Διατροφική κρίση, κοινωνία…Περιβάλλον III

Διατροφική κρίση, κοινωνία, βιοποικιλότητα, Περιβάλλον – Μέρος ΙΙΙ

 

Του Γιάννη Τόλιου*


 

Συνέχεια από το Μέρος ΙΙ

4. Αυτοδυναμία τροφίμων και οικοσοσιαλιστική προοπτική

Ειδικότερα η αντιμετώπιση της διατροφής κρίσης και των μεγάλων ανατιμήσεων ειδών διατροφής και διασφάλισης της ποιότητας των τροφίμων, απαιτεί την καταπολέμηση των βασικών αιτίων που τη γεννούν, σε εθνικό όσο και διεθνές επίπεδο. Πρόκειται για καθαρά πολιτικό ζήτημα που προϋποθέτει και τους ανάλογους συσχετισμούς πολιτικών δυνάμεων. Ωστόσο με κινητοποιήσεις και παρεμβάσεις, μπορούν κατ' αρχήν να ληφθούν μέτρα περιορισμού της οξύτητας του προβλήματος, στην προοπτική της ριζικής αντιμετώπισης του. Στα πλαίσια αυτά χρειάζονται άμεσα μέτρα στήριξης των λαϊκών στρωμάτων που θίγονται από την ακρίβεια και ταυτόχρονα μέτρα στήριξης της οικογενειακής γεωργίας, αύξησης της παραγωγής τροφίμων σύμφωνα με τις ανάγκες της χώρας.

Το διεθνές αγροτικό κίνημα «Via Campesina», επισημαίνει ότι η πολιτική «αυτοδυναμίας τροφίμων» (food sovereignty), μπορεί να συμβάλλει αποτελεσματικά στην αντιμετώπιση του διατροφικού προβλήματος.[18] Δεν χρειάζονται μέτρα εντατικοποίησης της παραγωγής και συγκέντρωσης της σε λιγότερες μονάδες, αλλά μέτρα στήριξης των μικρομεσαίων αγροτών, για την παραγωγή μεγάλης ποικιλίας προϊόντων που θα εξασφαλίσουν ισοζύγιο τροφίμων με βάση τις ανάγκες της εγχώριας αγοράς. Οι τιμές των προϊόντων πρέπει να σταθεροποιηθούν σε λογικό επίπεδο, τόσο για τους παραγωγούς όσο και τους καταναλωτές. Δηλ. να καλύπτουν το κόστος παραγωγής και ένα μικρό όφελος υπέρ του παραγωγού. Να ενισχυθούν τα δίκτυα απευθείας διάθεσης των προϊόντων από τους παραγωγούς προς τους καταναλωτές. Να διασφαλιστεί το δικαίωμα των χωρών να επιβάλλουν έλεγχο στις εισαγωγές και εξαγωγές τροφίμων και των πρακτικών ντάμπινγκ, για προστασία της εγχώριας παραγωγής. Να στηριχτεί η παραγωγή ασφαλών ποιοτικά προϊόντων, παραδοσιακών και βιολογικών.

Πρέπει να σταματήσει η χρήση αγροτικών προϊόντων για την παραγωγή «αγροκαυσίμων» εφ’ όσον ανταγωνίζεται την παραγωγή τροφίμων. Ένα πρώτο βήμα θα ήταν η άμεση επιβολή «μορατόριουμ», σύμφωνα με την πρόταση του Jean Ziegler πρώην υπεύθυνου του ΟΗΕ για τα «δικαιώματα στη διατροφή». Η δύναμη των πολυεθνικών εταιριών πρέπει να περιοριστεί δραστικά και τα αγροτικά ζητήματα να βγουν έξω από τις αρμοδιότητες του ΠΟΕ. Στόχος της αγροτικής παραγωγής κάθε χώρας πρέπει να είναι η εξασφάλιση της αυτοδυναμίας σε βασικά είδη διατροφής, ενώ οι εξαγωγές-εισαγωγές να παίζουν επικουρικό ρόλο. Οι μικρομεσαίοι παραγωγοί μπορούν να θρέψουν τον κόσμο, γιαυτό και πρέπει να θεωρούνται ως μέρος της λύσης του προβλήματος. Με κατάλληλες πολιτικές και μέτρα στήριξης, μπορούν να παράγουν τα αναγκαία τρόφιμα σε λογικές τιμές, για την αντιμετώπιση της διατροφικής κρίσης. Η πολιτική της «αυτοδυναμίας τροφίμων» δεν αφορά μόνο της αναπτυσσόμενες αλλά και τις αναπτυγμένες χώρες (μαζί και την Ελλάδα) και εκφράζει τα συμφέροντα των μικρομεσαίων παραγωγών και λαϊκών καταναλωτών.

