Αρχείο κατηγορίας Άνω θρώσκοντες και φιλοσοφούντες

Άνω θρώσκοντες και φιλοσοφούντες

Θρησκείες – η πρόταση της νεωτερικότητος

Το νόημα των θρησκειών και η πρόταση της νεωτερικότητος

 

Του Νικήτα Χιωτίνη*


 

Μία προσεκτική αναδρομή στην Ιστορία του Ανθρώπου, δείχνει, με τον πιο κατηγορηματικό τρόπο, ότι πρωταρχικό του μέλημα, δηλαδή ανάγκη, υπήρξε η ερμηνεία του Κόσμου μέσα στον οποίον βρίσκεται. Με όπλο του τη Σκέψη, o Άνθρωπος πάσχιζε και πασχίζει όχι μόνο να ευκολύνει την καθημερινή του ζωή ελέγχοντας και κυριαρχώντας καταπάνω στα εχθρικά στοιχεία του περιβάλλοντός του, στα εχθρικά στοιχεία του Κόσμου μέσα στον οποίον βρέθηκε να υπάρχει, καλλίτερα  του Κόσμου μέσα στον οποίον κάθε φορά θεωρεί ότι υπάρχει, αλλά και καταπάνω στα εχθρικά στοιχεία της ίδιας του της Φύσης.

Ο τρόπος γι’ αυτό προϋπέθετε – και προϋποθέτει – την ερμηνεία αυτού του Κόσμου  και την ερμηνεία  των μυστηρίων της Ζωής, με στόχο την επέκταση της   εμβέλειάς προς αυτόν τον Κόσμο, με στόχο, μ’ άλλα λόγια, να τον φέρει στα μέτρα του, για να αποκτήσει νόημα και υπαρξιακό ρόλο μέσα σ’ αυτόν.  Αυτό θεωρούσε ως υπαρξιακή ολοκλήρωσή του, έννοια που συχνά ονομαζόταν «σωτηρία».

Αυτή η ερμηνεία, αυτή η νοηματοδότηση του Κόσμου και της Ζωής, του Χώρου και του Χρόνου, εμφανίστηκαν ήδη από την αρχή του σκεπτόμενου Ανθρώπου, στην εποχή της λεγόμενης προϊστορίας. Αυτήν την αποστολή είχαν οι Σαμάν των πρώτων ανθρωπίνων κοινωνιών, που είχαν την «ικανότητα» να επικοινωνούν με το άγνωστο και γι’ αυτό ήταν οι αρχηγοί, οι γιατροί και οι μάγοι που προδίκαζαν το αίσιον πέρας του κυνηγιού. Στη συνέχεια, η Σκέψη προς αυτήν την κατεύθυνση συστηματοποιείτο ολοένα και περισσότερο δημιουργώντας αυτό που ονομάζουμε Φιλοσοφία, με κεντρικό αντικείμενο την Οντολογία. Αυτή η Οντολογία αντιπροσωπευόταν με συστήματα «θεοτήτων», ολοένα και περισσότερο πολύπλοκων και ολοένα και περισσότερο κοντά στα ανθρώπινα μέτρα. Αυτές τις Οντολογίες λοιπόν είναι που σήμερα ονομάζουμε  «θρησκείες» – απολύτως αδόκιμα, αν θεωρούμε τη θρησκεία με τον τρόπο που τη θεωρεί σήμερα η Δύση. 

Η ιστορική εξέλιξη της στάσης του Ανθρώπου απέναντι στον Κόσμο – δηλαδή η εξέλιξη του τρόπου με τον οποίον αντιλαμβανόταν τον Χώρο, τον Χρόνο και το νόημα της Ζωής – υποδεικνύεται από την εξέλιξη αυτών των Οντολογιών. Στην λεγόμενη Προϊστορία, ο Άνθρωπος φαίνεται να υποτάσσεται στο περιβάλλον του, πασχίζοντας να επικοινωνήσει με ανερμήνευτες ακόμα υπερφυσικές δυνάμεις, για να μπορέσει να επιζήσει. Στην λεγόμενη μεγαλιθική περίοδό της, θέτει ως ζωτικό γι’ αυτόν στόχο την ύψωση του αναστήματός του στον άγνωστο γι’ αυτόν Κόσμο, με την τοποθέτηση τεράστιων όρθιων λίθων  – τα Μενίρ – με σαφώς βεβαίως και αρκούντως αποκωδικοποιημένο σήμερα, κοσμικό συμβολισμό.

Η πρώτη πάντως γνωστή μας συστηματική οντολογία, εμφανίζεται στην Αίγυπτο, όπου ο Κόσμος ερμηνεύεται ως μία προαιώνια τάξη, πέραν κάθε ανθρώπινης επιρροής ή εμβελείας. Οι θεότητες αποτελούν τρόπο περιγραφής αυτού του Κόσμου, αυτής της αιώνιας Τάξης, ο δε Φαραώ είναι ο ενδιάμεσος μεταξύ θεών και ανθρώπων, αυτός που φροντίζει γι’ αυτήν την συνδιαλλαγή. Ο Άνθρωπος έχει ως ζωτικό γι’ αυτόν στόχο, την μετά θάνατον ένταξή του σε αυτήν την αιώνια Τάξη, εξασφαλίζοντας έτσι νίκη καταπάνω στον θάνατο και επέκταση της χρονικής εμβέλειάς του. Στην μετέπειτα Ελλάδα, οι άνθρωποι κατεβάζουν τους Θεούς τους – που έχουν περισσότερο ανθρώπινη μορφή, συνήθειες και ψυχισμό και που αποτελούν και εδώ βεβαίως τρόπο ερμηνείας του Κόσμου – χαμηλά στη γη,  για να ανέβουν ψηλά μαζί τους. Οι μύθοι έχουν ως στόχο την ερμηνεία αυτού του Κόσμου και της Ιστορίας, ερμηνεύονται και ως εκφάνσεις του ανθρώπινου ψυχισμού: ζωτικός στόχος η ολοκλήρωση του Ανθρώπου δια της συμμετοχής του  στον Κόσμο και στην Ιστορία. Το Αληθεύειν κατέστη – και εδώ – συλλογικός στόχος και  αυτό εκφραζόταν σε κάθε δραστηριότητά του Ανθρώπου: στην Πολιτική, στην Τέχνη, στην καθημερινή ζωή. 

Στην αρχαία Ρώμη ο Άνθρωπος δείχνει κατ’ αρχήν να επιδιώκει χειραφέτησή του, δεν είναι τυχαίο που ο αυτοκράτωρ ονομαζόταν Κοσμοκράτωρ: ο Κόσμος μετατίθεται  περισσότερο στη γη, προς αυτήν λοιπόν η χαρακτηριστική της ανθρώπινης φύσης επιδίωξη επέκτασης της χωρικής και χρονικής του εμβέλειας. Να λοιπόν που οφείλεται η κατακτητική της γης επιδίωξη των Ρωμαίων και η ανάδειξη των γήινων απολαύσεων σε πρώτη προτεραιότητα της ζωής. Αυτή η «οντολογική αλαζονία» όμως οδήγησε σε έναν αντικοινωνικό ατομισμό και η ρωμαϊκή κοινωνία περιέπεσε σε δραματικά αδιέξοδα. Η ανάγκη έτσι μια νέας φιλοσοφικής θέσμισής της κατέστη αδήριτος, αν η ρωμαϊκή αυτοκρατορία ήθελε να διατηρηθεί. Ο Χριστιανισμός ήρε τα αδιέξοδα αυτά, προτείνοντας ένα νέο τρόπο ερμηνείας του Κόσμου και του Ανθρώπου. Στη νέα αυτή νοηματοδότηση της Ζωής, ο Άνθρωπος εξακολουθεί να βρίσκεται στο κέντρο   της νέας κοσμοεικόνας ή οντολογίας, εμπεριέχει κατά κάποιον τρόπο το Θεό και στοχεύει στην ολοκλήρωσή του εντασσόμενος σε αυτόν, απαλλαγμένος των δεσμών του γήινου χώρου και χρόνου, των δεσμών της καθημερινής ζωής και των δεσμών της φύσης του. Στο πρόσωπο του Ιησού ο Θεός ενανθρωπίζεται, ενώ με την σταύρωσή Του ο Άνθρωπος «δια του θανάτου νικά τον θάνατο».  Προτεραιότητα της   ζωής αποτελούσε η δια μέσου της εκκλησιαστικής εμπειρίας «θέωση» του Ανθρώπου. Μια από τις αυστηρότερες ποινές υπήρξε η απαγόρευση στους πιστούς συμμετοχής σ’ αυτήν την Εκκλησία – κάτι ανάλογο με τη σημερινή στέρηση των πολιτικών δικαιωμάτων. Η εδρασμένη σε αυτήν την εμπειρική εκκλησιαστική συλλογικότητα χριστιανική Οντολογία και η προκύπτουσα ποιότητα συλλογικής και κατ’ Αλήθειαν ζωής, ιστορικά πρωτόγνωρη, οδηγεί έτσι  τη ρωμαϊκή αυτοκρατορία σε μια νέα ακμή.

Μετά την πτώση της Νέας Ρώμης-Κωνσταντινούπολης – απ’ όπου τυπικώς η ανθρωπότητα εισήλθε στη λεγόμενη νεωτερική εποχή της –  ξεκίνησε μία διαδικασία σταδιακής αποιεροποίησης του Κόσμου, της Ζωής και του Ανθρώπου. Αποιεροποίηση του Κόσμου σημαίνει και εγκατάλειψη της ιδέας – ή της ελπίδας – ολοκλήρωσής του Ανθρώπου μέσω επέκτασης της εμβέλειάς του πέραν των δεσμών της φύσης του, του περιορισμένου χώρου του και του περιορισμένου χρόνου του. Βεβαίως ήδη από σχίσματος του χριστιανισμού σε ανατολικό και δυτικό,  η πολιτισμική πρόταση στην οποίαν στηρίχτηκε η ακμή της Ανατολικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας – καλλίτερα της Ελληνορωμαϊκής Ανατολικής αυτοκρατορίας ή Οικουμένης, καθόσον στηρίχτηκε στην ελληνική γλώσσα και στις ελληνικές φιλοσοφικές υποθήκες – είχε αρχίσει να δίνει τη θέση της σε μια ψευδεπίγραφη εκδοχή της: η νέα προταθείσα από την διδασκαλία του Ιησού ποιότητα συλλογικής και κατ’ Αλήθειαν ζωής, μετετράπη σε μια  ιδιοτελή «θρησκευτικότητα»,  που ναι μεν εξυπηρέτησε τον νέο τρόπο ύπαρξης των κοινωνιών, με την εγκαθίδρυση μιάς ειρήνης στηριγμένης σε έναν φοβικό ηθικισμό, δεν έχει όμως καμία σχέση με την εκκλησιαστική πρόταση.  Αυτό σήμερα αφορά όχι μόνο την δυτική αλλά και την «ορθόδοξη» άποψη της χριστιανικής προτάσεως, καθ’ όσον έχει και αυτή καταφανώς προσχωρήσει στη δυτική «θρησκειοποίησή» της. Η δυτική διανόηση  στη συνέχεια, κυρίως από τον 17ο αιώνα και εξής με τον θρίαμβο της νευτώνιας φυσικής, δηλαδή της νευτώνιας οντολογίας, όρισε   σαν στόχο την χειραφέτηση του ανθρώπου από κάθε «ιερή δοξασία». Αυτό μπορεί να ειδωθεί και σαν φυσικό επακόλουθο της μετατροπής της χριστιανικής πρότασης σε σύνολο μεταφυσικών  δοξασιών και επιβολών, που λειτούργησαν περισσότερο ως μέσα πολιτικής καταπίεσης των κοινωνιών ή πολιτικής διαχείρισης των κοινωνιών.

Ας δούμε τώρα τη νεωτερική πολιτισμική πρόταση: Από την λεγόμενη Αναγέννηση και μετά, η σταδιακή απόρριψη των μέχρι τότε Οντολογιών οφείλεται εν πολλοίς στην εξέλιξη των επιστημών, που εισήγαγαν έναν άλλο τρόπο θεώρησης του Κόσμου και της Ζωής. Κυρίως η Φυσική είναι που συστηματοποίησε μία άλλη Κοσμοεικόνα, μια άλλη αντίληψη περί του Κόσμου, της έννοιας της Ύπαρξης και της πραγματικότητας, περί του Ανθρώπου και του ρόλου του μέσα σ’ αυτόν τον νέο Κόσμο. Από την λεγόμενη λοιπόν Αναγέννηση, ξεκινά μία σταδιακή εγκατάλειψη όλων των μέχρι τότε Οντολογιών, δηλαδή των μέχρι τότε υπαρξιακών πεδίων αναφοράς της ανθρωπότητας. Ο γεωκεντρικός Κόσμος των Ελλήνων και ο ανθρωποκεντρικός Κόσμος του Μεσαίωνα, αντικαθίστανται σταδιακώς μ’ έναν Κόσμο αποκεντρωμένο και ατελείωτο, που θα γίνει χώρος γεωμετρικοποιημένος και άπειρος, και τελικώς “μηχανικός” όταν η Κοσμολογία γίνει Φυσική θεωρία με τον θρίαμβο του Νεύτωνα. Την διαδρομή αυτή της Σκέψης, σηματοδοτούν διαδοχικώς ο Nicolas de Cues – που πρώτος έθεσε το 1440 θέμα περί απειρίας του Κόσμου – ο Μπρούνο, ο Κέπλερ, ο Κοπέρνικος, ο Γαλιλαίος, Ο Ντεκάρτ και τέλος ο Νεύτων. Η εγκατάλειψη της ιδέας του Κόσμου (που ως όρος είναι συνδεδεμένος με την γεωκεντρική αντίληψη του σύμπαντος), και η γεωμετρικοποίηση του χώρου, συνιστούν την στροφή της Σκέψης του XVII  αιώνος που  συνίσταται στα εξής:

α.  Ο Κόσμος ως ένα περατό Όλον, που υπακούει σε κάποια ανώτερη Τάξη και του οποίου η χωρική δομή συνεπάγεται μία ιεραρχία αξιών και μία τελειότητα και αρμονία, ο Κόσμος στον οποίον πάνω από μία Γη πλήρη, συμπαγή, έχουσα βάρος, και που είναι κέντρο αλλαγών και φθοράς, “υψούνται” αστρικές σφαίρες και άστρα αβαρή, άφθαρτα και φωτεινά, αντικαθίσταται από ένα Σύμπαν ‘Απειρο. Το Άπειρο αυτό Σύμπαν δεν περιέχει πλέον καμία φυσική ιεραρχία, αλλά είναι μόνον ενωμένο χάρη στους κοινούς νόμους που διέπουν όλα τα μέρη του, είναι ένα Σύμπαν του οποίου όλα τα συστατικά, ακόμα και τα “έσχατα τοποθετημένα”, βρίσκονται όλα στο ίδιο οντολογικό επίπεδο.

β.  Ο πραγματικός χώρος του Σύμπαντος ταυτίζεται, ως προς την δομή του, με την δομή του χώρου της Ευκλείδιας Γεωμετρίας: η Αριστοτελική σύλληψη του χώρου ως σύνολο διαφοροποιημένων ενδοκοσμικών Τόπων, αντικαθίσταται από αυτήν του χώρου της Ευκλείδιας Γεωμετρίας, που ορίζει έκταση ομογενή και αναγκαστικώς ατελείωτη.

Όλα αυτά συνεπάγονται την απόρριψη από την επιστημονική Σκέψη κάθε θεώρησης βασισμένης σε έννοιες αξίας, τελειότητα, αρμονίας, και καταλήγουν στην πλήρη απόρριψη των αξιών του Είναι και στο οριστικό διαζύγιο μεταξύ του Κόσμου των Αξιών και του Κόσμου των πραγματικών Γεγονότων. Οι συνέπειες για τον Άνθρωπο αυτής της επανάστασης στην  Σκέψη, υπήρξαν πολύ σημαντικές:  Ο Άνθρωπος χάνει την θέση του στον Κόσμο, ή καλλίτερα χάνει τον ίδιο τον Κόσμο που υπήρξε το πλαίσιο της ύπαρξής του και που ήταν το αντικείμενο της γνώσης του. Καταλήξαμε  σε μία άνευ ιστορικού προηγουμένου θεώρηση πως ο Κόσμος, το Σύμπαν, η Πραγματικότητα, δεν είναι τίποτα περισσότερο από μία μεγάλη μηχανή που υπακούει σε συγκεκριμένους “φυσικούς  νόμους”, δεν είναι τίποτ’ άλλο  παρά  ένα καλοκουρδισμένο ρολόι  που ελάχιστα ενδιαφέρει ποιός το κατασκεύασε, αφού τώρα φαίνεται να λειτουργεί από μόνο του με αυστηρή “λογική”  συνέπεια. Αν ο άνθρωπος αποκρυπτογραφήσει αυτούς τους “φυσικούς  νόμους”, τότε θα μπορεί να ελέγξει   την Φύση, την ίδια την Πραγματικότητα, τον ίδιο τον Κόσμο, και να τους καταστήσει υπηρετικούς των δικών του “αναγκών” και επιδιώξεων, που έχουν επικεντρωθεί πλέον στο εκάστοτε παρόν, στην νέα έννοια περί “ανάπτυξης” και  ευζωίας  που γνωρίζουμε. Αυτό δε, γιατί η νέα αυτή μηχανιστική εικόνα για το Σύμπαν και την λειτουργία του, επεκτάθηκε  μοιραίως και στην βιολογία με την σχεδόν αυτονόητη επικράτηση της ολιστικής δαρβίνειας αντίληψης περί των “ειδών”, του ανθρώπου και της ίδιας τελικώς της Ιστορίας. Ο Άνθρωπος  δεν αποτελεί παρά κρίκο στην αλυσίδα της εξέλιξης των ειδών, βρίσκεται στο ίδιο υπαρκτικό επίπεδο με τα υπόλοιπα έμβια όντα του πλανήτη αυτού, δεν αποτελεί παρά ένα τυχαίο “φυσικό” σύμπτωμα. (Η λεγόμενη «ανθρωπική αρχή» προσπάθησε – κυρίως στις πρώην σοσιαλιστικές χώρες – να πείσει περί του αντιθέτου, δεν δείχνει όμως να αντέχει στη κριτική).  Η όποια προσπάθεια νοηματοδότησης της ανθρώπινης ύπαρξης δεν αφορά παρά μόνο στο παρόν. Η επιζήσασα «θεολογία» – στο όσο θεωρείται επιζήσασα – είτε υπάρχει για λόγους ικανοποίησης ατομικών ψυχολογικών και ψυχοθεραπευτικών αναγκών είτε για να συντηρήσει έναν ηθικισμό μακράν της Παραδόσεως που υποτίθεται πως υπηρετεί.

Όσοι επενδύουν σε αυτήν την νεωτερική πρόταση, ισχυρίζονται ότι με τον τρόπο  αυτό, για πρώτη φορά στην ιστορία, ο Άνθρωπος χειραφετείται από κάθε είδους «θεϊκή» διαχείριση της ζωής του. Επί πλέον, ότι με τον τρόπο αυτόν ο ζωή του έγινε ή θα γίνει καλλίτερη. Προτείνονται μάλιστα συστήματα αξιών πέραν  «μεταφυσικών» ερμηνειών της Ζωής και του Κόσμου – δηλαδή συστήματα με αξίες περισσότερο «ηθικές» – στηριγμένες κυρίως σε κάποιου είδους «κοινωνικού συμβολαίου» – παρά υπαρξιακές. Μέλλει να δούμε αν θα μπορέσει να εγκαθιδρυθεί μία τέτοιου είδους θέσμιση  των κοινωνιών ή αν θα βοηθήσει στην προώθηση της ανθρωπότητας μια τέτοιου είδους θέσμισή της, ή αν θα επαληθευτεί η πρόβλεψη του Μαρλρώ πως ο ΧΧΙος αιώνας θα είναι αιώνας της «μεταφυσικής», με άλλα λόγια μία νέας βαθύτερης νοηματοδότησης της Ζωής και του Κόσμου, πέραν των στενών οριζόντων του προφανούς. Σε κάθε περίπτωση είναι φανερό ότι η σημερινή ανθρωπότητα αναζητά μια νέα πολιτισμική πρόταση και συνείδηση, ενδεχομένως οικουμενική, καθόσον τα αδιέξοδα – αδιέξοδα κοινωνικά, οικονομικά και οικολογικά που απειλούν την ύπαρξη του ίδιου του πλανήτη μας – δείχνουν ολοένα και περισσότερο ανυπέρβλητα.

 

* Ο Dr Νικήτας Χιωτίνης είναι αρχιτέκτων και καθηγητής στο ΤΕΙ Αθήνας. 

Πολιτική και Πολιτισμός I

Πολιτική και Πολιτισμός

 

Του Νικήτα Χιωτίνη*

 

 

Στις μέρες μας, ολοένα και περισσότερο, διαπιστώνουμε το πόσο αυθαίρετες κατασκευές και νοηματοδοτήσεις λέξεων και όρων, μας οδηγούν σε απόλυτες συγχύσεις εννοιών και πρακτικών. Δεν μπορούμε βεβαίως εδώ παρά να ανατρέξουμε στην μνημειώδη ρήση του κυνικού Αντισθένους, πως «αρχή παιδείας η των ονομάτων επίσκεψις». Δύο λέξεις που μας έχουν τελευταία αποπροσανατολίσει, είναι οι λέξεις «πολιτισμός» και η λέξη «πολιτική».

Η λέξη «πολιτισμός», προερχόμενη από τη λέξη «πόλις», καταδήλως σχετίζεται εννοιολογικώς με αυτήν: η «πόλις» χαρακτήριζε βεβαίως τον οικισμό και την κοινωνία που διέμενε σε αυτόν, αλλά εμπεριείχε και το όλο πνευματικό υπόβαθρο στο οποίο αυτά επικάθονταν. Εμπεριείχε με άλλα λόγια τον όλο τρόπο ύπαρξής τους, δηλαδή την όλη υπαρξιακή ή φιλοσοφική θεμελίωσή τους. Ο «πολιτισμός» βεβαίως   δεν μπορεί παρά να σχετίζεται με την έννοια αυτή της «πόλεως». Συνακολούθως, η «πολιτική» ήταν η περί αυτής της «πόλεως» μέριμνα, η προσπάθεια προώθησης των συλλογικών της στόχων, στους οποίους βεβαίως κύρια θέση καταλάμβαναν η προώθηση της υπαρξιακής σημαντικής του ανθρώπου και των κοινωνιών. Η ιστορία μάλιστα δείχνει πως αυτό συνιστούσε «το κοινό και το κύριο των λαών» – δανειζόμενοι έκφραση του Σολωμού – και αποτελούσε γι’ αυτούς κύριο ζητούμενο, ως αδιαίρετο συστατικό της καθημερινής τους ζωής. 

Δυστυχώς όμως, οι ανωτέρω λέξεις αλλοιώθηκαν, με τη συνδρομή βεβαίως της Δύσεως: η δυτική νεωτερική πρόταση περί νοηματοδότησης της Ζωής και του  Ανθρώπου, του Κόσμου και της Ιστορίας, πρόταση που συνοψίστηκε στη πρόταξη άλλων προτεραιοτήτων ζωής, μετάλλαξε την παλαιά «πόλιν» σε  «citas», και από κεί ο όρος  civilisation  τον οποίον μεταφέραμε μεταπρατικώς σε «πολιτισμό»[i]: παρόλη την αρχική μέριμνα αυτή η civilisation να έχει να κάνει με τον ίδιο τον τρόπο ύπαρξης και προώθησης του όποιου εναπομείναντος φιλοσοφικού υποβάθρου των κοινωνιών, με τον καιρό αυτό εξασθένησε και έτσι σωστά φερόμενοι οι δυτικοί σχεδόν εγκατέλειψαν τον όρο και χρησιμοποιούν τον όρο culture, «καλλιέργεια», υπό την έννοια της πνευματικής καλλιέργειας των μελών της κοινωνίας. Σημειωτέον μάλιστα ότι ο όρος culture προέρχεται από το  culte, που έχει να κάνει και με έννοιες θρησκευτικές, εξ’ άλλου και ο όρος καλλιέργεια ετυμολογικώς δεν ταυτίζεται αποκλειστικά με την καλλιέργεια της γης, αλλά εμπεριέχει τη λέξη κάλλος και τη λέξη έργον. Υπάρχει και η λέξη «καλλιέρεια», επίσης με το συνθετικό κάλλος και το ιερόν, με βαθύτερη βεβαίως σημασία.

Εν πάση περιπτώσει σήμερα με έναν αυθαιρέτως νοηματοδοτημένο  «πολιτισμό» εννοούμε – στην Ελλάδα –  τις «πνευματικές» και «καλλιτεχνικές» πρακτικές, πρακτικές ξεκομμένες από την καθημερινή ζωή και από τους συλλογικούς στόχους των κοινωνιών. Η δε παλαιά «πολιτική» έχει εκπέσει σε μια απλή διαχειριστική, κυρίως λογιστική διαχειριστική, των κοινωνιών, των νεωτερικής έμπνευσης και λειτουργίας «κρατών», που δεν ενδιαφέρεται παρά δίκην πολυτέλειας ακόμα και με αυτή τη συρρικνωμένη έννοια του πολιτισμού – και δικαίως, γιατί έτσι συρρικνωμένα αυτός ο πολιτισμός δεν πολυέχει νόημα, ου μην βλάπτει και αποπροσανατολίζει. Η αλήθεια είναι πάντως πως το συνθετικό της culture, culte, χρησιμοποιείται στη Δύση και μάλιστα προτασσόταν και προτάσσεται σε επίπεδο «πολιτικής», ενώ το αντίστοιχο, αν μπορούμε να το παραλληλήσουμε, «κάλλος», όχι μόνο δεν το χρησιμοποιούμε εμείς καθόλου, αναφερόμενοι στον «Πολιτισμό», αλλά και όποτε τον χρησιμοποιούμε   αλλοιώνουμε τη σημασία του.

Ο «πολιτισμός» με άλλα λόγια, δεν είναι η ζωγραφική, η αρχιτεκτονική, το θέατρο και η μουσική, ή ό,τι άλλο «καλλιτεχνικό». Αυτά δεν αποτελούν παρά εκδηλώσεις του και συμπύκνωσή του ή και τρόπο  προώθησής του, δεδομένου της συν-κινητικής ιδιότητάς τους. Ούτε η ευγένεια στις διαπροσωπικές σχέσεις ή η ποιότητα των οικιακών σκευών και των αυτοκινήτων, που δεν αποτελούν και αυτά παρά εκφράσεις του, ως εκφράσεις των προτεραιοτήτων της ζωής μας.  Πολιτισμός είναι ο τρόπος με τον οποίον υπάρχουν και θεωρούν πως υπάρχουν οι κοινωνίες, είναι το υπαρξιακό πεδίο αναφοράς τους, είναι η φαντασιακή θέσμισή τους – για να θυμηθούμε τον Καστοριάδη[ii] – που τελικώς όμως πρόκειται για τη φιλοσοφική τους θέσμιση ή θεμελίωση, απ’ όπου προκύπτουν οι συλλογικοί και οι ατομικοί στόχοι και οι προτεραιότητες της καθημερινής ζωής. Το ότι οι προτεραιότητες της καθημερινής προκύπτουν από αυτό το συλλογικό φαντασιακό ή τη φιλοσοφική μας θεμελίωση, έχει αρκούντως αναλυθεί και καταδειχθεί. Ο ίδιος ο Marx, π.χ., διαβεβαίωνε πως ο Απόλλων των Δελφών ήταν στη ζωή των Ελλήνων μία δύναμη τόσο πραγματική όσο και οποιαδήποτε άλλη, η δε  υποτιθέμενη «πραγματική» Οικονομία έχει καταδήλως φαντασιακά  θεμέλια:  η περίφημη Πολιτική Οικονομία εξαρτάται από την ανθρώπινη  συμπεριφορά   και έχει πρωτίστως να κάνει με τις προτεραιότητες της ζωής των ανθρώπων, των αναγκών τους και των επιθυμιών τους, που διαμορφώνονται από σημασίες φαντασιακές, τουλάχιστον εξ’ ίσου με τις όποιες  «πραγματικές» ανάγκες, επιθυμίες και προτεραιότητες και στο βαθμό που αυτές είναι ανεξάρτητες από τις  φαντασιακές.

Η ιστορία αποδεικνύει ότι η ιστορία των κοινωνιών, των συγκρούσεων και των κάθε είδους εξελίξεων ταυτίζεται με την ιστορία των Πολιτισμών, με την έννοια που δώσαμε παραπάνω στον όρο αυτόν. Αυτό δε, δεν αφορά μόνο στις  αρχαίες κοινωνίες, όπου και είναι κατάδηλον. Οι νεώτερες κοινωνίες και τα νεωτερικά έθνη-κράτη, συγκροτήθηκαν στηριζόμενα σε τέτοιου είδους φιλοσοφικές ή αν θέλετε σε αντίστοιχης σημασίας «νοηματικά και πολιτισμικά συστήματα» – για να θυμηθούμε τον Μ. Weber[iii], που πρώτος αμφισβήτησε τον επικρατούντα «θετικισμό και οικονομισμό» στην πολιτική κοινωνιολογία τη δεκαετία του -60 και αυτή η αμφισβήτηση ενισχύεται ολοένα και περισσότερο τα τελευταία χρόνια. Η Ευρώπη, π.χ., οφείλει την ύπαρξή της ως κοιτίδα ειρηνικής συνύπαρξης και συνεργασίας, στον χριστιανισμό και στο όνομα αυτού προσπάθησε να απλωθεί στον κόσμο όλο. Λαοί που στερούντο πολιτισμικής Παράδοσης, για να μπορέσουν να συγκροτηθούν ως κράτη, δανείστηκαν πολιτισμικές βάσεις από άλλους λαούς – π.χ. ο αμερικανικός λαός που στηρίχτηκε σε χριστιανικές διδασκαλίες και σε αρχαιοελληνικές παρακαταθήκες – ασχέτως του πως αυτά ερμηνεύτηκαν ή χρησιμοποιήθηκαν. Οι κοινές πολιτισμικές παραδόσεις είναι προφανές ότι και σήμερα βρίσκονται πίσω από οικονομικές ή άλλου είδους συμμαχίες και συνασπισμούς κρατών και λαών και  εξακολουθούν να βρίσκονται εμφανώς ή αφανώς πίσω από κάθε είδους συγκρούσεις. Οι προσπάθειες δε του κατά το μάλλον ή ήττον επικρατούντος, μέχρι τώρα, δυτικού Πολιτισμού να επιβληθεί παγκοσμίως όχι μόνον απέτυχε, αλλά όπου «εκσυγχρονίστηκαν», δηλ. εκδυτικοποιήθηκαν,  από υλικής απόψεως, χώρες τρίτου κόσμου και μάλιστα χώρες με βαθιά πολιτισμική παράδοση, πέτυχε το αντίθετο. Συνετέλεσε στην ενδυνάμωση των τοπικών αυτών πολιτισμικών παραδόσεων, απολύτως αντίθετη έως εχθρική με την δυτική πολιτισμική πρόταση και αυτό με παρενέργειες: ενδυνάμωση ή και δημιουργία φονταμενταλισμών, με τις συνέπειες που όλοι γνωρίζουμε.

