Αρχείο κατηγορίας Από την καθ’ ημάς Ανατολή

Από την καθ’ ημάς Ανατολή

ΕΞΕΥΡΩΠΑΪΣΜΟΣ ΩΣ ΕΡΓΑΛΕΙΟ ΥΠΟΤΑΓΗΣ

ΕΞΕΥΡΩΠΑΪΣΜΟΣ ΩΣ ΕΡΓΑΛΕΙΟ ΥΠΟΤΑΓΗΣ

 

Του Αντώνη Ανδρουλιδάκη*


 

Όταν ο Κοραής άλλαζε το όνομα του κράτους της Φραγκίας – που προερχόταν φυσιολογικά από το France – σε Γαλλία και τους κατοίκους του από Φράγκους σε Γάλλους, επιχειρούσε ουσιαστικά να αναβαπτίσει τη δυτική αποικιοκρατία, που σαν τέτοια ήταν οριστικά καταδικασμένη στη συνείδηση του ελληνικού έθνους. 

Έτσι στα χρόνια που κύλησαν, κανείς δεν αναρωτιέται πλέον γιατί και με ποια ετυμολογία ο Φράγκος ονομάζεται πλέον Γάλλος. Αυτή η επιτυχής αναβάπτιση, είναι ένα ελάχιστο δείγμα, ενός ολοκληρωμένου συστήματος αποδόμησης του ελληνικού κόσμου και παρασιτικής πρόσδεσης του στο δυτικό Ιmperium.

Από τότε και μέχρι και σήμερα, κοντά 200 χρόνια «ελεύθερου» εθνικού βίου, το ίδιο αυτό το σύστημα αποδόμησης εμμένει να  «αναβαπτίζει» και να εξωραΐζει κατ’ εξακολούθηση τη δυτική αποικιοκρατία.

Από τότε και μέχρι και σήμερα, η δυτική αποικιοκρατία και κυριαρχία μεταμορφώνεται στη συνείδηση του λαού σε πρότυπο-αιτούμενο υπόδειγμα κοινωνικής ευζωίας και λειτουργικότητας.  Οι έννοιες του εκσυγχρονισμού, του εξορθολογισμού και του εξευρωπαϊσμού, κατέληξαν σήμερα σχεδόν ταυτόσημες. Ανάλογα η «δυστυχία του να είσαι Έλληνας» ορίζεται πλέον ως η απόσταση από τον ζητούμενο εξευρωπαϊσμό. "Εύλογα", κάθε είδους αδυναμία ή έλλειμμα αποδίδεται όχι στο δυτικό αποικιοκρατικό έλεγχο επί του ελλαδικού κράτους, αλλά στην ελληνική κληρονομιά του κράτους και των παραδόσεων του. Κάθε τι ελληνικό καταδικάζεται στη σιωπή και στην αφάνεια ενώ ότι καταφέρνει να επιζήσει υφίσταται μια άνευ προηγουμένου διαστρέβλωση και συκοφάντηση ή  "ακινδυνοποιείται" ως μουσειακό έκθεμα.

Αν όπως ορίζει ο Κίρκεγκαρντ «ο φθόνος είναι κατακερματισμένος θαυμασμός», εδώ ο ορισμός του φθόνου συναντά το πλήρες περιεχόμενο του. Αναφέρω εντελώς ενδεικτικά το διοικητικό σύστημα των κοινοτήτων το οποίο αντλούσε τις πηγές του αδιάλειπτα ήδη από τις αρχαίες αμφικτιονίες και το οποίο συνέτριψε η Βαυαροκρατία στην πρώιμη φάση του ελλαδικού κρατιδίου, για να εγκαθιδρύσει το συγκεντρωτικό μοναρχικό πολίτευμα που εξυπηρετούσε τις αποικιοκρατικές επιδιώξεις της. Το ότι – με άλλα λόγια – η χώρα δεν διαθέτει σήμερα ικανό σύστημα αποκεντρωμένης περιφερειακής ανάπτυξης δεν οφείλεται κατ’ ουδένα τρόπο στην ελληνική κληρονομιά και παράδοση, αλλά ακριβώς στην υποχώρηση και στρέβλωση αυτής της παράδοσης από τους δυτικούς επικυρίαρχους. Είναι δε ακόμη πιο εντυπωσιακό ότι οι δυτικοί υιοθέτησαν για λογαριασμό τους και εφάρμοσαν με ευλάβεια (βλέπε στο παράδειγμα μας τα καντόνια που σχεδίασε ο Καποδίστριας στην Ελβετία), ότι καταδίκασαν και αποδόμησαν με μένος στον ελληνικό χώρο.

Όμως το σύστημα αποδόμησης του ελληνικού κόσμου και παρασιτικής πρόσδεσης του στο δυτικό κοσμοσύστημα έχει και σήμερα τους «άξιους» συνεχιστές και εκπροσώπους του.

Δεκάδες δημοσιογράφοι, καθηγητάδες και διανοούμενοι της δεκάρας, με αναλυτικό ύφος γραφής ανάλογο ενός μαθητή γυμνασίου και ήθος υπάκουου υπαλληλίσκου, καταγγέλλουν τον Τόπο και την Πατρίδα, το Λαό και το Έθνος, την Ιστορία και την Κληρονομιά, το μεδούλι του τρόπου μας, ως υπεύθυνους για τη χρεωκοπία. Ως υπεύθυνους δια πάσαν νόσον και πάσαν μαλακίαν. Ακόμη και η φοροαποφυγή ερμηνεύεται ως κληρονομιά μιας στρεβλής αντίληψης της σχέσης πολίτη-κράτους που αποδίδεται στις έξεις που δημιούργησε η οθωμανική τυρρανία. Κουβέντα για τη σπάταλη και διεφθαρμένη πολιτική τάξη, κουβέντα για την αυτονόμηση των εσόδων του κράτους που κατανέμονται άσχετα με την ίδια την κοινωνία και τις ανάγκες της. Κουβέντα για την φοροδιαφυγή στην εσπερία ή μήπως είναι ελληνικό φαινόμενο; Κουβέντα για το ενδεχόμενο η φοροδιαφυγή να αποτελεί – ίσως και – οιωνεί πράξη εθνικής αντίστασης, αφού στερεί από τους διαχειριστές του συστήματος την οικονομική δυνατότητα να παραδώσουν τους πόρους της κοινωνίας στους διεθνείς πάτρωνες τους.

Αντίθετα, αυτοί οι ίδιοι οι απολογητές της υποταγής του τόπου, έχουν ενιαία στάση και στα υπόλοιπα θέματα που αφορούν στην εξυπηρέτηση των ευρύτερων συμφερόντων της δύσης. Οι ίδιοι άνθρωποι που υπερασπίστηκαν το διαλυτικό σχέδιο Ανάν, υπερασπίστηκαν επίσης τους βομβαρδισμούς στη Σερβία και την εισβολή στο Ιράκ. Οι ίδιοι που υπερασπίστηκαν τον σημιτικό εξευρωπαϊσμό/εκσυγχρονισμό, δηλαδή την ακόμη μεγαλύτερη εξάρτηση της χώρας από το ευρωπαϊκό χρηματιστικό κεφάλαιο, οι ίδιοι υπερασπίστηκαν τη Μαδρίτη και την τραγωδία των Ιμίων, οι ίδιοι υπερασπίστηκαν την παράδοση του Οτσαλάν αλλά και τη διεξαγωγή της αθλιότητας των Ολυμπιακών αγώνων. Φανατικοί του νεοφιλελεύθερου Θατσερισμού παλιότερα, έγιναν αργότερα υπερασπιστές των ανθρωπίνων δικαιωμάτων του Κλίντον  και του μανιχαϊσμού του Μπους, ενώ μόλις πρόσφατα ανακάλυψαν και το λευκό πουκάμισο της αλλαγής του προέδρου Ομπάμα.  Οι ίδιοι κατακεραυνώνουν τον κάθε υπαλληλίσκο ως υπεύθυνο της χρεωκοπίας του σήμερα. Και καθόλου τυχαία, οι ίδιοι υποστηρίζουν τη στρέβλωση της σύγχρονης Ιστορίας μας με τους «συνωστισμούς» στη Σμύρνη και την «προσάρτηση» των νησιών του Αιγαίου. Και επίσης καθόλου τυχαία, οι ίδιοι υποστηρίζουν την προώθηση της ελληνοτουρκικής φιλίας, με την στρατηγική του κατευνασμού, των κοινών επιχειρήσεων και των συνεχών παραχωρήσεων και υποχωρήσεων.

Πίσω απ’ το «μαζί τα φάγαμε», «καταναλώνουμε περισσότερο απ’ ότι παράγουμε», «ας έρθει η τρόικα να μας σώσει αφού δεν μπορούμε μόνοι μας», «φταίει η ελληνική δημοσιουπαλληλία», «φταίει η φοροδιαφυγή του τάδε ψιλικατζή», «φταίει το έλλειμμα ανταγωνιστικότητας και παραγωγικότητας»  και τόσα άλλα στερεότυπα, αυτό που μεθοδικά υποκρύπτεται είναι η πραγματική αιτία του ελληνικού προβλήματος. Και αυτή δεν είναι άλλη από την βίαια πρόσδεση της χώρας στη Δύση και μάλιστα ως παρασιτική της απόφυση. Ως εξάρτημα ενός ιμπέριουμ.

Για την κατάντια του τόπου δεν φταίει το έλλειμμα ευρωπαϊσμού και εξορθολογισμού, αλλά το πλεόνασμα της εξάρτησης από τη Δύση.

Άρα, όποιος αποδίδει την σημερινή τραγωδία του τόπου στην απόσταση του από τη Δύση, επιδιώκει ουσιαστικά και συνειδητά να αποκλείσει την πιθανότητα μιας εθνικής αφύπνισης που θα οδηγούσε στην διεκδίκηση της εθνικής μας ανεξαρτησίας και στην ολοκλήρωση του ’21. Όποιος αποδίδει το ελληνικό πρόβλημα στην απόσταση του κράτους και της κοινωνίας μας από τη Δύση, επιδιώκει ουσιαστικά την διαιώνιση της εθνικής εξάρτησης από το δυτικό κοσμοσύστημα.

Το να αυτομαστιγωνόμαστε γιατί δεν έχουμε γίνει ακόμη «εφάμμιλοι των καλυτέρων ευρωπαϊκών», είναι σαν να απαιτούμε από ένα όργανο σαν την σκωληκοειδή απόφυση να γίνει καρδιά ή πνεύμονας.  Και γνωρίζουν πολύ καλά όσοι «διαμαρτύρονται» για κάτι τέτοιο, ότι αυτό είναι ανέφικτο. «Διαμαρτύρονται» μόνο για να μην γίνει αντιληπτή αυτή η πραγματικότητα. Για να αποκρύψουν σαν νέοι σταυροφόροι-μισθοφόροι την πραγματική αιτία του ελληνικού προβλήματος. Να μην συνειδητοποιήσει ποτέ η απόφυση, τον πραγματικό της παρασιτικό ρόλο.

Γι’ αυτό, η μόνη μας ελπίδα είναι – κόντρα στην κρατικοδίαιτη και εξωνημένη διανόηση – να αποκατασταθεί στα ίδια τα μάτια μας ο ελληνικός κόσμος και να αποκτήσει ο τόπος μας τη δική του σάρκα, δίχως να είναι απόφυση κανενός. Πρέπει ο τρόπος μας να σαρκωθεί ξανά σε τούτα τα βράχια, αφού πετάξει πρώτα από πάνω του το στενό πανωφόρι που του φόρεσαν με το ζόρι οι ντόπιοι εκπρόσωποι της ευρωπαϊκής τυραννίας του χρήματος και της ευκολίας.

 

* O Αντώνης Ανδρουλιδάκης είναι  Οικονομολόγος, antonisandroulidakis@gmail.com

 

22.01.11        

Εμείς και το Ισλάμ I

Εμείς και το Ισλάμ

 

Του Βλαση Aγτζιδη*


 

Οι ραγδαίες κοινωνικές εξελίξεις έφεραν ξαφνικά την ελλαδική κοινωνία μπροστά σε πρωτοφανείς αλλαγές και προκάλεσαν μια ιδιαίτερη αμηχανία που από πολλούς ερμηνεύτηκε ως δυσανεξία. Αυτό κυρίως φαίνεται στην περίπτωση των πολυάριθμων μουσουλμάνων που ξαφνικά τα τελευταία χρόνια «γέμισαν» το αθηναϊκό τοπίο. H Ελλάδα έχει ήδη μετατραπεί σε αποθήκη «λαθραίων» ανθρώπων και ψυχών με την υπογραφή της Συνθήκη του Δουβλίνου ΙΙ (2003) και τη σχετική αδιαφορία των Δυτικών μας συμμάχων. H Ελλάδα είναι πλέον και με την υπογραφή της, το buffer state της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Η ελλαδική κοινωνία, που για γενιές συγκροτήθηκε μονοεθνικά, κλήθηκε ερήμην της να συμφιλιωθεί με τις νέες συνθήκες. Φαίνεται ότι δεν δέχεται εύκολα την αλλαγή, όπου τώρα πια σ’ αυτήν συμπεριλαμβάνονται γυναίκες με μαντίλες, αν όχι και αρσενικοί σύζυγοι συνοδευόμενοι από, περισσότερες της μιας, συζύγους.

Το φαινόμενο είναι πολυσύνθετο και δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί με αφορισμούς. Είναι ένα ζήτημα που έχει δύο πλευρές. Η πρώτη συνδέεται με την ύπαρξη μιας παλαιάς και αναγνωρισμένης μουσουλμανικής μειονότητας που απαρτίζεται από Τούρκους, Πομάκους και Ρομά. Η θρησκευτική αυτή μειονότητα καλύπτεται από τη Συνθήκη της Λωζάννης και χαίρει απόλυτου θρησκευτικού σεβασμού. Η δεύτερη σχετίζεται με την πρόσφατη μουσουλμανική μετανάστευση από χώρες του λεγόμενου τρίτου κόσμου (αραβικές, Ιράν, Πακιστάν, Αφγανιστάν, Μπανγκλαντές). Αυτό είναι ένα φαινόμενο σε εξέλιξη που ακόμα βρίσκεται στην αρχή του.

Τα ζητήματα που προκύπτουν εντάσσονται με δύο διαφορετικούς άξονες:

α) Την ιδεολογική αντίληψη των Ελλήνων για το ισλάμ και

β) την κοινωνική αλλαγή που προκαλείται με την έλευση των μουσουλμανικών πληθυσμών.

Η Ελλάδα έγινε έθνος-κράτος με μια εξέγερση των απόκληρων χριστιανών, καθοδηγούμενων από Διαφωτιστές, ενάντια σε μια ισλαμική απολυταρχική αυτοκρατορία, η οποία αποδέχονταν τους Λαούς της Βίβλου (χριστιανούς και Εβραίους) μόνο για λόγους φορολογικής απομύζησης και δεν τους αναγνώριζε το δικαίωμα του πολίτη.

Ιστορικά, το Ισλάμ επεκτάθηκε στον ελληνο-ορθόδοξο κόσμο μέσω της κυρίαρχης τουρκικής εκδοχής, στερώντας του χώρο και εξισλαμίζοντας πληθυσμούς. Δηλαδή, η σχέση των σύγχρονων Ελλήνων – οι οποίοι αποτελούν μετεξέλιξη των παλιών Ρωμιών στην εποχή της νεωτερικότητας – με το Ισλάμ εμπεριέχει το τραύμα.

Οι πρόσφατες γενοκτονίες (1914-1923) που διεπράχθησαν από τον τουρκικό εθνικισμό κατά των χριστιανικών κοινοτήτων της νεοτουρκικής Οθωμανικής Αυτοκρατορίας (Αρμενίων, Ασσυρίων και Ελλήνων της Ανατολής), έγιναν στο όνομα του Ισλάμ. Ακόμα και ο αντικληρικαλιστής Μουσταφά Κεμάλ, θα κηρύξει την περίοδο 1919-1922 Τζιχάντ (ιερό μουσουλμανικό πόλεμο) «κατά των απίστων» για να αντιμετωπίσει τον ελληνικό στρατό που είχε αποβιβαστεί στη Σμύρνη, τους Πόντιους αντάρτες στον Βορρά και τους Αρμενίους στο μέτωπο του Καυκάσου. Και να επιλύσει οριστικά το εθνικό ζήτημα της Αυτοκρατορίας με την «Τελική Λύση» της εξόντωσης των χριστιανικών πληθυσμών.

Επίσης, και το πογκρόμ του ’55 στην Πόλη έγινε με θρησκευτικούς όρους, όπου οι πιστοί λούμπεν μουσουλμάνοι προκάλεσαν τη Νύχτα των Κρυστάλλων εις βάρος της ελληνικής, αρμενικής και εβραϊκής μειονότητας.

Οι κοινωνικές συνθήκες είναι αυτές που δημιουργούν το πρόσφορο έδαφος για να ανθήσουν ιδεολογίες αποκλεισμού και ειδικά στα φτωχότερα στρώματα.

Η έλευση, με τον χαοτικό τρόπο που γνωρίζουμε, ενός ακμαίου νεαρού πληθυσμού – σε μεγάλο βαθμό μουσουλμανικού – σαφώς περιθωριοποιεί τα φτωχά ελληνικά στρώματα, τα οποία στην περίοδο κρίσης που διανύουμε εξαθλιώνονται με ταχύτατους ρυθμούς. Οι νέοι μετανάστες είναι διατεθειμένοι να ξεπουλήσουν την εργατική τους δύναμη πολύ φθηνότερα και χωρίς πολλές απαιτήσεις. Κάτι που η εργατική παράδοση των δυτικών χωρών δεν το επιτρέπει. Άρα, αντικειμενικά λειτουργούν ως ανταγωνιστές στο πεδίο της εργασίας. Σε εποχές που οι εργασιακές ευκαιρίες μειώνονται, αυτό δημιουργεί περισσότερες τριβές και εντάσεις. Το τελευταίο δεδομένο είναι και το πλέον επικίνδυνο, που ευνοεί τη διάδοση των ακροδεξιών απόψεων σε εργατικά στρώματα και δεν αντιμετωπίζεται βέβαια με τις ηθικιστικές κραυγές της Αριστεράς μας.

Νομίζω ότι βαθμιαία και ειδικά όταν καταλαγιάσει η μεγάλη αναταραχή που ζούμε και αποκτήσει ο χώρος μια καινούργια κοινωνική ισορροπία, θα αποκτήσει ο παραδοσιακός κάτοικος της Ελλάδας εκείνη την απαραίτητη εμπειρία που θα τον κάνει περισσότερο ανεκτικό. Όμως μπορεί η οικονομική κατάρρευση να τον οδηγήσει σε ακόμα μεγαλύτερη απελπισία και στροφή προς την ασφάλεια του συνηθισμένου…

 

* Ο κ. Βλάσης Αγτζίδης είναι ιστορικός.

 

ΠΗΓΗ: Hμερομηνία δημοσίευσης: 06-01-11, http://news.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_columns_2_06/01/2011_427703

Η προέλευση του εθνωνύμου Πομάκος

Η προέλευση του εθνωνύμου Πομάκος

 

Περσικές ρίζες. Μια νέα γλωσσολογική προσέγγιση

 

Του Αλή Καρδούχου*


 

Είναι γνωστό ότι η λέξη Πομάκος συναντάται για πρώτη φορά στις αρχές του 19ου αι. χωρίς μέχρι σήμερα να έχει δοθεί μία οριστική εξήγηση για την προέλευσή της. Φαίνεται ότι ο πρώτος που χρησιμοποίησε τη λέξη ήταν ο Γάλλος περιηγητής Ami Boue το 1838.

