Αρχείο κατηγορίας Ελεύθερο Βήμα

Ελεύθερο Βήμα

Το ΕΞΟΥΣΙΑΣΤΙΚΟ ΠΟΛΙΤΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ

Το ΕΞΟΥΣΙΑΣΤΙΚΟ ΠΟΛΙΤΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ  σε φάση  ΕΠΙΚΙΝΔΥΝΗΣ ΑΠΟΔΙΑΡΘΡΩΣΗΣ

 

Του Μιχάλη Βασιλάκη*

 

Η πολιτικά μεθοδευμένη σε διαδικασίες και περιεχόμενο ΛΗΞΗ της παρούσας ΣΥΝΟΔΟΥ της ΒΟΥΛΗΣ (ΔΙΑΚΟΠΗ εργασιών μπορούσε να υπάρξει χωρίς λήξη της ΣΥΝΟΔΟΥ, π.χ. ΠΑΣΧΑ) από την Βοναπαρτική εξουσία του Μαξίμου με την έκδοση προεδρικού διατάγματος τη νύχτα της παρασκευής  χωρίς να ερωτηθεί έστω και τυπικά η Βουλή, συνιστά:

Πράξη θεσμικής  εκβίασης της ανώτατης πολιτειακής αρχής την οποία εκθέτει ανεπανόρθωτα ως μπαίγνιο των επικίνδυνων πολιτικών σχεδιασμών του αποκαλύπτοντας ταυτόχρονα ότι η Προεδρία της Δημοκρατίας ενσωματώθηκε άμεσα στο πολιτικό σύστημα του δικομματισμού ειδικά μετά το 1994 (Κυβέρνηση ΠΑΣΟΚ-πρόεδρος δεξιός, κυβέρνηση Ν.Δ.-πρόεδρος ΠΑΣΟΚ).

Κατάργηση πλήρως του πολιτικού χαρακτήρα της Βουλής και των πολιτικών λειτουργιών της ως ανώτατου αντιπροσωπευτικού νομιμοποιητικού οργάνου και ελέγχου των εξουσιών

Παραμερισμό και αχρήστευση προκαταβολικά των συνταγματικών λειτουργιών   της δικαστικής εξουσίας που αναγκαστικά και αναπόφευκτα θα οδηγούσαν στην πλήρη πολιτική αλλά και τυπικά θεσμική απονομιμοποίηση της κυβέρνησης.

Καταστρατήγηση κάθε στοιχειώδους αρχής και λειτουργίας της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας.

Για όλους αυτούς τους λόγους η πραξικοπηματική λήξη της συνόδου της Βουλής συνιστά καθ' ολοκληρίαν ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΗ ΕΚΤΡΟΠΗ και σωστά καταγγέλθηκε ως τέτοια.

Όμως συνταγματική εκτροπή είναι δυνατή είτε με όρους άμεσης και ωμής δικτατορίας, είτε με όρους εξαιρετικά ευρείας συναίνεσης  από το πολιτικό σύστημα και τις πολιτειακές αρχές ή τουλάχιστον αδρανοποίησής τους. Μια ολόκληρη κοινωνία και ένα πολιτικό σύστημα αιχμαλωτίζονται από έναν υπόδικο κατά τη πλειοψηφία της βουλής κυβερνητικό βουλευτή, που μπλοκάρει όλους τους θεσμούς και τις λειτουργίες του αστικοκοινοβουλευτισμού. Η κατάσταση γίνεται γελοία και ταυτόχρονα επικίνδυνη!

 

ΤΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΚΑΙ Η ΚΟΙΝΩΝΙΑ ΧΩΡΙΣ  ΑΝΑΚΛΑΣΤΙΚΑ;

 

1. Τα κόμματα της δημοκρατικής αντιπολίτευσης και ειδικά η αριστερά έπρεπε έγκαιρα (νωρίτερα και από την υπόθεση ΠΑΥΛΙΔΗ) να είχαν προειδοποιήσει την Προεδρία της Δημοκρατίας καλώντας και καλύπτοντας την να εξαντλήσει τις θεσμικές της αρμοδιότητες για την υπεράσπιση της συνταγματικής και δημοκρατικής τάξης.

Να καλέσουν το λαό σε αγώνα για την δημοκρατική τάξη και ομαλότητα μετά τη πολιτική απονομιμοποίηση της κυβέρνησης μέσα στην ίδια τη Βουλή στην υπόθεση Βατοπεδίου, με την αποχώρηση της κυβερνητικής πλειοψηφίας.

Αντί γι' αυτά οχυρώθηκαν αμυνόμενοι στην ψευδεπίγραφη ΠΑΡΑΓΡΑΦΗ που ουσιαστικά επιστράτευσε και εξουσιοδοτούσε την ποινική διαδικασία για να λύσει κορυφαία κοινωνικά και πολιτικά προβλήματα. Διάλεγαν εισαγγελείς για να τους εκχωρήσουν τις δικές τους πολιτικές αρμοδιότητες!!!

2. Η προεδρία της δημοκρατίας μέσα στις συνθήκες αυτές με την κυβέρνηση καταδικασμένη 4 φορές μέσα στην ίδια τη Βουλή,(τρεις αποχωρήσεις και μια ψηφοφορία ΠΑΥΛΙΔΗ) είχε απόλυτο θεσμικό δικαίωμα πριν την υπογραφή του προεδρικού διατάγματος να ζητήσει (θεσμικά) μέσω της κυβέρνησης την ενημέρωση και την γνώμη της Βουλής για την λήξη της Συνόδου. Αν η κυβέρνηση το αρνιόταν, να καταφύγει ακόμη και στην έσχατη θεσμική του αρμοδιότητα. Να παραιτηθεί με διάγγελμα προς το λαό για την υπεράσπιση του συντάγματος και της Δημοκρατικής τάξης.

3. Ο πρόεδρος και το προεδρείο της Βουλής (εκτός αν καταργήθηκαν και αυτό με το ίδιο διάταγμα!) είχαν θεσμική υποχρέωση να ζητήσουν και να προκαλέσουν σύγκληση της ολομέλειας με το ερώτημα της λήξης της συνόδου ή της απλής διακοπής των εργασιών. Ήταν το ελάχιστο για την υπεράσπιση του ρόλου και της θέσης της Βουλής στα πλαίσια της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας έστω και στην παρακμιακή  αστικοκοινοβουλευτική μορφή της.

4. Όλες οι κορυφαίες κοινωνικές οργανώσεις της εργατικής τάξης και του λαού να καταδικάσουν και να κινητοποιηθούν για την υπεράσπιση των δημοκρατικών συνταγματικών εγγυήσεων που πλήττονται βάναυσα από την πραξικοπηματική τύποις και ουσία λειτουργία της κυβέρνησης.

 

Η ΜΕΤΑΛΛΑΞΗ ΤΗΣ ΚΡΙΣΗΣ ΣΕ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΔΥΝΑΜΙΚΗ ΤΟΥ ΕΚΦΑΣΙΣΜΟΥ

 

Δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία ότι η πεντάχρονη διαχείριση της κεντροδεξιάς με τελευταία και κορυφαία της πράξη την συνταγματική εκτροπή, έχουν φέρει την χώρα σε κατάσταση ανάλογη της δημοκρατίας της Βαϊμάρης την περίοδο της τελικής εφόδου του εθνικοσοσιαλισμού στην εξουσία.

Μπορεί με την ενέργεια της αυτή να εκτέθηκε και η ίδια η κυβέρνηση ότι αποτελεί  ολοκληρωτικά και αποκλειστικά όργανο του παράκεντρου κράτους της οικονομικοπολιτικής διαπλοκής. Όμως λειτούργησε και λειτουργεί για λογαριασμό ολόκληρου του πολιτικού συστήματος, των θεσμών του και της κρίσης του.

Αυτό ακριβώς επιχειρεί να μετατρέψει σε πολιτική δυναμική του ο Καραμανλής.

Απέναντι σ΄ ένα κοινωνικοπολιτικό σύστημα αναποτελεσματικό, διαβρωμένο και επικίνδυνο, το επιτελείο του Μαξίμου προβάλλει την εικόνα του αποφασισμένου και ακέραιου Βοναπάρτη ο οποίος υπονομεύεται και από το ίδιο το διεφθαρμένο κόμμα του και στον οποίο δεν μένει τίποτε άλλο από την σπάθα του για να αντιμετωπίσει την κρίση από την οποία κινδυνεύει ο λαός και η χώρα!

Ο αιχμάλωτος της διαφθοράς, ο αρχιτέκτονας της κρίσης, ο δημοσιοσχεσίτης πρωθυπουργός επιχειρεί να κάνει την διαλυτικότητα της διαχείρισης του πολιτική δυναμική για τον ίδιο και το πολιτικό μέτωπο «δεξιάς – ακροδεξιάς» που προωθεί για να στηρίξει την όποια πολιτική του πρωτοβουλία μετά τις ευρωεκλογές.

Η άξεστη χυδαιότητα των παπαγάλων της διαπλοκής, οι στρατιές των πρετεντεραίων, η δημοσκοπική βιομηχανία που παράγει μαζικά φασισμό μέσα από το μανιπουλάρισμα της συγκυρίας, σίγουρα είναι το οπλοστάσιο που χρησιμοποίησε και χρησιμοποιεί το δίκοχο του Βοναπάρτη του Μαξίμου.

 

Ο ΕΦΙΑΛΤΗΣ ΤΟΥ ΔΙΚΟΜΜΑΤΙΣΜΟΥ

 

Όμως ούτε τα παραπάνω θα έφταναν αν δεν είχε τη στήριξη – ενεργητική και παθητική -ολόκληρου του πολιτικού συστήματος που καταγράφεται ως δικομματισμός και ο οποίος στην ολοκληρωμένη παρακμιακή του εξέλιξη μετά το 1994, έχει ενσωματώσει κάθε κοινωνικό και πολιτικό θεσμό του νεοελληνικού κοινωνικού σχηματισμού.

 

 

Όλους αυτούς τους θεσμούς όχι μόνο τους χρησιμοποίησε, αλλά και τους ανάλωσε καθιστώντας την κοινωνία αιχμάλωτη και ανυπεράσπιστη στις επιθέσεις των πιο ακροδεξιών, ρατσιστικών και φασιστικών δυνάμεων που προβάλλουν ηγεμονικές βλέψεις τόσο στο κοινωνικό όσο και το πολιτικό επίπεδο, τροφοδοτώντας την κρίση και την διαλυτικότητα.

Δικομματισμό δεν συνιστούν  μόνο τα δύο κύρια αστικά κόμματα. Ο δικομματισμός έχει διαμορφωθεί σε ολοκληρωμένο κοινωνικοπολιτικό σύστημα που βασίζεται σε δύο αλληλοσυμπληρούμενες προϋποθέσεις:

α. Τον αποκλεισμό της κοινωνίας από την πολιτική

β. Στην έλλειψη εναλλακτικής προοδευτικής διεξόδου διαχείρισης της συγκυρίας   προς ένα ριζοσπαστικό δημοκρατικό κοινωνικό μετασχηματισμό.

 

Η ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΚΑΙ Η ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΑΝΤΙΠΟΛΙΤΕΥΣΗ

 

Τουλάχιστον τρεις φορές το εργατικό και λαϊκό κίνημα σαν κοινωνική αντιπολίτευση έθεσε ζήτημα ανατροπής της κεντροδεξιάς, Ασφαλιστικό, άρθρο 16, νέα Δεκεμβριανά).

Και τις τρείς φορές  η κοινωνική αντιπολίτευση υποχρεώθηκε σε αναδίπλωση όχι από την κυβέρνηση, αλλά από την πολιτική αντιπολίτευση που άφησε πολιτικά ακάλυπτο το λαϊκό κίνημα και υπονόμευσε τη συγκέντρωση δυνάμεων στο μέτωπο της πολιτικής του σύγκρουσης με την κυβέρνηση.

Η ανατροπή της κυβέρνησης και η ανάσχεση του νεοφιλελευθερισμού φαίνεται να ήταν ασήκωτο πολιτικό βάρος για την αντιπολίτευση!.

Το ΠΑΣΟΚ αν και αναμασάει επί μια πενταετία την καραμέλα των εκλογών, ούτε μια φορά δεν κάλεσε το λαό να αγωνιστεί για τα δικαιώματά του. Αντίθετα κατάγγελνε τους αγώνες που έβγαιναν έξω από τα κοινοβουλευτικά θέσμια της δημοκρατίας των Βατοπεδινών και της SIEMENS. Με τον Πάγκαλο μάλιστα οπαδό του ΜΕΓΑΛΟΥ ΣΥΝΑΣΠΙΣΜΟΥ (Ν.Δ. – ΠΑΣΟΚ) σε κατάσταση αντικομουνιστικού αμόκ, να επιχειρεί να διακόψει τη δυναμική κάθε  όσμωσης του προοδευτικού χώρου όχι μόνο στο πολιτικό αλλά και στο κοινωνικό επίπεδο. Επί πλέον να δημιουργήσει τους ιδεολογικούς και πολιτικούς όρους για μια νέα αποκλεισμένη κοινωνία κατά τα πρότυπα ενός ιδεολογικοπολιτικού προγόνου του Σοφούλη, πρωθυπουργού της εμφυλιακής περιόδου  «καλύτερα 1000 κεντρώοι εξορία, παρά ένας κομμουνιστής ελεύθερος»!!

Ούτε όμως οι συντεταγμένες παρελάσεις, με σφραγίδες πολιτικής ιδιοκτησίας που αποσπούσαν τον θαυμασμό των πρετεντεραίων, και των κυβερνητικών αξιωματούχων, συνιστούσαν κίνηση κοινωνικών μαζών και συμμετοχής τους στην πολιτική.

Αλλά ούτε και η διαχείριση του λαϊκού κινήματος, σαν μέσο δημόσιων σχέσεων για το οποίο απεκδυόμαστε κάθε ευθύνης για τον προσανατολισμό και την έκβαση των αγώνων του, προσδοκώντας απλά να ενθυλακώσουμε σε κοινοβουλευτικοποιημένο επίπεδο ορισμένα συντρίμμια της ήττας, συνιστά πολιτική έξω από το σύστημα του δικομματισμού.