Ο γνωστός S. Huntington, ένας από τους επιφανείς θεωρητικούς της αμερικανικής γεωπολιτικής στρατηγικής, στα περίφημα κείμενά του «Η σύγκρουση των πολιτισμών» και «Η Δύση μοναδική όχι οικουμενική»[iv] αναλύει πως η πολιτισμική ταυτότητα θα είναι όλο και περισσότερο σημαντική στο μέλλον και ο κόσμος θα διαμορφωθεί σε μεγάλο βαθμό από τις αλληλεπιδράσεις μεταξύ των επτά ή οκτώ – κατά τη γνώμη του- μεγαλυτέρων πολιτισμών.[v] Δεν συμφωνούμε με αυτήν την καταμέτρηση, αλλά σημασία έχει πως επισημαίνει την καθοριστική σημασία των πολιτισμών στην εξέλιξη των κοινωνιών και των κρατών, στην εξέλιξη της Ιστορίας. Άλλωστε και ο ίδιος ο Foukouyama εγκατέλειψε την θεωρία περί τέλους της Ιστορίας, διαπιστώνοντας πως αυτή θα έχει ως κύριο πεδίο εξέλιξής της την Ανατολή. Όπως δε μας αναλύει ο Γ. Καραμπελιάς, «η σημερινή άνοδος του Huntington στο παγκόσμιο στερέωμα αποτελεί έκφραση της μετατόπισης της Δύσης ααπό το τέλος της Ιστορίας του  Foukouyama και την παγκόσμια νίκη του δυτικού ανθρώπου-εμπορεύματος, στη λογική της Δύσης-Φρούριο»[vi], μετακίνηση που ολοκληρώθηκε την 11η Σεπτεμβρίου 2001, αλλά ήδη η Δύση δείχνει άλλη στάση προς την Ανατολή, κάτι το οποίον είχε επίσης προταθεί από τον Huntington και ίσως αρχίσει να υλοποιείται τώρα και βεβαίως δεν είναι του παρόντος να ασχοληθούμε με την παρουσίασή του. Απλώς τονίζουμε πως η γεωπολιτική στρατηγική της «Δύσεως» ξεκινά από  την αναγνώριση της σημασίας των Πολιτισμών και με βάση αυτήν την αναγνώριση σχεδιάζει την Πολιτική της, η οποία μάλλα λόγια έχει ως επίκεντρο τον Πολιτισμό.  Αναφερόμαστε κυρίως στην πολιτική των Ηνωμένων Πολιτειών, εκφραζόμενη τελευταία δυναμικά από τον Obama και της Γαλλίας, που επιδιώκει ηγετικό ρόλο στην Ευρώπη, από τον Sarkozi. Ομοίως όμως λειτουργούν και οι πολιτικές των άλλων μεγάλων ευρωπαϊκών κρατών. Δεν αναφέρομαι στην άπω Ανατολή, που κινούνται με έναν τρίτο τρόπο ανάπτυξης, αυτόν που εδράζεται πάνω στις πολιτισμικές τους Παραδόσεις – που διαφοροποιείται δηλ. από τα κύρια μοντέλα του κρατισμού και του φιλελευθερισμού. Βεβαίως είναι και τα ισλαμικά κράτη, που «εκσυγχρονιζόμενα» αντί να εκδυτικοποιηθούν πολιτισμικώς, ανέσυραν την απωθημένη από την υλική τους μιζέρια ιδιοπροσωπία τους, την προέταξαν – ίσως  την ανέπτυξαν περαιτέρω – και με αυτήν πορεύονται. Πολιτισμική πολιτική κάνει τελευταία και η Τουρκία, που εγκαταλείπει κεμαλική εμμονή στη συγκρότηση νεωτερικής εμπνεύσεως έθνους-κράτους – άλλωστε αυτά έχουν πλέον δείξει τα όριά τους –  και περνά στην πολιτική Νταβούτογλου που δίνει έμφαση στον ισλαμικό πολιτισμό και έτσι επιχειρεί να αναχθεί σε μεγάλη «διαμεσολαβητική» δύναμη Ανατολής-Δύσης[vii].  

Παρότι τα παραπάνω τα αναφέραμε κυρίως ενδεικτικώς, οφείλουμε να τονίσουμε την απίστευτη αδιαφορία που δείχνουν στον Πολιτισμό – με τον Πολιτισμό στην πραγματική έννοια του όρου – οι σημερινοί Έλληνες πολιτικοί και συνακολούθως η ελληνική κοινωνία, δεδομένου της πλύσης εγκεφάλου που αυτή δέχεται πανταχόθεν και δεν υπερβάλουμε καθόλου χρησιμοποιώντας αυτές τις λέξεις. Πρώτ’ απ’ όλα, δηλ. σε πρώτο επίπεδο θεώρησης των πραγμάτων, ο Πολιτισμός είναι αυτός που καθορίζει τους συλλογικούς και ατομικούς στόχους και προτεραιότητες. Υπόσχονται,  π.χ. και ανταγωνίζονται – δήθεν –  οι πολιτικοί μας, με στόχο την υφαρπαγή δια ψηφοφορίας  – δήθεν ελεύθερης – για αύξηση μισθών κατά μερικά ευρώ, ενώ από δίπλα διαφημίζεται ο πάμπλουτος με το ιδιωτικό νησί που κέρδισε παίζοντας λόττο. Όταν προτεραιότητα ζωής είναι η πολυτελής ζωή, σπρώχνεται ο έχων αυτό ως προτεραιότητα της ζωής του να δαπανήσει πολλαπλάσια αγοράζοντας λόττο και μη έχοντας ποτέ ελέγξει το ποσοστό που παρακρατά το κράτος, που είναι πολλαπλάσιο από το κέρδος των ιδιωτικών καζίνο. Μόνο με έναν άλλο Πολιτισμό, θα λυνόταν το δημοσιονομικό πρόβλημα: ο Γκάντι είχε πεί «αν ζήσετε απλά, άλλοι απλά θα ζήσουν».

Αν πάμε όμως λίγο βαθύτερα, θα πρέπει να νοιώσουμε όλοι βαθιά θλίψη, διαπιστώνοντας ότι οι πολιτικοί μας – μάλλον και ‘μείς μαζί – αγνοούμε ή έστω παραβλέπουμε, ότι η ίδια η ύπαρξη της Ελλάδος, της νεώτερης Ελλάδος, οφείλεται στην Πολιτισμική της Παράδοση  ή αν θέλετε σε αυτό που η Δύση θεωρούσε, ως τέτοια και σε αυτά που πρόσμενε, αλλά και προσμένει,  από αυτήν.

Η Ιδέα του Νέου Ελληνικού Κράτους προέκυψε από μία εκπληκτική σύζευξη νεωτερικότητας και Ελληνικής Παράδοσης όπως αυτή σχηματοποιήθηκε σε πολιτική πράξη από το Ρήγα. Η Ευρώπη ήδη από τα τέλη του 18ου και κυρίως σ’  όλο τον 19ο αιώνα – και ακόμα περισσότερο στον 20ο – βιώνει τα αδιέξοδα της νεωτερικής νοηματοδότησης του Ανθρώπου και του νοήματος της Ζωής. Από τότε μέχρι τις μέρες μας, βιώνει τον σταδιακό θάνατο της ψυχής και της ελευθερίας, τις συνέπειες δηλ. της κυριαρχίας του λεγόμενου «ορθολογισμού», που κατέπεσε σε καθαρά εργαλειακό ορθολογισμό στην υπηρεσία του παραγωγισμού και της κατανάλωσης, που κυριάρχησαν  ως τα νέα δόγματα  που είναι τα μόνα που εκφράζουν την έννοια της προόδου και της ευτυχίας. Ως αντιστάθμισμα λοιπόν αυτής της επικρατούσης κατά τον 18ο αιώνα δυτικής νεωτερικής νοο-τροπίας, δηλ. δυτικής πολιτισμικής πρότασης, ως αντιστάθμισμα «της πρώτης απογοήτευσης του κόσμου», όπως ονόμαζε ο Καστοριάδης την απογοήτευση που προήλθε από την οπισθοχώρηση των θρησκειών[viii], δηλ. των παλαιότερων οντολογιών ή φιλοσοφικών θεμελιώσεων ή θεσμίσεων των κοινωνιών, θα εμφανιστεί ο λεγόμενος «ρομαντισμός». Θα εμφανισθεί  ως προϋπόθεση για την ίδια την επιβίωση του Ανθρώπου, «απέναντι σε μία ξέφρενη μεγαμηχανή την οποίαν πλέον δεν κατευθύνει κανένας, μήτε καν ο τρελός μηχανοδηγός του βωβού κινηματογράφου»[ix]. Αυτός ο ρομαντισμός του 19ου αιώνα, ως το μόνο απελευθερωτικό κίνημα στην Ευρώπη απέναντι στην καταδυνάστευση της ανθρωπότητας από τον νεωτερικό εργαλειακό ορθολογισμό, θα  προσπαθήσει να ανακαλύψει τις χαμένες αξίες της ανθρώπινης ύπαρξης στις παλιές οντολογίες,  μέσα στα διασωθέντα ήθη, στα έθιμα και στην Τέχνη των λαών, μέσα στις πρωτόγονες κοινωνίες, μέσα στα ενδότερα της ανθρώπινης ψυχής, μέσα στις οικουμενικής αξίας τοπικές Παραδόσεις,  θέτοντας  εκ νέου ερωτήματα αφορούντα στην ίδια την υπαρξιακή διάσταση του Ανθρώπου.

Από τα τέλη έτσι του 18ου αιώνα, η Ευρώπη αρχίζει να  επαναξιολογεί την Ελληνική Παράδοση, με έμφαση σ’ αυτήν της Αρχαίας Ελλάδας και να προστρέχει σε αυτήν. Ο ιδιοφυής τότε Ρήγας, κινείται επιλεκτικά μεταξύ ευρωπαϊκού Διαφωτισμού – καθ’ όσον ως προς τη δημιουργία και λειτουργία του κράτους ακολούθησε τα παραδείγματα της Γαλλικής Επανάστασης – και «ρομαντισμού», όπως αυτός τότε ετίθετο, αλλά κυρίως με βαθιά πίστη στην αξία της Ελληνικής Παράδοσης. Πρότεινε τη δημιουργία Ελληνικού Κράτους συνταγματικά αλλά και φιλοσοφικά θεμελιωμένου: στο Σύνταγμά του προβάλλει έναν τύπο άμεσης Δημοκρατίας αρχαιοελληνικής και ρουσοϊκής εμπνεύσεως και προτείνει τη δημιουργία μιάς Επικράτειας όπου περιλαμβάνεται «ο λαός απόγονος των Ελλήνων, όπου κατοικεί την Ρούμελην, την Μικράν Ασίαν, τας μεσογείους νήσους, την Βλαχομπογδανίαν, αλλά και όλους όσους στενάζουν υπό την δυσφορωτάτην τυραννίαν του Οθωμανικού βδελυρωτάτου δεσποτισμού…». Η Επικράτεια αυτή ενοποιείται με την συνέργεια θεσμών που εμψυχώνει ο «Ελληνισμός», με μέσα γι’ αυτό την καθιέρωση της Ελληνικής ως επίσημης γλώσσας και την υποχρεωτική διδασκαλία της στην εκπαίδευση και συνάμα με την διαρκή αναφορά στον «Ελληνικόν Τόπον» και την «Ελληνικήν Γήν».   

Πρόκειται περί παραδείγματος οικουμενικής αξίας, καθόσον θεμελιώνει μία μετανεωτερική κοσμοθεωρητική πρόταση, πρόταση ιδιαίτερα πολύτιμη σήμερα, που γίνεται ολοένα και περισσότερο εμφανής η  χρεοκοπία του κοσμοθεωρητικού προτάγματος της νεωτερικότητος, πρόταση ιδιαίτερα πολύτιμη στο σημερινό κόσμο της σύγκρουσης των φονταμεταλισμών ένθεν κακείθεν μιας αμήχανης ηπείρου, μιας ηπείρου κατά τα φαινόμενα αδύναμης πλέον να παρέμβει στην Ιστορία. Αυτή η εμμονή  συνοψίζεται στην άποψη-οικτιρμό, που συχνά ακούγεται, πως «ακόμα οι Ελληνες αναζητούμε την ταυτότητά μας ανάμεσα στο δυτικό παράδειγμα και την τοπική Παράδοση, ανάμεσα στο Λόγο και το Βίωμα».  Μα αυτή ακριβώς η σύζευξη και συμπόρευση,  αποτελεί το Ελληνικό παράδειγμα του 19ου αιώνος και θεμελιώνει την Πολιτιστική   Πρόταση της Νέας Ελλάδας. Αυτό είναι ένα ζήτημα   που παλαιότερα στην Ελλάδα αποτελούσε θέμα γόνιμων συζητήσεων και αναφορών, οι εφημερίδες μέχρι μιας εποχής – μέχρι ίσως και τη δεκαετία του -60 – συναγωνιζόντουσαν σε πολιτιστικά θέματα,  που όμως πρώτοι οι πολιτικοί εγκατέλειψαν και τώρα πιά αγνοούν πλήρως. 

Το έλλειμμα αυτό της νεοελληνικής  πολιτικής ή «πολιτικής», καθίσταται τραγικό, σήμερα που τα ζητήματα του Πολιτισμού διεθνώς καταλαμβάνουν το κεντρικό πεδίο, την κεντρική αναφορά, το κεντρικό ζητούμενο και το κεντρικό εργαλείο της Πολιτικής. Είναι π.χ. εμφανής η πολιτική Νταβούτογλου, είναι επίσης εμφανής η στροφή της πολιτικής των Ηνωμένων Πολιτειών, προβλεφθείσα στις εκθέσεις-προτάσεις Huntington, είναι εμφανής η πολιτική των μεγάλων τουλάχιστον ευρωπαϊκών κρατών που έχουν θέσει τον Πολιτισμό στην κύρια ατζέντα τους. Είναι εμφανές πως βρισκόμαστε σε ένα παγκοσμιοποιημένο πλέον γίγνεσθαι, όπου το θέατρο της Ιστορίας μετατοπίζει στη Ανατολή την κεντρική του σκηνή – π.χ. οι ανακοινώσεις του ΥΠ.ΕΞ της Κίνας γίνονται μόνο στα κινεζικά. Στην Ελλάδα οι πολιτικοί είτε είναι εκτός τόπου και χρόνου, είτε δείχνουν πως είναι εκτός τόπου και χρόνου: και οι δύο παραπάνω περιπτώσεις αποδεικνύουν το πολιτικό μας αδιέξοδο και το άδηλο μέλλον μας.

 

* Ο Dr Νικήτας Μ. Χιωτίνης είναι αρχιτέκτων-καθηγητής ΤΕΙ Αθήνας.

 

Βιογραφικό (Βρέθηκε από το ΜτΒ):

«Γεννήθηκε στην Αθήνα στις 25-10-1953 και είναι έγγαμος με δύο παιδιά. Απόφοιτος του Α Γυμνασίου Αρρένων Αθηνών.

Βασικές σπουδές:

– Πτυχίο Αρχιτέκτονα Μηχανικού από την Ecole Speciale d/Architecture, Παρίσι
Μεταπτυχιακές σπουδές:

– Maitrise Αισθητικής από το Τμήμα Πλαστικών Τεχνών και Επιστημών της Τέχνης, του Πανεπιστημίου Paris .

– D.E.A Φιλοσοφίας, με ειδίκευση στη Φιλοσοφία της Τέχνης και του Πολιτισμού, από το Τμήμα Φιλοσοφίας του Πανεπιστημίου Paris I – Sorbonne.

– Διδακτορικός Τίτλος Αρχιτεκτονικής από το Τμήμα Αρχιτεκτόνων του Ε.Μ.Π., έδρα Μορφολογίας.

Έχει εργαστεί ως ελεύθερος επαγγελματίας, με αντικείμενο αρχιτεκτονικές μελέτες και κατασκευές, αποκαταστάσεις παραδοσιακών κτιρίων και οικισμών, καθώς και μελέτες εσωτερικών χώρων. Πραγματοποιηθέντα έργα έχουν τύχει δημοσίευσης και σχολιασμού σε ειδικά αρχιτεκτονικά.»

 

ΠΗΓΗ: http://www.teiath.gr/site/dioikisi/xiot/xiotinis.htm

 


[i] Τη λέξη Πολιτισμός την εισήγαγε ο Κοραής, λήμμα στη Συναγωγή νέων λέξεων υπό των λογίων πλασθεισών, Στέφανου Α. Κουμανούδη. Αναφορά στη «Πολιτισμική Ιστορία» του Pascal Ory, σελ. 12, εκδ. Ινστιτούτο του βιβλίου-Α.Καρδαμίτσα, 2007

[ii] Καστοριάδης Κορνήλιος, «Η φαντασιακή θέσμιση των κοινωνιών», εκδ. ΚΕΔΡΟΣ 1981

[iii] Bertrand Badie, «Κουλτούρα και Πολιτική», Εκδ. Πατάκη, 1993

[iv] Huntington S., «Η σύγκρουση ανατολής-δύσης», Εναλλακτικές Εκδόσεις, Αθήνα 1998

[v] Εννοεί τον  δυτικό, τον κομφουκιανό, τον ιαπωνικό, τον ινδουιστικό, τον σλαβο-ορθόδοξο, τον λατινοαμερικανικό και πιθανώς τον αφρικανικό πολιτισμό.

[vi] Huntington S. «Η σύγκρουση ανατολής-δύσης», Εναλλακτικές Εκδόσεις, Αθήνα 1998

[vii] Β. Μαρκεζίνης, «Ορατοί οι κίνδυνοι στα εθνικά θέματα» και «Η Ελλάδα και το φαινόμενο Αχμετ Νταβούτογλου» άρθρα στην εφημ. ΕΘΝΟΣ, αναρτημένα στο ΕΘΝΟΣONLINE, Χρ. Γιανναρά «Η πρόκληση Νταβούτογλου», άρθρο εφημ. ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ ΚΥΡΙΑΚΗΣ, αλλά και για πολιτική Τουρκίας: Γ. Καραμπελιάς «Η κοινωνική βάση του νέο-οθωμανισμού» και «Νέο-οθωμανισμός και Ελληνισμός» περ. ΑΡΔΗΝ τ.72 και Στ. Κωσταντινίδης «Νέο-οθωμανισμός: έννοια κλειδί για την κατανόηση της σημερινής Τουρκίας», περ. ΑΡΔΗΝ τ.72

[viii] Καστοριάδης Κορ., Κοινωνία χωρίς μνήμη, συνέντευξη στην εφημ. ΝΕΑ 10/8/1993.

[ix] Γ. Καραμπελιάς, «Ο Ρομαντισμός στον αντίποδα της νεωτερικότητας», Εναλλακτικές Εκδόσεις, Αθήνα 2002

ΑΝΤΙ-Χριστούγεννα…

ΑΝΤΙ-Χριστούγεννα…

 

Του παπα Ηλία Υφαντή


 

Βέβαια τα Χριστούγεννα πέρασαν. Αλλά το παρακάτω κείμενο, που προέρχεται απ’ τον υποτιτλισμό, σχετικού με τα Χριστούγεννα, βίντεο (koukfamily), δεν μπορεί να θεωρηθεί ανεπίκαιρο. Γιατί τα περιστατικά, στα οποία αναφέρεται, φωτίζουν με τρόπο αποκαλυπτικό, παρόμοια περιστατικά, που συμβαίνουν, εδώ και τώρα, και στον τόπο μας…

Λένε, λοιπόν, μεταξύ άλλων, οι υπότιτλοι του βίντεο αυτού: Κάθε άνθρωπος, λένε, και κάθε έθνος έχει το βασικό ανθρώπινο δικαίωμα να διαφυλάττει την παράδοσή του. Κι όμως…

Οι Αμερικάνοι χάνουν, στις μέρες μας, αυτό το βασικό ανθρώπινο δικαίωμα.
Σήμερα η πολιτισμική μας κληρονομιά δέχεται επίθεση από τα ΜΜΕ, και από μια κυβέρνηση αποφασισμένη να την εξαφανίσει.

Και δεν υπάρχει, σχετικά, καλύτερο παράδειγμα από τον πόλεμο, που διεξάγεται ενάντια στα Χριστούγεννα:

Το θέμα των Χριστουγέννων αναφέρεται στην ειρήνη, την αγάπη, τη φιλανθρωπία και την ελπίδα. Στα χριστουγεννιάτικα κάλαντα, τα χριστουγεννιάτικα δέντρα και τις σκηνές της Γέννησης, όσο και στο αρχέτυπο του Αϊ-Βασίλη, γιορτάζουμε τις παραδόσεις μας, την ενότητά μας, την αγάπη μας. Κι όμως…

Στο λεξιλόγιο των σημερινών Αμερικανών τα «Χαρούμενα Χριστούγεννα» έχουν αντικατασταθεί απ’ τις «Χαρούμενες διακοπές». Οι «χριστουγεννιάτικες διακοπές» στα σχολεία ονομάζεται τώρα «διάλειμμα Χειμώνα». Ακόμη και τα κάλαντα έχουν απαγορευτεί στα σχολεία. Και η λέξη Χριστούγεννα δεν χρησιμοποιείται στα σχολεία. Για τον απλούστατο λόγο ότι η λέξη περιλαμβάνει το όνομα…Χριστός.

Οι εικόνες της Γέννησης, που για εκατοντάδες χρόνια παρουσιάζονταν στην Ευρώπη και την Αμερική τώρα έχουν απαγορευτεί από τα δικαστήρια! Και κάθε εμφάνιση χριστιανικού συμβόλου είναι απαγορευμένη στους δημόσιους χώρους…

Το συστηματικό αυτό γκρέμισμα της γιορτής των Χριστουγέννων δεν είναι βέβαια ένα τυχαίο γεγονός. Αντίθετα μάλιστα τα παραδοσιακά και θρησκευτικά σύμβολα παραμερίζονται εξεπίτηδες.

Και ποιοι βρίσκονται πίσω από τον πόλεμο εναντίον των Χριστουγέννων; Κάποιος μπορεί, ενδεχομένως, να υποψιάζεται κάποια ομάδα αθέων. Αλλά στην πραγματικότητα αυτοί παίζουν ασήμαντο ρόλο.

Η κινητήρια δύναμη, που βρίσκεται πίσω από το ξέφτισμα των παραδόσεων των Χριστουγέννων είναι οι εβραϊκές οργανώσεις και οι εξτρεμιστές Εβραίοι.

Για δεκαετίες κορυφαίες εβραϊκές ομάδες εργάζονται ενάντια στον εορτασμό των Χριστουγέννων. Στα σχολεία μας και στις κοινότητές μας.  Συμπεριλαμβανομένου και του πιο ισχυρού εβραϊκού οργανισμού στην Αμερική: Την Αμερικανική Εβραϊκή Επιτροπή και το Αμερικανικό Εβραϊκό Κογκρέσο.

Και μαζί με αυτές τις οργανώσεις είναι και τα εβραιοκρατούμενα ΜΜΕ. Που προβάλλουν την αντιχριστιανική καμπάνια.

Αποτελεί «έγκλημα μίσους» ακόμη και το να πει κάποιος ότι οι ΗΠΑ ιδρύθηκαν από Ευρωπαίους Χριστιανούς…

Ακόμη και αν τολμήσεις να πεις την αλήθεια για την εβραϊκή κυριαρχία στο Χόλυγουντ και στις ειδήσεις ή το χώρο της διασκέδασης χαρακτηρίζεσαι «αντισημίτης». Παρότι οι ίδιες εβραϊκές εκδόσεις επαίρονται για την κυριαρχία τους αυτή…

Παρόλο, που οι Εβραίοι είναι λιγότεροι από το 3% του πληθυσμού στις ΗΠΑ, έχουν τεράστια επιρροή στα ΜΜΕ, την οικονομία και την πολιτική. Και παρόλο, που δεν υποστηρίζουν όλοι οι Εβραίοι τον πόλεμο ενάντια στα Χριστούγεννα, ο οργανωμένος εβραϊσμός ελέγχεται από εξτρεμιστές, που υποστηρίζουν το αντιχριστιανικό αυτό μένος.

Μια απ’ τις καλύτερες αποδείξεις είναι ότι το μικρό αυτό ποσοστό του πληθυσμού έχει πετύχει στην αντιχριστιανική αυτή εκστρατεία. Και έχουν νικήσει το 90% των Αμερικανών, που αγαπούν τις χριστιανικές παραδόσεις.

Στην πραγματικότητα, όταν απαγόρευσαν τα χριστιανικά σύμβολα των Χριστουγέννων από τα σχολεία και τους δημόσιους χώρους, έχουν εισαγάγει εβραϊκές γιορτές και σύμβολα.

Οι σταυροί και οι σκηνές της Γέννησης απαγορεύονται. Αλλά… Ακριβώς απέναντι από το Λευκό Οίκο, σε δημόσιο χώρο, κάθε χρόνο υψώνεται η μεγαλύτερη εβραϊκή Μενορά (επτάφωτη λυχνία, βλ. φωτογραφία). Η φετινή Μενορά ήταν τόσο μεγάλη, που, για να την ανάψουν χρειάστηκαν ανελκυστήρα για ουρανοξύστες…

Η γιγαντιαία Μινορά μπροστά στο Λευκό Οίκο υψώθηκε από μια ρατσιστική εβραϊκή οργάνωση, τη Chabad Eubavitch. Η οποία υποστηρίζει ότι αποκλειστικός προορισμός όλων των μη Εβραίων στη Γη είναι να υπηρετούν τους Εβραίους.

Αφού είναι κατώτεροι στο σώμα και στην ψυχή. Δεομένου ότι όλοι είναι ειδωλολάτρες, που τους αξίζει ο θάνατος! Και βέβαια, μεταξύ αυτών, είναι και ο Χριστός.
Τον οποίο Χριστό, εκτός από τη θανατική καταδίκη, τον έχουν, σύμφωνα με το Ταλμούδ, στείλει και στην κόλαση. Όπου κάθεται, λέει, πάνω σ’ ένα καζάνι, μέσα στο οποίο βράζουν περιττώματα…

Και, σχετικά με τη συμπεριφορά τους έναντι των χριστιανών, εφημερίδα της Ιερουσαλήμ αναφέρει ότι στου Αγίους Τόπους, χριστιανοί ιερείς φτύνονται στο πρόσωπο από Εβραίους εξτρεμιστές….

 

Για την αντιγραφή από το DavidDuke.com

Παπα-Hλίας, 30-12-2010, http://papailiasyfantis.wordpress.com

Η ΡΑΘΥΜΙΑ ΤΩΝ ΔΙΑΠΙΣΤΩΣΕΩΝ ΩΣ ΝΤΡΟΠΗ

Η ΡΑΘΥΜΙΑ ΤΩΝ ΔΙΑΠΙΣΤΩΣΕΩΝ ΩΣ ΝΤΡΟΠΗ

 

Του Αντώνη Ανδρουλιδάκη


 

Τα σπίτια μας έχουν πάρει φωτιά κι εμείς, ως άλλοι ειδήμονες της πυροσβεστικής υπηρεσίας, αφού αναζητήσαμε εξαντλητικά τα αίτια, αφού επί μακρόν διαπιστώσαμε τα ασθενή σημεία του οικοδομήματος, αφού κραυγάσαμε συχνά έντρομοι, αφού προβλέψαμε με περισπούδαστες αναλύσεις την εξέλιξη της πυρκαγιάς, κλωθογυρνάμε στα ίδια και στα ίδια, σπουδάζοντας διαρκώς τα ολοένα και μεγαλύτερα εγκαύματα μας.  

Ψηλαφούμε καθημερινά το «κάψιμο» του λαού και του τόπου. Ενός λαού που εντούτοις επιμένει να αυξάνει την τηλεθέαση των καθεστωτικών μέσων  και ενός τόπου που όλο και απομακρύνεται από τα όποια διακριτά στοιχεία τοπικότητας του είχαν απομείνει.   Ένας λαός καμένος κατά την ορολογία των πιτσιρικάδων, ένας τόπος καημένος κατά την ορολογία των γιαγιάδων μας. Και μόλις τελειώνει ο κύκλος των διαπιστώσεων, επιστρέφουμε όλοι στις μικροζωούλες μας, άβουλοι διεκπεραιωτές της ίδιας της ύπαρξης μας. Κορνιζάρουμε ύστερα τις διαπιστώσεις μας στα μαυρισμένα ντουβάρια των σπιτιών και των ψυχών μας.

Κι έστω κι αν βρέθηκαν κάποιοι –ελάχιστοι- μ’ ένα κουβά νερό, δεν συγκροτείται η αναγκαία πυροσβεστική υπηρεσία. Καμία ανάληψη προσωπικής ριψοκινδύνευσης. Καμία απερισκεψία. Καμιά τόλμη.  

Ντρέπομαι γι’ αυτό. Ντρέπομαι προσωπικά.  Ντρέπομαι πάνω απ’ όλα για την αριστερά των εφηβικών οραμάτων μας, που αφού εγκατέλειψε τον πατριωτισμό στις ακροδεξιές φλυαρίες και τον κοινωνιοκεντρικό προσανατολισμό στον Περισσό, στέκει ακόμη και σήμερα παρατηρητής των εγκαυμάτων της πατρίδας. Μοναδικό και ατράνταχτο άλλοθι, η αδυναμία συγκρότησης ενός νέου πολιτικού υποκειμένου, αφού οι συνθήκες δεν είναι ώριμες κ.λπ. Παπάρια σύντροφοι. Βουλιάξαμε κι εμείς μέσα στη γεροντική βολή της χρησιμοθηρίας. Ξεμάθαμε να πορευόμαστε αγκαλιά με τ’ ανώφελα. Ξεχάσαμε να κυνηγούμε το αδύνατο, ακόμη και τώρα που οι καιροί φωνάζουν πως θα βρεθούμε μπροστά στο αδιανόητο. Λογαριάζουμε τις κινήσεις μας με τρόπο μετρημένο και συνετό, μη τύχει κι αποτύχουμε. Πού ξανακούστηκε  μωρέ σ’ αυτόν τον τόπο ελευθερία και σύνεση αντάμα; Πώς μπορείς να μετράς, πως βαστάς να γράφεις, με τα δάχτυλα τσουρουφλισμένα; Σε ποιά νερά πνίγηκε το ήθος της αντίστασης του Τρόπου μας που δεν λογάριασε αποτελέσματα, δυναμικές και αναλύσεις;

Ντρέπομαι για τούτο το ναυάγιο. Ντρέπομαι προσωπικά. Ντρέπομαι που ακόμη δεν βρέθηκαν δέκα, είκοσι μυαλωμένοι Έλληνες να συντάξουνε έναν νέο Οδικό Χάρτη για την Μεγάλη Έξοδο της χώρας απ΄την καταχνιά. Ένα συγκροτημένο σχέδιο με αρχή, μέση και τέλος. Τούτο πρέπει να γίνει για το χρέος, το άλλο πρέπει να γίνει για την παραγωγική ανασυγκρότηση της χώρας. Αυτό για μιαν ελληνική Παιδεία κι αυτό για την Υγεία. Το άλλο για τη χάραξη μιας νέας στρατηγικής εθνκής ανεξαρτησίας και τούτο για τη Δημοκρατία και τους θεσμούς. Ένα όραμα, δηλαδή, να βαστηχτούμε αδέρφια για να γυρέψουμε πάλι το θαύμα. Ένα θαύμα που να γυρέψει να υπερβεί την κάθε μετρήσιμη πιθανή αποτελεσματικότητα, γιατί έτσι. Ναι,γιατί έτσι! Παρά ­και ίσως και εξ’ αιτίας των περί του αντιθέτου προβλέψεων και εκτιμήσεων. Ως πρώτο κριτήριο ελληνικότητας.   

Ως εκ τούτου, ενόσω ακόμη δεν κατορθώνεται να διαμορφωθεί μια κοινότητα με πλήρης από ΠΑΡ΄ ΟΛΑ ΑΥΤΑ Έλληνες αριστερούς, που θα τολμήσει να αμφισβητήσει τις πυροσβεστικές που ρίχνουν λάδι στη φωτιά, γράφοντας στα παπάρια της τις λογικές της αποτελεσματικότητας, θα επιμένω να ντρέπομαι και για τις δυό μου αυτές ιδιότητες. Στο αναμεταξύ θα παρακολουθούμε όλο και πιο πολύ, σήμερα τον Παπανδρέου, αύριο το Σαμαρά, γιατί όχι και τον Καρατζαφέρη ή την Ντόρα, μεθαύριο ακόμη και το Δ.Ν.Τ. ή τη Μέρκελ να το παίζουν πυροσβέστες σε μια κατακαημένη χώρα, όπου η Αριστερά περιμένει να διαμορφωθεί το νέο πολιτικό υποκείμενο, το ΚΚΕ να διαβάσει τι λέει το manual για το θέμα και ο ΣΥΡΙΖΑ να αποφανθεί για την επίδραση της σεξουαλικής απελευθέρωσης στο σύγχρονο ευρωπαϊκό σινεμά… Τελικά, προφανώς τόσο ο Λεωνίδας, όσο και ο Παλαιολόγος, ο Άρης ή ο γιός της καλογριάς υπήρξαν πολύ απερίσκεπτα άτομα…Ως εκ τούτου και η ιστορική ήττα τους, ως αποτέλεσμα της αφέλειας τους…Καλόν είναι να αποφύγουμε τέτοιες διαδρομές…όσο δεν υποψιαζόμαστε τις νίκες που υποκρύπτουν τέτοιες ήττες…όσο δεν ψυλλιαζόμαστε ακόμη την ελληνικότητα του «θανάτω θάνατον πατήσας»…

 

ΑΝΤΩΝΗΣ ΑΝΔΡΟΥΛΙΔΑΚΗΣ, 25.12.2010, antonisandroulidakis@gmail.com

ΤΑ ΠΤΕΡΟΕΝΤΑ ΔΩΡΑ

ΤΑ ΠΤΕΡΟΕΝΤΑ ΔΩΡΑ

 

Του (+) Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη


 

Ξένος του κόσμου και της σαρκός κατήλθεν την παραμονήν από τα ύψη συστείλας τας πτέρυγας, όπως τας κρύπτει θείος άγγελος. Έφερε δώρα από τα άνω βασίλεια, δια να φιλεύση τους κατοίκους της πρωτευούσης. Ήτον ο καλός άγγελος της πόλεως.