Προγενέστερα του Ami Boue, σε Ελληνικό λεξικό του 1812 δεν υπάρχει το λήμμα Πομάκος (Δ. Αλεξανδρίδου. Λεξικόν Τουρκογραικικόν. Εν Βιέννη 1812). Αντίθετα, στα τέλη του ίδιου αιώνα στο περίφημο λεξικό του Ι. Χλωρού, βλέπουμε: Η λέξη «Πομάκος» = Pomak ον. κ. Πομάκος, ο εκ της Βουλγαρικής φυλής των Πομάκων (Ι. Χλωρού. Λεξικόν Τουρκο-Ελληνικόν. Εν Κωνσταντινούπολει 1899). Η εκδοχή αυτή απηχεί τις αντιλήψεις της εποχής του Βουλγαρικού εθνικισμού.

 Αναφορικά με την ετυμολογία της λέξης στο επίσημο Λεξικό του Ίδρύματος Τουρκικής Γλώσσας (Türk Dil Kurumu, Ankara 2005) δεν αναφέρει τίποτε παρά μόνο ότι οι Πομάκοι είναι: «Τoυρκομουσουλμανική κοινότητα που μιλάει Βουλγάρικα και ζει στη Ρούμελη». Από Ελληνικής πλευράς το λεξικό Μπαμπινιώτη, αναφέρει: Πομάκος (ο), Πομάκα (η) αυτός που ανήκει στη Βουλγαρόφωνη μουσουλμανική μειονότητα της Δ. Θράκης ΕΤΥΜ. Μεταφορά του γερμ. Pomaken, πιθ. Βουλγ. Προελ.) ( Λεξικόν της νέας Ελληνικής Γλώσσας, Αθήνα 2002).

Κατά τη γνώμη μας η λέξη προέρχεται από την τουρκική λέξη yamak (διαβάζεται: γιαμάκ). Και σήμερα στα τούρκικα γιαμάκ σημαίνει: 1.βοηθός, πλησίασμα, 2.μπαλωμα (το πλησιάζον κομμάτι που ενσωματώνεται σε ξένο σώμα). Σεβάν Νισανιάν (Sevan Nisanyan, Sözlerin Soy Ağacı, İstanbul 2009).

Για την ίδια λέξη στο Λεξικό του Ίδρύματος Τουρκικής Γλώσσας, διαβάζουμε: Υamak: 1. Ο άνδρας που είναι βοηθός σε μια δουλειά. 2. ο υποψήφιος πυροβολητής και βομβιστής στο τάγμα των Γενιτσάρων. 3. το άτομο που κάνει τα θελήματα του αφεντικού του (δηλ. πιστός και τυφλός βοηθός). Πιστεύουμε ότι η λάθος ανάγνωση της λέξης γιαμάκ στα οθωμανικά χειρόγραφα (συχνό φαινόμενο για πολλες λέξεις), έδωσε τον τύπο Πομάκ.

Στο οθωμανικό χειρόγραφο είναι πιθανότατο να διαβάσει κάποιος το αρχικό γιε  (ې) της λέξης γιαμάκ, ως πε (پ), αλλά και το αντίστροφο. Αντίστοιχο φαινόμενο είχαμε στην Περσική λέξη πεγιά (PΕΥΑ) η οποία στα οθωμανικά πέρασε ως γιαγιά (YAYA=πεζός). Η σύγχυση στο χειρόγραφο προέρχεται συνήθως από τις δυσανάγνωστες «τελίτσες» που μπαίνουν κάτω ή πάνω από τα αραβoπερσικά γράμματα.

 

PΟΜΑΚ قموپ  ΥΑΜΑΚ قماې

 

Έτσι μπορεί το «Υ» να διαβαστεί και «Π». Η ρίζα ΥΑ- πιθανότατα προέρχεται από την περσική ΥΑ-R που σημαίνει βοηθός, ο φίλος. Άλλωστε και στην σύγχρονη Τουρκική το γιαρντίμ ετμέκ σημαίνει βοηθώ. Τα σύνθετα ρήματα της τουρκικής δεν έχουν τουρκική προέλευση π.χ. τεσεκιούρ ετμέκ (ευχαριστώ). Λαμβάνοντας υπόψιν την σημασία της λέξης Πομάκος ως βοηθός (βλ. Λεξικό Ι. Χλωρού κ.λπ.) και συνδυάζοντάς την με το ζήτημα της λανθασμένης ανάγνωσης της λέξης γιαμάκ στα οθωμανικά, προτείνουμε τη προέλευση της λέξης Πομάκ, από την λέξη γιαμάκ, η οποία χρησιμοποιείται σήμερα στην τουρκική γλώσσα, αλλά έχει ρίζες στην Περσική.

 

Άρθρο του Αλή Καρδούχου (τεύχος 46, Οκτώβριος 2010)

 

 

* Ο Αλή Καρδούχος είναι ιστορικός και συγγραφέας

 

 

ΠΗΓΗ: http://www.zagalisa.gr/content/i-proeleysi-toy-ethnonymoy-pomakos

ΓΑΠ: Ο νέος πρέσβης της Τουρκίας στην Ελλάδα

Ο νέος πρέσβης της Τουρκίας στην κυβέρνηση της Τρόϊκας στην Ελλάδα

φέρει το όνομα: Γιώργος Παπανδρέου

 

Του Δαμιανού Βασιλειάδη*

 

 

 

              Αν εθελούσια δε γονατίσεις,

ούτε νεκρό δεν μπορούν να σε γονατίσουν

                                                                                                                                                                                              Βάσος Λυσσαρίδης

 

Στις 7 Ιανουαρίου θα γίνει στο Ερζερούμ (Θεοδοσιούπολη) της Ανατολικής Τουρκίας η ετήσια συνάντηση εξωτερικής πολιτικής που οργάνωσε το Υπουργείο Εξωτερικών της Τουρκίας. Στη συνάντηση αυτή θα παραβρεθούν πάνω από διακόσιοι διπλωμάτες της Τουρκίας απ’ όλο τον κόσμο. 

Η προηγούμενη συνάντηση έγινε στο Μερντίν της Νοτιοανατολικής Τουρκίας. Στη συνάντηση αυτή, εκτός από τον Γιώργο Παπανδρέου, θα παραστεί και η γνωστή για τα ανθελληνικά της αισθήματα Υπουργός των Εξωτερικών της ΕΕ Λαίδη Κάθριν Άστον.

Το πρώτο ερώτημα που τίθεται είναι ο τόπος. Γιατί άραγε επιλέχτηκε το Ερζερούμ; Είναι τυχαίο ή έχει κάποια σκοπιμότητα;

Αν κρίνουμε από τον τόπο της προηγούμενης συνάντησης, τότε μπορούμε και για το Ερζερούμ να βγάλουμε ορισμένα συμπεράσματα.

Το Μαρντίν, όπου έγινε η προηγούμενη συνάντηση,   είναι πόλη, κέντρο των Ασσυρίων, των οποίων η αγνοημένη γενοκτονία από το τουρκικό κράτος το 1915, εκτυλίσσεται μέχρι τις μέρες μας. Το Μαρντίν λοιπόν συμβολίζει τη σφαγή των Ασσυρίων από τους Νεότουρκους και τον Κεμάλ.

Η επιλογή του Ερζερούμ από την άλλη συμβολίζει τη γενοκτονία των Αρμενίων και των Ποντίων. Στο Ερζερούμ έγινε η μεγαλύτερη σφαγή των Αρμενίων και το Ερζερούμ αποτελούσε το μεγαλύτερο κέντρο συγκέντρωσης των ταγμάτων εργασίας, για την εξόντωση των Ποντίων.

Τέλος το Ερζερούμ συμβολίζει την ήττα του Ομοσπονδιακού ποντιακού- αρμενικού κράτους από τον Μουσταφά Κεμάλ το 1920.

Η επιλογή λοιπόν, κατά την άποψή μου, δεν είναι τυχαία.

Όσον αφορά τα θέματα που θα συζητηθούν επίσημα δεν πρόκειται να είναι άλλα, απ’ αυτά που ανέπτυξε ο Υπουργός Εξωτερικών της Τουρκίας κ. Νταβούτογλου στο Μερντίν, δηλαδή η ευεργετική επίδραση από πολιτισμικής, οικονομικής και πολιτικής πλευράς του Νεό – Οθωμανισμού, όπως την εξέθεσε ο ίδιος εκεί. Απλώς στην περίπτωση του Ερζερούμ θα αναπτυχθούν και θα αναλυθούν προς όφελος της Τουρκίας οι καινούργιες προκλήσεις και ευκαιρίες, όπως αυτή της Ελλάδας, με την παρουσία του κ. Γιώργου Παπανδρέου.

Με αυτή την έννοια καλό είναι να κάνουμε γνωστή στην ελληνική κοινή γνώμη τις προθέσεις και τους γενικότερους στρατηγικούς προσανατολισμούς της γείτονος, γύρο από το στρατηγικό βάθος του Νέο -Οθωμανισμού, δια στόματος Νταβούτογλου.

Οι επισημάνσεις προέρχονται από το Infognomonpolitics και τα σημαντικότερα σημεία είναι τα ακόλουθα.

«Κατά το συνέδριο των πρέσβεων του τουρκικού υπουργείου εξωτερικών ο κ. Αχμέτ Νταβούτογλου έδωσε μία περιγραφή του Νεοοθωμανισμού ως ιστορικού πλαισίου και ως ιστορικής αναγκαιότητας…

Πρόκειται για την εξιδανίκευση και τη μεταφυσική δικαίωση της τουρκικής παρουσίας και της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, οι οποίες παρουσιάζονται ως αναπόφευκτοι και σταθεροί ιστορικοί παράγοντες, αλλά και προτείνονται ως θετικά πρότυπα για τον μελλοντικό κόσμο…

Ο κ. Νταβούτογλου αναπτύσσει με τον αέρα του διανοούμενου την αντίληψη της οθωμανικής παρουσίας, ως ρυθμιστικού και αναγκαίου παράγοντα της ιστορικής διαδικασίας όλης της Εγγύς Ανατολής.

Παρουσιάζεται μία ειδυλλιακή εικόνα της Τουρκίας ως εξισορροποιητικού παράγοντα, ο οποίος είναι απαραίτητος για τη συμβίωση και την ανάπτυξη των λαών της περιοχής. Ο κ. Νταβούτογλου…προσπαθεί να εξωραΐσει την καταπιεστική Οθωμανική Αυτοκρατορία, της οποίας η κατακτητική ύπαρξη αποσκοπούσε στην υποταγή και στην ανελέητη εκμετάλλευση των λαών της Εγγύς Ανατολής.

Αυθαίρετα, αλλά με μεγάλη σιγουριά και πειστική αυτοπεποίθηση, ο κ. Νταβούτογλου ομιλεί για ένα ιστορικό βάθος, στο οποίο η Τουρκία έχει συστατικό ρόλο. Ο λόγος του φιλοδοξεί να έχει διανοητική και φιλοσοφική βαρύτητα. Προικίζεται έτσι η Τουρκία με μια αρχαία παράδοση, η οποία κατά τα λεγόμενα του κ. Νταβούτογλου είναι θεμελιώδης για την οθωμανική κουλτούρα.

Εδώ ο κ. Νταβούτογλου συναντά με επιστημονικοφανή τρόπο την ‘ηλιακή θεωρία’ του Κεμάλ Ατατούρκ, κατά την οποία οι Τούρκοι αποτελούν το γενεσιουργό έθνος της παγκόσμιας ιστορίας.

Απερίφραστα ο κ. Νταβούτογλου δηλώνει ότι στοχεύει στο να καταστήσει την Τουρκία κεντρικό πόλο όλων των πολιτισμών της Εγγύς Ανατολής. Η σύγχρονη παγκοσμιοποίηση παραλληλίζεται με την pax Ottomanica, ενώ προτείνεται ένας αόριστος οικουμενισμός που φορέας του θα είναι η σύγχρονη Τουρκία. Γίνεται λόγος για κάποιο «συμπατριωτισμό» λαών που μοιράζονται την ίδια ιστορία, που εμείς υποθέτουμε ότι θα προϋποθέτει την πρωτοκαθεδρία της Τουρκίας. Ο κόσμος κατά τον κ. Νταβούτογλου χρειάζεται μία νέα τάξη και μια ενοποιητική ταυτότητα. Φυσικά αυτή την τάξη θα την επιβάλει η Τουρκία ως δημιουργός μάλιστα μιας ενοποιητικής ταυτότητας, που δεν θα είναι άλλη από την πρόσφατα δημιουργημένη τουρκική ταυτότητα. Έτσι, με ένα καθαρά οργουελλιανό double think η Τουρκία εκπροσωπεί τους πάντες. Είναι και αρχαία, είναι και ευρωπαϊκή, είναι και ασιατική στα πλαίσια μιας ολότητας, αφού η ίδια είναι «συμμετοχική» και «δεκτική», τόσο ώστε να απολαμβάνει καθολική αποδοχή στην «ενοποίηση» που επιχειρεί. Η ενοποίηση αυτή περιλαμβάνει συγκεκριμένες χώρες, όπως η Υεμένη, η Συρία, το Ιράκ, η Κροατία και η Βοσνία. Γίνεται αναφορά σε μια νέα τάξη στα Βαλκάνια, η οποία θα είναι οικουμενική και θα βασίζεται φυσικά στην Τουρκία. Η Ελλάδα επιμελώς αποσιωπάται, αν και στο τέλος η παντουρκική θύελλα δεν ξεχνά να συμπεριλάβει και τον ελληνικό πολιτισμό σαν στοιχείο «μιας χώρας που εμπεριέχει κάθε είδους παρελθόντα της ιστορίας της ανθρωπότητας». Υποθέτουμε ότι ο κ. Νταβούτογλου επιφυλάσσει στην Ελλάδα τον ρόλο δορυφόρου». [1]

Σαφέστατα ο κύριος Γιώργος Παπανδρέου, έχει στόχο να μας υπαγάγει ως δορυφόρο στον Νέο- Οθωμανισμό, σύμφωνα με τα κελεύσματα των «άσπονδων ατλαντικών και υπερατλαντικών φίλων μας». [2]

Ως «Υπουργός Εξωτερικών της Τρόικας», πάει να πάρει τις νέες εντολές και να δώσει τα διαπιστευτήρια της υποτέλειας στον Ερντογάν και τους άλλους Τούρκους συναδέλφους του. Η παρουσία του εκεί δεν έχει κανένα άλλο νόημα, εκτός από την υποχώρηση της Ελλάδας σε θέματα που άπτονται της εθνικής ανεξαρτησίας και των κυριαρχικών δικαιωμάτων της πατρίδας μας.

Τα σημάδια είναι πολύ ανησυχητικά, αν λάβουμε υπόψη μας ότι θέλει να δημιουργήσει, στα πλαίσια της παγκόσμιας διακυβέρνησης που προπαγανδίζει, μια παγκοσμιοποιημένη πολυπολιτισμική και πολυεθνική Ελλάδα.

«Και εδώ ακριβώς βρίσκεται το έγκλημα», όπως τονίζει ο κ. Βασίλης Μαρκεζίνης, «αφού περί εγκλήματος πρόκειται. Γιατί οι δικοί μας πολιτικοί κρύβουν πίσω από τη θεωρία του ‘εκσυγχρονισμού’ την έμφυτη πνευματική και πολιτική τους υποταγή στην αμερικανική πολιτική, ευελπιστώντας να εξασφαλίσουν το αναγκαίο, για την πολιτική τους καριέρα, πιστοποιητικό καλής διαγωγής». [3]

Αυτούς τους πολιτικούς, αλλά και τους λαούς που του ανέχονται, φωτογραφίζει ο κ. Νταβούτογλου, όταν λέει: «Κοινωνίες με ριζικά αποδυναμωμένη και φθαρμένη εθνική συνείδηση, δεν έχουν πεδίο στρατηγικής λογικής, θέτουν σε κίνδυνο την ιστορική τους ύπαρξη, περιθωριοποιούνται στη διεθνή σκακιέρα». [4]

Θα συμπλήρωνα στα λεγόμενα του κ. Μαρκεζίνη ότι τέτοια διαπιστευτήρια χρειάζονται οι δικοί μας πολιτικοί, προεξάρχοντος του κ. Γιώργου Παπανδρέου, όχι μόνο από την Αμερική, αλλά και από την Τουρκία. Γι’ αυτό και η παρουσία του στο Ερζερούμ.


Αθήνα, 31.12.2010

 

* O Δαμιανός Βασιλειάδης είναι εκπαιδευτικός.                                                                                                

Σημειώσεις:

 

[1] http://infognomonpolitics.blogspot.com/2010/02/blogpost_3552.html?utm_source=feedburner&utm_medium=email&utm_campaign=Feed%3A+InfognomonPolitics+%28InfognomonPolitics%29#ixzz0gRFuLIMG

[2] Δεν γνωρίζει ωστόσο ο κ. Γιώργος Παπανδρέου, ότι η Τουρκία αντιμετωπίζει τεράστια εσωτερικά και εξωτερικά προβλήματα, ένα από τα οποία προέκυψε προσφάτως και έχει σχέση με το διαμελισμό της από τους Κούρδους. Είναι όμως θέμα μιας άλλης ανάλυσης. Προκαταβολικά όμως θέλουμε να πούμε ότι η Τουρκία είναι ένας γίγαντας με πήλινα πόδια. Μόνο οι Έλληνες πολιτικοί λόγω υποτέλειας δεν θέλουν να το καταλάβουν.

[3] Βλ. Βασίλειος Μαρκεζίνης, Μια νέα εξωτερική πολιτική για την Ελλάδα, εκδ. «Λιβάνης», Αθήνα 2010λ, σ. 277. Για περισσότερα σχετικά με την επίσκεψη βλ. και μια εμπεριστατωμένη ανάλυση της επίσκεψης και της σημασίας της από τον δημοσιογράφο Δημήτρη Κωνσταντακόπουλο στο τελευταίο φύλλο του περιοδικού «Επίκαιρα», 30.12.2010.

[4] Βλ. Βασίλειος Μαρκεζίνης, Μια νέα…, ό.π., σ. 279.

Σλαβικές εγκαταστάσεις στη Βαλκανική – Βυζ. Περ.

Σλαβικές εγκαταστάσεις στη Βαλκανική χερσόνησο της Βυζαντινής περιόδου

 

Της Αμαλία Κ. Ηλιάδη*

 

 

Η κατ’ αρχήν παραδοχή της πληροφορίας του Πορφυρογέννητου ότι περί τα μέσα της 8ης εκατονταετηρίδας μ.Χ. έλαβε χώρα η μεγάλη Σλαβική αποίκηση της Πελοποννήσου, δεν αποκλείει, ενδεχομένως, την ύπαρξη και προγενέστερων ληστρικών, σλαβικών κατ’ αυτής επιδρομών, όπως σωστά παρατηρεί ο Α. Διομήδης, ίσως δε και μεμονωμένων, κατά συνέπεια εγκαταστάσεων, ιδίως απ’ το πρώτο τέταρτο του 7ου αιώνα, οπότε αρχίζουν οι Σλαβικές προσπάθειες προς αποικισμό της Βαλκανικής. Ενδιαφέρουσα γι’ αυτό είναι η άποψη του καθηγητού Ν. Βέη σε άρθρο του στο Εγκυκλοπαιδικό Λεξικό Ελευθερουδάκη, όπου υποστηρίζει ότι όντως έλαβε χώρα αραβική και σλαβική επιδρομή στην Πελοπόννησο κατά το 589, χωρίς όμως εγκατάσταση των επιδρομέων, όπως υποστηρίχτηκε.