Τόσο η μια όσο και η άλλη κατεύθυνση έχουν αρχή και τέλος την ήττα του λαϊκού κινήματος και την διαχείρισή της. Η προοδευτική, ριζοσπαστική, δημοκρατική διέξοδος απουσιάζει από τέτοιες σχολές ιδεολογικής και πολιτικής σκέψης.

Δεν είναι καθόλου παράξενο λοιπόν που η πολιτικά μεθοδευμένη ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΗ ΕΚΤΡΟΠΗ από το μέγαρο Μαξίμου, πλασάρεται σαν η αναγκαία πολιτική πρωτοβουλία που μόνο το «κύρος» του Καραμανλή μπορούσε να σηκώσει ώστε να επιβληθεί η πολιτική της «σκανδαλολογίας» στην αντιμετώπιση της κρίσης.

Αντιμετώπιση που περιλαμβάνει αποκλειστικά την επίθεση στην εργατική τάξη, τη νεολαία, την κοινωνία της εργασίας, στη ζωή και τα δικαιώματά τους.

Με τη μεθόδευση της συνταγματικής εκτροπής ο Καραμανλής απευθύνεται συνολικά στο καθεστώς της οικονομικοπολιτικής διαπλοκής, τα μεγενθυμένα παρασιτικά στρώματα της χρηματιστηριακής λειτουργίας, της κοινωνίας και της οικονομίας, στον ασύμμετρο καταναλωτισμό τους, για να διαμορφώσουν το κεντρικό σύνθημά του για τις ευρωεκλογές:

«με τον Καραμανλή να σώσουμε την Ευρωπαϊκή Ελλάδα και το ΕΥΡΩ»

Γιατί ένα κεντρικό πολιτικό ζήτημα που βάζει εκβιαστικά η κρίση, είναι ο επανακαθορισμός της θέσης της χώρας στην Ε.Ε. και την Ευρωζώνη.

Επανακαθορισμός που έχει όλα τα ενδεχόμενα ανοιχτά μέχρι και την γεωπολιτική ενότητα της χώρας.

Ο Καραμανλής έτσι δεν αναλαμβάνει μόνο να ξεπλύνει την πολιτική του εκσυγχρονισμού της Σημιτικής περιόδου, αλλά να την ολοκληρώσει ανεξάρτητα αποτελέσματος για την χώρα. Σ΄ αυτό μπορεί να θυσιάσει και τον Σημίτη ωσεί παρόντα σε κάποια αίθουσα ποινικού δικαστηρίου. Όμως τι να κάνουμε;

Το σύστημα έχει προτεραιότητα, όχι τα πρόσωπα.!!!

 

ΕΥΡΩΕΚΛΟΓΕΣ  ΚΑΙ ΕΞΕΛΙΞΕΙΣ

 

Τα αποτελέσματα των ευρωεκλογών ακόμη και με τους κοινοβουλευτικούς συσχετισμούς που θα καταγράψουν, θα οδηγήσουν σε εξελίξεις. Η αντιμετώπιση της κρίσης με τα τεράστια ζητήματα που θέτει, ο προσανατολισμός της άρχουσας τάξης και του συστήματος διαχειρίζεται την κρίση αποκλειστικά σε βάρος της εργατικής τάξης, της νεολαίας και των δυνάμεων της εργασίας, απαιτούν μια ακόμα πιο αντιλαϊκή επανίδρυση του δικομματισμού που έχει ήδη μπει σε τροχιά.

Ο Καραμανλής βάζει το δίλλημα « ΕΓΩ» ή  «Καρατζαφέρης και ΕΓΩ» με ανοιχτό το δρόμο προς το φασισμό.

Το άλλο μέτωπο του νεοφιλελεύθερου  Πάγκαλου και όχι μόνο, προβάλει το μεγάλο συνασπισμό ¨ΠΑΣΟΚ-Ν.Δ¨.

Η αριστερά ουδετεροποιημένη στη γωνία με τη ντουντούκα της καταγγελιολογίας έτοιμη να καταγγείλει ότι ΠΑΣΟΚ και Ν.Δ δεν είναι αρκούντως σοσιαλιστές και αρκετά δημοκράτες!!

Παρά την πνιγηρή ατμόσφαιρα που δημιουργεί το πολιτικό σύστημα και η παρακμιακή σήψη του, ο λαός και η νεολαία μπορούν να δώσουν και στην πολιτική διαδικασία των ευρωεκλογών απάντηση με αναφορά στις αξίες της εργασίας και της δημοκρατίας.

Παρά τις αμφισβητήσεις ακόμη και συγκρουσιακές με τους σχηματισμούς της αριστεράς μικρούς ή μεγάλους, μπορούμε αυτή την φορά να τους χρησιμοποιήσουμε τουλάχιστον άμεσα και συγκυριακά ως ψηφοδέλτια ενάντια στις επικίνδυνες διαδικασίες επανίδρυσης του δικομματισμού και των νέων μετώπων του.

Να δώσουμε έγκυρη ψήφο.

–     Άμεσης ανατροπής της κεντροδεξιάς κυβέρνησης.

– Αποφασιστικής άρνησης, αντίθεσης, καταδίκης και πολιτικής απομόνωσης του μετώπου ¨ΚΕΝΤΡΟΔΕΞΙΑΣ-ΑΚΡΟΔΕΞΙΑΣ¨.

–    Αντίθεσης και απόκρουσης του μεγάλου συνασπισμού Ν.Δ. -ΠΑΣΟΚ

–  Ψήφο στην αποδέσμευση εξελίξεων που θα οδηγούν στη συγκρότηση ενιαίου κοινωνικού μετώπου αγώνων απόλυτα απαραίτητου για να υπερασπιστεί ο λαός τα δικαιώματα στη ζωή που έχουν μπει από καιρό σε πλήρη αμφισβήτηση.

 

* Ο Μιχάλης Βασιλάκης είναι Γραμματέας του Ε.Α.Μ.

 

ΠΗΓΗ: Δημοσιεύθηκε από eamgr στο 16 Μαΐου, 2009,

 http://eamgr.wordpress.com/2009/05/16/…9/

Στην τρομερή κόψη του μυαλού των βουλευτών

Στην τρομερή κόψη του μυαλού των βουλευτών

 

 Του Νίκου Ηλιόπουλου*

 

Εισαγωγή: η συζήτηση για μία λέξη 

Έφτασε και σε μένα ο απόηχος μιας συζήτησης στη Βουλή των Νεοελλήνων γύρω από το ζήτημα της βίας. Δεν έχω ακόμα καταλάβει για ποια βία πρόκειται. Τη βία ενός απελευθερωτικού αγώνα ; Την καθημερινή βία, που πράγματι εκδηλώνεται, πολύμορφα, στη σημερινή κοινωνία ; Την «επαναστατική βία» που μπορεί να αντιτάξει ένα μέρος του πληθυσμού στη «βία της εξουσίας» ;

Για να φωτιστώ λίγο, κρατώ τις παρακάτω φράσεις του Αλέκου Αλαβάνου :

«Υποθέτουμε ότι ξέρει τον Εθνικό Ύμνο  του Σολωμού ο πρωθυπουργός που λέει σε μια αποστροφή "που με βία μετράει τη γη". Η βία κ. πρωθυπουργέ γεννάει τη βία. Και η Βουλή δεν είναι για να κάνουμε καλλιστεία της βίας και να μη σκεφτούμε την άλλη διάσταση της βίας, την πολιτική.»

Αρχίζω να καταλαβαίνω. Αξιοποιείται ο Σολωμός, που έγραψε τον Ύμνον εις την Ελευθερίαν, για μία μόνο λέξη του. Η λέξη υπάρχει πράγματι στην πρώτη στροφή ενός ποιήματος 158 στροφών. Έρχεται στο προσκήνιο ο «εθνικός ποιητής», ο οποίος για να απευθύνει το χαίρε στην Ελευθερία, την αναγνωρίζει, χωρίς περιστροφές και αποστροφές, από την κόψη του σπαθιού την τρομερή. Όλη η «βία» του ποιήματος βρίσκεται εδώ.

Και από τι άλλο αναγνωρίζει ο ποιητής την Ελευθερία του ; Από την όψη (βλέμμα) που μετράει (εκτιμά, εξετάζει) με μια γρήγορη ματιά τη γη, δηλαδή τη στεριά. Αυτή η ερμηνεία προκύπτει από το ίδιο το ποίημα, όπως δείχνω παρακάτω.

Φανταστείτε ο ποιητής να άρχιζε το ποίημα Εις το θάνατο του Λορδ Μπάιρον, άλλο μεγάλο ποίημά του 166 στροφών, μεταγενέστερο κατά ένα χρόνο, αντί

 

Λευθεριά, για λίγο πάψε

να χτυπάς με το σπαθί,

με το δίστιχο

 

Λευθεριά για λίγο πάψε

να μετράς με βία τη γη.

 Αυτή η Ελευθερία, όμως, με κεφαλαίο έψιλον, έχει βγει από τα κόκκαλα των Ελλήνων τα ιερά. Είναι τόσο μυθική, όσο μυθική είναι η επίσημη νεοελληνική ιδεολογία κατά την οποία οι Νεοέλληνες αποτελούν συνέχεια των μαραθωνομάχων και των σαλαμινομάχων, αλλά και των (ορθόδοξων χριστιανών) «βυζαντινομάχων». Σε κάθε περίπτωση, η Ελευθερία αυτή αποτελεί σίγουρα το σύμβολο ενός εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα. Και, αν πιστέψουμε τον ποιητή, δεν της αρέσει τόσο η πολιτική, γιατί φέρνει τη «Διχόνοια». Όπως μαρτυρά μάλιστα η προτελευταία στροφή, αυτή η Ελευθερία μπορεί να χαθεί «εξ αιτίας πολιτικής».

Νόμιζα ότι είχα βρει τη λύση, αλλά τα πράγματα μπερδεύονται πάλι. Άραγε η «βία» του Σολωμού έχει κάποια σχέση με τη σημερινή κατάσταση στην Ελλάδα ; Ποια ελευθερία διεκδικούμε σήμερα ; Τέλος, τι χρειάζεται να ξαναθυμηθούμε τις στροφές που μας ανάγκαζαν να τραγουδάμε κάθε μέρα στο σχολείο ; (Από αυτή την άποψη ο κ. πρωθυπουργός θα γνωρίζει σίγουρα τους στίχους, διότι … επανάληψις μήτηρ μαθήσεως.)

Τα ερωτηματικά πολλαπλασιάζονται. Ποιο είναι το πολιτικό περιεχόμενο της φράσης η οποία ακολουθεί την αναφορά του Αλαβάνου στον εθνικό ύμνο : «Η βία κ. πρωθυπουργέ γεννάει τη βία» ; Πολιτικά, η φράση αυτή είναι τόσο κοινότοπη όσο και πάμπτωχη. Σε μια κοινωνία, που θέλει να λέγεται χριστιανική – το μαρτυρά και αυτό ο εθνικός της ύμνος -, είναι γεγονός ότι η επιταγή : να δώσεις και το άλλο μάγουλο όταν σου αστράψουν μία στο ένα, είναι τελείως ανεφάρμοστη. Αφού όμως «η βία γεννάει τη βία», είμαστε στον φαύλο κύκλο : βία-αντιβία-βία.  

Ακόμα και αν υποθέσουμε ότι ο Σολωμός, στο δεύτερο δίστιχο της πρώτης στροφής, μιλά για βία και όχι για βιασύνη, τι μπορούμε να αποκομίσουμε από αυτό ; Μήπως ότι, για να απαλλαγούμε από την πολιτική κατοχή του κ. πρωθυπουργού, πρέπει να πάρουμε το σπαθί της ελευθερίας με την κόψη την τρομερή ; Μα, ο Αλαβάνος θα ήταν ο τελευταίος που θα έλεγε κάτι τέτοιο.

Άλλα είναι τα κρίσιμα πολιτικά ζητήματα της χώρας σήμερα. Η κατοχή είναι ιδεολογική – φαντασιακή, όχι πλασματική. Η κατασταλτική κρατική βία (την οποία ο Αλαβάνος ονομάζει πολιτική !) δεν θα επαρκούσε να στομώσει τις ιδέες, αν υπήρχαν. Ούτε να καταστείλει τους αγώνες, αν ήταν σημαντικοί και αυτόνομοι. Και, προπαντός, αν είχαν εναλλακτική πολιτική πρόταση συνολική.

Βασικός στόχος αυτού του γραπτού, λοιπόν, είναι να καταδείξει – έχει αρχίσει ήδη να το κάνει – την ιδεολογική γύμνια της αριστεράς. Η δεξιά μπορεί εύκολα να οχυρωθεί στα ιερά της φυλής, αν αυτό θα μπορούσε να είναι ιδεολογία για το σήμερα. Αν η αριστερά δείχνει ότι επιδιώκει να βρει και αυτή κρησφύγετο σε αυτά, ο δρόμος είναι άγονος και χαμένος. Αν, επιπλέον, αυτή η αριστερά, αποδείχνεται τελείως ακαλλιέργητη και αμόρφωτη σε στοιχειώδη θέματα, τότε η μάχη των ιδεών είναι χαμένη.

Ο υποψιασμένος πολίτης, που σίγουρα υπάρχει σήμερα, θα αναρωτιέται : μια γιατί αυτή η διαίρεση δεξιά-αριστερά ; Ναι, αποτελεί και αυτό στοιχείο της σημερινής ιδεολογικής ηγεμονίας, χωρίς όμως ιδέες, της καθεστηκυίας πολιτικής. Πρέπει τα πράγματα να είναι διχασμένα, κομμένα στα δύο. Είναι ένα μέσο για να κρύβεται ακριβώς αυτή η ιδεολογική γύμνια που ανέφερα. Εμείς και οι άλλοι. Οι καλοί και οι κακοί. Ποιος έχει δίκιο για μια λέξη ο καλός ή ο κακός ;

Και το ζήτημα της βίας, κεντρικό πρόβλημα της σημερινής κοινωνίας, χάνεται στη συζήτηση για μία λέξη και στην κοινοτοπία : «Η βία κ. πρωθυπουργέ γεννάει τη βία.»  