Εκράτει εις την χείραν εν άστρον και επί του στέρνου του έπαλλε ζωή και δύναμις και από το στόμα του εξήρχετο πνοή θείας γαλήνης. Τα τρία ταύτα δώρα ήθελε να μεταδώση εις όλους όσοι προθύμως τα δέχονται.
Εισήλθεν εν πρώτοις εις εν αρχοντικόν μέγαρον. Είδεν εκεί το ψεύδος και την σεμνοτυφίαν, την ανίαν και το ανωφελές της ζωής, ζωγραφισμένα εις τα πρόσωπα του ανδρός και της γυναικός και ήκουε τα δύο τέκνα να ψελλίζωσι λέξεις εις άγνωστον γλώσσαν. Ο Άγγελος επήρε τα τρία ουράνια δώρα του και έφυγε τρέχων εκείθεν.

Επήγεν εις την καλύβαν πτωχού ανθρώπου. Ο ανήρ έλειπεν όλην την ημέραν εις την ταβέρναν. Η γυνή επροσπάθει ν’ αποκοιμήση με ολίγον ξηρόν άρτον τα πέντε τέκνα, βλασφημούσα άμα την ώραν που είχεν υπανδρευθή. Τα μεσάνυχτα επέστρεψεν ο σύζυγός της· αυτή τον έβρισε νευρική, με φωνήν οξείαν, εκείνος την έδειρε με την ράβδον την οζώδη και μετ’ ολίγον οι δύο επλάγιασαν, χωρίς να κάμουν την προσευχήν των και ήρχισαν να ροχαλίζουν με βαρείς τόνους. Έφυγεν εκείθεν ο Άγγελος.

Ανέβη εις μέγα κτήριον, πλουσίως φωτισμένων. Ήσαν εκεί πολλά δωμάτια με τραπέζας κι επάνω των έκυπτον άνθρωποι, μετρούντες αδιακόπως χρήματα, παίζοντες με χαρτιά. Ωχροί και δυστυχείς, όλη η ψυχή των ήτο συγκεντρωμένη εις την ασχολίαν ταύτην. Ο Άγγελος εκάλυψε το πρόσωπον με τας πτέρυγάς του, δια να μην βλέπη, κι έφυγε δρομαίος.

Εις τον δρόμον συνήντησε πολλούς ανθρώπους, άλλους εξερχομένους από τα καπηλεία, οινοβαρείς και άλλους κατερχομένους από τα χαρτοπαίγνια, μεθύοντας χειροτέραν μέθην. Τινάς είδε ν’ ασχημονούν και τινάς ήκουσε να βλασφημούν τον Άη-Βασίλην ως πταίστην. Ο Άγγελος εκάλυψε με τας πτέρυγάς του τα ώτα, δια να μην ακούη, και αντιπαρήλθεν.

Υπέφωσκεν ήδη η πρωία της πρωτοχρονιάς και ο Άγγελος, δια να παρηγορηθή, εισήλθεν εις την εκκλησίαν. Αμέσως πλησίον εις τας θύρας είδεν ανθρώπους να μετρούν νομίσματα, μόνον πως δεν είχον παιγνιόχαρτα εις τας χείρας και εις το βάθος αντίκρυσεν ένα άνθρωπον χρυσοστόλιστον και μιτροφορούντα ως Μήδον σατράπην της εποχής του Δαρείου, ποιούντα διαφόρους ακκισμούς και επιτηδευμένας κινήσεις. Δεξιά και αριστερά, άλλοι μερικοί έψαλλον με πεπλασμένας φωνάς: Τον Δεσπότην και αρχιερέα!

Ο Άγγελος δεν εύρε παρηγορίαν. Επήρε τα πτερόεντα δώρά του – το άστρον το προωρισμένον να λάμπη εις τας συνειδήσεις, την αύραν, την ικανήν να δροσίζη τας ψυχάς και την ζωήν, την πλασμένην δια να πάλλη εις τας καρδίας, ετάνυσε τας πτέρυγας και επανήλθεν εις τας ουρανίας αψίδας.

 

Σημείωση: Το κείμενο εστάλη από τον παλαιό φίλο και αδελφό Παναγιώτη Ζαρίφη.

 

ΠΗΓΗ: http://alexandros-akestor.blogspot.com/2007/12/blog-post_4542.html

Παράδοξα Στ. Ράμφου – Η νεοελληνική παρακμή

Τα παράδοξα του Στέλιου Ράμφου και η νεοελληνική παρακμή

 

Του Σπύρου Κουτρούλη

 

 

 

Το νέο βιβλίο του Στέλιου Ράμφου, όπως μαρτυρά ο τίτλος του Το αδιανόητο Τίποτα – φιλοκαλικά ριζώματα του νεοελληνικού μηδενισμού δοκίμιο φιλοσοφικής ανθρωπολογίας (Εκδόσεις Αρμός, Αθήνα 2010, σελ. 490), έχει μια διπλή στόχευση: Να αποτελέσει μια πρωτότυπη και γόνιμη μελέτη ενός έργου που έχει σημαδέψει τον ανατολικό τουλάχιστον χριστιανισμό, δηλαδή τη φιλοκαλία, και κατά δεύτερο να αναδείξει τον τρόπο που επηρέασε την ελληνική κοινωνία σε μια προοπτική μηδενιστική.

Αν περιοριζόταν στον πρώτο στόχο, θα ήταν μια ακόμη αξιόλογη μελέτη, που σίγουρα δεν θα ενδιέφερε αποκλειστικά τους θεολόγους.

Όμως δεν αρκέστηκε σε αυτό. Θέλησε να χρησιμοποιήσει μία συγκεκριμένη πλευρά της φιλοκαλίας, την ερμηνεία της οποίας προηγουμένως απολυτοποίησε, για να ερμηνεύσει με τρόπο δεσμευτικό την εξέλιξη του νεοελληνισμού. Φυσικά, μία τέτοιου είδους κατανόηση προϋποθέτει τον αποκλεισμό πολλών άλλων παραγόντων, ώστε να μπορεί να εκπληρώνει τους στόχους που η ίδια έχει θέσει. Έτσι η οικονομία, η μορφή του πολιτικού συστήματος, το δίκαιο, η εξέλιξη των διεθνών και διακρατικών σχέσεων, απουσιάζουν εντελώς. Φυσικά, ο Ράμφος δεν είναι Μ. Βέμπερ – που κατάφερε να συνδέσει τον προτεσταντισμό με τον καπιταλισμό –, αλλά ούτε και Μπερδιάγεφ, που έδειξε την πορεία του ρωσικού λαού από την ορθοδοξία στον ρωσικό κομμουνισμό και μηδενισμό ως μια ενιαία εξέλιξη. Το αποτέλεσμα είναι μια σειρά από παράδοξες σκέψεις, που φρόντισε ο ίδιος να διαδοθούν και να διευρυνθούν με συνεντεύξεις, σε δημοσιογράφους που ή δεν είχαν διαβάσει το έργο του ή δεν ήθελαν  – πιθανόν – να του θέσουν ορισμένες κρίσιμες και διαφωτιστικές ερωτήσεις.

Είναι αναμφισβήτητο ότι ο Ράμφος κόπιασε με τα κείμενα της φιλοκαλίας. Έσκυψε με πάθος και για πολλά χρόνια πάνω σε αυτά. Ερεύνησε μεθοδικά και με συγκριτικό τρόπο κάθε μελέτη που θα μπορούσε να αναδείξει τις σημασίες που περιέχουν. Όμως η προσπάθειά του να ερμηνεύσει μονοδιάστατα τον νεοελληνισμό και να χρησιμοποιήσει τα πορίσματά του για τρέχουσες πολιτικές επιδιώξεις (όπως την «επιχειρηματικότητα», την «καινοτομία»), που είχε άλλωστε προαποφασίσει, έβλαψαν συνολικά το συγκεκριμένο έργο του. Η προβληματική πλευρά του έργου επιδεινώθηκε από ένα ακόμη γεγονός: Ό,τι θα έπρεπε να τεκμηριώσει, το λαμβάνει ως δεδομένο. Έτσι μπορεί να θεωρεί ότι ο ατομικισμός και μόνον προάγει ιστορικά τις κοινωνίες, ή ότι το τέλος του Βυζαντίου επήλθε από την απουσία του ατόμου, αλλά οι σκέψεις αυτές παραμένουν ταυτολογικοί αφορισμοί, οι οποίοι δεν θεμελιώνονται πάνω στην ιστορική έρευνα και σπουδή. Επίσης, γενικεύσεις ή μονομέρειες της κοινωνικής εξέλιξης της Ανατολής και της Δύσης, όπως ότι στη Δύση υπάρχει μόνο ατομισμός και στη βυζαντινή Ανατολή μόνο κοινωνισμός, παραβλέπουν ότι στη Δύση υπήρχαν συντεχνίες, κοινότητες, και στη συνέχεια συνδικαλισμός, όπως και ότι στο Βυζάντιο ο άνθρωπος βρήκε συχνά ένα ευρύ πλαίσιο για να αναπτυχθεί – ευρύτερο μάλιστα από αυτό που συναντούμε σε άλλες κοινωνίες την ίδια εποχή. Η άποψη του Ράμφου ότι η παραδοσιοκρατία, σε κάθε περίπτωση, δεν συνάπτεται με την εκτεχνικευμένη κοινωνία, είναι πρόδηλα έωλη. Για παράδειγμα, η Αλ Κάιντα δεν πήγε στην Νέα Υόρκη με τον αραμπά, αλλά με Μπόινγκ 767, ενώ δεν χρησιμοποιεί τόξα, αλλά καλάσνικοφ και πυραύλους στίνγκερ.   
Ο π. Νικόλαος Λουδοβίκος, σε απαντητικό κείμενο με τίτλο «Η Φιλοκαλία, ο μηδενισμός και η κρίση» (βλέπε www.alopsis.gr), υποστηρίζει ότι η φιλοκαλία δεν περιέχει μόνο μια ανθρωπολογία, αλλά περισσότερες. Ιδιαίτερα θεωρεί «ως εντελώς παράδοξη τη θέση του Ράμφου πως ο ανατολικός χριστιανισμός δεν διαθέτει καν ανθρωπολογία. Η απόλυτη ισότητα και ακεραιότητα των δύο φύσεων του Χριστού στη Δ΄ Οικουμενική Σύνοδο, καθώς και ο μακρύς αντιμονοφυσιτικός αγώνας, που κατέληξε στη λαμπρή διατύπωση της απόλυτης ελευθερίας της ανθρώπινης βούλησης, για πρώτη φορά στην Ιστορία, στον Μάξιμο τον Ομολογητή και την Στ΄ Οικουμενική Σύνοδο, ενάντια στην παθητικότητα της βουδιστικής Ανατολής, θα αρκούσαν για να αποδείξουν αυτό».

Αλλά ο Ράμφος κάνει και άλλες αστοχίες. Παραβλέπει το γεγονός ότι η φιλοκαλία δεν περιέχει το σύνολο της ορθόδοξης παράδοσης. Επίσης ότι δεν δίνει πρωτοκαθεδρία στο αίσθημα, αλλά ότι «τόσο το αίσθημα όσο και ο νους περιορίζονται στη διαδικασία της προσευχής». H φιλοκαλία δεν θεμελιώνει τον μηδενισμό, αλλά αξίες. Ο μηδενισμός κατά τον Χάιντεγκερ στηρίζεται «στην αυτοτοποθέτηση του σκεπτόμενου υποκειμένου ως προϋπόθεση κάθε αντικειμενικής μεταφυσικής του Είναι και η βούληση για δύναμη που ακολουθεί», όπως και από το γεγονός ότι το «φίλαυτο υποκείμενο» χάνει την επαφή με την κοινότητα και σχετικοποιεί κάθε αξία.

Στην ελληνική περίπτωση, η απουσία κανονιστικών δεσμεύσεων ή αναφοράς σε ένα συλλογικό όραμα, όπως ήταν παλαιότερα η Μεγάλη Ιδέα και κατόπιν η Εθνική Αντίσταση, δημιουργεί ένα μηδενισμό με τη μορφή ενός άγριου, ανορθολογικού και αντικοινωνικού ατομικισμού, πολύ διαφορετικού από το άτομο που δημιούργησε ο προτεσταντισμός και χρησιμοποίησε ο καπιταλισμός ως την αρχική καύσιμη ύλη του. Έτσι, ο υπάλληλος που τα παίρνει για να μην κάνει σωστά τη δουλειά του, ο πολιτικός που εισπράττει μίζες – από τη Ζίμενς για παράδειγμα – προξενώντας τεράστια ζημιά στην πατρίδα του, αποσκοπεί αποκλειστικά και μόνο στο όφελος του ατόμου του, χωρίς να αισθάνεται καμιά υποχρέωση απέναντι στην κοινωνία και στον τόπο του.

Ένας ασκητισμός – σαν των ιερών νηπτικών – που ελέγχει τις επιθυμίες και αντικαθιστά το ίδιο όφελος από το κοινωνικό, το αυτάρκες εγώ από το δόσιμο στον άλλο, προσφέρει στην κοινωνία μια έλλογη, συλλογική διέξοδο. Είναι μια απάντηση, χωρίς να είναι η μοναδική, στον μηδενισμό του ατομικισμού. Ο Ράμφος, επικρίνοντας την ασκητική παράδοση – ιδιαίτερα τον Άγιο Γρηγόριο Παλαμά και τη θεωρία του για τη θεία ουσία και τις άκτιστες ενέργειες – όπως και κάθε συλλογική ταυτότητα, σαν την οικογένεια ή την κοινότητα, συνειδητά ή όχι, προωθεί και δικαιώνει έναν ατομικισμό που είναι η μήτρα όχι ενός υψιπετούς μηδενισμού σαν αυτού του Σιοράν, αλλά ενός μηδενισμού θλιβερού και παρακμιακού, σαν αυτόν που απηχεί ο πολιτικός που ξεροσταλιάζει μπροστά από τα ταμεία της Ζίμενς για να λάβει το δώρο του.

Σε συνέντευξη στην Ελευθεροτυπία (25.5.2010), με σκοπό να παρουσιάσει το καινούργιο βιβλίο του, διατυπώνει διάφορες παράδοξες σκέψεις, πολλές από τις οποίες δεν περιέχονται – τουλάχιστον με αυτή τη μορφή και ένταση – στο Αδιανόητο Τίποτα. Βεβαίως, μπορεί να υπάρχει το ελαφρυντικό του προφορικού λόγου, αλλά επιβαρύνεται από το γεγονός ότι απευθύνεται σε ένα κοινό που δεν έχει ιδιαίτερη εξοικείωση με τις φιλοσοφικές έννοιες και άρα έχει αυξημένη ευθύνη απέναντί του. Λέγει λοιπόν: «Εάν δεχθούμε ότι, για να φτάσουμε στον Θεό, όπως ήθελαν οι ασκητές, πρέπει να εξοντώσουμε κάθε στοιχείο λογικό από μέσα μας, να το αφανίσουμε, τότε μένουμε στη θεότητα ως απόλυτο αίσθημα και βρισκόμαστε ένα βήμα από το μηδέν. Γιατί, αν το απόλυτο είναι κενό και δεν έχει καμία λογική, τότε δεν έχεις παρά να κυνηγάς σκιές. Η διαδικασία αυτή, που απορρίπτει τη λογική, διαμορφώνει ψυχολογίες ακράτητα συναισθηματικές, σαν αυτές που βλέπουμε στη σύγχρονη κοινωνία». Βεβαίως, παραλείπει να πει ότι αυτός που ισχυρίστηκε ότι δεν μπορούν να σταθούν οι λογικές αποδείξεις του Θεού είναι ο εισηγητής του κριτικού ορθολογισμού, ο Ε. Καντ. Όπως γράφει ο Π. Κανελλόπουλος: «Λογική απόδειξη για την ύπαρξη της Ελευθερίας και για την ύπαρξη του Θεού αποκλείεται κατά τον Καντ. Τις σελίδες του για τις Αντινομίες τις ακολουθούν, στην Κριτική του Καθαρού Λόγου, οι σελίδες  όπου αποκρούει και τις “τρεις αποδείξεις” για την ύπαρξη του Θεού».  Παραδόξως, ο Ράμφος δεν στρέφεται διόλου κατά του καντιανισμού, όπως κάνει με τη φιλοκαλία, ούτε τον θεωρεί εμπόδιο σε αυτό που ονομάζει «νεώτερη δημοκρατική κοινωνία».

Σε δύο τρία σημεία του έργου του (στη σελίδα 53 και αλλού), ο Ράμφος αναφέρεται στο σπουδαίο βιβλίο του Λουί Ντυμόν Δοκίμια για τον Ατομικισμό, χωρίς όμως να τον λαμβάνει πολύ σοβαρά υπόψη του. Σύμφωνα με τον Ντυμόν, ο χριστιανισμός – ανατολικός ή δυτικός – ανέπτυξε έναν ξεχωριστό ατομικισμό, που τον διαφοροποίησε από την ινδική, για παράδειγμα, κοινωνία. «Δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία σχετικά με τη θεμελιώδη αντίληψη περί ανθρώπου, που πήγασε από τη διδασκαλία του Χριστού: όπως το είπε και ο Τραιλτς, ο άνθρωπος είναι ένα άτομο – σε – σχέση – με – τον – Θεό, πράγμα που σημαίνει, για τη δική μας χρήση, άτομο που ουσιαστικά είναι έξω από τον κόσμο… Από τη διδαχή, πρώτα του Χριστού και έπειτα του Παύλου, απορρέει ότι ο χριστιανός είναι «ένα άτομο – σε σχέση – με – τον Θεό. Στη σχέση με τον Θεό, λέει ο Τραιλτς, υπάρχει απόλυτος ατομικισμός και απόλυτος οικουμενισμός (universalisme)». Ένας τέτοιος ατομικισμός, που στρέφει τον άνθρωπο προς τα μέσα, μπορεί να στέκεται εχθρικά απέναντι σε ορισμένες εξουσίες (η αγάπη είναι το κριτήριο για την αποδοχή ή την αντίσταση στην εξουσία), συγχρόνως όμως εντάσσει το άτομο σε κοινωνικές συσσωματώσεις όπως είναι η κοινότητα.

 

ΠΗΓΗ: Εφ. Ρήξη, φ. 69, http://www.ardin.gr/node/3958

Η αγία Αικατερίνα & η κοινωνία του θεάματος…

Η αγία που πήγαινε γυρεύοντας και η κοινωνία μας η του θεάματος…

 

Του φιλαλήθη/Philalethe00

Πέρασαν οι μέρες, ήρθε και παρήλθε η μνήμη του επί Δεκίου μαρτυρήσαντος αγίου Μερκουρίου, του αγίου Στυλιανού Παφλαγόνος, του αγίου Στέφανου του Νέου  μόλις χθες αλλά πρέπει να το πω. Η αγία Αικατερίνα συμβολίζει την απόλυτη αποτυχία της σημερινής παιδαγωγικής που βγάζει ανθρώπους που ζουν και δεν ξέρουν γιατί ζουν. Που ζουν ασκόπως. Που ζουν για τα μέσα για ένα σκοπό που, όπως προέβλεψε κατά λέξη και ο Νίτσε, είναι ανύπαρκτος. Όπως λέγανε και κάποιοι πολύ “αναρχικοί” για αυτήν την παιδαγωγική που πήραν, και που απέρριψαν: “go to school, get a job/send me on your way”.

Για άγνωστο σκοπό. Που δεν υπήρχε πλάνο να ευρεθεί κάποτε…  Η αγία, από την άλλη, δημιουργούσε καταστρέφοντας και ‘μυκτηρίζοντας το δόγμα του τυράννου’ και ‘παύοντας’, η πολύαθλη’, ‘των ρητόρων’ (50 ή κατ’ άλλους, 150, και ανδρών) τις ‘φληνάφους ρήσεις’… Δεν ζούσε για το θέαμα, αλλά ζούσε για ό,τι ουσιωδέστερο.

Και έτσι κορόιδεψε τους γονείς της που την ήθελαν να παντρευτή αρχοντάδες και αρχοντόπουλα, για το καλό του βασιλείου, λέγοντάς τους ότι μόνο αν βρεθεί κάποιος περικαλλέστερος, πιο εγγράμματος, πιο ευγενικής καταγωγής, θα τον “υπανδρευθεί”.
Βέβαια, τέτοιος δεν υπήρχε περίπτωση να υπάρξει. Και έτσι, η Αγία, αντί να “κάτσει φρόνιμα και να γίνει νοικοκύρης”, πήγαινε γυρεύοντας και βρήκε τον ίδιο τον αυτοκράτορα, τύραννο Μαξιμίνο (τον β’), και του είπε ότι αυτά που πιστεύει ο ίδιος ο οιονεί θεός, είναι πλάνες. Παροιμιώδεις έχουν μείνει οι ρητορικοί της αγώνες με τους καλύτερους σοφιστές που διέθετε ο αυτοκράτορας. Τους κατατρόπωσε όλους, αποδεικνύοντας και πάλι τα του σπερματικού Λόγου, και κατά άλλους φέρνοντας στην επιφάνεια και πάλι τις σιβυλλικές προρρήσεις (λ.χ. Σίβυλλας της Ερυθραίας, το ποίημα π.Χ. περί της ζωής του Χριστού με την ακροστιχίδα).

Συγκομιδή: εκχριστιανισμένη και για αυτό καρατομημένη αυτοκράτειρα, εκχριστιανισμένοι και ομοίως τιμωρημένοι καλύτεροι παγανιστές ρήτορες/σοφιστές/φιλόσοφοι, απόδειξη συνεχούς αφθαρσίας στα μαρτύρια και της αδυναμίας της εξουσίας του Κράτους μπροστά στην επικεκλημένη ισχύ του Θεού, πλήθη συνταραγμένα από τα μέσα.

Και, ειλικρινά σας το λέω, με πονάει τόσο αυτή η σκέψη, του πόσο έχει μικρύνει η συγκομιδή σε Αικατερίνες σήμερα… Και ακόμη περισσότερο όταν υπάρχουν οι διαφαινόμενες καλές προθέσεις, αλλά η κοινωνία και η αγωγή της μας στέλνει να συναντήσουμε τον θάνατο της ψυχής, εξακολουθητικά και χωρίς τέλος… Βέβαια, η ελπίδα δεν καταισχύνει. Υπάρχουν πάντα κάποιοι και κάποιες, εδώ, που ξεφεύγουν από τις δαγκάνες κάνοντας το “αυτονόητο” πραγματικά και “όντες εκ της αληθείας”.

Έτσι, λοιπόν, σε ένα περασμένο μακρυά φθινόπωρο μνημονευόμενη μου είχε γράψει ευχές: “Καθε σου αγαθή επιθυμία ευχή μου”. Και τέτοιες ευχές, μέσα από ένα σωρό αφόρητων κοινοτοπιών και τραγικά εσφαλμένων προσεγγίσεων, δεν μπορούν παρά να μείνουν “ανεξίτηλες”. Διότι είναι η αρχή του τέλους της κοινωνίας του θεάματος. Όταν δεν προσπερνάς, αλλά σκύβεις, για να βρεις, κατά βάθος…

Τις ευχές μου σε όσους και σε όσες εορτάζουν και εόρταζαν,  όλες αυτές τις ημέρες, λοιπόν…

Πρόσωπο με πρόσωπο

Πρόσωπο με πρόσωπο

 

Του Άγγελου Καλογερόπουλου


 

Προσφάτως, στην πνευματική μας ζωή και στον όποιο δημόσιο διάλογο αυτή προκαλεί, επανήλθε το ζήτημα του προσώπου, της εξατομίκευσης και της ομάδας, της ανάγκης να εξατομικευθεί ο Έλληνας ώστε να απεγκλωβιστεί από την ομαδική ζωή (οικογένεια, σόι, κόμμα, εκκλησία) που τον καθηλώνει. Η αναζήτηση του προσώπου και η εξ αυτής συζήτηση για τη σχέση ατόμου και συλλογικότητος απασχολεί κατά καιρούς διανοουμένους  οι οποίοι, κυρίως, προέρχονται ή σχετίζονται με την παράδοση της Ορθοδοξίας.

Προξενεί εντύπωση όμως το γεγονός ότι από την πρόσφατη συζήτηση απουσίαζε εντελώς το όνομα ενός σπουδαίου Ρώσου φιλοσόφου, του Νικολάου Μπερντιάγεφ, τον οποίο μάλιστα σε καμία περίπτωση δεν θα μπορούσε να υποθέσει κανείς ότι οι αναζητητές του προσώπου τον αγνοούν. Μόνο που φαίνεται πως πρόσωπο με πρόσωπο έχει κάποια διαφορά…

Ο Νικόλαος Μπερντιάγεφ (1874-1948) επηρεασμένος αρχικά από τον Μαρξ και την κριτική του τελευταίου στον καπιταλισμό, στρέφεται στον χριστιανισμό και ασκεί ριζοσπαστική κριτική τόσο στον Μαρξισμό, όσο και στο σοβιετικό καθεστώς. Γι’ αυτό το λόγο εξ άλλου αναγκάζεται το 1922 να εγκαταλείψει τη Ρωσία. Η κριτική του, ωστόσο, στάση δεν υπήρξε μονομερής. Με την ίδια δριμύτητα επιτίθεται στο καπιταλιστικό σύστημα, ενώ η πολιτική του φιλοσοφία- χωρίς βεβαίως ποτέ να παγιωθεί σε ένα οργανωμένο σύστημα – συγγενεύει με ένα είδος χριστιανικού σοσιαλισμού ή με έναν ιδιότυπο  χριστιανικό αναρχισμό.

Η φιλοσοφική του εργασία πάντως συνίσταται, κυρίως, στην αναβάπτιση της χριστιανικής πίστης σε ένα πνεύμα ελευθερίας  όπου το ανθρώπινο πρόσωπο απαλλαγμένο από τις εξαντικειμενικευμένες θεσμοθετήσεις της ιστορίας επανευρίσκει  τη δυναμική σχέση αγάπης με τον Θεό, διατηρώντας στο ακέραιο τη μοναδικότητά του και την ελευθερία του μέσα σε μια κοινωνία προσώπων.

«…Το πρόσωπο είναι κατηγορία πνευματική και ηθική. Δε γεννιέται από έναν πατέρα και μία μητέρα, δημιουργείται πνευματικά και παρέχει το θεμέλιο για τη θεία ιδέα  του ανθρώπου. Το πρόσωπο δεν είναι φύση, είναι ελευθερία, είναι πνεύμα.», σημειώνει στο Δοκίμιο Εσχατολογικής Μεταφυσικής, (μετ. Χρ. Μαλεβίτση, εκδ. Imago, σελ.234). Το πρόσωπο είναι μια «δημιουργική πράξη», μια αξία που τοποθετείται πάνω από το Κράτος, το Έθνος, το ανθρώπινο γένος. Το πρόσωπο αντιτάσσεται σε μια ισοπεδωτική συλλογικότητα, ενώ η πνευματικότητα μπορεί να είναι κοινοτική, αλλά πριν απ’ όλα πρέπει να είναι περσοναλιστική.
Όμως, γιατί θυμήθηκα τον Νικόλαο Μπερντιάγεφ στα καλά καθούμενα; Όχι τόσο γιατί ήθελα να αποκαταστήσω τη συμβολή του σε μια προσωποκρατική φιλοσοφία, όσο γιατί κάποιο δημοσίευμα μ’ έκανε να σκεφτώ ότι η πνευματική ανησυχία του είναι τραγικά επίκαιρη από τη μια και ουσιωδώς αισιόδοξη από την άλλη.
Δημοσιεύθηκε στον τύπο έκθεση στελεχών του Πενταγώνου, την οποία θέλησε να αποκρύψει ο πλανητάρχης, η οποία προοιωνίζεται ένα ζοφερό μέλλον. Κλιματολογικές αλλαγές, ελλείψεις στα τρόφιμα, εκτεταμένοι πόλεμοι για την επιβίωση, γυμνοί από κάθε ιδεολογικό προκάλυμμα ή άλλοθι. «…Οι άνθρωποι θα είναι αναγκασμένοι να πολεμήσουν για αγαθά απολύτως απαραίτητα για τη στοιχειώδη επιβίωση του ζωικού είδους «άνθρωπος» – στη χειρότερη περίπτωση για αέρα και νερό», προειδοποιούσε και ο δικός μας Παναγιώτης Κονδύλης, συμπληρώνοντας πως ένας πόλεμος χωρίς ιδεολογική προκάλυψη θα είναι σαφώς αγριότερος από ένα πόλεμο χωρίς το πρόσχημα της πίστης σε κάποια ιδανικά.

Από την άλλη τέτοιου είδους προβλέψεις καθιστούν αμφισβητήσιμη την όποια αισιοδοξία για μια επερχόμενη εποχή ελευθερίας και σημαντικών επιτευγμάτων που καταφάσκουν στην αξία του ανθρώπινου προσώπου, που   βλέπουν τις προκλήσεις της νέας εποχής ως ένα πεδίο πρωτοφανούς αναπτύξεως της ανθρώπινης ατομικότητος. Καθώς μάλιστα όλο και περισσότερο αποσιωπάται η  ανάγκη μιας παράλληλης κοινωνικότητος, καθώς η πραγμάτωση του εγώ όλο και λιγότερο σχετίζεται με την αγάπη προς τον πλησίον…

Δυστυχώς, η αναγκαία πνευματική πάλη του ανθρώπου εναντίον της μονολιθικότητος και του δογματισμού, η απαλλαγή από ψευδαισθήσεις και ουτοπίες δεν οδήγησε σε μια πνευματική ελευθερία αλλά στην κυριαρχία μιας νέας μονολιθικότητος, ενός νέου δογματισμού, μιας οιονεί πραγματοποιουμένης ουτοπίας που ενώ πασχίζει για τα ανθρώπινα δικαιώματα και την επιβολή μιας παγκόσμιας ειρήνης, κάνει πιο έντονη την απειλή ενός ασφυκτικού από κάθε άποψη μέλλοντος.

Σ’ αυτή την εποχή των ανακατατάξεων που ζούμε και αρεσκόμεθα να θαυμάζουμε το γκρέμισμα των τειχών (έστω και το από τουβλάκια lego ομοίωμά τους) δεν πρέπει να ενθουσιαζόμαστε με ένα υποτιθέμενο τέλος  των – καταδυναστευτικών ενίοτε-ιδεολογιών. Διότι στην πραγματικότητα όσοι «γκρεμίζουν» τα ιδεολογικά τείχη, τα γκρεμίζουν απλώς για να προσχωρήσουν στην άλλη πλευρά, στην κυρίαρχη ιδεολογία, δηλαδή, προσπορίζοντας παράλληλα το μερίδιο της εξουσίας που τους αναλογεί.

Όταν ο Μπερντιάγεφ έγραψε το βιβλίο του «Ένας Νέος Μεσαίωνας» ήταν ακόμα 1922. Από τότε επέμενε σταθερά να βλέπει έναν πολιτισμό να «πήζει», να οδηγείται στην παγωνιά της απανθρωποποίησης μέσα από συγκρούσεις ιδεολογιών που αναγορευόμενες σε απόλυτες αλήθειες υποτάσσουν τον άνθρωπο και απαιτούν την απροκάλυπτη και ολοκληρωτική κυριαρχία. Τέτοιου είδους ιδεολογίες όμως, δεν υπήρξαν  στο παρελθόν μόνον , είναι παρούσες και τώρα – ακόμα  και  μετά το περίφημο τέλος των ιδεολογιών- απειλώντας το ανθρώπινο πρόσωπο μέσα από την κυριαρχία της μάζας, της  ωμής βίας  και της τυφλής τεχνικής ανάπτυξης.

Αλλά  για τον Μπερντιάγεφ το ανθρώπινο πρόσωπο, η δημιουργική πράξη – το αντίδοτο στην κυριαρχία του Βασιλείου του Καίσαρος – βρίσκεται στον αντίποδα της εξουσίας. «Ο Θεός δεν είναι κυριαρχία, γιατί δεν είναι εξουσία. Η εξουσία είναι ίδιον του ανθρώπου, όχι του Θεού» . Έτσι οραματίζεται ένα  μέλλον  όπου θα επικρατήσει μια πνευματική αναγέννηση όπου – καθώς «ο αγώνας για το ψωμί του διπλανού μου» είναι πνευματικός αγώνας – ένας προσωποκρατικός σοσιαλισμός θα συνδυάζει την κοινότητα και το πρόσωπο.

