν αν αυτό αφορά ζητήματα ταχτικής η στρατηγικής. Ας προσπαθήσουμε λοιπόν να καταλάβουμε μόνοι μας τι συμβαίνει.

Το μονοσέλιδο που κυκλοφόρησαν  λίγο καιρό πριν ξεκινήσουν την προσπάθεια για τη δημιουργία επιτροπής λογιστικού ελέγχου,  θα μας βοηθήσει για μια προσέγγιση.

Στην πρώτη παράγραφο παίρνουμε μια ιδέα. Γράφουν. «η τρέχουσα πολιτική της ΕΕ και του ΔΝΤ για την αντιμετώπιση του δημόσιου χρέους έχει επιφέρει μεγάλο κοινωνικό κόστος στην Ελλάδα. Κατά συνέπεια ο ελληνικός λαός έχει δημοκρατικό δικαίωμα να απαιτήσει πλήρη πληροφόρηση όσον αφορά το χρέος που είναι δημόσιο, η εγγυημένο από το κράτος.»

Εδώ το ζήτημα τακτικής είναι φανερό, κανένας δεν μπορεί να διαφωνήσει. Όσο μεγαλώνει το «κοινωνικό κόστος» τόσο περισσότερες μάζες, από όλες τις κοινωνικές τάξεις που πλήττονται από τα μέτρα, θα μπαίνουν στον αγώνα, με το δημοκρατικό δικαίωμα να απαιτήσουν να μάθουν πως δημιουργήθηκε αυτό το χρέος. Είναι όμως έτσι;

Για να το καταλάβουμε πρέπει να παραθέσουμε τη δεύτερη παράγραφο ολόκληρη. «Ο σκοπός της ΕΛΕ θα είναι η εξακρίβωση των αιτίων του δημόσιου χρέους, των όρων με τους οποίους έχει συναφθεί, καθώς και η χρήση των δανείων. Στη βάση των συμπερασμάτων της η ΕΛΕ θα διαμορφώσει κατάλληλες προτάσεις για την αντιμετώπιση του χρέους, συμπεριλαμβανομένου του χρέους που θα αποδειχτεί παράνομο, μη νομιμοποιημένο, η απεχθές. Η επιδίωξη της ΕΛΕ θα είναι να συνδράμει την Ελλάδα ώστε να λάβει όλα τα απαραίτητα μέτρα για να αντιμετωπίσει το βάρος του χρέους, επιτρέποντας παράλληλα στη χώρα να διαπραγματευτεί καλύτερα με τους πιστωτές της. Τέλος η ΕΛΕ θα επιχειρήσει να διαπιστώσει ευθύνες για τις προβληματικές συμβάσεις χρέους

Εδώ πια είναι φανερό! Η ταχτική υποχώρησε σε στρατηγική και μαζί με αυτήν, η ιδεολογία  κατρακύλησε στην υπεράσπιση της αστικής οικονομίας και κατ’ επέκταση στην υπεράσπιση της αστικής ιδεολογίας. Το χρέος υπάρχει! Πρέπει να το αναγνωρίσουμε! Θα πρέπει απλώς να λάβουμε τα κατάλληλα μέτρα για να αντιμετωπίσουμε το βάρος του. Αρκεί να εξακριβωθούν τα αίτια του έτσι ώστε να μπορέσουμε με κατάλληλες προτάσεις, να το αντιμετωπίσουμε. Η ΕΛΕ μπορεί να μας συνδράμει έτσι ώστε να  διαπραγματευτούμε καλύτερα με τους πιστωτές μας.

Θαυμάσιος προβληματισμός! Ποιος μπορεί να μας εξηγήσει όμως που διαφέρει αυτή η προβληματική από τις φωνές μερίδας αστών, αλλά και αστών οικονομολόγων τύπου Βεργόπουλου που διαφωνούν με την πολική του ΓΑΠ; Που διαφέρει αυτός ο προβληματισμός από τις παροτρύνσεις – προτάσεις ρεφορμιστών, τύπου Δραγασάκη ή Μηλιού,  περί δυνατότητας αποπληρωμής του χρέους μέσω αναδιαπραγμάτευσης?

Αλήθεια η κρίση χρέους που μαστίζει σήμερα την καρδιά του ανεπτυγμένου καπιταλισμού πρέπει να αντιμετωπιστεί με έλεγχο, έστω και δημόσιο, επειδή επιφέρει «μεγάλο κοινωνικό κόστος» στους λαούς του; Η επόμενη παράγραφος δεν μας βοηθάει και πολύ για να καταλάβουμε. Μένει μόνο στις διαπιστώσεις γεγονότων και όχι στην ανάλυση των αιτίων.

Η πραγματικότητα είναι, ότι ναι! Όσα «μέτρα» και αν παρθούν δεν θα «καταφέρουν να καθησυχάσουν τις χρηματοπιστωτικές αγορές», ούτε τα «επιτόκια δανεισμού θα πέσουν» γιατί το πρόβλημα είναι ακριβώς εκεί. Είναι στις χρηματοπιστωτικές αγορές που δεν πρόκειται να ησυχάσουν. Το πρόβλημα βρίσκεται ακριβώς  στο τεράστιο πλεόνασμα πλασματικού χρήματος που απομυζεί κάθε ικμάδα από το σύστημα και αφαιρεί κάθε δυνατότητα παραγωγικής ανάπτυξης. Η ανάγκη κερδοφορίας αυτού του τέρατος, σπρώχνει λαούς ολόκληρους στον όλεθρο, αναγκάζοντας τους να καταθέτουν στο βωμό της εξυπηρέτησης του χρέους, το σύνολο της παραγωγικής τους δύναμης μαζί με το σύνολο των πλουτοπαραγωγικών πηγών τους. Και αυτό γίνεται αδιαφορώντας αν αυτό τους οδηγεί στην καταστροφή. Αδιαφορώντας ακόμα αν με αυτό τον τρόπο συμπαρασύρει, μέσω της ύφεσης, και τον εαυτό του στον γκρεμό. Η κρίση χρέους εκδηλώνετε σήμερα για άλλη μια φορά, σε ένα πολύ μεγαλύτερο επίπεδο, Σαν μια  κρίση πλεονάσματος κεφαλαίου που  συνυπάρχει με όλο και μεγαλύτερο πλεόνασμα εργασίας. Όσο αυτά τα δύο δεν μπορούν να συνδυαστούν στην παραγωγή τόσο τα δεινά και το «κοινωνικό κόστος» θα μεγαλώνει. Το δίλημμα που μπαίνει στην εποχή μας, είναι για άλλη μια φορά ξεκάθαρο. Ή το πλεονασματικό κεφαλαίο θα καταστρέψει την εργασία και της παραγωγικές δυνάμεις, ή η εργασία θα διαγράψει το κεφάλαιο. Όλοι οι άλλοι δρόμοι οδηγούν απλός την κοινωνία σε αυταπάτες.

Αυτό δεν σημαίνει βέβαια ότι στην εποχή μας δεν χρειάζονται ταχτικές ίσα- ίσα μάλιστα. Την εποχή που τα οράματα της εργατικής τάξης έχουν καταρρεύσει, οι αστικοδημοκρατικές αυταπάτες της δεν έχουν ξεπεραστεί και οι ηγεσίες της είναι διαβρωμένες απ’ το ρεφορμισμό, τα ζητήματα ταχτικής είναι κυρίαρχα. Η υπεράσπιση όλων των αστικών και δημοκρατικών δικαιωμάτων της που σήμερα καταπατούνται βάναυσα από το κεφάλαιο, δεν μπαίνει καν σε συζήτηση. Από αυτό όμως,  μέχρι το να ελπίζουμε ότι υπάρχει η πιθανότητα, πληρώνοντας οποιοδήποτε τμήμα του χρέους αποφασίσει η ΕΛΕ, μπορεί να ξαναμπούμε στις αγκάλες της ανάπτυξης, τότε ναι, καλλιεργούμαι αυταπάτες.

Χαρακτηριστικό αυτής της σύγχυσης είναι η προ τελευταία παράγραφος του φυλλαδίου. Αναφέρει συγκεκριμένα.

«Για να επιτύχει το στόχο της η ΕΛΕ θα πρέπει να έχει πλήρη πρόσβαση στις συμβάσεις δημόσιου χρέους των τελευταίων τεσσάρων δεκαετιών, συμπεριλαμβανομένων των εκδόσεων ομολόγων, αλλά και διμερούς, πολυμερούς, ή  άλλης μορφής χρέους και κρατικών υποχρεώσεων. Θα πρέπει να έχει τις απαραίτητες αρμοδιότητες για να απαιτεί σχετικά έγγραφα, να καλεί δημόσιους λειτουργούς σε κατάθεση και να εξετάζει τραπεζικούς λογαριασμούς στην Ελλάδα και το εξωτερικό. Θα πρέπει τέλος, να της δοθεί επαρκές χρονικό διάστημα για να μελετήσει τις συμβάσεις και να εξάγει το πόρισμα της».

Λαμπρά!!! Μόνο που ορισμένα ερωτήματα που χρειάζονται απάντηση, αναφύονται αυτονόητα απ’ όλη αυτή την καθηκοντολογία της ΕΛΕ.

Το πρώτο ερώτημα που προκύπτει αβίαστα, είναι ότι η κυβέρνηση του ΓΑΠ δεν πρόκειται να προχωρήσει στην ίδρυση μιας τέτοιας επιτροπής. Πιστεύω ούτε καμία άλλη κυβέρνηση που δεν θα αισθάνεται την καυτή ανάσα του κινήματος στο σβέρκο της. Άρα συμπερασματικά μόνο μια κυβέρνηση με πιεστική εντολή από μια εξεγερμένη κοινωνία που απαιτεί δικαιοσύνη,  μπορεί να τη δημιουργήσει. Και προς θεού μην νομισθεί εδώ ότι μιλάμε για μια επαναστατική κυβέρνηση, αυτό μπορεί να πραγματοποιηθεί και κάτω από μια αμιγώς αστική κυβέρνηση. Μια απάντηση σ’ αυτό είναι αναγκαία. 

Ερώτημα δεύτερο. Πόσος χρόνος πιστεύουμε ότι θα χρειαστεί η επιτροπή για να πραγματοποιήσει όλον αυτό τον άθλο των καθηκόντων της, ένα, δύο, τρία η και περισσότερα χρόνια; Και επειδή η απάντηση δεν είναι εύκολη, προκύπτει αμέσως το τρίτο ερώτημα.

Μέχρι η επιτροπή να βγάλει το πόρισμά της, θα συνεχίσουμε να πληρώνουμε τα χρέη μας; Οι πιστωτές μας  θα έχουν την υπομονή να περιμένουν ή θα μας πιέζουν αφόρητα για την αποπληρωμή τους; Και αν ναι θα κάνουμε στάση πληρωμών περιμένοντας να βγει η απόφαση;

Ερώτημα τέταρτο. Μετά το πόρισμα της ΕΛΕ, και με όποιο ποσό αποφασίσει αυτή ότι πρέπει να πληρώσουμε επειδή δεν είναι απεχθές, με πιο πρωτογενές πλεόνασμα θα μπορέσουμε να κάνουμε «διαπραγμάτευση με τους πιστωτές μας» για να το αποπληρώσουμε; Και μην αρχίσουμε εδώ να βυζαντινολογούμε ότι παράδειγμα, με τόσο ποσοστό ανάπτυξης, θα έχουμε τόσο ποσοστό πλεονάσματος, γιατί τότε πρέπει να μας εξηγήσουν πως και σε πόσο χρόνο θα πραγματοποιηθεί αυτή η ανάπτυξη. 

Τέλος  και με βάσει όλα τα παραπάνω, προκύπτει  όχι μόνο ερώτημα, αλλά και απορία ταυτόχρονα. Γιατί θα πρέπει να πέσουμε σε όλο αυτό τον τακτικισμό; Γιατί δεν μπορούμε να προπαγανδίζουμε στην εργατική τάξη και στην κοινωνία γενικότερα την άρνηση πληρωμής του χρέους αλλά να την οδηγούμε να ψάχνει να βρει πιο είναι το επαχθές; Αν αυτό δεν είναι οπισθοχώρηση τότε τι είναι; Η δικαιολογία ότι αυτό χρησιμοποιείται σαν σκαλοπάτι για την ανάπτυξη της συνείδησης της εργατικής τάξης, μόνο γέλια μπορεί να προκαλέσει, όταν κινήματα όπως το δεν πληρώνω δεν πληρώνω ξεφυτρώνουν παντού σαν ραπανάκια.

Όσοι προτείνουν τέτοιες προπαγανδιστικές ταχτικές πιστεύοντας ότι η εργατική τάξη είναι συγχυσμένη ας κοιτάξουν το καθρέπτη τους. Δεν θα απογοητευτούν γιατί στο πρόσωπο τους θα γνωρίσουν το μέγεθος της σύγχυσης της εργατικής τάξης. Όσες αυταπάτες έχει η εργατική τάξη πιστεύοντας ότι το σύστημα έχει μέλλον, άλλες τόσες αυταπάτες έχουν και αυτοί που της προτείνουν να βρει το επαχθές χρέος, να το σβήσει και να πληρώσει το υπόλοιπο, γιατί πιστεύουν ότι ο καπιταλισμός  έχει τη δυνατότητα σήμερα να αναπτύξει παρά πέρα της παραγωγικές δυνάμεις. Οι άνθρωποι βρίσκονται ακόμα πιο πίσω και απ’ τον Κεινς, όταν έλεγε ότι είναι προτιμότερο να φτωχύνουν εκατό τραπεζίτες, παρά εκατό εκατομμύρια πληθυσμού.

 

Θέμης

 

 

ΠΗΓΗ:  Ημερομηνία καταχώρησης 09-03-2011, http://www.politikokafeneio.com/neo/modules.php?name=News&file=article&sid=9300

Διεθνή Συνάντηση Βερολίνου: Κεντρ. παρέμβαση

Κεντρική παρέμβαση στη Διεθνή Συνάντηση του Βερολίνου

 

Του Δημήτρη Καζάκη*


 

Συνάδελφοι,

Δεν θα ξαφνιάσουμε κανέναν αν πούμε ότι και η εργατική τάξη στην Ελλάδα, το σύνολο των εργαζομένων της χώρας, βρίσκεται στον αστερισμό της ζοφερής πραγματικότητας που όλοι περιγράφουν όταν μιλούν για παγκοσμιοποίηση, για απορρύθμιση, για «απελευθέρωση των αγορών», για ιδιωτικοποιήσεις, κοκ.

Όπως συμβαίνει παγκόσμια, έτσι και στην Ελλάδα η εργατική τάξη έχει βρεθεί μπροστά στην ανάγκη να επιβεβαιώσει με σκληρούς αγώνες ακόμη και τα πιο αυτονόητα: δουλειά για όλους, αξιοπρεπείς αμοιβές, ωράρια και συνθήκες εργασίας που δεν μετατρέπουν τους εργαζόμενους σε ανθρώπινα υποζύγια, εξασφάλιση από τα αδιέξοδα της αγοράς.

Δεν είναι καθόλου λίγοι εκείνοι σήμερα που πλημμυρίζουν με δέος και τρόμο μπροστά στις φαινομενικά ακατάβλητες δυνάμεις της παγκοσμιοποίησης του κεφαλαίου. Τι άλλο μπορεί να κάνει η εργατική τάξη εκτός απ’ το να βρει έναν τρόπο να «προσαρμοστεί» πιο ανώδυνα, πιο ομαλά στις νέες απαιτήσεις των μεγάλων αφεντικών; Μπορεί να τα βάλει με την παγκόσμια αγορά, με τις πολυεθνικές, με το ΔΝΤ, τον ΠΟΕ, την Παγκόσμια Τράπεζα, την Ευρωπαϊκή Ένωση; Ας αρκεστεί σ’ ότι μπορεί να περισώσει απ’ την λαίλαπα και ας καθίσει ήσυχα μέχρις ότου περάσει η μπόρα.