    

Το κρίσιμο πολιτικό ζήτημα αυτής της συζήτησης : η αξιοποίηση των εθνικών συμβόλων είναι πάντα εθνικιστική

 

 Γιατί όμως χρειάστηκε η επίκληση ενός εθνικού συμβόλου για να στηριχθεί αυτή η κοινοτοπία ; Αυτό είναι το κρίσιμο πολιτικό ζήτημα. Η απάντηση σε αυτό δεν έχει απολύτως καμιά σχέση με τη φιλολογικό ζήτημα του αν ο Σολωμός μιλά, στο συγκεκριμένο δίστιχο, για βία ή για βιασύνη. (Θα καταθέσω στη συνέχεια μερικά στοιχεία από το ίδιο το ποίημα που δείχνουν με τρόπο αδιάσειστο ότι ο Σολωμός μιλούσε για βιασύνη. Αυτό όμως είναι δευτερεύον.)

Δεν διακυβεύεται η φιλολογική γνώση ενός ηγέτη της αριστεράς, αυτή αποδείχτηκε διάτρητη. Μικρή σημασία έχει η διόρθωσή του από τον ορθόδοξο εθνικιστή που δεν είπε παρά αυτό που ήξεραν όλοι. Για να προσθέσει, όμως, το γελοίο : «δεν ήταν ακραίος ο Σολωμός». Και το είπε αυτό για έναν ποιητή που γράφει :

  Ακούω κούφια τα τουφέκια,

  ακούω σμίξιμο σπαθιών,     

  ακούω ξύλα, ακούω πελέκια,

  ακούω τρίξιμο δοντιών. 

Επιπλέον, για έναν ποιητή που βάζει ένα τρομερό επίγραμμα στον ύμνο του για την ελευθερία: «Τη Λευτεριά τραγουδώ, την τόσο ακριβή, όπως ξέρει αυτός που αρνείται για αυτή τη ζωή.» (Ελαφρά αλλαγμένη φράση από το πρώτο τραγούδι του Καθαρτηρίου της Κωμωδίας – που έγινε Θεία εκ των υστέρων – του Δάντη.) Αυτός που αρνήθηκε τη ζωή για την ελευθερία, είναι ο αυτόχειρας για ένα ιδανικό προτίμησε το θάνατο αντί να χάσει την ελευθερία του, χρησιμοποιώντας την υπέρτατη βία εναντίον του εαυτού του.

 

Γεννιέται όμως το ερώτημα : γιατί επιζητά την αναγνώριση εθνικοφροσύνης ένας κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος κόμματος που θέλει να ονομάζεται αριστερό ;

Διότι αυτή η διεκδίκηση βρίσκεται στο βάθος της αναφοράς του Αλαβάνου. Και τούτο είναι επίσης τελείως ανεξάρτητο από την ερμηνεία της επίμαχης λέξης. Θα μπορούσε να πει : «Ο εθνικός μας ύμνος, τον οποίο γνωρίζετε κύριε πρωθυπουργέ, αρχίζει με την κόψη του σπαθιού την τρομερή.» Τελεία και παύλα. Αλλά πάλι τότε, θα είχε χρησιμοποιήσει την αυθεντία ενός εθνικού συμβόλου. Το οποίο βέβαια αναφέρεται σε τελείως άλλη εποχή και σε τελείως άλλες συνθήκες. Και προπαντός, δεν θα είχε εξηγήσει ή δικαιολογήσει παρά μόνο τη βία που εξυμνεί ο «εθνικός ποιητής». Την είχαν εξυμνήσει, πριν από αυτόν, πολλοί άλλοι, αλλά τα ποιήματά τους δεν είχαν την τύχη να γίνουν ο εθνικός ύμνος της Ελλάδος. (Διάβασα κάπου ότι είναι ο μόνος εθνικός ύμνος που αφιερώνεται στην ελευθερία. Θα συμφωνήσω απολύτως ότι μια τέτοια άποψη δεν είναι καθόλου αντιπροσωπευτική. Το ότι όμως υπάρχει κάποιος που τολμά και την δημοσιεύει, δείχνει κάτι. Λίγο ακόμα θα ιδούμε … ) 

 

Η βασική πολιτική ιδέα, την οποία μαρτυρά όλη η ανθρώπινη ιστορία και η ιδιαίτερη παράδοση των αγώνων για την ελευθερία όλων των λαών, είναι η απλή ιδέα ότι η ελευθερία κατακτιέται με το σπαθί μας. Τούτη η ιδέα δεν μπορεί να καταφύγει σε καμιά εθνική αυθεντία, που είναι πάντα εθνικιστική ως μονομερής και άρα ψευδής.

Το τρομερό στην ατυχέστατη αναφορά του Αλαβάνου δεν συνίσταται στη σημασία και τον τονισμό της λέξης (βία ή βια, έχουμε σε αυτό τη μαρτυρία του ίδιου του ποιητή, βλέπε παρακάτω), αλλά στον περιορισμό του σε μία λέξη, για να υποστηρίξει αυτό που μαρτυρά όλη η ανθρώπινη ιστορία. Αυτό με εξέπληξε περισσότερο, πέρα από τη φιλολογική γύμνια ενός σημερινού ηγέτη της αριστεράς. Κάνω εδώ την πιο ευνοϊκή για τον βουλευτή υπόθεση. Εάν η προσφυγή του στον εθνικό ύμνο αποσκοπούσε στην προβολή της άποψης ότι η βία στον αγώνα για τη δημοκρατία και την ελευθερία είναι μερικές φορές ή πάντα δικαιολογημένη, τότε η καταφυγή του στη λεξικογραφική πλευρά των πραγμάτων, επιπλέον καταφυγή λανθασμένη, μαρτυρά ιδεολογική γύμνια και απουσία στοιχειώδους καλλιέργειας.

Ας προσθέσω ότι το σπαθί δεν σημαίνει μόνο βία, αλλά και πολλά άλλα πράγματα, παραδείγματος χάριν πολιτική ευστροφία, φαντασία και μαεστρία, τόλμη και … αρετή. Ας προσθέσω ακόμα ότι είναι εντελώς άλλο πράγμα η απελευθέρωση και εντελώς άλλο πράγμα η ελευθερία. Απελευθέρωση μπορεί να είναι η αποτίναξη ενός ξενικού ζυγού. (Κατά βάση, για αυτή την ελευθερία μιλά ο Σολωμός.) Ελευθερία είναι η δημιουργία θεσμών που εξασφαλίζουν ελεύθερη ζωή, σε όλους τους τομείς, για όλα τα μέλη μιας κοινωνίας.

Σε αυτό το στάδιο βρισκόμαστε σήμερα στην ελληνική κοινωνία. Και το θέμα της δημιουργίας τέτοιων θεσμών είναι βασικό πολιτικό ζήτημα που δεν θα μας το λύσει κανένα εθνικό σύμβολο. Το ζήτημα αυτό προηγείται κάθε συζήτησης περί βίας, για τον απλούστατο λόγο ότι οφείλουμε πρώτα να έχουμε θέσεις και ιδέες για μια κοινωνία με λιγότερη βία, και να προσπαθήσουμε δημοκρατικά να τις υλοποιήσουμε. Η δική μας δημοκρατική άποψη για την πολιτική διακηρύσσει ότι το μόνο μέσο για αυτή την υλοποίηση είναι η πειθώ. Αν όμως αντιτάσσεται η αντιδημοκρατική βία, η οποία είναι ιστορικά αποδεδειγμένο ότι προέρχεται από την υπάρχουσα εξουσία, τότε η ελευθερία κατακτιέται με το σπαθί μας. Η ελευθερία όμως, κι αν βιάζεται, με την διπλή έννοια (παραβιάζεται και δείχνει βιασύνη), δεν βιάζει.   

Έτσι, η βασική μου γνώμη είναι ότι, όποια ερμηνεία κι αν δώσουμε στη λέξη βία στο συγκεκριμένο δίστιχο του Σολωμού, η αναφορά του βουλευτή Αλέκου Αλαβάνου είναι πολιτικά εθνικιστική και ταυτόχρονα κενή περιεχομένου. Αν, επιπλέον, ληφθεί υπόψη και το λάθος που έκανε, η αναφορά αυτή είναι φιλολογικά ατυχέστατη. 

Δεν έχω στόχο να επιχειρηματολογήσω υπέρ της άποψης ότι η αναφορά αυτή μαρτυρά μια βαθιά συντηρητική σκέψη. Άλλωστε, όπως δείχνει η συνέχεια της ομιλίας του Αλαβάνου, που περιέχει και δεύτερη ποιητική αναφορά ατυχέστατη και αυτή, το πρόβλημά του δεν είναι διόλου η ελευθερία αλλά η ασφάλεια στην οικογένεια : «Τι κάνετε για να μειώσετε τα άνθη του κακού ; Το χρήμα πάει στις τράπεζες αντί να πάει εκεί που πρέπει, στους αγρότες, τους χαμηλόμισθους, τους απολυμένους, στην απασχόληση, ώστε να αισθανθεί ασφάλεια η οικογένεια.» 

Πέρα από την προσωπικότητα του κάθε βουλευτή, η ένδεια ιδεών που παρουσιάζουν όλα τα πολιτικά κόμματα είναι ολοφάνερη. Στοιχείο της αποτελεί όχι μόνο η συντηρητική επιστροφή στα εθνικά ποιήματα, για να μιλήσουν για τις πραγματικότητες του σήμερα, αλλά και η στενόμυαλη περιχαράκωση σε λέξεις και τον τονισμό τους ως στοιχείο πολιτικής συζήτησης. Η αποφασιστική απόρριψη της καθεστηκυίας πολιτικής, η μη συμμετοχή σε οποιονδήποτε από τους θεσμούς της, αποτελεί θεμελιώδη προϋπόθεση της δημιουργίας μιας ριζικά άλλης πολιτικής. Σε όσους σπεύσουν να σκεφτούν ότι μπορεί να υποτιμώ τα ζητήματα που αναφέρει ο βουλευτής, απαντώ εν τάχει: πρώτον, είμαστε στη σημερινή κατάσταση λόγω της αξεπέραστης αδυναμίας της αριστεράς να αντιπαρατεθεί αποτελεσματικά στη δεξιά και του ελέγχου που ασκεί ακόμα στις συλλογικές κινητοποιήσεις δεύτερον, η λογική που εμπνέει τις προτάσεις του βουλευτή είναι τελείως λαθεμένη.

Αναφύεται όμως εδώ και ένα δεύτερο πολιτικό ζήτημα, που είναι στην ουσία το ίδιο. Γιατί τόση συζήτηση γύρω από μία λέξη ; Γιατί ένα μέρος των πολιτών θέλουν να δικαιωθεί η μία ή η άλλη άποψη, περί βίας ή βιασύνης, όταν άλλα είναι τα καυτά ζητήματα της κοινωνίας ; Η ανάγκη ποιας αυθεντίας αναδεικνύεται ;

Αναδεικνύεται η ανάγκη των ειδικών, των φιλόλογων, των γλωσσολόγων και των λεξικογράφων, για να μιλήσουν για ένα θέμα που ξέρουμε από παιδιά. Επιζητείται η συνδρομή τους για κάτι που μπορεί ο καθένας μας να καταλάβει αμέσως, αρκεί να σκεφτεί ποιο είναι το νόημα περισσότερων από μιας λέξεων. Αρκεί να διαθέσει λίγο χρόνο για να κοιτάξει όλο το ποίημα, και ιδίως τις στροφές 122-127.

 

Η ερμηνεία της λέξης «βία» στο συγκεκριμένο σημείο

 

Αντιγράφω τις δύο πρώτες στροφές, και αυτές που μόλις ανέφερα. Χρησιμοποιώ το βιβλίο : Διονυσίου Σολωμού, Άπαντα, Ποιήματα και πεζά, και 6 μελέτες για τη ζωή και το έργο του, έκδοσις Μπίρη, με πρόλογο του εκδότη που δίνει ως χρονολογία Σεπτέμβριος 1968. Αλλάζω για ευκολία το πολυτονικό σε μονοτονικό, κάτι που δεν επηρεάζει καθόλου τα νοήματα, όπως θα φανεί στη συνέχεια. 

                    1

Σε γνωρίζω από την κόψι

του σπαθιού την τρομερή,

σε γνωρίζω από την όψι,

που με βία μετράει τη γη.

                   2         

Απ' τα κόκκαλα βγαλμένη

των Ελλήνων τα ιερά,

και σαν πρώτα ανδρειωμένη,

χαίρε, ω χαίρε, Ελευθεριά !