Δεν μου φαίνεται καθόλου παρωχημένο ένα τέτοιο όραμα,  χωρίς να ξέρω αν πρόκειται ποτέ να πραγματοποιηθεί. Εξ άλλου οι ματαιώσεις είναι η τραγική μοίρα της ανθρώπινης ιστορίας. Αλλά σε ένα κόσμο που μοιάζει ψυχρότερος ακόμα και μετά το τέρμα του ψυχρού πολέμου, ο Μπερντιάγεφ αντιτάσσει μια πνευματική άνοιξη, έναν ανοιχτό ορίζοντα που αξίζει κανείς να του αφιερώσει τη ματιά του.

 

ΠΗΓΗ: Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα ΑΥΓΗ και http://antifono.gr/portal/….F.html

ΠΡΟΧΕΙΡΑ ΚΡΙΤΗΡΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΟΤΗΤΑΣ

ΠΡΟΧΕΙΡΑ ΚΡΙΤΗΡΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΟΤΗΤΑΣ

 

Του Αντώνη Ανδρουλιδάκη


 

 

«Κάτω τα ξερά σας απ’ τους Έλληνες» γρύλιζε με μιαν αλλόκοτη αγριάδα το σύνθημα, φερμένο προφανώς από μια κάποια ακροδεξιά ρητορική, στην αντίστιξη ακριβώς του «κάτω τα ξερά σας απ’ τους μετανάστες», μιας άλλης «αριστερής» ρητορικής. Κι’ ένοιωσα με μιας, την ευρύχωρη ελληνικότητα μας, στριμωγμένη κάπου ανάμεσα στα Εξάρχεια και στο  Κολωνάκι. Μια ολόκληρη οικουμένη, «συνωστισμένη» κι αυτή, σε δυό τετραγωνικά χιλιόμετρα.

Μιά στενασιά, σα δυαράκι διαμέρισμα του ’75, φορτωμένο με όλα τα κομφόρ του 2010, που ανεβαίνει στο λαιμό και γυρεύει να σε πνίξει.

Κι έτσι, κατά πως λένε οι σεξιστές ότι ο πνιγμός είναι μονάχα ένα μικρό σκαλί πριν τη απόλυτη ηδονή, αράδιασα στο μυαλό μου ένα μάτσο ανακατωμένα κριτήρια-ερωτήματα ζωής. Πρόχειρα κριτήρια ή μαρτυρίκια ελληνικότητας. Τέτοιος οργασμός !

Τί να είναι άραγε λοιπόν αυτό, που κάποιοι ανησυχούν μη τύχει κι απλώσουν απάνω του τα ξερά του οι «βάρβαροι»; Τί είναι αυτό που οι άλλοι τρέμουν μην ανοίξει αυτό τις χερούκλες του και τους καταπιεί; Ποιά είναι τα κριτήρια για να ξεδιακρίνει κανείς αν θα καρφιτσώσει ή όχι στο πέτο του το μαρτυρίκι της βάφτισης στην ελληνικότητα;

Είναι, ας πούμε, ελληνικότητα η χοντροπετσιά ή μήπως είναι η ευαισθησία; Είμαστε πιο πολύ στραμμένοι προς τον εαυτό μας, ενδοσκοπώντας, ή είμαστε πιο παρατηρητικοί προς το περιβάλλον μας; Αποκτήσαμε σιγά-σιγά την τάση να επιλέγουμε – ακόμη και στα μικρά – γεμάτοι προσήλωση και μεγάλη προσοχή ή βαστήξαμε ένα μικρό κομμάτι ευέλπιδος απερισκεψίας; Είναι ελληνικότητα να σκέφτεται κανείς πιο πολύ τα δεδομένα ή μήπως τις επιθυμίες; Στις δύσκολες καταστάσεις είμαστε – τις πιο πολλές φορές – περισσότερο άπονοι ή γινόμαστε συμπονετικοί;

Θέλουμε οι δραστηριότητες μας να είναι αυστηρά προγραμματισμένες ή κρατάμε οικειοθελώς απ’ έξω ένα μικρό κομμάτι «έκπληξης»;  Μας αρέσουν οι συγγραφείς που λένε ξεκάθαρα τι εννοούν ή αυτοί που χρησιμοποιούν αλληγορίες και συμβολισμούς; Θεωρούμε αναγκαίο να είμαστε βέβαιοι ότι όλα τα πράγματα είναι τακτοποιημένα ή μπορούμε να αφήνουμε και κάποια πράγματα να συμβαίνουν φυσικά; Γουστάρουμε τον εαυτό μας για τον ισχυρό έλεγχο που έχει πάνω στην πραγματικότητα ή για τη ζωηρή φαντασία του; Είναι πιο ελληνικό να είναι κανείς περισσότερο δίκαιος ή μάλλον φιλεύσπλαχνος;

Γυρεύουμε από τον εαυτό μας περισσότερη δύναμη στη θέληση ή μεγαλύτερη αντοχή στα συναισθήματα; Γίναμε πια κάπως επιφυλακτικοί απέναντι στους Άλλους ή είμαστε «εύκολοι» να μας προσεγγίσουν; Προτιμάμε να εργαζόμαστε με τα «μαστίγια» των ορίων και των προθεσμιών ή μπορούμε και χωρίς αυτά; Είμαστε πλέον – όλο και πιο συχνά – εντελώς πρακτικοί άνθρωποι ή είναι στιγμές που είμαστε και κάπως ευφάνταστοι; Νιώθουμε πιο άνετα όταν κριτικάρουμε τους άλλους ή όταν αξιολογούμε τα πράγματα γύρω μας; Αν πρέπει να είμαστε κάτι απ’ τα δυο, τί είναι προτιμότερο να είμαστε, σκληροί ή εύπιστοι;

Η αλληλεπίδραση με άγνωστους και ξένους μας επιβαρύνει με επιφυλάξεις ή μας ενεργοποιεί; Νοιώθουμε περισσότερο ικανοποιημένοι με το αποτέλεσμα μιας δουλειάς ή με μια δουλειά σε εξέλιξη; Έχουμε την τάση να είμαστε περισσότερο πραγματιστές ή περισσότερο θεωρητικοί;  «Πατάμε διαρκώς στη γή» ή είναι κάποιες φορές που αισθανόμαστε κάπως αφηρημένοι;  Στις έντονες συζητήσεις μας, «στηλώνουμε τα πόδια» ή ψάχνουμε το κοινό έδαφος;  Επηρεαζόμαστε περισσότερο από τα πειστικά αποδεικτικά στοιχεία ή από μια αληθινή και συγκινητική έκκληση; Θεωρούμε τον εαυτό μας καλό ακροατή ή καλό συνομιλητή; Πιστεύουμε ότι, όταν τα παιδιά μας παίζουν χάνουν την ευκαιρία να κάνουν χρήσιμα και ωφέλιμα πράγματα ή ότι  εξασκούν τη φαντασία τους; Στη δουλειά μας, θεωρούμε πιο φυσικό να εντοπίζουμε τα λάθη των Άλλων ή να τους ευχαριστούμε; Τί μας χαρακτηρίζει περισσότερο, η λογική σκέψη μας ή το βιωμένο μας συναίσθημα; Προτιμάμε οι συμφωνίες μας να σφραγίζονται και να υπογράφονται ή να στηρίζονται απλά σε μια χειραψία; Μας ενδιαφέρει περισσότερο τί είναι πραγματικό ή τι είναι δυνατόν; Εμπιστευόμαστε περισσότερο ότι αντιλαμβάνεται ο νους μας ή ότι βεβαιώνει η εμπειρία μας;

Όταν πρόκειται να απογοητεύσουμε κάποιον, είμαστε «ειλικρινείς» και σταράτοι ή «ζεστοί» και διακριτικοί; Ποιό είναι πιο μεγάλο σφάλμα; Να είμαστε πολύ απαθείς ή πολύ συμπονετικοί; ΟΙ ενέργειες μας είναι πάντα προετοιμασμένες ή υπάρχουν και περιπτώσεις που είναι ακόμη αυθόρμητες; Η κοινή λογική είναι συνήθως αξιόπιστη ή συχνά αμφισβητήσιμη;  Ποιά είναι καλύτερη φιλοφρόνηση; Αυτός είναι ένας λογικός άνθρωπος ή αυτός είναι ένας άνθρωπος με συναίσθημα; Θέλουμε συνήθως πράγματα που είναι παγιωμένα και αποφασισμένα ή πράγματα που βρίσκονται στην αρχή του σχεδιασμού τους;  Τί θεωρούμε σημαντικότερο στον εαυτό μας; Ότι είμαστε λογικοί ή ότι είμαστε αφοσιωμένοι; Είμαστε επιρρεπείς στο να μας καταβάλλουν οι καταστάσεις και τα πράγματα ή στο να αναζητούμε δυνατότητες; Πιστεύουμε ότι οι οραματιστές και οι θεωρητικοί είναι επικίνδυνοι και κάπως «ενοχλητικοί» ή ότι είναι συναρπαστικοί άνθρωποι; Θεωρούμε τον εαυτό σας συνηθισμένο ή έναν ιδιαίτερο και μοναδικό άνθρωπο; Τί είναι χειρότερο; Να είσαι σ’ ένα τέλμα ή να «πετάς στα σύννεφα»;

Έχουμε την τάση να είμαστε περισσότερο βιαστικοί παρά χαλαροί ή περισσότερο χαλαροί παρά βιαστικοί; Σχολάζομεν ίνα ασχολούμεθα ή ασχολούμεθα ίνα σχολάζομεν; Θεωρούμε τον εαυτό μας, περισσότερο ορθολογιστή ή περισσότερο καλόκαρδο; Τα πραγματικά περιστατικά φτάνουν και περισσεύουν από μόνα τους ή απεικονίζουν απλά τις βασικές αρχές;  Έχουμε την τάση να προσέχουμε την αποδιοργάνωση ή την ευκαιρία για τις αλλαγές; Πιστεύουμε πως πρέπει παντού να ζητάμε το χρήσιμο και το αναγκαίο ή υπάρχουν και υπέρτερα πράγματα; Με λίγα λόγια, φτιάχνουμε απλώς societas ή κοινωνούμε σαν Έλληνες; Από το αγγλοσαξωνικό custom γινόμαστε customers ή οικοδομούμε από το ήθος-έθος το Έθνος μας;  Οι βεβαιότητες μας στηρίζονται στον τύπο της οργάνωσης μας (in-form-ation) ή στην πληρότητα που φέρουμε (πληρο-φορία); Μας φτάνουν οι ατομικές συσχετίσεις και συγκρίσεις ή κατορθώνουμε προσωπικές σχέσεις με τους απέναντι Άλλους; Το επάγγελμα μας, εξέπεσε σε δουλειά-δουλεία ή πράγματι επαγγέλλεται κάτι; Η Δημιουργία μας είναι ευκαιρία ματαιόδοξης αυταρέσκειας ή είναι Έργο του Δήμου; Το νόμισμα μας είναι όργανο αυθαιρεσίας των αγορών ή αποτέλεσμα του πόσο «νομίζουμε» ότι αξίζει ο μόχθος μας; Το σύμβολο μας είναι αφορμή διαχωρισμών ή ευκαιρία να συν-βάλλουμε;

Η αμαρτία μας είναι η απόκλιση από έναν κανόνα ή η αστοχία απ’ την αλήθεια μας; Η αλήθεια μας έχει να κάνει με την καθαρότητα και τη γνησιότητα του verus, verita,ή με ότι δεν περνάει απαρατήρητο; Η αλήθεια έχει να κάνει με το «αντικειμενικό» και  «μεγαλειώδες» του very ή με ότι όλοι έχουν την ίδια γνώμη και ο καθένας είναι έτοιμος να την επιβεβαιώσει; Οι νόμοι μας είναι law δηλαδή lay,  δηλαδή υποτάσσουν, βάζουν κάτω ή ως νόμοι νέμουν, κατανέμουν, απονέμουν; Είμαστε άτμητα άτομα ή πρόσωπα με την όψη στραμμένη προς τον απέναντι Άλλο; Η Δημοκρατία μας απλά res publica (δημόσιο πράγμα) ή είναι κράτος-εξουσία του Δήμου; Η λειτουργία μας είναι function-fungi (εκτέλεση-επίδοση) ή έργο του Λαού;  Κι εν τέλει, είναι ο φόβος συνομήλικος του θάνατου και του έρωτα μισητός εχθρός ;

Ανεξάντλητος ο κατάλογος των ερωτημάτων, με τη θετική απάντηση στο δεύτερο σκέλος των ερωτήσεων να σηματοδοτεί αψευδείς – κατά την ταπεινότητα μου – καταφάσεις ελληνικότητας. 

Αφήνω στον αναγνώστη την εφαρμογή των κριτηρίων – και τη συναγωγή των αποτελεσμάτων – και στη δική του αλλά και στη δική μου περίπτωση.

Είμαστε λοιπόν αληθινοί ή ψευτίσαμε στη διαδρομή απ’ το δυάρι των Εξαρχείων στο ρετιρέ του Κολωνακίου… σ’ ένα τσιγάρο δρόμο. Και να σκεφτεί κανείς, πως κάποιοι, οι πιο πολλοί, αυτή τη διαδρομή δεν την κάναμε ποτέ! Δε βάλαμε ποτέ τον εαυτό μας σ’ αυτή τη μέγκενη με τα ξερά χέρια! Εμείς δεν γυρέψαμε ποτέ, βαστώντας στα κουλά χέρια μας το Έθνος, να ξεραθούν τα χέρια των Άλλων. Εμείς δεν γυρέψαμε ποτέ, βαστώντας στα κουλά μας χέρια το διεθνισμό, να ξεραθούν τα χέρια τα δικά μας. Εμείς «το μόνο» που ζητήσαμε ήταν «με τα πόδια στη γη, να φτάσουν τα κουλά μας χέρια ως στον ουρανό»…τέτοια απλοχωριά… τέτοια ελληνικότητα!

Μα πολύ φοβάμαι, πως τώρα, στο άλλο σύνθημα «είμαστε όλοι μετανάστες» πρέπει να απαντήσουμε «μη στεναχωριέστε, κανείς δεν είναι Έλληνας». Ίσως έτσι, καταφέρουμε να ξανακάνουμε τη διαδρομή απ’ την αρχή. Ναι, αυτήν τη διαδρομή που κάποιοι δεν κάναμε ποτέ. Κολωνάκι – Εξάρχεια. Άλλο ένα τσιγάρο-δρόμος. Απαγορευμένο μάλιστα αυτή τη φορά. Να ξαναβρούμε το δυαράκι του ’75, απαλλαγμένο απ’ τα φρού-φρού του 2010. Εκεί που κάποιος γκρεμισμένος φούρνος θα ροδίζει το ψητό της Κυριακής, μέσα στο καπνισμένο ταψί του. Και ποιος ξέρει, όπως λέει ο λαός μας, τα πιο απίθανα πράγματα έχουν συμβεί, όταν γκρεμίζεται ένας φούρνος. Ίσως να ‘ναι επειδή θα καταφέρουμε «το μόνο» που ζητήσαμε!

 

ΑΝΤΩΝΗΣ ΑΝΔΡΟΥΛΙΔΑΚΗΣ,  21.11.2010

Τι και πως θ’ απαντούσε στον Hawking ο Einstein…

Τι και πως θ’ απαντούσε στον Hawking ο Einstein…

 

Ένα σχόλιο για το περιεχόμενο της κριτικής που άσκησε ο Σεβ. Πειραιώς στον διάσημο Βρετανό αστροφυσικό

 

Τoυ Χάρη Ανδρεόπουλου, θεολόγου *


 

 

Mε την περίπτωση του Stephen Hawking ασχολήθηκε και ο αείμνηστος καθηγητής Δογματικής και Φιλοσοφίας του Τμήματος Θεολογίας του ΑΠΘ, Νίκος Ματσούκας, σχολιάζοντας τις διφορούμενες απόψεις του διάσημου αστροφυσικού, χωρίς να τις (δια-) συνδέσει με την υφιστάμενη παραπληγία του και, φυσικά, χωρίς να προχωρήσει σε εικασίες περί «συγχύσεως του νοός του», όπως – αδικαιολογήτως, κατά τη ταπεινή μας γνώμη – πράττει ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Πειραιώς κ. Σεραφείμ,  σχολιάζοντας**  το τελευταίο βιβλίο του Hawking με τίτλο “The Grand Desing” («Ο μεγάλος σχεδιασμός»).

Ο μεγάλος δογματολόγος της Θεσσαλονίκης Νικ. Ματσούκας αναφερόταν συχνά σε σύγχρονους επιστήμονες, κυρίως από το χώρο της αστροφυσικής, που κάνουν λόγο για ένα ξεκίνημα του σύμπαντος σε μια δεδομένη στιγμή, για μια έκρηξη μιας κοσμογονίας, για ένα διαστελλόμενο σύμπαν, για συνεχή δημιουργία, κτλ, κτλ, και θεωρούσε ότι οι απόψεις αυτές είναι άκρως ενδιαφέρουσες για τη σημερινή θεολογική επιστήμη, αλλά επεσήμαινε και τόνιζε: «Προς Θεού, χρειάζεται μεγάλη προσοχή – οι απόψεις αυτές μπορούν να ενδιαφέρουν μονάχα για λόγους ερμηνευτικούς, και ποτέ για λόγους απολογητικούς ή για συμπεράσματα αθεΐας (…) Τέτοιες συζητήσεις για την ύπαρξη ή την ανυπαρξία του Θεού κατά τη σημερινή επιστημολογία τουλάχιστον είναι ανόητες…», υποστήριζε ο καθηγητής, επικαλούμενος ως χαρακτηριστικό παράδειγμα τη φιλοσοφία του L. Wittgenstein.   (βλ. «Δογματική και Συμβολική Θεολογία», τόμος Δ’, εκδ. Πουρναρά, Θεσ/νίκη, 1999, σελ. 39)

 

Ο Νικ. Ματσούκας, ένιωσε μάλιστα την ανάγκη να υπερασπισθεί το δικαίωμα του Hawking να αρνηθεί να απαντήσει αν είναι θρησκευόμενος ή άθεος, όταν ρωτήθηκε σχετικώς, κατά τη διάρκεια της επίσκεψής του στην Ελλάδα στα μέσα της δεκαετιας του ’90, για να δώσει διάλεξη. Κατά τη επίσκεψή του εκείνη στην Αθήνα, «χριστιανομαθημένοι» δημοσιογράφοι τον ρώτησαν αν πιστεύει στο Θεό. Πολύ σωστά, όμως – γράφει ο Ματσούκας (ο.π., σελ. 39) – ο Hawking είπε ότι δεν επιθυμεί ν’ απαντήσει, γιατί δεν θα’ θελε να θεωρηθεί μήτε θρησκευόμενος, μήτε άθεος. Ωστόσο ένας «χριστιανομαθημένος» δημοσιογράφος δεν σεβάσθηκε την επιθυμία του και στο ρεπορτάζ που έκανε φρόντισε να μας πληροφορήσει κατηγορηματικά ότι ο Hawking είναι «εκ πεποιθήσεως άθεος» (έκφραση του δημοσιογράφου). «Προφανώς η συμπεριφορά αυτή του δημοσιογράφου μόνο …αγιοπνευματική (κάθε άλλο!) επιρροή δεν μαρτυρούσε…», είχε παρατηρήσει ο αείμνηστος καθηγητής του τμήματος Θεολογίας του ΑΠΘ.  

 

Επί της ουσίας τώρα και σχετικά με τη άποψη (αυτή είναι που μας ενδιαφέρει και – προς Θεού! – όχι το εάν είναι ή δεν είναι παραπληγικός …) που εξέφρασε ο Hawking, ότι δηλ. ο Θεός δεν είναι δημιουργός του σύμπαντος και άρα η επίκληση του Θείου δεν είναι αναγκαία για την κατανόηση του κόσμου μας, κλπ.,  θα μπορούσαμε, θεολογικώς πράττοντες, να απαντήσουμε με το λίαν χαριτωμένο παράδειγμα που έδιδε ο Albert Einstein, περιγράφοντας τη σχέση επιστήμης και αποκάλυψης (: θρησκείας / πίστης):

 

 «Εμείς οι θετικοί επιστήμονες», έλεγε ο κορυφαίος φυσικός του 20ου αιώνα, «μοιάζουμε με τους αναρριχητές ορειβάτες. Με πολλή προσπάθεια και κόπο ανεβαίνουμε το όρος της Αλήθειας. Όταν, όμως, φθάσουμε στη κορυφή, βρίσκουμε εκεί τους θεολόγους να μας περιμένουν…». 

 

 

Νομίζουμε ότι ο Αγιος Πειραιώς,  εξ επόψεως θεολογικής, είπε λιγότερα απ’ όσα ώφειλε και εξ επόψεως απολογητικής, περισσότερα απ’ όσα έπρεπε.

 

 

* ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Ο Χάρης Ανδρεόπουλος είναι δημοσιογράφος – θεολόγος ΑΠΘ (xaan@theo.auth.gr), καθηγητής Β/θμιας Εκπαίδευσης (Γυμνάσιο Δομενίκου Ελασσόνας).

 

** Ο Πειραιώς Σεραφείμ για τις θέσεις του αστροφυσικού Hawking, Τελευταία Ενημέρωση: Sep 23, 2010,

http://www.amen.gr/index.php?mod=news&op=article&aid=3475

 

ΠΗΓΗ: Τελευταία Ενημέρωση: Sep 25, 2010, http://www.amen.gr/index.php?mod=news&op=article&aid=3490

Μετανεωτερικότητα και Ελευθερία

Μετανεωτερικότητα και Ελευθερία:

Επιστημολογικές και Πολιτιστικές Ασυνέχειες

 

Του Γιώργου Παύλου

 


 

Πραγματικά κανείς, όταν καλείται να μιλήσει γι' αυτά τα πράγματα, δεν ξέρει καμιά φορά από πού ν' αρχίσει ή τί να πρωτοπεί, γιατί όντως βρισκόμαστε μπροστά σ' ένα γεγονός ουσιώδους σημασίας, ιδίως όταν πρόκειται να μιλήσουμε για το χρόνο και για τον κόσμο, και όταν πρόκειται να μιλήσουμε για έναν πολιτισμό, όπως είναι αυτός ο πολιτισμός που κουβαλάει αυτός ο τόπος. Εννοούμε δε το διαχρονικό ελληνικό πολιτισμό διότι, εάν άλλα είδη πολιτισμών θέλουν να αναγκάσουν τον κόσμο να υποταχθεί σε μια γενική μορφή ή δομή, σ' ένα γενικό πλαίσιο, τούτος ο πολιτισμός που κουβαλάμε στις πλάτες μας ως Έλληνες είναι κάτι το ανάποδο: θέλει να σώσει το επιμέρους, θέλει να αναδείξει τα ελάχιστα και τα μηδαμινά αυτά για τα οποία όσοι ασχολούνται με τις μεγάλες ιδέες θεωρούν ασήμαντα να ασχοληθούν. Τούτος ο πολιτισμός, λοιπόν, είναι ένα μοιρολόι του συγκεκριμένου, του ελάχιστου, του ασήμαντου, του εφήμερου, γι' αυτό και είναι δύσκολος πολιτισμός.

Κατ’ αρχάς, να αναφέρω κάποιες συγκεκριμένες μνήμες που μας βοηθούν να αναμετρηθούμε μ’ έναν τόπο και μ’ έναν τρόπο όπως είναι ο δικός μας τόπος και τρόπος και που μας πάει πολύ μακριά και προς το παρελθόν και προς το μέλλον.


Πριν λίγες μέρες ήμουν αναγκασμένος να παρακολουθήσω ένα γεγονός σ’ ένα σχολείο που μου έχουν ζητήσει να είμαι επιστημονικός υπεύθυνος, κι εκεί έζησα ένα στιγμιότυπο που νομίζω ότι αξίζει να σας το πω. Ένα παιδί της Α' Γυμνασίου δημιουργούσε προβλήματα, κούραζε τους δασκάλους του και αναγκάστηκε ένας καθηγητής του να το φέρει στους συντονιστές αυτού του σχολικού προγράμματος. Ένας συντονιστής, ένας δάσκαλος – από πόνο ο ίδιος για τις αταξίες του μικρού – του τράβηξε τα αυτιά, τον χαστούκισε επειδή δεν ήταν υπάκουος, και εγώ είδα το παιδί αυτό να κλαίει. Ένα παιδί με ξανθά μαλλιά, με πρόσωπο φωτεινό. Δεν μπορούσα να κάνω τίποτα, δεν ήθελα να σταματήσω την επέμβαση αυτή του δασκάλου μπρος σε όλους τους άλλους μαθητές. Μετά το πήρα παράμερα, κατεβήκαμε κάτω και το κράτησα στην αγκαλιά μου, το χάιδεψα και το φίλησα. Μιλήσαμε λίγο και μου είπε ότι είναι ορφανό, ότι ζει με τον παππού του και τη γιαγιά του. Του έλεγα ότι είναι καλό να αρχίσει να μαθαίνει γράμματα και πολλά παρόμοια. Μου έλεγε συνεχώς κλαίγοντας: «Ναι, κύριε. Ναι, κύριε». Ένα μικρό παιδί ορφανό, αδύναμο, χτυπημένο από τη μοίρα του σ' έναν κόσμο ψυχρό, αδιάφορο, αφιλόξενο. Εν τέλει μία ύπαρξη μερική και ατομική μέσα στον κόσμο – τον ιστορικό. Ένα δάκρυ ξεχασμένο στο χρόνο και την ιστορία που κρίνει τον κόσμο και την ιστορία.


Αυτό ήταν ένα συγκλονιστικό γεγονός για μένα προσωπικά, αλλά νομίζω ότι φανερώνει και το δικό μας δρόμο ως Έλληνες και ως ανθρώπους. Ότι σ' αυτό το εφήμερο, το συγκεκριμένο σώμα το απτό, μπορεί κανείς να συναντάει κάτι απερίγραπτο, κάτι το μέγιστο που αναμετράει τους χώρους και τους χρόνους, που μας βάζει μπροστά σ' ένα συμβάν, σ' ένα σημείο, και  ταυτόχρονα μας σταματάει μπρος στο αδιάβατο της ύπαρξης. Δεν μπορούμε να κάνουμε τον κόσμο καλύτερο έτσι εύκολα εμείς.

 

Αυτό το γεγονός, αυτή η συνάντηση με το εφήμερο – τουλάχιστον στην τραγική στιγμή του – μου θύμισε κάτι από την περιοχή της Τέχνης, που θα το ξέρετε ίσως πολλοί από σας. Σας το αναφέρω, γιατί νομίζω ότι είναι πολύ σημαντικό. Θυμάστε την ταινία Τσαμπ – Ιταλού σκηνοθέτη – όπου ένα παιδί που ζει με τον πατέρα του, πρώην αθλητή του μποξ, ο οποίος μετά τις δόξες πλέον αρχίζει να γερνάει εργαζόμενος ως απλός εργάτης στον ιππόδρομο, ενώ η μητέρα του που αποφάσισε να ζήσει μια μεγάλη ζωή μ’ έναν σπουδαίο άνθρωπο, παίρνει για λίγο το παιδί μαζί στο πλούσιο σπίτι της. Το παιδί δεν αντέχει και επιστρέ­φει στον πατέρα του. Αναζητώντας τον πατέρα του φθάνει σ' έναν άδειο χώρο φωνάζοντας διαρκώς και με αγωνία το όνομά του. Νομίζω ότι αυτή η εμπειρία είναι μια από τις συγκλονιστικές στιγμές που μπορεί να παρουσιάσει η Δυτική Τέχνη. Ίσως εμείς, μέσα από την εμπειρία του δικού μας τρόπου, μπορούμε να ερμηνεύσουμε αυτά τα στοιχεία. Διότι είναι αυτή η εμπειρία της κοσμικής ορφάνιας, που μόνο ο άνθρωπος ως ενσυνείδητο ον μπορεί να βιώσει μ' έναν τρόπο που τον οδηγεί, ώστε ο ίδιος να αναλάβει την ευθύνη για όλον τον κόσμο, αλλά όχι με μια καρικατούρα μετασχηματισμού του Κόσμου και της Ιστορίας, αλλά με μια ευθύνη που πάει πολύ μακριά. Ο άνθρωπος αγωνιά και αισθάνεται ευθύνη για ολόκληρο τον κόσμο και το σύμπαν. Αυτή είναι η εμπειρία της απουσίας που και ο Σάρτρ περιγράφει έτσι έντονα.

 

Άλλο ένα στιγμιότυπο πάλι από την τέχνη, νομίζω ότι μας βοηθά να μπούμε σε μια περιοχή, όπου ορίζονται τα πράγματα μόνα τους και αυτομάτως χωρίς να κουραζόμαστε. Είναι αυτή η στιγμή που στο έργο Σολάρις του Ταρκόφσκι μία κοπέλα που είναι βασικά η υλοποίηση της μνήμης ενός εκ των ηρώων, μέσα σε έναν περίεργο πλανητικό χώρο αναγκάζεται να παρακαλεί τους ιπιστήμονες να της επιτρέψουν να ζήσει μαζί τους, γιατί όπως ισχυρίζεται αυτή η υλοποιημένη μνήμη-άνθρωπος επιθυμεί, νιώθει, αισθάνεται, διψάει, πονάει και τα λοιπά. Οι επιστήμονες της λένε ότι δεν υφίσταται, δεν υπάρχει, και ότι απλώς είναι μια υλοποιημένη μνήμη από νετρόνια.

 

Νομίζω ότι αυτά τα γεγονότα μας πηγαίνουν στην καρδιά αυτού του πολιτισμού που κουβαλάμε. Γιατί προσωπικά, αισθάνομαι ότι μετανεωτερικότητα σημαίνει επανεύρεση αυτού του τρόπου που μας ξανακάνει να είμαστε αυτό που είμαστε. Μας δίνει θάρρος να μη φοβούμαστε να είμαστε αυτό που είμαστε.

 

Όντως η διάνοια του ανθρώπου νεκρώνει τον κόσμο. Όντως τα συγκεκριμένα όντα σ' έναν πολιτισμό που δομείται σήμερα όλο και πιο πολύ απρόσωπα χάνουν τη σημασία τους. Γίνονται απλώς μια ύλη, μια μορφοποίηση μιας γενικής ιδέας. Αυτό θα πει κανείς ότι είναι ένας ανάστροφος πλατωνισμός. Ο Πλάτωνας φαντάζεται το νοητό κόσμο, εμπνέεται το νοητό κόσμο των ιδεών για να σώσει – όσο γίνεται – τον εφήμερο κόσμο, τον κόσμο των σωμάτων, τον αισθητό κόσμο, τον κόσμο της γενέσεως και της φθοράς. Βέβαια, αναγκάζεται να παραδεχθεί όπως όλος ο ελληνικός πολιτισμός την εμπειρία της ανάγκης: ότι τούτος ο κόσμος έχει μέσα του μια τραγικότητα. Βρίσκεται στην περιοχή της ανάγκης. Αυτό οι αρχαίοι Έλληνες το ταύτιζαν με αυτό που ονομάστηκε ύλη.

Αιτία της ανάγκης και της γενέσεως και της φθοράς είναι ένας υλικός φορέας, ο οποίος από τη φύση του υπόκειται σε μία διαρκή κίνηση, σ' ένα «γίγνεσθαι» και δε μπορεί να περάσει στην περιοχή του «είναι». Γι' αυτό και τα εφήμερα όντα, τα συγκεκριμένα, τα αισθητά δεν μπορούν να είναι όντα όντως. Αυτό που έχει σημασία είναι το γένος, η ιδέα που στέκεται στο νοητό τόπο και έχει αιωνιότητα. Αλλά ο Πλάτωνας ερμηνεύεται από την Ευρώπη ανάποδα, γιατί η Ευρώπη δεν μπορεί να καταλάβει σε μεγάλο βαθμό – και αυτό δεν είναι μια αλαζονική δική μας κρίση, αλλά είναι μια ταπεινή αίσθηση κατανόησης των τρόπων.


Η Ευρώπη δεν μπορεί να κατανοήσει ακόμη τον τρόπο του βλέπειν και οράν που εισήγαγε ο δικός μας πολιτισμός. Δηλαδή, ο Πλάτωνας δεν δημισυργεί έναν νοητό κόσμο ιδεών, επειδή αντιμάχεται την ύλη και το σώμα, – αλλά αγωνίζεται με τον τρόπο του να σώσει όσο γίνεται τον κόσμο τον εφήμερο. Γι' αυτό βλέπει κανείς αυτήν την εμπειρία του κάλλους, της ωραιότητας και της ομορφιάς να είναι βασικό συστατικό του αρχαιοελληνικού κόσμου. Αυτή η ομορφιά και η ωραιότητα και το κάλλος δεν αναφέρεται απλώς σ' έναν κόσμο νοητό, αλλά έχει να κάνει με τούτον τον κόσμο, το συγκεκριμένο, τον εφήμερο.