Όσοι σκέφτονται έτσι αναζητούν άλλοθι είτε σε αντιλήψεις που αντιλαμβάνονται ότι συμβαίνει ως «τετελεσμένο γεγονός», ως «αντικειμενική διαδικασία» εκ Θεού, είτε καταφεύγουν σε μια γενική αντικαπιταλιστική ρητορική, δίχως αντίκρισμα στα μέτωπα πάλης του εργατικού κινήματος.

Στη χώρα μας συνδικαλιστικές και πολιτικές δυνάμεις που αντλούν την καταγωγή τους από διαφορετικά ρεύματα του εργατικού κινήματος, συναντήθηκαν σε μια κοινή προσπάθεια ανασυγκρότησης του οργανωμένου κινήματος της εργατικής τάξης. Εκ μέρους αυτής της κοινής προσπάθειας συμμετέχουμε και εμείς στη Διεθνή Συνδιάσκεψη κατά της απορύθμισης και για τα εργατικά δικαιώματα.

Κοινή διαπίστωση μας είναι ότι βρισκόμαστε πλέον σε μια εποχή όπου το φάσμα της διαρκούς ανέχειας, της καταθλιπτικής αβεβαιότητας, της κοινωνικής περιθωριοποίησης, ακόμη και της εξαθλίωσης δεν αναγνωρίζει «άσπρα» και «μπλε» κολάρα, δεν ξεχωρίζει ανειδίκευτους, ειδικευμένους και υψηλά ειδικευμένους εργαζόμενους. Μπροστά στον οδοστρωτήρα της «απελευθέρωσης των αγορών», δεν υπάρχει πλέον καμμιά ατομική εξασφάλιση, κανένα ιδιαίτερο καθεστώς για κανένα ειδικό κοινωνικό ή επαγγελματικό στρώμα της εργατικής τάξης και των υπολοίπων εργαζομένων. Δεν είναι άλλωστε τυχαίο που ακόμη και τα πιο υποτυπώδη κοινωνικά προγράμματα του άλλοτε γνωστού «κράτους πρόνοιας», σήμερα το ένα μετά το άλλο κρίνονται «ασύμφορα» και εξανεμίζονται.

Κι όλα αυτά συμβαίνουν με τις εργαζόμενες τάξεις να έχουν ακόμη vωπές τις αvαμvήσεις απo τις βαρύγδoυπες υπoσχέσεις της πρώτης μεταπoλεμικής περιόδoυ για «πλήρη απασχόληση», για διαρκή άvoδo του βιοτικού επιπέδου, για αvελαστικά εργατικά δικαιώματα και συvθήκες εργασίας, για «κoιvωvικό κράτoς» και «κράτoς πρόvoιας», για «κoιvωvία της ευημερίας», κοκ. Αρκούσε μόνο ο εργάτης, ο εργαζόμενος γενικά, να κοιτάζει τη δουλειά του, να κάθεται ήσυχος και πειθαρχικός, να αφήνει την «υψηλή πολιτική» στις εντεταλμένες ηγεσίες του στο συνδικάτο, στο κόμμα και την κυβέρνηση και να επιλέγει, όποτε του δίνουν την ευκαιρία, το «φως» απ’ το «σκότος», τους «καλούς» απ’ τους «κακούς» που θα τον κυβερνήσουν.

Ωστόσο, μετά την χρεοκοπία και την ανατροπή του «αντίπαλου δέους», δηλ. του υπαρκτού σοσιαλισμού, η παγκοσμιοποίηση εξέφρασε με τον πιο ολοκληρωμένο τρόπο την προσπάθεια της κυρίαρχης τάξης να κατοχυρώσει μια πλασματική εικόνα καταθλιπτικής παντοδυναμίας του παγκόσμιου συστήματος του καπιταλισμού, από το οποίο όπως και να το κατανοεί κανείς – σαν παράδεισο, σαν κόλαση ή σαν καθαρτήριο – δεν υπάρχει καμμιά πιθανότητα διαφυγής.

Η επίθεση των «διαρθρωτικών αλλαγών» δεν έχει σαν στόχο απλά και μόνο μια τερατώδη αναδιανομή ωφελειών, πλούτου και εισοδήματος σε βάρος των εργαζομένων. Αντίθετα επιδιώκει τη συνολική αποδιάρθρωση της ίδιας της εργατικής τάξης, του τρόπου που εντάσσεται στην «αγορά εργασίας», αλλά και του τρόπου που έως σήμερα εκφραζόταν και δρούσε ως οργανωμένη τάξη. Σ’ αυτή την αντιδραστική επιχείρηση τίποτε δεν μένει αλώβητο, τίποτε δεν παραμένει στο απυρόβλητο. Κάθε στήριγμα της κοινωνικής υπόστασης της εργατικής τάξης και των υπολοίπων εργαζομένων έχει μπει στο στόχαστρο της «απορύθμισης» και της «απελευθέρωσης των αγορών».

Όλα από μηδενική βάση, αυτή είναι η νέα πολεμική κραυγή διευθυντηρίων, κυβερνήσεων και καθεστωτικών πολιτικών της δεξιάς και της αριστεράς.

Πράγματι, σε μια εποχή που η εργατική τάξη αντιμετωπίζει την αναίρεση ακόμη και των πιο θεμελιωδών εγγυήσεων μιας υποφερτής διαβίωσης, δεν μπορεί παρά να επαναπροσδιορίζεται «από μηδενική βάση» απέναντι σ’ ολόκληρη την αναγκαιότητα ύπαρξης του σημερινού συστήματος σχέσεων οικονομίας και πολιτικής. Κανένα πλαίσιο δεν μπορεί να θεωρείται ανυπέρβλητο, καμμιά κατάσταση δεδομένη και ακλόνητη, τίποτε πιο ιερό και όσιο απ’ την ικανοποίηση των πιο ζωτικών αιτημάτων των εργαζομένων.

Ιστορικά η εργατική τάξη αναδύθηκε μέσα από ένα μίζερο συνοθύλευμα από διαφορετικά κοινωνικο-επαγγελματικά στρώματα, έρμαια των δυνάμεων της αγοράς, σε διαρκή εξατομικευμένο ανταγωνισμό μεταξύ τους, αλλά και με ολόκληρη την κοινωνία σαν σύνολο. Η εργατική τάξη ξέφυγε από αυτή την μίζερη κατάσταση μόνο όταν κατέκτησε την ανεξάρτητη οργάνωσή της. Κι αυτή η ανεξάρτητη οργάνωση της τάξης εκδηλώθηκε με δυο κύριες ιστορικές μορφές:

Αφενός, τη συγκρότηση των συνδικάτων, ως πρωτογενή μορφή άμεσης πρακτικής οργάνωσης του συνόλου της τάξης σ’ ένα διαρκή αγώνα για τη διεκδίκηση καλύτερων ζωής και εργασίας.

Αφετέρου, την ανάδειξη του ανεξάρτητου πολιτικού κόμματος της εργατικής τάξης, προνομιακού φορέα και πεδίου ζύμωσης της δικής της ανεξάρτητης ιδεολογίας και πολιτικής.

Η ιστορική πορεία γέννησης και άνδρωσης των δύο μορφών οργάνωσης της εργατικής τάξης υπήρξε παράλληλη, αλληλοτροφοδοτούμενη και εσωτερικά αντιφατική διαδικασία. Σε κάθε περίπτωση, όμως, δίχως την οργάνωση και τις κατακτήσεις που απορρέουν απ’ αυτή, τόσο στο επίπεδο της καθημερινής πάλης – όπως συλλογικές συμβάσεις, κοινωνικά δικαιώματα, εργατική νομοθεσία – όσο και στο επίπεδο της ιδεολογίας και της πολιτικής, η εργατική τάξη κινδυνεύει να αποσυντεθεί, να διαλυθεί, να μεταβληθεί σε έρμαιο της καθολική απόγνωσης και απογοήτευσης. 

Σ’ αυτήν ακριβώς: Οι παραγωγικές ικανότητες της κοινωνίας δεν συγκρίνονται με καμμιά περίοδο της ιστορίας της. Μ’ αυτή την έννοια ίσως για πρώτη φορά στην ιστορία της ανθρωπότητας, η ανέχεια, η φτώχεια, η μιζέρια, η περιθωριοποίηση χάνει και τα τελευταία ερείσματα «ανεπάρκειας πόρων». Βρισκόμαστε σε μια εποχή υπερπληθώρας πόρων, και την ίδια ώρα τρομακτικών «κοινωνικών ελλειμμάτων».   

 

ΠΗΓΗ: Πέμπτη, 24 Φεβρουαρίου 2011, http://dimitriskazakis.blogspot.com/2011/02/blog-post_825.html

ΕΛΛΑΔΑ ΩΡΑ ΜΗΔΕΝ

ΕΛΛΑΔΑ ΩΡΑ ΜΗΔΕΝ:

 Τα τμήματα του μηχανισμού στήριξης, η ανεπάρκεια των κεφαλαίων του, οι ανάγκες της Ελλάδας για το 2011, οι τράπεζες, καθώς επίσης λύσεις για το χρέος, τα ελλείμματα και το δανεισμό της χώρας μας

 

Του Βασίλη Βιλιάρδου*


 

Ο ευρωπαϊκός μηχανισμός διάσωσης ύψους 750 δις €, ο οποίος ψηφίσθηκε στις 10 Μαΐου του 2010 από τους 27 υπουργούς οικονομικών της ΕΕ, όταν η Ελλάδα «αναγκάσθηκε» να καταφύγει στη βοήθεια των ΔΝΤ-ΕΕ, αποτελείται από τα εξής τρία «μέρη»:

 

(α)  Το σημαντικότερο «τμήμα» του είναι η συμμετοχή όλων των χωρών της Ευρωζώνης, οι οποίες ίδρυσαν τον «Ευρωπαϊκό μηχανισμό διευκόλυνσης της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας» (EFSF), με έδρα το Λουξεμβούργο. Η συγκεκριμένη εταιρεία ειδικού σκοπού έχει τη δυνατότητα, με τη βοήθεια της έκδοσης ομολόγων, να χρηματοδοτείται από τις «αγορές», με στόχο την ενίσχυση των χωρών-μελών της Ευρωζώνης. Για την έκδοση αυτών των ομολόγων, εγγυώνται τα κράτη της ζώνης του Ευρώ (με εξαίρεση την Ελλάδα και την Ιρλανδία, μέχρι στιγμής), για το συνολικό ποσόν των 440 δις €.

(β)  Έως και 60 δις € τώρα προσφέρονται από τον «Ευρωπαϊκό μηχανισμό σταθερότητας» (EFSM), μέσω του οποίου η Κομισιόν (η ΕΕ των 27 δηλαδή), μπορεί να συνάψει δάνεια από τις αγορές – για να τα διοχετεύσει στις αδύναμες χώρες.    

(γ)  Το ΔΝΤ είναι το τρίτο μέρος του ευρύτερου μηχανισμού στήριξης, αφού ανέλαβε την υποχρέωση να συμμετέχει με το 50% των χρημάτων που θα διατίθενται κάθε φορά από το μηχανισμό – επομένως, συνολικά μέχρι 250 δις €.

Εν τούτοις, τα χρήματα που μπορούν να διατεθούν, είναι στην πραγματικότητα πολύ λιγότερα από 750 δις € – γεγονός στο οποίο οφείλονται οι απόψεις, σχετικά με το ότι δεν θα φτάσουν, εάν υποχρεωθεί και η Ισπανία (η Πορτογαλία θεωρείται δεδομένη) να καταφύγει στο μηχανισμό στήριξης. Ο λόγος είναι πως για τα 440 δις € εγγυώνται όλες οι χώρες – όχι μόνο δηλαδή αυτές που διαθέτουν αξιολόγηση ΑΑΑ. Οι εταιρείες αξιολόγησης λοιπόν, για να βαθμολογήσουν με ΑΑΑ το μηχανισμό (γεγονός που θα σήμαινε ότι, θα μπορούσε να χρηματοδοτηθεί από τις αγορές με χαμηλό επιτόκιο), απαιτούν περισσότερα χρήματα σαν εγγύηση. Στην αντίθετη περίπτωση, αξιολογούν με ΑΑΑ μόνο τα ποσά εκείνα, με τα οποία εγγυώνται οι χώρες με ΑΑΑ αξιολόγηση – δηλαδή, «επιτρέπουν» να χρηματοδοτηθεί (να εκδώσει ομόλογα, με χαμηλά επιτόκια), μόλις με 250 δις € και όχι με 440 δις €.

Επομένως, οι δύο «μηχανισμοί» (EFSF και EFSM), μπορούν να δανεισθούν μόνο 250 δις € και 60 δις € αντίστοιχα (συνολικά 310 δις €) από τις «αγορές». Με το ΔΝΤ λοιπόν να καλύπτει το 50% (155 δις €), το ποσόν που τελικά μπορεί να διατεθεί με χαμηλά επιτόκια, δεν ξεπερνάει τα 465 δις €.  Με διαφορετικές μεθόδους (όπως για παράδειγμα η υποχρέωση του μηχανισμού να διατηρεί το 20% σε ρεζέρβες, έτσι ώστε να αξιολογείται με ΑΑΑ, καθώς επίσης η αντίστοιχη υποχρέωση των χωρών που λαμβάνουν στήριξη, να συμμετέχουν με 20%), οι οικονομολόγοι της BNP Paribas, καθώς επίσης άλλων τραπεζών, υπολογίζουν το ποσόν του μηχανισμού στα 473 δις €.

Με δεδομένο τώρα το ότι, οι συνολικές κεφαλαιακές ανάγκες της Ιρλανδίας, της Πορτογαλίας και της Ισπανίας (η Ελλάδα έχει χρηματοδοτηθεί με διακρατικά δάνεια και όχι από το μηχανισμό) υπολογίζονται, μέχρι τα τέλη του 2013, στα 310 δις €, μία μεγάλη ομάδα, αποτελούμενη από 190 γερμανούς οικονομολόγους, υποστήριξε πως ο μηχανισμός δεν έχει ανάγκη από επί πλέον κεφάλαια – τάχθηκε δηλαδή εναντίον της περαιτέρω ενίσχυσης του μηχανισμού, με την αιτιολογία ότι, υπερκαλύπτει σημαντικά τις ενδεχόμενες ανάγκες και των τριών χωρών μαζί.

Δυστυχώς όμως (κάτι που ισχύει και για τη χώρα μας, όπως θα αναλύσουμε στη συνέχεια), οι γερμανοί οικονομολόγοι, δεν έλαβαν υπ’ όψιν τις επί πλέον ανάγκες που θα μπορούσαν να προκύψουν για τα τρία κράτη – προερχόμενες από τα ετήσια ελλείμματα των προϋπολογισμών τους. Υπολογίζοντας τα ελλείμματα στο 3% επί του ΑΕΠ της εκάστοτε χώρας, κάθε χρόνο έως και το 2013, το ποσόν τοποθετείται στα 124 δις €. Επομένως, οι ανάγκες τους θα διαμορφώνονταν στα 310 δις € (υφιστάμενα ομόλογα), συν 124 δις € (ελλείμματα) – συνολικά στα 434 δις  (πηγή: FTD) Κατ’ επέκταση, ο μηχανισμός των 473 δις € υπερκαλύπτει μόλις κατά 10% τις πιθανές ανάγκες χρηματοδότησης των τριών «υποψηφίων» χωρών – αυτών δηλαδή, οι οποίες ενδεχομένως θα έπρεπε να χρηματοδοτηθούν (η Ιρλανδία έχει υπαχθεί ήδη στο μηχανισμό).

Ένα επόμενο στοιχείο που δεν συνυπολόγισαν, είναι οι πιθανές ανάγκες των τραπεζικών ιδρυμάτων των χωρών αυτών, τα οποία ενδεχομένως θα χρειασθεί να ενισχυθούν από το δημόσιο τομέα τους – ειδικά όσον αφορά την Ιρλανδία, αλλά και την Ισπανία, η οποία υπολογίζεται ότι θα πρέπει να ενισχύσει τουλάχιστον με 100 δις € τις τοπικές τράπεζες της. Στην περίπτωση λοιπόν που τυχόν συμβεί κάτι τέτοιο, το ποσόν του μηχανισμού στήριξης δεν είναι σε θέση να τα καλύψει – ιδιαίτερα εάν συναντήσει προβλήματα η Ιταλία, το δημόσιο χρέος της οποίας υπερβαίνει το 120% του ΑΕΠ της ή το Βέλγιο (δημόσιο χρέος περί το 100% του ΑΕΠ).