 

Όπως ήδη έγραψα, για τον καλόπιστο αναγνώστη, που δεν έχει χάσει την κοινή λογική, η βία, αν αυτή ψάχνουμε να βρούμε, υπάρχει ήδη στους δύο πρώτους στίχους. Τι πιο φοβερό, ως βία, από την κόψι του σπαθιού την τρομερή ; Μπορούμε να σκεφτούμε ότι θα ήταν πλεονασμός, και μάλιστα πτώχευση αυτής της βίας, αν ο ποιητής την επαναλάμβανε μετά την κρυστάλλινη σαφήνεια των πρώτων στίχων. Οι δύο επόμενοι στίχοι, πράγματι, δεν έχουν αυτή τη σαφήνεια. Μας λείπουν οι ακριβείς έννοιες τριών τουλάχιστον λέξεων : όψι, μετράει, γη. Ο ποιητής γράφει στη δημοτική. Για την όψι, μπορούμε να σκεφτούμε ότι εννοεί όλη την όψι της Ελευθερίας, δηλαδή το πρόσωπό της, και ο ίδιος επικεντρώνει την προσοχή του στο βλέμμα της. Θα ήταν μονοδιάστατο και αντιποιητικό να υποθέσουμε ότι ο Σολωμός φαντάζεται το βλέμμα της Ελευθερίας βίαιο, βάναυσο, άγριο, απότομο. Μπορεί όμως αυτό το βλέμμα να έχει σπουδή, βιασύνη, να είναι γρήγορο, αποφασιστικό, ερευνητικό. Και γιατί όχι έξυπνο. Για το μετράει, δεν μπορούμε να σκεφτούμε κάτι άλλο από μια συνηθισμένη σημασία του ρήματος αυτού : εκτιμά, εξετάζει (με το βλέμμα), εξέταση που μαρτυρά όλο το πρόσωπό της. Έτσι, γίνεται κλειδί η λέξη γη

Πριν προχωρήσω αμέσως παρακάτω σε αυτή τη λέξη, ας πω πρώτα ότι η αναγνώριση της ελευθερίας με το σπαθί, που κόβει τρομερά, και το έντονο βλέμμα, που μετράει τη γη (κόβει κάτι με το μάτι, λέμε μερικές φορές για το γρήγορο και ερευνητικό βλέμμα), γίνεται για να της απευθύνει τον χαιρετισμό που ακολουθεί άμεσα, και αποτελεί κατά κάποιο τρόπο την επωδό του ποιήματος (επαναλαμβάνεται 4 φορές μόλις μπαίνει σε νέο θέμα). Η ιδέα ότι αυτή η Ελευθερία αναδύεται από τα ιερά οστά των προγόνων, δεν είναι πρωτότυπη. Ο Σολωμός θέλει να υπογραμμίσει εκ νέου ότι είναι γενναία, αφού έχει αρχίσει ήδη να κόφτει: το τουφέκι ανάβει, αστράφτει, / λάμπει, κόφτει το σπαθί (στροφή 39), και μάλιστα: Χάμου πέφτουνε κομμένα / χέρια, πόδια, κεφαλές, … (στροφή 64). Άλλη μια φορά, η βία είναι εδώ, στο σπαθί της Ελευθερίας. Δεν καταλαβαίνω γιατί να την αναζητούμε στο βλέμμα της. Ας υπενθυμίσουμε επίσης ότι δεν πρέπει να ξεχνάμε τη βία που είχαν υποστεί αυτοί που κρατούν τώρα το σπαθί της ελευθερίας. Στροφή 9: Με τα ρούχα αιματωμένα, / ξέρω ότι έβγαινες κρυφά, / να γυρεύεις εις τα ξένα / άλλα χέρια δυνατά.

(Σε μία παραλλαγή του ποιήματος Εις το θάνατο του Λορδ Μπάιρον, διαβάζουμε : Εβασίλευεν η βία, / η αρπαγή και ο σκοτωμός. Ουδεμία αμφιβολία εδώ ότι πρόκειται για τη βία, και συγκεκριμένα των κατακτητών. Η παραλλαγή αυτή αναφέρεται στη σελίδα 94 του βιβλίου, για τη στροφή 86, αλλά δεν είμαι σίγουρος αν η παραπομπή σε αυτή τη στροφή είναι η ορθή. Πάντως αποδεικνύεται ότι ο Σολωμός δεν χρησιμοποιεί τη βία μόνο με την έννοια της βιασύνης, όπως γράφτηκε από «έγκυρο» φιλόλογο.)

 

Το ερώτημα για τη λέξη γη, παραμένει. Λίγη υπομονή, για προχωρήσουμε ώς τη στροφή 122 η οποία είναι ακριβώς η ίδια με την πρώτη του ποιήματος.

                122

Σε γνωρίζω από την κόψι

του σπαθιού την τρομερή,

σε γνωρίζω από την όψι,

που με βία μετράει τη γη.

               123

Εις αυτήν, είν' ξακουσμένο,      (Το «Εις αυτήν», αναφέρεται σαφέστατα στη γη.)

δεν νικιέσαι εσύ ποτέ

όμως, όχι, δεν είν' ξένο

και το πέλαγο για σε.              (Αρχίζουμε να καταλαβαίνουμε ότι γη σημαίνει στεριά.)

    124

Το στοιχείον αυτό ξαπλώνει

κύματ' άπειρα εις τη γή,

με τα οποία την περιζώνει,

κ' είναι εικόνα σου λαμπρή.     

               125

Με βρυχίσματα σαλεύει

που τρομάζει η ακοή

κάθε ξύλο κινδυνεύει                   

και λιμώνα αναζητεί. 

               126

Φαίνετ' έπειτα η γαλήνη

και το λάμψιμο του ηλιού,

και τα χρώματα αναδίνει

του γλαυκότατου ουρανού.

                  127

Δεν νικιέσαι, είν' ξακουσμένο,

στην ξηράν εσύ ποτέ

όμως, όχι, δεν είν' ξένο

και το πέλαγο για σε.

 

Ίδια περίπου με την 123, η στροφή 127 λύνει σαφέστατα το πρόβλημα που είχανε για τη λέξη γη. Είναι η ξηρά, σε αντιδιαστολή ας πούμε, με το πέλαγο, τη θάλασσα.

Έτσι η Ελευθερία του Σολωμού ρίχνει μια γρήγορη ματιά καταρχάς στη στεριά, πρώτο και αποφασιστικό πεδίο του απελευθερωτικού αγώνα – πολέμου – των Ελλήνων τότε.

Αν ακόμα και τώρα υποθέσουμε ότι αυτή η ματιά είναι βίαιη, η βία που μάταια αναζητούν μερικοί στην τρίτο και τέταρτο στίχο της πρώτης στροφής, όχι μόνο θα ήταν πτωχή, αλλά θα στηριζόταν επίμονα σε μία λέξη, ενώ όχι μόνο οι δύο πρώτες στροφές αλλά και πολλές άλλες την λένε και την τραγουδούν σαφέστατα.

 

Πώς διαβάζεται η λέξη «βία» ;  Σημειώσεις του ίδιου του ποιητή, στη σελ. 52. Υπερασπίζει το ποίημά του απέναντι σε αυτούς που είπαν: «Κρίμα! Υψηλά νοήματα και στίχοι σφαλμένοι! » Και γράφει: «Για να δεχθώ την πρώτη, ακαρτερώ να δικαιολογήσουν την δεύτερη παρατήρησι.» Αλλά συμπληρώνει: «Κάθε συλλαβή είναι ένα πόδι, …, όποιος και αν είναι ο στίχος όμως εσύ δεν ηξεύρεις να τα μετράς. Το φωνήεν, με το οποίον τελειώνει η λέξι, χάνεται εις το φωνήεν με το οποίον η ακόλουθη αρχινά όμως το προφέρω, επειδή έτσι με συμβουλεύει η τέχνη της αληθινής αρμονίας. Το ια (βία), το εει (ρέει), τοαϊ (Μάϊ) και τα εξής, όταν δεν είναι εις το τέλος του στίχου, δεν κάνουν παρά μία συλλαβή.» Τι χρείαν έχουμε άλλων μαρτύρων;

Ο ποιητής ήθελε η λέξη «βία» να διαβάζεται ως μία συλλαβή, για λόγους του ποιητικού μέτρου, και ο συνθέτης που μελοποίησε τον Ύμνον εις την Ελευθερίαν δεν γελάστηκε σε αυτό. Όλοι έτσι τον έχουν τραγουδήσει.

(Η πεζή πένα του Σολωμού μας βοηθά να σκεφτούμε ότι θα μπορούσαμε να εννοήσουμε τη φράση «μετράει τη γη» με τον πιο απλό τρόπο : εκτιμά την έκταση.)

Μια βοηθητική ερμηνεία, στη σελίδα 351 του βιβλίου που έχω αναφέρει «Εις τον "Ύμνον" ο Σολωμός έδειχνε ότι ήδη ήταν ικανός να ρυθμίζη το ύφος του κατά τα διαφορετικά ποιητικά αντικείμενα. Επικρατεί, με αμίμητην απλότητα, ο ελεγειακός χαρακτήρας εις το προοίμιον – Στρ. 3-14 -, όπου ο ποιητής ενθυμίζει το περασμένο και κανονικώς το έκαμε, διότι δίχως την αρχαία λαμπρότητα, δίχως την υπομονή μες τα πολυχρόνια ποιήματα [παθήματα;], δεν εννοείται η ακαταμάχητη ορμή του αυτόνομου Ελληνικού πνεύματος, όπου παρουσιάζεται εις την φαντασία του ποιητή βγαλμένο από τα ιερά κόκκαλα των προγόνων, με την ακονισμένη ρομφαία, και με το μάτι όπου με βία μετράει τη γη, ως να εθαρρούσε ότι γλήγορα θα την κάμη δική του.» Ιάκωβου Πολυλά, Προλεγόμενα, όπως εδημοσιεύθησαν στην έκδοσι Κερκύρας, 1859.

Η λέξη γλήγορα του Πολυλά ερμηνεύει σαφέστατα τη λέξη βία. Το παραπάνω χωρίο όμως χρησιμοποιήθηκε για να αποδείξει το αντίθετο. Η υπόθεση θα ήταν τότε ότι ο Πολυλάς θέλει να πει : ως να εθαρρούσε, ο ποιητής, ότι γλήγορα η ακαταμάχητη ορμή του αυτόνομου Ελληνικού πνεύματος θα την κάμη δική του, τη γη, με τη βία. Υπόθεση γελοία.

 

Αντί επιλόγου

 

Δεν θέλω να τα συσχετίζω και να τα γενικεύω όλα. Έχω, έχουμε μερικοί, διαπιστώσει από καιρό την αντιπνευματικότητα, την αντιποιητικότητα, την αποβλάκωση της ελληνικής κοινωνίας. (Η Γαλλία, δεν θα πάψω να το επαναλαμβάνω, είναι άλλου παπά ευαγγέλιο. Απαιτεί άλλη ανάλυση. Θα επανέλθω αμέσως όμως.) Η τελευταία συζήτηση στη Βουλή για το ποίημα του Σολωμού με άφησε άναυδο. Να συζητούν αν ο ποιητής γράφει βία ή βια, και να μη βλέπουν τα συμφραζόμενα και το περιεχόμενο της στροφής και όλου του ποιήματος, αυτό ξεπερνά κάθε όριο ηλιθιότητας, και αποδεικνύει αποβλάκωση και τρομερή, παρά … την κόψη του σπαθιού, απουσία καλλιέργειας, στοιχειώδους μόρφωσης και κοινής λογικής. Να ψάχνουν αυτό που κάνει νιάου-νιάου στα κεραμίδια, δηλαδή το ρόλο της βίας στην ιστορία, σε μία λέξη του εθνικού ύμνου, ε ! αυτό πια ξεπερνά και τους τυφλοσούρτες του μαρξισμού.

Η ιδεολογική γύμνια της αριστεράς είναι ανομολόγητη, και επιπλέον δεν κρύβεται. Τα λέω αυτά διότι, εντούτοις, υπήρξαν φίλοι που μου έλεγαν ότι η λέξη είναι βία και όχι βια, λες και αυτό είναι το πρόβλημα. Που άνοιγαν τα λεξικά αντί για το ποίημα και τα βιβλία της ιστορίας που μαρτυρούν : η ελευθερία κατακτιέται με αίμα. Που έμπαιναν αμήχανοι στο δίλημμα, αντί να κάνουν να δουλέψουν τα μυαλά, που κόβουν όταν είναι ελεύθερα.

Εντούτοις, παρά τον δεύτερο προπατορικό νεοελληνικό μύθο κατά τον οποίο τα φώτα έφυγαν από μας γιατί πήγαν αλλού, η βλακεία σήμερα δεν είναι μόνο ελληνικό φαινόμενο. Μετά την αποδοκιμασία του εθνικού ύμνου της Γαλλίας, στην αρχή ενός ποδοσφαιρικού αγώνα των εθνικών ομάδων της Γαλλίας και του Μαρόκου, ψηφίστηκε νόμος στη γαλλική Βουλή για την αυστηρή τιμωρία όποιου αποδοκιμάζει το εθνικό σύμβολο. Ο Σαρκοζί μάλιστα πρότεινε, ως αποτρεπτικό μέτρο, να διακόπτεται οριστικά ο αγώνας αν κάποιοι αποδοκιμάσουν την Μασσαλιώτιδα. Κομμάτι δύσκολο να εφαρμοστεί. Το κλου : ακούστηκε στην εθνική ποδοσφαιρική ομοσπονδία της Γαλλίας και η ιδέα να αναγκάζονται οι παίκτες της εθνικής ομάδας να τραγουδούν τον εθνικό ύμνο που παίζεται στην αρχή του αγώνα. Έτσι, όταν η τηλεόραση θα δείχνει την όψη τους, εκατομμύρια τηλεθεατές θα διαπιστώνουν ότι οι καλοί ποδοσφαιριστές γνωρίζουν τον εθνικό ύμνο της χώρας τους σαν καλοί πατριώτες. Ίτε παίδες Ελλήνων. Allons enfants de la Patrie. Ελλάς, Γαλλία, συμμαχία. Και αυτά γίνονται εν έτει 2008. Ποιος είπε ότι η ανθρωπότητα προοδεύει ;

Η δικαιοσύνη και η απόλυτη αμεροληψία, έναντι χωρών και πολιτικών δυνάμεων,  επιβάλλουν να θυμίσω ότι, κατά την προεκλογική εκστρατεία για τις προεδρικές εκλογές του 2007, η υποψήφια του σοσιαλιστικού κόμματος, Σεγκολέν Ρουαγιάλ, βασιλικότερη του βασιλέως, πρότεινε στους οπαδούς της να τραγουδούν τον εθνικό ύμνο και να κρατούν τη γαλλική σημαία, για να μη χαρίζονται, όπως υποστήριζε, αυτά τα σύμβολα στη δεξιά και την ακροδεξιά. Ποιος θα μπορούσε να πει ότι κάποιος μεροληπτεί υπέρ της χώρας στην οποία ζει 23 χρόνια ;

 

Και όμως, έχει πλοίο για μας, έχει οδό.