Είναι εύλογο ότι τέτοιες ασήμαντες επιδρομές με απλό ληστρικό χαρακτήρα, οι οποίες άλλωστε ήταν άπειρες στον αριθμό, απέφευγαν να τις αναφέρουν πολλές φορές οι βυζαντινοί ιστορικοί και χρονογράφοι ή δεν είχαν καν λάβει γνώση τους. Μερικές φορές, όμως, αυτές οι επιδρομές άφηναν πίσω τους σε απομονωμένες περιοχές μερικά βαρβαρικά κατάλοιπα, τα οποία με την πάροδο του χρόνου αφομοιώνονταν απ’ τους γύρω πληθυσμούς. Έτσι, άλλες φορές πάλι και οι Βυζαντινοί από μόνοι τους προέβαιναν είτε σε μεμονωμένες εγκαταστάσεις βαρβάρων αιχμαλώτων πολέμου ως δουλοπάροικων σε ελληνικά κτήματα, είτε και σε ομαδικές μεταφορές και εγκαταστάσεις βαρβαρικών πληθυσμών. Πολλές φορές ακόμη, λάμβαναν χώρα, ειρηνικά, σποραδικές μετακινήσεις βαρβαρικών κτηνοτροφικών πληθυσμών προς αναζήτηση βοσκών στις αραιοκατοικημένες περιοχές της αυτοκρατορίας.

Με όλους αυτούς τους τρόπους ή με ορισμένους μόνο από αυτούς, είναι πιθανό ότι έλαβαν χώρα και στην Πελοπόννησο σλαβικές εγκαταστάσεις και πριν ακόμη τη μεγάλη σλαβική κάθοδο των μέσων του 8ου αιώνα. Οι εγκαταστάσεις αυτές στις οποίες, προφανώς, οφείλεται η μνεία της Πελοποννήσου απ’ τον Άγιο Βιλλιβάρδο ως sclavinia terra (728), μπορούμε εύλογα να υποθέσουμε ότι κατά το μεγαλύτερό τους μέρος είχαν αρχίσει ήδη να εξελληνίζονται κατά την εποχή της λοιμικής νόσου (746), οπότε άλλωστε είναι πιθανό ότι εκμηδενίστηκαν από το λοιμό όπως και μεγάλο μέρος των υπολοίπων αγροτικών συνοικισμών της Χερσονήσου.

Οι σλαβικές επιδρομές αρχίζουν κυρίως στα νότια του Δούναβη και στις κυρίως ελληνικές χώρες απ’ το β΄ τέταρτο του 6ου αιώνα επί Ιουστινιανού και συνεχίζονται επί των διαδόχων του μέχρι το Φωκά και τον Ηράκλειο, μόνο όμως επί του τελευταίου μπορεί να γίνει λόγος για έναρξη συστηματικής εγκατάστασης εντεύθεν του Δουνάβεως. Είναι πιθανό ότι επί Ιουστινιανού, Τιβερίου και Μαυρικίου παρέμειναν σποραδικά, εδώ κι εκεί, σλαβικοί πληθυσμοί, όπως διαφαίνεται απ’ τα λεγόμενα του Προκοπίου, του Μενάνδρου και του Ιωάννη Εφέσου, στους οποίους, όμως, στη συνέχεια της αφήγησής τους επίσης διαφαίνεται ότι πρόκειται, κατ’ ουσία, για πρόσκαιρες κι όχι μόνιμες εγκαταστάσεις.

Απ’ το α΄ τέταρτο του 7ου αιώνα αρχίζει κυρίως η εγκατάσταση των Σλάβων στη Βαλκανική, συνεχίζεται καθ’ όλο τον 7ο αιώνα και κατά τα μέσα του 8ου αιώνα λαμβάνει χώρα η μεγάλη Σλαβική αποίκιση της Πελοποννήσου, η οποία άλλωστε δεν είναι και η τελευταία, σε σχέση μ’ αυτήν σλαβική επιχείρηση. Κατά το α΄ μισό του 10ου αιώνα επακολουθεί, επί Ρωμανού Λεκαπηνού, και άλλη σλαβική επιδρομή στην Πελοπόννησο του Τσάρου Σαμουήλ, κατά τα τέλη του ίδιου αιώνα επί του Βασιλείου του Βουλγαροκτόνου.

Η αφομοίωση και ο εκβυζαντινισμός των Σλάβων της Βαλκανικής πρέπει να ιδωθεί και να μελετηθεί σε σχέση με την επίσημη αυτοκρατορική πολιτική απέναντί τους. Το σύστημα της ενισχύσεως του φθίνοντος πληθυσμού κάποιας περιφέρειας με εποικισμούς, εκούσιους ή ακούσιους και βίαιους, αποτέλεσε στο Βυζάντιο πρόχειρο μέσο δημογραφικής πολιτικής. Είναι πιθανό ότι οι Βυζαντινοί ενθάρρυναν επιτόπιες κινήσεις των σλαβικών φύλων και διευκόλυναν, ίσως, σε μερικές περιπτώσεις την μονιμότερη εγκατάστασή τους. Όμως όσοι υποστηρίζουν, μονόπλευρα και αποκλειστικά, ότι οι σλαβικές εγκαταστάσεις γίνονταν ειρηνικά και μάλιστα ευνοήθηκαν εξαρχής απ’ το κράτος, βρίσκονται μακριά απ’ την ιστορική αλήθεια. Οι μακροί αγώνες που προηγήθηκαν των εποικισμών, η ηρωική άμυνα της Θεσσαλονίκης, τα σαφή δείγματα των καταστροφών, των δηώσεων και των ανατροπών μαρτυρούν εύγλωττα για το αντίθετο.

Εναντίον των σλαβικών φύλων της Μακεδονίας, εξεστράτευσε για πρώτη φορά ο Κώνστας Β΄, το 656-657: «επεστράτευσεν πολλούς και υπέταξεν», εγκαινιάζοντας έτσι την πολιτική της επέμβασης του βυζαντινού κράτους στις σκλαβηνίες, που θα συνεχιστεί τα κατοπινά χρόνια. Όμως η πολιτική της βυζαντινής αυτοκρατορίας απέναντι στους Σλάβους ενεργοποιείται σημαντικά μετά το 681. Μετά την εμφάνιση της βουλγαρικής απειλής, το κράτος απέβλεψε στην αφομοίωση του ξένου στοιχείου, κυρίως με ανταλλαγές πληθυσμών, με παραχωρήσεις κλήρου έναντι στρατιωτικών υπηρεσιών, αλλά και με βίαια μέτρα, όταν παρουσιαζόταν ανάγκη.

Η εκστρατεία που έκανε ο Κωνσταντίνος Δ΄ εναντίον των Στρυμονιτών και των Ρυγχίνων, προκλήθηκε απ’ το γεγονός ότι αυτοί διενεργούσαν πειρατείες έξω απ’ τον Ελλήσποντο, ζωτική εμπορική και στρατηγική περιοχή της αυτοκρατορίας. Αυτή η εκστρατεία στάθηκε δυνατή, γιατί μόλις είχε λήξει ένας επτάχρονος πόλεμος των Βυζαντινών με τους Άραβες, στα πρόθυρα της πρωτεύουσας. Αργότερα θα γίνουν κι άλλες αυτοκρατορικές εκστρατείες εναντίον των Σκλαβηνιτών της Μακεδονίας, καθώς παίρνονται και διάφορα μέτρα με στόχους την αριθμητική μείωση του σλαβικού στοιχείου και την αύξηση του ελληνικού. Αυτή η συνεχής στροφή της προσοχής του Βυζαντίου προς τη Βαλκανική και ειδικότερα προς τη Μακεδονία, οφειλόταν όχι τόσο σε κάποιες κατά διαστήματα εξεγέρσεις της μιας ή της άλλης σκλαβηνίας -άλλες φορές το κέντρο δεν επενέβαινε ούτε όταν οι Σλάβοι χτυπούσαν τη Θεσσαλονίκη- όσο στο νέο παράγοντα, που ήταν η γειτνίαση των Βουλγάρων.

Λίγα χρόνια μετά τον Κωνσταντίνο Δ΄, εξεστράτευσε εναντίον των σκλαβηνιών της Μακεδονίας ο Ιουστινιανός Β΄ το 688, αφού προηγουμένως απώθησε τους Βουλγάρους στη Θράκη. Ήδη το 687/88 μετέφερε δυνάμεις ιππικού απ’ τη Μικρά Ασία στη Θράκη, με σκοπό, όπως λέει ο Θεοφάνης «τους τε Βουλγάρους και τας Σκλαυϊνίας αιχμαλωτίσαι». Επικεφαλής του στρατού αυτού, άρχισε το έτος 688/89 μεγάλη εκστρατεία εναντίον των Σλάβων. Μετά τη σύγκρουση με τους Βουλγάρους κινήθηκε προς τη Θεσσαλονίκη «πολλά πλήθη των Σκλάβων …παραλαβών».

Η πορεία της εκστρατείας αυτής διαφωτίζει στο έπακρο την κατάσταση που επικρατούσε τότε στα Βαλκάνια. Για να φθάσει δηλαδή ο αυτοκράτορας απ’ την Κωνσταντινούπολη στη Θεσσαλονίκη χρειάστηκε να συγκροτήσει ένα στρατό ειδικά για το σκοπό αυτό και να διασχίσει μια περιοχή όπου υπήρχαν αρκετοί Σλάβοι. Η προέλασή του στη Θεσσαλονίκη θεωρήθηκε μεγάλη πολεμική επιτυχία. Αντίσταση συνάντησε εκ μέρους ορισμένων Σκλαβηνιών μεταξύ Έβρου και Στρυμόνα, ενώ άλλες παραδόθηκαν ειρηνικά στον αυτοκράτορα. Κατά την παραμονή του στη Θεσσαλονίκη ο Ιουστινιανός Β΄ δώρισε μια αλυκή στο ναό του Αγίου Δημητρίου. Οι αιχμάλωτοι και μερικοί απ’ εκείνους τους Σλάβους, που συνθηκολόγησαν, μεταφέρθηκαν στο θέμα Οψικίου, στη Βιθυνία, με την ιδιότητα των γεωργών – στρατιωτών. Ο Ιουστινιανός έδειξε εύνοια στους Σλάβους αυτούς κι αποκάλεσε μάλιστα το στρατιωτικό σώμα που σχημάτισε απ’ αυτούς «λαόν περιούσιον».

Η μεταφορά Σλαβικών πληθυσμών της Βαλκανικής στη Μικρά Ασία απέβλεπε στην ελάττωση του σλαβικού στοιχείου της Μακεδονίας, Θράκης και των ομόρων περιοχών, και ταυτόχρονα στην ενίσχυση του αγροτικού πληθυσμού του μικρασιατικού χώρου. Το κράτος καινοτόμησε στον τρόπο που οργάνωσε το μετοικισμό. Επέτρεψε να διατηρήσουν οι έποικοι την εθνική ομοιογένεια, για να μην αισθάνονται ξένοι στο νέο κοινωνικό και θρησκευτικό τους περιβάλλον, αλλά διασκόρπισε τις εγκαταστάσεις τους σε μεγάλη έκταση για ν’ αποτρέψει τις δυνατότητες συντονισμένης επαναστατικής εξέγερσης εκ μέρους τους.

Στα πλαίσια της προσπάθειας για την ένταξη των Σλάβων στην πολιτική ζωή του Βυζαντίου, ο Ιουστινιανός Β΄ εμπιστεύθηκε σε Σλάβους τις κλεισούρες του Στρυμόνα για να τις προστατεύουν εναντίον των Βουλγάρων. Πρόκειται για τους Σμολένους ή Σμολεάνους, που ως τότε κατοικούσαν ανατολικά απ’ το Νέστο. Το γεγονός αυτό αποτελεί ένδειξη ότι οι Σλάβοι της Μακεδονίας είδαν τους Βουλγάρους ως εχθρούς. Έτσι δέχονται ν’ αναλάβουν απ’ τη βυζαντινή διοίκηση αποστολές συναφείς με την άμυνα της Μακεδονίας εναντίον των Βουλγάρων.
Στους επόμενους χρόνους η βυζαντινή εξουσία δεν ανέχθηκε από μέρους των Σλάβων επαναστατικές κινήσεις. Αντιμετώπιζε τέτοιου είδους κινήματα στέλνοντας στρατιωτικά σώματα για την καταστολή τους (Κωνσταντίνος Ε΄- 759, λογοθέτης του οξέως δρόμου Σταυράκιος – 782-83). Οι Σλάβοι της Μακεδονίας και της Πελοποννήσου, και στις δύο περιπτώσεις νικήθηκαν και υποχρεώθηκαν να καταβάλλουν νέο ετήσιο φόρο.

Νέα φάση εποικιστικής πολιτικής εγκαινιάζεται στις αρχές του 9ου αιώνα απ’ τον αυτοκράτορα Νικηφόρο Α΄ και φαίνεται ότι συνδέεται με την ανανέωση των βουλγαρικών επιθέσεων. Αναφέρεται, πράγματι ότι ο αυτοκράτωρ διέταξε να μεταφερθούν στις σκλαβηνίες του βυζαντινού κράτους βυζαντινοί υπήκοοι απ’ όλα τα θέματα. Η διαταγή, (που ο ιστορικός Θεοφάνης εντάσσει στις λεγόμενες «κακώσεις» του Νικηφόρου Α΄, δηλαδή σε διάφορα δραστικά και γι’ αυτό επαχθή εποικιστικά, οικονομικά και δημοσιονομικά μέτρα που απέβλεπαν στην εξυγίανση της αυτοκρατορικής οικονομίας), όριζε μικρή προθεσμία, από τον Σεπτέμβριο του 809 ως το Πάσχα του 810, και επέβαλλε την αναγκαστική εκποίηση της ακίνητης περιουσίας εκείνων που ήταν υποχρεωμένοι να μεταναστεύσουν. Η διαταγή εκτελέστηκε, παρά τους κλαυθμούς και οδυρμούς των θιγομένων. Στις σκλαβηνίες, όπου εγκαταστάθηκαν οι έποικοι, έλαβαν γαίες με αντάλλαγμα την παροχή στρατιωτικής υπηρεσίας. Σοβαρές ενδείξεις πείθουν ότι το μέτρο αυτό αφορούσε κυρίως το μακεδονικό και θρακικό χώρο και απέβλεπε στην πύκνωση του χριστιανικού πληθυσμού της περιοχής, με στόχο την αποτελεσματική ενίσχυση της άμυνας εναντίον των Βουλγάρων.

Πράγματι, λίγο αργότερα, κατά την τρίτη δεκαετία του 9ου αιώνα και οπωσδήποτε πριν απ’ το 836, μαρτυρείται η ύπαρξη θέματος Θεσσαλονίκης. Το γεγονός είναι χαρακτηριστικό της προόδου της αφομοίωσης των σλαβικών φύλων στη Μακεδονία. Η ίδρυση του θέματος προϋποθέτει εσωτερική γαλήνη και ειρήνευση. Πράγματι, η προσοχή του θεματικού στρατού αναμένεται ότι θα είναι αποκλειστικά στραμμένη στους εξωτερικούς εχθρούς, απερίσπαστη από εσωτερικές ταραχές ανυπότακτων στοιχείων. Οι στρατιώτες του θέματος που είχαν λάβει κλήρο απ’ τον αυτοκράτορα ως αντάλλαγμα των υπηρεσιών τους, θα ήταν ασφαλώς αυτοί που εποικίστηκαν απ’ τον Νικηφόρο Α΄ στις μακεδονικές σκλαβηνίες. Όμως, σύμφωνα με τις Βυζαντινές συνήθειες, είναι σχεδόν βέβαιο ότι χρησιμοποιήθηκαν και νομιμόφρονες Σλάβοι.

Ο P. Lemerle δίνει, εδώ ακριβώς, τη μεγαλύτερη προσοχή του, σ’ αυτή την άλλη όψη της αντίστασης του Βυζαντίου που λαμβάνει χώρα πίσω απ’ τα σύνορά του και στο εσωτερικό των εδαφών του: την οργάνωση των θεμάτων για την αντιμετώπιση δύσκολων ή επικίνδυνων καταστάσεων. Αυτή η βαθιά μεταρρύθμιση στην επαρχιακή διοίκηση δεν έγινε την ίδια χρονική στιγμή σ’ όλες τις περιοχές της αυτοκρατορίας. Ακολούθησε μια πορεία ανάλογη με την εμφάνιση του κινδύνου. Και μπορεί να πει κανείς ότι η δημιουργία των θεμάτων της Βαλκανικής σημειώνει σημαντικά βήματα προς τον «επανελληνισμό» της Χερσονήσου.

Το πρώτο θέμα που δημιουργείται στην Ευρώπη είναι το θέμα της Θράκης. Ο Κωνσταντίνος Πορφυρογέννητος, αφού πρώτα αναφέρεται στην εποχή κατά την οποία δεν είχε δημιουργηθεί ακόμη, συνεχίζει γράφοντας:
«Αλλά, αφού ο απαίσιος λαός των Βουλγάρων έφτασε και εγκαταστάθηκε στο Δούναβη, ο βασιλιάς εγκατέστησε σ’ αυτή την περιοχή θέμα με στρατηγό λόγω των επιδρομών των Σκυθών και των Βουλγάρων».

Το θέμα της Θράκης, του οποίου μια πρώτη αναφορά βρίσκεται σ’ ένα γράμμα του Ιουστινιανού Β΄ της 17ης Φεβρουαρίου 687, δημιουργήθηκε στα τελευταία χρόνια της βασιλείας του Κωνσταντίνου ΙV Πωγωνάτου, ανάμεσα στο 680 – 685 και η δημιουργία του ανταποκρινόταν στο βουλγαρικό κίνδυνο.
Στο Σλαβικό κίνδυνο ανταποκρίθηκε, λίγο αργότερα, η δημιουργία απ’ τον Ιουστινιανό Β΄ του θέματος της Ελλάδος (πριν το 695). Είναι αλήθεια πως δεν ξέρουμε ποια ήταν τα όρια του θέματος Θράκης προς Δυσμάς, ούτε τα όρια του θέματος της Ελλάδος προς Βορρά.