Απ' την άλλη μεριά, η Ευρώπη αδυνατεί να δει και να αναγνωρίσει τον ελληνικό τρόπο στην πληρότητά του, διότι ο ελληνικός τρόπος είναι ένας δύσκολος τρόπος. Χρειάζεται κανείς να σταματήσει στα εφήμερα, να σταματήσει την πρόοδο και την κίνηση κατ’ αρχάς, η οποία δεν είναι όντως συνάντηση. Είναι ένα προσπέρασμα του κόσμου και των πραγμάτων. Ο ελληνικός τρόπος είναι ένας τρόπος χασομεριού. Ένας ιδιότυπος τρόπος να χασομερούμε μέσα στον κόσμο. Κατ' άλλον τρόπο θα έλεγε κανείς ότι ο ελληνικός τρόπος είναι ένας τρόπος παραγωγής γόνιμης τεμπελιάς. Μιας απραξίας εξωτερικά που ταυτοχρόνως είναι η κατεξοχήν πράξη. Διότι, στους Έλληνες η πράξη δεν είναι απλώς η κατασκευή τεχνικών έργων, αλλά πράξη πρωτίστως είναι η σύνολη πράξη της πόλης ως κοινωνικό γεγονός.

 

Η πράξη δηλαδή δεν είναι να φτιάξουμε μηχανές, αλλά το πώς στην πόλη θα συναντηθούν οι πολίτες. Αυτό είναι το δύσκολο του ελληνι­κού κόσμου και τρόπου που ακόμη κι εμείς σήμερα αδυνατούμε να κατανοήσουμε, γιατί το γεγονός της συνάντησης των πολιτών στην περιοχή της πόλης είναι μια ξεχασμένη υπόθεση. Είναι ένα γεγονός τόσο συγκλονιστικό και γι' αυτό και τόσο αφανές ή τόσο ξεχασμένο. Είναι μια εορτή με την οποία πλέον αδυνατούμε να αναμετρηθούμε. Θα πρέπει όντως να περάσουμε σε μία μεταμοντέρνα αντίληψη για να μπορέσουμε να αφήσουμε αυτήν την εορτή να αναδυθεί μέσα από τα κρύφια της καρδιάς μας και να μη φοβηθούμε τη διάνοια, να μη φοβηθούμε το επιστημονικά ορθό. Αυτό που η κοπέλα στο Σολάρις έλεγε στους επιστήμονες, δηλαδή το έλεγε στη διάνοια-τη διάνοια ως εννοιοκρατία: «Αφήστε με να ζήσω μαζί σας». Και η επιστήμη, η διάνοια απορρίπτει τη ζωή ως συγκεκριμένο και απτό γεγονός.

 

Στην περιοχή της πόλης λοιπόν ο Σωκράτης – και αυτό δεν μπορεί να το ερμηνεύσει η Ευρώπη – ενώ δεν έχει τίποτε να πει, τίποτε να διδάξει, γιατί δεν ξέρει τίποτε, ενώ δεν είναι σίγουρος για τη μετά θάνατον αιωνιότητα, χασομεράει διαρκώς στην αγορά της πόλης προκειμένου να κάνει τους συμπολίτες του καλύτερους, να τους διδάξει, να τους σώσει. Αυτό είναι αντιφατικό. Αν δεν έχεις μια αλήθεια γενική, αν δεν έχεις μια θεωρία καθολική, πώς μπορείς τότε να σώσεις την πόλη; Τί είδους σωτηρία είναι αυτή που εισάγει ο Σωκράτης, όταν ο ίδιος λέγει ότι δεν γνωρίζει τίποτε και ότι ακόμη δεν είναι σίγουρος για μια αιωνιότητα; Τουλάχιστον αν είχε να τους μιλήσει για έναν μεταθανάτιο παράδεισο, τότε θα μπορούσε να τους τον επιβάλλει, ως έναν καθολικό νόμο, όπως ακριβώς προσπαθεί να τον επιβάλλει ένας ορισμένος τρόπος αντίληψης του κόσμου και της ζωής εδώ και μερικούς αιώνες και εννοώ τον ορθολογικό και νοησιαρχικό τρόπο, δηλαδή τον τρόπο της τεχνοκρατίας και του επιστημονισμού.

 

Για να κατανοήσει κανείς το Σωκράτη θα πρέπει να μπορεί να ζει αυτήν τη διαχρονική εμπειρία, αυτόν τον τρόπο του να συναντάει τον κόσμο ως φως και ως ταξίδι. Γιατί ο Σωκράτης εισάγει ακριβώς ως πολιτικό γεγονός όχι μία σκοπιμότητα άλλη μεταφυσική, παρά μόνο αυτό καθαυτό το γεγονός της συνάντησης. Εδώ, είμαστε μεταμοντέρνοι, είμαστε νεωτεριστές. Εδώ, σ' έναν τρόπο που ακόμη οι άλλοι δεν έφθασαν, αναμένουμε όντως την Ευρώπη και τον κόσμο, αναμένουμε τους ανθρώπους, αν δεν έχουν βαρεθεί πια αμετάκλητα τη ζωή, αν δεν έχουν αποφασίσει αμετάκλητα να είναι γερασμένοι. Αναμένουμε τους ανθρώπους, τον ανθρώπινο πολιτισμό στην περιοχή αυτή, όπου η συνάντηση δεν εντάσσεται σε καμιά άλλη σκοπιμότητα πέρα από αυτό καθ' εαυτό το γεγονός της συνάντησης. Ούτε ακόμη τη σκοπιμότητα ενός παραδείσου ορατού ή αόρατου.

 

Αυτό είναι το καίριο σημείο αυτού του πολιτισμού και αυτού του τόπου. Είναι το γεγονός της συνάντησης με τα όντα τα συ­γκεκριμένα, με τα όντα τα εφήμερα, αυτό που ο Αριστοτέλης προσπάθησε να πει: «Τάδε τι». Βέβαια, δεν μπόρεσε ούτε ο Αριστοτέλης να πει εν τέλει αυτό το πράγμα, γιατί για να μπορέσει κανείς να το πει θα πρέπει να έχει διαπεράσει όλη την περιοχή της τραγικότητας και να 'χει βγει στην πόλη πια του ονόματος. Κι εδώ αναδεικνύεται η σημασία του Βυζαντινού (ελληνορω­μαίικου) πολιτισμού, διότι οδηγεί τον αρχαίο κόσμο και τον αρχαίο ελληνισμό στην περιοχή του ονόματος. Γι' αυτό κουβαλάμε έναν δύσκολο πολιτισμό. Ίσως και εμείς βαρεθούμε κάποια στιγμή να τον κουβαλάμε. Ίσως αποφασίσουμε να γίνουμε προ­οδευτικοί. Ίσως αποφασίσουμε να φτιάξουμε τον κόσμο καλύτερο. Αλλά για όσους έχουν σταματήσει μπροστά στα πράγματα, για όσους δεν θέλουν να είναι πετυχημένοι σ' αυτόν τον κόσμο, τότε αναδύονται κάποιες εμπειρίες. Αναδύονται κάποιες αισθήσεις και κάποιες μνήμες. Τότε η μνήμη γίνεται μέτρο της πραγματικότητας. Τότε η μνήμη κρίνει τα πράγματα. Μια γραμμική αντίληψη περί του χρόνου – παρελθόν, παρόν, μέλλον ­ που στην ουσία είναι ένας μηδενισμός του χρόνου, με όρους επι­στημονικούς θα έλεγα ότι είναι ένα είδος αχρονικότητας και ανιστορικότητας, που χαρακτηρίζει τον ευρωπαϊκό ορθολογισμό.


Αντίθετα τούτος ο τόπος κουβαλάει έναν χρόνο γεμάτο. Κουβαλάει μια Ιστορία γεμάτη, που είναι ακριβώς η περιοχή της μνήμης των συγκεκριμένων και των απτών όντων. Έτσι, ο Οδυσσέας γίνεται μέτρο αυτού του τρόπου και τόπου, γίνεται μέτρο καθ' όσον αφήνει την περιοχή της προόδου και την περιοχή του γενικού καλού και της γενικής αλήθειας, την περιοχή της υποκειμενικότητας που είναι η περιοχή της Καλυψούς και οδεύει δια των υδάτων στην περιοχή του ονόματος, στην περιοχή του εφήμερου, του ιστορικού. Αφήνει την ανιστορικότητα, τη θεϊκή Καλυψώ, τη Θεά που του παρέχει άφατες χαρές, ατελείωτες και αιώνιες, αλλά ιδεοληπτικές ηδονές, χάριν του συγκεκριμένου και του εφήμερου και διακινδυνεύει αυτήν ακριβώς την καθολική, αλλά ιδεοληπτική αλήθεια.

 

Αυτός ο πολιτισμός που οδεύει προς το συγκεκριμένο με σάρκα και οστά, με όνομα και ταυτότητα είναι ένας δύσκολος πολιτισμός. Είναι ένας πολιτισμός εξαρχής μετανεωτερικός. Αυτός ο πολιτισμός παράγει μια ανοιχτή οντολογία για την οποία δεν θα πω τώρα πολλά, αλλά που τουλάχιστον η επιστήμη σήμερα όλο και περισσότερο μας δείχνει πόσο δίκαιο είχαν όσοι μίλησαν για τα όντα στη διαχρονικότητα του ελληνικού τρόπου με τον τρόπο που μίλησαν.

 

Για όσους αναμετρήθηκαν με την εμπειρία του «είναι» των όντων έτσι που αναμετρήθηκαν: ως μοιρολόι και ως εορτή, ως συνάντηση επώδυνη και ταυτοχρόνως χαρμόσυνη. Εισάγει και μας μυεί σε μια γνωσιολογία που είναι εικονολογική γνωσιολογία. Είναι γνωσιολογία που άπτεται της οντολογίας, που έχει μέλλον και είναι εικονολογική, δηλαδή δεν υποκαθιστά τον κόσμο και τα όντα με έννοιες, αλλά με ζώσες εικόνες που σώζουν τα όντα, που σέβονται το χρόνο, που σέβονται το εφήμερο. Μια ανθρωπολογία που είναι πια αυτό που θα έλεγε κανείς η οντολογία της νοσταλγίας, της νοσταλγίας του άλλου ως το εφήμερο. Αυτό που γίνεται μέτρο του καθημερινού μου μηδενισμού. Αυτό που με επαναγάγει στην περιοχή του Είναι. Αυτό είναι μια ανοιχτή ανθρωπολογία. Είναι μια αναμέτρηση με το μέλλον και είναι ένας τρόπος που ακριβώς συνθέτει μαζί με την οντολογία και τη γνωσιολογία έναν πολιτισμό που είναι αυτό που θα σώσει τον ανθρώπινο πολιτισμό, με την έννοια πια όχι μιας αφηρημένης καθολικής σωτηρίας, αλλά με την ανάδειξη του γεγονότος της πόλης, ως συνάντηση πολιτών με όνομα και ταυτότητα, όπου η οικονομία δεν θα είναι μια ολοκληρωτική υπόθεση υποκειμενικού παραδείσου.

 

Εξάλλου, η Σχολαστική Θεολογία είναι υπεύθυνη για την υποκειμενοποίηση του κοινωνικού και πολιτικού βίου σε ένα οι­κονομικό κερδοσκοπικό και ατομικό γεγονός, αφού ο Θεός είναι απλώς ένα αντικείμενο (και ο κόσμος είναι ένα αντικείμενο) που εξυπηρετεί μια υποκειμενική αυτάρκεια. Αντίθετα στην ελληνική πόλη η οικονομία γίνεται πια περιοχή δώρου και χαρίσματος. Παράγουμε ακριβώς για να δωρίζουμε τους εαυτούς μας και αυτό που παράγουμε είναι το δώρο προς τους άλλους.

 

Ενδεχομένως το γεγονός της οικονομίας ως δώρο υποπτεύθηκε λίγο ο Μάρξ, αλλά δεν μπορούσε να το παρακολουθήσει σ' αυτήν τη συγκλονιστική περιοχή της εμπειρίας του άλλου και της πόλης, όπου η οικονομία πια δεν είναι υπόθεση υποκειμενικότητας και ατομικής αυτάρκειας, αλλά αντίθετα όπου αναστρέφεται πια η πενία του πλούτου στον πλούτο της πενίας. Η παιδεία έτσι δεν είναι μια παιδεία αντικειμενοποίησης των πάντων, αλλά μια παιδεία που μας οδηγεί και μας επαναφέρει στην περιοχή του ανοιχτού πολιτισμού, της ανοιχτής ανθρωπολογίας. Σ’ αυτό που γίνεται πλέον νοσταλγία του εφήμερου, του συγκεκριμένου. Σ' αυτό που έχει όνομα και ταυτότητα.

 

(Αρχική) πηγή: ηλ. επεξεργασία antifono.gr, Ανάμεσα σε δύο κόσμους, εκδ. Ανιχνεύσεις, ΣΕΤΜΘ, 1998

 

 

ΠΗΓΗ: Πέμπτη, 23 Σεπτέμβριος 2010 07:00, http://www.antifono.gr/portal/πρόσωπα/Παύλος-Γ/2010-01-02-08-48-11/2311-Μετανεωτερικότητα-και-ελευθερία-Επιστημολογικές-και-Πολιτιστικές-Ασυνέχειες.html

Ο αντιδραστικός ορθολογισμός (β')

Για την οπισθοδρόμηση στα “ορθολογιστικά φώτα” του 18ου αιώνα (μέρος Β’)

 

       
Του φιλαλήθη/philalethe00

 

Ήδη είπαμε στο προηγούμενο μέρος για την πασιφανή “ήττα των ορθολογιστικών φώτων” προς κάτι ανώτερο· ήδη λίγο πριν, οπότε, για ένα ολόκληρο αιώνα (17ο), όπως το λέει ο d’Alembert στα “στοιχείRomanticismα φιλοσοφίας” του*, είχε κυριαρχήσει στην Δύση η φιλοσοφία του Καρτέσιου, υπήρχε αναγνώριση στο τέλος ενός έργου του περί Φιλοσοφίας, ότι το σίγουρο είναι, ότι πολύ πιο βέβαια από ό,τι αναφερόταν εκεί ήσαν αυτά που αποκαλύπτει ο Θεός. Τώρα, ερχόμαστε σε μία νέα σύνθεση που είναι κοντά σε αυτήν την παραδοχή του Καρτέσιου**, είναι μία νέα σύνθεση και είναι μία μετεπαναστατική σύνθεση. Ας το πούμε και αλλιώς: στους αντιδιαφωτιστές δεν υπάρχουν παρά ελάχιστοι αποκαταστασιακοί, δηλαδή αυτοί που θα ήθελαν να επαναφέρουν κάποιους θεσμούς ή όλους του Παλαιού Καθεστώτος (ancien regime), παρά την ατελεύτητη βαρβαρότητα που φτάνει σε ένα ολοκληρωτισμό χωρίς όρια, που εγκαινιάζουν οι Νέοι Χρόνοι στο όνομα του Διαφωτισμού, στο όνομα της Πατρίδας και της Δημοκρατίας. Παρ’ όλ’ αυτά σήμερα, εν Ελλάδι, παρατηρούμε την δράση κάποιων ακαδημαϊκών ή αρθρογράφων που, από την δεκαετία του ’90 εντονότερα, μας κήρυτταν την – εξ ορισμού αντιδραστική – επιστροφή στον ορθολογισμό, τον Ορθό Λόγο, την επιστήμη, δηλαδή την επιτομή της αστικής ιδεολογίας.

 

Η ευγονική κ ατάγεται από τον Διαφωτισμό, όπως επισημαίνει ο Χορκχάιμερ στο "τέλος του Λόγου"

Πολλοί μπορεί να απορήσουν λίγο με αυτήν την επισήμανση· διότι πρωί και βράδυ, οι αναγνώστες-κατηχητές της κατηχητικής βίβλου της κοινωνίας, όπως και οι φορείς ενός διανοητικού “ακαδημαϊκού ψευδοριζοσπαστισμού”, μας γαλουχούν στην ιδέα, ότι η “επιστήμη”, ο Ορθός Λόγος, δηλαδή η αποθέωση της σωστής συλλογιστικής κττ, όλα αυτά, λοιπόν, είναι κάποια επιτομή, πεμπτουσία του ό,τι είναι σωστό, του ό,τι αναδεικνύεται τώρα από τα πράγματα, εκ των πραγμάτων, ως αξία για την οποία αξίζει η μεταξίωση/απαξίωση των αξιών. Δεύτερον, αρκετοί συκοφαντούν με τον πιο χυδαίο και εξωπραγματικό τρόπο κάθε ιδέα που κρίνει, ασκεί κριτική ή απορρίπτει τον αστικό Διαφωτισμό, χωρίς να γνωρίζουν το τεράστιο εύρος αυτής της ομάδας. Μάλιστα, κάποιοι θα θυμούνται, ότι ο Λεωνίδας Κύρκος,  σε παρουσίαση βιβλίου νεοφιλελεύθερου-ακραιοκαπιταλιστή διαφωτιστή μας μίλησε για το μέγιστο ανόμημα του τότε μισητού αρχιεπίσκοπου Χριστόδουλου: ήταν, ότι άσκησε κριτική στον Διαφωτισμό. Και συμπλήρωσε με το μαργαριτάρι που θα έπρεπε να μας κάνει να ψυχανεμιστούμε, ότι η παίδευση του προσώπου αυτού είναι μάλλον άκρως χαμηλή: ότι “επιστρέψαμε στον Μεσαίωνα” (sic). Άλλοι, από την νεοφιλελεύθερη άκρα Δεξιά ως την ανανεωτική αριστερά και υποστηρικτές της Ντόρας Μπακογιάννη, θεωρούν, ότι οι “αντιδιαφωτιστές” είχαν κύρια γνωρίσματα αυτά τα οποία τα είδαμε στις φασιστικές ιδεολογίες. Βεβαίως, πρόκειται για την πλήρη αντιστροφή της κριτικής της σχολής της Φραγκούρτης του δυτικού μαρξισμού, που είδε στον φασισμό ακριβώς τον Διαφωτισμό, ή ένα νομοτελειακά εξελιγμένο Διαφωτισμό και “εργαλειακό ορθολογισμό”.

 

Ως “πολιτισμικό υπόστρωμα του καπιταλισμού”

 

Ο αστικός/δυτικός Διαφωτισμός δεν είναι ένας ούτε έχει μια μονοτροπία. Ακόμη, υπάρχουν διάφορες ποικιλίες Διαφωτιστών· δεν μπορούμε να συγκρίνουμε τον Βολταίρο με τον Ντενί Ντιντερό και τους Εγκυκλοπαιδιστές(στους οποίους ανήκε) ούτε μπορούμε να συγκρίνουμε τον Βολταίρο με τον Ρουσσώ, ο οποίος ήταν ένα μίγμα Διαφωτιστή και αντιδιαφωτιστή/Ρομαντικού. Γεγονός, όμως, δείχνει να είναι αυτό που είπε ο Ζακ Ελλύλ για τον αστό με μία λεπτή ειρωνεία, ότι “έχει πάρει στα σοβαρά τον Ρουσσώ, τους Εγκυκλοπαιδιστές και τους Οικονομολόγους.” Αυτό, νομίζω, ότι θα μπορέσουν να το αποδεχθούν και ορισμένοι (ή όλοι) οι ακραιφνείς υποστηρικτές του δυτικού Διαφωτισμού, πλην με κάποια εντιμότητα και όχι σκοπιμότητα. Με άλλα λόγια, οι σκοποί και τα γνωρίσματα του Διαφωτισμού συνδέονται στενά με την οικονομική ανάπτυξη και, ουσιαστικά, την αποδέσμευση της οικονομίας και των σκοπών της από αυτό που υπήρξε στην Δυτική Ευρώπη, δηλαδή την ασφυκτική και ανίερη εξουσία του “Κλήρου”. Οι Εγκυκλοπαιδιστές το τονίζουν αυτό ξεκάθαρα και εξ αρχής: η οικονομία πρέπει να είναι αυτόνομη και όχι εξαρτώμενη από την γαλλική “Εκκλησία”·ο δε Βολταίρος είναι ο ίδιος ένας περιώνυμος καπιταλιστής.

Μεγάλο ενδιαφέρον και επικαθοριστική σημασία παρουσιάζει, ότι η σχολή της Φραγκφούρτης, με βασικούς της συγγραφείς τον Χορκχάιμερ, Αντόρνο και Μαρκούζε(μπορούμε να επεκτείνουμε πολύ την λίστα με δευτερεύοντα ονόματα) και κύριο έργο(opus magnum) την “Διαλεκτική του Διαφωτισμού” , ασκεί κριτική στον Διαφωτισμό ως περίπου πολιτισμικό υπόστρωμα του καπιταλισμού. Ο Χορκχάιμερ θα μιλήσει στην “Έκλειψη του Λόγου” για την “ορθολογικότητα που είναι το υπόστρωμα της σύγχρονης βιομηχανικής κουλτούρας”, ενώ, από την άλλη, για το πώς η (δυτική) “Εκκλησία” διαδραμάτισε ρόλο διαφωτιστή, δηλαδή διαχωριστή της πίστης από την δεισιδαιμονία(αυτό που ευαγγελίστηκε ο Βολταίρος ακριβώς, με άλλα λόγια, διάκριση που χάθηκε βαθμιαία έπειτα) τους αιώνες πριν τον 18ο, ενώ βλέπει στην καταδίκη του Γαλιλαίου κ.α. μία επιστημολογική και όχι “θεολογική” διαμάχη. Στο “τέλος του Λόγου” μας μιλάει για το πώς θεμελιώδη στοιχεία του Ναζισμού βρίσκονται εν σπέρματι στον Διαφωτισμό, όπως η Ευγονική ή ο “αντισημιτισμός”. Η κριτική που γίνεται είναι συντριπτική, μάλλον αναπάντητη, και καταδεικνύει την νομοτελειακή φύση του περάσματος από τον Διαφωτισμό στον φασισμό· όπως δηλαδή το είπε και ο G. Therborn: “Ο φασισμός είναι η αλήθεια ολόκληρης της προσπάθεια ς του αστικού Διαφωτισμού από την εποχή του Βάκωνα να απελευθερώσει τον άνθρωπο από τα δεσμά της προκατάληψης”.

Ο Γκαίτε, πρόδρομος του αντιδιαφωτισμού και του Ρομαντισμού

Είναι προφητικό αυτό που έγραψε ο Γκαίτε κάπου εναντίον του αστικού Διαφωτισμού, κινούμενος στο πνεύμα της τοτινής καθολικής αντίδρασης: “ο Λόγος γίνεται ανοησία/ γεννά μάστιγες” (=“Reason becomes nonsense/boons afflictions”). Το ίδιο και η σχολή της Φραγκφούρτης: “ο Λόγος γίνεται Μύθος”.

Πρόκειται για δεινή αλήθεια, για όσους μπορούν και θέλουν να κατανοήσουν εις τέλος… (συνεχίζεται)


 

* το αναφέρει ο Ernst Cassirer στο “Διαφωτισμός και θρησκεία”, εκδ. Έρασμος.

 

** αναφέρεται από τον Norman Hampson στο βιβλίο του “Ο διαφωτισμός” (εκδ. Παπαζήση),  στην εισαγωγή.

***

 

Βιβλιογραφία:

 

1) “Έκλειψη του Λόγου”, Μαξ Χορκχάιμερ, εκδ. Κριτική

 

2) “Το τέλος του Λόγου”, Μαξ Χορκχάιμερ, εκδ. Έρασμος

 

3) “Διαλεκτική του Διαφωτισμού”, Τέοντορ Αντόρνο-Μαξ Χορκχάιμερ, εκδ. Ύψιλον

 

4) “Εξέγερση και μελαγχολία: ο ρομαντισμός στους αντίποδες της νεωτερικότητας”, Michael Löwy- Robert Sayre, μτφ. Εναλλακτικές εκδόσεις

 

5) “The essential Drucker”, Πήτερ Ντράκερ, εκδ. HarperBusiness

 

6) “Διαφωτισμός και θρησκεία”, E. Cassirer, εκδ. Έρασμος

 

7) “Μεταμόρφωση του αστού”, Ζακ Ελλύλ, εκδ. Νησίδες

 

8 ) “Εθνισμός και Αριστερά”, Θ. Ζιάκας, εκδ. Πελεκάνος

 

9) “Οι εγκυκλοπαιδιστές”, Φίλιπ Μπλόμ, εκδ. Ωκεανίδα

 

10) “Ο διαφωτισμός: Μία αποτίμηση για τις παραδοχές, τις θέσεις και τις αξίες του”, Νόρμαν Χάμπσον, εκδ. Παπαζήση

Ο αντιδραστικός ορθολογισμός (α')

Για την οπισθοδρόμηση στα “ορθολογιστικά φώτα” του 18ου αιώνα (μέρος Α’)

                                                                          

Του φιλαλήθη/philalethe00

 

"Θα ομολογήσουμε καταρχάς πως έχουμε τόσο παράξενα καταχρασθεί αυτές τις λέξεις, π ρ ό ο δ ο ς  τ ο υ   δ ι α φ ω τ ι σ μ ο ύ , σ ύ ν τ α γ μ α , ε λ ε υ θ ε ρ ί α , ι σ ό τ η τ α , ώστε να απαιτείται θάρρος σήμερα για να τις χρησιμοποιήσουμε με μια λογική έννοια. Τα πιο φρικτά εγκλήματα, οι πιο ολέθριες θεωρίες έχουν διαπραχθεί, έχουν εξαπλωθεί στο όνομα του διαφωτισμού.  Η γελοιότητα και η φρίκη έχουν συνδεθεί μ’αυτές τις φιλοσοφικές φράσεις, που δίχως μέτρο έχουν προφέρει λιβελογράφοι και δολοφόνοι. Σφαγιάστηκαν οι λευκοί, για να αποδειχθεί η αναγκαιότητα να απελευθερωθούν οι μαύροι· χρησιμοποιήθηκε η λογική για να εκθρονίσει τον Θεό· και η τελειοποίηση του ανθρώπινου είδους μας έκανε να κατεβούμε χαμηλότερα κι από το επίπεδο του κτήνους (Chateaubriand, σκέψεις και αφορισμοί, σ.127)".
Σας έχω πει, όπως νομίζω, ότι τον τελευταίο καιρό αφιερώνω κάποιον χρόνο να διαβάσω γαλλικά, έτσι είχα την ευκαιρία να έρθω σε επαφή με κάποια πολύ σημαντικά, και συν τοις άλλοις ωφέλιμα, κείμενα σε αυτήν την γλώσσα. Ως γνωστόν, κατά τον 18ο αιώνα, λόγω της “καθαρά ορθολογικής φιλοσοφίας του (18ου αιώνα)” (Μπερντιάεφ), θεωρείτο σε παραδοσιακούς κύκλους της Ρωμηοσύνης ότι “αθεΐζουσιν οι εν Φραγγία (=Γαλλία) σπουδάζοντες”. Διότι, εύλογα, από εκεί τότε ερχόταν, ένα φιλοσοφικό ρεύμα που αυτοαποκλήθηκε Διαφωτισμός, που δεν είχε, βέβαια, σχεδόν ποτέ αθεϊστικό χαρακτήρα, αλλά απλώς αντικαθολικό, πλην, όμως, είχε μια γνωσιολογική αφετηρία που η Δύση παραδεχόταν από τον Μεσαίωνα (πρβλ. νεοβαρλααμισμός) και, επίσης, είχε χάσει την ιεράρχηση μεταξύ ανθρώπινης και “κατά Θεόν φιλοσοφίας”*.

Ο Σατωμπριάν θεωρείται ευρέως ως ο μεγαλύτερος άνδρας των "γραμμάτων και των τεχνών"

της Γαλλίας του 19ου αι., ένας ακραιφνής αντιαστός και Χριστιανός Ρομαντικός.

 

 
Αλλά, όπως είδα εγώ μέσα από την σχετική μελέτη, και όπως μπορεί να δη ο όποιος μελετητής και όπως, τέλος, παρατηρείται γενικώς, από τις αρχές- αρχές του 190υ αιώνα (ας πούμε, το 1802), έχουμε μία τεράστια αναλαμπή του καθολικισμού. Έχουμε φαινόμενα τόσο χαρακτηριστικά και καταδεικτικά τούτου όπως τα παρακάτω αναφερόμενα…

1) Το 1800-1802 γράφεται και εκδίδεται όλο το μνημειώδες έργο του Φρανσουά-Ρενέ Σατωμπριάν που λέγεται “Το πνεύμα του Χριστιανισμού” (“Le Genie du Christianisme”) που περιλαμβάνει και τα δύο επεισόδια Ρενέ και Αταλά. Εκεί μιλάει για το πώς τα πάθη, οι καημοί θα λέγαμε, της ανθρώπινης καρδιάς και η φύση εναρμονίζονται απολύτως με τον Χριστιανισμό (“la religion chretienne”, όπως γράφει κάπου).

2) Ο Ναπολέων Βοναπάρτης ανακηρύσσεται βασιληάς το 1804 (1804-1789=15), διακηρύσσοντας και διατρανώνοντας την “συμφιλίωση της επανάστασης με την εκκλησία (=γαλλικός παπισμός)” και “την επιστροφή στην αγία θρησκεία των πατέρων”.

3) Αναδύονται τεράστιες μορφές όπως ο Lamennais ή ο “μεγάλος αντιδραστικός”  Ζοζέφ ντε Μαΐστρ. Ο Λαμενέ θα γράψει το “Paroles d’un croyant” (=λόγια ενός πιστού), όπου και θα υποστηρίξει, ότι ο Χριστιανισμός πρεσβεύει αποκλειστικώς την δημοκρατία(πράγμα που ισχύει, αν μιλάμε για την πιο πλατιά και βαθιά δημοκρατία, όπως λέει κάπου και ο π. Μεταλληνός, δηλαδή για ένα πολιτικό εξισωτισμό), δείχνει, μαζί με άλλους, πώς όλες οι δημοκρατικές αρχές προέρχονται από τον Χριστιανισμό και αποκαλύπτει τις συνωμοσίες των βασιληάδων και των μοναρχικών (Μποσυέ κ.α.). Αυτά, και όχι μόνο, έχουν ως αποτέλεσμα αυτό που θα ισχυριστεί ο πρώιμος Ορθόδοξος Μπερντιάεφ, ότι “ο καθολικισμός του 19ου αιώνα είναι ασύγκριτα βαθύτερος από τον καθολικισμό του 17ου και του 18ου“.

Πολύ όντως νηφάλια μελέτη επί του φαινομένου του "διαφωτισμού"

Καταλαβαίνουμε μετά από όλα αυτά, ότι στην Γαλλία των αρχών του 19ου αιώνα, είχαν ήδη νικηθεί τα (αστικά) διαφωτιστικά ιδεώδη, ή μάλλον είχαν υπερβαθεί προς κάτι (θεωρούμενο ως) ανώτερο – γεγονός αναμφισβήτητο, που, αν ήμασταν της φιλοσοφίας της προόδου” θα έπρεπε να μας προξενή σίγουρα μεγάλη αμηχανία. Ο Σατωμπριάν θεωρούσε, ότι η Γαλλική Επανάσταση είχε προέλθει από κάποιες θαυμάσιες θεωρητικές αρχές, όπως την ελευθερία και την ισότητα, αλλά και μία τεράστια διαφθορά των ηθών· αυτό φαινόταν στο πόσο μισαλλόδοξη υπήρξε η “Επανάσταση”, όπως και η θρησκεία του Λόγου, απέναντι στον Χριστιανισμό, στο πόσα και πόσο φρικαλέα, ιδιαίτερα την περίοδο του Μεγάλου Τρόμου (1793 και εξής), εγκλήματα είχαν γίνει στο όνομα των αρχών αυτών και του Διαφωτισμού

 

*όπως λέει ο Άγ. Αθανάσιος Πάριος στην “αντιφώνησιν” του, ένα από τα πλέον αγαπημένα βιβλία του μεγάλου Φώτη Κόντογλου, όπως μας αναφέρει ο φίλος του καθ. Φιλοσοφίας  στην Αμερική Κ. Καβαρνός στον οποίον το σύστησε.