      

* νίκος ηλιόπουλος

                                                                                          Παρίσι, 8-12 Μαΐου 2009

 

Στο μέλλον;

 ΣΤΟ ΜΕΛΛΟΝ;

  

Δοκίμιο του Αθανασίου Δ. Καραμπούζη*

 

Ποιος ο ρόλος της πολιτικής στην έξοδο από την κρίση; Ποιες δύο αντίπαλες αντιλήψεις για τον ρόλο του καπιταλισμού εδράζονται στις πολιτικές μάχες που διεξάγονται; Και ποια θα είναι η μελλοντική φούσκα, που θα στηρίξει την ανάπτυξη των επόμενων γενιών;

Τέτοιας φύσεως ερωτήματα φιλοδοξεί ν’ απαντήσει το παρόν άρθρο, το οποίο έχει μάλλον σκωπτικό και θυμοσοφικό, παρά αμιγώς επιστημονικό χαρακτήρα. Με αναφορές σε οικονομολόγους που προέβλεψαν την κρίση, όμως, καθώς η παιχνιδιάρικη διάθεση δεν αναιρεί τη σοβαρότητα των θεμάτων…

ΔΙΑΣΩΣΗ Ή ΡΥΘΜΙΣΗ;

Μεγάλοι οικονομολόγοι, όπως ο νομπελίστας του 2008 Πωλ Κρούγκμαν, ήταν που έκαναν την αρχή στον χώρο των ιδεολογικών μαχών εν μέσω κρίσης. Η σύνοδος του G20 στο Λονδίνο, αρχές του 2009, τις επικύρωσε.

Στα πλαίσια, πάντα, του καπιταλιστικού συστήματος οι ευρωπαϊστές ηγέτες της κεντρικής Ευρώπης (Γερμανία, Γαλλία κυρίως…) υποστήριξαν θέσεις λιγότερο «κεϋνσιανές», αντίθετες από τις οικονομικές πολιτικές που επιτάσσει μια τέτοια κάμψη, υπερασπιζόμενοι ένα μοντέλο ασύδοτης ελευθερίας, που έχει το ίδιο καμφθεί από τις εξελίξεις. Στον αντίποδα οι αγγλοσάξονες ως διασώστες – ήρωες της παγκόσμιας οικονομικής δραστηριότητας, δαπανούν τεράστια ποσά για το σκοπό τους και επισημαίνουν ότι αποτελεί μονόδρομο η χορήγηση κρατικής ρευστότητας σε τράπεζες και λοιπές νευραλγικές επιχειρήσεις για την περιβόητη «έξοδο» από την κρίση. Μέχρι εδώ όλα καλά λοιπόν.

Φυσικά και όχι.

Η «σκοτεινή πλευρά του φεγγαριού» είναι η εξής: το όχι των ευρωπαίων φιλελεύθερων πολιτικών συνοδεύεται από το αίτημα για άμεση ρύθμιση του παγκόσμιου χρηματοπιστωτικού συστήματος και συναφή θέματα, όπως κατάργηση των φορολογικών παραδείσων παγκόσμια εποπτεία των αγορών κλπ. Θέλετε από πολιτική ιδιοτέλεια, θέλετε από απλή αναγωγή στα εθνικά τους συμφέροντα, οι ευρωπαίοι πολιτικοί (γενικεύοντας λίγο αυθαίρετα…) είναι πιο κοντά σε μια ευκταία λύση.

Γιατί;

Απλούστατα γιατί για να καρποφορήσει η κρατική ενίσχυση πρέπει πρώτα ρητά να διασφαλιστεί ότι η ροή του χρήματος θα έχει τελικό αποδέκτη τους καταναλωτές καθιστώντας ενεργή την τωρινή «αδρανή» ζήτηση. Το ζητούμενο εδώ δεν είναι απλώς να μην περιπέσει το χρήμα σε αδράνεια, ενισχύοντας τους ισολογισμούς των τραπεζών (πρόβλημα που αντιμετώπισε και ο Ρούζβελτ παλιότερα), αλλά να κυκλοφορήσει στην αγορά. Δεν είναι ότι πρέπει να τιμωρηθούν απλώς τα χρυσά στελέχη των τραπεζών που τιτλοποιούσαν και πωλούσαν, χωρίς έλεγχο από τις αρμόδιες αρχές, στις παράλληλες αγορές πλειοδοτικών οργανισμών, αγορές που πήραν σάρκα και οστά με την χρηματοπιστωτική καινοτομία των CDO (παραπέμπω σε σχετική βιβλιογραφία για περαιτέρω λεπτομέρειες). Το πρόβλημα εστιάζεται στην ρύθμιση, δηλαδή στην αποτροπή, μέσω ελέγχου, παρόμοιων καταστάσεων. Μόνο τότε διασφαλίζεται η σωστή ροή του χρήματος.

Αλλά πώς διασφαλίζεται η αμεροληψία του ελέγχου των αγορών;

Στο σημείο αυτό πρέπει να κάνω μια μικρή αναφορά στην σχέση της οικονομία με την πολιτική. Από καταβολής της, η οικονομική σκέψη (Άνταμ Σμιθ, Ρικάρντο κλπ) ενείχε έντονη πολιτική χροιά. Χαρακτηριστικό της εποχής, μέχρι και τον Β Παγκόσμιο Πόλεμο είναι ο ακαδημαϊκός όρος «πολιτική οικονομία». Από το 1969 και έπειτα θεσπίστηκε ο θεσμός του Νόμπελ Οικονομικών που σηματοδότησε, και τυπικά πλέον, την ανεξαρτητοποίηση της οικονομικής δραστηριότητας από την πολιτική της διάσταση, από τον κοινοβουλευτικό (δημοκρατικό) έλεγχο. Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα την αδυναμία χάραξης μακροοικονομικής πολιτικής με αυστηρό γνώμονα το δημόσιο συμφέρον και, φυσικά, κατάργηση, στην πράξη, της εποπτείας των επιχειρηματικών δραστηριοτήτων, αφού δεν διασφαλίζεται το «αδιάφθορον» των εποπτικών αρχών μέσω της κρίσης των πολιτών (πάντα δια του κοινοβουλίου). Είναι λοιπόν αυτή η ασυδοσία πολλών μεγάλων επιχειρήσεων, που καταστρατηγούν τους κανόνες του ανταγωνισμού, συστήνοντας ατιμωρητί καρτέλ και άλλες ολιγοπωλιακές αγοραίες φόρμες, που μας οδήγησε στην παρούσα κάμψη. Τα πράγματα όμως μπαίνουν σε άλλη διάσταση όταν η εποπτεία δεν λειτουργεί στον χρηματοδότη της οικονομικής δραστηριότητας, το χρηματοπιστωτικό σύστημα. Έτσι φτάσαμε να μιλάμε ακόμη και για ενδεχόμενη ύφεση.

Τι πρέπει να γίνει;

Δεν αρκεί φυσικά η τιμωρία, ούτε η διοχέτευση ρευστότητας χωρίς τα παράλληλα εχέγγυα ρύθμισης. Αυτό που χρειάζεται είναι πρωτίστως, όσο τετριμμένο κι αν ακούγεται, πολιτική βούληση. Η παρούσες κυβερνήσεις που ασπάστηκαν την ακραία νεοφιλελεύθερη ιδεολογία (ασχέτως αν δηλώνουν σοσιαλιστές ή δεξιόφρονες), σίγουρα δεν την διαθέτουν. Το εκλογικό σώμα μένει να αποδείξει τα υγιή του αντανακλαστικά και να αναδείξει νέες δυνάμεις, ικανές για ένα νέο consensus μεταξύ των κοινωνικών φατριών, ένα νέο New Deal, που αυτή τη φορά θα διασφαλίζει την πολιτική του επιβίωση απέναντι στην πρόσκαιρη οικονομική ευφορία των καιρών στο μέλλον (όπως συνέβη με το προηγούμενο τη δεκαετία του 50’, με τη συναίνεση του αμερικανικού λαού, εξΟ νομπελίστας οικονομολόγος Πωλ Κρούγκμαναιτίας της αισθητής, μα πρόσκαιρης, ανάπτυξης.). Αυτό επιτυγχάνεται με δύσκολα μετατρέψιμους συνταγματικούς νόμους (έχω άγνοια της νομικής ορολογίας) που θα διέπουν τη λειτουργία των εποπτικών αγορών ανά κράτος και θα λογοδοτούν στους πολίτες, ενώ θα συντονίζονται σ’ ένα παγκόσμιο όργανο. Σίγουρα δεν περιμένουμε τον πολιτικό μεσσία να έρθει να μας γλιτώσει, εξ ολοκλήρου μόνος του, από τη οικονομική μας κόλαση. Αυτό που χρειάζεται είναι ένα εναρκτήριο λάκτισμα, μια πρώτη θετική πρωτοβουλία στις βάσεις αυτές. Να τεθούν ξανά τα θεμέλια για υγιή ανάπτυξη, όχι σαν αυτοσκοπός, αλλά προς όφελος του ανθρώπου.

Ο νομπελίστας οικονομολόγος Πωλ Κρούγκμαν

ΠΕΡΙΜΕΝΟΝΤΑΣ ΤΟΥΣ ΒΑΡΒΑΡΟΥΣ…

 

«Και τώρα τι θα γένουμε χωρίς βαρβάρους; Οι άνθρωποι αυτοί ήσαν μια κάποια λύσις.» Κ.Π.Καβάφης

Οι μελέτες για την κρίση πληθαίνουν συνεχώς. Η παλιά ιδεολογία παλεύει για την επιβίωσή της. Νέοι οικονομολόγοι, λάτρεις της κριτικής, έρχονται στο προσκήνιο αμφισβητώντας τις καθεστηκυίες νεοφιλελεύθερες απόψεις.

Ανάμεσά τους μια φωνή εκ Γαλλίας, όχι τόσο νέα όσο επιτάσσει το ράλι των ιδεών επί ημερών μας, αλλά σταθερά από τα μέσα του 70’ να προειδοποιεί και να προκαλεί ειρωνικά, πολλές φορές σχόλια, εκ μέρους των ηττημένων πλέον ιδεολόγων της δεξιάς θεώρησης των πραγμάτων.

Είναι η σχολή της κανονικοποίησης. Οι εκπρόσωποί της προσπαθούν, αλιεύοντας στοιχεία από τις περιόδους κρίσεων κατά μήκος της ιστορική γραμμής του καπιταλισμού να αποδείξουν το πεπρωμένο των αδιάλειπτων κρίσεων και κρούσεων που τον διέπουν. Ένα πεπρωμένο που μοιάζει βγαλμένο από τις σελίδες του Μαρξ και επισημοποιεί τον οικονομικό κύκλο στην μισητή διάσταση της ύφεσης.

Στις μέρες μας επαληθεύονται. Η ύφεση ήρθε εκεί που όλα τα μακρομεγέθη ήταν στο ζενίθ τους (αν εξαιρούσαμε ίσως την ανεργία σε ορισμένες περιπτώσεις). Ήρθε εκεί που δεν την περίμενε κανείς. Φωνές προειδοποιητικές, όπως των Γάλλων, που προανέφερα, και ελαχίστων αμερικανών (Κρούγκμαν) ακούγονταν αστείες μπροστά στην υπερανάπτυξη των καιρών των «παχιών αγελάδων». Και όλοι αυτοί οι κύριοι, επισημαίνουν το αυτονόητο που είχε ξεχαστεί: καπιταλισμός και κρίσεις είναι φαινόμενα ιστορικά συνυφασμένα.

Ύστερα από κάθε κρίση το παρόν σύστημα «πιάνεται» από ένα τομέα της οικονομίας για να αναπτυχθεί υπέρμετρα και πάλι να καταλήξει σε νέα κρίση. Κι ο τομέας αυτός θα ονομάζεται φούσκα υπερεπενδύσεων. Συνέβη μετά το μεγάλο Κραχ του 1929 και ονομάστηκε Β Παγκόσμιος Πόλεμος. Συνέβη και σε πολλές άλλες περιπτώσεις, ενώ ονομάστηκε το 2000 φούσκα της τεχνολογίας και για να ξεπεραστεί μπήκαμε σε μια νέα φούσκα, τη σημερινή, των ακινήτων. Είναι λοιπόν μονόδρομος η έξοδος από την νέα κρίση. Όλοι ψάχνουν έναν τομέα, σχετικά καινό και με προσδοκίες υπερκερδών. Ηλίου φαεινότερο ότι μιλώ για την μόδα της οικονομικής μας εποχής: τις πράσινες επενδύσεις. Επενδύσεις που είναι ικανές να συντηρήσουν μια ανάπτυξη δεκαετιών. Είναι εξάλλου ήδη γνωστές οι προθέσεις της νέας αμερικανικής ηγεσίας για περαιτέρω διευκόλυνση των επενδύσεων στις ανανεώσιμες ενέργειες, με κυριότερες δράσεις την φορολογική και νομική διευκόλυνση. Και φυσικά κατά πόδας και η ο υπόλοιπος κόσμος, αν και τείνω να πιστεύω ότι την πρωτοκαθεδρία στον τομέα διατηρούσε και διατηρεί η βόρεια Ευρώπη, συν την ισπανική εξαίρεση. Παρ’ όλα αυτά, για φούσκα πρόκειται.

Προσωπικά είμαι υπέρμαχος ενός καπιταλισμού, που, έστω κι από επενδυτική ιδιοτέλεια, μπορεί να συνδράμει θετικά στον δύσμοιρο πλανήτη μας. Αλλά οφείλουμε να διαβάζουμε του ιστορικούς νόμους του καθεστηκώτος συστήματος και να προβλέπουμε τα λάθη του. Ο Καβάφης στο ποίημα τοΡώμη:Κολοσσαίου « Περιμένοντας τους βαρβάρους» μιλάει για μια νέα κατάσταση πραγμάτων τη οποία εναγωνίως προσμένουν τα νοήμονα όντα για να λυτρωθούν από την ανία τους. Ανία νομοθετική, οικονομική, κοινωνική, υπαρξιακή. Στη ύστερη ρωμαϊκή εποχή, μια εποχή παρακμιακή, κατά κοινή ομολογία. Στον σύγχρονο καπιταλισμό, οι νέοι επενδυτικοί τομείς, οι φούσκες του μέλλοντος, ως άλλοι βάρβαροι, αποκτούν πιστούς οπαδούς, που ταχέως αυξάνονται και επαληθεύουν τον ποιητή.

Μήπως πρόκειται για ακόμη μία εποχή παρακμής και ανοησίας στην ανώμαλη ιστορική γραμμή του ανθρώπινου γένους;

                   Ρώμη:Κολοσσαίο

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

Αλιεττά, Μισέλ (2009): Η Οικονομική Κρίση. Μετάφραση: Παπαγιαννίδης, Δ., Α. Αθήνα: Εκδόσεις Πόλις.