Για την μεταβατική εποχή του 7ου – 8ου αιώνα δεν μπορεί να ορίσει κανείς με ακρίβεια τα όρια της αρμοδιότητας της αρχαίας praefectura του Ιλλυρικού (Praefectura per Illyricum). Αυτό που είναι σχεδόν σίγουρο, είναι ότι η ύπαρξή της ως διοικητικής ενότητας ήταν απλά θεωρητική, και με την εξαίρεση της Θεσσαλονίκης και ίσως μιας στενής λωρίδας απ’ την ακτή της, η υπόλοιπη περιοχή στερούνταν σταθερής διοίκησης. Η προοδευτική επαναφορά της περιοχής σ’ ένα σταθερό διοικητικό καθεστώς θα σημειωθεί με τη δημιουργία καινούριων θεμάτων που θα καλύψουν σιγά-σιγά το έδαφος του παλιού Ιλλυρικού. (Θέμα της Μακεδονίας -πιθανόν ανάμεσα στο 789-802, θέμα της Θεσσαλονίκης – αρχές 9ου αιώνα, Θέμα Στρυμόνα – αρχές 9ου αιώνα, τούρμα και μετέπειτα θέμα Βολερού). Με τη δημιουργία τους μια καινούρια περίοδος αρχίζει στην ιστορία των Βαλκανίων.

Μπορεί συνεπώς να λεχθεί ότι απ’ τις αρχές του 9ου αιώνα είχε σχεδόν πραγματοποιηθεί η στρατιωτικοπολιτική και διοικητική ένταξη στα πλαίσια της αυτοκρατορίας των αποδυναμωμένων πια σλαβικών πληθυσμών της Μακεδονίας και επιπλέον, ότι είχαν τεθεί, χάρη στα δημογραφικά μέτρα που ενίσχυσαν το ελληνοβυζαντινό στοιχείο τα θεμέλια της πολιτιστικής αφομοίωσης των Σλάβων: η τελευταία θα ολοκληρωθεί σχεδόν πριν απ’ το τέλος του 9ου αιώνα χάρη στον εξελληνισμό (την επικράτηση δηλαδή της ελληνικής γλώσσας) και χάρη στον εκχριστιανισμό όλου του σλαβικού στοιχείου της αυτοκρατορίας κι όχι μόνον των αρχόντων τους, που νωρίς είχαν υιοθετήσει τη γλώσσα, την ενδυμασία, τους τρόπους ζωής, και όπως μας δείχνει η επίκληση προς το Θεό ή τη Θεοτόκο πολλών μολυβδοβούλλων τους, τη θρησκεία των Βυζαντινών. Είναι φανερό ότι η σύσταση επισκοπών στα κέντρα των σλαβικών εγκαταστάσεων (π.χ. επισκοπή Σμολένων το 864), δηλώνει την ευρεία διάδοση του Χριστιανισμού μεταξύ των Σλάβων: η εκκλησιαστική οργάνωση συνδυασμένη με τη θεματική οργάνωση του συνόλου της περιοχής που απ’ τα ανατολικά της Θεσσαλονίκης εκτείνεται ως τον Έβρο, αποτελούν αδιάψευστη απόδειξη της ολοκληρωτικής ένταξης των σλαβογενών πληθυσμών στο Βυζάντιο, παρά τις σποραδικές τάσεις για ανταρσία που ποτέ δεν έπαψαν να εκδηλώνουν τα ατίθασα αυτά φύλα προς κάθε οργανωμένη αρχή.

Είναι αυτονόητο, ότι η ένταξη των Σλάβων στη βυζαντινή κοινωνία (η οποία ακολούθησε την αφομοίωσή τους μέσω της διασπάσεως και της τεχνητής αραιώσεως των σλαβικών φυλετικών ομάδων, μέσω της πνευματικής επιδράσεως της εκκλησίας και μέσω της πολιτικοστρατιωτικής και διοικητικής τους απορρόφησης στο κρατικό μηχανισμό – «η κολυμβήθρα του θείου βαπτίσματος τους Σλάβους τω χριστεπώνυμω λαώ συνεμόρφωσε»), αν και συνάντησε κάποιες δυσκολίες λόγω των επαναστατικών τους κινημάτων, επιτεύχθηκε πλήρως και για το λόγο ότι η αντίδραση αυτή ήταν αδύναμη και σποραδική: τους Σλάβους της Ελλάδας χαρακτήριζε πλήρης έλλειψη και των στοιχειωδών ακόμη προϋποθέσεων για τη δημιουργία εθνικής και πολιτικής ενότητας και επομένως οργανωμένης αντιδράσεως κατά της βυζαντινής πολιτικής και του προηγμένου τοπικού στοιχείου. Την εργασία της αφομοίωσης και του εκβυζαντινισμού, που επιτελέστηκε, αναφέρει χωρίο των Τακτικών του Λέοντα ΣΤ΄ του Σοφού:

«Τοιαύτα δε (τα σλαβικά φύλα)», λέει ο συγγραφέας, «ο ημέτερος εν θεία τη λήξει γενόμενος πατήρ και αυτοκράτωρ Βασίλειος των αρχαίων ηθών έπεισε μεταστήναι και γραικώσας και άρχουσι κατά τον ρωμαϊκόν τύπον υποτάξας και βαπτίσματι τιμήσας, της τε δουλείας ηλευθέρωσε των εαυτών αρχόντων και στρατεύεσθαι κατά των Ρωμαίοις πολεμούντων εθνών εξεπαίσευσεν, ούτω πως επιμελώς περί τα τοιαύτα διακείμενος».

Με την ένταξη των Σλάβων στη βυζαντινή κοινωνία, δημιουργήθηκαν συνθήκες ειρήνης και ευμάρειας για την περιοχή της Μακεδονίας, απ’ τις οποίες επωφελήθηκε, κατά κύριο λόγο, η Θεσσαλονίκη. Η μακεδονική μεγαλούπολη γνωρίζει, έτσι, μια νέα περίοδο ακμής, που αρχίζει απ’ τα μέσα του 9ου αιώνα και συνεχίζεται αδιάλειπτα, σχεδόν, μέχρι τη φραγκική κατάκτηση.
Στο ζήτημα της αφομοίωσης και του εκβυζαντινισμού των Σλάβων, μεγάλο χώρο καταλαμβάνει η εξέταση των γλωσσικών καταλοίπων των Σλάβων στην Ελλάδα, που ήδη απ’ το 19ο αιώνα τα χρησιμοποίησε ο Fallmerayer για να αποδείξει τον πλήρη «εκσλαβισμό» του ελληνικού χώρου.

Τις γλωσσικές επιδράσεις των Σλάβων διακρίνουμε σε τρεις κατηγορίες: α)στη γραφομένη λόγια ελληνική γλώσσα, β) στη λεξιλογική επίδραση επί της ομιλουμένης ελληνικής και γ) στα τοπωνύμια. Όσον αφορά στην πρώτη κατηγορία, ο Fallmerayer είχε υποστηρίξει ότι η απώλεια και η ανάλυση του απαρεμφάτου οφείλονταν στην επίδραση των σλαβικών γλωσσών, ενώ άλλοι ερευνητές, ο Miklosich και ο W. Meyer απέδωσαν το φαινόμενο, ο πρώτος σε αλβανική και ο δεύτερος σε ιλλυρική επιρροή. Οι παλιές αυτές πλάνες ανατράπηκαν με τη δημοσίευση εργασιών, όπως της πραγματείας του D. Hesseling. Αποδείχτηκε έτσι, ότι «η απώλεια του απαρεμφάτου στην ελληνική εξηγείται δια των γλωσσικών φαινομένων, τα οποία μας αποκαλύπτει η μελέτη της γλώσσας αυτής καθ’ εαυτήν» και ότι «το φαινόμενο της αποβολής του απαρεμφάτου έχει τις ρίζες του στη γλώσσα των πρωτοχριστιανικών χρόνων κι ότι επομένως λανθασμένα αποδίδεται σε σλαβική επίδραση».
Όμως μεγαλύτερη προσοχή αξίζουν τα σλαβικά δάνεια της νεότερης ελληνικής, δάνεια αποκλειστικά λεξιλογικά. Ο χαρακτηρισμός αυτός είναι σημαντικός, γιατί ο απλός δανεισμός μερικών λέξεων που διαμορφώνονται στα φωνητικά και γραμματικά πλαίσια της γλώσσας, είναι αναπόφευκτος σε λαούς που άσκησαν πνευματική επιρροή και ήρθαν σε επικοινωνία με αλλόγλωσσες εθνικές ομάδες.

Η κατά κατηγορίες ταξινόμηση των λεξιλογικών δανείων, κατά τον Meyer, δείχνει ότι οι σλαβικές λέξεις που εισαχθήκανε στη νέα ελληνική αναφέρονται στο μεγαλύτερο μέρος τους στον καθημερινό βίο αγροτικών και ποιμενικών πληθυσμών. Σπάνια, επίθετα δηλώνουν ψυχικές ιδιότητες του ανθρώπου και καμιά σλαβική λέξη δεν δηλώνει αφηρημένες έννοιες. Η παρατήρηση αυτή είναι ενδεικτική της πνευματικής στάθμης των σλαβικών πληθυσμών και του βαθμού της επίδρασής τους. Αν, απ’ την άλλη μεριά, κατανείμουμε τα σλαβικά λεξιλογικά δάνεια κατά γεωγραφικές ενότητες, θα έχουμε, κατά τον G. Meyer πάντα, την ακόλουθη στατιστική εικόνα: Ήπειρος 95, Θεσσαλία 36, Μακεδονία 43, Θράκη 31, Στερεά, Πελοπόννησος και νησιά 31. Αυτή η κατανομή οδηγεί σε σπουδαία μεθοδολογικά και ιστορικά συμπεράσματα. Θα ήταν φυσικό να περιμένουμε περισσότερες γλωσσικές επιδράσεις σε ορισμένες περιοχές της Μακεδονίας και στη Θράκη, κυρίως στη Ροδόπη.

Αντίθετα, το μεγαλύτερο μέρος των λεξιλογικών δανείων εντοπίζεται στην Ήπειρο, όπου, κατά τους πρώιμους τουλάχιστον χρόνους, οι σλαβικές εγκαταστάσεις δεν ήταν πυκνές. Όπως σωστά παρατήρησε ο Gaster πολλές σλαβικές λέξεις μεταδόθηκαν στη νέα ελληνική έμμεσα μέσω τρίτων, μη σλαβικών φορέων, όπως οι Αλβανοί και οι Βλάχοι. Επομένως η στιγμή κατά την οποία κάθε δανεισμένη λέξη μπήκε στην ελληνική γλώσσα, είναι ανάγκη να καθορίζεται είτε μέσα απ’ τα ελάχιστα γραπτά μνημεία που έχουν σωθεί, είτε με τη φωνητική μελέτη των λέξεων και τη βοήθεια της συγκριτικής γλωσσολογίας. Δηλαδή για να εκτιμηθούν σωστά τα γλωσσικά κατάλοιπα των Σλάβων πρέπει το γλωσσικό υλικό να γίνει πλήρως γνωστό και να εξεταστεί συγκριτικά προς τις άλλες, σλαβικές και μη γλώσσες της Χερσονήσου του Αίμου. Πάντως, κατά τον Vasmer, «αντίθετα προς τις δοξασίες του Fallmerayer, η νεοελληνική γλώσσα ελάχιστα υπέστη την σλαβική επίδραση».

Την τρίτη κατηγορία γλωσσικών καταλοίπων, τα τοπωνύμια, χρησιμοποίησε κυρίως ο Fallmerayer για να στηρίξει τη θεωρία του περί διασπάσεως της ελληνικής παραδόσεως. Όμως αν εξετάσουμε το Βόρειο τμήμα της Βαλκανικής, το οποίο αποτέλεσε τον κατεξοχήν χώρο δράσεως των σλαβικών φύλων, θα παρατηρήσουμε ότι τα φύλα αυτά, ιδίως όσον αφορά στα προσλαβικά αστικά κέντρα, επέδειξαν πρωτοφανή δυσχέρεια στη γεωγραφική μετονομασία τους. Γι’ αυτό, σειρά ολόκληρη μεγάλων αστικών κέντρων φέρει ακόμη και σήμερα παλαιά ελληνικά, ρωμαϊκά, Θρακοϊλλυρικά ή και κελτικά ονόματα (π.χ. Ναϊσσός – Nisch, Αυγούσται – Οgost, Βονωνία – Vidin, Ulpiana – Lipljan, Dorostolum – Δορόστολον, Δρίστρα – Silistria, κ.τ.λ.).

Όσον αφορά τις νοτιότερες ελληνικές περιοχές, το θέμα των τοπωνυμιακών καταλοίπων είναι περισσότερο πολύπλοκο. Εδώ πρέπει να γίνει διάκριση των σλαβικών τοπωνυμίων σε δύο κατηγορίες: στα τοπωνύμια, των οποίων φορείς ήταν οι Σλάβοι έποικοι, «τα οποία αυτοί επέβαλλαν και τα οποία, μόνα αντιπροσωπεύουν την πραγματικήν, την ιστορικώς απηκριβωμένην και ουσιαστικήν επίδρασιν του σλαβικού στοιχείου εις την ονοματολογίαν της ελληνικής χώρας» (π.χ. Αράχωβα, Ζαγορά, Χελμός, Νεζερός κ.τ.λ.), και τα τοπωνύμια, τα οποία αποτελούν δευτερογενείς σχηματισμούς και δεν έχουν καμιά σχέση με το αρχικό εποικιστικό στοιχείο. Αυτά πλάσθηκαν απ’ τους Έλληνες σύμφωνα με τους φωνητικούς και μορφολογικούς κανόνες της ελληνικής γλώσσας (π.χ. Βάλιος, Ασπρόβαλτος, Μεσολόγγι, Παραλογγοί, Στάνη, Παλιοστάνη κ.τ.λ.). Αυτά τα τελευταία, μολονότι, προέρχονται από λέξεις σλαβικής προελεύσεως, δεν έχουν καμιά αποδεικτική σημασία, και καταχρηστικά και αντεπιστημονικά χαρακτηρίζονται σα σλαβικές.

Ο ιστορικός πρέπει να κάνει πολύ προσεκτική χρήση των στατιστικών δεδομένων προκειμένου να προβεί στη διατύπωση γενικότερων συμπερασμάτων, γιατί οι απόλυτες στατιστικές παρατηρήσεις παρουσιάζουν μονομέρεια και απλοϊκή ενατένιση των προβλημάτων με κίνδυνο παρερμηνείας των ιστορικών φαινομένων. Η στατιστική στην ιστορία τότε μόνο μπορεί να δώσει σαφείς εικόνες και να ερμηνεύσει ικανοποιητικά ιστορικές καταστάσεις, όταν λαμβάνονται ανά πάσαν στιγμήν υπ’ όψιν οι ιδιότητες του εξεταζομένου αντικειμένου. Πιο συγκεκριμένα, ο ιστορικός που εξετάζει από στατιστική άποψη το τοπωνυμικό υλικό, οφείλει πριν προβεί στη διατύπωση γενικότερων σκέψεων, να εξετάσει: α)αν το υλικό αυτό κατανέμεται κατά προτίμηση στις ορεινές, στις πεδινές ή στις παράλιες περιοχές. β) την σπουδαιότητα των συνοικισμών που δηλώνονται με τα ξενικά ονόματα, κι αυτό όχι μόνο στη βάση των σημερινών δεδομένων, αλλά ιστορικά, γιατί συνοικισμοί, οι οποίοι κατά τον Μεσαίωνα ήταν ασήμαντοι, εξελίχθηκαν συν τω χρόνω, σε αστικά κέντρα, και γ) εάν τα ξενικά ονόματα δόθηκαν απ’ τους εποίκους σε τόπους ακατοίκητους πριν, ή αντίθετα εξετόπισαν παλιότερα ελληνικά ονόματα.

Έχοντας κατά νου όλες τις παραπάνω επιφυλάξεις για τις στατιστικές μεθόδους και μετά από βαθιά μελέτη του τοπωνυμιακού υλικού, μπορεί κανείς να πεισθεί ότι οι συνοικισμοί της Ν. Ελλάδας, που δηλώνονται με σλαβικά ονόματα ήταν κατά κανόνα και εξακολουθούν να είναι ασήμαντοι αγροτικοί και ποιμενικοί σταθμοί. Υπάρχουν βέβαια ελάχιστες εξαιρέσεις σ’ αυτόν τον κανόνα: τα Βοδενά, η Βοστίτσα, τα Γρεβενά, το Ζητούνι (Λαμία).

Επιπροσθέτως, ο Vasmer υποστηρίζει, με βάση στατιστικά δεδομένα, ότι η ανατολική Ελλάδα, υπέστη μικρότερη σλαβική επίδραση απ’ τη δυτική. Στην Πελοπόννησο η Κόρινθος και ιδιαίτερα η Αργολίδα πλήγησαν ελάχιστα απ’ τις σλαβικές επιδρομές, στην Στερεά Ελλάδα η Αττική και η Βοιωτία. Όπου οι ακτές ήταν προσφορότερες για απόβαση, όπως στην Ανατ. Θεσσαλία, εκεί κατά πάσα πιθανότητα, οι Σλάβοι απωθήθηκαν ευκολότερα. Επίσης διέμειναν περισσότερο στους απομακρυσμένους απ’ τη θάλασσα ορεινούς όγκους, εφ’ όσον κατόρθωσαν να εισχωρήσουν σ’ αυτές τις περιοχές. Σ’ αυτό το γεγονός οφείλεται η ασθενής σλαβική επίδραση στην ονοματολογία της Εύβοιας, της Μαγνησίας, της Λάρισας, η οποία εξαίρεται ιδιαίτερα συγκρινόμενη με την ονοματολογία των Τρικάλων – Καρδίτσας, καθώς και τα πολλά σλαβικά ονόματα της Αρκαδίας και του Ταϋγέτου.

Το πρόβλημα των σλαβικών γλωσσικών καταλοίπων συνδέεται και εγείρει ένα άλλο πρόβλημα: το ποιοί ήταν οι Σλάβοι που κατέβηκαν στην Ελλάδα και σε ποια απ’ τις μεγαλύτερες σλαβικές ομάδες ανήκαν. Για τα σλαβικά φύλα που εγκαταστάθηκαν στις ελληνικές χώρες, γνωρίζουμε δυστυχώς μόνο μερικά σποραδικά ονόματα. Έτσι δεν μπορούμε, μέσα απ’ αυτά, να οδηγηθούμε σε γενικότερα συμπεράσματα όσον αφορά στην ένταξη των σλαβικών αυτών φύλων σε κάποιο μεγαλύτερο κλάδο της σλαβικής οικογένειας. Τα ονόματα αυτά είναι ελληνικής ή άγνωστης, μη σλαβικής πάντως, προελεύσεως (Στρυμονίται, Ρήχιοι, Σαγουδάτοι) ή συνδέονται με λέξεις που αναφέρονται στο φυσικό περιβάλλον (Εζερίται απ’ το ezero λίμνη), και σε φαινόμενα κοινωνικά (Δρογουβίται απ’ το drugavati), ή τέλος είναι αμφισβητούμενης ετυμολογίας και καταγωγής.