21ος αι: Φυσική θεωρία – αφύπνιση ανθρώπου

H Φυσική Θεωρία και η αφύπνιση του ανθρώπου στον 21ο αιώνα

 

Του Γιώργου Παύλου *

 
 

 

Κατ' αρχάς να σας πω ότι έγινα φυσικός επειδή από μικρό παιδί είχα απορίες ή καλύτερα, απορία. Απορία για το τι είναι αυτό που βλέπω, ακούω, πιάνω. Οι απορίες μου ήταν στο επίπεδο αυτό, δηλαδή τι είναι η ύλη, το φως, τα πράγματα, και με βασανίζουν ακόμη μέχρι σήμερα και απορώ και με πολλούς συναδέλφους μου, οι οποίοι επειδή έχουν αποκτήσει μεγάλη γνώση της φυσικής, πολύ περισσότερη ίσως απ' όση εγώ κατέχω, δε νοιώθουν πλέον να 'χουν απορίες. Είναι ήσυχοι. Εγώ θεωρώ ότι ο άνθρωπος που δεν έχει απορίες, δεν αισθάνεται μέσα του διαρκή απορία για τον κόσμο και πιστεύει ότι όλα του τα ερωτήματα θα τα λύσει σιγά – σιγά η επιστήμη, ότι αυτό είναι πολύ επικίνδυνο φαινόμενο….

… η πραγματικότητα γύρω μας, μολονότι έχουμε δημιουργήσει μια προχωρημένη τεχνολογία που μας εξαπατά όλους – ότι δηλαδή τα πράγματα είναι απλά, τα έχουμε ερμηνεύσει, τα έχουμε κατανοήσει, άρα πάμε τώρα βόλτα στην καφετέρια, δεν έχουμε να μάθουμε τίποτε άλλο. Αυτό είναι ένα ψέμα, είναι μια ψευδαίσθηση. Κι αυτό το ψέμα είναι επικίνδυνο ! Γιατί; Γιατί ο άνθρωπος με σβηστό το πνεύμα, με την άποψη ότι τα πράγματα τα έχει εξηγήσει και ότι είναι απλά, γίνεται ό,τι πιο επικίνδυνο και για τον εαυτό του και για τους άλλους.

Βλέπουμε σήμερα και ακούμε ότι πάνω στη γη τα δύο τρίτα περίπου του κόσμου ζουν σε συνθήκες υπανθρώπινες, πείνας, δίψας, πολέμου, φτώχειας, χωρίς αυτό να απασχολεί τους υπόλοιπους. Ακόμη και στις προοδευμένες χώρες πολλά εκατομμύρια ανθρώπων ζουν μέσα σε χαρτοκούτια ή κάτω από γέφυρες ή μέσα στον υπόγειο σιδηρόδρομο. Και αυτό είναι ένα σημάδι για το πόσο λίγο έχουμε προοδεύσει ως άνθρωποι, ως ανθρώπινη κοινωνία και ως πνευματικά όντα. Ή πόσο λίγο κατανοούμε την αξία της ύπαρξης πέρα από εμάς ή και μέσα σε εμάς. Να πούμε όμως και το άλλο, ότι εμείς, οι σοφοί και πλούσιοι με επιστήμη και γνώση, βομβαρδίζουμε με πολύ εξελιγμένη τεχνολογία ανθρώπους, χώρες, λαούς και φονεύουμε χιλιάδες ή εκατομμύρια αμάχους για να τους τιθασεύσουμε.

Ακόμη, εμείς οι επιστήμονες δουλεύουμε κι αφιερώνουμε όλη μας τη γνώση και τη διάνοια στο να κατασκευάζουμε αυτά τα όπλα πολυτελείας. Και είναι όπλα που φονεύουν το σώμα και όπλα που φονεύουν το πνεύμα, όπως η άσοφη τηλεόραση, το εμπόριο του λευκού θανάτου, η μουσική που διαλύει την σκέψη και την αίσθηση και άλλα πολλά.

Αυτά λοιπόν τα πράγματα ένας Φυσικός που έχει αρχίσει και εμβαθύνει λίγο στην Φυσική Επιστήμη, στη Φυσική Θεωρία, τα βλέπει ως τρέλα και ως παραλογισμούς και αναγκαστικά γίνεται επαναστάτης με μια βαθιά ανθρώπινη έννοια και όχι με μια ιδεολογική, πολιτική, επιφανειακή έννοια. Αυτό όμως είναι ένα πρώτο επίπεδο.

Θα προσπαθήσω να σας δείξω και μερικά άλλα πράγματα που σχετίζονται με την Φυσική και τους Φυσικούς. Όταν ήμουν λίγο μικρότερος από εσάς, ζούσα σ' ένα χωριό λίγο πιο κάτω από την Πάτρα όπου δεν είχαμε ούτε τηλεόραση, ούτε τόσα παιχνίδια ή ίντερνετ καφέ και ό,τι άλλο σπουδαίο έχετε τώρα εσείς. Καθόμουν λοιπόν τότε με τις ώρες και κοιτούσα το ποτάμι, τα πουλιά, τη φύση, όλο το φυσικό περιβάλλον και στιγμές – στιγμές αισθανόμουν ότι αυτό το πράγμα είναι ένα μυστήριο που δεν μπορούσε το μυαλό μου να διαχειριστεί και έμενα έκθαμβος και εκστασιασμένος. Και ιδιαίτερα μέχρι να πεθάνω, θα θυμάμαι το συγκλονιστικό άρωμα κάποιων λουλουδιών που έβγαιναν το χειμώνα, τα μανουσάκια. Νομίζω ότι αργότερα αποφάσισα να γίνω Φυσικός από το άρωμα αυτών των λουλουδιών. Διότι αισθανόμουν ότι όλος ο κόσμος είναι ένα εκπληκτικό πράγμα, γεμάτο με αυτό το άρωμα, ακόμη και στην οποιαδήποτε ταπεινή του μορφή. Μπορώ να σας πω ότι την Φυσική την αγάπησα, διότι ένοιωθα να ενδιαφέρεται για το μυστήριο που έβλεπα παντού και που με έλκυε με ανίκητη δύναμη.

Εάν μπορέσετε λίγο να ξεφύγετε από τη φυλακή που σας έχουμε βάλει σήμερα εμείς οι δάσκαλοί σας ή οι γονείς σας ή που εσείς οι ίδιοι έχετε βάλει τον εαυτό σας και μπορέσετε και δείτε μια αχτίδα φωτός, μια πέτρα, μια σταγόνα νερό, ένα σύννεφο, ένα ζώο, να δείτε έναν άλλο άνθρωπο, αν δείτε γύρω σας τον κόσμο, τότε θα αισθανθείτε ότι είστε μπροστά σε ένα γεγονός, σε μια πραγματικότητα, σε κάτι το οποίο σας συγκλονίζει και δεν σας αφήνει να ησυχάσετε! Σας αναγκάζει να βγείτε από την καθημερινότητά σας, να νοιώσετε ότι κάτι μεγάλο σας λείπει ή απουσιάζει και να γίνετε άρχοντες κατά το πνεύμα, να γίνετε ελεύθεροι! Και είναι σημαντικό αυτό: Το να είσαι δηλαδή ελεύθερος πολίτης σημαίνει ότι έχει ξυπνήσει μέσα σου μια απορία, μια δίψα, μια πείνα που δεν σε αφήνουν ήσυχο όσο ζεις πάνω σ' αυτή τη γη!

Η Φυσική Επιστήμη λοιπόν, είναι μια κατ' εξοχήν επαναστατική επιστήμη, διότι προήλθε από την ανάγκη αυτή του ανθρώπου να γνωρίσει τι είναι αυτό που είναι απέναντί του: Τι είναι αυτό που βλέπω; Τι είναι αυτό που αγγίζω; Τι είναι αυτό που στέκεται απέναντί μου;

Σήμερα ένα μεγάλο θέμα που θέτει η Φυσική Θεωρία είναι η έννοια το παρατηρητή και η έννοια της συνείδησης. Προσέξτε το αυτό! Όλα τα άλλα τα κάνουμε και τα θεωρούμε σημαντικά επειδή έχουμε τη δυνατότητα να γνωρίζουμε τα πράγματα γύρω μας, να τα ονομάζουμε, να αισθανόμαστε τον εαυτό μας διαφορετικό από τα άλλα πράγματα και από τους άλλους ανθρώπους. Και από κει και πέρα αρχίζουμε και κάνουμε επιλογές: Θέλουμε να διασκεδάσουμε, θέλουμε να τρώμε καλό φαγητό, θέλουμε να ντυθούμε ωραία, να μας θαυμάζουν οι άλλοι άνθρωποι. Όλα όμως αυτά είναι ασήμαντα και μετά από το γεγονός ότι έχουμε πνεύμα και συνείδηση και αντιλαμβανόμαστε ότι υπάρχουμε σε διάκριση με όλα τ' άλλα πράγματα.

Ίσως αυτό είναι ο μεγαλύτερος πλούτος που έχει ο άνθρωπος: Ο άνθρωπος είναι το μόνο ον μέσα στην ιστορία του Σύμπαντος, που μπορεί να γνωρίζει ότι υπάρχει τόσο αυτός όσο και ο κόσμος μέσα στον οποίο ζει. Το μόνο ον που μπορεί να απορεί και να διερωτάται για την ύπαρξη καθ' εαυτή πέρα από αυτόν και μέσα σε αυτόν….

Αυτό λοιπόν το πράγμα που είναι ο κόσμος, η Φυσική Θεωρία είναι η μόνη περιοχή της ανθρώπινης σκέψης που προσπαθεί να το κατανοήσει και να γνωρίσει την αλήθειά του. Και όσο το γνωρίζει τόσο νοιώθει το μυστήριο που περιέχεται παντού γύρω μας και μέσα μας. Βέβαια, η Φυσική Θεωρία, όπως το επεσήμανε κι ο Αινστάιν, πολύ λίγο μπορεί να μας αποκαλύψει την βαθύτερη ουσία και του ανθρώπου και των άλλων πραγμάτων και περιορίζεται μόνον στη γνώση των εξωτερικών ενεργειών τους. Γι' αυτό η Φιλοσοφία θα είναι πάντοτε ο συνοδοιπόρος και ο σύντροφος της Επιστήμης, μολονότι πολλοί άνθρωποι σήμερα δεν το κατανοούν αυτό και θεωρούν ότι η Φιλοσοφία είναι άχρηστη και ξεπερασμένη. Σε αυτούς, όσους δηλαδή θεωρούσαν ότι μόνον η Επιστήμη έχει αξία, ο Χάιζενμπεργκ απαντούσε ότι ο Φυσικός που νομίζει ότι δεν χρειάζεται τη Φιλοσοφία, χρησιμοποιεί μια πολύ κακή φιλοσοφία.

Θεωρώ ότι η Φυσική θα μπορούσε ν' αλλάξει τον κόσμο, αν οι δάσκαλοι, εμείς κι εσείς πραγματικά μπαίναμε στην περιοχή της Φυσικής Θεωρίας. Είναι η πιο σιωπηλή και η πιο μεγάλη επανάσταση για να γίνει ο κόσμος αν θέλετε πιο ελεύθερος, πιο όμορφος, πιο καλός. Ιδίως όταν η γνώση της Φυσικής Θεωρίας συνοδευθεί και ξυπνήσει μέσα στον άνθρωπο τη δύναμη της Τέχνης, της Ποίησης, της Φιλοσοφίας, της Θεολογίας και γενικότερα, ξυπνήσει τον έρωτα για την αλήθεια.

Η Τεχνολογία και η δύναμη που της δίνει η Φυσική είναι κάτι πιο λίγο, είναι σαν τα σκουπίδια που μένουν από μια εορτή. Για φανταστείτε: Είμαστε κάπου, γιορτάζουμε και μετά φεύγουμε και κάποιος έρχεται εκεί και βλέπει σκουπίδια, πιάτα άδεια. Αυτό είναι η Τεχνολογία σε σχέση με τη Φυσική Θεωρία. Πόσο μπορείς να καταλάβεις αυτοί που εόρτασαν, τι έζησαν, από αυτό που βλέπεις σ' έναν άδειο χώρο που είναι μερικά άδεια πιάτα;

Η Τεχνολογία είναι πολύ λίγο πράγμα, όσο σπουδαίο κι αν είναι. Είναι ένα δώρο και η Τεχνολογία αλλά είναι ένα δώρο που στο τέλος μπορεί να είναι καταστροφικό, αν δεν κρατήσουμε όλη την αλήθεια της Φυσικής Θεωρίας. Είναι επικίνδυνο τότε αυτό. Είναι σαν να έχεις τα ρούχα και να μην έχεις το σώμα. Η μητέρα σας δεν αρκείται να της πάμε τα ρούχα σας, από εσάς. Θέλει εσάς! Έτσι και η Τεχνολογία δεν αρκεί, όσο ικανή και αν είναι, όπως δεν αρκούν τα ρούχα χωρίς το σώμα.

Έτσι λοιπόν, ο Φυσικός αντιλαμβάνεται ότι η Φυσική Θεωρία είναι κάτι πολύ μεγάλο, όχι για τα αποτελέσματά της αλλά γιατί θέτει τον άνθρωπο μπροστά στο συγκλονιστικότερο γεγονός, που μπορεί να τεθεί ο άνθρωπος! Είναι η απορία για το είναι! Λέει ο Αριστοτέλης, "Αεί απορούμενον και αεί ζητούμενον τι εστί το ον", δηλαδή θα είναι πάντα απορία και πάντα θα θέλει ο άνθρωπος να μάθει "Τι είναι το είναι". Τι είναι αυτό που υπάρχει;! Προσέξτε! Μια πέτρα να δείτε ή μια σταγόνα νερό ή μια αχτίδα φωτός, αν έχει ξυπνήσει το πνεύμα μέσα σας θα ταξιδέψετε πολύ μακριά, θα φθάσετε πολύ μακριά. Τον ίδιο τον Θεό να σας φέρουν δίπλα σας, αν το πνεύμα σας είναι νεκρό θα νεκρώσει και τον Θεό. Καταλαβαίνετε τώρα γιατί αχρηστεύουμε τη Φυσική. Πόσο άσχημα διδάσκουμε τη Φυσική και χάνουμε την έκπληξη, τον θαυμασμό, την απορία.

Γιατί σήμερα οι άνθρωποι δεν μπορούν να ερωτευτούν βαθειά ο ένας τον άλλον; Οι γυναίκες τους άνδρες; Οι άνδρες τις γυναίκες; Οι δάσκαλοι τα παιδιά; Τα παιδιά τους γονείς; Γιατί είναι νεκρό το πνεύμα τους. Γιατί δεν μπορούμε να δούμε αυτό που είναι απέναντί μας. Βαθύτερα, δεν μπορείς να γίνεις μεγάλος φυσικός εάν δεν έχει ξυπνήσει μέσα σου το πνεύμα σ' αυτή την απορία, σε αυτό το θαύμα που είναι ο κόσμος. Θα έλεγα ότι για να αισθανθείς την ομορφιά της Φυσικής Θεωρίας, θα πρέπει να αγαπάς το καλό. Δείτε στα ελληνικά το καλό και το κάλλος. Είναι η ίδια λέξη.
Ξέρετε τι σημαίνει να γίνεις Φυσικός; Να ξενυχτάς μέρα – νύχτα και μέχρι να πεθάνεις, για να φθάσεις στην αλήθεια. Ο Αϊνστάιν στο τέλος του μέσα στο νοσοκομείο και μέχρι την τελευταία μέρα της ζωής του πριν ξεψυχήσει, είχε τα χαρτιά του κι έγραφε εξισώσεις και προσπαθούσε να πετύχει την ενοποιημένη θεωρία πεδίου. Τέτοιο έρωτα είχε για την αλήθεια που κρύβει ο κόσμος.

Ο μεγάλος φυσικός ερωτεύεται την αλήθεια του κόσμου, είναι ασκητής του πνεύματος. Η ομορφιά που αντιλαμβάνεται γύρω του, μέσα στα όντα, που προσπαθεί να την περιγράψει με σύμβολα μαθηματικά, με εξισώσεις, με θεωρίες, είναι η ωραιότερη εργασία που μπορεί να κάνει ο άνθρωπος. Όταν ο άνθρωπος φτάσει σ' αυτή την εμπειρία της ομορφιάς δεν έχει ανάγκη ούτε τα χρήματα ούτε και την εξωτερική ευχαρίστηση.

Καταλαβαίνει ότι είναι πολύ λίγο πράγμα αυτό που οι άνθρωποι θεωρούν ευτυχία γύρω τους. Γι αυτό και οι άνθρωποι θέλουν να καταναλώνουν πάρα πολύ για να χαρούν και συγχρόνως είναι αδιάφοροι για τους άλλους ανθρώπους. Υπάρχουν άνθρωποι που δεν έχουν νερό να πιούνε, φαγητό να φάνε, παιδιά σαν κι εσάς ζουν σε άθλιες συνθήκες, κι εμείς καταναλώνουμε τόσα που μόνο απ' τα σκουπίδια μας θα μπορούσαν να φάνε χιλιάδες άνθρωποι. Γιατί; Γιατί ακριβώς δεν έχει ξυπνήσει το πνεύμα μας σ' αυτή την περιοχή της απορίας!

Απ' την άλλη μεριά η Φυσική Θεωρία ξεκίνησε ως επιστημονική γνώση πριν 3-4 αιώνες, μετά την Αναγέννηση και το Διαφωτισμό. Λένε ότι είναι το μεγάλο θαύμα του δυτικού πολιτισμού, του δυτικού ανθρώπου. Όμως όλοι γνωρίζουν ότι την βάση της Φυσικής, όπως και τόσα άλλα, την έφτιαξαν οι Έλληνες. Βέβαια, αν δείτε το διαδίκτυο αυτόν τον καιρό γίνεται μια μεγάλη κουβέντα ότι εμείς εδώ δεν έχουμε σχέση με την Ελλάδα, δεν είμαστε Έλληνες, δεν έχουμε καμία σχέση με τους Έλληνες. Ακριβώς επειδή ο δυτικός άνθρωπος τους τελευταίους 3-4 αιώνες δημιούργησε μια μεγάλη επανάσταση στο χώρο της Επιστήμης και της Τεχνολογίας, θεωρεί ότι αυτός είναι ο μόνος άξιος. Εμείς οι άλλοι είμαστε τίποτα μπροστά σε αυτό.

Όμως τα θεμέλια για να αναπτυχθεί η Επιστήμη σαφώς έχουν τεθεί ακόμη απ' τον Όμηρο. Ξέρετε με πόσο λάθος τρόπο διδάσκουν οι φιλόλογοι, οι φυσικοί, οι μαθηματικοί αυτά που σας διδάσκουνε; Αν διαβάσετε στον Όμηρο την περιγραφή της ασπίδας του Αχιλλέα και δείτε από ένα σημείο και πέρα, εκεί όπου ο Ήφαιστος κατασκευάζει την ασπίδα, αρχίζει η περιγραφή να γίνεται φιλοσοφία για τον κόσμο και τη ζωή. Αυτό καθιστά τον Όμηρο ως τον πρώτο μεγάλο δάσκαλο της Φιλοσοφίας και της Επιστήμης, αφού ο Όμηρος εκεί ανοίγει τη συζήτηση για τη δημιουργία του κόσμου και την κοσμολογία.

Έτσι αρχίζει ο δρόμος για όλη τη γνώση και την κατανόηση του σύμπαντος και του κόσμου. Εδώ, δεν μπορώ να μην σας πω κάτι που σκέπτομαι όταν συζητώ αυτά τα πράγματα. Ότι δηλαδή, η ασπίδα του Αχιλλέα συμβολίζει τον πνευματικό πόλεμο του ανθρώπου για να φτάσει στην αλήθεια και να σώσει τον κόσμο από την αμορφία και τον αφανισμό. Δηλαδή η ασπίδα, δεν είναι άλλο από το πνεύμα του ανθρώπου που αγωνίζεται να φτάσει στην αλήθεια και έτσι να σώσει τον κόσμο από την ανυπαρξία και το μη ον.

Έτσι, από τον Όμηρο ξεκινάει αυτή η ελληνική επανάσταση για την γνώση και την αλήθεια και που θα συνεχισθεί σε άλλους τόπους, όπως στην Ιωνία, την Κάτω Ιταλία, την Αθήνα, την Αλεξάνδρεια, Αντιόχεια, την Κωνσταντινούπολη και αλλού.

Εδώ λοιπόν, αρχίζει το ξύπνημα του πνεύματος. Δηλαδή η ανάγκη του ανθρώπου να γνωρίσει τι είναι αυτός ο κόσμος μέσα στον οποίο βρέθηκε και είναι ο ίδιος ο άνθρωπος! Αυτή είναι η υπέρτατη ανάγκη του ανθρώπου! Κι αυτό δημιουργεί επιστήμες, δημιουργεί τέχνες, δημιουργεί μεγάλα έργα, δημιουργεί εμπνευσμένους ανθρώπους. Κι αν θέλετε κι εσείς να γίνετε εμπνευσμένοι άνθρωποι και να μην μείνετε δούλοι, ειλικρινά σας λέω, πιστέψτε με, αγαπήστε τη γνώση, την ομορφιά, την καλοσύνη και την αλήθεια, όπως δήλωνε συχνά και ο Αϊνστάιν, ότι δεν τον ενδιέφεραν η δόξα, τα χρήματα, η εξουσία και οι ηδονές, αλλά αυτό που έλκυε πάντοτε ήταν η ομορφιά, η καλοσύνη και η αλήθεια.

Κάποτε θα θυμάστε αυτά που σας λέω τώρα, έτσι που σας τα περιγράφω εδώ. Διότι τώρα έχετε την ευχέρεια του νέου ανθρώπου, την ευχέρεια των γονιών σας, την ευχέρεια του χρόνου! Ο νέος άνθρωπος αισθάνεται ότι ο χρόνος είναι άπειρος, ποτέ δεν θα πεθάνει, ότι δεν θα τελειώσει ποτέ ο χρόνος κι αυτό του δημιουργεί πολλές φορές και μια αίσθηση που φτάνει και μέχρι την ύβρη, την αλαζονεία, αλλά πιστέψτε με σε 10 χρόνια όλα αυτά θα 'χουνε τελειώσει. Το βλέπω γύρω μου. Βλέπω φοιτητές μου στο πρώτο έτος να λάμπει το πρόσωπο τους και μετά από 5-6 χρόνια να έχει αρχίσει να μαραίνεται. Γιατί; Γιατί να μην είστε διαρκώς, μέχρι να πεθάνετε, όπως είστε τώρα; Δηλαδή μέχρι που δεν θα πεθάνετε ποτέ, γιατί αν μείνετε όπως είστε τώρα δεν θα πεθάνετε!

Και παρεμπιπτόντως, θα σας πω και κάτι: Η Φυσική Θεωρία σήμερα κάνει μια επανάσταση και σε επίπεδο γνωσιολογίας, δηλαδή μας δείχνει ότι τελικώς δεν υπάρχουν όρια και δεν υπάρχει τίποτα που μπορεί να δεσμεύσει το ανθρώπινο πνεύμα να πάει εκεί που μπορεί να πάει.

Λέει ο Φεγιεράμπεντ, ένας μεγάλος σύγχρονος φυσικός και φιλόσοφος της επιστήμης αμυνόμενος απέναντι στους επιστημονιστές, ότι η γνώση δεν περιορίζεται μόνο στην επιστήμη.
Τι είναι οι επιστημονιστές; Είναι οι άνθρωποι οι οποίοι έχουν εγκλωβιστεί στη λατρεία της επιστήμης, την έχουν μετατρέψει σε θρησκεία και έτσι καλουπώνουν μια νοοτροπία ανθρώπου, ο οποίος γίνεται αρκετά στεγνός.

Ο Αϊνστάιν έλεγε ότι το "τώρα" είναι μια εμπειρία που μπορεί να έχει ο άνθρωπος είτε ο επιστήμονας είτε ο απλός άνθρωπος και αυτό το τώρα δεν χωράει σε καμία Φυσική Θεωρία, σε καμία επιστημονική γνώση!

Όταν ένας Αϊνστάιν, που είναι ο άνθρωπος που αλλάζει όλη τη γνώση που έχουμε στον 20ο αιώνα λέει αυτό το πράγμα, καταλαβαίνετε, εμείς οι επιστημονιστές, που θεωρούμε ότι τα μοντέλα που συλλαμβάνει το μυαλό μας και τα οποία μας βοηθούν να προβλέψουμε ή να κατασκευάσουμε καινούρια φαινόμενα ότι αυτά τα μοντέλα εξαντλούν την πραγματικότητα και ταυτίζονται με αυτήν, πόσο ανόητο είναι να πιστεύουμε κάτι τέτοιο.

Προσέξτε το αυτό: Ο Αϊνστάιν έρχεται και λέει ότι από ένα σημείο και πέρα υπάρχει μια πραγματικότητα που δεν χωράει στην επιστήμη. Είναι η εμπειρία του τώρα και του μυστηρίου. Γιατί; Διότι η εμπειρία του τώρα και της στιγμής μας φέρνει σε συνάφεια με το γεγονός της παρατήρησης και της γνώσης της πραγματικότητας. Και σε αυτή τη συνάφεια γεννιέται η εμπειρία του μυστηρίου και η εμπειρία του πνεύματος. Η στιγμή της παρατήρησης είναι κάτι που ξεπερνά την επιστήμη, μολονότι γεννά την επιστήμη. Εδώ σμίγει ο χρόνος με την αιωνιότητα και ο άνθρωπος βιώνει μια συγκλονιστική εμπειρία που συνήθως μας ξεπερνά με ασύλληπτη ταχύτητα. Εδώ θα έπρεπε να μπορούμε να στεκόμαστε ως δάσκαλοι και ως μαθητές, για να αξιοποιούμε πραγματικά το μάθημα της Φυσικής. Αυτό όμως, σημαίνει ότι έχουμε αποκτήσει μια μεγάλη σοφία και πνευματική δύναμη που συνήθως δεν την έχουμε. Γι' αυτό κι εσείς στα σχολεία σας βαριέστε το μάθημα και αισθάνεστε σαν σε φυλακή, ενώ θα μπορούσατε εσείς και οι δάσκαλοί σας μέσα από το μάθημα να περνάτε σε μια απερίγραπτη εορτή, όπως θα 'πρεπε να 'ναι το σχολείο.

Αν θέλετε, μπορείτε να νοιώσετε αυτά τα πράγματα μένοντας στη σιωπή και κοιτώντας γύρω σας και μέσα σας. Έτσι, θα κατανοήσετε πόσο μεγάλο πράγμα είναι η Φυσική Θεωρία αλλά και πόσο λίγο είναι μπροστά στο άπειρο της γνώσης. Γι' αυτό χρειαζόμαστε και την ποίηση, την φιλοσοφία, την θεολογία, εάν θέλετε ακόμη και την προσευχή, ως δυνάμεις που καθιστούν το ανθρώπινο πνεύμα ικανό να ταξιδεύει με άπειρη ταχύτητα και να γίνεται ελεύθερο, δημιουργικό και να πράττει το καλό.
 

(Πηγή ηλ. κειμένου: gpavlos.gr)

 

* Ο Γεώργιος Παύλος είναι Αναπληρωτής Καθηγητής στην Πολυτεχνική Σχολή του Δημοκριτείου Πανεπιστημίου Θράκης

 

Αποσπάσματα ομιλίας του κ. Παύλου, σε μαθητές του νομού Αχαΐας, στο πλαίσιο του 13ου Πανελληνίου Συνεδρίου της Ένωσης Ελλήνων Φυσικών, Πάτρα, Μάρτιος 2010. Ολόκληρη η ομιλία δημοσιεύτηκε στο περιοδικό "Φυσικός Κόσμος", της Ένωσης Ελλήνων Φυσικών, τεύχος 37.

 

ΠΗΓΗ για την ΑΝΑΡΤΗΣΗ: alopsis, http://www.alopsis.gr/modules.php?name=News&file=article&sid=1521

Ο "χυδαίος υλισμός" ως επιστήμη

Η επιστροφή του "χυδαίου υλισμού" ως επιστήμης

 

Του φιλαλήθη/philalethe00

 

 

Υπάρχει ένα  θέμα που με απασχολεί επί καιρό πολύ. Σε πολλές περιπτώσεις συγχρόνων «επιστημόνων» («αμόρφωτων επιστημόνων», που είναι μάλλον πλεονασμός κατά Καστοριάδη) και “διανοητών”, βλέπουμε ένα άκρως, χονδροειδές υλιστικό πνεύμα. Οι απριορισμοί, οι προκαταλήψεις εγγίζουν το επίπεδο του «ιδεολογικού κάλου».  Βεβαίως, όλοι γνωρίζουμε, ελπίζω, ότι ο «επιστημονικός υλισμός», καθώς και ο επιστημονισμός (scientism), που υπονοούν και τον «επιστημονικό αθεϊσμό», είναι ιδεολογίες που κατέπεσαν πολύ καιρό πριν, όπως, άλλωστε, και ο (αστικός ευρωπαϊκός) Διαφωτισμός από την «ρομαντική δημιουργική αντίδραση» του 19ου αι.. Συγκεκριμένα, για αυτό υπήρξε, όπως έχει ξαναγραφτεί πολλάκις, ομολογία του ιδίου του σκαπανέα (μαζί με τον Haeckel) του υλισμού των φυσικών επιστημών, βιολόγου και φιλοσόφου Hans Driesch (1867-1941): ο υλισμός, είπε τότε, κάπου στο δεύτερο τέταρτο του 20ου αιώνα, είναι μία θεωρία πλέον ξεπερασμένη. Ο δε θετικισμός (positivism) κατά πολλούς, π.χ. Σεφέρη (ο “επιστημονικός πολιτισμός της Δύσης” ακριβέστερα) και Max Horkheimer, οδήγησε στην ναζιστική άκρα φρικίαση και, άρα, σε μία καθολικότερη κατάπτωση αυτών των ιδεολογιών και φιλοσοφημάτων.

Επίσης δε, στην άνοδο ενός πνευματικότερου κλίματος με μορφές επιστημόνων όπως ο (Χριστιανός) Planck, ο de Broglie κ.α..

 

Ο Max Planck, γνωστός από τα "κβάντα" που ανακάλυψε. Η βασική γραμμή της κρατικοποιημένης σοβιετικής φιλοσοφίας τον ήθελε "εκπρόσωπο της αστικής αντίδρασης και του κλήρου"
 
Ο ίδιος  ο Β’ Π.Π., ο ναζισμός ειδικά, χαρακτηρίστηκε από την χρήση της επιστήμης ως δικαιώνουσα συλλογιστική μαζικών σφαγών. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η Ευγονική.* Θα πει κανείς, ότι η Ευγονική δεν είναι βιολογία, είναι βιολογισμός, παρόμοιος με αυτόν του βιταλιστή(όπως και ο Driesch, βλ. θέληση για δύναμη) Νίτσε. Και, επίσης, ότι «άλλο είναι επιστήμη και άλλο επιστημονισμός» (Μπερντιάεφ). Οπωσδήποτε, αλλά την διαφορά στο όργανο γνώσης κτιστού –ακτίστου ή, αντιστοίχως, φυσικού- μεταφυσικού την έχουν δεχθεί οι Πατέρες, μεγάλοι φιλόσοφοι όπως ο όχι πρώιμος Λούντβιχ Βιτγκενστάιν (φιντεϊσμός-αποφατισμός) ή ο Καντ. Επίσης, μέγιστοι επιστήμονες όπως ο Σρέντιγκερ. Δεν την δέχονται, όμως, άνθρωποι όπως, π.χ., ο μέγιστος απολογητής του αθεϊσμού της σήμερον, ο φορέας του «καθολικού δαρβινισμού» συγγραφέας καθ. Βιολογίας Ρίτσαρντ Ντώκινς. Ο Ντώκινς ανήκει, συγκεκριμένα και μεταξύ άλλων, στην ομάδα εκείνη που ονομάζουμε προωθητές της νεοφιλελεύθερης γενετικής. Με άλλα λόγια, η … «φυσική επιλογή» διαλέγει, προκρίνει τους ατομιστές/καπιταλιστές, διότι έχουμε τα “selfish genes”(τίτλος παλιότερου βιβλίου του Ντώκινς, εγωιστικά γονίδια)**. Βεβαίως, το ίδιο περίπου έλεγε και ο Χίτλερ, που αναφερόταν στον Hegel, όπως και ο Μαρξ, για την Ιστορία: ευνοεί τους ανελέητους. Και είναι, πάντοτε, απορίας άξιον, αν μπορεί κανείς να δεχθεί με συνέπεια τον δαρβινισμό δίχως να δεχθεί τον κοινωνικό δαρβινισμό, που δικαιώνει τον πιο ακραίο καπιταλισμό, πράγμα που ήξεραν πολύ καλά π.χ. ο Σύνδεσμος Αμερικανών Βιομηχάνων και ο πρώτος, Τζ. Ντ. Ροκφέλερ. Άλλά αυτά όλα δεν είναι… μεταφυσικές απόψεις(που οι Πατέρες, όπως και οι Γάλλοι Διαφωτιστές, καταδίκαζαν ως φανταστικές και μη-πραγματικές), είναι… επιστήμη.
 