Κρούγκμαν, Π. (2009): Η κρίση του 2008 και η επιστροφή των οικονομικών της ύφεσης. Μετάφραση: Αλαβάνου Α. Αθήνα: Εκδόσεις Καστανιώτη.

Σόρος, Τζ. (2008): Η οικονομική κρίση του 2008 και η σημασία της. Μετάφραση: Φιλιππάτος, Α. Αθήνα: Εκδοτικός Οργανισμός Λιβάνη.

 

Σημ. φιλαλήθους/philalethe00: Το άρθρο δημοσιεύεται κατ’ αίτησιν του φίλου Αθανάσιου. Βεβαίως δεν συμμερίζεται ο γράφων το σύνολο των απόψεων του αγαπητού λίαν φίλου. Είναι μέρος από ένα όλον δοκιμιογραφικής προσπάθειας που θα ολοκληρωθή με άλλες δύο δημοσιεύσεις, που “επίκεινται”.

*ο δοκιμιογράφος είναι φοιτητής του Πανεπιστημίου Μακεδονίας.

Ανθρώπινα δικαιώματα και οι ελληνικές αξίες

Ανθρώπινα δικαιώματα και οι ελληνικές αξίες για το μέλλον των Ελλήνων και της  Ανθρωπότητας!

 

Άρθρο του Παν. Βήχου* για το περιοδικό Monthly Review

21-26 Δεκεμβρίου 2007

 

Άρθρο που γράφτηκε ειδικά για το περιοδικό Monthly Review στα πλαίσια ειδικού αφιερώματός του για την ιδεολογία και την εθνική ταυτότητα, όπου θέτει το εξής ερώτημα: «Πολλοί αναλυτές – κυρίως στις αναπτυγμένες χώρες – θεωρούν ότι αξίες όπως η δημοκρατία, η ισότητα και τα ανθρώπινα δικαιώματα έχουν γίνει πλέον παγκόσμιες. Πιστεύετε ότι υπάρχουν ιδιαίτερες ελληνικές αξίες και πώς αυτές επηρεάζουν το παρόν και το μέλλον της ταυτότητας των Ελλήνων;».

Η ύπαρξη του έθνους, του εθνικού κράτους και της εθνικής συνείδησης είναι χαρακτηριστικό στοιχείο της εποχής του καπιταλισμού. Πριν από την εμφάνισή του καπιταλισμού, δεν υπήρχε καμιά εθνική συνείδηση με την έννοια της σύγχρονης εποχής. Η φεουδαρχική κοινωνία κυριαρχούνταν από τον ατομικισμό και ο κόσμος έβλεπε τον εαυτό του ως μέλος του χωριού, της πόλης, της περιφέρειας, κ.λπ. Χρειάστηκε η ανάπτυξη του καπιταλισμού, μια οικονομική επανάσταση, για να οδηγηθούν τα πράγματα στην οικογενειακή αγορά και τη συνένωση των ανθρώπων σε έθνος.

Η συγκέντρωση των ανθρώπων και των παραγωγικών δυνάμεων κάτω από το εθνικό κράτος ήταν ένα προοδευτικό ιστορικό καθήκον της μπουρζουαζίας. Είναι πάνω σε αυτή την υλική βάση, ιδιαίτερα στην Ευρώπη την περίοδο από το 1789 και μετά, την εποχή δηλαδή της αστικοδημοκρατικής επανάστασης, που βλέπουμε να εμφανίζεται το έθνος και η εθνική συνείδηση.

Δεν υπάρχει μια συνταγή για κάθε εθνικό πρόβλημα. Στην πραγματικότητα, είναι η μέθοδος του μαρξισμού, η μέθοδος του διαλεκτικού υλισμού και της ταξικής ανάλυσης, που μας επιτρέπουν να εξαγάγουμε τα σωστά συμπεράσματα, όπως οι μπολσεβίκοι το 1917.

Στα γραπτά του Λένιν, υπάρχει μια σαφής διαφορά μεταξύ του εθνικού ζητήματος πριν και μετά το 1917. Πριν την Οκτωβριανή Επανάσταση, ο Λένιν θεωρούσε πως το εθνικό μπορούσε να λυθεί σε καπιταλιστική βάση. Όμως, στη βάση του Οκτώβρη, η επίλυση του εθνικού σφιχτοδέθηκε με τη μοίρα της εργατικής τάξης και της ανατροπής του καπιταλισμού. Τα γεγονότα που ακολούθησαν, καθαρά επιβεβαιώνουν αυτή την πρόβλεψη.

Ωστόσο για να μπω στο πνεύμα της ερώτησης: Γιατί η κυρίαρχη ιδεολογία της Δύσης επιμένει πάνω στο μοτίβο των ανθρωπίνων δικαιωμάτων; Το κάνει τυχαία ή αναγκαία;

Είναι πασίγνωστο ότι οι αστοί ιδεολόγοι παρουσίασαν τα γεγονότα του 1989-91 σαν το "τέλος του κομμουνισμού" και την "οριστική επικράτηση της φιλελεύθερης δημοκρατίας". Ως εκ τούτου έπρεπε να προβάλλουν τα ανθρώπινα δικαιώματα σαν τις θριαμβεύουσες και αιώνιες αξίες ενός καπιταλιστικού συστήματος που άγγιζε την αιωνιότητα με το φαρσοειδές "τέλος της ιστορίας", όπως το φαντάστηκε ο διαφημιστής του Στέιτ Ντιπάρτμεντ Φ. Φουκουγιάμα. Αλλά υπάρχουν επίσης και βαθύτεροι λόγοι. Το ζήτημα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων δεν είναι απλώς ένα επίσημο ψεύδος. Είναι το αποτέλεσμα μιας μακριάς ιστορικής κοινωνικής ανάπτυξης και ένα σταθερό εστιακό σημείο σχέσεων και εντάσεων ανάμεσα στην κυρίαρχη τάξη και τις άλλες τάξεις στην αστική κοινωνία, στη διάρκεια όλης της πορείας της, από τις απαρχές ως την παρακμή. Σε κάθε ιδιαίτερη ιστορική περίοδο, σε κάθε συγκεκριμένη ιστορική κατάσταση, αυτό το σταθερό στοιχείο άλλαζε τη μορφή του και το περιεχόμενο.

Ακόμα και κατά τη διάρκεια της Γαλλικής Επανάστασης, όπου τα ανθρώπινα δικαιώματα βρήκαν την κλασική τους έκφραση, παρατηρούμε σημαντικές διαφορές ανάμεσα στη Διακήρυξη των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και του Πολίτη του 1789, την πολύ ριζοσπαστικότερη επαναδιατύπωση αυτών των δικαιωμάτων στη διάρκεια της πληβειακής επαναστατικής δημοκρατίας των γιακωμπίνων το 1791-93, και ξανά τη νέα αντιδραστική – συντηρητική εκδοχή τους από τους θερμιδωριανούς το 1795. Αν κοιτάξουμε από μια ευρύτερη ιστορική σκοπιά, βλέπουμε τα ανθρώπινα δικαιώματα να παίζουν όχι μόνο διαφορετικό αλλά και αντίθετο ρόλο στην πρώτη επαναστατική περίοδο ανόδου του καπιταλισμού συγκριτικά με την περίοδο της παρούσας προχωρημένης παρακμής του.

Στην περίοδο των αστικών επαναστάσεων, η πάλη για τα ανθρώπινα δικαιώματα ήταν ένας απολύτως αναγκαίος ιδεολογικός μοχλός για να κινητοποιηθούν οι πληβειακές μάζες, ώστε με ηρωικές πράξεις να ξεγενήσουν μια μη ηρωική κοινωνία, κατά την έκφραση του Μαρξ ("18η Μπρυμαίρ του Λουδοβίκου Βοναπάρτη"). Tώρα, μετά δύο αιώνες, είναι ένα εξίσου αναγκαίο βαρίδι για να α-κινητοποιηθούν οι μάζες. Το 1789 ο citoyen – ο πολίτης – βρίσκονταν στο κέντρο της πολιτικής. Το 2002, ο citoyen απωθείται στην περιφέρεια και μετατρέπεται από δρών υποκείμενο σε παθητικό θεατή, ή για την ακρίβεια σε… τηλεθεατή.

Στη Γαλλική Επανάσταση, Ηθική και Πολιτική, ανθρώπινα δικαιώματα και ηθικότητα ήταν ενωμένα. Η ενότητά τους βρήκε την υψηλότερη έκφρασή της στην ηγεσία, τον Αδιάφθορο Ροβεσπιέρο. Τώρα κάθε ενότητα κατακερματίστηκε και τη θέση του Αδιάφθορου πήραν οι διεφθαρμένοι πολιτικάντηδες των κυρίαρχων τάξεων όπου γης. Παρόλες τις ιστορικές μεταμορφώσεις της λειτουργίας των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, ένας κεντρικός πυρήνας διατηρήθηκε σταθερός, μια θεμελιακή αντίφαση, που αναπτύχθηκε μέσα από τις διάφορες ιστορικές φάσεις. Ο Καρλ Μάρξ απεκάλυψε αυτή την αντίφαση στο περίφημο νεανικό του κείμενο για "Το Εβραϊκό Ζήτημα" (1844), που τόσο το κακομεταχειρίστηκαν οι δηλωμένοι εχθροί του αλλά κι οι ψεύτικοι "φίλοι".

Μελετώντας τη Διακήρυξη του 1789, ο Μαρξ εστίασε πάνω στην ουσιώδη διάκριση, φανερή από τον τίτλο κιόλας, ανάμεσα σε δικαιώματα του Ανθρώπου και σε δικαιώματα του Πολίτη: "…τα δικαιώματα του ανθρώπου, ξεχωριστά από τα δικαιώματα του πολίτη, δεν είναι τίποτε άλλο από τα δικαιώματα του μέλους της αστικής κοινωνίας, δηλ. του εγωιστικού ανθρώπου, του ανθρώπου που είναι ξεχωρισμένος από τον άνθρωπο και την κοινότητα" (ό.π.π.). Η διάκριση των δύο ειδών δικαιωμάτων αντανακλά τον διαχωρισμό ανάμεσα στο ιδιωτικό άτομο και την πολιτική κοινωνία των πολιτών, το διχασμό της κοινωνικής ζωής σε ιδιωτική και δημόσια σφαίρα. Η αλλοτρίωση, που πηγάζει από τις καπιταλιστικές σχέσεις παραγωγής, αντανακλάται στην αποξένωση του αφηρημένου πολίτη από το συγκεκριμένο ζωντανό άτομο. Στη βάση του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής, η αντίφαση του Καθολικού και του Ατομικού αναπτύσσεται στο πιο ακραίο και εκρηκτικό σημείο. Εκφράζει την εσώτερη αντίφαση του συστήματος, ανάμεσα στον κοινωνικό – καθολικό χαρακτήρα της παραγωγής και τον ιδιωτικό – ατομικό τρόπο ιδιοποίησης. Όπως τόνισε ο Μαρξ, ο καπιταλισμός ωθεί τις παραγωγικές δυνάμεις σε μια απόλυτη, απεριόριστη ανάπτυξη για να πετύχει τον πιο σχετικό, περιορισμένο στόχο, το ιδιωτικό κέρδος. Αυτή η αντίφαση ανάμεσα στο απόλυτο και το σχετικό μέσα στον καπιταλισμό οδήγησε στη διεθνοποίηση της οικονομικής ζωής, την εγκαθίδρυση ενός παγκόσμιου καταμερισμού της εργασίας, μιας παγκόσμιας αγοράς, μιας παγκόσμιας οικονομίας και πολιτικής. Η ανθρώπινη ιστορία, με την καπιταλιστική ανάπτυξη "αποκτά για πρώτη φορά καθολικότητα και διάρκεια" (Λέων Τρότσκι). Αλλά ταυτόχρονα αυτή η καθολικότητα έρχεται σε διαρκώς οξυνόμενη σύγκρουση με το στενό πλαίσιο της ατομικής ιδιοποίησης. Μέσα στα όρια του καπιταλισμού, η ιστορικά αναπτυσσόμενη καθολικότητα είναι πάντοτες ατελής, ανολοκλήρωτη, εσωτερικά κατακερματισμένη, δηλητηριασμένη από τον ατομικισμό και κάθε είδους αφηρημένη μερικότητα (particularism). Από την άλλη μεριά, η ατομικότητα γίνεται ολοένα και πιο αλλοτριωμένη, ανίσχυρη, αβοήθητη, παγιδευμένη, απειλούμενη από δυνάμεις έξω από κάθε έλεγχο.

Στην περίοδο της ανωριμότητας του συστήματος και της επαναστατικής ανόδου της μπουρζουαζίας, οι αντι-φεουδαλικές ιδεολογίες, ιδιαίτερα η ιδεολογία του φυσικού δικαίου και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων έπαιξαν μεγάλο ρόλο στην υπερνίκηση και ταυτόχρονα συσκότιση αυτής της αντίφασης ανάμεσα στο Καθολικό και το Ατομικό, ανάμεσα στην κοσμο-ιστορική αποστολή και τον ιστορικά περιορισμένο και μη ηρωικό ρόλο της μπουρζουαζίας. Η Διακήρυξη του 1789 αντανακλά και τις δύο πλευρές της αντίφασης, την κοσμο-ιστορική διάσταση και τους αστικούς περιορισμούς. Ενσωματώνει κοινωνικές αυταπάτες ως έκφραση της αντιφατικής πραγματικότητας, που τις παράγει για να νομιμοποιηθεί, αλλά και ως άρνηση, τάση υπέρβασης της συγκεκριμένης πραγματικότητας, άρσης των δεδομένων της. Η αντίφαση Καθολικού-Ατομικού δεν μπορεί να λυθεί μέσα σε συνθήκες καπιταλιστικής αγοράς και κυρίαρχων εμπορευματικών-χρηματικών σχέσεων. Αντίθετα μέσα σ΄ αυτά τα πλαίσια παροξύνεται και κορυφώνεται καθώς το σύστημα φτάνει σε κατάσταση κρίσης. Ο αντίκτυπος πάνω στα τυπικά και τα ουσιαστικά δικαιώματα μπορεί να είναι καταστροφικός.