Λόγω της έλλειψης συγκεκριμένων ιστορικών τεκμηρίων ή αρχαιολογικών ευρημάτων, μόνο η φωνητική και μορφολογική έρευνα των τοπωνυμίων που διασώθηκαν, είναι δυνατόν να συμβάλλει στην επίλυση των προβλημάτων. Σύμφωνα μ’ αυτή, οι Σλάβοι που εγκαταστάθηκαν στις ελληνικές περιοχές υπάγονται στη νότια ομάδα που περιλαμβάνει τους Σλοβένους, τους Κροάτες, τους Σέρβους και τους εκσλαβισθέντες γλωσσικά Βουλγάρους. Σε αντίθεση με την παλιότερη θεωρία του Kopitar, που δεχόταν ότι οι πρώιμοι Σλάβοι που κατέβηκαν προς τον Δούναβη αποτελούσαν αρχικά ενιαία φυλετικά ομάδα που διασπάστηκε εκ των υστέρων, η νεότερη φιλολογική σχολή υποστηρίζει ότι τα σλαβικά αυτά φύλα έφεραν εξ αρχής τα στοιχεία της διαφοροποίησης. Έτσι, πολύ νωρίς, στην οικογένεια των Νοτίων Σλάβων διαμορφώθηκαν τρεις κλάδοι που τους χαρακτήριζε γλωσσική ιδιορρυθμία: οι Σλοβένοι, οι ΣερβοΚροάτες και οι Σλάβοι του Αίμου, που είναι γνωστοί με το άσχετο προς τη Σλαβική οικογένεια όνομα των Βουλγάρων.

Ο έβδομος βυζαντινός αιώνας υπήρξε αιώνας μεγάλων αλλαγών, μεταρρυθμίσεων και αγώνων. Πανίσχυρες αυτοκρατορίες εξαφανίζονται (Περσία) ή παύουν ν’ απειλούν το Βυζάντιο (Αβαρική Αυτοκρατορία). Όμως νέοι κίνδυνοι εμφανίζονται. Νέες εθνότητες, νέοι λαοί (Σλάβοι) απειλούν τώρα το Βυζάντιο. Κατορθώνοντας την αφομοίωση και τον εκβυζαντινισμό τους, το Βυζάντιο ανανεώνεται σημαντικά και βγαίνει μέσα απ’ τις προσπάθειές του ενδυναμωμένο.

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι οι Σλάβοι έπαιξαν σημαντικό ρόλο στην ανανέωση του βυζαντινού κράτους, κατά τον έβδομο αιώνα. Η συμβολή τους όμως δεν συνίσταται στην ειρηνική τους διείσδυση και στην εισαγωγή εκ μέρους τους μιας δήθεν ειδικής σλαβικής κοινοτικής οργανώσεως στο Βυζάντιο, όπως πολλές φορές υποστηρίχθηκε με βάση μια σειρά από λαθεμένα συμπεράσματα, αλλά στην ανανέωση της αποδυναμωμένης αυτοκρατορίας με νέες δυνάμεις, αφού οι έποικοι «στρατιώτες» και οι ανεξάρτητοι γεωργοί των βυζαντινών θεμάτων περιλαμβάνουν τώρα και Σλάβους. Ο Lemerle τονίζει τη σημασία της δημογραφικής ζυμώσεως (bouleversement demographique), η οποία άρχισε στο Βυζάντιο τον 7ο αιώνα με την εμφάνιση των Σλάβων. Κι αυτή η δημογραφική ζύμωση και στη συνέχεια η πλήρης ένταξη των Σλάβων της Ελλάδας στο διοικητικό, πολιτικό και πολιτιστικό πλαίσιο της Βυζαντινής αυτοκρατορίας, αποδεικνύουν, με τον καλύτερο τρόπο, τον δυναμισμό της λειτουργίας της, αλλά και της πολιτιστική της ανωτερότητα.

Για τη νεότερη ιστορική έρευνα και επιστήμη, η οποία προ πολλού υπερέβη τα όρια της στενής ερμηνείας των κειμένων με τη βοήθεια άλλων επιστημών (στην προκειμένη περίπτωση, της Εθνολογίας και της Ανθρωπολογίας), το «Σλαβικό ζήτημα» δεν υφίσταται πλέον. Η Ελλάδα υπέστη επανειλημμένα επιδρομές και δηώσεις από επήλυδες λαούς, γι’ αυτό είναι βέβαιο ότι λείψανά τους (στην προκειμένη περίπτωση γλωσσικά και κυρίως λεξιλογικά) συνεχίζουν να υπάρχουν, καθώς και, λόγω της επιμιξίας, ελαφρές κρανιολογικές αλλοιώσεις. Όμως η εθνική υπόσταση των λαών δεν έγκειται στις κρανιολογικές μετρήσεις αλλά στην ενότητα της συνειδήσεως. Άλλωστε, ο βαθμός της αγνότητας μιας ανθρώπινης φυλής είναι, κατά πρώτιστο λόγο, απόρροια της γεωγραφικής της απομόνωσης, γεγονός το οποίο δεν προσιδιάζει στην πολυκύμαντη ελληνική ιστορία. Η βαθμιαία μετατροπή των ανθρωπολογικών φυλών σε εθνικές ομάδες, δηλαδή σε λαούς και έθνη, σημαίνει ότι η φυσική ενότητα της ανθρωπότητας, εάν ποτέ υπήρξε, αντικαθίσταται απ’ την ψυχική και πνευματική ενότητα μεταξύ των λαών.

Στους ψυχικούς και πνευματικούς αυτούς παράγοντες στήριξε και το Βυζάντιο την εκπολιτιστική του δράση και την αφομοιωτική του δραστηριότητα έναντι των Σλάβων. Με την κοινή παιδεία και την κοινή πίστη παρασκεύασε τα πλαίσια για την επιρροή του, για την ακτινοβολία του ελληνικού του πολιτισμού.
«Μεταξύ δυο ηπείρων», λέει ο A. Rambaud, «η Κωνσταντινούπολη βρίσκεται σαν ζωντανός βλαστός ανάμεσα σε δυο κοτυληδόνες: αφομοιώνει, κατεργάζεται και μεταπλάσσει τα ετερόκλητα στοιχεία των επαρχιών της Ασίας και της Ευρώπης. Στους κόλπους της προσφεύγουν τυχοδιώκτες και από τη Δύση και απ’ Ανατολή. Σε μικρό χρονικό διάστημα τους μεταβάλλει σε Έλληνες: Λησμονούν τα βάρβαρα ιδιώματά τους και αποδέχονται τη γλώσσα του Βυζαντίου, οι ειδωλολατρικές τους προλήψεις υποχωρούν μπροστά στην Ορθοδοξία του. Το Βυζάντιο τους δέχεται άξεστους, βάρβαρους και τους αποδίδει στους δρόμους της τεράστιας αυτοκρατορίας του, εγγράμματους, σοφούς, θεολόγους, ικανούς διοικητές και εύστροφους κρατικούς λειτουργούς».
Σύμφωνα μ’ αυτό το πνεύμα, η σύγχρονη επιστημονική έρευνα λύνει το «Σλαβικό ζήτημα», βάσει της αφομοίωσης και του εκβυζαντινισμού των Σλάβων της Ελλάδας, συγκαταριθμώντας το γεγονός αυτό στα επιτεύγματα του Μεσαιωνικού Ελληνισμού.

 

Βιβλιογραφία:

 

1) Ν. Βέης, Εγκ. Λεξ. Ελευθερ. άρθρο περί Βυζαντινής αυτοκρατορίας, τ. 3ος, σελ.604, στήλη 6.

2) N. Jorga, Epoque et caracture de l’ etablissement des Slaves dans la Pιninsule des Balkans, Revue Historique du Sud – Est europιen, τ. 7(1930), σελ.17.

3) Προκόπιος, Ανέκδοτα, έκδ. Βόννης, Γ΄, σ. 108.

4) Μένανδρος ο Προτήκτωρ, Historici Graeci Minores II, σελ. 98,99.

5) Tafrali, Thessalonique des origines au XIV siucle, σελ. 98-99.

6) Schonfelder, Joannes von Ephesus, Kirchengeschichte, μτφρ. I.Schonfelder, Munchen 1862.

7) Payne Smith, Oxford, 1860.

8) W. J. von Douven και J. P. N. Land (Joannis Episcopi Ephesi Commentarii de beatis Orientatibus, Amsterdam 1889).

9) Charanis, Studies on the Demography of the Byzantine Empire, London 1972.

10) A. Bon, Le Pιloponnuse byzantin jusqu’ en 1204, Paris 1951.

11) Θεοφάνης (έκδ. de Boor) 347, 6, 348. 18.

12) Μichael Graebler, The Slavs in Byzantine Population Transfers of the Seventh and Eighth centuries. Etudes Balkaniques 11 (1975) 45, 50.

13) Αικ. Χριστοφιλοπούλου, Μακεδονία, 4.000 χρόνια, ό.π., σ. 257.

14) G. Ostrogorsky, Ιστορία (ελλην. μτφρ.) τ. 1ος σ. 262.

15) Μάρθα Γρηγορίου – Ιωαννίδου, Η εκστρατεία του Ιουστινιανού Β΄ κατά των Βουλγάρων και Σλάβων.

16) A. A. Vasiliev, An Edict of Justinian II. September 688, Speculum 18 (1943).

17) Henri Grιgoire, Un ιdit de l’empereur Justinien II, date de Septembre 688, Byzantion 12 (1944-1945) 119-124.

18) Στ. Κυριακίδου, Τρεις διαλέξεις (Α: Ιστορική τοιχογραφία της Εκκλησίας του Αγίου Δημητρίου), Θεσσαλονίκη 1953, 9 – 11 (Μακεδονική Λαϊκή Βιβλιοθήκη,13. Δημοσιεύματα της εταιρείας Μακεδονικών Σπουδών).

19) A. A. Vasiliev, L’ entrιe triomphale de l’ empereur Justinien II a Thessalonique en 688, Orientalia Christiana Periodica XIII, nr, I-II, Roma 1947, 355-368 (Απόσπασμα απτα Miscellanea Guiliaume de Jerphanion I).

20) P. Charanis, The Slavic Element in Byzantine Asia Minor, Byzantion 18 (1948) 70.
21)
Πορφυρογέν., Περί Θεμάτων (έκδ. Α. Pertusi, Studi e testi, αρ. 160, Citta del Vaticano 1952), σ. 88-89.

22) Ahrweiler H., Μακεδονία 4.000 χρόνια, ό.π., σ. 274.

23) Στ. Κυριακίδου, Βυζαντιναί Μελέται II-V, 392 και 394/5.

24) F. Dvornik, La vie de Saint Grιgoire le Decapolite et les Slaves macidoniens au IXe siucle, Paris 1926, 36, 62, 63.

25) E. W. Brooks, Arabic Lists of the Byzantine Themes, Journall of Hellenic studies 21 (1901) 66-67.

26) Johannes Irmscher, Die Begrόndung des Themas Thrake, Studia Balkanica, 10, Sofia 1975, 101-103.

27) J. B. Bury, Imperial Administrative System in the Ninth Century, London 1911, 41 κ.ε. (The British Academy Supplemental Papers, I).

28) Κ. Αμάντου, Βολερόν, Ελληνικά 2 (1929) 124-126.- του ίδιου, Βόλος -Βολερόν, Ελληνικά 7 (1934) 267-270. Η λέξη σημαίνει ιχθυώδη τόπο.

29) Ιωάν. Καμενιάτης, (έκδ. Βόννης) 499.

30) V. Tapkova-Zaimova, Sur les rapports entre la population indigune des rιgions Balkaniques et les “barbares” au VIe-VIIe siucle, Byzantinobulgarica I (1962), σ.117 και υποσημ. 26.

31) Migne, Patrologia Graeca, τ. 107, στ. 909.

32) Fr. Miklosich, Die Slavischen Elemente im Neugriechischen, Sitzungs berichte der Phil-hist. Classe der Kais. Akademie der Wissenschaften, Βιέννη, 1870, σ. 534-535.
33) Portius S., Grammatica linguae grecae vulgaris,
έκδ. W. Meyer, Paris 1889, σ. 185.
34) D. Hesseling, Essai historique sur l’infinitif grec,
εν J. Psicharis, itudes de Philologie nio-grecque, Paris 1892, σ. 1-44.

35) G. Weigand, Die Wiedergabe der slavischen Laute in der Ortsnamen des Peloponnes, Balkan – Archiv, τ.4 (1928) σ.1 κ.ε.

36) Lampsides, Georges Chrysococcis, le Mιdecin et son oeuvre, Byzantinische Zeitschrift, τ.38 (1938), σ. 320-322.

37) Chr. Gerard, Les Bulgares de la Volga et les Slaves du Danube, Παρίσι 1939, σελ. 91.
38) H. Berr, En marge de l’ Histoire Universelle, Paris 1934,
σ. 95-96.

39) Φ. Μαλιγκούδης, Οι Σλάβοι στη Μεσαιωνική Ελλάδα ό.π., σ. 101.

40) Αμάντου Κωνσταντίνου, Μακεδονικά. Συμβολή εις την μεσαιωνικήν ιστορίαν και εθνολογίαν της Μακεδονίας, Αθήναι 1920.

41) Αμάντου Κων., Σκλάβοι, Σκλαβησιάνοι και βάρβαροι.

42) Διομήδη Αλεξάνδρου Ν., Βυζαντιναί Μελέται Β΄. Αι Σλαβικαί επιδρομαί εις την Ελλάδα και η πολιτική του Βυζαντίου, Αθήναι 1946.

43) Ζακυθηνού Διονυσίου Α., Οι Σλάβοι εν Ελλάδι, Αθήναι 1945.

44) Θεοχαρίδου Γ. Ι., Ιστορία της Μακεδονίας κατά τους μέσους χρόνους (285-1354), Μακεδ. Βιβλιοθήκη 55, Δημοσιεύματα της Εταιρείας Μακεδονικών Σπουδών, Θεσσαλονίκη 1980.

45) Νυσταζοπούλου – Πελεκίδου Μαρία, Συμβολή εις την χρονολόγησιν των Αβαρικών και σλαβικών επιδρομών επί Μαυρικίου (582-602), εν Αθήναις 1970 (Εθνικόν Ίδρυμα Ερευνών, Κέντρον Βυζαντινών Ερευνών. Σύμμεικτα, τόμ. Β΄).

46) Χρυσανθοπούλου Επαμεινώνδα, Τα βιβλία θαυμάτων του Αγ. Δημητρίου, το Χρονικό της Μονεμβασιάς και αι σλαβικαί επιδρομαί εις την Ελλάδα. Ιστορική μονογραφία, Αθήναι 1958 (ανάτυπον ΚΔ΄-ΚΗ΄, 1953-1957).

47) Στράτος Α. Ν., Το Βυζάντιον στον Ζ΄ αιώνα, τ. Α΄602-626, Β΄626-634, Γ΄634-641, Αθήνα 1965, 1966, 1969.

48) Charanis Peter, On the question of the Slavonic Settlements in Greece during the Middle Ages, Byzantinoslavica 10, 1, Prague 1949, 254-258.

49) Charanis P., On the Slavic Settlement in the Peloponnesus, BZ 46 (1953) 91-103.

50) Charanis P., Ethnic Changes in the Byzantine Empire in the seventh Century, DOP 13 (1959) 25-44.

51) Charanis P., Observations on the History of Greece during the Early Middle Ages, Balkan Studies 11,1 (1970) 1-34.

52) Charanis P., Kouver, the Chronologie of his Activities and their Ethnic Effects on the regions around Thessalonica, Balkan Studies 11, (1970) 229-247.

53) Dvornik F., The Slavs, their Early History and Civilisation, Boston 1956 (American Academy of Arts and Sciences).

54) Lemerle P., La composition et la chronologie des deux premiers livres des Miracula S. Demetrii, BZ 46 (1953) 349-361.

55) Lemerle P., Saint-Demetrius de Thessalonique et les problumes du martyrion et du transept, BCH 77 (1953) 660-694.

56) Lemerle P., Invasions et migrations dans les Balkans depuis la fin de l’ιpoque romaine jusqu’ au VIIIe siucle, Revue Historique 211 (1954) 265-308 (Presse Universitaires de France).

57) Lemerle P., Esquisse pour une histoire agraire de Byzance: Les sources et les problumes, Revue Historique 2/9 (1958), τευχ. Ιαν.-Μαρτίου, 32 – 74, Απριλ.-Ιούν., 254 – 284, Ιούλ.- Σεπτ. 43 – 94.

58) Lemerle P., La chronique improprement dite de Monemvasie: Le contexte historique et ligendaire, Revue des Etudes Byzantines 21 (1963) 5 – 49.

59) Niederle Lubor., Manuel de l’antiquiti Slave, I – II, Paris 1923-1926.
60) Ostrogorsky Georg., The Byzantine Empire in the World of the seventh Century, D.O.P. 13 (1959) 3-21.

61) Rambaud A., L’empire grec au Xe siucle. Constantin Porhyrogenete. Paris 1870.

62) Vasmer Max., Die Slawen in Griechenland, Abh.der Preus. Akad.der Wissenschaften, Phil-Hist, Klasse, 12, Berlin 1941.

Αμαλία Κ. Ηλιάδη

 

 

* Η Αμαλία Κ. Ηλιάδη είναι φιλόλογος-ιστορικός (Μεταπτυχιακό Δίπλωμα Βυζαντινής Ιστορίας από το Α.Π.Θ.) /Υπεύθυνη Σχολικής Βιβλιοθήκης  2ου ΕΠΑΛ Τρικάλων, ailiadi@sch.gr, http://users.sch.gr/ailiadi, http://blogs.sch.gr/ailiadi,
http://www.matia.gr

 

Θα πούμε ξανά ΟΧΙ;

Θα πούμε ξανά ΟΧΙ;

 

Του Απόστολου Παπαδημητρίου


 

 

Η Ελλάδα διέρχεται μία από τις πλέον οδυνηρές κρίσεις κατά την μακραίωνη ιστορία της. Απόδειξη τρανή είναι το ότι οι πλείστοι την αντιλαμβανόμαστε ως οικονομική στο πλαίσιο της παγκόσμιας ύφεσης και όχι ως κρίση αξιών! Έχοντας μαγευθεί από το εκμαυλιστικό καταναλωτικό πνεύμα των σειρήνων του συστήματος, αδυνατούμε να αντιληφθούμε ότι απεργάζονται τον αφανισμό της ιδιοπροσωπείας μας, όπως φυσικά και εκείνης των άλλων εθνών.

Η Ελλάδα αντιμετώπισε κατά το παρελθόν δύο σοβαρότατες κρίσεις. Η πρώτη επέφερε την εύκολη κατάληψή της  από τους Ρωμαίους, η δεύτερη την επίσης εύκολη κατάληψη της από τους Οθωμανούς Τούρκους. Και στις δύο περιπτώσεις είχαμε κρίσεις πολιτισμού, οι οποίες αναπόφευκτα επέφεραν και οικονομικές. Οι ιστορικοί αναλυτές αθύρματα της υλιστικής ιδεολογίας και όχι ελεύθεροι άνθρωποι επικεντρώνουν την προσοχή τους στον οικονομικό παράγοντα δεχόμενοι ότι το οικονομικό είναι το μόνο προς ενέργεια κίνητρο του ανθρώπου. Γι’ αυτούς ο άνθρωπος της ανιδιοτέλειας και της θυσίας παραμένει στην εποχή μας αθέατος, αθέατος μέχρι ανυπαρξίας. Γι’ αυτό και καταντήσαμε να ζούμε σε αντιηρωική εποχή. Μάλιστα πολλοί ασπάζονται το δόγμα “αλίμονο στους λαούς που έχουν ανάγκη από ήρωες” (Μπρέχτ).