Συμπερασματικά, τα τρόφιμα πρέπει να γίνουν κεντρικό θέμα των συζητήσεων, όχι μόνο ως ποσότητα, αλλά κυρίως ως ποιότητα, ως συνηθειών διατροφής, ως σχέσεων παραγωγών-καταναλωτών, ως σχέσεων παραγωγής, πολιτισμού και παράδοσης, αντί για συμφέρον των πολυεθνικών. Η χρήση Γ.Τ.Ο στην παραγωγή προϊόντων και ζωοτροφών, πρέπει να απαγορευτεί και να εφαρμοστεί άμεσα το διεθνές Πρωτόκολλο της Καρθαγένης για τη Βιοασφάλεια. Η ποιοτική γεωργία και η βιώσιμη αγροτική ανάπτυξη, σε συνδυασμό με την προώθηση της «Μεσογειακής δίαιτας», πρέπει να γίνουν θεμελιώδεις αρχές της αγροτική πολιτικής, ειδικότερα για τις ευρωπαϊκές χώρες του Νότου.

Ειδικότερα όσον αφορά την Ελλάδα, το φαινόμενα παρακμής της ελληνικής υπαίθρου, η επιδείνωση της θέσης των μικρομεσαίων αγροτών και οι δυσοίωνες προοπτικές που διαγράφονται εν όψει της νέας ΚΑΠ, φέρνουν επιτακτικά στο προσκήνιο την εφαρμογή «εναλλακτικής πολιτικής», βιώσιμης αγροτικής ανάπτυξης και απασχόλησης, ασφαλών τροφίμων, ισότιμης διεθνούς συνεργασίας και περιβαλλοντικής ισορροπίας. Η επεξεργασία μιας τέτοιας πολιτικής, σε αντιστοιχία με τα ζωτικά συμφέροντα των αγροτών και της ελληνικής κοινωνίας, δεν μπορεί παρά να λαμβάνει σοβαρά υπ' όψιν, τις συντελούμενες κλιματικές αλλαγές, τις τεχνολογικές εξελίξεις και συμμετοχή της χώρας στις διαδικασίες ευρωπαϊκής ενοποίησης και «παγκοσμιοποίησης» της οικονομικής ζωής, όχι με όρους αποδοχής «τετελεσμένων», αλλά «αποτροπής» αρνητικών εξελίξεων, βελτίωσης της θέσης των αγροτών και «υπέρβασης» των κυρίαρχων καπιταλιστικών σχέσεων, με προοπτική τον κοινωνικό μετασχηματισμό και το σοσιαλισμό.

Ειδικότερα η ανάπτυξη της αγροτικής παραγωγής και παραγωγικότητας της εργασίας, η διατήρηση της αγροτικής απασχόλησης ιδιαίτερα νέων παραγωγών, πρέπει να αποτελεί τον κεντρικό άξονα ανάπτυξης της υπαίθρου, με την εφαρμογή κλαδικών πολιτικών στήριξης της γεωργο-κτηνοτροφικής δραστηριότητας και προστασίας της βιοποικιλότητας. Οι αγροτικές επιδοτήσεις θα πρέπει να δίδονται με κριτήρια οικονομικά, κοινωνικά και περιβαλλοντικά και όχι προς όφελος των μεγάλων παραγωγών και ορισμένων κλάδων. Να εξασφαλιστεί συμπληρωματική εισοδηματική ενίσχυση στους αγρότες ορεινών, απομακρυσμένων και άγονων περιοχών που αντιμετωπίζουν μεγαλύτερο κόστος παραγωγής. Επίσης στόχος της αγροτικής πολιτικής, σε ευρωπαϊκό αλλά και εθνικό επίπεδο, πρέπει να είναι ο έλεγχος της ασυδοσίας των πολυεθνικών, η μείωση της ψαλίδας τιμών μεταξύ παραγωγού-καταναλωτή, η συνολική ασφάλιση της αγροτικής παραγωγής, η παροχή αγροτικών συντάξεων για αξιοπρεπή διαβίωση, οι επενδύσεις σε έργα οικονομικο-τεχνικής υποδομής και σε κοινωνικές υπηρεσίες, η προώθηση του αγροτουρισμού, της προστασίας του λαϊκού πολιτισμού, των τοπικών παραδόσεων, κά.