 

Η ΕΛΛΑΔΑ

 

Όπως έχουμε επανειλημμένα τονίσει, η δανειοδότηση μας από τους ΔΝΤ-ΕΕ, μεταθέτει απλά το πρόβλημα επαυξημένο στο μέλλον – το αργότερο δηλαδή στη χρονική εκείνη στιγμή που θα κληθούμε να πληρώσουμε τα 110 δις €, επιβαρυμένα με τοκογλυφικά επιτόκια. Ο Πίνακας Ι, ο οποίος συμπεριλαμβάνει τη (τότε) λήξη των ομολόγων του Ελληνικού δημοσίου, καθώς επίσης τα δάνεια των ΔΝΤ-ΕΕ είναι χαρακτηριστικός: 

 

ΠΙΝΑΚΑΣ Ι: Λήξη Ομολόγων 2010-2013, με ημερομηνία καταγραφής τις 29.04.2010, σε δις € – προγραμματισμός εκταμίευσης μηχανισμού στήριξης

 

Έτος

Λήξη ομολόγων συνολικά

Δάνεια ΔΝΤ-ΕΕ

 

 

 

2010

15,80

38,00

2011

31,30

40,00

2012

31,70

24,00

2013

24,90

8,00

 

 

 

Σύνολο

103,70

110,00

Πηγή: Bloomberg – Υπουργείο Οικονομικών (προσχέδιο προϋπολογισμού)

Πίνακας: Β. Βιλιάρδος

 

Σύμφωνα με τον Πίνακα Ι, ο δανεισμός της Ελλάδας από το μηχανισμό στήριξης για τα έτη 2010-2013, εξυπηρετεί αποκλειστικά και μόνο την αποπληρωμή των πιστωτών της – αφού λήγουν ομόλογα συνολικής αξίας 103,7 δις € και δανείζεται 110 δις € (τα 110 δις € του ταμείου στήριξης, είναι ουσιαστικά τα 103,7 δις € που χρωστάμε, συν τους τόκους τους). Επομένως, όλα όσα ακούγονται περί δανεισμού της χώρας μας για την πληρωμή συντάξεων, μισθών κλπ. είναι απολύτως ανακριβή, εάν όχι σκόπιμα ψευδή. Τα χρήματα παρέχονται εμφανώς με στόχο τη διάσωση των ευρωπαϊκών τραπεζών, αφού αυτές είναι οι κύριοι δανειστές μας – πόσο μάλλον όταν, στις ανάγκες χρηματοδότησης της χώρας μας, δεν έχουν συμπεριληφθεί τα ελλείμματα του προϋπολογισμού, τουλάχιστον για το χρονικό διάστημα που θα απαιτηθεί για την κάλυψη τους. 

Ειδικά όσον αφορά το 2010, εισπράξαμε 38 δις € από το μηχανισμό στήριξης (μαζί με τα 6,5 δις € του Ιανουαρίου), ενώ έληγαν ομόλογα ύψους 15,8 δις € – οπότε, εισπράξαμε 22,2 δις € περισσότερα. Επομένως, το έλλειμμα του προϋπολογισμού μας το 2010 (περί τα 23 δις €), καλύφθηκε από το συγκεκριμένο δανεισμό μας.

Σύμφωνα τώρα με την εισηγητική έκθεση του κρατικού προϋπολογισμού για το 2011, οι χρηματοδοτικές ανάγκες της Ελλάδας για το συγκεκριμένο έτος (διαφοροποιούνται συνεχώς, σαν αποτέλεσμα των ελλειμμάτων, των τόκων, του βραχυπρόθεσμου δανεισμού, της «αναδιαμόρφωσης» των κρατικών χρεών κλπ) είναι οι εξής (Πίνακας ΙΙ):  

 

ΠΙΝΑΚΑΣ ΙΙ: Χρηματοδοτικές ανάγκες κρατικού προϋπολογισμού 2011 σε εκ. €

 

Έλλειμμα κρατικού προϋπολογισμού

20.857

Χρηματοδότηση φορέων με ειδικά ομόλογα

420

Ταμείο χρηματοπιστωτικής σταθερότητας

2.000

Συμμετοχή σε αυξήσεις μετοχικού κεφαλαίου τραπεζών κλπ

51

Χρεολύσια μεσομακροπρόθεσμου χρέους

28.130

Πρόβλεψη εξόφλησης βραχυπρόθεσμου χρέους

18.000

 

 

Σύνολο χρηματοδοτικών αναγκών

69.458

 

 

Χρηματοδότηση από

 

Ομόλογα Ελληνικού Δημοσίου

420

Μηχανισμό Στήριξης*

46.500

Βραχυπρόθεσμο δανεισμό

22.538

 

 

Σύνολο δανεισμού

69.458

* Ουσιαστικά είναι 40 δις €, όπως στον Πίνακα Ι. Διαμορφώθηκαν στα 46,5 δις € επειδή λάβαμε καθυστερημένα τη δόση από την ΕΕ, τον Ιανουάριο του 2011.

Πηγή: Προϋπολογισμός 2011, σελίδα 74

Πίνακας: Β. Βιλιάρδος

 

Όπως διαπιστώνουμε από τον Πίνακα ΙΙ, η Ελλάδα θα χρειασθεί τουλάχιστον 22,54 δις € επί πλέον αυτών που θα λάβει (εκτός απροόπτου) από το μηχανισμό στήριξης. Εκτός αυτού, εάν τυχόν υπάρξει κάποια επείγουσα ανάγκη ενίσχυσης των τραπεζών εκ μέρους του ελληνικού δημοσίου, θα έπρεπε να έχει τη δυνατότητα να ανταπεξέλθει – προφανώς με επί πλέον δανεισμό.

Χωρίς να επεκταθούμε σε περαιτέρω λεπτομέρειες, έχουμε την άποψη ότι, κάτι τέτοιο είναι εξαιρετικά δύσκολο να επιτευχθεί – πόσο μάλλον όταν τα επιτόκια δανεισμού, έτσι όπως διαμορφώνονται διεθνώς για τη χώρα μας (spreads), είναι αδύνατον να «εξυπηρετηθούν». Επομένως η Ελλάδα, αφενός μεν δεν είναι εύκολο να χρηματοδοτήσει τις ανάγκες της για το 2011 (για τα επόμενα έτη επίσης, αφού τα ελλείμματα θα συνεχίσουν – ακόμη και αν εξέλθουμε από την ύφεση, γεγονός για το οποίο αμφιβάλλουμε πάρα πολύ), αφετέρου αδυνατεί να ανταπεξέλθει, σε ενδεχόμενη ενίσχυση των τραπεζών (Πίνακας ΙΙΙ).

 

ΠΙΝΑΚΑΣ ΙΙΙ: Δάνεια έτους 2010 – Παροχή εγγύησης του Ελληνικού Δημοσίου

 

Τράπεζα

Εγγυήσεις

Ίδια Κεφάλαια*

Εγ/Ίδ. Κεφ.**

 

 

 

 

Εθνική Τράπεζα

8.765.600.000

8.224.161.000

106,58%

EFG Eurobank

7.770.000.000

5.486.000.000

141,63%

Alpha Τράπεζα

4.867.000.000

4.775.572.000

101,91%

Τράπεζα Πειραιώς

4.576.500.000

3.238.154.000

141,33%

Αγροτική Τράπεζα

648.600.000

1.353.604.000

47,91%

Attica Bank

215.000.000

582.812.039

36,89%

Proton Bank

149.400.000

321.371.000

46,49%

 

 

 

 

Σύνολο

26.992.100.000

23.981.671.039

112,55%

*   Την 31.12.2009

** Εγγυήσεις προς Ίδια Κεφάλαια (μετοχικό και αποθεματικά)

Σημείωση: Η Eurobank, καθώς επίσης η Πειραιώς εισέπραξαν τα περισσότερα (σχεδόν 1,5 φορές τα ίδια κεφάλαια τους), ακολουθούμενες από την Εθνική και την Άλφα. Οφείλουν να υπολογισθούν οι πρόσφατες αυξήσεις κεφαλαίου της Εθνικής, καθώς επίσης της Πειραιώς, για την ολοκλήρωση της εικόνας.

Πηγή: Προϋπολογισμός 2011 – σελ. 175  / Ισολογισμοί των τραπεζών (Ν)

Πίνακας: Β. Βιλιάρδος

 

Όπως φαίνεται από τον Πίνακα ΙΙΙ, η «ρευστότητα» που χορηγήθηκε στις τράπεζες το 2010 ήταν ύψους 26,99 δις € – ποσόν δηλαδή που υπερβαίνει τα Ίδια Κεφάλαια τους κατά 12,55%. Από την άλλη πλευρά βέβαια, οι Ελληνικές τράπεζες κατέχουν περίπου 56 δις € ομόλογα του Ελληνικού δημοσίου (πηγή: Τράπεζα Διεθνών Διακανονισμών, Δεκέμβριος 2010). Το γεγονός αυτό μάλλον «συνηγορεί» υπέρ της μελλοντικής ενίσχυσης τους – πρόκειται για τα επί πλέον 30 δις € που ανακοινώθηκαν, έτσι ώστε να «καλυφθούν» ουσιαστικά τα ομόλογα του δημοσίου.

Η αναγκαιότητα αυτή είναι ενδεχομένως ακόμη μεγαλύτερη, ειδικά λόγω των υψηλοτέρων επισφαλειών που προβλέπονται από τα καταναλωτικά και λοιπά δάνεια – ελπίζοντας πως θα παραμείνουν σχετικά σταθερές οι τιμές των ακινήτων στην Ελλάδα, καθώς επίσης ότι, οι τράπεζες δεν θα συναντήσουν ιδιαίτερα προβλήματα στις χώρες της Ανατολικής Ευρώπης.   

 

ΕΠΙΛΟΓΟΣ

 

Συμπερασματικά λοιπόν, οι πιθανότητες μίας ανεξέλεγκτης χρεοκοπίας αυξάνονται καθημερινά ενώ, εάν δεν συμβεί κάποιο «θαύμα» στη σύνοδο κορυφής του Μαρτίου, η Ελλάδα θα οδηγηθεί στην καταστροφή – παρά τα τεράστια διαπραγματευτικά πλεονεκτήματα που είχε (ίσως έχει ακόμη) στο παρελθόν, τα οποία δυστυχώς «εξανέμισε» η κυβέρνηση μας, επιλέγοντας να «επαιτεί» αντί να απαιτεί, στην Ουάσιγκτον των Η.Π.Α. και ιδίως της Ευρώπης (Βερολίνο).

Κατά την άποψη μας, με δεδομένο το ότι η ανάπτυξη δεν φαίνεται πια εφικτή, υπό τις σημερινές παγκόσμιες συνθήκες (υπερχρέωση της δύσης, κοινωνικές αναταραχές στις αναπτυσσόμενες οικονομίες, πετρέλαιο, αυξήσεις τιμών κλπ), η λύση του προβλήματος της Ελλάδας δεν είναι άλλη, από την «εκδίωξη» του ΔΝΤ και την αποπληρωμή του συνολικού δημοσίου χρέους της σε 40 ισόποσες ετήσιες δόσεις, με επιτόκιο ίσο με αυτό που δανείζονται οι τράπεζες – με το βασικό της ΕΚΤ (1%).

Στην περίπτωση αυτή, οι ετήσιοι τόκοι για το σύνολο των χρεών μας (περί τα 340 δις €, εκ των οποίων τα 100 δις € ανήκουν σε Έλληνες – τράπεζες, ασφαλιστικά ταμεία, αμοιβαία, ιδιώτες), θα ήταν περίπου 3,4 δις € το πρώτο έτος (μειούμενοι στη συνέχεια), ενώ τα χρεολύσια 8,5 δις € το χρόνο – συνολικά 11,9 δις €. Εάν από το έλλειμμα του 2011 (20,857 δις €), αφαιρέσουμε τους τόκους (15,92 δις €) και προσθέσουμε τα «νέα τοκοχρεολύσια» (11,9 δις €), το συνολικό ποσόν που θα απέμενε για χρηματοδότηση θα ήταν 16,837 δις € συν περίπου 2,5 δις € (ταμείο σταθερότητας κλπ) – οπότε γύρω στα 19,34 δις € (το έλλειμμα του 2011 θα διαμορφωνόταν στα 8,34 δις € σαν αποτέλεσμα των χαμηλότερων τόκων, ή στο 3,65% του προϋπολογιζόμενου ΑΕΠ των 228.408 εκ. € για το 2011).

Αυτά τα 19,34 δις € θα μπορούσαν να χρηματοδοτηθούν με την έκδοση Εθνικών ομολόγων σε ετήσια βάση (εσωτερικός δανεισμός), έως εκείνο το χρονικό σημείο που θα καλύπτονταν από τα πλεονάσματα του προϋπολογισμού (σωστή αξιοποίηση της δημόσιας περιουσίας, μείωση των περιττών κρατικών δαπανών, φορολόγηση των «εμπορικών» πολυεθνικών επί του τζίρου κλπ) – κάτι που θα μπορούσε να επιτευχθεί, εάν βέβαια επανερχόταν η αισιοδοξία στην Ελλάδα, μέσα από την προοπτική για το μέλλον (εξόφληση του χρέους σε 40 έτη, με 1%), καθώς επίσης εάν κέρδιζε η Πολιτεία την εμπιστοσύνη των Πολιτών της.

Όλα όσα αναφέρονται λοιπόν, σε σχέση με την επιμήκυνση των 110 δις €, με την επαναγορά χρέους κλπ, είναι εντελώς εκτός πραγματικότητας (με εξαίρεση ίσως την άμεση διαγραφή 40-50% του χρέους). Το πρόβλημα της χώρας μας δεν είναι το τι θα συμβεί μετά το 2013, αλλά το πώς θα εξασφαλισθεί σήμερα ο βραχυπρόθεσμος δανεισμός των 22,54 δις € (Πίνακας ΙΙ), ή 1,88 δις € μηνιαία (με αρχή τον Ιανουάριο του 2011), έτσι ώστε να εξοφλούνται οι μηνιαίες υποχρεώσεις του κράτους μας (μισθοί, συντάξεις κλπ) – υποθέτοντας φυσικά ότι, με εντολή του ΔΝΤ προηγούνται οι δανειστές μας (28 δις € χρεολύσια, συν τους τόκους).

Κατά την άποψη μας, εάν δεν περιορισθούν οι τόκοι και δεν διακανονισθεί το συνολικό δημόσιο χρέος, οι πιθανότητες επίλυσης του προβλήματος σήμερα είναι σχεδόν ανύπαρκτες. Εάν η κυβέρνηση μας είχε ενεργοποιηθεί σωστά και έγκαιρα, καθώς επίσης εάν δεν είχαμε υποχρεωθεί στην «υφεσιακή» πολιτική του ΔΝΤ, η Ελλάδα θα είχε μεν δυσκολίες, αλλά δεν θα αντιμετώπιζε αδιέξοδα – πόσο μάλλον την απειλή της χρεοκοπίας.  

 

Βασίλης Βιλιάρδος (copyright), Αθήνα, 04. Μαρτίου 2011, viliardos@kbanalysis.com      

                                         

* Ο κ. Β. Βιλιάρδος είναι οικονομολόγος, πτυχιούχος της ΑΣΟΕΕ Αθηνών, με μεταπτυχιακές σπουδές στο Πανεπιστήμιο του Αμβούργου.

 

ΠΗΓΗ: http://www.casss.gr/PressCenter/Articles/2300.aspx

Γερμανικές … χειροπέδες

Γερμανικές … χειροπέδες

 

Του Δημήτρη Καζάκη*


 

Υπό τη σκιά των μεγάλων λα­ϊκών εξεγέρσεων στον αρα­βικό κόσμο που, εκτός όλων των άλλων, έχουν πυροδοτή­σει έναν παροξυσμό κερδοσκοπίας στα διεθνή χρηματιστήρια εμπορευμάτων με απρόβλεπτες διαστάσεις και προε­κτάσεις για την παγκόσμια οικονομία, όπως επίσης και υπό τη σκιά των εκλο­γών στην Ιρλανδία, που απ’ ό,τι φαίνε­ται θα μετατρέψουν την οικονομική κρίση της ευρωζώνης σε ανοιχτά πολι­τική για το σύνολο των κρατών-μελών, συνεχίζονται τα πάρε-δώσε ανάμεσα στους ισχυρούς προκειμένου να βρε­θεί έγκαιρα – ως το τέλος Μαρτίου – κάποια μορφή μηχανισμού διαχείρισης των χρεοκοπιών εντός της ευρωζώνης.