Αντί να αναλύσουμε τα αίτια που επέφεραν την υποδούλωσή μας στους Ρωμαίους βαυκαλιζόμαστε με το να αναμασούμε το γραφέν από τον Ρωμαίο ποιητή Οράτιο: "Η Ελλάδα, κατακτημένη με τα όπλα, νίκησε τον κατακτητή κι έφερε τις τέχνες στο απολίτιστο Λάτιο".  Υπήρξαν όμως και Ρωμαίοι με πολύ διαφορετική άποψη για τους Έλληνες. Ο κήνσωρ Κάτων (234 -149 π.Χ., δηλαδή πριν από την κατάκτηση της νότιας Ελλάδος), αν και πολύ καλός γνώστης της ελληνικής, ορκίστηκε «να αποκεφαλίσει και να καυτηριάσει σαν ύδρα κάθε είδους πολυτέλεια και φιληδονία» και να εξαγνίσει τη Ρώμη από τη νοσηρή επιρροή των Ελλήνων φιλοσόφων και συμβούλεψε το γυιό του να μην ασχοληθεί με τη μελέτη της λογοτεχνίας αυτής της «άχρηστης φυλής». Δεν ήταν εμπαθής μισέλλην ο Κάτων. Ήθελε απλώς να προστατέψει τα χρηστά ήθη των Ρωμαίων και να αποτρέψει αυτούς από την προκλητική πολυτέλεια και τη φιληδονία. Δεν είναι δύσκολο να κατανοήσουμε ότι τότε δεν είχε πέραση ούτε ο προσωκρατικός ούτε ο σωκρατικός ούτε και ο αριστοτελικός φιλοσοφικός λόγος, αλλά ο “φιλοσοφικός” λόγος της κάθε προστυχιάς! Αυτός, σε συνδυασμό με τις ατέλειωτες πολεμικές συγκρούσεις πριν από την εφήμερη ενότητα, οδήγησε στο να καταστεί η Ελλάδα έρημη χώρα λόγω της τρομακτικής δημογραφικής συρρίκνωσης.

Τα ίδια επανελήφθησαν και κατά τους εσχάτους καιρούς της αυτοκρατορίας της Ρωμανίας. Βέβαια στην περίπτωση αυτή οι ιστορικοί αναλυτές ανακαλύπτουν και άλλα αίτια, τους θρησκευτικό φανατισμό και μισαλλοδοξία! Δεν αρκούνται όμως μόνο στις αναλύσεις. Εξοβελίζουν την χιλιετή περίοδο της Ρωμανίας από τις σελίδες της ιστορίας μας υποταγμένοι στη γραμμή Κοραή, ο οποίος έγραψε για κατάληψη της Ελλάδος από τους Μακεδόνες!

Κατανοούμε τουλάχιστον εμείς οι Βόρειοι Έλληνες τί όπλα προσφέρουμε στους πολεμίους μας; Τα αίτια για την πτώση της Ρωμανίας υπήρξαν ακριβώς τα ίδια και απαράλλακτα. Τώρα έχουμε θαυμαστή την κριτική ανάλυση της τότε κοινωνίας από πρόσωπο της Εκκλησίας και πρύτανη του πανεπιστημίου της Κωνσταντινούπολης, τον Ιωσήφ Βρυέννιο (1350-1431 μ.Χ.). Κάνει ενώπιον της αυλής το 1419 μ.Χ. λόγο για την «ολόσωμον πληγήν» και την «νόσον καθολικήν».

Το γένος έχει περιπέσει σε ποικίλα πάθη και αμαρτίες. Όλοι οι χριστιανοί έγιναν «υπερήφανοι, αλαζόνες, φιλάργυροι, φίλαυτοι, αχάριστοι, απειθείς, λιποτάκται, ανόσιοι, αμετανόητοι, αδιάλλακτοι». Έγιναν οι άρχοντες κοινωνοί ανόμων, οι υπεύθυνοι άρπαγες, οι κριτές δωρολήπτες, οι μεσίτες ψευδείς, οι νεώτεροι ακόλαστοι, οι γηράσαντες μεθυσμένοι, οι αστοί εμπαίκτες, οι χωρικοί άλαλοι, «και οι πάντες αχρείοι». Συγχρόνως με την γενική κατάπτωση των ανθρώπων χάθηκε «ευλαβής από της γης, εξέλιπε στοχαστής, ουχ εύρηται φρόνιμος». Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίον επέπεσαν εκ δυσμών και εξ ανατολών διάφοροι εχθροί και λυμαίνονται την αυτοκρατορία. Φυσικά αυτά συνοδεύτηκαν από νέα τρομακτική δημογραφική συρρίκνωση με αποτέλεσμα στα τείχη κατά την ύστατη πολιορκία να βρίσκονται κατά τον ενεργήσαντα την απογραφή ιστορικό Φραντζή 4973 μαχητές Ρωμηοί ή Έλληνες, για όσους απεχθάνονται τον πρώτο όρο, και άλλοι τόσοι περίπου μισθοφόροι.

Οι σπουδαγμένοι είχαν ήδη λάβει τον δρόμο της φυγής προς τη Δύση με “τας διφθέρας υπό μάλης”. Με περισσή καύχηση τονίζουν όλοι οι της υλιστικής – φράγκικης ιστοριογραφίας ότι αυτοί για μία ακόμη φορά μετέφεραν τα φώτα του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού στο “Λάτιο” αφήνοντας πίσω τους έναν λαό καταδικασμένο στην αμάθεια και υποταγμένο πλήρως στην δουλική, κατ΄ αυτούς, εκκλησιαστική αρχή. Πήγαν οι “φωτισμένοι” μας εκεί στη Δύση και έγιναν τάχιστα ένα με τους εκεί ασπασθέντες με πρώτο τον πολύ Βησσαρίωνα τον Πόντιο τον παπισμό! Βέπετε εκεί στη Δύση τα πάντα έλαμπαν με τις ατέλειωτες πυρές της “Ιερής εξέτασης”!

Σκοτάδι βαθύ αλλού εννιά αιώνων (Καππαδοκία), αλλού πέντε και πλέον (Μακεδονία), αλλού λιγότερο κάλυψε τη γη μας. Η Δύση ήσυχη, αφού επί τέλους δεν υπήρχε το βασίλειο των “σχισματικών” επιδόθηκε με λαχτάρα σε έργα πολιτισμού όπως η εξόντωση των ινδιάνων της Αμερικής και ο εξανδραποδισμός των ιθαγενών της Αφρικής. Και οι πρόγονοί μας εδώ υπέμεναν με καρτερία αλλά και με διαρκείς επαναστάσεις τη σκλαβιά. Και ήρθε κάποτε η πολυπόθητη ώρα για την επανάσταση την τελική, όπως νομίζουμε.

Νομίζουμε, γιατί δεν θέλουμε να αποδεχθούμε ότι άλλοι μας απελευθέρωσαν και όχι οι ποταμοί αιμάτων των αγωνιστών και των αμάχων. Και αυτοί οι άλλοι επέβαλαν δοτούς άρχοντες με σκοπό να μας επιβάλουν και τον πολιτισμό τους τον φράγκικο. Και ήσαν ολοπρόθυμοι πολιτικοί, διανοούμενοι και έμποροι να υπηρετήσουν ξένα συμφέροντα στον τόπο μας με τη διοικούσα Εκκλησία απαθή και συμβιβασμένη ενώπιον του σχεδίου πολιτιστικής αλλοτρίωσης του λαού μας.

Πάλι καλά που κατορθώσαμε, καθώς έπρεπε να περάσουν δεκαετίες πριν ο λαός μας διαβρωθεί πλήρως, τα σύγχρονα έπη. Και το τελευταίο επί ελληνικού εδάφους (έσχαστο για τον ελληνισμό είναι το έπος της ΕΟΚΑ) “πανηγυρίζουμε”, ώσπου οι απάτριδες διεθνιστές να καταργήσουν και τον ευτελή, όπως κατάντησε εορτασμό.

Πάντως προς το παρόν καμαρώνουμε για τη νεολαία μας που παραπαίει και τις ένοπλες δυνάμεις με το πλήθος των λιποτακτών των κοινωνικά ισχυρών, εκφωνούμε πανηγυρικούς της δεκάρας, και επιβεβαιώνουμε για εσωτερική κατανάλωση ότι στέκουμε υπερασπιστές της ελεύθερης χώρας μας που μας παρέδωσαν οι ήρωες πεσόντες και μη στο πεδίο της μάχης. Και δεν θέλουμε να πιστέψουμε ότι τη χώρα αυτή την ξεπουλήσαμε έχοντας ξεπουλήσει πρώτα την ψυχή μας “δια μίαν δολεράν καλημέραν των πρέσβεγων των αθρωποφάγων”, κατά τον Μακρυγιάννη. Άραγε θα ξαναπούμε ΟΧΙ σε επίβουλο;

                                                                       

                                                                                                                                                                        “ΜΑΚΡΥΓΙΑΝΝΗΣ”, 25-10-2010

Έτοιμη να εκραγεί η Ρουμανία

Έτοιμη να εκραγεί η Ρουμανία

 

Του Γιώργου Δελαστίκ

 

 

 

Οχι ένας και δύο, αλλά έξι (!) υπουργοί της ρουμανικής κυβέρνησης καρατομήθηκαν στις αρχές Σεπτεμβρίου – και μάλιστα όλοι οι οικονομικοί υπουργοί, αρχής γενομένης από εκείνους των Οικονομικών και της Οικονομίας – με στόχο να κατευναστεί προσωρινά η οργή των Ρουμάνων πολιτών, οι οποίοι διαδηλώνουν ασταμάτητα κατά της κυβερνητικής πολιτικής λιτότητας. Μάταιος κόπος.

Η απόφαση του προέδρου Τραϊάν Μπασέσκου να συμφωνήσει τον Μάιο με το ΔΝΤ να περικόψει κατά 25% τους μισθούς των εργαζομένων στον δημόσιο τομέα και κατά 15% τα επιδόματά τους, μαζί με την αύξηση του ΦΠΑ κατά 5 ολόκληρες εκατοστιαίες μονάδες ώστε να φτάσει στο 24%, έχει πυροδοτήσει μια ασυγκράτητη λαϊκή οργή.

Την προηγούμενη Δευτέρα κύλησε στο χώμα το κεφάλι και έβδομου υπουργού, του θεωρούμενου ως πανίσχυρου υπουργού Εσωτερικών Βασίλε Μπλάγκα. Τρία 24ωρα νωρίτερα είχαν προηγηθεί σκηνές που δύσκολα τις φαντάζεται κανείς.

Περίπου 7.000 αστυνομικοί, που πήραν μέρος σε συγκέντρωση διαμαρτυρίας που οργάνωσε το συνδικάτο τους, αποφάσισαν να προχωρήσουν σε μη εγκεκριμένη πορεία μέσα από το κέντρο του Βουκουρεστίου προς το προεδρικό μέγαρο. Απαιτούσαν να συναντηθούν με τον πρόεδρο Μπασέσκου, ο οποίος όμως δεν είχε ακόμη επιστρέψει από τη Βουλγαρία όπου βρισκόταν σε επίσημη επίσκεψη.

Οι αστυνομικοί, οι περισσότεροι των οποίων ήταν με στολή, άρχισαν να πετούν κατά του προεδρικού μεγάρου μπουκάλια και… αστυνομικά κράνη, ενώ μονάδες χωροφυλακής παρατάχθηκαν απέναντι από τους οργισμένους αστυνομικούς, ανταλλάσσοντας ύβρεις. Τουλάχιστον πέντε αστυνομικοί είχαν προσέλθει ένοπλοι στη διαδήλωση.

Ο πρόεδρος Μπασέσκου γνωστοποίησε λίγες ώρες αργότερα ότι απομακρύνει τις αστυνομικές δυνάμεις, οι οποίες υπάγονται στο υπουργείο Εσωτερικών, από την προστασία του προεδρικού μεγάρου και τις αντικαθιστά με χωροφύλακες, οι οποίοι υπάγονται στο υπουργείο Άμυνας.

Ο πρωθυπουργός Εμίλ Μποκ αρνήθηκε μάλιστα να τον συνοδεύσουν δυνάμεις της Τροχαίας από το αεροδρόμιο στην πόλη του Βουκουρεστίου. Η αντιπολίτευση κατηγόρησε τη δεξιά κυβέρνηση ότι με τις ενέργειές της προκαλεί κλίμα εμφυλίου πολέμου.

Χθες, πάνω από 5.000 δάσκαλοι και καθηγητές μέσης εκπαίδευσης διαδήλωσαν στη ρουμανική πρωτεύουσα, με αλλεπάλληλες διαδηλώσεις διαφόρων κλάδων να έχουν προγραμματιστεί γι’ αυτήν και την επόμενη εβδομάδα. Οι μισθοί των εκπαιδευτικών έπεσαν λόγω ΔΝΤ στα 200 ευρώ τον μήνα.

Παράλληλα, αποσυντίθεται σταδιακά και το εθνικό σύστημα υγείας της Ρουμανίας.
Λόγω των μέτρων λιτότητας, η κατάσταση στα νοσοκομεία είναι τραγική. Οι ασθενείς πρέπει να αγοράζουν αυτοί τα φάρμακα και το… φαγητό (!) τους, ενώ μόνο με “φακελάκι” μπορεί κανείς να τύχει υποτυπώδους περίθαλψης, καθώς οι μισθοί των γιατρών στη Ρουμανία ανέρχονται συνολικά στα 250 ευρώ μηνιαίως, όταν οι μέσες αποδοχές των κρατικών νοσοκομειακών γιατρών στην ΕΕ είναι περίπου 1.400 ευρώ. Υπό το κράτος αυτών των συνθηκών, οι Ρουμάνοι γιατροί φεύγουν μαζικά στο εξωτερικό.
Από το 2007 που έγινε ελεύθερη η μετακίνησή τους στην ΕΕ, μετανάστευσαν περισσότεροι από 6.000 Ρουμάνοι γιατροί – από το σύνολο των 41.000 γιατρών της χώρας. Μετά την περικοπή κατά 25% του γλίσχρου μισθού τους, περίπου 2.500 ακόμη γιατροί θα εγκαταλείψουν φέτος τη χώρα, επιδεινώνοντας την κατάσταση των ρουμανικών νοσοκομείων.

Η χώρα είναι συγκλονισμένη από το δράμα που εκτυλίχθηκε προ μηνός στο μαιευτήριο Τζιουλέστι του Βουκουρεστίου. Εξαιτίας της λιτότητας που έχει επιβάλει η κυβέρνηση κατ’ απαίτηση του ΔΝΤ, το μαιευτήριο δεν είχε χρήματα για την εγκατάσταση συστήματος πυρασφάλειας.

Επιπλέον, μία και μόνη νοσηλεύτρια φρόντιζε όλα τα βρέφη που βρίσκονταν στη μονάδα εντατικής νεογνών. Κάπου είχε μετακινηθεί όταν ένα βραχυκύκλωμα προκάλεσε πυρκαγιά. Εξι πρόωρα βρέφη κάηκαν ζωντανά και πολύ περισσότερα υπέστησαν σοβαρά εγκαύματα, προκαλώντας σοκ στη ρουμανική κοινωνία και αποκαλύπτοντας το βάραθρο στο οποίο έχει πέσει…

 

Οι μισοί αναπολούν τώρα τον… Τσαουσέσκου!

 

Η απόγνωση των Ρουμάνων για την εξαθλίωση της χώρας τους αποτυπώνεται με δύο τρόπους στις δημοσκοπήσεις. Ο πρώτος είναι μέσω της φραστικής καταδίκης της κυβερνητικής Δεξιάς, η οποία τον Σεπτέμβριο συγκέντρωνε ποσοστό μόνο 14,6% (!), ενώ οι σοσιαλδημοκράτες της αντιπολίτευσης, ένα κόμμα βαθύτατα διεφθαρμένο, εκτοξεύτηκαν στο 37,1%.

 Ο δεύτερος τρόπος έκφρασης είναι η νοσταλγία για το προηγούμενο καθεστώς. Στην ίδια δημοσκόπηση, το 61% των Ρουμάνων υποστηρίζει ότι “ο κομμουνισμός είναι καλή ιδέα”! Σαν να μην έφτανε αυτό, το 49% των ερωτηθέντων δήλωσαν ότι με το καθεστώς Τσαουσέσκου περνούσαν πολύ καλύτερα από όσο σήμερα! Σημεία των καιρών…

 

 

ΠΗΓΗ: «E» 6/10/2010, http://www.ethnos.gr/article.asp?catid=11826&subid=2&pubid=35218950

Κοινωνικές ανισότητες … στη Βυζαντινή Πολιτεία

Κοινωνικές ανισότητες, αποκλεισμός, κοινωνικές ταραχές και Κοινωνική πρόνοια – Φιλανθρωπία στη Βυζαντινή Πολιτεία:

 

Πραγματικότητα και το ιδανικό ενός αλλοτινού κόσμου

 

Της Αμαλίας Κ. Ηλιάδη*

 


 

Το νομικά καθορισμένο σύστημα της κοινωνικής διαστρωμάτωσης στη βυζαντινή κοινωνία στα κατώτερα οικονομικά στρώματα του πληθυσμού ήταν αδύνατο να ξεπεραστεί. Η κοινωνική κινητικότητα στις κατώτερες τάξεις ήταν ουσιαστικά ανύπαρκτη. Για το μεγάλο πλήθος των φτωχών αστών, αγροτών και δούλων, η δυνατότητα να ξεφύγουν από τις συνθήκες που τους επιβάλλονταν ήταν ελάχιστη, αν όχι ανύπαρκτη, αποκλείοντάς τους έτσι τόσο από μια διέξοδο αναζήτησης ανόδου και ευμάρειας, όσο και από τη συμμετοχή στην καθεστηκυία τάξη και τη δυνατότητα μεταβολής της κοινωνικής δομής.

Δημιουργούνταν έτσι κοινωνικές ομάδες που υπέφεραν από τις ανισότητες της κοινωνικής κατανομής χωρίς να μπορούν να μεταβάλουν τη θέση τους. Περιοριζόμαστε εδώ στις πιο προφανείς κοινωνικές ανισότητες που είχαν να κάνουν με την οικονομική κατάσταση των Βυζαντινών, χωρίς να επεκταθούμε σε άλλες που είχαν να κάνουν με τη θρησκεία, την «εθνικότητα» ή το φύλο. Κι αυτό γιατί, παρόλο που κανείς διαβάζοντας τις πηγές μπορεί εύκολα να υποθέσει ότι παγανιστές, Εβραίοι, μοναχοί, ερημίτες και γυναίκες ήταν στο στόχαστρο του κοινωνικού αποκλεισμού, ο τρόπος που γινόταν καθώς και τα όριά του είναι δύσκολο να προσδιοριστούν ακριβώς.