Το ίδιο ισχύει για την θεωρία περί μιμιδίων(memes) στα οποία ανήκει, βεβαίως, και η «θρησκεία» ως «διανοητικός ιός» (sic). Δυστυχώς, ο μέγιστος αυτός απολογητής έχει προσχωρήσει, όπως του καταλόγισαν εμμέσως και πολλοί ομοιδεάτες του, στον αθεϊστικό φονταμενταλισμό. Στην Ελλάδα, βέβαια, πολλοί αποβλακωμένοι «προοδευτικοί» δεν έχουν καταλάβει γρυ από τις χοντράδες του «Dawkins του δογματιστή» (περιοδικό Prospect, πατήστε εδώ), τον θεωρούν σπουδαίο και ότι μάχεται τον … (θρησκευτικό) ανορθολογισμό, ένα ευγενές καθήκον***. Δεν ξέρουν, π.χ., ότι μέγιστος των ανορθολογιστών υπήρξε ο αυτοαποκαλούμενος «αντίχριστος» και μηδενιστής Φ. Νίτσε…

 

Hans Driesch, πατήρ και κηδευτής του "υλισμού των φυσικών επιστημών"

Παρόμοια  ισχύουν και για άλλες περιπτώσεις. Θα έχετε ακούσει, χάριν παραδείγματος, τις απόψεις επιφανούς καθηγητού Φυσικής, του Δ. Νανόπουλου. Ο ίδιος έχει ασχοληθεί με κάποια θέματα της «νευροεπιστήμης», ας πούμε της επιστήμης που μελετά τον ανθρώπινο εγκέφαλο και τις λειτουργίες του. Ένας από τους σπουδαιότερους και πιο ευσυνείδητους συγγραφείς πάνω σε αυτά τα θέματα, ο Π. Μπρέγκιν, έγραφε, ότι η επιτομή ενός εγχειριδίου της νευροεπιστήμης (neuroscience) είναι, ότι η λειτουργία του εγκεφάλου είναι καλυμμένη από μυστήριο (“shrouded in mystery”), και δεν γνωρίζουμε πώς ακριβώς και ποιες ουσίες συμμετέχουν στην μεταβίβαση των σημάτων από ένα νευρώνα στον άλλο. Π.χ. μέχρι πρότινος δεν ήταν γνωστή η συμμετοχή κάποιον ουσιών που λειτουργούν και ως νευροδιαβιβαστές, που απαιτούνται(δεν γνωρίζουμε παρά ελάχιστους), ώστε να μεταβιβαστεί το σήμα. Θεωρείτο, ότι όλα εξαντλούνταν στις ηλεκτρομαγνητικές διεργασίες. Αυτό, όμως, δεν επτόησε ορισμένους, που οπωσδήποτε θα σκέφτεστε, ότι εκπροσωπούν το πεντόσταγμα του άκρατου σκοταδισμού και της προπέτειας, να μας πουν, ότι τα πάντα είναι ηλεκτρομαγνητισμός, άρα δεν υπάρχει ούτε ψυχή ούτε πνεύμα ούτε νους (καρδία) με την πασίγνωστη στην Ορθοδοξία «φυλακή» και κάθαρσή του, που άγει στον φωτισμό και, μετά, την θέωση.

Η μόνη "μεταφυσική" που ανέχεται ο αγαπητός μας κος καθηγητής είναι η παγανιστική φυσιολατρία του Σπινόζα, που έγραψε την Ηθική του "more geometrico", δηλαδή με τρόπο γεωμετρικό

Οπωσδήποτε, μου τέθηκε το ζήτημα σχετικά με το πώς έβγαλαν την αυτοεκπληρούμενη προφητεία με τέτοια … αξιοθαύμαστη σαφήνεια από αυτά τα ψηγματάκια γνώσης περί εγκεφάλου(έλλειμμα που είχαν προπεί οι Πατέρες). Οι απορίες άρχισαν να μου λύνονται διαβάζοντας πρόσφατα για την «γενική γραμμή της σοβιετικής φιλοσοφίας» από τον Ν. Μπερντιάεφ (εκδ. Σιδέρης, 1977, σσ. 150-198), που μας μιλάει για την πάλη του διαλεκτικού υλισμού εναντίον άλλων ειδών υλισμού με πλήρη ενημέρωση της σοβιετικής γραμματείας του 1931, αλλά και νωρίτερα. Ένας από αυτούς, που καταδικάστηκε ως αίρεση είναι ο «αστικός» και αντιδιαλεκτικός μηχανιστικός υλισμός του πρώην εκλεκτού Ν. Μπουχάριν, ενώ άλλος είναι ο «χυδαίος υλισμός», «χονδροειδής υλισμός», των Μπύχνερ και Μολεσότ. Αυτοί οι τελευταίοι όντως είχαν διατυπώσει ακριβώς αυτές τις θεμελιώδεις υλιστικές θέσεις που με θαυμάσιο πνεύμα μαθητείας επαναδιατυπώνουν ως τάχα πορίσματα της μεγάλης θέας επιστήμης οι προαναφερθέντες.

Ο Λ. Μπύχνερ (1824-1899) -τα φιλοσοφήματά του παρουσιάζονται ως πορίσματα της επιστήμης από ορισμένους ιδεολόγους του επιστημονισμού κ.τ.ο.

Δηλαδή δεν υπάρχει τίποτα πέραν της ύλης, εκδήλωση της οποίας είναι τα πάντα, είτε ψυχή, είτε πνεύμα, είτε το «βίωμα της θέωσης» είτε ο,τιδήποτε. Όπως επίσης «η σκέψη χωρίζεται από το μυαλό όπως η χολή από το συκώτι» (!!). Αλλά, αν αυτά φαίνονται, και αναμφισβήτητα είναι, ακραιφνείς χοντράδες κάποιων ησσόνων φιλοσόφων του 19ου αι. («ο μωρός μωρά λαλήσει»), σίγουρα είναι μέγιστη ανευθυνότητα να τα σύρουμε ρετουσαρισμένα από τους τάφους τους σε ευπίστους ακροατές και σήμερα, δεν είναι έτσι;

*O Horkheimer γράφει στην “έκλειψη του Λόγου” του, ότι η Ευγονική έχει τις ρίζες της στον Διαφωτισμό.

 

**έτσι εξηγείται, αν και εν μέρει μόνο, γιατί ακροδεξιοί καπιταλιστές, ήτοι νεοφιλελεύθεροι, κονδυλοφόροι προωθούν τον Ντώκινς και λοιπούς …αγιατολλάδες-φανατικούς-προπαγανδιστές.

 

***Δεν θέλω να είμαι προσωπολήπτης, αλλά μία τυπική τέτοια περίπτωση είναι η – αξιόλογη εν μέρει – “βιβλιοθήκη” της εφ. Ελευθεροτυπίας. Το μόνο που κατάλαβε και μας επισήμανε από το βιβλίο του συναδέλφου του Ντώκινς “Η αυταπάτη του Ντώκινς;” είναι, ότι τον θεωρεί ως τον μέγιστο απολογητή του αθεϊσμού. Αυτό είναι σωστό μεν, αλλά τα συμφραζόμενα δείχνουν, ότι χρησιμοποιείται, για να υποδείξει και τον απίθανο εκφυλισμό αυτού του χώρου.

Νέο έτος με πολλούς ανθρώπους

Νέο έτος με πολλούς ανθρώπους 

 

Του Απόστολου Παπαδημητρίου

   

Ο δυτικός άνθρωπος βιώνει την προσμονή του νέου έτους με ποικίλες εκδηλώσεις και ανάμεικτα συναισθήματα. Καθώς έχει επιβάλει, μέσω της ισχύος του, τον πολιτισμό του σε όλη, σχεδόν, την έκταση του πλανήτη επιχειρεί να νοηματοδοτήσει την προσμονή του αυτή με τρόπο σοβαροφανή.

Ο χρόνος συνιστά φυσικό μέγεθος. Η μέτρησή του υπήρξε κατά τη μακραίωνη ιστορία του ανθρωπίνου γένους πολύ χρηστική, γι' αυτό και ο άνθρωπος βρήκε πολύ ενωρίς τρόπους να τον μετρά στηριζόμενος στις φυσικές μεταβολές. Έτσι σχηματίστηκαν και τα διάφορα ημερολόγια, τα οποία έχουν ως βάση την περιφορά της γης περί τον ήλιο. Όλοι οι λαοί δεν εξέλαβαν ως αρχή του έτους την ίδια χρονική στιγμή. Ακόμη και σήμερα που δια μέσου της επιστήμης έχει επικρατήσει διεθνώς το δυτικό έτος υπάρχουν λαοί που γιορτάζουν την πρωτοχρονιά σε άλλη χρονική στιγμή.

 Με την αύξηση των γνώσεων απασχόλησε τον άνθρωπο η μείωση του σφάλματος κατά την μέτρηση του χρόνου με βάση το έτος. Έτσι σχηματίστηκαν τα διάφορα ημερολόγια. Τα δύο νεότερα ημερολόγια του ελληνορωμαϊκού κόσμου, ιουλιανό και γρηγοριανό, στάθηκαν αφορμή να προκληθεί το ημερολογιακό σχίσμα στους κόλπους της ορθόδοξης Εκκλησίας, ως συνέπεια της προσκόλλησης στον τύπο αντί της ουσίας. Αρκεί προς τούτο να σημειωθεί ότι και το ισχύον γρηγοριανό ημερολόγιο δεν είναι απαλλαγμένο σφάλματος, όπως έδειξαν νεότερες μετρήσεις. Αυτά όμως ενδιαφέρουν τους ειδικούς επιστήμονες και δεν έχουν ουδεμία επίπτωση στην προσωπική και κοινωνική μας ζωή.

            Ο άνθρωπος δεν είχε τόση ανάγκη από ένα ακριβέστερο ημερολόγιο. Άλλο προσδοκούσε με βάση τον επιστημονικό μεσσιανισμό του 19ου αιώνα: Την επέκταση της διάρκειας του βίου του. Και είναι μεν γεγονός αναμφισβήτητο ότι με την αλματώδη ανάπτυξη της Επιστήμης κατά τον 20ο αιώνα το προσδόκιμο του βίου μας έχει αυξηθεί σημαντικά! Αυτό δείχνουν οι πλάνες στατιστικές της περιορισμένης έρευνας στην έκταση των πλουσίων χωρών. Στη μεγαλύτερη έκταση του πλανήτη ο νέος αιώνας είτε ο 20ος είτε ο 21ος) δεν έφερε μεταβολή προς το καλύτερο. Γι' αυτό μικρή η διάθεση προς πανηγυρισμό του νέου έτους εκεί για δύο λόγους: Οικονομική αδυναμία και έλλειψη νοήματος στον πανηγυρισμό.

Ο δυτικός άνθρωπος πανηγυρίζει με άκρως επιδεικτικό τρόπο, που διακρίνεται από τη σπατάλη προς διασκέδαση, που δεν του είχε λείψει διόλου κατά το διαρρεύσαν διάστημα, την έντονη φωτοχυσία και το πλήθος των ευχών που ανταλλάσσονται. Η διασκέδαση συνιστά απόπειρα φυγής από την καταθλιπτική πραγματικότητα με εντονότερη την επανάληψη των όσων γεμίζουν με πλήξη και ανία την καθημερινή μας ζωή. Γνωρίζουμε, ακόμη και οι άπειροι νέοι, ότι η διασκέδαση δεν αποτελεί θεραπεία του υπαρξιακού κενού. Όμως η άκρως εγωκεντρική θεώρηση του βίου δεν μας επιτρέπει να συνειδητοποιήσουμε το πού πορεύεται η κοινωνία μας που μας συμπαρασύρει. Πολύ περισσότερο δεν έχουμε τη διάθεση να σκύψουμε επάνω από τα μύρια όσα προβλήματα αντιμετωπίζουν συνάνθρωποί μας σε όλη την έκταση του πλανήτη. Η φωτοχυσία συνιστά υποκατάστατο, με το οποίο επιχειρείται να δοθεί κάποια παρηγοριά για το πνευματικό σκότος που διαχέεται ολοένα και πιό ζοφώδες. Ο δυτικός ορθολογισμός έχει στραγγαλίσει τη μεταφυσική ελπίδα εδώ και δύο αιώνες. Η επιστημονική γνώση φάνηκε για κάποιες δεκαετίες να διεκδικεί με ικανοποιητικό τρόπο τις καρδιές των ανθρώπων.

Όμως στο τέλος του 20ου αιώνα ο δυτικός άνθρωπος εκδήλωσε έντονα σημάδια κόπωσης. Η Επιστήμη δεν είχε καταφέρει να εξακοντίσει τη διάρκεια του βίου σε μήκη μεγαλύτερα από τα γνωστά του προεπιστημονικού κόσμου. Από την άλλη αυτός συμμετείχε, είτε ως πρωταγωνιστής είτε ως απλός θεατής, στην κοινωνική ανατροπή που οδήγησε στην γενικά διαπιστωμένη σήμερα αποδόμηση του οικογενειακού και κοινωνικού ιστού. Η πρόσφατη αποτυχία να συμφωνήσουν οι ισχυροί κατά τη σύνοδο της Κοπεγχάγης στη λήψη κάποιων μέτρων για την αποφυγή καταστροφής του πλανήτη βεβαιώνουν το αδιέξοδο. Και δεν γνωρίζω αν όσοι είχαν θρέψει ελπίδες για κάτι καλό από το σύνοδο είναι αφελείς ή τραγικοί στην εμμονή τους σε χιμαιρικές ελπίδες. Αλλά η ελπίδα πεθαίνει τελευταία, λέει ο σοφός λαός μας. Ασφαλώς και πρέπει να εμμένει στην ελπίδα ο άνθρωπος, αλλά με προϋποθέσεις. Να αναζητά την πηγή της ελπίδας και να γνωρίζει τις προϋποθέσεις για την εκπλήρωση των αγαθών πόθων του. Ευχές λόγω των ημερών, ευχές χωρίς νόημα πολλές φορές, αφού αντίκεινται προς τη σκληρή πραγματικότητα συνιστούν τακτική στρουθοκαμήλου ενώπιον των διωκτών της.

Μπορεί ο άνθρωπος να ζήσει χωρίς Θεό, τον χορηγό της ελπίδας; Μπορεί να νιώσει κάτι με την είσοδο στο νέο έτος, αν παραμένει άγευστος του νοήματος των Χριστουγέννων; Μπορεί να αλλάξει τον κόσμο, αν δεν έχει αλλάξει προηγουμένως τον εαυτό του; Μπορεί να προσδοκά λύτρωση από εκείνους που αιματοκυλίουν την ανθρωπότητα για τα συμφέροντά τους; Δυστυχώς αυτό δείχνει καθημερινά πως κάνει δικαιώνοντας τον Γάλλο στοχαστή Καμύ, ο οποίος έγραψε: Το μέλλον είναι η μόνη υπερβεβαιότητα των ανθρώπων χωρίς Θεό. Να γιατί ο δυτικός άνθρωπος γιορτάζει τόσο φανταχτερά το νέο έτος. Να δεχθούμε όμως πως πράγματι γιορτάζει; Το νέο έτος τον ωθεί ένα ακόμη βήμα προς το αναπόδραστο βιολογικό του τέλος. Πόσο δείχνει να έχει συμβιβαστεί μ' αυτό ο δυτικός άνθρωπος;

 

                                                            "ΜΑΚΡΥΓΙΑΝΝΗΣ", 28-12-200

Η γέννηση ενός Μεγάλου Αναρχικού

 Η Γέννηση ενός Μεγάλου Αναρχικού

 
Του Τσουκνίδα*
 
Σκέφτηκα, μέρα που είναι και διότι αισθάνομαι την ανάγκη να πω και από εδώ μέσα τις ευχές μου, να γράψω κι εγώ κάτι για τα Χριστούγεννα. Έτσι κι αλλιώς η "Τσουκνίδα" και με άλλες ευκαιρίες προσπάθησε να φέρει τρέχοντα θρησκευτικά και εκκλησιαστικά ζητήματα υπό κάποιο άλλο πρίσμα, συχνά ρηξικέλευθο. ( Την έχουμε αυτή την ανάγκη, "γιατί να το κρύψομε άλλωστε"..) Γιατί λοιπόν να μη το κάνει και σήμερα, «μια τέτοια άγια μέρα», κατά την οποία ακόμα και ορισμένοι που ξέχασαν πως κάνουν τον σταυρό τους, θυμούνται τις αξίες της Χριστιανοσύνης….
Οι πολλοί λοιπόν μάλλον θα εστιαστούν στο μήνυμα της πολυεπίπεδης Ειρήνης, που φέρνει η γέννηση του Χριστού, έτσι σαν μια υπόμνηση ατελέσφορη, ξεχνώντας ότι όσα και να πεις για την Ειρήνη, αν δεν υπάρχει προσπάθεια να γίνει πολιτισμικό, βιωματικό, κοινοτικό μέγεθος, είναι λόγος κενός και όχι καινός. Πολύ περισσότερο, όταν μέσα σε συνεχόμενες κοινωνικές ρηγματώσεις, κάποιοι επιμένουν μονομερώς σε ένα είδος ατομικιστικής ψυχικής ειρήνης, κάτι δηλαδή σαν την Βουδιστική Νιρβάνα, τη βίωση του απόλυτου κενού. Και να μη μιλήσει κανείς για το τραγελαφικό, να κηρύττει κανείς την Ειρήνη, την οποία υπεραμύνεται πως ο άνθρωπος δεν μπορεί να βρει ούτε στην Πολιτική ούτε στην Τέχνη κλπ, παρά μόνο στην Εκκλησία, και να μην είναι ούτε ο ίδιος, ούτε η παρέα του φορείς αυτής της Ειρήνης…
 
Οι περισσότερο «θεολογούντες» θα επικεντρωθούν στο νόημα της Ενανθρώπισης. Θα τονίσουν το γεγονός της μεγάλης τιμής, αλλά και της μεγάλης ευκαιρίας που έγινε για τον άνθρωπο, το απόλυτο, το άχρονο και το άφθαρτο, να ενωθεί με την ανθρώπινη φύση. Κεφαλαιώδους σημασίας πίστη με πολλές ανθρωπολογικές συνέπειες. Πίστη που σε καλεί να πάρεις ένα μεγάλο ρίσκο για το νόημα που μπορεί να δώσεις στη ζωή σου… Παρόλα αυτά μια τέτοια πίστη, θα άρεσε και στους άθεους Λ. Φώϋερμπαχ και Φ. Έγκελς, διότι με αυτόν τον τρόπο, τον εαυτό του, που θεοποιεί ο άνθρωπος τοποθετώντας τον όμως πολύ μακριά του, ξανακάνει προσπάθεια να τον ξαναβάλει μέσα του….
 
Έτσι θα το έβλεπαν αυτοί.Εγώ σήμερα πάντως, θα ήθελα να παρουσιάσω τη γέννηση του Χριστού, ως τη γέννηση ενός Μεγάλου Αναρχικού, του Μεγαλύτερου ίσως όλων των εποχών, αφού παρά τις παρεκτροπές, τις καθυποτάξεις στο όνομά του, τους πουριτανισμούς, τις μαγικές κατανοήσεις των λόγων του, την θεοποίηση του πολιτισμικού περιβλήματος και όχι της ουσίας των διδασκαλιών του, όσα είπε στα Ευαγγέλια πάντα μπορούν να σε εκπλήξουν, να δώσουν μια σπρωξιά σε όλα τα δόγματα που μπορεί να κατασκευάζουν οι κατά καιρούς Φαρισαίοι και Ιεροεξεταστές, για να αισθάνονται ασφαλείς. Να καταδεικνύουν τις ανεπάρκειες όλων των συστημάτων, χωρίς να οδηγούν στον μηδενισμό, ή στο κοινωνικό κενό, με κάθετες αναφορές σε κάποια Θεία πραγματικότητα ή όχι.

Να είναι τόσο απλά όλα: «Ήμουν ξένος και μαζέψατε, άρρωστος και στη φυλακή και ήρθατε να με δείτε, πεινούσα και μου δώσατε να φάω… » Τόσο απλά που νιώθεις ότι μπορείς να κάνεις κάτι, να μη νιώθεις άχρηστος, καθυποταγμένος σε ένα σύστημα σωστών συμπεριφορών αλλά και τόσο δύσκολα, που δεν θα φτάσεις ποτέ στο τέλειο. Γιατί ακόμα και να καταργηθούν τα σύνορα, «ξένοι» θα υπάρχουν. Όση φαντασία και να βάλει κανείς, δεν μπορεί να φανταστεί έναν κόσμο, όπου η κίνηση προς τον Άλλο, δεν θα είναι το ζητούμενο της ζωής…


Να είναι κάποιος που ψιθυρίζει ότι είναι «Γιος του Θεού», αλλά εκεί στη διήγηση των «πειρασμών» να μη θέλει να τους πείσει όλους με κάποιο κόλπο που να καταργεί τη συνείδηση, με μια πρώιμη και συμβολική μαζική προπαγάνδα. Να αρνείται να δώσει στον κόσμο λίγο ψωμί και ασφάλεια για να τον καθυποτάξει.


Να είναι ο Χριστός στον διάλογο με τον Μεγάλο Ιεροεξεταστή (που μας άφησε στους «Αδελφούς Καραμαζώφ» ο Φ. Ντοστογιέφσκι), ο οποίος ενώ καταλαβαίνει ότι απέναντι στα διακυβεύματα που στήνει η εξουσία και στην αποτελεσματικότητα της, τις περισσότερες φορές είναι ανίσχυρος, εντούτοις γνωρίζει ότι η τελική νίκη είναι από την πλευρά του δικού του δρόμου της Ελευθερίας…

Δεν διάλεξα τυχαία να προβάλλω σήμερα την Γέννηση του Χριστού, ως αυτή του Μεγάλου Αναρχικού. Η κάθε εποχή, διαλέγει να εστιαστεί στην πλευρά αυτής της καθοριστικής για την Ανθρωπότητα προσωπικότητας, την οποία έχει ανάγκη.

Έναν τέτοιο Αναρχικό ίσως έχει ανάγκη και η εποχή μας.

Και με αυτή την ευκαιρία Καλές Γιορτές με Ειρήνη και Ελευθερία έξω και μέσα.

 

* http://tsouknida.blogspot.com/2009/12/blog-post_25.html

Οι φωταδιστές φεμινιστές.

Ο Χριστιανικός φεμινισμός, και οι συνήθεις κοσμικοί “φεμινιστές”.

 

                               Του φιλαλήθη/philalethe00

Είναι η ριζικά υπέρ της γυναίκας διδασκαλία των Προφητών, των Αποστόλων, των Πατέρων, της Ορθοδοξίας, και, ευρύτερα, Χριστιανικών Ομολογιών που έχουν αποκοπή από το εκκλησιαστικό κληρικολαϊκό σώμα(Παπισμός, προτεσταντισμοί).

Βέβαια, υπάρχουν και ορισμένοι που υποστηρίζουν σοβαρά, ότι (κάποιος) Χριστιανισμός είναι ακόμη και … αντιφεμινιστικός. Συγκεκριμένα, για να το αποδείξουν τούτο, μας προσκομίζουν το παύλειο τσιτάτο ρητό εκείνο σύμφωνα με το οποίο οι Χριστιανές δεν επιτρεπόταν να διδάσκουν εντός του Ναού, δηλαδή να κάνουν “Θείον Κήρυγμα”….

(-για να το πω στην συνήθη ……κοινή νεοκαθαρευουσιάνικη ιδιόλεκτο, που βέβαια απευθύνεται στον λαό). Αλλά είναι και πολλά άλλα: τα γνωστά περί “φόβου του ανδρός (εκ της γυναικός)”, υποταγή της γυναίκας κτλ. Βέβαια, ο λιγότερο αιρετικός, δηλαδή επιλεκτικός αναγνώστης θα δη, ότι έχουμε και άλλες προτροπές προς τις γυναικές, που είναι προτροπές (του αγ. απ. Παύλου) διδαχής της γυναίκας προς τον άνδρα.

Για αυτό το θέμα, έχουν κυκλοφορήση μία σειρά βιβλίων, εκ των οποίων οι δυτικότροποι φεμινιστές δεν έχουν διαβάση τίποτε, κατά συντριπτικό ποσοστό. Δεν πτοούνται, βέβαια, όπως καταλαβαίνετε και εσείς. Σαφέστατα, δεν θέλω, όπως και στην περίπτωσι του φιλμακίου του Νέου Μουσείου Ακρόπολης, να παραστήσω τον… λογιώτατο συμβουλάτορα (άπαγε της υπερηφανείας) ούτε θεωρώ, ότι η άγνοια, αυτής της γνωσιολογικής μεθόδου τουλάχιστον, είναι κάτι το απαραίτητα κακό, αλλά δεν είναι δέουσα η τέτοια παραπληροφόρηση σε ζητήματα που είναι τόσο σημαίνοντα και πολλοί μωρολόγοι τα …αντιπαρέρχονται για τις “του βίου πραγματείες”. Τι να πούμε; Ο μωρός μωρά λαλήσει. Στα παρακάτω, θα δούμε με μερικές αναφορές κάποια θεμελιώδη στοιχεία για το θέμα, όπως τα έχω προσλάβη από την μελέτη μου του θέματος και ένα πλαίσιο όπου αυτά θα ενταχθούν. Ας δούμε πρώτα το δεύτερο…

Οι δυτικότροποι φεμινιστές

 

…βεβαίως προέρχονται από τον …φωταδιστικό χώρο, συνηθέστατα.  Μιλούν, οι δυστυχείς, για την -ηττημένη κατόπιν στον τόπο που γεννήθηκε- φιλοσοφία των φώτων του 18ου αιώνα, νομίζοντας, ότι είναι κάτι το τόσο σπουδαίο και, συχνά, οπωσδήποτε εναντίον του υπερφυσικού και υπερβατικού. Ο εγκυκλοπαιδιστής ντ’Αλαμπέρ, βέβαια, έλεγε, στα στοιχεία φιλοσοφίας, όπως αναφέρεται από τον Ernst Cassirer(βλ., π.χ., “Το πνεύμα του διαφωτισμού”, εκδ. Έρασμος), ότι η φιλοσοφία του αιώνα του δεν απέρριπτε την “μεταφυσική”, αλλά επανεξέταζε τις “βάσεις της μεταφυσικής-θρησκευτικής αποκάλυψης”. Ο Βολταίρ ήταν, όπως και εμείς οι Ορθόδοξοι, πυρ και μανία εναντίον της κατάχρησης εξουσίας του γαλλικού ρωμαιοκατολικισμού, και απέρριπτε τον ίδιο ακόμη μετά πάθους. Ο Βολταίρος, ο “άνθρωπος της λογικής”, όπως λέχθηκε, που ξεκίνησε την φιλοσοφία του από ένα παραμυθητικό της θλίψεως εν τω κόσμω ηδονισμό, τα έβαλε ακόμη και με τον μέγιστο επιστήμονα, και Χριστιανό φιλόσοφο,  “Ιανσενιστή”, Blaise Pascal(βλ., π.χ., μονάδα πίεσης στην σύγχρονη φυσική) για αυτές του τις τελείως απόλυτες υπερφυσικές θέσεις, ακόμη και με τον επίσης “φανατικό” Χριστιανό και κορυφαίο μαθηματικό Leibniz. Βεβαίως, όσο μεγαλύτερο το ανάστημα του αντιπάλου τόσο ευκολότερα ηττάται κανείς… Σημασία έχει, ότι δεν γνώριζε τίποτε περί της μεθόδου της θέωσης, της θεωρίας, της κάθαρσης, και είχε προ οφθαλμών μία θρησκειοποιημένη, εκφιλοσοφημένη, αριστοτελική εκδοχή του Χριστιανισμού, ιδεοκρατική ας πούμε, για να δικαιώσουμε λίγο και κάποια δογματικά αντιθρησκευτικά τσιτάτα, και ο ίδιος ήταν υπέρ του ντεϊσμού (αποδοχή διανοητική θεού) που βγαίνει μέσα από την παρατήρηση της φύσης, της “κτίσης” που θα λέγαμε χριστιανικά. Η φυσική θρησκεία ήταν, βέβαια, μία ακόμη θρησκεία, όπως και ο δογματικός “θρησκευτικός αθεϊσμός”(ο όρος είναι ευρέως αποδεκτός, αναφέρεται δε στον Κοντ, τον Χάιντεγκερ, και τον Σαρτρ). Μέθοδος και φιλοσοφία της η -δεν χρειάζεται να το πω, ο νοών νοείτω- ανορθολογική απολυτοποίηση του ορθού λόγου, η νοησιαρχία.

Πλάτωνας σε δυτική απεικόνιση:γνώσης των "ορίων του Λόγου"- χαρακτηριστικό της "ελληνικότητας"

 

Η νοησιαρχία, όμως, είχε το εξής τεράστιο πρόβλημα: ήταν μία φιλοσοφία που  εβγαινε μέσα από τα σπλάχνα του Μεσαίωνα, που, όπως έλεγε και ο Καστοριάδης μεταξύ πάρα πολλών άλλων, παρά την έλλειψη εμβάθυνσης σε αρκετά από αυτά τα θέματα, ήταν φαινόμενο αποκλειστικά Δυτικό. Ο Μεσαίωνας αποδόθηκε από πολλούς “επιστήμονες” στον “αριστοτελικό δογματισμό”. Ο Καστοριάδης εξεγειρόταν εναντίον αυτής της υπόθεσης, που θεωρούσε οξύμωρη και προσβλητική. Γεγονός είναι, όμως, ότι ο δυτικός Μεσαίωνας δεν γνώριζε αυτό που ο ελληνισμός (ελληνική φιλοσοφία και κοσμοθεωρία) ανέκαθεν γνώριζε (εξ ου και ότι έγινε εκ των μέγιστων απόστολων της Ορθοδοξίας ανά τους αιώνες), μέσω του Πλάτωνα, ας πούμε, και των αρχαίων μυστηρίων, δηλαδή τα όρια του Λόγου.  Τα πάντα σχετικά με τον Θεό, και άρα καθολικώς, μπορούσαν να ρηματοποιηθούν, να γίνουν λόγος, ο Θεός δεν ήταν απερινόητος και ακατάληπτος ούτε αποφατικά προσεγγιζόμενος, σχετικός δε με μία “υπερνοητή και υπεραισθητή γνώση” με τίποτε το αντίστοιχο στον κτιστό κόσμο, αλλά υπαγόταν σε κάποιες αναγκαιότητες, σε ένα φιλοσοφικό σύστημα με αριστοτελικές κατηγορίες. Χωρίς αμφιβολία, η προσκόλληση σε αυτές τις φιλοσοφικές κατηγορίες και το καταρρέον, πλέον, παρωχημένο αρχαιοελληνικό κοσμοείδωλο, μαζί με την ξέφρενη άνθιση των σκοτεινών τεχνών (παντοειδής μαγεία και κάθε τι συναφές)επέφερε τα μεσαιωνικά παπικά προβλήματα που όλοι ξέρουμε, που εκπροσώπησαν στο όνομα του …Χριστού τον “Διάβολο”, τον εκπεπτωκότα αρχάγγελο, όπως έλεγαν οι Ντοστογιέφσκι και Κόντογλου.