Προς το παρόν όλα είναι ανοιχτά. Κι όλα προμηνύουν μια δραματική επι­δείνωση της κατάστασης. Ιδίως για τις χώρες, όπως η Ελλάδα, που βρίσκονται ήδη σε κατάσταση χρεοκοπίας.

 

Όλα στη Μέρκελ

 

Εν τω μεταξύ ο πρωθυπουργός της χώρας δίνει ρεσιτάλ υποτέλειας που ξεπερνά κάθε όριο πολιτικής ευπρέ­πειας. Η Ελλάδα προσδέθηκε στο άρμα της Γερμανίας «με την ελπίδα ότι έτσι θα επιτευχθεί η καλύτερη δυνατή (συ­νολική) λύση στο πρόβλημα του χρέ­ους», όπως έγραφε το «Βήμα» (25/2) απηχώντας κυβερνητικούς κύκλους. Έτσι ο κ. Γ. Παπανδρέου και ο υπουργός Οικονομικών κ. Γ. Παπακωνσταντίνου εμφανίστηκαν σε δημόσιες δηλώσεις τους και σε κατ’ ιδίαν συζητήσεις να υποστηρίζουν το γερμανικό σχέδιο για το «σύμφωνο ανταγωνιστικότητας», χωρίς όμως να έχουν λάβει καμιά επί­σημη διαβεβαίωση για τους όρους που θα συνοδεύσουν την επιμήκυνση της αποπληρωμής του δανείου προς την τρόικα. Τα έδωσαν όλα εν λευκώ και δεν πήραν ούτε καν υπόσχεση.

Ο κ. Παπανδρέου δεν έχασε την ευ­καιρία ακόμη και δημόσια να κρατήσει μια στάση που ταιριάζει περισσότερο σε γιουσουφάκι, παρά σε πολιτικό εκ­πρόσωπο κράτους. Κατά τη διάρκεια της κοινής συνέντευξης Τύπου (23/2) με την καγκελάριο Μέρκελ, ο Ελληνας πρωθυπουργός δήλωσε: «Θα ήθελα να σε ευχαριστήσω για την υποστήριξη, τη φιλία και τη φιλοξενία σου. Όπως εί­πε και η Άνγκελα, έχουμε στενή διμε­ρή συνεργασία σε πολλούς τομείς, από τον τουρισμό, την υγεία και την πράσι­νη ανάπτυξη μέχρι το περιβάλλον μας και τα δάση – και σε ευχαριστώ γι’ αυ­τό». Από το «ευχαριστώ τις ΗΠΑ» του κ. Σημίτη για τις γκρίζες ζώνες στο Αιγαίο μετά το φιάσκο των Ιμίων, στο «ευχαρι­στώ την Άνγκελα» του κ. Γ. Παπανδρέ­ου για την επιβολή καθεστώτος Νταχά­ου στην Ελλάδα και την ευρωζώνη. Και φυσικά η «στενή διμερής συνεργασία» που εξήγγειλε ο πρωθυπουργός σημαί­νει πολύ απλά ότι η Ελλάδα μετατρέπε­ται σε εμπορική αποικία της Γερμανίας για να πουλά υποβρύχια που γέρνουν και μονοπωλιακά υπερτιμημένα εμπο­ρεύματα, να εκμεταλλεύεται υποδο­μές, δημόσια περιουσία, ακόμη και δά­ση. Όλα στη διάθεση των τραπεζιτικών και επιχειρηματικών συμφερόντων της Γερμανίας, που φαίνεται να εξασφάλι­σαν το δικό τους Ελ Ντοράντο στην Ελ­λάδα.

Η κ. Μέρκελ από την πλευρά της δεν κράτησε ούτε τα προσχήματα: «Γνωρί­ζουμε στη Γερμανία και συνειδητοποι­ούμε ότι έχουμε ένα κοινό νόμισμα και ότι έχουμε πολλά οφέλη από το ενιαίο νόμισμα. Οι εξαγωγικές μας αγορές εί­ναι στην Ευρώπη, πιο συγκεκριμένα, τα δύο τρίτα των αγορών μας βρίσκονται στην Ευρώπη. Επομένως, είναι προς το συμφέρον μας να έχουμε ένα σταθερό ευρώ». Με άλλα λόγια, για όποιον δεν κατάλαβε, όλα γίνονται για να στηρι­χθεί το κοινό νόμισμα προς το συμφέ­ρον των εξαγωγικών αγορών της Γερ­μανίας, που κατά τα δύο τρίτα βρίσκο­νται στην Ευρώπη.

Επίσης η κ. Μέρκελ αισθάνθηκε με­γάλη ικανοποίηση με το να δηλώσει, όπως κάθε τυπικός αποικιοκράτης, ότι «η Ελλάδα έχει ξεκινήσει να νοικοκυ­ρεύει τα οικονομικά της. Και αυτό το παρακολουθούμε από κοντά και αυτό το βλέπουν και οι άνθρωποι στη Γερ­μανία. Πιστεύω ότι έχει γίνει ορατό. Βλέπουμε ότι ο δρόμος δεν είναι εύ­κολος, απαιτεί πολιτική βούληση», ενώ συμπλήρωσε ότι «από τις απεργίες και τις διαμαρτυρίες που γίνονται, μπορού­με να δούμε ότι υπάρχουν και αντιστά­σεις» και ότι «όσο πιο σταθερά συνεχι­στεί η πορεία αυτή τόσο περισσότερο θα υπάρξει και η πεποίθηση στη Γερμα­νία ότι η Ελλάδα θα ολοκληρώσει την πορεία αυτή με επιτυχία».

Να θυμίσουμε εδώ ότι παρόμοιες δηλώσεις των ελεγκτών της τρόικας πριν από δυο βδομάδες ξεσήκωσαν θύελλα αντιδράσεων από την κυβέρνηση για «απαράδεκτη παρέμβαση στα εσωτερικά της χώρας». Αυτή τη φορά ο πρωθυπουργός και η κυβέρνηση σι­ώπησαν, κοινώς εποίησαν την νήσσα. Το μόνο που έκανε ο κ. Παπανδρέου είναι να διαβεβαιώσει τους Γερμανούς ότι δεν πρόκειται να επιβαρυνθούν με το ελληνικό χρέος. «Πήραμε ένα δά­νειο και θα το αποπληρώσουμε με τό­κο, όταν ολοκληρωθεί το πρόγραμμα», δήλωσε ο κ. Παπανδρέου.

Εκεί βέβαια που ο πρωθυπουργός έδωσε αληθινά διαπιστευτήρια εθελοδουλίας είναι στη συνέντευξή του με τους Γερμανούς δημοσιογράφους. Με τη συνέντευξή του στην «Bild» (24/2) κυριολεκτικά ξεπέρασε τον εαυτό του. Ο κ. Παπανδρέου θεώρησε καλό να δι­αβεβαιώσει τους δημοσιογράφους μιας από τις πιο χυδαίες φυλλάδες που κυκλοφορούν σε γερμανικό και ευρω­παϊκό επίπεδο ότι «σας υπόσχομαι ότι η Ελλάδα θα αποπληρώσει και το τελευ­ταίο σεντ». Σε μια συνέντευξη όπου η αναίδεια, το θράσος και η προκλητικό­τητα των δημοσιογράφων θα έκανε οι­ονδήποτε άνθρωπο με στοιχειώδη αξι­οπρέπεια να βγει από τα ρούχα του, ο κ. Παπανδρέου, ξεχνώντας για μια ακό­μη φορά ότι δεν εκπροσωπεί τον εαυτό του, συνέχισε να απολογείται με τον πιο χυδαίο τρόπο.

Δείτε χαρακτηριστική ερώτηση δημο­σιογράφου: «Καταλαβαίνετε την οργή των Γερμανών φορολογούμενων, όταν πρέπει να πληρώσουν για μία χώρα, η οποία δεν εκπληρώνει τα καθήκοντά της;». Τι λέτε να απάντησε ο κ. Παπαν­δρέου; Μήπως τους θύμισε ότι απευθύ­νονται σε πρωθυπουργό; Μήπως τους έβαλε στη θέση τους λέγοντας ότι δεν μπορούν να κρίνουν το ποια είναι τα καθήκοντα της Ελλάδας; Μήπως τους θύμισε ότι δεν είμαστε υποτελείς του Γερμανικού Ράιχ; Τίποτε απ’ όλα αυτά. Το μόνο που είπε είναι τα εξής: «Κατ’ αρχάς, πρόκειται για δάνεια, για τα οποία πληρώνουμε τόκους, και όχι για δώρα. Και δεν θέλουμε τα δάνεια, για να τα αφήσουμε όλα όπως ήταν. Αλλά αντιθέτως, προκειμένου να κερδίσου­με χρόνο για τις αναγκαίες μεταρρυθμί­σεις. Κατανοώ την οργή ορισμένων Γερ­μανών. Εκείνο που μπορώ να κάνω είναι να τους ευχαριστήσω». Η μόνη αποστο­λή του κ. Παπανδρέου ήταν να ευχαρι­στεί ακόμη και τον τελευταίο τζουτζέ της Μέρκελ και της γερμανικής κυβέρ­νησης, διαβεβαιώνοντας ότι αυτός, η κυβέρνηση, η χώρα και ο λαός της, θα κάνουν ό,τι θέλουν αυτοί.

Ακάθεκτοι όμως οι Πρετεντέρηδες και οι Καψήδες της Γερμανίας ξαναπυροβόλησαν τον κ. Παπανδρέου λέ­γοντας: «Δεν είπατε όμως ευχαριστώ, όταν η ‘‘Bild’’ σας πρότεινε να πουλή­σετε ελληνικά νησιά, προκειμένου να μειώσετε τα χρέη σας».

Αν νομίζετε ότι ο κ. Παπανδρέου απάντησε λέγοντας ότι η δημόσια πε­ριουσία δεν πουλιέται και ότι θα φέρει και νόμο να το κατοχυρώνει, απατάστε. «Όχι, δεν ευχαρίστησα γι’ αυτό. Κάτι τέ­τοιο αποκλείεται. Πρέπει να καταλάβε­τε πόσο σημαντικά είναι αυτά τα νησιά για τους Έλληνες και για την ελληνική ιστορία. Έχουν διατεθεί τεράστια ποσά από τον προϋπολογισμό για την άμυ­να, προκειμένου να προστατευτούν τα νησιά που είναι κοντά στις τουρκικές ακτές. Εκτός αυτού, τα νησιά αποτε­λούν πολιτιστική κληρονομιά, την οποία εκτιμούν και οι Γερμανοί τουρίστες. Αν πουλούσαμε τα νησιά μας σε κάποιους πάμπλουτους, δεν θα είχε πια κανένας πρόσβαση σε αυτά. Θέλουμε να ανα­πτύξουμε με ευαισθησία και με οικο­λογικό τρόπο αυτά τα μοναδικά φυσικά τοπία. Αυτό θα μας αποφέρει πολύ πε­ρισσότερα».

Με άλλα λόγια, ο κ. Παπανδρέου δεν σκέφτεται, προς το παρόν, να πουλήσει τα ελληνικά νησιά, όχι γιατί είναι δημό­σια περιουσία ή εθνικό έδαφος, αλλά γιατί η Ελλάδα έχει ξοδέψει πολλά για την άμυνά τους, υπάρχει ένα είδος συ­ναισθηματικής προσκόλλησης με αυτά και επιπλέον τα φυλάει για να τα χαί­ρονται οι Γερμανοί τουρίστες. Και για όποιον νομίζει ότι τα ελληνικά νησιά είναι μέρος της εθνικής επικράτειας με κατοίκους των οποίων οι ανάγκες και τα προβλήματα έχουν προτεραιότητα έναντι των τουριστών, δεν έχει αντι­ληφθεί περί τίνος πρόκειται. Στο ανα­πτυξιακό μοντέλο του κ. Παπανδρέου τα ελληνικά νησιά υπάρχουν μόνο ως «μοναδικά φυσικά τοπία», όπου προ­φανώς οι κάτοικοι ανήκουν στη χλωρί­δα και την πανίδα του τόπου.

 

Δεδομένη η πτώχευση

 

Όμως τα πράγματα δεν πάνε καθό­λου καλά. Ο Κλέμενς Φούεστ του Πα­νεπιστημίου της Οξφόρδης διατύπωσε τη γενική εκτίμηση που υπάρχει στους κύκλους των ειδικών: «Πρέπει να απο­δεχτούμε το γεγονός ότι η Ελλάδα και η Ιρλανδία είναι χρεοκοπημένες». Κι επομένως, σύμφωνα με τον Φουέστ, υπάρχουν μόνο δυο τρόποι να αντιμε­τωπιστεί το πρόβλημα: Είτε οι ισχυρές οικονομίες θα αναλάβουν μέρος του χρέους των προβληματικών χωρών, εί­τε οι πιστωτές πρέπει να διαγράψουν μέρος του χρέους. «Όμως με την έν­νοια ότι είναι καλύτερο από το να αρχί­σουν μόνες τους οι προβληματικές χώ­ρες να αναδιαρθρώνουν». («Der Spiegel», 24/1).

Το ίδιο περίπου σχολίαζε και η γερ­μανική «Süddeutsche Zeitung» (25/2), η οποία παράθετε και σχόλιο του Γερμανού διοικητή της Ευρωπαϊκής Τράπε­ζας Επενδύσεων και Ανάπτυξης Τόμας Μίροφ, ότι είναι αδύνατο το ευρωπακέτο διάσωσης να βγάλει την Ελλάδα από τον φαύλο κύκλο των χρεών. «Η αλήθεια είναι ότι το χρέος της Ελλάδας πρέπει να μειωθεί. Οι Ευρωπαίοι πολιτι­κοί οφείλουν να αποδεχθούν αυτή την αλήθεια σήμερα και όχι το 2013, όταν θα λήξει το ευρωπακέτο βοήθειας».

Σε ανάλογα συμπεράσματα καταλή­γει και η ετήσια έκθεση για την ευρω­παϊκή οικονομία της EEAG, που πρό­σκειται στο γνωστό Ινστιτούτο Οικο­νομικών μελετών του Μονάχου Ifo. Η έκθεση εκτιμά ότι το «πρόγραμμα δά­σωσης» που λήγει το 2013 δεν πρόκει­ται να δώσει την ευκαιρία στην Ελλάδα να βγει ξανά στις αγορές ή να γλιτώσει από τον φαύλο κύκλο του χρέους. Σύμ­φωνα με έναν από τους συντάκτες της έκθεσης, τον Γιαν Έγκμπερτ Στουρμ, μπροστά στην Ελλάδα «υπάρχουν δια­φορετικές δυνατότητες για να επιλυθεί το πρόβλημα, μία από αυτές είναι και η έξοδος από το ευρώ. Λέμε ξεκάθαρα ότι υπάρχουν εναλλακτικές λύσεις και είναι δύσκολο να επιλέξει κανείς μία από αυτές. Αυτό που είναι σημαντικό για την Ελλάδα είναι να βελτιώσει την ανταγωνιστικότητά της. Συνήθως αυτό γίνεται είτε με εσωτερική υποτίμηση, δηλαδή δραστική μείωση μισθών και εισοδημάτων, είτε με εξωγενή υποτί­μηση, δηλαδή στην προκειμένη περί­πτωση με την επιστροφή στη δραχμή». («Deutsche Welle», 23/2).