Αυτό που είναι σίγουρο, ωστόσο, είναι ότι η αντίδραση των ομάδων που υφίσταντο τις οικονομικές και κοινωνικές πιέσεις της καθεστηκυίας τάξης εξαντλείτο με τη συμμετοχή τους στις όχι σπάνιες εσωτερικές ταραχές και εξεγέρσεις. Σ’ αυτές συνεργούσαν ποικίλοι παράγοντες, εθνικές, πολιτικές ή θρησκευτικές αντιθέσεις, των οποίων το ειδικό βάρος είναι δύσκολο να μετρηθεί μα ακρίβεια και να διαχωριστεί από τα οικονομικά ή κοινωνικά κίνητρα. Οι περιπτώσεις λαϊκών ταραχών ή εξεγέρσεων στα διάφορα κέντρα της αυτοκρατορίας στην Πρώιμη Βυζαντινή περίοδο υπερβαίνουν τις ενενήντα. Οι περισσότερες, αν όχι όλες, είχαν αυτό το σύνθετο χαρακτήρα. Αναφέρουμε χαρακτηριστικά κάποιες, όπως ήταν οι ταραχές στην Καισάρεια γύρω στο 370-3, στην Αντιόχεια το 387 ή οι διάφορες εξεγέρσεις και στάσεις όπου πρωτοστατούσαν οι δήμοι των ιπποδρόμων των διαφόρων πόλεων με πιο γνωστό παράδειγμα τη Στάση του Νίκα.

Όπως υποδεικνύουν τα δεδομένα που έχουμε, η κοινωνική πρόνοια στο πρώιμο Βυζάντιο ήταν, σε σχέση με τον προηγούμενο ελληνορωμαϊκό πολιτισμό, πιο εκτεταμένη, αλλά και διαφορετική ως προς την έννοια και την οργάνωση. Γινόταν όχι μόνο ιδιωτικά αλλά και σε οργανωμένα ιδρύματα και περιλάμβανε την έννοια της φιλανθρωπίας όχι μόνο προς ισότιμους συμπολίτες που βρίσκονταν σε ανάγκη, αλλά επίσης προς τις κατώτερες, μη προνομιούχες κοινωνικές ομάδες, ανεξαρτήτως φύλου, φυλής ή «εθνικότητας», αφού όλοι οι άνθρωποι θεωρούνταν «αδελφοί». Η αρχή αυτής της φιλοσοφίας βρίσκεται όχι μόνο στη χριστιανική διδασκαλία, αλλά και στη φιλανθρωπική και ανθρωπιστική δράση των ανθρώπων της Εκκλησίας των πρώτων χριστιανικών αιώνων. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος. Ο Πατριάρχης της Κωνσταντινουπόλεως όχι μόνο μοίρασε όλη την προσωπική του περιουσία στους φτωχούς της Αντιόχειας, αλλά και κήρυσσε παντού το ενδιαφέρον για τους «αδελφούς φτωχούς» με αποτέλεσμα μια σχετική εξισορρόπηση στην κοινωνική θέση φτωχών, δούλων και άλλων μη προνομιούχων πολιτών, που του απέδωσε το γνωστό χαρακτηρισμό, από το μελετητή J.B. Bury, του «σχεδόν σοσιαλιστή»!

Την Εκκλησία ακολουθούσε στη φιλανθρωπική της δράση και το Κράτος. Όλοι σχεδόν οι αυτοκράτορες και οι αυτοκράτειρες της Πρώιμης Βυζαντινής Περιόδου έλαβαν μέτρα – προσωπικά και νομοθετικά – και, σε συνεργασία με πλούσιους πολίτες-ευεργέτες, έφτιαξαν συγκεκριμένη υλική υποδομή για την εφαρμογή ενός προγράμματος ευρείας κοινωνικής πρόνοιας. Η υποδομή αυτή περιλάμβανε ένα φάσμα φιλανθρωπικών ιδρυμάτων εκ των οποίων αρκετά μας είναι σήμερα γνωστά από τις πηγές. Νοσοκομεία είχαν ιδρυθεί στην Καισάρεια, στην Κωνσταντινούπολη, στην Ιερουσαλήμ, την Έδεσσα της Συρίας, την Άμιδα και αλλού. Ξενώνες(άσυλα) υπήρχαν στην Έφεσο, στη Σκυθόπολη, την Ιεριχώ, την Ιερουσαλήμ, την Κωνσταντινούπολη, όπως επίσης και Γηροκομεία στην πρωτεύουσα και την Παλαιστίνη. Άλλα φιλανθρωπικά ιδρύματα, διάσπαρτα σε πολλές πόλεις της αυτοκρατορίας, ήταν βρεφοκομεία, ορφανοτροφεία, πτωχεία (πτωχοκομεία), αναμορφωτήρια για εκδιδόμενες γυναίκες, ξενοταφεία (χώροι στα νεκροταφεία για την ταφή απόρων), τυφλοκομεία και άλλα.


Τα κοινωνικά φύλα και οι ρόλοι τους.


Η βυζαντινή κοινωνία ήταν μια πατριαρχική κοινωνία και μάλιστα αρκετά συντηρητική ώστε να έχει θεσμοθετήσει συγκεκριμένους ρόλους για τους άνδρες και τις γυναίκες (και για το «τρίτο κοινωνικό φύλο», τους ευνούχους) τόσο στην ιδιωτική όσο και στη δημόσια ζωή. Οι θεσμοί αυτοί ήταν δεσμευτικοί, όχι όμως με απόλυτο τρόπο, αφού πολλές φορές η πραγματικότητα που μας παραδίδουν τα κείμενα είναι κάπως διαφορετική. Η πατριαρχία ήταν στην πράξη λιγότερο ασφυκτική μέσα από την υπαρκτή διέξοδο της βυζαντινής γυναίκας να μην αφοσιωθεί σε μια οικογένεια και ένα σύζυγο αλλά να ζήσει σ’ ένα γυναικείο μοναστήρι αφιερώνοντας τη ζωή της στο Θεό. Ο αποκλεισμός των γυναικών από τη δημόσια ζωή μπορούσε να σπάσει σε κάποιες περιπτώσεις όπου αυτές ήταν αναγκασμένες από τα πράγματα να ενισχύσουν οικονομικά τα σπίτια τους, είτε στις αγροτικές κοινότητες, είτε στις πόλεις, ασκώντας ένα βιοποριστικό επάγγελμα. Και βέβαια δεν ήταν λίγες οι ξεχωριστές προσωπικότητες βυζαντινών γυναικών που έπαιζαν καθοριστικό ρόλο στην πολιτική και κοινωνική ζωή της δικής τους εποχής αλλά και στο μέλλον του Βυζαντίου, είτε ήταν απλές γυναίκες του λαού, όπως η αυτοκράτειρα Θεοδώρα, είτε ήταν εξέχουσες εκπρόσωποι της αυτοκρατορικής αυλής ή της αριστοκρατίας, όπως η αυτοκράτειρα Ελένη, η Ιουλιανή Ανικία, η Γάλλα Πλακιδία και άλλες. Όμως και οι ευνούχοι, ως ξεχωριστή κοινωνική κατηγορία, είχαν ένα υπαρκτό και σημαντικό ρόλο.


Δημόσιοι ρόλοι.


Στη δημόσια ζωή του πρώιμου βυζαντινού κράτους κυριαρχούσε η ανδρική παρουσία και δραστηριότητα τόσο θεσμικά όσο και στην πράξη. Στο βασικότερο εφόδιο των παιδιών για το μέλλον τους, τη μόρφωση, είχαν δικαίωμα μόνο τα αγόρια. Αν και αγόρια και κορίτσια μάθαιναν τα πρώτα γράμματα από τη μητέρα τους, στο σπίτι, μετά μόνο τα αγόρια μπορούσαν να φοιτήσουν στα σχολεία, με σπανιότατες εξαιρέσεις στον κανόνα αυτό. Άνδρες είναι αυτοί που παραδίδονται ως πρωταγωνιστές σε όλες τις πλευρές της δημόσιας ζωής (οικονομική, πολιτική, θρησκευτική, στρατιωτική, πνευματική) μέσα από πηγές γραμμένες και πάλι μόνο από άνδρες. Εξάλλου, από νωρίς οι Πατέρες της Εκκλησίας είχαν περιγράψει με τα μελανότερα χρώματα τη γυναικεία φύση και την επικίνδυνη επιρροή της στους άντρες, και πρόβαλλαν ως ιδανικό της σωστής κόρης και συζύγου την πλήρη υποταγή στον πατέρα και το σύζυγο. Η πολιτεία είχε θεσμοθετήσει τον αποκλεισμό της γυναίκας από κάθε δημόσια δραστηριότητα. Έπρεπε να ζει περιορισμένη και απομονωμένη στο σπίτι μακριά από τα μάτια των ανδρών, να ασχολείται με το νοικοκυριό και την ανατροφή των παιδιών έχοντας συνείδηση της κατωτερότητας του φύλου της.

Στην πράξη όμως, η θέση της γυναίκας ήταν διαφορετική, χωρίς βέβαια να είναι ποτέ ισότιμη με του άνδρα. Πολλές γυναίκες βγήκαν στη δημόσια ζωή και σταδιοδρόμησαν επαγγελματικά. Σε κείμενα του 4ου αιώνα και μεταγενέστερα παραδίδονται μαρτυρίες για γυναίκες που πέρα από την κατασκευή των βυζαντινών υφασμάτων (που θεωρούνταν οικιακή εργασία) ασκούσαν για βιοπορισμό το επάγγελμα της ιατρού, της ιατρομαίας, της μαίας, της καλλιγράφισσας ή και της ναυκλήρισσας. Τις μεγαλύτερες δυνατότητες συμμετοχής στην οικονομική στην οικονομική ζωή είχαν οι χήρες που, αν δεν ξαναπαντρεύονταν, διατηρούσαν το δικαίωμα της κυριότητας και διαχείρισης της οικογενειακής περιουσίας. Πολλές γυναίκες αριστοκρατικής καταγωγής επιδίδονταν επίσης σε έργα ευποιίας, όπως η ίδρυση γηροκομείων, οι δωρεές για την ανέγερση ναών και η εθελοντική εργασία στα νοσοκομεία της εποχής. Και βέβαια δεν πρέπει να ξεχάσουμε τις ξεχωριστές προσωπικότητες γυναικών που διαδραμάτισαν σημαντικό ρόλο στην εξέλιξη του βυζαντινού κράτους όπως η αυτοκράτειρα Ελένη και Θεοδώρα.

Η βυζαντινή κοινωνία μας επιφυλάσσει μια ακόμη κατηγορία του ανδρικού φύλου που όμως είχε κάποια διαφορετικά χαρακτηριστικά από τους άλλους: ήταν οι ευνούχοι. Η ύπαρξη ευνούχων δεν ήταν άγνωστη στην αρχαία Ελλάδα και τη Ρώμη, αλλά την πρώιμη Βυζαντινή περίοδο γνώρισαν σαφώς σημαντική αύξηση καθώς φαίνεται ότι έγιναν ζωτικό στοιχείο της αυτοκρατορικής αυλής από τη βασιλεία του Διοκλητιανού και μετά. Οι αυτοκράτορες τους προσλάμβαναν ως προσωπικό των ανακτόρων γιατί δεν μπορούσαν να διεκδικήσουν το θρόνο ούτε απειλούσαν τη γνησιότητα των τέκνων της αυτοκρατορικής αυλής. Επιπλέον όμως, οι ευνούχοι βοηθούσαν ιδιαίτερα τον αυτοκράτορα στα καθήκοντά του εφόσον ήταν προσωπικοί του βοηθοί και το άμεσο περιβάλλον του. Η εγγύτητα και η οικειότητά τους προς τον αυτοκράτορα και τις γυναίκες της Αυλής, τις οποίες υπηρετούσαν και πρόσεχαν, τους έδωσαν σημαντικό ρόλο στην πρώιμη βυζαντινή κοινωνία μέσω της επιρροής που ασκούσαν. Ωστόσο, σε πολλά κείμενα διακρίνουμε μια γενική αντιπάθεια του βυζαντινού λαού προς τους ευνούχους.


Ιδιωτικοί ρόλοι – Η οικογένεια.


Η ηλικία γάμου για τους Βυζαντινούς ήταν τα 15 με 25 περίπου χρόνια για τα αγόρια και τα 13 έως 16 για τα κορίτσια. Στην όλη διαδικασία του γάμου αποφασιστικό ρόλο έπαιζε η συναίνεση των δύο συζύγων και απαιτούνταν η προσωπική υπευθυνότητα του καθενός. Ωστόσο, ο γάμος δεν αποκτούσε πλήρη υπόσταση και ισχύ πριν αποδειχθεί η δυνατότητα της νύφης να συμπληρώσει τον αναπαραγωγικό σκοπό της οικογένειας, πριν γεννήσει δηλαδή ένα παιδί. Την τελευταία αυτή ρύθμιση υπαγόρευε το παλιό ρωμαϊκό δίκαιο. Και οι δύο σύζυγοι είχαν το δικαίωμα να ζητήσουν διαζύγιο. Οι γυναίκες σε περίπτωση μοιχείας ή παρανομίας ή διάπραξης ενέργειας που στρεφόταν εναντίον της ενώ οι άνδρες μπορούσαν να ασκήσουν το ίδιο δικαίωμα και σε ενδεχόμενη περίπτωση ανυπακοής ή ανάρμοστης συμπεριφοράς της συζύγου.

Μέσα στην οικογένεια, το βασικό κύτταρο της βυζαντινής κοινωνίας, οι σύζυγοι, σύμφωνα με τη χριστιανική διδασκαλία όφειλαν να επιδεικνύουν αρετή και πίστη. Ιδιαίτερα οι γυναίκες είχαν ως αποκλειστικό σκοπό στη ζωή το γάμο και την τεκνοποιία ενώ η θέση τους μέσα σ’ αυτόν ήταν παραδοσιακά κατώτερη από του άνδρα. Οικονομική βάση της νέας οικογένειας ήταν η προίκα της γυναίκας.

Όσο για τα παιδιά, τα αγόρια ήταν πιο καλοδεχούμενα γενικά από τα κορίτσια αφού τα τελευταία σήμαιναν για τους γονείς τη μελλοντική υποχρέωση προικοδότησης που ήταν ιδιαίτερα βαριά για οικογένειες με χαμηλό εισόδημα και μικρή ή ανύπαρκτη περιουσία. Ωστόσο, δεν μπορούμε να πούμε ότι τα κορίτσια αντιμετωπίζονταν αρνητικά αφού συμμετείχαν στις διάφορες οικογενειακές υποχρεώσεις εξισορροπώντας έτσι τα αρνητικά επακόλουθα της γέννησής τους. Στα κατώτερα κοινωνικά στρώματα του πληθυσμού, οι προοπτικές που ανοίγονταν για ένα παιδί μέχρι τα χρόνια του Ιουστινιανού ήταν η πλήρης άρνηση και εγκατάλειψη από τους γονείς, η εκμετάλλευση (πρακτική εκμετάλλευση ή ακόμη και πώληση), και ο γάμος σε κάποια ηλικία ή η καταφυγή σε μοναστήρι.


Η περίπτωση ενός αγίου: Νικόλαος ο εν Βουνένοις.


Ο Άγιος μάρτυς Νικόλαος, καταγόμενος από την Ανατολή, έζησε περί τα τέλη του 9ου και τις αρχές του 10ου μ. Χ. αιώνος. Διακρινόμενος παιδιόθεν για την μεγάλη ευσέβειά του, κατετάγη στον στρατό και, λόγω της σπουδαίας φήμης για την ανδρεία του, σύντομα διορίστηκε από τον αυτοκράτορα Λέοντα ΣΤ΄ τον Σοφό (886-912) διοικητής αποσπάσματος χιλίων ανδρών, που απεστάλη στη Θεσσαλία για την φρούρηση της Λάρισας. Τον Απρίλιο του 901, οι Άραβες, οι οποίοι τρομοκρατούσαν την εποχή εκείνη τις παράκτιες επαρχίες της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, κατέλαβαν την πόλη της Δημητριάδος (του σημερινού Βόλου) και προχώρησαν προς το εσωτερικό της Θεσσαλίας, εν μέσω λεηλασιών και αφανισμού του χριστιανικού στοιχείου της επαρχίας. Ο Νικόλαος, αντιλαμβανόμενος ότι δεν ήταν σε θέση να αντισταθεί, αφενός έδωσε εντολή να εκκενωθεί η πόλη της Λάρισας, αφετέρου κατέφυγε, με την συνοδεία μερικών ανδρών, σε σκήτη ασκητών, που εγκαταβίωσαν στα όρη κοντά στον Τύρναβο (16 χλμ. Β.Δ της Λάρισας), ανακαλύπτοντας εκεί, δια της προσευχής και της νηστείας, την πραγματική ειρήνη. Μάλιστα, κατά την διάρκεια νυκτερινής προσευχής του Νικολάου και των συνασκητών του, εμφανίσθηκε άγγελος, ο οποίος τους ανήγγειλε ότι έπρεπε να ετοιμασθούν για να λάβουν σύντομα τον στέφανο του μαρτυρίου.

Λίγες ημέρες αργότερα, οι επιδρομείς επιτέθηκαν στην ορεινή σκήτη. Οι χριστιανοί στρατιώτες, εμψυχωμένοι από τα φλογερά λόγια του Νικολάου και την αγάπη τους για τον Θεό, αρχικά επικράτησαν στη μάχη με τους επιδρομείς, ωστόσο, στη συνέχεια, περικυκλώθηκαν. Αφού υπεβλήθησαν σε φρικτά βασανιστήρια, για να απαρνηθούν την πίστη τους, χωρίς αποτέλεσμα, ωστόσο, για τους βασανιστές τους, εν τέλει υπέκυψαν στα μαρτύριά τους, λαμβάνοντας έτσι τον στέφανο του μαρτυρίου. Ήσαν δε άνδρες δεκατρείς (Αρδόμιος ή Αρμόδιος, Γρηγόριος, Ιωάννης, Δημήτριος, Μιχαήλ, Ακίνδυνος, Θεόδωρος, Παγκράτιος, Παύλος, Χριστόφορος, Παντολέων, Ευόδιος και Αιμιλιανός) και γυναίκες δύο (Ειρήνη και Πελαγία).

Ο μόνος που κατόρθωσε να διαφύγει ήταν ο άγιος Νικόλαος, ο οποίος κατέφυγε στο φαράγγι Βούνεση, πλησίον της πόλεως της Καρδίτσας, όπου, ζώντας για μικρό χρονικό διάστημα σε σπήλαιο στα ριζά μιας μεγάλης βελανιδιάς και νικώντας τα πάθη και τις επιθέσεις των δαιμόνων, διέλαμψε ενώπιον του Θεού και των αγγέλων του, με την λαμπρότητα των αρετών του. Εκεί ανακαλύφθηκε, εν τέλει, και συνελήφθη από τους βαρβάρους, οι οποίοι δεν είχαν παύσει να τον αναζητούν. Παρά τα βασανιστήρια, στα οποία υπεβλήθη για να απαρνηθεί την πίστη του στον Θεό, ο Νικόλαος αποκρίθηκε ότι θα παρέμενε πιστός μέχρι τελευταίας αναπνοής, με αποτέλεσμα να δεχθεί χλεύη και λοιδορίες από τους βαρβάρους, οι οποίοι στο τέλος τον διεπέρασαν με την ίδια τη λόγχη του.

Το σκήνωμα του Αγίου παρέμεινε για πάνω από 80 έτη κρυμμένο στην κουφάλα της βελανιδιάς, θαυματουργικά άθικτο από τη φθορά και τα αγρίμια και ανακαλύφθηκε, τελικά, περί το 985, κατόπιν οράματος, από τον πάσχοντα από ανίατη λέπρα δούκα της Θεσσαλονίκης, Ευφημιανό.