 

Θωμάς Ακινάτης, ο τυπικός μεσαιωνικός σχολαστικιστής-ορθολογιστής, πρόδρομος των διαφωτιστών

Θωμάς Ακινάτης, ο τυπικός μεσαιωνικός σχολαστικιστής-ορθολογιστής, πρόδρομος των "διαφωτιστών"-φωταδιστών

Ετσι, λοιπόν, ο Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς(1296-1359/60) οι αντιδραστικοί αντικομμουνιστές οργανωσιακοί ήσαν και αυτοί ημι-εκδυτικισμένοι, για αυτό δεν τον ανέφεραν -, ο θεολόγος του Ακτίστου Φωτός, του Οποίου ο ίδιος είχε εμπειρία και πάθηση/αίσθηση, “θεωρία”, είχε ιστορική διένεξη με τον αντιησυχαστή Βαρλαάμ τον Καλαβρό(1290-1348), τον λατινόφρονα και εκδυτικισμένο λόγω σπουδών και έλλειψης κριτικής σκέψης σε αυτές. Ο Βαρλαάμ υπήγαγε την γνώση του Θεού στον Λόγο, όπως και οι – μεσαιωνικοί – σχολαστικιστές τύπου Ακινάτη. Τα πάντα μπορούσαν να κατανοηθούν. Και το όργανο της γνώσεως, για το Κτιστό και το Άκτιστο, δεν ήταν κάποιο άλλο, αλλά ήταν η διάνοια. Σας θυμίζει, μήπως, πάρα πολύ την φιλοσοφία των “φώτων”; Γιατί, νομίζετε, ότι ο φιλόσοφος, συγγραφέας, φραγκφουρτιανός μαρξιστής Ernst Bloch έλεγε -και επί πλέον, ειδικά επί της νοησιαρχίας, “ορθολογισμού”-, ότι για να γίνης καλός αθεϊστής πρέπει να είσαι πρώτα καλός Χριστιανός; Τα φιλοσοφικά αυτά ρεύματα αναπτύχθηκαν πρώτα σε αιρέσεις χριστιανικές, έστω αγνώριστες και τερατογενέσεις. Άρα; Άρα έχουμε κάθε δικαίωμα να χαρακτηρίσουμε εκτός από γνωσιολογικά υπανάπτυκτο, και φορέα της μεσαιωνικής φιλοσοφίας, καθένα από τους φωταδιστές(κατ’άλλους “διασκοτιστές”) αυτούς, που καμώνονται τους …χειραφετημένους από την δεισιδαιμονία… Η Αρχαία εποχή ήταν πολύ πιο προοδευμένη από αυτούς. Ο Πλάτωνας, οιονεί ο κορυφαίος φιλόσοφος όλων των εποχών, ήδη ήξερε, ότι “Θεόν χαλεπόν μεν νοήσαι, αδύνατον δε φράσαι“. Δηλαδή ήξερε τα όρια του Λόγου. Οι φωταδιστές του 21ου αιώνα ούτε αυτά, συχνότατα, δεν γνωρίζουν.  (συνεχίζεται…)

Αναζητώντας το όντως κάλλος

Αναζητώντας το όντως κάλλος

 

του π. Χαράλαμπου Παπαδόπουλου

 

 

«Όλα τα ποτάμια είτε κυλούν ράθυμα είτε ορμητικά μόνο μια λαχτάρα έχουν… την θάλασσα»

Στον κόσμο που ζούμε, υπάρχει μια σιωπηρή συνωμοσία αδιάγνωστης φύσης και προέλευσης, ωστόσο όμως ηχηρά παρούσα στην ζωή μας, που θα μπορούσαμε να την ονομάσουμε ως μια αυτοκαταστροφική διάθεση και στάση απέναντι στην ζωή και ότι αυτή συμβολίζει και σημαίνει. Μια βαθύτερη και πτωτικά χαώδης επιθυμία στο να εξοντώνει και να εκμηδενίζει την αλήθεια και την ελπίδα των πραγμάτων και των νοημάτων.

Ο άνθρωπος μέσα στην τραγωδία της ιστορίας του στα πάθη και στους καημούς του, στην αγωνία και την απελπισία του, στο όνειρο και την προδοσία του, επιθυμεί και λαχταρά πότε η «ομορφιά θα σώσει τον κόσμο». Μια ομορφιά πέρα από την ανάγκη της φύσης. Πέρα και πάνω από μια ορμέφυτη αντανακλαστική ενατένιση των πραγμάτων, αλλα εκείνη την εμπειρία του κάλλους που μπορεί να σώσει μια καρδιά από την απόγνωση, να δώσει νόημα στην ύπαρξη, να φανερώσει μια άλλη πραγματικότητα και ποιότητα ζωής.

Η θρησκεία, η φιλοσοφία, η ποίηση, το θέατρο, η ζωγραφική και γενικότερα  οι τέχνες. Η κοπιώδης και δημιουργική σχέση με την γη και την καλλιέπεια της, αλλά και κάθε μορφή δημιουργίας, υπήρξαν ιστορικοί χώροι μέσα από τους οποίους ο άνθρωπος αναζήτησε ουσιαστικά και εξέφρασε τον βαθύτερο πόθο του, να ενωθεί με τον Θεό του κάλλους, να γευθεί την υπέρτατη «ηδονή» με «κάτι» ή «κάποιον» που θα ξεπερνούσε τα όρια της τραγικότητας του κόσμου του. Αναζήτησε λοιπόν την ελευθερία του προσώπου του από τα δεσμά του χρόνου και του χώρου που τον οδηγούν με τελματικό τρόπο στον θάνατο.

Η δίψα αυτή του κάλλους και της ηδονικής εμπειρίας που γεύεται ο μύστης των θρησκειών, ο δημιουργός μιας καλλιτεχνικής έκφρασης, ο άνθρωπος που γενικότερα αναζητά την ομορφιά ως σώζουσα εμπειρία, ως μεταμορφωτική δύναμη στην ζωή του, έχει ως βαθύτερη ουσία της, την αναζήτηση του Θεού, είτε συνειδητά είτε ασυνείδητα.

 Όχι όμως τον Θεό των θρησκευτικών ιδεολογιών και των ανθρωπόμορφων περιγραφών, των θρησκευτικών νευρώσεων και ενοχών, του νόμου και του τύπου, της εξουσίας και της αμείλικτης παγερής ανώτατης αυθεντίας που περιορίζει την θεότητα στα μέτρα και στα μεγέθη αυτού του κόσμου, «κατ` εικόνα και καθ΄ ομοίωση» των δικών μας παθών και ποικίλων αναγκών. Αλλά ενός Θεού που φανερώνεται στο κάλλος της δημιουργίας Του ,στις ποιητικές υπάρξεις που τον αναζητούν με πάθος και πόθο.

Τι άλλο πραγματικά μπορεί να σημαίνει η ανάγκη για καλλιτεχνική έκφραση απ` την αγωνιώδη ερωτική ψηλάφηση της τελειότητας, του επέκεινα?

Ένας καλλιτέχνης δεν είναι ποτέ ολοκληρωτικά ικανοποιημένος από την τελική μορφή του έργου του, αλλά διαρκώς αναζητά τρόπους και μεθόδους νέας δημιουργίας ώστε να ξεδιψάσει την λαχτάρα του για το κάλλος, την ωραιότητα, την τελειότητα και την ομορφιά.

Συνειδητά ή ασυνείδητα η δίψα αυτή είναι δίψα του Απείρου Θεού. Του μόνου δημιουργού, Του μόνου καλλιτέχνη και ποιητή του παντός.

Η πλήξη, η θλίψη κι` αυτή η μελαγχολική οσμή στα μάτια των ανθρώπων, διαδηλώνει και ομολογεί περίτρανα ότι ο κόσμος αυτός, υποφέρει μέσα στην παραμόρφωση που επιφέρει πάνω του το κακό ως παρουσία επιλογής.

Πάνω σ` αυτή την υπαρξιακή ανάγκη δουλεύουν οι επιχειρήσεις της πλαστής ομορφιάς. Των χιλιάδων σήμερα ινστιτούτων, προγραμμάτων και μεθόδων απόκτησης του «κάλλους». Μιας ομορφιάς όμως, που είναι τραγικά ανίσχυρη να μιλήσει στα βάθη της ανθρώπινης καρδιάς. Μιας πλαστότητας που δεν ενώνει την ανθρωπότητα μέσα στην μεθυστική του λάμψη και εμπειρία του ωραίου, αλλά την διαιρεί, την ενοχοποιεί, την κακοποιεί και την δεσμεύει στην δουλεία των πραγμάτων της.

Η τραγικότητα όμως της σύγχρονης πραγματικότητας είναι ότι ολοένα και περισσότερο οι λεγόμενοι άνθρωποι της εκκλησίας (για μένα άνθρωποι της θρησκείας) χάνουν αυτή την αίσθηση και την αναζήτηση, παύουν να κουβαλούν μέσα τους αυτή την εμπειρία.

Οι χριστιανοί δεν είναι πλέον φορείς αυτού του μυστηριακού βιώματος. Τα μάτια τους όπως είπε και σύγχρονος διανοητής είναι ολοένα και περισσότερο σκοτεινά δηλώνοντας την απώλεια της χαράς, του φωτός, του αγίου κάλλους.

Για αυτό και δεν αγαπούν, δεν ερωτεύονται δεν δημιουργούν, δεν αγωνιούν για τίποτα παρά μονάχα για ένα, την διατήρηση και την εξασφάλιση της ατομικότητας. Της εξουσίας, της ειδωλολατρικής αντικειμενικής αγιότητας, και της θεσμικής κατοχύρωσης.

Στην εκκλησία χάθηκε το συλλογικό, το κοινοτικό, η σύναξη της αρχαιότητας που μεταμορφώθηκε σε εκκλησιαστικότητα, η σύναξη της βασιλείας του Θεού και αποκάλυψη του επέκεινα.

Στην εκκλησία, εκτός τραγικά λιγοστών εξαιρέσεων, δεν παράγουμε πλέον πολιτισμό. Πολιτισμό που θα είναι καρπός εμπειρίας και βιώματος. Η αγιογραφία, η βυζαντινή μουσική και υμνολογία, η ξυλογλυπτική, η ναοδομία, είναι μια «παραγωγή» κακέκτυπης απομιμήσεως και εμπορευματοποιήσεως, που τις περισσότερες φορές δεν εκφράζει τίποτε απολύτως, δεν λέει τίποτα στην καρδιά του σύγχρονου ανθρώπου, που αναζητά όχι την μουσειακή διατήρηση ενός ενδόξου παρελθόντος, αλλά δύναμη ζωής, πρόταση ζωή που να νικά τον θάνατο.

Εισερχόμενοι σε` ένα ναό του 12ο -13ο αιών και σ` ένα σύγχρονο, δεν καταλαβαίνεις απλώς, αλλά αισθάνεσαι με όλο σου το είναι την έκπτωση του εκκλησιαστικού μας βιώματος. Νιώθεις ότι στον ένα χώρο υπήρξε γεύση του αιωνίου Είναι.

Αποτέλεσμα σχέσεως του φανερούμενου μυστηρίου του Θεού στην ανθρώπινη καρδιά. Είναι ψηλάφησης του αγίου κάλλους σ` ένα χώρο και μια κοινότητα, που γνώρισε την ωραιότητα, την ανεκλάλητη δια ανθρωπίνων ρημάτων ομορφιά, αλλά δια της γλώσσας των συμβόλων οντολογική πραγματικότητα.

Σήμερα ο πολιτισμός των χριστιανών είναι εικονικός, σχετικός, άκαρπος και ασαφής. Δεν ανιχνεύεται στις κοινωνίες των πολιτών ως δύναμη και φύραμα μεταμορφωτικής προοπτικής. Είναι εικονικό το κάλλος του, η δύναμη του, το βίωμα του, η θεολογία του. Γι` αυτό και δεν επηρεάζουμε κανένα απολύτως τομέα της ζωής του σύγχρονου κόσμου. Επίσης δε άνθρωποι ιδιαιτέρων χαρισμάτων δεν εισέρχονται πλέον στο χώρο της εκκλησίας. Δεν εμπνέονται από αυτή. Με αποτέλεσμα έμψυχο υλικό υψηλής ποιότητας που σε άλλες μορφές εκκλησιαστικού βίου εκφραζόταν μέσα στην ορθόδοξη εκκλησία, σήμερα να βρίσκουν αλλού υπαρξιακό καταφύγιο και χώρους έκφρασης.

Η αλήθεια είναι ότι για δεκαετίες σταθήκαμε ως χριστιανικός κόσμος απέναντι από την τέχνη και τον πολιτισμό. Πολλές φορές μάλιστα στα πλαίσια ενός νευρωτικού ευσεβισμού πολεμήσαμε και γελοιοποιήσαμε τους εκφραστές της, δεν τους καταλάβαμε ή ίσως ποτέ δεν θελήσαμε να τους κατανοήσουμε. Ήρθε όμως η ώρα να αντιληφθούμε ότι η εποχή μας ίσως όσο καμιά άλλη έχει ανάγκη από το κάλλος. Την ομορφιά που θα σώσει τον κόσμο. Διότι όπως είχε πει και ο Ντοστογιέφσκι «ο κόσμος θα χαθεί από ένα μεγάλο χασμουρητό». Αυτή η πλήξη και ανία, η ακηδία του ονείρου, και η απροθυμία για ασκητική απέκδυση του άσχημου και καταστροφικού είναι πλέον πραγματικότητα που παραμορφώνει την όντως φύση της ζωής.

Η θέση της εκκλησίας είναι κοντά σε όλους αυτούς οι οποίοι είτε συνειδητά είτε ασυνείδητα λαχταρούν και επιζητούν το κάλλος το Άγιον που σώζει τον κόσμο. Είναι κοντά με όλους εκείνους που αναζητούν την ομορφιά, την ωραιότητα, την αγάπη που αντανακλάτε στην ζωή και τα πρόσωπα των ανθρώπων.

Ας κοιτάξουμε με μάτια ιλαρότητας και αγάπης την δίψα ενός κόσμου που ποθεί την ομορφιά και την αναζητά στην εκκλησία, ως ωραιωθείσα αγάπη.

 

ΠΗΓΗ: http://www.antifono.gr/portal/index.php?option=com_content&view=article&id=1381:2009-09-08-20-11-02&catid=22&Itemid=205

Ο «κόκκινος» Μπερτινότι στο Αγ. Όρος

Ο «κόκκινος» Μπερτινότι στο Αγιον Όρος

Επίσκεψη «περισυλλογής και συμμετοχής» για τον πρόεδρο της ιταλικής Βουλής, πρώην πρόεδρο της Κομμουνιστικής Επανίδρυσης

 

Του Γιάννη Χρυσάφη

Δεν ήταν μια παρόρμηση της στιγμής ή μια ξαφνική απόφαση. Ηταν μια πρόσκληση – και συνάμα πρόκληση – που απευθύνθηκε στον Φάουστο Μπερτινότι πριν από τα Χριστούγεννα. Εμπνευστές της ο Σέρτζιο Βαλτσανία, διευθυντής του Ραδιοφώνου της ιταλικής δημόσιας Ραδιοτηλεόρασης RAI και ο υπογράφων, έχοντας τη σύμφωνη γνώμη Αγιορειτών μοναχών. Ο Ιταλός πολιτικός, άθεος και κομμουνιστής (πρώην πρόεδρος του κόμματος της «Κομμουνιστικής Επανίδρυσης»), αλλά βαθύς γνώστης και μελετητής του επιστολικού έργου του Απόστολου Παύλου, δεν δίστασε ούτε στιγμή στην αποδοχή της πρόσκλησης.

Εξοπλισμένος με τη μοναδική αξιοπρέπειά του και τον ανυπόκριτο σεβασμό του στην όποια διαφορετικότητα των συνανθρώπων του και, βεβαίως, πολύ περισσότερο αν αυτοί είναι μοναχοί, εκδηλώνοντας συνάμα μια λελογισμένη περιέργεια να γνωρίσει όχι μόνο όσους απαρτίζουν αυτή τη μοναδική και μοναστική κοινωνία της Ορθοδοξίας, αλλά και το ιδιαίτερο καθεστώς που διέπει τη λειτουργία της, όρισε την επίσκεψή του στις 23 και 24 Φεβρουαρίου, πριν από δύο μήνες δηλαδή.

 Ηταν μια επίσκεψη που δεν έμελλε να πραγματοποιηθεί, τουλάχιστον τότε, παρόλο που έτυχε μεγάλης δημοσιότητας. Ωρες πριν από την αναχώρηση του προεδρικού αεροσκάφους από τη Ρώμη για τη Θεσσαλονίκη η απρόσμενη πτώση της ιταλικής κυβέρνησης του Ρομάνο Πρόντι, τίναξε στον αέρα το ταξίδι. Ο Φάουστο Μπερτινότι, τόσο στο πλαίσιο του θεσμικού του ρόλου ως προέδρου της Ιταλικής Βουλής -που σημαίνει ο εκ των βασικών συνομιλητών του προέδρου της Ιταλικής Δημοκρατίας στις διεργασίες για την επίλυση της κυβερνητικής κρίσης- όσο και στο πλαίσιο του ρόλου του ως ιστορικού ηγέτη του Κόμματος της Κομμουνιστικής Επανίδρυσης που μετέχει πλέον στον κυβερνητικό συνασπισμό, έπρεπε να παραμείνει στην έδρα του. Οι μέρες πέρασαν, αλλά η σκέψη για την πραγματοποίηση του ταξιδιού δεν έφυγε. Και μια και οι μονές που τον περίμεναν, με πρώτη από όλες εκείνη του Βατοπαιδίου στην οποία θα διανυκτέρευε και εκείνη της Σίμωνος Πέτρας που θα τον αποχαιρετούσε, είχαν ανανεώσει την πρόσκλησή τους, ο πρόεδρος της Ιταλικής Βουλής όρισε νέα ημερομηνία -αυτή τη φορά με απόλυτη μυστικότητα- το Σάββατο και Κυριακή, 21 – 22 Απριλίου.

Με το προεδρικό αεροσκάφος προσγειώθηκε στη Θεσσαλονίκη στις 9 το πρωί του Σαββάτου. Η Ιερά Επιστασία ήταν η πρώτη Αρχή του Αγίου Όρους που υποδέχθηκε τον Ιταλό πρόεδρο, έστω και αν η επίσκεψή του είχε χαρακτηρισθεί «ανεπίσημη». Στη λιτή αλλά ουσιαστική υποδοχή του Φάουστο Μπερτινότι εκ μέρους του Πρωτεπιστάτη στην αίθουσα υποδοχής της Ιεράς Επιστασίας στις Καρυές, στους λόγους που εκφωνήθηκαν και τα δώρα που αντηλλάγησαν, οι δύο άνδρες, παρ' όλο που ο ένας έφερε το μοναχικό σχήμα και ο άλλος τον πολιτικό μανδύα, βρήκαν με ειλικρίνεια τον τρόπο να εκφράσουν την αλληλοεκτίμησή τους. Η συνάντηση ολοκληρώθηκε με επίσκε ψη στην εκκλησία του Πρωτάτου, με την εικόνα του Αξιον Εστί, τις αγιογραφίες του Μανουήλ Πανσέληνου της Μακεδονικής Σχολής και το εικονοστάσι της Κρητικής Σχολής και με το λόγο της ξενάγησης του ίδιου του Πρωτεπιστάτη.

 

Άγνοια και θαυμασμός

 

Από τις Καρυές για τη Μονή Κουτλουμουσίου η πεζοπορία δεν διαρκεί πάνω από δέκα λεπτά της ώρας, αλλά ήταν αρκετά για να εκφράσει ο Ιταλός κομμουνιστής πολιτικός και ηγέτης τον θαυμασμό του όχι μόνο για την οξύνοια και ευρύνοια των μελών της Ιεράς Επιστασίας του Αγίου Ορους, αλλά και για το καθεστώς διοίκησης, διακυβέρνησης, αυτονομίας και συμβίωσης των 20 μονών του Αγίου Ορους, όπως με ιδιαίτερη προσοχή και λόγο σύνθεσης του εξήγησε ο Πρωτεπιστάτης.

Με ειλικρίνεια ομολόγησε την άγνοια που είχε για το Αγιον Ορος. Είχε φαντασθεί μάλλον ένα μοναστικό κέντρο, μια απροσδιόριστη έκταση εδάφους, σαφώς πολύ πιο μικρή από αυτήν που καταλαμβάνει στην πραγματικότητα το Αγιον Ορος, με τα 20 μοναστήρια διατεταγμένα σε μια περιμετρική χωροθέση και, φυσικά, σε μια ημιαστική ή και αγροτική περιοχή με οικισμούς. Ολα αυτά ανατράπηκαν βλέποντας την μήκους 50 χιλιομέτρων και πλάτους μέχρι 10 χιλιομέτρων χερσόνησο, χωρίς, βέβαια, χωριά και πολιτείες. Αλλά εκείνο που τον εξέπληξε ακόμη περισσότερο ήταν οι μοναχοί, έστω και αυτούς τους υψηλά ιστάμενους που συνάντησε: Οχι κάποιους μονοκόμματους φανατικούς, οπισθοδρομικούς στη γνώση και τη νοοτροπία, αλλά άτομα με βαθιά πίστη, γνώση και -κυρίως- σεβασμό στη διαφορετικότητα που είχαν απέναντί τους. Και επειδή και ο ίδιος προσυπέγραφε και για τον εαυτό του αυτό το προφίλ, ταυτίσθηκε αμέσως με τους Αγιορείτες μοναχούς.

 

Με τον παλιό αντάρτη

 

Φθάνοντας στη Μονή Κουτλουμουσίου, ο πρόεδρος και η συνοδεία του στάθηκαν για λίγη ώρα στην πρώτη μονή της αγιορείτικης περιοδείας τους. Η ξενάγηση δυστυχώς ήταν σύντομη, γιατί ο επόμενος σταθμός, λίγα μόλις μέτρα έξω από τον περίβολο της Μονής, το Κελί του Ραβδούχου με τις παλαιότερες αγιογραφίες του Αγίου Ορους, εκείνες των Αποστόλων Πέτρου και Παύλου του 11ου αιώνα, μας περίμενε. Ορθιος στην πόρτα και με ένα διακριτικό χτύπημα της καμπάνας υποδέχθηκε τον Φάουστο Μπερτινότι ο Γέροντας Ιωαννίκιος, πρώην κομμουνιστής αντάρτης.

 Η συνάντηση ήταν συγκινητική: Οι δύο άνδρες αγκαλιάστηκαν, φιλήθηκαν, κοιτάχθηκαν στα μάτια, σαν να ήταν παλιοί συναγωνιστές και σύντροφοι. Ο Γέροντας τον οδήγησε στο κελί, τον ξενάγησε στην εκκλησία, τον έβαλε να καθίσει στην κεφαλή του τραπεζιού, παραχωρώντας δηλαδή τη θέση του, του έφερε και καμπανάκι «για να αισθάνεται σαν το σπίτι του, στο έδρανο του προεδρείου της Βουλής». Και είπαν πολλά, με τη συνοδεία -όχι τη βοήθεια- αρκετού τσίπουρου, φτιαγμένου από τα χέρια του Γέροντα.

Η δεύτερη «τη τάξει» μεγάλη μονή του Ορους, η Μονή Βατοπαιδίου, επιφύλαξε στον Ιταλό πολιτικό υποδοχή αντάξια της φήμης και των δύο. Ο ηγούμενος Εφραίμ δεν φείσθηκε λόγων στην έκφραση της εκτίμησής του και ο Φάουστο Μπερτινότι με δυσκολία έκρυβε τη χαρά του και το θαυμασμό του για όσα εκδηλώνονταν μπροστά του. Η επίσκεψη και η ξενάγηση στο σκευοφυλάκειο που λεηλάτησαν πριν από 700 χρόνια οι Καταλανοί πειρατές και αποκατέστησε «εν είδει» αποζημίωσης πριν από ένα χρόνο η σημερινή Κυβέρνηση της Καταλωνίας, ήταν το αποκορύφωμα του ενθουσιασμού του που εξέφρασε στον ηγούμενο, συνάμα με την εκτίμηση και τον σεβασμό προς τους μοναχούς, συμμετέχοντας σε όλες τις ακολουθίες, από εκείνη του Εσπερινού, στην Αγρυπνία που συνέπεσε και τη μεγάλη λειτουργία της Κυριακής το πρωί, την οποία παρακολούθησε ολόκληρη.

 

Μονή Ιβήρων, Μυλοπόταμος

 

Η επίσκεψη την Κυριακή συνεχίσθηκε στην τρίτη «τη τάξει» Μονή Ιβήρων, με τους μοναχούς να ξεναγούν τον πρόεδρο στο παρεκκλήσι της Πορταΐτισσας, όπου φυλάσσεται η ομώνυμη εικόνα της Παναγίας με τη μοναδική ιστορία, και στη συνέχεια -ύστερα από ηθελημένη πεζοπορία 45 λεπτών- στο Κελί του Αγίου Ευσταθίου, στο Μυλοπόταμο, όπου οι Γέροντες Επιφάνιος και Ιωακείμ παράγουν το μοναδικό κρασί του Μυλοπόταμου. Βεβαίως, εδώ η ξενάγηση προσέλαβε περισσότερο το χαρακτήρα γευσιγνωσίας, παρά λόγου, πράγμα απόλυτα λογικό όταν βρίσκεσαι σε αμπελώνα του Αγίου Όρους.

 Τελευταίος σταθμός η Μονή Σίμωνος Πέτρα. Μοναδική σε ουσία περιεχομένου η συνομιλία του Ιταλού προέδρου με τους Γέροντες της Μονής, που κορυφώθηκε με την πρόσθεση στην ομήγυρη του ηγουμένου Ελισσαίου (απόσπασμα της οποίας παραθέτουμε χωριστά). Η επίσκεψη ολοκληρώθηκε με ξενάγηση στην εκκλησία, την τράπεζα και κυρίως στην πλουσιότατη σε τόμους και εξοπλισμό Βιβλιοθήκη της Μονής, ενώ ο πρόεδρος πρωτοτύπησε στην αναχώρησή του, πηγαίνοντας στον αρσανά (λιμανάκι) της Μονής με τα πόδια.

 

Ενας διάλογος για την παράδοση και την τεχνολογία

 

Ο διάλογος ανάμεσα στον ηγούμενο της Σιμωνόπετρας, πατέρα Ελισσαίο, και τον πρόεδρο της ιταλικής Βουλής, Φάουστο Μπερτινότι, στο μοναδικό μπαλκόνι της Μονής πάνω στον θεόρατο βράχο, έκοψε την ανάσα – και όχι βέβαια εξαιτίας του ύψους.

Μπερτινότι: Είναι εντυπωσιακό, τουλάχιστον σε μένα, ο τρόπος με τον οποίο συνδυάζετε τη χιλιόχρονη παράδοση με τη σύγχρονη τεχνολογία. Αποτέλεσε έκπληξη σε μένα, διότι περίμενα και πίστευα ότι θα δω και θα βρω κάτι διαφορετικό. Είχα τον φόβο ότι αν οι νέες τεχνολογίες έχουν κάποια σχέση με αυτό τον τόπο, αυτή η σχέση μπορεί να είναι η ταύτιση με τον σατανά.

Ελισσαίος: Άλλοι μας κατηγορούν ως προοδευτικούς, άλλοι ως εισάγοντες καινά δαιμόνια. Πρέπει να βρούμε τη σωστή χρήση για τις τεχνολογίες που εισάγουμε ή χρησιμοποιούμε. Εμείς ήμαστε τυχεροί εδώ στη Σιμωνόπετρα που είχαμε ως πνευματικό πατέρα και οδηγό τον Γέροντα Αιμιλιανό. Μας δίδαξε να κάνουμε διακριτή χρήση και ένταξη στον χώρο των τεχνολογιών. Ναι στην ταχύτητα, αλλά όχι στην απώλεια του χρόνου. Θέλουμε την ταχύτητα αλλά όχι εις βάρος της περισυλλογής του πνεύματος. Είναι μια σκληρή πάλη στην οποία κάνουμε λάθη, αλλά μπορούμε και διορθωνόμαστε από αυτά. Πρέπει να πω ότι η χρήση της τεχνολογίας μάς οδηγεί και στις πηγές της γνώσης. Αλλά ο σκοπός μας δεν είναι η επίτευξη της απόλυτης γνώσης ή -ακόμη χειρότερα- το κέρδος. Ο αγώνας μας είναι να βρεθεί το μέτρο με τελικό προορισμό τον άνθρωπο. Δεν πρέπει, συνεπώς, να αδικείται ο άνθρωπος, και πρέπει να βρεθεί ο τρόπος να επικοινωνεί με τον Θεό. Αυτό να μην εκληφθεί ως υποχρέωση, αλλά ως δικαίωμα. Έτσι ερμηνεύονται όλα, για ποιο λόγο υπάρχει η θρησκεία, το Αγιον Όρος, το μοναστήρι.

Μπ.: Ευχαριστώ για τις απαντήσεις. Πειστικές και αποτελεσματικές. Η τεχνολογία υπηρετεί τελικά τον Θεό ή τον σατανά; Μάλλον χρησιμεύει στον σατανά, εκτός αν καταφέρουμε να θέσουμε τον άνθρωπο στο κέντρο των ενδιαφερόντων μας. Εγώ, όμως, που ζω στον καπιταλισμό της Ιταλίας, είμαι λιγότερο αισιόδοξος για την επίτευξη αυτού του στόχου.

Ελ.: Να ζήσουμε τόσο στον καπιταλισμό όσο και στον σοσιαλισμό. Οταν εμείς ήρθαμε στη Σιμωνόπετρα βρήκαμε μόνο πέντε γέροντες. Εκείνοι οι πέντε κράτησαν μιαν αλήθεια στα ερείπια της Μονής. Ήταν η αλήθεια της βάσης που οικοδομήσαμε εμείς. Ένας πρόεδρος με τις δικές σας βάσεις μπορεί να κάνει περισσότερα.

Φάουστο Μπερτινότι: Η περιέργεια είναι πλέον πολιτισμός

– Κύριε πρόεδρε, δύο ολόκληρες ημέρες στο Αγιον Όρος, ποια είναι η προσέγγισή σας στο γεγονός;

– Μια από τις πιο βασικές διαπιστώσεις μου είναι ότι ανάμεσα στον ουρανό και τη γη υπάρχουν πολύ περισσότερα πράγματα από όσα θα μπορούσα να φαντασθώ εγώ ή κάποιος άλλος σε αυτόν τον κόσμο που ζούμε.

– Τι ήταν εκείνο που σας εντυπωσίασε περισσότερο;

– Κάτι εκπληκτικό: Η σχέση που δημιουργήθηκε ανάμεσα σε μια υπερχιλιετή παράδοση -την οποία εδώ περιφρουρούν με επιμονή, με αυτά τα μοναστήρια που ίδρυσαν εδώ και αιώνες και φροντίζουν με τόσο ζήλο- και τη σύγχρονη τεχνολογία, την οποία εδώ χειρίζονται καθημερινά και έρχονται σε επαφή.

Οργάνωση και παράδοση

– Ποιο είναι το πολιτικό μήνυμα που έρχεται στο μυαλό σας εδώ;

– Με εντυπωσίασε η πολιτική οργάνωση της Ιεράς Κοινότητας του Αγίου Ορους, με την έννοια του τρόπου διακυβέρνησης και του καθεστώτος διοίκησης και αυτονομίας τόσο της κεντρικής εξουσίας όσο και των μονών ως ανεξάρτητων και αυτόνομων θεσμών μέσα στο Αγιον Όρος. Είναι αξιοσημείωτο το γεγονός ότι όλοι οι θεσμοί υπακούουν εδώ στο ιστορικό νόημα της παράδοσης.

 – Να ρωτήσω και κάτι που αφορά εσάς: Ποιος ήταν ο προσωπικός λόγος που σας έφερε εδώ;

– Πρέπει πάντα να γνωρίζεις και να μαθαίνεις το τι συμβαίνει γύρω σου. Να αποδέχεσαι ότι όλος ο κόσμος είναι πια πολύ κοντά, δίπλα σου, και φτιαγμένος με όλες τις πτυχές της διαφορετικότητας. Η περιέργεια είναι πλέον πολιτισμός.

– Και ποιο είναι, κατά τη γνώμη σας, το μήνυμα που θέλουν να εκπέμψουν οι μοναχοί του Αγίου Όρους;

– Δύσκολο να το πω εγώ. Έχω την εντύπωση ότι θέλουν να περιφρουρήσουν μια παράδοση. Και όταν αυτή η παράδοση συμβαδίζει με την ειρήνη που βασιλεύει εδώ, έχω τη γνώμη ότι καλώς πράττουν. Ειδικότερα, όταν διαφυλάττουν και μια στέρεη πίστη.

 

Η Αριστερά σήμερα

 

– Κύριε πρόεδρε, θα μου επιτρέψετε μια πολιτική ερώτηση, παρά το γεγονός ότι ο νέος και υψηλός θεσμικός ρόλος δεν αφήνει πολλά περιθώρια να μιλήσουμε για την κυβέρνηση Πρόντι, την εσωτερική και διεθνή πολιτική κατάσταση και τους Έλληνες συντρόφους σας. Ποιος ο ρόλος της Αριστεράς στον κόσμο σήμερα;

– Ο ρόλος της Αριστεράς, την οποία αποκαλώ νέα αριστερά και την ταυτίζω με το Κόμμα της Ευρωπαϊκής Αριστεράς, είναι ότι έξω από τις εμμονές της ιδεολογικής ορθοδοξίας μπορεί να προχωρήσει στην οικοδόμηση ενός νέου λαϊκού και αριστερού ευρωπαϊσμού με στόχο μια άλλη Ευρώπη. Ειδικότερα, από τη στιγμή που η Γηραιά Ήπειρος αντιμετωπίζει μια κρίση της πολιτικής και της πολιτικής της Αριστεράς. Υπάρχει ένα τεράστιο κενό που πρέπει να καλυφθεί, μια μεταρρύθμιση που πρέπει να αναληφθεί. Αυτό το έργο πρέπει να αναλάβει το Κόμμα της Ευρωπαϊκής Αριστεράς.

 


ΠΗΓΗ:  Copyright:  http://www.kathimerini.gr, Ημερομηνία : 13-05-2007,

http://news.kathimerini.gr/4Dcgi/4Dcgi/_w_articles_civ_12_13/05/2007_226565