Τα δικαιώματα, σε τελευταία ανάλυση, δεν βασίζονται ούτε στην ισχύ (Hobbes) ούτε στη θέληση (Rousseau) αλλά στις αντιφάσεις της υλικής ζωής των ατόμων (Marx). Έτσι όσο οξύνονται οι υλικές αντιφάσεις τόσο τα δικαιώματα αποκτούν ή φανερώνουν τους περιορισμούς τους, το φορμαλισμό τους, συρρικνώνονται και τελικά καταργούνται χωρίς προσχήματα. Οι τυπικές ελευθερίες από αναγκαίο πρελούδιο των ουσιαστικών δικαιωμάτων γίνονται ο νεκροθάφτης τους πριν αποχωρήσουν από τη σκηνή και οι ίδιες κατ' εντολήν του Δικτάτορα. Αν το 1789 υπήρξε μια στιγμή αφηρημένης Ταυτότητας της μορφής και του περιεχομένου των δικαιωμάτων, στη συνέχεια αναδύθηκε ιστορικά η Διαφορά τους, η Αντίθεση, και τελικά, η πλήρως ανεπτυγμένη Αντίφασή τους – στη δικιά μας εποχή.

Πίσω από την παρούσα παγκόσμια κατάσταση, όπου όσο πιο πολύ χειροκροτούν τα ανθρώπινα δικαιώματα τόσο πιο πολύ τα ποδοπατούν, βρίσκεται μια φοβερή συσσώρευση και ανάπτυξη εκρηκτικών υλικών κοινωνικών αντιφάσεων. Για να παραφράσουμε τον Ρουσσώ, αντιστρέφοντάς τον, μπορούμε να πούμε ότι ο άνθρωπος γεννιέται σε συνθήκες σκλαβιάς, αλλά παντού γιορτάζουν την ελευθερία του… Όλες οι φλυαρίες, ιδίως στη Δύση, μαζί και στους κύκλους της λεγόμενης δυτικής αριστεράς πριν και μετά το 1989, για ανθρώπινα δικαιώματα, προτεραιότητα ή όχι της ελευθερίας απέναντι στην ισότητα και το αντίστροφο, για την citizenship, για κάθαρση και ανανέωση των θεσμών κλπ., κλπ., μοιάζει με τη φλόγα του καντηλιού που ξαφνικά δυναμώνει πριν σβήσει.

Σ' όλες τις ανεπτυγμένες καπιταλιστικές χώρες η συνολική κρίση σπρώχνει στην αναδόμηση των σαπισμένων πολιτικών συστημάτων σε μια κατεύθυνση πολύ πιο αυταρχική και βοναπαρτιστική. Πολλές φορές η κίνηση αυτή προς τον δεξιό κρατικό αυταρχισμό κρύβεται πίσω ακριβώς από ρητορείες για την προάσπιση της δημοκρατίας και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Έτσι, λόγου χάρη, στη Γερμανία, με πρόσχημα την αναχαίτιση του ογκούμενου κύματος ρατσιστικών και φασιστικών επιθέσεων κατά των μεταναστών, προωθήθηκε από τη δεξιά κυβέρνηση των Χριστιανοδημοκρατών και των φιλελεύθερων, με την υποστήριξη των Σοσιαλδημοκρατών, η αλλαγή του άρθρου 16 του Συντάγματος, που προάσπιζε το δικαίωμα του πολιτικού ασύλου. Ήταν η αισχρή προσαρμογή στις πιέσεις των αλητοσυμμοριών των Ναζί-σκίνχεντς, που από τα παρασκήνια χειραγωγούνται από ισχυρούς κύκλους της άρχουσας μεγαλοαστικής τάξης.

Καθώς η παγκόσμια οικονομική και πολιτική κρίση του καπιταλισμού επιδεινώνεται, όλες οι παλιές δυνάμεις του Ζόφου – ο ρατσισμός, ο αντισημιτισμός, ο σωβινισμός, ο φασισμός – κάνουν τη βάρβαρη επανεμφάνισή τους, ιδιαίτερα στην Ευρώπη. Το ζήτημα των δικαιωμάτων και των ελευθεριών έρχεται ξανά στο επίκεντρο. Είναι ένα εξαιρετικά σοβαρό ζήτημα για να το αφήσουμε στα χέρια των ηθικολόγων και των δημαγωγών.

Η κριτική του Μαρξ στο αστικό περιεχόμενο των τυπικών ελευθεριών έχει διαστρεβλωθεί τόσο από τους φιλελεύθερους όσο κι από τους σταλινικούς. Η προσέγγιση του Μαρξ είναι διαλεκτική. Όπως και στην περίπτωση της θρησκείας, η κριτική του ξεσκεπάζει τις αλυσίδες γυμνές από τα φανταστικά τους λουλούδια, όχι για να αφήσει τις αλυσίδες χωρίς λουλούδια αλλά για "να τις σπάσει και να περισυλλέξει το ζωντανό ανθό" (Εισαγωγή του 1844 στην "Κριτική της Εγελειανής φιλοσοφίας του Δικαίου και του Κράτους").

Μια γρήγορη αλλά προσεκτική ματιά σε ένα σχετικό και πολύ γνωστό απόσπασμα από το "Κεφάλαιο", το έργο του ώριμου Μαρξ, μπορεί να δείξει αυτή τη διαλεκτική προσέγγιση. Στο κεφάλαιο για τη μετατροπή του χρήματος σε κεφάλαιο, στον πρώτο τόμο, ο Μαρξ κριτικάρει, στα συμπεράσματά του, τις φετιχιστικές αυταπάτες της αγοράς. Η ανάλυσή του φανερώνει ότι "η σφαίρα της κυκλοφορίας ή της ανταλλαγής των εμπορευμάτων, στα πλαίσια της οποίας κινείται και η αγορά και πώληση της εργατικής δύναμης, ήταν η αληθινή Εδέμ των έμφυτων φυσικών δικαιωμάτων του ανθρώπου. Εδώ κυριαρχεί μόνο η Ελευθερία, η Ισότητα, η Ιδιοκτησία και ο Μπένθαμ". Με άλλα λόγια, η πραγματική υλική βάση του αστικού Φυσικού Δικαίου δεν είναι κάποια μυθική αρχέγονη Φύση, που δεν έχει ακόμη μολυνθεί από την κοινωνία και την Ιστορία, κάποια Εδέμ που χάθηκε από το προπατορικό αμάρτημα της εμφάνισης του κοινωνικού ανθρώπου. Η "φυσική" βάση των δικαιωμάτων είναι μια "δεύτερη Φύση" (για να χρησιμοποιήσουμε τους όρους του Χέγκελ), διαμορφωμένη μέσω της κοινωνικής αλληλεπίδρασης του ανθρώπου και της Φύσης, μέσα στα πλαίσια των εμπορευματικών καπιταλιστικών σχέσεων.

Στη συνέχεια, η μαρξική ανάλυση επισημαίνει κάτι σπουδαίο. Σε μια σύντομη πρόταση τίθεται σε συμπυκνωμένη μορφή η αντίφαση ανάμεσα στα ανθρώπινα δικαιώματα και τον αστικό φιλελευθερισμό: "Η Ελευθερία, η Ισότητα, η Ιδιοκτησία και ο Μπένθαμ". Όπως έχει δείξει ο ιταλός μαρξιστής λόγιος Domenico Losurdo, ο προαναφερόμενος Μπένθαμ, ο άγγλος θεωρητικός του φιλελευθερισμού και ωφελιμισμού, ήταν ο δηλωμένος αντίπαλος της Διακήρυξης του 1789 και των δικαιωμάτων που αναφέρονται στο πρώτο τμήμα της πρότασης του Μαρξ. Ο Μπένθαμ επιτέθηκε άγρια στη Διακήρυξη, αποκαλώντας την άθροισμα "αναρχικών απατών", σ' ένα έργο του με τον ίδιο τίτλο ("Anarchical Fallacies, A Critical Examination of the Declaration of Rights"). Ο άγγλος φιλελεύθερος είδε στα γαλλικά συνθήματα της Ελευθερίας, της Ισότητας, ακόμα και της Ιδιοκτησίας (με την ερμηνεία που έδωσε ο Μπαμπέφ σαν του δικαιώματος στην κοινή ιδιοκτησία) τον πραγματικό κίνδυνο να χρησιμοποιηθούν από τις πληβειακές μάζες ενάντια στην οικονομία της αγοράς και όλες τις αξίες του αστικού φιλελευθερισμού.

Όταν ο Μαρξ βάζει στην ίδια γραμμή τα δικαιώματα του ανθρώπου, όπως τα διατύπωνε η Γαλλική Επανάσταση, μαζί με το όνομα του πασίγνωστου φιλελεύθερου αντιπάλου τους, δεν αγνοεί την εχθρική τοποθέτηση του άγγλου ωφελιμιστή. Ούτε σκοπεύει βεβαίως να επιτεθεί εμμέσως στην κομμουνιστική ερμηνεία των δικαιωμάτων από τη μεριά του Μπαμπέφ). Ο Μαρξ δείχνει ότι στις συνθήκες της αγοράς, όπου ο καπιταλιστής και ο εργάτης συναντιόνται σαν "ελεύθεροι" και "ίσοι" εμπορευματοκάτοχοι, αυτή η "ελευθερία" και "ισότητα", που εξιδανικεύονταν στη Διακήρυξη των Δικαιωμάτων, είχαν το ίδιο περιεχόμενο με τα ιδανικά του δηλωμένου εχθρού των δικαιωμάτων του ανθρώπου, του φιλελεύθερου Μπένθαμ. Η αλήθεια τους ήταν το αντίθετό τους: ο Μπενθάμ.

Ο Μαρξ δεν κριτικάρει αφηρημένα την Ελευθερία, την Ισότητα per se, γενικά. Τις κριτικάρει ειδικά, μέσα στο καπιταλιστικό πλαίσιο και περιεχόμενό τους. Η αστική ατομική ιδιοκτησία είναι το δηλητήριο μέσα στην ελευθερία και την ισότητα που τάζανε στις μάζες για να τις κινητοποιήσουν και που είχαν εντελώς άλλο περιεχόμενο για τους αστούς. Οι καπιταλιστικές εμπορευματικές σχέσεις είναι οι αλυσίδες που στολίζονται με τα φανταστικά λουλούδια της Ελευθερίας και της Ισότητας. Το ζήτημα είναι να σπάσουμε αυτές τις αλυσίδες και να περισυλλέξουμε το ζωντανό άνθος της πραγματικής ελευθερίας και της πραγματικής ισότητας: την καθολική απελευθέρωση από κάθε είδους εκμετάλλευση, καταπίεση, ταπείνωση, αλλοτρίωση, υλική και πνευματική. Ο Μαρξ ζητά το πιο θεμελιακό δικαίωμα της ανθρωπότητας: να γίνει επιτέλους ανθρώπινη.

Aκόμα και η αυστηρή κριτική της Διακήρυξης στο νεανικό του κείμενο καταλήγει τονίζοντας ότι ο σκοπός της επανάστασης θα επιτευχθεί ": όταν το πραγματικό άτομο θα επαναιδιοποιηθεί μέσα στον εαυτό του τον αφηρημένο πολίτη… όταν ο άνθρωπος θα αναγνωρίσει και οργανώσει τις "δικές του δυνάμεις" ως κοινωνικές δυνάμεις και συνεπώς δεν θα ξεχωρίζει από τον εαυτό του την κοινωνική δύναμη με τη μορφή της πολιτικής δύναμης" ("Το Εβραϊκό Ζήτημα"). Αν πίσω από τον πολίτη ήρθε ο αστός, ο αστός με τη σειρά του, όπως είπε ο Ernst Bloch, θα κριθεί και θα ανατραπεί από τον πολίτη του μέλλοντος κόσμου, το φορέα της κοινωνικοποιημένης ελευθερίας.

Ο μαρξισμός δεν παλεύει για την κατάργηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, αλλά για τη σοσιαλιστική μεταμόρφωσή τους. Για την πραγμάτωσή τους ενάντια στη μυστικοποίηση και χειραγώγησή τους από τον καπιταλισμό. Η πάλη για δικαιώματα με πραγματικό χειραφετητικό περιεχόμενο όσο ποτέ ζωτική και επίκαιρη. Το παγκόσμιο κεφάλαιο στην κρίση του κινείται για να καταστρέψει κάθε δικαίωμα που κατακτήθηκε με την πάλη των εργαζομένων στην Ανατολή και στη Δύση, στον εξαθλιωμένο Νότο και στον ίδιο τον προνομιούχο Βορρά. Ο Χέγκελ, παρά τους περιορισμούς και τον ιδεαλισμό του, βασισμένος στη διαλεκτική του, έκανε μια βαθύτατη παρατήρηση. Στη "Φιλοσοφία του Δικαίου" μιλάει για το Notrecht, το Δίκαιο της ανάγκης – το δικαίωμα του απόκληρου, του πεινασμένου να συγκρουστεί με την ατομική ιδιοκτησία. Όταν η κοινωνία παραβιάζει το στοιχειώδες δικαίωμα ενός απόκληρου να ζήσει, τότε κάνει, όπως λέει ο Χέγκελ, "όχι μια απλή αλλά μια άπειρη αρνητική κρίση" ενάντιά του. "Αυτή η άπειρη παραβίαση του είναι αποτελεί μια ολική απουσία δικαίου". (Grundlinien, παρ. 127). Τότε, μια επίθεση του απόκληρου κατά της ιδιοκτησίας και της κοινωνίας είναι απολύτως νόμιμη. "Η εξαθλίωση αποκαλύπτει το πεπερασμένο και συνεπώς τον ενδεχόμενο {μη αναγκαίο} χαρακτήρα του Δικαίου και της Ευμάρειας" (παρ. 128).