Κατά το Συναξαριστή του Αγίου Νικοδήμου του Αγιορείτου και τους επιμέρους βίους των αγίων του Συμεών του Μεταφραστή, ολόκληρη η κοινωνική κλίμακα αγιοποιείται εκπροσωπούμενη από εξαιρετικές περιπτώσεις ανθρώπων-αγίων: Πατριάρχες, αρχιερείς, ιερείς, διάκονοι, μοναχοί, παρθένοι μοναχοί, βασιλείς, αυτοκράτειρες, βασιλομήτορες, αρχόντισσες, φτωχοί άνθρωποι του λαού, όλοι, ανεξάρτητα απ’ την κοινωνική τους θέση έχουν τη δυνατότητα να αγιοποιηθούν, ανάλογα με το ύψος της αρετής στο οποίο έχουν φτάσει. Επίσης την ίδια δυνατότητα αγιοποίησης, σε σχέση με τα ανώτερα κοινωνικά στρώματα έχουν, άνδρες και γυναίκες, των κατωτέρων λαϊκών τάξεων: γαιοκτήμονες, γεωργοί, τσαγκάρηδες, σκυτοτόμοι, όλοι, παντρεμένοι και ανύμφευτοι, σύμφωνα με τον ιερό Χρυσόστομο, μπορούν να μετέχουν της αγιότητας: «Δυνατόν και σφόδρα δυνατόν, και γυναίκας έχοντας την αρετήν μετιέναι, εάν θέλωμεν. Πώς; Εάν έχοντες γυναίκα ως μη έχοντες ώμεν. Εάν μη χαίρωμεν επί κτήσεσιν. εάν τω κόσμω χρώμεθα, ως μη καταχρώμενοι. Οι δε τινες ενεποδίσθησαν από γάμου ιδέτωσαν, ότι ουχ ο γάμος εμπόδιον, αλλ’ η προαίρεσις η κακώς χρησαμένη τω γάμω. Επεί ουδέ ο οίνος ποιεί την μέθην, αλλ’ η κακή προαίρεσις, και το πέραν του μέτρου χρήσθαι. Μετά συμμετρίας τω γαμώ χρώ, και πρώτος εν τη βασιλεία έση, και πάντων απολαύσεις των αγαθών».

Με τον τρόπο αυτό, οι ποικίλες κοινωνικές ανισότητες, ο αποκλεισμός, οι κοινωνικές ταραχές και η δυνατότητα της Κοινωνικής πρόνοιας-Φιλανθρωπίας στη Βυζαντινή Πολιτεία να άρει τα ανθρώπινα, κοινωνικά δεινά προσβλέπουν στο ιδανικό ενός κόσμου που περνά μέσα από την έννοια της αγιότητας και διαχέεται αενάως στο υλικό και πνευματικό πεδίο της ανθρώπινης ύπαρξης.


Ενδεικτική βιβλιογραφία:

 

Charanis, P. The monastic properties and the State in the byzantine empire, Dumbarton Oaks Papers, 4, 1948.

Constantelos, D.J. Byzantine philanthropy and social welfare. New Brunswick, New Jersey: University Press, 1968.

Διαμαντοπούλου, Α. «Η τρίτη Οικουμενική Σύνοδος εν Εφέσω», Θεολογία, 1931, 1932 και 1933.

Διαμαντοπούλου, Α. «Η τετάρτη Οικουμενική Σύνοδος εν Χαλκηδόνι», Θεολογία, 1936, 1937 και 1938.

Diehl, C. “Byzantine Civization”, The Cambridge Medieval History, IV, 1923, pp.745-777.
Διομήδου, Α. Ν. Βυζαντιναί μελέται. Τόμοι Α΄-Β΄, Αθήναι: Παπαζήσης, 1942-1946 (Β΄έκδοση τόμ. Α, 1951).

Διομήδου, Α. Ν. «Η εξέλιξις της φορολογίας της γης εις το Βυζάντιον», Επετηρίς της Εταιρείας Βυζαντινών Σπουδών, τόμ. 19, 1949.
Dowey, G. Justinian and the imperial office. Cincinnati, University of Cincinnati Press, 1968.

Dvornik, F. Early Christian and byzantine political philosophy. Origins and background. Washington: 1966 (δύο τόμοι).

Ζακυθηνού, Δ. Α. Βυζάντιον: Κράτος και κοινωνία. (Ιστορική επισκόπησις). Αθήναι: Ίκαρος, 1951.

Δημητρίου Σοφιανού, Ο άγιος Νικόλαος ο εν Βουναίνη. Βίος και πολιτεία. Κριτική έκδοση, παρατηρήσεις. Εκδόσεις Ακρίτας.

Head, Thomas. Hagiography and the Cult of Saints. The Diocese of Orleans, 800-1200. Cambridge: Cambridge University Press, 1990.

Μελέτες για την Ιστορία του Βυζαντίου της Αμαλίας Κ. Ηλιάδη, φιλολόγου-ιστορικού, βυζαντινολόγου:

Οι Βίοι των Αγίων της Βυζαντινής περιόδου ως ιστορικές πηγές. (Σημειώσεις και παρατηρήσεις για τα Βυζαντινά αγιολογικά κείμενα της Μέσης περιόδου: 7ος -10ος αιώνας). Αυτοέκδοση. Τρίκαλα 2006. ISBN 960-92360-5-7. (σελ. 468)
Σημειώσεις και παρατηρήσεις στην ιστορία της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας απ’ τον 11ο ως τον 15ο αι. Τα αγιολογικά κείμενα της περιόδου. (Συμβολή στη μελέτη των βίων των αγίων ως ιστορικών πηγών). Αυτοέκδοση. Τρίκαλα 2006. ISBN 960-92360-6-5. (Σελ. 361).

 

 

* Η Αμαλία Κ. Ηλιάδη είναι φιλόλογος-ιστορικός (Μεταπτυχιακό Δίπλωμα Βυζαντινής Ιστορίας απ’ το Α.Π.Θ.)  /Υπεύθυνη Σχολικής Βιβλιοθήκης  2ου ΕΠΑΛ Τρικάλων, ailiadi@sch.gr, http://users.sch.gr/ailiadi, http://blogs.sch.gr/ailiadi, http://www.matia.gr

Η γεωπολιτική του νέο-οθωμανισμού

Α. ΝΤΑΒΟΥΤΟΥΓΛΟΥ: Η γεωπολιτική του νέο-οθωμανισμού – οι αξίες στην υπηρεσία της Ισχύος.

Του Σπύρου Κουτρούλη

Ο Α. Νταβούτογλου στο βιβλίο του «Το στρατηγικό βάθος: Η διεθνής θέση της Τουρκίας» (Εκδόσεις Ποιότητα, Μετάφραση Νικ.Ραυτόπουλος, Επιστημονική Επιμέλεια Ν. Σαρρής, Αθήνα 2010), επιχειρεί να θεμελιώσει το νέο στρατηγικό δόγμα της Τουρκίας, να θέσει τους νέους στόχους της και να διακρίνει με ένα καινοτόμο τρόπο τους εχθρούς από τους φίλους της.

Aποζημιώσεις Ελλήνων θυμάτων Μικρ. Καταστροφής

 

Οι αποζημιώσεις Ελλήνων θυμάτων της Μικρασιατικής Καταστροφής. Μία νέα εξέλιξη

 

Του Φάνη Μαλκίδη*

 

 

Πριν δύο ακριβώς χρόνια είχαμε κάνει γνωστή την υπόθεση των αποζημιώσεων των θυμάτων της Γενοκτονίας Ελλήνων και Αρμενίων. Είχαμε αναφέρει ότι  η    απόπειρα του πρωτεργάτη της γενοκτονίας των Ελλήνων και των Αρμενίων Ταλάατ Πασά να εισπράξει «υπέρ των Αρμενίων» τις αποζημιώσεις των ασφαλιστηρίων ζωής που κατέβαλαν για χρόνια οι άνθρωποι που ο ίδιος    εξόντωσε, φανερώνει το θράσος του θύτη, ακόμη βεβαίως και σήμερα με τη στάση της επίσημης Τουρκίας.
Ο Henry Morgenthau πρεσβευτής των ΗΠΑ στην Κωνσταντινούπολη, πρόεδρος της Επιτροπής Αποκατάστασης προσφύγων,  στο βιβλίο του  «Henry Morgenthau Ambassador Morgenthau' s story ( Νew York 1919) αναφέρει τα εξής: «Μία μέρα ο Ταλαάτ πασά μου έκανε  την πιο εκπληκτική ίσως παράκληση, που είχα ακούσει στη ζωή μου. Οι ασφαλιστικές εταιρείες της Νέας Υόρκης  Life Insurance Company και Equitable είχαν επί πολλά χρόνια αρκετούς Αρμένιους πελάτες. Η έκταση στην οποία αυτοί οι άνθρωποι ασφαλίζονταν ήταν ακόμη μία απόδειξη του επιχειρηματικούς τους πνεύματος. Θα επιθυμούσα μου είπε ο Ταλαάτ να πείσετε τις αμερικανικές ασφαλιστικές εταιρείες να μας στείλουν έναν πλήρη κατάλογο όσων Αρμενίων έχουν κάνει ασφάλεια ζωής. Είναι ουσιαστικά όλοι τους νεκροί τώρα και δεν έχουν αφήσει κληρονόμους για να εισπράξουν τις αποζημιώσεις. Φυσικά όλα αυτά τα χρήματα πρέπει να περιέλθουν τώρα στο τουρκικό κράτος. Η κυβέρνηση είναι πλέον ο ευεργετούμενος. Θα το κάνετε αυτό; Αυτό που μου ζητούσε ήταν τόσο παράλογο ώστε έχασα τη ψυχραιμία μου. Δεν πρόκειται να πάρετε τέτοιον κατάλογο από εμένα είπα και αμέσως σηκώθηκα και έφυγα».

Το παραπάνω σημείο από το βιβλίο του  Χένρυ Μοργκεντάου έδωσε το έναυσμα στον Αρμένιο δικηγόρο από τη Σπάρτη της Πισιδίας Βαρτκές Γεγκιαγιάν να ξεκινήσει  το 1987  δικαστικό αγώνα στην Πολιτεία της Καλιφόρνια  με σκοπό να διεκδικήσει υπέρ των απογόνων των θυμάτων της γενοκτονίας  τις  αποζημιώσεις.

 Μετά τον αγώνα του  Γεκαγιάν και δικαστικές αποφάσεις,   οι ασφαλιστικές εταιρείες New York Life Insurance Co και ΑΧΑ, υποχρεώθηκαν να καταβάλουν σε Αρμένιους δικαιούχους το συνολικό ποσό των 53 εκατομμυρίων δολαρίων. 

Στα αρχεία όμως της New York Life Insurance Co υπήρχαν και ελληνικά ονόματα, μεταξύ των οποίων και του Μητροπολίτη Σμύρνης Χρυσόστομου. Στις 4 Σεπτεμβρίου 2008 η New York Life Insurance Co ανακοίνωσε ότι θα αποζημιώσει Έλληνες δικαιούχους, κάτι που έγινε τελικά το Μάρτιο του 2010.  

Το γεγονός των αποζημιώσεων παραμένει εδώ  και καιρό την Αρμενική πλευρά.  Μάλιστα στις ΗΠΑ κατατέθηκε η πρώτη  αγωγή που στρέφεται κατά  της Τουρκικής Δημοκρατίας, με την οποία διεκδικούνται  αποζημιώσεις για την κινητή και ακίνητη περιουσία που έχασαν όταν εκδιώχτηκαν από τις πατρογονικές τους εστίες.

Η αγωγή στρέφεται και κατά δύο μεγάλων τουρκικών τραπεζών: της Κεντρικής Τράπεζας της Τουρκίας και της αρχαιότερης στη χώρα Ziraat Bankasi, η οποία λειτουργεί και στην Ελλάδα και στην οποία κατατέθηκαν οι καταθέσεις από το κεφαλικό φόρο του 1942, με τον οποίο εξολοθρεύτηκαν οικονομικά οι Έλληνες και οι Αρμένιοι.

Για την ελληνική πλευρά,  η νεώτερη εξέλιξη είναι ότι σε καταλόγους ευρωπαϊκής τράπεζας περιλαμβάνονται ονόματα Ελλήνων από τη Μικρά Ασία και την Κωνσταντινούπολη.

Ο κατάλογος ονομάτων Ελλήνων αφορά αυτούς που  είχαν τραπεζικούς λογαριασμούς σε Ευρωπαϊκή Τράπεζα πριν από το 1920. Εξ όσων είναι γνωστό η Ευρωπαϊκή αυτή Τράπεζα δεν έχει εξοφλήσει τους δικαιούχους, ανάμεσά τους και γνωστοί Έλληνες της εποχής, όπως η οικογένεια Αλτιναμάζη της  Αδριανούπολης, η οποία μετά τη Γενοκτονία εγκαταστάθηκε στην Αλεξανδρούπολη. 

Η είδηση αυτή αποτελεί μία νέα και σημαντική εξέλιξη, αφού είναι ένα ακόμη περαιτέρω βήμα στην αναγνώριση και διεθνοποίηση της γενοκτονίας.

Βήμα για το οποίο πέρα από ιδιοτέλειες και συμφέροντα, θα πρέπει να γίνει γνωστό παντού, όπου υπάρχουν προσφυγικές κοινότητες και προσφυγικοί πληθυσμοί.

 

 

ΟΝΟΜΑΤΑ ΕΛΛΗΝΩΝ ΜΕ ΚΑΤΑΘΕΣΕΙΣ ΣΕ ΕΥΡΩΠΑΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ ΠΟΥ ΔΕΝ ΕΧΟΥΝ ΕΙΣΠΡΑΧΘΕΙ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΔΙΚΑΙΟΥΧΟΥΣ ΤΟΥΣ
ΥΠΟΚΑΤΑΣΤΗΜΑ ΤΟΥ ΓΑΛΑΤΑ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΗΣ
ΠΡΙΝ ΑΠΌ ΤΟ 1920


C. Nicolaidi

Adam Bros

Siniossoglou Ralli & Co

C. Papadaki

N. Th. Pantazopoulos

D. D. Diamandoglou

Stylianos Diamandoglou & Sons

G. & E. Enstriatiadis

Karalambo & Metras

Jean F. Kiliaridis

N. Alevropoulo

Ananiadis
Eleftheres Mavropoulo

G. Kendros

E. Poulas & C. Adrianopel

Grizagoridis Bros

D.B. Nicolaidis-Tripo

Nico Seferoglou

Gleanthis Hazzopoulo

Elias Caracoz Freres

Montias Bros

D. Th. Frangopoulos

D. G. Chaviaras

M. Vassiliadis & Co

B. M. Prinaris

N. Madjaraki, Kokinos & Co

Raphael Camhi & Sons and Demosthene R. Corpi

Nicolas Pitaris

Siroun J. Dion

Nicolas H. Demetriades

Ar. Altinalmazis & Co

Adrianople
D. Th. Thanos

S.E. Eliadis

S. Couroubakalis

Friedmann, Troyanos & Co

M. Parisis & Sons

M. Joradanides & Sons

Georges C. Theodoridis

Christos Sarropoulos

Panayotis G. Exarchos

Basile C. Malatakis

Th. Frangatos

H. C. Chryssostomos,

Nicolas Metzes & Haralambos Metzes

Christo Savaides & Sava Haralambiades

Joseph Notrica – Rhodes

Jean Abazoglou ???

C. Elefteropoulo Bros

Photios L. Viris & Sons

P.A. Callinicos

Alexandre S. Christodoulides

Th .E. Vitoulia & Sons

M. G. Cladoyeni & M. Azioti

Georges Goussopoulo

J. Pingopoulo & Co

Panteli Matritides

Nicolas J. Syrmas

N. Nicoglou Bros

S. Vassiliades & S.G. Papazoglou

Thedoridi Bros

Issakides Christo

C. Stelianides

Abraham Mayorkas

D. Lambrides

P. Seitanides

Stefanos H. A. Efthides

C. Petzalis & El. Dounias

N.A. Kyriakides

P. Xanthopoulo & D. Vattis

Constantin Ivrakis

N. Camilieris & Co

Georgiades & Tchaoussoglou

C. Myrodis & Bros

D. M. Tsongopoulo

Toumpouli Bros

D. Sakellarides

Evdhokios Hadji Simeionidi

N. A. Kyriakides

Andovalloglou Bros

K. B. Joannides

G. Capayannides – Trabizon

Antoine Siderides – Pera

G.P. Papazoglou

J. Petrochiles & Sons

Hadji Janni Papadopoulo

Dr. Koufis & Co Jean Altizoplou

A. J. Anagnostopoulo

Fotis G. Movroghenis & Co

Hadji Andoniou Bros

A. G. Dhimopoulo

Paul C. Paleologou

Jean A. Louizos

Georges Caloumenos

Styl. Kaneleas

Nicolas Tantiras

Jean Chiliades

Eang. Chr. Evangelinos

Pavlides & Mouratis

G. Pestamozoglou Sons

G. & J. Georgiades

N. Camilieris & Co

Portocaloglou Sons

Dom. Dandoria – Pera

Antoine M. Panopoulos

Eust. S. Sapoundjakis

Andavalloglou Bros – Samsoun

J. M. Kazazis- Edramid

Viktor A. Demetriades

Socrate Th. Cosmides

Ch. Patrikiades Sons

I. S. Pavlides & Sons

D.A. Caldis & Co

Ap. Anastassiades

Donas & B. Vayakis – Pera

Sarropoulo & Margaritoff

Pascalides Bros

A. D. Zachariades

Siniossoglou & Asquitides

N. Camilieris & Co – Pera

 

ΟΝΟΜΑΤΑ ΕΛΛΗΝΩΝ ΜΕ ΚΑΤΑΘΕΣΕΙΣ ΣΕ ΕΥΡΩΠΑΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ ΠΟΥ ΔΕΝ ΕΧΟΥΝ ΕΙΣΠΡΑΧΘΗ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΔΙΚΑΙΟΥΧΟΥΣ ΤΟΥΣ
ΥΠΟΚΑΤΑΣΤΗΜΑ ΣΜΥΡΝΗΣ
ΠΡΙΝ ΑΠΌ ΤΟ 1920


E. N. Aidinopoulo

Pol. Vidori

Evanghelinos & D. Tantiras

M. H. Politi

Basile Stephanides

Efstratiou Faipeas

S. & E. Elliades

M. G. Zangrides

Pericles Paleologou

Euuripedes Caloumenos

Mouzalis
C. Gasparis & Co Gregoriou Bros

J. Stamatiadhis

I. G. Tozakoglou

J. Tsintsinis

Pandeli D. Cassapoglou

H. Georgiades & Co

P. A. Melacopides

S. B. Stampadopoulos & Co

N. J. Papazoglou

Basile N. Pappadopoulo

Nicolas Hadji Nicolaides

C. Veropoulo

Vrassidas Faippeas

Costas M. Souyouldjoglou

C. Georgiades & Sons

Pavlides & Mouratis

Eustratios Hodja Gabriloglou Bros

Ippocrate Kiokpassoglou

Katsanopoulo Bros

 

 

28-8-2010

 

* Ο Φάνης Μαλκίδης είναι μέλος της Διεθνούς Ένωσης Ακαδημαϊκών για τη Μελέτη των Γενοκτονιών,   http://malkidis.blogspot.com