Το γεγονός ότι καθώς θα συνεχίζεται η θεραπεία της εσωτερικής υποτίμη­σης, που σημαίνει όλο και πιο δραστική μείωση μισθών και εισοδημάτων εσαεί, χωρίς να λυτρώνεται η χώρα από τον φαύλο κύκλο του χρέους, αρχίζει να στοιχειώνει τους ειδικούς, τους πολιτι­κούς και οικονομικούς παράγοντες της ευρωζώνης και των αγορών. Τι θα γίνει αν το αδιέξοδο προκαλέσει ανεξέλε­γκτες καταστάσεις; Τι θα γίνει αν ο λα­ός της Ελλάδας πειστεί από την πείρα του ότι δεν πάει άλλο; Τι θα γίνει αν η διαμαρτυρία και η αντίσταση μετατρα­πεί σε ένα δυναμικό κίνημα που απαι­τεί τη μονομερή διαγραφή ενός χρέους που έτσι ή αλλιώς δεν μπορεί να πλη­ρωθεί;

 

Οι εργαζόμενοι θα πληρώσουν το «μάρμαρο»

 

Όλοι μπορούν να σκέφτονται τα αδιέξοδα, να σχεδιάζουν και να εκπονούν σχέδια για το πώς θα αντιμετωπιστεί το χρέος, εκτός από αυτόν που καλείται τελικά να πληρώσει το μάρμαρο. Τον ερ­γαζόμενο λαό. Αυτός είναι που δεν πρέπει με κα­νέναν τρόπο να διανοηθεί ότι μπορεί να επιβάλει τη μη αναγνώριση και την άρνηση πληρωμής του δημόσιου χρέους, μεταφέροντας το κόστος και τις ζημιές από τις πλάτες του στις μεγάλες τράπεζες και τους κερδοσκόπους των αγορών. Κι όσο από τα ίδια τα πράγματα αποδεικνύεται ότι κάθε προσπάθεια να πληρωθεί το χρέος οδηγεί σε καταστροφικό αδιέξοδο τον λαό και τη χώρα, τόσο εντείνονται οι προσπάθειες να ξεγελαστεί ο απλός κόσμος, να ξεχάσει ότι το βασικό ερώτημα είναι ένα: Μπορεί η χώρα και ο λαός να συνεχίσει να πληρώνει το δημόσιο χρέος, χωρίς να απειλεί­ται άμεσα η ίδια η επιβίωσή του;

Ο άμεσος κίνδυνος να κάνει ο εργαζόμενος λα­ός δική του υπόθεση τη μη αναγνώριση του χρέ­ους και την άρνηση της πληρωμής του, ανάγκασε το κυρίαρχο πολιτικό και οικονομικό σύστημα να καλέσει τις εφεδρείες του.

 

Το… κουκούλωμα

 

Κι αυτές έρχονται υπό την αιγίδα της Επιτρο­πής Λογιστικού Ελέγχου του χρέους (ΕΛΕ). Φαινομενικά ακούγεται καλή ιδέα. Ποιος θα έλεγε όχι στον έλεγχο του χρέους; Κανείς. Όμως το πρόβλημα είναι ότι το δημόσιο χρέος της χώρας αποτελείται συντριπτικά από ανώνυμα κρατικά ομόλογα ελεύθερα διαπραγματεύσιμα στις διε­θνείς αγορές. Τι μπορεί να ελέγξει κανείς από αυ­τά; Μόνο το αν έγιναν τυπικά και με τον νόμο οι δημοπρασίες. Αν οι μεσιτείες των τραπεζών που μεσολάβησαν ήταν καταχρηστικές ή όχι. Και γενικά αν έγιναν τίποτε παρανομίες κατά τη διάθεσή τους στην αγορά. Από τη στιγμή που τα κρατικά ομόλογα ρίχνονται στην αγορά η παρακολούθη­ση της πορείας τους είναι εξαιρετικά δύσκολη έως αδύνατη, προκειμένου να ανακαλυφθούν μί­ζες και χειραγωγήσεις. Γι’ αυτό άλλωστε τα προ­τιμούν κυβερνήσεις και δανειστές. Μπορούν με μεγάλη άνεση να κρύψουν τις υπόγειες δοσο­ληψίες τους. Κι έτσι η παγίδα στήνεται αριστοτεχνικά. Αντί ο λαός να κάνει δική του υπόθεση το να ξεμπερδέψει με το χρέος, αυτό ανατίθεται σε κάποιους ειδικούς που υποτίθεται ότι θα ανα­λάβουν να διαπιστώσουν ποιο κομμάτι του είναι «παράνομο» για να διαγραφεί. Με βάση ποιες αρχές δικαίου; Έχουν όλοι οι ειδικοί την ίδια αντί­ληψη περί δικαίου και αδίκου; Από ποια σκοπιά και με βάση ποιανού τα συμφέροντα θα κρίνουν τι είναι δίκαιο από το χρέος και τι όχι;

Δεν τους αρκεί το γεγονός ότι το δημόσιο χρέ­ος της χώρας, στο συντριπτικά μεγαλύτερο μέρος του, αποτελείται αποδεδειγμένα από κεφαλαιο­ποιημένους τόκους. Όχι, πρέπει να ανακαλύψουν το «παράνομο» χρέος. Λες και η κεφαλαιοποίηση τόκων δεν είναι μια κατεξοχήν παράνομη και κα­ταχρηστική πρακτική των δανειστών.

Καλούνται να ελέγξουν ένα δημόσιο χρέος που στο μεγαλύτερο μέρος του δεν μπορεί να ελεγχθεί επί της ουσίας. Μόνο και μόνο για να νο­μιμοποιήσουν την πληρωμή του χρέους από την πίσω πόρτα. Μόνο και μόνο για να πουν στον κό­σμο ποιο από το χρέος οφείλει να πληρώσει γιατί δήθεν είναι δίκαιο. Δεν θέλουν να ανακαλύψουν το «παράνομο» χρέος, αλλά να δικαιολογήσουν την αναδιάρθρωση του χρέους με «κούρεμα» που ετοιμάζουν οι κερδοσκόποι, οι αγορές και τα όργανά τους.

 

Απεχθές χρέος για τα συμφέροντα του λαού

 

Μιλούν για «απεχθές» χρέος περιορίζοντας την έννοιά του μόνο στις παράνομες δανειακές συμβάσεις και πρακτικές, αγνοώντας σκόπιμα ότι απεχθές είναι οποιοδήποτε χρέος αναγκάζει έναν λαό και μια χώρα να το πληρώσουν από το υστέρημά τους, από πόρους που χρειάζονται για να επιβιώσουν και να αναπτυχθούν. Άλλωστε, παρά την πρεμούρα των οπαδών της ΕΛΕ να ανακαλύψουν δήθεν τις παράνομες δανειακές συμβάσεις, δεν λένε κουβέντα για τη δανειακή σύμβαση με βάση την οποία επιβλήθηκαν τα απανωτά μνημόνια. Αν όντως θέλουν να ψάξουν για το παράνομο χρέος, γιατί δεν ξεκινούν με τη δανειακή σύμβαση, που από κάθε άποψη είναι παράνομη και επομένως οφείλει ο ελληνικός λαός να την αρνηθεί και να μην πληρώσει τα δανεικά, καταγγέλλοντας τη Γερμανία, τη Γαλλία και τις άλλες χώρες που την επέβαλαν;

 

Τελευταία υπογραφή

 

Μην παραξενευτείτε αν δείτε τον κ. Γ. Παπανδρέ­ου, αφού βάλει και την τελευταία υπογραφή για το ξεπούλημα της χώρας, ξαφνικά – ίσως στις ερχόμενες εκλογές – να εμφανίζεται υπέρμαχος της Επιτροπής Ελέγχου του χρέους. Τα στελέχη του, όπως η κ. Λούκα Κατσέλη, έκαναν ήδη την αρχή. Όμως μην ανησυχείτε.

Οι ειδικοί της ΕΛΕ των αντιμνημονιακών είναι καλύτεροι από την επιτροπή σοφών για την οποία μιλούν οι δυνάμεις που επέβαλαν το μνημόνιο και τη δανειακή σύμβαση. Έστω κι αν οι δυο τους υπηρετούν την ίδια λογική και έχουν την ίδια στόχευση.

 

* Ο Δημήτρης Καζάκης είναι Οικονομολόγος – Αναλυτής

 

ΠΗΓΗ: (ΔΗΜΟΣΙΕΥΤΗΚΕ ΣΤΟ “Π” ΣΤΙΣ 03-03-11), http://www.topontiki.gr/article/14469

Κρίση, εξέγερση, στρατηγική

Κρίση, εξέγερση, στρατηγική

 

Του Παναγιώτη Σωτήρη


 

Η τρέχουσα καπιταλιστική κρίση έχει δείξει προ πολλού ότι δεν είναι απλώς μια κρίση στη σφαίρα της κυκλοφορίας ή του χρηματοπιστωτικού συστήματος, αλλά μια δομική καπιταλιστική κρίση, που αφορά όλες τις πλευρές της καπιταλιστικής παραγωγής και αναπαραγωγής. Η έξοδος από αυτή προϋποθέτει τη διατύπωση από τη μεριά των αστών ενός νέου κοινωνικού, οικονομικού και τεχνολογικού παραδείγματος, που ακόμη δεν έχει διατυπωθεί.

Αυτό διαμορφώνει το υλικό υπόβαθρο μιας πραγματικής κρίσης στρατηγικής για τις αστικές τάξεις, όσο και εάν αναδιπλώνονται σε έναν παροξυσμό αντιλαϊκών μέτρων και μια «φυγή προς τα εμπρός».

Αυτό αποτυπώνεται στη συνολικότερη κρίση και μετάλλαξη του σχεδίου της Ευρωπαϊκής ενοποίησης. Η αρχιτεκτονική της ΟΝΕ και το κοινό νόμισμα μετατρέπεται πια σε ένα μηχανισμό που επιδεινώνει τις κρισιακές τάσεις, παροξύνει το πρόβλημα του χρέους, οδηγεί όχι πια σε αναδιάρθρωση αλλά σε κοινωνική αποδιάρθρωση. Η προτεινόμενη Γερμανογαλλική «Ευρωπαϊκή Οικονομική Διακυβέρνηση», απλώς θα οξύνει ακόμη περισσότερο αυτές τις αντιφάσεις.

Η κρίση της αστικής στρατηγικής συμπίπτει με την είσοδο σε έναν νέο ιστορικό κύκλο με κύριο χαρακτηριστικό την όξυνση των κοινωνικών και πολιτικών συγκρούσεων, έναν κύκλο που θα μπορούσαμε να χαρακτηρίσουμε οριακά εξεγερσιακό. Αυτό το στοιχείο δεν αφορά μόνο τις κοσμοϊστορικές εξελίξεις στη Βόρεια Αφρική και τον Αραβικό κόσμο, με όλο το μήνυμα ελπίδας που στέλνει εκεί η αποφασιστικότητα, μαχητικότητα και επινοητικότητα των λαϊκών μαζών. Αφορά, προοπτικά, και σχηματισμούς όπως η Ελλάδα.

Στην πραγματικότητα η ελληνική κοινωνία έχει μπει σε μια φάση όπου η κοινωνική αντιπαράθεση μπορεί να πάρει εξεγερσιακή μορφή. Και δεν μιλάμε μόνο για το Δεκέμβρη του 2008 που τρόμαξε τα αστικά επιτελεία. Όταν η ανυπακοή στα πανάκριβα διόδια και εισιτήρια από παραδειγματική χειρονομία γίνεται μαζική πρακτική, όταν αρκετές κλαδικές κινητοποιήσεις κλιμακώνονται γρήγορα προς την κατεύθυνση της απεργίας διαρκείας, όταν στρώματα όπως οι γιατροί προχωρούν σε καταλήψεις Υπουργείων και θεωρούν συμμάχους τους άλλους απεργούς, όταν στην Κερατέα διεξάγεται, εδώ και μήνες, ένας πραγματικός πόλεμος με τις δυνάμεις καταστολής, όταν αυθόρμητα στις διαδηλώσεις τα συνθήματα που παραπέμπουν σε άτακτη φυγή της κυβέρνησης έχουν μεγαλύτερη απήχηση από τα συγκεκριμένα αιτήματα των κλάδων, όταν προχτές στο Σύνταγμα χιλιάδες νέοι και εργαζόμενοι άντεξαν απέναντι σε αλλεπάλληλα κύματα επιθέσεων από την μεριά των συμμοριών της κρατικής αλητείας, γίνεται σαφές ότι έχουμε περάσει σε μια φάση κλιμάκωσης χωρίς προηγούμενο των κοινωνικών συγκρούσεων.

Ο συνδυασμός ανάμεσα στην βαθύτερη κρίση στρατηγικής που συμπυκνώνει η συγκυρία της οικονομικής, κρίσης, στην εξάντληση της όποιας ηγεμονικής απήχησης μπορεί να είχε ο «υπαρκτός νεοφιλελευθερισμός», και στην όξυνση των κοινωνικών αντιθέσεων στο όριο ενός εξεγερσιακού κύκλου, συμπυκνώνει το υπαρκτό ενδεχόμενο μιας ηγεμονικής κρίσης για τις δυνάμεις του κεφαλαίου.

Στην Ελλάδα αυτό είναι ακόμη πιο έντονο, με την εμφανή εξάντληση του «αναπτυξιακού υποδείγματος» του ελληνικού καπιταλισμού, που είχε στηριχτεί στις εισροές από την ΕΕ, τη φτηνή μεταναστευτική εργασία και τις πολυεπίπεδες μορφές επιδότησης του κεφαλαίου. Η «δημιουργική καταστροφή» που επιλέγουν οι νεοφιλελεύθεροι εμπνευστές του μνημονίου και η απόπειρα σαρωτικής αλλαγής του συσχετισμού δύναμης προς όφελος του κεφαλαίου, απλώς επιταχύνει μια ευρύτερη πραγματική καταστροφή συλλογικών παραγωγικών δυνατοτήτων, αποκαρδιώνει μια ολόκληρη κοινωνία, συνιστά συνθήκη πραγματικής κοινωνικής παρακμής.

Γι’ αυτό και το αστικό πολιτικό σύστημα, ανίκανο να προσφέρει οποιαδήποτε έστω και χαραμάδα «θετικής προοπτικής» αναδιπλώνεται στη λογική του «αυτόματου πιλότου» και της αναμονής, μήπως και αποφευχθεί η μοιραία κοινωνική και πολιτική έκρηξη. Η επένδυση στο ρατσισμό, την ξενοφοβία, τα πιο σκοτεινά και αυταρχικά νεοσυντηρητικά αντανακλαστικά δύσκολα μπορεί να αποτρέψει την όξυνση των κοινωνικών αντιθέσεων.

Το ότι μπορούμε να συζητάμε σήμερα, με όρους οριακών πραγματικών ενδεχομένων και όχι απλώς «φαντασιακών προβολών» για την περίπτωση κατάρρευσης του κυβερνητικού κέντρου, ιδίως σε ένα ενδεχόμενο χρεοκοπίας ή σε ένα ενδεχόμενο ανεξέλεγκτης κοινωνικής και πολιτικής αντιπαράθεσης, ο τρόπος που τόσο τα ντόπια όσο και τα διεθνή κέντρα δείχνουν οριακά απλώς να προσπαθούν να «κερδίσουν χρόνο», ο κραδασμός που προκάλεσε το ενδεχόμενο μαζικής εκποίησης δημόσιου πλούτου, όλα αυτά αποτυπώνουν την αλλαγή ιστορικής φάσης.

Σε μια προηγούμενη περίοδο η ηγεμονία του νεοφιλελευθερισμού ήταν αδιαμφισβήτητη και τα κοινωνικά κινήματα μπορούσαν απλώς να ελπίζουν στο να υψώσουν αναχώματα, να καθυστερήσουν αναδιαρθρώσεις, ή να συντηρήσουν την εμπιστοσύνη στη συλλογική διεκδίκηση. Σήμερα, όμως, τα πράγματα αλλάζουν, αναπροσαρμόζονται οι όροι της ηγεμονίας και τίθεται το ερώτημα της εξουσίας. Ο λαϊκός παράγοντας, το εργατικό κίνημα και η πολιτική Αριστερά έχουν τη δυνατότητα να παρέμβουν καταλυτικά, να τροποποιήσουν το συσχετισμό δύναμης, και να θέσουν με πραγματικούς όρους το ζήτημα της εξουσίας μιας αντικαπιταλιστικής λαϊκής κοινωνικής συμμαχίας, μετασχηματίζοντας τις εξεγερσιακές τάσεις σε δυναμική πολιτικής ανατροπής. Διαφορετικά, οι αστικές δυνάμεις έχουν τη δυνατότητα, πατώντας πάνω στην αποκαρδίωση, την αποθάρρυνση, την εξατομίκευση θα δοκιμάσουν να εμπεδώσουν συνθήκη ακόμη πιο αντιδραστική, συνθήκη αυταρχική, μεταηγεμονική και μεταδημοκρατική, συνθήκη κοινωνικής βαρβαρότητας.