Είναι χαρακτηριστικό ότι η ανάλυση του Χέγκελ, διαμέσου του Notrecht και της σύγκρουσης με την ατομική ιδιοκτησία, βλέπει τη μετάβαση στο Αγαθό, τη διαλεκτική υπέρβαση (Aufhebuug) του αφηρημένου Δικαίου και της Ευμάρειας. Αυτή η υπέρβαση είναι "η πραγματοποιημένη ελευθερία, ο τελικός απόλυτος σκοπός του κόσμου" (παρ. 129). Στην παρούσα παγκόσμια κατάσταση, το σύστημα της καπιταλιστικής ιδιωτικής ιδιοκτησίας καταδικάζει στην πείνα το 85% της ανθρωπότητας. Αρνείται το δικαίωμα στη ζωή σε εκατομμύρια ανθρώπους όχι μόνο στο Νότο αλλά και στον ανεπτυγμένο Βορρά… Αυτή η άπειρη παραβίαση του είναι συνιστά το χάσμα ανάμεσα στα πραγματικά ανθρώπινα δικαιώματα και την επίσημη ηθική του κεφαλαίου. Αποτελεί την άρνηση του δικαιώματος ύπαρξης των απόκληρων. Γι΄ αυτό το λόγο περιορίζει τα ανθρώπινα δικαιώματα μόνο σε εκείνους που θεωρεί άνθρωπους, δηλ. μια μικρή προνομιούχα μειοψηφία. Η εκμεταλλευόμενη πλειοψηφία της ανθρωπότητας θεωρείται μη ανθρώπινη – Untermenschen", υπάνθρωποι κατά τη ναζιστική ορολογία που εφαρμόστηκε στους εβραίους, τους τσιγγάνους κι όλους τους "μη άρειους".

Ανάμεσα στο φιλελευθερισμό και το φασισμό υπάρχει, βεβαίως, αντίφαση. Αλλά αυτή η αντίφαση είναι σχετική, όχι απόλυτη. Υπάρχει μια αντικειμενική λογική του καπιταλισμού που οδηγεί από το φιλελευθερισμό στο φασισμό. Το Notrecht, το Δίκαιο των Απόκληρων, εκδηλώνει την αναγκαιότητα της μετάβασης πέρα από το αφηρημένο Δίκαιο των τωρινών Αρχόντων του κόσμου. Την αναγκαιότητα του άλματος στο Βασίλειο της Ελευθερίας. Δεν πρόκειται για αφηρημένη Ουτοπία. Δεν είναι το ιδεατό Αγαθό που ενσαρκώνεται στο εθνικό Κράτος, όπως τόνιζε ο ιδεαλιστής Χέγκελ. Ξεκινάει ξεπερνώντας τα εθνικά όρια και το Κράτος, ανατρέποντας το σύστημα της καπιταλιστικής ιδιωτικής ιδιοκτησίας και οικοδομώντας μια παγκόσμια αταξική κομμουνιστική κοινότητα του κοινωνικοποιημένου ανθρώπου, των "συνεταιρισμένων παραγωγών", όπως ο Μαρξ έλεγε ("Κεφάλαιο").

Πραγματική ελευθερία δεν είναι ελευθερία από το Είναι ένας διαχωρισμός και μια φανταστική ανεξαρτησία από τον πραγματικό κόσμο. Είναι ελευθερία του Είναι μέσα στο Είναι, μεταμόρφωση του κόσμου, "φυσικοποίηση του ανθρώπου και εξανθρωπισμός της φύσης" (Μάρξ). Ο ίδιος ο καπιταλισμός δημιούργησε τους υλικούς όρους, γι΄ αυτό το άλμα. Εγκαθίδρυσε μια καθολική ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων και εξάντλησε πια το ρόλο του. Αυτή η καθολικότητα πρέπει τώρα να επαναποκτηθεί από τον εργαζόμενο άνθρωπο, που θα μεταμορφωθεί σε ελεύθερη κοινωνική ατομικότητα, σε προσωπικότητα, με την ενότητα του Καθολικού και του Ατομικού. Όπως είπε ο Μαρξ, "η ιδιωτική ιδιοκτησία μπορεί να καταργηθεί μόνο με τον όρο μιας καθολικής ανάπτυξης των ατόμων, ακριβώς γιατί η υπάρχουσα μορφή επικοινωνίας και των παραγωγικών δυνάμεων είναι καθολική και μόνο άτομα που αναπτύσσονται ολόπλευρα μπορούν να τις ιδιοποιηθούν, δηλ. να τις μετατρέψουν σε ελεύθερες εκδηλώσεις της ζωής τους" ("Γερμανική Ιδεολογία").

Με άλλα λόγια, ο αληθινός Homo Uninersalis θα είναι ο Homo Communisticus! Το μέγα άλμα στο βασίλειο της Ελευθερίας άρχισε με την Οκτωβριανή Επανάσταση στη Ρωσία το 1917. Το άλμα όμως αυτό δεν μπορούσε να ολοκληρωθεί στα όρια μιας και μόνο χώρας, όπως διακήρυσσε ο σταλινισμός. Εδώ βρίσκεται το κλειδί της περασμένης και της τωρινής τραγωδίας, στη χώρα του Οκτώβρη. Αλλά το άλμα που κινδυνεύει να αναστραφεί και να γίνει πτώση στην άβυσσο δεν τέλειωσε ακόμα. Πρέπει να το ολοκληρώσουμε, σε παγκόσμια και όχι μόνο σε Ελληνική κλίμακα.

Η κρίση, η παράλυση του Ελληνικού αστικού κράτους, που έπαψε να είναι «μια συνένωση των πολιτών πάνω από ταξικές διάφορες και συμφέροντα», όπως ήθελε ο Αριστοτέλης, (να που υπάρχουν ιδιαίτερες ελληνικές αξίες που επηρεάζουν με την παγκοσμιότητά τους το παρόν και το μέλλον της ταυτότητας των Ελλήνων, όπως θέλουμε να ελπίζουμε:. Οι μεγάλοι μας Αρχαίοι Φιλόσοφοι και η Σοφία τους που κληρονομήσαμε και που ανήκει ταυτόχρονα σε όλη την Ανθρωπότητα)  αναγκάζει την αστική τάξη να γυρίσει στο «χρυσό ποταμό» της αρχαιότητας. Και όχι όλη η αστική τάξη. Το πιο οπισθοδρομικό μέρος της. Οι καταστραμμένοι  από την κρίση και το σεισμό εργάτες – έγραφε ο Κ. Τσάτσος στο: «Η Κοινωνική Φιλοσοφία των Αρχαίων Ελλήνων» – και φτωχοί βιοπαλαιστές κάνουν πολλές «ενέργειες που απομακρύνουν τα πολιτεύματα από το σημείο όπου εξισορροπούνται οι αντίθετες ροπές, με αποτέλεσμα να προκαλούνται φθορά και μεταβολές των πολιτευμάτων». Η μπουρζουαζία, όπως και η φεουδαρχία, επιστράτευσε παλιότερα, και επιστρατεύει και σήμερα ότι πιο αντιδραστικό υπάρχει στην Αριστοτελική Φιλοσοφία, για να εξοπλιστεί ιδεολογικά και να αντιμετωπίσει τη «φθορά και την ανατροπή των πολιτευμάτων της».  Γι' αυτό, βλέπουμε τον Αριστοτέλη από τα θεολογικά σεμινάρια να έρχεται και στα σχολικά θρανία. Έτσι, οι μαθητές μπορούν να διαβάζουν στα «Ηθικά Νικομάχεια» (5,6), ότι «εάν τα πρόσωπα δεν είναι ίσα, δεν επιτρέπεται να έχουν ίσα δικαιώματα!».

«Οι αρχαίοι έλληνες φιλόσοφοι ήταν όλοι από τη φύση τους διαλεκτικοί. Και ο Αριστοτέλης, η πιο καθολική διάνοια ανάμεσα τους, είχε ήδη αναλύσει τις πιο ουσιαστικές μορφές της διαλεκτικής σκέψης. Εντούτοις, η διαλεκτική παράμεινε εμβρυακό στοιχείο στην ελληνική σκέψη. Οι έλληνες φιλόσοφοι δεν πέτυχαν και δεν μπορούσαν να πετύχουν ν' αναπτύξουν τις σκόρπιες οξύτατες ενοράσεις σε επιστημονικό σχήμα». (Ενγκελς).

Γιατί;

«Έπρεπε πρώτα να εξεταστούν τα πράγματα προτού μπορέσουν να εξεταστούν τα προτσές. Έπρεπε πρώτα να ξέρει κανείς τι ήταν ένα οποιοδήποτε πράγμα, για να μπορέσει έπειτα να καταπιαστεί με τις αλλαγές που παθαίνει… Η παλιά μεταφυσική, που θεωρούσε τα πράγματα αποτελειωμένα, γεννήθηκε από μια επιστήμη της φύσης που ερευνούσε τα νεκρά και ζωντανά πράγματα σαν αποτελειωμένα». (Έγκελς: Ο Λ. Φόυερμπαχ και το τέλος της Κλασικής Γερμανικής Φιλοσοφίας).

Το πρωτόγονο επίπεδο της αρχαίας τεχνολογίας και των μαθηματικών, που ήταν εντελώς απομακρυσμένα από κάθε σχέση με τη φύση, οδήγησαν στους αφηρημένους και στατικούς «νόμους της σκέψης», με αποκορύφωμα το «νόμο της ταυτότητας», που δεν ξεπερνά την εμπειρική ταξινόμηση και σύγκριση των ιδιοτήτων αντικειμένων που δεν είχαν καμία ποσοτική σχέση μεταξύ τους: Α=Α («αν καθετί είναι ταυτόσημο με τον εαυτό του, δεν είναι ξεχωριστό από αυτόν, δεν περιέχει καμιά αντίθεση και δεν έχει καμιά βάση»).

«Η ουσία είναι…απλή ταυτότητα με τον εαυτό της», σε βαθμό μάλιστα που η αμφισβήτηση αυτής της αρχής να ισοδυναμεί με το ότι «έχει καταλυθεί η  λ ο γ ι κ ή  σ υ ν ε ί δ η σ η  και το γεγονός μπορεί πλέον να έχει σημασία μόνο για την ψυχολογία (η για την ψυχοπαθολογία) (!), (Ε. Παπανούτσου:  Λ ο γ ι κ ή , σελ. 190).

Στην πραγματικότητα όμως, πρόκειται για την κοινή αντίληψη, που αντιπαραθέτει την ομοιότητα και τη διαφορά, χωρίς να κατανοεί «αυτή την κίνηση της μετάβασης του ενός απ' αυτούς τους προσδιορισμούς στον άλλο». (Χέγκελ, Λογική). Οι οπαδοί του «νόμου της ταυτότητας» μετατρέπουν αυτή την άδεια ταυτολογία σε μια μονόπλευρη προσδιοριστικότητα, που αυτή καθεαυτή περιέχει μονάχα τυπική αλήθεια, αφηρημένη και ατελή και αντανακλά, σύμφωνα με τον Χέγκελ, τη «συνηθισμένη τρυφερότητα προς τα πράγματα, που η μόνη της φροντίδα είναι πώς να μην έρθουν σε αντίφαση το ένα με το άλλο», πράγμα που αποτελεί και τον ταξικό – πολιτικό πυρήνα της κοινωνικής φιλοσοφίας του Αριστοτέλη.

Είναι λάθος επομένως να αντιλαμβανόμαστε το «νόμο της ταυτότητας» σαν ένα στατικό δεδομένο, που η αναγνώριση του «είναι μια απαραίτητη συνθήκη, για να γίνει κανείς επαναστάτης σοσιαλιστής», όπως ισχυρίζεται ο Νόβακ στο «Εισαγωγή στη Λογική του Μαρξισμού». «Ο άνθρωπος έχει μάθει το νόμο της ταυτότητας μέσα από τα εκατομμύρια χρόνια της κοινωνικής πρακτικής του, πολύ πιο πριν από τότε που μπόρεσε να τον σχηματοποιήσει, χρησιμοποιώντας αφηρημένες γενικές έννοιες. Ο νόμος της ταυτότητας είναι μόνο μια μονόπλευρη διατύπωση ενός προστέσου που συσχετίζει αυτό που παραμένει το ίδιο μέσα στις πολύπτυχες αλλαγές που υφίσταται καθετί μέσα στη φύση. Αυτό το προτσές έμεινε βασικά απαρατήρητο, σ' αυτούς που πρώτοι διατύπωσαν το νόμο της ταυτότητας στην Ελλάδα». (Αλεξ. Στάϊνερ: «Η Φιλελεύθερη Φιλοσοφία του Τζορτζ Νόβακ», σελ. 9-10, ελλην. Έκδοση).

Αναφέρθηκα, ειδικά, στον Αριστοτέλη γιατί πιστεύω ότι: «Το ζήτημα μιας ορθής φιλοσοφικής διδασκαλίας, δηλ. μιας σωστής μεθόδου σκέψης, έχει τόση αποφασιστική σημασία για ένα επαναστατικό κόμμα, όση έχει ένα παλιό μηχανουργικό τμήμα για την παραγωγή. Είναι ακόμα δυνατό να υπερασπίσει κανείς την παλιά κοινωνία με τις υλικές και διανοητικές μέθοδες που έχουν κληρονομηθεί από το παρελθόν. Είναι όμως εντελώς αδιανόητο να ανατραπεί αυτή η κοινωνία και να οικοδομηθεί μια νέα, χωρίς πρώτα να αναλυθούν κριτικά οι τωρινές μέθοδες».

(Λ. Τρότσκι, «Στην Υπεράσπιση του Μαρξισμού»)

Συνοψίζοντας καταλήγουμε ότι η αναγκαιότητα της ελευθερίας είναι πιεστική όσο ποτέ στην παρούσα ιστορική περίοδο της χρηματιστικής καπιταλιστικής Παγκοσμιοποίησης και πώς το μέλλον της ταυτότητας και της ζωής των Ελλήνων συναρτάται με το μέλλον και τη ζωή ολόκληρης της Ανθρωπότητας.

 

21 Δεκεμβρίου 2007.

 

* Βήχος Παναγιώτης, Μουσικοσυνθέτης και υπεύθυνος της Ιστοσελίδας Αντιπληροφόρησης (ΠΟΛΙΤΙΚΟ ΚΑΦΕΝΕΙΟ – Ο ΜΕΓΑΣ ΑΝΑΤΟΛΙΚΟΣ) http://politikokafeneio.com

 

ΠΗΓΗ: http://www.politikokafeneio.com/neo/modules.php?name=News&file=article&sid=4447

 

Σημείωση: Οι υπογραμμίσεις έγιναν από τον admin.