Βασικός σκοπός της αγροτικής πολιτικής πρέπει να είναι η προώθηση ενός νέου παραγωγικού μοντέλου, συμβατό με την υγιεινή διατροφή και την προστασία του περιβάλλοντος, καθώς και την καταπολέμηση των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα. Για το φαινόμενο του θερμοκηπίου και των κλιματικών αλλαγών, σοβαρές ευθύνες έχει το αγροχημικό μοντέλο της συμβατικής γεωργίας (χημική ρύπανση, αποψίλωση, υπεράντληση υπόγειων υδάτων, κά), το οποίο θα πρέπει ν' αλλάξει, ακριβώς επειδή είναι σε βάρος τόσο των αγροτών, όσο και των λαών και της βιοποικιλότητας του πλανήτη. Με ένα τέτοιο πλαίσιο αγροτικής πολιτικής, ενισχύεται η προοπτική ανάπτυξης της γεωργίας, σε όφελος των μικρομεσαίων αγροτών και καταναλωτών.

Αφετηριακό ζήτημα στην προώθηση του μοντέλου της «βιώσιμης εναλλακτικής αγροτικής ανάπτυξης», είναι η απόρριψη της αντίληψης ότι η «αγορά» αποτελεί το βασικό μηχανισμό ρύθμισης των αγροτικών σχέσεων. Η ζωή όλο και πιο επιτακτικά προβάλλει την αναγκαιότητα ρύθμισης των αγορών με όρους κοινωνίας και περιβάλλοντος «επ΄ωφελεία» των μικρομεσαίων αγροτών, των καταναλωτών, της βιοποικιλότητας και του περιβάλλοντος. Οι κυριότεροι άξονες και τομεακές δράσεις στην προώθηση της συγκεκριμένης στρατηγικής, συνοψίζονται στην: Επεξεργασία Εθνικού σχεδίου βιώσιμης αγροτικής ανάπτυξης. Αναδιοργάνωση και δημοκρατική λειτουργία των φορέων άσκησης αγροτικής πολιτικής. Αναδιάρθρωση καλλιεργειών και αύξηση γεωργικής απασχόλησης. Έλεγχος τιμών, μείωση κόστους, στήριξη αγροτικού εισοδήματος και προστασία καταναλωτή. Ασφάλεια και ποιοτικός έλεγχος τροφίμων και ανάδειξη πλεονεκτημάτων «μεσογειακής διατροφής». Προστασία Σπόρων και βιοποικιλότητας. Βιώσιμο πρόγραμμα ανάπτυξης της Κτηνοτροφίας. Προστασία της παράκτιας αλιείας. Δασοπροστασία και ορθολογική διαχείριση υδατικών πόρων. Αγροτουρισμός και πολιτιστικές παραδόσεις. Εξυγίανση και ανάπτυξη των συνεταιρισμών. Οριζόντια μέτρα στήριξης των μικρομεσαίων αγροτών, κά.

Η προώθηση της εναλλακτικής στρατηγικής «βιώσιμης αγροτικής ανάπτυξης» και ειδικότερων μέτρων πολιτικής, κάθετου και οριζόντιου χαρακτήρα, προϋποθέτει την ανάπτυξη ενός ριζοσπαστικού και ενωτικού αγροτικού κινήματος, αντίστασης στις ασκούμενες πολιτικές και στόχο την άμεση βελτίωση της θέσης τους. Στο βαθμό της ανάπτυξης των αγώνων, δημιουργούνται παράλληλα οι πολιτικές προϋποθέσεις εφαρμογής του συνολικού εναλλακτικού «σχεδίου», βιώσιμης ανάπτυξης και «αυτοδυναμίας τροφίμων» και διασφάλισης των μακροπρόθεσμων όρων επιβίωσης των μικρομεσαίων αγροτών. Η δημιουργία προϋποθέσεων μιας «εφ’ όλης της ύλης» αμφισβήτησης και υπέρβασης της νεοφιλελεύθερης πολιτικής, δεν αφορά μόνο τους αγρότες, αλλά ευρύτερες κοινωνικές δυνάμεις, ιδιαίτερα την εργατική τάξη, τη ριζοσπαστική νεολαία, την προοδευτική διανόηση, μεσαία στρώματα των πόλεων και άλλες λαϊκές δυνάμεις.