Όμως, η εξέγερση είναι μια τέχνη. Η φράση αυτή του Ένγκελς, την οποία επαναλάμβανε ο Λένιν συχνά, αποτυπώνει ακριβώς την πρόκληση μπροστά μας. Το να περάσουμε από τη νικηφόρα αντίσταση στην ανατροπή βάζει συγκεκριμένες απαιτήσεις.
Πρώτον, πρέπει να παγιωθεί, ενισχυθεί, διευρυνθεί η τάση που υπάρχει σήμερα για την κλιμάκωση των αγώνων, τον πειραματισμό με πρωτότυπες μορφές αγώνα, τον επαναπροσδιορισμό της απεργίας και της κινητοποίησης ως πραγματικό «σταμάτημα της μηχανής», το πέρασμα στη γενικευμένη ανυπακοή. Άλλωστε, πολιτική ανατροπή χωρίς μαζικό, συγκροτημένο και πολιτικά επικίνδυνο κοινωνικό κίνημα δεν υπάρχει. Μια τέτοια κλιμάκωση και πολιτικοποίηση του κινήματος είναι που μπορεί να πετύχει και στόχους όπως η ανατροπή της κυβέρνησης. Αυτό απαιτεί μια νέα δημοκρατία – αλλά και πειθαρχία… – του αγώνα, την κουλτούρα του συντονισμού και της αλληλεγγύης, τη ρήξη με τον υποταγμένο συνδικαλισμό, την υπέρβαση των παραδοσιακών διαχωρισμών ανάμεσα σε συνδικαλιστική διεκδίκηση, πολιτική διαμαρτυρία, πρωτοβουλία αλληλεγγύης.

Να βρεθούν μαζί τα κινήματα «δεν πληρώνω» και τα συνδικάτα των μεταφορών και να καταργήσουν στην πράξη τα ακριβά εισιτήρια. Να κάνουν κινητοποιήσεις μαζί γονείς μαθητές και εκπαιδευτικοί για τις συγχωνεύσεις. Να κάνουν μαζί καταλήψεις φοιτητές, πανεπιστημιακοί και διοικητικοί. Να δείξουμε εμπιστοσύνη στην ίδια την επινοητικότητα των μαζών και το πολιτικό αντανακλαστικό τους. Να συνδυάσουμε την προσπάθεια για συνεχείς κλιμακώσεις με την πραγματικότητα ενός «παρατεταμένου λαϊκού πολέμου». Να γενικευτούν οι μορφές του συντονισμού από τα κάτω, οι συντονισμοί των σωματείων, των τοπικών κινημάτων, των κινημάτων ανυπακοής, να περάσουμε στον αναγκαίο «συντονισμό των συντονισμό» ως βήμα για την ανασύνθεση του κοινωνικού υποκειμένου, της σύγχρονης αντικαπιταλιστικής λαϊκής συμμαχίας, του πραγματικού κοινωνικού «αντίπαλου δέους».

Δεύτερον, χρειάζεται όλο αυτό να επικεντρωθεί στον πολιτικό στόχο της ανατροπής του «καθεστώτος Παπανδρέου». Είναι ένας στόχος πολιτικός που συμπυκνώνει την πλήρη ταύτιση του κυβερνητικού κέντρου με την πολιτική του Μνημονίου και ταυτόχρονα εκφράζει την βασική κεντρική μας στόχευση: Να υπάρξει πολιτική τομή, σφραγισμένη από την καταλυτική παρουσία του λαϊκού παράγοντα. Το να πέσει κυβέρνηση υπό το βάρος των λαϊκών αντιδράσεων μπορεί να πυροδοτήσει απρόβλεπτες εξελίξεις.

Τρίτον, χρειάζεται να επιμείνουμε στην ανάγκη προβολή εκείνων των στόχων που σήμερα ορίζουν με τρόπο απτό και συγκεκριμένο τη ρήξη με την κυρίαρχη πολιτική και ορίζουν τη δυνατότητα εργατικής απάντησης στην κρίση. Παύση πληρωμών και διαγραφή του χρέους. Ρήξη με ΟΝΕ, έξοδος από το ευρώ, έξοδος από την ΕΕ. Εθνικοποίηση των τραπεζών και των μεγάλων επιχειρήσεων. Ριζική αναδιανομή εισοδήματος. Το απλό «όχι στο Μνημόνιο» ή το απλό «όχι στα μέτρα» δεν μπορεί να εμπνεύσει σήμερα, αντίθετα, απαιτούνται στόχοι που να λένε, με τρόπο απτό, ότι «τα πράγματα μπορούν να πάνε αλλιώς», στόχοι που να κάνουν σαφές τι σημαίνει για εμάς ανατροπής πολιτικής και τροποποίηση του συσχετισμού δύναμης.

Τέταρτον, οποιαδήποτε συζήτηση για τη ριζική αλλαγή πολιτικής σε φιλολαϊκή κατεύθυνση, δεν μπορεί παρά να στέκεται και στην επαναδιατύπωση του στόχου του σοσιαλισμού του 21ου αιώνα και της σύγχρονης κομμουνιστικής προοπτικής. Σε ρήξη με τον παραγωγισμό, τον κρατισμό και τον οικονομισμό του ιστορικού αριστερού κινήματος. Με αφετηρία την αποδέσμευση από τη διεθνοποίηση του κεφαλαίου και μια ταξική διεθνιστική επανοικειοποίηση της έννοιας της εθνικής κυριαρχίας. Με βασικό πρόταγμα τη δυνατότητα πραγματικής κοινωνικής ανάπτυξης, έξω και πέρα από το φαύλο κύκλο καταναλωτισμός – εξάντληση παραγωγικών πόρων – καταστροφή του περιβάλλοντος. Με έμπνευση από τα χνάρια του κομμουνισμού στο σήμερα, όλες τις μορφές αποδέσμευσης από τον εξαναγκασμό της αγοράς, κοινωνικής αλληλεγγύης, συλλογικής επανιδιοποίησης χώρων και αγαθών, το «δίκαιο εμπόριο», την παραγωγή ελεύθερου λογισμικού και πνευματικών αγαθών χωρίς δικαιώματα, τις ψηφιακές κοινότητες και δικτυώσεις μιας νέας αναδυόμενης δημόσιας σφαίρας.

Πέμπτον, η συζήτηση για την επαναστατική στρατηγική πρέπει να ανοίξει ξανά, μια συζήτηση που στην πραγματικότητα έχει σταματήσει στη δεκαετία του 1970 και στην οποία δεν συνεισφέρουν αυταπάτες για το πώς «θα αλλάξουμε τον κόσμο χωρίς να πάρουμε την εξουσία». Όταν συζητάμε το ενδεχόμενο πτώσης κυβέρνησης, χωρίς «έτοιμη» διάδοχη αστική λύση, ακόμη και για την ελληνική περίπτωση, είναι σαφές ότι το ερώτημα δεν είναι ακαδημαϊκό. Το ερώτημα για το πώς γίνεται το πέρασμα από τη λαϊκή εξέγερση στην αμφισβήτηση και διεκδίκηση της πολιτικής εξουσίας αποτελεί σήμερα υλική πρόκληση, όπως δείχνουν και οι εξελίξεις στον Αραβικό κόσμο. Ερωτήματα για τη σχέση ανάμεσα σε κινήματα και αριστερή κυβερνητική εξουσία ή ζητήματα όπως το τι σημαίνει σήμερα το τσάκισμα των κατασταλτικών μηχανισμών αποκτούν διαφορετική επικαιρότητα. Σε πείσμα μεταρρυθμιστικών αυταπατών, να επιμείνουμε στην κομβικότητα της επαναστατικής ρήξης και τομής αλλά και ταυτόχρονα να υπερβούμε και τον ιδεότυπο μιας «εφόδου στα χειμερινά ανάκτορα» επιμένοντας στη συνθετότητα, την περιπλοκότητα και την αντιφατικότητα που θα είχε σήμερα μια διαδικασία επαναστατικής μετάβασης.

Έκτον, όλα τα παραπάνω απαιτούν τομές και ανακατατάξεις μέσα στην Αριστερά. Να το πούμε απλά: όσο αναγκαία είναι σήμερα η κοινή δράση, η αγωνιστική ενότητα, η συμπόρευση μέσα στο κίνημα, άλλο τόσο ατελέσφορο είναι να πιστεύουμε ότι η λύση είναι η απλή ενότητα ή συμπαράταξη της Αριστεράς. Ακόμη περισσότερο, όσο ισχύει ότι κανείς δεν περισσεύει σήμερα, άλλο τόσο ισχύει ότι υπάρχουν απόψεις πρακτικές και κατευθύνσεις που πρέπει να ξεπεραστούν. Σήμερα ο καταναγκαστικός φιλοευρωπαϊσμός της ηγεσίας του ΣΥΝ, η αναγόρευση του ευρω-φεντεραλισμού, του ευρώ και του ευρωομόλογου σε «άρθρο πίστης», είναι αντικειμενικά εχθρική προς οποιαδήποτε πραγματικά φιλολαϊκή πολιτική διέξοδο. Αντίστοιχα, η εγκεφαλική σύλληψη της επαναστατικής προοπτικής από την ηγεσία του ΚΚΕ, η λογική ότι πρώτα οικοδομούμε το κομματικό κάστρο, εκκαθαρίζοντας όποιον στέκεται εμπόδιο και μετά προχωράμε «με αυταπάρνηση και αυτοθυσία» στην πάλη για το σοσιαλισμό, σήμερα διασπά τις λαϊκές δυνάμεις, είναι επικίνδυνη γιατί αντικειμενικά ενισχύει τις αστικές δυνάμεις και πρέπει να ηττηθεί. Αντίθετα, σήμερα υπάρχει η δυνατότητα ευρύτερες δυνάμεις να βρεθούν σε μια διαδικασία ανασύνθεσης εκείνης της Αριστεράς που θα μπορούσε πραγματικά να ηγηθεί της λαϊκής εξέγερσης.

Στην ΑΝΤΑΡΣΥΑ δείχνουμε έμπρακτα ότι μπορούμε να κάνουμε το πέρασμα από τον αντικαπιταλιστικό βερμπαλισμό, στη συγκεκριμένη επεξεργασία μιας σύγχρονης αριστερής στρατηγικής. Έχουν αναμφίβολο ενδιαφέρον οι φωνές μέσα στο ΣΥΝ που αμφισβητούν τον πυρήνα του ευρωπαϊσμού και του κυβερνητισμού. Είναι σημαντικό που κομμάτια του ΣΥΡΙΖΑ αντιλαμβάνονται τα όρια που είχε αυτό το εγχείρημα που έκλεισε οριστικά τον κύκλο του. Γεννούν ελπίδα τα σκιρτήματα αμφισβήτησης της κομματικής γραμμής μέσα στο ΚΚΕ. Ξέρουμε ότι μέσα από τα κινήματα βγαίνουν στο προσκήνιο νέες πρωτοπορίες και μια φρέσκια πολιτικοποίηση. Όμως, διαμορφώνουν τη δυνατότητα ενός πρωτότυπου ιστορικά αριστερού μετώπου σε αντικαπιταλιστική και ανατρεπτική κατεύθυνση. Όμως, όλα αυτά απαιτούν τόλμη και πραγματικές πολιτικές, ιδεολογικές και οργανωτικές ρήξεις μέσα στο σημερινό τοπίο της Αριστεράς. Εμείς στην ΑΝΤΑΡΣΥΑ, την τόλμη μας τη δείχνουμε στην ίδια την αυτοϋπέρβασης που σηματοδοτεί το πέρασμα από τη μέτωπο οργανώσεων στο δημοκρατικό μέτωπο, που θα στηρίζεται στην πλήρη δημοκρατία, στην «ΑΝΤΑΡΣΥΑ των συντρόφων», και σε νέες πολιτικές συνθέσεις, αλλά και από τη στράτευσή μας σε μια ευρύτερη ανασύγκρότηση της αντικαπιταλιστικής αριστεράς που απαιτούν οι καιροί. Από άλλα κομμάτια περιμένουμε, αν μη τι άλλο, ανάλογη τόλμη.

Έβδομον και τελευταίο αλλά όχι έσχατο, μέσα σε όλες αυτές τις διεργασίες η διαμόρφωση μιας σύγχρονης κομμουνιστικής πρωτοπορίας, δεν είναι πολυτέλεια, αλλά αναγκαία συνθήκη, μέσα στο αναγκαστικά αντιφατικό τοπίο της ανασύνθεσης μιας επαρκούς πολιτικής αριστεράς. Μόνο που αυτό απαιτεί οι δυνάμεις που αναφέρονται στην επαναστατική ανανέωση της κομμουνιστικής στρατηγικής, που αντιμετωπίζουν κριτικά και αυτοκριτικά την ήττα του ιστορικού κομμουνιστικού κινήματος, που δοκιμάζουν το ξαναδιάβασμα του επαναστατικού μαρξισμού, που διεκδικούν ένα νέο εργατικό διαφωτισμό, να τολμήσουν την υπέρβαση του σημερινού κατακερματισμού τους, για να μπορούν αυτές οι διεργασίες να έχουν πολιτικό νεύρο και σημείο αναφοράς.

Σε κάθε περίπτωση, η ιστορία δείχνει, με χαρακτηριστική ξεροκεφαλιά, να κινείται με τους δικούς της ρυθμούς και να μην περιμένει πότε εμείς θα κάνουμε τις αναγκαίες τομές με τα δικά μας όρια και αντιφάσεις. Εάν θέλουμε να κάνουμε το πέρασμα από την Αριστερά της ήττας στην Αριστερά της νικηφόρα εξέγερσης, πρέπει, μάλλον, να τολμήσουμε και να βιαστούμε.

 

ΠΗΓΗ: Τρίτη, 1 Μαρτίου 2011,  ΒΑΘΥ ΚΟΚΚΙΝΟ

Η κρίση της πολιτικής του Μνημονίου

Και τώρα τι; Η κρίση της πολιτικής του Μνημονίου

 

του Νίκου Στεριανού

 

Μετά τον τελευταίο έλεγχο της Τρόικας, την διαμόρφωση των όρων της τρίτης επικαιροποίησης του μνημονίου (που μαζί με το αρχικό, συνιστά το 4ο Μνημόνιο στη σειρά) και τη επίμαχη συνέντευξη των ελεγκτών που έφερε στο προσκήνιο τα σχέδια για εκποίηση κρατικής περιουσίας στο ύψος των 50 δισ. ευρώ, η Ελλάδα μπήκε σε μια νέα φάση της οικονομικής κρίσης που την μαστίζει και η οποία συμπυκνώνεται στην κρίση του χρέους. Στην πραγματικότητα ξαναβρέθηκε στην ίδια κατάσταση με αυτήν που βρισκόταν το Μάιο του 2010, όταν δηλαδή ξεκινούσε η περιπέτεια με τον μηχανισμό στήριξης του ΔΝΤ, της Κομισιόν και της ΕΚΤ.

«Είμαστε στο χειρότερο σημείο», φέρεται να είναι ο Γ. Παπακωνσταντίνου στην ενημέρωση που έκανε την περασμένη εβδομάδα στους βουλευτές του ΠΑΣΟΚ που συμμετέχουν στον ΚΤΕ (Κοινοβουλευτικός Τομέας Ελέγχου) Οικονομικών ενώ κατ’ άλλους, η φράση που χρησιμοποίησε ήταν παρόμοια αλλά το ίδιο δραματική: «Βρισκόμαστε στο σημείο μηδέν».

 

Η πολιτική του Μνημονίου σε κρίση

 

Στην πραγματικότητα η Ελλάδα δεν ξέφυγε ποτέ από το «χειρότερο σημείο» ή από το «σημείο μηδέν» και το πιο πιθανό είναι πως μάλλον πέρασε σε χειρότερες καταστάσεις απ’ αυτές του Μαΐου του 2010. Υιοθετώντας το Μνημόνιο, με την ένταξή της στο μηχανισμό στήριξης, δεν πρόσθεσε τίποτα στην οικονομία της. Αντίθετα επιδείνωσε την οικονομική ύφεση, μπλόκαρε κάθε ενδεχόμενο ανάπτυξης και αύξησε ακόμη περισσότερο το κρατικό χρέος ενώ διέσωσε τους ξένους δανειστές της από τα κύματα της κρίσης του ελληνικού χρέους που θα έπεφταν ορμητικά πάνω τους σε περίπτωση επίσημης πτώχευσης, διέσωσε την ζώνη του ευρώ από τις διαλυτικές καταστάσεις που θα προκαλούσε μια ανοικτή πτώχευση με τις ανάλογες συνέπειες (στάση πληρωμών με επιπτώσεις στο χρηματοπιστωτικό σύστημα της Γερμανίας και της Γαλλίας, αποχώρηση της χώρας από το ευρώ, ραγδαία εκδήλωση φαινομένων ντόμινο κ.ο.κ.) και εξασφάλισε τα συμφέροντα των εγχώριων κεφαλαιούχων που έχουν επενδύσει στο ελληνικό χρέος ή που από καιρό ζητούσαν σε ελληνικό έδαφος πηγές επενδύσεων με εξασφαλισμένο κέρδος και φτηνή εργατική δύναμη. Οι μεταρρυθμίσεις που επιβλήθηκαν χάρη του μνημονίου είναι ο αδιάψευστος μάρτυρας.

Η πολιτική του Μνημονίου το μόνο που κατόρθωσε ήταν να επιδεινώσει την κρίση του χρέους και ως φυσικό επακόλουθό αυτής της εξέλιξης ήταν να περιέλθει η ίδια σε κρίση. Αυτό φαίνεται πως ήταν γνωστό στα στενά κυβερνητικά επιτελεία και στους ισχυρούς της οικονομίας οι οποίοι, το προηγούμενο διάστημα, υποδέχτηκαν διθυραμβικά το ενδεχόμενο να υπάρξει μια συνολική αντιμετώπιση της κρίσης χρέους στην ευρωζώνη μέσα από το γαλλογερμανικό σχέδιο που έγινε γνωστό με τους όρους «Οικονομική διακυβέρνηση» και «Σύμφωνο ανταγωνιστικότητας». Αυτά ως τα τέλη του Γενάρη.

Η Σύνοδος, όμως, Κορυφής της Ε.Ε., στις αρχές Φεβρουαρίου μάλλον συνέτριψε τις φρούδες ελπίδες. Κι αν δεν τις συνέτριψε η Σύνοδος αυτή καθ’ αυτή, τα όσα επακολούθησαν δεν άφησαν το παραμικρό περιθώριο ύπαρξης τους. Οι ισχυροί της Ευρώπης δεν είναι διατεθειμένοι να δώσουν το παραμικρό στην υπόθεση της Ελλάδας στην επικείμενη Σύνοδο της 25ης Μαρτίου. Κι ό,τι δώσουν θα στοιχίσει πολύ ακριβά, πολλαπλώς ακριβότερα απ’ ότι έχει στοιχίσει στη χώρα μέχρι σήμερα η πολιτική του μνημονίου. Το βάρος θα είναι δυσβάστακτο, σε σημείο που τα επιτελεία της εξουσίας να αμφιβάλλουν ανοικτά πλέον για τη δυνατότητα της χώρας και του λαού της να το αντέξει.

Οι ψευδαισθήσεις φαίνεται πως τέλειωσαν την Παρασκευή 11 Φεβρουαρίου όταν ολοκληρώθηκαν οι διαπραγματεύσεις του υπουργείου Οικονομικών με την Τρόικα για το επικαιροποιημένο Μνημόνιο Νο 4 και δόθηκε η επίμαχη συνέντευξη των τροϊκανών για την δημόσια περιουσία. Από το σημείο αυτό και μετά η κυβέρνηση βρίσκεται σε διαρκή άμυνα στην προσπάθειά της να χειριστεί μια υπόθεση με απόλυτη μυστικότητα, έχοντας πλήρη επίγνωση της σημασίας των όσων έρχονται και των αντιδράσεων που προκαλούνται ή αναμένεται να προκληθούν αλλά και του γεγονότος ότι οι αποφάσεις που αναμένεται να ληφθούν μέσα στην Άνοιξη μάλλον υπερβαίνουν κατά πολύ τη δυνατότητα της να τις λάβει. Εξού και τα σενάρια περί πρόωρων εκλογών.

Αν ήθελε κανείς να περιγράψει με δυο λόγια την αποτυχία του Μνημονίου θα στεκόταν χωρίς αμφιβολία σε δύο βασικά συμπεράσματα: 

α) Το μνημόνιο απέτυχε παταγωδώς από τη στιγμή που οι συνεχείς τριμηνιαίες αναθεωρήσεις του το έχουν καταστήσει αγνώριστο. Κάθε νέα επικαιροποίηση του προβλέπει νέα επώδυνα μέτρα που στην πραγματικότητα συνιστούν μια εντελώς διαφορετική συνταγή από την προηγούμενη. Κι όλα αυτά ερήμην του ελληνικού λαού και των αντιπροσώπων του αφού μόνο η πρώτη εκδοχή πέρασε από τη Βουλή ενώ οι επικαιροποιήσεις γίνονται νόμος του κράτους με μια απλή απόφαση του υπουργού Οικονομικών. 

β) Στο καθ’ αυτό ζήτημα της κρίσης χρέους το αρχικό μνημόνιο προέβλεπε ότι θα δημιουργήσει τις οικονομικές προϋποθέσεις ώστε η Ελλάδα να ξαναγυρίσει στις αγορές μέσα στο 2011, να αποκαταστήσει δηλαδή μέσα στο τρέχον έτος την ικανότητά της να δανείζεται από τις διεθνείς αγορές. Τώρα πια είναι καθαρό ότι τέτοια δυνατότητα δεν υπάρχει. Η χώρα αδυνατεί πλήρως να δανειστεί από τις αγορές και είναι άγνωστό αν ποτέ θα καταφέρει να επιστρέψει σε αυτές χωρίς να έχει προηγηθεί μια συνολική διαρρύθμιση του κρατικού χρέους. Αυτό σημαίνει πολύ απλά ότι μέσα στο 2012 θα πρέπει να ξαναζητήσει δάνειο από το μηχανισμό στήριξης δεδομένου ότι τα 110 δισ. που της δόθηκαν, ακόμη κι αν δεν υπάρξει καμία εμπλοκή στη καταβολή των δόσεων, δεν φτάνουν για να ανταποκριθεί στην εξυπηρέτηση του χρέους της (τόκοι και χρεολύσια) μέχρι το τέλος του 2013. Το ποσό που χρειάζεται υπολογίζεται στο διπλάσιο.

Στο ΒΗΜΑ της ΚΥΡΙΑΚΗΣ (27/2), στο ρεπορτάζ του Γ. Παπαΐωάννου με τίτλο «Θα χρειαστούμε και νέο δάνειο το 2012» διαβάζουμε: «Χρονικό περιθώριο ενός έτους έχει η χώρα για να επιστρέψει στις αγορές, διαφορετικά θα χρειαστεί και νέο πακέτο βοήθειας από την τρόικα. Και τούτο διότι, με τις αγορές να παραμένουν κλειστές για την Ελλάδα, τα 57 δισ. ευρώ που απομένουν από τη βοήθεια των 110 δισ. ευρώ επαρκούν για να καλύψουν τις δανειακές ανάγκες της χώρας για το 2011 και μέρος αυτών του επόμενου χρόνου. Το ζήτημα επισήμανε ο πρωθυπουργός κ. Γ. Παπανδρέου στην Άνγκελα Μέρκελ κατά τη διάρκεια της συνάντησής τους την περασμένη Τρίτη. ‘‘Αν δεν πάρετε μέτρα για να ενισχύσετε τον μηχανισμό, θα χρειαστούμε και άλλο πακέτο’’ φέρεται να είπε στη γερμανίδα καγκελάριο… Στο επικαιροποιημένο μνημόνιο αναφέρεται ότι ‘‘οι εκταμιεύσεις από τα κράτη-μέλη της ευρωζώνης και από το ΔΝΤ αναμένεται να καλύψουν σχεδόν εξ ολοκλήρου τις ακαθάριστες δανειακές ανάγκες της Ελλάδας κατά τη διάρκεια του 2011 και να συνεισφέρουν σημαντικά στις δανειακές ανάγκες του 2012’’. Και αυτό, όπως σημειώνεται, υπό την προϋπόθεση ότι η χώρα θα είναι σε θέση να αναχρηματοδοτεί τα έντοκα γραμμάτια που λήγουν στη διάρκεια του έτους. Σε αντίθετη περίπτωση, τα 57 δισ. ευρώ που απομένουν από το πακέτο των 110 δισ. ευρώ θα εξαντληθούν νωρίτερα.

‘‘Αν αναχρηματοδοτούνται τα έντοκα, τα χρήματα της βοήθειας καλύπτουν τις ανάγκες μέχρι τον Μάιο του 2012’’ αναφέρουν πηγές που είναι σε θέση να γνωρίζουν τις δανειακές υποχρεώσεις του Δημοσίου. Αυτό σημαίνει ότι το πακέτο των 110 δισ. ευρώ θα τελειώσει έναν χρόνο νωρίτερα από τις αρχικές προβλέψεις της τρόικας, η οποία φαίνεται πως έπεσε έξω ακόμα μια φορά. Στον αρχικό σχεδιασμό προβλεπόταν ότι η χώρα θα έβγαινε στην αγορά σταδιακά από το 2011 και θα κάλυπτε μέρος των δανειακών της αναγκών πουλώντας ομόλογα και πως η χρηματοδότηση από το πακέτο των 110 ευρώ θα ολοκληρωνόταν τον Μάιο του 2013. Με άλλα λόγια, η τρόικα προέβλεπε ότι η υλοποίηση του προγράμματος θα επέτρεπε στη χώρα την επιστροφή στις αγορές. Όμως αν και το 2010 πιάσαμε τον στόχο για το έλλειμμα και οι διαρθρωτικές αλλαγές που προβλέπονται στο μνημόνιο υλοποιούνται, έστω και με καθυστερήσεις, οι αγορές εξακολουθούν να παραμένουν κλειστές για την Ελλάδα».

 

Και τώρα τι γίνεται;

 

Και τώρα τι γίνεται; Το ερώτημα είναι περισσότερο τραγικό από οποιαδήποτε άλλη φορά. Η τρόικα απαιτεί μέτρα πρωτόγνωρα και κανείς δεν γνωρίζει ποια άλλα θα απαιτήσει στο μέλλον. Ενδεχομένως ούτε η ίδια μπορεί να τα φανταστεί. Το επικαιροποιημένο μνημόνιο προβλέπει: 

1. Εντός του Μαρτίου θα πρέπει να έχει κατατεθεί στη Βουλή το τριετές Πρόγραμμα Σταθερότητας και Ανάπτυξης για την περίοδο 2012- 2014. 

2. Ως τον Ιούνιο να έχει ψηφιστεί ο νέος νόμος για το ενιαίο μισθολόγιο στο Δημόσιο, ρύθμιση από την οποία προβλέπεται να εξοικονομηθούν πόροι 1 δισ. ευρώ ετησίως. 

 3. Ως τον Ιούνιο να έχει προχωρήσει ο διαχωρισμός των μονάδων παραγωγής από τη ΔΕΗ και να έχουν απελευθερωθεί πλήρως τα τιμολόγια της εταιρείας, εκτός από την οικιακή κατανάλωση. 

4. Ως τον Ιούνιο να έχει προετοιμασθεί και ψηφισθεί το πρόγραμμα αποκρατικοποιήσεων και αξιοποίησης δημόσιας περιουσίας με στόχο να αποδώσει έσοδα 15 δισ. ευρώ ως το τέλος του 2013. 

5.  Τον Οκτώβριο πρέπει να εξισωθεί η φορολογία του πετρελαίου θέρμανσης με εκείνη του πετρελαίου κίνησης για την απόδοση στον κρατικό κορβανά τουλάχιστον 400 εκατ. ευρώ το 2011.

Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ της ΚΥΡΙΑΚΗΣ στο ρεπορτάζ του Σωτήρη Νίκα με τίτλο «Τελεσίγραφο από την τρόικα για εργασιακά, ΔΕΚΟ και φορολογικό» αναφέρει: «είναι αρκετά σαφές ότι η φιλοσοφία του Μνημονίου αλλάζει. Από εκεί που πρωταρχικός στόχος των πρώτων εννέα μηνών εφαρμογής του ήταν η μείωση του ελλείμματος και η προώθηση μέτρων που θα διασφαλίζουν ότι δεν θα ξεφύγει πάλι, τώρα στόχος του Οικονομικού Προγράμματος είναι να προχωρήσει η υλοποίηση των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων. Μεταρρυθμίσεις που μελλοντικά θα αποδώσουν πολύ περισσότερα από ό,τι τα μέτρα που έχουν ληφθεί μέχρι σήμερα. Μεταρρυθμίσεις, όμως, που θα θίξουν συμφέροντα σχεδόν ολόκληρου του κοινωνικού συνόλου. Για τον λόγο αυτό και η τρόικα τόσο στη συνέντευξη των εκπροσώπων της, όσο και στο Μνημόνιο περνάει το μήνυμα ότι θα πρέπει να υπάρξει η μέγιστη κοινωνική και πολιτική συναίνεση για την εφαρμογή όλων αυτών των αλλαγών.

Η μεταρρύθμιση του συστήματος της υγείας βρίσκεται στην κορυφή της σχετικής ατζέντας με στόχο τον εξορθολογισμό των οικονομικών του κλάδου (νοσοκομεία, ασφαλιστικά Ταμεία). Οι αλλαγές στις εργασιακές σχέσεις είναι πολύ πιθανό να συνεχιστούν (εάν αποδειχτεί ότι ο νόμος δεν εφαρμόζεται) και ταυτόχρονα η μεταρρύθμιση του ασφαλιστικού έχει και δεύτερη φάση (αφορά κυρίως τις επικουρικές συντάξεις και τη λίστα Βαρέων και Ανθυγιεινών Επαγγελμάτων). Παράλληλα, η αναδιάρθρωση των ΔΕΚΟ παραμένει ζητούμενο (με μειώσεις μισθών, λειτουργικών εξόδων, πωλήσεις επιχειρήσεων), καθώς και το κλείσιμο φορέων του Δημοσίου. Στο στόχαστρο μπαίνουν οι φοροαπαλλαγές (σήμερα είναι περίπου 900 και κοστίζουν περί τα 5 δισ. ευρώ) και τα φορολογικά κίνητρα στο πλαίσιο της νέας φορολογικής μεταρρύθμισης. Επίσης, θα πρέπει μέχρι τα τέλη Ιουνίου να είναι έτοιμο και το ενιαίο μισθολόγιο (εκτιμάται ότι μπορεί να προκύψει όφελος ακόμα και 1 δισ. ευρώ), ενώ «ψαλίδισμα» αναμένεται και στα κοινωνικά επιδόματα. Συνολικά, μέσα στον Μάρτιο η κυβέρνηση καλείται να προσδιορίσει νέα μέτρα ύψους 1,8 δισ. ευρώ για φέτος και άνω των 23 δισ. ευρώ για την περίοδο 2012-2015».