Η κινηματική έκφραση αυτών των δυνάμεων, σε συνδυασμό με τα «πολύχρωμα» κοινωνικά κινήματα, διαμορφώνουν το μεγάλο «μπλοκ» των κοινωνικών δυνάμεων που εμπνέονται πολιτικά από τις ιδέες και τα οράματα της Ριζοσπαστικής Αριστεράς. Ιδέες και οράματα, που έχουν στόχο τη δημιουργία μιας ανώτερης κοινωνίας της σοσιαλιστικής, όπου οι άνθρωποι θα είναι πάνω από τα κέρδη, χωρίς σχέσεις εκμετάλλευσης και καταπίεσης, μιας κοινωνίας με δημοκρατία και ελευθερία, κοινωνική δικαιοσύνη, ισότιμη μεταχείριση και δυνατότητα ολόπλευρης ανάπτυξης της προσωπικότητας κάθε πολίτη. Μιας κοινωνίας όπου τη διεύθυνση των κοινωνικών υποθέσεων, θα έχουν οι ίδιοι οι εργαζόμενοι και οι πραγματικοί δημιουργοί του υλικού και πνευματικού πλούτου της κοινωνίας.

Αυτό το ιστορικό φορτίο ιδεών και αγώνων της Ριζοσπαστικής Αριστεράς, σε συνθήκες κλιματικών αλλαγών και διατάραξης της οικολογικής ισορροπίας, προσδίδει στο σοσιαλιστικό όραμα μια νέα διάσταση, την «οικοσοσιαλιστική», άρρηκτα δεμένη με την εναλλακτική στρατηγική της «αυτοδυναμίας τροφίμων». Η «οικοσοσιαλιστική λύση», δεν αποτελεί έναν ακόμα νεολογισμό, έναν ακόμα όρο στο λεξικό της πολιτικής επιστήμης, αλλά συμπυκνώνει τις ανάγκες υπέρβασης του νεοφιλελεύθερου μοντέλου διαχείρισης του καπιταλιστικού συστήματος, με όρους «ανθρωπίνων αναγκών», «κοινωνικής δικαιοσύνης», «κοινωνικής απελευθέρωσης» και «οικολογικής ισορροπίας». Στόχος του οικοσοσιαλιστικου εγχειρήματος, είναι μια νέα κοινωνία βασισμένη στον οικολογικό ορθολογισμό, στο δημοκρατικό έλεγχο, στην κοινωνική ισότητα και πρωτοκαθεδρία της αξίας χρήσης επί της ανταλλακτικής αξίας. Αυτοί οι στόχοι απαιτούν δημοκρατικό σχεδιασμό που θα κάνει την κοινωνία ικανή να ορίσει επενδυτικούς και παραγωγικούς στόχους, όσο και νέα τεχνολογική δομή στις παραγωγικές δυνάμεις της ανθρωπότητας. Η κοινοκτημοσύνη των παραγωγικών μέσων, αντικαθιστά την καπιταλιστική ιδιοκτησία, ενώ η διατήρηση και αποκατάσταση των οικοσυστημάτων, θα είναι θεμελιώδες τμήμα όλης της ανθρώπινης δραστηριότητας. Μια τέτοια αλλαγή είναι αδύνατη χωρίς δημόσιο και κοινωνικό έλεγχο των παραγωγικών μέσων και δημοκρατικό σχεδιασμό. Στόχος πάντα η υπέρβαση των κυρίαρχων σχέσεων του συστήματος και επικέντρωση της ανθρώπινης δραστηριότητας στην ικανοποίηση των «κοινωνικών αναγκών» με εξασφάλιση ταυτόχρονα της οικολογικής ισορροπίας.

 

Παραπομπές

[18] Για αναλυτικότερη παρουσίαση της πολιτικής «Αυτοδυναμίας Τροφίμων», βλέπε Διακήρυξη 5ης Διεθνούς Διάσκεψης της «Via Campesina», «Ο Δρόμος των Αγροτών», Αύγ.'-Σεπτ.' 2008, Αθήνα, έκδοση ΝΕΑΚ.

 

12.11.11

* O Γιάννης Τόλιος είναι διδάκτωρ οικονομικών επιστημών

 

ΠΗΓΗ: http://www.iskra.gr/index.php?option=com_content&view=article&id=6020:diatrofiki-krisi-koinonia-viopoikilotita&catid=54:anpolitiki&Itemid=284

Απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.