Η κυβέρνηση έχει αυτοεγκλωβιστεί – δεν επιδιώκει άλλωστε κάτι διαφορετικό – στην πολιτική που η ίδια χάραξε: στην πολιτική της τρόικας και του μνημονίου. Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι είναι δεδομένη και η αποδοχή από μέρους της των αποφάσεων που θα πάρει η Σύνοδος Κορυφής της 25ης Μαρτίου, όπου, όπως όλα δείχνουν, θα είναι πολύ σκληρές για τη χώρα μας και γενικότερα για τις χώρες- παρίες της ευρωζώνης. Με αυτό δεδομένο, το μνημόνιο με τις επικαιροποιήσεις του θα ξεπεράσει κάθε όριο αντοχής και ανοχής της χώρας και του λαού της. Ήδη φαίνεται ότι το έχει ξεπεράσει κι εδώ βρίσκεται το κομβικό σημείο για τους έχοντες και κατέχοντες την πραγματική εξουσία στον τόπο, για τα ισχυρά δηλαδή οικονομικά συμφέροντα.

Η κατάσταση αλλάζει άρδην, τα δεδομένα ανατρέπονται ραγδαία, η ετοιμότητα και κυρίως η ικανότητα του πολιτικού συστήματος να διαχειριστεί τη νέα πραγματικότητα τίθεται εν αμφιβόλω. Στο πλαίσιο αυτό οι παραινέσεις προς την κυβέρνηση να κυβερνήσει με συνοχή και σιδερένια πυγμή μάλλον δεν επαρκούν. Στην ημερήσια διάταξη ξανατίθεται το θέμα της ανασύνθεσης του πολιτικού σκηνικού με νέους όρους, πάνω απ’ όλα ελεγχόμενους. Η συναίνεση είτε εθελοντική είτε αναγκαστική μέσα από εκλογές, φαίνεται πως είναι το μόνο γιατρικό που, επί του παρόντος, υπάρχει. Αξίζει όμως να δούμε ορισμένες πλευρές αυτών των προβληματισμών όπως διατυπώνονται στην Τύπο.

Την Παρασκευή 25/2, ο Αντώνης Καρακούσης σε άρθρο του στο ΒΗΜΑ ON LINE με τίτλο «Η ευθύνη των αστικών κομμάτων» σημείωνε: «Το ελληνικό οικονομικό πρόβλημα επανέρχεται πάλι σε κρίσιμη φάση. Οι εταίροι για να δώσουν κάτι θα απαιτούν τα διπλά και τα τριπλά. Μοιάζει τούτη η φάση με εκείνη του περσινού Μαΐου, όταν ετίθετο το δίλημμα χρεοκοπία ή μνημόνιο. Και τώρα θα τεθούν διλήμματα. Το ερώτημα λοιπόν που τίθεται είναι τι θα πράξει η κυβέρνηση και πώς θα δράσει συνολικά το πολιτικό σύστημα. Θα αποδεχθούν άραγε τα ποιοτικά και πιο μακροπρόθεσμα μέτρα της προσαρμογής ή εξουθενωμένοι όπως είναι όλοι τους θα εγκαταλείψουν την προσπάθεια και θα αναζητήσουν άλλους πιο ολισθηρούς δρόμους. Τα γεγονότα πάντως της περασμένης Τετάρτης δεν επιτρέπουν παραίτηση. Η ευθύνη των αστικών κομμάτων για τυχόν διολίσθηση της χώρας σε καταστάσεις αποσταθεροποίησης θα είναι ασυγχώρητη».

Το ίδιο ζήτημα με άλλο τρόπο έθεσε στο ΒΗΜΑ της ΚΥΡΙΑΚΗΣ ο Στ. Ψυχάρης ο οποίος στο κύριο άρθρο της εφημερίδας με τίτλο «Οριστικές λύσεις» σημειώνει: «Όσο δικαιολογημένες και αν είναι οι απεργίες, όσο και αν είναι απάνθρωπες οι περικοπές μισθών και συντάξεων, οι πολίτες δεν ξεσηκώνονται, όπως θα επιθυμούσε τμήμα της Αριστεράς. Τα Πολυτεχνεία δεν γίνονται στις δημοκρατίες. Εκείνο που γίνεται στη δημοκρατία είναι να δημιουργούνται μικρότερα ή μεγαλύτερα αδιέξοδα σε διάφορες όψεις της ζωής. Τώρα λ.χ. τείνει να δημιουργηθεί αδιέξοδο στον χειρισμό της βαριάς οικονομικής κρίσης που διέρχεται η χώρα. Θα μας βοηθήσει- και πόσο- η Εσπερία; Τι θα γίνει με το έλλειμμα που μας πνίγει; Τις απαντήσεις θα τις δώσει το προσεχές μέλλον. Και αν είναι τόσο επώδυνες ώστε να απαιτούνται αποφάσεις σύνθετες, τότε το αδιέξοδο αίρεται αποφασιστικά και ταχέως. Με εκλογές…».

Ανακεφαλαίωση των δύο προηγούμενων άρθρων είναι το κύριο άρθρο της ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗΣ της ΚΥΡΙΑΚΗΣ που υπό τον τίτλο «‘‘Πολεμική’’ κυβέρνηση», αναφέρει:

 «Για άλλη μια φορά η χώρα βρίσκεται σε εξαιρετικά κρίσιμο σημείο αλλά, δυστυχώς, η πολιτική ηγεσία, τα μέσα ενημέρωσης και η κοινή γνώμη ζουν σε ένα δικό τους κόσμο. Έχουμε χρεοκοπήσει και το κράτος μπορεί να πληρώνει ακόμη συντάξεις και μισθούς μόνο επειδή μας δανείζει η τρόικα. Τώρα οι δανειστές απαιτούν να εκπληρώσουμε εμείς το δικό μας κομμάτι της συμφωνίας. Για να γίνει αυτό θα χρειασθούν απελπιστικά επώδυνες αποφάσεις, οι οποίες θα συμπεριλαμβάνουν ακόμη και την απόλυση χιλιάδων εργαζομένων στο Δημόσιο. Η κυβέρνηση αποφεύγει όμως να πει την αλήθεια στον λαό, ο οποίος έχει επιδείξει απίστευτη υπομονή και ωριμότητα, αλλά τώρα αρχίζει να αμφισβητεί αν ο καπετάνιος έχει καμία πυξίδα στα χέρια του ή αν ξέρει πού πηγαίνει.

Η αξιωματική αντιπολίτευση λαϊκίζει αντιμνημονιακά, με μερικές μόνο αναλαμπές υπευθυνότητος, και σε καμία περίπτωση δεν είναι έτοιμη να πιάσει το τιμόνι. Η Αριστερά πυροδοτεί την ανυπακοή και σπρώχνει τη χώρα στον κατήφορο. Το χειρότερο είναι πως ο δημόσιος διάλογος διεξάγεται με όρους ασύλληπτης ελαφρότητος και αχαλίνωτου λαϊκισμού, με κορυφαίο πρόσφατο παράδειγμα τον ανούσιο θόρυβο για την αξιοποίηση της δημόσιας περιουσίας. Έχουμε φτάσει σε αδιέξοδο. Ο πρωθυπουργός έχει πολύ λίγα περιθώρια να πει στον κόσμο την αλήθεια και να φτιάξει μια ‘‘πολεμική’’ κυβέρνηση, που θα συμπεριλαμβάνει και εχθρούς του, αν είναι ικανοί για τις περιστάσεις.

Αν ο ίδιος δεν το αντέχει ψυχικά ή αν πιστεύει ότι το κόμμα του θα τον ρίξει, οφείλει και πάλι να μιλήσει ειλικρινά και να φερθεί με υπευθυνότητα. Να το πούμε απλά. Αν συνεχίσουμε στην τωρινή μας ρότα, είναι βέβαιο ότι οι δανειστές μας δεν θα δώσουν την επόμενη δόση και θα απαιτήσουν πιο σκληρούς όρους. Ίσως τότε σοβαρευθούμε, προσγειωθούμε απότομα στην πραγματικότητα και πετύχουμε μια μεγάλη εθνική συνεννόηση των αστικών μας κομμάτων για το τι πρέπει να γίνει από εκεί και πέρα. Μερικές φορές χρειάζεται ένα σοκ για να… ξυπνήσει η χώρα και η πολιτική της ηγεσία!».

 

Τα σχόλια δικά σας.

 

ΠΗΓΗ:  27 Φεβρουαρίου 2011, http://www.inprecor.gr/index.php/archives/38317

Υπάρχει διέξοδος από την κρίση;

Υπάρχει διέξοδος από την κρίση;

 

Του Τάκη Φωτόπουλου*


 

Η εξαπάτηση του Ελληνικού λαού από τη κοινοβουλευτική χούντα για τα αίτια της μεγαλύτερης μεταπολεμικής κρίσης και τον τρόπο εξόδου από αυτή έχει φθάσει σε όρια που είναι πρωτόγνωρα ακόμη και για την Ελληνική πολιτική σκηνή.

Ο λόγος είναι βέβαια η επίσης πρωτόγνωρη (αν εξαιρέσουμε την περίοδο της στρατιωτικής χούντας) παντελής έλλειψη νομιμοποίησης που χαρακτηρίζει σήμερα τα ανδρείκελα των ντόπιων και ξένων ελίτ που παριστάνουν τη κυβέρνηση του τόπου, με την καθοριστική βοήθεια των ΜΜΕ (με επικεφαλής τα κρατικά – που εξαναγκαζόμαστε να τα πληρώνουμε κιόλας – του «ποιητού»-Υπουργού που τα διαχειρίζεται και δεν έχουν να ζηλέψουν σχεδόν τίποτα απο τα χουντικά της 7ετίας) και των ΜΑΤ στους δρόμους που επιτίθενται να πνίξουν κάθε φωνή διαμαρτυρίας που μπορεί ν ακούσει ο Χουντικός «λόχος» ο οποίος στηρίζει την «κυβέρνηση»….

Έτσι, με απάτη έγινε η υφαρπαγή της ψήφου το 2009. Με απάτη παρουσιάστηκε σαν «μονόδρομος» το καταστροφικό Μνημόνιο. Με απάτη και συνοπτικές διαδικασίες πέρασαν τα κτηνώδη μέτρα για τη Λατινοαμερικανοποίηση της χώρας . Με απάτη έγιναν ψευτο-«διάλογοι» με τις άμεσα πληττόμενες κοινωνικές ομάδες, όταν οι βασικές αποφάσεις ήταν ήδη ειλημμένες. Με την απάτη της δήθεν «αξιοποίησης» θα ξεπουληθεί ο κοινωνικός πλούτος της χώρας. Τέλος, με απάτη θα γίνει απόπειρα νέας υφαρπαγής της ψήφου, η οποία μάλιστα, εάν επιτύχει, θα δώσει δίκαια στη χώρα το παγκόσμιο ρεκόρ… μαζοχισμού,  τη στιγμή που σε όλες τις άλλες χώρες στην Ευρώπη, από την Ουγγαρία και την Ισλανδία μέχρι την Ιρλανδία, τα κόμματα που επέβαλαν αντίστοιχα μέτρα θάφτηκαν κάτω από τη λαϊκή οργή!

Όμως, υπάρχει διέξοδος από την κρίση, πέρα από τον δήθεν «μονόδρομο» ο οποίος θα συσσωρεύει συνεχείς καταστροφές στα λαϊκά στρώματα, ιδιαίτερα τώρα που με το «σύμφωνο ανταγωνιστικότητας» η Ελλάδα, όπως και οι άλλες χώρες της περιφέρειας, θα καταδικαστεί σε μόνιμη συμπίεση των μισθών και ημερομισθίων και αποδιάρθρωση κάθε κοινωνικής υπηρεσίας, ώστε να βελτιώνεται τεχνητά η ανταγωνιστικότητά της για χάρη της σταθερότητας του Ευρώ; Όπως έχω αναπτύξει επανειλημμένα από τη στήλη και συστηματικά σε ειδικό βιβλίο για το θέμα (που «θάβεται» συστηματικά από τα ελεγχόμενα από τις ελίτ ΜΜΕ για ευνόητους λόγους) [1], τα βραχυπρόθεσμα/μεσοπρόθεσμα μέτρα για να σταματήσουμε τη καταστροφική κρίση περνούν μέσα από την ανάκτηση μιας στοιχειώδους οικονομικής κυριαρχίας που με την ένταξή μας στην ΕΕ και την ΟΝΕ, και τώρα με το Μνημόνιο, τη χάσαμε εντελώς.

Έτσι, η έξοδος από την ΕΕ θα επέτρεπε την επανεισαγωγή της δραχμής και τη σχετική υποτίμησή της (μαζί με μέτρα στήριξης της αγοραστικής δύναμης των λαϊκών στρωμάτων) την εθνικοποίηση των Τραπεζών, τη δραχμοποίηση του χρέους που θα κτυπούσε τις ελίτ και όχι τα ασφαλιστικά μας ταμεία, και στη συνέχεια την επαναδιαπραγμάτευση του (επιμήκυνση  και «κούρεμα») με τελικό στόχο να πληρώσουν όλο το χρέος οι ελίτ που το δημιούργησαν. Εναλλακτικά, θα μας επιβάλουν οι ελίτ τους όρους τους, μετά τη βέβαιη πια χρεοκοπία που προβλέπουν πολλοί διεθνείς οικονομολόγοι.

Απο την άλλη μεριά, το κίνημα κατά των μέτρων, βασικά καθοδηγούμενο απο κόμματα και οργανώσεις, αναλώνεται είτε σε «παρελάσεις» (κρατικοσοσιαλιστές), είτε σε μαχητικές διαδηλώσεις (ελευθεριακοί) – μέθοδοι που έχουν αποδειχθεί εντελώς ανίσχυρες να ανατρέψουν τις σημερινές κοινοβουλευτικές χούντες και τα μέτρα τους. Στην πραγματικότητα, μόνο ένα μαζικό, σαφώς πολιτικό, απεργιακό κίνημα με αίτημα την απόσυρση όλων των μέτρων, το οποίο θα κορυφωνόταν σε μια γενική απεργία διαρκείας, θα μπορούσε να παραλύσει  τον κρατικό μηχανισμό και να οδηγήσει στην ανατροπή της χούντας.

Υποθέτοντας ότι η απεργία αυτή θα κατέληγε στη δημιουργία εξεγερσιακών (αλλά όχι επαναστατικών) συνθηκών, θα μπορούσε να οδηγήσει στον σχηματισμό κυβέρνησης λαϊκής ενότητας που θα στηριζόταν από τη λαϊκή βάση όλων των κομμάτων στην υπάρχουσα Βουλή (που θα υποχρέωναν τους βουλευτές τους να ψηφίσουν τη νέα κυβέρνηση) και θα προχωρούσε σε δημοψήφισμα για την ανατροπή όλων των  μέτρων της χούντας, κάτω από συνθήκες ισότιμης παρουσίασης όλων των απόψεων για τα μέτρα από τα ΜΜΕ.

Σε περίπτωση που εγκρινόταν η απόσυρση των μέτρων, η κυβέρνηση αυτή θα έπαιρνε τα αναγκαία άμεσα μέτρα για να σταματήσει η έξοδος κεφαλαίου από τη χώρα κ.λπ. αλλά και θα προχωρούσε στη διεξαγωγή εκλογών για να εκφραστεί ο νέος συσχετισμός δυνάμεων σε μια Βουλή που θα μπορούσε να είναι αναθεωρητική, ώστε να περάσουν οι απαιτούμενες  ριζικές αλλαγές στο Σύνταγμα. Δηλαδή, αλλαγές που θα υιοθετούσαν την απαγόρευση της ιδιωτικοποίησης των κοινωνικών υπηρεσιών (υγεία, εκπαίδευση, μεταφορές κ.λπ.), τη ριζική αποκέντρωση πολιτικής και οικονομικής εξουσίας στις τοπικές κοινότητες, καθώς και τη δημιουργία των προϋποθέσεων για τη δημιουργία μιας αυτοδύναμης (όχι αυτάρκους) οικονομίας που θα μας απάλλασσε οριστικά από χρέη και εξαρτήσεις – θέμα για το οποίο θα πρέπει να επανέλθουμε.

 

[1] Η Ελλάδα ως προτεκτοράτο της υπερεθνικής ελιτ, (Γόρδιος, Νοεμ. 2010) κεφ 10

 

 *Δημοσιεύτηκε στην Ελευθεροτυπία, 26.02.2011,   http://www.enet.gr/?i=news.el.article&id=254752

 

ΠΗΓΗ:  http://www.inclusivedemocracy.org/fotopoulos/